Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52012DC0750

    ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ Ετήσια Επισκόπηση της Ανάπτυξης 2013

    /* COM/2012/0750 final */

    52012DC0750

    ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ Ετήσια Επισκόπηση της Ανάπτυξης 2013 /* COM/2012/0750 final - 2012/ () */


    Εισαγωγή

    Το σχέδιο της κοινής έκθεσης για την απασχόληση, που  προβλέπεται από το άρθρο 148 της ΣΛΕΕ, αποτελεί μέρος της ετήσιας επισκόπησης της ανάπτυξης (ΕΕΑ), με την οποία δρομολογείται το Ευρωπαϊκό εξάμηνο του 2013. Ως βασικό στοιχείο της ενισχυμένης οικονομικής καθοδήγησης, η ΚΕΑ υποστηρίζει τα βασικά  μηνύματα όσον αφορά την απασχόληση που περιέχονται στην ΕΕΑ. Η ανάλυση που περιλαμβάνει βασίζεται στην απασχόληση και την κοινωνική κατάσταση στην Ευρώπη, στην εφαρμογή των κατευθυντήριων γραμμών για την απασχόληση[1], στην εξέταση των εθνικών προγραμμάτων μεταρρύθμισης οι οποίες οδήγησαν στις ειδικές κατά χώρα συστάσεις που εγκρίθηκαν από το Συμβούλιο τον Ιούλιο του 2012 και στην αξιολόγηση της μέχρι σήμερα εφαρμογής τους.

    Η έκθεση εκδίδεται σε μια χρονική στιγμή κατά την οποία:

    Η ανάκαμψη της απασχόλησης έχει σταματήσει. Η απασχόληση μειώνεται και οι προοπτικές είναι δυσοίωνες για το 2013. Η δημιουργία θέσεων απασχόλησης παραμένει σε χαμηλά επίπεδα και έχει επιδεινωθεί παρά το ανεκμετάλλευτο δυναμικό σε ορισμένους τομείς πλούσιους σε θέσεις εργασίας και στο σύνολο της εσωτερικής αγοράς. Ο κατακερματισμός της αγοράς εργασίας συνέχισε να αυξάνεται με την αύξηση των προσωρινών συμβάσεων εργασίας και της μερικής απασχόλησης. Η φορολόγηση της εργασίας παραμένει υψηλή και αυξήθηκε περαιτέρω σε ορισμένα κράτη μέλη.

    Η ανεργία αυξάνεται και πάλι και έχει φθάσει σε πρωτοφανή επίπεδα στη ζώνης του ευρώ, με τη μακροχρόνια ανεργία να φθάνει σε ανησυχητικά υψηλά επίπεδα, ιδίως στα κράτη μέλη υπό ισχυρή δημοσιονομική εξυγίανση. Περισσότεροι του ενός στους πέντε νέους στην αγορά εργασίας είναι άνεργοι και υπάρχει ο κίνδυνος μιας «χαμένης γενιάς».

    Οι διαφορές στα ποσοστά ανεργίας μεταξύ των κρατών μελών έχει αυξηθεί δραματικά και αντανακλά τις επιπτώσεις των ασύμμετρων κρίσεων και τη διαφορετική ανθεκτικότητα των αγορών εργασίας στις κρίσεις. Μισθοί και εργατικό κόστος έχουν αρχίσει να προσαρμόζονται, αλλά τα αποτελέσματα των μεταρρυθμίσεων δεν έχουν γίνει ακόμη πλήρως ορατά. Τα συμπτώματα υποβάθμισης στη διαδικασία αντιστοίχισης των θέσεων εργασίας στις ευρωπαϊκές αγορές εργασίας έχουν επιβεβαιωθεί και υπάρχει κίνδυνος η αυξημένη διαρθρωτική ανεργία να παγιωθεί.

    Το μέσο εισόδημα των νοικοκυριών μειώνεται σε πολλά κράτη μέλη, και πρόσφατα στοιχεία δείχνουν μια τάση για υψηλότερα επίπεδα και βαθύτερες μορφές φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού, ενώ η φτώχεια στο πλαίσιο της εργασίας και η κοινωνική πόλωση είναι σε άνοδο σε πολλά κράτη μέλη.

    Τα αποτελέσματα της κοινωνικής προστασίας ως αυτόματου σταθεροποιητή έχουν αποδυναμωθεί από το 2010 και έχουν οδηγήσει σε υψηλότερα ποσοστά φτώχειας. Υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά την αποτελεσματικότητα των δαπανών τους για τη μείωση της φτώχειας.

    Η απασχόληση και η κατάσταση της αγοράς εργασίας στην Ευρώπη, και ιδίως σε ορισμένα κράτη μέλη, απαιτεί πιο αποφασιστική δράση από τις δημόσιες αρχές και τους κοινωνικούς εταίρους. Μολονότι έχει αρχίσει η υλοποίηση φιλόδοξων μεταρρυθμίσεων, χρειάζεται να καταβληθούν περαιτέρω προσπάθειες για τον εκσυγχρονισμό των αγορών εργασίας μας και την επένδυση σε ανθρώπινο κεφάλαιο προκειμένου να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για μια ανάκαμψη που θα εξασφαλίζει πληθώρα θέσεων εργασίας

    1. Πρόσφατες τάσεις της αγοράς εργασίας και των κοινωνικών εξελίξεων

    Οι οικονομικές προοπτικές και οι προοπτικές απασχόλησης είναι αρνητικές και έχουν επιδεινωθεί κατά τους τελευταίους μήνες. Tο 2012 θα είναι αρνητικό έτος από άποψη απασχόλησης και οι μικρές αυξήσεις στο ΑΕΠ που προβλέπονται για το 2013 θα είναι ανεπαρκείς για τη δημιουργία απασχόλησης και τη μείωση της ανεργίας. Μια πιο θετική εικόνα για τις αγορές εργασίας αναμένεται το 2014. Η ΕΕ είναι σήμερα η μοναδική μείζων περιφέρεια στον κόσμο όπου η ανεργία εξακολουθεί να αυξάνεται.

    Η ανάκαμψη της απασχόλησης έχει ανακοπεί και η απασχόληση είναι φθίνουσα. Ο αριθμός των ατόμων ηλικίας 20-64 ετών στον τομέα της απασχόλησης στην ΕΕ μειώθηκε κατά 0,2% από το δεύτερο τρίμηνο του 2011 έως το δεύτερο τρίμηνο του 2012. Κατά την περίοδο 2008 – 2011, η απασχόληση μειώθηκε κατά 1,7%, δείχνοντας μεγαλύτερη ανθεκτικότητα από αυτή των ΗΠΑ κατά τη διάρκεια της ίδιας περιόδου (-5,8). Ωστόσο, η μείωση ήταν εντονότερη στη ζώνη του ευρώ, ιδίως στις χώρες εκείνες που επιχείρησαν μια ουσιαστικότερη δημοσιονομική εξυγίανση. Από το ξέσπασμα της οικονομικής και χρηματοπιστωτικής κρίσης το 2008 μέχρι σήμερα, έχουν χαθεί συνολικά  5 εκατομμύρια θέσεις εργασίας, από τις οποίες 4 εκατομμύρια στη ζώνη του ευρώ. Οι διακυμάνσεις της συνολικής απασχόλησης από την αρχή της κρίσης καθορίστηκαν κυρίως από την εργασία μερικής απασχόλησης και τις προσωρινές συμβάσεις εργασίας, αλλά και οι συμβάσεις εργασίας αορίστου χρόνου έχουν επίσης επηρεαστεί.

    Διάγραμμα 1: Απασχόληση και  ανεργία στην ΕΕ των 27, 2005-2012

    Πηγή: Eurostat, εθνικοί λογαριασμοί και EΕΔ της ΕΕ

    Ένα θετικό στοιχείο είναι ότι το ποσοστό απασχόλησης των ηλικιωμένων εργαζομένων αυξήθηκε κατά 1,8 ποσοστιαίες μονάδες μεταξύ 2008 και 2011 σε σύγκριση με 1,5 ποσοστιαίες μονάδες μείωση στο γενικό ποσοστό απασχόλησης. Οι γυναίκες αντιμετώπισαν επίσης την οικονομική κρίση σχετικά καλύτερα από τους άνδρες, με ποσοστά απασχόλησης που παρέμειναν ουσιαστικά στο ίδιο επίπεδο με αυτό του 2008, ενώ την ίδια περίοδο, το ποσοστό απασχόλησης των ανδρών μειώθηκε κατά 2, 6 ποσοστιαίες μονάδες. Στο ίδιο διάστημα, το ποσοστό ανεργίας των νέων μειώθηκε κατά 3,8 ποσοστιαίες μονάδες.

    Η ανεργία αυξάνεται και πάλι και έχει φθάσει σε πρωτοφανή επίπεδα στη ζώνη του ευρώ. Το συνολικό ποσοστό ανεργίας της ΕΕ είναι σήμερα 10,6%, ενώ στη ζώνη του ευρώ ανέρχεται σε 11,6%, το υψηλότερο ποσοστό από τη γέννηση της ΟΝΕ. Τον Μάιο του 2012, οι άνεργοι στην ΕΕ υπερέβησαν τα 25 εκατομμύρια για πρώτη φορά και αυξήθηκαν κατά 750.000 το επόμενο τρίμηνο,  με αποτέλεσμα η συνολική αύξηση  από το 2008 να είναι περίπου 9 εκατομμύρια. Η τάση της ανεργίας είναι ανοδική στην πλειονότητα των κρατών μελών, δεδομένου ότι μόνο έξι χώρες παρουσιάζουν μείωση της ανεργίας κατά τη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών μέχρι τον Αύγουστο του 2012.

    Η μακροχρόνια ανεργία έχει φθάσει σε ανησυχητικά υψηλά επίπεδα. Κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2012, 11,1 εκατομμύρια άνεργοι Ευρωπαίοι ήταν άνεργοι για περισσότερο από δώδεκα μήνες, αντιπροσωπεύοντας έτσι το 4,6% του ενεργού πληθυσμού[2]. Αυτό αντιπροσωπεύει αύξηση ύψους 4,8 εκατομμυρίων σε σύγκριση με το 2008. Το 2011, το 70% όλων των μακροχρόνια ανέργων στην ΕΕ των 27 ήταν συγκεντρωμένο στα 6 μεγαλύτερα κράτη μέλη, με την Ισπανία να αντιπροσωπεύει άνω του 21% του συνολικού αριθμού των μακροχρόνια ανέργων στην ΕΕ και να συμβάλλει με 1,6 εκατομμύρια  στην αύξηση των 3,7 εκατομμυρίων όσον αφορά τον αριθμό των μακροχρόνια ανέργων στην περίοδο 2008-2011.

    Η πιθανότητα εύρεσης εργασίας  μειώθηκε στα περισσότερα κράτη μέλη από τότε που εκδηλώθηκε η κρίση, τόσο για τους βραχυχρόνια όσο και μακροχρόνια ανέργους. Η μείωση αυτή ήταν ιδιαίτερα έντονη για τα κράτη μέλη που έχουν υποβληθεί σε σημαντικά μέτρα δημοσιονομικής εξυγίανσης. Στην Ισπανία η πιθανότητα μειώθηκε από 50% σε 30% και στην Ελλάδα από 25% σε 15%, ενώ παρέμεινε σταθερή στις Κάτω Χώρες και βελτιώθηκε στην Τσεχική Δημοκρατία και στην Εσθονία.

    Διάγραμμα 2: Ποσοστό μακροχρόνιας ανεργίας σε% του ενεργού πληθυσμού, 2008 και 2011

    Πηγή: Eurostat, EΕΔ της ΕΕ

    Η μακροχρόνια ανεργία έχει αυξηθεί για όλες τις ομάδες αλλά κυρίως για τους νέους και τα άτομα με χαμηλότερο επίπεδο εκπαίδευσης. Ωστόσο, το 2011 ο κίνδυνος να καταστούν μακροχρόνια άνεργοι ήταν πάνω από 55% για τους εργαζομένους μεγαλύτερης ηλικίας, ενώ το ποσοστό αυτό ήταν μόνο περίπου 30% για τους νέους. Το 2011, η μακροχρόνια ανεργία μεταξύ των ανειδίκευτων εργαζομένων ήταν τέσσερις φορές υψηλότερη από ό, τι ήταν για τους  εργαζόμενους υψηλής ειδίκευσης. Επίσης, το 2011, οι υπήκοοι τρίτων χωρών εμφάνισαν μακροχρόνια ανεργία δύο φορές υψηλότερη από  τον μέσο όρο των εργαζομένων της ΕΕ. Ορισμένα κράτη μέλη μπόρεσαν να περιορίσουν την έκταση της μακροχρόνιας ανεργίας είτε επειδή η ύφεση ήταν μικρότερης διάρκειας είτε χάρη στην αποτελεσματικότητα των θεσμών της αγοράς εργασίας.

    Περισσότεροι του ενός στους πέντε νέους στην αγορά εργασίας είναι άνεργοι. Η κατάσταση των νέων στην αγορά εργασίας αποτελεί τόσο σε οικονομικό όσο και κοινωνικό επίπεδο κατάσταση έκτακτης ανάγκης, με 5,52 εκατομμύρια νέους ανέργους. Κατά τους τελευταίους 12 μήνες, το ποσοστό ανεργίας των νέων αυξήθηκε στη μεγάλη πλειονότητα των κρατών μελών, ενώ παρέμεινε σε επίπεδα άνω του 50% σε δύο κράτη μέλη και άνω του 30% σε έξι. Το 2011, το ποσοστό απασχόλησης των νέων ηλικίας μεταξύ 20 και 34 και αποφοίτων τουλάχιστον ανώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης μειώθηκε, σε σύγκριση με το 2008, κατά 4,2 εκατοστιαίες μονάδες στο 77,2%, το οποίο δείχνει ότι  η μετάβαση από την εκπαίδευση στην απασχόληση καθίσταται όλο και δυσκολότερη.

    Τα άτομα που εγκαταλείπουν πρόωρα το σχολείο έχουν μηδαμινές προοπτικές απασχόλησης. Τα άτομα που εγκαταλείπουν πρόωρα το σχολείο είναι οπωσδήποτε η πλέον ευάλωτη υποομάδα του νεαρού εργατικού δυναμικού της Ευρώπης. Σε όλη την ΕΕ, περισσότεροι από τους μισούς νέους που εγκαταλείπουν το σχολείο είναι άνεργοι. Το ποσοστό των ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα το σχολείο μειώθηκε από 14,1% το 2010 σε 13,5% το 2011. Οι διαφορές όσον αφορά τα ποσοστά πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου συνεχίζουν να είναι μεγάλες μεταξύ των κρατών μελών αλλά τα κράτη μέλη που εφάρμοσαν αποτελεσματικές και ολοκληρωμένες πολιτικές για την καταπολέμηση της πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου επέτυχαν επίσης σημαντικές βελτιώσεις. Η πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου εξακολουθεί να είναι συχνότερη στους νέους που προέρχονται από μειονεκτικό περιβάλλον, στους μετανάστες, στις εθνοτικές μειονότητες, όπως οι Ρομά, και στα αγόρια.

    Το ποσοστό των νέων που είναι εκτός απασχόλησης, εκπαίδευσης ή κατάρτισης (ΕΑΕΚ) εξακολουθεί να αυξάνεται. Πιο ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι οι αυξήσεις ήταν υψηλότερες σε εκείνα τα κράτη μέλη τα οποία παρουσίαζαν ήδη υψηλότερα επίπεδα. Παρά το ό,τι η μεγαλύτερη αύξηση σημειώθηκε όσον αφορά τους νέους άνδρες, τα ποσοστά νέων ΕΑΕΚ παραμένουν υψηλότερα για τις νέες γυναίκες σε όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές χώρες.

    Διάγραμμα 3: Μερίδιο των ΕΑΕΚ μεταξύ των νέων ηλικίας 15-24 ετών (%)

    Πηγή: Eurostat, ΕΕΔ

    Η μεταβλητότητα των ποσοστών ανεργίας στα κράτη μέλη έχει σημαντικά αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, ιδίως στη ζώνη του ευρώ. Η ποικιλομορφία είναι επίσης έντονη σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο με θύλακες εξαιρετικά υψηλής ανεργίας των νέων και μακροχρόνιας ανεργίας σε υποεθνικό επίπεδο. Τον Αύγουστο του 2012, η AT είχε το χαμηλότερο ποσοστό ανεργίας  ύψους μόνο 4,5%, ενώ στην ES έχει φθάσει στο 25,1%. Μεγάλο μέρος της ανεργίας είναι συγκεντρωμένο σε σχετικά μικρό αριθμό χωρών. Στην πραγματικότητα, ο αριθμός των ανέργων στην IT, την ES και τις χώρες με προγράμματα χρηματοδοτικής υποστήριξης (EL, IE, PT, RO) αντιπροσωπεύει σχεδόν το ήμισυ της συνολικής ανεργίας στην ΕΕ και το ποσοστό αυτό αυξήθηκε σημαντικά κατά τη διάρκεια της κρίσης.

    Διάγραμμα 4: Μεταβολή του ποσοστού ανεργίας (% μονάδες) κατά τη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών και των τριών τελευταίων μηνών μέχρι τον Αύγουστο του 2012, και εξέλιξη της κατανομής των ποσοστών ανεργίας μεταξύ Αυγ. 2009 και Αυγ. 2012

    Πηγή: Eurostat

    Σημειώσεις: Eurostat. Δεύτερη γραφική παράσταση: Δεν υπάρχουν στοιχεία  για τον Αύγουστο του 2012 για 5 κράτη μέλη. Στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν: Ιούνιος για EE και LV, Ιούλιος για EL, HU και UK 

    Το χάσμα μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά την απασχόληση και τους κοινωνικούς δείκτες διευρύνεται. Αυτό είναι ιδιαίτερα εμφανές μεταξύ των νοτίων και των περιφερειακών ευρωπαϊκών χωρών. Τα κράτη μέλη με τη μεγαλύτερη μέχρι στιγμής ανθεκτικότητα είναι ως επί το πλείστον οι χώρες της Βόρειας και Κεντρικής Ευρώπης. Οι κρίσεις φαίνεται να είναι ασύμμετρες αλλά πολύ συχνά χώρες με σχετικά ενιαίες αγορές εργασίας, ισχυρά συστήματα κοινωνικής πρόνοιας και ικανότητα προσωρινής προσαρμογής του ωραρίου εργασίας και του χρόνου εργασίας (εσωτερική ευελιξία) είναι σε καλύτερη κατάσταση.

    Πρόσφατα στοιχεία δείχνουν ότι οι μισθοί και το κόστος εργασίας έχουν αρχίσει να στηρίζουν μια εξωτερική  επανεξισορρόπηση. Το 2011, οι αγορές εργασίας στην Ευρώπη παρουσίασαν σαφή σημάδια βελτιωμένης μισθολογικής  δυναμικής, με ελαφριά αύξηση του ονομαστικού μοναδιαίου κόστους εργασίας μετά από πραγματική μείωση το 2010. Η πραγματική αμοιβή ανά εργαζόμενο μειώθηκε σε περίπου τα μισά από τα κράτη μέλη το 2011 και επεκτάθηκε με ρυθμό χαμηλότερο από αυτόν της παραγωγικότητας, επιβεβαιώνοντας την τάση μείωσης του μεριδίου των μισθών που ξεκίνησε το 2010. Οι εξελίξεις όσον αφορά το ονομαστικό μοναδιαίο κόστος εργασίας διαφέρουν κάπως μεταξύ των κρατών μελών. Σε γενικές γραμμές, οι εξελίξεις του ονομαστικού μοναδιαίου κόστους εργασίας παρουσιάζουν όλο και περισσότερο τάσεις υποστηρικτικές της εξωτερικής επανεξισορρόπησης με όλο και πιο σαφή διαφοροποίηση μεταξύ, αφενός, των χωρών με μεγαλύτερες ανάγκες μείωσης της ανεργίας και επανεξισορρόπησης των εξωτερικών ελλειμμάτων και, αφετέρου, των χωρών με πιο βιώσιμη ανάκαμψη και πλεονάσματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.

    Διάγραμμα 5: Ετήσιος ρυθμός αύξησης του ονομαστικού μοναδιαίου κόστους εργασίας (δεύτερο τρίμηνο 2011/δεύτερο τρίμηνο 2012) και τάση σε οκτώ επιλεγμένα κράτη μέλη (αυτά που έλαβαν ειδική σύσταση για το ζήτημα των μισθών),  δεύτερο τρίμηνο 2008- δεύτερο τρίμηνο 2012

    Σημείωση : Τριμηνιαία στοιχεία εποχιακά διορθωμένα

    Πηγή: Eurostat. Πρώτη γραφική παράσταση: Για την περίπτωση της CY, η σύγκριση είναι με το πρώτο τρίμηνο 2011 και το πρώτο τρίμηνο 2012 (δεν υπάρχουν στοιχεία για το δεύτερο τρίμηνο 2012)

    Πηγή: Eurostat

    Η πριν την κρίση τάση ισχυρότερης πραγματικής δυναμικής των μισθών στις χώρες με χαμηλά αποτελέσματα ανεργίας έχει αντιστραφεί από το 2010. Οι εξελίξεις αυτές συνέβαλαν στη σταδιακή βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των τομέων που είναι προσανατολισμένοι προς τις εξαγωγές. Η ζήτηση εργασίας και οι μισθοί φαίνεται να παρουσιάζουν μεγαλύτερη σταθερότητα στον τομέα των εμπορεύσιμων αγαθών σε χώρες που έχουν σαφώς αρχίσει ή σχεδόν ολοκληρώσει μια διαδικασία διόρθωσης των ελλειμμάτων του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Επιπλέον, τα στοιχεία δείχνουν ότι έως το 2009 η πραγματική δυναμική των μισθών ήταν ισχυρότερη, αλλά η κατάσταση αυτή έχει αντιστραφεί από το 2010.

    Το μέσο εισόδημα των νοικοκυριών μειώνεται σε πολλά κράτη μέλη. Μεταξύ 2009 και 2011, το ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών μειώθηκε στα δύο από τα τρία κράτη μέλη και η κατάσταση έχει αποκλίνει περισσότερο μεταξύ των χωρών. Στα περισσότερα κράτη μέλη, η παρατεινόμενη οικονομική κρίση και της αγοράς εργασίας, σε συνδυασμό με την ανάγκη συνέχισης της δημοσιονομική εξυγίανσης (που περιλαμβάνει περικοπές των κοινωνικών παροχών και αύξηση των φόρων) εξασθένισε σταδιακά τα προστατευτικά αποτελέσματα των εθνικών αυτόματων σταθεροποιητών, δεδομένου ότι οι δικαιούχοι έπαυσαν να δικαιούνται παροχές ή μειώθηκαν τα επίπεδα παροχών. Ως αποτέλεσμα, τα εισοδήματα των νοικοκυριών μειώθηκαν ιδίως σε εκείνα τα κράτη μέλη όπου η ύφεση ήταν παρατεταμένη. Τα μέτρα δημοσιονομικής εξυγίανσης που εφαρμόστηκαν μετά το 2010 φαίνεται ότι συνέβαλαν σημαντικά στη μείωση των διαθέσιμων εισοδημάτων των νοικοκυριών.

    Διάγραμμα 6: Αλλαγή στο ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα νοικοκυριών κατά τη διάρκεια της κρίσης

    Πηγή: Eurostat, εθνικοί λογαριασμοί

    Το ποσοστό των νοικοκυριών της ΕΕ που αναφέρθηκε ότι αντιμετωπίζουν χρηματοοικονομικές δυσχέρειες παραμένει σε ιστορικά υψηλά επίπεδα, και εν γένει αυξήθηκε περαιτέρω κατά τους τελευταίους μήνες. Το 2012, η ετήσια αύξηση του δείκτη οικονομικής πίεσης στο χαμηλότερο πεμπτημόριο ήταν ιδιαίτερα έντονη στην Ισπανία και στην Ιταλία (αύξηση 10%), ενώ μειώσεις αναφέρθηκαν σε 6 κράτη μέλη.

    Πρόσφατα στοιχεία δείχνουν υψηλότερα επίπεδα και βαθύτερες μορφές φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού. Το ποσοστό των ατόμων που κινδυνεύουν από φτώχεια ή κοινωνικό αποκλεισμό, έχει αυξηθεί σε ορισμένα κράτη μέλη από το 2008, τα οποία υπερβαίνουν αριθμητικά αυτά στα οποία  έχει μειωθεί. Ορισμένες ομάδες πλήττονται ιδιαίτερα (συμπεριλαμβανομένων των παιδιών, των μονογονεϊκών οικογενειών, του ενεργού πληθυσμού, και πιο συγκεκριμένα των νέων). Η εξέλιξη του βάθους της φτώχειας επιβεβαιώνει ότι τα άτομα που κινδυνεύουν από φτώχεια γίνονται όλο και φτωχότερα σε πολλές χώρες, ιδίως σε εκείνες όπου τα συνολικά ποσοστά κινδύνου φτώχειας είναι υψηλά. Το 2010 στην ΕΕ, το μέσο εισόδημα των ατόμων που κινδυνεύουν από φτώχεια ήταν 22% χαμηλότερο από το όριο της φτώχειας, γεγονός που αποδεικνύει την εμβάθυνση του χάσματος φτώχειας στα περισσότερα κράτη μέλη από το 2008.

    Διάγραμμα 7: Εξέλιξη του αριθμού των ατόμων που κινδυνεύουν από φτώχεια ή κοινωνικό αποκλεισμό (AROPE) στα κράτη μέλη της ΕΕ μεταξύ 2008 και 2011

    Πηγή: ΕΕ-SILC· * στοιχεία: SILC 2011 (2010)

    Η φτώχεια των εργαζομένων και η κοινωνική πόλωση είναι σε άνοδο σε πολλά κράτη μέλη. Το 2011, οι φτωχοί εργαζόμενοι αντιπροσώπευαν το ένα τρίτο των ενηλίκων σε ηλικία εργασίας που κινδυνεύουν από φτώχεια. Το 2010, το 8,4% των απασχολούμενων ατόμων ζούσαν κάτω από το όριο της φτώχειας και ο κίνδυνος ήταν σημαντικά υψηλότερος για τις οικογένειες με εξαρτώμενα τέκνα (10,7%). Ο αριθμός των φτωχών εργαζομένων αυξήθηκε μεταξύ των γυναικών, αλλά παραμένει υψηλότερος για τους άνδρες. Μεταξύ 2006 και 2010, η φτώχεια των εργαζομένων αυξήθηκε σημαντικά στο ένα στα τρία κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένων και των πλέον εύπορων κρατών μελών με ανθεκτικότερες οικονομίες και αγορές εργασίας. Παράγοντες όπως η προσαρμογή των μισθών, η μείωση των ωρών εργασίας, οι ρυθμίσεις εργασίας με μειωμένο ωράριο, και η αύξηση των συμβάσεων μερικής και προσωρινής απασχόλησης έχουν ενδεχομένως συμβάλει σε αυτό.

    2. Μείζονες προκλήσεις της αγοράς εργασίας

    Οι πρόσφατες τάσεις της αγοράς εργασίας είναι εν μέρει το αποτέλεσμα των κυκλικών διακυμάνσεων, και ιδίως της βαθειάς οικονομικής κρίσης, αλλά οφείλονται επίσης σε διαρθρωτικές και θεσμικές προκλήσεις της αγοράς εργασίας που επηρεάζουν την οικονομική δραστηριότητα και τις επιδόσεις των αγορών εργασίας.

    Η καθαρή δημιουργία θέσεων εργασίας (αύξηση της απασχόλησης) μειώνεται σταθερά, τόσο σε επίπεδο ΕΕ όσο και σε επίπεδο κρατών μελών, με εξαίρεση το 2010. Από τα μέσα του 2011, η Ευρώπη ως σύνολο έχει επιστρέψει σε αρνητικές τιμές του ποσοστού αύξησης της απασχόλησης. Αυτό είναι το καθαρό αποτέλεσμα αφενός της πτωτικής τάσης της εύρεσης εργασίας (άνεργοι που αποκτούν εργασία) και αφετέρου των ανοδικών τάσεων στον διαχωρισμό των θέσεων εργασίας, το οποίο σημαίνει ότι χρειάζονται πολιτικές για την τόνωση της ζήτησης εργασίας και ένα αναπτυξιακό μοντέλο πιο πλούσιο σε θέσεις εργασίας[3]. Ταυτόχρονα, ωστόσο, τα προγράμματα δημιουργίας θέσεων απασχόλησης που υποστηρίζονται από τα διαρθρωτικά ταμεία και το Ταμείο Συνοχής αναφέρουν σημαντικές θετικές εξελίξεις όσον αφορά τόσο την ακαθάριστη δημιουργία θέσεων εργασίας όσο και την υποστηριζόμενη σύσταση νέων επιχειρήσεων.   

    Διάγραμμα 8: Ποσοστό ανεργίας και εύρεσης θέσεων εργασίας στην ΕΕ-27, πρώτο τρίμηνο 2007- τέταρτο τρίμηνο 2011

    Πηγή: Υπολογισμοί των υπηρεσιών της Επιτροπής βάσει των δεδομένων της Eurostat

    Το δυναμικό δημιουργίας θέσεων εργασίας σε ορισμένους νευραλγικούς τομείς μπορεί να αξιοποιηθεί περαιτέρω εάν λυθεί το πρόβλημα της έλλειψης δεξιοτήτων. Η οικολογική βιομηχανία, εκτιμάται ότι θα δημιουργήσει περίπου 8 εκατομμύρια θέσεις εργασίας μέχρι το 2020, από τις οποίες μέχρι 2,8 εκατομμύρια προέρχονται από μέτρα αποτελεσματικής χρησιμοποίησης των πόρων, 2 εκατομμύρια από την εφαρμογή πολιτικών ενεργειακής απόδοσης, και άλλα 3 εκατομμύρια από την ανάπτυξη του τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας[4]. Το 2012, ο αριθμός των ατόμων που προβλέπεται να εργαστούν σε οικολογικές βιομηχανίες ειδικά στην ΕΕ αναμένεται να ανέλθει σε 3,4 εκατομμύρια  από τα 2,7 εκατομμύρια που ήταν το 2008, αποδεικνύοντας ότι, ακόμη και στο σημερινό οικονομικό κλίμα, υπάρχει δυναμικό ανάπτυξης της απασχόλησης στον πράσινο τομέα. Μεταξύ 2005 και 2009, ο τομέας των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας συνέβαλε στην δημιουργία άνω των 300.000 νέων θέσεων εργασίας. Κατά την περίοδο 2008-2011, ο τομέας «υγεία και κοινωνική μέριμνα» δημιούργησε περίπου 1. 866. 000 νέες θέσεις εργασίας. Επιπλέον, η ζήτηση για νέες θέσεις στον τομέα αυτό αναμένεται να αυξηθεί συνολικά  με 8 εκατομμύρια θέσεις εργασίας που προβλέπεται να δημιουργηθούν μεταξύ 2010 και 2020. Όσον αφορά τον τομέα των ΤΠΕ, μέχρι το 2015, αναμένεται να διατεθούν μέχρι 700. 000 κενές θέσεις για επαγγελματίες των ΤΠΕ. Και οι δύο τομείς αντιμετωπίζουν παρόμοιες προκλήσεις για να αντικαταστήσουν ένα γηράσκον εργατικό δυναμικό με νεότερους εργαζόμενους. Σημαντικές ελλείψεις δεξιοτήτων αναφέρονται γενικά  στους τομείς της πράσινης οικονομίας, τον τομέα των ΤΠΕ και της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, κυρίως για επαγγέλματα με υψηλό βαθμό τεχνικής εξειδίκευσης.

    Η φορολόγηση της εργασίας παραμένει υψηλή και έχει αυξηθεί σε ορισμένα κράτη μέλη, ενώ οι μεταβολές στη σύνθεση μειώνουν το κόστος της εργασίας. Η μεγάλη φορολογική επιβάρυνση αποτελεί αντικίνητρο εργασίας για τα άτομα που συμβάλλουν δευτερευόντως στο εισόδημα νοικοκυριού και για τους χαμηλού εισοδήματος και ανειδίκευτους εργαζομένους και ενδέχεται να επηρεάσει αρνητικά τα ποσοστά απασχόλησής τους σε συγκεντρωτικό επίπεδο. Το 2011, η μέση φορολογική επιβάρυνση για την ΕΕ των 27 ήταν 39,6% σε σύγκριση με 21% στην Ελβετία, 29,5% στις ΗΠΑ και 30,8% στην Ιαπωνία και τον Καναδά. Κατά μέσο όρο, η φορολογική επιβάρυνση στην Ευρώπη αυξήθηκε κατά 0,3 εκατοστιαίες μονάδες μεταξύ 2010 και 2011, επηρεάζοντας  επίσης και τους χαμηλόμισθους. Οι αυξήσεις υπήρξαν γενικά υψηλότερες στα κράτη μέλη με ήδη υψηλές φορολογικές επιβαρύνσεις. Ωστόσο, αυτό οφείλεται κυρίως σε αλλαγές στους φόρους ατομικού εισοδήματος και, σε ορισμένες περιπτώσεις, συνοδεύτηκε από μειώσεις στις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης των εργοδοτών, μειώνοντας κατ 'αυτόν τον τρόπο το κόστος εργασίας.

