This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 61976CJ0027
Περίληψη της αποφάσεως
Περίληψη της αποφάσεως
Υπόθεση 27/76
United Brands Company και United Brands Continentaal BV
κατά
Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων
«Μπανάνες Chiquita»
Περίληψη της αποφάσεως
Ανταγωνισμός – Δεσπόζουσα θέση – Σχετική αγορά – Οριοθέτηση – Κριτήρια
(Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρο 86)
Ανταγωνισμός – Δεσπόζουσα θέση στην αγορά – Έννοια
(Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρο 86)
Ανταγωνισμός – Δεσπόζουσα θέση – Αποδεικτικό στοιχείο – Μερίδιο αγοράς
(Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρο 86)
Ανταγωνισμός – Δεσπόζουσα θέση – Κριτήρια εκτιμήσεως – Αποδοτικότητα της επιχείρησης
(Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρο 86)
Ανταγωνισμός – Δεσπόζουσα θέση – Κατάχρηση – Απαγόρευση μεταπωλήσεως που επιβάλλεται στους διανομείς
(Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρο 86)
Ανταγωνισμός – Δεσπόζουσα θέση ως προς τη διανομή ενός προϊόντος – Άρνηση πωλήσεως – Όροι – Κατάχρηση
(Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρο 3, στοιχείο στ, και 86)
Ανταγωνισμός – Δεσπόζουσα θέση – Κατάχρηση – Αποκλεισμός ανταγωνιστή – Επηρεασμός του εμπορίου μεταξύ των κρατών μελών – Αμελητέος όρος
(Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρο 86)
Ανταγωνισμός – Δεσπόζουσα θέση – Κατάχρηση – Τιμές που εισάγουν διακρίσεις
(Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρο 86)
Ανταγωνισμός – Δεσπόζουσα θέση – Κατάχρηση – Μη δίκαιες τιμές πωλήσεως – Έννοια
(Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρο 86)
Οι δυνατότητες ανταγωνισμού κατά το άρθρο 86 της Συνθήκης πρέπει να εξεταστούν σε συνάρτηση με τα χαρακτηριστικά του εν λόγω προϊόντος και σε αναφορά με συγκεκριμένη γεωγραφική ζώνη εντός της οποίας διατίθεται το προϊόν και όπου οι όροι ανταγωνισμού είναι αρκούντως ομοιογενείς ώστε να μπορεί να εκτιμηθεί η επίδραση της οικονομικής ισχύος της ενδιαφερόμενης επιχείρησης. Για να μπορεί το εν λόγω προϊόν να θεωρηθεί ότι αποτελεί το αντικείμενο μιας αρκούντως ξεχωριστής αγοράς πρέπει να μπορεί να εξατομικεύεται μέσω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του που το διαφοροποιούν από τα λοιπά προϊόντα σε σημείο που να μην μπορεί σχεδόν να υποκατασταθεί από αυτά και να υφίσταται ανεπαίσθητο από αυτά ανταγωνισμό.
Η δεσπόζουσα θέση που αναφέρει το άρθρο 86 αφορά τη θέση οικονομικής ισχύος που κατέχει μια επιχείρηση, πράγμα που της επιτρέπει να εμποδίζει τη διατήρηση αποτελεσματικού ανταγωνισμού στη σχετική αγορά και της προσφέρει, σε σημαντικό βαθμό, τη δυνατότητα ανεξάρτητης έναντι των ανταγωνιστών της, των πελατών της και, τελικά, των καταναλωτών συμπεριφοράς. Γενικά, η ύπαρξη δεσπόζουσας θέσης προκύπτει από τη συγκέντρωση αρκετών παραγόντων οι οποίοι, λαμβανόμενοι μεμονωμένα, δεν είναι κατ' ανάγκη και καθοριστικοί.
Ένας επιχειρηματίας δεν είναι δυνατό να κατέχει δεσπόζουσα θέση στην αγορά ενός προϊόντος παρά μόνο αν έχει κατορθώσει να κερδίσει ένα όχι αμελητέο τμήμα στην αγορά αυτή. Δεν είναι όμως ανάγκη για να κατέχει μια επιχείρηση δεσπόζουσα θέση, να έχει εξαφανίσει κάθε δυνατότητα ανταγωνισμού.
