Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32022Q0531(01)

    Εσωτερικός κανονισμός και κώδικας δεοντολογίας των μελών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής ΜΑΪΟΣ 2022

    ΕΕ L 149 της 31.5.2022, p. 1–54 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    Legal status of the document In force

    ELI: http://data.europa.eu/eli/proc_rules/2022/531/oj

    31.5.2022   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    L 149/1


    ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

    ΜΑΪΟΣ 2022

    ΠΡΟΟΙΜΙΟ

    1.

    Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (στο εξής: ΕΟΚΕ) ιδρύθηκε από τις Συνθήκες της Ρώμης το 1957 και είναι συμβουλευτικό όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    2.

    Σύμφωνα με το άρθρο 300 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η ΕΟΚΕ απαρτίζεται από αντιπροσώπους των οργανώσεων εργοδοτών, εργαζομένων και άλλων αντιπροσωπευτικών φορέων της κοινωνίας των πολιτών, ιδίως στον κοινωνικοοικονομικό, κοινωφελή, επαγγελματικό και πολιτιστικό τομέα.

    Τα μέλη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής δεν δεσμεύονται από καμία επιτακτική εντολή. Ασκούν τα καθήκοντά τους με πλήρη ανεξαρτησία, προς το γενικό συμφέρον της Ένωσης.

    Οι εργασίες της ΕΟΚΕ διεξάγονται εντός τριών Ομάδων: της Ομάδας των Εργοδοτών, της Ομάδας των Εργαζομένων και της Ομάδας των άλλων φορέων της κοινωνίας των πολιτών.

    3.

    Στα πλαίσια του ευρωπαϊκού θεσμικού συστήματος, η ΕΟΚΕ επιτελεί έναν συγκεκριμένο σκοπό: είναι ο κατ’ εξοχήν χώρος εκπροσώπησης και ανταλλαγής απόψεων της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών, που εκπροσωπείται από τα μέλη, και συνιστά προνομιούχο συνομιλητή της τελευταίας με τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Τα συμβουλευτικά καθήκοντα της ΕΟΚΕ παρέχουν στην ευρωπαϊκή κοινωνία των πολιτών τη δυνατότητα να συμμετέχει στη διαδικασία λήψης αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    4.

    Στον διάλογο που διεξάγουν τα μέλη της ΕΟΚΕ συμμετέχουν όλοι οι φορείς της κοινωνίας των πολιτών: οι εργοδότες (Ομάδα Ι), οι εργαζόμενοι (Ομάδα ΙΙ) και άλλοι φορείς της κοινωνίας των πολιτών (Ομάδα ΙΙΙ).

    5.

    Η εμπειρία και η αναζήτηση συγκλίσεων που προκύπτουν από αυτόν τον διάλογο συντελούν στη βελτίωση της ποιότητας και της αξιοπιστίας των πολιτικών αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εφόσον συμβάλλουν στην καλύτερη κατανόηση και αποδοχή τους από τους Ευρωπαίους πολίτες, καθώς και στη διαφάνεια, που είναι απαραίτητη για τη δημοκρατία.

    6.

    Επειδή η ΕΟΚΕ αποτελεί τόσο βήμα όσο και χώρο διαμόρφωσης απόψεων, ανταποκρίνεται στην απαίτηση για ευρύτερη δημοκρατική έκφραση κατά την οικοδόμηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των σχέσεών της με τους οικονομικούς και κοινωνικούς κύκλους των τρίτων χωρών.

    Με τον τρόπο αυτό συντελεί στην ανάπτυξη μιας αυθεντικής ευρωπαϊκής συνείδησης.

    7.

    Μετά την εκπνοή της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανέθεσε στην ΕΟΚΕ να αναλάβει το κεκτημένο και τους πόρους της Συμβουλευτικής Επιτροπής της ΕΚΑΧ. Για τον λόγο αυτόν δημιουργήθηκε η Συμβουλευτική Επιτροπή Βιομηχανικών Μεταλλαγών (CCMI), που αποτελεί ακόμη μέρος της ΕΟΚΕ.

    8.

    Για να φέρει σε πέρας την αποστολή της, και σύμφωνα με το άρθρο 303 δεύτερο εδάφιο της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η ΕΟΚΕ καταρτίζει τον Εσωτερικό Κανονισμό της.

    ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

    ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ EΟΚΕ

    ΤΙΤΛΟΣ I

    ΤΑ ΜΕΛΗ ΤΗΣ ΕΟΚΕ

    Άρθρο 1 — Τα μέλη της ΕΟΚΕ

    1.

    Η ΕΟΚΕ απαρτίζεται από αντιπροσώπους των οργανώσεων εργοδοτών, εργαζομένων και άλλων αντιπροσωπευτικών φορέων της κοινωνίας των πολιτών, ιδίως στον κοινωνικοοικονομικό, κοινωφελή, επαγγελματικό και πολιτιστικό τομέα.

    2.

    Τα μέλη της ΕΟΚΕ διορίζονται για πέντε έτη. Η θητεία τους δύναται να ανανεωθεί.

    3.

    Τα μέλη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής δεν δεσμεύονται από καμία επιτακτική εντολή. Ασκούν τα καθήκοντά τους με πλήρη ανεξαρτησία, προς το γενικό συμφέρον της Ένωσης.

    4.

    Τα μέλη της ΕΟΚΕ δικαιούνται αποζημιώσεις και επιστροφή των εξόδων ταξιδίου και διαμονής που απαιτούνται για την άσκηση των καθηκόντων τους, σύμφωνα με τις σχετικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Προεδρείου της ΕΟΚΕ.

    Το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθορίζει τις αποζημιώσεις των μελών της ΕΟΚΕ.

    5.

    Η ΕΟΚΕ φροντίζει να τηρούνται οι αρχές της ισότητας των φύλων και της απαγόρευσης των διακρίσεων, όπως αυτές ορίζονται στο Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και να εφαρμόζονται σε όλα τα όργανα της ΕΟΚΕ.

    Το Προεδρείο προβαίνει σε απολογισμό της εξέλιξης της ισορροπίας μεταξύ ανδρών και γυναικών στα διάφορα όργανα της ΕΟΚΕ και, εφόσον χρειάζεται, εγκρίνει συγκεκριμένες συστάσεις.

    Σε τακτική βάση, παρουσιάζεται στο Προεδρείο έκθεση, η οποία καταρτίζεται με τη συνδρομή της διοίκησης και στην οποία αξιολογούνται οι σχετικές εξελίξεις. Βάσει της εν λόγω έκθεσης, το Προεδρείο αποφασίζει συγκεκριμένα μέτρα για τη βελτίωση της ισόρροπης εκπροσώπησης των φύλων.

    Άρθρο 2 — Καθεστώς των μελών

    1.

    Τα μέλη της ΕΟΚΕ φέρουν τον τίτλο του μέλους της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής.

    2.

    Κατά τη διάρκεια της άσκησης των καθηκόντων τους και κατά τη διάρκεια των ταξιδίων τους προς ή από τον τόπο συνεδρίασης, τα μέλη απολαύουν των καθιερωμένων προνομίων, ασυλιών ή διευκολύνσεων που προβλέπονται στο άρθρο 10 του πρωτοκόλλου (αριθ. 7) περί των προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που προσαρτάται στις Συνθήκες.

    3.

    Στο «Καθεστώς των μελών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής» (στο εξής: καθεστώς των μελών) καθορίζονται τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις τους, καθώς και οι κανόνες που διέπουν τη δραστηριότητά τους και τις σχέσεις τους με την ΕΟΚΕ και τις υπηρεσίες της.

    Άρθρο 3 — Κώδικας Δεοντολογίας

    1.

    Τα μέλη οφείλουν να τηρούν τα πρότυπα συμπεριφοράς που κατοχυρώνονται στον Κώδικα Δεοντολογίας των μελών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (στο εξής: Κώδικας Δεοντολογίας).

    2.

    Ο Κώδικας Δεοντολογίας, ο οποίος επισυνάπτεται ως παράρτημα και έχει το ίδιο νομικό κύρος με τον παρόντα Εσωτερικό Κανονισμό, καθορίζει τους κανόνες και τις αρχές συμπεριφοράς που ισχύουν για τα μέλη της ΕΟΚΕ, τους αντιπροσώπους της CCMI, τους αναπληρωτές και τους συμβούλους.

    3.

    Δυνάμει του Κώδικα Δεοντολογίας συγκροτείται Επιτροπή Δεοντολογίας.

    Σε αυτόν καθορίζονται επίσης η διαδικασία και τα μέτρα που εφαρμόζονται σε περίπτωση παραβίασης των κανόνων και των αρχών.

    4.

    Η μη συμμόρφωση με τους κανόνες και τις αρχές που καθορίζονται στον Κώδικα Δεοντολογίας είναι δυνατόν να επισύρει την εφαρμογή των μέτρων που διαλαμβάνονται στον εν λόγω κώδικα.

    Άρθρο 4 — Λήξη της θητείας των μελών

    1.

    Η θητεία των μελών της ΕΟΚΕ λήγει με την εκπνοή της πενταετούς περιόδου που ορίζεται από το Συμβούλιο κατά την ανανέωση της ΕΟΚΕ.

    2.

    Η θητεία ενός μέλους της ΕΟΚΕ δύναται επίσης να λήξει εκτάκτως λόγω θανάτου, παραίτησης, έκπτωσης, επιγενόμενης αδυναμίας, επιγενόμενου ασυμβίβαστου ή αποπομπής.

    3.

    Η παραίτηση κοινοποιείται με επιστολή στον Πρόεδρο της ΕΟΚΕ.

    Σε περίπτωση παραίτησης, εξαιρουμένων των περιπτώσεων που προβλέπονται στην παράγραφο 8 του παρόντος άρθρου, το υπό παραίτηση μέλος:

    εξακολουθεί να ασκεί τα καθήκοντά του μέχρι την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του διορισμού του αντικαταστάτη του, εκτός εάν έχει δηλώσει το αντίθετο στην επιστολή παραίτησής του, και

    μπορεί να ανακαλέσει την παραίτησή του μέχρι τη διαβίβασή της στο Συμβούλιο βάσει της παραγράφου 9 του παρόντος άρθρου.

    4.

    H έκπτωση επέρχεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 93 παράγραφος 2 του παρόντος Εσωτερικού Κανονισμού.

    5.

    Η επιγενόμενη αδυναμία επέρχεται στις περιπτώσεις όπου, για ιατρικούς ή άλλους λόγους, ένα μέλος της ΕΟΚΕ αδυνατεί να ασκήσει τα καθήκοντά του για διάστημα μεγαλύτερο των δώδεκα μηνών.

    6.

    Το επιγενόμενο ασυμβίβαστο επέρχεται στην περίπτωση όπου ένα μέλος της ΕΟΚΕ διορίζεται ή εκλέγεται μέλος κυβέρνησης ή κοινοβουλίου, υφυπουργός με πολιτικές αρμοδιότητες, μέλος θεσμικού οργάνου ή οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή προσλαμβάνεται ως μόνιμος ή άλλος υπάλληλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    7.

    H αποπομπή επέρχεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14 παράγραφος 3 και του άρθρου 16 του Κώδικα Δεοντολογίας.

    8.

    Στις περιπτώσεις έκπτωσης, επιγενόμενης αδυναμίας ή επιγενόμενου ασυμβίβαστου, το μέλος οφείλει να υποβάλει την παραίτησή του.

    Η μη υποβολή παραίτησης στις περιπτώσεις αυτές μπορεί να επισύρει την εφαρμογή του άρθρου 14 παράγραφος 3 και του άρθρου 16 του Κώδικα Δεοντολογίας.

    9.

    Σε όλες τις περιπτώσεις έκτακτης λήξης της θητείας, ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ ενημερώνει σχετικά το Συμβούλιο, προκειμένου να διαπιστώσει την ύπαρξη κενής θέσης και να κινήσει τη διαδικασία αντικατάστασης.

    Ο αντικαταστάτης διορίζεται για το εναπομένον διάστημα της θητείας.

    ΤΙΤΛΟΣ II

    ΟΡΓΑΝΑ ΤΗΣ ΕΟΚΕ

    Κεφάλαιο I

    Γενικά

    Άρθρο 5 — Εκτελεστικά όργανα, συνθέσεις και δομή

    1.

    Τα εκτελεστικά όργανα της ΕΟΚΕ είναι ο Πρόεδρος και το Προεδρείο.

    2.

    Οι εργασίες της ΕΟΚΕ διεξάγονται σε πλήρη σύνθεση —σύνοδοι ολομέλειας— ή σε περιορισμένη σύνθεση —συνεδριάσεις των τμημάτων και των λοιπών οργάνων της ΕΟΚΕ.

    Η Γραμματεία τηρεί ενήμερο τον κατάλογο των οργάνων της ΕΟΚΕ και τον δημοσιεύει στο ενδοδίκτυο.

    3.

    Η ΕΟΚΕ συγκροτείται από τρεις Ομάδες, των οποίων η σύσταση και ο ρόλος καθορίζονται στο άρθρο 6 του παρόντος Κανονισμού.

    Κεφάλαιο II

    Οι Ομάδες

    Άρθρο 6 — Συγκρότηση και ρόλος των Ομάδων

    1.

    Κατά τη συνεδρίαση συγκρότησης της ΕΟΚΕ σε σώμα, συγκροτούνται τρεις Ομάδες μελών, που εκπροσωπούν αντιστοίχως τους εργοδότες, τους εργαζομένους και άλλες συνιστώσες της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών.

    2.

    Οι Ομάδες λειτουργούν με δημοκρατικές διαδικασίες, διαφάνεια και αυτονομία, σύμφωνα τόσο με τις αρχές και τις εσωτερικές πρακτικές που τις διέπουν όσο και με τον παρόντα Εσωτερικό Κανονισμό.

    3.

    Τα μέλη προσχωρούν προαιρετικά σε μία από τις Ομάδες, υπό την προϋπόθεση να εγκριθεί η επιλεξιμότητά τους από τα μέλη της.

    Ένα μέλος δεν μπορεί να προσχωρήσει ταυτοχρόνως σε περισσότερες από μία Ομάδες.

    4.

    Οι Ομάδες συμμετέχουν στην προετοιμασία, την οργάνωση και τον συντονισμό των εργασιών της ΕΟΚΕ και των οργάνων της.

    Προσπαθούν πάντοτε να επιτυγχάνουν συναίνεση με τις άλλες Ομάδες.

    Υποβάλλουν προτάσεις για την εκλογή και τον ορισμό των μελών σε θέσεις και για τη συγκρότηση των οργάνων της ΕΟΚΕ, σύμφωνα με τον παρόντα Εσωτερικό Κανονισμό.

    5.

    Κάθε Ομάδα διαθέτει γραμματεία.

    Άρθρο 7 — Πρόεδροι των Ομάδων

    1.

    Κάθε Ομάδα εκλέγει τον πρόεδρο και, κατά περίπτωση, τους αντιπροέδρους της με εσωτερικές διαδικασίες.

    2.

    Οι πρόεδροι των Ομάδων είναι αυτοδικαίως μέλη του Προεδρείου της ΕΟΚΕ.

    3.

    Οι πρόεδροι των Ομάδων έχουν συμβουλευτικό ρόλο έναντι της Προεδρίας και του Προεδρείου για τη χάραξη των πολιτικών της ΕΟΚΕ.

    4.

    Οι πρόεδροι των Ομάδων συνεδριάζουν τακτικά με την Προεδρία της ΕΟΚΕ, ως Διευρυμένη Προεδρία, για να συμβάλουν στην προετοιμασία των εργασιών του Προεδρείου και της Ολομέλειας, σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 3 του παρόντος Κανονισμού.

    Άρθρο 8 — Μη εγγεγραμμένα μέλη

    1.

    Δεδομένου ότι η προσχώρηση σε Ομάδα είναι προαιρετική, τα μέλη μπορούν να μην προσχωρήσουν σε καμία Ομάδα.

    2.

    Τα μέλη που δεν ανήκουν σε Ομάδα δεν έχουν σημαντικά πλεονεκτήματα ή μειονεκτήματα σε σύγκριση με τα μέλη που ανήκουν σε Ομάδα.

    3.

    Όσον αφορά τη συμμετοχή στις εργασίες της ΕΟΚΕ, τα μη εγγεγραμμένα μέλη έχουν τα ίδια δικαιώματα και υποχρεώσεις με τα μέλη που έχουν προσχωρήσει σε Ομάδα.

    Τα μέλη που δεν προσχωρούν σε Ομάδα διαθέτουν την απαραίτητη υλικοτεχνική υποστήριξη για την εκπλήρωση της αποστολής τους.

    Η υποστήριξη αυτή παρέχεται από τη Γενική Γραμματεία.

    4.

    Οι διαδικασίες για τη συμμετοχή των μη εγγεγραμμένων μελών στις εργασίες της ΕΟΚΕ καθορίζονται από το Προεδρείο.

    Οι λεπτομέρειες σχετικά με την υλική υποστήριξη της Γραμματείας ορίζονται από το Προεδρείο βάσει πρότασης του Γενικού Γραμματέα.

    5.

    Η συμμετοχή των μη εγγεγραμμένων μελών σε ομάδες μελέτης, καθώς και ο ορισμός τους ως εισηγητών, αποφασίζεται από τον Πρόεδρο της ΕΟΚΕ κατόπιν διαβούλευσης με τις Ομάδες.

    6.

    Για την κατανομή του χρόνου ομιλίας κατά τις συζητήσεις σε σύνοδο ολομέλειας, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η ύπαρξη μελών μη εγγεγραμμένων σε κάποια Ομάδα.

    7.

    Σε κάθε περίπτωση, εξασφαλίζεται στα μη εγγεγραμμένα μέλη το δικαίωμα πρόσβασης σε όλες τις πληροφορίες που παρέχονται στα μέλη των Ομάδων.

    Κεφάλαιο III

    Η Ολομέλεια

    Άρθρο 9 — Σύνθεση της Ολομέλειας

    1.

    Η Ολομέλεια απαρτίζεται από το σύνολο των μελών της ΕΟΚΕ που έχουν διοριστεί από το Συμβούλιο, τα οποία συνέρχονται σε σύνοδο.

    2.

    Οι αντιπρόσωποι της CCMI, οι αναπληρωτές και οι σύμβουλοι δεν είναι μέλη της ΕΟΚΕ και δεν συμπεριλαμβάνονται στην Ολομέλεια.

    Άρθρο 10 — Αρμοδιότητες της Ολομέλειας

    1.

    Η Ολομέλεια ασκεί όλες τις εξουσίες που απονέμουν στην ΕΟΚΕ οι Συνθήκες και οι λοιπές νομικές πράξεις.

    Εντούτοις, δύναται να αναθέτει τις εξουσίες της σε άλλο όργανο της ΕΟΚΕ βάσει του Εσωτερικού Κανονισμού, του Κώδικα Δεοντολογίας ή του καθεστώτος των μελών, τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Εσωτερικού Κανονισμού.

    Δύναται επίσης να μεταβιβάζει ρητώς τις εξουσίες της στις περιπτώσεις που προβλέπονται στον παρόντα Εσωτερικό Κανονισμό.

    2.

    Η Ολομέλεια υπέχει επικουρική αρμοδιότητα: κάθε εξουσία που δεν ανατίθεται σε άλλο όργανο από τον Εσωτερικό Κανονισμό, τον Κώδικα Δεοντολογίας ή το καθεστώς των μελών ανήκει στην Ολομέλεια.

    3.

    Η Ολομέλεια εγκρίνει τις γνωμοδοτήσεις και τα λοιπά έγγραφα που καταρτίζει η ΕΟΚΕ σύμφωνα με τον συμβουλευτικό ρόλο που υπέχει βάσει των Συνθηκών.

    4.

    Η Ολομέλεια εγκρίνει τον Εσωτερικό Κανονισμό, τον Κώδικα Δεοντολογίας και το καθεστώς των μελών.

    5.

    Η Ολομέλεια καθορίζει τον αριθμό των μελών του Προεδρείου, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Εσωτερικού Κανονισμού.

    Καθορίζει επίσης τον αριθμό και τις αρμοδιότητες των τμημάτων, καθώς και τον αριθμό των μελών που συμμετέχουν σε κάθε τμήμα και στη CCMI, κατόπιν πρότασης των Ομάδων.

    6.

    Η Ολομέλεια ορίζει τον Πρόεδρο και τους Αντιπροέδρους της ΕΟΚΕ, τους προέδρους των τμημάτων και της CCMI, καθώς και τα λοιπά μέλη του Προεδρείου, με την εξαίρεση των προέδρων των τριών Ομάδων, οι οποίοι εκλέγονται άμεσα ο καθένας από την Ομάδα του.

    Ορίζει επίσης, κατόπιν πρότασης των Ομάδων, τα μέλη των τμημάτων, τα μέλη και τους αντιπροσώπους της CCMI, καθώς και τα μέλη των προεδρείων τους, τα μέλη των υποεπιτροπών, των παρατηρητηρίων, των αντιπροσωπειών και της Επιτροπής Δεοντολογίας, τους κοσμήτορες και τα μέλη της Επιτροπής Εσωτερικού Κανονισμού.

    7.

    Η Ολομέλεια έχει εξουσία εξέτασης προσφυγής επί ορισμένων αποφάσεων του Προεδρείου, σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 8 του παρόντος Εσωτερικού Κανονισμού.

    8.

    Οι αρμοδιότητες που καθορίζονται στις παραγράφους 2 έως 7 του παρόντος άρθρου δεν μπορούν ούτε να μεταβιβαστούν ούτε να ανατεθούν σε άλλο όργανο.

    Κεφάλαιο IV

    Το Προεδρείο της ΕΟΚΕ

    Άρθρο 11 — Σύνθεση του Προεδρείου

    Το Προεδρείο της ΕΟΚΕ αποτελείται από:

    α)

    τον Πρόεδρο της ΕΟΚΕ·

    β)

    τους δύο Αντιπροέδρους της ΕΟΚΕ·

    γ)

    τους προέδρους των τριών Ομάδων, οι οποίοι εκλέγονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 37 παράγραφος 2 στοιχείο α) δεύτερη περίπτωση·

    δ)

    τους προέδρους των τμημάτων και της CCMI και

    ε)

    μεταβλητό αριθμό μελών, ο οποίος δεν υπερβαίνει τον αριθμό των κρατών μελών.

    Άρθρο 12 — Αρμοδιότητες του Προεδρείου

    1.

    Το Προεδρείο φέρει την πολιτική ευθύνη για τη γενική διοίκηση της ΕΟΚΕ.

    Ασκεί το καθήκον αυτό μεριμνώντας κυρίως ώστε οι δραστηριότητες της ΕΟΚΕ, των οργάνων της και του προσωπικού της να συνάδουν με τον θεσμικό ρόλο που της έχει ανατεθεί.

    2.

    Το Προεδρείο καθορίζει τους στόχους, τις στρατηγικές και τις προτεραιότητες της ΕΟΚΕ σε όλους τους τομείς.

    Προγραμματίζει τις εργασίες της ΕΟΚΕ και αξιολογεί την εφαρμογή του προγραμματισμού.

    Εγκρίνει το πρόγραμμα εργασιών της ΕΟΚΕ μετά από διαβούλευση με τη Διευρυμένη Προεδρία.

    3.

    Το Προεδρείο και ο Πρόεδρος ασκούν τις σχετικές με τον προϋπολογισμό και με τα οικονομικά αρμοδιότητες που προβλέπουν ο κανονισμός σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης (1) (στο εξής: δημοσιονομικός κανονισμός) και ο παρών Εσωτερικός Κανονισμός.

    4.

    Ειδικότερα, το Προεδρείο:

    ασκεί τις αρμοδιότητες διατάκτη που ανατίθενται στην ΕΟΚΕ σύμφωνα με τις διατάξεις του δημοσιονομικού κανονισμού. Εκχωρεί τις εν λόγω αρμοδιότητες στον Γενικό Γραμματέα, ως κύριο διατάκτη, καθορίζοντας την έκταση των εκχωρούμενων αρμοδιοτήτων και τη δυνατότητα του Γενικού Γραμματέα να εκχωρεί περαιτέρω τις εν λόγω αρμοδιότητες·

    θεσπίζει τις διατάξεις εφαρμογής όσον αφορά τις αποζημιώσεις και την επιστροφή εξόδων ταξιδίου και διαμονής των μελών, καθώς και των αντιπροσώπων της CCMI, των αναπληρωτών και των συμβούλων, σύμφωνα με τις εφαρμοστέες δημοσιονομικές και οικονομικές διαδικασίες.

