Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 61996TO0195

    Περίληψη της διατάξεως

    ΔΙΆΤΑΞΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΊΟΥ (πρώτο τμήμα)

    της 13ης Φεβρουαρίου 1998

    Υπόθεση Τ-195/96

    Σπυριδούλα Αλεξοπούλου

    κατά

    Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

    «Υπάλληλοι — Αρθρο 31, παράγραφος 2, του ΚΥΚ — Αιτήματα προδήλως απαράδεκτα ή στερούμενα παντελώς νομικής βάσεως»

    Πλήρες κείμενο στη γαλλική γλώσσα   II-117

    Αντικείμενο:

    Προσφυγή με αντικείμενο, αφενός, την ακύρωση, πρώτον, της αποφάσεως της Επιτροπής της 8ης Ιανουαρίου 1996, με την οποία η προσφεύγουσα κατατάχθηκε στον βαθμό Α 7, κλιμάκιο 5, και απορρίφθηκε σιωπηρά το αίτημα της να καταταχθεί στον βαθμό Α 6, και, δεύτερον, της αποφάσεως της 28ης Αυγούστου 1996 με την οποία απορρίφθηκε η διοικητική ένσταση που είχε υποβάλει κατά της αποφάσεως αυτής και, αφετέρου, αίτημα αποζημιώσεως για την υλική ζημία που υπέστη η προσφεύγουσα.

    Αποτέλεσμα:

    Ακύρωση.

    Επιτομή της διατάξεως

    Η προσφεύγουσα, που είναι έκτακτος υπάλληλος βαθμού Α 7 από το 1989 και πέτυχε στον εσωτερικό διαγωνισμό COM/T/A/93, διορίζεται, με απόφαση της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής (ΑΛΑ), της 5ης Απριλίου 1994, δόκιμη υπάλληλος διοικήσεως στον βαθμό Α 7, κλιμάκιο 5, από 1ης Δεκεμβρίου 1993.

    Η προσφεύγουσα ασκεί προσφυγή ακυρώσεως κατά της αποφάσεως αυτής καθόσον τη διορίζει στον βαθμό Α 7, κλιμάκιο 5, και αρνείται σιωπηρώς να τη διορίσει στον βαθμό Α 6. Με απόφαση της 5ης Οκτωβρίου 1995, Τ-17/95, Αλεξοπούλου κατά Επιτροπής (Συλλογή Υπ.Υπ. 1995, σ. Π-683) (Αλεξοπούλου Ι), το Πρωτοδικείο ακυρώνει την απόφαση κατά το μέτρο που έχει ως αντικείμενο την κατάταξη της προσφεύγουσας σε ορισμένο βαθμό.

    Στις 17 Νοεμβρίου 1995, η προσφεύγουσα υποβάλλει αίτηση ανακατατάξεως στον βαθμό Α 6, κλιμάκιο 8.

    Σύμφωνα με την απόφαση Αλεξοπούλου Ι, η ΑΔΑ επανεξετάζει τότε την υπηρεσιακή κατάσταση της προσφεύγουσας. Στις 8 Ιανουαρίου 1996, με νέα απόφαση, κατατάσσεται η προσφεύγουσα στον βαθμό Α 7, κλιμάκιο 5, από 1ης Δεκεμβρίου 1993 (απόφαση της 8ης Ιανουαρίου 1996). Κατά την απόφαση αυτή, η θέση στην οποία διορίστηκε η προσφεύγουσα δεν απαιτεί από τον υπάλληλο επίπεδο προσόντων τέτοιο ώστε να δικαιολογείται παρέκκλιση από την αρχή ότι η πρόσληψη γίνεται στον εισαγωγικό βαθμό της σταδιοδρομίας. Όσον αφορά τα προσόντα της προσφεύγουσας, η ΑΔΑ διαπιστώνει, επικαλούμενη την εξουσία εκτιμήσεως που της παρέχει το άρθρο 31 του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΚΥΚ) ότι αυτά δεν είναι τόσο εξαιρετικά ώστε να δικαιολογούν παρέκκλιση από τη γενική αρχή της κατατάξεως στον εισαγωγικό βαθμό της σταδιοδρομίας κατά τον διορισμό.

    Στις 3 Απριλίου 1996, η προσφεύγουσα υποβάλλει διοικητική ένσταση κατά της αποφάσεως της 8ης Ιανουαρίου 1996. Με απόφαση της 28ης Αυγούστου 1996 που κοινοποιήθηκε στην προσφεύγουσα στις 3 Σεπτεμβρίου 1996, η Επιτροπή απορρίπτει την ένσταση (απόφαση της 28ης Αυγούστου 1996).

    Σκεπτικό

    Επί τον αιτήματος ακυρώσεως της αποφάσεως της 8ης Ιανουαρίου 1996

    Δυνάμει του άρθρου 31, παράγραφος 2 του ΚΥΚ, η ΑΔΑ έχει την ευχέρεια να διορίσει έναν νεοπροσληφθέντα υπάλληλο στον ανώτερο βαθμό της εισαγωγικής ή της ενδιάμεσης σταδιοδρομίας. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η ΑΔΑ υποχρεούται να προβεί σε συγκεκριμένη εκτίμηση των προσόντων και της επαγγελματικής πείρας του ενδιαφερομένου, σε σχέση με τα κριτήρια του άρθρου 31 του ΚΥΚ. Άπαξ όμως προβεί στην εξέταση αυτή και υπό την επιφύλαξη των όρων κατατάξεως τους οποίους δεσμεύθηκε ότι θα εφαρμόσει με την ανακοίνωση κενής θέσεως, η ΑΔΑ μπορεί να αποφασίσει ελεύθερα, λαμβάνοντας υπόψη το συμφέρον της υπηρεσίας, αν ενδείκνυται η κατάταξη στον ανώτερο βαθμό (σκέψεις 36 και 38).