    Διάγραμμα 9: Συνολική φορολογική επιβάρυνση για τα χαμηλά εισοδήματα (με βάση το 67% των μέσων αποδοχών ως υποκατάστατο για την ομάδα αυτή) το 2011 και ετήσια μεταβολή 2010-2011

    Σύντομη περιγραφή: * στοιχεία για χώρες εκτός ΟΟΣΑ και ΕΕ (BG, LV, LT, MT και RO) είναι διαθέσιμα μόνο για το 2010 · * * στοιχεία της CY  για το 2007. Για τις χώρες αυτές, οι αλλαγές στη φορολογική επιβάρυνση αφορούν την  περίοδο 2009-2010 (για την CY την περίοδο 2006-2007). Πηγή: ΟΟΣΑ

    Ο κατακερματισμός της αγοράς εργασίας συνέχισε να αυξάνεται με την επέκταση των συμβάσεων προσωρινής και μερικής απασχόλησης. Μεταξύ 2007 και 2011, το ποσοστό των εργαζομένων που απασχολούνται παρά τη θέλησή τους με συμβάσεις ορισμένου χρόνου ή μερικής απασχόλησης, αυξήθηκε σε 21 από τα 27 κράτη μέλη. Υπάρχουν μεγάλες αποκλίσεις μεταξύ των κρατών μελών, αλλά οι αγορές των χωρών  της Μεσογείου και της Πολωνίας χαρακτηρίζονται από τον μεγαλύτερο κατακερματισμό. Η ασύμμετρη νομοθεσία για την προστασία της απασχόλησης μεταξύ μόνιμων και προσωρινών/ορισμένου χρόνου θέσεων εργασίας είναι η κύρια αιτία κατακερματισμού της αγοράς εργασίας. Το 2011, το 60,4% των ατόμων ηλικίας 15-64 ετών που εργάζονται με προσωρινές συμβάσεις, το έπραξαν παρά τη θέλησή τους. Οι πιθανότητες απασχόλησης με σύμβαση αορίστου χρόνου είναι χαμηλότερες στα κράτη μέλη με αυστηρότερη νομοθεσία για την προστασία της απασχόλησης.

    Διάγραμμα 10: Ποσοστό των εργαζομένων που απασχολούνται παρά τη θέλησή τους με συμβάσεις ορισμένου χρόνου ή μερικής απασχόλησης (2007 και 2011) και μετάβαση από προσωρινή σε μόνιμη απασχόληση (στοιχεία 2010)

    Σύντομη περιγραφή: * τα στοιχεία  για τη SI αφορούν το 2011· * * διαθέσιμα στοιχεία για την ΙΕ υπάρχουν μόνο για το 2007.

    Πηγή: Eurostat, LFS και SILC

    Οι νέοι υπερεκπροσωπούνται έντονα όσον αφορά την προσωρινή απασχόληση στις αγορές εργασίας της ΕΕ, και η κατάσταση έχει επιδεινωθεί με την πάροδο του χρόνου. Το 2011, περίπου 42,5% των νέων εργαζομένων στην ΕΕ εργάζονταν με προσωρινές συμβάσεις, σε σύγκριση με 14,0% του μέσου ενεργού πληθυσμού. Τα στοιχεία δείχνουν ότι μεταξύ των νέων, οι προσωρινές θέσεις εργασίας  ενδέχεται σε κάποιο βαθμό να χρησιμεύσουν ως εφαλτήριο για μια μόνιμη θέση εργασίας, αλλά αυτό δεν συμβαίνει σε άλλα κράτη μέλη, όπου τα ποσοστά μετάβασης από προσωρινές σε μόνιμες συμβάσεις είναι ιδιαίτερα χαμηλά.

    Διάγραμμα 11: Εργαζόμενοι με μόνιμη και προσωρινή απασχόληση, ελεύθεροι επαγγελματίες και σύνολο εργαζομένων (15-64 ετών), πρώτο τρίμηνο 2007- πρώτο τρίμηνο 2012

    Πηγή: Eurostat

    Η μερική απασχόληση αντιστοιχεί σε μεγάλο μέρος της αύξησης της απασχόλησης που παρατηρήθηκε κατά τη διάρκεια της κρίσης. Ενώ η συνολική απασχόληση μειώθηκε μεταξύ 2008 και 2010 και ο αριθμός των εργαζομένων πλήρους απασχόλησης συρρικνώθηκε κατά 6,2 εκατομμύρια, ο αριθμός των εργαζομένων σε μερική απασχόληση αυξήθηκε κατά 1,1 εκατ. ευρώ κατά την ίδια περίοδο. Η επέκταση της εργασίας με καθεστώς μερικής απασχόλησης υπήρξε σταθερή τα τελευταία χρόνια και ανήλθε σε 18,8% το 2011. Περίπου το ένα τρίτο των εργαζόμενων γυναικών είναι με καθεστώς μερικής απασχόλησης σε σύγκριση με μόνο το 8,1% των ανδρών, διαφορά που αντικατοπτρίζει το γεγονός ότι οι υπηρεσίες φροντίδας παιδιών καλύπτουν μόνο το 28% των παιδιών κάτω των 3 ετών και το 84% των παιδιών ηλικίας άνω των 3.

    Υπάρχουν πρόσφατες ενδείξεις υποβάθμισης στη διαδικασία αντιστοίχισης των θέσεων εργασίας στις ευρωπαϊκές αγορές εργασίας. Για τα περισσότερα κράτη μέλη η καμπύλη Beveridge η οποία συνδέει τα ποσοστά ανεργίας με τις κενές θέσεις εργασίας,  στράφηκε περαιτέρω προς τα δεξιά. Ωστόσο, τρία κράτη μέλη έχουν προχωρήσει στην καμπύλη Beveridge (BE, AT, FI) από τις αρχές του 2008, και για ένα κράτος μέλος η καμπύλη έχει στραφεί προς τα μέσα (DE), γεγονός που δείχνει τη βελτίωση των αγορών εργασίας και της διαδικασίας αντιστοίχισης. Η υποβάθμιση ενδέχεται να είναι η συνέπεια αναντιστοιχιών μεταξύ δεξιοτήτων και εκπαιδευτικών προσόντων που απαιτούνται για συγκεκριμένη θέση εργασίας, της αύξησης της μακροχρόνιας ανεργίας, της ανεπαρκούς ανταπόκρισης στις δημογραφικές αλλαγές και της αναποτελεσματικότητας των υπηρεσιών που παρέχουν οι υπηρεσίες απασχόλησης. Ωστόσο, ενδέχεται να είναι και η συνέπεια τριβών και εμποδίων στη γεωγραφική και επαγγελματική κινητικότητα και της ασύμμετρης πληροφόρησης μεταξύ των εργοδοτών και των εργαζομένων. Οι ευρωπαίοι πολίτες εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν νομικά, διοικητικά και πρακτικά εμπόδια όταν μετακινούνται διασυνοριακά. Περαιτέρω μεταρρυθμίσεις προβλέπονται για τη μετατροπή του EURES[5] σε εργαλείο προσαρμοσμένο στη ζήτηση για τις ενδοενωσιακές προσλήψεις, για την τοποθέτηση και την αντιστοίχιση προσφοράς και ζήτησης εργασίας, ώστε να μπορέσουν τα κράτη μέλη να αναπτύξουν τις δικές τους υπηρεσίες EURES σύμφωνα με τις δικές τους ειδικές οικονομικές ανάγκες, για παράδειγμα στηρίζοντας τα επαγγέλματα που υποεξυπηρετούνται και συγκεκριμένες ομάδες εργαζομένων, συμπεριλαμβανομένων των νέων.

    Σχήμα 12: Καμπύλη Beveridge, ΕΕ-27, 2008 (1ο τρίμηνο) — 2012 (3ο τρίμηνο)

    Πηγή: Eurostat, τα στοιχεία που χρησιμοποιούνται είναι: (i) το ποσοστό ανεργίας (ΠΑ, %), και (ii) ο δείκτης έλλειψης εργατικού δυναμικού (ΔΕΕΔ,%), που προέρχονται από τα αποτελέσματα έρευνας για τις επιχειρήσεις της ΕΕ.  

    Η συνεχιζόμενη διαρθρωτική ανεργία κινδυνεύει να παγιωθεί. Η καταγεγραμμένη μετατόπιση της καμπύλης Beveridge προς τα έξω ενδέχεται να είναι προσωρινή, δεδομένου ότι η αγορά εργασίας προσπαθεί να αντιδράσει και να προσαρμοστεί στη μεταβαλλόμενη οικονομική δραστηριότητα, για παράδειγμα μέσω αλλαγών στη δυναμική των μισθών, την επανεκπαίδευση ή την εντατικοποίηση των ενεργητικών πολιτικών για την αγορά εργασίας. Ωστόσο, η μετατόπιση μπορεί επίσης να υποδηλώνει πιο μακροχρόνια διαρθρωτικά προβλήματα που απειλούν να αυξήσουν  μόνιμα το διαρθρωτικό επίπεδο ανεργίας. Τα στοιχεία δείχνουν ότι το επίπεδο της διαρθρωτικής ανεργίας, υπολογιζόμενο βάσει του ποσοστού ανεργίας που δεν επιταχύνει την αύξηση των μισθών (non-accelerating wage rate of unemployment-NAWRU), αυξάνεται στις περισσότερες χώρες της ΕΕ από την αρχή της κρίσης, και ότι η αύξηση αυτή εξελίσσεται  παράλληλα με την υποβάθμιση της καμπύλης Beveridge.

    Διάγραμμα 13: Ποσοστό ανεργίας (%) που δεν επιταχύνει την αύξηση των μισθών (NAWRU) ανά κράτος μέλος

    Πηγή: AMECO

    Πρόσφατα σημειώθηκε μείωση των δαπανών για ενεργητικές πολιτικές στον τομέα της αγοράς εργασίας ανά άνεργο. Υπάρχουν στοιχεία που αποδεικνύουν ότι οι ενεργητικές πολιτικές για την αγορά εργασίας έχουν θετικό αποτέλεσμα στα ποσοστά ανεργίας, ιδίως για τις γυναίκες και τον ανειδίκευτο πληθυσμό. Τα κράτη μέλη με το χαμηλότερο επίπεδο μακροχρόνιας ανεργίας είναι επίσης μεταξύ αυτών, όπου το επίπεδο συμμετοχής σε ενεργητικές πολιτικές αγοράς εργασίας είναι το υψηλότερο, αν και διάφοροι άλλοι παράγοντες μπορεί να συνέβαλαν στην καλή αυτή επίδοση. Ωστόσο, οι πραγματικοί  πόροι για ενεργητικές πολιτικές για την αγορά εργασίας ανά άνεργο μειώθηκαν περισσότερο από 20% στο διάστημα μεταξύ 2007 και 2010[6].

    Διάγραμμα 14: Συμμετοχή σε ενεργητικές πολιτικές για την αγορά εργασίας (ΕΠΑΕ)  2010 και ποσοστό μακροχρόνιας ανεργίας 2011

    Πηγή: Eurostat

    Το αποτέλεσμα αποσβεστήρα του συστήματος κοινωνικής προστασίας στο εισόδημα των νοικοκυριών ως αυτόματου σταθεροποιητή άρχισε να εξασθενίζει μετά το 2009. Στην πρώτη φάση της κρίσης, οι κοινωνικές παροχές διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στη στήριξη των εισοδημάτων των νοικοκυριών. Στην ευρωζώνη, οι καθαρές κοινωνικές παροχές και οι μειωμένοι φόροι συνέβαλαν θετικά στην αλλαγή του ακαθάριστου διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών κατά τη διάρκεια του 2009 και τα πρώτα δύο τρίμηνα του 2010. Ωστόσο, στη δεύτερη φάση της οικονομικής κρίσης το αποτέλεσμα αυτό άρχισε να εξασθενίζει.. Στο τέλος του 2010, η συνεισφορά των κοινωνικών παροχών στην αλλαγή του ακαθάριστου διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών έχει αρχίσει να καθίσταται αρνητική. Σε ορισμένες χώρες όλο και περισσότεροι άνθρωποι δεν καλύπτονται από κανένα καθεστώς. Η εξασθένιση σχετίζεται με τη σταδιακή μείωση των δικαιωμάτων παροχών, τη σταδιακή κατάργηση των αρχικά επιλεκτικών μέτρων στήριξης του εισοδήματος και, σε ορισμένες χώρες, στις περικοπές των κοινωνικών δαπανών που ήταν μέρος των προγραμμάτων δημοσιονομικής εξυγίανσης.

    Υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά την αποτελεσματικότητα των δαπανών τους, και ιδίως τα αποτελέσματα όσον αφορά τη μείωση της φτώχειας που επιτυγχάνουν ανά μονάδα δαπανών όταν τα είδη δαπανών και οι δομές των παροχών κοινωνικής προστασίας είναι παρόμοιες. Τα συστήματα φόρων και παροχών είναι από τα πιο σημαντικά μέσα για την πρόληψη και την αντιμετώπιση της φτώχειας. Το 2010, οι δαπάνες για παροχές κοινωνικής προστασίας (εξαιρουμένων των συντάξεων) μείωσαν το ποσοστό φτώχειας στην ΕΕ από 26% σε 16%, ήτοι κατά 37%. Ωστόσο, κράτη μέλη που δαπανούν παρόμοια ποσά για κοινωνική προστασία επιτυγχάνουν αρκετά διαφορετικά αποτελέσματα, και αντιστρόφως. Ορισμένες χώρες κατορθώνουν να μειώσουν τα ποσοστά φτώχειας μεταξύ των παιδιών και των ηλικιωμένων ή των εργαζομένων με άδεια ασθενείας με λιγότερες δαπάνες από ό, τι άλλες. Ορισμένες χώρες έχουν καλύτερα επίπεδα παροχών, διότι με την ταχύτερη επιστροφή των εργαζόμενων στην εργασία τους κατορθώνουν να μειώσουν τον χρόνο που αφιερώνουν για τις παροχές. Η επίτευξη ισορροπίας μεταξύ καθολικών παροχών και παροχών με βάση το εισόδημα καθώς και μεταξύ παροχών σε χρήμα και παροχών σε είδος, θα μπορούσε να συμβάλει στην εργασιακή κινητοποίηση των ανθρώπων. Από τη συσχέτιση των δαπανών κοινωνικής προστασίας με τη μείωση της φτώχειας προκύπτει ότι ορισμένα συστήματα είναι πιο αποτελεσματικά από άλλα. Τα κράτη μέλη BG, LV, PL και RO είναι συγκεντρωμένα στον τομέα των χαμηλών δαπανών με χαμηλά αποτελέσματα· Τα κράτη μέλη ES, IT, PT, CY (και EL) εμφανίζουν παρόμοια αποτελέσματα αλλά για μεγαλύτερες δαπάνες. Επιπλέον, έχουν χαμηλότερες επιδόσεις από τον μέσο όρο της ΕΕ όσον αφορά τη μείωση της παιδικής φτώχειας.

    Οι σημαντικότερες προκλήσεις παραμένουν στην πλήρη εφαρμογή των ενεργητικών στρατηγικών κοινωνικής ένταξης, με έμφαση, ταυτόχρονα, στην επαρκή εισοδηματική στήριξη, στις αγορές εργασίας χωρίς αποκλεισμούς και στην πρόσβαση σε ποιοτικές υπηρεσίες. Σε πολλά κράτη μέλη είναι εμφανής μια τάση προς δραστικές πολιτικές πρόνοιας και την αντιμετώπιση των οικονομικών αντικινήτρων όσον αφορά την εργασία. Ωστόσο, εξακολουθούν να υπάρχουν διαφορές μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά το επίπεδο κάλυψης της κοινωνικής αρωγής και των συστημάτων ελάχιστου εισοδήματος και πρέπει να καταβληθούν περαιτέρω προσπάθειες ώστε να δοθεί βοήθεια στις ομάδες που αντιμετωπίζουν τις πιο βαθιές μορφές φτώχειας (όπως οι άστεγοι και οι Ρομά). Η εξασφάλιση επαρκούς εισοδηματικής στήριξης είναι ένα αποτελεσματικό εργαλείο για τη διευκόλυνση της μετάβασης στην εργασία, την προώθηση της κοινωνικής ένταξης και την τόνωση της συνολικής ζήτησης. Η προσφορά ποιοτικής και οικονομικά προσιτής παιδικής μέριμνας στηρίζει τη συμμετοχή των γονέων στην αγορά εργασίας και παρέχει στα παιδιά τις καλύτερες ευκαιρίες στη ζωή, αλλά υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν ότι οι πιο ευάλωτες οικογένειες έχουν γενικά χαμηλότερα ποσοστά συμμετοχής, που οφείλονται σε παράγοντες όπως η διαθεσιμότητα και η πρόσβαση, η οικονομική προσιτότητα, η επιλεξιμότητα και η γονική επιλογή.

    3. Εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας

    Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 1ης και 2ας Μαρτίου 2012, βάσει της ΕΕΑ της Επιτροπής για το 2012, καθόρισε τις κατευθυντήριες γραμμές πολιτικής που πρέπει να ακολουθούν τα κράτη μέλη για να υποβάλουν τα εθνικά τους προγράμματα μεταρρυθμίσεων, τα οποία περιλαμβάνουν τα σχέδιά τους για μεταρρυθμίσεις της αγοράς εργασίας με σκοπό την επίτευξη των κύριων στόχων της Ευρωπαϊκής Ένωσης που καθορίζονται στις κατευθυντήριες γραμμές για την απασχόληση. Βάσει των προτάσεων της Επιτροπής, το Συμβούλιο εξέδωσε ειδικές κατά χώρα συστάσεις που υπογραμμίζουν τους τομείς στους οποίους τα κράτη μέλη πρέπει να προβούν σε μεταρρυθμίσεις πολιτικής στο γενικό πλαίσιο των κατευθυντήριων γραμμών για τις πολιτικές για την απασχόληση.

    Το ακόλουθο τμήμα αντικατοπτρίζει τα μέτρα πολιτικής που έλαβαν τα κράτη μέλη στο πλαίσιο των εθνικών μεταρρυθμιστικών προγραμμάτων  και τις προτεραιότητες που τίθενται στην ΕΕΑ 2012.

    3.1. Κινητοποίηση της απασχόλησης υπέρ της ανάπτυξης

    Διάφορα κράτη μέλη (BE, CZ, EE, HU, IE και PT) λαμβάνουν μέτρα για να ενισχύσουν τις ενεργές πολιτικές για την αγορά εργασίας (ΕΠΑΕ) και τις δημόσιες υπηρεσίες απασχόλησης (ΔΥΑ). Στο Βέλγιο, οι μισθολογικές επιδοτήσεις των εργαζομένων, που θεωρούνται ως «εργαζόμενοι γνώσης» (δηλαδή, ερευνητές στον ιδιωτικό ή στον δημόσιο τομέα) έχουν αυξηθεί. Στην CZ, η κοινωφελής εργασία χρησιμοποιείται ως μέτρο ενεργοποίησης, που συντονίζεται από την υπηρεσία απασχόλησης. Στην ΕΕ, το νέο πρόγραμμα για την απασχόληση για την περίοδο 2012-2013 προσφέρει μια ευρύτερη επιλογή ΕΠΑΕ και επεκτείνει την ομάδα-στόχο με δικαίωμα σε διάφορα μέτρα. Στην HU, οι ΕΠΑΕ  έχουν ενισχυθεί με την επικέντρωση στην κατάρτιση υπαλλήλων των ΔΥΑ, την ανάπτυξη μοντέλων προσανατολισμένων στον πελάτη, τη δέσμη υπηρεσιών για τις μικροεπιχειρήσεις και τις ΜΜΕ, την επέκταση των λειτουργιών της πύλης των ΔΥΑ  και των ηλεκτρονικών υπηρεσιών και τη μετατροπή των καθεστώτων δημόσιων έργων. Στην ΙΕ, η υπό όρους χορήγηση ενισχύεται για να διασφαλιστεί ότι οι μερικώς απασχολούμενοι εργαζόμενοι ενθαρρύνονται να εργαστούν με πλήρη απασχόληση. Τέλος, στην PT λαμβάνονται μέτρα προκειμένου να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα των δημόσιων υπηρεσιών απασχόλησης και έχουν θεσπιστεί καθεστώτα μισθολογικών επιδοτήσεων για τους ανέργους.

    Το 2011 και το 2012, η φορολογική επιβάρυνση της εργασίας παρέμεινε υψηλή με μια γενική αύξηση του κόστους εργασίας παρά το γεγονός ότι σημειώθηκε πρόοδος για ορισμένες κατηγορίες ευάλωτων εργαζομένων, όπως είναι οι εργαζόμενοι χαμηλών εισοδημάτων/χαμηλής ειδίκευσης. Πολλά κράτη μέλη (BE, DK, CY, FI, EL, ES, IE, IT, FR, LU, NL, PT, SL, UK) αύξησαν πρόσφατα τον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων, συχνά μέσω της αύξησης των επίσημων ονομαστικών συντελεστών. Αυτό έγινε συχνά σε προσωρινή βάση, με τη μορφή γενικών προσαυξήσεων ή συνεισφορών αλληλεγγύης για τους υψηλόμισθους (GR, IT, CY, LU, PT, SP). Η ΑΤ και η CZ προτίθενται επίσης να θεσπίσουν σύντομα παρόμοια μέτρα. Οι εισφορές κοινωνικής ασφάλισης αυξήθηκαν επίσης σε πολλές χώρες (AT, BG, CY, FR, EL, HU, LV, PL, PT και UK).

    Τα μέτρα για τη μείωση της φορολόγησης της εργασίας είχαν κυρίως ως στόχο την αύξηση των κινήτρων εργασίας για συγκεκριμένες ομάδες και γενικά περιελάμβαναν αλλαγές στη φορολογική βάση. Στο ΒΕ για παράδειγμα, μια ολόκληρη σειρά μειώσεων της κοινωνικής ασφάλισης απευθύνεται στους νέους, τους χαμηλόμισθους, τους  μεγαλύτερης ηλικίας εργαζομένους, τους νεοπροσληφθέντες σε ΜΜΕ ή τους ανεξάρτητους επαγγελματίες.  Μέτρα φορολογικής ελάφρυνσης χορηγήθηκαν επίσης στα άτομα με χαμηλά και μέσα εισοδήματα μέσω της αύξησης των πιστώσεων φόρου και των βασικών επιδομάτων σε FI και HU. Η SE αύξησε τα επιδόματα βασικού εισοδήματος για το εργατικό εισόδημα ατόμων ηλικίας άνω των 65 ετών με σκοπό την αύξηση της εργάσιμης ζωής.

    Ποικίλα μέτρα λαμβάνονται για την προώθηση της δημιουργίας επιχειρήσεων και της αυτοαπασχόλησης (AT, BE, BG, EE, ES, IE, MT, HU+, PL, PT, UK). Στην AT, ένα πιλοτικό σχέδιο προβλέπει την παροχή συμπληρωματικής στήριξης στους μαθητευόμενους και στις εταιρείες που προσφέρουν θέσεις μαθητείας, καθώς και την παροχή υπηρεσιών νομικών συμβουλών και διαμεσολάβησης. Στο BE, λαμβάνονται μέτρα για τη βελτίωση της πρόσβασης σε πιστώσεις για τις επιχειρήσεις, την προαγωγή της διοικητικής απλούστευσης, ή τη μείωση των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης στον τομέα HORECA (ξενοδοχεία, εστιατόρια, καφετέριες). Στη BG, η αυτοαπασχόληση προωθείται μέσω της παροχής καθοδήγησης, κατάρτισης και βοήθειας για τη δημιουργία ιδιωτικών επιχειρήσεων ή μέσω της παροχής εξοπλισμού σε νεοσυσταθείσες μικρές επιχειρήσεις. Στην ES, λαμβάνονται μέτρα για την απλούστευση της δημιουργίας επιχειρήσεων μέσω της μείωσης του διοικητικού φόρτου για τις μικρότερες επιχειρήσεις και της επέκτασης των ωρών λειτουργίας στις τουριστικές περιοχές. Στην ΙΕ, οι ενισχύσεις που παρέχονται περιλαμβάνουν επιδοτήσεις κεφαλαίου, ταμεία και εγγυήσεις δανείων, κίνητρα για την ίδρυση επιχειρήσεων, κ.λπ. Στην MT, λαμβάνονται μέτρα για τη μείωση της γραφειοκρατίας για τους ανεξάρτητους επαγγελματίες και ένα νέο «καθεστώς μικροεγγυήσεων» έχει εξαγγελθεί για να βοηθήσει τους ανεξάρτητους επαγγελματίες και τις μικρές επιχειρήσεις να εξασφαλίσουν  εγγυήσεις για τραπεζικά δάνεια. Στην PL, η επιχειρηματικότητα, η αυτοαπασχόληση και η επιχειρηματική δραστηριότητα προωθούνται μέσω του ΕΚΤ. Στην PT, παρέχεται  πρόσβαση σε πίστωση στους επιχειρηματίες και τους ανεξάρτητους επαγγελματίες, και τεχνική στήριξη στους ανέργους που επιθυμούν να δημιουργήσουν δική τους επιχείρηση.  Στο ΗΒ, το εθνικό σύστημα εγγύησης δανείων έλαβε στήριξη για να ενθαρρύνει τις τράπεζες να χορηγούν ευκολότερα  δάνεια στις ΜΜΕ.

    Ορισμένα κράτη μέλη έχουν λάβει μέτρα προσαρμογής των παροχών ανεργίας ώστε να  διευκολύνουν την επιστροφή στην εργασία (BE, ES, IE, IT, SE). Στο ΒΕ, η εγκριθείσα μεταρρύθμιση του συστήματος επιδομάτων ανεργίας σημαίνει ότι οι παροχές μειώνονται νωρίτερα και ταχύτερα από ό, τι προηγουμένως. Στην ES, το επίδομα ανεργίας μειώθηκε για διάφορες ομάδες. Στην PT, ένα νέος νόμος μειώνει τη μέγιστη διάρκεια και τα ποσά των επιδομάτων ανεργίας με σκοπό να μειώσει τον κίνδυνο της εξάρτησης από τις κοινωνικές παροχές και τη μακροχρόνια ανεργία. Στη ΣΕ, έχουν θεσπιστεί αυστηρότεροι κανόνες επιλεξιμότητας, χαμηλότερα ποσοστά αναπλήρωσης εισοδήματος και μέγιστη διάρκεια για τα επιδόματα ανεργίας.

    Στην ES καταβάλλονται περισσότερες προσπάθειες για να ενισχυθεί η αμοιβαία ευθύνη μέσω της σύνδεσης της υπό όρους χορήγησης με τη συμμετοχή σε ΕΠΑΕ. Στην ΙΕ, η υπό όρους χορήγηση έχει εστιαστεί περισσότερο στα άτομα που αναζητούν εργασία, με ιδιαίτερη επικέντρωση στους μακροχρόνια ανέργους. Στην IT, το νέο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης για την απασχόληση θα αντικαταστήσει σταδιακά το σημερινό σύστημα επιδομάτων ανεργίας.

    Ορισμένα κράτη μέλη έχουν λάβει μέτρα όσον αφορά τον καθορισμό των μισθών ώστε να διασφαλιστεί ότι οι μισθοί εξελίσσονται ανάλογα με την παραγωγικότητα (EL, ES, PT). Στην ES, η πρόσφατη μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας δίνει προτεραιότητα στη λήψη αποφάσεων σχετικά με τις ώρες εργασίας και μισθούς σε επίπεδο επιχείρησης και καθιστά ευκολότερο για τις επιχειρήσεις να μη συμμετέχουν σε τομεακές συμφωνίες. Στην PT, για να εξασφαλιστεί ότι οι μισθολογικές εξελίξεις ακολουθούν τις συνθήκες σε επίπεδο εταιρείας, οι συλλογικές συμφωνίες απαλλάσσονται, όταν οι ενώσεις εργοδοτών καλύπτουν λιγότερο από το 50% του συνολικού εργατικού δυναμικού.

    Στην DE, το σύστημα κατώτατου μισθού βάσει τομέα συμπεριλαμβάνει όλο και περισσότερους τομείς. Στην HU, ο νέος εργατικός κώδικας τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιουλίου 2012, με αποτέλεσμα αύξηση των βασικών μισθών κατά 19%. Μέτρα καθορισμού των μισθών εισάγονται στην EL, η οποία αποφάσισε να μειώσει τους κατώτατους μισθούς και να εισαγάγει διαφοροποιημένους κατώτατους μισθούς για τους νέους.

    Μέτρα για την προώθηση της κινητικότητας του εργατικού δυναμικού έχουν ληφθεί από διάφορα κράτη μέλη (AT, BG, DE, ES, LV, HU). Στην AT, η εισαγωγή της ασπροκόκκινης κάρτας, ενός συστήματος βαθμολογίας βάσει κριτηρίων για την πρόσβαση στην αγορά εργασία υπηκόων τρίτων χωρών, ολοκληρώθηκε με την εφαρμογή του συστήματος  και για τους ειδικευμένους εργαζόμενους στα επαγγέλματα με έλλειμμα. Στη BG, η θέσπιση ενός εθνικού πλαισίου επαγγελματικών προσόντων θα διασφαλίζει τη διαφάνεια της επαγγελματικής κατάρτισης των σπουδαστών και εργαζομένων και των απαιτήσεων των εργοδοτών σχετικά με τα συστήματα εκπαίδευσης και κατάρτισης. Στη DE, εγκρίθηκε νόμος ο οποίος μειώνει το κατώτατο εισόδημα για μετανάστες με πανεπιστημιακή εκπαίδευση από χώρες εκτός της ΕΕ. Στη LV, έχει προταθεί σύστημα για επίδομα επανεγκατάστασης με το οποίο θα αποζημιώνονται οι εργαζόμενοι που μετακινούνται από τον τόπο κατοικίας τους για να εργαστούν σε άλλο δήμο/κοινότητα. Στην HU, η κυβέρνηση υποστηρίζει την κινητικότητα, παρέχοντας χρηματοδοτική στήριξη για την κάλυψη ενοικίου για εγγεγραμμένους ανέργους που μετακινούνται 100 km από τον τόπο προέλευσής τους.

    Διάφορα κράτη μέλη λαμβάνουν μέτρα για τη μείωση της πρόωρης εξόδου από την αγορά εργασίας (AT, BE, ES, DK, IE, NL, HU, UK). Στην AT, έχουν γίνει μεταρρυθμίσεις για να μειωθεί ο αριθμός των συντάξεων αναπηρίας. Στο BE, το όριο ηλικίας για την πρόσβαση των ηλικιωμένων εργαζόμενων στο σύστημα χρονικής πίστωσης έχει αυξηθεί και το σύστημα της μερικής πρόωρης συνταξιοδότησης έχει διακοπεί. Στη DK, τα μεταρρυθμιστικά σχέδια για τη σύνταξη αναπηρίας απαιτούν να έχουν εξαντληθεί οι δυνατότητες ενεργοποίησης πριν εξεταστεί το ενδεχόμενο πρόωρης συνταξιοδότησης. Στην ES, το χρονοδιάγραμμα για την αύξηση της νόμιμης ηλικίας συνταξιοδότησης θα επιταχυνθεί, η πρόωρη συνταξιοδότηση θα αυξηθεί από τα 61 στα 63 με αυξημένες ποινές για πρόωρη συνταξιοδότηση και αναστολή της πρόσβασης σε μερική συνταξιοδότηση για δύο έτη. Στην ΙΕ, νέες πρωτοβουλίες θα επιτρέπουν στα άτομα που λαμβάνουν επίδομα ασθένειας ή αναπηρίας να εργάζονται και να λαμβάνουν στήριξη εισοδήματος, και μέχρι το 2028 η νόμιμη ηλικία συνταξιοδότησης θα έχει αυξηθεί στα 68. Στις NL, λαμβάνονται μέτρα για την σταδιακή αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης στα 67 μέχρι το 2023 και στη συνέχεια ενδέχεται να συνδεθεί με το προσδόκιμο ζωής. Στην HU, η πρόωρη συνταξιοδότηση έχει εγκαταλειφθεί κατά γενικό κανόνα. Η κυβέρνηση του UK ανακοίνωσε πρόσφατα σχέδια για τη σύνδεση της ηλικίας συνταξιοδότησης με το προσδόκιμο ζωής.

