Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Όροι επιλεξιμότητας για την αναγνώριση του καθεστώτος του πρόσφυγα και του καθεστώτος δικαιούχου διεθνούς προστασίας

Legal status of the document This summary has been archived and will not be updated. See 'Πρόσφυγες και απάτριδες — κοινές απαιτήσεις για την αναγνώρισή τους' for an updated information about the subject.

Όροι επιλεξιμότητας για την αναγνώριση του καθεστώτος του πρόσφυγα και του καθεστώτος δικαιούχου διεθνούς προστασίας

Η οδηγία αυτή καθορίζει τους όρους για την αναγνώριση και το καθεστώς των υπηκόων χωρών εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) ή των απάτριδων ως προσφύγων ή ως προσώπων που χρήζουν διεθνούς προστασίας για άλλους λόγους. Ορίζει επίσης το περιεχόμενο της προστασίας που παρέχεται στα άτομα αυτά.

ΠΡΑΞΗ

Οδηγία 2004/83/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για θέσπιση ελάχιστων απαιτήσεων για την αναγνώριση και το καθεστώς των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως προσφύγων ή ως προσώπων που χρήζουν διεθνούς προστασίας για άλλους λόγους.

ΣΥΝΟΨΗ

Τον Οκτώβριο 1999, κατά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Τάμπερε, οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) δεσμεύτηκαν να εγκαθιδρύσουν ένα Κοινό ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου (ΚΕΣΑ), που θα βασιζόταν στην πλήρη εφαρμογή της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 σχετικά με το καθεστώς των προσφύγων, συμπληρούμενης από το πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης του 1967, και να εξασφαλίσουν ότι κανείς δεν θα αποπέμπεται ή θα κινδυνεύει να διωχθεί και πάλι, να επιβεβαιώσουν δηλαδή εκ νέου την αρχή της μη επαναπροώθησης. Η θέσπιση ενός κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου περιλαμβάνει, βραχυπρόθεσμα, την προσέγγιση των διατάξεων σχετικά με την αναγνώριση και το περιεχόμενο του καθεστώτος του πρόσφυγα.

Γενικές διατάξεις

Η παρούσα οδηγία θεσπίζει τις ελάχιστες απαιτήσεις για τη χορήγηση του καθεστώτος τού πρόσφυγα ή της επικουρικής προστασίας σε υπηκόους χωρών εκτός ΕΕ ή σε απάτριδες, καθώς και το περιεχόμενο της προστασίας που παρέχεται στα άτομα αυτά.

Η οδηγία εφαρμόζεται για κάθε αίτηση που υποβάλλεται στα σύνορα καθώς και στην επικράτεια μίας χώρας της ΕΕ. Επιπλέον, οι χώρες της ΕΕ είναι ελεύθερες να υιοθετήσουν ή να διατηρήσουν ευνοϊκότερες διατάξεις.

Όροι παροχής διεθνούς προστασίας

Κάθε υπήκοος χώρας εκτός της ΕΕ ή άπατρις, ο οποίος βρίσκεται εκτός της χώρας καταγωγής του και ο οποίος αρνείται ή δεν δύναται να επιστρέψει σε αυτήν επειδή φοβάται ότι θα υποστεί δίωξη μπορεί να υποβάλει αίτηση για καθεστώς πρόσφυγα. Οι αιτούντες που δεν πληρούν τις απαραίτητες προϋποθέσεις για να τους αναγνωρισθεί το καθεστώς του πρόσφυγα μπορούν να ζητήσουν επικουρική προστασία.

Προκειμένου να αξιολογήσουν ορθώς τις αιτήσεις, οι χώρες της ΕΕ θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη:

  • το σύνολο των συναφών στοιχείων που σχετίζονται με τη χώρα καταγωγής, κατά τη στιγμή που λαμβάνεται η σχετική με την αίτηση απόφαση, συμπεριλαμβανομένων και των νόμων και κανονιστικών ρυθμίσεων της χώρας καταγωγής, καθώς και του τρόπου με τον οποίο εφαρμόζονται·
  • τα συναφή έγγραφα ή τις συναφείς δηλώσεις του αιτούντος σχετικά με το εάν ο αιτών έχει ήδη ή ενδέχεται να υποστεί δίωξη ή σοβαρή βλάβη·
  • κατά πόσον υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις βάσιμου φόβου διώξεως ή πραγματικού κινδύνου να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περιπτώσεις όπου ο αιτών έχει ήδη υποστεί διώξεις ή άλλη σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη·
  • την ατομική του κατάσταση (το προσωπικό ιστορικό του, την ηλικία του, το φύλο του, πράξεις στις οποίες έχει ήδη ή θα μπορούσε να εκτεθεί και οι οποίες ισοδυναμούν με δίωξη ή σοβαρή βλάβη, κ.τ.λ.)·
  • κάθε δραστηριότητα του αιτούντος από τη στιγμή της αναχώρησής του από τη χώρα καταγωγής.

