Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52002DC0163

    Έκθεση της Επιτροπής - Η διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη - Πρώτη ετήσια έκθεση [SEC(2002) 339] [SEC(2002) 340] [SEC(2002) 341] [SEC(2002) 342] [SEC(2002) 343]

    /* COM/2002/0163 τελικό */

    52002DC0163

    Έκθεση της Επιτροπής - Η διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη - Πρώτη ετήσια έκθεση [SEC(2002) 339] [SEC(2002) 340] [SEC(2002) 341] [SEC(2002) 342] [SEC(2002) 343] /* COM/2002/0163 τελικό */


    ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ - Η διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη - Πρώτη ετήσια έκθεση [SEC(2002) 339] [SEC(2002) 340] [SEC(2002) 341] [SEC(2002) 342] [SEC(2002) 343]

    ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

    1. Εισαγωγή

    2. Η περιοχή: ένα πολύπλοκο παζλ

    3. Η διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης

    4. Σημειωθείσα πρόοδος και διδάγματα του παρελθόντος

    5. Ένας διαρκής στόχος

    6. Μελλοντικές προοπτικές

    Παραρτήματα

    A. Συνόψεις των ανά χώρα εκθέσεων [SEC(2002)339],[SEC(2002)340],[SEC(2002)341],[SEC(2002)342],[SEC(2002)343]

    B. Κοινοτική βοήθεια της περιόδου 1991-2001

    Γ. Πίνακας κυρώσεων των συμβάσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα

    Περίληψη

    Το 2000, μετά από μια δεκαετία αναταραχών στα Βαλκάνια, οι Ευρωπαίοι ηγέτες κατέληξαν στο ότι ο στόχος της σταθερότητας στην περιοχή θα μπορούσε να επιτευχθεί, αφενός, με την ολοένα στενότερη σύνδεση με την ΕΕ και, αφετέρου, με τη σαφή προοπτική της προσχώρησης. Η πολιτική αυτή, γνωστή ως διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης, συνδυάζει την ανάπτυξη προνομιακών πολιτικών και οικονομικών σχέσεων με τις χώρες της περιοχής με την παροχή υποστήριξης στο πλαίσιο ενός προγράμματος σημαντικής χρηματοδοτικής βοήθειας (CARDS).

    Η διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης έχει ήδη αρχίσει να παράγει τα επιθυμητά αποτελέσματα : η περιοχή γίνεται σταθερότερη και οι χώρες της περιοχής συμμετέχουν ήδη σε φιλόδοξα προγράμματα πολιτικών και οικονομικών μεταρρυθμίσεων, τα οποία βασίζονται στη νομοθεσία και πρακτική της ΕΕ. Τα επιτεύγματα αυτά περιγράφονται λεπτομερώς στις συνημμένες εκθέσεις ανά χώρα.

    Η διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης αποτελεί μια μακροπρόθεσμη πολιτική η οποία υποστηρίζει τις βιώσιμες μεταρρυθμίσεις. Παράλληλα όμως έχει σχεδιαστεί έτσι ώστε να αποτελεί μια ευέλικτη και δυναμική διαδικασία - η οποία εξελίσσεται ανάλογα με τις αλλαγές που συντελούνται στην περιοχή, στην ΕΕ και σ'όλο τον κόσμο - και να μπορεί να αντιμετωπίζει αιφνίδιες κρίσεις. Κατά τα προσεχή έτη θα αναπτυχθούν στο πλαίσιο της διαδικασίας νέοι τρόποι για να μπορέσουν οι χώρες της περιοχής να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα που εξακολουθούν να υφίστανται όσον αφορά την αδυναμία του κράτους δικαίου και των δημοκρατικών θεσμών, τη διαφθορά, τον κίνδυνο επανεμφάνισης του ακραίου εθνικισμού, τη φτώχια και τον κοινωνικό αποκλεισμό, καθώς και να συνεργαστούν σε περιφερειακό επίπεδο.

    Η διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης προϋποθέτει τη συνεχή δέσμευση εκ μέρους τόσο της ΕΕ όσο και των χωρών της περιοχής να διατηρήσουν μια σταθερή πορεία και να επιτύχουν την αναγκαία προετοιμασία για την πλήρη ενσωμάτωση των χωρών αυτών στην ΕΕ.

    1. Εισαγωγη

    Με την αλλαγή του αιώνα άλλαξε σημαντικά και η προσέγγιση της ΕΕ έναντι των Δυτικών Βαλκανίων [1]. Οι ηγέτες της ΕΕ αποφάσισαν ότι η πολιτική επείγουσας ανασυγκρότησης, ανάσχεσης και σταθεροποίησης δεν μπορούσε από μόνη της να φέρει τη διαρκή ειρήνη και σταθερότητα στα Βαλκάνια: μόνο η πραγματική προοπτική της ενσωμάτωσης στις ευρωπαϊκές δομές θα μπορούσε να επιτύχει κάτι τέτοιο. Τα Ευρωπαϊκά Συμβούλια στη Φέιρα και στη Νίκαια αναγνώρισαν ρητά την "εν δυνάμει υποψηφιότητα" των χωρών αυτών και έκαναν λόγο για "σαφή προοπτική προσχώρησης" μόλις πληρούνται οι σχετικές προϋποθέσεις. Η πολιτική σταθεροποίησης και σύνδεσης έχει σχεδιαστεί για να βοηθήσει τις χώρες των Βαλκανίων να μετατρέψουν το όραμα σε πραγματικότητα και να δημιουργήσουν ένα στρατηγικό πλαίσιο για τις σχέσεις τους με την ΕΕ.

    [1] Αλβανία, Βοσνία Ερζεγοβίνη, Κροατία, Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας (ΟΔΓ) και Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (ΠΓΔΜ).

    Η διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης συνδυάζει τη διαμόρφωση νέων συμβασιακών σχέσεων (συμφωνίες σταθεροποίησης και σύνδεσης) με ένα πρόγραμμα παροχής βοήθειας (CARDS), το οποίο βοηθά κάθε χώρα να σημειώσει πρόοδο, με το δικό της ρυθμό, προς την κατεύθυνση της εκπλήρωσης των απαιτήσεων για την προσχώρηση στην ΕΕ. Πρόκειται για μια μακροπρόθεσμη δέσμευση έναντι των χωρών αυτών, η οποία συνεπάγεται τεράστιες προσπάθειες σε πολιτικό επίπεδο, σημαντικούς χρηματοδοτικούς πόρους και σημαντική άμεση συνεισφορά προσωπικού και τεχνογνωσίας.

    Οι συμφωνίες σταθεροποίησης και σύνδεσης (συμφωνίες ΣΣ) αποτελούν νομικά δεσμευτικές διεθνείς συμφωνίες. Βασίζονται στις Ευρωπαϊκές Συμφωνίες με τις υποψήφιες χώρες και στην εμπειρία από τη διαδικασία διεύρυνσης. Πρόκειται για φιλόδοξες και απαιτητικές συμφωνίες στον πυρήνα των οποίων υπάρχουν οι βασικές αρχές που διέπουν την προσχώρηση στην Ένωση. Οι συμφωνίες ΣΣ απαιτούν το σεβασμό προς τις δημοκρατικές αρχές, τα ανθρώπινα δικαιώματα και το κράτος δικαίου. Επίσης, προβλέπουν την εγκαθίδρυση ζώνης ελευθέρων συναλλαγών με την ΕΕ και ορίζουν δικαιώματα και υποχρεώσεις -σε τομείς όπως οι κανόνες ανταγωνισμού και κρατικών ενισχύσεων, η πνευματική ιδιοκτησία και η εγκατάσταση - χάρη στα οποία θα μπορέσουν οι οικονομίες της περιοχής να αρχίσουν να ενσωματώνονται στην οικονομία της ΕΕ.

    Η καθιέρωση της διαδικασίας σταθεροποίησης και σύνδεσης συνέπεσε με τη σημαντική πρόοδο που έχει σημειωθεί στα Βαλκάνια, στην οποία έχει αναμφίβολα συμβάλει. Κάθε χώρα στην περιοχή είναι τώρα δημοκρατία. Και οι πέντε χώρες προωθούν πολιτικές, οικονομικές και διοικητικές μεταρρυθμίσεις. Η πρόοδος όμως αυτή δεν είναι άνευ εμποδίων. Η αναζωπύρωση της βίας στην Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας δείχνει πόσο εύθραυστη είναι η περιοχή και πόσο εύκολα μπορεί να ξαναεκδηλωθεί κρίση σε κάποια τμήματά της. Σοβαρή απειλή συνιστούν οι μείζονες αδυναμίες του κράτους δικαίου και των δημοκρατικών θεσμών, η ενδημική διαφθορά, ο κίνδυνος αναζωπύρωσης ακραίων μορφών εθνικισμού καθώς και η φτώχια και ο κοινωνικός αποκλεισμός. Όλα αυτά τα ζητήματα πρέπει να αντιμετωπιστούν για να μπορέσει η διαδικασία σταθεροποίησης να γίνει αρκούντως βιώσιμη και να επιτρέψει τη σύνδεση με την ΕΕ.

    Στόχος της ΕΕ είναι η αντιμετώπιση της πολιτικής αστάθειας και του εύθραυστου των θεσμών με την παράλληλη διατήρηση μιας σταθερής πορείας προς την κατεύθυνση του στρατηγικού στόχου της ενσωμάτωσης των χωρών της περιοχής στην ΕΕ. Αυτό σημαίνει σταθερή προσήλωση στη διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης και κατάλληλη αναπροσαρμογή της για να μπορεί να ανταποκρίνεται στις συνεχώς μεταβαλλόμενες περιστάσεις και ανάγκες της περιοχής. Πρόκειται για ένα εγχείρημα το οποίο θα απαιτήσει πολιτικές και οικονομικές επενδύσεις πολλών ετών.

    Στην παρούσα έκθεση εξετάζονται λεπτομερέστερα οι πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις στην περιοχή, η διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης, τα πλεονεκτήματα και επιτεύγματά της, τα μειονεκτήματα και οι αδυναμίες της, τα προβλήματα που εξακολουθούν να υφίστανται στην περιοχή καθώς και οι τρόποι προώθησης της διαδικασίας εκ μέρους της ΕΕ. Το έγγραφο αυτό συνοδεύεται από πέντε εκθέσεις [SEC(2002)339/343], μία για κάθε χώρα, οι οποίες περιλαμβάνουν την αξιολόγηση της Επιτροπής σχετικά με την πρόοδο που σημειώθηκε, ή που δεν σημειώθηκε, στους βασικούς τομείς της πολιτικής και οικονομικής ανάπτυξης καθώς και σχετικά με την ικανότητα συμμετοχής στη διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης. Για όλες τις χώρες εφαρμόζονται τα ίδια κριτήρια, αφού ληφθούν δεόντως υπόψη οι ιδιαίτερες συνθήκες που επικρατούν σε κάθε χώρα. Η αξιολόγηση της Επιτροπής συνοδεύεται από συστάσεις για ανάληψη δράσης στους επόμενους δώδεκα μήνες. Οι εκθέσεις αυτές θα καταρτίζονται κάθε χρόνο και σκοπό θα έχουν να βοηθούν τις κυβερνήσεις, τα κοινοβούλια, τους επικεφαλής των επιχειρήσεων και των διαφόρων κοινοτήτων, τα μέσα ενημέρωσης, την κοινωνία των πολιτών και άλλα ενδιαφερόμενα μέρη - τόσο στην ΕΕ όσο και στην εν λόγω περιοχή - ώστε να κατανοήσουν την αναγκαιότητα της διαδικασίας σταθεροποίησης και σύνδεσης και να μπορέσουν να εστιάσουν τους πολιτικούς και χρηματοδοτικούς πόρους στους τομείς προτεραιότητας.

    2. Η Περιοχη: ενα πολυπλοκο παζλ

    Η διάσπαση της πρώην Γιουγκοσλαβίας, σε συνδυασμό με τον πόλεμο και την καταπίεση πολλών ετών, είχε σαν αποτέλεσμα τον κατακερματισμό της περιοχής. Ένας πληθυσμός 25 περίπου εκατομμυρίων - περίπου ο ίδιος με της Ρουμανίας - έχει διασπαστεί σε πέντε χώρες σε ένα πολύπλοκο παζλ εθνοτήτων. Αυτό προσδίδει στην περιοχή έναν εξαιρετικά περίπλοκο χαρακτήρα. Ο πόλεμος ήρθε να προστεθεί στα τεράστια οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα μετάβασης που υπήρχαν στα περισσότερα σημεία της περιοχής. Όλες οι χώρες έπρεπε να αρχίσουν να δημιουργούν σύγχρονους κρατικούς θεσμούς από μηδενική ή από πολύ χαμηλή βάση. Τα περισσότερα από τα παλαιά πολιτικά και οικονομικά δίκτυα καθώς και τα δίκτυα υποδομής κατέρρευσαν. Η Αλβανία, η οποία στο παρελθόν ήταν απομονωμένη από τον υπόλοιπο κόσμο, άρχισε τη διαδικασία μετάβασης από ακόμα χαμηλότερη βάση.

