ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
?????????, 23.7.2014
COM(2014) 520 final
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠHΣ
Η ενεργειακή απόδοση και η συμβολή της στην ενεργειακή ασφάλεια και το πλαίσιο του 2030 για τις πολιτικές που αφορούν το κλίμα και την ενέργεια
{SWD(2014) 255 final}
{SWD(2014) 256 final}
1.Εισαγωγή
Η Επιτροπή παρουσίασε πρόσφατα ένα πλαίσιο για τις πολιτικές που αφορούν το κλίμα και την ενέργεια κατά την περίοδο από το 2020 έως το 2030
. Στο εν λόγω πλαίσιο προτείνονται φιλόδοξοι στόχοι για τη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και για την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές ως μέρος της μετάβασης της Ένωσης σε μια ανταγωνιστική οικονομία χαμηλών επιπέδων ανθρακούχων εκπομπών. Προωθείται επίσης η μείωση της ενεργειακής εξάρτησης και η προσφορά πιο προσιτής οικονομικά ενέργειας για τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές μέσω της εύρυθμης λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς. Έκτοτε, το πλαίσιο του 2030 έχει συμπληρωθεί από μια λεπτομερέστερη ανάλυση της ενεργειακής ασφάλειας στην Ένωση, λαμβανομένων υπόψη των πρόσφατων γεωπολιτικών γεγονότων στα ανατολικά σύνορα της ΕΕ, καθώς και από μια στρατηγική που προτείνει συγκεκριμένες δράσεις για τη μείωση της ενεργειακής εξάρτησης στο άμεσο μέλλον, αλλά και σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα
.
Σύμφωνα με το αίτημα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, στην παρούσα ανακοίνωση επεξηγείται και προσδιορίζεται ποσοτικά η δυνητική συνεισφορά της ενεργειακής απόδοσης στη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και στη βελτίωση της ενεργειακής ασφάλειας της Ένωσης· οι δύο αυτοί στόχοι αποτελούν πτυχές ενός ολοκληρωμένου πλαισίου για τις πολιτικές που αφορούν το κλίμα και την ενέργεια. Σύμφωνα με την οδηγία για την ενεργειακή απόδοση, η ανακοίνωση περιλαμβάνει επίσης επισκόπηση των προοπτικών επίτευξης του στόχου του 20% για την ενεργειακή απόδοση το 2020.
Η ενεργειακή απόδοση μπορεί να διαδραματίσει κρίσιμο ρόλο στη μετάβαση προς ένα πιο ανταγωνιστικό, ασφαλές και βιώσιμο ενεργειακό σύστημα με επίκεντρο την εσωτερική αγορά ενέργειας. Παρότι η ενέργεια αποτελεί την κινητήρια δύναμη των κοινωνιών και των οικονομιών μας, στο μέλλον η ανάπτυξη πρέπει να βασίζεται σε λιγότερη ενέργεια και χαμηλότερο κόστος. Η ΕΕ μπορεί να επιτύχει αυτό το νέο μοντέλο ανάπτυξης. Όπως φαίνεται από το σχήμα, πολύ πριν από την έναρξη της κρίσης το 2008, η ΕΕ είχε αρχίσει να αποσυνδέει την οικονομική ανάπτυξη από την κατανάλωση ενέργειας μέσω της αυξημένης ενεργειακής απόδοσης. Έκτοτε, η αποσύνδεση της οικονομικής ανάπτυξης από την κατανάλωση ενέργειας συνεχίζεται με αυξανόμενους ρυθμούς, καθοδηγούμενη από τα μηνύματα που μεταδίδονται μέσω των τιμών και από ένα ολοκληρωμένο σύνολο πολιτικών για την ενεργειακή απόδοση (βλ. σχήμα).
Σχήμα 1. Εξέλιξη της κατανάλωσης ενέργειας και του ΑΕγχΠ στην ΕΕ 1995-2013
Πηγή: Υπηρεσίες της Επιτροπής βάσει στοιχείων της Στατιστικής Υπηρεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUROSTAT)
2.Προοπτικές επίτευξης του στόχου για το 2020
Το τρέχον πλαίσιο ενεργειακής απόδοσης
Έχει τεθεί ένας ενδεικτικός στόχος εξοικονόμησης ενέργειας της τάξεως του 20% έως το 2020 ως πρωταρχικός στόχος για την ενεργειακή απόδοση. Τα κράτη μέλη έχουν ορίσει μη δεσμευτικούς εθνικούς στόχους για την ενεργειακή απόδοση. Οι εν λόγω στόχοι υποστηρίζονται από τα ακόλουθα μέσα:
την οδηγία για την ενεργειακή απόδοση (ΟΕΑ)·
την οδηγία για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων (ΟΕΑΚ)·
κανονισμούς για προϊόντα με τους οποίους θεσπίζονται ελάχιστα πρότυπα ενεργειακής απόδοσης και προβλέπεται η αναγραφή πληροφοριών σχετικά με την ενεργειακή απόδοση στις ετικέτες·
πρότυπα επιδόσεων όσον αφορά τις εκπομπές CO2 για τα αυτοκίνητα και τα ημιφορτηγά·
αυξημένη χρηματοδότηση μέσω των διαρθρωτικών και επενδυτικών ταμείων της ΕΕ (ΕΔΕΤ), του προγράμματος «Ορίζοντας 2020» και ειδικών μηχανισμών, όπως το ELENA και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ενεργειακής Απόδοσης·
την εξάπλωση της εγκατάστασης έξυπνων μετρητών σύμφωνα με την οδηγία για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας·
το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών της ΕΕ (ΣΕΔΕ).
Στο πλαίσιο 1 περιγράφεται η κατάσταση εφαρμογής της ισχύουσας νομοθεσίας.
Πλαίσιο 1: Εφαρμογή της βασικής νομοθεσίας για την ενεργειακή απόδοση – παρούσα κατάσταση
Η προθεσμία για τη μεταφορά της οδηγίας για την ενεργειακή απόδοση στο εθνικό δίκαιο έληξε μόλις πρόσφατα. Τα σχέδια δράσης των κρατών μελών για την ενεργειακή απόδοση για το 2014 περιλαμβάνουν ενίσχυση των εθνικών πολιτικών ενεργειακής απόδοσης (βλ. επισκόπηση στο παράρτημα Ι).
Η οδηγία για την ενεργειακή απόδοση προβλέπει κίνητρα για αλλαγές στο επιχειρηματικό μοντέλο των εταιρειών παροχής ενεργειακών υπηρεσιών. Σύμφωνα με την οδηγία, τα κράτη μέλη θα πρέπει να προωθήσουν χρηματοδοτικές διευκολύνσεις για την ενεργειακή απόδοση. Στη Γερμανία, η κρατική τράπεζα KfW παρέχει δάνεια με προνομιακούς όρους για τη μετασκευή υφιστάμενων κτιρίων με γνώμονα την ενεργειακή απόδοση και για την κατασκευή νέων. Στο διάστημα μεταξύ του 2006 και του 2013 μετασκευάστηκαν 2,8 εκατομμύρια κατοικίες και κατασκευάστηκαν 540.000 νέες κατοικίες υψηλής απόδοσης.
Στη Γαλλία, το νέο εθνικό νομοσχέδιο προβλέπει διάφορες συγκεκριμένες δράσεις, ιδίως για τα κτίρια. Ένα από τα προβλεπόμενα μέτρα είναι η μείωση του φορολογικού κόστους των ανακαινίσεων για λόγους ενεργειακής απόδοσης κατά 30% από τον Σεπτέμβριο του 2014 και έπειτα.
Οι χρηματοδοτικοί μηχανισμοί στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών διαρθρωτικών και επενδυτικών ταμείων διαφοροποιούνται, με μεγαλύτερη χρήση χρηματοδοτικών μέσων.
Ο αριθμός των κρατών μελών που εφαρμόζουν καθεστώτα επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης για τις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας αναμένεται να αυξηθεί από 5 σε 16. Στην Πολωνία, οι σχετικές διατάξεις της οδηγίας για την ενεργειακή απόδοση θα εφαρμοστούν εξ ολοκλήρου μέσω ενός τέτοιου συστήματος.
