EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Ακύρωση νομικών πράξεων από το Δικαστήριο

Ακύρωση νομικών πράξεων από το Δικαστήριο

 

ΣΥΝΟΨΗ ΤΩΝ ΑΚΟΛΟΥΘΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ:

Άρθρο 263 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ)

Άρθρο 264 της ΣΛΕΕ

Άρθρο 266 της ΣΛΕΕ

ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΣΚΟΠΟΣ ΑΥΤΩΝ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ;

  • Το άρθρο 263 καθιστά δυνατή την προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εφεξής «το Δικαστήριο») λόγω αμφισβήτησης της νομιμότητας των νομικών πράξεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ).
  • Το άρθρο 264 ορίζει ότι, εάν η προσφυγή είναι βάσιμη, το Δικαστήριο κηρύσσει την πράξη άκυρη ή, εφόσον είναι αναγκαίο, προσδιορίζει τα αποτελέσματα της ακυρωθείσας πράξης που θεωρούνται οριστικά.
  • Το άρθρο 266 απαιτεί από τον διάδικο του οποίου η πράξη ακυρώθηκε να λαμβάνει τα μέτρα που συνεπάγεται η εκτέλεση της αποφάσεως του Δικαστηρίου.

ΒΑΣΙΚΑ ΣΗΜΕΙΑ

Πεδίο εφαρμογής

  • Το άρθρο 263 της ΣΛΕΕ ορίζει ότι το Δικαστήριο μπορεί να ελέγχει τη νομιμότητα των εξής:
  • Το Δικαστήριο δύναται επίσης να ελέγχει τη νομιμότητα των πράξεων των λοιπών οργάνων ή οργανισμών της ΕΕ που προορίζονται να παράγουν έννομα αποτελέσματα έναντι τρίτων.
  • Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι εκτός από τις πράξεις, όπως κανονισμούς, αποφάσεις και οδηγίες, που ορίζονται στο άρθρο 288 της ΣΛΕΕ ως δεσμευτικές, αυτό που έχει σημασία είναι το περιεχόμενο (και η πρόθεση) της πράξης και όχι η μορφή (υπόθεση C-316/91, Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατά Συμβουλίου). Συνεπώς, η νομιμότητα άλλων ειδών πράξεων, όπως των συμπερασμάτων του Συμβουλίου, μπορεί να αμφισβητηθεί (υπόθεση C-27/04, Επιτροπή κατά Συμβουλίου).

Ποιος μπορεί να ασκήσει προσφυγή ακυρώσεως στο Δικαστήριο;

  • Το άρθρο 263 της ΣΛΕΕ διακρίνει τρεις κατηγορίες προσφευγόντων.
    • Προνομιούχοι προσφεύγοντες, ήτοι χώρες της ΕΕ, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή. Μπορούν πάντα να ασκούν προσφυγή για δικαστικό έλεγχο (παράγραφος 2).
    • Ημιπρονομιούχοι προσφεύγοντες, ήτοι το Ελεγκτικό Συνέδριο, η ΕΚΤ και η Επιτροπή των Περιφερειών. Μπορούν να κινούν διαδικασία προσφυγής μόνο «με σκοπό τη διατήρηση των προνομίων τους» (παράγραφος 3).
    • Οι μη προνομιούχοι προσφεύγοντες, ήτοι νομικά πρόσωπα, όπως επιχειρήσεις, και φυσικά πρόσωπα, όπως άτομα, μπορούν να ασκούν προσφυγή για δικαστικό έλεγχο, αλλά υπόκεινται σε αυστηρότερους όρους ως προς την πλήρωση της απαίτησης νομιμοποίησης («locus standi») (παράγραφος 4).

Άσκηση προσφυγής ακυρώσεως

  • Η προσφυγή πρέπει να ασκείται εντός δύο μηνών από τη δημοσίευση της πράξεως ή την κοινοποίησή της στον προσφεύγοντα. Προβλέπεται περαιτέρω παράταση 10 ημερών ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι ταχυδρομικές καθυστερήσεις λόγω αποστάσεως δυνάμει του άρθρου 51 του κανονισμού διαδικασίας του Δικαστηρίου — βλέπε σύνοψη. Αν η πράξη δεν δημοσιευτεί ούτε κοινοποιηθεί, η προθεσμία αρχίζει από την ημερομηνία κατά την οποία ο προσφεύγων έλαβε γνώση για αυτή με άλλα μέσα.
  • Οι μη προνομιούχοι προσφεύγοντες πρέπει να αποδεικνύουν ότι η πράξη απευθύνεται σε αυτούς ή ότι τους αφορά τόσο άμεσα (βλέπε υπόθεση C-486/01, Front national κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου) όσο και ατομικά (βλέπε υπόθεση C-25/62, Plaumann κατά Επιτροπής).

Λόγοι ακύρωσης πράξεως

Το άρθρο 263 της ΣΛΕΕ (παράγραφος 2) ορίζει τους εξής λόγους ακύρωσης πράξεως:

  • αναρμοδιότητα·
  • παράβαση ουσιώδους τύπου, για παράδειγμα της ανάγκης σεβασμού των προνομίων ενός θεσμικού οργάνου πριν από τη λήψη αποφάσεως, όπως η υποχρέωση διαβουλεύσεως στην υπόθεση της ισογλυκόζης (υποθέσεις C-138/79, SA Roquette Frères κατά Συμβουλίου και C-139/79, Maizena GmbH κατά Συμβουλίου)·
  • παράβαση των Συνθηκών ή του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων·
  • παράβαση οποιουδήποτε κανόνα δικαίου σχετικού με την εφαρμογή των συνθηκών και
  • κατάχρηση εξουσίας (ο προσφεύγων πρέπει να είναι σε θέση να αποδείξει βάσει στοιχείων ότι η προσβαλλόμενη πράξη θεσπίστηκε για μη εγκεκριμένους σκοπούς (υπόθεση C-23/76, Pellegrini κατά Επιτροπής).