    Η περιοχή είναι ένα πολύπλοκο πολιτικό και οικονομικό κράμα. Τα τελευταία χρόνια, η Κροατία κατάφερε να απαλλαγεί από το πρόσφατο παρελθόν της με σχετική επιτυχία. Άλλες χώρες αντιμετωπίζουν τεράστιες δυσκολίες να αντεπεξέλθουν στα δύο εμπόδια: τα προβλήματα μεταξύ των διαφόρων εθνοτήτων και το κατεστραμμένο πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον. Υπό τις συνθήκες αυτές η μάστιγα της διαφθοράς και του οργανωμένου εγκλήματος έχει λάβει διαστάσεις και παρεμποδίζει τις προσπάθειες για εγκαθίδρυση ενός κράτους δικαίου.

    Οικονομική κατάσταση: Το οικονομικό μέγεθος της περιοχής παραμένει μικρό. Το συνολικό ΑΕγχΠ της υπολογίζεται σε 40 δις EUR περίπου, δηλαδή είναι ανάλογο με το αντίστοιχο της Ρουμανίας. Το άθροισμα του ΑΕγχΠ των γειτονικών χωρών Ουγγαρίας και Σλοβενίας - με το ήμισυ του πληθυσμού των Δυτικών Βαλκανίων - είναι υψηλότερο σχεδόν κατά 70%. Οι συνολικές εξαγωγές της περιοχής το 2000 ήταν 7,7 δις EUR (λιγότερο από τα τρία τέταρτα των εξαγωγών της Ρουμανίας), από τα οποία περισσότερο από το ήμισυ είχαν προορισμό την ΕΕ (η οποία αντιπροσωπεύει πάνω από το ήμισυ των εισαγωγών της περιοχής). Το εμπόριο αυξάνεται σταθερά, αν και ανομοιόμορφα, σε όλη την περιοχή αλλά το ενδοπεριφερειακό εμπόριο εξακολουθεί δυστυχώς να είναι χαμηλό, δηλαδή περίπου 7% του συνολικού περιφερειακού εμπορίου. Η Κροατία, με λιγότερο από το ένα πέμπτο του πληθυσμού της περιοχής, αντιπροσωπεύει το ήμισυ του συνολικού εξωτερικού εμπορίου της περιοχής. Επιπλέον, οι φραγμοί του εμπορίου εντός των κρατών της περιοχής (π.χ. στη Βοσνία Ερζεγοβίνη και στην ΟΔΓ) είναι εξίσου μεγάλοι αν όχι μεγαλύτεροι από τους φραγμούς που υφίστανται μεταξύ των κρατών, ενώ η απουσία μιας εσωτερικής αγοράς δεν βοηθάει τα κράτη αυτά να ενσωματωθούν στην ΕΕ. Επιπλέον, το κατά κεφαλήν ΑΕγχΠ ποικίλλει σημαντικά στην περιοχή, από 1.300 EUR στην Αλβανία έως 4.500 EUR στην Κροατία. Πίσω από τα στοιχεία αυτά κρύβονται σοβαρά προβλήματα φτώχιας και κοινωνικού αποκλεισμού.

    Όλες οι χώρες της περιοχής έχουν σημειώσει σημαντική πρόοδο παρά τις αντίξοες συνθήκες και τα πολλά μειονεκτήματα. Μετά τις αναταραχές του 1997, η Αλβανία σημείωσε πρόοδο στο θέμα της εδραίωσης του νόμου και της τάξης - με μεταρρυθμίσεις στην οικονομική και κοινωνική ζωή - καθώς και του ανοίγματός της στην περιοχή και την ΕΕ, αν και στις αρχές του 2002 εμφανίστηκαν ανησυχητικά σημάδια εσωτερικών πολιτικών προβλημάτων. Η Βοσνία-Ερζεγοβίνη αρχίζει να συνέρχεται μετά από έναν άγριο εμφύλιο πόλεμο. Η Κροατία έχει κάνει αποφασιστικά βήματα προς την κατεύθυνση της υιοθέτησης των βασικών ευρωπαϊκών δημοκρατικών θεσμών και πρακτικών. Η Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας έδειξε επίσης ότι ακολούθησε την ίδια πορεία μέχρι τη σημαντική κρίση του περασμένου έτους, από την οποία τώρα αρχίζει να εξέρχεται. Η προοπτική μιας δημοκρατικής ΟΔΓ, ελεύθερης από τα δεσμά ενός δεσποτικού καθεστώτος δεν ήταν παρά μια αμυδρή ελπίδα το 1999. Με την ανατροπή του Μιλόσεβιτς και τη μεταφορά του στη Χάγη, προκειμένου να δικαστεί ενώπιον του ΔΠΔΓ (Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία), η χώρα έδειξε αποφασισμένη να κόψει τις γέφυρες με το πρόσφατο παρελθόν της και να ξεκινήσει με σταθερά βήματα τη διαδικασία της πολιτικής και κοινωνικοοικονομικής της μετάβασης.

    Έτσι, οι χώρες της περιοχής εξακολουθούν να έχουν μπροστά τους ένα μακρύ δρόμο, μέχρι να μπορέσουν να φθάσουν τα επίπεδα δημοκρατικής σταθερότητας και κοινωνικοοικονομικής ανάπτυξης της ΕΕ. Το έργο της ενσωμάτωσης των χωρών της περιοχής στις ευρωπαϊκές δομές παραμένει ένα τεράστιο και μακρόπνοο εγχείρημα.

    3. Η διαδικασια σταθεροποιησησ και συνδεσησ

    Από τον αρχικό σχεδιασμό της, τον Μάιο του 1999 [2], και εντεύθεν η διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης επιδιώκει να εφοδιάσει τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων με τα κατάλληλα μέσα, σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές πρακτικές και πρότυπα, για τη διατήρηση σταθερών δημοκρατικών θεσμών, τη διασφάλιση του κράτους δικαίου και την υποστήριξη μιας ανοικτής, ευημερούσας οικονομίας. Απώτερος στόχος είναι η επιτυχής μετάβαση των χωρών αυτών - όπως συνέβη και με τις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης - πριν από την έναρξη των διαπραγματεύσεων για την προσχώρηση στην ΕΕ. Η διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης είναι διμερής αλλά και περιφερειακή. Δημιουργεί ισχυρούς δεσμούς μεταξύ κάθε χώρας και της ΕΕ και συγχρόνως ενθαρρύνει σθεναρά την περιφερειακή συνεργασία των χωρών μεταξύ τους αλλά και με τις γειτονικές χώρες της περιοχής. Η εμπειρία της ΕΕ όσον αφορά τα οφέλη της περιφερειακής συνεργασίας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι τα Δυτικά Βαλκάνια θα επωφεληθούν σε μεγάλο βαθμό από τη στενότερη συνεργασία. Αυτό αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της προετοιμασίας για την ενσωμάτωση στις ευρωπαϊκές δομές.

    [2] Συμπεράσματα του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων της 21ης Ιουνίου 1999, με βάση την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με τη διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης για τις χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης [COM(99)235 της 26.5.99].

    Τα τελευταία δυόμιση χρόνια τέθηκαν οι βάσεις της διαδικασίας σταθεροποίησης και σύνδεσης. Οι βάσεις αυτές είναι:

    Συμβασιακοί δεσμοί: Η προετοιμασία και διαπραγμάτευση των συμβασιακών δεσμών, δηλαδή των συμφωνιών σταθεροποίησης και σύνδεσης, μεταξύ της ΕΕ και των χωρών της περιοχής έχει προχωρήσει σημαντικά. Έχουν υπογραφεί συμφωνίες με την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας και με την Κροατία. Έχει προταθεί διαπραγματευτική εντολή για την Αλβανία. Όσον αφορά τη Βοσνία Ερζεγοβίνη και την ΟΔΓ, η δημιουργία ειδικών συμβουλευτικών ομάδων αποδείχτηκε αποτελεσματικό μέσο προκειμένου να βοηθηθούν οι εθνικές αρχές ώστε, αφενός, να δώσουν έμφαση στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, τόσο εθνικές όσο και ευρωπαϊκού προσανατολισμού, και, αφετέρου, να μπορέσουν να εφαρμόσουν τις μεταρρυθμίσεις αυτές με βιώσιμο τρόπο, ενόψει της διαπραγμάτευσης της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης.

    Εμπορικές προτιμήσεις: Το Νοέμβριο του 2000, μετά από πρωτοβουλία της Επιτροπής, η ΕΕ παραχώρησε μονομερώς τη σχεδόν ελεύθερη πρόσβαση στις αγορές της για τα προϊόντα των Βαλκανίων. Ο στόχος ήταν σαφής: να αυξηθεί το γενικό επίπεδο των εισαγωγών από τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων, το οποίο μέχρι τότε εξακολουθούσε να είναι πολύ χαμηλό, δηλαδή λιγότερο από το 0,6% των συνολικών εισαγωγών της Κοινότητας, και με τον τρόπο αυτό να ενθαρρυνθεί η οικονομική ανάπτυξη της περιοχής. Το εμπορικό καθεστώς αποτελεί τον καταλύτη για την ανάπτυξη ενός δικτύου συμφωνιών ελευθέρων συναλλαγών μεταξύ των χωρών της διαδικασίας σταθεροποίησης και σύνδεσης και όχι μόνον. Οι συμφωνίες σταθεροποίησης και σύνδεσης απαιτούν από τις συμβαλλόμενες χώρες να εγκαθιδρύσουν, μέσα σ'ένα καθορισμένο χρονικό διάστημα, καθεστώς ελευθέρων συναλλαγών με την ΕΕ αλλά και μεταξύ τους. Η απόφαση της ΕΕ να ανοίξει τις αγορές της έχει ήδη οδηγήσει στην τόνωση των εξαγωγών, η οποία ήταν απολύτως αναγκαία.

    Χρηματοδοτική βοήθεια: Η ΕΕ έχει διαθέσει μαζική χρηματοδοτική βοήθεια στην περιοχή (άνω των 5 εκατ. EUR από το 1991). Η βοήθεια αυτή μεταβάλλεται συν τω χρόνω ανάλογα με τις ανάγκες της περιοχής. Το 2000 εκδόθηκε ένας νέος κανονισμός ο οποίος εισάγει μια πιο στρατηγική προσέγγιση όσον αφορά την παροχή βοήθειας στις χώρες της περιοχής και ενισχύει τους στόχους της διαδικασίας σταθεροποίησης και σύνδεσης. Καθώς η κάθε χώρα θα εμπλέκεται ολοένα και περισσότερο στη διαδικασία αυτή, η βοήθεια θα εστιάζεται όλο και περισσότερο στη στήριξη των μεταρρυθμίσεων και στη δημιουργία των απαιτούμενων θεσμών για την τήρηση των υποχρεώσεων που απορρέουν από τις συμφωνίες σταθεροποίησης και σύνδεσης. Για την περίοδο 2000-2006 έχουν συμφωνηθεί πιστώσεις ύψους 4,65 εκατ. EUR για την περιοχή.

    Ένα σημαντικό βήμα έγινε κατά τον προγραμματισμό της βοήθειας στο πλαίσιο του CARDS, με την πρόσφατη έγκριση των εθνικών στρατηγικών και της περιφερειακής στρατηγικής για την περίοδο 2002-2006. Τα προγράμματα αυτά, τα οποία έχουν καταρτιστεί σε στενή συνεργασία με τις χώρες εταίρους, τα κράτη μέλη, τους ενδιαφερόμενους διεθνείς οργανισμούς και άλλους χορηγούς βοήθειας, εστιάζουν το πρόγραμμα CARDS της περιόδου 2002-2006 σε βασικούς τομείς προτεραιότητας της διαδικασίας σταθεροποίησης και σύνδεσης, που αρχίζουν από τα έργα στοιχειώδους ανασυγκρότησης μέχρι στοχοθετημένα μέτρα που αποσκοπούν στην ανάπτυξη, σε επίπεδο θεσμών, της ικανότητας κάθε χώρας να κατανοήσει, να νομοθετήσει και, τέλος, να εφαρμόσει τα βασικά στοιχεία του κεκτημένου και να εδραιώσει το κράτος δικαίου.