    θεσπίζει, τηρουμένων των εφαρμοστέων δημοσιονομικών και οικονομικών διαδικασιών, τους κανόνες που αφορούν:

    τη συνδρομή που παρέχεται στα μέλη, τους αντιπροσώπους της CCMI, τους αναπληρωτές και τους συμβούλους που είναι άτομα με αναπηρία·

    τη συγχρηματοδότηση των εξόδων επιμόρφωσης και του εξοπλισμού πληροφορικής, τηλεπικοινωνιών και μηχανοργάνωσης των μελών και των αντιπροσώπων της CCMI·

    την ανάληψη ή την επιστροφή των εξόδων παράστασης των μελών και των αντιπροσώπων της CCMI·

    εγκρίνει δραστηριότητες σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 13.

    5.

    Το Προεδρείο είναι αρμόδιο για τη δέουσα χρήση των ανθρώπινων, δημοσιονομικών και τεχνικών πόρων της ΕΟΚΕ.

    Το Προεδρείο καθορίζει την οργάνωση και την εσωτερική λειτουργία της ΕΟΚΕ και εγκρίνει το οργανόγραμμά της βάσει πρότασης του Γενικού Γραμματέα.

    6.

    Το Προεδρείο θεσπίζει τις διατάξεις εφαρμογής του Εσωτερικού Κανονισμού κατόπιν διαβούλευσης με τις Ομάδες σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Εσωτερικού Κανονισμού.

    7.

    Το Προεδρείο μπορεί να συγκροτεί ειδικές ομάδες για την εξέταση κάθε θέματος που εμπίπτει στην αρμοδιότητά του. Μπορεί επίσης να συγκροτεί μόνιμες ομάδες, όπως προβλέπεται στο άρθρο 35.

    8.

    Το Προεδρείο προβαίνει σε ερμηνεία του Εσωτερικού Κανονισμού και των διατάξεων εφαρμογής του, κατόπιν σχετικού αιτήματος ενός μέλους της ΕΟΚΕ ή του Γενικού Γραμματέα. Εντούτοις, όσον αφορά τις προνομίες του Προεδρείου, αρμόδια για την ερμηνεία του Εσωτερικού Κανονισμού είναι η Ολομέλεια.

    Η ερμηνευτική απόφαση του Προεδρείου μπορεί να αμφισβητηθεί με προσφυγή ενώπιον της Ολομέλειας, σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στις διατάξεις εφαρμογής του Εσωτερικού Κανονισμού.

    Η απόφαση της Ολομέλειας είναι τελεσίδικη.

    9.

    Το Προεδρείο εξετάζει ανά εξάμηνο τη συνέχεια που δίνεται στις γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ, βάσει έκθεσης που συντάσσεται προς τον σκοπό αυτό.

    10.

    Το Προεδρείο εξετάζει εγκαίρως τυχόν προτάσεις και συστάσεις που διατυπώνονται από όργανα εξωτερικού ελέγχου ή έρευνας.

    11.

    Το Προεδρείο θεσπίζει τους κανόνες λειτουργίας του.

    Άρθρο 13 — Έγκριση διεξαγωγής δραστηριοτήτων

    Το Προεδρείο δύναται να εγκρίνει, μέσω αποφάσεων κατά περίπτωση, τη διεξαγωγή δραστηριοτήτων που συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με τον συμβουλευτικό ρόλο της ΕΟΚΕ. Τούτο αφορά ειδικότερα τα εξής:

    τη διοργάνωση, συγκρότηση και διαχείριση από την ΕΟΚΕ φόρουμ, πλατφορμών ή άλλων θεματικών δομών διαβούλευσης, καθώς και τη διευθέτηση των όρων συμμετοχής της ΕΟΚΕ στις δομές που συγκροτούν θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή στις δομές στις οποίες αυτά συμμετέχουν·

    τη συμμετοχή των μελών σε εξωτερικά όργανα, η οποία υπόκειται σε τακτική παρακολούθηση και αξιολόγηση. Η εκπροσώπηση των μελών σε εξωτερικά όργανα είναι ισορροπημένη και γίνεται εκ περιτροπής·

    την εκπόνηση ή την ανάθεση μελετών και τη δημοσίευσή τους,

    τη διοργάνωση επισκέψεων εργασίας και εκτός έδρας εκδηλώσεων.

    Άρθρο 14 — Αξιολόγηση πολιτικών

    1.

    Το Προεδρείο εγκρίνει, κατά περίπτωση, την αξιολόγηση πολιτικών.

    2.

    Ως «αξιολόγηση πολιτικών» νοείται η εκ των υστέρων αξιολόγηση των πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή των νομικών της πράξεων, οι οποίες έχουν ήδη τεθεί σε εφαρμογή.

    Οι εκ των υστέρων αξιολογήσεις είναι ποιοτικές και στοχευμένες.

    Στις αξιολογήσεις πολιτικών λαμβάνονται υπόψη ο οικονομικός, ο κοινωνικός και ο περιβαλλοντικός αντίκτυπος.

    3.

    Η αξιολόγηση πολιτικών μπορεί να γίνει με τη μορφή γνωμοδότησης ή έκθεσης αξιολόγησης, υπό την έννοια του παρόντος Εσωτερικού Κανονισμού:

    Όταν έχει ζητηθεί ρητώς από τα ενωσιακά θεσμικά όργανα ή έχει αποφασιστεί ιδία πρωτοβουλία και έχει στόχο να διατυπωθούν οι απόψεις, οι εκτιμήσεις και τα αιτήματα της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών σχετικά με την επίδραση των πολιτικών της Ένωσης, η αξιολόγηση πολιτικών εγκρίνεται με τη μορφή γνωμοδότησης.

    Όταν έχει ζητηθεί ρητώς από τα ενωσιακά θεσμικά όργανα και έχει στόχο να παρουσιαστούν πραγματικά στοιχεία, με συμπεράσματα και συστάσεις, η αξιολόγηση πολιτικών εγκρίνεται με τη μορφή έκθεσης αξιολόγησης.

    Άρθρο 15 — Λειτουργία του Προεδρείου της ΕΟΚΕ

    1.

    Του Προεδρείου προεδρεύει ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ ή, σε περίπτωση απουσίας του Προέδρου, ένας εκ των Αντιπροέδρων.

    Το Προεδρείο συνέρχεται σε τακτική συνεδρίαση πριν από τις συνόδους ολομέλειας και σε έκτακτη συνεδρίαση σε περίπτωση ανάγκης.

    2.

    Ο Πρόεδρος συγκαλεί το Προεδρείο, είτε αυτεπαγγέλτως, είτε κατόπιν αιτήματος δέκα μελών του Προεδρείου.

    3.

    Για κάθε συνεδρίαση του Προεδρείου συντάσσονται πρακτικά των συζητήσεων,

    Τα πρακτικά υποβάλλονται στο Προεδρείο προς έγκριση κατά την επόμενη συνεδρίαση.

    4.

    Το Προεδρείο μπορεί επίσης να εργάζεται με γραπτή διαδικασία.

    Η γραπτή διαδικασία καθορίζεται από το Προεδρείο στους κανόνες λειτουργίας του.

    5.

    Κατά την πενταετή ανανέωση, το απερχόμενο Προεδρείο διεκπεραιώνει τις τρέχουσες υποθέσεις μέχρι την πρώτη συνεδρίαση της ΕΟΚΕ υπό τη νέα σύνθεσή της.

    6.

    Ως «τρέχουσες υποθέσεις» νοούνται εκείνες που απαιτείται να διευθετηθούν ώστε να είναι δυνατή η συνέχεια των υπηρεσιών και η ομαλή λειτουργία της ΕΟΚΕ κατά το διάστημα που μεσολαβεί από τη λήξη της θητείας των απερχόμενων μελών της ΕΟΚΕ έως τη συγκρότηση σε σώμα της νέας ΕΟΚΕ («μεσοδιάστημα μεταξύ δύο θητειών»)· τέτοιες υποθέσεις είναι ειδικότερα οι εξής:

    τα θέματα καθημερινής διαχείρισης που πρέπει να διευθετούνται και δεν απαιτούν νέες αποφάσεις οι οποίες θα δέσμευαν μακροχρόνια την ΕΟΚΕ·

    τα εν εξελίξει ζητήματα, για τα οποία έχουν ήδη ληφθεί αποφάσεις και τα οποία βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο της διαδικασίας, η οποία πρέπει να ολοκληρωθεί·

    τα επείγοντα ζητήματα, όταν η καθυστέρηση της επίλυσής τους θα ήταν επιζήμια για την ΕΟΚΕ. Στην περίπτωση αυτή, το Προεδρείο μπορεί να εξουσιοδοτήσει αποκλειστικά ένα μέλος του οποίου έχει ανανεωθεί η θητεία να συνεχίσει ορισμένες ειδικές δραστηριότητες κατά το μεσοδιάστημα μεταξύ των δύο θητειών.

    Άρθρο 16 — Εντολές στο πλαίσιο της εξωτερικής ή διοργανικής συνεργασίας

    1.

    Το Προεδρείο δύναται να δίνει εντολή στον Πρόεδρο της ΕΟΚΕ να διαπραγματεύεται και να συνάπτει συμφωνίες συνεργασίας με τα θεσμικά όργανα και οργανισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή με εξωτερικά όργανα και οργανισμούς.

    2.

    Το Προεδρείο δύναται επίσης να δίνει εντολή στον Γενικό Γραμματέα ή σε έναν διευθυντή της ΕΟΚΕ για τη διαπραγμάτευση και σύναψη συμφωνιών καθαρά διοικητικού χαρακτήρα με τα θεσμικά όργανα και οργανισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή με εξωτερικά όργανα και οργανισμούς. Δύναται επίσης να τους εκχωρεί τις εν λόγω εξουσίες.

    3.

    Στις εν λόγω εντολές ή εκχωρήσεις εξουσιών ορίζονται το πεδίο, η έκταση και τα όρια της εντολής και καθορίζεται η ακολουθητέα διαδικασία για τη διαπραγμάτευση και σύναψη τέτοιων συμφωνιών εξ ονόματος της ΕΟΚΕ.

    Άρθρο 17 — Επιτροπή Οικονομικών και Προϋπολογισμού (CAF)

    1.

    Συγκροτείται Επιτροπή Οικονομικών και Προϋπολογισμού (CAF), απαρτιζόμενη από δώδεκα μέλη: έναν πρόεδρο, που είναι ο ένας εκ των δύο Αντιπροέδρων της ΕΟΚΕ, και ένδεκα μέλη, που ορίζονται από το Προεδρείο κατόπιν πρότασης των Ομάδων.

    2.

    Τα καθήκοντα της Επιτροπής Οικονομικών και Προϋπολογισμού είναι τα εξής:

    α)

    Παραλαμβάνει το προσχέδιο της κατάστασης προβλέψεων των εσόδων και των δαπανών για το επόμενο οικονομικό έτος, το οποίο της υποβάλλεται από τον Γενικό Γραμματέα· το εξετάζει, συζητά επ’ αυτού με τον Γενικό Γραμματέα και το υποβάλλει προς έγκριση στο Προεδρείο, με τις παρατηρήσεις της και τις προτάσεις τροποποίησης.

    β)

    Έχει καθήκον να προετοιμάζει τα σχέδια απόφασης του Προεδρείου σε θέματα οικονομικών και προϋπολογισμού ή σε οργανωτικά θέματα, εφόσον έχουν επίδραση στα οικονομικά ή στον προϋπολογισμό.

    γ)

    Ασκεί συμβουλευτικά καθήκοντα έναντι του Προεδρείου:

    σχετικά με οποιοδήποτε σημαντικό ζήτημα ενδέχεται να υπονομεύσει τη χρηστή διαχείριση των πιστώσεων ή να εμποδίσει την επίτευξη των ταχθέντων στόχων, ιδίως δε όσον αφορά τις προβλέψεις χρήσης των εν λόγω πιστώσεων·

    σχετικά με την εκτέλεση του τρέχοντος προϋπολογισμού, τις μεταφορές πιστώσεων, τις δημοσιονομικές επιπτώσεις που συνδέονται με τους πίνακες προσωπικού, τις διοικητικές πιστώσεις και τις οικονομικές πράξεις που αφορούν σχέδια περί ακινήτων. Ειδικότερα, αξιολογεί την πρόοδο της κατάστασης και προτείνει μελλοντικές δράσεις·

    σχετικά με τη διαδικασία απαλλαγής, σε στενή συνεργασία με τον Γενικό Γραμματέα και τον εισηγητή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

    3.

    Το Προεδρείο μπορεί να αναθέτει και άλλες αρμοδιότητες στην Επιτροπή Οικονομικών και Προϋπολογισμού.

    4.

    Η Επιτροπή Οικονομικών και Προϋπολογισμού υποβάλλει προς έγκριση στο Προεδρείο το σχέδιο των εσωτερικών κανόνων λειτουργίας της.

    5.

    Η Επιτροπή Οικονομικών και Προϋπολογισμού υποβάλλει απολογισμό των δραστηριοτήτων της στις τακτικές συνεδριάσεις του Προεδρείου.

    6.

    Ο πρόεδρος της Επιτροπής Οικονομικών και Προϋπολογισμού εκπροσωπεί την ΕΟΚΕ ενώπιον των αρμόδιων για τον προϋπολογισμό αρχών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και λογοδοτεί σχετικά στο Προεδρείο.

    Άρθρο 18 — Επιτροπή Επικοινωνίας (COCOM)

    1.

    Συγκροτείται Επιτροπή Επικοινωνίας (COCOM), απαρτιζόμενη από δώδεκα μέλη: έναν πρόεδρο, που είναι ο ένας εκ των δύο Αντιπροέδρων της ΕΟΚΕ, και ένδεκα μέλη, που ορίζονται από το Προεδρείο κατόπιν πρότασης των Ομάδων.

    2.

    Τα καθήκοντα της Επιτροπής Επικοινωνίας είναι τα εξής:

    α)

    Έχει καθήκον να δίνει την απαραίτητη ώθηση στη στρατηγική επικοινωνίας της ΕΟΚΕ και να εξασφαλίζει την παρακολούθησή της.

    β)

    Ασκεί συμβουλευτικό ρόλο έναντι του Προεδρείου και του Προέδρου της ΕΟΚΕ σε θέματα επικοινωνίας

    γ)

    Συντονίζει τις δραστηριότητες των υπηρεσιών που είναι αρμόδιες για την επικοινωνία, για τις σχέσεις με τον Τύπο και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και για τον πολιτισμό, και εξασφαλίζει τη συνέπεια των εν λόγω δραστηριοτήτων με τη στρατηγική και τα προγράμματα της ΕΟΚΕ.

    3.

    Η Επιτροπή Επικοινωνίας υποβάλλει προς έγκριση στο Προεδρείο το σχέδιο των εσωτερικών κανόνων λειτουργίας της.

    4.

    Η Επιτροπή Επικοινωνίας υποβάλλει έκθεση δραστηριοτήτων στις τακτικές συνεδριάσεις του Προεδρείου.

    Κεφάλαιο V

    Η Προεδρία

    Άρθρο 19 — Ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ

    1.

    Ο Πρόεδρος εκπροσωπεί την ΕΟΚΕ.

    Δύναται να εκχωρεί αυτήν την αρμοδιότητα εκπροσώπησης σε έναν Αντιπρόεδρο ή, σε περίπτωση ανάγκης, σε άλλο μέλος.

    2.

    Ο Πρόεδρος διευθύνει όλες τις εργασίες της ΕΟΚΕ και των οργάνων της σύμφωνα με τις Συνθήκες, τις ισχύουσες νομικές πράξεις και τον παρόντα Εσωτερικό Κανονισμό.

    3.

    Ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ συγκαλεί τις συνόδους ολομέλειας, καθώς και τις συνεδριάσεις του Προεδρείου και της Διευρυμένης Προεδρίας, και προεδρεύει αυτών.

    Ο Πρόεδρος διαθέτει όλες τις απαραίτητες εξουσίες για να διευθύνει τη διεξαγωγή των συσκέψεων των οργάνων αυτών και να εγγυάται την εύρυθμη λειτουργία τους.

    4.

    Ο Πρόεδρος έχει συνεχή συνεργασία με τους Αντιπροέδρους· δύναται να τους αναθέτει συγκεκριμένα καθήκοντα ή να τους εκχωρεί συγκεκριμένες ίδιες αρμοδιότητες.

    Οι Αντιπρόεδροι λογοδοτούν στον Πρόεδρο σε σχέση με τα καθήκοντα ή τις αρμοδιότητες που τους αναθέτει.

    5.

    Ο Πρόεδρος τηρεί ενήμερη την Ολομέλεια για τα διαβήματα και τις ενέργειες που αναλαμβάνει εξ ονόματος της ΕΟΚΕ στο διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ των συνόδων.

    Οι σχετικές ανακοινώσεις μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο συζήτησης.

    6.

    Ο Πρόεδρος δύναται να αναθέτει στον Γενικό Γραμματέα συγκεκριμένα καθήκοντα με τακτές προθεσμίες. Ο Γενικός Γραμματέας λογοδοτεί στον Πρόεδρο επί των καθηκόντων αυτών.

    7.

    Η ΕΟΚΕ, ως υπεύθυνη επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, εκπροσωπείται από τον Πρόεδρό της.

    Ο Πρόεδρος ασκεί, εξ ονόματος της ΕΟΚΕ, τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες που της ανατίθενται ως οργάνου της Ευρωπαϊκής Ένωσης από την εφαρμοστέα νομοθεσία σε θέματα προστασίας των προσωπικών δεδομένων.

    Το καθήκον αυτό μπορεί να το μεταβιβάζει στον Γενικό Γραμματέα.

    8.

    Μετά την εκλογή του, ο Πρόεδρος παρουσιάζει στην Ολομέλεια το πρόγραμμα εργασίας της θητείας του.

    Στο τέλος της θητείας του, παρουσιάζει στην Ολομέλεια απολογισμό των δραστηριοτήτων του.

    Οι δύο αυτές παρουσιάσεις αποτελούν αντικείμενο συζήτησης στην Ολομέλεια.

    Άρθρο 20 — Η Προεδρία

    1.

    Η Προεδρία της ΕΟΚΕ αποτελείται από τον Πρόεδρο και τους δύο Αντιπροέδρους.

    2.

    Οι δύο Αντιπρόεδροι είναι αντιστοίχως πρόεδροι της Επιτροπής Οικονομικών και Προϋπολογισμού και της Επιτροπής Επικοινωνίας, ασκούν δε τα καθήκοντα αυτά υπό την εποπτεία του Προέδρου της ΕΟΚΕ.

    3.

    Η Προεδρία της ΕΟΚΕ συνέρχεται ως Διευρυμένη Προεδρία με τους προέδρους των Ομάδων για την προετοιμασία των εργασιών του Προεδρείου και της Ολομέλειας.

    Στις συνεδριάσεις αυτές είναι δυνατόν να προσκληθούν και πρόεδροι τμημάτων.

    4.

    Η Προεδρία της ΕΟΚΕ συνεδριάζει με τους προέδρους των Ομάδων και τους προέδρους των τμημάτων και της CCMI τουλάχιστον δύο φορές ετησίως, με θέμα τον καθορισμό του προγράμματος εργασιών της ΕΟΚΕ και την αξιολόγηση της εφαρμογής του, υποβάλλει δε ενδεχομένως σχετικές προτάσεις στο Προεδρείο.

    Άρθρο 21 — Η Διευρυμένη Προεδρία

    1.

    Η Διευρυμένη Προεδρία αποτελείται από την Προεδρία και τους προέδρους των Ομάδων.

    2.

    Ρόλος της Διευρυμένης Προεδρίας είναι:

    α)

    να προετοιμάζει και να διευκολύνει τις εργασίες του Προεδρείου και της Ολομέλειας·

    β)

    να διευκολύνει τη λήψη των αναγκαίων αποφάσεων σε επείγουσες περιπτώσεις ή έκτακτες περιστάσεις·

    γ)

    να συμβουλεύει το Προεδρείο κατά τη χάραξη των πολιτικών της ΕΟΚΕ·

    δ)

    να προβαίνει σε διαιτησία σε περίπτωση διαφωνίας κατά τον ορισμό του αριθμού των μελών μιας ομάδας μελέτης ή όσον αφορά τις δραστηριότητές της·

    ε)

    να προτείνει στο Προεδρείο το σχέδιο ημερήσιας διάταξης της συνόδου ολομέλειας·

    στ)

    να παρέχει συμβουλές, κατά περίπτωση, σχετικά με τον διορισμό υπαλλήλων και την πρόσληψη λοιπού προσωπικού, σύμφωνα με τους όρους του παρόντος Εσωτερικού Κανονισμού.

    3.

    Η Διευρυμένη Προεδρία συνέρχεται για να προετοιμάσει τις εργασίες του Προεδρείου ή της Ολομέλειας και σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση χρειάζεται.

    Συνεδριάζει επίσης, τουλάχιστον δύο φορές ετησίως, μαζί με τους προέδρους των τμημάτων και της CCMI, για να προετοιμάσει το πρόγραμμα εργασιών της ΕΟΚΕ και να αξιολογήσει την εκτέλεσή του, υποβάλλει δε ενδεχομένως σχετικές προτάσεις στο Προεδρείο.

    Στις συνεδριάσεις της Διευρυμένης Προεδρίας μπορούν επίσης, κατά περίπτωση, να κληθούν να συμμετάσχουν άλλα άτομα.

    Κεφάλαιο VI

    Τα τμήματα

    Άρθρο 22 — Συγκρότηση των τμημάτων

    1.

    Οι συμβουλευτικές εργασίες της ΕΟΚΕ οργανώνονται στο πλαίσιο θεματικών τμημάτων, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά από τον παρόντα Εσωτερικό Κανονισμό.

    2.

    Η ΕΟΚΕ συγκροτεί τα τμήματα κατά τη συνεδρίαση συγκρότησης σε σώμα μετά από κάθε πενταετή ανανέωση.

    Τα τμήματα συγκροτούνται από την Ολομέλεια για τους τομείς για τους οποίους οι Συνθήκες αναθέτουν αρμοδιότητα στην ΕΟΚΕ.

    3.

    Ο αριθμός και οι τομείς αρμοδιότητας των τμημάτων είναι δυνατόν να επανεξετάζονται σε κάθε πενταετή ανανέωση.

    Άρθρο 23 — Μέλη των τμημάτων

    1.

    Ο αριθμός των μελών των τμημάτων καθορίζεται από την Ολομέλεια.

    2.

    Τα μέλη των τμημάτων ορίζονται από την Ολομέλεια, κατόπιν πρότασης των Ομάδων. Η θητεία τους είναι δυόμισι ετών και είναι ανανεώσιμη.

    3.

    Εκτός από τον Πρόεδρο, κάθε μέλος της ΕΟΚΕ πρέπει να είναι μέλος ενός τουλάχιστον τμήματος.

    Κανένα μέλος δεν μπορεί να ανήκει σε περισσότερα από δύο τμήματα, εκτός εάν προέρχεται από κράτος μέλος που διαθέτει εννέα ή λιγότερα μέλη στην ΕΟΚΕ.

    Κανένα μέλος δεν μπορεί να ανήκει σε περισσότερα από τρία τμήματα.

    4.

    Η αντικατάσταση ενός μέλους τμήματος διέπεται από τις ίδιες διατάξεις που ισχύουν για τον ορισμό αυτού.

    Το μέλος που αντικαθιστά ένα μέλος τμήματος μπορεί να μην ανήκει στην ίδια Ομάδα με αυτό.

    Άρθρο 24 — Προεδρία και προεδρείο των τμημάτων

    1.

    Τα προεδρεία των τμημάτων εκλέγονται για δυόμισι έτη και απαρτίζονται από δώδεκα (12) μέλη, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται ένας πρόεδρος και τρεις αντιπρόεδροι.

    2.

    Τα μέλη των προεδρείων των τμημάτων ορίζονται από την Ολομέλεια κατόπιν πρότασης των Ομάδων.

    Ο πρόεδρος και τα λοιπά μέλη του προεδρείου των τμημάτων έχουν δικαίωμα επανεκλογής.

    3.

    Η άσκηση της προεδρίας των τμημάτων υπόκειται σε εκ περιτροπής εναλλαγή μεταξύ των Ομάδων με τους εξής όρους:

    Η άσκηση της προεδρίας των μισών τμημάτων υπόκειται σε εκ περιτροπής εναλλαγή μεταξύ των Ομάδων στην αρχή της πενταετούς θητείας.

    Η άσκηση της προεδρίας των λοιπών τμημάτων υπόκειται σε εκ περιτροπής εναλλαγή μεταξύ των Ομάδων μετά από δυόμισι έτη, με την ευκαιρία της ανανέωσης στη μέση της θητείας.

    Η ίδια Ομάδα δεν μπορεί να ασκεί την προεδρία ενός τμήματος για περισσότερες από δύο συνεχόμενες θητείες δυόμισι ετών.

    Άρθρο 25 — Αρμοδιότητες των τμημάτων

    1.