Η οικονομική ισχύς των επιχειρήσεων δεν υπολογίζεται βάσει της αποδοτικό-τητάς τους, ένα δε μειωμένο περιθώριο κέρδους ή ακόμη και παροδικές ζημίες δεν είναι ασυμβίβαστες προς τη δεσπόζουσα θέση, όπως ακριβώς υψηλά κέρδη μπορούν να συμβιβάζονται με μία κατάσταση αποτελεσματικού ανταγωνισμού. Μια παροδικά μέτρια ή ανύπαρκτη αποδοτικότητα πρέπει να εξεταστεί υπό το φως του συνόλου των δραστηριοτήτων της περί ης ο λόγος επιχείρησης.
Το γεγονός ότι μια επιχείρηση απαγορεύει υπό ορισμένες προϋποθέσεις στους εγκεκριμένους διανομείς της να μεταπωλούν το σχετικό προϊόν συνιστά καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσεως, δεδομένου ότι περιορίζει τις αγορές προς ζημία των καταναλωτών και επηρεάζει το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών, κυρίως διότι στεγανοποιούνται οι εθνικές αγορές.
Μια επιχείρηση που κατέχει δεσπόζουσα θέση ως προς τη διανομή ενός προϊόντος — η οποία διαθέτει το κύρος που προέρχεται από ένα γνωστό και εκτιμώμενο από τους καταναλωτές σήμα — δεν είναι δυνατό να διακόψει την παράδοση προϊόντων της προς ένα παλαιό της πελάτη, ο οποίος τηρεί τις εμπορικές συνήθειες εφόσον οι παραγγελίες του εν λόγω πελάτη δεν παρουσιάζουν καμιά ανωμαλία. Μια τέτοια συμπεριφορά είναι αντίθετη προς τους στόχους του άρθρου 3 στοιχείο στ της Συνθήκης, οι οποίοι εκτίθενται λεπτομερέστερα στο άρθρο 86, ιδίως στις παραγράφους β και γ, εφόσον η άρνηση πωλήσεως περιορίζει τις αγορές προς ζημία των καταναλωτών και εισάγει διάκριση που μπορεί να φθάσει μέχρι τον αποκλεισμό από την εν λόγω αγορά ενός εμπορικά συνεργαζόμενου μ' αυτή.
Όταν ο κάτοχος δεσπόζουσας θέσης που είναι εγκατεστημένος στη Κοινή Αγορά επιδιώκει τον αποκλεισμό ενός ανταγωνιστή του ο οποίος είναι επίσης εγκατεστημένος στην ίδια αγορά, εφόσον είναι βέβαιο ότι ο αποκλεισμός αυτός θα έχει επιπτώσεις στη δομή του ανταγωνισμού στη Κοινή Αγορά, είναι αδιάφορο αν η συμπεριφορά αυτή αφορά το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών.
Μια πολιτική άνισων τιμών η οποία επιτρέπει σε μια επιχείρηση που κατέχει δεσπόζουσα θέση να επιβάλλει στους εμπορικά συνεργαζόμενους μ' αυτήν ανόμοιους όρους για ισοδύναμες παροχές, θέτοντάς τους σε μειονεκτική από άποψη ανταγωνισμού θέση, συνιστά καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσης.
Η κατάχρηση δεσπόζουσας θέσεως, κατά την έννοια του άρθρου 86, στοιχείο α, μπορεί να συνίσταται, στην πράξη, στην επιβολή υπερβολικής τιμής άσχετης προς την οικονομική αξία της προσφερόμενης παροχής· η υπερβολή θα ήταν δυνατό, μεταξύ άλλων, να εκτιμηθεί αντικειμενικά αν μπορούσε να μετρηθεί συγκρίνοντας την τιμή πωλήσεως του εν λόγω προϊόντος με το κόστος παραγωγής του, σύγκριση από την οποία θα προέκυπτε το ύψος του περιθωρίου κέρδους.