    H βελτίωση αυτή δεν αφορά μόνο τον προγραμματισμό αλλά και την εφαρμογή. Σε γενικές γραμμές, η βοήθεια του CARDS χορηγείται ταχύτατα και αποτελεσματικά. Ειδικότερα, η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Ανασυγκρότησης έχει να επιδείξει, από τη σύστασή της το Φεβρουάριο του 2000, εντυπωσιακές επιδόσεις όσον αφορά την ταχεία και αποτελεσματική παροχή βοήθειας στην περιοχή δράσης της - αρχικά στο Κοσσυφοπέδιο, και εν συνεχεία στη Σερβία και το Μαυροβούνιο, αλλά και στην Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας. Σε άλλα σημεία της περιοχής η λήψη των αποφάσεων ανατίθεται στις κατά τόπους αντιπροσωπείες, ενώ παράλληλα αυξάνεται ο αριθμός προσωπικού τους για να διευκολυνθεί η παροχή της βοήθειας.

    Από όλη τη διεθνή κοινότητα, η ΕΕ εξακολουθεί να είναι ο σημαντικότερος χορηγός ανθρώπινων και χρηματοδοτικών πόρων. Από το 1991 η βοήθεια στην περιοχή έχει υπερβεί τα 6 δις EUR (για λεπτομέρειες βλ. παράρτημα).

    Τα βασικά αυτά στοιχεία - τα μέσα της διαδικασίας σταθεροποίησης και σύνδεσης - επιτρέπουν τη διαρκή συνεισφορά της ΕΕ υπέρ της δημιουργίας θεσμών και της βιώσιμης ανάπτυξης στην περιοχή. Επίσης, παρέχουν τη δυνατότητα στις χώρες της περιοχής να επωφεληθούν από την εμπειρία και την πρακτική της ΕΕ προκειμένου να αποφασίσουν πώς πρέπει να διαμορφώσουν τη νομοθεσία και τη διοίκησή τους για τη διευκόλυνση της ελεύθερης κυκλοφορίας των αγαθών, υπηρεσιών, κεφαλαίων και προσώπων διαμέσου των συνόρων τους, τόσο εντός της περιοχής όσο και με την ΕΕ, με σκοπό την προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης. Ο στόχος είναι να βοηθηθούν οι χώρες αυτές ώστε να γίνουν βιώσιμα, λειτουργικά κράτη εναρμονίζοντας τα νομικά και οικονομικά τους συστήματα με τα αντίστοιχα της ΕΕ. Για παράδειγμα, κάθε χώρα πρέπει να υιοθετήσει ένα ανοικτό εμπορικό καθεστώς. Αυτό προϋποθέτει ένα λειτουργικό τελωνειακό σύστημα - τελωνειακούς νόμους και κατάλληλα καταρτισμένο προσωπικό για την εφαρμογή του νόμου. Για την επιτυχή διεξαγωγή του εμπορίου στο πλαίσιο της ανοικτής αγοράς της ΕΕ, οι εξαγωγές των χωρών αυτών θα πρέπει να πληρούν ποιοτικά πρότυπα, πιστοποιημένα στο πλαίσιο ενός αξιόπιστου συστήματος προτύπων και πιστοποίησης. Απαιτείται ένα σύστημα επιτήρησης της αγοράς προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι τα προϊόντα που τίθενται στην αγορά είναι αυτό που φιλοδοξούν να είναι. Στον τραπεζικό και χρηματοπιστωτικό τομέα, η υιοθέτηση του μοντέλου της ΕΕ θα συμβάλει στο να μπορέσουν οι χώρες αυτές να δημιουργήσουν μια ανεξάρτητη κεντρική τράπεζα με καταρτισμένο προσωπικό ικανό να εφαρμόζει τους εποπτικούς και άλλους τραπεζικούς κανονισμούς, με στόχο τη διευκόλυνση της ελεύθερης ροής κεφαλαίων και την παράλληλη εξασφάλιση της προστασίας των αποταμιεύσεων των πολιτών.

    Η διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης αποτελεί μια μακροπρόθεσμη πολιτική που αποσκοπεί στο να βοηθήσει τις συγκεκριμένες χώρες να επιφέρουν διαρκείς αλλαγές. Η διαδικασία της χάραξης πολιτικών, της θέσπισης νόμων, της δημιουργίας θεσμών και λειτουργικών διοικήσεων απαιτεί μακρόπνοες προσπάθειες. Επίσης, απαιτεί τη μακροπρόθεσμη δέσμευση από πλευράς τόσο των χωρών της περιοχής όσο και της ΕΕ. Δεν πρόκειται για μια βραχυπρόθεσμη διαδικασία διευθέτησης κρίσεων και ad hoc γεγονότων. Η πρόοδος που σημειώνεται στα διάφορα στάδια της διαδικασίας πρέπει να εκτιμάται με βάση το ρυθμό των πραγματικών αλλαγών σε κάθε χώρα. Το βιαστικό πέρασμα από το ένα στάδιο στο άλλο δεν θα βοηθήσει τις χώρες να προετοιμαστούν για να αντιμετωπίσουν τους μεγάλους στόχους που έχουν μπροστά τους. αντίθετα, η επιτυχής ολοκλήρωση κάθε σταδίου θα προετοιμάζει το έδαφος για τις μεγαλύτερες απαιτήσεις του επόμενου σταδίου. Η διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης συμβάλλει σε μεγάλο βαθμό στη διευθέτηση των συγκρούσεων με οργανωμένο και βιώσιμο τρόπο, αλλά, δεν μπορεί από μόνη της να επιτύχει την αποκατάσταση των εκάστοτε κρίσεων. Στόχος είναι η εδραίωση του κράτους δικαίου, του σεβασμού των ατομικών δικαιωμάτων και της χρηστής οικονομικής διαχείρισης κατά τρόπο που να καθιστά το ρυθμό προόδου προς την κατεύθυνση της ΕΕ μη αναστρέψιμο.

    Η διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης αποτελεί μια συνοδευτική πολιτική. Δεν σημαίνει ότι η ΕΕ αντικαθιστά ή υποκαθιστά τις εθνικές διοικήσεις, αλλά ότι υποστηρίζει και συνοδεύει τις χώρες της περιοχής κατά τη μετάβασή τους. Μόνο μια τέτοια προσέγγιση μπορεί να θέσει τέρμα στην εξάρτηση, η οποία εξακολουθεί να αποτελεί το κυρίαρχο χαρακτηριστικό σε πολλά σημεία της περιοχής των Βαλκανίων.

    4. Σημειωθεισα προοδοσ και διδαγματα του παρελθοντοσ

    Η πρόοδος έδρασε ως καταλύτης για να γίνουν δημοκρατικές αλλαγές. Όλες οι χώρες της περιοχής έχουν αρχίσει να ενισχύουν τους δημοκρατικούς θεσμούς και διαδικασίες, το σεβασμό του κράτους δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Προφανείς αδυναμίες υπάρχουν, αλλά συγχρόνως υπάρχει και η δέσμευση η οποία εν μέρει οφείλεται στις χώρες που συμμετέχουν στη διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης. Η διαδικασία αυτή άνοιξε την αγορά της ΕΕ στις χώρες της περιοχής, τις οποίες βοήθησε να θεσπίσουν βασικούς οικονομικούς και εμπορικούς νόμους που αναμένεται ότι θα συμβάλουν στη μακροπρόθεσμη διευκόλυνση του εμπορίου, των επενδύσεων και της ανάπτυξης. Στο πλαίσιο της προετοιμασίας και της διαπραγμάτευσης των συμφωνιών σταθεροποίησης και σύνδεσης, η ΕΕ συνεργάζεται με κάθε χώρα προκειμένου να εντοπίσει τι αυτή χρειάζεται για την ανάπτυξη της νομοθετικής και διοικητικής της ικανότητας, ούτως ώστε οι επιδόσεις της να φθάσουν τα αντίστοιχα επίπεδα της ΕΕ. Πρόκειται για μια διαδικασία η οποία όλο και περισσότερο φέρνει σε στενή επαφή εμπειρογνώμονες της περιοχής σε σημαντικούς τομείς πολιτικής με τους ομολόγους τους της ΕΕ, οι οποίοι στη διάρκεια μιας εκτεταμένης περιόδου, θα έχουν τη δυνατότητα να εξηγήσουν τις βέλτιστες πρακτικές της ΕΕ και να προσφέρουν ιδέες για τον καλύτερο τρόπο με τον οποίο θα επιτευχθεί πρόοδος στον τομέα της ολοκλήρωσης και εναρμόνισης. Με δυο λόγια, η διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης έχει οδηγήσει τις χώρες σε μια πορεία μακροπρόθεσμων πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών μεταρρυθμίσεων. Επίσης, τις έχει εφοδιάσει με τα εργαλεία που απαιτούνται για να μπορέσουν να προχωρήσουν. Η διαδικασία είναι αρκετά ευέλικτη αλλά και λεπτομερής ώστε να επιτρέπει στις πέντε χώρες να προχωρούν με σταθερό ρυθμό για την επίτευξη του ιδίου στόχου.

    Δύο είναι τα κυριότερα διδάγματα που προκύπτουν από την εμπειρία της εφαρμογής της διαδικασίας σταθεροποίησης και σύνδεσης: ότι η διαδικασία πρέπει να προσαρμόζεται στις ανάγκες και τις ειδικές συνθήκες της κάθε χώρας και ότι πρέπει να βρεθεί η κατάλληλη ισορροπία ανάμεσα στη σταθεροποίηση και τη σύνδεση. Όσον αφορά το πρώτο, οι διαφορές μεταξύ των χωρών έγιναν μεγαλύτερες με το πέρασμα του χρόνου, δεδομένου ότι οι πολιτικές, συνταγματικές και θεσμικές δυνάμεις ώθησαν ορισμένες χώρες να κινηθούν ταχύτερα από τις άλλες. Η ταχύτητα με την οποία κάθε χώρα περνά από το ένα στάδιο της διαδικασίας σταθεροποίησης και σύνδεσης στο άλλο πρέπει να εκτιμηθεί σε συνάρτηση με την ικανότητά της να αναλάβει τις υποχρεώσεις μιας στενότερης σύνδεσης με την ΕΕ. Η διαδικασία έχει αποδειχθεί αρκετά ευέλικτη ώστε να μπορεί να προσαρμόζεται στα διαφορετικά επίπεδα προόδου. Για παράδειγμα, στην περίπτωση της Βοσνίας Ερζεγοβίνης, αποφασίστηκε να δοθεί έμφαση στις βασικές προϋποθέσεις που απαιτούνται για τις μεταρρυθμίσεις, σύμφωνα με το Χάρτη Πορείας της ΕΕ του Μαρτίου 2000. Ο χάρτης αυτός θεωρείται η καλύτερη μέθοδος για να μπορέσει η Βοσνία Ερζεγοβίνη να σημειώσει την απαιτούμενη πρόοδο, η οποία θα της επιτρέψει, εν συνεχεία, να συμμετάσχει σε ουσιαστικές διαπραγματεύσεις για τη σύναψη συμφωνίας ΣΣ. Η Κροατία είχε ήδη επιτύχει ένα βαθμό θεσμικής και διοικητικής ωριμότητας όταν συμμετείχε στη διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης, πράγμα το οποίο τη βοήθησε να σημειώσει ταχεία πρόοδο. Δεν συνέβη το ίδιο με την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, η οποία προχώρησε πολύ βιαστικά στις διαπραγματεύσεις της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης χωρίς να διαθέσει τον απαιτούμενο χρόνο για τη δημιουργία των αναγκαίων προϋποθέσεων για την αποτελεσματική εφαρμογή της συμφωνίας.

    Η επιλογή του όρου "διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης" δεν ήταν τυχαία: η διάκριση μεταξύ των δύο στοιχείων είναι αναγκαία. Αμφότερα τα στοιχεία εκφράζουν τον επιδιωκόμενο στόχο της ΕΕ και πρέπει να εξελίσσονται παράλληλα. Μπορεί κάλλιστα να σημειωθεί πρόοδος προς την κατεύθυνση των τυπικών υποχρεώσεων της σύνδεσης ενώ βρίσκονται ακόμα σε εξέλιξη οι προσπάθειες για την επίτευξη των βασικών παραμέτρων σταθερότητας. Ωστόσο, από τη σχετική εμπειρία προκύπτει ότι είναι δύσκολο να σημειωθεί σημαντική πρόοδος στην πορεία προς τη σύνδεση χωρίς την εξασφάλιση ενός ορισμένου βαθμού σταθερότητας - ιδίως σεβασμός του κράτους δικαίου και λειτουργούντες πολιτικοί και δικαστικοί θεσμοί. Η επιστημονική και τεχνική συνεργασία μεταξύ τών κρατών της περιοχής και τής ΕΕ μπορεί επίσης νά συμβάλλει στήν κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη της περιοχής.