    Το έργο των τμημάτων συνίσταται στην έγκριση σχεδίων γνωμοδοτήσεων για τα θέματα που τους ανατίθενται.

    2.

    Είναι επίσης δυνατόν να τους ανατεθεί η έγκριση σχεδίων εκθέσεων αξιολόγησης ή σχεδίων ενημερωτικών εκθέσεων.

    3.

    Για την εκπλήρωση των καθηκόντων που του ανατίθενται, το κάθε τμήμα διαθέτει γραμματεία.

    Κεφάλαιο VII

    Υποεπιτροπές και παρατηρητήρια

    Άρθρο 26 — Υποεπιτροπές

    1.

    Η Ολομέλεια μπορεί, κατ’ εξαίρεση και κατόπιν πρωτοβουλίας του Προεδρείου, να συγκροτεί υποεπιτροπές για την επεξεργασία σχεδίου γνωμοδότησης επί αυστηρώς οριζόντιων θεμάτων γενικής φύσης.

    Το σχέδιο παρουσιάζεται στο Προεδρείο και υποβάλλεται στην Ολομέλεια για έγκριση.

    Τα μέλη των υποεπιτροπών ορίζονται από την Ολομέλεια, κατόπιν προτάσεων των Ομάδων.

    2.

    Στο διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ των συνόδων, υποεπιτροπές μπορεί επίσης να συγκροτεί το Προεδρείο.

    Μπορεί επίσης να ορίζει τα μέλη τους, κατόπιν πρότασης των Ομάδων.

    Στην περίπτωση αυτή, η απόφαση συγκρότησης της υποεπιτροπής και ο ορισμός των μελών της υπόκεινται στη μεταγενέστερη επικύρωσή τους από την Ολομέλεια.

    3.

    Υποεπιτροπή μπορεί να συσταθεί για ένα μόνο συγκεκριμένο θέμα.

    Παύει να υφίσταται μόλις η Ολομέλεια ψηφίσει επί του σχεδίου γνωμοδότησης που αυτή κατήρτισε.

    4.

    Εάν ένα ζήτημα εμπίπτει στην αρμοδιότητα περισσοτέρων του ενός οργάνων, η υποεπιτροπή απαρτίζεται από μέλη των ενδιαφερόμενων οργάνων.

    5.

    Οι διατάξεις που διέπουν τη λειτουργία των τμημάτων εφαρμόζονται κατ’ αναλογία και στις υποεπιτροπές.

    Άρθρο 27 — Παρατηρητήρια

    1.

    Η ΕΟΚΕ δύναται να συγκροτεί παρατηρητήρια όταν η φύση, το εύρος και ο πολυσύνθετος χαρακτήρας του προς εξέταση θέματος απαιτούν ιδιαίτερη ευελιξία ως προς τις μεθόδους εργασίας, τις διαδικασίες και τα μέσα που θα χρησιμοποιηθούν.

    2.

    Η σύσταση παρατηρητηρίων αποφασίζεται από την Ολομέλεια, η οποία επικυρώνει, ενδεχομένως, προηγούμενη απόφαση του Προεδρείου που ελήφθη κατόπιν πρότασης τμήματος ή Ομάδας.

    3.

    Στην απόφαση της Ολομέλειας για τη σύσταση παρατηρητηρίου καθορίζεται το αντικείμενο, η διάρθρωση, η σύνθεση και η διάρκεια της λειτουργίας του.

    H εν λόγω απόφαση μπορεί να ανακληθεί ή να τροποποιηθεί αργότερα από την Ολομέλεια, κατόπιν πρότασης του Προεδρείου.

    4.

    Τα μέλη των παρατηρητηρίων ορίζονται από την Ολομέλεια, κατόπιν πρότασης των Ομάδων.

    5.

    Με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων των τμημάτων και της CCMI, ένα παρατηρητήριο δύναται να καταρτίζει ενημερωτικά έγγραφα και να εκπονεί μελέτες σχετικά με την επίδραση των νομικών πράξεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ή της απουσίας τους, στους τομείς της αρμοδιότητάς του.

    Με απόφαση της Ολομέλειας, τα εν λόγω ενημερωτικά έγγραφα και μελέτες μπορούν να διαβιβάζονται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή ή σε οποιοδήποτε άλλο θεσμικό όργανο ή οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    6.

    Κάθε παρατηρητήριο λειτουργεί υπό την αιγίδα ενός τμήματος.

    7.

    Το Προεδρείο δύναται να εξουσιοδοτήσει ένα τμήμα να αναθέσει την κατάρτιση ενός σχεδίου γνωμοδότησης στο παρατηρητήριο που λειτουργεί υπό την αιγίδα του.

    Το σχέδιο γνωμοδότησης που καταρτίζεται από το παρατηρητήριο υποβάλλεται στο τμήμα για έγκριση.

    Εφόσον εγκριθεί από το τμήμα, υποβάλλεται από το τμήμα στην Ολομέλεια για έγκριση.

    Κεφάλαιο VIII

    Συμβουλευτικές επιτροπές

    Άρθρο 28 — Συμβουλευτική Επιτροπή Βιομηχανικών Μεταλλαγών (CCMI)

    1.

    Η ΕΟΚΕ συγκροτεί τη Συμβουλευτική Επιτροπή Βιομηχανικών Μεταλλαγών (στο εξής: CCMI) εντός τριών μηνών από την ημερομηνία της ανανέωσης της πενταετούς θητείας της ΕΟΚΕ, κατά τη διάρκεια συνόδου ολομέλειας.

    2.

    Η CCMI απαρτίζεται από μέλη της ΕΟΚΕ και αντιπροσώπους των αντιπροσωπευτικών οργανώσεων των διαφόρων οικονομικών και κοινωνικών κλάδων, καθώς και της κοινωνίας των πολιτών, που επηρεάζονται από τις βιομηχανικές μεταλλαγές. Ο αριθμός των μελών και των αντιπροσώπων καθορίζεται από την Ολομέλεια, κατόπιν πρότασης του Προεδρείου.

    Η θητεία των μελών της CCMI είναι δυόμισι ετών. Η θητεία των αντιπροσώπων της CCMI είναι πενταετής. Και στις δύο περιπτώσεις, η θητεία είναι ανανεώσιμη.

    3.

    Τα μέλη της ΕΟΚΕ που συμμετέχουν στη CCMI ορίζονται από την Ολομέλεια, κατόπιν πρότασης των Ομάδων.

    4.

    Οι αντιπρόσωποι της CCMI ορίζονται από την Ολομέλεια, κατόπιν πρότασης του Προεδρείου, σύμφωνα με τις συστάσεις των Ομάδων.

    Οι συστάσεις για τον ορισμό αντιπροσώπων αποφασίζονται από την κάθε Ομάδα σύμφωνα με τους εσωτερικούς κανόνες της.

    5.

    Ο πρόεδρος της CCMI είναι μέλος του Προεδρείου της ΕΟΚΕ, στο οποίο και υποβάλλει ανά δυόμισι έτη έκθεση των δραστηριοτήτων της εν λόγω συμβουλευτικής επιτροπής.

    6.

    Οι αντιπρόσωποι υπάγονται στο ίδιο καθεστώς με τα μέλη της ΕΟΚΕ όσον αφορά τις αποζημιώσεις και την επιστροφή των εξόδων ταξιδίου και διαμονής.

    Οι αντιπρόσωποι της CCMI δεν μπορούν να ορίζουν αναπληρωτές για τις συνεδριάσεις της CCMI και τις προπαρασκευαστικές εργασίες.

    7.

    Η CCMI διαθέτει γραμματεία.

    Άρθρο 29 — Συγκρότηση άλλων συμβουλευτικών επιτροπών

    1.

    Η ΕΟΚΕ δύναται να συγκροτεί και άλλες συμβουλευτικές επιτροπές, εφόσον αυτό αποδειχθεί αναγκαίο για την εκτέλεση των καθηκόντων που της ανατίθενται από τις Συνθήκες ή από άλλες νομικές πράξεις.

    Οι συμβουλευτικές επιτροπές απαρτίζονται από μέλη της ΕΟΚΕ και από εκπροσώπους των τομέων της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών, των οποίων η ΕΟΚΕ επιθυμεί να εξασφαλίσει τη συμβολή στις εργασίες της.

    2.

    Για τη συγκρότηση νέων συμβουλευτικών επιτροπών, πρέπει να δίνεται εκ των προτέρων η ρητή άδεια των αρμόδιων για τον προϋπολογισμό αρχών της Ένωσης.

    3.

    Η σύσταση συμβουλευτικής επιτροπής υπόκειται σε απόφαση της Ολομέλειας, που επικυρώνει σχετική απόφαση του Προεδρείου.

    Στην απόφαση της Ολομέλειας για τη σύσταση συμβουλευτικής επιτροπής καθορίζεται το αντικείμενο, η διάρθρωση, η σύνθεση και η διάρκειά της, καθώς και οι τυχόν προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν οι συμμετέχοντες σε αυτήν αντιπρόσωποι.

    Κεφάλαιο IX

    Διάλογος με τις οικονομικές και κοινωνικές οργανώσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τρίτων χωρών

    Άρθρο 30 — Σχέσεις με εξωτερικές οργανώσεις

    1.

    Η ΕΟΚΕ, κατόπιν πρωτοβουλίας του Προεδρείου, δύναται να διατηρεί συγκροτημένες σχέσεις με τις οικονομικές και κοινωνικές επιτροπές, τους παρεμφερείς οργανισμούς και τις οικονομικές και κοινωνικές οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τρίτων χωρών.

    2.

    Μπορεί επίσης να αναλάβει δράσεις για την προώθηση της σύστασης οικονομικών και κοινωνικών επιτροπών ή παρεμφερών οργανισμών σε χώρες που δεν διαθέτουν ακόμη ανάλογους φορείς.

    Άρθρο 31 — Αντιπροσωπείες και μικτές συμβουλευτικές επιτροπές

    1.

    Η Ολομέλεια, κατόπιν πρότασης του Προεδρείου, δύναται να ορίζει αντιπροσωπείες για τη διατήρηση σχέσεων με τις διάφορες οικονομικές και κοινωνικές συνιστώσες της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών τρίτων κρατών ή ενώσεων τρίτων κρατών.

    2.

    Η συνεργασία της ΕΟΚΕ με τους εταίρους της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών των υποψήφιων προς ένταξη χωρών υλοποιείται με τη μορφή μικτών συμβουλευτικών επιτροπών, στο μέτρο που έχουν συσταθεί τέτοιες επιτροπές από τα συμβούλια σύνδεσης.

    Ειδάλλως, η συνεργασία αυτή υλοποιείται στο πλαίσιο ομάδων επαφής.

    Τα μέλη των μικτών συμβουλευτικών επιτροπών και των ομάδων επαφής ορίζονται από το Προεδρείο, βάσει πρότασης των Ομάδων.

    3.

    Οι μικτές συμβουλευτικές επιτροπές και οι ομάδες επαφής καταρτίζουν εκθέσεις και δηλώσεις, οι οποίες μπορούν να διαβιβάζονται από την ΕΟΚΕ στα αρμόδια θεσμικά όργανα και στους ενδιαφερόμενους φορείς.

    Κεφάλαιο X

    Άλλα όργανα

    Άρθρο 32 — Το Σώμα των Κοσμητόρων

    1.

    Κατόπιν πρότασης του Προεδρείου, η Ολομέλεια εκλέγει για κάθε περίοδο δυόμισι ετών τρία μέλη της ΕΟΚΕ, τα οποία συγκροτούν το Σώμα των Κοσμητόρων.

    2.

    Η θέση του κοσμήτορα είναι ασυμβίβαστη με τη θέση του μέλους των ακόλουθων οργάνων της ΕΟΚΕ:

    του Προεδρείου της ΕΟΚΕ,

    της Επιτροπής Οικονομικών και Προϋπολογισμού (CAF),

    της Επιτροπής Δεοντολογίας και

    της Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου.

    3.

    Οι κοσμήτορες ασκούν τα ακόλουθα καθήκοντα:

    α)

    παρακολουθούν την εφαρμογή και μεριμνούν για τη σωστή εκτέλεση του καθεστώτος των μελών·

    β)

    εκπονούν κατάλληλες προτάσεις για τη βελτίωση και την τελειοποίηση του εν λόγω καθεστώτος·

    γ)

    προωθούν και αναλαμβάνουν τις κατάλληλες πρωτοβουλίες για την άρση ενδεχόμενων αμφιβολιών ή διαφορών περί της εφαρμογής του εν λόγω καθεστώτος·

    δ)

    μεριμνούν για τις σχέσεις μεταξύ των μελών της ΕΟΚΕ και της Γενικής Γραμματείας όσον αφορά την εφαρμογή του καθεστώτος των μελών.

    Άρθρο 33 — Επιτροπή Δεοντολογίας

    1.

    Κατόπιν πρότασης του Προεδρείου, η Ολομέλεια εκλέγει, για κάθε θητεία δυόμισι ετών, δώδεκα μέλη της ΕΟΚΕ, έξι ως τακτικά μέλη και έξι ως αναπληρωματικά, με ισόρροπη εκπροσώπηση των φύλων, τα οποία απαρτίζουν την Επιτροπή Δεοντολογίας.

    Οι λεπτομέρειες της εν λόγω εκλογής καθορίζονται στο άρθρο 10 του Κώδικα Δεοντολογίας.

    2.

    Η θέση του μέλους της Επιτροπής Δεοντολογίας είναι ασυμβίβαστη με τη θέση του μέλους των ακόλουθων οργάνων της ΕΟΚΕ:

    του Προεδρείου της ΕΟΚΕ,

    του Σώματος των Κοσμητόρων και

    της Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου.

    3.

    Η καθεμία από τις τρεις Ομάδες της ΕΟΚΕ εκ περιτροπής ορίζει ένα μέλος της προκειμένου να ασκήσει την προεδρία της Επιτροπής Δεοντολογίας για περίοδο δυόμισι ετών.

    Άρθρο 34 — Επιτροπή Λογιστικού Ελέγχου

    1.

    Συγκροτείται Επιτροπή Λογιστικού Ελέγχου, με αποστολή να συμβουλεύει τον Πρόεδρο και το Προεδρείο σχετικά με θέματα λογιστικού ελέγχου.

    2.

    Η Επιτροπή Λογιστικού Ελέγχου ασκεί τα καθήκοντα που ανατίθενται στην επιτροπή προόδου εσωτερικού ελέγχου δυνάμει του άρθρου 123 του δημοσιονομικού κανονισμού.

    Ειδικότερα, η Επιτροπή Λογιστικού Ελέγχου έχει ως αντικείμενο να εξασφαλίζει την ανεξαρτησία του εσωτερικού ελεγκτή, να παρακολουθεί την ποιότητα του έργου του εσωτερικού ελέγχου και να εξασφαλίζει ότι οι συστάσεις του εσωτερικού και του εξωτερικού ελέγχου λαμβάνονται δεόντως υπόψη και παρακολουθούνται από τις υπηρεσίες της ΕΟΚΕ.

    3.

    Η Επιτροπή Λογιστικού Ελέγχου λογοδοτεί στον Πρόεδρο.

    4.

    Το Προεδρείο καθορίζει τη διάρθρωση, τη σύνθεση, τα καθήκοντα και τους κανόνες λειτουργίας της Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου, λαμβανομένης υπόψη της οργανωσιακής αυτονομίας της ΕΟΚΕ και της σημασίας της παροχής συμβουλών από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες.

    5.

    Τα μέλη της Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου ορίζονται από το Προεδρείο, βάσει πρότασης των Ομάδων.

    Η καθεμία από τις τρεις Ομάδες ορίζει εκ περιτροπής έναν πρόεδρο για την Επιτροπή Λογιστικού Ελέγχου για δυόμισι έτη.

    6.

    Η θέση του μέλους της Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου είναι ασυμβίβαστη με τη θέση του μέλους των ακόλουθων οργάνων της ΕΟΚΕ:

    του Προεδρείου της ΕΟΚΕ,

    της Επιτροπής Οικονομικών και Προϋπολογισμού (CAF),

    του Σώματος των Κοσμητόρων και

    της Επιτροπής Δεοντολογίας.

    7.

    Η Επιτροπή Λογιστικού Ελέγχου εγκρίνει το σχέδιο χάρτη αποστολής του εσωτερικού ελεγκτή σύμφωνα με τον δημοσιονομικό κανονισμό και τηρουμένων των διεθνών προτύπων περί εσωτερικού ελέγχου, και το υποβάλλει στο Προεδρείο για έγκριση.

    Άρθρο 35 — Μόνιμες ομάδες

    1.

    Η ΕΟΚΕ μπορεί να συγκροτεί μόνιμες ομάδες, όταν η φύση του προς εξέταση θέματος απαιτεί την ιδιαίτερα ενδελεχή παρακολούθησή του, επειδή αφορά πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης ύψιστης σημασίας για την κοινωνία των πολιτών.

    2.

    Η σύσταση μόνιμης ομάδας αποφασίζεται από το Προεδρείο, κατόπιν πρότασης τμήματος ή Ομάδας.

    3.

    Στην απόφαση του Προεδρείου για τη σύσταση μόνιμης ομάδας καθορίζεται το αντικείμενο, η διάρθρωση, η σύνθεση και η διάρκεια της λειτουργίας της. Η διάρκεια λειτουργίας μιας μόνιμης ομάδας δεν μπορεί να υπερβαίνει τη λήξη της εκάστοτε τρέχουσας θητείας.

    4.

    Τα μέλη των μόνιμων ομάδων ορίζονται από το Προεδρείο, κατόπιν πρότασης των Ομάδων.

    5.

    Κάθε μόνιμη ομάδα λειτουργεί υπό την αιγίδα ενός τμήματος.

    Κεφάλαιο XI

    Κατηγορίες

    Άρθρο 36 — Κατηγορίες

    1.

    Τα μέλη της ΕΟΚΕ μπορούν, προαιρετικά, να συγκροτούν ομάδες με τη μορφή κατηγοριών, αντιπροσωπευτικών των διαφόρων οικονομικών και κοινωνικών συμφερόντων της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    2.

    Για τη συγκρότηση κατηγορίας, απαιτείται ελάχιστος αριθμός δέκα μελών.

    Σε περίπτωση διαφωνίας ως προς την επιλεξιμότητα ενός μέλους, αποφαίνεται το Προεδρείο, κατόπιν διαβούλευσης με τα μέλη της κατηγορίας.

    Κανένα μέλος της ΕΟΚΕ δεν μπορεί να ανήκει ταυτοχρόνως σε περισσότερες από μία κατηγορίες.

    3.

    Η σύσταση κατηγορίας υπόκειται στην έγκριση του Προεδρείου, που ενημερώνει σχετικά την Ολομέλεια.

    4.

    Στην απόφαση του Προεδρείου με την οποία εγκρίνεται η σύσταση της κατηγορίας καθορίζεται το αντικείμενο, η διάρθρωση, η σύνθεση, η διάρκεια και οι κανόνες λειτουργίας της.

    Η εν λόγω απόφαση μπορεί να τροποποιηθεί ή να ανακληθεί αργότερα από το Προεδρείο.

    ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ

    ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

    ΤΙΤΛΟΣ I

    ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ ΤΗΣ ΕΟΚΕ ΣΕ ΣΩΜΑ, ΕΚΛΟΓΗΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΥ ΤΩΝ ΜΕΛΩΝ

    Κεφάλαιο I

    Διαδικασία συγκρότησης της ΕΟΚΕ σε σώμα

    Άρθρο 37 — Πρώτη συνεδρίαση της Ολομέλειας και συγκρότηση της ΕΟΚΕ σε σώμα

    1.

    Η πρώτη συνεδρίαση της Ολομέλειας μετά από κάθε πενταετή ανανέωση διεξάγεται με σκοπό τη συγκρότηση της ΕΟΚΕ σε σώμα.

    Συγκαλείται και προεδρεύεται από το πρεσβύτερο μέλος της ΕΟΚΕ εντός σαράντα (40) ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία της απόφασης του Συμβουλίου για τον διορισμό των μελών της ΕΟΚΕ, υπό τον όρο να έχουν διοριστεί από το Συμβούλιο τουλάχιστον τα μισά μέλη.

    Στην περίπτωση όπου δεν διορίζονται όλα τα μέλη της ΕΟΚΕ με την ίδια απόφαση του Συμβουλίου, η ημερομηνία από την οποία αρχίζει να υπολογίζεται η προαναφερόμενη προθεσμία είναι η ημερομηνία της απόφασης για τον διορισμό της πλειονότητας των μελών.

    2.

    Κατά τη συνεδρίαση συγκρότησης σε σώμα πραγματοποιούνται οι ακόλουθες διαδικασίες:

    α)

    Η συγκρότηση των Ομάδων

    Τα μέλη της ΕΟΚΕ δηλώνουν σε ποια Ομάδα επιθυμούν να προσχωρήσουν, και συγκροτούνται οι τρεις Ομάδες.

    Η κάθε Ομάδα αποσύρεται και εκλέγει τον πρόεδρο και, ενδεχομένως, τους αντιπροέδρους της σε συνεδρίαση όπου συμμετέχουν μόνο τα μέλη της εν λόγω Ομάδας.

    Τα ονόματα των προέδρων των τριών Ομάδων ανακοινώνονται στην Ολομέλεια.

    β)

    Η συγκρότηση των τμημάτων

    Η Ολομέλεια ορίζει τον αριθμό των τμημάτων και τα πεδία αρμοδιοτήτων τους.

    Τα μέλη της ΕΟΚΕ δηλώνουν σε ποια τμήματα επιθυμούν να προσχωρήσουν.

    Η Ολομέλεια ορίζει τα μέλη των τμημάτων και συγκροτεί τα τμήματα.

    γ)

    Η συγκρότηση του Προεδρείου της ΕΟΚΕ.

    Η Ολομέλεια ορίζει τον αριθμό των μελών του Προεδρείου.

    Η Ολομέλεια εκλέγει τα μέλη του Προεδρείου εκτός των προέδρων των Ομάδων για τα δυόμισι έτη από την ημερομηνία συγκρότησης της ΕΟΚΕ σε σώμα, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Εσωτερικού Κανονισμού.

    δ)

    Ο ορισμός των μελών σε άλλες θέσεις ευθύνης εντός της ΕΟΚΕ, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Εσωτερικού Κανονισμού.

    3.

    Ουδεμία συζήτηση που δεν άπτεται των διαδικασιών αυτών δεν μπορεί να διεξαχθεί υπό την προεδρία του πρεσβύτερου μέλους.

    Άρθρο 38 — Συνεδρίαση ανανέωσης στα μέσα της θητείας

    1.

    Στα μέσα της πενταετούς θητείας, δηλαδή δυόμισι έτη από την ημερομηνία συγκρότησης της ΕΟΚΕ σε σώμα, πραγματοποιείται ανανέωση της θητείας στις θέσεις ευθύνης της ΕΟΚΕ.

    2.

    Η συνεδρίαση της Ολομέλειας κατά την οποία εκλέγονται ή ορίζονται τα μέλη στις προαναφερόμενες θέσεις για τα δυόμισι τελευταία χρόνια της πενταετούς περιόδου συγκαλείται από τον απερχόμενο Πρόεδρο της ΕΟΚΕ.

    3.

    Διεξάγεται στην αρχή της συνόδου του μήνα κατά τον οποίο λήγει η θητεία του πρώτου Προεδρείου. Προεδρεύεται από τον απερχόμενο Πρόεδρο της ΕΟΚΕ.

    Κεφάλαιο II

    Διαδικασίες εκλογής και ορισμού των μελών σε θέσεις

    Τμήμα 1 — Διαδικασία εκλογής των μελών του Προεδρείου

    Άρθρο 39 — Προπαρασκευαστική επιτροπή και κατάλογοι υποψηφίων για την εκλογή των μελών του Προεδρείου

    1.

    Η Ολομέλεια συγκροτεί προπαρασκευαστική επιτροπή, απαρτιζόμενη από μέλη της, με ισόρροπη εκπροσώπηση των τριών Ομάδων και με έναν υπήκοο από κάθε κράτος μέλος.

    Τα μέλη της προπαρασκευαστικής επιτροπής δεν μπορούν να υποβάλουν υποψηφιότητα για το Προεδρείο.

    2.

    Η προπαρασκευαστική επιτροπή είναι αρμόδια για την παραλαβή του καταλόγου (ή των καταλόγων) υποψηφίων για το Προεδρείο, για τον έλεγχο της νομιμότητας των υποψηφιοτήτων σύμφωνα με την παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου, και για την υποβολή του καταλόγου (ή των καταλόγων) υποψηφίων στην Ολομέλεια ώστε να εκλεγεί το Προεδρείο.

    3.

    Οι Ομάδες, εκπροσωπούμενες από τους προέδρους τους, συμμετέχουν στη διαπραγμάτευση και τη διατύπωση πρότασης για τη σύνθεση του Προεδρείου με τη μορφή κοινού καταλόγου, ο οποίος θα υποβληθεί στην προπαρασκευαστική επιτροπή.