Η οδηγία για την ενεργειακή απόδοση προωθεί προγράμματα για την ευαισθητοποίηση των νοικοκυριών όσον αφορά τα οφέλη των ενεργειακών ελέγχων, μέσω κατάλληλων συμβουλευτικών υπηρεσιών. Στο Ηνωμένο Βασίλειο υπάρχει ειδική δημόσια υπηρεσία που συνεισφέρει στον σχεδιασμό πολιτικών βάσει έρευνας όσον αφορά τους τρόπους ενθάρρυνσης των αποφάσεων των καταναλωτών σε σχέση με την ενεργειακή απόδοση («συμπεριφορικά οικονομικά»).
Παρά την ικανοποιητική πρόοδο που έχει συντελεστεί, μέχρι στιγμής μόνο πέντε κράτη μέλη έχουν κοινοποιήσει την πλήρη μεταφορά της οδηγίας για την ενεργειακή απόδοση στην εθνική νομοθεσία τους. Η Επιτροπή έχει στείλει προειδοποιητικές επιστολές στα υπόλοιπα κράτη μέλη.
Η εφαρμογή της οδηγίας για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων έχει επίσης καθυστερήσει, παρά το γεγονός ότι η προθεσμία μεταφοράς της στο εθνικό δίκαιο έληξε τον Ιούλιο του 2012. Επί του παρόντος, εννέα κράτη μέλη δεν έχουν ακόμα ολοκληρώσει την εν λόγω διαδικασία μεταφοράς. Σε τέσσερις περιπτώσεις η Επιτροπή έχει κινήσει δικαστικές διαδικασίες.
|
Οι πολιτικές για την ενεργειακή απόδοση επιτυγχάνουν απτά αποτελέσματα
Χάρη στα μέτρα ενεργειακής απόδοσης, τα κτίρια καταναλώνουν λιγότερη ενέργεια, ο μη αποδοτικός εξοπλισμός αποσύρεται σταδιακά από την αγορά και οι ετικέτες που τοποθετούνται σε οικιακές συσκευές, όπως τηλεοράσεις και λέβητες, δίνουν στους καταναλωτές τη δυνατότητα να προβαίνουν σε συνειδητές αγοραστικές επιλογές. Οι δημόσιες αρχές, η βιομηχανία, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά έχουν αρχίσει να ευαισθητοποιούνται περισσότερο σχετικά με τις δυνατότητες εξοικονόμησης ενέργειας. Στον τομέα των μεταφορών, οι απαιτήσεις όσον αφορά τις επιδόσεις εκπομπών CO2 θα μειώσουν τις μέσες εκπομπές των στόλων νέων επιβατικών αυτοκινήτων κατά 40% έως το 2021 σε σύγκριση με το 2007.
Η ένταξη των ανωτέρω στοιχείων σε ένα κοινό πλαίσιο της ΕΕ έχει επωφεληθεί από την κλίμακα της εσωτερικής αγοράς και έχει δώσει στους εθνικούς φορείς χάραξης πολιτικής τη δυνατότητα να ανταλλάξουν γνώσεις και εμπειρίες. Αυτό το ευρωπαϊκό πλαίσιο λειτουργεί συμπληρωματικά προς τα εθνικά μέτρα, όπως είναι οι εθελοντικές συμφωνίες, οι υποχρεώσεις ενεργειακής απόδοσης, οι μηχανισμοί χρηματοδότησης και οι ενημερωτικές εκστρατείες. Η πρόοδος των κρατών μελών στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης επανεξετάζεται σε ετήσια βάση στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου.
Κατά συνέπεια, η γενική εικόνα, τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο ΕΕ, καταδεικνύει την αυξανόμενη δυναμική των πολιτικών και των μέτρων ενεργειακής απόδοσης.
Απαιτούνται περαιτέρω προσπάθειες για την επίτευξη του στόχου της ΕΕ όσον αφορά την εξοικονόμηση ενέργειας έως το 2020
Βάσει ανάλυσης των δράσεων των κρατών μελών και συμπληρωματικών προβλέψεων, η Επιτροπή εκτιμά σήμερα ότι η ΕΕ θα επιτύχει εξοικονόμηση ενέργειας της τάξεως του 18-19% το 2020. Πρέπει να σημειωθεί ότι περίπου το ένα τρίτο της προόδου προς την επίτευξη του στόχου για το 2020 θα οφείλεται στο γεγονός ότι κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης η ανάπτυξη κυμάνθηκε σε επίπεδα χαμηλότερα από τα αναμενόμενα. Κατά συνέπεια, είναι σημαντικό οι προβλέψεις αυτές να μην οδηγήσουν σε εφησυχασμό σχετικά με την επίτευξη του στόχου του 20% και να μην υποτιμηθούν οι προσπάθειες που θα χρειαστούν για την επίτευξη οποιουδήποτε νέου στόχου οριστεί για την περίοδο μετά το 2020.
Δεδομένων των ευρύτερων οφελών που παρουσιάζει η ενεργειακή απόδοση και των αυξανόμενων στοιχείων που καταδεικνύουν ότι η πολιτική για την ενεργειακή απόδοση αποφέρει πράγματι αποτελέσματα, είναι σημαντικό να καταβληθούν οι επιπλέον προσπάθειες που απαιτούνται για τη διασφάλιση της πλήρους επίτευξης του στόχου. Η εφαρμογή του νομοθετικού πλαισίου της ΕΕ εξακολουθεί να καθυστερεί (βλ. παραρτήματα ΙΙ και ΙΙΙ). Αν στο εξής όλα τα κράτη μέλη καταβάλλουν εξίσου μεγάλες προσπάθειες για την πλήρη εφαρμογή της συμφωνηθείσας νομοθεσίας, ο στόχος του 20% μπορεί να επιτευχθεί χωρίς να απαιτείται λήψη συμπληρωματικών μέτρων.
Οι προσπάθειες πρέπει να επικεντρωθούν στα εξής στοιχεία:
-διαβεβαίωση των καταναλωτών σχετικά με την ποιότητα των κτιρίων τους μέσω της ενίσχυσης του ελέγχου των εθνικών οικοδομικών κανονισμών σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο και ακριβής ενημέρωση των καταναλωτών σχετικά με την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων προς πώληση ή προς ενοικίαση·
-πλήρης συμμετοχή των υπηρεσιών κοινής ωφέλειας στις προσπάθειες εξοικονόμησης ενέργειας σε συνεργασία με τους πελάτες τους·
-ενίσχυση της εποπτείας της αγοράς στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης προϊόντων, για την οποία θα πρέπει να διατεθούν πόροι σε όλα τα κράτη μέλη και η οποία θα διασφαλίσει ισότιμους όρους ανταγωνισμού για τη βιομηχανία και θα προσφέρει στους καταναλωτές τις πληροφορίες που χρειάζονται ώστε να προβαίνουν σε τεκμηριωμένες επιλογές.
3.Ενεργειακή απόδοση: Αξιολόγηση της προοπτικής για το 2030
Ένας σημαντικός στόχος της μελλοντικής πολιτικής για το κλίμα και την ενέργεια είναι να παραμείνει η ενέργεια οικονομικά προσιτή για τις επιχειρήσεις, τη βιομηχανία και τους καταναλωτές. Ως εκ τούτου, το πλαίσιο για το 2030 και οι στόχοι που περιλαμβάνει βασίζονται στην ανάγκη επίτευξης των στόχων για το κλίμα και για την ενέργεια με τον πλέον οικονομικά αποδοτικό τρόπο. Στο πλαίσιο της εν λόγω προσέγγισης, πρέπει να υπάρχει ευελιξία στον τρόπο εκπλήρωσης των δεσμεύσεων των κρατών μελών, λαμβανομένων υπόψη των εθνικών συνθηκών. Σε αυτή τη βάση, η Επιτροπή έχει προτείνει δεσμευτικούς στόχους για τη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου κατά 40% έως το 2030 (σε σχέση με τις εκπομπές το 1990), καθώς και για την ενέργεια που καταναλώνεται, η οποία πρέπει να προέρχεται κατά τουλάχιστον 27% από ανανεώσιμες πηγές το 2030. Οι ανωτέρω στόχοι αποτελούν ορόσημα σε μια οικονομικά αποδοτική πορεία προς μια ανταγωνιστική οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα έως το 2050.
Όσον αφορά την ενεργειακή απόδοση, στο πλαίσιο του 2030 αναφέρεται επίσης ότι για την οικονομικά αποδοτική επίτευξη του στόχου μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου έως το 2030 θα χρειαστεί αυξημένη εξοικονόμηση ενέργειας της τάξεως του 25%
. Το παρόν έγγραφο βασίζεται σε αυτή την προϋπόθεση και αναλύει περαιτέρω τις οικονομικά αποδοτικές δυνατότητες βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης και τα λοιπά οφέλη που αυτή συνεπάγεται.