    Το φάσμα των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η Νοτιοανατολική Ευρώπη είναι τεράστιο. Ανεξάρτητα από το πόσο επιτυχής είναι, και το αν θα συνεχίσει να είναι, η διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης, δεν πρόκειται να αλλάξει την όψη της περιοχής από μόνη της. Πρέπει να υπάρξει μια συλλογική προσπάθεια τόσο από τις ίδιες τις χώρες όσο και από όλους τους διεθνείς παράγοντες της περιοχής. Ένα από τα κύρια επιτεύγματα της ΕΕ, τα δύο τελευταία χρόνια, ήταν ότι κατάφερε να αναγνωριστούν από τους άλλους διεθνείς παράγοντες και χορηγούς βοήθειας τόσο ο μακροπρόθεσμος στόχος της ενσωμάτωσης στην ΕΕ όσο και η πολιτική για την υλοποίησή της, δηλαδή η διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης, ως τα κυρίαρχα στοιχεία της διεθνούς προσπάθειας και η κινητήρια δύναμη της διαδικασίας μετάβασης. Οι διεθνείς αυτοί παράγοντες καταβάλλουν όλο και περισσότερες προσπάθειες συμβάλλοντας συμπληρωματικά στην όλη διαδικασία.

    5. Ενασ διαρκησ στοχοσ

    Αν και η διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης βοήθησε αποτελεσματικά τις χώρες στην κατάρτιση των ποικίλων προγραμμάτων μετάβασής τους, εντούτοις, δεν μπόρεσε να απαλλάξει την περιοχή από τα πολλά πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά της προβλήματα. Η περιοχή αντιμετωπίζει μια σειρά κοινών προβλημάτων που απαιτούν αποφασιστική δράση, τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και στο πλαίσιο της περιφερειακής συνεργασίας, ώστε να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για τη δημιουργία σύγχρονων και καλά διοικούμενων κρατών τα οποία θα διατηρούν μεταξύ τους σχέσεις καλής γειτονίας. Η διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης δεν μπορεί να επιλύσει τα προβλήματα αυτά. Μπορεί όμως να συμβάλει ουσιαστικά στο να μπορέσουν οι χώρες να βοηθηθούν από μόνες τους. Επιπλέον, η διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης μπορεί να ενισχυθεί σε ορισμένους τομείς στους οποίους μέχρι σήμερα έπαιζε περιορισμένο ρόλο (π.χ. περιφερειακή συνεργασία).

    Οι κυριότεροι στόχοι είναι οι εξής:

    * Ο στόχος της δημιουργίας αποτελεσματικών, δημοκρατικών κρατών

    Εύθραυστες συνταγματικές ρυθμίσεις. Η ύπαρξη αμφισβητούμενων ή εύθραυστων συνταγματικών ρυθμίσεων αποτελεί κυρίαρχο χαρακτηριστικό του πολιτικού τοπίου σε τρεις χώρες: τη Βοσνία Ερζεγοβίνη, την ΟΔΓ και την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας. Σε καθεμιά από τις χώρες αυτές το γεγονός αυτό επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την εφαρμογή της διαδικασίας σταθεροποίησης και σύνδεσης. Η ΕΕ ήταν ανέκαθεν σαφώς υπέρ της τήρησης των συνταγματικών πλαισίων και υπέρ της απόρριψης κάθε ιδέας ότι η ίδια θα υποστήριζε αλλαγές που θα οδηγούσαν σε περαιτέρω κατακερματισμό της περιοχής. Τα μέσα της διαδικασίας σταθεροποίησης και σύνδεσης, και ιδίως το πρόγραμμα CARDS, οι ειδικές συμβουλευτικές ομάδες και οι συμφωνίες σταθεροποίησης και σύνδεσης χρησιμοποιούνται για την υποστήριξη αυτής της πολιτικής. Στην περίπτωση της ΟΔΓ η ειδική συμβουλευτική ομάδα έχει καθοριστική σημασία προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι όλα τα τμήματα του κράτους ακολουθούν ένα ευρέως συμβατό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων για τη σύνδεση με την ΕΕ. Στόχος είναι επιτευχθεί ένας βαθμός σταθερότητας σε μια κατάσταση η οποία διαφορετικά πιθανόν να ήταν ιδιαίτερα ρευστή.

    Αδυναμία εφαρμογής του κράτους δικαίου. Οι χώρες των Δυτικών Βαλκανίων δυσκολεύτηκαν να αναπτύξουν μια κουλτούρα σύμφωνα με την οποία η τήρηση του νόμου πρέπει να διέπει όλες τις εκφάνσεις της πολιτικής και οικονομικής ζωής. Τα νέα κράτη χρειάστηκε να δημιουργήσουν νέους θεσμούς ή να αναπροσαρμόσουν τους παλαιούς - οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν αναπόφευκτα εύθραυστοι - και να εξαλείψουν το βαθιά ριζωμένο οργανωμένο έγκλημα το οποίο στήριζε μεγάλο μέρος της πολιτικής δραστηριότητας. Αν δεν γίνει κατανοητό από όλα τα επίπεδα της κοινωνίας τι σημαίνει κράτος δικαίου στην καθημερινή ζωή, η πρόοδος προς την κατεύθυνση των κανόνων και προτύπων της ΕΕ θα σταματήσει. Η διαφθορά αποτελεί σοβαρό πρόβλημα σ'ολόκληρη την περιοχή και κυρίαρχο χαρακτηριστικό του πολιτικού τοπίου. Η έκταση του προβλήματος καθώς και η σχέση του με το οργανωμένο έγκλημα υπονομεύουν τη στοιχειώδη εμπιστοσύνη του κοινού στην πολιτική και συνταγματική τάξη, σε μια περιοχή όπου τα στοιχεία αυτά είναι ήδη εύθραυστα για άλλους λόγους. Επίσης, το πρόβλημα αυτό αποθαρρύνει τις ξένες επενδύσεις. Προσπάθειες καταβάλλονται για την αντιμετώπισή του σε ορισμένες χώρες, αλλά οι προσπάθειες αυτές δεν έχουν καταφέρει ακόμη να πείσουν τους υπεύθυνους πολιτικούς ότι το πρόβλημα αυτό αποτελεί τροχοπέδη στην πορεία προς την ΕΕ.

    Αδυναμία της διοικητικής ικανότητας. Παρά τις σημαντικές διαφορές που υπάρχουν μεταξύ των χωρών, η διοικητική ικανότητα στην περιοχή παραμένει γενικά αδύναμη. Σε γενικές γραμμές η δημόσια διοίκηση δεν είναι ούτε καλά καταρτισμένη ούτε κατάλληλα εξοπλισμένη. Επιπλέον, δεν υπάρχει επαρκής κατανόηση του ρόλου που παίζει η κυβέρνηση σε μια δημοκρατική οικονομία της αγοράς. Η έλλειψη προσωπικού και προϋπολογισμού λειτουργίας σημαίνει ότι, ακόμα και στις περιπτώσεις που έχουν θεσπιστεί νέοι νόμοι, η τήρησή τους εξακολουθεί να είναι πλημμελής. Η εφαρμογή των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων, συμπεριλαμβανομένης της μεταρρύθμισης των δημοσίων υπηρεσιών και της τοπικής αυτοδιοίκησης, και η ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού σ' ολόκληρο το δημόσιο τομέα γίνονται με αργούς ρυθμούς και με πολλές δυσκολίες. Έχουν όμως καθοριστική σημασία για να μπορέσουν οι χώρες να αναπτύξουν το αναγκαίο ρυθμιστικό πλαίσιο και τις απαιτούμενες δομές.

    Αμφίβολα πρότυπα πολιτικής συμπεριφοράς. Οι χώρες της περιοχής είναι σχετικά νέες δημοκρατίες. Οι δημοκρατικοί τους θεσμοί δοκιμάζονται ακόμα. Η διαδικασία αυτή καθίσταται ακόμα δυσκολότερη λόγω της ευρύτατα διαδεδομένης τάσης να θεωρούνται ως πρότυπα πολιτικού βίου η έντονη αντιπαράθεση, η μικροπολιτική και η κρίση. Συνηθισμένο φαινόμενο είναι να ωθούνται οι θεσμοί στα συνταγματικά τους όρια αλλά και πέραν αυτών και να μη λαμβάνονται υπόψη οι επιπτώσεις που αυτό έχει στο εθνικό συμφέρον. Για παράδειγμα, η σημερινή κατάσταση στην Αλβανία. Η στάση αυτή είναι και απαράδεκτη και μη υγιής. Στις αξιολογήσεις της ΕΕ και άλλων παραγόντων, σχετικά με τη σταθερότητα της κάθε χώρας και των δημοκρατικών θεσμών της, θα ληφθεί σε μεγάλο βαθμό υπόψη ο τρόπος άσκησης πολιτικής.

    Ακραίες μορφές εθνικισμού. Μία από τις πιο πρόσφατες επιτυχίες υπήρξε ο βαθμός στον οποίο οι αποσταθεροποιητικές μορφές του ακραίου εθνικισμού έχουν περιθωριοποιηθεί στις σημερινές κυβερνήσεις κάθε χώρας. Η άνοδος στην εξουσία μετριοπαθών κυβερνήσεων έφερε την εμπιστοσύνη που ήταν αναγκαία για να προχωρήσει η διαδικασία προσέγγισης κάθε χώρας πλησιέστερα προς την ΕΕ. Με την πάροδο του χρόνου οι εκδηλώσεις ακραίου εθνικισμού θα πρέπει να μειωθούν, δεδομένου ότι οι πολιτικές προοπτικές τους φαίνεται ολοένα και περισσότερο ότι δεν συμβαδίζουν με τα αιτήματα εκσυγχρονισμού και μεταρρύθμισης καθώς και ενσωμάτωσης στην ΕΕ. Ωστόσο, ο κίνδυνος μιας εθνικιστικής οπισθοδρόμησης σε ορισμένες χώρες δεν μπορεί να αποκλειστεί στις προσεχείς εκλογές στην περιοχή.

    Αδύναμη κοινωνία των πολιτών και ανεπαρκή μέσα ενημέρωσης. Μια ενεργός κοινωνία των πολιτών - ιδίως οι μη κυβερνητικές οργανώσεις - καθώς και η ύπαρξη πραγματικά ανεξάρτητων μέσων ενημέρωσης έχουν καθοριστική σημασία για να εξασφαλίζεται τόσο η διαφάνεια όσο και η υπευθυνότητα της κυβέρνησης και των δημοσίων υπηρεσιών έναντι του πολίτη. Ωστόσο, καμία από τις χώρες της περιοχής δεν μπορεί ακόμα να ισχυριστεί ότι διαθέτει μέσα ενημέρωσης και κοινωνία των πολιτών με αρκετό δυναμισμό και κριτικό πνεύμα, σε σχέση με τις μελλοντικές της ανάγκες. Απαιτούνται συνεχείς βελτιώσεις στους τομείς της πρόσβασης στην πληροφόρηση, της θέσπισης νομοθετικών μέτρων που να διευκολύνουν τις δραστηριότητες των ΜΚΟ, καθώς και της εξασφάλισης των αναγκαίων εγγυήσεων για την ελευθεροτυπία.

    * Ο στόχος της αντιμετώπισης της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού

    Οι περισσότεροι μακροοικονομικοί δείκτες στην περιοχή εξελίσσονται αυτή τη στιγμή προς τη σωστή κατεύθυνση. Εντούτοις, καμία από τις οικονομίες της περιοχής δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως υγιής ή απολύτως σταθερή. Όλες οι οικονομίες βρίσκονται αντιμέτωπες, σε διαφορετικό βαθμό η καθεμιά, με μια σειρά αποσταθεροποιητικών παραγόντων: εκτεταμένη παραοικονομία, περιορισμένη φορολογητέα ύλη, νομικό και διοικητικό περιβάλλον ανεπαρκές για άμεσες ξένες επενδύσεις, βραδεία πρόοδο στον τομέα των διαρθρωτικών αλλαγών και της ιδιωτικοποίησης, συνεχώς αυξανόμενη ανεργία και, σε ορισμένες περιπτώσεις, υπερβολικά υψηλές στρατιωτικές δαπάνες. Η φτώχια και ο κοινωνικός αποκλεισμός υπονομεύουν τη συνοχή του πληθυσμού. Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα σε πολλά μέρη της περιοχής είναι η "διαρροή εγκεφάλων", δηλαδή η μετανάστευση νέων επιστημόνων, και το γεγονός ότι η εκπαιδευτική κουλτούρα εξακολουθεί να βασίζεται περισσότερο σε διεθνοτικούς διαχωρισμούς παρά στη συμφιλίωση.

    * Ο στόχος της ενίσχυσης της περιφερειακής συνεργασίας

    Στη διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης υπογραμμίζεται συνεχώς η σημασία της περιφερειακής συνεργασίας. Οι αρχηγοί κρατών/κυβερνήσεων των πέντε χωρών της περιοχής και της ΕΕ συμφώνησαν στη σύνοδο κορυφής του Ζάγκρεμπ, της 24ης Νοεμβρίου 2000, ότι η προσέγγιση στην Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να συμβαδίζει με τη διαδικασία ανάπτυξης της περιφερειακής συνεργασίας. Οι συμφωνίες σταθεροποίησης και σύνδεσης παρέχουν το μοντέλο πάνω στο οποίο θα πρέπει να βασιστεί η έκταση και το είδος συνεργασίας που η ΕΕ επιθυμεί να υπάρχει μεταξύ των πέντε χωρών της περιοχής. Επίσης, οι συμφωνίες αυτές απαιτούν από κάθε συμβαλλόμενο τη σύναψη διμερούς σύμβασης περιφερειακής συνεργασίας με τους άλλους συμβαλλόμενους, ούτως ώστε να ενισχυθεί η δημιουργία δεσμών μεταξύ των εταίρων της διαδικασίας σταθεροποίησης και σύνδεσης.