    Έχουν επίσης ληφθεί μέτρα που εστιάζονται στην προώθηση της παράτασης του επαγγελματικού βίου (AT, BE, BG, DE, EE, FI, LU, PL, UK). Στην AT, ενεργητικά μέτρα για την αγορά εργασίας, μέτρα επαγγελματικής επανένταξης και επανακατάρτισης, επιδόματα μερικής απασχόλησης και επιδοτήσεις απασχόλησης προβλέπονται για τους μεγαλύτερης ηλικίας εργαζομένους, με προβλήματα υγείας. Στο ΒΕ, εταιρείες με περισσότερους από 20 εργαζομένους που πραγματοποιούν συλλογικές απολύσεις είναι υποχρεωμένες να εφαρμόζουν στις απολύσεις την ίδια ηλικιακή δομή με την ηλικιακή δομή της επιχείρησης και θα υποχρεωθούν να καταστρώνουν ετήσιο σχέδιο για τους εργαζομένους ηλικίας από 45 ετών και άνω. Στην CZ, η ηλικία συνταξιοδότησης θα αυξάνεται κατά 2 μήνες κάθε έτος χωρίς ανώτατο όριο μετά τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος, που ψηφίστηκε κατά τα τέλη του 2011. Στην EE, η εστίαση είναι στους μεγαλύτερους σε ηλικία εργαζομένους, στη συμμετοχή στη διά βίου μάθηση και στην εξασφάλιση της υγείας τους. Στην FI, καταβάλλονται προσπάθειες για τη βελτίωση της ποιότητας του επαγγελματικού βίου και την ευεξία στην εργασία ως μέσο για την παράταση του επαγγελματικού βίου. Στο LU, εταιρείες με περισσότερους από 150 εργαζομένους υποχρεώνονται να παρέχουν περισσότερη υποστήριξη στους ηλικιωμένους εργαζομένους των επιχειρήσεων. Στην PL, καταβάλλονται προσπάθειες για την αύξηση των ευκαιριών μάθησης και τη βελτίωση της ποιότητας της εκπαίδευσης για τα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας. Στο ΗΒ, το προκαθορισμένο όριο ηλικίας συνταξιοδότησης καταργήθηκε τον Οκτώβριο του 2011.

    Ορισμένα κράτη μέλη έχουν λάβει μέτρα που δεν στηρίζουν την παράταση του επαγγελματικού βίου. Στην CZ, θα αυξηθεί η φορολογία της εργασίας των συνταξιούχων, που αναμένεται να περιορίσει τη συμμετοχή των ατόμων μεγαλύτερης ηλικίας στην αγορά εργασίας. Στην FR, επαναφέρθηκε η δυνατότητα συνταξιοδότησης στα 60 για όσους έχουν αρχίσει να εργάζονται στην ηλικία των 18, εφόσον οι εργαζόμενοι αυτοί έχουν επαρκώς συμβάλει στο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης. Στην HU, η ηλικία συνταξιοδότησης όλων των δημοσίων υπαλλήλων, εκτός από όσους εργάζονται στον ιατρικό τομέα, κατέστη υποχρεωτική.

    3.2. Υποστήριξη της απασχόλησης, ιδιαίτερα των νέων

    Έχουν ληφθεί διάφορα μέτρα υπέρ της απασχόλησης των νέων, ιδίως εκείνων που δεν έχουν απασχόληση ούτε ακολουθούν εκπαίδευση ή κατάρτιση. Η FI έχει αρχίσει να εφαρμόζει συνολική εγγύηση για τη νεολαία, με σκοπό την  προσφορά στους νέους εργασίας, πρακτικής άσκησης, μελέτης, θέσης σε εργαστήριο ή επανεκπαίδευσης στην αγορά εργασίας, εάν έχουν παραμείνει άνεργοι επί 3 μήνες.

    Μια ομάδα χωρών (BE, BG, ES, CY, IE, PL, PT, SE και SI) προωθούν πρωτοβουλίες που αποσκοπούν στην ενίσχυση της ποιοτικής μαθητείας και τις συμβάσεις πρακτικής άσκησης. Στο BE, εφαρμόζεται μεγάλο πρόγραμμα πρακτικής άσκησης σε εταιρείες για άνεργα άτομα κάτω των 25 ετών που δεν βρίσκουν εργασία μετά τους 6 μήνες της επαγγελματικής ένταξης. Στη BG, οι περίοδοι πρακτικής άσκησης προωθούνται στα κεντρικά και περιφερειακά γραφεία της δημόσιας διοίκησης με προτεραιότητα στους νέους με αναπηρίες. Στην ΙΕ, αναλαμβάνονται πρωτοβουλίες για την ενεργοποίηση και αναβάθμιση των δεξιοτήτων των νέων μέσω 5.000 θέσεων πρακτικής άσκησης, διάρκειας από 6 έως 9 μήνες. Στην ES, έχουν ληφθεί μέτρα για να εκπονηθεί μια σύμβαση εκπαίδευσης και μαθητείας, και να καθιερωθεί ένα σύστημα εναλλασσόμενης επαγγελματικής κατάρτισης. Στην PL, ένα πιλοτικό σχέδιο απευθύνεται σε ανέργους ηλικίας κάτω των 30 ετών προσφέροντας στήριξη ιδιαίτερου φροντιστή και δελτία κατάρτισης και  πρακτικής άσκησης. Στην PT, υποστηρίζονται οι προσλήψεις σε θέσεις εργασίας και επαγγελματικής πρακτικής άσκησης. Στη SI, προσφέρεται απασχόληση για περίοδο 15 μηνών στους νεαρούς ανέργους ηλικίας κάτω των 30 ετών, και η κυβέρνηση προωθεί την εθελοντική μαθητεία στο πλαίσιο της φορολογικής διοίκησης και της υπηρεσίας για την πρόληψη της διαφθοράς. Στη SE, η κυβέρνηση χορηγεί στις εταιρείες έως και 2.750 ευρώ, ανά μαθητή και έτος, για να προωθήσει την παροχή θέσεων μαθητείας σε χώρους εργασίας, και η κρατική επιχορήγηση προτείνεται να αυξηθεί περαιτέρω στην περίοδο 2014-16.

    Άλλες συγκεκριμένες δράσεις για τη στήριξη νέων εκτός πλαισίου απασχόλησης, εκπαίδευσης ή κατάρτισης περιλαμβάνουν προγράμματα με επίκεντρο τη διάσταση επαγγελματικής κατάρτισης (DE, LV, FI), την κατάρτιση στον χώρο εργασίας (LT) και τη χρηματοδοτική στήριξη (HU). Στη DE οι νέοι με μεταναστευτικό ιστορικό τώρα έχουν περισσότερες ευκαιρίες να εισέλθουν σε πρόγραμμα επαγγελματικής κατάρτισης. Στην LT, το έργο «Αύξηση της απασχόλησης των νέων», που απευθύνεται σε άτομα κάτω των 29 ετών, επιδοτεί μισθούς και έξοδα για τη διοργάνωση τμημάτων κατάρτισης στον χώρο εργασίας. Στη LV, στους ανέργους 15-24 ετών προσφέρεται η δυνατότητα να δοκιμάσουν, κατά τη διάρκεια εννέα εβδομάδων, τρία διαφορετικά επαγγέλματα σε ένα επαγγελματικό εκπαιδευτικό ίδρυμα. Στην HU, έχει καθιερωθεί η «πρώτη εγγύηση εργασίας», που παρέχει πλήρη μισθολογική αντιστάθμιση στους εργοδότες, συμπεριλαμβανομένων των ακαθάριστων μισθών και των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης.

    Σε ορισμένα κράτη μέλη έχουν συναφθεί εταιρικές σχέσεις με τους κοινωνικούς εταίρους για την προώθηση της ποιοτικής μαθητείας ή των συμβάσεων πρακτικής άσκησης (BG, CZ, FR, IE, IT, LU, RO και SK). Στη BG, έχουν ληφθεί μέτρα που αποσκοπούν στην παροχή ή τη στήριξη επενδυτικών δαπανών και του κόστους εργασίας για τη δημιουργία θέσεων εργασίας για τους νέους. Στην CZ, έργο χρηματοδοτούμενο από το ΕΚΤ υποστηρίζει τα έξοδα πρακτικής εξάσκησης σε επιχειρήσεις κυρίως αποφοίτων και ατόμων χωρίς επαγγελματική πείρα που χρειάζεται να συμπληρώσουν τα επαγγελματικά τους προσόντα. Στην ΙΕ, νέα μέτρα προσφέρουν επιπλέον θέσεις κατάρτισης για ανέργους μέσω συνεργασίας και δέσμευσης μεταξύ εργοδοτών, επιχειρήσεων και φορέων παροχής εκπαίδευσης και κατάρτισης. Στη RO, οι επιχειρήσεις που προσλαμβάνουν νέους εργαζομένους ηλικίας κάτω των 25 λαμβάνουν  για κάθε εργαζόμενο ενός έτους απαλλαγή από την καταβολή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης. Στη SK, οι θέσεις εργασίας στον ιδιωτικό τομέα θα επιδοτούνται μέχρι το επίπεδο του ελάχιστου μισθού για ένα έτος, ενώ οι εργοδότες πρέπει να καταβάλλουν εισφορά τουλάχιστον για έξι μήνες.

    Μέτρα για τη μεταρρύθμιση της νομοθεσίας προστασίας της απασχόλησης έχουν ληφθεί μόνο σε ορισμένες χώρες (HU, SK και IT). Στην HU, οι αλλαγές περιλαμβάνουν κανονισμούς για την πολλαπλή απασχόληση, κανονισμό για την εργασία ελαστικού ωραρίου  και την απλούστευση των κανόνων για τις απολύσεις. Η PT μείωσε τις αποζημιώσεις αποχώρησης στις 20 ημέρες ανά έτος εργασίας για τις συμβάσεις τόσο ορισμένου όσο και αορίστου χρόνου και απλοποίησε τον ορισμό των μεμονωμένων απολύσεων για οικονομικούς λόγους. Στην ΙΤ, η νομοθεσία που διέπει τις παράνομες μεμονωμένες απολύσεις σε επιχειρήσεις με περισσότερους από 15 εργαζομένους, αναθεωρήθηκε ώστε να αυξηθεί η ευελιξία κατά την έξοδο από την αγορά εργασίας και έχουν θεσπισθεί μέτρα για να περιοριστούν οι καταχρήσεις των άτυπων συμβάσεων εργασίας. Στη SK, έχουν ληφθεί μέτρα για να περιοριστεί η μέγιστη διάρκεια και ο αριθμός των διαδοχικών συμβάσεων ορισμένου χρόνου, και να καταργηθούν οι εξαιρέσεις για τα γραφεία εξεύρεσης προσωρινής εργασίας.

    Μόνο λίγα κράτη μέλη έχουν σημειώσει πρόοδο όσον αφορά την προσαρμογή των συστημάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης ώστε να αντικατοπτρίζουν τις ανάγκες της αγοράς εργασίας (BE, IE, LT, MT και SK). Στην ΙΕ, έχουν ληφθεί μέτρα που αποσκοπούν στην παροχή βοήθειας προς τους ανέργους και πρώην μισθωτούς ώστε να παραμείνουν κατά το δυνατόν εγγύτερα στην αγορά εργασίας ακολουθώντας τριτοβάθμια εκπαίδευση μερικής απασχόλησης και κατάρτιση για την αναβάθμιση ή την απόκτηση νέων δεξιοτήτων σε τομείς στους οποίους είναι πιθανό να ανακύψουν δυνατότητες μόνιμης απασχόλησης. Στην LT, τα προσόντα θα καταγράφονται σε διάφορα στάδια με στόχο την καλύτερη ενημέρωση των ενδιαφερομένων σχετικά με τη διάρθρωση της ζήτησης προσόντων και τον προσδιορισμό των ειδικοτήτων που έχουν τη μεγαλύτερη ζήτηση. Στη ΜΤ, οι φοιτητές ενθαρρύνονται να διευρύνουν την εκπαίδευση τους μέσω επαγγελματικών προσόντων που χρειάζεται η βιομηχανία και μέσω πίστωσης φόρου που καλύπτει ποσοστό μέχρι και 80% των διδάκτρων για τα μαθήματα που πραγματοποιήθηκαν. Στη SK, ο πρόσφατος νόμος για την επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση αποσκοπεί στην ενίσχυση των δεσμών μεταξύ επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης αφενός και των αναγκών της αγοράς εργασίας αφετέρου. Στο BE, όλες τις κοινότητες έχουν λάβει μέτρα για τη μεταρρύθμιση της επαγγελματικής κατάρτισης με σκοπό την ενίσχυση της ποιότητας, της ευελιξίας και των δεσμών της με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας.

    Έχουν ληφθεί διάφορα μέτρα για την επανεξέταση της ποιότητας και της χρηματοδότησης των πανεπιστημίων (IT, LV και MT). Η ΙΤ έλαβε μέτρα για τη μείωση της γενναιοδωρίας, δεδομένου ότι τα δίδακτρα προβλέπεται να  αυξηθούν μεταξύ 25% και 100%. Όσον αφορά τις υποτροφίες, μόνο η MT έχει εξαγγείλει τη συνέχιση των δύο προγραμμάτων υποτροφιών. Η LV άρχισε αξιολόγηση ευρείας κλίμακας των περισσότερων από τα 800 προγράμματα ανωτάτων σπουδών, και ορισμένες μεταρρυθμίσεις βρίσκονται στο στάδιο του σχεδιασμού, περιλαμβανομένης της μεταρρύθμισης της διαδικασίας διαπίστευσης, της ανάπτυξης ενός νέου μοντέλου χρηματοδότησης των πανεπιστημίων και της μεταρρύθμισης της διαχείρισης των πανεπιστημίων.

    Παρά την έκκληση του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου να δοθεί προτεραιότητα στις δημόσιες δαπάνες που ευνοούν την ανάπτυξη, υπάρχουν ενδείξεις ότι οι περικοπές πραγματοποιούνται σε βάρος των επενδύσεων στην εκπαίδευση. Σημαντικός αριθμός κρατών μελών μείωσε τις δαπάνες στον τομέα της εκπαίδευσης το 2011 και το 2012 (EE, IT, LV, LT, UK) ή το 2011 ή το 2012 (BE, BG, IE, FR, CY, HU, PL, RO, SK, FI). Οι συζητήσεις για τη δημοσιονομική εξυγίανση επικεντρώθηκαν και στην ES σε εκπαιδευτικά θέματα. Αντίθετα, οι προϋπολογισμοί παρέμειναν σταθεροί ή αυξήθηκαν σε CZ, DK, LU, MT και ΑΤ.

    3.3. Προστασία των ευάλωτων ατόμων

    Ορισμένα κράτη μέλη έχουν λάβει μέτρα για την αποτελεσματικότητα των συστημάτων κοινωνικής προστασίας (EE, LV και ES). Στην EE, η διαθεσιμότητα των ασφαλιστικών επιδομάτων ανεργίας θα αυξηθεί σημαντικά από το 2013 και εξής, συνοδεύοντας και αντισταθμίζοντας τη μεταρρύθμιση της νομοθεσίας για την απασχόληση του 2009. Στην ΙΕ, παρά τις γενικές περικοπές των κοινωνικών παροχών, τα ευάλωτα άτομα εξακολουθούν να λαμβάνουν στήριξη εισοδήματος, αν και σε χαμηλότερο επίπεδο. Στη LV, οι παροχές ανεργίας δεν θα εξαρτώνται πλέον από την αρχαιότητα στο ασφαλιστικό σύστημα, αλλά θα βασίζονται σε φθίνουσα κάλυψη για διάστημα 9 μηνών το ανώτερο. Στην ES, η ενεργοποίηση του καθεστώτος ελάχιστου εισοδήματος θα συνδέεται με τη διάρκεια του εργασιακού βίου του αιτούντος.

    Ορισμένα κράτη μέλη έχουν σημειώσει πρόοδο όσον αφορά την εφαρμογή ενεργητικών στρατηγικών ένταξης, με έμφαση στην επαρκή εισοδηματική στήριξη, τις αγορές εργασίας χωρίς αποκλεισμούς και την πρόσβαση σε ποιοτικές υπηρεσίες (AT, DK, FI, FR, MT, PL και SE). Στην ΑΤ, εγκρίθηκε σχέδιο δράσης για τα άτομα με αναπηρία που καλύπτει μέτρα στους τομείς της καταπολέμησης των διακρίσεων, της προσβασιμότητας, της περίθαλψης, της παιδείας, της απασχόλησης και της αυτεξούσιας ζωής. Στη DK, αποφασίστηκε τον Ιούνιο του 2012 μια σημαντική μεταρρύθμιση των συντάξεων αναπηρίας, η οποία περιορίζει την πρόσβαση στα άτομα άνω των 40 ετών και προβλέπει ομάδες αποκατάστασης για τη στήριξη της υγείας, της απασχόλησης, της εκπαίδευσης και των κοινωνικών υπηρεσιών. Στη ΜΤ, οι εθελοντικές οργανώσεις ενθαρρύνονται να χρησιμοποιούν τα μειονεκτούντα άτομα μέσω της χορήγησης χρηματοδοτικών ενισχύσεων. Στη SE, η κυβέρνηση προτίθεται να ενισχύσει περαιτέρω τη θέση των ευάλωτων ομάδων στην αγορά εργασίας, αυξάνοντας τα ενεργητικά μέτρα για την αγορά εργασίας για τους μακροχρόνια άνεργους και τα άτομα με ανεπαρκή πρόσβαση στην αγορά εργασίας. Στην PT, η αγορά εργατικής κατοικίας δημιουργήθηκε με στόχο τη διασφάλιση της πρόσβασης σε οικονομικά προσιτή και ποιοτική στέγαση για τις πλέον ευάλωτες ομάδες.

    Μόνο λίγα μέτρα λαμβάνονται όσον αφορά την πρόσβαση σε υπηρεσίες στήριξης της ένταξης στην αγορά εργασίας και στην κοινωνία (CZ, IE και PL). Στην CZ, έχει δρομολογηθεί σε τοπικό επίπεδο πιλοτικό πρόγραμμα μικρής κλίμακας που προσφέρει καλύτερες συνθήκες στέγασης και ανακατάρτιση στις κοινωνικά αποκλεισμένες οικογένειες (ιδίως Ρομά) που εξασφαλίζουν την πλήρη φοίτηση των παιδιών τους σε σχολεία στοιχειώδους εκπαίδευσης. Στην ΙΕ, το ΕΚΤ υποστηρίζει προγράμματα που αποσκοπούν στην οικονομική ανεξαρτησία των μεταναστών και την μεγαλύτερη κοινωνική ένταξη μέσω της απασχόλησης ή της περαιτέρω εκπαίδευσης και κατάρτισης. Στην PL, τα κριτήρια εισοδήματος αυξήθηκαν για τη στήριξη φτωχών εργαζόμενων, και αυξήθηκε το  ποσό των χρηματικών παροχών κοινωνικής ασφάλισης, μεταξύ άλλων και για τους αλλοδαπούς και τους πρόσφυγες που συμμετέχουν σε γλωσσική κατάρτιση.

    [1]               Επίσημη Εφημερίδα L308/46 της 24.11.2010, «Απόφαση του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2010, σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για τις πολιτικές απασχόλησης των κρατών μελών (2010/707/ΕΕ)».

    [2]               Οι μακροχρόνια άνεργοι αντιπροσωπεύουν σήμερα ποσοστό περισσότερο από 44% των ανέργων.

    [3]               Βλ. τη  «Δέσμη μέτρων για την απασχόληση» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Απρίλιος 2012.

    [4]               Έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής (2012) «Αξιοποίηση του δυναμικού απασχόλησης της πράσινης ανάπτυξης», 92 τελικό, 18.4.2012.

    [5]               Το δίκτυο των 31 ευρωπαϊκών υπηρεσιών απασχόλησης που υποστηρίζει την κινητικότητα των εργαζομένων μεταξύ των κρατών μελών, των χωρών του ΕΟΧ και της Ελβετίας.

    [6]               Εκτιμήσεις του ΟΟΣΑ με βάση τα προγράμματα ΟΟΣΑ για την αγορά εργασίας και τις βάσεις δεδομένων ΟΟΣΑ για τους κύριους οικονομικούς δείκτες .

    Εισαγωγή

    Στην οικονομία της ΕΕ συνεχίζεται η επώδυνη διαδικασία διόρθωσης που ακολούθησε τη χρηματοπιστωτική κρίση. Οι χρηματοοικονομικές εντάσεις συνεχίζονταν στη ζώνη του ευρώ πριν το θέρος, ενώ η επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας μείωσε τη δυνητική συμβολή των εξαγωγών στην ανάκαμψη. Συνεπώς, οι βραχυπρόθεσμες προοπτικές για την οικονομία της ΕΕ παραμένουν δυσμενείς, αλλά προβλέπεται βαθμιαία επιστροφή σε αναπτυξιακή πορεία το 2013 και η τάση αυτή αναμένεται να ενισχυθεί περαιτέρω το 2014. Οι προοπτικές αυτές δυσχεραίνουν ακόμη περισσότερο την προσαρμογή που απαιτείται σε πολλά κράτη μέλη της ΕΕ. Ειδικότερα, οι ισχνές αναπτυξιακές προοπτικές δεν ευνοούν τις επενδύσεις και τη δημιουργία απασχόλησης και επιταχύνουν την απώλεια θέσεων εργασίας, δεδομένου ότι τα περιθώρια χρησιμοποίησης ευέλικτων σχημάτων εργασίας είναι μειωμένα.

    Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει οικονομία της ΕΕ παραμένουν τεράστιες. Ειδικότερα, οι οικονομίες αρκετών κρατών μελών εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν εκτεταμένη απομόχλευση του ιδιωτικού και του δημοσίου τομέα. Η απομόχλευση αυτή αντανακλά την αποκλιμάκωση των συσσωρευμένων χρηματοπιστωτικών ανισορροπιών, οι οποίες συνδέονται με τα προηγούμενα μη διατηρήσιμα επίπεδα δαπανών που είχαν χρηματοδοτηθεί με πιστώσεις, και σε ορισμένες περιπτώσεις ενισχύθηκαν από τις φούσκες στις τιμές των ακινήτων στον ιδιωτικό τομέα ή την έλλειψη δημοσιονομικής πειθαρχίας στον δημόσιο τομέα. Η κατάσταση αυτή επιβραδύνει τώρα την ανάπτυξη, καθώς οι δαπάνες έχουν μειωθεί και τα έσοδα διατίθενται για την αποπληρωμή των χρεών.

    Ωστόσο, θετική εξέλιξη αποτελεί η διαπίστωση ότι η προσαρμογή των οικονομιών της ΕΕ σημειώνει πρόοδο. Η κατάσταση της χρηματοπιστωτικής αγοράς έχει βελτιωθεί μετά το θέρος λόγω της σταθερής εφαρμογής του προγράμματος μεταρρυθμίσεων, της προόδου που σημειώθηκε στην αρχιτεκτονική της ΟΝΕ και των σημαντικών πολιτικών αποφάσεων στη ζώνη του ευρώ, και ιδίως από την ΕΚΤ. Οι σημαντικές προσπάθειες θέσπισης μεταρρυθμίσεων στα ευάλωτα κράτη μέλη αποδίδουν και αυτές καρπούς: η μόχλευση έχει μειωθεί στον ιδιωτικό και στον δημόσιο τομέα και η ανταγωνιστικότητα βελτιώνεται σε χώρες με μεγάλη υστέρηση ανταγωνιστικότητας πράγμα που δημιουργεί τις προϋποθέσεις για περαιτέρω προσαρμογές στο μέλλον. Οι εξαγωγές συμβάλλουν όλο και περισσότερο στη βελτίωση των μεγάλων ελλειμμάτων του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, πράγμα που επιτρέπει αισιόδοξες προβλέψεις για τον μόνιμο χαρακτήρα της διόρθωσης. Οι μεγάλες διαφορές στα ποσοστά ανάπτυξης μεταξύ των χωρών της ΕΕ απηχούν επίσης τη συντελούμενη προσαρμογή: προσωρινά χαμηλότεροι ή αρνητικοί αναπτυξιακοί ρυθμοί αποτελούν συχνά εγγενές χαρακτηριστικό προσαρμογών σε βάθος, αλλά ανοίγουν τον δρόμο για πιο βιώσιμη ανάπτυξη και σύγκλιση, που είναι ήδη ορατές το 2014.

    Οι διαδικασίες απομόχλευσης και προσαρμογής είναι αναπόφευκτες και το κύριο μέλημα των φορέων χάραξης πολιτικής είναι να διαχειριστούν και να μετριάσουν τις επακόλουθες οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις.

    Η δημοσιονομική προσαρμογή πρέπει να συνεχιστεί με βάση μια διαφοροποιημένη ευνοϊκή για την ανάπτυξη στρατηγική εξυγίανσης λαμβανομένων υπόψη των υψηλών επιπέδων χρέους και των μακροπρόθεσμων προκλήσεων για τα δημόσια οικονομικά. Ωστόσο, καθώς η δημοσιονομική εξυγίανση μπορεί οδηγήσει σε αναχαίτιση της ανάπτυξης βραχυπρόθεσμα, θα πρέπει να τεθεί σε εφαρμογή με τρόπο που να ενισχύει την ανάπτυξη, δηλαδή:

    – η ταχύτητα της εξυγίανσης πρέπει να διαφοροποιείται από χώρα σε χώρα ανάλογα με τα δημοσιονομικά περιθώρια, ώστε να επιτευχθεί η σωστή ισορροπία μεταξύ των δυνητικών αρνητικών επιπτώσεων στην ανάπτυξη και των κινδύνων για τη βιωσιμότητα του χρέους. Το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΣΑ) και ο κεντρικός ρόλος των διαρθρωτικών δημοσιονομικών ισοζυγίων σε αυτό προσφέρουν το κατάλληλο πλαίσιο που μπορεί να κατευθύνει τη διαφοροποιημένη ταχύτητα της προσαρμογής·

    – ενώ η εξυγίανση θα πρέπει κατά κύριο λόγο να αφορά το σκέλος των δαπανών, είναι απαραίτητο να καθοριστεί ένα μείγμα μέτρων, τόσο στο σκέλος των εσόδων και όσο και των δαπανών, που ευνοεί την ανάπτυξη, με στοχοθετημένα μέτρα εντός των διαθέσιμων δημοσιονομικών περιθωρίων για την προστασία των βασικών συνιστωσών της ανάπτυξης εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα την αποτελεσματικότητα των δαπανών.

    Επιπλέον, η αξιοπιστία της εξυγίανσης και τα θετικά αποτελέσματά της ενισχύονται εάν στηρίζεται σε ένα αξιόπιστο μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό πλαίσιο στρατηγικής και συνοδεύεται από μεταρρυθμίσεις για την αντιμετώπιση των μακροπρόθεσμων προβλημάτων βιωσιμότητας που απορρέουν από τη γήρανση του πληθυσμού.

    H συντεταγμένη απομόχλευση στον ιδιωτικό τομέα απαιτεί εύρωστο και αποτελεσματικό χρηματοπιστωτικό τομέα. Κατά συνέπεια, η ανόρθωση και αναδιάρθρωση του χρηματοπιστωτικού συστήματος πρέπει να συνεχιστούν ιδίως στον τραπεζικό τομέα, λαμβάνοντας υπόψη τον σημαντικό ρόλο του στην οικονομία της ΕΕ, αλλά πρέπει επίσης να προωθηθούν και νέες πηγές χρηματοδότησης. Για να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στη σταθερότητα του τραπεζικού τομέα, να ενισχυθεί μια διατηρήσιμη ροή κεφαλαίων προς τις παραγωγικές δραστηριότητες και να εξασφαλιστεί η σταθερή χρηματοδότηση της οικονομίας έχει καθοριστική σημασία η εξασφάλιση ενός συνεκτικού και αποτελεσματικού πλαισίου για τη μικροπροληπτική και τη μακροπροληπτική εποπτεία.

    Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις είναι αναγκαίες για να διευκολυνθεί η προσαρμογή και να βελτιωθούν οι συνθήκες πλαισίωσης για την ανάπτυξη. Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που βελτιώνουν την ανταγωνιστικότητα, τη μισθολογική δεκτικότητα και την ευελιξία των τιμών έχουν καίρια σημασία για τη βελτίωση των ικανοτήτων προσαρμογής και την ενθάρρυνση της μεταφοράς πόρων από τους παρακμάζοντες στους αναπτυσσόμενους τομείς. Οι μεταρρυθμίσεις για την προώθηση της δημιουργίας θέσεων εργασίας, οι επενδύσεις στην καινοτομία, τη δημιουργία δεξιοτήτων και την χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη είναι αναγκαίες προϋποθέσεις για να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος υστέρησης και να μετριαστούν οι αρνητικές επιπτώσεις της κρίσης στις κοινωνικές συνθήκες. Η δίκαιη κατανομή των βαρών προσαρμογής σε όλη την κοινωνία είναι σημαντική για τη σταθερότητα της ανάπτυξης. Πάντως, ένα συνεκτικό μείγμα πολιτικών που θα περιλαμβάνει τόσο μακροοικονομικές όσο και διαρθρωτικές πολιτικές είναι απαραίτητο για να δοθεί ώθηση στην ανάκαμψη της ανάπτυξης. Επομένως απαιτείται αποφασιστική πολιτική δράση σε όλα αυτά τα μέτωπα για να ανατραπούν οι αρνητικές δυναμικές και να βελτιωθεί η οικονομική κατάσταση με διατηρήσιμο τρόπο.

    Οι χώρες της ζώνης ευρώ βρίσκονται σε μια ιδιαίτερη κατάσταση λόγω των ισχυρότερων χρηματοπιστωτικών και οικονομικών αλληλεξαρτήσεών τους και των συνακόλουθων δευτερογενών αποτελεσμάτων.

    Οι ιδιωτικές ροές κεφαλαίων εντός της ζώνης του ευρώ άλλαξαν πορεία απότομα, απομακρυνόμενες από ευάλωτες χώρες. Το κενό εξωτερικής χρηματοδότησης που προέκυψε γεφυρώθηκε χάρη στην παροχή ρευστότητας από τον επίσημο τομέα, πράγμα που απέτρεψε μια άτακτη προσαρμογή. Ωστόσο, ως αποτέλεσμα της αυξανόμενης εθνικής προτίμησης, οι όροι χρηματοδότησης τόσο για τον δημόσιο όσο και τον ιδιωτικό τομέα παρουσιάζουν όλο και μεγαλύτερη απόκλιση μεταξύ των χωρών της ευρωζώνης. Αυτό οδήγησε σε ένα πολύ περιοριστικό συνδυασμό πολιτικών στα ευάλωτα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ, καθώς οι δυσμενείς όροι χρηματοδότησης επιβαρύνουν περισσότερο την αναγκαία δημοσιονομική εξυγίανση. Αυτό δυσχεραίνει την προσαρμογή, εντείνοντας ακόμη περισσότερο τις διαφορές στα οικονομικά αποτελέσματα μεταξύ των χωρών της ζώνης του ευρώ και υπονομεύοντας τη σταθερότητα όλης της νομισματικής ζώνης.

    Η κύρια προτεραιότητα για τη ζώνη του ευρώ είναι να συνεχιστεί η πορεία των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων να τεθεί τέρμα στον χρηματοπιστωτικό κατακερματισμό, να βελτιωθούν οι όροι χρηματοδότησης στις ευάλωτες χώρες και να ενθαρρυνθεί η εισροή και η αποτελεσματική κατανομή κεφαλαίων για τη στήριξη της προσαρμογής. Αυτό είναι απαραίτητο για την ανάπτυξη και την προσαρμογή. Επίσης, η ανάγκη μείωσης των μακροοικονομικών ανισορροπιών υπογραμμίζει την ανάγκη για έναν διαφοροποιημένο ρυθμό απομόχλευσης του δημόσιου τομέα μεταξύ των πλεονασματικών και των ελλειμματικών χωρών. Τέλος, ενόψει της ενιαίας νομισματικής πολιτικής, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που αυξάνουν την ευελιξία των μισθών και των τιμών και διευκολύνουν την προσαρμογή διαδραματίζουν ακόμη σημαντικότερο ρόλο στη ζώνη του ευρώ.

    Η απαρέγκλιτη προσήλωση στις μεταρρυθμίσεις έχει μεγάλη σημασία για την αντιμετώπιση των προκλήσεων. Ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας άρχισε να λειτουργεί στις 8 Οκτωβρίου 2012 και η ΕΚΤ αποφάσισε να τις εισαγάγει Οριστικές Νομισματικές Συναλλαγές τον Σεπτέμβριο του 2012. Αυτές συμβάλλουν σημαντικά στην αντιμετώπιση της πιο άμεσης πρόκλησης για τη σταθεροποίηση της οικονομικής κατάστασης και την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης. Η αναδιάρθρωση και η επανεξισορρόπηση των οικονομιών θα αρχίσουν να γίνονται ορατές μεσοπρόθεσμα, καθώς οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις συνήθως απαιτούν χρόνο για να παράγουν τα πλήρη αποτελέσματά τους. Τέλος, το όραμα της πραγματικής ΟΝΕ διαμορφώνεται ως μακροπρόθεσμος στόχος, αλλά λαμβάνονται ήδη συγκεκριμένα μέτρα για να ενισχυθεί ο ρυθμός υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων. Ως εκ τούτου, οι εντάσεις στις χρηματοοικονομικές αγορές έχουν κάπως υποχωρήσει πρόσφατα, αλλά οι αγορές εξακολουθούν να είναι εύθραυστες και η ομαλή λειτουργία τους εξαρτάται από τη συνέχιση των υποστηρικτικών πολιτικών. Συνεπώς, οποιαδήποτε εμπλοκή των μεταρρυθμιστικών προσπαθειών θα μπορούσε να οδηγήσει αμέσως σε επανεμφάνιση των εντάσεων και να σε ακύρωση των πρόσφατων βελτιώσεων.