3.1.
Η ανταγωνιστικότητα της ΕΕ: ανάπτυξη, θέσεις εργασίας και βιομηχανία
Η ενεργειακή απόδοση μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην αύξηση των θέσεων εργασίας και στην ενίσχυση της ανάπτυξης, ιδίως μέσω της τόνωσης των κατασκευών, του κλάδου που μπορεί –περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον– να αντιδράσει άμεσα για να στηρίξει την ανάκαμψη της οικονομίας και που δεν διατρέχει κίνδυνο μετεγκατάστασης.
Στον τομέα της βιομηχανίας, η πολιτική ενεργειακής απόδοσης στοχεύει στη μείωση της ποσότητας ενέργειας που απαιτείται για την ίδια διαδικασία ή για το ίδιο προϊόν – που σημαίνει εκτέλεση των ίδιων ή περισσότερων δραστηριοτήτων με λιγότερη ενέργεια, χωρίς να παρεμποδίζονται οι προοπτικές ανάπτυξης. Οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, και ιδίως η μεταποιητική βιομηχανία, έχουν ήδη συμβάλει σημαντικά στην ανάδειξη της Ευρώπης ως μιας από τις πλέον ενεργειακά αποδοτικές περιφέρειες παγκοσμίως. Ιδίως σε αυτόν τον κλάδο, η βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης έχει συχνά αποτελέσει αυτόνομη αντίδραση στις τάσεις των τιμών. Για παράδειγμα, η βιομηχανία της ΕΕ όχι μόνο χρησιμοποιεί κατά παράδοση την ενέργεια πιο αποδοτικά από ό,τι η βιομηχανία των ΗΠΑ, αλλά και στο διάστημα μεταξύ του 2001 και του 2011 σημείωσε βελτίωση της ενεργειακής της έντασης σχεδόν κατά 19%, έναντι αντίστοιχου ποσοστού μόλις 9% στις ΗΠΑ
. Μεταξύ 1990 και 2009 η ενεργειακή ένταση στη βιομηχανία στην ΕΕ των 27 βελτιώθηκε κατά 30%.
Το κανονιστικό πλαίσιο για την υποστήριξη των εν λόγω τάσεων υπάρχει ήδη, ενώ το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών της ΕΕ αποτελεί το κύριο εργαλείο για την προώθηση της ενεργειακής απόδοσης (και της μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου) στη βιομηχανία, καθώς παρέχει την απαραίτητη κανονιστική προβλεψιμότητα. Αυτό θα ενισχυθεί με το απόθεμα σταθερότητας της αγοράς του ΣΕΔΕ, το οποίο θα αυξήσει την ανθεκτικότητα του συστήματος στους κλυδωνισμούς.
Το πλαίσιο ενεργειακής απόδοσης της ΕΕ έχει αποδειχθεί μοχλός καινοτομίας και οικονομικής ανάπτυξης για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις. Η ενεργειακή απόδοση έχει εξελιχθεί σε επιχειρηματική ευκαιρία, ιδίως στον κατασκευαστικό κλάδο (έναν τομέα στον οποίο κυριαρχούν οι ΜΜΕ). Η ενεργειακή απόδοση ενισχύει την ανταγωνιστικότητα μέσω της δημιουργίας αγορών για αποδοτικές συσκευές υψηλής προστιθέμενης αξίας και για τεχνολογίες αποκεντρωμένης ενεργειακής διαχείρισης. Η αυξανόμενη στήριξη σε ΤΠΕ σε πολλούς από τους εμπλεκόμενους κλάδους αποτελεί ευκαιρία για περαιτέρω βελτίωση της αποδοτικότητας, υπό την προϋπόθεση ότι τα συστήματα και οι πλατφόρμες θα είναι εξοπλισμένα με ανοικτές πρότυπες διεπαφές που επιτρέπουν την εύκολη αναβάθμιση και περαιτέρω ανάπτυξη της καινοτομίας. Καθώς η ζήτηση για ενεργειακά αποδοτικά προϊόντα αυξάνεται παγκοσμίως, η πολιτική ενεργειακής απόδοσης δημιουργεί επίσης πλεονεκτήματα για τα ευρωπαϊκά προϊόντα στις παγκόσμιες αναπτυσσόμενες αγορές και συμβάλλει στη βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη.
Νέες τεχνολογίες στους τομείς των κατασκευών, της μεταποίησης και των μεταφορών μπορούν να συμβάλουν περαιτέρω στη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης, εφόσον εφαρμοστούν επιτυχώς σε μεγάλη κλίμακα.
3.2. Κτίρια - χαμηλότεροι λογαριασμοί ενέργειας για τους καταναλωτές
Οι βελτιώσεις της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων μπορεί να έχουν ως αποτέλεσμα την εξοικονόμηση χρημάτων για τους καταναλωτές. Τα νοικοκυριά της ΕΕ δαπανούν κατά μέσο όρο το 6,4% του διαθέσιμου εισοδήματός τους στην κατανάλωση ενέργειας για οικιακές χρήσεις, από την οποία περίπου τα δύο τρίτα χρησιμοποιούνται για θέρμανση και το ένα τρίτο για άλλους σκοπούς
. Το 2012 περίπου το 11% των κατοίκων της ΕΕ δεν κατάφεραν να κρατήσουν τα σπίτια τους αρκετά ζεστά
. Αυτό οφείλεται στις αυξανόμενες τιμές ενέργειας, των οποίων ωστόσο ο αντίκτυπος μετριάστηκε χάρη στον ενισχυμένο ανταγωνισμό στην εσωτερική αγορά ενέργειας και στην αυξημένη ενεργειακή απόδοση.
Μετά τη θέσπιση απαιτήσεων ενεργειακής απόδοσης στους οικοδομικούς κανονισμούς, σήμερα τα νέα κτίρια καταναλώνουν μόλις το ήμισυ της ενέργειας που καταναλώνουν τα τυπικά κτίρια της δεκαετίας του 1980. Ωστόσο, το 64% των θερμαντήρων χώρου, για παράδειγμα, εξακολουθούν να είναι μη αποδοτικοί με βάση τα βέλτιστα πρότυπα χαμηλής θερμοκρασίας
, ενώ το 44% των παραθύρων έχουν ακόμα μονά τζάμια
. Σύντομα, τα νέα πρότυπα ενεργειακής απόδοσης και επισήμανσης για τους θερμαντήρες χώρου και νερού θα αρχίσουν να έχουν αντίκτυπο στην αγορά. Στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας, η χρήση αποδοτικότερων συσκευών αναμένεται ότι θα επιφέρει εξοικονόμηση 100 δισεκατ. ευρώ ετησίως έως το 2020 από τους λογαριασμούς ενέργειας των καταναλωτών, ποσό που αντιστοιχεί σε 465 ευρώ ανά νοικοκυριό.
Το δικαίωμα σε περισσότερο ενημερωτικούς, διαφανείς και συχνούς λογαριασμούς, καθώς και το δικαίωμα συμμετοχής σε αγορές ανταπόκρισης στη ζήτηση παρέχουν στους καταναλωτές τη δυνατότητα να διαχειρίζονται ενεργά την ενεργειακή τους κατανάλωση. Κατά την προετοιμασία ή τη διευκόλυνση της εφαρμογής συστημάτων έξυπνων μετρητών, τα κράτη μέλη πρέπει να εστιάσουν στη δημιουργία μιας αγοράς για καινοτόμες ενεργειακές υπηρεσίες όπου οι επενδύσεις σε αποδοτικές συσκευές και στην έξυπνη κατανάλωση και παραγωγή θα αποδίδουν καρπούς.
Η ενεργειακή απόδοση των κτιρίων αυξάνεται κατά 1,4% ετησίως
. Αυτό το σχετικά χαμηλό ποσοστό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στον μικρό αριθμό ανακαινίσεων. Τα κράτη μέλη που είχαν τα μεγαλύτερα ποσοστά επιτυχίας στη μείωση της ενεργειακής σπατάλης συνδύασαν αυστηρές απαιτήσεις απόδοσης για τα νέα και τα ανακαινισμένα κτίρια με προγράμματα που στοχεύουν στην ανακαίνιση υφιστάμενων κτιρίων.