    Η περιφερειακή συνεργασία αποτελεί το υπόβαθρο πάνω στο οποίο στηρίζεται η ΕΕ. Από την εμπειρία των ιδρυτικών κρατών μελών της ΕΕ, αλλά και των μεταγενέστερων μελών της, προκύπτει ότι η πολιτική κατανόηση και η οικονομική και κοινωνική ευημερία εξαρτώνται από τη στενή συνεργασία με τις γειτονικές χώρες σε ένα όσο το δυνατόν ευρύτερο φάσμα τομέων. Η ΕΕ δείχνει με ποιο τρόπο οι λαοί μπορούν να ξεπεράσουν τα μίση και τους διχασμούς και να προχωρήσουν μαζί για έναν κοινό σκοπό. Η ενσωμάτωση στην ΕΕ είναι δυνατή μόνο εφόσον τα μελλοντικά μέλη μπορέσουν να αποδείξουν ότι διαθέτουν τη βούληση και την ικανότητα να συνεργαστούν με τις γειτονικές τους χώρες, όπως συμβαίνει και με τα κράτη μέλη της ΕΕ. Οι πέντε χώρες βρίσκονται αντιμέτωπες με μια σειρά κοινών κινδύνων και αναπτυξιακών προβλημάτων, τα οποία μπορούν να αντιμετωπιστούν ουσιαστικά μόνο με τη μεταξύ τους συνεργασία, τη συνεργασία με την ΕΕ καθώς και με άλλες γειτονικές χώρες. Αυτό απαιτεί σημαντική προσπάθεια εκ μέρους των χωρών της περιοχής ώστε να μπορέσουν να αποδείξουν ότι διαθέτουν την ωριμότητα που πρέπει να έχουν ως μελλοντικές υποψήφιες χώρες. Η ΕΕ δεν επιδιώκει να ενισχύσει ή να δημιουργήσει εκ νέου έναν ενιαίο βαλκανικό χώρο, αλλά κυρίως να θέσει στη διάθεση των χωρών αυτών την εμπειρία της όσον αφορά την περιφερειακή συνεργασία και ολοκλήρωση μεταξύ ισχυρών αλλά αλληλοεξαρτώμενων εθνών κρατών. Οι φόβοι που εκφράζονται ορισμένες φορές, π.χ. στην Κροατία, ότι η περιφερειακή συνεργασία θα εμποδίσει την ενσωμάτωσή της στην Ευρώπη, δεν έχουν καμία βάση: η συνεργασία με τις γειτονικές της χώρες θα αποτελέσει το κίνητρο για περαιτέρω ανάπτυξη και θα βοηθήσει τη χώρα να αναπτύξει τις κατάλληλες μεθόδους και πρακτικές οι οποίες είναι απαραίτητες για την προσχώρησή της στην ΕΕ.

    Η σύναψη διπλωματικών σχέσεων καθώς και μιας συμφωνίας για τα νομικά ζητήματα όσον αφορά το διάδοχο σχήμα του κράτους της ΣΟΔΓ δείχνουν ότι έχει επιτευχθεί ένας βαθμός ομαλότητας στις διμερείς πολιτικές σχέσεις. Μετά απ' αυτό το πρώτο βήμα, θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα δίκτυο σχέσεων που θα βασίζονται στην εμπιστοσύνη. Χάρη στο δίκτυο αυτό, αφενός, η περιοχή θα μπορέσει να μειώσει τους εσωτερικούς και εξωτερικούς κινδύνους που απειλούν τη σταθερότητά της και, αφετέρου, θα μπορέσουν να αντιμετωπιστούν με υπεύθυνο τρόπο πολλά λεπτά διμερή αλλά και ευρύτερου ενδιαφέροντος ζητήματα, όπως η διαχείριση των συνόρων, η ενεργειακή εξάρτηση, η πρόσβαση σε υδατικούς και θαλάσσιους πόρους και η επιστροφή των προσφύγων. Θα πρέπει να εξασφαλιστεί ένας υψηλός βαθμός εμπιστοσύνης μεταξύ των ηγετών της περιοχής, προτού η διεθνής κοινότητα αρχίσει να επιλαμβάνεται θεμάτων όπως το μελλοντικό καθεστώς του Κοσσυφοπεδίου. Επίσης, μια μεγαλύτερη πρόοδος στο θέμα της συμφιλίωσης μεταξύ Ζάγκρεμπ και Βελιγραδίου αποτελεί ουσιώδες στοιχείο για τη σταθερότητα της περιοχής.

    Η περιφερειακή συνεργασία παίζει καθοριστικό ρόλο στην καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος. Το δίκτυο του οργανωμένου εγκλήματος τροφοδοτεί τον εθνικισμό και τον εξτρεμισμό στις χώρες της περιοχής και εξάγει τα παράνομα προϊόντα του προς την ΕΕ. Τα δύο τρίτα της ηρωίνης που έχει κατασχεθεί στην ΕΕ έφθασαν μέσω των Βαλκανίων. Με την εμφάνιση και τη συχνά ανεπαρκή διαχείριση 5000 χλμ. νέων διεθνών συνόρων μεταξύ των κρατών της περιοχής, είναι ανορθολογικό από άποψη πόρων να αντιμετωπίζει η κάθε χώρα της περιοχής από μόνη της το οργανωμένο έγκλημα. Είναι απαραίτητο να υπάρξει συνεργασία μεταξύ INTERPOL και Eυρωπόλ, μέσω ενός λειτουργικού περιφερειακού δικτύου στο δικαστικό τομέα και μέσω της συνεργασίας στον τομέα του ασύλου, των θεωρήσεων και της επανεισδοχής.

    Η περιφερειακή συνεργασία αποτελεί τη μόνη απάντηση στο θέμα των προσφύγων και των εκτοπισθέντων, από τους οποίους πάνω από ένα εκατομμύριο εξακολουθεί να βρίσκεται στην περιοχή. Πέρα από την ανθρωπιστική και κοινωνική πλευρά του ζητήματος, η βούληση μιας χώρας να επιτύχει μια πραγματικά βιώσιμη επανένταξη των επαναπατριζόμενων μειονοτήτων αποτελεί δείκτη της πολιτικής και δημοκρατικής της ωριμότητας.

    Η περιφερειακή συνεργασία αποτελεί απαραίτητο στοιχείο για το άνοιγμα των αγορών. Οι χώρες της περιοχής έχουν ήδη δεσμευτεί να παραχωρήσουν η μια στην άλλη την πρόσβαση στην αγορά τους. Στο μνημόνιο συμφωνίας που υπεγράφη τον Ιούνιο του 2001, στο πλαίσιο του Συμφώνου Σταθερότητας, και οι πέντε χώρες (συμπεριλαμβανομένης της Ρουμανίας και της Βουλγαρίας) συμφώνησαν να υπογράψουν μεταξύ τους, πριν από το τέλος του 2002, συμφωνίες ελευθέρων συναλλαγών συμβατές με τους κανόνες του ΠΟΕ. Ορισμένες από αυτές τις διμερείς συμφωνίες έχουν ήδη συναφθεί. Η επίτευξη του φιλόδοξου αυτού στόχου θα είναι το μήνυμα για την απόφαση της περιοχής να προχωρήσει σε συνεργασία.

    Είναι προφανές το στρατηγικό ενδιαφέρον των χωρών να επανασυνδέσουν τους περιφερειακούς μεταφορικούς τους άξονες και τα ενεργειακά τους δίκτυα όχι μόνο μεταξύ τους αλλά και με την υπόλοιπη Ευρώπη. Από αυτό εξαρτάται η μεγαλύτερη οικονομική ανάπτυξη της περιοχής και η μελλοντική ενσωμάτωσή της στην ΕΕ και στα ευρύτερα διευρωπαϊκά δίκτυα. Επίσης, αυτό συνεπάγεται την υποστήριξη περιφερειακών προγραμμάτων, όπως του προγράμματος REM (περιφερειακή αγορά ηλεκτρισμού) για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη ή του προγράμματος TIRS (περιφερειακή μελέτη υποδομής μεταφορών). Μαζί με τις χώρες εταίρους και με τη βοήθεια διεθνών πιστωτικών ιδρυμάτων (όπως της ΕΤΕ, της ΕΤΑΑ και της Παγκόσμιας Τράπεζας), η Επιτροπή ανέπτυξε το 2001 μακροπρόθεσμες στρατηγικές στην περιοχή στους τομείς των μεταφορών και της ενέργειας. Οι στρατηγικές αυτές εγκρίθηκαν στο πλαίσιο του Συμφώνου Σταθερότητας και συμπληρώνονται με τη στρατηγική της ΕΤΑΑ στον τομέα της ύδρευσης. Όσο προχωρεί η εφαρμογή των στρατηγικών αυτών, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η ανάγκη συνεργασίας των πέντε χωρών μεταξύ τους για το γενικότερο συμφέρον της περιοχής, οσάκις λαμβάνονται αποφάσεις για ειδικά διεθνή διασυνοριακά έργα και δίκτυα.

    Αν και δεν πρόκειται για στόχους που έχουν μόνο περιφερειακό χαρακτήρα, ανάλογες στρατηγικές μπορούν να εφαρμοστούν στις τηλεπικοινωνίες και στην κοινωνία των πληροφοριών. Σε κάθε χώρα πρέπει να καταβληθούν προσπάθειες ώστε να εξασφαλιστούν οι κατάλληλες προϋποθέσεις για την προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων. Τόσο ο πραγματικός ανταγωνισμός όσο και η καλύτερη παροχή τέτοιων υπηρεσιών στις πιο μειονεκτούσες περιοχές θα δώσουν σημαντική ώθηση στην οικονομική ανάπτυξη ολόκληρης της περιοχής. Η επιστημονική και τεχνική συνεργασία μεταξύ των κρατών της περιοχής και της ΕΕ μπορεί επίσης να συμβάλλει στην κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη της περιοχής.

    Στηρίζοντας τη δράση της ΕΕ, το Σύμφωνο Σταθερότητας αναμένεται ότι θα παίξει σημαντικό ρόλο ώστε να μπορέσει η περιοχή να προωθήσει τους φιλόδοξους αυτούς στόχους και, μέσω των δράσεών του, να ενισχυθεί η διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης. Οι εργασίες στο πλαίσιο του συμφώνου εστιάζονται όλο και περισσότερο σε τομείς στους οποίους τα δίκτυα και η εμπειρία του μπορούν να αποφέρουν μετρήσιμα αποτελέσματα. Η Επιτροπή θα συμβάλει στην επίτευξη των στόχων προτεραιότητας που καθορίστηκαν από τον ειδικό συντονιστή στο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων της 11ης Μαρτίου, υπό την προϋπόθεση ότι οι στόχοι αυτοί συνεισφέρουν άμεσα στη στρατηγική που ακολουθεί η ΕΕ στο πλαίσιο της διαδικασίας σταθεροποίησης και σύνδεσης.

    6. Μελλοντικεσ προοπτικεσ

    Η πολιτική σταθεροποίησης και σύνδεσης προσφέρει τη δυνατότητα για μια προνομιακή σχέση με την ΕΕ, της οποίας ο τελικός σκοπός είναι ξεκάθαρος. Η διαδικασία έχει σχεδιαστεί κατά τρόπο ώστε να μπορεί να εξελίσσεται και να λαμβάνει υπόψη τις ανάγκες και τις προσδοκίες των πέντε χωρών αλλά και στο πλαίσιο μιας διευρυμένης Ευρωπαϊκής Ένωσης. Για να επιτύχει όμως μακροπρόθεσμα, η διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης απαιτεί συνεχή δέσμευση καθώς και μια νέα ώθηση τόσο από την πλευρά των χωρών της περιοχής όσο και από την πλευρά της ΕΕ.