    1.           Δημοσιονομική εξυγίανση που ευνοει την ανάπτυξη

    Τα υγιή και βιώσιμα δημόσια οικονομικά αποτελούν απαραίτητη προϋπόθεση για τη μακροοικονομική σταθερότητα και ως εκ τούτου την ανάπτυξη. Αυτό συμβαίνει ιδιαίτερα στη ζώνη του ευρώ, όπου η ενιαία νομισματική πολιτική δεν μπορεί να αντιδράσει στις ειδικές συνθήκες κάθε χώρας και οι εθνικοί προϋπολογισμοί πρέπει να ανακτήσουν την ικανότητά τους να διαδραματίζουν σταθεροποιητικό ρόλο σε περίπτωση κλυδωνισμών που αφορούν μια συγκεκριμένη χώρα. Ταυτόχρονα, τα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ υφίστανται πολύ ισχυρότερες δευτερογενείς επιπτώσεις όταν ασκούνται μη βιώσιμες δημοσιονομικές πολιτικές, κυρίως μέσω του χρηματοπιστωτικού κυκλώματος, όπως καταδείχθηκε σαφώς στη διάρκεια τρέχουσας κρίσης. Προς τούτο, απαιτείται μεγαλύτερη υπευθυνότητα όσον αφορά τις δημοσιονομικές εξελίξεις σε εθνικό επίπεδο. Αυτό αποτελεί τον πυρήνα της δημοσιονομικής διακυβέρνησης βάσει κανόνων που προβλέπονται στη Συνθήκη και το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΣΑ). Η τήρηση των κανόνων αυτών έχει καθοριστική σημασία για την ομαλή λειτουργία της ΟΝΕ.

    Η δημοσιονομική εξυγίανση έχει αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομική ανάπτυξη σε βραχυπρόθεσμη βάση δεδομένου ότι η δημοσιονομική λιτότητα περιορίζει τις συνολικές δαπάνες, αλλά τα οφέλη είναι πολλαπλά σε μεσοπρόθεσμη βάση. Κατά τη διάρκεια οικονομικών κρίσεων, η επίπτωση της δημοσιονομικής πολιτικής στην ανάπτυξη μπορεί να είναι μεγαλύτερη απ’ ό,τι συνήθως, δεδομένου ότι οι επονομαζόμενοι δημοσιονομικοί πολλαπλασιαστές θεωρείται ότι είναι μεγαλύτεροι απ' ό,τι σε κανονικές οικονομικές συνθήκες[1]. Βραχυπρόθεσμα, αυτό θα μπορούσε επίσης να έχει αρνητικές συνέπειες για τους δείκτες χρέους προς το ΑΕΠ στο πλαίσιο εξυγίανσης εάν οι αρχικοί δείκτες χρέους είναι υψηλοί, και συνεπώς οι ανάγκες εξυγίανσης είναι μεγάλες.

    Ωστόσο, σε ορισμένα κράτη μέλη δεν υπάρχει άλλη βιώσιμη εναλλακτική λύση εκτός από την εξυγίανση, δεδομένου ότι η μη εφαρμογή της θα μπορούσε να έχει ακόμη δυσμενέστερες συνέπειες. Με δεδομένα τα υψηλά και αυξανόμενα επίπεδα χρέους, είναι απαραίτητο να εξετασθεί η βιωσιμότητα του χρέους, που αποτελεί μεσοπρόθεσμη έννοια. Από την ανάλυση της Επιτροπής[2] προκύπτει ότι μόνο υπό μάλλον απίθανες παραδοχές (πολύ υψηλός βαθμός «μυωπίας στις αγορές», ιδιαίτερα ασυνήθεις αντιδράσεις των ασφαλίστρων κινδύνου) η εξυγίανση του χρέους θα μπορούσε να έχει αρνητικές συνέπειες μεσοπρόθεσμα. Επιπλέον, η δημιουργία συνθηκών και προσδοκιών μιας μόνιμης εξυγίανσης αποτελεί σημαντική συνισταμένη για την αποφυγή των αρνητικών επιπτώσεων του χρέους, δεδομένου ότι προσδοκίες οπισθοδρόμησης της εξυγίανσης θα μπορούσαν να ακυρώσουν τα ενδεχόμενα θετικά αποτελέσματα της εξυγίανσης στα ασφάλιστρα κινδύνου. Ταυτόχρονα, για κράτη μέλη με μειωμένη πρόσβαση στην αγορά, η εκτίμηση του κόστους της εξυγίανσης, ακόμη και βραχυπρόθεσμα, εξαρτάται από το εναλλακτικό σενάριο που εξετάζεται. Όταν η δημοσιονομική βιωσιμότητα βρίσκεται σε κίνδυνο, η έλλειψη εξυγίανσης μπορεί να οδηγήσει σε υψηλότερα ασφάλιστρα κινδύνου ή σε απώλεια οποιαδήποτε πρόσβασης στην αγορά, πράγμα που θα απαιτούσε πολύ πιο επώδυνη προσαρμογή, με πολύ δυσμενέστερες επιπτώσεις για την ανάπτυξη από ό,τι στην περίπτωση της δημοσιονομικής εξυγίανσης και βελτίωσης της δημοσιονομικής βιωσιμότητας.

    Ενώ ορισμένες χώρες της ΕΕ έχουν στη διάθεσή τους μεγαλύτερα περιθώρια ελιγμών, θα πρέπει να εξεταστούν προσεκτικά οι κίνδυνοι που απορρέουν από την επιβράδυνση της δημοσιονομικής εξυγίανσης. Σε ορισμένα κράτη μέλη της ΕΕ τα επιτόκια του δημοσίου χρέους βρίσκονται σήμερα σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα και, ως εκ τούτου, θα μπορούσαν φαινομενικά να αυξήσουν τον δανεισμό τους χωρίς να υπάρχει κίνδυνος εμπλοκής τους σε δυναμικές μη βιωσιμότητας. Ωστόσο, ακόμη και σε αυτές τις χώρες, το χρέος κινείται σε πρωτοφανώς υψηλά επίπεδα σε καιρό ειρήνης. Επιπλέον, σχεδόν σε όλες τις χώρες αυτές, οι δημόσιες δαπάνες προβλέπεται να αυξηθούν εξαιτίας της γήρανσης του πληθυσμού και, σε ορισμένες περιπτώσεις, λόγω των χαμηλών αναπτυξιακών προοπτικών. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να αποκλειστεί ότι μια χαλάρωση της δέσμευσης για τη βιωσιμότητα των δημοσιονομικών πολιτικών δεν θα οδηγούσε σε στροφή του κλίματος στην αγορά. Αυτό θα είχε σοβαρές επιπτώσεις όχι μόνο για τις εν λόγω χώρες αλλά και για την ικανότητα διαχείρισης κρίσεων της ζώνης του ευρώ στο σύνολό της, η οποία εξαρτάται από την φερεγγυότητα των χωρών αυτών.

    Διάγραμμα 1. Δημόσιο χρέος και έλλειμμα στα κράτη μέλη της ΕΕ (προβλέψεις για το 2012, ποσοστό % του ΑΕΠ)

    Πηγή: Υπηρεσίες της Επιτροπής, Ευρωπαϊκές Οικονομικές Προβλέψεις, φθινόπωρο 2012

    Τα δημόσια οικονομικά της ΕΕ αντιμετωπίζουν σοβαρές προκλήσεις και η δημοσιονομική σταθερότητα πρέπει να αποκατασταθεί με μόνιμο τρόπο (διάγραμμα 1). Οι προκλήσεις απορρέουν από την ανάγκη μείωσης των υψηλών επιπέδων χρέους σε ένα περιβάλλον χαμηλών αναπτυξιακών προοπτικών, μακροπρόθεσμων πιέσεων στις δαπάνες και ήδη σχετικά υψηλής φορολογικής επιβάρυνσης. Έτσι, εξακολουθεί να ισχύει η θεμελιώδης αρχή μιας δημοσιονομικής εξυγίανσης η οποία ευνοεί την ανάπτυξη. Η στρατηγική, την οποία είχε υποστηρίξει η Επιτροπή στην προηγούμενη ΕΕΑ, έχει αποδειχθεί επιτυχής, ακόμη και αν οι βραχυπρόθεσμες αρνητικές συνέπειες δεν ήταν δυνατό να αποφευχθούν, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, και τα πλήρη οφέλη καθίστανται ορατά μόνο μεσοπρόθεσμα.

    Το αποτέλεσμα της εξυγίανσης στην ανάπτυξη μπορεί να επηρεαστεί από τη σύνθεσή της. Επιπλέον, για να εξασφαλιστεί ο μόνιμος χαρακτήρας της εξυγίανσης και να βελτιωθούν οι προσδοκίες για τη δημοσιονομική βιωσιμότητα, η εξυγίανση θα πρέπει να συνοδεύεται από μεταρρυθμίσεις που θα ενισχύουν την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών και θα υποστηρίζονται από ένα σταθερό θεσμικό πλαίσιο.

    Ο ρυθμός της εξυγίανσης

    Ο ρυθμός της εξυγίανσης θα πρέπει να συνεχίσει να διαφοροποιείται από χώρα σε χώρα ανάλογα με τα δημοσιονομικά περιθώρια. Ειδικότερα, ενόψει των συνεχιζόμενων πιέσεων που ασκούνται από τις αγορές στις χώρες με υψηλό χρέος, οι χώρες που δεν έχουν πλέον πρόσβαση στις χρηματοπιστωτικές αγορές ή στις οποίες ασκείται έντονη πίεση από τις αγορές πρέπει να συνεχίσουν να τηρούν τις δημοσιονομικές δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει. Τα άλλα κράτη μέλη θα πρέπει να εξακολουθήσουν να τηρούν τις δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει στο πλαίσιο του ΣΣΑ, που επιτρέπουν στους αυτόματους σταθεροποιητές να λειτουργήσουν με βάση τη συμφωνηθείσα πορεία διαρθρωτικής δημοσιονομικής προσαρμογής, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών.

    Το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης παρέχει ένα ευέλικτο και αποτελεσματικό πλαίσιο, το οποίο μπορεί να δώσει κατευθύνσεις για τους διαφοροποιημένους ρυθμούς της εξυγίανσης. Οι κανόνες του ΣΣΑ επιτρέπουν την προσαρμογή του ρυθμού της εξυγίανσης ανάλογα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των κρατών μελών. Στο πλαίσιο του ΣΣΑ, έχουν οριστεί για τις χώρες συγκεκριμένοι ονομαστικοί στόχοι, για λόγους διαφάνειας και για τη στήριξη των δημοσιονομικών πολιτικών. Ωστόσο, οι συστάσεις του Συμβουλίου καθορίζουν επίσης την αναγκαία διαρθρωτική προσπάθεια, η οποία θα πρέπει να αφορά τις υποκείμενες δημοσιονομικές θέσεις χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα κυκλικά αποτελέσματα εφ' άπαξ μέτρων. Εάν μια χώρα έχει καταβάλει τη διαρθρωτική προσπάθεια που έχει συμφωνηθεί, αλλά δεν κατορθώνει να επιτύχει τους στόχους της μόνο εξαιτίας της δυσμενέστερης εξέλιξης της ανάπτυξης σε σχέση με τις προβλέψεις, η προθεσμία για τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος μπορεί να παραταθεί. Στο παρελθόν έγινε αρκετές φορές χρήση αυτής της δυνατότητας, και πιο πρόσφατα στην περίπτωση της Ισπανίας και της Πορτογαλίας.

    Η σύνθεση της εξυγίανσης

    Θα πρέπει να ευνοείται η εξυγίανση που στηρίζεται στη μείωση των δαπανών, δίνοντας παράλληλα έμφαση σε ένα συνολικό αποτελεσματικό και ευνοϊκό προς την ανάπτυξη μείγμα μέτρων τόσο στο σκέλος των δαπανών όσο και των εσόδων. Όπως προκύπτει από την ανάλυση των πρόσφατων παραδειγμάτων δημοσιονομικής εξυγίανσης, η εξυγίανση που στηρίζεται στη μείωση των δαπανών έχει μεγαλύτερες πιθανότητες επιτυχίας. Επίσης, λαμβάνοντας υπόψη τη σχετικά υψηλή φορολογική επιβάρυνση στην ΕΕ, περαιτέρω αυξήσεις της φορολογίας θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά τη μελλοντική ανάπτυξη και, κατά συνέπεια, θα πρέπει να εφαρμόζονται με προσοχή. Συνολικά, προκειμένου να περιοριστούν οι βραχυπρόθεσμες αρνητικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη, η σύνθεση της εξυγίανσης θα πρέπει να έχει το κατάλληλο μείγμα μέτρων που ευνοούν την ανάπτυξη τόσο στο σκέλος των δαπανών όσο και των εσόδων.

    Η αποτελεσματικότητα των δαπανών και γενικότερα η ποιότητα των δημοσίων οικονομικών αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερη σημασία λαμβάνοντας υπόψη τις μακροπρόθεσμες προκλήσεις διαχείρισης των δημόσιων οικονομικών. Λαμβανομένων υπόψη των ιστορικά υψηλών επιπέδων χρέους και των μακροπρόθεσμων επιπτώσεων της γήρανσης του πληθυσμού, οι πιέσεις στις δημόσιες δαπάνες είναι πιθανό να διατηρηθούν και μετά την παρούσα δημοσιονομική προσαρμογή. Συνεπώς, η επανεξέταση της αποτελεσματικότητας των δαπανών αποκτά μεγαλύτερη σημασία για τον συγκερασμό της ανάγκης για βιώσιμα δημόσια οικονομικά και της παροχής ικανοποιητικού επιπέδου δημόσιων υπηρεσιών. Οι διεθνείς βέλτιστες πρακτικές δείχνουν ότι σε πολλές χώρες της ΕΕ υπάρχουν επαρκή περιθώρια για εξοικονόμηση δημόσιων πόρων χωρίς να μεταβληθεί το επίπεδο των υπηρεσιών.

    Η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων στον δημόσιο τομέα και η θέσπιση μεθόδων κατάρτισης του προϋπολογισμού βάσει βέλτιστων πρακτικών που στηρίζονται στις επιδόσεις θα μπορούσαν να διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο στην αύξηση της αποτελεσματικότητας των δημόσιων δαπανών. Υπάρχουν σημαντικά αμοιβαία οφέλη μεταξύ των μεταρρυθμίσεων στη δημόσια διοίκηση στο πλαίσιο της επανεξέτασης των δαπανών και κατάρτισης του προϋπολογισμού βάσει των επιδόσεων, όσον αφορά τους στόχους και τα χρονοδιαγράμματα. Ενώ η κατάρτιση του προϋπολογισμού βάσει των επιδόσεων ευνοεί μια συνολική προσέγγιση και απαιτεί μακροπρόθεσμη θεώρηση τόσο για την κατάρτιση όσο και την επίτευξη αποτελεσμάτων, οι μεταρρυθμίσεις της δημόσιας διοίκησης μπορούν να οδηγήσουν σε γρήγορα και σημαντικά αποτελέσματα σε επίπεδο αποτελεσματικότητας των δημοσίων δαπανών και εξοικονομήσεων, με την προϋπόθεση ότι προετοιμάζονται με βάση αυστηρή επανεξέταση των δαπανών και περιλαμβάνονται στις πιο μακροπρόθεσμες στρατηγικές. Οι μεταρρυθμίσεις της δημόσιας διοίκησης θα ήταν χρήσιμο να εστιαστούν στην επίτευξη εξοικονομήσεων όταν οι δείκτες, περιλαμβανομένων των συγκρίσεων μεταξύ των χωρών και εντός μιας δεδομένης χώρας, υποδηλώνουν την ύπαρξη μεγάλων περιθωρίων για εξοικονομήσεις (βλ. επίσης ενότητα 3). Άλλα μέτρα για την αύξηση της αποτελεσματικότητας των δαπανών θα μπορούσαν να αντανακλούν τους διάφορους κοινωνικοοικονομικούς στόχους των επιμέρους κατηγοριών δαπανών, και κυρίως τον καλύτερο σχεδιασμό και τη στοχοθέτηση των κοινωνικών μεταβιβάσεων και κρατικών ενισχύσεων και άλλων επιδοτήσεων, τον εντοπισμό των πιο παραγωγικών σχεδίων δημοσίων επενδύσεων και τη μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα στην προσφορά δημοσίων αγαθών και υπηρεσιών Ωστόσο, όποιο μέσο και να επιλεγεί για την αύξηση της αποτελεσματικότητας των δημοσίων δαπανών, πρέπει να συνοδεύεται από διαχείριση βάσει επιδόσεων σε όλα τα επίπεδα δημόσιας διοίκησης.

    Κατά την περικοπή δαπανών θα πρέπει να αποφεύγονται κατηγορίες δαπάνης που έχουν θετικό αντίκτυπο στην ανάπτυξη και στο αναπτυξιακό δυναμικό. Όταν προβλέπονται περικοπές, θα πρέπει να ελαχιστοποιούνται σε τομείς που έχουν σχέση με την ανάπτυξη του ανθρώπινου κεφαλαίου και της τεχνολογικής προόδου. Για τις δημόσιες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου, η κατάσταση είναι λιγότερο σαφής. Οι επενδύσεις αυτές συμβάλλουν στην αύξηση της δυνητικής ανάπτυξης όταν οι νέες υποδομές αποτελούν εισροές για ιδιωτικές επενδύσεις πράγμα που ισχύει κυρίως για επενδύσεις στις μεταφορές, επικοινωνίες και ορισμένες υπηρεσίες κοινής ωφελείας. Δεύτερον, οι δημόσιες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου είναι επωφελείς μόνο μέχρις ενός ορισμένου επιπέδου και για κράτη μέλη με ένα ήδη ικανοποιητικό επίπεδο υποδομών πρέπει μάλλον να δοθεί έμφαση στη συντήρηση και ενδεχομένως στην αναβάθμισή τους.

    Όσον αφορά το σκέλος των εσόδων του προϋπολογισμού, παρά τις πρόσφατες μεταρρυθμίσεις, πολλά κράτη μέλη εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν σημαντικές προκλήσεις σε επίπεδο φορολογικής πολιτικής. Ορισμένα κράτη μέλη της ΕΕ θα μπορούσαν να επωφεληθούν, αν και σε διαφορετικό βαθμό, από μέτρα στην πλευρά των εσόδων για την παγίωση των δημόσιων οικονομικών τους και τη διασφάλιση της βιωσιμότητάς τους. Ωστόσο, τα μέτρα αυτά πρέπει να αποσκοπούν στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των φορολογικών συστημάτων, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα μια δίκαιη κατανομή του βάρους της εξυγίανσης σε όλα τα τμήματα της κοινωνίας. Πρόσθετα έσοδα θα προέκυπταν κατά προτίμηση από τη διεύρυνση των φορολογικών βάσεων και όχι την αύξηση των συντελεστών ή τη δημιουργία νέων φόρων. Αυτό ενδέχεται να απαιτεί δραστική επανεξέταση των φορολογικών δαπανών και άλλων ενδεχόμενων αδυναμιών στην φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων και επιχειρήσεων, περιορίζοντας ταυτόχρονα τα περιθώρια για μειωμένους συντελεστές ΦΠΑ ή απαλλαγές ή αυξάνοντας τους μειωμένους συντελεστές σε επίπεδο που είναι πιο κοντά στον κανονικό συντελεστή. Οι απαλλαγές από τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης θα μπορούσαν επίσης να επανεξεταστούν με σκοπό τόσο την άντληση εσόδων και όσο την αποτελεσματική συμβολή σε άλλες δημόσιες πολιτικές (π.χ. υγεία και περιβαλλοντικές πολιτικές).

    Η βελτίωση της φορολογικής διακυβέρνησης θα μπορούσε επίσης να συμπληρώσει αποτελεσματικά τα μέτρα άντλησης εσόδων. Ορισμένα μέτρα για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, όπως η άρση του τραπεζικού απορρήτου, φαίνεται να έχουν φέρει σημαντικά πρόσθετα φορολογικά έσοδα, ήδη βραχυπρόθεσμα. Ωστόσο, τα οφέλη από την καλύτερη φορολογική διακυβέρνηση είναι συχνά δύσκολο να εκτιμηθούν εκ των προτέρων και, συνεπώς, δεν θα πρέπει να υπερεκτιμώνται στο πλαίσιο μιας συνετής φορολογικής πολιτικής, ιδίως βραχυπρόθεσμα. Η βελτίωση της φορολογικής συμμόρφωσης μπορεί να λάβει διάφορες μορφές, όπως μείωση της παραοικονομίας, καταπολέμηση των περιπτώσεων απάτης και της φοροδιαφυγής σε σχέση με τον ΦΠΑ, ή προώθηση της αποτελεσματικότητας της φορολογικής διοίκησης. Η βελτίωση της φορολογικής διοίκησης αποτελεί πρόκληση που αντιμετωπίζουν πολλά κράτη μέλη για να εξασφαλίσουν πρόσθετα έσοδα, να μειώσουν το υψηλό κόστος των καθαρών εισπραττόμενων εσόδων και να μετριάσουν τον υψηλό διοικητικό φόρτο για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

    Όσον αφορά την αύξηση του δυναμικού ανάπτυξης και δημιουργίας απασχόλησης των ευρωπαϊκών οικονομιών, θα πρέπει να εξεταστεί η δυνατότητα υιοθέτησης μεταρρυθμίσεων που έχουν ουδέτερο αποτέλεσμα στα έσοδα. Τούτο ισχύει κυρίως στα κράτη μέλη τα οποία έχουν τόσο τα περιθώρια και όσο και την ανάγκη για μια μετατόπιση από τη φορολόγηση της εργασίας σε λιγότερο στρεβλωτικούς φόρους (φόροι κατανάλωσης, επαναλαμβανόμενοι φόροι ακίνητης περιουσίας, περιβαλλοντικοί φόροι). Όταν η σύνθεση των φόρων περιλαμβάνει υψηλό ποσοστό άμεσων φόρων και εισφορών κοινωνικής ασφάλισης και ταυτόχρονα χαμηλό ποσοστό έμμεσων φόρων, αυτό μπορεί να είναι ενδεικτικό ύπαρξης περιθωρίων για μια τέτοια μετατόπιση των φόρων. Μια ουδέτερη ως προς τα έσοδα μεταρρύθμιση θα μπορούσε επίσης να περιλαμβάνει μείωση των υψηλών φορολογικών συντελεστών εισοδήματος των επιχειρήσεων.

    Ορισμένα άλλα ζητήματα που συνδέονται με την πρόβλεψη ειδικών φόρων πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τον σχεδιασμό της στρατηγικής εξυγίανσης και φορολογικών μεταρρυθμίσεων. Πρώτον, η φορολόγηση των επιχειρήσεων φαίνεται συχνά να ενθαρρύνει τη χρηματοδότηση μέσω δανεισμού αντί μέσω ιδίων κεφαλαίων. Δεύτερον, η φορολόγηση των κατοικιών στηρίζεται υπερβολικά στους φόρους επί των συναλλαγών μεταβίβασης και όχι στους λιγότερο επιβλαβείς περιοδικούς φόρους ακίνητης περιουσίας, ενώ η δυνατότητα φορολογικής έκπτωσης των τόκων ενυπόθηκων δανείων φαίνεται να ενθαρρύνει τη σύναψη δανείων και δημιουργεί τον κίνδυνο υπερβολικών επενδύσεων στον τομέα της στέγασης. Τέλος, οι περιβαλλοντικοί φόροι θα μπορούσαν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην επίτευξη συμφωνημένων περιβαλλοντικών στόχων και θα πρέπει διαχρονικά να παρέχουν τα κατάλληλα κίνητρα για τη μείωση των επιβλαβών εκπομπών, και ιδίως αερίων θερμοκηπίου. Οι φορολογικές μεταρρυθμίσεις θα πρέπει να αντικατοπτρίζουν τόσο την οικονομική αποδοτικότητα όσο και την κοινωνική δικαιοσύνη, σύμφωνα με τις συλλογικές προτιμήσεις. Τα διανεμητικά αποτελέσματα θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τον σχεδιασμό των φορολογικών μεταρρυθμίσεων.

    Αντιμετώπιση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας

    Η ανάγκη εξυγίανσης καθίσταται επιτακτική λόγω των προκλήσεων που θέτει η γήρανση του πληθυσμού στα δημόσια οικονομικά. Η έκθεση για τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών του 2012[3], δείχνει ότι το χρέος στην ΕΕ παραμένει σταθερό έως το 2020, χάρη στις πρόσφατες προσπάθειες δημοσιονομικής εξυγίανσης και την πρόοδο που σημειώθηκε στον τομέα των μεταρρυθμίσεων που σχεδόν σταθεροποιούν τις δαπάνες που σχετίζονται με τη δημογραφική γήρανση. Ωστόσο, από το 2021 και μετά, οι δαπάνες λόγω της γήρανσης του πληθυσμού επιταχύνονται σταθερότερα και το χρέος στην ΕΕ θα αρχίσει να αυξάνεται πάλι πλησιάζοντας στο 90% του ΑΕΠ το 2030. Η δυναμική αυτή μπορεί να αντιστραφεί μόνο με τις σταθερές προσπάθειες των κρατών μελών. Εάν το διαρθρωτικό ισοζύγιο βελτιώνεται κατά 0,5% του ΑΕΠ ετησίως μέχρι να επιτευχθεί ο μεσοπρόθεσμος στόχος και διατηρείται μακροπρόθεσμα, σύμφωνα με το ΣΣΑ, το επίπεδο του χρέους θα μπορούσε να προσεγγίσει το 60% του ΑΕΠ μέχρι το 2030.

    Ενώ ορισμένες χώρες λαμβάνουν ήδη μέτρα για την αντιμετώπιση των πιέσεων στις δαπάνες που συνδέονται με τη γήρανση του πληθυσμού, πρέπει να γίνουν ακόμη περισσότερα, εκτός από την υλοποίηση των τρεχόντων προγραμμάτων. Σημαντικές προσπάθειες για τη μεταρρύθμιση των συνταξιοδοτικών συστημάτων, έχουν ήδη γίνει σε πολλά κράτη μέλη κατά την τελευταία δεκαετία, με ορατά θετικά δημοσιονομικά αποτελέσματα. Ωστόσο, σε βάθος χρόνου, θα πρέπει να αναμένεται μια περαιτέρω αύξηση των δημοσίων δαπανών για συντάξεις μακροπρόθεσμα σε συνολικό επίπεδο ΕΕ[4] (+ 1,5 π.μ. του ΑΕΠ έως το έτος 2060). Αυτό απαιτεί εντατικότερες προσπάθειες για τη μεταρρύθμιση των συνταξιοδοτικών συστημάτων, ιδίως σε χώρες στις οποίες οι αυξήσεις των συνταξιοδοτικών δαπανών που προβλέπεται να είναι πολύ πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ και στα οποία η διαδικασία των μεταρρυθμίσεων δεν έχει ακόμη αρχίσει με την απαιτούμενη σοβαρότητα. Το 2012, απευθύνθηκε στην πλειοψηφία των κρατών μελών η σύσταση να προσαρμόσουν τη συνταξιοδοτική πολιτική τους. Ενώ έχει πραγματοποιηθεί ικανοποιητική πρόοδος σε αρκετές χώρες, όπως με τον περιορισμό της πρόσβασης σε πρόωρη συνταξιοδότηση και την εναρμόνιση της ηλικίας συνταξιοδότησης μεταξύ ανδρών και γυναικών, σε άλλα κράτη μέλη το πρόγραμμα των μεταρρυθμίσεων πρέπει να εντατικοποιηθεί ή να ενεργοποιηθεί.

    Η σύνδεση της ηλικίας συνταξιοδότησης με το προσδόκιμο ζωής θα συνέβαλλε στη σταθεροποίηση της ισορροπίας μεταξύ ετών εργασίας και ετών σε σύνταξη. Για να αποφευχθούν οι επαναλαμβανόμενες δύσκολες διαπραγματεύσεις, η σύνδεση αυτή θα πρέπει κατά προτίμηση να ακολουθεί αυτόματους κανόνες. Το μέτρο αυτό αποτελεί έναν αποτελεσματικό τρόπο περιορισμού του κινδύνου μακροβιότητας, που επιτρέπει ταυτόχρονα την αντιμετώπιση ζητημάτων βιωσιμότητας και επάρκειας με την παροχή κινήτρων στους εργαζόμενους για την παράταση του εργασιακού βίου οι οποίοι κατοχυρώνουν με τον τρόπο αυτό περισσότερα συνταξιοδοτικά δικαιώματα. Για να συμβάλουν επιτυχώς στην αύξηση της πραγματικής ηλικίας συνταξιοδότησης, οι μεταρρυθμίσεις των συνταξιοδοτικών συστημάτων πρέπει να συνοδεύονται από πολιτικές που παρέχουν ευκαιρίες απασχόλησης στους εργαζομένους μεγαλύτερης ηλικίας και στηρίζουν την ενεργό και υγιή γήρανση, οι οποίες θα συμπληρώνονται από πολιτικές φορολόγησης και παροχών που προσφέρουν κίνητρα στους εργαζόμενους να παραμείνουν περισσότερο χρόνο στην εργασία και τους παρέχουν πρόσβαση στη διά βίου μάθηση.

    Διάγραμμα 2. Δημοσιονομικές εξελίξεις - ζώνη του ευρώ

    Πηγή: Υπηρεσίες της Επιτροπής

    Τα κράτη μέλη έχουν επιδείξει αποφασιστικότητα για τη συνέχιση της δημοσιονομικής εξυγίανσης και τη σημαντική μείωση των ελλειμμάτων. Σύμφωνα με τις προβλέψεις που διατύπωσε η Επιτροπή το φθινόπωρο του 2012, κατά μέσο όρο το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης στην ΕΕ αναμένεται να μειωθεί κατά 0,8 π.μ. το 2012 και θα φθάσει σε 3,6% του ΑΕΠ. Για τη ζώνη του ευρώ, η εικόνα είναι σε γενικές γραμμές παρόμοια και το έλλειμμα αναμένεται να μειωθεί σε 3,3% του ΑΕΠ. Αν συνεχιστεί η δημοσιονομική εξυγίανση το 2013, το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης στη ζώνη του ευρώ αναμένεται να μειωθεί σε επίπεδο χαμηλότερο του 3% του ΑΕΠ για πρώτη φορά από το 2008 (διάγραμμα 2). Στην πλειονότητα των κρατών μελών, η σύνθεση της εξυγίανσης μπορεί να αξιολογηθεί συνολικά ως ευνοϊκή για την ανάπτυξη, δεδομένου ότι έχει εν πολλοίς επιτύχει ισορροπία μεταξύ των εσόδων και των δαπανών. Μεταξύ των ετών 2007 και 2012, οι βασικές εξοικονομήσεις πραγματοποιήθηκαν στον τομέα των επενδυτικών δαπανών, της ενδιάμεσης ανάλωσης και των μισθολογικών δαπανών του δημοσίου. Συγχρόνως το μερίδιο των κοινωνικών μεταβιβάσεων παρουσίασε εν γένει αύξηση, ιδίως στις χώρες που έχουν πληγεί εντονότερα από την οικονομική κρίση.

    Η δημοσιονομική εξυγίανση φαίνεται να είναι μεγαλύτερη σε διαρθρωτικούς όρους από ό,τι σε ονομαστικούς όρους. Οι διαρθρωτικές προσαρμογές για το 2012 προβλέπεται να υπερβούν το 1% τόσο στην ΕΕ όσο και στη ζώνη του ευρώ. Για την επίτευξη αυτών των αποτελεσμάτων, τα κράτη μέλη τήρησαν σε γενικές γραμμές τους ονομαστικούς τους στόχους, θεσπίζοντας διορθωτικά μέτρα κατά τη διάρκεια του έτους ενώ οι μακροοικονομικές συνθήκες παρουσίαζαν επιδείνωση. Η πορεία εξυγίανσης αναμένεται να παραμείνει σταθερή το 2013, δεδομένου ότι τα κράτη μέλη πρέπει είτε να καταβάλουν τη δημοσιονομική προσπάθεια που είχε συσταθεί στο πλαίσιο της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος (ΔΥΕ) ή πρέπει να βελτιώσουν ακόμη περισσότερο τη σύγκλισή τους προς την κατεύθυνση των μεσοπρόθεσμων στόχων τους. Αυτό αναμένεται να μειώσει το διαρθρωτικό έλλειμμα περισσότερο από 0,5 π.μ. στην ΕΕ το 2013.