    4.

    Στην προπαρασκευαστική επιτροπή μπορούν επίσης να υποβληθούν, από τουλάχιστον είκοσι πέντε μέλη, εναλλακτικοί πλήρεις κατάλογοι υποψηφίων.

    5.

    Η προπαρασκευαστική επιτροπή υποβάλλει πρώτα στην Ολομέλεια για ψηφοφορία τον κοινό κατάλογο που πρότειναν οι Ομάδες. Υποβάλλει επίσης στην Ολομέλεια τους εναλλακτικούς καταλόγους, εφόσον υπάρχουν.

    6.

    Για να υποβληθεί σε ψηφοφορία, ο κάθε κατάλογος πρέπει να συμμορφώνεται προς τις διατάξεις του άρθρου 1 παράγραφος 5 και του άρθρου 41 και να συνοδεύεται από δήλωση αποδοχής κάθε υποψηφίου.

    Άρθρο 40 — Εκλογή των μελών του Προεδρείου

    Η διαδικασία εκλογής των μελών του Προεδρείου περιλαμβάνει διάφορα στάδια, ενδεχομένως με διαδοχικές ψηφοφορίες και γύρους, με την ακόλουθη σειρά:

    1.

    Κατά το πρώτο στάδιο, η Ολομέλεια αποφασίζει σχετικά με τον ή τους πλήρεις καταλόγους υποψηφίων για το Προεδρείο.

    α)

    Πρώτα τίθεται σε ψηφοφορία ο κοινός κατάλογος των Ομάδων.

    Εάν περισσότερα από τα δύο τρίτα των μελών της ΕΟΚΕ ψηφίσουν υπέρ του καταλόγου αυτού, τα μέλη που περιλαμβάνει εκλέγονται μέλη του Προεδρείου.

    β)

    Εάν ο κοινός κατάλογος δεν συγκεντρώσει την απαιτούμενη πλειοψηφία, τίθενται σε ψηφοφορία, εφόσον υπάρχουν, οι εναλλακτικοί κατάλογοι, σύμφωνα με τη σειρά που αποφασίζει η προπαρασκευαστική επιτροπή.

    Εάν περισσότερα από τα δύο τρίτα των μελών της ΕΟΚΕ ψηφίσουν υπέρ ενός από τους καταλόγους αυτούς, τα μέλη που περιλαμβάνει ο εν λόγω κατάλογος εκλέγονται μέλη του Προεδρείου.

    γ)

    Εάν κανένας από τους καταλόγους που υποβλήθηκαν στην Ολομέλεια δεν συγκεντρώσει την απαιτούμενη πλειοψηφία, πραγματοποιείται δεύτερος γύρος, σύμφωνα με τη διαδικασία των στοιχείων α) και β) ανωτέρω.

    Στην περίπτωση αυτή, απαιτούμενη πλειοψηφία είναι περισσότερα από τα μισά μέλη της ΕΟΚΕ.

    δ)

    Εάν κανένας από τους καταλόγους δεν συγκεντρώσει τη νέα απαιτούμενη πλειοψηφία στον δεύτερο γύρο, η συνεδρίαση αναστέλλεται και αναβάλλεται για άλλη στιγμή.

    Όταν επαναληφθεί η συνεδρίαση, πραγματοποιείται τρίτος γύρος, σύμφωνα με τη διαδικασία των στοιχείων α) και β) ανωτέρω.

    Στην περίπτωση αυτή, απαιτούμενη πλειοψηφία είναι περισσότερα από τα μισά παρόντα ή εκπροσωπούμενα μέλη.

    2.

    Αφού εκλεγεί από την Ολομέλεια ο κατάλογος των μελών του Προεδρείου, διεξάγεται το δεύτερο στάδιο, κατά το οποίο η Ολομέλεια προβαίνει, ενδεχομένως με διαδοχικές ψηφοφορίες, στην εκλογή των μελών στις επιμέρους θέσεις του Προεδρείου πλην αυτής των προέδρων των Ομάδων, υπό τους ακόλουθους όρους:

    α)

    Η εκλογή γίνεται αποκλειστικά μεταξύ των μελών που συμπεριλαμβάνονται στον κατάλογο που έχει ήδη εγκριθεί από την Ολομέλεια.

    β)

    Οι ψηφοφορίες διεξάγονται σύμφωνα με την ακόλουθη σειρά:

    i.

    εκλογή του Προέδρου της ΕΟΚΕ,

    ii.

    εκλογή των δύο Αντιπροέδρων της ΕΟΚΕ

    iii.

    εκλογή των προέδρων των τμημάτων,

    iv.

    εκλογή του προέδρου της CCMI.

    γ)

    Απαιτούμενη πλειοψηφία είναι περισσότερα από το ήμισυ των παρόντων ή εκπροσωπούμενων μελών.

    δ)

    Εάν, σε μία ψηφοφορία, κανένας από τους υποψηφίους δεν συγκεντρώσει την απαιτούμενη πλειοψηφία, διεξάγεται δεύτερος γύρος, αποκλειστικά μεταξύ των δύο υποψηφίων που συγκέντρωσαν τις περισσότερες ψήφους κατά τον πρώτο γύρο.

    Ο υποψήφιος που συγκεντρώνει τον μεγαλύτερο αριθμό ψήφων κατά τον δεύτερο γύρο εκλέγεται στη συγκεκριμένη θέση.

    Άρθρο 41 — Προϋποθέσεις για την εκλογή των μελών του Προεδρείου

    Η εκλογή των μελών του Προεδρείου πρέπει να πληροί τους ακόλουθους όρους, ειδάλλως θεωρείται άκυρη:

    1.

    Η σύνθεση του Προεδρείου πρέπει να είναι σύμφωνη με τις διατάξεις του άρθρου 1 παράγραφος 5 του παρόντος Εσωτερικού Κανονισμού και να αντανακλά τη γενική ισορροπία μεταξύ των Ομάδων, καθώς και τη γεωγραφική ισορροπία, με τουλάχιστον έναν υπήκοο, και κατ’ ανώτατο όριο τρεις υπηκόους, από κάθε κράτος μέλος.

    2.

    Για κάθε θητεία δυόμισι ετών, ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ επιλέγεται εκ περιτροπής μεταξύ των μελών των τριών Ομάδων.

    3.

    Οι δύο Αντιπρόεδροι της ΕΟΚΕ ανήκουν σε διαφορετικές Ομάδες και εκλέγονται μεταξύ των μελών των δύο Ομάδων στις οποίες δεν ανήκει ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ.

    4.

    Ο Πρόεδρος και οι Αντιπρόεδροι της ΕΟΚΕ δεν μπορούν να επανεκλεγούν στα αντίστοιχα αξιώματα.

    5.

    Κατά την περίοδο των δυόμισι ετών που ακολουθεί τη λήξη της θητείας του, ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ δεν μπορεί να είναι μέλος του Προεδρείου ως Αντιπρόεδρος της ΕΟΚΕ ή πρόεδρος Ομάδας, τμήματος ή της CCMI.

    Άρθρο 42 — Αντικατάσταση μέλους του Προεδρείου

    1.

    Εάν ένα μέλος του Προεδρείου εμπίπτει στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 του παρόντος Εσωτερικού Κανονισμού, αντικαθίσταται για το υπόλοιπο της θητείας του, τηρουμένων των όρων που θεσπίζονται στο άρθρο 41 ανωτέρω.

    2.

    Η αντικατάσταση αποφασίζεται από την Ολομέλεια με ψηφοφορία, βάσει πρότασης της Ομάδας στην οποία ανήκε το προς αντικατάσταση μέλος. Εάν το προς αντικατάσταση μέλος δεν ήταν εγγεγραμμένο σε Ομάδα, οι Ομάδες καταρτίζουν πρόταση για την αντικατάστασή του.

    Απαιτούμενη πλειοψηφία είναι περισσότερα από το ήμισυ των παρόντων ή εκπροσωπούμενων μελών.

    Εάν, κατά την ψηφοφορία, ο υποψήφιος που προτάθηκε από την ενδιαφερόμενη Ομάδα δεν συγκεντρώσει την απαιτούμενη πλειοψηφία, η Ομάδα διατυπώνει νέες προτάσεις μέχρι να επιτευχθεί η εκλογή ενός μέλους.

    Τμήμα 2 — Διαδικασία εκλογής σε άλλες θέσεις ευθύνης

    Άρθρο 43 — Διαδικασία εκλογής από την Ολομέλεια σε άλλες θέσεις ευθύνης

    1.

    Κατά τη συνεδρίαση συγκρότησης σε σώμα, αφού εκλεγούν τα μέλη του Προεδρείου και κατανεμηθούν οι θέσεις εντός του Προεδρείου, η Ολομέλεια εκλέγει τα μέλη για τις ακόλουθες θέσεις:

    α)

    τα τρία μέλη του Σώματος των Κοσμητόρων,

    β)

    τα έξι τακτικά και τα έξι αναπληρωματικά μέλη της Επιτροπής Δεοντολογίας,

    γ)

    τα μέλη των προεδρείων των τμημάτων πλην των προέδρων τους.

    2.

    Στις διατάξεις εφαρμογής του Εσωτερικού Κανονισμού διευκρινίζεται η διαδικασία εκλογής στις θέσεις αυτές.

    Άρθρο 44 — Διαδικασία ορισμού των εισηγητών και των μελών των ομάδων μελέτης

    Τα κριτήρια και η διαδικασία ορισμού των εισηγητών και των μελών των ομάδων μελέτης διευκρινίζονται στο άρθρο 55 του παρόντος Εσωτερικού Κανονισμού.

    Τμήμα 3 — Συμμετοχή των Ομάδων στις διαδικασίες εκλογής και ορισμού των μελών σε θέσεις

    Άρθρο 45 — Προτάσεις των Ομάδων

    1.

    Οι Ομάδες διατυπώνουν προτάσεις για την εκλογή των μελών του Προεδρείου και τον ορισμό των μελών των οργάνων της ΕΟΚΕ, τηρώντας τις αρχές της ισότητας των φύλων και της απαγόρευσης των διακρίσεων, όπως αυτές ορίζονται από το Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    2.

    Για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, οι Ομάδες επιδιώκουν ισορροπία και λαμβάνουν υπόψη τις ικανότητες και την εμπειρογνωμοσύνη των προτεινόμενων μελών.

    Λαμβάνουν επίσης υπόψη, κατά περίπτωση, την ύπαρξη μη εγγεγραμμένων σε Ομάδα μελών.

    ΤΙΤΛΟΣ II

    Η ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

    Κεφάλαιο I

    Γενικά

    Άρθρο 46 — Άσκηση των συμβουλευτικών καθηκόντων

    Η ΕΟΚΕ συγκαλείται από τον Πρόεδρό της αιτήσει του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου ή της Επιτροπής.

    Μπορεί επίσης να συνεδριάσει με δική της πρωτοβουλία.

    Ασκεί τα συμβουλευτικά της καθήκοντα καταρτίζοντας γνωμοδοτήσεις, εκθέσεις αξιολόγησης, ενημερωτικές εκθέσεις ή ψηφίσματα σχετικά με θέματα επικαιρότητας.

    Άρθρο 47 — Γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ

    Η γνωμοδότηση συνιστά τη νομική πράξη που προβλέπεται στις Συνθήκες ούτως ώστε να διατυπώνει η ΕΟΚΕ την άποψη της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών.

    Οι γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ κατατάσσονται, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 53, στις εξής τρεις κατηγορίες:

    1.

    Γνωμοδοτήσεις κατηγορίας Α

    Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονται οι γνωμοδοτήσεις που προκύπτουν:

    από υποχρεωτικές ή προαιρετικές αιτήσεις γνωμοδότησης, εκ μέρους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου ή της Επιτροπής, σχετικά με θέματα προτεραιότητας για την ΕΟΚΕ·

    από όλες τις αιτήσεις κατάρτισης διερευνητικών γνωμοδοτήσεων, εκ μέρους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου ή της Επιτροπής·

    από όλες τις προτάσεις κατάρτισης γνωμοδοτήσεων πρωτοβουλίας που έχουν εγκριθεί.

    Η επεξεργασία αυτών των γνωμοδοτήσεων ανατίθεται σε ομάδες μελέτης με κυμαινόμενο αριθμό μελών (μεταξύ 6 και 24), στις οποίες διατίθενται όλα τα απαραίτητα μέσα.

    2.

    Γνωμοδοτήσεις κατηγορίας Β

    Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονται οι γνωμοδοτήσεις που προκύπτουν από υποχρεωτικές ή προαιρετικές αιτήσεις γνωμοδότησης που έχουν επείγοντα χαρακτήρα ή αφορούν θέματα δευτερεύουσας σημασίας για την ΕΟΚΕ.

    Η κατάρτιση αυτών των γνωμοδοτήσεων ανατίθεται σε μόνο εισηγητή ή σε γενικό εισηγητή, εκτός από τις περιπτώσεις που προβλέπονται στον παρόντα Εσωτερικό Κανονισμό.

    Σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, το Προεδρείο μπορεί να αποφασίσει να ανατεθεί η επεξεργασία μιας γνωμοδότησης της κατηγορίας Β σε τριμελή συντακτική ομάδα (κατηγορία «Β+»).

    3.

    Γνωμοδοτήσεις κατηγορίας Γ

    Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονται οι γνωμοδοτήσεις που προκύπτουν από υποχρεωτικές ή προαιρετικές αιτήσεις γνωμοδότησης αμιγώς τεχνικού χαρακτήρα, για τις οποίες δεν θεωρείται αναγκαία η παρέμβαση εισηγητή ή ομάδας μελέτης.

    Για τις γνωμοδοτήσεις αυτές καταρτίζεται μια τυποποιημένη γνωμοδότηση, την οποία το Προεδρείο υποβάλλει απευθείας στην Ολομέλεια.

    Η διαδικασία αυτή δεν συνεπάγεται ούτε ορισμό εισηγητή ούτε εξέταση από τμήμα, αλλά μόνο έγκριση ή απόρριψη της τυποποιημένης γνωμοδότησης από την Ολομέλεια.

    Κατά την εξέταση στη σύνοδο, η Ολομέλεια αποφαίνεται καταρχάς υπέρ ή κατά της προσφυγής στην προαναφερόμενη διαδικασία για τη συγκεκριμένη αίτηση γνωμοδότησης και, σε θετική περίπτωση, ψηφίζει κατόπιν υπέρ ή κατά της έγκρισης της τυποποιημένης γνωμοδότησης.

    Άρθρο 48 — Εκθέσεις αξιολόγησης

    1.

    Η έκθεση αξιολόγησης είναι έγγραφο της ΕΟΚΕ με θέμα την αξιολόγηση πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με το άρθρο 14 του παρόντος Εσωτερικού Κανονισμού.

    Η εκπόνηση της έκθεσης πρέπει να έχει ζητηθεί από ένα από τα ενωσιακά θεσμικά όργανα.

    2.

    Η έκθεση αξιολόγησης καταρτίζεται από ομάδα μελέτης που εργάζεται με έναν εισηγητή.

    3.

    Υποβάλλεται προς έγκριση, μαζί με τα συμπεράσματα και τις συστάσεις της και, ενδεχομένως, τα παραρτήματά της, στο αρμόδιο τμήμα ή τη CCMI. Κατά τη συνεδρίαση τμήματος, ισχύουν για τις τροπολογίες οι διατάξεις που προβλέπονται στο άρθρο 60 παράγραφος 1.

    4.

    Η έκθεση που έχει εγκριθεί από το τμήμα ή από τη CCMI παρουσιάζεται στην Ολομέλεια από τον εισηγητή.

    Το Προεδρείο αναπέμπει στο τμήμα ή στη CCMI τυχόν έκθεση αξιολόγησης η οποία δεν συνάδει με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.

    Τροπολογίες επί της έκθεσης αξιολόγησης μπορούν να υποβληθούν προς ψήφιση στην Ολομέλεια από μέλη και Ομάδες, υπό τον όρο οι εν λόγω τροπολογίες να συνάδουν με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.

    Η Ολομέλεια διεξάγει ψηφοφορία επί της έκθεσης αξιολόγησης και, ενδεχομένως επί της απόφασης αποστολής του εγγράφου στα λοιπά θεσμικά όργανα.

    5.

    Οι εκθέσεις αξιολόγησης δεν δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά μπορούν να κοινοποιηθούν στα λοιπά θεσμικά όργανα, εφόσον το αποφασίσει η Ολομέλεια.

    Άρθρο 49 — Ενημερωτικές εκθέσεις

    1.

    Η ενημερωτική έκθεση είναι έγγραφο της ΕΟΚΕ με αντικείμενο την εξέταση ενός θέματος σχετικού με τις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή τις πιθανές εξελίξεις τους και το οποίο περιλαμβάνει μόνο πραγματικά στοιχεία και, ενδεχομένως, συνοπτικές πληροφορίες, χωρίς συστάσεις.

    2.

    Το σχέδιο ενημερωτικής έκθεσης καταρτίζεται από ομάδα μελέτης που εργάζεται με έναν εισηγητή.

    3.

    Υποβάλλεται προς έγκριση, μαζί με τις τυχόν συνοπτικές πληροφορίες και τα παραρτήματά της, στο αρμόδιο τμήμα ή τη CCMI. Κατά τη συνεδρίαση τμήματος, ισχύουν για τις τροπολογίες οι ίδιες διατάξεις που προβλέπονται στο άρθρο 60 παράγραφος 1.

    4.

    Η ενημερωτική έκθεση που έχει εγκριθεί από το τμήμα ή από τη CCMI παρουσιάζεται στην Ολομέλεια από τον εισηγητή.

    Το Προεδρείο αναπέμπει στο τμήμα ή στη CCMI τυχόν ενημερωτική έκθεση η οποία δεν συνάδει με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.

    Η Ολομέλεια διεξάγει ψηφοφορία επί της ενημερωτικής έκθεσης και, ενδεχομένως επί της απόφασης αποστολής του εγγράφου στα λοιπά θεσμικά όργανα.

    5.

    Οι ενημερωτικές εκθέσεις δεν δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά μπορούν να κοινοποιηθούν στα λοιπά θεσμικά όργανα, εφόσον το αποφασίσει η Ολομέλεια.

    6.

    Μια ενημερωτική έκθεση μπορεί να χρησιμεύσει ως βάση για την κατάρτιση γνωμοδότησης πρωτοβουλίας.

    Άρθρο 50 — Ψηφίσματα επί θεμάτων επικαιρότητας

    1.

    Η ΕΟΚΕ μπορεί να εκδώσει ψηφίσματα επί θεμάτων της επικαιρότητας.

    2.

    Η πρόταση κατάρτισης ψηφίσματος πρέπει να φέρει την υπογραφή του Προέδρου της ΕΟΚΕ, του προέδρου ενός τμήματος, του προέδρου μιας Ομάδας ή τουλάχιστον είκοσι πέντε μελών της ΕΟΚΕ.

    Πρέπει να περιλαμβάνει το σχέδιο ψηφίσματος και, στο μέτρο του δυνατού, να έχει κατατεθεί στη Γραμματεία του Προεδρείου σαράντα οκτώ (48) ώρες πριν από την έναρξη της συνεδρίασης της Ολομέλειας.

    3.

    Στο μέτρο του δυνατού, τα σχέδια ψηφίσματος εξετάζονται στην ημερήσια διάταξη της Ολομέλειας κατά προτεραιότητα.

    Τα ψηφίσματα σχετικά με θέματα της επικαιρότητας συζητούνται, ψηφίζονται και, ενδεχομένως, εγκρίνονται από την Ολομέλεια.

    Κεφάλαιο II

    Έναρξη της συμβουλευτικής διαδικασίας

    Άρθρο 51 — Έναρξη της διαδικασίας κατόπιν αίτησης γνωμοδότησης εκ μέρους των θεσμικών οργάνων

    1.

    Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο ή η Επιτροπή απευθύνουν αίτημα στην ΕΟΚΕ για την κατάρτιση γνωμοδότησης στις περιπτώσεις που προβλέπουν οι Συνθήκες.

    2.

    Δύνανται να ζητούν τη γνώμη της σε κάθε περίπτωση που το κρίνουν σκόπιμο. Δύνανται επίσης να της ζητούν την κατάρτιση έκθεσης αξιολόγησης πολιτικών.

    3.

    Εάν το ενδιαφερόμενο θεσμικό όργανο το κρίνει αναγκαίο, μπορεί να ορίζει προθεσμία στην ΕΟΚΕ για την υποβολή της γνώμης της.

    Μετά την πάροδο της προθεσμίας, η έλλειψη γνώμης δεν εμποδίζει το Συμβούλιο ή την Επιτροπή να ενεργήσουν.

    4.

    Οι αιτήσεις γνωμοδότησης των θεσμικών οργάνων διαβιβάζονται στον Πρόεδρο της ΕΟΚΕ.

    O Πρόεδρος, σε συνεργασία με το Προεδρείο, οργανώνει τις εργασίες της ΕΟΚΕ λαμβάνοντας υπόψη τις προθεσμίες που τάσσονται στην αίτηση γνωμοδότησης.

    Άρθρο 52 — Έναρξη της συμβουλευτικής διαδικασίας ιδία πρωτοβουλία

    1.

    Η ΕΟΚΕ δύναται να λαμβάνει την πρωτοβουλία να διατυπώνει γνώμη στις περιπτώσεις που το θεωρεί σκόπιμο.

    2.

    Κατόπιν πρότασης του Προεδρείου, που έχει εγκριθεί με την πλειοψηφία των μελών του, η Ολομέλεια μπορεί να αποφασίζει την έκδοση γνωμοδότησης πρωτοβουλίας σχετικά με οποιοδήποτε θέμα που αφορά την Ευρωπαϊκή Ένωση, τις πολιτικές της και τις πιθανές εξελίξεις τους.

    3.

    Κατόπιν πρότασης του Προεδρείου, η Ολομέλεια μπορεί να αποφασίζει την κατάρτιση ενημερωτικής έκθεσης για την εξέταση οποιουδήποτε θέματος σχετικού με τις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τις πιθανές εξελίξεις τους.

    4.

    Κατόπιν πρότασης του Προέδρου της ΕΟΚΕ, ενός τμήματος, μίας Ομάδας ή τουλάχιστον είκοσι πέντε μελών, η Ολομέλεια μπορεί να αποφασίζει την έκδοση ψηφίσματος επί θέματος της επικαιρότητας.

    Κεφάλαιο III

    Εργασίες των τμημάτων

    Τμήμα 1 — Προετοιμασία των εργασιών των τμημάτων

    Άρθρο 53 — Ορισμός των τμημάτων και κατανομή των γνωμοδοτήσεων

    1.

    Για την κατάρτιση γνωμοδότησης, έκθεσης αξιολόγησης ή ενημερωτικής έκθεσης, το Προεδρείο ορίζει το αρμόδιο τμήμα που θα αναλάβει την προετοιμασία των σχετικών εργασιών.

    Εάν το θέμα εμπίπτει αναμφισβήτητα στην αρμοδιότητα ενός τμήματος, την ανάθεση αναλαμβάνει ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ, ο οποίος ενημερώνει σχετικά το Προεδρείο.

    Στην περίπτωση αυτή, το Προεδρείο επικυρώνει στην επόμενη συνεδρίασή του την ανάθεση που ανέλαβε ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ.

    2.

    Οι πρόεδροι των τμημάτων υποβάλλουν πρόταση κατάταξης των γνωμοδοτήσεων στις τρεις κατηγορίες που καθορίζονται στο άρθρο 47.

    Η πρόταση υποβάλλεται στο Προεδρείο, το οποίο καθορίζει τη σειρά προτεραιότητας για την εξέταση των γνωμοδοτήσεων, κατατάσσοντάς τες σε κατηγορίες.

    Από την κατηγορία της γνωμοδότησης εξαρτάται εάν θα καταρτιστεί από εισηγητή με τη συνδρομή ομάδας μελέτης ή από μόνο εισηγητή.

    3.

    Τα τμήματα υποδεικνύουν επίσης έναν ενδεικτικό αριθμό μελών της ομάδας μελέτης για κάθε γνωμοδότηση, έκθεση αξιολόγησης ή ενημερωτική έκθεση.

    Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ των τμημάτων, το ζήτημα υποβάλλεται στη Διευρυμένη Προεδρία για διαιτησία.

    Η τελική πρόταση υποβάλλεται στο Προεδρείο προς απόφαση.

    4.

    Σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, οι πρόεδροι των Ομάδων μπορούν να προτείνουν τροποποίηση του αριθμού των μελών της ομάδας μελέτης μετά την απόφαση του Προεδρείου.

    Το Προεδρείο, κατά την επόμενη συνεδρίασή του, επικυρώνει κατά περίπτωση αυτήν τη νέα πρόταση και καθορίζει τον οριστικό αριθμό μελών της ομάδας μελέτης.