    Δέσμευση

    Οι χώρες της περιοχής πρέπει, μακροπρόθεσμα, να καταβάλλουν συνεχείς προσπάθειες και να κάνουν σημαντικές επενδύσεις για να μπορέσουν να θέσουν τα θεμέλια του μοντέλου της ΕΕ. Θα πρέπει να κατανοήσουν καλύτερα τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη διαδικασία καθώς και τι ακριβώς σημαίνει εφαρμογή του συστήματος της ΕΕ. Σημαντικές προσπάθειες απαιτούνται για την εδραίωση του κράτους δικαίου, ως απαραίτητη προϋπόθεση για τη σταθερότητα και την πρόοδο των μεταρρυθμίσεων. Λόγω του τεράστιου προβλήματος του οργανωμένου εγκλήματος, είναι ιδιαίτερα σημαντικό να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα για την ενίσχυση των ικανοτήτων της αστυνομίας και την ενδυνάμωση της δικαστικής εξουσίας. Επίσης, πρέπει να επισπευσθούν οι εργασίες για τη θέσπιση της κατάλληλης νομικής βάσης με σκοπό την αντιμετώπιση του προβλήματος της διαφθοράς.

    Η ΕΕ πρέπει να διατηρήσει τη δέσμευσή της έναντι της διαδικασίας σταθεροποίησης και σύνδεσης, η οποία αποτελεί τη μόνη δραστική, μακροπρόθεσμη και βιώσιμη πολιτική προσέγγιση στην περιοχή. Θα πρέπει να προσαρμόσει τη διαδικασία για κάθε χώρα, κατά τρόπο που να επιτρέπει την πρόοδο με ρυθμούς ανάλογους της ικανότητας της χώρας να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της. Η ΕΕ πρέπει να συνεχίσει να παρακολουθεί τη διαδικασία καθώς και την πρόοδο που σημειώνει κάθε χώρα, πράγμα το οποίο θα πράξει με τις ειδικές συμβουλευτικές ομάδες της καθώς και με την παρούσα ετήσια έκθεση.

    Η ΕΕ πρέπει να εξασφαλίσει ότι οι χρηματοδοτικοί πόροι που διατίθενται από την Κοινότητα για την εφαρμογή της διαδικασίας σταθεροποίησης και σύνδεσης (4,65 δις EUR στο πλαίσιο του CARDS) θα έχουν χρησιμοποιηθεί πλήρως και αποτελεσματικά μέχρι το τέλος των τρεχουσών δημοσιονομικών προοπτικών. Οι πόροι αυτοί πρέπει να συμπληρωθούν και να συντονιστούν προσεκτικά με τις προσπάθειες των κρατών μελών και άλλων διεθνών εταίρων.

    Η ΕΕ πρέπει να καταβάλει ακόμα περισσότερες προσπάθειες ώστε να εξασφαλίσει την καλύτερη κατανόηση της διαδικασίας σταθεροποίησης και σύνδεσης τόσο στην περιοχή όσο και στην ΕΕ, αλλά και από πλευράς διεθνών εταίρων. Πολύ συχνά η εν λόγω διαδικασία εξακολουθεί να θεωρείται ως μια γραφειοκρατική διαδικασία, η οποία δεν έχει σχέση με τις πραγματικές ανάγκες του πληθυσμού. Πρέπει να καταβληθούν σύντονες προσπάθειες, τόσο από την Επιτροπή όσο και από τις κυβερνήσεις των κρατών μελών και των χωρών εταίρων, ώστε η διαδικασία να επεξηγηθεί και να γίνουν γνωστά με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα τα επιτεύγματά της.

    Μια νέα ώθηση

    Οι συμφωνίες ΣΣ επισημοποιούν τις ήδη υπάρχουσες συμφωνίες πολιτικού διαλόγου, τις οποίες η ΕΕ έχει συνάψει με κάθε χώρα. Η ΕΕ όμως θα πρέπει να αναπτύξει περισσότερο τους μηχανισμούς της για την ενίσχυση του πολιτικού διαλόγου και της περιφερειακής συνεργασίας με τους συμμετέχοντες στη διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης. Έτσι, η Επιτροπή προτείνει τη δημιουργία ενός νέου πολιτικού φόρουμ - της διαδικασίας του Ζάγκρεμπ - με βάση την επιτυχία που είχε η σύνοδος κορυφής του Ζάγκρεμπ το Νοέμβριο του 2000, στο πλαίσιο του οποίου θα συναντώνται σε τακτά χρονικά διαστήματα οι πολιτικοί ηγέτες της περιοχής και οι ομόλογοί τους της ΕΕ σε υπουργικό επίπεδο, προκειμένου να συζητούν καίρια ζητήματα κοινού ενδιαφέροντος. Στόχος θα είναι η καλύτερη κατανόηση της διαδικασίας σύνδεσης και μια πιο προηγμένη περιφερειακή συνεργασία, όπως προβλέπεται στις συμφωνίες σταθεροποίησης και σύνδεσης. Επίσης, οι συναντήσεις αυτές θα είναι ένα σαφές μήνυμα προς την κοινή γνώμη για τον ειδικό και προνομιακό χαρακτήρα των σχέσεων μεταξύ των συμμετεχόντων στη διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης, αφενός, και της ΕΕ, αφετέρου.

    Υπάρχουν ορισμένες πτυχές της εντατικής προετοιμασίας οι οποίες είναι κοινές με την προενταξιακή διαδικασία των υποψηφίων χωρών και οι οποίες θα μπορούσαν να επαναληφθούν. Για παράδειγμα, ιδιαίτερη έμφαση θα πρέπει να δοθεί στη θεσμική ανάπτυξη ώστε οι χώρες να μπορέσουν να αναπτύξουν πολιτικές, νόμους και πρακτικές που θα κερδίσουν την εμπιστοσύνη των ομολόγων τους της ΕΕ. Αυτό απαιτεί την παροχή εμπειρογνωμοσύνης από πλευράς διοικήσεων των κρατών μελών, πράγμα το οποίο συμβαίνει με τις σημερινές υποψήφιες χώρες - απαίτηση η οποία θα γίνεται όλο και πιο επιτακτική με την πάροδο του χρόνου. Η εμπειρογνωμοσύνη που παρέχεται στο προενταξιακό στάδιο για τον έλεγχο και τη διαχείριση των συνόρων, μπορεί κάλλιστα να μεταφερθεί και στους συμμετέχοντες στη διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης.

    Η ΕΕ διέρχεται μία περίοδο με τα πλέον μεγαλεπήβολα σχέδια, δεδομένου ότι προετοιμάζεται για τη μεγαλύτερη διεύρυνση στην ιστορία της. Θα χρειαστεί χρόνος για να μπορέσει να απορροφήσει τα νέα κράτη μέλη και να αναπτύξει νέους τρόπους εργασίας σε μια διευρυμένη Ένωση. Οι χώρες των Δυτικών Βαλκανίων βρίσκονται αντιμέτωπες με την εξίσου τεράστια πρόκληση της πολιτικής και οικονομικής τους μεταρρύθμισης, πράγμα το οποίο απαιτεί εκτεταμένες προσπάθειες στον τομέα της εθνικής και θεσμικής ανάπτυξης. Επίσης, θα χρειαστεί χρόνος μέχρι η διαδικασία αυτή να αποφέρει καρπούς. Για την επίτευξη του στόχου αυτού, και με τη βοήθεια που παρέχει η ΕΕ μέσω της διαδικασίας σταθεροποίησης και σύνδεσης, οι χώρες της περιοχής εξοπλίζονται σιγά σιγά ώστε να γίνουν αξιόπιστοι υποψήφιοι για την προσχώρηση. Το δύσκολο έργο της αλλαγής του νομικού και ρυθμιστικού πλαισίου, της δημιουργίας λειτουργικών και δημοκρατικά υπόλογων δημοσίων διοικήσεων καθώς και της στροφής προς την οικονομία της αγοράς αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για μια μελλοντική προσχώρηση. Όπως ακριβώς συμβαίνει και με την εν εξελίξει διεύρυνση, αυτοί είναι οι τομείς στους οποίους η ΕΕ θα αξιολογήσει το βαθμό ετοιμότητας των μελλοντικών υποψηφίων και την ικανότητά τους να αναλάβουν τις υποχρεώσεις του μέλους. Συνεπώς, εκείνο που θα είναι καθοριστικό για τις προοπτικές μιας μελλοντικής προσχώρησης είναι ο ρυθμός και η έκταση των αλλαγών που θα γίνουν σε κάθε χώρα και όχι η ημερομηνία της αίτησης προσχώρησης.

    Η επιτυχία της διαδικασίας σταθεροποίησης και σύνδεσης ως πολιτικής θα εκτιμηθεί με βάση το βαθμό στον οποίο οι χώρες παύουν σταδιακά να εξαρτώνται από εξωτερικές πηγές στρατιωτικής, διοικητικής και χρηματοδοτικής στήριξης. Η ευρύτερη διεθνής κοινότητα θα πρέπει να επανεξετάζει συνεχώς την παρουσία και τις δραστηριότητές της στην περιοχή για να αποδεσμευθεί σε ορισμένους τομείς, όταν οι χώρες θα έχουν προετοιμαστεί επαρκώς για να αναλάβουν από μόνες τους τις υποχρεώσεις τους ως έθνη. Η προσήλωση της ΕΕ και των χωρών της περιοχής στη διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης αναμένεται ότι θα διευκολύνει την επίτευξη του στόχου αυτού.

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ A Συνόψεις των ανά χώρα εκθέσεων

    ΑΛΒΑΝΙΑ

    Έκθεση για τη σταθεροποίηση και τη σύνδεση

    ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ [SEC(2002)339]

    Όταν η Αλβανία άρχισε τη μεταρρύθμισή της παρουσίαζε μεγάλη καθυστέρηση σε σύγκριση με το επίπεδο ανάπτυξης της Δυτικής Ευρώπης. Οι πρώτες προσπάθειες για την καθιέρωση της δημοκρατίας και τη δημιουργία οικονομίας αγοράς υπονομεύθηκαν σοβαρά από την κοινωνική και οικονομική κρίση και τη γενικευμένη ταραχή που ακολούθησε την οικονομική κατάρρευση του 1997. Η έλλειψη δημοκρατικού πνεύματος, η απουσία διαλόγου μεταξύ των διαφόρων πολιτικών τάσεων και η περιορισμένη κατανόηση της έννοιας του εθνικού συμφέροντος μεταξύ των πολιτικών ηγετών συχνά εμπόδισαν τη χάραξη και εφαρμογή κατάλληλων πολιτικών για την αντιμετώπιση των πολυάριθμων προβλημάτων που αντιμετωπίζει η Αλβανία. Η τεταμένη κατάσταση στην περιοχή επηρέασε επίσης αρνητικά τη σταθερότητα της χώρας. Αυτό σημαίνει ότι η κατάσταση στις αρχές του 1998 ήταν ελάχιστα καλύτερη από την κατάσταση που επικρατούσε τα πρώτα έτη της μεταρρύθμισης.

    Από το 1998 τα αποτελέσματα των προσπαθειών μεταρρύθμισης της Αλβανίας ήταν περισσότερα, και συγκεκριμένα η θέσπιση σύγχρονου συντάγματος και νομοθετικού πλαισίου, η γενική βελτίωση της μακροοικονομικής σταθερότητας και της φορολογικής βιωσιμότητας, η πραγματική εφαρμογή της διαδικασίας ιδιωτικοποίησης, η ουσιαστική ενίσχυση της τελωνειακής και φορολογικής διοίκησης, και η βελτίωση της ασφάλειας και της δημόσιας τάξης. Επίσης, η Αλβανία διαδραμάτισε εποικοδομητικό ρόλο στην πρόσφατη πολιτική κρίση της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας και στο Πρέσεβο. Όλη αυτή η σχετική πρόοδος οδήγησε την Αλβανία στο κατώφλι των διαπραγματεύσεων για τη σύναψη συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης (ΣΣΣ) με την ΕΕ.

    Ωστόσο, όλα αυτά τα επιτεύγματα μετρήθηκαν με βάση ένα σημείο εκκίνησης πολύ χαμηλό και πρέπει να γίνουν ακόμη πολλά για να εξασφαλιστεί η συνέχιση της προόδου της Αλβανίας στα πλαίσια της διαδικασίας σταθεροποίησης και σύνδεσης (ΔΣΣ). Η σύναψη ΣΣΣ προϋποθέτει σταθερή προσπάθεια μεταρρύθμισης εκ μέρους της Αλβανίας και ενίσχυση της διοικητικής της ικανότητας για να εξασφαλίσει την ορθή εφαρμογή μιας τέτοιας συμφωνίας.