Προκειμένου να αξιοποιηθούν τα οφέλη της ενεργειακής απόδοσης στα κτίρια, η μεγαλύτερη πρόκληση είναι η επιτάχυνση και η χρηματοδότηση των αρχικών επενδύσεων και η αύξηση του ρυθμού ανακαίνισης των υφιστάμενων κτιρίων από 1,4%, που είναι ο μέσος όρος σήμερα, σε πάνω από 2% ετησίως.
Μέρος της πρόκλησης είναι η επιτάχυνση αυτή να εφαρμοστεί με κοινωνικά αποδεκτό τρόπο. Οι παρενέργειες που είναι επιβλαβείς για τα ασθενέστερα τμήματα της κοινωνίας θα πρέπει να ελαχιστοποιηθούν και θα πρέπει να διερευνηθεί με ποιους τρόπους θα μπορέσουν όλα τα τμήματα της κοινωνίας να επωφεληθούν από τις επενδύσεις σε μέτρα ενεργειακής απόδοσης. Για τον σκοπό αυτό απαιτείται η θέσπιση των κατάλληλων χρηματοδοτικών μέσων, τα οποία θα είναι διαθέσιμα σε όλες τις ομάδες καταναλωτών, ανεξάρτητα από την οικονομική τους κατάσταση.
Η μειωμένη ζήτηση για ορυκτά καύσιμα θα οδηγήσει με τη σειρά της σε χαμηλότερες τιμές ενέργειας. Σύμφωνα με μια εκτίμηση, κάθε επιπλέον 1% εξοικονόμησης ενέργειας θα οδηγήσει σε μείωση των τιμών του φυσικού αερίου κατά περίπου 0,4% και των τιμών του πετρελαίου κατά 0,1% το 2030
.
3.3.
Ενεργειακά αποδοτικές μεταφορές
Η κατανάλωση ενέργειας στον τομέα των μεταφορών αυξήθηκε κατά 35% κατά τη διάρκεια της περιόδου 1990-2007, έκτοτε όμως ακολουθεί πτωτική τάση. Έως σήμερα, το αποτελεσματικότερο εργαλείο για την αντιμετώπιση της αύξησης αυτής ήταν τα πρότυπα CO2 που μειώνουν τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου και βελτιώνουν την ενεργειακή απόδοση των αυτοκινήτων και των ελαφρών φορτηγών
, παρότι άλλοι παράγοντες, όπως οι υψηλές τιμές του πετρελαίου και η βραδύτερη ανάπτυξη της κινητικότητας, έχουν επίσης συμβάλει στην πτώση της κατανάλωσης ενέργειας κατά 8% μεταξύ του 2007 και του 2012.
Υπάρχουν ενδείξεις ότι η συμπεριφορά των χρηστών μεταφορικών μέσων έχει αρχίσει να αλλάζει. Σε ορισμένα κράτη μέλη, η ιδιοκτησία αυτοκινήτων τείνει να αγγίξει το σημείο κορεσμού· σε αστικό επίπεδο, υπάρχουν διάφορα επιτυχημένα παραδείγματα ενθάρρυνσης της μετάβασης σε πιο αποδοτικά μέσα μεταφοράς: ηλεκτρικά οχήματα, δημόσιες συγκοινωνίες, ποδήλατο και περπάτημα. Η πρόσφατα συμφωνηθείσα οδηγία για την ανάπτυξη υποδομών εναλλακτικών καυσίμων
και η νέα «δέσμη μέτρων για την αστική κινητικότητα»
θα υποστηρίξουν περαιτέρω την εν λόγω τάση.
Κάποιες άλλες πρωτοβουλίες τις οποίες ενέκρινε η Επιτροπή μετά την έκδοση της Λευκής Βίβλου για τις μεταφορές του 2011
στοχεύουν στην ενθάρρυνση της χρήσης ενεργειακά αποδοτικότερων τρόπων μεταφοράς, μέσω της βελτίωσης της ποιότητας και της αύξησης των επιλογών στις σιδηροδρομικές υπηρεσίες
, της αύξησης των επενδύσεων στην έρευνα και την καινοτομία στις σιδηροδρομικές μεταφορές
και της καλύτερης αξιοποίησης των εσωτερικών πλωτών οδών
.
Προκειμένου αυτή η τάση να είναι απόλυτα αποτελεσματική, απαιτείται σταδιακός μετασχηματισμός ολόκληρου του συστήματος μεταφορών προς την κατεύθυνση της καλύτερης ενοποίησης των τρόπων μεταφοράς, της καινοτομίας και της ανάπτυξης εναλλακτικών καυσίμων, καθώς και της βελτιωμένης διαχείρισης των κυκλοφοριακών ροών μέσω ευφυών συστημάτων μεταφοράς. Τα εν λόγω συστήματα πρέπει να συνοδεύονται από περισσότερο αποδοτικές πολεοδομικές πολιτικές και πολιτικές χρήσης γης σε επίπεδο ΕΕ και σε επίπεδο κρατών μελών.
3.4.
Εξεύρεση της κατάλληλης ισορροπίας κόστους και οφελών
Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο επιδιώκει να καταλήξει σε συμφωνία σχετικά με τους στόχους για το 2030 τον Οκτώβριο ούτως ώστε η Ένωση να μπορέσει να διαδραματίσει ενεργό ρόλο στις εν εξελίξει διεθνείς διαπραγματεύσεις σχετικά με το κλίμα. Η κατάλληλη συνεισφορά της ενεργειακής απόδοσης στο πλαίσιο για το 2030 θα πρέπει να βασιστεί σε μια διεξοδική εκτίμηση του πρόσθετου κόστους και των οφελών που θα προκύψουν από την υπέρβαση του ποσοστού εξοικονόμησης ενέργειας 25% που είχε οριστεί παλαιότερα από την Επιτροπή. Στον πίνακα 1 παρουσιάζονται ορισμένες βασικές πτυχές των διαφόρων επιλογών.
Πίνακας 1. Κόστος και οφέλη μιας σειράς διαφορετικών στόχων ενεργειακής απόδοσης
|
ΑΝΑΦ2013
Σενάριο αναφοράς
|
ΑΘ40
(40% ΑΘ, 27% ΑΠΕ, 25% ΕΑ)
|
Πιο φιλόδοξος στόχος για την ενεργειακή απόδοση (%)
|
|
|
|
EΑ27
|
EΑ28
|
EΑ29
|
EΑ30
|
EΑ35
|
EΑ40
|
Εξοικονόμηση ενέργειας το 2030 (όπως αξιολογήθηκε σε σύγκριση με τις προβλέψεις του σεναρίου αναφοράς του 2007 για την κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας)
|
21,0%
|
25,1%
|
27,4%
|
28,3%
|
29,3%
|
30,7%
|
35,0%
|
39,8%
|
Κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας το 2030 (εκατ. ΤΙΠ) [Ακαθάριστη εσωτερική κατανάλωση ενέργειας, εξαιρουμένων των μη ενεργειακών χρήσεων]
|
1 490
|
1 413
|
1 369
|
1 352
|
1 333
|
1 307
|
1 227
|
1 135
|
Κόστος ενεργειακών συστημάτων χωρίς τον αντίκτυπο της ενεργειακής απόδοσης στο μη χρηματικό κόστος (ετήσιος μέσος όρος 2011-2030 σε δισ. €'10)
|
2 067
|
2 069
|
2 069
|
2 074
|
2 082
|
2 089
|
2 124
|
2 181
|
Επενδυτικές δαπάνες (ετήσιος μέσος όρος 2011-2030 σε δισ. €'10)
|
816
|
854
|
851
|
868
|
886
|
905
|
992
|
1147
|
Καθαρές εισαγωγές φυσικού αερίου το 2030 (σε bcm)
|
320
|
276
|
267
|
256
|
248
|
237
|
204
|
184
|
Κόστος εισαγωγών ορυκτών καυσίμων (ετήσιος μέσος όρος 2011-2030 σε δισ. €'10)
|
461
|
452
|
447
|
446
|
444
|
441
|
436
|
434
|
Απασχόληση το 2030 (εκατομμύρια άτομα)
|
231,74
|
ά.α.
|
ά.α.
|
232,39
|
ά.α.
|
232,53
|
233,16
|
235,21
|
Μέση τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας το 2030 (€/MWh)
|
176
|
179
|
180
|
179
|
178
|
178
|
177
|
182
|
Ο στόχος εξοικονόμησης ενέργειας 25% εκτιμάται ότι θα αυξήσει το μέσο ετήσιο κόστος του ενεργειακού συστήματος από 2.067 δισεκατ. ευρώ σε 2.069 δισεκατ. ευρώ ανά έτος (2011-2030), ήτοι κατά περίπου 2 δισεκατ. ευρώ ανά έτος, ή 0,09%. Το σημαντικό κόστος ενεργειακού συστήματος που θα βαρύνει τα κράτη μέλη αποτελεί μέρος της συνεχούς ανανέωσης του παλαιωμένου ενεργειακού συστήματος. Με εξοικονόμηση ενέργειας 25%, το πλαίσιο του 2030 θα συνεπαγόταν ήδη ουσιαστικές βελτιώσεις για την ενεργειακή εξάρτηση της Ένωσης, καθώς θα αντιστοιχούσε σε εξοικονόμηση 9 δισεκατ. ευρώ ανά έτος σε εισαγωγές ορυκτών καυσίμων (2% λιγότερο) και σε μείωση των εισαγωγών φυσικού αερίου κατά 13% (κατά προσέγγιση 44 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα) σε σύγκριση με τις τρέχουσες τάσεις και πολιτικές.
