This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 61997CJ0010
Περίληψη της αποφάσεως
Περίληψη της αποφάσεως
1 Προδικαστικά ερωτήματα - Αρμοδιότητα του Δικαστηρίου - Όρια - Πρόβλημα αρμοδιότητας στο πλαίσιο της οργανώσεως των εθνικών δικαστηρίων - Λύση εξαρτώμενη από τον νομικό χαρακτηρισμό ορισμένης έννομης καταστάσεως βάσει του κοινοτικού δικαίου - Ξρησιμότητα της προδικαστικής αποφάσεως
(Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 177)
2 Κοινοτικό δίκαιο - Υπεροχή - Αντίθετο εθνικό δίκαιο - Η πλήρης αδυναμία εφαρμογής των αντίθετων αυτών διατάξων δεν τις καθιστά ανυπόστατες
3 Κοινοτικό δίκαιο - Άμεσο αποτέλεσμα - Εθνικοί φόροι ασυμβίβαστοι προς το κοινοτικό δίκαιο - Επιστροφή - Τρόποι - Εφαρμογή του εθνικού δικαίου - Ξαρακτηρισμός των εννόμων σχέσεων που δημιουργούνται μεταξύ φορολογικών αρχών και φορολογουμένων
1 Στην έννομη τάξη κάθε κράτους μέλους εναπόκειται να προσδιορίζει το δικαστήριο που είναι αρμόδιο να αποφαίνεται επί διαφορών στο πλαίσιο των οποίων διακυβεύονται δικαιώματα των ιδιωτών απορρέοντα από την κοινοτική έννομη τάξη, εξυπακουομένου πάντως ότι τα κράτη μέλη έχουν σε κάθε περίπτωση την ευθύνη της διασφαλίσεως της αποτελεσματικής προστασίας των δικαιωμάτων αυτών. Με την επιφύλαξη αυτή, το Δικαστήριο δεν έχει αρμοδιότητα να επεμβαίνει για να επιλύει ζητήματα αρμοδιότητας που μπορούν να ανακύψουν στην οργάνωση των εθνικών δικαστηρίων από τον νομικό χαρακτηρισμό ορισμένων εννόμων καταστάσεων που στηρίζονται στο κοινοτικό δίκαιο.
Ωστόσο, το Δικαστήριο είναι αρμόδιο, στο πλαίσιο της αιτήσεως εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως, να υποδεικνύει στον εθνικό δικαστή τα στοιχεία του κοινοτικού δικαίου που είναι δυνατό να τον βοηθήσουν στην επίλυση του ζητήματος αρμοδιότητας το οποίο αντιμετωπίζει.
2 Το ασυμβίβαστο προς το κοινοτικό δίκαιο μιας μεταγενέστερης διατάξεως του εθνικού δικαίου δεν έχει ως αποτέλεσμα να καθιστά τη διάταξη αυτή ανυπόστατη. Ο εθνικός δικαστής, όταν αντιμετωπίζει τέτοια κατάσταση, είναι υποχρεωμένος να μην εφαρμόζει τη διάταξη αυτή, ενώ εξυπακούεται ότι η υποχρέωση αυτή δεν περιορίζει την εξουσία των αρμόδιων εθνικών δικαστηρίων να επιλέγουν, μεταξύ των διαφόρων διαδικασιών της εσωτερικής έννομης τάξεώς τους, την εφαρμογή εκείνων που είναι προσφορότερες για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων που απονέμει στους ιδιώτες το κοινοτικό δίκαιο.
3 Το εθνικό δικαστήριο, λόγω του ότι είναι υποχρεωμένο να μην εφαρμόζει την εθνική νομοθεσία που επιβάλλει φορολογική επιβάρυνση αντίθετη προς το κοινοτικό δίκαιο, πρέπει κατ' αρχήν να δέχεται τα αιτήματα επιστροφής των καταβληθεισών επιβαρύνσεων. Η επιστροφή αυτή πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του οικείου εθνικού δικαίου, εξυπακουομένου ότι οι διατάξεις αυτές δεν μπορούν να είναι λιγότερο ευνοϋκές από εκείνες που αφορούν παρόμοιες προσφυγές της εσωτερικής έννομης τάξεως ούτε να καθιστούν ουσιαστικά αδύνατη ή υπερβολικά δυσχερή την άσκηση των δικαιωμάτων που χορηγεί η κοινοτική έννομη τάξη. Συνεπώς, στο εθνικό δίκαιο απόκειται ο ενδεχομένως αναγκαίος νέος χαρακτηρισμός των εννόμων σχέσεων που δημιουργήθηκαν μεταξύ των φορολογικών αρχών ενός κράτους μέλους και των εταιριών του κράτους αυτού κατά την είσπραξη μιας φορολογικής επιβαρύνσεως που κρίθηκε, μετά την είσπραξη αυτή, αντίθετη προς το κοινοτικό δίκαιο.