This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 61995TJ0011
Περίληψη της αποφάσεως
Περίληψη της αποφάσεως
1 Προσφυγή ακυρώσεως - Προθεσμία ασκήσεως - Αφετηρία - Ημερομηνία κατά την οποία ο ενδιαφερόμενος λαμβάνει γνώση της πράξεως - Επικουρικός χαρακτήρας - Ημερομηνία δημοσιεύσεως
(Συνθήκη ΕΚ, άρθρα 93 § 2 και 173, εδ. 5)
2 Προσφυγή ακυρώσεως - Φυσικά ή νομικά πρόσωπα - Πράξεις που τα αφορούν άμεσα και ατομικά - Απόφαση της Επιτροπής καταλήγουσα στο συμβιβαστό μιας ενισχύσεως με την κοινή αγορά - Ανταγωνίστρια επιχείρηση η οποία δεν συμμετείχε στη διαδικασία ενώπιον της Επιτροπής - Δικαίωμα ασκήσεως προσφυγής
(Συνθήκη ΕΚ, άρθρα 93 § 2 και 173, εδ. 4)
3 Προσφυγή ακυρώσεως - Φυσικά ή νομικά πρόσωπα - Πράξεις που τα αφορούν άμεσα και ατομικά - Απόφαση της Επιτροπής καταλήγουσα στον χαρακτηρισμό ενός κρατικού μέτρου ως κρατικής ενισχύσεως ή στο συμβιβαστό μιας ενισχύσεως με την κοινή αγορά - Μη κίνηση της κατ' αντιδικία διαδικασίας - Ανταγωνίστρια επιχείρηση - Δικαίωμα ασκήσεως προσφυγής
(Συνθήκη ΕΚ, άρθρα 93 §§ 2 και 3, και 173, εδ. 4)
4 Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη μέλη - Εξέταση εκ μέρους της Επιτροπής μιας εισφοράς κεφαλαίου - Προκαταρκτική φάση και κατ' αντιδικία φάση - Ξαρακτηρισμός ενός κρατικού μέτρου ως κρατικής ενισχύσεως - Δυσχέρειες εκτιμήσεως - Υποχρέωση της Επιτροπής να κινήσει την κατ' αντιδικία διαδικασία
(Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 93 §§ 2 και 3)
1 Από τη διατύπωση του άρθρου 173, πέμπτο εδάφιο, της Συνθήκης, περί της προθεσμίας ασκήσεως προσφυγής ακυρώσεως, προκύπτει ότι το κριτήριο της ημερομηνίας κατά την οποία ο ενδιαφερόμενος λαμβάνει γνώση της πράξεως, ως σημείο ενάρξεως της προθεσμίας ασκήσεως προσφυγής, έχει επικουρικό χαρακτήρα σε σχέση με εκείνα της δημοσιεύσεως ή της κοινοποιήσεως της πράξεως.
Όταν η επίδικη πράξη δημοσιεύθηκε, η προθεσμία ασκήσεως προσφυγής αρχίζει να τρέχει από την ημερομηνία δημοσιεύσεως της πράξεως. Εξάλλου, εφόσον αποτελεί πάγια πρακτική ότι οι αποφάσεις της Επιτροπής με τις οποίες περατούται η διαδικασία εξετάσεως των ενισχύσεων βάσει του άρθρου 93, παράγραφος 2, της Συνθήκης δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϋκών Κοινοτήτων, ο ιδιώτης ο οποίος ασκεί προσφυγή ακυρώσεως μιας αποφάσεως με την οποία περατώθηκε μια τέτοια διαδικασία, και ο οποίος έλαβε γνώση της αποφάσεως αυτής πριν από τη δημοσίευση, μπορεί θεμιτώς να υπολογίζει ότι η απόφαση θα αποτελέσει αντικείμενο δημοσιεύσεως στην Επίσημη Εφημερίδα.
2 Μολονότι έχει ως αποδέκτη το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, η απόφαση της Επιτροπής κηρύσσουσα μια εθνική ενίσχυση συμβιβαστή με την κοινή αγορά αφορά άμεσα και ατομικά, κατά την έννοια του άρθρου 173, τέταρτο εδάφιο, της Συνθήκης, τις επιχειρήσεις οι οποίες υπέβαλαν την καταγγελία που οδήγησε στην έναρξη της διαδικασίας που προβλέπει το άρθρο 93, παράγραφος 2, της Συνθήκης και οι οποίες διατύπωσαν τις παρατηρήσεις τους και καθόρισαν την εξέλιξη της διαδικασίας αυτής εφόσον, πάντως, η θέση τους στην αγορά επηρεάστηκε ουσιωδώς από την ενίσχυση που αποτελεί το αντικείμενο της εν λόγω αποφάσεως.
Αντιθέτως, όταν η επιχείρηση δεν επικαλέστηκε το δικαίωμά της να υποβάλει παρατηρήσεις στο πλαίσιο της διαδικασίας που προβλέπει το άρθρο 93, παράγραφος 2, της Συνθήκης, απόκειται σ' αυτή, στο πλαίσιο προσφυγής ακυρώσεως κατά της αποφάσεως της Επιτροπής περατώνουσας την εν λόγω διαδικασία, να αποδείξει ότι η προσβαλλόμενη πράξη την αφορά ατομικά, κατά την έννοια του άρθρου 173, τέταρτο εδάφιο. Συναφώς, το γεγονός και μόνον ότι μια πράξη είναι ικανή να επηρεάσει τις υφιστάμενες στη σχετική αγορά ανταγωνιστικές σχέσεις δεν αρκεί για να θεωρηθεί ότι η εν λόγω πράξη αφορά άμεσα και ατομικά κάθε επιχειρηματία, ο οποίος τελεί σε κάποια σχέση ανταγωνισμού προς τον αποδέκτη της πράξεως. Επομένως, απόκειται στην επιχείρηση να αποδείξει την ύπαρξη ειδικής ανταγωνιστικής καταστάσεως η οποία τη χαρακτηρίζει, ενόψει της επίδικης πράξεως, σε σχέση προς οποιαδήποτε άλλη επιχείρηση.