    Δημοσιονομική διακυβέρνηση και δημοσιονομικοί θεσμοί

    Η ευρωστία των εθνικών δημοσιονομικών πλαισίων έχει καθοριστική σημασία για τη λήψη υγιών δημοσιονομικών αποφάσεων Σύμφωνα με τις συνθήκες, οι τελικές δημοσιονομικές αποφάσεις θα εξακολουθήσουν να λαμβάνονται από τις εθνικές αρχές. Έχει επομένως καίρια σημασία τα κράτη μέλη να αναλαμβάνουν δράση σε εθνικό επίπεδο ώστε να ενισχυθεί η προβλεψιμότητα και η αξιοπιστία των δεσμεύσεών τους για τη χάραξη συνετής δημοσιονομικής πολιτικής. Η οδηγία για τα εθνικά δημοσιονομικά πλαίσια και η Συνθήκη για τη Σταθερότητα, τη Σύγκλιση και τη Διακυβέρνηση (ΣΣΣΔ) βελτιώνουν σημαντικά τα εθνικά δημοσιονομικά πλαίσια. Η ορθή μεταφορά της οδηγίας μέχρι τα τέλη του 2013 αναμένεται να διασφαλίσει ισχυρά δημοσιονομικά πλαίσια στα κράτη μέλη της ΕΕ, που θα εξασφαλίζουν έγκαιρες και ολοκληρωμένες στατιστικές, μεσοπρόθεσμο προγραμματισμό, αξιόπιστες ρεαλιστικές προβλέψεις και ορισμό εθνικών δημοσιονομικών κανόνων που προωθούν τη συμμόρφωση με τις δημοσιονομικές υποχρεώσεις που απορρέουν από τη Συνθήκη. Επιπλέον, μέσω της ΣΣΣΔ, τα 25 κράτη μέλη της έχουν δεσμευθεί να περιληφθεί στο εθνικό δεσμευτικό δίκαιο ο στόχος του ισοσκελισμένου ή πλεονασματικού προϋπολογισμού, εδραιώνοντας μια θεμελιώδη αρχή του ΣΣΑ στον πυρήνα των εθνικών πλαισίων. Η συμμόρφωση θα πρέπει να ενισχυθεί περαιτέρω με μηχανισμούς αυτόματης διόρθωσης, που πρέπει να σχεδιάζονται σύμφωνα με κοινές αρχές και να ενεργοποιούνται σε σαφώς καθορισμένες περιστάσεις.

    Η δημοσιονομική διακυβέρνηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο έχει ενισχυθεί και η Επιτροπή έχει υποβάλει περισσότερες βελτιώσεις στους συννομοθέτες. Το «εξάπτυχο»[5] ενίσχυσε το προληπτικό σκέλος της δημοσιονομικής εποπτείας της ΕΕ και την ικανότητα να εντοπίζονται και να διορθώνονται οι φορολογικές ανισορροπίες σε πρώιμο στάδιο. Εισήγαγε νέα εργαλεία όπως μια τιμή αναφοράς για τις δαπάνες και ένα αριθμητικό κανόνα για το χρέος. Δεδομένου ότι οι δημοσιονομικές πολιτικές των κρατών μελών που έχουν το ίδιο νόμισμα αύξησαν τις δευτερογενείς δημοσιονομικές επιπτώσεις, οι οικονομικές κυρώσεις για τα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ που δεν ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της ΕΕ ενισχύθηκαν, πλην όμως εφαρμόζονται πλέον πιο σταδιακά και σε προγενέστερο στάδιο. Η Επιτροπή έχει προτείνει περαιτέρω βελτιώσεις όσον αφορά τη δημοσιονομική εποπτεία για τα κράτη μέλη της ζώνης στους δύο κανονισμούς που αποτελούν το «δίπτυχο». Ο κανονισμός σχετικά με την ενισχυμένη εποπτεία απλοποιεί και ενισχύει τη δημοσιονομική εποπτεία που εφαρμόζεται στα κράτη μέλη που αντιμετωπίζουν ή κινδυνεύουν να αντιμετωπίσουν χρηματοπιστωτικές δυσκολίες, ενώ ο κανονισμός σχετικά με την ενισχυμένη παρακολούθηση των δημοσιονομικών πολιτικών, προβλέπει στενότερη παρακολούθηση των κρατών μελών που βρίσκονται σε ΔΥΕ για να εξασφαλιστεί η έγκαιρη διόρθωση των υπερβολικών ελλειμμάτων τους. Επιπλέον, ενισχύει την προληπτική δράση σε επίπεδο ΕΕ με τη θεμελίωση των ακρογωνιαίων λίθων για έναν πραγματικό συντονισμό της δημοσιονομικής πολιτικής στην ΟΝΕ, κυρίως. με κοινό δημοσιονομικό χρονοδιάγραμμα και τη συντονισμένη υποβολή του ετήσιου εθνικού δημοσιονομικού προγραμματισμού στην Επιτροπή πριν από την έγκριση του από τα κοινοβούλια.

    2.         Αποκατάσταση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας

    Κατά το τελευταίο έτος οι εντάσεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές της ΕΕ συνεχίστηκαν, αλλά πρόσφατα υπάρχουν ενδείξεις βελτίωσης. Οι αρνητικές αναδράσεις μεταξύ των κρατικού χρέους της ζώνης του ευρώ, των τραπεζών και της οικονομικής ανάπτυξης συνεχίστηκε πυροδοτώντας εντάσεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές και κλονισμό της εμπιστοσύνης. Τα αποφασιστικά μέτρα που λήφθηκαν από την ΕΕ και τους εθνικούς φορείς χάραξης πολιτικής επέφεραν βελτιώσεις, αλλά τα διαφορικά επιτόκια κρατικών ομολόγων ευάλωτων χωρών εξακολουθούν να είναι υψηλά και ασταθή. Ταυτόχρονα, σε ορισμένες αγορές άλλων χωρών της ΕΕ παρατηρήθηκαν μεγάλες εισροές ιδιωτικών κεφαλαίων, ενώ τα επιτόκια διαμορφώθηκαν σε ιστορικά χαμηλά ή ακόμη και αρνητικά επίπεδα για τα κρατικά ομόλογα. Οι στενές διασυνδέσεις μεταξύ των αγορών κρατικών ομολόγων και του τραπεζικού τομέα της ΕΕ εξακολουθούν να δημιουργούν σοβαρούς κινδύνους για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα στην ΕΕ και στη ζώνη του ευρώ ειδικότερα.

    Η ρευστότητα και τα διαρθρωτικά προβλήματα χρηματοδότησης στον τραπεζικό τομέα της ΕΕ. Ιδιαίτερα στα ευάλωτα κράτη μέλη, η πρόσβαση στη χρηματοδότηση μέσω της αγοράς παρέμεινε δυσχερής για πολλές τράπεζες. Υποβιβασμοί της πιστοληπτικής της ικανότητας χωρών οδήγησαν σε μείωση των εξασφαλίσεων που διατίθενται για τραπεζικές πράξεις εντός του ευρωσυστήματος και πυροδότησαν υποβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητας και των τραπεζών, οδηγώντας σε αύξηση του κόστους χρηματοδότησης των τραπεζών. Το πρώτο ήμισυ του 2012, οι πιέσεις σε επίπεδο χρηματοδότησης στα ευάλωτα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ έχουν προστεθεί στις εκροές καταθέσεων, ενώ στα κράτη μέλη με υψηλότερη πιστοληπτική ικανότητα παρατηρήθηκαν εισροές καταθέσεων. Επίσης πιέσεις ασκούνται στην εσωτερική χρηματοδότηση των τραπεζών λόγω των μειωμένων αναπτυξιακών προοπτικών και της επακόλουθης συμπίεσης των πιθανών κερδών. Η αντίδραση των τραπεζών στη πιέσεις χρηματοδότησης ήταν να στραφούν από μη εξασφαλισμένες δανειοδοτήσεις στην έκδοση καλυμμένων ομολόγων. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη σημαντική αύξηση του ποσού των επιβαρυμένων στοιχείων ενεργητικού στους ισολογισμούς, πράγμα που αποτελεί πρόσθετη πηγή ανησυχιών.

    Διάγραμμα 3. Τραπεζικά δάνεια προς νοικοκυριά και μη χρηματοπιστωτικές εταιρείες – ζώνη του ευρώ

    Πηγή: Υπηρεσίες της Επιτροπής

    Η ανεπάρκεια της χρηματοδότησης μέσω των αγορών και η αύξηση των πιστωτικών κινδύνων λόγω της στάσιμης ανάπτυξης αναστέλλουν την ικανότητα των τραπεζών να χορηγούν δάνεια στην πραγματική οικονομία. Οι περιορισμοί στη χρηματοδότηση είναι ιδιαίτερα μεγάλοι για μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας της ΕΕ και εξασφαλίζουν το μεγαλύτερο όγκο της απασχόλησης. Οι δυσκολίες χρηματοδότησης είναι οξύτερες στις ευάλωτες χώρες στις οποίες οι τράπεζες που αντιμετωπίζουν δυσκολίες έχουν μειώσει τις δανειοδοτήσεις, μολονότι οι ισχνές αναπτυξιακές προοπτικές και η ανάγκη μείωσης των της δανειακής επιβάρυνσης των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών μειώνουν και τη ζήτηση για δάνεια (διάγραμμα 3). Ταυτόχρονα, ενώ οι τράπεζες συνέχισαν τις αναγκαίες προσαρμογές των ισολογισμών τους, δεν υπήρξαν ενδείξεις άτακτης ή υπερβολικής απομόχλευσης. Οι εισροές κεφαλαίων από δημόσιες πηγές, που μετρίασαν τις επιπτώσεις των εκροών ιδιωτικών κεφαλαίων, καθώς και η συντονισμένη ανακεφαλαιοποίηση υπό την καθοδήγηση της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών διαδραμάτισαν καθοριστικό ρόλο σε αυτό. Ωστόσο, η ταχύτητα της απομόχλευσης διέφερε από τη μια χώρα στην άλλη, και οι τράπεζες των ευάλωτων κρατών μελών προσάρμοσαν τους ισολογισμούς τους ταχύτερα από ό,τι αλλού. Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω παραγόντων, αποτελεί θετική ένδειξη το γεγονός ότι στη ζώνη του ευρώ συνολικά οι δανειοδοτήσεις των τραπεζών στον ιδιωτικό τομέα σταθεροποιήθηκαν το 2012 και, σύμφωνα με την τελευταία έρευνα της ΕΚΤ για τις δανειοδοτήσεις, μετριάστηκαν ελαφρά τα προβλήματα χρηματοδότησης .

    Η επανεμφάνιση των κινδύνων χώρας αντέστρεψε τη διαδικασία ολοκλήρωσης των χρηματοπιστωτικών αγορών στη ζώνη του ευρώ. Η υιοθέτηση του ευρώ, αλλά και η παγκόσμια τιμολόγηση του πιστωτικού κινδύνου πριν από την κρίση, είχαν συμβάλει στην ολοκλήρωση των χρηματοπιστωτικών αγορών της ζώνης του ευρώ και διευκόλυναν τις πιστωτικές ροές μεταξύ των χωρών της ζώνης του ευρώ. Όταν έσπασε η φούσκα των ακινήτων σε ορισμένες χώρες και ξέσπασε η κρίση του κρατικού χρέους, οι διασυνοριακές ροές μειώθηκαν απότομα και τα κεφάλαια περιχαρακώθηκαν πίσω από τα εθνικά σύνορα. Ειδικότερα, τα ιδιωτικά κεφάλαια που κινούνταν την προηγούμενη δεκαετία από το βόρειο στο νότιο τμήμα της ζώνης του ευρώ σημείωσε δραματική πτώση, καθώς οι τράπεζες μείωσαν τη διασυνοριακή τους έκθεση τόσο έναντι των κυβερνήσεων όσο και του ιδιωτικού τομέα των ευάλωτων χωρών. Το κενό χρηματοδότησης που προέκυψε λόγω αυτής της κατάστασης καλύφθηκε μέσω της ρευστότητας που αντλήθηκε από το Ευρωσύστημα και σε μεταγενέστερα στάδια μέσω των δανείων της ΕΕ και/ή του ΔΝΤ βάσει των προγραμμάτων χρηματοδοτικής συνδρομής. Επιπροσθέτως, η εθνική προτίμηση σε κρατικούς χρεωστικούς τίτλους αυξήθηκε, ενισχύοντας τον αρνητικό κύκλο ανάδρασης ανάμεσα σε ευάλωτα κράτη και προβληματικές τράπεζες.

    Οι όροι χρηματοδότησης παρουσιάζουν αποκλίσεις μεταξύ των χωρών της ζώνης του ευρώ. Τα υψηλότερα ασφάλιστρα κινδύνου στον διασυνοριακό δανεισμό οδήγησαν σε αυξανόμενο χρηματοπιστωτικό κατακερματισμό και επακόλουθη διεύρυνση των αποκλίσεων στα επιτόκια για δάνεια σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά σε όλες τις χώρες της ζώνης του ευρώ. Ο ιδιωτικός τομέας αντιμετωπίζει πλέον αισθητά υψηλότερα επιτόκια σε ευάλωτες χώρες από ό,τι σε άλλα κράτη μέλη, ιδίως σε εκείνα που έχουν χαρακτηριστεί ως ασφαλή καταφύγια. (διαγράμματα 4 και 5).

    Διάγραμμα 4. Επιτόκια δανείων σε επιχειρήσεις || Διάγραμμα 5. Δάνεια σε επιχειρήσεις

    ||

    Σημείωση: Νέες επιχειρήσεις, διάρκεια έως 1 έτος Πηγή: Υπηρεσίες της Επιτροπής || Σημείωση: Δείκτης αύξησης εθνικών αποθεμάτων σε ετήσια βάση Πηγή: Υπηρεσίες της Επιτροπής

    Η δυσλειτουργία των πιστωτικών αγορών σε όλη την ζώνη του ευρώ δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στη λειτουργία της νομισματικής ένωσης. Η προσαρμογή και αναδιάρθρωση που συντελούνται την περίοδο αυτή στα ευάλωτα τα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ επιβαρύνει σημαντικά την ανάπτυξη. Η διαδικασία προσαρμογής τους εξαρτάται από την αποκατάσταση κανονικών δανειοδοτικών συνθηκών από το τραπεζικό σύστημα, το οποίο επί του παρόντος δεν εκπληρώνει αποτελεσματικά το διαμεσολαβητικό ρόλο του στην ενιαία αγορά. Η μικροπροληπτική και μακροπροληπτική εποπτεία με διασυνοριακή διάσταση, θα πρέπει να συμβάλουν ώστε το ολοκληρωμένο τραπεζικό σύστημα να αναλάβει και πάλι τον χρηματοδοτικό διαμεσολαβητικό ρόλο του.

    Η αποκατάσταση των συνθηκών κανονικής χορήγησης πιστώσεων προς την οικονομία απαιτεί την αντιμετώπιση των γενεσιουργών αιτίων της δυσπραγίας των τραπεζών. Έχουν δοθεί τολμηρές πολιτικές απαντήσεις σε επίπεδο ΕΕ προκειμένου να σπάσει ο φαύλος κύκλος μεταξύ προβληματικών τραπεζών και των χωρών τους, να αντιμετωπιστούν οι δυσχέρειες χρηματοδότησης, ο χρηματοπιστωτικός κατακερματισμός και η ρήξη των μηχανισμών νομισματικής ροής στη ζώνη του ευρώ.

    Στο πλαίσιο της πορείας προς μια πραγματική ΟΝΕ, οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ συμφώνησαν τον Ιούνιο του 2012 να προχωρήσουν προς την κατεύθυνση μιας τραπεζικής ένωσης, με τον ενιαίο εποπτικό μηχανισμό (ΕΕΜ) ως πρώτο απτό βήμα. Μετά τη συμφωνία, η Επιτροπή υπέβαλε προτάσεις για τη θέσπιση του ΕΕΜ και την απονομή εποπτικών εξουσιών στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Ταυτόχρονα, η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή θα πρέπει να ευθυγραμμιστεί με το νέο πλαίσιο για την εποπτεία των τραπεζών προκειμένου να εξασφαλιστεί η συνοχή σε επίπεδο ΕΕ. Η δημιουργία του ΕΕΜ στοχεύει στην άρση των διαφορών στις εποπτικές πρακτικές, οι οποίες συνέβαλαν στην τάση κατακερματισμού της ευρωπαϊκής χρηματοπιστωτικής αγοράς και έθεσαν σε κίνδυνο τον τραπεζικό τομέα. Ο ΕΕΜ θα εξασφαλίσει ότι όλα τα συμμετέχοντα κράτη μέλη έχουν απόλυτη εμπιστοσύνη στην ποιότητα και την αμεροληψία της τραπεζικής εποπτείας. Αυτό αποτελεί σημαντική προϋπόθεση για να κατοχυρωθεί ότι οι ροές των κεφαλαίων θα στηρίξουν βραχυπρόθεσμα την επανεξισορρόπηση και δεν θα οδηγήσουν στη δημιουργία νέων ανισορροπιών στο μέλλον (βλ. επίσης ενότητα 3).

    Με τη θέσπιση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕΜΣ), η ζώνη του ευρώ έχει εξοπλιστεί με έναν ισχυρό και μόνιμο τοίχο πυροπροστασίας. Η μεγάλη ικανότητα χρηματοδότησης (500 δισ. ευρώ) και ένα σύνολο ευέλικτων μέσων καθιστά τον ΕΜΣ ένα ισχυρό εργαλείο που μπορεί να σπάσει τον αρνητικό κύκλο ανάδρασης ανάμεσα σε τράπεζες και χώρες και να συμβάλει στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης. Εκτός από την εκταμίευση δανείων ή πιστωτικών κονδυλίων για κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ που έχουν δυσχέρειες ρευστότητας, ο ΕΜΣ διαθέτει εκτεταμένο σύνολο μέσων, εφόσον πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις, για παρέμβαση τόσο στην πρωτογενή όσο και στη δευτερογενή αγορά ομολόγων, υπό όρους που δεν συνεπάγονται κατ 'ανάγκη την υπαγωγή σε πλήρες πρόγραμμα μακροοικονομικής προσαρμογής.

    Η δυνατότητα χρήσης του ΕΜΣ για την άμεση αναδιάρθρωση τραπεζών θα αποτελέσει ένα ισχυρό εργαλείο για να σπάσει ο φαύλος κύκλος μεταξύ τραπεζών και χωρών στη ζώνη του ευρώ. Ο ΕΜΣ μπορεί επίσης να χορηγήσει δάνεια που αφορούν ειδικά την ανακεφαλαιοποίηση τραπεζών. Μέχρι τώρα, ωστόσο, τα εν λόγω δάνεια μπορούσαν να χορηγηθούν μόνο σε κράτη μέλη, τα οποία με τη σειρά τους τα χρησιμοποιούσαν για τις ανακεφαλαιοποιήσεις των προβληματικών τραπεζών. Παρόλο που προσέφερε κάποια ανακούφιση στις κυβερνήσεις που αντιμετώπιζαν προβλήματα ρευστότητας, η προσέγγιση αυτή δεν ήταν η καλύτερη λύση για το πρόβλημα της διασύνδεσης ανάμεσα σε τράπεζες και χώρες. Ειδικότερα, τα δάνεια αυτά έπρεπε να εγγράφονται στους δημοσιονομικούς λογαριασμούς των κρατών μελών και προκαλούσαν αύξηση του δημόσιου χρέους των αντίστοιχων χωρών. Για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα αυτό, η σύνοδος κορυφής της ευρωζώνης αποφάσισε τον Ιούνιο του 2012 να επιτραπεί στον ΕΜΣ να προβαίνει σε άμεση ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, αφ’ής στιγμής συγκροτηθεί ο ΕΕΣ. Η ευχέρεια αυτή θα συμβάλει σε μεγάλο βαθμό στην πορεία αποσύνδεσης τραπεζών και χωρών στη ζώνη του ευρώ και θα αποτελέσει σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση της επιτυχούς διευθέτησης της κρίσης της ζώνης του ευρώ.

    Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει λάβει αποτελεσματικά μέτρα για τον μετριασμό των περιορισμών χρηματοδότησης των τραπεζών και την αποκατάσταση του μηχανισμού μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής. Οι δύο τριετείς μακροπρόθεσμες πράξεις αναχρηματοδότησης που πραγματοποιήθηκαν από την ΕΚΤ τον Δεκέμβριο του 2011 και τον Φεβρουάριο του 2012 κάλυψαν οξύτατες ελλείψεις αναχρηματοδότησης για τράπεζες της ζώνης του ευρώ, εξασφαλίζοντας την πρόσβαση των τραπεζών σε μεσοπρόθεσμη χρηματοδότηση με χαμηλό κόστος. Ωστόσο, καθώς οι χρηματοδοτικές πιέσεις συνεχίσθηκαν και σε ορισμένα κράτη της ζώνης του ευρώ εμφανίστηκαν συμπτώματα σοβαρών διαταραχών στον μηχανισμό μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής, η ΕΚΤ θέσπισε ένα νέο εργαλείο, τις Άμεσες Νομισματικές Συναλλαγές (ΑΝΣ), για να εξασφαλιστεί η ορθή μετάδοση της νομισματικής πολιτικής στη ζώνη του ευρώ. Οι ΑΝΣ είναι άμεσες συναλλαγές στις δευτερογενείς αγορές κρατικών ομολόγων που υπόκεινται σε αυστηρούς και αποτελεσματικούς όρους σε συνδυασμό με πρόγραμμα προσαρμογής που χρηματοδοτείται από τον ΕΜΣ. Ενώ το μέσο αυτό δεν έχει χρησιμοποιηθεί μέχρι σήμερα, η εξαγγελία του έχει ήδη οδηγήσει σε βελτιώσεις στις αγορές κρατικών ομολόγων στη ζώνη του ευρώ και, σε συνδυασμό με τα σχέδια για την εφαρμογή της Τραπεζικής Ένωσης, μπορεί να συμβάλει σημαντικά στον μετριασμό των εντάσεων στη ζώνη του ευρώ και στην αποκατάσταση συνθηκών για μια υγιή χορήγηση πιστώσεων προς την οικονομία.

    Ενώ τα αποφασιστικά μέτρα έχουν αμβλύνει τις εντάσεις της αγοράς, οι αγορές εξακολουθούν να εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τη συνέχιση των υποστηρικτικών πολιτικών και την εφαρμογή των δεσμεύσεων. Οι υποκείμενες αδυναμίες εξακολουθούν να υπάρχουν στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της ΕΕ και ειδικότερα στη ζώνη του ευρώ. Ταυτόχρονα, η διάρκεια της κρίσης στη ζώνη του ευρώ οδήγησε σε μεγάλη εξάρτηση των εξελίξεων της αγοράς από τα μέτρα πολιτικής. Συνεπώς, η βεβαιότητα σχετικά με τις πολιτικές ενέργειες και την απαρέγκλιτη εφαρμογή των συμφωνηθέντων μέτρων και των εθνικών πολιτικών μεταρρυθμίσεων αποτελεί καθοριστικό στοιχείο για τη συγκράτηση της αστάθειας των αγορών. Η δέσμευση για την οικοδόμηση μιας γνήσιας ΟΝΕ και, ειδικότερα, μιας πλήρους τραπεζικής ένωσης, θα αποκαταστήσει τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα σε μόνιμη βάση.

    3.           Διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για τη στήριξη της ανάπτυξης και τη διόρθωση των ανισορροπιών

    Η βελτίωση της εμπιστοσύνης και η ανάκαμψη της ανάπτυξης βραχυπρόθεσμα, με παράλληλη δημιουργία των προϋποθέσεων για τη βιώσιμη ανάπτυξη στο μέλλον είναι η κύρια πρόκληση στη σημερινή συγκυρία. Σε ένα πλαίσιο περιοριστικών μακροοικονομικών πολιτικών, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις αποτελούν σημαντικό στοιχείο της στρατηγικής ανάπτυξης και επανεξισορρόπησης με στόχο την αξιοποίηση του ανεκμετάλλευτου δυναμικού των οικονομιών των κρατών μελών της ΕΕ. Οι ευάλωτες χώρες κατέβαλλαν σημαντικές προσπάθειες μεταρρυθμίσεων καθώς η κρίση επεκτεινόταν. Παρόλο που η ανάγκη δράσης σε αυτά τα κράτη μέλη είναι πιο επείγουσα, τόσο η βραχυπρόθεσμη όσο και η μεσοπρόθεσμη ανάπτυξη αποτελεί πανευρωπαϊκό πρόβλημα που απαιτεί μια συλλογική απάντηση. Παρά τις σημαντικές διαφορές στην οικονομική κατάσταση μεταξύ των διαφόρων κρατών μελών, μια συντονισμένη προσέγγιση για τις μεταρρυθμίσεις σε όλα τα κράτη μέλη και σε επίπεδο ΕΕ θα έδινε μια πολιτική ώθηση, θα χαλάρωνε τους περιορισμούς της οικονομικής πολιτικής και θα διευκόλυνε τη διαδικασία μεταρρυθμίσεων.

    Διάγραμμα 6. Ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών, ζώνη του ευρώ και κράτη μέλη || Διάγραμμα 7. Κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος και ονομαστική αμοιβή ανά εργαζόμενο – ζώνη του ευρώ

    ||

    Πηγή: Υπηρεσίες της Επιτροπής || Πηγή: Υπηρεσίες της Επιτροπής

    Η οικονομική ανάπτυξη της ΕΕ επί του παρόντος αναστέλλεται από εμμένουσες μακροοικονομικές ανισορροπίες και την ανάγκη διόρθωσης υπερβάσεων που έγιναν κατά το παρελθόν σε επίπεδο δανεισμού και κατανάλωσης. Η προσωρινά χαμηλότερη ανάπτυξη αποτελεί εγγενές χαρακτηριστικό μιας προσαρμογής σε βάθος, καθώς όταν οι οικονομίες υφίστανται αναδιάρθρωση, οι πόροι μεταφέρονται από τον τομέα των μη εμπορεύσιμων στον τομέα των εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών και οι ισολογισμοί όλων των τομέων της οικονομίας πρέπει να προσαρμοστούν. Η απαιτούμενη προσαρμογή συνεχίστηκε κατά το προηγούμενο έτος, παρά τη δυσχερή οικονομική συγκυρία, και αποδίδει πλέον καρπούς. Τα ονομαστικά στοιχεία για το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, το εμπόριο και την εγχώρια ζήτηση δείχνουν ότι η προσαρμογή είναι σε εξέλιξη στην ΕΕ, και στις χώρες της ζώνης του ευρώ, αν και απαιτείται περαιτέρω πρόοδος (διάγραμμα 6). Η προσαρμογή βρίσκεται επίσης σε εξέλιξη στις χώρες που υπόκεινται σε πρόγραμμα και σε άλλες ευάλωτες χώρες, συμπεριλαμβανομένων αυτών στις οποίες η πρόοδος φαινόταν μέχρι πρόσφατα περιορισμένη. Οι ανισορροπίες του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών μειώνονται, ενώ οι εξελίξεις του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος θα μπορούσαν να συμβάλουν σε περαιτέρω επανεξισορρόπηση στο μέλλον (διάγραμμα 7). Σε ορισμένες χώρες με έλλειμμα, οι ονομαστικοί μισθοί προσαρμόζονται τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα.

    Διάγραμμα 8. Τρέχουσες συναλλαγές και καθαρή διεθνής επενδυτική θέση (ΚΔΕΘ) - χώρες με πλεόνασμα/έλλειμμα

    Πηγή: Υπηρεσίες της Επιτροπής

    Η συντελούμενη προσαρμογή των εξωτερικών θέσεων, φαίνεται να έχει σε μεγάλο βαθμό διαρθρωτικό χαρακτήρα. Στις χώρες με έλλειμμα παρατηρήθηκε σημαντική συμπίεση των εισαγωγών και κάποια αύξηση των εξαγωγών. Αν και η συμπίεση των εισαγωγών ήταν μέχρι στιγμής εντονότερη, η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας προετοιμάζει το έδαφος για μια μελλοντική επέκταση των εξαγωγών και – σύμφωνα με τις προβλέψεις που διατύπωσε η Επιτροπή το φθινόπωρο – η συμβολή τω εξαγωγών στην επανεξισορρόπηση αναμένεται να αυξηθεί κατά τη διάρκεια της περιόδου που καλύπτουν οι προβλέψεις. Με την προϋπόθεση ότι θα διατηρηθεί η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, η αύξηση των εξαγωγών αναμένεται να οδηγήσει σε ανάπτυξη των βιομηχανιών με εξαγωγικό προσανατολισμό και στην εδραίωση του μόνιμου χαρακτήρα της προσαρμογής. Ωστόσο, η εξωτερική επανεξισορρόπηση των ροών στο λογαριασμό τρεχουσών συναλλαγών δεν είναι ακόμη αρκετή για να μεταβάλει τις μη βιώσιμες τάσεις στον τομέα των αποθεμάτων (καθαρή επενδυτική θέση και εξωτερικό χρέος) (διάγραμμα 8). Στις περισσότερες χώρες με έλλειμμα, οι δείκτες εξωτερικού χρέους προς ΑΕΠ συνεχίζουν να αυξάνονται· εάν μειώνονται, αυτό οφείλεται κυρίως στη μεγάλη ανατίμηση των υποχρεώσεων. Θα χρειαστούν σημαντικές προσαρμογές, το κόστος των οποίων – ιδίως από την άποψη της απασχόλησης – θα εξαρτηθεί από την ικανότητα προσαρμογής του κάθε κράτους μέλους. Η πρόοδος στη μείωση των διμερών ανισορροπιών στο λογαριασμό τρεχουσών συναλλαγών μεταξύ χωρών με πλεόνασμα και χωρών με έλλειμμα έχει καταστεί πιο ορατή. Για τις χώρες με πλεόνασμα, υπάρχουν επίσης ενδείξεις επανεξισορρόπησης ως προς την εγχώρια ζήτηση, παρόλο που η προσαρμογή των πλεονασμάτων των λογαριασμών τρεχουσών συναλλαγών αντανακλά επίσης το γεγονός ότι ο λογαριασμός τρεχουσών συναλλαγών για το σύνολο της ζώνης του ευρώ εμφάνισε πλεόνασμα.

    Ενώ ο πλήρης αντίκτυπος των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στην ανάπτυξη και την επανεξισορρόπηση είναι πιθανό να γίνει αισθητός μεσοπρόθεσμα έως μακροπρόθεσμα, τα οφέλη μπορεί επίσης να γίνουν ορατά και βραχυπρόθεσμα. Οι διαδικασίες μεταρρύθμισης συνδέονται συνήθως με κόστος προσαρμογής και μετάβασης βραχυπρόθεσμα, εν μέρει λόγω της γενικά άνισης κατανομής τους μεταξύ των επιχειρήσεων και των ιδιωτών. Ωστόσο, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις μπορεί επίσης να έχουν άμεσα αποτελέσματα στην τόνωση της οικονομικής δραστηριότητας, δεδομένου ότι βελτιώνουν την εμπιστοσύνη και τις προσδοκίες των διαφόρων οικονομικών συντελεστών. Πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στις μεταρρυθμίσεις που αυξάνουν όσο το δυνατό λιγότερο το δημοσιονομικό κόστος (όπως μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και την αύξηση του ανταγωνισμού στις αγορές προϊόντων ή για τη μείωση της κανονιστικής και διοικητικής επιβάρυνσης για τις επιχειρήσεις), ενώ έμφαση πρέπει να δοθεί επίσης στην επίτευξη των βέλτιστων προϋποθέσεων πλαισίωσης (π.χ. μέσω της ενίσχυσης του κοινωνικού διαλόγου) για να στηριχθεί η δράση σε τομείς πολιτικής οι οποίοι παραδοσιακά επιδέχονται πιο δύσκολα μεταρρυθμίσεις, όπως η αγορά εργασίας. Επιπλέον, θα πρέπει να εξεταστούν οι συνέργειες μεταξύ των διαφόρων τομέων στους οποίους πρέπει να θεσπιστούν μεταρρυθμίσεις. Για παράδειγμα, οι μεταρρυθμίσεις της αγοράς εργασίας που αποσκοπούν στη συγκράτηση του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος μπορεί να είναι αποτελεσματικότερες για την τόνωση της ανταγωνιστικότητας εάν συνδυάζονται με μεταρρυθμίσεις των αγορών προϊόντων, με στόχο την ενίσχυση του ανταγωνισμού και τη συμπίεση των περιθωρίων κέρδους. Σε γενικές γραμμές, θα πρέπει να μελετηθούν προσεκτικά οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ των διαφόρων τομέων μεταρρυθμίσεων και του κατάλληλου χρόνου θέσπισης των μεταρρυθμίσεων, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερες συνθήκες που επικρατούν σε κάθε κράτος μέλος.