    Όταν πρέπει να εφαρμοστεί η επείγουσα διαδικασία ώστε να τηρηθούν οι προθεσμίες σε επίπεδο ΕΟΚΕ, τα τμήματα ενημερώνονται για τις τροποποιήσεις ταυτόχρονα με τον ορισμό των μελών και δύνανται να κάνουν χρήση της γραπτής διαδικασίας για να ζητούν την έγκριση του Προεδρείου της ΕΟΚΕ.

    Άρθρο 54 — Προπαρασκευαστικές εργασίες των τμημάτων

    Οι προπαρασκευαστικές εργασίες των τμημάτων εκτελούνται από ομάδα μελέτης με έναν εισηγητή.

    Εκτάκτως, είναι επίσης δυνατό να πραγματοποιούνται:

    από τον εισηγητή σε συνεργασία με έναν ή δύο συνεισηγητές —ή από δύο ή τρεις εισηγητές επί ίσοις όροις— εντός ομάδας μελέτης ή

    από μόνο εισηγητή, που εργάζεται μόνος ή, εν ανάγκη, με τη συνδρομή συντακτικής ομάδας.

    Άρθρο 55 — Ομάδες μελέτης

    1.

    Ο αριθμός των μελών των ομάδων μελέτης κυμαίνεται από έξι (6) έως είκοσι τέσσερα (24).

    Η συντακτική ομάδα είναι ομάδα μελέτης με τρία (3) μέλη.

    2.

    Βάσει προτάσεων που συμφωνούνται από τους προέδρους των Ομάδων, οι πρόεδροι των τμημάτων ορίζουν τον εισηγητή —και, ενδεχομένως, τους συνεισηγητές— και τα μέλη της ομάδας μελέτης.

    3.

    Για την ταχεία συγκρότηση των ομάδων μελέτης, ιδίως σε επείγουσες περιπτώσεις, κατόπιν συμφωνίας μεταξύ των προέδρων των τριών Ομάδων ως προς τον προτεινόμενο ορισμό των εισηγητών και, ενδεχομένως, των συνεισηγητών, καθώς και ως προς τη σύνθεση των ομάδων μελέτης ή των συντακτικών ομάδων, οι πρόεδροι των τμημάτων μπορούν να προβαίνουν στις απαραίτητες ενέργειες προκειμένου να ξεκινούν οι εργασίες.

    Στις περιπτώσεις αυτές, η απόφαση του προέδρου του τμήματος σχετικά με τον ορισμό του εισηγητή —και των ενδεχόμενων συνεισηγητών—, καθώς και τον ορισμό των μελών της ομάδας μελέτης, απαιτεί συμφωνία μεταξύ των προέδρων των τριών Ομάδων.

    4.

    Αφού οριστεί, ο εισηγητής —και, κατά περίπτωση, οι συνεισηγητές—, επικουρούμενος από τον σύμβουλό του, εξετάζει το συγκεκριμένο θέμα, λαμβάνει υπόψη τις απόψεις που εξέφρασαν τα μέλη της ομάδας μελέτης και, βάσει αυτών, καταρτίζει το σχέδιο γνωμοδότησης, που διαβιβάζεται στον πρόεδρο του τμήματος.

    Στις ομάδες μελέτης δεν διεξάγεται ψηφοφορία.

    5.

    Οι ομάδες μελέτης δεν μπορούν να καταστούν μόνιμα όργανα.

    Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, μπορούν να εξουσιοδοτηθούν εκ των προτέρων από το Προεδρείο να παρατείνουν τις δραστηριότητές τους, για περίοδο η οποία δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να υπερβεί τη λήξη της τρέχουσας θητείας δυόμισι ετών.

    Άρθρο 56 — Συμπληρωματικές γνωμοδοτήσεις

    1.

    Όταν ένα τμήμα, που έχει οριστεί αρμόδιο για την κατάρτιση μιας γνωμοδότησης, επιθυμεί να έχει τη γνώμη της CCMI ή όταν η CCMI επιθυμεί να εκφράσει την άποψή της για γνωμοδότηση που έχει ανατεθεί σε ένα τμήμα, το Προεδρείο της ΕΟΚΕ μπορεί να εγκρίνει την κατάρτιση συμπληρωματικής γνωμοδότησης ή την υποβολή πρόσθετων παρατηρήσεων για ένα ή περισσότερα από τα θέματα της αίτησης της κύριας γνωμοδότησης.

    Το Προεδρείο δύναται επίσης να λάβει την απόφαση αυτή ιδία πρωτοβουλία.

    2.

    Ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ γνωστοποιεί στον πρόεδρο της CCMI την απόφαση καθώς και την προθεσμία εντός της οποίας το τμήμα πρέπει να περατώσει τις εργασίες του. Ενημερώνει επίσης τον πρόεδρο του ενδιαφερόμενου τμήματος.

    3.

    Ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ ενημερώνει τα μέλη της ΕΟΚΕ σχετικά με την αίτηση γνωμοδότησης προς τη CCMI, καθώς και σχετικά με την ημερομηνία της συνόδου ολομέλειας στην ημερήσια διάταξη της οποίας θα εγγραφεί το θέμα.

    4.

    Το Προεδρείο οργανώνει τις εργασίες με τρόπο που να επιτρέπει στη CCMI να εκδώσει εγκαίρως τη συμπληρωματική γνωμοδότησή της, ώστε να μπορέσει να ληφθεί υπόψη από το τμήμα.

    5.

    Το τμήμα παραμένει το μόνο αρμόδιο για την παρουσίαση του θέματος ενώπιον της Ολομέλειας.

    Οφείλει, ωστόσο, να προσαρτήσει στη γνωμοδότησή του τη συμπληρωματική γνωμοδότηση που κατήρτισε η CCMI.

    Τμήμα 2 — Συνεδριάσεις των τμημάτων

    Άρθρο 57 — Συνεδριάσεις των τμημάτων

    1.

    Οι συνεδριάσεις των τμημάτων προετοιμάζονται από τους προέδρους τους σε συνεργασία με το προεδρείο τους, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στον παρόντα Εσωτερικό Κανονισμό.

    Οι συνεδριάσεις των τμημάτων συγκαλούνται από τον πρόεδρό τους.

    2.

    Τις συνεδριάσεις των τμημάτων διευθύνει ο πρόεδρος του τμήματος ή, σε περίπτωση απουσίας του, ένας από τους αντιπροέδρους του τμήματος.

    3.

    Για κάθε συνεδρίαση τμήματος, συντάσσονται συνοπτικά πρακτικά των συζητήσεων, που περιλαμβάνουν κατάλογο παρουσιών και τα οποία υποβάλλονται στο τμήμα προς έγκριση κατά την επόμενη συνεδρίαση. Τα πρακτικά δημοσιεύονται στον ιστότοπο της ΕΟΚΕ.

    Άρθρο 58 — Κοινές συνεδριάσεις

    Ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ, με τη σύμφωνη γνώμη του Προεδρείου, μπορεί να εξουσιοδοτήσει ένα τμήμα να συνεδριάσει από κοινού με άλλο τμήμα, με τη CCMI, με επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή με επιτροπή της Επιτροπής των Περιφερειών.

    Άρθρο 59 — Απαρτία στις συνεδριάσεις των τμημάτων

    1.

    Τα τμήματα συνεδριάζουν έγκυρα εάν είναι παρόντα ή εκπροσωπούνται περισσότερα από τα μισά τακτικά μέλη τους, εκτός από τις περιπτώσεις όπου ορίζεται διαφορετικά στον παρόντα κανονισμό.

    2.

    Εάν δεν υπάρχει απαρτία, ο πρόεδρος κηρύσσει τη λήξη της συνεδρίασης και συγκαλεί νέα, ορίζοντας τον χρόνο και τις προϋποθέσεις διεξαγωγής της κατά την κρίση του, αλλά εντός της ίδιας ημέρας· η νέα συνεδρίαση διεξάγεται έγκυρα ανεξάρτητα από τον αριθμό των παρόντων ή εκπροσωπούμενων μελών.

    Άρθρο 60 — Γνωμοδοτήσεις των τμημάτων

    1.

    Με βάση το σχέδιο γνωμοδότησης του εισηγητή —ή, κατά περίπτωση, των συνεισηγητών— το τμήμα διασκέπτεται επί του προτεινόμενου κειμένου.

    Για τα σχέδια γνωμοδότησης είναι δυνατό να υποβληθούν τροπολογίες στο τμήμα.

    Το τμήμα ψηφίζει και, ενδεχομένως, εγκρίνει τη γνωμοδότηση του τμήματος.

    2.

    Η γνωμοδότηση του τμήματος περιλαμβάνει το κείμενο που ενέκρινε το τμήμα.

    Το κείμενο των απορριφθεισών τροπολογιών και τα αποτελέσματα των σχετικών ψηφοφοριών επισυνάπτονται στη γνωμοδότηση ως παράρτημα, εφόσον ο αριθμός των ψήφων υπέρ αντιπροσωπεύει τουλάχιστον το ένα τέταρτο του συνόλου των έγκυρων ψήφων.

    Τμήμα 3 — Διαδικασίες που ακολουθούν τη συνεδρίαση τμήματος

    Άρθρο 61 — Διαβίβαση της γνωμοδότησης τμήματος στην Ολομέλεια

    1.

    Η γνωμοδότηση του τμήματος, μαζί με τα παραρτήματά της, διαβιβάζεται από τον πρόεδρο του τμήματος στο Προεδρείο της ΕΟΚΕ, το οποίο την υποβάλλει στην Ολομέλεια το συντομότερο δυνατό.

    2.

    Τα έγγραφα αυτά τίθενται εγκαίρως στη διάθεση των μελών της ΕΟΚΕ.

    Άρθρο 62 — Επανεξέταση της γνωμοδότησης τμήματος

    Ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ, με τη σύμφωνη γνώμη του Προεδρείου ή της Ολομέλειας —ανάλογα με το στάδιο της διαδικασίας—, δύναται να ζητήσει από ένα τμήμα την επανεξέταση μιας γνωμοδότησης, εάν δεν έχουν τηρηθεί οι διατάξεις του παρόντος Εσωτερικού Κανονισμού σχετικά με τη διαδικασία επεξεργασίας των γνωμοδοτήσεων ή εάν κριθεί ότι απαιτείται περαιτέρω εξέταση του θέματος.

    Κεφάλαιο IV

    Εργασίες της Ολομέλειας

    Τμήμα 1 — Προετοιμασία των εργασιών της Ολομέλειας

    Άρθρο 63 — Προετοιμασία της συνόδου Ολομέλειας

    1.

    Η Ολομέλεια συνέρχεται σε σύνοδο για να εγκρίνει τις γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ, τις εκθέσεις αξιολόγησης, τις ενημερωτικές εκθέσεις και τα ψηφίσματα για θέματα της επικαιρότητας.

    2.

    Οι σύνοδοι προετοιμάζονται από τον Πρόεδρο της ΕΟΚΕ, σε συνεργασία με το Προεδρείο.

    3.

    Για την οργάνωση των εργασιών, το Προεδρείο συνέρχεται πριν από κάθε σύνοδο και, ενδεχομένως, κατά τη διάρκεια αυτής.

    Άρθρο 64 — Κατάρτιση της ημερήσιας διάταξης

    1.

    Το σχέδιο ημερήσιας διάταξης της συνόδου Ολομέλειας καταρτίζεται από το Προεδρείο βάσει πρότασης της Διευρυμένης Προεδρίας.

    2.

    Στην περίπτωση όπου έχει υποβληθεί πρόταση δυσπιστίας σύμφωνα με το άρθρο 92, η εν λόγω πρόταση εγγράφεται πάντα ως πρώτο σημείο στην ημερήσια διάταξη της επόμενης συνόδου Ολομέλειας.

    3.

    Τα σχέδια ψηφίσματος εξετάζονται στην ημερήσια διάταξη της Ολομέλειας κατά προτεραιότητα.

    4.

    Εάν ένα κείμενο έχει εγκριθεί σε επίπεδο τμήματος με λιγότερες από πέντε ψήφους «κατά», τότε το Προεδρείο μπορεί να το εγγράψει στην ημερήσια διάταξη της συνόδου Ολομέλειας μεταξύ των σημείων προς ψηφοφορία χωρίς συζήτηση.

    5.

    Το Προεδρείο δύναται να καθορίσει για κάθε γνωμοδότηση τη διάρκεια της γενικής συζήτησης στη σύνοδο Ολομέλειας.

    6.

    Το σχέδιο ημερήσιας διάταξης διαβιβάζεται από τον Πρόεδρο της ΕΟΚΕ σε όλα τα μέλη της ΕΟΚΕ, καθώς και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή, δεκαπέντε τουλάχιστον ημερολογιακές ημέρες πριν από την έναρξη της συνόδου.

    7.

    Τα έγγραφα που είναι απαραίτητα για τη διεξαγωγή των συζητήσεων της Ολομέλειας τίθενται στη διάθεση των μελών εγκαίρως πριν από την έναρξη της συνόδου.

    Άρθρο 65 — Κατάθεση τροπολογιών

    1.

    Για την εύρυθμη οργάνωση των εργασιών της Ολομέλειας, το Προεδρείο καθορίζει τη διαδικασία κατάθεσης των τροπολογιών.

    2.

    Μόνο τα μέλη της ΕΟΚΕ και οι Ομάδες μπορούν να καταθέτουν τροπολογίες επί γνωμοδοτήσεων, εκθέσεων αξιολόγησης και ενημερωτικών εκθέσεων της ΕΟΚΕ.

    3.

    Οι τροπολογίες υποβάλλονται εγγράφως, υπογράφονται από τους συντάκτες τους και κατατίθενται στη γραμματεία πριν από την έναρξη της συνόδου.

    Ωστόσο, η Ολομέλεια δέχεται την κατάθεση τροπολογιών έως τις 12.00 το μεσημέρι πριν από την έναρξη της σχετικής συνεδρίασης, εάν αυτές κατατεθούν από Ομάδα ή υπογράφονται από είκοσι πέντε (25) τουλάχιστον μέλη.

    4.

    Στις τροπολογίες πρέπει να προσδιορίζεται το σημείο του κειμένου στο οποίο αναφέρονται και να παρατίθεται σύντομη αιτιολογία.

    5.

    Όλες οι τροπολογίες διανέμονται στα μέλη πριν από την έναρξη της συνόδου Ολομέλειας ή, στην περίπτωση που προβλέπεται στην παράγραφο 3 δεύτερο εδάφιο, πριν από την έναρξη της συνεδρίασης.

    Τμήμα 2 — Διεξαγωγή της συνόδου Ολομέλειας

    Άρθρο 66 — Έναρξη της συνεδρίασης και έλεγχος της απαρτίας

    1.

    Ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ κηρύσσει την έναρξη της συνεδρίασης, διευθύνει τις συζητήσεις και μεριμνά για την τήρηση των διατάξεων του παρόντος Εσωτερικού Κανονισμού.

    Επικουρείται από τους Αντιπροέδρους της ΕΟΚΕ.

    2.

    Σε περίπτωση απουσίας του, ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ αναπληρώνεται από έναν εκ των Αντιπροέδρων.

    Σε περίπτωση απουσίας και των Αντιπροέδρων, αναπληρώνεται από το πρεσβύτερο μέλος του Προεδρείου.

    3.

    Ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ ελέγχει την απαρτία στην αρχή κάθε συνεδρίασης.

    Η ΕΟΚΕ συνεδριάζει έγκυρα εάν είναι παρόντα ή εκπροσωπούνται περισσότερα από τα μισά μέλη της.

    4.

    Εάν δεν υπάρχει απαρτία, ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ κηρύσσει της λήξη της συνεδρίασης και συγκαλεί νέα, ορίζοντας τον χρόνο διεξαγωγής της κατά την κρίση του, αλλά κατά τη διάρκεια της ίδιας συνόδου· η νέα αυτή συνεδρίαση διεξάγεται έγκυρα ανεξάρτητα από τον αριθμό των παρόντων ή εκπροσωπούμενων μελών.

    Άρθρο 67 — Έγκριση της ημερήσιας διάταξης

    1.

    Το σχέδιο ημερήσιας διάταξης υποβάλλεται προς έγκριση στην Ολομέλεια κατά την έναρξη κάθε συνόδου.

    2.

    Κατά την έγκριση της ημερήσιας διάταξης, ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ αναγγέλλει, ενδεχομένως, τη συζήτηση ενός θέματος της επικαιρότητας.

    3.

    Η Ολομέλεια μπορεί να τροποποιήσει το σχέδιο ημερήσιας διάταξης προκειμένου να εξεταστούν σχέδια ψηφισμάτων που έχουν υποβληθεί σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 50 του παρόντος Εσωτερικού Κανονισμού.

    4.

    Όταν το Προεδρείο έχει συμπεριλάβει ένα έγγραφο στην ημερήσια διάταξη της συνόδου ολομέλειας μεταξύ των σημείων προς ψηφοφορία χωρίς συζήτηση, διεξάγεται εντούτοις συζήτηση στις εξής περιπτώσεις:.

    εάν το ζητήσουν είκοσι πέντε (25) τουλάχιστον μέλη,

    εάν κατατεθούν τροπολογίες προς εξέταση στη σύνοδο ολομέλειας ή

    εάν το ενδιαφερόμενο τμήμα ζητήσει να συζητηθεί το έγγραφο στη σύνοδο ολομέλειας.

    5.

    Όταν η ημερήσια διάταξη έχει εγκριθεί, τα σημεία της πρέπει να συζητηθούν κατά τη συνεδρίαση για την οποία έχουν εγγραφεί και σύμφωνα με τη σειρά που έχει οριστεί.

    Άρθρο 68 — Διασκέψεις και ψηφοφορίες

    1.

    Η Ολομέλεια διασκέπτεται με βάση τις εργασίες του αρμόδιου τμήματος.

    2.

    Η Ολομέλεια λαμβάνει τις αποφάσεις της με την πλειοψηφία των έγκυρων ψήφων, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στον παρόντα Εσωτερικό Κανονισμό.

    3.

    Η διαδικασία της ψηφοφορίας για τις γνωμοδοτήσεις, τις εκθέσεις αξιολόγησης και τις ενημερωτικές εκθέσεις της ΕΟΚΕ έχει ως εξής:

    α)

    πρώτα διεξάγεται ψηφοφορία επί των τροπολογιών που έχουν υποβληθεί για το σχέδιο του εγγράφου·

    β)

    αφού ολοκληρωθεί η ψηφοφορία επί των τροπολογιών, διεξάγεται ψηφοφορία επί του συνόλου του εγγράφου, όπως αυτό έχει ενδεχομένως τροποποιηθεί.

    Άρθρο 69 — Χρόνος ομιλίας

    1.

    Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ, είτε ιδία πρωτοβουλία, είτε κατόπιν αιτήματος ενός μέλους, μπορεί να ζητήσει από την Ολομέλεια να αποφασίσει κατά πόσον είναι σκόπιμο να περιοριστεί ο χρόνος ομιλίας και ο αριθμός των ομιλητών, να διακοπεί η συνεδρίαση ή να τερματιστεί η συζήτηση.

    2.

    Μετά το πέρας της συζήτησης, ο λόγος μπορεί να δοθεί μόνο για αιτιολόγηση ψήφου μετά την ψηφοφορία, εντός χρονικών ορίων που τάσσει ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ.

    3.

    Ένα μέλος της ΕΟΚΕ μπορεί ανά πάσα στιγμή να ζητήσει και να λάβει τον λόγο κατά προτεραιότητα για να υποβάλει ένσταση επί της διαδικασίας.

    Άρθρο 70 — Επεξεργασία των τροπολογιών

    1.

    Η Ολομέλεια διεξάγει τις εργασίες της με βάση κατάλογο τροπολογιών.

    2.

    Μεταξύ των τροπολογιών που έχουν υποβληθεί για το σχέδιο γνωμοδότησής του, ο εισηγητής μπορεί να υποδείξει ποιες συνιστά να εγκριθούν (σύσταση ψήφου).

    Η αποδοχή μιας τροπολογίας από τον εισηγητή δεν αποτελεί λόγο μη διεξαγωγής ψηφοφορίας επί της τροπολογίας αυτής.

    3.

    Οι τροπολογίες επαναληπτικής φύσεως ως προς τη μορφή και το περιεχόμενο εξετάζονται ομαδικά και διευθετούνται κατά τρόπο συνεπή.

    4.

    Για κάθε τροπολογία που εξετάζεται στην Ολομέλεια, λαμβάνουν τον λόγο μέλη που τάσσονται υπέρ της προτεινόμενης τροπολογίας και μέλη που τάσσονται κατά, σύμφωνα με την αρχή της ίσης μεταχείρισης. Ο εισηγητής έχει δικαίωμα να παρέμβει, εφόσον επιθυμεί.

    Εάν ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ αποφασίσει να περιορίσει τον χρόνο ομιλίας, ο περιορισμός ισχύει εξίσου για όλους τους ομιλητές, σύμφωνα με την αρχή της ίσης μεταχείρισης.

    5.

    Εάν, κατά τη συζήτηση επί εγγράφου που υποβάλλεται στην Ολομέλεια προς ψηφοφορία, ο αριθμός των ομιλητών έχει περιοριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 69 παράγραφος 1, δικαίωμα ομιλίας έχει ο ίδιος αριθμός μελών υπέρ και κατά της εκάστοτε τροπολογίας, ο δε εισηγητής δικαιούται να συμπεριλαμβάνεται σε αυτά ως τελευταίος ομιλητής.

    6.

    Κατά την εξέταση μιας τροπολογίας, ο εισηγητής, εφόσον συμφωνεί ο συντάκτης της, μπορεί να υποβάλει συμβιβαστικές προτάσεις, κατά προτίμηση εγγράφως.

    Στην περίπτωση αυτή, η Ολομέλεια ψηφίζει αποκλειστικά επί των συμβιβαστικών προτάσεων.

    7.

    Η ψηφοφορία επί των τροπολογιών διεξάγεται με τη σειρά του κειμένου στο οποίο αναφέρονται και σύμφωνα με την ακόλουθη σειρά προτεραιότητας:

    πρώτα, οι συμβιβαστικές τροπολογίες,

    ύστερα, οι τροπολογίες του εισηγητή

    και, τέλος, οι λοιπές τροπολογίες.

    8.

    Εάν έχουν κατατεθεί για το ίδιο σημείο του κειμένου δύο ή περισσότερες τροπολογίες που αποκλείουν η μία την άλλη, ο Πρόεδρος, κατόπιν πρότασης των τμημάτων, μπορεί να αποφασίσει να τεθεί πρώτη σε ψηφοφορία η τροπολογία που αποκλίνει περισσότερο από το αρχικό κείμενο.

    9.

    Ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ αναγγέλλει πριν από την ψηφοφορία εάν η έγκριση μιας τροπολογίας επιφέρει την ακύρωση μίας ή περισσότερων άλλων τροπολογιών, είτε επειδή οι τροπολογίες αυτές αποκλείουν η μία την άλλη, εάν αφορούν το ίδιο σημείο του κειμένου, είτε επειδή έρχονται σε αντίφαση μεταξύ τους.

    Μια τροπολογία εκπίπτει εάν δεν συνάδει με προηγούμενη ψηφισθείσα τροπολογία για την ίδια γνωμοδότηση.

    10.

    Εάν, κατά την τελική ψηφοφορία στην Ολομέλεια, το σύνολο του κειμένου δεν συγκεντρώσει την πλειοψηφία, τότε η Ολομέλεια μπορεί να προβεί σε μία από τις ακόλουθες ενέργειες:

    α)

    να αναπέμψει το έγγραφο για επανεξέταση στο αρμόδιο τμήμα σύμφωνα με το άρθρο 62·

    β)

    να ορίσει γενικό εισηγητή, ο οποίος υποβάλλει νέο σχέδιο στην Ολομέλεια, κατά τη διάρκεια της ίδιας ή άλλης συνόδου· ή

    γ)

    να μην προβεί στην κατάρτιση γνωμοδότησης.

    Στην τελευταία περίπτωση, ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ ενημερώνει το θεσμικό όργανο που είχε υποβάλει την οικεία αίτηση γνωμοδότησης.

    11.

    Εάν η συνοχή του τελικού κειμένου αλλοιωθεί λόγω της ψήφισης τροπολογιών, ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ, κατόπιν διαβούλευσης με τον πρόεδρο του αρμόδιου τμήματος, τον εισηγητή και τους συντάκτες των επίμαχων τροπολογιών, μπορεί να προτείνει στην Ολομέλεια την επεξεργασία των τροπολογιών κατά τρόπο που να διασφαλίζεται η συνοχή του τελικού κειμένου.

    Η Ολομέλεια διεξάγει ψηφοφορία επί της πρότασης του Προέδρου της ΕΟΚΕ.

    Άρθρο 71 — Αντιγνωμοδοτήσεις

    1.