Οι χώρες της ΕΕ θα πρέπει να λαμβάνουν υπ' όψιν τους την προέλευση της απειλής.

Στην περίπτωση αυτή, η απειλή θα πρέπει να προέρχεται:

  • από το κράτος·
  • από κόμματα ή οργανώσεις που ελέγχουν το κράτος·
  • από μη κρατικούς παράγοντες, εφόσον το κράτος αδυνατεί ή είναι απρόθυμο να παράσχει ουσιαστική προστασία.

Κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, «κρατική» προστασία είναι επίσης δυνατόν να παρέχεται από πολιτικά κόμματα ή οργανώσεις συμπεριλαμβανομένων και των διεθνών οργανισμών που ελέγχουν μια περιφέρεια ή σημαντική έκταση της επικράτειας.

Αφ' ης στιγμής έχουν εξακριβώσει ότι ο φόβος ενός ατόμου ότι θα διωχθεί ή ότι θα υποστεί άλλη σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη είναι βάσιμος, οι χώρες της ΕΕ δύνανται να εξετάζουν κατά πόσον ο φόβος αυτός περιορίζεται σαφώς σε συγκεκριμένο τμήμα του εδάφους της χώρας καταγωγής καθώς και, αν υποτεθεί ότι ισχύει αυτό, κατά πόσον είναι εύλογο να υποχρεωθεί ο αιτών να μεταβεί σε κάποιο άλλο τμήμα της εν λόγω χώρας όπου δεν θα υπήρχε βάσιμος φόβος ότι θα υποστεί δίωξη ή άλλη σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη.

Ειδικοί κανόνες για το καθεστώς του πρόσφυγα

Κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, θεωρούμε ότι ο όρος «δίωξη» περιλαμβάνει τις ακόλουθες πράξεις που συνιστούν σοβαρή παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, λόγω της φύσης ή της επανάληψής τους, όταν βασίζονται σε στοιχεία φυλής, θρησκείας, ιθαγένειας, συμμετοχής σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα ή πολιτικών πεποιθήσεων:

  • τη σωματική ή ψυχική βία, συμπεριλαμβανομένης και της σεξουαλικής·
  • τα νομικά, διοικητικά, αστυνομικά ή δικαστικά μέτρα που εισάγουν διακρίσεις ή των οποίων η εφαρμογή συνιστά διακριτική μεταχείριση·
  • τις διώξεις ή κυρώσεις που είναι δυσανάλογες ή συνιστούν διακριτική μεταχείριση ή για την άρνηση εκπλήρωσης στρατιωτικής θητείας η οποία θα περιλάμβανε ιδιαίτερα σοβαρά εγκλήματα ,όπως εγκλήματα πολέμου ή εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας·
  • την άρνηση ένδικων μέσων με αποτέλεσμα την επιβολή δυσανάλογης ή μεροληπτικής ποινής·
  • τις πράξεις που στοχεύουν το φύλο ή τα παιδιά.

Δεν είναι απαραίτητο ο αιτών να διαθέτει τα χαρακτηριστικά που αποτελούν την αιτία της διάκρισης, αρκεί τα χαρακτηριστικά να του αποδίδονται από τον διώκοντα φορέα. Επίσης, άνευ σημασίας είναι το κατά πόσον ο αιτών κατάγεται από μια χώρα στην οποία πολλά άτομα, ακόμη και το σύνολο του πληθυσμού, αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο γενικευμένης καταπίεσης.

Οι πρόσφυγες είναι δυνατόν να χάσουν το καθεστώς του πρόσφυγα σε ορισμένες περιπτώσεις (απόκτηση νέας εθνικότητας, επιστροφή οικειοθελώς στη χώρα καταγωγής τους, εφόσον οι περιστάσεις στη χώρα καταγωγής έχουν εκλείψει ή έχουν μεταβληθεί σε τέτοιο βαθμό ώστε να μην απαιτείται πλέον προστασία, κ.λπ). Σε κάθε περίπτωση, η χώρα της ΕΕ είναι εκείνη που οφείλει να αποδείξει ότι ο πρόσφυγας δεν πληροί πλέον τις απαραίτητες προϋποθέσεις για διεθνή προστασία.