    Παραπομπή: Αλεξοπούλου Ι, προπαρατεΟείσα, σκέψη 21' ΠΕΚ, 5 Νοεμβρίου 1997, Τ-12/97, Barnelt κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 1997, σ. II-863, σκέψη 47

    Συναφώς, ο δικαστικός έλεγχος δεν μπορεί να υποκαθίσταται στην εκτίμηση της ΑΔΑ. Πρέπει να περιορίζεται στο ζήτημα αν συντρέχει παράβαση ουσιώδους τύπου, αν η ΑΔΑ στήριξε την απόφαση της σε εσφαλμένα ή ατελή στοιχεία ή αν η απόφαση εμφανίζει ελάττωμα λόγω καταχρήσεως εξουσίας, νομικής πλάνης ή ελλιπούς αιτιολογίας (σκέψη 39).

    Παραπομπή: ΔΕΚ, 29 Ιουνίου 1994, C-298/93 Ρ, Klinke κατά Δικαστηρίου, Συλλογή 1994, σ. I-3009, σκέψη 31· Barnelt κατά Επιτροπής, προπαρατεΟείσα, σκέψη 53

    Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η ΑΔΑ υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη περί την εκτίμηση του εξαιρετικού χαρακτήρα των προσόντων της και υποστηρίζει ότι δεν μπορούσε να ασκήσει την οικεία εξουσία εκτιμήσεως παρά μόνο διορίζοντας τη στον ανώτερο βαθμό της σταδιοδρομίας. Όμως, οι νεοπροσλαμβανόμενοι υπάλληλοι, ακόμη και αν πληρούν τις προϋποθέσεις κατατάξεως στον ανώτερο βαθμό, δεν έχουν υποκειμενικό δικαίωμα τέτοιας κατατάξεως (σκέψη 43).

    Παραπομπή: ΔΕΚ, 25 Νοεμβρίου 1976, 123/75, Küster καΐά Κοινοβουλίου, Συλλογή τόμος 1976, α 605, σκέψη 10· ΔΕΚ, 1η Ιουνίου 1995, C-119/94 Ρ, Κουσιος κατά Επιτροπής, Συλλογή 1995, σ. I-1439, σκέψη 19· ΠΕΚ, 18 Δεκεμβρίου 1997, Τ-142/95, Delvaux κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 1997, σ. II-1247, σκέψη 39

    Επί του αιτήματος ακυρώσεως της αποφάσεως της 28ης Αυγούστου 1996 με την οποία απορρίφθηκε η διοικητική ένσταση της 3ης Απριλίου 1996

    Κάθε απόφαση με την οποία απορρίπτεται διοικητική ένσταση, είτε σιωπηρή είτε ρητή, δεν κάνει τίποτε άλλο, όταν είναι σαφής και αμιγής, παρά να βεβαιώνει την πράξη ή την παράλειψη για την οποία διαμαρτύρεται ο ενιστάμενος και δεν συνιστά καθαυτή πράξη προσβλητή (σκέψη 48).

    Παραπομπή: ΔΕΚ, 28 Μαίου 1980, 33/79 και 75/79, Kuhner κατά Επιτροπής, Συλλογή τόμος 1980/11, σ. 221, σκέψη 9· ΔΕΚ, 16 Ιουνίου 1988, 371/87, Προγούλης κατά Επιτροπής, Συλλογή 1988, σ. 3081, σκέψη 17

    Επί της αποζημιώσεως για την υλική ζημία

    Το βάσιμο του αιτήματος αποζημιώσεως για τη ζημία που, κατά την προσφεύγουσα, προκλήθηκε από το ότι θα μπορούσε να έχει προαχθεί στον βαθμό Α 5 από 1ης Δεκεμβρίου 1995, αν είχε μονιμοποιηθεί με τον βαθμό Α 6 από 1ης Δεκεμβρίου 1993, προϋποθέτει ότι η προσφεύγουσα είχε το δικαίωμα προαγωγής στον βαθμό Α 5 κατά την ημερομηνία εκείνη (σκέψη 53).

    Οι υπάλληλοι, ακόμη και αν πληρούν τις προϋποθέσεις προαγωγής, δεν έχουν υποκειμενικό δικαίωμα προαγωγής. Πράγματι, η ΑΔΑ έχει ευρεία εξουσία εκτιμήσεως όσον αφορά την αξιολόγηση των προσόντων που λαμβάνονται υπόψη στο πλαίσιο αποφάσεως περί προαγωγής βάσει του άρθρου 45 του ΚΥΚ (σκέψη 54).

    Παραπομπή: Κοίισιος κατά Επιτροπής, προπαρατεθείσα, σκέψη 19· Delvaux κατά Επιτροπής, προπαρατεθείσα, σκΕψη 39

    Διατακτικό:

    Το Πρωτοδικείο απορρίπτει την προσφυγή.

    Top