    Κάθε τροπολογία ή δέσμη τροπολογιών που εκφράζει συνολικά αποκλίνουσα θέση από τη γνωμοδότηση ενός τμήματος ή της CCMI θεωρείται ως αντιγνωμοδότηση.

    2.

    Αρμόδιο για τον χαρακτηρισμό μίας ή περισσότερων τροπολογιών ως αντιγνωμοδότησης είναι το Προεδρείο.

    Οποιαδήποτε Ομάδα μπορεί να υποβάλει στο Προεδρείο σχετικό αίτημα.

    Το Προεδρείο αποφαίνεται σχετικά με τον χαρακτηρισμό αυτόν μετά από ακρόαση των προέδρων των Ομάδων και του προέδρου του ενδιαφερόμενου τμήματος ή της CCMI.

    3.

    Εφόσον χαρακτηρίσει μία ή περισσότερες τροπολογίες ως αντιγνωμοδότηση, το Προεδρείο μπορεί να αποφασίσει να αναπέμψει το σχέδιο γνωμοδότησης, μαζί με την αντιγνωμοδότηση, στο ενδιαφερόμενο τμήμα ή τη CCMI προς επανεξέταση, υπό τον όρο ότι η προθεσμία για την έγκριση της γνωμοδότησης το επιτρέπει.

    Εάν το Προεδρείο δεν αποφασίσει την αναπομπή, και εφόσον αυτό είναι ακόμη δυνατό, το σχέδιο γνωμοδότησης εγγράφεται στην τελευταία ημέρα της συνόδου Ολομέλειας.

    4.

    Σε περίπτωση που μια τροπολογία δεν έχει κατατεθεί εγκαίρως ώστε να μπορέσει το Προεδρείο να αποφανθεί επί του χαρακτηρισμού της ως αντιγνωμοδότησης, η σχετική απόφαση, όπως και η απόφαση για την ενδεχόμενη αναπομπή στο ενδιαφερόμενο όργανο προς επανεξέταση, εγκρίνεται από την Ολομέλεια, κατόπιν πρότασης του Προέδρου και έπειτα από διαβούλευση με τον πρόεδρο του ενδιαφερόμενου οργάνου και τους συντάκτες της αντιγνωμοδότησης.

    5.

    Εάν το προτεινόμενο κείμενο δεν χαρακτηριστεί από το Προεδρείο ως αντιγνωμοδότηση, ή εάν χαρακτηριστεί αλλά δεν αναπεμφθεί το σχέδιο γνωμοδότησης στο ενδιαφερόμενο όργανο, η Ολομέλεια ψηφίζει επί των υποβληθεισών τροπολογιών, ακολουθώντας την ίδια διαδικασία που ισχύει για κάθε άλλη τροπολογία.

    6.

    Εάν η αντιγνωμοδότηση ψηφιστεί από την Ολομέλεια κατά πλειοψηφία, εγκρίνεται. Για να αποφασιστεί εάν το αρχικό κείμενο θα προσαρτηθεί στην εγκριθείσα γνωμοδότηση πραγματοποιείται νέα ψηφοφορία. Το αρχικό κείμενο προσαρτάται στο νέο κείμενο εφόσον συγκεντρώσει τουλάχιστον το ένα τέταρτο των έγκυρων ψήφων.

    7.

    Στην περίπτωση που η αντιγνωμοδότηση δεν συγκεντρώνει την πλειοψηφία, αλλά συγκεντρώνει τουλάχιστον το ένα τέταρτο των έγκυρων ψήφων, προσαρτάται στην αρχική γνωμοδότηση.

    Άρθρο 72 — Πρακτικά της συνόδου Ολομέλειας

    1.

    Για κάθε σύνοδο ολομέλειας συντάσσονται πρακτικά, τα οποία υποβάλλονται προς έγκριση στην Ολομέλεια κατά την επόμενη σύνοδο.

    2.

    Τα πρακτικά, στην οριστική τους μορφή, υπογράφονται από τον Πρόεδρο και τον Γενικό Γραμματέα της ΕΟΚΕ.

    Άρθρο 73 — Λήξη της συνόδου ολομέλειας

    Πριν από τη λήξη της συνόδου Ολομέλειας, ο Πρόεδρος κοινοποιεί στα μέλη την ημερομηνία και τον τόπο της επόμενης συνόδου.

    Ενδεχομένως, κοινοποιεί επίσης όσα από τα σημεία της ημερήσιας διάταξης είναι ήδη γνωστά.

    Τμήμα 3 — Διαδικασίες που ακολουθούν τη σύνοδο Ολομέλειας

    Άρθρο 74 — Περιεχόμενο των γνωμοδοτήσεων της ΕΟΚΕ που διαβιβάζονται στα θεσμικά όργανα

    1.

    Οι γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ περιλαμβάνουν, εκτός από την αναφορά των νομικών βάσεων, μια αιτιολογική έκθεση και τη θέση της ΕΟΚΕ επί του όλου θέματος.

    Περιλαμβάνουν ένα τμήμα επί της ουσίας και ένα τμήμα επί της διαδικασίας.

    2.

    Το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας επί της γνωμοδότησης ως συνόλου αναγράφεται στο τμήμα του εγγράφου που αφορά τη διαδικασία.

    Σε περίπτωση ονομαστικής ψηφοφορίας, αναφέρονται τα ονόματα των μελών που ψήφισαν.

    3.

    Το κείμενο και η αιτιολογία των τροπολογιών που απορρίφθηκαν στη σύνοδο Ολομέλειας, επισυνάπτεται στη γνωμοδότηση με τη μορφή παραρτήματος, με αναφορά του αποτελέσματος της σχετικής ψηφοφορίας, εφόσον αυτές συγκεντρώσουν αριθμό ψήφων υπέρ που αντιστοιχεί στο ένα τέταρτο τουλάχιστον των έγκυρων ψήφων.

    Ο ίδιος όρος ισχύει και για τις αντιγνωμοδοτήσεις.

    4.

    Το κείμενο γνωμοδότησης τμήματος, το οποίο απορρίφθηκε κατόπιν τροπολογιών που εγκρίθηκαν από την Ολομέλεια, επισυνάπτεται επίσης στη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με τη μορφή παραρτήματος, με αναφορά του αποτελέσματος των ψηφοφοριών, εφόσον συγκεντρώσει αριθμό ψήφων υπέρ που αντιστοιχεί στο ένα τέταρτο τουλάχιστον των έγκυρων ψήφων.

    5.

    Εάν μία από τις τρεις Ομάδες της ΕΟΚΕ ή μία από τις κατηγορίες της οικονομικής και κοινωνικής ζωής που προβλέπονται στο άρθρο 36 υποστηρίζει διαφορετική και ενιαία θέση για ζήτημα που εξετάζει η Ολομέλεια, το ενδιαφερόμενο όργανο μπορεί να αποφασίσει ότι, μετά την ονομαστική ψηφοφορία που επισφραγίζει τη σχετική συζήτηση, η θέση του θα συνοψισθεί σε σύντομη δήλωση, που θα επισυναφθεί στη γνωμοδότηση ως παράρτημα.

    Άρθρο 75 — Διαβίβαση των γνωμοδοτήσεων

    1.

    Οι γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ και τα πρακτικά της συνόδου ολομέλειας διαβιβάζονται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

    2.

    Οι γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ μπορούν να διαβιβαστούν και σε οποιοδήποτε άλλο ενδιαφερόμενο όργανο ή φορέα.

    Κεφάλαιο V

    Κοινές διατάξεις

    Τμήμα 1 — Ψηφοφορία

    Άρθρο 76 — Ψηφοφορία

    1.

    Η ψήφος εκφράζεται με ψήφο υπέρ, ψήφο κατά ή αποχή.

    2.

    Εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στον παρόντα Εσωτερικό Κανονισμό, τα κείμενα ή οι αποφάσεις της ΕΟΚΕ και των οργάνων της εγκρίνονται εφόσον συγκεντρώσουν την πλειοψηφία των έγκυρων ψήφων, ήτοι των ψήφων υπέρ και των ψήφων κατά.

    3.

    Η ψηφοφορία είναι είτε φανερή, είτε μυστική, είτε ονομαστική. Σε περίπτωση ονομαστικής ψηφοφορίας, τα ονόματα και οι αντίστοιχες ψήφοι καταγράφονται στα πρακτικά της συνεδρίασης.

    4.

    Ονομαστική ψηφοφορία επί ψηφίσματος, τροπολογίας, αντιγνωμοδότησης ή επί του συνόλου μιας γνωμοδότησης ή οποιουδήποτε άλλου κειμένου διεξάγεται αυτοδικαίως εάν αυτό ζητηθεί από το ένα τέταρτο των παρόντων ή εκπροσωπούμενων μελών της ΕΟΚΕ.

    5.

    Οι εκλογές για τα διάφορα αντιπροσωπευτικά καθήκοντα διεξάγονται πάντοτε με μυστική ψηφοφορία.

    Στις άλλες περιπτώσεις, μυστική ψηφοφορία διεξάγεται εφόσον αυτό ζητηθεί από την πλειοψηφία των παρόντων ή εκπροσωπούμενων μελών της ΕΟΚΕ.

    6.

    Εάν σε μια ψηφοφορία προκύψει ισοψηφία, τότε υπερισχύει η ψήφος του προέδρου της συνεδρίασης.

    Τμήμα 2 — Εισηγητές

    Άρθρο 77 — Καθήκοντα των εισηγητών

    1.

    Ο εισηγητής αναλαμβάνει να συντάξει το σχέδιο γνωμοδότησης, έκθεσης αξιολόγησης ή ενημερωτικής έκθεσης, μεριμνώντας ώστε να συμπεριλάβει τις διάφορες συνεισφορές των μελών της ομάδας μελέτης.

    Παρουσιάζει το κείμενο που συνέταξε ενώπιον του ενδιαφερόμενου οργάνου.

    Εάν αυτό εγκριθεί, παρουσιάζει το σχέδιο ενώπιον της Ολομέλειας.

    2.

    Ο εισηγητής επιφορτίζεται με την παρακολούθηση της συνέχειας που δίνεται στη γνωμοδότηση μετά την έγκρισή της από την Ολομέλεια, ενδεχομένως με τη συνδρομή του συμβούλου του.

    Στο καθήκον αυτό επικουρείται από τη γραμματεία του ενδιαφερόμενου τμήματος, η οποία τηρείται ενήμερη για την παρακολούθηση αυτή.

    3.

    Εάν το ενδιαφερόμενο όργανο εγκρίνει τροπολογίες που αλλοιώνουν ουσιωδώς το κείμενο που έχει εκπονήσει, ο εισηγητής μπορεί να ενημερώσει εγγράφως τον πρόεδρο του εν λόγω οργάνου ότι παραιτείται από τα καθήκοντά του. Δύναται επίσης να ζητήσει να αφαιρεθεί το όνομά του από τη γνωμοδότηση στο τέλος της διαδικασίας.

    Μετά την παραίτηση αυτή, το όργανο που είχε ορίσει τον παραιτηθέντα εισηγητή ορίζει νέο εισηγητή, κατόπιν διαβούλευσης με τις Ομάδες.

    Άρθρο 78 — Μόνος εισηγητής

    Ο μόνος εισηγητής εκπονεί μόνος του, χωρίς ομάδα μελέτης, το σχέδιο γνωμοδότησης, το οποίο και υποβάλλει στο τμήμα ή στη CCMI. Εν ανάγκη, επικουρείται από δύο επιπλέον μέλη, μαζί με τα οποία συναπαρτίζει συντακτική ομάδα.

    Άρθρο 79 — Γενικός εισηγητής

    1.

    Ο γενικός εισηγητής καταρτίζει το σχέδιο γνωμοδότησης μόνος, χωρίς ομάδα μελέτης ή συντακτική ομάδα, και το παρουσιάζει στην Ολομέλεια χωρίς να το υποβάλει προηγουμένως σε τμήμα ή στη CCMI.

    2.

    Γενικός εισηγητής ορίζεται:

    από την Ολομέλεια ή

    από τον Πρόεδρο της ΕΟΚΕ, σε επείγουσες περιπτώσεις.

    Ο ορισμός στον οποίο προβαίνει ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ επικυρώνεται από την Ολομέλεια πριν από την εξέταση του συγκεκριμένου σχεδίου γνωμοδότησης.

    3.

    Κατά τα άλλα, ο γενικός εισηγητής έχει τα ίδια καθήκοντα και υποχρεώσεις με οποιονδήποτε άλλο εισηγητή.

    Τμήμα 3 — Ακροάσεις

    Άρθρο 80 — Ακροάσεις

    Τα διάφορα όργανα και δομές εργασίας της ΕΟΚΕ μπορούν να προβαίνουν σε ακρόαση εξωτερικών προσωπικοτήτων κατά την προετοιμασία των εργασιών τους, εφόσον αυτό δικαιολογείται από τη σημασία ενός ζητήματος σχετικά με συγκεκριμένο θέμα. Στην προετοιμασία των ακροάσεων συμμετέχουν ισότιμα και οι τρεις Ομάδες.

    Τμήμα 4 — Σύμβουλοι

    Άρθρο 81 — Σύμβουλοι

    1.

    Στον βαθμό που κρίνεται απαραίτητο, η ΕΟΚΕ δύναται να ορίζει συμβούλους για να συνεπικουρούν είτε τους εισηγητές είτε τις Ομάδες στην προετοιμασία συγκεκριμένων εργασιών.

    2.

    Οι σύμβουλοι δεν εκπροσωπούν την ΕΟΚΕ και δεν δύνανται να μιλούν εξ ονόματός της.

    3.

    Τα μέλη της ΕΟΚΕ δεν μπορούν να οριστούν σύμβουλοι.

    Οι αναπληρωτές τους μπορούν να οριστούν σύμβουλοι, με προσωρινή αναστολή της εντολής τους ως αναπληρωτών.

    4.

    Οι σύμβουλοι που συμμετέχουν στις εργασίες υπόκεινται στους ίδιους κανόνες με τα μέλη της ΕΟΚΕ όσον αφορά τις αποζημιώσεις και την επιστροφή εξόδων ταξιδίου και διαμονής.

    5.

    Κάθε αναφορά στους εισηγητές στο παρόν άρθρο νοείται επίσης ως αναφορά, κατ’ αναλογία, στους συνεισηγητές.

    Άρθρο 82 — Σύμβουλοι των εισηγητών

    1.

    Στον βαθμό που κρίνεται απαραίτητο, οι εισηγητές δύνανται να προτείνουν τον ορισμό συμβούλων.

    2.

    Οι σύμβουλοι ορίζονται από τους προέδρους των τμημάτων, κατόπιν πρότασης των εισηγητών, για να συνεπικουρούν τους εισηγητές στην προετοιμασία των εγγράφων που συνδέονται με τις συμβουλευτικές εργασίες της ΕΟΚΕ, όπως αυτές αναφέρονται στο άρθρο 46 του παρόντος Εσωτερικού Κανονισμού.

    3.

    Κατόπιν πρότασης των εισηγητών, οι σύμβουλοι των εισηγητών μπορούν να παρίστανται σε ορισμένες συνεδριάσεις όταν η παρουσία τους κρίνεται αναγκαία και δικαιολογημένη κατά την εξέταση του εγγράφου για την προετοιμασία του οποίου ορίστηκαν.

    Υπό τους όρους αυτούς, μπορούν να συμμετέχουν στις εξής συνεδριάσεις:

    τις συνεδριάσεις των ομάδων μελέτης,

    τις συνεδριάσεις των τμημάτων,

    τις συνεδριάσεις της CCMI,

    τις συνεδριάσεις των υποεπιτροπών,

    τις συνεδριάσεις των ειδικών ομάδων.

    Μπορούν επίσης να συμμετέχουν σε μία μόνο προπαρασκευαστική συνεδρίαση με τον εισηγητή.

    Η συμμετοχή σε άλλες συνεδριάσεις, συμπεριλαμβανομένων τυχόν συνεδριάσεων με εκπροσώπους άλλων θεσμικών οργάνων και με άλλους παράγοντες, υπόκειται στην πρότερη έγκριση του προέδρου του τμήματος.

    4.

    Οι σύμβουλοι των εισηγητών μπορούν να συμμετέχουν στις συνόδους ολομέλειας μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις και υπό τον όρο να πληρούνται σωρευτικά οι εξής δύο προϋποθέσεις:

    i.

    το έγγραφο το οποίο επεξεργάζονται να είναι εγγεγραμμένο στην ημερήσια διάταξη της συνόδου ολομέλειας προς συζήτηση, και

    ii.

    να έχουν λάβει την πρότερη έγκριση του προέδρου του τμήματος.

    5.

    Οι σύμβουλοι των γενικών εισηγητών μπορούν να συμμετέχουν στις συνόδους ολομέλειας.

    Άρθρο 83 — Σύμβουλοι των Ομάδων

    1.

    Οι πρόεδροι των Ομάδων δύνανται να ορίζουν συμβούλους των Ομάδων.

    2.

    Οι σύμβουλοι των Ομάδων μπορούν να συμμετέχουν στις συνεδριάσεις των ομάδων μελέτης.

    3.

    Οι σύμβουλοι των Ομάδων μπορούν να συμμετέχουν στις προπαρασκευαστικές συνεδριάσεις, τις συνεδριάσεις των τμημάτων και τις συνόδους ολομέλειας μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις και υπό τον όρο να πληρούνται σωρευτικά οι εξής δύο προϋποθέσεις:

    i.

    το έγγραφο περί του οποίου πρόκειται να είναι εγγεγραμμένο στην ημερήσια διάταξη της συνεδρίασης ή της συνόδου ολομέλειας προς συζήτηση, και

    ii.

    να έχουν λάβει την πρότερη έγκριση του προέδρου της ενδιαφερόμενης Ομάδας.

    4.

    Οι σύμβουλοι των Ομάδων μπορούν επίσης να προσφέρουν τη συνδρομή τους στην κατάρτιση άλλων εγγράφων ή εκθέσεων για τις Ομάδες, με θέμα το νομοθετικό και πολιτικό έργο της ΕΟΚΕ, κατόπιν έγκρισης του Προεδρείου. Για την εκτέλεση των καθηκόντων αυτών, οι σύμβουλοι των Ομάδων θα μπορούν να συμμετέχουν σε δύο, κατ’ ανώτατο όριο, προπαρασκευαστικές συνεδριάσεις με μέλη των Ομάδων. Οι σύμβουλοι των Ομάδων μπορούν να συμμετέχουν σε πρόσθετες συνεδριάσεις μόνο με την πρότερη έγκριση του προέδρου της εκάστοτε Ομάδας.

    5.

    Τα κριτήρια και οι διαδικασίες ορισμού συμβούλων των Ομάδων αποφασίζονται από την κάθε Ομάδα.

    Τμήμα 5 — Απουσία και εκπροσώπηση

    Άρθρο 84 — Εκχώρηση δικαιώματος ψήφου

    1.

    Κάθε μέλος της ΕΟΚΕ που κωλύεται να παραστεί σε σύνοδο ολομέλειας δύναται να εκχωρήσει το δικαίωμα ψήφου του σε άλλο μέλος της ΕΟΚΕ.

    Κάθε μέλος της ΕΟΚΕ που κωλύεται να παραστεί σε συνεδρίαση τμήματος δύναται να εκχωρήσει το δικαίωμα ψήφου του σε άλλο μέλος του τμήματος.

    2.

    Το κωλυόμενο μέλος ενημερώνει εγγράφως τη γραμματεία της Ομάδας του, η οποία ενημερώνει τον πρόεδρο του ενδιαφερόμενου οργάνου.

    Τα μη εγγεγραμμένα σε Ομάδα μέλη ενημερώνουν απευθείας τον πρόεδρο του ενδιαφερόμενου οργάνου.

    3.

    Σε κάθε μέλος μπορεί να εκχωρηθεί μόνο ένα δικαίωμα ψήφου για μια σύνοδο ολομέλειας ή συνεδρίαση τμήματος.

    4.

    Για τον υπολογισμό της απαρτίας και της πλειοψηφίας, το μέλος που εκχωρεί το δικαίωμα ψήφου του θεωρείται εκπροσωπούμενο μέλος.

    Άρθρο 85 — Εκπροσώπηση

    1.

    Εάν ένα μέλος κωλύεται να παραστεί σε συνεδρίαση στην οποία έχει προσκληθεί δεόντως, μπορεί να ορίσει ως εκπρόσωπό του άλλο μέλος της ΕΟΚΕ, παρέχοντάς του εντολή εκπροσώπησης.

    2.

    Το κωλυόμενο μέλος ενημερώνει εγγράφως τη γραμματεία της Ομάδας του, η οποία ενημερώνει τον πρόεδρο του ενδιαφερόμενου οργάνου.

    Τα μη εγγεγραμμένα σε Ομάδα μέλη ενημερώνουν απευθείας τον πρόεδρο του ενδιαφερόμενου οργάνου.

    3.

    Η εντολή εκπροσώπησης ισχύει μόνο για τη συνεδρίαση για την οποία έχει δοθεί.

    Η εντολή συμπεριλαμβάνει την εκχώρηση δικαιώματος ψήφου στον εκπρόσωπο, σύμφωνα με το άρθρο 84, εκτός εάν δηλώνεται το αντίθετο στην εν λόγω εντολή εκπροσώπησης.

    4.

    Η εκπροσώπηση υπό την έννοια του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζεται στις εξής συνεδριάσεις:

    του Προεδρείου της ΕΟΚΕ,

    της Επιτροπής Οικονομικών και Προϋπολογισμού (CAF),

    του Σώματος των Κοσμητόρων,

    της Επιτροπής Δεοντολογίας,

    της Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου.

    Άρθρο 86 — Υποκατάσταση σε ομάδα μελέτης

    1.

    Κατά τη σύσταση μιας ομάδας μελέτης, κάθε μέλος αυτής μπορεί να ζητήσει από το τμήμα να υποκατασταθεί από άλλο μέλος της ΕΟΚΕ.

    2.

    Η υποκατάσταση αυτή είναι αμετάκλητη και ισχύει μόνο για ένα συγκεκριμένο θέμα και για όλη τη διάρκεια των σχετικών εργασιών του τμήματος.

    Άρθρο 87 — Αναπλήρωση

    1.

    Τα μέλη της ΕΟΚΕ μπορούν να υποδεικνύουν αναπληρωτές για τις προπαρασκευαστικές εργασίες. Οι αναπληρωτές ορίζονται από το Προεδρείο.

    Οι αντιπρόσωποι της CCMI δεν μπορούν να υποδεικνύουν αναπληρωτές.

    2.

    Ως προπαρασκευαστικές εργασίες υπό την έννοια του παρόντος άρθρου νοούνται οι ακόλουθες, αρκεί να διεξάγονται στις Βρυξέλλες και να έχουν ως σκοπό την εκπόνηση γνωμοδότησης, έκθεσης αξιολόγησης ή ενημερωτικής έκθεσης:

    οι συνεδριάσεις των ομάδων μελέτης,

    οι συνεδριάσεις των τμημάτων,

    οι συνεδριάσεις της CCMI,

    οι συνεδριάσεις των παρατηρητηρίων,

    οι συνεδριάσεις των υποεπιτροπών.

    3.

    Οι αναπληρωτές είναι άτομα που δεν ανήκουν στην ΕΟΚΕ.

    Τα μέλη της ΕΟΚΕ και οι αντιπρόσωποι της CCMI δεν μπορούν να ασκούν καθήκοντα αναπληρωτή.

    4.

    Ο αναπληρωτής πρέπει να προέρχεται από τον ίδιο χώρο —ή να εκπροσωπεί την ίδια κατηγορία— της κοινωνίας των πολιτών με το μέλος που αναπληρώνει.

    Το όνομα και η ιδιότητα του επιλεγέντος αναπληρωτή γνωστοποιούνται στο Προεδρείο προς έγκριση.

    5.

    Ένας αναπληρωτής δεν μπορεί να αναπληρώνει ταυτόχρονα περισσότερα του ενός μέλη.

    6.

    Ο αναπληρωτής ασκεί τα ίδια καθήκοντα με το μέλος που αναπληρώνει, με τις εξής εξαιρέσεις:

    Οι αναπληρωτές δεν έχουν δικαίωμα ψήφου.

    Εάν το αναπληρούμενο μέλος επιθυμεί να ασκήσει το δικαίωμα ψήφου του, πρέπει να αποστείλει έγγραφη εκχώρηση δικαιώματος ψήφου για άλλο μέλος της ΕΟΚΕ, σύμφωνα με το άρθρο 84 του παρόντος Εσωτερικού Κανονισμού.

    Όταν το μέλος κατέχει θέση προέδρου τμήματος, μέλους προεδρείου τμήματος ή προέδρου ομάδας μελέτης, ο αναπληρωτής του δεν μπορεί να αναλάβει τα καθήκοντα αυτά.