    Η ρύθμιση και εποπτεία του χρηματοπιστωτικού τομέα διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη διασφάλιση της ομαλής επανεξισορρόπησης και την αποφυγή επιζήμιων κύκλων ραγδαίας μεγέθυνσης και συρρίκνωσης. Η αναγκαία διαδικασία απομόχλευσης που πραγματοποιείται στον ιδιωτικό τομέα σε ορισμένες χώρες της ΕΕ και οι τις τεταμένες χρηματοοικονομικές συνθήκες που περιγράφονται στην ενότητα 2, ενδέχεται να επηρεάσουν αρνητικά την ανάπτυξη βραχυπρόθεσμα. Ωστόσο, αποτελεί προϋπόθεση για τη διόρθωση των υπερβολικών εσωτερικών και εξωτερικών ανισορροπιών. Παράλληλα, η υπερβολική πιστωτική επέκταση και μόχλευση στον χρηματοπιστωτικό τομέα, όπως είχε παρατηρηθεί πριν από την κρίση, οδηγούν στην αποδυνάμωση του χρηματοπιστωτικού τομέα με μεγάλο κίνδυνο άτακτης διόρθωσης και πολύ σοβαρές αρνητικές συνέπειες για την οικονομική ανάπτυξη. Στο πλαίσιο αυτό, η ανάπτυξη αποτελεσματικών εργαλείων μικροπροληπτικής και μακροπροληπτικής εποπτείας έχει καθοριστική σημασία προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι, μόλις όροι χρηματοδότησης σε όλη την ΕΕ αποκατασταθούν, η επανεξισορρόπηση θα συνεχιστεί με βάση μια κανονική ροή κεφαλαίων προς τις πλέον παραγωγικές δραστηριότητες και τις μακροπρόθεσμες επενδυτικές ανάγκες της οικονομίας της ΕΕ και ότι δεν θα δημιουργηθούν εκ νέου υπερβολικές ανισορροπίες.

    Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που αυξάνουν την παραγωγικότητα εξακολουθούν να αποτελούν προτεραιότητα για την προώθηση των μεσοπρόθεσμων αναπτυξιακών προοπτικών και τη διασφάλιση μόνιμης εξισορρόπησης της οικονομίας της ΕΕ. Τα εμπειρικά στοιχεία δείχνουν ότι οι μεταρρυθμίσεις που αποσκοπούν στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των αγορών προϊόντων, υπηρεσιών και εργασίας μπορούν να τονώσουν την παραγωγικότητα, την καινοτομία και να αυξήσουν την παραγωγή και τα επίπεδα απασχόλησης. Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που προσανατολίζονται ειδικά στη στήριξη της καινοτομίας, στις επενδύσεις σε ΤΠΕ και στη χρήση τους, καθώς και στην ακόμη μεγαλύτερη ελευθέρωση του εμπορίου μπορούν επίσης να έχουν άμεσο αντίκτυπο στην παραγωγικότητα. Οι μεταρρυθμίσεις αυτές ευνοούν επίσης ανακατανομή της εργασίας και του κεφαλαίου, που επιτρέπουν τη μετατόπιση προς τομείς με υψηλό δυναμικό ανάπτυξης (συμπεριλαμβανομένων των τομέων της πράσινης ανάπτυξης και της ψηφιακής οικονομίας). Επιπλέον, αυτού του είδους οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις μπορούν να διαδραματίσουν καίριο ρόλο στη μείωση των εσωτερικών και εξωτερικών ανισορροπιών, π.χ. με τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και των εξαγωγικών επιδόσεων. Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις είναι ιδιαίτερα σημαντικές για τη ζώνη του ευρώ όπου οι σχετικές τιμές δεν μπορούν να επηρεαστούν από τις αυξομειώσεις των ονομαστικών συναλλαγματικών ισοτιμιών.

    Η προώθηση των δυνατοτήτων πράσινης ανάπτυξης θα μπορούσε να μεταφραστεί σε καλύτερες επιδόσεις τόσο σε μακροοικονομικό όσο και σε μικροοικονομικό επίπεδο. Η στροφή προς μεθόδους παραγωγής που επιδιώκουν χαμηλή κατανάλωση άνθρακα και αποτελεσματική χρήση των πόρων θα μειώσει τις πιέσεις που ασκούν οι ραγδαίες μεταβολές των τιμών στα επίπεδα του κόστους των βασικών προϊόντων, καθώς και στις πληθωριστικές προσδοκίες. Θα μειώσει την εξάρτηση από πόρους και ενέργεια και, κατά συνέπεια, θα περιορίσει το εμπορικό ενεργειακό έλλειμμα και θα ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας της ΕΕ σε μακροπρόθεσμη βάση. Η ΕΕ έχει αναπτύξει πολιτικές για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας κατά τη χρήση των πόρων, με φιλόδοξους στόχους που θα έχουν επιπτώσεις για όλα τα κράτη μέλη. Τα πλήρη οφέλη των πολιτικών αυτών θα αξιοποιηθούν μόνο εάν συνοδεύονται από ένα σταθερό και προβλέψιμο κανονιστικό πλαίσιο για τον προσανατολισμό των επενδύσεων, μετατόπιση της φορολόγησης από την εργασία στους περιβαλλοντικούς φόρους και στους φόρους κατανάλωσης, σταδιακή κατάργηση των επιδοτήσεων που είναι επιβλαβείς για το περιβάλλον, μέτρα για την προώθηση της δημιουργίας νέων «πράσινων» αγορών και τεχνολογιών καθώς και η μεταβολή των υφιστάμενων προτύπων παραγωγής και κατανάλωσης ώστε να καταστούν περισσότερο οικολογικά.

    Θα πρέπει να διατηρηθεί ο ρυθμός ελευθέρωσης της αγοράς προϊόντων και υπηρεσιών. Απαιτείται περαιτέρω δράση για την άρση των αδικαιολόγητων περιορισμών και τη βελτίωση του ανταγωνισμού στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών, κυρίως στους τομείς του λιανικού εμπορίου, των νομοθετικώς κατοχυρωμένων επαγγελμάτων, των κατασκευών, του τουρισμού, της παροχής υπηρεσιών σε επιχειρήσεις και των κλάδων δικτύου. Αυτό απαιτεί, επίσης, την ανάληψη δράσης σε επίπεδο ΕΕ, όπου η αποτελεσματική λειτουργία της ενιαίας αγοράς μπορεί να βελτιώσει το αναπτυξιακό δυναμικό και να συμβάλει στην εξάλειψη των ανισορροπιών. Για να καταστεί δυνατή η πλήρης αξιοποίηση του δυναμικού της, η ανάπτυξη της ενιαίας αγοράς απαιτεί φιλόδοξες βελτιώσεις, τόσο με την ενίσχυση της εφαρμογής των πολιτικών όσο και με την εντατικοποίηση των μεταρρυθμίσεων στα κράτη μέλη, όπως προβλέπεται στις πράξεις για την ενιαία αγορά I και II. Σε αυτό το πλαίσιο, τα κράτη μέλη θα πρέπει ιδίως να θεσπίσουν φιλόδοξα μέτρα για την εφαρμογή της οδηγίας για τις υπηρεσίες, λαμβανομένης υπόψη της σημασίας της για την προώθηση της ανάπτυξης και της προσαρμογής[6].

    Διάγραμμα 9. Δείκτης αποτελεσματικότητας του δημόσιου τομέα, ΕΕ, κράτη μέλη, 2011

    Σημείωση: Ο δείκτης της Παγκόσμιας Τράπεζας για την αποτελεσματικότητα του δημόσιου τομέα δείχνει την αντίληψη του πληθυσμού για την ποιότητα των δημοσίων υπηρεσιών και της δημόσιας διοίκησης και τον βαθμό της ανεξαρτησίας τους έναντι των πολιτικών πιέσεων, την ποιότητα της διαμόρφωσης και εφαρμογής πολιτικών και την αξιοπιστία της κυβερνητικής δέσμευσης όσον αφορά τις πολιτικές αυτές.  Ο δείκτης αυτός κυμαίνεται από  - 2,5 έως 2,5. Πηγή: Παγκόσμια Τράπεζα

    Η βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, μεταξύ άλλων με την αναζήτηση τρόπων για την αύξηση της αποτελεσματικότητας του δημόσιου τομέα, αποτελεί βασική προτεραιότητα. Ένα ανοικτό και αποτελεσματικό επιχειρηματικό περιβάλλον αποτελεί καταλύτη για την ανάπτυξη, δεδομένου ότι προωθεί την επιχειρηματική δραστηριότητα και μειώνει το περιττό κόστος για τις επιχειρήσεις. Τα στοιχεία δείχνουν ότι η διοικητική πολυπλοκότητα ή «γραφειοκρατία» έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στο επίπεδο της επιχειρηματικότητας, της καινοτομίας και της ανταγωνιστικότητας, καθώς και στις εισροές ΑΞΕ που θα μπορούσαν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην αντιμετώπιση των ανισορροπιών. Επιπλέον, η υπέρμετρη κανονιστική επιβάρυνση αποτελεί κίνητρο για την ανάπτυξη της παραοικονομίας. Μια αποτελεσματική δημόσια διοίκηση πρέπει να παρέχει υπηρεσίες σε ολόκληρη την οικονομία, χωρίς να επιβάλλει δυσανάλογη γραφειοκρατική επιβάρυνση για τους οικονομικούς φορείς (διάγραμμα 9). Η αντιμετώπιση των υφιστάμενων προβλημάτων στη δημόσια διοίκηση θα συμβάλει τόσο στη δημοσιονομική εξυγίανση όσο και στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και των αναπτυξιακών προοπτικών. Ειδικότερα, οι μεταρρυθμίσεις του δικαστικού συστήματος θα μείωναν τους κινδύνους και την αβεβαιότητα που συνδέονται με τη δημιουργία επιχειρήσεων και τις επιχειρηματικές δραστηριότητες, πράγμα που θα ευνοούσε τις επενδύσεις και θα συνέβαλλε στη μείωση του κόστους των συναλλαγών και την τόνωση του ανταγωνισμού. Για τον σκοπό αυτό, πολλά κράτη μέλη έχουν ήδη θεσπίσει μέτρα για τον εξορθολογισμό και την αύξηση της αποτελεσματικότητας της δημόσιας διοίκησης. Οι μεταρρυθμίσεις θα πρέπει κατά κύριο λόγο να αφορούν τα δικαστικά συστήματα και την ενίσχυση της χρήσης της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και των δημόσιων ηλεκτρονικών συμβάσεων.

    Η ανεργία έχει λάβει ιδιαίτερα σοβαρές διαστάσεις σε ορισμένες χώρες της ΕΕ, με αυξανόμενες οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές επιπτώσεις (διάγραμμα 10). Η αύξηση της ανεργίας συνοδεύεται από σημαντική αύξηση του βαθμού απόκλισης μεταξύ των αγορών εργασίας της ΕΕ. Ενώ η ανεργία έχει αυξηθεί στις περισσότερες χώρες, φθάνοντας ορισμένες φορές σε πρωτοφανή επίπεδα, σε ορισμένες χώρες παρουσιάζει πτώση. Οι μεγαλύτερες περίοδοι χωρίς εργασία και η επιδείνωση της αντιστοίχισης μεταξύ της ζήτησης και προσφοράς εργασίας σε πολλές χώρες της ΕΕ, μεταξύ άλλων και λόγω των μετατοπίσεων από τον ένα τομέα στον άλλο σε ορισμένες χώρες, αποτελούν ενδείξεις ότι η ανεργία μπορεί αποκτήσει διαρθρωτικό χαρακτήρα σε μεγαλύτερο βαθμό, με αρνητικές επιπτώσεις στο μακροπρόθεσμο αναπτυξιακό δυναμικό.

    Διάγραμμα 10. Αύξηση του ποσοστού απασχόλησης και ανεργίας – ΕΕ

    Πηγή: Υπηρεσίες της Επιτροπής

    Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο για την αντιμετώπιση της ανεργίας με παράλληλη ενίσχυση της ανάπτυξης και προώθηση της προσαρμογής. Για να καταστεί δυνατή η αισθητή μείωση των ποσοστών ανεργίας, πρέπει να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για την ανανέωση της εμπιστοσύνης και τη σταθερή ζήτηση εργασίας. Συγχρόνως, η μείωση της ανεργίας θα αποτελέσει αποφασιστικό παράγοντα για την ενίσχυση της εμπιστοσύνης και την διασφάλιση της κοινωνικής και πολιτικής βιωσιμότητας των τρεχουσών μεταρρυθμίσεων. Ωστόσο, η άμεση πρόκληση είναι να γίνει διαχείριση των υψηλών και επίμονων ποσοστών ανεργίας σε μια περίοδο υποτονικής ανάπτυξης και, σε ορισμένες χώρες, σε συνθήκες συνεχιζόμενης απομόχλευσης και εξωτερικής επανεξισορρόπησης. Λαμβάνοντας υπόψη τις διαφορετικές συνθήκες που επικρατούν στην ΕΕ, η πολιτική απάντηση πρέπει να είναι συντονισμένη αλλά προσαρμοσμένη στις ειδικές συνθήκες της κάθε χώρας.

    Από την αρχή της κρίσης, αρκετές χώρες της ΕΕ υιοθέτησαν μια ενεργή προσέγγιση για τη μεταρρύθμιση της απασχόλησης. Σε ορισμένες περιπτώσεις, θεσπίστηκαν φιλόδοξα σχέδια μεταρρυθμίσεων, με στόχο τη δημιουργία ευνοϊκότερων συνθηκών για την απασχόληση (διάγραμμα 11). Οι πρόσφατες μεταρρυθμίσεις φαίνεται να είναι εν πολλοίς σύμφωνες με τις προτεραιότητες που τέθηκαν σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ιδίως με μέτρα που αυξάνουν τον δυναμισμό των αγορών, μειώνοντας τον επισφαλή χαρακτήρα της απασχόλησης και βελτιώνοντας την ανταγωνιστικότητα. Ορισμένες χώρες με υψηλή ανεργία και μεγάλες εξωτερικές ανισορροπίες προσπάθησαν να βελτιώσουν την μισθολογική δεκτικότητα και την ικανότητα προσαρμογής της αγοράς εργασίας, ιδίως με τη μεταρρύθμιση της νομοθεσίας προστασίας της απασχόλησης και του συστήματος καθορισμού των μισθών. Οι πολιτικές προστασίας του εισοδήματος, ενεργοποίησης και βοήθειας στην αναζήτηση εργασίας έχουν προσαρμοστεί στις αυξανόμενες προκλήσεις της αγοράς εργασίας. Ωστόσο, δεν έχουν λάβει όλες οι χώρες τα απαραίτητα μέτρα που θα τους επιτρέψουν να δώσουν απαντήσεις στις πολιτικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν.

    Διάγραμμα 11. Αριθμός μέτρων για την αγορά εργασίας ανά τομέα, σύνολο ΕΕ

    Σημείωση: Στις ΕΠΑΕ δεν περιλαμβάνεται η κατάρτιση Πηγή: Υπηρεσίες της Επιτροπής, ΓΔ ECFIN βάση δεδομένων LABREF.

    Η αντιμετώπιση της ανεργίας και η στήριξη της δημιουργίας θέσεων απασχόλησης θα πρέπει να αποτελούν βασική προτεραιότητα της πολιτικής ατζέντας Θα πρέπει να διατηρηθεί ο ρυθμός των μεταρρυθμίσεων στις αγορές εργασίας, ιδίως στις χώρες που αντιμετωπίζουν σημαντικές προκλήσεις στην αγορά εργασίας. Ο βαθμός στον οποίο η δυνητική ανάπτυξη μπορεί να ενεργοποιηθεί εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την επιτυχία με την οποία αντιμετωπίζονται οι στενώσεις στην αγορά εργασίας, καθώς και ο κίνδυνος αδράνειας της ανεργίας. Απαιτούνται επειγόντως πολιτικές λύσεις προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι διαρθρωτικές και θεσμικές προκλήσεις της αγοράς εργασίας (κατακερματισμός της αγοράς εργασίας, επιδείνωση της διαδικασίας αντιστοίχισης των θέσεων εργασίας και επίμονη διαρθρωτική ανεργία). Θα πρέπει να διατηρηθούν οι προσπάθειες που στοχεύουν σε φιλόδοξες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις οι οποίες ευνοούν την προσαρμογή (ΝΠΑ, καθορισμός μισθών) και η σωστή εφαρμογή των μέτρων που έχουν θεσπιστεί στις χώρες με σοβαρά προβλήματα στις αγορές εργασίας. Θα πρέπει επίσης να εξεταστεί το ενδεχόμενο θέσπισης ειδικών μέτρων για την τόνωση της ζήτησης εργασίας με τη μείωση της φορολόγησης της εργασίας – κυρίως για τις ομάδες των χαμηλόμισθων – όταν το επιτρέπουν οι δημοσιονομικές συνθήκες, και στήριξης της επιχειρηματικότητας και της κοινωνικής οικονομίας. Επιπλέον, είναι απαραίτητο να ληφθούν στοχευμένα μέτρα για την προώθηση της πρόσληψης ειδικών ομάδων εργαζομένων που διατρέχουν τον κίνδυνο αποχώρησης από το εργατικό δυναμικό (όπως οι μακροχρόνια άνεργοι ή οι νέοι εργαζόμενοι χωρίς προηγούμενη πείρα), μεταξύ άλλων μέσω αποδοτικών ενεργητικών πολιτικών για την αγορά εργασίας και της αξιοποίησης του δυναμικού τομέων που μπορούν να δημιουργήσουν θέσεις απασχόλησης.

    Παράρτημα. Επιλεγμένοι μακροοικονομικοί δείκτες

    [1]               Ωστόσο, δεν υπάρχουν στοιχεία που να στηρίζουν ορισμένες πρόσφατες θεωρίες σχετικά με το πολύ μεγάλο μέγεθος των πολλαπλασιαστών. Βλ. για παράδειγμα το πλαίσιο 1.5 «Forecast errors and multiplier uncertainty» (Σφάλματα προβλέψεων και αύξηση της αβεβαιότητας) στις Ευρωπαϊκές Οικονομικές Προβλέψεις, φθινόπωρο 2012, Ευρωπαϊκή Οικονομία 7/2012

    [2]               Βλ. έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με τα δημόσια οικονομικά στην ΟΝΕ το 2012, Ευρωπαϊκή Οικονομία 4/2012 ΓΔ Οικονομικών και Χρηματοδοτικών Υποθέσεων.

    [3]               Βλ. «Fiscal Sustainability Report 2012» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ευρωπαϊκή Οικονομία 8/2012.

    [4]               Βλ. έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Επιτροπής Οικονομικής Πολιτικής (2012) «Έκθεση του 2012 για τη γήρανση του πληθυσμού: οικονομικές και δημοσιονομικές προβλέψεις για τα 27 κράτη μέλη της ΕΕ (2010-2060)», Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ευρωπαϊκή Οικονομία, αριθ. 2.

    [5]               Νομοθετική δέσμη πέντε κανονισμών και μιας οδηγίας που τέθηκαν σε ισχύ στις 13 Δεκεμβρίου 2011. Η νομοθεσία αυτή ενισχύει το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης και θεσπίζει νέα σειρά κανόνων για την εποπτεία των μακροοικονομικών ανισορροπιών. Βλ. επίσης: http://ec.europa.eu/economy_finance/articles/governance/2012-03-14_six_pack_en.htm

    [6]               Εκτιμήσεις των υπηρεσιών της Επιτροπής δείχνουν ότι τα οφέλη που συνδέονται με την τρέχουσα εφαρμογή της οδηγίας για τις υπηρεσίες από τα κράτη μέλη είναι της τάξης του 0,8% του ΑΕΠ της ΕΕ, ενώ μια ελαφρά πιο φιλόδοξη εφαρμογή, δηλαδή αν κάθε χώρα επιτύγχανε το μέσο επίπεδο της ΕΕ όσον αφορά τους φραγμούς στη διασυνοριακή παροχή και εγκατάσταση δραστηριοτήτων υπηρεσιών, θα απέφερε πρόσθετα οφέλη ύψους 0,4 εκατοστιαίων μονάδων του ΑΕΠ. Σύμφωνα με ένα ιδιαίτερα φιλόδοξο σενάριο, βάσει του οποίου κάθε κράτος μέλος θα έφθανε στο μέσο όρο των πέντε χωρών με τις καλύτερες επιδόσεις, θα μπορούσε να επιτευχθεί σε επίπεδο ΕΕ πρόσθετη αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,8% .

    Εισαγωγη

    Η συνεχιζόμενη οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση στην ΕΕ αποτέλεσε τον καταλύτη για βαθιές αλλαγές. Ο αντίκτυπός της φαίνεται στη ριζική αναδιάρθρωση των οικονομιών μας που λαμβάνει σήμερα χώρα. Η διαδικασία αυτή δημιουργεί διαταραχές, περιέχει πολλές προκλήσεις από πολιτικής πλευράς και ενέχει δυσκολίες για τον κοινωνικό τομέα - αλλά είναι αναγκαία για να θέσει τις βάσεις μιας έξυπνης, βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας στο μέλλον.

    Για να συνεχιστούν οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις, η ΕΕ πρέπει να είναι ικανή να αποδείξει ότι οι πολιτικές μας λειτουργούν ομαλά, ότι θα έχουν μακροπρόθεσμα αποτελέσματα και ότι θα εφαρμόζονται δίκαια σε ό,τι αφορά τις επιπτώσεις στις κοινωνίες μας. Η διόρθωση των προβλημάτων του παρελθόντος και η επαναφορά της ΕΕ σε πιο βιώσιμη αναπτυξιακή τροχιά για το μέλλον αποτελεί κοινή αρμοδιότητα των κρατών μελών και των θεσμικών οργάνων της ΕΕ. αναγνωρίζοντας ότι οι οικονομίες μας είναι άρρηκτα συνδεδεμένες μεταξύ τους, η ΕΕ αναμορφώνει τώρα την οικονομική διακυβέρνησή της προκειμένου να εξασφαλίσει καλύτερη πολιτική αντιμετώπιση των σημερινών και μελλοντικών προκλήσεων.

    Η παρούσα Ετήσια Επισκόπηση της Ανάπτυξης εγκαινιάζει το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο για το 2013 και διερευνά τον τρόπο με τον οποίο αυτή η κοινή αρμοδιότητα μπορεί να κατευθύνει τις αλλαγές σε ολόκληρη την ΕΕ, θέτοντας τις βάσεις για επιστροφή στην ανάπτυξη και δημιουργία θέσεων εργασίας.

    Το πλαίσιο

    Η οικονομική κατάσταση στην ΕΕ παρέμεινε ευάλωτη το 2012. Για το σύνολο του έτους, αναμένεται τώρα το ΑΕΠ να μειωθεί κατά 0,3% στην ΕΕ και κατά 0,4% στη ζώνη του ευρώ. Η επαναφορά σε μια βιώσιμη ανάκαμψη θα απαιτήσει χρόνο[1]. Μετά από πολλά χρόνια χαμηλής ανάπτυξης, η κρίση έχει σοβαρές κοινωνικές συνέπειες. Τα συστήματα κοινωνικής ασφάλειας ήταν τα πρώτα που επλήγησαν από τις επιπτώσεις, αλλά ο αντίκτυπος γίνεται τώρα αισθητός σε όλους τους τομείς της οικονομίας. Η ανεργία αυξήθηκε σημαντικά και η οικονομική δυσχέρεια και φτώχεια εντείνονται. Οι δυσκολίες αυτές είναι ιδιαίτερα αισθητές στη ζώνη του ευρώ, αλλά επεκτείνονται επίσης και πέρα από αυτήν.

    Εξ αιτίας της διάρκειας της κρίσης τα κράτη μέλη δεν μπόρεσαν να επιταχύνουν τις προσπάθειές τους προκειμένου να υλοποιήσουν τους στόχους της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» όσον αφορά την απασχόληση, την έρευνα και ανάπτυξη, το κλίμα/την ενέργεια, την εκπαίδευση και την καταπολέμηση της φτώχειας, και ολόκληρη η Ευρώπη καθυστερεί στην εκπλήρωση των στόχων της[2]. Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί πρόοδος σε όλους αυτούς τους τομείς, ώστε να προχωρήσουμε προς μια έξυπνη, βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ευρωπαϊκή οικονομία.

    Ενώ οι προκλήσεις διαφέρουν σημαντικά από χώρα σε χώρα και εντός της ζώνης του ευρώ, η προοπτική για μια βραδεία ανάκαμψη καθιστά την κατάσταση δύσκολη για ολόκληρη την ΕΕ. Τα επίπεδα του χρέους που έχει συσσωρευθεί από τους δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς περιορίζουν τις δυνατότητες ανάπτυξης νέων δραστηριοτήτων και επενδύσεων. Τα μέσα δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής έχουν κινητοποιηθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό, οπότε στενεύουν πλέον τα περιθώρια ελιγμών. Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις αποτελούν ουσιαστικό παράγοντα για την αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης, αλλά συχνά είναι δύσκολο να λαμβάνονται αυτές οι αποφάσεις. Η διαφάνεια όσον αφορά τους στόχους των σημερινών πολιτικών και η προσοχή που πρέπει να δοθεί, ώστε να μην υπάρξουν σοβαρές επιπτώσεις στην κοινωνία θα παίξουν σημαντικό ρόλο στη διατήρηση του ρυθμού των μεταρρυθμίσεων.

    Οι βραχυπρόθεσμες προοπτικές είναι ακόμη επισφαλείς, αλλά διαφαίνονται επίσης ορισμένες πιο θετικές τάσεις. Οι μακροοικονομικές ανισορροπίες, οι οποίες συσσωρεύθηκαν επί μακρόν, διορθώνονται τώρα, και ορισμένες περιοχές της Ευρώπης ανακτούν την ανταγωνιστικότητά τους, ακόμη και αν πρέπει να διανυθεί ακόμη πολύς δρόμος για να εξαλειφθούν οι αποκλίσεις των επιδόσεων[3]. Σημειώνεται πρόοδος όσον αφορά την εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών και έχουν ληφθεί σημαντικά μέτρα για να μειωθούν οι εντάσεις των χρηματοπιστωτικών αγορών. Κυρίως, για τις χώρες εκείνες οι οποίες προχώρησαν σε βαθιές μεταρρυθμίσεις, υπάρχουν αρχικές ενδείξεις ότι οι μεταρρυθμίσεις αυτές αρχίζουν να παράγουν αποτελέσματα, δεδομένου ότι το χρέος μειώνεται στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα σε ορισμένα κράτη μέλη και οι εξαγωγές αυξάνονται σε πολλές χώρες που παρουσίαζαν προηγουμένως μεγάλα εμπορικά ελλείμματα.

    Σε επίπεδο ΕΕ έγιναν ήδη πολλά το 2012 για να διασπασθεί ο φαύλος κύκλος μεταξύ των αδυναμιών των χρηματοπιστωτικών συστημάτων μας, των εντάσεων στην αγορά κρατικών χρεωστικών τίτλων και της χαμηλής οικονομικής ανάπτυξης, ώστε να δημιουργηθούν οι συνθήκες για βιώσιμη ανάκαμψη:

    § Η δημιουργία του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας παρέχει ένα αξιόπιστο τείχος προστασίας για την παροχή βοήθειας στις χώρες της ζώνης του ευρώ που έχουν περιορισμένη πρόσβαση στη χρηματοδότηση.

    § Η υιοθέτηση ενός «Συμφώνου για την ανάπτυξη και την απασχόληση» από τους αρχηγούς κρατών ή κυβερνήσεων στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Ιουνίου 2012 θα πρέπει να ενισχύσει τις προσπάθειες του νομοθέτη και των διοικήσεων της ΕΕ σε όλα τα επίπεδα ώστε να κινητοποιήσουν τους μηχανισμούς μόχλευσης που διαθέτουν – από την εφαρμογή των πράξεων για την Ενιαία αγορά έως την πιο στοχευμένη χρήση των διαρθρωτικών ταμείων της ΕΕ. Η Επιτροπή πρότεινε επίσης πρόσφατα μια στρατηγική για τη βελτίωση της λειτουργίας ενεργειακών αγορών, καθώς και μέτρα για μια ενισχυμένη βιομηχανική πολιτική.

    § Νέοι κανόνες για την ενίσχυση της οικονομικής διακυβέρνησης, ιδίως στη ζώνη του ευρώ, εφαρμόζονται (νομοθεσία της δέσμης των έξι μέτρων («six pack»)), έχουν συμφωνηθεί (Συνθήκη για τη σταθερότητα, τον συντονισμό και τη διακυβέρνηση) ή θα πρέπει να συμφωνηθούν σύντομα (νομοθεσία δέσμης δύο μέτρων («two pack»)).

    § Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει λάβει σημαντικά μέτρα για τη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας στη ζώνη του ευρώ.

    Συζητώνται άλλες καίριες αποφάσεις, οι οποίες θα επηρεάσουν το μέλλον της Ευρώπης:

    § Θα πρέπει ακόμη να επιτευχθεί μια συνολική συμφωνία σχετικά με το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο της ΕΕ για το 2014-2020. Τούτο θα είναι ουσιαστικής σημασίας για την αποκατάσταση της ανάπτυξης και της ανταγωνιστικότητας σε ολόκληρη την Ευρώπη, καθώς και για την υλοποίηση των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020».

    § Εξετάζονται σημαντικά μέτρα για την ενίσχυση της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης (ΟΝΕ). Παράλληλα με την παρούσα επισκόπηση, η Επιτροπή παρουσιάζει ένα σχέδιο εργασίας για μια αυθεντική ΟΝΕ. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Δεκεμβρίου 2012 θα συζητήσει επίσης αυτά τα θέματα.

    Οι ετήσιες ειδικές ανά χώρα συστάσεις που εγκρίθηκαν τον Ιούλιο 2012[4] θα πρέπει να αποτελέσουν τη βάση για την ανάληψη δράσης από τα κράτη μέλη. Η εφαρμογή αποτελεί αντικείμενο συνεχούς διαλόγου μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής και η πρόοδος θα αξιολογηθεί την προσεχή άνοιξη. Όπως φαίνεται από την έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο[5], η παρακολούθηση σε επίπεδο ΕΕ συμβάλλει σημαντικά στον συντονισμό και την συμπλήρωση των προσπαθειών που καταβάλλουν τα κράτη μέλη.

    Οι προτεραιότητες

    Στόχος της παρούσας Ετήσιας Επισκόπησης της Ανάπτυξης είναι να καθορίσει τις οικονομικές και κοινωνικές προτεραιότητες για την ΕΕ το 2013, παρέχοντας γενικές κατευθύνσεις στα κράτη μέλη και στην ΕΕ για τη διεξαγωγή των πολιτικών τους. Εγκαινιάζει το τρίτο Ευρωπαϊκό Εξάμηνο συντονισμού των πολιτικών, μέσω του οποίου επανεξετάζονται συλλογικά οι εθνικές επιδόσεις και προτεραιότητες σε επίπεδο ΕΕ κατά το πρώτο εξάμηνο κάθε έτους. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα εκδώσει κατευθυντήριες γραμμές τον Μάρτιο του 2013 και τα κράτη μέλη οφείλουν να παρουσιάσουν επικαιροποιημένα εθνικά προγράμματα μέχρι τα μέσα Απριλίου 2013, οπότε και η Επιτροπή θα υποβάλει τις ειδικές ανά χώρα συστάσεις.

    Η βραχυπρόθεσμη πρόκληση συνίσταται στο να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη και να σταθεροποιηθεί η οικονομική και χρηματοπιστωτική κατάσταση, με την παράλληλη εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που θα θέσουν τα θεμέλια για βιώσιμη ανάκαμψη με άφθονες θέσεις εργασίας και θα επιτρέψουν στην οικονομία να μετασχηματιστεί μεσοπρόθεσμα. Αυτή η προσαρμογή θα απαιτήσει χρόνο και, ως εκ τούτου, πρέπει να αναληφθεί δράση τώρα.

    Στηριζόμενη στις θετικές ενδείξεις ότι οι μεταρρυθμίσεις που εφαρμόζονται ήδη παράγουν αποτελέσματα, η Επιτροπή θεωρεί ότι οι προτεραιότητες που καθορίστηκαν στην περυσινή επισκόπηση εξακολουθούν να ισχύουν πλήρως και ότι οι προσπάθειες σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο το 2013 θα πρέπει να επικεντρωθούν στις ακόλουθες πέντε προτεραιότητες:

    § Συνέχιση της διαφοροποιημένης δημοσιονομικής εξυγίανσης που ευνοεί την ανάπτυξη

    § Αποκατάσταση της δανειακής ροής στην οικονομία

    § Προώθηση της ανάπτυξης και της ανταγωνιστικότητας σήμερα και στο μέλλον

    § Αντιμετώπιση της ανεργίας και των κοινωνικών συνεπειών της κρίσης

    § Εκσυγχρονισμός της δημόσιας διοίκησης

    1.               Συνέχιση της διαφοροποιημένης δημοσιονομικής εξυγίανσης που ευνοεί την ανάπτυξη

    Ως συνέπεια της κρίσης, η αναλογία του κρατικού χρεωστικού τίτλου αυξήθηκε, εντός ελάχιστων ετών, από 60% σε 90% του ΑΕΠ κατά μέσον όρο στη ζώνη του ευρώ. Τα δημόσια οικονομικά πρέπει να αναθεωρηθούν εκ βάθρων για να διατηρηθούν τα συστήματα κοινωνικής πρόνοιας και οι δημόσιες υπηρεσίες, να περιοριστεί το κόστος αναχρηματοδότησης για το κράτος και άλλες δημόσιες αρχές και για να αποτραπούν αρνητικές δευτερογενείς συνέπειες για την υπόλοιπη οικονομία, όπως πιθανοί κίνδυνοι μετάδοσης σε άλλες χώρες. Οι δημογραφικές εξελίξεις θα εξακολουθήσουν επίσης να ασκούν πίεση στις δαπάνες που συνδέονται με τη γήρανση του πληθυσμού. Πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στη δημοσιονομική πολιτική στη ζώνη του ευρώ, όπου ο αντίκτυπος των μη βιώσιμων εθνικών δημοσιονομικών πολιτικών σε άλλα κράτη μέλη είναι πιο ισχυρός από ό,τι αλλού.