3 Όταν η Επιτροπή, χωρίς να κινήσει τη διαδικασία του άρθρου 93, παράγραφος 2, της Συνθήκης, διαπιστώνει, βάσει της παραγράφου 3 του ίδιου άρθρου, ότι κρατική ενίσχυση συμβιβάζεται με την κοινή αγορά ή ότι ο ίδιος ο χαρακτηρισμός της ενισχύσεως πρέπει να αποκλεισθεί, οι ενδιαφερόμενοι, κατά την έννοια της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού, υπέρ των οποίων έχουν τεθεί οι εγγυήσεις όταν κινείται η εν λόγω διαδικασία, πρέπει να θεωρούνται ως ατομικά ενδιαφερόμενοι, κατά την έννοια του άρθρου 173, τέταρτο εδάφιο, της Συνθήκης, από την απόφαση με την οποία γίνεται η διαπίστωση αυτή.
4 Η διαδικασία του άρθρου 93, παράγραφος 2, καθίσταται απαραίτητη από τη στιγμή κατά την οποία η Επιτροπή αντιμετωπίζει σοβαρές δυσχέρειες για να κρίνει αν μια ενίσχυση συμβιβάζεται με την κοινή αγορά. Η Επιτροπή δεν μπορεί να αρκεστεί στην προκαταρκτική φάση του άρθρου 93, παράγραφος 3, της Συνθήκης προκειμένου να λάβει ευνοϋκή απόφαση για κάποια ενίσχυση παρά μόνον αν είναι σε θέση να σχηματίσει την πεποίθηση, μετά από μια πρώτη εξέταση, ότι η εν λόγω ενίσχυση συμβιβάζεται με τη Συνθήκη. Αντιθέτως, αν από την πρώτη αυτή εξέταση η Επιτροπή σχηματίσει αντίθετη γνώμη ή δεν μπορέσει να υπερβεί όλες τις δυσχέρειες που ανέκυψαν κατά την κρίση του συμβιβαστού της εν λόγω ενισχύσεως με την κοινή αγορά, η Επιτροπή οφείλει να συγκεντρώσει όλες τις αναγκαίες γνώμες και να κινήσει προς τον σκοπό αυτό τη διαδικασία του άρθρου 93, παράγραφος 2.
Ομοίως, η Επιτροπή μπορεί να υποχρεωθεί να κινήσει τη διαδικασία του άρθρου 93, παράγραφος 2, της Συνθήκης, αν μια πρώτη εξέταση δεν της επέτρεψε να υπερβεί όλες τις δυσχέρειες που ανέκυψαν από την εξέταση του ζητήματος αν ένα μέτρο αποτελεί κρατική ενίσχυση, τουλάχιστον όταν δεν ήταν σε θέση να σχηματίσει την πεποίθηση ότι το μέτρο αυτό, αν υποτεθεί ότι αποτελεί ενίσχυση, συμβιβάζεται εν πάση περιπτώσει με την κοινή αγορά.
Το γεγονός και μόνον ότι μια δημόσια επιχείρηση πραγματοποίησε ήδη εισφορές κεφαλαίου χαρακτηρισθείσες ως «ενισχύσεις» στη θυγατρική της δεν αποκλείει, a priori, τη δυνατότητα μεταγενέστερη εισφορά κεφαλαίου να μπορεί να χαρακτηριστεί επένδυση πληρούσα το κριτήριο του ιδιώτη επενδυτή σε οικονομία αγοράς. Ωστόσο, σε περίπτωση που τρεις εισφορές κεφαλαίου, πραγματοποιηθείσες από τον ίδιο επενδυτή εντός περιόδου δύο ετών, από τις οποίες οι δύο πρώτες δεν είχαν καμία απόδοση, απόκειται στην Επιτροπή να εξακριβώσει αν η τρίτη μπορούσε ευλόγως να διαχωριστεί από τις δύο πρώτες και να θεωρηθεί, για τους σκοπούς του κριτηρίου του ιδιώτη επενδυτή, ως αυτοτελής επένδυση. Μεταξύ των ασκούντων επιρροή στοιχείων για την εκτίμηση αυτή περιλαμβάνονται η χρονολογία των εν λόγω εισφορών, ο σκοπός τους και η κατάσταση της θυγατρικής επιχειρήσεως κατά τον χρόνο κατά τον οποίο ελήφθησαν οι αποφάσεις πραγματοποιήσεως κάθε μιας από τις σχετικές εισφορές.
Το γεγονός ότι η Επιτροπή προσκόμισε, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, αντιφατικούς υπολογισμούς, χωρίς να μπορεί να αποδείξει σε ποιους υπολογισμούς προέβη τότε ενόψει του συμπεράσματός της ως προς την απόδοση της εν λόγω εισφοράς, πιστοποιεί, στην προκειμένη περίπτωση, την ύπαρξη σοβαρών δυσχερειών ως προς το ζήτημα αν η εισφορά αυτή αποτελούσε κρατική ενίσχυση.