    Στην Αλβανία εξακολουθεί να επικρατεί πνεύμα πολιτικής αντιπαράθεσης, όπου τα ατομικά συμφέροντα υπερισχύουν των γενικών συχνά με αποτέλεσμα την πολιτική αστάθεια και την κακή διακυβέρνηση. Οι εκλογές δεν διεξάγονται ακόμη σύμφωνα με τις διεθνείς προδιαγραφές. Το δικαστικό σύστημα παραμένει σημαντικό πρόβλημα, διότι εξακολουθεί να είναι απροετοίμαστο να εφαρμόσει τη νομοθεσία, τα νομικά επιχειρήματα είναι περιορισμένα και η διαφθορά ευρέως διαδεδομένη. Η γενική εφαρμογή του νομικού πλαισίου είναι ελάχιστη και η νομική ασφάλεια δεν επαρκεί για να προσελκύσει επενδύσεις από το εξωτερικό σε κλίμακα που θα συμβάλει στην υγιή και βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη. Η δημόσια διοίκηση είναι αδύναμη και εξακολουθεί να δέχεται πολιτικές και οικονομικές επιρροές. Σε όλους σχεδόν τους τομείς όπου η Αλβανία θα αναλάμβανε υποχρεώσεις στα πλαίσια μιας μελλοντικής ΣΣΣ παρατηρείται σημαντική έλλειψη ικανότητας δράσης. Παρά την πρόσφατη οικονομική πρόοδο, οι γενικές κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες στην Αλβανία χαρακτηρίζονται από αδυναμίες, το δε ένα πέμπτο του πληθυσμού ζει με λιγότερο 1,2 ευρώ την ημέρα. Η παραοικονομία εξακολουθεί να είναι υπερβολικά εκτεταμένη, εμποδίζει τον ανταγωνισμό και αποθαρρύνει τις επενδύσεις. Η παρούσα ενεργειακή κρίση περιορίζει τις προοπτικές συνεχούς οικονομικής ανάπτυξης. Η διαδεδομένη διαφθορά και το οργανωμένο έγκλημα, και ιδίως η κάθε είδους παράνομη διακίνηση εξακολουθούν να αποτελούν καίρια προβλήματα και να υπονομεύουν την τήρηση του κανόνα δικαίου και τα θεμέλια του ίδιου του κράτους.

    Για να σημειώσει περαιτέρω πρόοδο στη διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης, η Αλβανία πρέπει επειγόντως να εξασφαλίσει σταθερό πολιτικό περιβάλλον, και την πλήρη λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών. Η νέα κυβέρνηση πρέπει το συντομότερο να συγκεντρώσει εκ νέου την προσοχή της στις μεταρρυθμίσεις που χρειάζονται άμεσα και να επιταχύνει την εφαρμογή τους.

    BΟΣΝΙΑ-ΕΡΖΕΓΟΒΙΝΗ

    ´Εκθεση για τη σταθεροποίηση και τη σύνδεση

    ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ [SEC(2002)340]

    Η Βοσνία-Ερζεγοβίνη αντιμετωπίζει πολλές διασυνδεόμενες προκλήσεις. Ορισμένες από τις πιεστικότερες που καθορίζονται στη Γενική Συμφωνία Πλαίσιο για την Ειρήνη (GFAP - Συμφωνία Dayton) αντιμετωπίσθηκαν με διεθνή βοήθεια: οι πολεμικές εχθροπραξίες σταμάτησαν, πολλοί πρόσφυγες επέστρεψαν στις οικίες τους, οι θεσμοί που προβλέπονται στο σύνταγμα άρχισαν να λειτουργούν. Αυτό όμως αποτελεί μόνο την αρχή. Η Βοσνία-Ερζεγοβίνη πρέπει τώρα να αντιμετωπίσει το μέλλον ως αύταρκες ευρωπαϊκό κράτος δίνοντας προτεραιότητα σε ένα στοχοθετημένο πρόγραμμα μεταρρύθμισης που θα της επιτρέψει να βρει τη θέση της στην ευρύτερη ευρωπαϊκή τάξη.

    ´Οσον αφορά την πολιτική μεταρρύθμιση, η Βοσνία-Ερζεγοβίνη πρέπει να καταστεί αύταρκες κράτος βασιζόμενο στον κανόνα δικαίου. Αυτό αποτελεί προϋπόθεση για την περαιτέρω πρόοδο. Για να επιτευχθεί βιωσιμότητα πρέπει όλες οι ομάδες του πληθυσμού της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης να αναγνωρίσουν ότι το μέλλον τους ευρίσκεται μεταξύ τους και στα πλαίσια της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης. ´Ολες οι πλευρές έχουν συμφέρον να δημιουργήσουν ένα κράτος που μπορεί να τα καταφέρει χωρίς διεθνή βοήθεια και έλεγχο. ´Ολες οι κοινότητες της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης πρέπει επομένως να υπερνικήσουν την πόλωση εξαιτίας της οποίας ήταν τόσο δύσκολο να βρεθεί συμβιβαστική λύση, και πρέπει να εργασθούν εποικοδομητικά πάνω στις βάσεις που τέθηκαν στο Dayton. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ο στόχος της βιωσιμότητας και της ένταξης στις ευρωπαϊκές δομές μπορεί να σημαίνει ότι οι εξουσίες οντότητας ίσως πρέπει να παραχωρηθούν στο κράτος. Η Σερβική Δημοκρατία της Βοσνίας ιδίως πρέπει να γνωρίζει ότι ένα ισχυρό κράτος συμβιβάζεται με μια ισχυρή οντότητα, και μάλιστα ότι το πρώτο αποτελεί προϋπόθεση για το δεύτερο. Η εθνική βιωσιμότητα και η βιωσιμότητα της οντότητας μπορεί να υπάρξει μόνον εφόσον η Βοσνία-Ερζεγοβίνη κατέχει πλήρως τη διαδικασία της μεταρρύθμισης.

    ´Οσον αφορά την οικονομική πολιτική επίσης η βιωσιμότητα αποτελεί τη λέξη κλειδί. Μεταξύ των άπειρων προκλήσεων, δύο ξεχωρίζουν βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα. Πρώτον, διότι στον πόλεμο της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης χορηγήθηκε μαζική, αλλά αντικανονική εξωτερική βοήθεια η οποία τώρα ελαττώνεται. Η Βοσνία-Ερζεγοβίνη πρέπει να αντικαταστήσει σιγά σιγά αυτή τη βοήθεια με ενδογενή ανάπτυξη. Δεδομένου ότι οι εγχώριοι πόροι είναι περιορισμένοι, θα πρέπει η Βοσνία-Ερζεγοβίνη να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για να προσελκύσει άμεσες ξένες επενδύσεις-και αυτό θα είναι δυνατόν μόνον εάν υπάρχει η συστηματική και θεσμική σταθερότητα και βιωσιμότητα που αναφέρθηκε προηγουμένως. ´Ενα ιδιαίτερα σημαντικό στοιχείο για την οικοδόμηση της οικονομικής βιωσιμότητας αποτελεί η ανάπτυξη μιας λειτουργούσας εσωτερικής αγοράς της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης. Δεύτερον, η Βοσνία-Ερζεγοβίνη πρέπει να ισοσκελίσει τα δημόσια οικονομικά της. Χωρίς κρατικούς πόρους αντίστοιχους προς τις κρατικές αρμοδιότητες, η βιωσιμότητα ακόμη και των μεταρρυθμίσεων που εισήχθησαν θα παραμείνει αμφίβολη.

    Τέλος, για να επιτύχει τον δηλωμένο στόχο της ένταξης στις ευρωπαϊκές δομές, η Βοσνία-Ερζεγοβίνη πρέπει να σημειώσει αποφασιστική πρόοδο στα πλαίσια της Διαδικασίας Σταθεροποίησης και Σύνδεσης (ΔΣΣ) εντός του επόμενου έτους. Οι καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση του "Οδηγού" αντικατοπτρίζουν τις περιπλοκές της εσωτερικής τάξης της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, αλλά, ίσως, και την πρόθεση ορισμένων να αποκρύψουν αυτές τις περιπλοκές. Δυστυχώς, αυτό σημαίνει απώλεια χρόνου και καθυστέρηση της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης έναντι των γειτόνων της. Ο "Οδηγός" πρέπει να ολοκληρωθεί σύντομα το 2002. Ο "Οδηγός" και το πρόγραμμα στο πλαίσιο της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης δεν πρέπει να αποτελούν επιπλέον προϋποθέσεις για την πολιτική και οικονομική μεταρρύθμιση. Αντίθετα, αντιπροσωπεύουν τις πλέον επείγουσες προτεραιότητες και παρέχουν τις κατευθύνσεις και τον προσανατολισμό θέτοντας τη μεταρρύθμιση και το στόχο της βιωσιμότητας στα πλαίσια της ένταξης στις δομές της ΕΕ.

    Από το 1995 η Βοσνία-Ερζεγοβίνη έχει σημειώσει πρόοδο. Η πρόοδος αυτή πρέπει να συνεχισθεί ώστε να επιτευχθεί η σταθερότητα της αυτάρκειας. Αυτό είναι βασικό, διότι μόνο με κράτη αυτάρκη (όχι οντότητες ή τοπικές αρχές) μπορεί η ΕΕ να διεξαγάγει διαπραγματεύσεις και να διατηρήσει συμβατικές διμερείς σχέσεις.

    ΚΡΟΑΤΙΑ

    Έκθεση για τη σταθεροποίηση και τη σύνδεση

    ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ [SEC(2002)341]

    Το πολιτικό περιβάλλον στην Κροατία άλλαξε ριζικά με την έλευση της νέας ηγεσίας στις αρχές του 2000. Η νέα κυβέρνηση έδειξε αποφασιστικότητα στις προσπάθειές της να εδραιώσει μία ικανή δημοκρατία και να αναπτύξει πνεύμα σεβασμού προς τον κανόνα δικαίου. Οι προσπάθειες αυτές και τα μέτρα που θεσπίστηκαν μέχρι στιγμής έδωσαν τέλος στην πολιτική και οικονομική απομόνωση της Κροατίας, και οδήγησαν σε ταχεία βελτίωση των διμερών σχέσεων μεταξύ Κροατίας και Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Η κυβέρνηση αντιμετωπίζει τώρα δύο βασικές προκλήσεις, αφενός να εδραιώσει τη δημοκρατία ώστε να ενισχύσει τη μακροπρόθεσμη πολιτική και κοινωνική σταθερότητα, αφετέρου να εφαρμόσει ένα εκτενές πρόγραμμα διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων για την επίτευξη της πολιτικής και οικονομικής μετάβασης. Προϋπόθεση για την επιτυχία αποτελεί η δέσμευση και η ενεργός συμμετοχή όλων των μερών της δημόσιας διοίκησης. Η κοινωνία των πολιτών θα πρέπει επίσης να διαδραματίσει ουσιαστικότερο ρόλο.

    Η προσέγγιση της τρέχουσας κυβέρνησης αποτέλεσε ριζική μεταβολή για τους τομείς του εκδημοκρατισμού, της τήρησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των δικαιωμάτων των μειονοτήτων, καθώς και της συμμόρφωσης με τις υποχρεώσεις στα πλαίσια των ειρηνευτικών συμφωνιών. Έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος. Ωστόσο, η σημαντικότερη πιθανή απειλή για την επίτευξη της οικονομικής, πολιτικής και κοινωνικής μεταρρύθμισης είναι η συνεχιζόμενη αδυναμία του δικαστικού συστήματος και τα προβλήματα που απορρέουν κατά την επιβολή της νομοθεσίας. Οι εθνικιστικές πιέσεις εξακολουθούν να έχουν επιπτώσεις στο ρυθμό της μεταρρύθμισης. Αυτό ισχύει κυρίως για τη διαδικασία επιστροφής και ουσιαστικής ένταξης της σερβικής μειονότητας. Επίσης συνετέλεσαν στη διαχείριση της συνεργασίας με το διεθνές ποινικό δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία. Εξάλλου, οι εθνικιστικές πιέσεις επηρεάζουν τη στάση της κυβέρνησης για μεγαλύτερη περιφερειακή συνεργασία. Αν και σε διμερές, πρακτικό, επίπεδο σημειώθηκε σημαντική πρόοδος, υπάρχει συνεχώς η τάση να υπερπολιτικοποιείται και να υπερεκτιμάται η επίπτωση και οι προθέσεις των περιφερειακών πρωτοβουλιών. Η Κροατία πρέπει τελικά να υπερνικήσει τις περιφερειακές και ιστορικές διενέξεις και να αντιμετωπίσει πιο ανοιχτά τα σημαντικά πολιτικά θέματα με τις γειτονικές χώρες.

    Οι μακροοικονομικοί δείκτες δείχνουν ότι η κατάσταση της οικονομίας βελτιώνεται. Η κυβέρνηση έχει αρχίσει τη διαδικασία για την οικονομική και διαρθρωτική μεταρρύθμιση, η οποία πραγματοποιείται με αργότερο ρυθμό από τον αναμενόμενο, αλλά μεσοπρόθεσμα και ήδη εντός του 2002 αναμένονται απτά αποτελέσματα. Τα υψηλά ποσοστά ανεργίας παραμένουν βασικό πρόβλημα.