    Η γενική τάση της δημοσιονομικής εξυγίανσης που λαμβάνει χώρα τη στιγμή αυτή, δείχνει ότι επιτυγχάνεται πρόοδος: αναμένεται ότι τα κρατικά ελλείμματα στη ζώνη του ευρώ θα μειωθούν από μέσο όρο άνω του 6% του ΑΕΠ το 2010 σε μόλις άνω του 3% το 2012. Το δημόσιο χρέος αναμένεται να ανέλθει σε περίπου 94,5% τον επόμενο χρόνο στη ζώνη του ευρώ και το 2014 σε ολόκληρη την ΕΕ, αλλά εν συνεχεία θα πρέπει να αρχίσει να μειώνεται εκφραζόμενο ως ποσοστό του ΑΕΠ.

    Η δημοσιονομική εξυγίανση μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη βραχυπρόθεσμα. Οι επιπτώσεις αυτές είναι ισχυρότερες ενδεχομένως κατά τη διάρκεια χρηματοπιστωτικών κρίσεων, όταν οι χρηματοδοτικοί όροι για άλλους οικονομικούς φορείς είναι επίσης αυστηροί. Εντούτοις, αυτό δεν είναι ο μοναδικός παράγοντας που παίζει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη: ανάλογα με τις επιλογές που γίνονται όσον αφορά τη σύνθεση της προσαρμογής, μεταβάλλεται και το «πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα» της δημοσιονομικής πολιτικής. Για παράδειγμα, η πείρα έχει δείξει ότι, σε χώρες με σχετικά υψηλά ποσοστά δημόσιων δαπανών σε σχέση με το ΑΕΠ και σχετικά υψηλούς φορολογικούς συντελεστές, η δημοσιονομική εξυγίανση που επιτυγχάνεται μέσω μείωσης των δαπανών και όχι με περαιτέρω αυξήσεις των φορολογικών εσόδων ενισχύει περισσότερο την ανάπτυξη μακροπρόθεσμα. Μεταξύ του 2009 και του 2012 επετεύχθη δημοσιονομική εξυγίανση με την εφαρμογή μέτρων για τις δαπάνες και τα έσοδα σε παρόμοιο γενικό βαθμό: οι δαπάνες μειώθηκαν κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ και τα έσοδα αυξήθηκαν κατά 1,3 ποσοστιαίες μονάδες.

    Επιπλέον, το εναλλακτικό σενάριο αναβολής της δημοσιονομικής προσαρμογής θα είχε αποδειχθεί πολύ πιο δαπανηρό. Πολλά κράτη μέλη αδυνατούν να χρηματοδοτούν τις ανάγκες τους προσφεύγοντας στις αγορές ή αγωνίζονται να συγκρατήσουν την αύξηση των διαφορικών επιτοκίων των κρατικών ομολόγων τους λόγω αμφιβολιών ως προς τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών τους. Για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των επενδυτών, τη μείωση του κόστους αποπληρωμής του χρέους και τη δημιουργία δημοσιονομικού περιθωρίου ελιγμών, οι χώρες αυτές πρέπει να καταβάλουν αποφασιστικές προσπάθειες, με τον κατάλληλο ρυθμό, για να επαναφέρουν τα δημόσια οικονομικά σε βιώσιμη τροχιά. Οι αρνητικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη μπορούν να μετριασθούν σε μεγάλο βαθμό, υπό την προϋπόθεση ότι θα εξασφαλιστεί καλός σχεδιασμός της δημοσιονομικής προσαρμογής. Η ανάκτηση της δημοσιονομικής βιωσιμότητας θα ωφελήσει τόσο τους δημόσιους όσο και τους ιδιωτικούς φορείς στις εν λόγω χώρες και θα συμβάλει στη συνολική χρηματοπιστωτική σταθερότητα στην ΕΕ.

    Κάθε κράτος μέλος βρίσκεται σε διαφορετική δημοσιονομική και οικονομική θέση και για τον λόγο αυτό η Επιτροπή προτείνει διαφορετικές προσπάθειες δημοσιονομικής εξυγίανσης, προσαρμοσμένες σε κάθε χώρα. Βάσει του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, οι στρατηγικές αυτές θα πρέπει να επικεντρώνονται στην υλοποιηθείσα πρόοδο σε διαρθρωτικές και όχι αποκλειστικά ονομαστικές τιμές, και να περιλαμβάνουν μια σύνθεση μέτρων προσαρμογής που να προωθούν τόσο την ανάπτυξη όσο και την κοινωνική δικαιοσύνη. Αυτή η διαφοροποιημένη προσέγγιση βοηθά επίσης στην αναπροσαρμογή των ανισορροπιών στα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών.

    Το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης προβλέπει το κατάλληλο πλαίσιο για ευέλικτη και αποτελεσματική δημοσιονομική προσαρμογή. Οι δημοσιονομικοί στόχοι εκφράζονται σε ονομαστικές τιμές, και αυτές προβάλλονται κυρίως στους τίτλους των εφημερίδων. Ωστόσο, το Σύμφωνο δίνει έμφαση στην υποκείμενη δημοσιονομική θέση, οπότε και οι προσπάθειες εξυγίανσης που προτείνει το Συμβούλιο εκφράζονται σε διαρθρωτικούς όρους[6]. Κατά συνέπεια, εάν πληρούνται αυτοί οι όροι, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτύχουν μεγαλύτερο χρονικό διάστημα για να διορθώσουν τα υπερβολικά ελλείμματά τους, στην περίπτωση που μια χειρότερη από την αναμενόμενη οικονομική κατάσταση θα τα εμπόδιζε να υλοποιήσουν τους συμφωνηθέντες στόχους τους. Για παράδειγμα, κατά τη διάρκεια του 2012, οι προθεσμίες που καθορίστηκαν για την Ισπανία και την Πορτογαλία για να επαναφέρουν τα κρατικά ελλείμματά τους σε επίπεδο κάτω του 3% του ΑΕΠ παρατάθηκαν κατά ένα έτος, ώστε να επιτευχθεί ο στόχος αυτός μέχρι το 2014. Μόλις διορθωθούν οι καταστάσεις υπερβολικού ελλείμματος, τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιτύχουν τον μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο τους, που θα εξασφαλίσει τη διατήρηση των δημόσιων οικονομικών σε βιώσιμα επίπεδα.

    Για τα κράτη μέλη τα οποία έχουν χάσει την πρόσβαση στην αγορά για την αναχρηματοδότηση του χρέους τους, απαιτείται ταχύς ρυθμός δημοσιονομικής προσαρμογής, ώστε να αποκατασταθεί επειγόντως η εμπιστοσύνη των επενδυτών. Μια συντονισμένη προσπάθεια, όπως συμφωνήθηκε στο πλαίσιο των προγραμμάτων οικονομικής προσαρμογής, θα διευκολύνει επίσης την αναγκαία διόρθωση των μακροοικονομικών ανισορροπιών. Αυτό ενισχύεται από τη θετική προσαρμογή που πραγματοποιείται στην Ιρλανδία, την Πορτογαλία και στη Ρουμανία. Στην Ελλάδα, ωστόσο, η διαδικασία ήταν μακρύτερη και πιο δαπανηρή λόγω συνδυασμού παραγόντων, όπως η συνεχής αβεβαιότητα όσον αφορά την εφαρμογή του προγράμματος.

    Για τα κράτη μέλη με μεγαλύτερο δημοσιονομικό περιθώριο ελιγμών, οι αυτόματοι σταθεροποιητές μπορούν να παίξουν τον ρόλο τους πλήρως, βάσει του Συμφώνου. Ο ρυθμός της εξυγίανσης μπορεί να στηρίξει την ανάπτυξη, αλλά τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν υπόψη πιθανούς δημοσιονομικούς κινδύνους που απορρέουν από την καθυστέρηση της εξυγίανσης ενόψει των προκλήσεων των υψηλών επιπέδων χρέους, της προοπτικής γήρανσης του πληθυσμού και του σχετικά χαμηλού αναπτυξιακού δυναμικού σε ορισμένες χώρες, καθώς και από τις αρνητικές συνέπειες που μπορεί να δημιουργήσει μια αλλαγή στις διαθέσεις της αγοράς.

    Η Επιτροπή θα εξακολουθήσει να παρακολουθεί τις εξελίξεις της πραγματικής οικονομίας. Ειδικότερα, οι προσεχείς χειμερινές προβλέψεις της Επιτροπής, που προγραμματίστηκαν για τις αρχές του επόμενου έτους, θα δείξουν κατά πόσον τα κράτη μέλη διατηρούν τη συμφωνηθείσα πορεία για τη μείωση του διαρθρωτικού τους ελλείμματος και εάν αιτιολογούνται προσαρμογές των προθεσμιών για την διόρθωση υπερβολικών ελλειμμάτων, τηρώντας πλήρως το πνεύμα και το γράμμα του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης.

    Η αποκατάσταση υγιών δημόσιων οικονομικών είναι μια μακροχρόνια διαδικασία. Ισχυροί κανόνες διακυβέρνησης της ΕΕ και εθνικά δημοσιονομικά πλαίσια, όπως προβλέπεται στη νομοθεσία της ΕΕ, θα συμβάλουν στην παγίωση αυτών των προσπαθειών μακροπρόθεσμα. Τέτοιοι κανόνες περιλαμβάνουν τη θέσπιση αριθμητικών δημοσιονομικών κανόνων, την προσφυγή σε ανεξάρτητα δημοσιονομικά όργανα και μεσοπρόθεσμο προγραμματισμό, με πολυμερή έλεγχο της προόδου.

    Από την πλευρά δαπανών των κρατικών προϋπολογισμών, είναι ουσιαστικό να εξετάζεται η συνολική αποτελεσματικότητα και η αποδοτικότητα των δαπανών. Ενώ η κατάσταση διαφέρει από χώρα σε χώρα, η Επιτροπή πρότεινε μια επιλεκτική προσέγγιση όταν προβλέπονται περικοπές, ούτως ώστε να διατηρηθούν το δυναμικό μελλοντικής ανάπτυξης και τα σημαντικά δίκτυα κοινωνικής ασφάλειας. Ειδικότερα, η Επιτροπή θεωρεί ότι:

    § Οι επενδύσεις στους τομείς της εκπαίδευσης, της έρευνας, της καινοτομίας και της ενέργειας θα πρέπει να καταστούν προτεραιότητες και να ενισχυθούν, όταν είναι δυνατό, και παράλληλα πρέπει να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα αυτών των δαπανών. Θα πρέπει επίσης να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στη διατήρηση ή την ενίσχυση της κάλυψης και της αποτελεσματικότητας των υπηρεσιών απασχόλησης και των ενεργών πολιτικών αγοράς εργασίας, όπως κατάρτιση για τους ανέργους και συστήματα εγγύησης για τη νεολαία.

    § Ο εκσυγχρονισμός των συστημάτων κοινωνικής προστασίας θα πρέπει να συνεχιστεί για να εξασφαλιστούν η αποτελεσματικότητα, η καταλληλότητα και η βιωσιμότητά τους. Οι μεταρρυθμίσεις των συνταξιοδοτικών συστημάτων θα πρέπει να επιταχυνθούν ώστε να εναρμονιστεί η ηλικία συνταξιοδότησης με το προσδόκιμο ζωής, να περιοριστεί η πρόσβαση σε καθεστώτα πρόωρης συνταξιοδότησης και να επιτραπεί μεγαλύτερος χρόνος επαγγελματικού βίου. Επίσης στο πλαίσιο των δημογραφικών προκλήσεων και της πίεσης που ασκείται στις δαπάνες λόγω της γήρανσης του πληθυσμού, οι μεταρρυθμίσεις των συστημάτων ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης θα πρέπει να εφαρμοστούν για να βελτιωθούν η σχέση κόστους/αποτελεσματικότητας και η βιωσιμότητα, αξιολογώντας τις επιδόσεις αυτών των συστημάτων με γνώμονα τον διττό στόχο της πιο αποδοτικής χρήσης των δημόσιων πόρων και της πρόσβασης σε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη υψηλής ποιότητας.

    Από την πλευρά εσόδων των κρατικών προϋπολογισμών, οι πρόσφατες τάσεις δείχνουν ότι πολλά κράτη μέλη έχουν αυξήσει τους φόρους προσωπικού εισοδήματος και/ή τους συντελεστές ΦΠΑ[7]. Υπάρχει, ωστόσο, ακόμη περιθώριο για να μετατοπιστεί η συνολική φορολογική επιβάρυνση προς φορολογικές βάσεις οι οποίες είναι επηρεάζουν λιγότερο την ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας, και για να καταστούν τα φορολογικά συστήματα πιο αποτελεσματικά, ανταγωνιστικά και δίκαια. Αυτή η μετατόπιση απαιτεί μια σφαιρική προσέγγιση που θα εξασφαλίζει δίκαιη κατανομή και θα είναι προσαρμοσμένη στις συνθήκες που επικρατούν σε επιμέρους κράτη μέλη. Για τον λόγο αυτό η Επιτροπή προτείνει τα εξής:

    § Η φορολογική επιβάρυνση της εργασίας θα πρέπει να μειωθεί σημαντικά σε χώρες όπου είναι συγκριτικά υψηλή και εμποδίζει τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Για να εξασφαλιστεί ότι οι μεταρρυθμίσεις είναι ουδέτερες ως προς τα έσοδα, φόροι όπως ο φόρος κατανάλωσης, ο περιοδικός φόρος επί των ακινήτων και περιβαλλοντικοί φόροι, θα μπορούσαν να αυξηθούν.

    § Θα πρέπει να δημιουργηθούν συμπληρωματικά έσοδα κατά προτίμηση με τη διεύρυνση των φορολογικών βάσεων και όχι με την αύξηση των φορολογικών συντελεστών ή με τη δημιουργία νέων φόρων. Οι φορολογικές απαλλαγές, οι μειωμένοι συντελεστές ΦΠΑ ή οι απαλλαγές από τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης θα πρέπει να μειωθούν ή να εξαλειφθούν. Οι περιβαλλοντικά επιβλαβείς επιδοτήσεις θα πρέπει να καταργηθούν σταδιακά[8]. Η φορολογική συμμόρφωση θα πρέπει να βελτιωθεί με συστηματική δράση για τη μείωση της παραοικονομίας, την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής[9] και την εξασφάλιση μεγαλύτερης αποτελεσματικότητας των φορολογικών διοικήσεων.

    §    Η απόκλιση της φορολογίας εταιρειών έναντι της χρηματοδότησης του χρέους θα πρέπει να μειωθεί.

    § Η φορολογία ακινήτων και κατοικιών θα πρέπει να μεταρρυθμιστεί ώστε να αποτρέπεται η επανάληψη χρηματοοικονομικών κινδύνων στον στεγαστικό τομέα. Ειδικότερα, θα πρέπει να επανεξεταστούν οι πτυχές των φορολογικών συστημάτων που αυξάνουν τη «στρέβλωση του χρέους» των νοικοκυριών, ουσιαστικά μέσω φορολογικών ελαφρύνσεων για τις υποθήκες.

    Για τα περισσότερα από αυτά τα μέτρα, εκδόθηκαν λεπτομερείς ειδικές ανά χώρα συστάσεις, ενώ διοργανώνονται δραστηριότητες αξιολόγησης από ομολόγους σε επίπεδο ΕΕ για να εξετάζονται η πρόοδος και οι βέλτιστες πρακτικές. Τώρα η εφαρμογή τους αποτελεί τη βασικότερη πρόκληση.

    2.               Αποκατάσταση της δανειακής ροής στην οικονομία

    Η κρίση είχε μακροχρόνιες επιπτώσεις στη χρηματοοικονομική κατάσταση πολλών ιδιωτικών και δημόσιων φορέων, επηρεάζοντας την εμπιστοσύνη των επενδυτών και των δανειστών και την αποτελεσματικότητα του χρηματοπιστωτικού τομέα. Οι εντάσεις στις αγορές κρατικών χρεωστικών τίτλων και στον χρηματοπιστωτικό τομέα τροφοδότησαν η μία την άλλη, δημιουργώντας σοβαρά προβλήματα χρηματοδότησης για πολλούς δανειολήπτες. Οι εξελίξεις αυτές οδήγησαν επίσης στον κατακερματισμό του χρηματοπιστωτικού συστήματος εκατέρωθεν των εθνικών συνόρων, με συρρίκνωση των χρηματοοικονομικών δραστηριοτήτων στις εθνικές εγχώριες αγορές. Η συνεπακόλουθη περιορισμένη ή δαπανηρή πρόσβαση στη χρηματοδότηση για πολλές επιχειρήσεις και νοικοκυριά που επιθυμούσαν να επενδύσουν, αποτέλεσε το σημαντικότερο εμπόδιο στην ανάκαμψη σε ολόκληρη την Ευρώπη μέχρι σήμερα. Παράλληλα, τα υψηλά επίπεδα χρέους αναγκάζουν πολλούς οικονομικούς φορείς να μειώσουν το χρηματοοικονομικό τους άνοιγμα ή να αυξήσουν τις οικονομίες τους. Αυτή η «απομόχλευση» μπορεί επίσης να εμποδίσει την ανάκαμψη βραχυπρόθεσμα. Τα προβλήματα είναι ιδιαίτερα οξεία στα ευάλωτα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ.

    Σε επίπεδο ΕΕ έχει αναληφθεί δράση για να αντιμετωπιστούν οι κίνδυνοι που απειλούν το χρηματοπιστωτικό σύστημα και να διορθωθούν οι παλαιές αδυναμίες των κανονιστικών και εποπτικών συστημάτων μας:

    § Καταβλήθηκε συντονισμένη προσπάθεια εκτίμησης των κινδύνων του τραπεζικού τομέα και ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών. Η αναγνώριση των ζημιών και η εκκαθάριση των ισολογισμών των τραπεζών είναι κρίσιμης σημασίας για τη βελτίωση της εμπιστοσύνης στις αγορές και θα πρέπει να γίνουν χωρίς καθυστέρηση.

    § Από τον Ιανουάριο του 2011 έχουν συγκροτηθεί νέες εποπτικές αρχές της ΕΕ οι οποίες εργάζονται για την ανάπτυξη ενιαίου εγχειριδίου κανόνων με σκοπό την ενίσχυση του νομικού πλαισίου που εφαρμόζεται στους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς. Απαιτείται ταχεία επίτευξη συμφωνίας σχετικά με τις προτάσεις της Επιτροπής για τα τραπεζικά κεφάλαια και ρευστότητα, τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων και ρυθμίσεις εξυγίανσης των τραπεζών προκειμένου να προβλεφθεί ένα πιο συνεκτικό πλαίσιο πρόληψης και διαχείρισης χρηματοπιστωτικών κρίσεων.

    § Η στενότερη παρακολούθηση των επιπέδων του ιδιωτικού χρέους και των συνδεδεμένων χρηματοοικονομικών κινδύνων, όπως η διόγκωση της αγοράς ακινήτων, επιτυγχάνεται τώρα μέσω του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου (ΕΣΣΚ) και της νέας διαδικασίας της ΕΕ για την αντιμετώπιση μακροοικονομικών ανισορροπιών.

    § Ως ένα από τα τέσσερα συστατικά στοιχεία για την ενίσχυση της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης, η Επιτροπή πρότεινε τραπεζική ένωση, καθώς και έναν ενιαίο εποπτικό μηχανισμό, υπό την ευθύνη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ώστε να συμπεριληφθούν περαιτέρω ρυθμίσεις για την εποπτεία των τραπεζών σε επίπεδο ΕΕ. Η καθιέρωση ενός τέτοιου μηχανισμού, θα δημιουργήσει επίσης τις προϋποθέσεις για τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας να ανακεφαλαιοποιεί απευθείας τις τράπεζες που αδυνατούν να αντλήσουν κεφάλαια στις αγορές.

    Σε εθνικό επίπεδο, τα κράτη μέλη μπορούν να καταβάλουν περισσότερες προσπάθειες για να προωθήσουν εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης, να αυξήσουν τη ρευστότητα και να μειώσουν την παραδοσιακή εξάρτηση των εταιρειών από την τραπεζική χρηματοδότηση, με τους ακόλουθους τρόπους:

    § Προώθηση νέων πηγών κεφαλαίων, όπως δανεισμού μεταξύ των επιχειρήσεων, παροχής περισσότερων ευκαιριών έκδοσης εταιρικών ομολόγων και διευκόλυνσης της πρόσβασης σε επιχειρηματικά κεφάλαια.

    § Μείωση των καθυστερημένων πληρωμών από τις δημόσιες αρχές, δεδομένου ότι η μέση διάρκειά τους επιδεινώθηκε περαιτέρω λόγω της κρίσης, γεγονός που επιβαρύνει ιδιαίτερα τις ΜΜΕ μέσα σε ένα ήδη δυσχερές επιχειρηματικό περιβάλλον. Η οδηγία της ΕΕ για καθυστερημένες πληρωμές που πρέπει να έχει μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο μέχρι τον Μάρτιο του 2013 θα μειώσει τις καθυστερήσεις σε 30 ημέρες και θα βελτιώσει τις αντισταθμίσεις σε περίπτωση καθυστερημένης πληρωμής.

    § Ανάπτυξη του ρόλου των κρατικών τραπεζών και των οργανισμών εγγυήσεως στη χρηματοδότηση των ΜΜΕ. Τούτο μπορεί να καλύψει ορισμένους από τους κινδύνους που αναλαμβάνουν οι ιδιωτικοί επενδυτές και να αντισταθμίσει την έλλειψη μετοχικού κεφαλαίου ή το μικρό μέγεθος της χρηματοδοτούμενης εταιρείας, μεταξύ άλλων, με νέες μορφές τιτλοποίησης.

    § Στήριξη καινοτόμων σχεδίων, όπως κρατικά σχέδια που επιτρέπουν στις τράπεζες να δανείζονται με χαμηλότερα επιτόκια εάν αυξήσουν τα μακροπρόθεσμα δάνεια που χορηγούν σε επιχειρήσεις ή παροχή φθηνότερων και περισσότερο προσιτών δανείων στις ΜΜΕ.

    § Εξασφάλιση μιας ισορροπημένης προσέγγισης για τις κατασχέσεις σε περίπτωση ενυπόθηκου δανεισμού, προστασία των ευάλωτων νοικοκυριών και παράλληλα μέριμνα ώστε να μην επιβαρύνονται υπερβολικά τα ισοζύγια των τραπεζών. Σ’ αυτά περιλαμβάνονται μέτρα για την εισαγωγή καθεστώτων αφερεγγυότητας φυσικού προσώπου που επιτρέπουν τροποποίηση των όρων των ενυπόθηκων δανείων προκειμένου να αποτρέπονται οι κατασχέσεις.

    Επιπλέον, είναι σημαντικό να γίνεται πλήρης χρήση των υφιστάμενων ή νέων χρηματοδοτικών μέσων της ΕΕ που μπορούν να δράσουν ως καταλύτες για επενδύσεις, ειδικότερα για τις βασικές υποδομές:

    § Η παροχή ενός επιπλέον ποσού 10 δισεκατ. ευρώ στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕ) θα επιτρέψει να διατεθούν 60 δισεκατ. ευρώ συμπληρωματικής χρηματοδότησης κατά τα επόμενα τρία έως τέσσερα έτη και θα αποδεσμεύσει τριπλάσιο ποσό σε σχέση με αυτό που προέρχεται από άλλες πηγές χρηματοδότησης.

    § Η δημιουργία ομολογιακών δανείων για τη χρηματοδότηση των έργων αντιπροσωπεύει ένα σημαντικό νέο μέσο καταμερισμού των κινδύνων για να αποδεσμευθεί η ιδιωτική χρηματοδότηση, για παράδειγμα από ασφαλιστικές εταιρείες και συνταξιοδοτικά ταμεία, συμπληρώνοντας έτσι τον παραδοσιακό τραπεζικό δανεισμό. Πολλά σχέδια βρίσκονται τώρα σε προχωρημένο στάδιο επεξεργασίας από την ΕΤΕπ.

    § Ως μέρος του συμφώνου για την ανάπτυξη και την απασχόληση, η Επιτροπή εξακολουθεί να εργάζεται με τα κράτη μέλη για να επαναπρογραμματίσει και να επιταχύνει τη χρήση των διαθρωτικών ταμείων της ΕΕ προς στήριξη της ανάπτυξης, ιδίως για τις ΜΜΕ. Επιπλέον, τα κράτη μέλη καλούνται να υποδείξουν στα εθνικά τους προγράμματα μεταρρυθμίσεων τον τρόπο με τον οποίο προτίθενται να χρησιμοποιήσουν τα διαρθρωτικά ταμεία για να προωθήσουν προτεραιότητες που συμβάλλουν στην ανάπτυξη για τον επόμενο γύρο προγραμμάτων (2014-2010). Θα πρέπει επίσης να γίνει πλήρης χρήση των διευκολύνσεων του προγράμματος ανταγωνιστικότητας και καινοτομίας που έχουν ήδη συγκεντρώσει 2,1 δισεκατ. ευρώ σε επιχειρηματικά κεφάλαια και έχουν παράσχει δάνεια ύψους 11,6 δισεκατ. ευρώ σε ΜΜΕ.

    3.               Προώθηση της ανάπτυξης και της ανταγωνιστικότητας σήμερα και στο μέλλον

    Η κρίση επιταχύνει τις αλλαγές στην οικονομία όπου ορισμένοι πιο παραδοσιακοί τομείς πλήττονται σκληρά και οι νεότεροι αντιμετωπίζουν σοβαρές δυσκολίες ανάπτυξης. Ο ταχύς ρυθμός της αναδιάρθρωσης δημιουργεί μεν προβλήματα αλλά προσφέρει και μια ευκαιρία αξιοποίησης του δυναμικού των νέων μοχλών ανάπτυξης και εργασίας[10]. Αυτές οι προσαρμογές προστίθενται στις πιο μακροπρόθεσμες προκλήσεις ανταγωνιστικότητας τις οποίες αντιμετωπίζουν πολλές από τις οικονομίες μας, ενώ συμβάλλουν συχνά στη διόρθωσή τους. Η Έκθεση σχετικά με τον Μηχανισμό Επαγρύπνησης που εκδόθηκε μαζί με την παρούσα επισκόπηση δείχνει ότι οι εξελίξεις στην ανταγωνιστικότητα, είτε αυτή αφορά τις τιμές είτε όχι, συμβάλλουν θετικά στη βελτίωση των εξωτερικών ανισορροπιών αν και με ορισμένες χρονικές καθυστερήσεις. Τα κράτη μέλη που βρίσκονται υπό μεγάλη πίεση των αγορών έχουν εφαρμόσει σημαντικές μεταρρυθμίσεις, αλλά πρέπει να καταβληθούν περισσότερες προσπάθειες για να βελτιωθούν η εσωτερική και εξωτερική ανταγωνιστικότητα σε πολλά από αυτά.

    Όπως φαίνεται από τις ειδικές ανά χώρα συστάσεις, δεν υπάρχει ένα πρόγραμμα «ενιαίας αντιμετώπισης», αλλά υπάρχουν κοινοί στόχοι, ένα φάσμα προς εξέταση μεταρρυθμίσεων και πολλά παραδείγματα βέλτιστων πρακτικών – στα οποία περιλαμβάνονται παραδείγματα ευρωπαϊκών χωρών που κατέχουν το παγκόσμιο προβάδισμα – από όπου μπορούν να αντληθούν διδάγματα. Αν και ορισμένες μεταρρυθμίσεις απαιτούν ορισμένο χρόνο έως ότου φανεί η συμβολή τους, άλλες μπορούν να προσφέρουν άμεσα αποτελέσματα.

    Είναι αναγκαίο να καθοριστούν ορισμένες προϋποθέσεις-πλαίσια σε εθνικό επίπεδο και οι προτεραιότητες θα πρέπει να περιλαμβάνουν τα εξής:

    § Προώθηση των επενδύσεων, των νέων τεχνολογιών και αύξηση των επιπέδων των δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων σε έρευνα και ανάπτυξη. Η εστιασμένη στήριξη από τις δημόσιες αρχές και ο μεγαλύτερος ανταγωνισμός για τις ερευνητικές επιχορηγήσεις μπορούν να παίξουν σημαντικό ρόλο σ’ αυτόν τον τομέα.

    § Αύξηση των επιδόσεων συστημάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης και του γενικού επιπέδου των δεξιοτήτων, με τη στενότερη σύνδεση του κόσμου της εργασίας με την εκπαίδευση.

    § Βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, με τη χαλάρωση των διατυπώσεων που απαιτούνται για την έναρξη νέας επιχείρησης, την απλούστευση των διαδικασιών έκδοσης αδειών και εγκρίσεων και των διαδικασιών φορολογικής συμμόρφωσης, καθώς και τη μείωση της συνολικής διοικητικής επιβάρυνσης των επιχειρήσεων. Θα πρέπει να αντιμετωπιστούν τα ειδικά εμπόδια για δραστηριότητες σε τομείς που δημιουργούν πολλές θέσεις εργασίας, όπως ο κατασκευαστικός τομέας, οι επιχειρηματικές υπηρεσίες, η υλικοτεχνική υποστήριξη, ο τουρισμός και το χονδρικό εμπόριο.

    § Αξιοποίηση του δυναμικού της πράσινης οικονομίας με τον καθορισμό ενός προβλέψιμου κανονιστικού πλαισίου και την προώθηση της ανάδυσης νέων αγορών και τεχνολογιών. Ειδικότερα, πιο φιλόδοξα προγράμματα αναμόρφωσης της ενεργειακής απόδοσης – που θα λαμβάνουν υπόψη τις απαιτήσεις της οδηγίας της ΕΕ για ενεργειακή απόδοση, χωρίς όμως να περιορίζονται σε αυτές – μπορούν να συμβάλουν σε σημαντικές οικονομίες και σε δημιουργία θέσεων εργασίας, πέρα από τα περιβαλλοντικά τους οφέλη. Η καλύτερη διαχείριση των αποβλήτων και του ύδατος και οι βιομηχανίες ανακύκλωσης παρουσιάζουν επίσης ισχυρό δυναμικό ανάπτυξης νέων θέσεων εργασίας, ενώ παράλληλα συμβάλλουν στη διασφάλιση της προμήθειας ανεπαρκών πόρων και υλικών.

    Η ευρωπαϊκή ενιαία αγορά προσφέρει πολλές ευκαιρίες στις επιχειρήσεις για να αναπτυχθούν και στους καταναλωτές για να ωφεληθούν από καλύτερες υπηρεσίες και πρακτικές. Στον τομέα των υπηρεσιών, τα κράτη μέλη μπορούν να αποκομίσουν πολλά οφέλη εάν βελτιώσουν την εφαρμογή της οδηγίας για τις υπηρεσίες με τους εξής τρόπους:

    § Συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις τους να εξαλείψουν τους περιορισμούς λόγω της ιθαγένειας ή του τόπου κατοικίας του παρόχου υπηρεσίας.

    § Επανεξέταση της ανάγκης και της αναλογικότητας της ρύθμισης των επαγγελματικών υπηρεσιών, ειδικότερα των πάγιων τιμών και των περιορισμών στις εταιρικές δομές και την κυριότητα του.

    § Επανεξέταση της εφαρμογής της ρήτρας σχετικά με την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών για να εξαλειφθούν οι αδικαιολόγητες διπλές ρυθμίσεις σε τομείς όπως ο κατασκευαστικός τομέας, οι επιχειρηματικές υπηρεσίες και ο τουρισμός και εξασφάλιση διαφανούς τιμολόγησης στις υπηρεσίες ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης.

    § Ενίσχυση του ανταγωνισμού στον τομέα λιανικής με τη μείωση των επιχειρησιακών περιορισμών, ειδικότερα με την κατάργηση της εξέτασης των οικονομικών αναγκών.

    Οι επιδόσεις των επιχειρήσεων δικτύων κοινής ωφελείας σε όλη την Ευρώπη έχουν κρίσιμα πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα στην υπόλοιπη οικονομία και μπορούν να βελτιωθούν με τα εξής:

    § Ανάπτυξη των κατάλληλων κινήτρων για την ταχεία επέκταση του διαδικτύου υψηλής ταχύτητας σε επίπεδο χώρας και την ανάπτυξη της κυκλοφορίας δεδομένων μέσω κινητών ψηφιακών πλαισίων. Οι κυβερνήσεις θα πρέπει να ελευθερώσουν τις ζώνες συχνοτήτων των ασύρματων ευρυζωνικών επικοινωνιών.