Το καθεστώς του πρόσφυγα, καθώς και το καθεστώς της επικουρικής προστασίας, είναι δυνατόν να απορρίπτονται για άτομα που έχουν διαπράξει:

  • ένα έγκλημα πολέμου, κατά της ανθρωπότητας ή κατά της ειρήνης·
  • ένα σοβαρό έγκλημα του κοινού δικαίου·
  • πράξεις που αντιστρατεύονται τις αρχές των Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ).

Ωστόσο, οι χώρες της ΕΕ οφείλουν να αξιολογούν αυτές τις περιπτώσεις σε εξατομικευμένη βάση και να εγγυηθούν στον αιτούντα τη δυνατότητα προσφυγής κατά μιας απόφασης που αποκλείει τη διεθνή προστασία.

Ειδική όροι που αφορούν το καθεστώς επικουρικής προστασίας

Σύμφωνα με την οδηγία, οι χώρες της ΕΕ επιτρέπουν το καθεστώς που παρέχεται με την επικουρική προστασία στον αιτούντα διεθνή προστασία που βρίσκεται εκτός της χώρας καταγωγής του και που δεν μπορεί να επιστρέψει σε αυτήν λόγω πραγματικού κινδύνου να υποστεί σοβαρή βλάβη, όπως:

  • βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή ποινή·
  • θανατική ποινή ή εκτέλεση·
  • σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή του ατόμου ενός πολίτη, ως αποτέλεσμα βίας που ασκείται αδιακρίτως υπό συνθήκες εσωτερικής ή διεθνούς ένοπλης σύγκρουσης.

Η επικουρική προστασία θα μπορέσει να παύσει εάν οι συνθήκες στη χώρα καταγωγής του παύσουν να επικρατούν ή εξελιχθούν ούτως ώστε να μη χρειάζεται πλέον προστασία.

Δικαιώματα που παραχωρούνται από το καθεστώς του πρόσφυγα και από το καθεστώς της επικουρικής προστασίας

Οι χώρες της ΕΕ αναλαμβάνουν την υποχρέωση να εγγυηθούν ιδιαίτερη προσοχή σε ορισμένες κατηγορίες ατόμων (ανήλικους, ασυνόδευτους ανήλικους, ανάπηρους, ηλικιωμένους, γυναίκες σε ενδιαφέρουσα, γονείς μόνοι συνοδευόμενοι από ανήλικα παιδιά ή τα άτομα που έχουν υποστεί βασανισμούς, βιασμό ή άλλες σοβαρές μορφές ψυχολογικής, σωματικής ή σεξουαλικής βίας).

Με την επιφύλαξη των όρων που θα θεσπίσουν οι χώρες της ΕΕ, τα μέλη της οικογένειας του δικαιούχου του καθεστώτος πρόσφυγα ή του καθεστώτος της επικουρικής προστασίας δικαιούνται να αιτηθούν τα ίδια ευεργετήματα με αυτά του δικαιούχου.

Με την παρούσα οδηγία, οι χώρες της ΕΕ θα πρέπει να εγγυηθούν σε όσους εμπίπτουν στο καθεστώς του πρόσφυγα ή στο καθεστώς επικουρικής προστασίας μια σειρά δικαιωμάτων, κυρίως:

  • το δικαίωμα της μη επαναπροώθησης·
  • το δικαίωμα ενημέρωσης σε μια γλώσσα την οποία κατανοούν τα άτομα που εμπίπτουν στο εν λόγω καθεστώς·
  • το δικαίωμα τίτλου διαμονής τουλάχιστον τριετούς και με δυνατότητα ανανέωσης για τους πρόσφυγες και τουλάχιστον ενός έτους με δυνατότητα ανανέωσης για όσους λαμβάνουν επικουρική προστασία·
  • το δικαίωμα κυκλοφορίας εντός της χώρας που αναγνώρισε το καθεστώς πρόσφυγα ή του καθεστώτος επικουρικής προστασίας, και το δικαίωμα να ταξιδεύουν εκτός της χώρας αυτής·
  • το δικαίωμα άσκησης μισθωτής ή ανεξάρτητης δραστηριότητας, καθώς και τη δυνατότητα παρακολούθησης μαθημάτων επαγγελματικής κατάρτισης·
  • την πρόσβαση στο εκπαιδευτικό σύστημα για τα παιδιά και σε μαθήματα επανακατάρτισης για τους ενηλίκους·
  • την πρόσβαση στην ιατρική περίθαλψη και σε κάθε άλλη μορφή απαιτούμενης βοήθειας, ειδικότερα για τις κατηγορίες των ατόμων που έχουν ειδικές ανάγκες (ανήλικοι, θύματα βασανιστηρίων, βιασμού ή άλλων μορφών ψυχολογικής ή σεξουαλικής βίας κ.λπ.)·
  • την παροχή κατάλληλης στέγασης·
  • την πρόσβαση σε προγράμματα που διευκολύνουν την ενσωμάτωση στην κοινωνία υποδοχής και σε εκείνα που διευκολύνουν την οικειοθελή επιστροφή στη χώρα καταγωγής τους.