Ο στόχος εξοικονόμησης ενέργειας 40% που ζητεί το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα είχε σημαντικό αντίκτυπο στην ενεργειακή εξάρτηση, μειώνοντας κυρίως τις εισαγωγές φυσικού αερίου. Ωστόσο, αυτά τα οφέλη για την ενεργειακή ασφάλεια θα συνοδεύονταν από σημαντική αύξηση του συνολικού κόστους του ενεργειακού συστήματος από 2.069 σε 2.181 δισεκατ. ευρώ ανά έτος, ήτοι κατά περίπου 112 δισεκατ. ευρώ ετησίως για την περίοδο από το 2011 έως το 2030.
Η Επιτροπή έχει αξιολογήσει διάφορα επίπεδα φιλοδοξίας όσον αφορά την εξοικονόμηση ενέργειας, τα οποία κυμαίνονται μεταξύ του 25% και του 40%. Από αυτή την ανάλυση προέκυψε ότι τα οφέλη αυξάνονται όταν αυξάνεται η φιλοδοξία ενεργειακής απόδοσης και ότι οι εισαγωγές φυσικού αερίου θα μειώνονταν κατά 2,6% για κάθε επιπλέον 1% εξοικονόμησης ενέργειας. Αυτό έχει άμεσο αντίκτυπο στην αύξηση της ασφάλειας του εφοδιασμού της ΕΕ, μολονότι όταν η εξοικονόμηση ενέργειας υπερβαίνει το 35%, ο ρυθμός μείωσης των εισαγωγών φυσικού αερίου λόγω της πρόσθετης εξοικονόμησης ενέργειας σημειώνει απότομη πτώση.
Γενικότερα, καθίσταται σαφές από τον πίνακα 1 και από το σχήμα 2 κατωτέρω ότι η θέσπιση ενός πιο φιλόδοξου στόχου για την ενεργειακή απόδοση αποφέρει μεγαλύτερα οφέλη ιδίως όσον αφορά τις εισαγωγές ορυκτών καυσίμων. Στα πρόσθετα οφέλη συγκαταλέγονται οι μειωμένες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου, η μειωμένη ρύπανση του αέρα, των υδάτων και του εδάφους, η μειωμένη χρήση πόρων για την εξαγωγή, τη μετατροπή, τη μεταφορά και τη χρήση της ενέργειας, καθώς και τα παράλληλα οφέλη για την ανθρώπινη υγεία και την κατάσταση των οικοσυστημάτων. Σε αυτά προστίθενται τα οφέλη των δυνητικά υψηλότερων επιπέδων απασχόλησης. Εντούτοις, υπάρχει επίσης πρόσθετο κόστος πέραν αυτού που απαιτείται για την επίτευξη του στόχου μείωσης των αερίων του θερμοκηπίου κατά 40%. Για παράδειγμα, ο στόχος ενεργειακής απόδοσης 28% θα οδηγούσε στην αύξηση του συνολικού κόστους του ενεργειακού συστήματος από 2.069 δισεκατ. ευρώ ανά έτος με 25% εξοικονόμηση ενέργειας στην τάξη μεγέθους των 2.074 δισεκατ. ευρώ, ήτοι σε αύξηση περίπου 5 δισεκατ. ευρώ ανά έτος ή 0,24% ανά έτος, για την περίοδο από το 2011 έως το 2030. Στο σχήμα 2 φαίνεται επίσης ότι το κόστος της ενεργειακής απόδοσης αυξάνεται με ταχύτερο ρυθμό σε σύγκριση με την εξοικονόμηση εισαγωγών ορυκτών καυσίμων.
Σχήμα 2. Πρόσθετο μέσο ετήσιο κόστος ενεργειακού συστήματος και εξοικονόμηση ορυκτών καυσίμων σε σύγκριση με το κεντρικό σενάριο που αφορά στόχο 40% για τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, 27% για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και 25% για την εξοικονόμηση ενέργειας.
|
|
Σημείωση. Στον πίνακα 1 συνοψίζονται το βασικό κόστος και τα βασικά οφέλη διαφορετικών επιπέδων εξοικονόμησης ενέργειας το 2030.
Ένας άλλος σημαντικός παράγοντας που πρέπει να ληφθεί υπόψη είναι η κατανομή του αντικτύπου. Τα πρόσθετα μέτρα για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης θα πρέπει να αφορούν κυρίως την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων και των προϊόντων και, ως εκ τούτου, εμπίπτουν σε μεγάλο βαθμό στους τομείς εκτός ΣΕΔΕ. Όσον αφορά τον κατασκευαστικό κλάδο, ο οποίος αντιπροσωπεύει ποσοστό περίπου 10% του ΑΕγχΠ της ΕΕ, οι βελτιώσεις στην ενεργειακή απόδοση των κτιρίων μπορούν να αποτελέσουν τη σημαντικότερη κινητήρια δύναμη για την επιστροφή σε πορεία ανάπτυξης μετά την ύφεση.
4.Χρηματοδότηση της ενεργειακής απόδοσης και μετάβαση προς το 2030
Οι ευκαιρίες ενεργειακής απόδοσης που προσδιορίζονται στην παρούσα επισκόπηση μπορούν να χρηματοδοτηθούν εάν τεθεί σε εφαρμογή ένα αποτελεσματικό χρηματοδοτικό πλαίσιο για την κάλυψη του υψηλού αρχικού κόστους.
Τα κονδύλια της Ένωσης πρέπει να χρησιμοποιηθούν για τη μόχλευση ιδιωτικής χρηματοδότησης
Στο πλαίσιο του τρέχοντος πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου θα διατίθενται σημαντικά κονδύλια της Ένωσης για την εφαρμογή μέτρων ενεργειακής απόδοσης κατά την περίοδο πριν από το 2020. Η χρήση των εν λόγω κονδυλίων αποτελεί ήδη βασικό θέμα συζήτησης με τα κράτη μέλη όσον αφορά τη γενική συμφωνία σχετικά με το πλαίσιο για το 2030 και την επίτευξη δίκαιου και ισότιμου καταμερισμού των προσπαθειών.
Εάν τα κονδύλια αυτά δαπανηθούν σωστά, οι επενδύσεις που θα πραγματοποιηθούν την περίοδο πριν από το 2020 θα συνεχίσουν να αποδίδουν την απαιτούμενη εξοικονόμηση ενέργειας και μετά το 2020. Το μεγαλύτερο δυναμικό εξοικονόμησης ενέργειας εμφανίζεται στον οικοδομικό κλάδο, καθώς το 40% της κατανάλωσης ενέργειας στην ΕΕ προέρχεται από τα κτίρια, ενώ σχεδόν το 90% της επιφάνειας των κτιρίων της ΕΕ ανήκει σε ιδιώτες και πάνω από το 40% των κτιρίων κατοικιών έχουν κατασκευαστεί πριν από το 1960. Τα ανωτέρω στοιχεία καθιστούν σαφή την ανάγκη υψηλής ιδιωτικής χρηματοδότησης. Κατά συνέπεια, είναι σημαντικό να αναδυθεί μια αγορά για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης και να χρησιμοποιηθούν δημόσια κονδύλια για τη μόχλευση ιδιωτικών κεφαλαίων.