    Η υπογραφή της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης (ΣΣΣ) απέδειξε ότι η σχέση της Κροατίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση βελτιώνεται σταθερά. Η αξιοπιστία των βλέψεων της Κροατίας να αποτελέσει χώρα υποψήφια να προσχωρήσει στην Ευρωπαϊκή Ένωση εξαρτάται κατά πρώτο από το με πόση επιτυχία εφαρμόζει την ΣΣΣ, η οποία αποτελεί σαφώς το μέσο για να προσεγγίσει η χώρα τις ευρωπαϊκές προδιαγραφές. Η συμφωνία αυτή είχε άμεσα και συγκεκριμένα αποτελέσματα στο πρόγραμμα εσωτερικής μεταρρύθμισης. Για παράδειγμα, η κυβέρνηση καταβάλλει σοβαρές προσπάθειες να θεσπίσει το απαραίτητο νομοθετικό πλαίσιο. Ωστόσο, η εφαρμογή της θεσπισμένης νομοθεσίας παραμένει σημαντική πρόκληση, γι' αυτό η διοίκηση θα πρέπει να εξετάσει την ικανότητά της να εφαρμόσει τις μεταρρυθμίσεις και να αντιμετωπίσει τα ελλείμματα που διαπιστώνει. Αν και η κυβέρνηση δείχνει να το εκτιμά αυτό, εξακολουθεί να συγκεντρώνει την προσοχή της ιδίως στους κυριότερους πολιτικούς στόχους της ευρωπαϊκής πολιτικής της Κροατίας, και να μην καταβάλλει την τεράστια προσπάθεια που απαιτείται για την προσέγγιση των ευρωπαϊκών προδιαγραφών.

    Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας

    ´Εκθεση για τη σταθεροποίηση και τη σύνδεση

    ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ [SEC(2002)343]

    Το 2001, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας (Δημοκρατία της Σερβίας, Κοσσυφοπέδιο και Δημοκρατία του Μαυροβουνίου) ανέλαβε πλήρως τη σημαντική δέσμευση για μεταρρύθμιση. Τα "κλασικά" προβλήματα μιας χώρας υπό μετάβαση αποτελούνται βέβαια από άλυτα θέματα του συνταγματικού καθεστώτος και τη μη εμπνεόμενη από πνεύμα συνεργασίας στάση μιας από τις δημοκρατίες, η οποία υπονομεύει τη λειτουργία του κράτους. Σημασία έχει τα προβλήματα αυτά να μην εμποδίζουν τις προσπάθειες για μεταρρύθμιση, η οποία είναι οπωσδήποτε απαραίτητη σε όλη τη χώρα, και δεν επιτρέπεται να προκαλούν αστάθεια πέρα από τα σύνορα της ΟΔΓ.

    ´Οσον αφορά την πολιτική μεταρρύθμιση, η γενική εντύπωση είναι θετική. Στο σχετικά σύντομο διάστημα από την εκλογή της νέας κυβέρνησης, το Βελιγράδι έδειξε σαφή πολιτική βούληση να αναλάβει τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις. Οι θεμελιώδεις αρχές τηρούνται καλύτερα, αν και χρειάζεται καλύτερος συντονισμός και εφαρμογή. Η ΟΔΓ συνέχισε τις προσπάθειές της να δημιουργήσει διμερείς και πολυμερείς σχέσεις σε όλη την περιοχή και εκτός αυτής. Η τήρηση των διεθνών υποχρεώσεων της ΟΔΓ (Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για τη Γιουγκοσλαβία) πρέπει να βελτιωθεί επειγόντως, ώστε να μην αποτελέσει εμπόδιο στην ένταξη στις ευρωπαϊκές δομές. Στο Κοσσυφοπέδιο σημειώθηκε επίσης πρόοδος, ενώ συνεχίζονται οι διεθνείς προσπάθειες για την οικοδόμηση της δημοκρατίας και του κανόνα δικαίου, και για πολιτική αλλαγή με την ανάπτυξη ενός συνταγματικού πλαισίου και με την επιτυχία των εκλογών για τη νέα προσωρινή αυτόνομη διοίκηση. Η μεταβίβαση των αρμοδιοτήτων στους εκλεγμένους αντιπροσώπους θα μπορούσε να είχε γίνει ταχύτερα εάν είχαν παρουσιάσει μεγαλύτερη ηγεσία. Μετά από τρία έτη δημοκρατικής διακυβέρνησης, θα μπορούσε να αναμένεται περισσότερη πρόοδος στο Μαυροβούνιο. Σημασία έχει, σε όλη την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας, η ταχύτητα των δύσκολων πολιτικών μεταρρυθμίσεων να μην αναχαιτίζεται μπροστά στις προκλήσεις, και οι πιθανοί λόγοι αναχαίτισης της προόδου - όπως η διαφθορά- να αντιμετωπίζονται αμέσως.

    Στον οικονομικό τομέα σημειώθηκε ουσιαστική πρόοδος, με τη λήξη της απομόνωσης της ΟΔΓ, την πραγματοποίηση επιτυχούς διάσκεψης χορηγών και την παράδοση σημαντικών ποσοτήτων βοήθειας, το ψήφισμα σχετικά με τα περισσότερα εξωτερικά χρέη της χώρας και την ταχεία μετάβαση από την ανοικοδόμηση μετά τον πόλεμο στην μεταβατική περίοδο. Κατά γενική διεθνή ομολογία το Βελιγράδι έθεσε τις ορθές βάσεις της οικονομικής μεταρρύθμισης και ανάπτυξης ήδη το πρώτο έτος της μεταβατικής διαδικασίας. Σε μακροοικονομικό επίπεδο, έχουν ληφθεί ορθά δημοσιονομικά και φορολογικά μέτρα. Η οικονομική ανάπτυξη του Κοσσυφοπεδίου, αν και άρχισε από χαμηλά, συνεχίζεται με τη στήριξη και καθοδήγηση των χορηγών. Στο τρίτο έτος της μεταβατικής διαδικασίας, θα έπρεπε να έχει σημειωθεί μεγαλύτερη πρόοδος στην εφαρμογή των οικονομικών μεταρρυθμίσεων στο Μαυροβούνιο. Η εφαρμογή των οικονομικών μεταρρυθμίσεων επιβραδύνθηκε στις αρχές του 2001, αλλά μετά τις εκλογές του Απριλίου σημειώθηκε πρόοδος σε ορισμένους τομείς, αν και η χρηματοδότηση του προϋπολογισμού παραμένει δυσχερής.

    Καθώς ο ρυθμός της μεταβατικής διαδικασίας επιταχύνθηκε το 2002, η ΟΔΓ θα πρέπει να εμβαθύνει τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις παντού - προχωρώντας από το στάδιο της θέσπισης των μεταρρυθμίσεων στην εφαρμογή τους και μεριμνώντας ώστε όλα τα μέρη της ΟΔΓ να βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο για να μπορεί το κράτος να συνεχίσει την πορεία του προς τα άνω. Οι αρχές θα αντιμετωπίσουν επίσης την πρόκληση της διατήρησης της δημόσιας στήριξης για τις προβλεπόμενες δύσκολες και απαραίτητες μεταρρυθμίσεις. Για το αμοιβαίο όφελος όλων των μερών της ΟΔΓ, και για να προσεγγίσει η ΟΔΓ περισσότερο την ΕΕ, πρέπει επίσης να δοθεί προτεραιότητα - κυρίως άλλα όχι μόνο στον οικονομικό τομέα - στην ανασύσταση και αποτελεσματική λειτουργία του ενιαίου οικονομικού χώρου στα πλαίσια του κράτους και την εφαρμογή σε όλο το κράτος μεταρρυθμίσεων συμβατών με την ΕΕ.

    Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας

    Έκθεση για τη σταθεροποίηση και τη σύνδεση

    ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ [SEC(2002)342]

    Το 2001, η Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας αντιμετώπισε τη σοβαρότερη πολιτική κρίση και κρίση ασφάλειας στην ιστορία της. Η κρίση αυτή είχε σημαντική επίπτωση στην οικονομία, στους δημοκρατικούς θεσμούς και στην ικανότητα της διοίκησης να συνεχίσει τη διαδικασία μεταρρύθμισης. Με τη σημαντική πολιτική και οικονομική επένδυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της υπόλοιπης διεθνούς κοινότητας, η χώρα έδειξε αποφασισμένη να υπερνικήσει την κρίση, αλλά χρειάζονται διεθνείς προσπάθειες για να εξασφαλιστεί η σταθερότητα. Με την κρίση φάνηκαν οι σοβαρές αδυναμίες των δημοκρατικών θεσμών της χώρας και τονίστηκε η ανάγκη να καταβληθούν περισσότερες προσπάθειες για να ενισχυθεί η σταθερότητα των θεσμών της, και να διασφαλιστούν η δημοκρατία, ο κανόνας δικαίου, τα ανθρώπινα δικαιώματα και ο σεβασμός και η προστασία των μειονοτήτων. Οι τροποποιήσεις του συντάγματος τον Νοέμβριο του 2001 και η θέσπιση της νομοθεσίας για την τοπική αυτοδιοίκηση τον Ιανουάριο του 2002 αποτέλεσαν πολύ θετικό βήμα προς αυτή την κατεύθυνση. Η πλήρης εφαρμογή της συμφωνίας πλαίσιο του Αυγούστου 2001 είναι απαραίτητη για να επιτευχθεί η απαραίτητη εθνική πολιτική συμφωνία και σταθερότητα που χρειάζονται για την περαιτέρω προσπάθεια μεταρρύθμισης.

    Η οικονομική κατάσταση επιδεινώθηκε κατά το 2001 κυρίως λόγω της κρίσης ασφάλειας. Η μακροοικονομική σταθερότητα δεν διατηρήθηκε και οι περισσότεροι δείκτες μετακινήθηκαν προς τα κάτω. Η εφαρμογή του προγράμματος διαρθρωτικής μεταρρύθμισης αποτελεί την υπ´αριθ. 1 προτεραιότητα και θα απαιτήσει σημαντική πολιτική και διοικητική προσπάθεια. Η ιδιωτικοποίηση των κρατικών επιχειρήσεων και η πώληση ή εκποίηση των μεγάλων ζημιογόνων επιχειρήσεων δυστυχώς καθυστέρησαν. Επίσης, δεν εξασφαλίστηκε η διαφάνεια της διαδικασίας ιδιωτικοποίησης. Παρά τις βελτιώσεις του κανονιστικού πλαισίου της εποπτείας των τραπεζών, η κατάσταση του τραπεζικού συστήματος παραμένει ασταθής. Το θέμα των μεταρρυθμίσεων επείγει, για να μπορέσει η χώρα να αντιμετωπίσει τις ανταγωνιστικές πιέσεις και τις δυνάμεις της αγοράς που θα προκύψουν από την πλήρη εφαρμογή της ενδιάμεσης συμφωνίας.

    Όσον αφορά τη διάρθρωση και τη λειτουργία της διοίκησης, η θέσπιση της νομοθεσίας-πλαισίου για την αποκέντρωση της δημόσιας διοίκησης αποτέλεσε σημαντικό βήμα, το οποίο θα συμβάλει επίσης στην ευρύτερη σταθερότητα της χώρας. Γενικά, ωστόσο, η δημόσια διοίκηση πρέπει να καταβάλει ακόμα προσπάθειες για να μπορέσει να εκπληρώσει ορθά όλα τα καθήκοντα που απαιτούνται για τη λειτουργία μιας δημοκρατίας που βασίζεται στον κανόνα δικαίου. Η αδυναμία του δικαστικού τομέα και τα επακόλουθα προβλήματα για την εφαρμογή της νομοθεσίας παραμένουν. Η διαφθορά αποτελεί σοβαρό λόγο ανησυχίας και η κυβέρνηση πρέπει οπωσδήποτε να την αντιμετωπίσει δραστήρια με σχέδιο ειδικών μέτρων δράσης.

    Η υπογραφή της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης(ΣΣΣ) τον Απρίλιο του 2001 και η έναρξη ισχύος την 1η Ιουνίου του 2001 της ενδιάμεσης συμφωνίας ήταν ένα σημαντικό βήμα στις προσπάθειες της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας να προσεγγίσει την ΕΕ. Ωστόσο, μόνο η πλήρης εκπλήρωση αυτών των υποχρεώσεων θα αποτελέσει πραγματική ένδειξη προόδου. Εντούτοις, η πολιτική κρίση επιβράδυνε τη διαδικασία θεσμικής και νομοθετικής αλλαγής που είναι απαραίτητη για να προσεγγίσει η Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας τις ευρωπαϊκές δομές. Το 2002 πρέπει να καταβληθεί κάθε προσπάθεια για να δοθεί και πάλι προσοχή στην εφαρμογή της ενδιάμεσης συμφωνίας.

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ B

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Γ

    Συμβάσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα που έχουν κυρωθεί από την Αλβανία, τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, την Κροατία, την ΟΔΓ και την ΠΓΔΜ

    31 Ιανουαρίου 2002

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    R = η σύμβαση έχει κυρωθεί

    S = η σύμβαση έχει υπογραφεί

    O = η σύμβαση δεν έχει κυρωθεί ούτε υπογραφεί

    Top