    § Εξασφάλιση της πλήρους μεταφοράς και εφαρμογής της τρίτης δέσμης μέτρων για την ενέργεια, ειδικότερα ελευθέρωση των δικτύων, διασφάλιση της ανεξαρτησίας και των αναγκαίων εξουσιών των εθνικών ρυθμιστικών φορέων και σταδιακή κατάργηση των ρυθμιζόμενων τιμών ενέργειας, με παράλληλη προστασία των ευάλωτων καταναλωτών.

    § Επιτάχυνση της εφαρμογής του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού με τη μείωση του κατακερματισμού της διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας και τη βελτίωση της οργάνωσης του εναέριου χώρου.

    § Άνοιγμα στον ανταγωνισμό των σιδηροδρομικών επιβατικών υπηρεσιών εσωτερικού, ειδικότερα με την ίση πρόσβαση στις υποδομές.

    § Καλύτερη ένταξη των λιμένων στην υλικοτεχνική αλυσίδα, με την άρση των φραγμών εισόδου στις λιμενικές υπηρεσίες.

    §    Άρση των υπόλοιπων εμποδίων στις ενδομεταφορές για να βελτιωθεί η ισορροπία προσφοράς και ζήτησης στις διεθνείς μεταφορές.

    § Σύμφωνα με την οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο, εφαρμογή εναρμονισμένων κανόνων σχετικά με τη διαφάνεια και τις απαιτήσεις πληροφόρησης των επιχειρήσεων και καταναλωτών.

    Οι επιδόσεις των αγορών προϊόντων θα βελτιωθούν επίσης σημαντικά εάν οι εθνικοί οργανισμοί τυποποίησης υλοποιήσουν τους στόχους που καθορίστηκαν σε επίπεδο ΕΕ, ειδικότερα μετακινούμενοι από τα εθνικά πρότυπα σε πρότυπα ευρωπαϊκού επιπέδου. Θα πρέπει να γίνεται πλήρης χρήση της κοινοποίησης τεχνικών κανόνων για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες ΤΠΕ ώστε να διευκολύνεται η κυκλοφορία τους στην ενιαία αγορά.

    4.               Αντιμετώπιση της ανεργίας και των κοινωνικών συνεπειών της κρίσης

    Κατά τους τελευταίους δώδεκα μήνες, ο αριθμός των ανέργων αυξήθηκε κατά 2 εκατ. υπερβαίνοντας τα 25 εκατ. άτομα. Το ποσοστό ανεργίας καθορίζεται σε 10,6% στην ΕΕ και σε 11,6% στη ζώνη του ευρώ. Η μακροχρόνια ανεργία αυξάνεται και σχεδόν ένας στους δύο ανέργους έχουν μείνει χωρίς εργασία για πάνω από ένα έτος. Η κατάσταση διαφέρει σημαντικά εντός της Ευρώπης, όπου τα εθνικά ποσοστά ανεργίας κυμαίνονται από κάτω του 5% σε άνω του 25%. Οι νέοι είναι κυρίως εκείνοι που πλήττονται περισσότερο, εφόσον τα ποσοστά ανεργίας των νέων υπερβαίνουν το 50% σε ορισμένες χώρες[11], αλλά έχουν επίσης θιγεί και άλλες ηλικιακές ομάδες.

    Λόγω των μακρών περιόδων ανεργίας, της ταχείας αναδιάρθρωσης της οικονομίας και των δυσκολιών εξεύρεσης εργασίας, αυξάνεται ο κίνδυνος να καταστεί η ανεργία διαρθρωτική και να απομακρυνθεί από την αγορά εργασίας ένας μεγαλύτερος αριθμός ατόμων[12]. Υπάρχουν επίσης σαφείς ενδείξεις ότι αυξάνονται οι κίνδυνοι φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού σε πολλά κράτη μέλη[13]. Επιπλέον πιέσεις στα συστήματα κοινωνικής προστασίας επηρεάζουν επίσης την ικανότητα αυτών των συστημάτων να προσφέρουν τις υπηρεσίες κοινωνικής πρόνοιας.

    Οι ασθενείς προοπτικές ανάπτυξης και η καθυστέρηση που σημειώνεται μεταξύ της οικονομικής ανάκαμψης και της ανάκαμψης της αγοράς εργασίας υποδηλώνουν ότι δεν υπάρχει προοπτική άμεσης ή αυτόματης βελτίωσης της κατάστασης της απασχόλησης. Τούτο συνιστά σοβαρό πρόβλημα για την ΕΕ συνολικά, καθώς και για τις πλέον πληγείσες χώρες, και απαιτεί την ανάληψη πιο αποφασιστικής δράσης από τις δημόσιες αρχές και τους κοινωνικούς εταίρους.

    Εκτός από τις επιπτώσεις της σημερινής κρίσης, η διαρθρωτική τάση γήρανσης και, σύντομα, συρρίκνωσης του ενεργού πληθυσμού σε περιοχές της Ευρώπης, δημιουργεί ιδιαίτερα προβλήματα. Το να ενθαρρύνεται η πρόωρη συνταξιοδότηση εργαζομένων μεγαλύτερης ηλικίας με την ελπίδα ότι θα προσλαμβάνονται νέοι στη θέση αυτών είναι μια πολιτική που αποδείχθηκε εντελώς αναποτελεσματική και δαπανηρή κατά το παρελθόν και δεν πρέπει να επαναληφθεί.

    Παρά τα υψηλά επίπεδα ανεργίας, υπάρχουν επίσης ενδείξεις για στενότητες και αναντιστοιχίες ως προς τις δεξιότητες, με ορισμένες περιοχές ή τομείς να στερούνται προσωπικού ικανού να καλύψει τις ανάγκες τους. Η μεγαλύτερη συμμετοχή στην αγορά εργασίας, η βελτίωση των επιπέδων των δεξιοτήτων και η διευκόλυνση της κινητικότητας αποτελούν επιτακτικές προτεραιότητες.

    Σε ολόκληρη την Ευρώπη εφαρμόζονται πολλές φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις. Σε χώρες που βρίσκονται υπό οικονομική πίεση, λήφθηκαν μέτρα για να διευκολυνθούν ευέλικτες εργασιακές ρυθμίσεις στις επιχειρήσεις, να μειωθούν οι αποζημιώσεις λόγω απόλυσης για τυποποιημένες συμβάσεις και να απλοποιηθούν οι διαδικασίες ατομικής ή ομαδικής απόλυσης. Λήφθηκαν επίσης μέτρα για να ενισχυθεί η ευελιξία καθορισμού των μισθών, όπως χαλάρωση των όρων αποχώρησης για επιχειρήσεις από συλλογικές συμβάσεις εργασίας υψηλότερου επιπέδου και επανεξέταση τομεακών συμφωνιών μισθών.

    Προετοιμασία για ανάκαμψη με άφθονες θέσεις εργασίας

    Είναι σημαντικό να καταβληθούν περαιτέρω προσπάθειες για να βελτιωθεί η αντοχή της αγοράς εργασίας και να γίνουν επενδύσεις σε ανθρώπινο δυναμικό, ώστε να μπορούν οι επιχειρήσεις να προσλαμβάνουν προσωπικό και να προσαρμόζονται και για να επιτραπεί σε περισσότερα άτομα να παραμένουν ενεργά και να εκμεταλλεύονται τις ευκαιρίες. Οι κοινωνικοί εταίροι μπορούν να διαδραματίσουν κεντρικό ρόλο μαζί με τις δημόσιες αρχές. Για τον λόγο αυτό η Επιτροπή προτείνει, ιδίως, τα εξής:

    § Να περιοριστεί η φορολογική επιβάρυνση της εργασίας, ιδίως για τους χαμηλόμισθους, ως μέρος ευρύτερων προσπαθειών μετατόπισης της φορολογικής επιβάρυνσης από την εργασία. Θα μπορούσαν επίσης να εξεταστούν προσωρινές μειώσεις των εισφορών στα συστήματα κοινωνικής ασφάλειας ή των μηχανισμών επιδότησης της εργασίας για νεοπροσλαμβανόμενους, ιδίως τους εργαζόμενους με χαμηλά προσόντα που παραμένουν άνεργοι για μεγάλα χρονικά διαστήματα, με στόχο την προώθηση της δημιουργίας θέσεων εργασίας, υπό την προϋπόθεση ότι αυτές είναι ορθά στοχευμένες.

    § Να συνεχιστεί ο εκσυγχρονισμός των αγορών εργασίας με την απλοποίηση της εργατικής νομοθεσίας και την ανάπτυξη ευέλικτων ρυθμίσεων εργασίας, καθώς και ρυθμίσεων περιορισμένου χρόνου εργασίας και εργασιακού περιβάλλοντος που ευνοεί μακρύτερο επαγγελματικό βίο. Η μείωση των διαφορών προστασίας της απασχόλησης μεταξύ διαφόρων τύπων συμβάσεων εργασίας θα μπορούσε επίσης να συμβάλει στη μείωση της κατάτμησης της αγοράς εργασίας, όπως και της αδήλωτης εργασίας, σε πολλές χώρες. Ο αντίκτυπος των επιδομάτων ανεργίας θα πρέπει να παρακολουθείται για να διασφαλίζονται κατάλληλες απαιτήσεις επιλεξιμότητας και αποτελεσματικής ανεύρεσης εργασίας.

    § Να ελεγχθούν οι επιπτώσεις των συστημάτων καθορισμού των μισθών, ειδικότερα των μηχανισμών τιμαριθμικής αναπροσαρμογής, με ενδεχόμενο τροποποίησής τους, βάσει εθνικών πρακτικών διαβούλευσης, ώστε να αντανακλώνται καλύτερα οι εξελίξεις της παραγωγικότητας και να ενισχύεται η δημιουργία θέσεων εργασίας. Είναι σημαντικό τα ελάχιστα επίπεδα μισθών να επιτύχουν την ορθή ισορροπία μεταξύ της δημιουργίας θέσεων απασχόλησης και του κατάλληλου εισοδήματος.

    § Να αξιοποιηθεί το δυναμικό απασχόλησης αναπτυσσόμενων τομέων, όπως η πράσινη οικονομία, η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και οι ΤΠΕ, μέσω ενός αξιόπιστου νομικού πλαισίου προσανατολισμένου στο μέλλον, η ανάπτυξη κατάλληλων δεξιοτήτων και η εστιασμένη δημόσια στήριξη[14].

    Βελτίωση των επιπέδων απασχολησιμότητας, ειδικότερα για τους νέους

    Ταυτόχρονα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να καταβάλουν περισσότερες προσπάθειες για να καταπολεμήσουν την ανεργία, να βελτιώσουν την απασχολησιμότητα και να προωθήσουν την πρόσβαση στις θέσεις εργασίας ή την επιστροφή στον κόσμο της εργασίας, ειδικότερα για τους ανέργους μακράς διάρκειας και τους νέους. Τούτο περιλαμβάνει μέτρα που αποβλέπουν στα εξής:

    § Τόνωση των δημόσιων υπηρεσιών απασχόλησης και επιτάχυνση ενεργών μέτρων της αγοράς εργασίας, μεταξύ των οποίων, αναβάθμιση των δεξιοτήτων, εξατομικευμένη βοήθεια ανεύρεσης εργασίας, στήριξη της επιχειρηματικότητας και της αυτοαπασχόλησης, και συστήματα ενθάρρυνσης της κινητικότητας. Παρά το γεγονός ότι ορισμένοι συμπληρωματικοί πόροι έχουν αφιερωθεί σε αυτές τις δραστηριότητες ή τις προσπάθειες για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητάς τους, η παρεχόμενη ενίσχυση σπάνια συνοδεύει τη διόγκωση του αριθμού εγγεγραμμένων αιτούντων εργασία σε πολλές χώρες.

    § Μείωση της πρόωρης αποχώρησης από το σχολείο και διευκόλυνση της μετάβασης από το σχολείο στην εργασία με την ανάπτυξη περιόδων κατάρτισης υψηλής ποιότητας, δευτερεύουσας επαγγελματικής εκπαίδευσης και διπλών τύπων εκμάθησης – εκπαίδευση στην αίθουσα διδασκαλίας σε συνδυασμό με πρακτική εξάσκηση στον τόπο εργασίας. Απαιτούνται προσπάθειες για την ανάπτυξη επιχειρηματικών δεξιοτήτων για την ενίσχυση της δημιουργίας νέων επιχειρήσεων και τη βελτίωση της απασχολησιμότητας των νέων[15].

    § Ανάπτυξη και εφαρμογή συστημάτων εγγύησης για τη νεολαία στο πλαίσιο των οποίων κάθε νέος ηλικίας κάτω των 25 ετών λαμβάνει προσφορά απασχόλησης, συνεχούς εκπαίδευσης, δευτερεύουσας επαγγελματικής εκπαίδευσης ή κατάρτισης εντός τεσσάρων μηνών από τη στιγμή που αποχωρεί από την επίσημη εκπαίδευση ή καθίσταται άνεργος. Τέτοια συστήματα μπορούν επίσης να συγχρηματοδοτούνται από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο[16].

    §    Διευκόλυνση της συμμετοχής στην αγορά εργασίας και της πρόσβασης σε θέσεις εργασίας για το δεύτερο ενεργό μέλος της οικογένειας, με τα κατάλληλα κίνητρα φορολογίας-παροχών και την παροχή οικονομικά προσιτής φροντίδας των παιδιών.

    § Βελτίωση της πρόσβασης σε συστήματα δια βίου μάθησης καθόλη τη διάρκεια του επαγγελματικού βίου, μεταξύ άλλων και για τους εργαζόμενους μεγαλύτερης ηλικίας, με την ενίσχυση των εταιρικών σχέσεων μεταξύ των δημόσιων και ιδιωτικών ιδρυμάτων που δραστηριοποιούνται στην παροχή, την εφαρμογή και την αναπροσαρμογή ειδικών δεξιοτήτων.

    § Βελτίωση της σχέσης μεταξύ εκπαίδευσης και συστημάτων δια βίου μάθησης και των αναγκών της αγοράς εργασίας. Η βραχεία τριτοβάθμια εκπαίδευση σε κύκλους δύο ετών, εστιασμένη σε τομείς όπου έχει επισημανθεί έλλειψη δεξιοτήτων, καθώς και στοχευμένα συστήματα κινητικότητας μπορούν να αποδειχθούν ιδιαίτερα αποτελεσματικά στις σημερινές συνθήκες.

    § Ενθάρρυνση της διασυνοριακής κινητικότητας της εργασίας με την άρση των νομικών εμποδίων και τη διευκόλυνση της αναγνώρισης των επαγγελματικών προσόντων και πείρας. Η συνεργασία μεταξύ των υπηρεσιών απασχόλησης θα πρέπει να ενισχυθεί και η πλατφόρμα EURES μπορεί να αποτελέσει τη βάση για μια πιο ολοκληρωμένη ευρωπαϊκή αγορά εργασίας.

    Προώθηση της κοινωνικής ένταξης και αντιμετώπιση της φτώχειας

    Εκτός από τα μέτρα αυτά, απαιτούνται συμπληρωματικές προσπάθειες για να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα των συστημάτων κοινωνικής προστασίας για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κρίσης, να ενισχυθεί η κοινωνική ένταξη και να αποτραπεί η φτώχεια.

    § Θα πρέπει να αναπτυχθούν ενεργές στρατηγικές κοινωνικής ένταξης, που θα περιλαμβάνουν αποτελεσματική και κατάλληλη στήριξη των εισοδημάτων, μέτρα για την αντιμετώπιση της φτώχειας, και της φτώχειας των παιδιών, καθώς και ευρεία πρόσβαση σε προσιτές υπηρεσίες υψηλής ποιότητας, όπως οι υπηρεσίες κοινωνικής ωφελείας και υγείας, η παιδική φροντίδα, η στέγαση και η ενέργεια.

    § Ο δεσμός μεταξύ κοινωνικής πρόνοιας και μέτρων ενεργοποίησης θα πρέπει α ενισχυθεί, με πιο εξατομικευμένες υπηρεσίες («μονοαπευθυντική διαδικασία») και με προσπάθειες βελτίωσης της υιοθέτησης των μέτρων από τις ευάλωτες ομάδες. Μόλις ανακάμψει η αγορά εργασίας, θα είναι σημαντικό να καταργηθούν σταδιακά τα μέτρα που σχετίζονται με την κρίση και να διασφαλισθούν παράλληλα τα βασικά δίκτυα ασφαλείας.

    5.               Εκσυγχρονισμός της δημόσιας διοίησης

    Η συμπίεση των δημόσιων οικονομικών έδωσε νέα ώθηση στον εκσυγχρονισμό της δημόσιας διοίκησης. Στην ΕΕ, οι δημόσιες δαπάνες αντιστοιχούν σε σχεδόν 50% του ΑΕΠ και ο δημόσιος τομέας αντιπροσωπεύει περίπου το 17% της συνολικής απασχόλησης.

    Επί σειρά ετών, πολλά κράτη μέλη εφήρμοσαν μέτρα για να αυξήσουν την αποδοτικότητα των δημόσιων υπηρεσιών τους, καθώς και να βελτιώσουν τη διαφάνεια και την ποιότητα της δημόσιας διοίκησης και του δικαστικού τομέα. Αυτές οι μεταρρυθμίσεις ήταν ιδιαίτερα εκτεταμένες σε χώρες που βρίσκονταν σε χρηματοοικονομική δυσχέρεια. Ως παράδειγμα μπορούμε να αναφέρουμε τον ανασχηματισμό της τοπικής και κεντρικής κυβέρνησης, τον εξορθολογισμό του συστήματος πληρωμών του δημόσιου τομέα και της διαχείρισης κρατικών επιχειρήσεων, τη μεταρρύθμιση των διαδικασιών δημοσίων συμβάσεων, τακτικές εκτεταμένες επανεξετάσεις δαπανών και την προώθηση μέτρων αποτελεσματικότητας σε ολόκληρο τον δημόσιο τομέα, όπως μεγαλύτερη χρήση κοινών υπηρεσιών και λύσεων της τεχνολογίας των πληροφοριών. Σε πολλές περιπτώσεις, τα κράτη μέλη και η Επιτροπή συνεργάστηκαν με την παροχή και την ανταλλαγή τεχνικής βοήθειας.

    Πολλά μέτρα που έχουν ήδη περιγραφεί ανωτέρω – όπως η πλήρης και ορθή μεταφορά του δικαίου της ΕΕ, η αποτελεσματικότητα των συστημάτων είσπραξης φόρων και ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, η ανάγκη μείωσης των καθυστερήσεων στις πληρωμές και ο ρόλος των δημόσιων υπηρεσιών απασχόλησης – μπορούν να έχουν σημαντικές θετικές επιπτώσεις και θα πρέπει να συνεχιστούν. Επιπλέον, η Επιτροπή θεωρεί ότι τα ακόλουθα συμβάλλουν ιδιαίτερα στην ανάπτυξη:

    § Η εφαρμογή χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης με πλήρη χρήση των ευκαιριών σύναψης δημόσιων συμβάσεων με στόχο την τόνωση του ανταγωνισμού της αγοράς και την ανάπτυξη ηλεκτρονικών δημόσιων συμβάσεων στο σύνολο της ενιαίας αγοράς. Τέτοιες δράσεις συμβάλλουν σε μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και δικαιοσύνη και βοηθούν στην καταπολέμηση της διαφθοράς.

    § Η απλοποίηση του ρυθμιστικού πλαισίου για τις επιχειρήσεις και η μείωση της διοικητικής επιβάρυνσης και της γραφειοκρατίας, ιδιαίτερα σε εθνικό επίπεδο.

    § Η διασφάλιση ευρείας διαλειτουργικής ψηφιοποίησης της δημόσιας διοίκησης, με σκοπό την εστίαση σε πιο φιλικές προς τον χρήστη διαδικασίες για τους παρόχους και τους δικαιούχους υπηρεσιών, καθώς και η διοικητική απλοποίηση και η διαφάνεια. Η διασυνοριακή διαλειτουργικότητα επιγραμμικών υπηρεσιών και ερευνητικών κέντρων σε ολόκληρη την ΕΕ είναι ιδιαίτερης σημασίας.

    § Η βελτίωση της ποιότητας, της ανεξαρτησίας και της αποτελεσματικότητας των δικαστικών συστημάτων, καθώς και η διασφάλιση εύλογου χρονικού διαστήματος για την διεκπεραίωση των αξιώσεων και η προώθηση της χρήσης εναλλακτικών μηχανισμών επίλυσης των διαφορών. Τούτο θα πρέπει να μειώσει το κόστος για τις επιχειρήσεις και να αυξήσει την ελκυστικότητα της χώρας για τους ξένους επενδυτές.

    § Η καλύτερη χρήση των διαρθρωτικών ταμείων της ΕΕ με την επιτάχυνση των προσπαθειών διοικητικής ικανότητας κατά το τρέχον έτος, ώστε να εξασφαλιστεί ταχύτερη κατανομή μη χρησιμοποιηθέντων πόρων.

    Συμπερασμα

    Η οικονομία της ΕΕ εξέρχεται σιγά-σιγά από τη βαθύτερη χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση που έχει γνωρίσει εδώ και δεκαετίες. Τα κράτη μέλη ξεκινούν από διαφορετικές θέσεις, η φύση και το μέγεθος των προκλήσεων που αντιμετωπίζουν δεν είναι οι ίδιες και διαφέρει ο ρυθμός των μεταρρυθμίσεων. Η κατάσταση παραμένει ευάλωτη. Οι μεταρρυθμίσεις έχουν αρχίσει να εφαρμόζονται και σημαντικές προσαρμογές λαμβάνουν ακόμη χώρα, αλλά υπάρχουν ενδείξεις ότι κατά τη διάρκεια του επόμενου έτους θα αρχίσουμε να βλέπουμε σημάδια ανάκαμψης. Στα κράτη μέλη τα οποία έχουν εφαρμόσει βαθιές μεταρρυθμίσεις, οι προσπάθειες αρχίζουν να έχουν αποτελέσματα: οι ανισορροπίες μειώνονται και η ανταγωνιστικότητα βελτιώνεται.

    Η διαδικασία αυτή δεν αποτελεί μόνο μια επιστροφή στην ανάπτυξη, αλλά αφορά επίσης την οικοδόμηση των θεμελίων για διαφορετική ποιότητα ανάπτυξης μετά την κρίση. Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο πρέπει να ενισχύσουν την ικανότητα της ΕΕ να ανταγωνίζεται στην παγκόσμια σκηνή, δημιουργώντας ανάπτυξη εντός αυτής μέσω βιώσιμων δραστηριοτήτων οι οποίες εξοπλίζουν την ΕΕ με πολιτικές και μέσα αναγκαία για τη διασφάλιση μέλλοντος ευημερίας, χωρίς αποκλεισμούς και αποδοτικού από πλευράς πόρων. Η αλληλεγγύη και η δικαιοσύνη – εντός των χωρών, αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη – θα είναι ουσιαστικά στοιχεία για να εξασφαλιστεί ότι οι προσπάθειες που καταβάλλονται θα γίνουν αποδεκτές από πολιτικής και κοινωνικής πλευράς και θα ωφελήσουν όλους.

    Έχουν ήδη ληφθεί πολλές σημαντικές αποφάσεις στα κράτη μέλη και σε επίπεδο ΕΕ. Τώρα ήλθε η στιγμή να επιβεβαιωθεί η πορεία και να τηρηθούν όσα έχουν συμφωνηθεί. Για να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη και να επανέλθει η ανάπτυξη, είναι επίσης κρίσιμης σημασίας να διατηρηθεί ο ρυθμός των μεταρρυθμίσεων, ιδίως στους ακόλουθους τομείς:

    · Τα δημόσια οικονομικά πρέπει να επανέλθουν στην προηγούμενη πορεία ώστε να αποκατασταθεί η βιωσιμότητά τους. Αυτό είναι σημαντικό όχι μόνο για να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη των επενδυτών βραχυπρόθεσμα, αλλά και για να καλυφθούν οι ανάγκες μιας γηράσκουσας κοινωνίας και να διατηρηθούν οι προοπτικές των μελλοντικών γενεών. Ο ρυθμός και η φύση της δημοσιονομικής εξυγίανσης μπορούν να διαφέρουν: ενώ ορισμένα κράτη μέλη πρέπει να μειώσουν γρήγορα τα ελλείμματα, άλλα διαθέτουν μεγαλύτερο περιθώριο ελιγμών. Κάθε αρνητικός αντίκτυπος στην ανάπτυξη βραχυπρόθεσμα μπορεί να μετριασθεί με τα κατάλληλα μέτρα από πλευράς δαπανών και εσόδων των κρατικών προϋπολογισμών.

    · Οι προσπάθειες για την εξυγίανση του χρηματοπιστωτικού τομέα πρέπει να συνεχιστούν με στόχο την αποκατάσταση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και τη βελτίωση των δημοσιονομικών συνθηκών για την οικονομία, μεταξύ άλλων, μέσω εναλλακτικών πηγών χρηματοδότησης. Είναι αναγκαίο να σημειωθεί περαιτέρω πρόοδος σε επίπεδο ΕΕ για την συγκρότηση ενός ολοκληρωμένου εποπτικού πλαισίου και την ενίσχυση του νομικού πλαισίου που εφαρμόζεται στους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς.

    · Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις πρέπει να ενισχυθούν με στόχο την προώθηση της ανάπτυξης και την τόνωση της ανταγωνιστικότητας. Πρέπει ακόμη να εξεταστεί ένα ευρύ φάσμα μέτρων σε εθνικό επίπεδο, ενώ η ισχύουσα νομοθεσία της ΕΕ θα αποτελέσει τον καταλύτη για αλλαγή. Μπορούν να αντληθούν πολλά διδάγματα ως προς τις βέλτιστες πρακτικές που εφαρμόζονται στα κράτη μέλη και σε τρίτες χώρες.  

    · Η κατάσταση της αγοράς εργασίας και η κοινωνική κατάσταση απαιτούν μια επείγουσα αντίδραση. Η επιτάχυνση της εφαρμογής ενεργών πολιτικών αγοράς εργασίας, η ενίσχυση και η βελτίωση των δημόσιων υπηρεσιών απασχόλησης, η απλοποίηση της εργατικής νομοθεσίας και η υποστήριξη της δημιουργίας θέσεων εργασίας από την εξέλιξη των μισθών αποτελούν ουσιαστικά στοιχεία μιας τέτοιας στρατηγικής. Η κατάσταση των νέων απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή. Επιπλέον, οι προσπάθειες θα πρέπει να επιταχυνθούν για την προώθηση της κοινωνικής ένταξης και την πρόληψη της φτώχειας με την ενίσχυση των βασικών δικτύων ασφαλείας.

    · Στρατηγικές ανάπτυξης σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο μπορούν να εφαρμοστούν μόνο με τη βοήθεια μιας αποτελεσματικής δημόσιας διοίκησης. Μπορούν να γίνουν περισσότερα για να εκσυγχρονιστεί η ψηφιοποίηση της δημόσιας διοίκησης, π.χ. στους τομείς των δημόσιων συμβάσεων, να βελτιωθούν η ποιότητα και η ανεξαρτησία των δικαστικών συστημάτων και να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική και αποδοτική ανάπτυξη των διαρθρωτικών ταμείων της ΕΕ.

    Οι κατευθυντήριες γραμμές που περιλαμβάνονται στην παρούσα Ετήσια Επισκόπηση της Ανάπτυξης θα συζητηθούν σε επίπεδο ΕΕ για να προετοιμαστεί το εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του προσεχούς Μαρτίου και για να εκπονηθεί η επικαιροποιημένη σειρά εθνικών προγραμμάτων και συστάσεων ανά χώρα. Η Επιτροπή θα συνεργαστεί στενά με τις εθνικές αρχές, καθώς και με τα εθνικά κοινοβούλια, τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και άλλους ενδιαφερόμενους για τη δημιουργία μιας κοινής αντίληψης ως προς την κυριότητα και τη στήριξη της προόδου ως μέρος των ευρύτερων προσπαθειών της ΕΕ με σκοπό την έξοδο από την κρίση και τη θέση των θεμελίων μιας ευφυούς, βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης σε ολόκληρη την Ένωση.

    [1]               Περισσότερες πληροφορίες για την κατάσταση της οικονομίας και της απασχόλησης περιλαμβάνονται στις φθινοπωρινές οικονομικές προβλέψεις της Επιτροπής που δημοσιεύθηκαν στις 7 Νοεμβρίου 2012 και στα έγγραφα που συνοδεύουν την παρούσα επισκόπηση.

    [2]               Για μια γενική επισκόπηση της προόδου προς την υλοποίηση των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», βλ: «Στρατηγική Ευρώπη 2020 – προς μια πιο έξυπνη, πράσινη και χωρίς αποκλεισμούς οικονομία της ΕΕ;», Eurostat, Statistics in focus, 39/2012.

    [3]               Η δεύτερη ετήσια Έκθεση σχετικά με τον Μηχανισμό Επαγρύπνησης (COM(2012)751) για να εντοπιστούν οι μακροοικονομικές ανισορροπίες εκδίδεται από την Επιτροπή από κοινού με την παρούσα επισκόπηση.

    [4]               Οι ειδικές ανά χώρα συστάσεις βρίσκονται στην εξής διεύθυνση: http://ec.europa.eu/europe2020/making-it-happen/country-specific-recommendations/index_en.htm

    [5]               Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, «Έκθεση για το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο συντονισμού των οικονομικών πολιτικών: εφαρμογή των προτεραιοτήτων του 2012 [2012/2150(INI)], Οκτώβριος 2012.

    [6]               Η δημοσιονομική ισορροπία εκφράζεται σε διαρθρωτικούς όρους όταν διορθώνεται για να ληφθούν υπόψη οι επιπτώσεις στον κύκλο της οικονομίας και τα έκτακτα και προσωρινά μέτρα.

    [7]               Ευρωπαϊκή Επιτροπή, «Φορολογικές μεταρρυθμίσεις στα κράτη μέλη της ΕΕ 2012», Ευρωπαϊκή Οικονομία, 6/2012.

    [8]               Το 2013 τα κράτη μέλη θα αρχίσουν να λαμβάνουν επίσης νέα έσοδα από τις δημοπρασίες δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου στο πλαίσιο της τρίτης φάσης του συστήματος εμπορίας εκπομπών της ΕΕ.

    [9]               Η Επιτροπή θα υποβάλει σύντομα ένα σχέδιο δράσης για την ενίσχυση της καταπολέμησης της φορολογικής απάτης και της φοροδιαφυγής, μαζί με κατευθυντήριες οδηγίες για να εξασφαλιστεί η χρηστή διακυβέρνηση στον φορολογικό τομέα.

    [10]             Η πρώτη έκδοση της έκθεσης για την ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς (COM(2012)752) που συνοδεύει την παρούσα επισκόπηση παρουσιάζει πολλές περιπτώσεις αναξιοποίητων πηγών ανάπτυξης. Περισσότερες πληροφορίες περιλαμβάνονται επίσης στην προσεχή μελέτη της Επιτροπής που θα αφορά «Το κόστος της ανυπαρξίας της Ευρώπης: το αναξιοποίητο δυναμικό της ενιαίας αγοράς».

    [11]             Το τελευταίο έτος, η Επιτροπή έχει συστήσει ομάδες δράσης που βοηθούν τις χώρες με τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας των νέων στον επαναπρογραμματισμό των πόρων της ΕΕ για να ενισχυθούν η κατάρτιση και οι ευκαιρίες εργασίας για νέους. Βλ. πρώτα αποτελέσματα στη διεύθυνση: http://ec.europa.eu/commission_2010-2014/president/pdf/council_dinner/youth_action_team_en.pdf

    [12]             Το σχέδιο Κοινής Έκθεσης Απασχόλησης που συνοδεύει την παρούσα επισκόπηση περιέχει πιο λεπτομερείς πληροφορίες.

    [13]             Ο αριθμός των ατόμων που απειλούνται με φτώχεια και κοινωνικό αποκλεισμό αυξήθηκε από το 2008 σε 13 από τα 23 κράτη μέλη για τα οποία υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία το 2011.

    [14]             Η Επιτροπή διατύπωσε τρόπους αξιοποίησης αυτού του δυναμικού στην ανακοίνωσή της «Στοχεύοντας σε μια ανάκαμψη με άφθονες θέσεις απασχόλησης» (COM(2012)173) της 18ης Απριλίου 2012.

    [15]             Η Επιτροπή ενέκρινε στις 20 Νοεμβρίου 2012 μια ανακοίνωση με τίτλο «ανασχεδιασμός της εκπαίδευσης» (COM (2012) 669).

    [16]             Η Επιτροπή θα υποβάλει σύντομα μια «δέσμη μέτρων για την απασχόληση των νέων».

    Top