Για παράδειγμα, οι θεσμικοί επενδυτές στην ΕΕ (οι οποίοι προσυπογράφουν την πρωτοβουλία σχετικά με τις αρχές για υπεύθυνες επενδύσεις) διαχειρίζονται επί του παρόντος κεφάλαια ύψους άνω των 12 τρισεκατομμυρίων ευρώ, ενώ το ποσό που έχουν επενδύσει σε ιδιωτικά ακίνητα εκτιμάται ότι υπερβαίνει το ποσό του 1,5 τρισεκατομμυρίου ευρώ το 2012. Αυτοί είναι διαθέσιμοι πόροι που πρέπει να αξιοποιηθούν μέσω της έξυπνης χρήσης των δημόσιων κεφαλαίων σε συνδυασμό με ένα μακροπρόθεσμο, διαφανές και σταθερό κανονιστικό πλαίσιο. Από την εκτίμηση επιπτώσεων προέκυψε ότι για την επίτευξη του πλαισίου για το 2030 θα χρειαστεί επιπλέον επένδυση 38 δισεκατομμυρίων ευρώ/έτος. Σε αυτό το πλαίσιο, η Επιτροπή φρονεί ότι τα κράτη μέλη πρέπει να διαθέσουν σημαντικό μέρος της χρηματοδότησης της πολιτικής συνοχής ή/και εθνικά κονδύλια για τη στήριξη της μετάβασης σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα, με στόχο την αξιοποίηση αυτών των πόρων για τη μόχλευση ιδιωτικών κεφαλαίων. Στον προϋπολογισμό της ΕΕ για την περίοδο 2014-2020, οι αναλήψεις υποχρεώσεων για την ενεργειακή απόδοση έχουν αυξηθεί σημαντικά. Στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών διαρθρωτικών και επενδυτικών ταμείων για την περίοδο 2014-2020 θα διατεθούν τουλάχιστον 38 δισεκατ. ευρώ για επενδύσεις στην οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα, ποσό το οποίο θα πολλαπλασιαστεί μέσω της εθνικής και περιφερειακής συγχρηματοδότησης και μέσω της προσέλκυσης ιδιωτικών κεφαλαίων.
Επιπλέον, η περαιτέρω στήριξη από το πρόγραμμα «Ορίζοντας 2020» και τα ΕΔΕΤ θα επενδυθεί στην καινοτομία για την ενεργειακή απόδοση. Κατά την περίοδο 2014-2020 προβλέπονται περίπου 2.000 εκατ. ευρώ, ειδικότερα μέσω της έμφασης που δίνει στην ενεργειακή απόδοση η κοινωνική πρόκληση «Ασφαλής, καθαρή και αποδοτική ενέργεια» του προγράμματος «Ορίζοντας 2020», καθώς και μέσω των συμπράξεων δημόσιου-ιδιωτικού τομέα για «Ενεργειακά αποδοτικά κτίρια», «Εργοστάσια του μέλλοντος» και «Βιώσιμες βιομηχανικές διαδικασίες μέσω της αποδοτικότητας των πόρων και της ενέργειας» (SPIRE).
Τα τελευταία έτη, η ΕΕ έχει αναπτύξει πιλοτικά προγράμματα καινοτόμων χρηματοδοτικών μέσων, όπως το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ενεργειακής Απόδοσης («EEE-F»), το Παγκόσμιο Ταμείο Ενεργειακής Απόδοσης και Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας («GEEREF») και η ιδιωτική χρηματοδότηση για την ενεργειακή απόδοση («PF4EE») στο πλαίσιο του προγράμματος Life, τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν είτε απευθείας είτε ως παραδείγματα που μπορούν να αναπαραχθούν σε επίπεδο κρατών μελών. Επιπλέον, βάσει των πρώτων επιτυχημένων εμπειριών κατά την περίοδο 2007-2013, όπως με το μέσο JESSICA, ενθαρρύνεται ιδιαίτερα η χρήση χρηματοδοτικών μέσων στα ΕΔΕΤ για την περίοδο 2014-2020, για παράδειγμα μέσω του «δανείου ανακαίνισης». Τα μέσα αυτά θα παράσχουν στα κράτη μέλη περισσότερες ευκαιρίες να διασφαλίσουν υψηλή μόχλευση των ΕΔΕΤ. Υπάρχουν ολοένα και περισσότερα στοιχεία που καταδεικνύουν τα σημαντικά οφέλη των δημόσιων κονδυλίων ως κινήτρου για τη συμμετοχή ιδιωτικού κεφαλαίου: οικονομικά αποδοτικότερη χρήση των περιορισμένων δημόσιων πόρων, σημαντική μόχλευση όσον αφορά τις επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα, καλύτερη ευθυγράμμιση της δημόσιας στήριξης με τον επενδυτικό κύκλο των επιχειρήσεων, συμμετοχή του χρηματοπιστωτικού τομέα, περισσότερη διαφάνεια και μικρότερη διοικητική επιβάρυνση.
Οι παράγοντες που επηρεάζουν την προσφορά και τη ζήτηση χρηματοδότησης επενδύσεων πρέπει να ληφθούν υπόψη
Από την άποψη της ζήτησης, οι καταναλωτές ενέργειας πρέπει να είναι καλύτερα ενημερωμένοι σχετικά με τα πλήρη οφέλη της ενεργειακής απόδοσης που υπερβαίνουν την απλή απόσβεση της επένδυσης ή την εξοικονόμηση κιλοβατωρών, όπως είναι η βελτίωση της ποιότητας ζωής ή η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεών τους. Η αύξηση της ζήτησης μπορεί να προαχθεί μέσω της αποτελεσματικότερης εφαρμογής του υφιστάμενου κανονιστικού πλαισίου, μέσω της υποστήριξης της ανάπτυξης και επίδειξης μιας υγιούς και κλιμακούμενης σειράς επενδυτικών έργων και μέσω της ανταλλαγής γνώσεων και εμπειριών.
Η διαθεσιμότητα χρηματοδότησης μπορεί να ενισχυθεί μέσω της χρήσης δημόσιων κονδυλίων για τη διάρθρωση και την αναπαραγωγή υφιστάμενων ειδικά προσαρμοσμένων καθεστώτων χρηματοδότησης, που προσφέρουν ελκυστικά, εύκολα προσβάσιμα (κοντά στην αγορά) και απλά χρηματοδοτικά προϊόντα, όπως για παράδειγμα χαμηλότοκα δάνεια για διάφορους τύπους καταναλωτών.
Επιπλέον, προκειμένου να δοθεί κίνητρο στους καταναλωτές ενέργειας να αναζητήσουν χρηματοδότηση για βελτιώσεις της ενεργειακής απόδοσης, είναι απαραίτητο να διεξαχθεί περισσότερη κοινωνικοοικονομική έρευνα με χρηματοοικονομικό προσανατολισμό, προκειμένου να γίνει καλύτερα κατανοητή η συμπεριφορά των καταναλωτών -συμπεριλαμβανομένων των ενοικιαστών και των νοικοκυριών χαμηλού εισοδήματος - κατά τη λήψη αποφάσεων σχετικά με μέτρα ενεργειακής απόδοσης. Πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην αναδυόμενη αγορά ενεργειακών υπηρεσιών (συμπεριλαμβανομένων των συμβάσεων ενεργειακών επιδόσεων και των συμφωνιών ενεργειακών υπηρεσιών). Η παροχή νέων υπηρεσιών (π.χ. εξοικονόμηση ενέργειας) που προκύπτουν από επιχειρηματικά μοντέλα που ανταποκρίνονται στη ζήτηση θα επηρεάσει οπωσδήποτε τη ζήτηση για επενδύσεις και χρηματοδότηση.
Προκειμένου να ενισχυθεί η προσφορά επενδύσεων ενεργειακής απόδοσης, πρέπει να καταβληθούν προσπάθειες ώστε να καταδειχθεί σαφώς το επιχειρηματικό ενδιαφέρον που ενέχουν οι εν λόγω επενδύσεις για τους επενδυτές και τους χρηματοδότες. Για τη δημιουργία μιας δευτερεύουσας αγοράς χρηματοδοτικών προϊόντων ενεργειακής απόδοσης και για την αξιοποίηση του δυναμικού της αναχρηματοδότησης επενδύσεων ενεργειακής απόδοσης μέσω προϊόντων και δομών της κεφαλαιαγοράς, απαιτείται διαφάνεια, επεκτασιμότητα και τυποποίηση.