    Ο αναπληρωτής δεν μπορεί να ασκεί καθήκοντα εισηγητή ή συνεισηγητή.

    7.

    Όσον αφορά τις αποζημιώσεις και την επιστροφή εξόδων ταξιδίου και διαμονής, ο αναπληρωτής υπόκειται στις οικείες αποφάσεις του Συμβουλίου και του Προεδρείου.

    8.

    Ένας αναπληρωτής είναι δυνατόν να οριστεί σύμβουλος.

    Στην περίπτωση αυτή, το καθεστώς του ως αναπληρωτή αναστέλλεται εκ των πραγμάτων για όλη τη διάρκεια της εντολής του ως συμβούλου.

    9.

    Ένα μέλος μπορεί ανά πάσα στιγμή να θέσει τέλος στην εντολή του αναπληρωτή του, ενημερώνοντας το Προεδρείο.

    Σε κάθε περίπτωση, η εντολή του αναπληρωτή εκπνέει ταυτόχρονα με την εντολή του μέλους το οποίο αναπληρώνει.

    Σε περίπτωση παραίτησης του μέλους, η εντολή του αναπληρωτή του εκπνέει την ημέρα της πραγματικής λήξης των καθηκόντων του μέλους της ΕΟΚΕ.

    10.

    Τα κριτήρια και η διαδικασία ορισμού των αναπληρωτών καθορίζονται με απόφαση του Προεδρείου, κατόπιν διαβούλευσης με τις Ομάδες.

    Τμήμα 6 — Λειτουργία της CCMI

    Άρθρο 88 — Ιδιαιτερότητες της λειτουργίας της CCMI

    1.

    Η CCMI εκπονεί συμπληρωματικές γνωμοδοτήσεις.

    Το Προεδρείο μπορεί επίσης να αναθέσει στη CCMI την εκπόνηση σχεδίων συνήθων γνωμοδοτήσεων —συμπεριλαμβανομένων γνωμοδοτήσεων πρωτοβουλίας—, σχεδίων εκθέσεων αξιολόγησης, καθώς και σχεδίων ενημερωτικών εκθέσεων.

    2.

    Οι διατάξεις που ισχύουν για τα τμήματα ισχύουν, τηρουμένων των αναλογιών, για τη CCMI, με τις εξής ιδιαιτερότητες:

    Μόνο τα μέλη της ΕΟΚΕ μπορούν να οριστούν εισηγητές. Οι αντιπρόσωποι μπορούν μόνο να οριστούν συνεισηγητές.

    Κατά την ψηφοφορία στη CCMI επί σχεδίου γνωμοδότησης, σχεδίου έκθεσης αξιολόγησης ή σχεδίου ενημερωτικής έκθεσης, ο πρόεδρός της καλεί πρώτα μόνο τους αντιπροσώπους να εκφράσουν τη γνώμη τους με ενδεικτική ψηφοφορία, της οποίας και ανακοινώνει το αποτέλεσμα.

    Κατόπιν, κηρύσσει την έναρξη της ψηφοφορίας για τα μέλη της ΕΟΚΕ.

    Για την έγκριση του σχεδίου γνωμοδότησης, έκθεσης αξιολόγησης ή ενημερωτικής έκθεσης, λαμβάνεται υπόψη μόνον η ψηφοφορία των μελών της ΕΟΚΕ.

    Ανάλογη διαδικασία ακολουθείται σε περίπτωση ψηφοφορίας επί τροπολογιών.

    Οι αντιπρόσωποι μπορούν να καταθέσουν τροπολογίες επί σχεδίου γνωμοδότησης, έκθεσης αξιολόγησης ή ενημερωτικής έκθεσης προς ψήφιση από τη CCMI. Δεν μπορούν να καταθέσουν τροπολογίες προς ψήφιση στην Ολομέλεια.

    ΤΙΤΛΟΣ III

    ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

    Κεφάλαιο I

    Επείγουσες διαδικασίες

    Άρθρο 89 — Επείγουσα διαδικασία σε επίπεδο Ολομέλειας

    1.

    Εάν ο επείγων χαρακτήρας ενός θέματος οφείλεται στην προθεσμία που έχει ταχθεί στην ΕΟΚΕ από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο ή την Επιτροπή για την έκδοση της γνωμοδότησής της, τότε μπορεί να εφαρμοστεί η επείγουσα διαδικασία εφόσον ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ διαπιστώσει ότι είναι αναγκαία για να μπορέσει η ΕΟΚΕ να εγκρίνει έγκαιρα τη γνωμοδότησή της.

    Η επείγουσα διαδικασία σε επίπεδο Ολομέλειας είναι επίσης δυνατόν να εφαρμοστεί στην έγκριση έκθεσης αξιολόγησης, ενημερωτικής έκθεσης ή ψηφίσματος σχετικών με θέμα της επικαιρότητας, εφόσον ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ κρίνει ότι η έγκριση δεν πρέπει να αναβληθεί έως την προσεχή σύνοδο ολομέλειας.

    2.

    Η επείγουσα διαδικασία σε επίπεδο Ολομέλειας επιτρέπει στον Πρόεδρο της ΕΟΚΕ να λαμβάνει πάραυτα, και αφού προηγουμένως ενημερώσει εγγράφως τη Διευρυμένη Προεδρία, όλα τα μέτρα που είναι αναγκαία για να εξασφαλίζεται η εύρυθμη διεξαγωγή των εργασιών της ΕΟΚΕ.

    Ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ ενημερώνει σχετικά τα μέλη του Προεδρείου πάραυτα.

    3.

    Τα μέτρα που λαμβάνει ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ υποβάλλονται στην Ολομέλεια προς επικύρωση κατά την επόμενη σύνοδό της.

    Άρθρο 90 — Επείγουσα διαδικασία σε επίπεδο Προεδρείου

    1.

    Σε περίπτωση όπου υφίσταται επιτακτική ανάγκη να εγκρίνει το Προεδρείο μια απόφαση εντός προθεσμίας η οποία καθιστά αδύνατη την αναμονή της προσεχούς συνεδρίασής του, και όπου η προσφυγή στη γραπτή διαδικασία δεν είναι εφικτή, ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ μπορεί να λαμβάνει πάραυτα όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίζεται η εύρυθμη λειτουργία της ΕΟΚΕ.

    Ενημερώνει σχετικά τα μέλη του Προεδρείου.

    2.

    Τα μέτρα που λαμβάνει ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ υποβάλλονται στο Προεδρείο προς επικύρωση κατά την επόμενη συνεδρίασή του.

    Άρθρο 91 — Επείγουσα διαδικασία σε επίπεδο τμημάτων

    1.

    Εάν ο επείγων χαρακτήρας ενός θέματος προκύπτει από τις προθεσμίες που έχουν ταχθεί σε ένα τμήμα για να εκδώσει τη γνωμοδότησή του, ο πρόεδρός του, με τη σύμφωνη γνώμη των προέδρων των τριών Ομάδων, μπορεί να οργανώσει τις εργασίες του τμήματος κατά παρέκκλιση των διατάξεων του παρόντος Εσωτερικού Κανονισμού για την οργάνωση των εργασιών των τμημάτων.

    Η επείγουσα διαδικασία σε επίπεδο τμήματος είναι επίσης δυνατόν να εφαρμοστεί στην έγκριση έκθεσης αξιολόγησης, ενημερωτικής έκθεσης ή ψηφίσματος σχετικών με θέμα της επικαιρότητας, εφόσον ο πρόεδρος του τμήματος κρίνει ότι η έγκριση δεν πρέπει να αναβληθεί έως την προσεχή συνεδρίαση.

    Ο πρόεδρος του τμήματος ενημερώνει σχετικά τα μέλη του προεδρείου του τμήματος.

    2.

    Τα μέτρα που λαμβάνει ο πρόεδρος του ενδιαφερόμενου τμήματος βάσει της επείγουσας διαδικασίας υποβάλλονται στο τμήμα προς επικύρωση κατά την επόμενη συνεδρίασή του.

    Ο πρόεδρος του τμήματος μπορεί να αποφασίσει ότι η επικύρωση της πρότασής του θα γίνει εγγράφως πριν από την προσεχή συνεδρίαση του τμήματος. Στην περίπτωση αυτή ορίζει προθεσμία για την απάντηση. Ισχύουν εν προκειμένω οι συνήθεις πλειοψηφίες για την έγκριση αποφάσεων σε τμήμα.

    3.

    Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου είναι επίσης εφαρμοστέες στη CCMI.

    Κεφάλαιο II

    Διαδικασίες που αφορούν τα μέλη

    Άρθρο 92 — Πρόταση δυσπιστίας

    1.

    Κατόπιν πρότασης του Προεδρείου, η οποία έχει λάβει ψήφους υπέρ που αντιστοιχούν τουλάχιστον στα τρία τέταρτα των μελών του ή κατόπιν αιτήματος περισσότερων από των μισών μελών της ΕΟΚΕ, μπορεί να υποβληθεί στην Ολομέλεια πρόταση δυσπιστίας για τον Πρόεδρο της ΕΟΚΕ.

    Στην περίπτωση αυτή, η εν λόγω πρόταση εγγράφεται ως πρώτο σημείο στην ημερήσια διάταξη της επόμενης συνόδου ολομέλειας.

    Για την εξέταση του σημείου που αφορά την πρόταση δυσπιστίας, της Ολομέλειας προεδρεύει ο Αντιπρόεδρος που είναι επικεφαλής της Επιτροπής Οικονομικών και Προϋπολογισμού.

    2.

    Η Ολομέλεια αποφασίζει επί της πρότασης δυσπιστίας με μυστική ψηφοφορία και χωρίς δυνατότητα εκχώρησης του δικαιώματος ψήφου, αφού ακούσει, κατά σειρά, ένα μέλος από κάθε Ομάδα, εν συνεχεία τα μέλη της Προεδρίας που επιθυμούν να λάβουν τον λόγο, ενδεχομένως έναν εκπρόσωπο των μελών που υπέβαλαν την πρόταση δυσπιστίας, καθώς επίσης και τον Πρόεδρο της ΕΟΚΕ, τελευταίο κατά σειρά.

    Η Ολομέλεια αποφασίζει επί της πρότασης κατά πλειοψηφία δύο τρίτων των έγκυρων ψήφων που αντιστοιχεί στην πλειοψηφία του συνόλου των μελών της.

    Στην αντίθετη περίπτωση, θεωρείται απορριφθείσα.

    3.

    Η Ολομέλεια προβαίνει αμέσως στην αντικατάσταση του Προέδρου της ΕΟΚΕ από μέλος που ανήκει στην ίδια Ομάδα με τον απερχόμενο Πρόεδρο της ΕΟΚΕ.

    4.

    Η Ολομέλεια ψηφίζει επί της υποψηφιότητας που έχει υποβάλει η ενδιαφερόμενη Ομάδα. Εάν η υποψηφιότητα καταψηφιστεί, η Ολομέλεια διακόπτει τις εργασίες της, ώστε να μπορέσει η ενδιαφερόμενη Ομάδα να προτείνει άλλα μέλη της, έως την εκλογή κάποιου υποψηφίου στη θέση του Προέδρου της ΕΟΚΕ.

    Η Ολομέλεια συγκαλείται εκ νέου, ει δυνατόν εντός της ίδιας ημέρας, από τον προσωρινό πρόεδρό της.

    5.

    Ο νέος Πρόεδρος της ΕΟΚΕ εκλέγεται για το εναπομένον διάστημα της τρέχουσας θητείας.

    Άρθρο 93 — Έκπτωση

    1.

    Εάν ένα μέλος της ΕΟΚΕ κωλύεται να παραστεί σε σύνοδο ή συνεδρίαση στην οποία έχει προσκληθεί δεόντως, οφείλει να ενημερώσει εκ των προτέρων τη γραμματεία της Ομάδας του, η οποία ενημερώνει τον πρόεδρο του ενδιαφερόμενου οργάνου.

    Τα μη εγγεγραμμένα σε Ομάδα μέλη ενημερώνουν απευθείας τον πρόεδρο του ενδιαφερόμενου οργάνου.

    2.

    Εάν ένα μέλος της ΕΟΚΕ απουσιάσει από περισσότερες των πέντε διαδοχικές συνόδους ολομέλειας, χωρίς να εκχωρήσει το δικαίωμα ψήφου του σε άλλο μέλος βάσει του άρθρου 84 και χωρίς βάσιμο λόγο, ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ, αφού ζητήσει τη γνώμη του Προεδρείου και αφού καλέσει τον ενδιαφερόμενο να δικαιολογήσει την απουσία του, δύναται να του ζητήσει να παραιτηθεί, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 8, και, ενδεχομένως, να ζητήσει από το Συμβούλιο να θέσει τέρμα στη θητεία του, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 9 του παρόντος Εσωτερικού Κανονισμού.

    3.

    Εάν ένα μέλος τμήματος ή της CCMI απουσιάσει από περισσότερες των πέντε διαδοχικές συνεδριάσεις του εν λόγω οργάνου, χωρίς να εκχωρήσει το δικαίωμα ψήφου του σε άλλο μέλος βάσει του άρθρου 84, χωρίς να εκπροσωπηθεί από άλλο μέλος βάσει του άρθρου 85 και χωρίς να επικαλεστεί βάσιμο λόγο, ο πρόεδρος του εν λόγω οργάνου, αφού καλέσει τον ενδιαφερόμενο να δικαιολογήσει την απουσία του, δύναται να του ζητήσει να αποχωρήσει από το τμήμα ή τη CCMI.

    Ο πρόεδρος του τμήματος ενημερώνει σχετικά το Προεδρείο της ΕΟΚΕ, και κινείται η διαδικασία αντικατάστασης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 23 παράγραφος 4 του παρόντος Εσωτερικού Κανονισμού.

    Άρθρο 94 — Πειθαρχική διαδικασία

    Σε περίπτωση παραβίασης δεοντολογικών κανόνων, καταστρατήγησης κανόνων, αρχών ή προτύπων συμπεριφοράς ή παράβασης των καθηκόντων και υποχρεώσεων που διαλαμβάνονται στον παρόντα Εσωτερικό Κανονισμό, στον Κώδικα Δεοντολογίας ή στο καθεστώς των μελών εκ μέρους ενός μέλους ΕΟΚΕ, αντιπροσώπου, αναπληρωτή ή συμβούλου, εφαρμόζεται η πειθαρχική διαδικασία που προβλέπεται στο μέρος ΙΙΙ του Κώδικα Δεοντολογίας.

    Άρθρο 95 — Άρση της ασυλίας

    Κάθε αίτημα το οποίο απευθύνεται στον Πρόεδρο της ΕΟΚΕ από αρμόδια αρχή κράτους μέλους με σκοπό την άρση της ασυλίας ενός μέλους της ΕΟΚΕ διευθετείται σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο κεφάλαιο IV του καθεστώτος των μελών.

    Άρθρο 96 — Βοήθεια

    1.

    Στα μέλη της ΕΟΚΕ μπορεί να παρασχεθεί η βοήθεια που προβλέπει η Ένωση για τους υπαλλήλους στον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2) (στο εξής: κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης), στις περιπτώσεις και υπό τους όρους που προβλέπονται στον εν λόγω κανονισμό.

    2.

    Η αρμοδιότητα απόφασης επί αιτήματος βοήθειας που υποβάλλει ένα μέλος ανήκει στο Προεδρείο, κατόπιν πρότασης του Προέδρου της ΕΟΚΕ.

    Το Προεδρείο εγκρίνει την απόφασή του κατόπιν ακρόασης του ενδιαφερόμενου μέλους.

    3.

    Εάν το μέλος που αιτείται βοήθεια είναι μέλος του Προεδρείου, δεν συμμετέχει στο σημείο της συνεδρίασης του Προεδρείου που αφορά το ζήτημα αυτό.

    Επιπλέον, εάν το μέλος που αιτείται βοήθεια είναι ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ, το Προεδρείο ενεργεί βάσει πρότασης του Αντιπροέδρου που προεδρεύει της Επιτροπής Οικονομικών και Προϋπολογισμού (CAF).

    Κεφάλαιο III

    Δημοσιότητα των εργασιών και δημοσιοποίησή τους

    Άρθρο 97 — Δημοσίευση

    1.

    Η ΕΟΚΕ δημοσιεύει τις γνωμοδοτήσεις της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    2.

    Η σύνθεση της Ολομέλειας, του Προεδρείου και των τμημάτων, καθώς και όλες οι σχετικές τροποποιήσεις δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και καταχωρούνται στον ιστότοπο της ΕΟΚΕ στο διαδίκτυο.

    Άρθρο 98 — Διαφάνεια, ανοιχτές διαδικασίες και δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα της ΕΟΚΕ

    1.

    Η ΕΟΚΕ μεριμνά για τη διαφάνεια των αποφάσεών της, με όσο το δυνατόν πιο ανοιχτό τρόπο.

    2.

    Κάθε πολίτης της Ευρωπαϊκής Ένωσης δύναται να απευθύνεται γραπτώς στην ΕΟΚΕ σε μία από τις επίσημες γλώσσες και να λαμβάνει απάντηση στην ίδια γλώσσα, σύμφωνα με το άρθρο 24 τέταρτο εδάφιο της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    3.

    Κάθε πολίτης της Ένωσης και κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο κατοικεί ή έχει την καταστατική του έδρα σε ένα κράτος μέλος έχει δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα της ΕΟΚΕ, ανεξαρτήτως υποθέματος, σύμφωνα με το άρθρο 15 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Η εν λόγω πρόσβαση στα έγγραφα της ΕΟΚΕ υπόκειται στις αρχές, τις προϋποθέσεις και τα όρια που καθορίζονται στους ενωσιακούς κανονισμούς και στις εσωτερικές αποφάσεις της ΕΟΚΕ, συνάδει δε με τους κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης περί προστασίας των δεδομένων.

    4.

    Η Επιτροπή των Περιφερειών τηρεί μητρώο των εγγράφων της.

    Το Προεδρείο εγκρίνει τους εσωτερικούς κανόνες που διέπουν τις διαδικασίες πρόσβασης στο εν λόγω μητρώο και καθορίζει τον κατάλογο των εγγράφων στα οποία παρέχεται άμεση πρόσβαση.

    Μεριμνά ώστε όλα τα έγγραφα της ΕΟΚΕ να καταχωρούνται στο εν λόγω μητρώο, ιδίως δε οι αποφάσεις της Ολομέλειας, του Προεδρείου και του Προέδρου της ΕΟΚΕ.

    5.

    Ο Γενικός Γραμματέας είναι επιφορτισμένος με τη λήψη των μέτρων που απαιτούνται για την εξασφάλιση του δικαιώματος πρόσβασης του κοινού στα σχετικά έγγραφα, κατόπιν διαβούλευσης με τη Διευρυμένη Προεδρία και τη Νομική Υπηρεσία.

    Άρθρο 99 — Δημόσιος χαρακτήρας των συνεδριάσεων της ΕΟΚΕ

    1.

    Οι σύνοδοι ολομέλειας και οι συνεδριάσεις των τμημάτων και της CCMI είναι δημόσιες.

    2.

    Εντούτοις, ορισμένες συζητήσεις των οργάνων αυτών που δεν αφορούν συμβουλευτικές εργασίες μπορεί να χαρακτηριστούν εμπιστευτικές με απόφαση της Ολομέλειας.

    Οι ενδιαφερόμενες δομές ή όργανα, καθώς και το Προεδρείο, μπορούν να ζητήσουν από την Ολομέλεια την πραγματοποίηση συζήτησης κεκλεισμένων των θυρών.

    3.

    Οι λοιπές συνεδριάσεις δεν είναι δημόσιες.

    Ωστόσο, σε δικαιολογημένες —κατά την κρίση του προεδρεύοντος της συνεδρίασης— περιπτώσεις, μπορούν να παρίστανται στις μη δημόσιες συνεδριάσεις άλλα άτομα, με την ιδιότητα του παρατηρητή.

    4.

    Ο προεδρεύων της συνεδρίασης μπορεί να προσκαλεί τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, καθώς και άλλους παράγοντες —όπως κρίνεται σκόπιμο— να παρίστανται, να λαμβάνουν τον λόγο ή να απαντούν σε ερωτήσεις στις συνεδριάσεις της Ολομέλειας, του Προεδρείου, των τμημάτων, της CCMI και άλλων οργάνων της ΕΟΚΕ.

    ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ

    ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

    Κεφάλαιο I

    Γενική Γραμματεία

    Άρθρο 100 — Γενική Γραμματεία

    1.

    Η ΕΟΚΕ επικουρείται στο έργο της από γενική γραμματεία, υπό τη διεύθυνση Γενικού Γραμματέα.

    2.

    Το Προεδρείο, κατόπιν πρότασης του Γενικού Γραμματέα, καθορίζει την οργανωτική δομή της Γενικής Γραμματείας και εγκρίνει το οργανόγραμμα της ΕΟΚΕ, κατά τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται η λειτουργία της ΕΟΚΕ και των οργάνων της και να επικουρούνται τα μέλη της κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, ιδίως δε κατά την οργάνωση των συνεδριάσεων και την κατάρτιση των γνωμοδοτήσεων.

    Άρθρο 101 — Γενικός Γραμματέας

    1.

    Ο Γενικός Γραμματέας ασκεί τα καθήκοντά του υπό την εποπτεία του Προέδρου της ΕΟΚΕ, ο οποίος εκπροσωπεί το Προεδρείο.

    2.

    Ο Γενικός Γραμματέας συμμετέχει με συμβουλευτικό ρόλο στις συνεδριάσεις του Προεδρείου, των οποίων και τηρεί τα πρακτικά.

    3.

    Αναλαμβάνει επισήμως, ενώπιον του Προεδρείου, τη δέσμευση να εκτελεί τα καθήκοντά του με απόλυτη ευσυνειδησία και πλήρη αμεροληψία.

    4.

    Ο Γενικός Γραμματέας εκτελεί τις αποφάσεις που λαμβάνουν η Ολομέλεια, το Προεδρείο και ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ δυνάμει του παρόντος Εσωτερικού Κανονισμού.

    Όσον αφορά την εκτέλεση των αποφάσεων που λαμβάνουν τα εν λόγω όργανα, υποβάλλει, κατά περίπτωση, ανά τρίμηνο στον Πρόεδρο της ΕΟΚΕ γραπτή έκθεση σχετικά με τα κριτήρια και τα μέτρα εφαρμογής που έχουν επιλεγεί ή προταθεί, όσον αφορά διοικητικά ή οργανωτικά προβλήματα, καθώς και θέματα που αφορούν το προσωπικό.

    Ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ διαβιβάζει αμελλητί τις πληροφορίες αυτές στο Προεδρείο.

    5.

    Οι εξουσίες που ανατίθενται στον Γενικό Γραμματέα βάσει εκχώρησης εξουσιών από το Προεδρείο ή τον Πρόεδρο της ΕΟΚΕ είναι προσωρινού χαρακτήρα: η ισχύς της εκχώρησης λήγει, το αργότερο, είκοσι μία (21) ημερολογιακές ημέρες μετά την ημερομηνία της εκλογής νέου Προεδρείου ή νέου Προέδρου της ΕΟΚΕ.

    Ο Γενικός Γραμματέας δύναται να εκχωρεί περαιτέρω τις εξουσίες που του έχουν εκχωρηθεί, εντός των ορίων που καθορίζει η εκχωρούσα αρχή.

    6.

    Ο Γενικός Γραμματέας δύναται να εκχωρεί τις ίδιες αρμοδιότητές του, υποδεικνύοντας στους εσωτερικούς διοικητικούς κανόνες τους υπαλλήλους στους οποίους εκχωρεί τα συγκεκριμένα καθήκοντα, το εύρος των εκχωρούμενων αρμοδιοτήτων, καθώς και το κατά πόσον οι αποδέκτες της εκχώρησης αυτής μπορούν να μεταβιβάσουν περαιτέρω τις αρμοδιότητές τους.

    Κεφάλαιο II

    Μόνιμοι και λοιποί υπάλληλοι

    Άρθρο 102 — Εξουσίες αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής

    Όλες οι εξουσίες που ανατίθενται, βάσει του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή (στο εξής: ΑΔΑ) ασκούνται:

    1.

    όσον αφορά τον μόνιμο υπάλληλο που διορίζεται σε θέση Γενικού Γραμματέα: από το Προεδρείο·

    2.

    όσον αφορά τους μόνιμους υπαλλήλους που διορίζονται σε θέση αναπληρωτή γενικού γραμματέα ή διευθυντή:

    ως προς την εφαρμογή των άρθρων 29, 30, 31, 40, 41, 49, 50, 51, 78 και του άρθρου 90 παράγραφος 2 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης: από το Προεδρείο, κατόπιν πρότασης του Γενικού Γραμματέα·

    ως προς την εφαρμογή των λοιπών διατάξεων του εν λόγω κανονισμού, συμπεριλαμβανομένου του άρθρου 90 παράγραφος 1: από τον Πρόεδρο της ΕΟΚΕ, κατόπιν πρότασης του Γενικού Γραμματέα·

    3.