Παραπομπες

Πράξη

Θέση σε ισχύ

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο των κρατών μελών

Επίσημη εφημερίδα

Οδηγία 2004/83/ΕΚ

20.10.2004

10.10.2006

ΕΕ L 304 της 30.9.2004

ΣΥΝΑΦΕΙΣ ΠΡΑΞΕΙΣ

Έκθεση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο της 16ης Ιουνίου 2010 για την εφαρμογή της οδηγίας 2004/83/ΕΚ της 29ης Απριλίου 2004 σχετικά με τη θέσπιση ελάχιστων απαιτήσεων για την αναγνώριση και το καθεστώς υπηκόων τρίτων χωρών ή ανιθαγενών ως προσφύγων ή προσώπων που χρήζουν διεθνούς προστασίας και για το περιεχόμενο της προστασίας [COM(2010) 314 τελικό – Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα]. Η παρούσα έκθεση παρουσιάζει τη μεταφορά και την υλοποίηση της οδηγίας 2004/83/ΕΚ από τις χώρες της ΕΕ και όποια ενδεχομένως προβληματικά ζητήματα εντοπίστηκαν στη συνέχεια.

Αν και ορισμένες χώρες της ΕΕ δεν μετέφεραν την οδηγία στο εθνικό τους δίκαιο εντός της προβλεφθείσας προθεσμίας, η οδηγία έχει πλέον μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο όλων των χωρών της ΕΕ. Ωστόσο, πολλές διατάξεις δεν μεταφέρθηκαν ορθά ή μεταφέρθηκαν μόνο εν μέρει, συμπεριλαμβανομένων κατώτερων προδιαγραφών από εκείνες που προβλέπονται στην οδηγία. Κατά συνέπεια, διαπιστώνονται σημαντικές διαφορές μεταξύ των χωρών της ΕΕ στον τρόπο χορήγησης της προστασίας καθώς και ως προς το περιεχόμενο της χορηγούμενης προστασίας.

Για παράδειγμα, η μεταφορά ήταν προβληματική όσον αφορά τις ακόλουθες διατάξεις σχετικά με τη χορήγηση διεθνούς προστασίας:

  • κατάλογος ζητημάτων που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την αξιολόγηση των αιτήσεων·
  • φορείς δίωξης·
  • αναγνώριση προσώπου ως δικαιούχου επικουρικής προστασίας·
  • παύση της προστασίας και αποκλεισμός από αυτή, και βάρος της απόδειξης στις χώρες της ΕΕ, ώστε αυτές να καταδεικνύουν τους λόγους που οδήγησαν στην παύση και τον αποκλεισμό.

Από την άλλη μεριά, σχεδόν όλες οι χώρες της ΕΕ μετέφεραν στο εθνικό τους δίκαιο τις διατάξεις που αφορούν τους φορείς προστασίας, και τις πράξεις και τους λόγους δίωξης.

Ως προς το περιεχόμενο της χορηγούμενης προστασίας, ορισμένες χώρες της ΕΕ παρέλειψαν να μεταφέρουν στο δίκαιό τους τις διατάξεις που αφορούν ευάλωτα πρόσωπα και ανηλίκους και την πρόσβαση στην ενημέρωση, την ιατρική περίθαλψη και τις υπηρεσίες κοινωνικής ένταξης. Όλες οι χώρες της ΕΕ μετέφεραν στο εθνικό τους δίκαιο τη διάταξη περί μη επαναπροώθησης. Επιπλέον, ορισμένες χώρες της ΕΕ χορηγούν άδειες παραμονής μεγαλύτερης διάρκειας από αυτές που προβλέπει η οδηγία και επιτρέπουν την πρόσβαση στην απασχόληση.

Οι διαφοροποιήσεις στην εφαρμογή από τις χώρες της ΕΕ οφείλεται, έως ένα βαθμό, στην ανακρίβεια και την ασάφεια ορισμένων εννοιών εντός της οδηγίας, όπως όσον αφορά τους φορείς προστασίας, και τη διεθνή προστασία, κάτι που μπορεί να διορθωθεί μόνο με την τροποποίηση των σχετικών διατάξεων.

Εν συντομία, ο στόχος εναρμόνισης της αναγνώριση και του καθεστώτος των δικαιούχων διεθνούς προστασίας και του περιεχόμενου της χορηγούμενης προστασίας δεν έχει ακόμα επιτευχθεί πλήρως.

Ημερομηνία τελευταίας τροποποίησης: 19.10.2010

Top