Κατά συνέπεια, η κινητοποίηση της προσφοράς και της ζήτησης για τη χρηματοδότηση των επενδύσεων προϋποθέτει:
•τον προσδιορισμό, τη μέτρηση, τον υπολογισμό και την αποτίμηση των πλήρων οφελών των επενδύσεων ενεργειακής απόδοσης μέσω αξιόπιστων δεδομένων και αποδεικτικών στοιχείων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τους υπεύθυνους λήψης αποφάσεων για ιδιωτικές και επιχειρηματικές επενδύσεις, καθώς και από τον χρηματοπιστωτικό τομέα, ιδίως μέσω της χρήσης πιστοποιητικών ενεργειακής απόδοσης στον οικοδομικό τομέα·
•την ανάπτυξη προτύπων για κάθε στοιχείο της επενδυτικής διαδικασίας στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης, συμπεριλαμβανομένων των νομικών συμβάσεων, των διαδικασιών αναδοχής της έκδοσης τίτλων, των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων, των επιδικάσεων, της μέτρησης, της επαλήθευσης, της υποβολής εκθέσεων, της ενεργειακής απόδοσης (συμβάσεις και πιστοποιητικά) και της ασφάλισης·
•την παροχή εργαλείων και υπηρεσιών στους καταναλωτές για τον έλεγχο της κατανάλωσης ενέργειας που θα τους προσφέρουν τη δυνατότητα να συγκρίνουν το (κεφαλαιακό) κόστος των επενδύσεων στην ενεργειακή απόδοση με το (λειτουργικό) κόστος της κατανάλωσης ενέργειας·
•τη στοχευμένη χρήση των κονδυλίων της ΕΕ (ιδίως των ΕΔΕΤ) μέσω χρηματοδοτικών μέσων δημόσιου-ιδιωτικού τομέα για την ενίσχυση του όγκου των επενδύσεων και για την επιτάχυνση της συμμετοχής ιδιωτικής χρηματοδότησης μέσω κλιμακούμενου επιμερισμού του κινδύνου· επίσης, τα έσοδα του ΣΕΔΕ θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για επενδύσεις στην ενεργειακή απόδοση·
•την απομάκρυνση των κρατών μελών από την παραδοσιακή χρηματοδότηση μέσω επιχορηγήσεων και την επιδίωξη του προσδιορισμού μοντέλων εργασίας που αντιμετωπίζουν με τον βέλτιστο τρόπο τις ανάγκες επένδυσης σε ανακαινίσεις για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης στα αποθέματα κτιρίων τους (όπως αναφέρεται στις εθνικές στρατηγικές ανακαίνισης κτιρίων)·
•πιο δυναμικό διάλογο μεταξύ του χρηματοπιστωτικού κλάδου, των υπεύθυνων λήψης αποφάσεων του δημόσιου τομέα και άλλων σχετικών επαγγελματιών, ο οποίος θα τους παράσχει τη δυνατότητα διάρθρωσης και επίδειξης των πλέον αποδοτικών χρηματοδοτικών μηχανισμών και καθεστώτων επενδύσεων, που θα μπορούν να προσαρμοστούν τόσο σε τοπικό επίπεδο όσο και σε συγκεκριμένα τμήματα της αγοράς, καθώς και να αναπαραχθούν σε ολόκληρη την ΕΕ.
Ο ρόλος της Επιτροπής
Η Επιτροπή θα ενισχύσει τη συνεργασία με τα κράτη μέλη, τους υπεύθυνους λήψης αποφάσεων του δημόσιου τομέα, τους επενδυτές και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων («ΕΤΕπ») για την αύξηση του επιπέδου γνώσεων σχετικά με τους υφιστάμενους χρηματοδοτικούς μηχανισμούς για την ενεργειακή απόδοση πέραν της απλής χρηματοδότησης μέσω επιχορηγήσεων, των επιδόσεων και του αντικτύπου τους, συμπεριλαμβανομένων ζητημάτων που σχετίζονται με την αξιολόγηση κινδύνου, την αποτίμηση και την τυποποίηση. Επιπλέον, η Επιτροπή θα συνεχίσει τη συνεργασία της με χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και με τα κράτη μέλη όσον αφορά την περαιτέρω ανάπτυξη ή διάδοση κατάλληλων χρηματοδοτικών μέσων και πρωτοβουλιών για την ενίσχυση της διαθεσιμότητας ρευστότητας για μέτρα ενεργειακής απόδοσης.
Ιδιαίτερη έμφαση θα δοθεί στη συνεργασία με τα κράτη μέλη όσον αφορά τη χρήση των ευρωπαϊκών διαρθρωτικών και επενδυτικών ταμείων με τρόπο που να λαμβάνει υπόψη τις διαφορετικές ανάγκες, τα εμπόδια και τις ευκαιρίες στις χώρες της ΕΕ. Η Επιτροπή έχει ήδη δημοσιεύσει αναλυτικό καθοδηγητικό έγγραφο σχετικά με τρόπους χρηματοδότησης της ανακαίνισης κτιρίων με πόρους από την πολιτική συνοχής, στόχος του οποίου είναι να βοηθήσει τις διαχειριστικές αρχές στον σχεδιασμό και την ανάπτυξη επενδύσεων σε κτίρια στο πλαίσιο επιχειρησιακών προγραμμάτων. Παρέχει ένα κατάλογο προσεγγίσεων ορθής πρακτικής και μελετών περιπτώσεων. Διερευνά επίσης τους διάφορους χρηματοδοτικούς μηχανισμούς που μπορούν να χρησιμοποιήσουν οι αρχές με στόχο την πραγματοποίηση επενδύσεων μεγάλης κλίμακας στην ανακαίνιση κτιρίων με γνώμονα την ενεργειακή απόδοση και την προσέλκυση υψηλότερων επιπέδων επενδύσεων από τον ιδιωτικό τομέα.
Επιπλέον, η Επιτροπή θα συνεχίσει να συνεργάζεται στενά με τα κράτη μέλη, παρέχοντας περαιτέρω καθοδήγηση, εάν απαιτείται, προς συμπλήρωση της υφιστάμενης καθοδήγησης για την υποστήριξη της εφαρμογής της οδηγίας για την ενεργειακή απόδοση) και υποστηρίζοντας την ανταλλαγή ορθών πρακτικών. Επιπροσθέτως, η Επιτροπή θα εξακολουθήσει να διασφαλίζει την κατάλληλη μεταφορά της νομοθεσίας της ΕΕ στο εθνικό δίκαιο και την εφαρμογή της, διασφαλίζοντας ισότιμους όρους ανταγωνισμού μεταξύ των κρατών μελών και μεγιστοποιώντας την εξοικονόμηση ενέργειας.
5.Μελλοντικές ενέργειες
Μετά από μια διστακτική αρχή, η πολιτική ενεργειακής απόδοσης της Ευρώπης έχει αρχίσει να αποδίδει. Με γνώμονα τον στόχο εξοικονόμησης 20% για το 2020, έχει αναπτυχθεί μια σταθερή δυναμική σε ευρωπαϊκό και σε εθνικό επίπεδο. Με την πλήρη εφαρμογή και παρακολούθηση της νομοθεσίας που έχει ήδη θεσπιστεί, η ΕΕ μπορεί να ακολουθήσει τη σωστή κατεύθυνση για την επίτευξη του εν λόγω στόχου και να εξοικονομήσει 170 εκατ. ΤΙΠ σε κατανάλωση ενέργειας στο διάστημα μεταξύ του 2010 και του 2020.
Οι πρόσφατες εξελίξεις, και κυρίως η κρίση στην Ουκρανία, αποτελούν θλιβερή υπενθύμιση της ευάλωτης κατάστασης της ΕΕ όσον αφορά ειδικότερα την ενεργειακή ασφάλεια και τις εισαγωγές φυσικού αερίου. Η πρόσφατη ευρωπαϊκή στρατηγική για την ενεργειακή ασφάλεια τονίζει τον ρόλο της ενεργειακής απόδοσης ως μέσου βελτίωσης της ασφάλειας του εφοδιασμού της Ένωσης – κάθε επιπλέον 1% εξοικονόμησης ενέργειας συνεπάγεται μείωση των εισαγωγών φυσικού αερίου κατά 2,6%.
Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θεωρεί ότι είναι σκόπιμο να διατηρηθεί η υφιστάμενη δυναμική εξοικονόμησης ενέργειας και προτείνει τον φιλόδοξο στόχο ενεργειακής απόδοσης 30%. Ο στόχος αυτός θα αποφέρει σημαντικά πρόσθετα οφέλη και το πρόσθετο κόστος που συνεπάγεται αποτελεί εύλογη αντιστάθμιση λαμβανομένης υπόψη της αυξημένης σοβαρότητας των κινδύνων για την ενεργειακή ασφάλεια, ενώ παράλληλα θα διατηρήσει τη στρατηγική της Ένωσης για το κλίμα και την ενέργεια για το 2030 σε οικονομικά προσιτά επίπεδα.