Ακύρωση πράξεως

Το άρθρο 264 της ΣΛΕΕ αποτελεί τη νομική βάση για την ακύρωσης μιας πράξεως.

  • Όταν η προσφυγή ακυρώσεως είναι βάσιμη, το Δικαστήριο κηρύσσει την πράξη άκυρη.
  • Το Δικαστήριο μπορεί να προσδιορίζει, εφόσον το κρίνει αναγκαίο, τα αποτελέσματα της ακυρωθείσας πράξης που πρέπει να θεωρούνται οριστικά. Με άλλα λόγια, μπορεί να ορίζει ως διατακτικές ορισμένες πτυχές της αμφισβητούμενης πράξης προς όφελος:
    • της ανάγκης ασφάλειας δικαίου (βλέπε, για παράδειγμα, την υπόθεση C-21/94, Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατά Συμβουλίου), ή
    • της ανάγκης αναστολής των αποτελεσμάτων ακύρωσης έως τη θέσπιση πράξης αντικατάστασης της ακυρωθείσας από αρμόδιο θεσμικό όργανο.
  • Γενικά, όταν το Δικαστήριο αποφαίνεται ότι μια πράξη είναι άκυρη, το αποτέλεσμα της ακυρώσεως έχει αναδρομική ισχύ από τη θέσπιση της εν λόγω πράξης (γνωστό ως ex tunc). Ωστόσο, το αποτέλεσμα μπορεί επίσης να ισχύει από την ημερομηνία της αποφάσεως του Δικαστηρίου (ex nunc). Επιπλέον, το Δικαστήριο δύναται να διατηρεί τα αποτελέσματα της ακυρωθείσας πράξης.
  • Η ακύρωση μπορεί επίσης να είναι μερική, όπως στην υπόθεση C-378/00, Επιτροπή κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου στην οποία το Δικαστήριο ακυρώνει ένα άρθρο της πράξεως, αλλά αποφασίζει ότι τα εκτελεστικά μέτρα της εν λόγω πράξεως που είχαν ήδη θεσπιστεί πρέπει να διατηρηθούν.

Εκτέλεση της αποφάσεως του Δικαστηρίου

Ο διάδικος του οποίου η πράξη ακυρώθηκε οφείλει να λαμβάνει τα μέτρα που συνεπάγεται η εκτέλεση της αποφάσεως του Δικαστηρίου (άρθρο 266 της ΣΛΕΕ).

ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

Η προσφυγή ακυρώσεως είναι ένα νομικό μέσο το οποίο δίνει τη δυνατότητα σε χώρες της ΕΕ και σε θεσμικά και λοιπά όργανα της ΕΕ, καθώς και σε πολίτες, εταιρείες και ομάδες συμφερόντων σε ορισμένες ειδικές περιπτώσεις, να ζητούν απευθείας από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης δικαστικό έλεγχο για την εξακρίβωση της νομιμότητας των πράξεων της ΕΕ.

ΒΑΣΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

Ενοποιημένη απόδοση της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Μέρος έκτο — Θεσμικές και δημοσιονομικές διατάξεις — Τίτλος I — Θεσμικές διατάξεις — Κεφάλαιο 1 — Τα θεσμικά όργανα — Τμήμα 5 — Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Άρθρο 263 (πρώην άρθρο 230 της ΣΕΚ) (ΕΕ C 202 της 7.6.2016, σ. 162-163)

Ενοποιημένη απόδοση της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Μέρος έκτο — Θεσμικές και δημοσιονομικές διατάξεις — Τίτλος I — Θεσμικές διατάξεις — Κεφάλαιο 1 — Τα θεσμικά όργανα — Τμήμα 5 — Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Άρθρο 264 (πρώην άρθρο 231 της ΣΕΚ) (ΕΕ C 202 της 7.6.2016, σ. 163)

Ενοποιημένη απόδοση της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Μέρος έκτο — Θεσμικές και δημοσιονομικές διατάξεις — Τίτλος I — Θεσμικές διατάξεις — Κεφάλαιο 1 — Τα θεσμικά όργανα — Τμήμα 5 — Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Άρθρο 266 (πρώην άρθρο 233 της ΣΕΚ) (ΕΕ C 202 της 7.6.2016, σ. 163)

ΣΥΝΑΦΗ ΚΕΙΜΕΝΑ

Ενοποιημένη απόδοση της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Μέρος έβδομο — Γενικές και τελικές διατάξεις — Άρθρο 340 (πρώην άρθρο 288 της ΣΕΚ) (ΕΕ C 202 της 7.6.2016, σ. 193)

Ενοποιημένη απόδοση της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Μέρος έκτο — Θεσμικές και δημοσιονομικές διατάξεις — Τίτλος I — Θεσμικές διατάξεις — Κεφάλαιο 2 — Νομικές πράξεις της Ένωσης, διαδικασίες θέσπισης και άλλες διατάξεις — Τμήμα 1 — Οι νομικές πράξεις της Ένωσης — Άρθρο 288 (πρώην άρθρο 249 της ΣΕΚ) (ΕΕ C 202 της 7.6.2016, σ. 171–172)

τελευταία ενημέρωση 20.01.2021

Top