Το τρέχον πλαίσιο, το οποίο βασίζεται σε έναν ενδεικτικό στόχο σε επίπεδο ΕΕ και σε ένα μείγμα δεσμευτικών μέτρων της ΕΕ και εθνικών δράσεων έχει αποδειχθεί αποτελεσματικό για την επίτευξη ικανοποιητικής προόδου από τα κράτη μέλη. Κατά συνέπεια, αυτή η προσέγγιση πρέπει να συνεχίσει να εφαρμόζεται μέχρι το 2030 και η ενεργειακή απόδοση πρέπει να αποτελέσει αναπόσπαστο μέρος του πλαισίου διακυβέρνησης που προτείνεται στην ανακοίνωση για το «2030», το οποίο θα συμβάλει στον εξορθολογισμό των υφιστάμενων απαιτήσεων παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων. Με αυτόν τον τρόπο, η ενεργειακή απόδοση θα αποτελέσει βασικό συστατικό των εθνικών σχεδίων των κρατών μελών για ανταγωνιστική, ασφαλή και βιώσιμη ενέργεια που θα οδηγήσουν στην ενίσχυση της συνοχής των εθνικών και περιφερειακών πολιτικών και μέτρων για το κλίμα και την ενέργεια.
Βάσει των εθνικών σχεδίων που λαμβάνει και μέσω των δικών της αναλύσεων για την ενέργεια και το κλίμα σε ολόκληρη την ΕΕ, η Επιτροπή θα παρακολουθεί τα εθνικά σχέδια και θα αξιολογεί τις προοπτικές επίτευξης των εθνικών/ενωσιακών στόχων για το κλίμα και την ενέργεια (συμπεριλαμβανομένων των στόχων για την ενεργειακή απόδοση), την προοπτική για την ενεργειακή εξάρτηση της ΕΕ και την αποτελεσματική λειτουργία της εσωτερικής αγοράς ενέργειας, βάσει κατάλληλων βασικών δεικτών ενέργειας. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή θα διερευνήσει τη χρήση πρόσθετων δεικτών για την απεικόνιση και την παρακολούθηση της προόδου ως προς τον στόχο της ενεργειακής απόδοσης, όπως είναι η ένταση ενέργειας, μέσω των οποίων λαμβάνονται καλύτερα υπόψη οι μεταβολές και οι προβλέψεις όσον αφορά το ΑΕγχΠ και την αύξηση του πληθυσμού. Επιπλέον, η Επιτροπή θα επανεξετάσει την πρόοδο όσον αφορά την ενεργειακή απόδοση το 2017 λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω στοιχεία. Τέλος, η διαδικασία διακυβέρνησης θα παράσχει το πλαίσιο εντός του οποίου θα αξιολογηθεί η αποτελεσματικότητα των εθνικών και ενωσιακών πολιτικών που συνδέονται με τους στόχους για το κλίμα και την ενέργεια για το 2030.
Η Επιτροπή θα συνεχίσει επίσης τις προσπάθειές της για περαιτέρω εξέλιξη των ενεργειακών και οικονομικών μοντέλων που χρησιμοποιούνται για την εκτίμηση του κόστους και των οφελών των μέτρων ενεργειακής απόδοσης.
Η Επιτροπή θα εξακολουθήσει να στηρίζει τα κράτη μέλη στις εθνικές τους προσπάθειες μέσω μέτρων πολιτικής σε ευρωπαϊκό επίπεδο ως συνεισφορά στην επίτευξη της προτεινόμενης εξοικονόμησης. Στο πλαίσιο αυτό θα χρησιμοποιηθούν τα ακόλουθα στοιχεία:
-η επικείμενη αξιολόγηση και επανεξέταση της οδηγίας για την ενεργειακή επισήμανση και ορισμένων πτυχών της οδηγίας για τον οικολογικό σχεδιασμό, που πρόκειται να λάβει χώρα στα τέλη του 2014, θα αποτελέσει ευκαιρία επικαιροποίησης του πλαισίου πολιτικής σχετικά με τα προϊόντα·
-περαιτέρω ανάπτυξη των χρηματοδοτικών μέσων και της συνδρομής στην ανάπτυξη έργων με στόχο τη μόχλευση επενδύσεων του ιδιωτικού τομέα σε ενεργειακά αποδοτικό εξοπλισμό και τεχνολογία·
-η αξιολόγηση και η επανεξέταση των οδηγιών για την ενεργειακή απόδοση και για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων, του άρθρου 7 της οδηγίας για την ενεργειακή απόδοση και των προσεχών εθνικών σχεδίων δράσης για την ενεργειακή απόδοση (ΕΣΔΕΑ) το 2017 θα αποτελέσουν μια ευκαιρία να εξεταστούν τα στοιχεία πολιτικής που θα ήταν απαραίτητα για την προώθηση διαρκών επενδύσεων στην ενεργειακή απόδοση, ιδίως ενόψει της σχεδιαζόμενης σταδιακής κατάργησης ορισμένων βασικών στοιχείων της οδηγίας για την ενεργειακή απόδοση το 2020·
-η επικείμενη ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την αγορά λιανικής θα εστιάσει στη δημιουργία μιας αγοράς όπου η παροχή καινοτόμων υπηρεσιών βάσει δυναμικής τιμολόγησης διασφαλίζει ότι η αγορά προσφέρει προϊόντα που προωθούν την αποδοτική χρήση της ενέργειας, βάσει διαλόγου με τα κράτη μέλη και τις ρυθμιστικές αρχές και στο πλαίσιο της οδηγίας για την ενεργειακή απόδοση και της νομοθεσίας για την εσωτερική αγορά ενέργειας·
-εφαρμογή του αποθέματος σταθερότητας της αγοράς στο πλαίσιο του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών που θα ενθαρρύνει τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης στον βιομηχανικό τομέα και θα διασφαλίσει την αξιοποίηση των συνεργειών μεταξύ των πολιτικών για την ενεργειακή απόδοση και το κλίμα·
-σταδιακή εφαρμογή του προγράμματος που παρουσιάζεται στη Λευκή Βίβλο για τις μεταφορές του 2011·
-χρήση του προγράμματος έρευνας και καινοτομίας «Ορίζοντας 2020» και στενή συνεργασία με τα κράτη μέλη για τη μόχλευση της παροχής οικονομικά προσιτών, καινοτόμων και ενεργειακά αποδοτικών προϊόντων, καθώς και νέων επιχειρηματικών μοντέλων για την παροχή τέτοιων προϊόντων.
6.Συμπεράσματα
Οι τρέχουσες προβλέψεις δείχνουν ότι συντελείται πρόοδος προς την επίτευξη του υφιστάμενου στόχου ενεργειακής απόδοσης για το 2020. Η Επιτροπή δεν σκοπεύει να προτείνει νέα μέτρα, αλλά ζητεί από τα κράτη μέλη να ενισχύσουν τις τρέχουσες προσπάθειές τους προκειμένου να διασφαλιστεί η συλλογική επίτευξη του στόχου για το 2020. Η Επιτροπή θα συμπληρώσει τις εν λόγω προσπάθειες με κατάλληλη καθοδήγηση και με τη διάδοση βέλτιστων πρακτικών ώστε να διασφαλιστεί η πλήρης αξιοποίηση των διαθέσιμων κονδυλίων της Ένωσης.
Στην ανακοίνωση της Επιτροπής για ένα πλαίσιο πολιτικής για το κλίμα και την ενέργεια για το 2030 προσδιορίστηκε ένα επίπεδο εξοικονόμησης ενέργειας της τάξεως του 25% στο πλαίσιο στρατηγικής για την επίτευξη του στόχου μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου κατά 40% με τον πλέον οικονομικά αποδοτικό τρόπο. Ωστόσο, δεδομένης της αυξημένης σημασίας που έχει η ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας της ΕΕ και η μείωση της εξάρτησης της Ένωσης από τις εισαγωγές, η Επιτροπή θεωρεί σκόπιμο να προτείνει ως υψηλότερο στόχο το 30%. Αυτό θα αυξήσει το κόστος του πλαισίου για το 2030 κατά 20 δισεκατ. ευρώ ανά έτος, αλλά θα αποφέρει απτά οφέλη τόσο από οικονομική άποψη όσο και από άποψη ενεργειακής ασφάλειας.