    όσον αφορά τους μόνιμους υπαλλήλους που διορίζονται σε θέση αναπληρωτή διευθυντή ή προϊσταμένου μονάδας: από τον Πρόεδρο της ΕΟΚΕ, βάσει πρότασης του Γενικού Γραμματέα.

    Ως προς τον διορισμό των εν λόγω μονίμων υπαλλήλων, η Διευρυμένη Προεδρία λαμβάνει πλήρη ενημέρωση και ζητείται η γνώμη της·

    4.

    όσον αφορά τους μόνιμους υπαλλήλους της ομάδας καθηκόντων AD που δεν ασκούν διευθυντικά καθήκοντα σε επίπεδο προϊσταμένου μονάδας ή ανώτερο, καθώς και τους μόνιμους υπαλλήλους των ομάδων καθηκόντων AST και AST/SC: από τον Γενικό Γραμματέα.

    Άρθρο 103 — Εξουσίες αρμόδιας για τη σύναψη συμβάσεων πρόσληψης αρχής

    Όλες οι εξουσίες που ανατίθενται, βάσει του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό της Ένωσης (στο εξής: καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό), στην αρμόδια για τη σύναψη συμβάσεων πρόσληψης αρχή (στο εξής: ΑΣΣΠΑ), ασκούνται:

    1.

    όσον αφορά τον έκτακτο υπάλληλο που προσλαμβάνεται σε θέση Γενικού Γραμματέα: από το Προεδρείο·

    2.

    όσον αφορά τους έκτακτους υπαλλήλους που προσλαμβάνονται σε θέση αναπληρωτή γενικού γραμματέα ή διευθυντή:

    ως προς την εφαρμογή των άρθρων 11, 17, 33 και 48 του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό: από το Προεδρείο, κατόπιν πρότασης του Γενικού Γραμματέα·

    ως προς την εφαρμογή των λοιπών διατάξεων του εν λόγω καθεστώτος: από τον Πρόεδρο της ΕΟΚΕ, κατόπιν πρότασης του Γενικού Γραμματέα·

    3.

    όσον αφορά τους έκτακτους υπαλλήλους που προσλαμβάνονται σε θέση αναπληρωτή διευθυντή ή προϊσταμένου μονάδας: από τον Πρόεδρο της ΕΟΚΕ, κατόπιν πρότασης του Γενικού Γραμματέα.

    Ως προς την πρόσληψη των εν λόγω υπαλλήλων, η Διευρυμένη Προεδρία λαμβάνει πλήρη ενημέρωση και ζητείται η γνώμη της·

    4.

    όσον αφορά τους έκτακτους υπαλλήλους της ομάδας καθηκόντων AD που δεν ασκούν διευθυντικά καθήκοντα σε επίπεδο προϊσταμένου μονάδας ή ανώτερο, καθώς και τους έκτακτους υπαλλήλους των ομάδων καθηκόντων AST και AST/SC: από τον Γενικό Γραμματέα·

    5.

    όσον αφορά τους ειδικούς συμβούλους: από τον Γενικό Γραμματέα·

    6.

    όσον αφορά τους συμβασιούχους υπαλλήλους: από τον Γενικό Γραμματέα.

    Άρθρο 104 — Άλλες διατάξεις του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης

    1.

    Οι εξουσίες που ανατίθενται στην ΕΟΚΕ βάσει του άρθρου 110 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, με σκοπό την εφαρμογή των γενικών εκτελεστικών διατάξεων του εν λόγω κανονισμού και των κανόνων που εκδίδονται με συμφωνία μεταξύ των οργάνων, ασκούνται από τον Πρόεδρο της ΕΟΚΕ.

    Όσον αφορά τις λοιπές διατάξεις γενικού χαρακτήρα, οι εξουσίες αυτές ασκούνται από τον Γενικό Γραμματέα.

    2.

    Για όλες τις λοιπές περιπτώσεις που δεν προβλέπονται στον παρόντα Εσωτερικό Κανονισμό, τις εξουσίες που ανατίθενται στην ΕΟΚΕ —δυνάμει του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης ή του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό— ασκεί ο Γενικός Γραμματέας.

    3.

    Το Προεδρείο, ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ και ο Γενικός Γραμματέας μπορούν να εκχωρούν τις εξουσίες που τους ανατίθενται βάσει των άρθρων 102, 103 και 104 του παρόντος Εσωτερικού Κανονισμού.

    Οι πράξεις εκχώρησης των εξουσιών υποδεικνύουν τους μόνιμους ή άλλους υπαλλήλους στους οποίους εκχωρούνται οι εν λόγω εξουσίες, καθορίζουν το εύρος των εκχωρούμενων εξουσιών, τα όρια και την προθεσμία τους, καθώς και το κατά πόσον οι δικαιούχοι της εκχώρησης αυτής μπορούν να μεταβιβάσουν περαιτέρω τις εξουσίες τους.

    Άρθρο 105 — Επιλογή του Γενικού Γραμματέα

    Για τον διορισμό ή την πρόσληψη νέου Γενικού Γραμματέα ακολουθείται η κάτωθι διαδικασία:

    Α.

    Το Προεδρείο (πρώτο στάδιο):

    i.

    Αποφασίζει το καθεστώς της θέσης του Γενικού Γραμματέα (μόνιμος ή έκτακτος υπάλληλος).

    ii.

    Ορίζει συντακτική επιτροπή αποτελούμενη από τρία μέλη της ΕΟΚΕ, στην οποία ανατίθεται να ετοιμάσει σχέδιο προκήρυξης κενής θέσης, με τη συνδρομή των αρμόδιων υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας, και ορίζει την προθεσμία εντός της οποίας η εν λόγω επιτροπή οφείλει να της υποβάλει το σχέδιο.

    iii.

    Καθορίζει λεπτομερώς το περιεχόμενο της προκήρυξης κενής θέσης, βάσει του σχεδίου που υποβάλλει η συντακτική επιτροπή.

    iv.

    Ορίζει επιτροπή προεπιλογής απαρτιζόμενη από έξι μέλη της ΕΟΚΕ και καθορίζει την προθεσμία εντός της οποίας η επιτροπή αυτή οφείλει να του υποβάλει τα αποτελέσματα των εργασιών της.

    Β.

    Η επιτροπή προεπιλογής:

    i.

    Έχει ως αποστολή:

    να εξετάσει τις υποψηφιότητες,

    να διενεργήσει συνεντεύξεις,

    να συντάξει εγγράφως αιτιολογημένη έκθεση, συνοδευόμενη από κατάταξη των υποψηφίων κατά σειρά προτίμησης, ανάλογα με τα προσόντα τους και σύμφωνα με τη διαδικασία και τα κριτήρια που καθορίζονται στην προκήρυξη της θέσης, καθώς και

    να προτείνει κατάλογο υποψηφίων για τη θέση.

    Εφόσον έχει παραληφθεί επαρκής αριθμός υποψηφιοτήτων που πληρούν τις προϋποθέσεις της προκήρυξης κενής θέσης, ο κατάλογος περιλαμβάνει τουλάχιστον τρεις υποψηφίους για τη θέση, τηρείται δε η αρχή της ισόρροπης εκπροσώπησης των φύλων, αρκεί οι υποψήφιοι να διαθέτουν ισάξια προσόντα.

    Εάν πρόκειται για θέση μόνιμου υπαλλήλου, η επιτροπή προεπιλογής κατατάσσει τους υποψηφίους λαμβάνοντας υπόψη τη σειρά που προβλέπεται στο άρθρο 29 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης.

    ii.

    Επιτελεί το έργο της με πλήρη ανεξαρτησία, αμεροληψία και εχεμύθεια, βάσει των κριτηρίων που καθορίζονται στην προκήρυξη κενής θέσης που εγκρίθηκε από το Προεδρείο.

    Επικουρείται από τις αρμόδιες υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας της ΕΟΚΕ και μπορεί, ενδεχομένως, να ζητήσει ειδικευμένη εμπειρογνωμοσύνη εκτός της ΕΟΚΕ ή να κάνει χρήση δοκιμασιών που εκπονούνται από «κέντρο αξιολόγησης».

    Γ.

    Το Προεδρείο (δεύτερο στάδιο):

    i.

    Εξετάζει την έκθεση και τα έγγραφα στα οποία αυτή βασίζεται, καθώς και τον κατάλογο των υποψηφίων που της υποβάλλει η επιτροπή προεπιλογής.

    ii.

    Προβαίνει σε ακρόαση των υποψηφίων που προτείνει η επιτροπή προεπιλογής.

    iii.

    Λαμβάνει την τελική απόφαση με ψηφοφορία που διεξάγεται κεκλεισμένων των θυρών και περιλαμβάνει, εν ανάγκη, πλέον του ενός γύρους.

    Ο υποψήφιος ο οποίος, κατά τον πρώτο γύρο, λαμβάνει ψήφους υπέρ που αντιστοιχούν σε περισσότερα από τα μισά μέλη του Προεδρείου επιλέγεται χωρίς να χρειάζεται δεύτερος γύρος.

    Εάν κανένας από τους υποψηφίους δεν συγκεντρώσει αυτή την πλειοψηφία, το Προεδρείο προβαίνει σε δεύτερο γύρο ψηφοφορίας μεταξύ των δύο επικρατέστερων υποψηφίων· κατά τη λήξη της δεύτερης ψηφοφορίας, επιλέγεται ο υποψήφιος ο οποίος λαμβάνει ψήφους υπέρ που αντιστοιχούν σε περισσότερα από τα μισά μέλη του Προεδρείου.

    Σε περίπτωση ισοψηφίας λόγω της οποίας δεν είναι δυνατό να προκριθούν μόνο δύο υποψήφιοι κατά τη λήξη του πρώτου γύρου ή να οριστεί ο Γενικός Γραμματέας με τη λήξη του δεύτερου γύρου, το Προεδρείο συγκαλείται να συνεδριάσει εκ νέου προς τον σκοπό αυτόν σε προσεχή ημερομηνία.

    Κατά τη δεύτερη αυτή συνεδρίαση, το Προεδρείο πραγματοποιεί εκ νέου συνεντεύξεις με τους υποψηφίους που έχει προτείνει η επιτροπή προεπιλογής.

    Εάν το Προεδρείο δεν επιλέξει τελικά κανέναν υποψήφιο, η διαδικασία επιλογής λήγει χωρίς διορισμό ή πρόσληψη και το Προεδρείο κινεί νέα διαδικασία επιλογής.

    Άρθρο 106 — Επιλογή άλλων διευθυντικών στελεχών

    1.

    Με την επιφύλαξη των δυνατοτήτων πλήρωσης κενής θέσης με μετάθεση ή με προαγωγή εντός του οργάνου, οι οποίες πρέπει να διερευνώνται κατά προτεραιότητα, για τον διορισμό μονίμων υπαλλήλων και την πρόσληψη λοιπών υπαλλήλων σε θέσεις αναπληρωτή γενικού γραμματέα, διευθυντή, αναπληρωτή διευθυντή ή προϊσταμένου μονάδας των συμβουλευτικών εργασιών, ακολουθείται η κάτωθι διαδικασία:

    α)

    Η ΑΔΑ ή η ΑΣΣΠΑ αποφασίζει εάν επιθυμεί να δημοσιεύσει τη θέση αποκλειστικά εντός του οργάνου ή σε διοργανικό επίπεδο.

    Όσον αφορά τις θέσεις αναπληρωτή γενικού γραμματέα και διευθυντή, η δημοσίευση μπορεί επίσης να γίνει σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 2 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης.

    β)

    Πριν από την εξέταση των υποψηφιοτήτων, ο Γενικός Γραμματέας καταρτίζει πίνακα αξιολόγησης για την προεπιλογή, βάσει της προκήρυξης κενής θέσης.

    γ)

    Στο στάδιο της εξέτασης των υποψηφιοτήτων, τον Γενικό Γραμματέα επικουρούν υπάλληλοι της Γενικής Γραμματείας που κατέχουν τουλάχιστον τον ίδιο βαθμό και καθήκοντα με την προς πλήρωση θέση. Για τη θέση του αναπληρωτή γενικού γραμματέα, οι υπάλληλοι πρέπει να έχουν τουλάχιστον καθήκοντα διευθυντή.

    Στις εργασίες συμμετέχουν επίσης τρία μέλη που ορίζονται από το Προεδρείο.

    δ)

    Με τη λήξη της διαδικασίας, ο Γενικός Γραμματέας υποβάλλει πρόταση διορισμού ή πρόσληψης, λαμβάνοντας υπόψη —στην περίπτωση που πρόκειται για θέση μονίμου υπαλλήλου— τη σειρά που προβλέπεται στο άρθρο 29 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης.

    ε)

    Ο Γενικός Γραμματέας διαβιβάζει την πρότασή του:

    εάν πρόκειται για διορισμό ή πρόσληψη αναπληρωτή γενικού γραμματέα ή διευθυντή: στο Προεδρείο, το οποίο αποφασίζει βάσει αυτής·

    εάν πρόκειται για διορισμό ή πρόσληψη αναπληρωτή διευθυντή ή προϊσταμένου μονάδας των συμβουλευτικών εργασιών: στον Πρόεδρο της ΕΟΚΕ, ο οποίος αποφασίζει βάσει αυτής. Πριν από τον διορισμό ή την πρόσληψη των εν λόγω υπαλλήλων, η Διευρυμένη Προεδρία λαμβάνει πλήρη ενημέρωση και ζητείται η γνώμη της.

    2.

    Ο Γενικός Γραμματέας μπορεί να εγκρίνει απόφαση σχετικά με τις διατάξεις εφαρμογής του παρόντος άρθρου.

    Κεφάλαιο III

    Γραμματείες

    Άρθρο 107 — Γραμματεία του Προέδρου της ΕΟΚΕ

    1.

    Ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ διαθέτει γραμματεία.

    2.

    Η εν λόγω γραμματεία απαρτίζεται από μόνιμους υπαλλήλους που τοποθετούνται στην γραμματεία του Προέδρου της ΕΟΚΕ και/ή από προσωπικό το οποίο προσλαμβάνεται με καθεστώς έκτακτου υπαλλήλου, στα πλαίσια των σχετικών πιστώσεων του προϋπολογισμού.

    Και στις δύο περιπτώσεις, τις εξουσίες που ανατίθενται στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή ή στην αρμόδια για τη σύναψη συμβάσεων πρόσληψης αρχή ασκεί ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ.

    Άρθρο 108 — Γραμματεία των τμημάτων

    Κάθε τμήμα, καθώς και η CCMI, διαθέτει γραμματεία, την οποία αναλαμβάνουν οι υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας, υπό τη διεύθυνση ενός προϊσταμένου μονάδας.

    Άρθρο 109 — Γραμματεία των Ομάδων

    1.

    Κάθε Ομάδα διαθέτει γραμματεία. Ο προϊστάμενος της γραμματείας της Ομάδας υπάγεται άμεσα στον πρόεδρο της Ομάδας.

    2.

    Για τους υπαλλήλους που τοποθετούνται στις Ομάδες δυνάμει του άρθρου 37 στοιχείο α) δεύτερη περίπτωση του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, οι εξουσίες αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής ασκούνται κατόπιν πρότασης του προέδρου της ενδιαφερόμενης Ομάδας, όσον αφορά την εφαρμογή του άρθρου 38 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, συμπεριλαμβανομένων των αποφάσεων που αφορούν την εξέλιξη της σταδιοδρομίας τους εντός της Ομάδας.

    Όταν ένας μόνιμος υπάλληλος που είχε αποσπαστεί σε μια Ομάδα επανέλθει στη γραμματεία της ΕΟΚΕ, κατατάσσεται στον βαθμό τον οποίο θα δικαιούταν ως μόνιμος υπάλληλος.

    3.

    Για τους έκτακτους υπαλλήλους που τοποθετούνται στις Ομάδες δυνάμει του άρθρου 2 στοιχείο γ) του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό, οι εξουσίες αρμόδιας για τη σύναψη συμβάσεων πρόσληψης αρχής ασκούνται κατόπιν πρότασης του προέδρου της ενδιαφερόμενης Ομάδας, όσον αφορά την εφαρμογή του άρθρου 8 τρίτο εδάφιο, του άρθρου 9 και του άρθρου 10 παράγραφος 3 του εν λόγω καθεστώτος.

    Κεφάλαιο IV

    Προϋπολογισμός

    Άρθρο 110 — Κατάρτιση του προϋπολογισμού της ΕΟΚΕ

    1.

    Εντός του πρώτου τετραμήνου κάθε έτους, ο Γενικός Γραμματέας διαβιβάζει στην Επιτροπή Οικονομικών και Προϋπολογισμού το προσχέδιο της κατάστασης προβλέψεων των εσόδων και των δαπανών της ΕΟΚΕ, το οποίο υποβάλλεται στο Προεδρείο για το επόμενο οικονομικό έτος.

    2.

    Η Επιτροπή Οικονομικών και Προϋπολογισμού εξετάζει το σχέδιο αυτό, συζητά επ’ αυτού με τον Γενικό Γραμματέα και το υποβάλλει στο Προεδρείο, ενδεχομένως διατυπώνοντας παρατηρήσεις ή προτείνοντας τροποποιήσεις.

    3.

    Το Προεδρείο καταρτίζει την κατάσταση προβλέψεων των εσόδων και των δαπανών της ΕΟΚΕ

    Την διαβιβάζει στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή, σύμφωνα με τους όρους και τις προθεσμίες του δημοσιονομικού κανονισμού.

    4.

    Ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ προβαίνει στην εκτέλεση της κατάστασης των εσόδων και των δαπανών ή αναθέτει την εκτέλεση της, τηρουμένων των διατάξεων του δημοσιονομικού κανονισμού.

    Κεφάλαιο V

    Διάφορα

    Άρθρο 111 — Αλληλογραφία

    Η αλληλογραφία που απευθύνεται στην ΕΟΚΕ διαβιβάζεται στον Πρόεδρο της ΕΟΚΕ ή στον Γενικό Γραμματέα.

    Άρθρο 112 — Κανόνες διεξαγωγής των συνεδριάσεων

    1.

    Για την εξασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της ΕΟΚΕ, οι συνεδριάσεις της ΕΟΚΕ πραγματοποιούνται διά ζώσης. Οι συνεδριάσεις μπορούν επίσης να διεξάγονται σε υβριδική μορφή.

    2.

    Το Προεδρείο, κατόπιν διαβούλευσης με τις Ομάδες και τη Διευρυμένη Προεδρία, εγκρίνει τις ειδικές διατάξεις σχετικά με την οργάνωση και τη διεξαγωγή υβριδικών συνεδριάσεων και με την ενδεχόμενη συμμετοχή μελών, αντιπροσώπων της CCMI, αναπληρωτών και συμβούλων στις συνεδριάσεις αυτές.

    ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ

    ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

    Άρθρο 113 — Γένος και ορολογία

    Οι όροι που χρησιμοποιούνται στον παρόντα Εσωτερικό Κανονισμό για τις θέσεις και τα αξιώματα αναφέρονται αδιακρίτως και στα δύο φύλα.

    Άρθρο 114 — Σύμβολα της ΕΟΚΕ

    1.

    Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει και υιοθετεί τα ακόλουθα σύμβολα της Ένωσης:

    α)

    τη σημαία που απεικονίζει κύκλο δώδεκα χρυσών αστέρων σε κυανό φόντο,

    β)

    τον ύμνο από την «Ωδή στη Χαρά» της Ενάτης Συμφωνίας του Λούντβιχ βαν Μπετόβεν,

    γ)

    το έμβλημα «Ενωμένη στην πολυμορφία».

    2.

    Η ΕΟΚΕ εορτάζει την ημέρα της Ευρώπης στις 9 Μαΐου.

    3.

    Η σημαία υψώνεται στα κτήρια της ΕΟΚΕ και επ’ ευκαιρία επίσημων εκδηλώσεων.

    4.

    Ο ύμνος ανακρούεται κατά την έναρξη κάθε συνόδου για τη συγκρότηση της ΕΟΚΕ σε σώμα στην αρχή της θητείας, καθώς και σε άλλες επίσημες συνεδριάσεις, κυρίως για την υποδοχή αρχηγών κρατών ή κυβερνήσεων ή για την υποδοχή νέων μελών μετά από διεύρυνση.

    Άρθρο 115 — Αναθεώρηση του Εσωτερικού Κανονισμού

    1.

    Η Ολομέλεια αποφασίζει με απόλυτη πλειοψηφία των μελών της κατά πόσο ενδείκνυται να αναθεωρηθεί ο παρών Εσωτερικός Κανονισμός.

    2.

    Για την αναθεώρηση του Εσωτερικού Κανονισμού, η Ολομέλεια συγκροτεί επιτροπή καλούμενη Επιτροπή Εσωτερικού Κανονισμού.

    Η Ολομέλεια ορίζει γενικό εισηγητή στον οποίο ανατίθεται η εκπόνηση σχεδίου νέου Εσωτερικού Κανονισμού. Η Επιτροπή Εσωτερικού Κανονισμού και ο γενικός εισηγητής επιδιώκουν την επίτευξη συναίνεσης ως προς όλα τα καίρια ζητήματα. Στην περίπτωση όπου αυτό δεν είναι δυνατό, οι τυχόν εναλλακτικές προτάσεις τις οποίες υποστηρίζουν τουλάχιστον τα μισά μέλη της εν λόγω επιτροπής επισυνάπτονται στο σχέδιο του γενικού εισηγητή.

    3.

    Το σχέδιο υποβάλλεται στην Ολομέλεια και μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο τροπολογιών.

    4.

    Η Ολομέλεια εγκρίνει τον νέο Εσωτερικό Κανονισμό, κατά περίπτωση, εφόσον περισσότερα από τα μισά μέλη της ψηφίσουν υπέρ αυτού.

    Άρθρο 116 — Έγκριση των διατάξεων εφαρμογής του Εσωτερικού Κανονισμού

    1.

    Μετά την έγκριση του Εσωτερικού Κανονισμού, η Ολομέλεια ανανεώνει την εντολή της Επιτροπής Εσωτερικού Κανονισμού για ενενήντα εργάσιμες ημέρες κατ’ ανώτατο όριο, προκειμένου να συντάξει, εάν συντρέχει λόγος, πρόταση τροποποίησης των διατάξεων εφαρμογής.

    2.

    Η εν λόγω πρόταση υποβάλλεται στο Προεδρείο, το οποίο, αφού ζητήσει τη γνώμη των Ομάδων, την εγκρίνει εφόσον περισσότερα από τα μισά μέλη του ψηφίσουν υπέρ αυτής.

    3.

    Σε περίπτωση αναθεώρησης του Εσωτερικού Κανονισμού χωρίς επακόλουθη τροποποίηση των διατάξεων εφαρμογής, οι διατάξεις εφαρμογής παραμένουν σε ισχύ ως έχουν.

    Ο διατάξεις εφαρμογής ερμηνεύονται πάντα κατά τρόπο που να εξασφαλίζεται η συμμόρφωση με τις διατάξεις του ισχύοντος Εσωτερικού Κανονισμού.

    4.

    Οι διατάξεις εφαρμογής μπορούν επίσης να τροποποιηθούν εάν το Προεδρείο κρίνει ότι απαιτείται αναθεώρησή τους.

    Στην περίπτωση αυτή, το Προεδρείο ζητά από την Ολομέλεια να συγκροτήσει επιτροπή για την αναθεώρηση των διατάξεων εφαρμογής, και ακολουθείται κατ’ αναλογία η διαδικασία των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου.

    5.

    Οι διατάξεις εφαρμογής τίθενται σε ισχύ την επομένη της ημερομηνίας της δημοσίευσής τους στο ενδοδίκτυο της ΕΟΚΕ.

    Άρθρο 117 — Έναρξη ισχύος του Εσωτερικού Κανονισμού

    Ο παρών Εσωτερικός Κανονισμός τίθεται σε ισχύ την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.


    (1)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/1046 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιουλίου 2018, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης, την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1296/2013, (ΕΕ) αριθ. 1301/2013, (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, (ΕΕ) αριθ. 1304/2013, (ΕΕ) αριθ. 1309/2013, (ΕΕ) αριθ. 1316/2013, (ΕΕ) αριθ. 223/2014, (ΕΕ) αριθ. 283/2014 και της απόφασης αριθ. 541/2014/ΕΕ και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 (ΕΕ L 193 της 30.7.2018, σ. 1).

    (2)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1023/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2013, για την τροποποίηση του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ L 287 της 29.10.2013, σ. 15). Ενοποιημένη έκδοση: https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/?uri=CELEX%3A01962R0031-20220101


    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

    ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

    ΜΕΡΟΣ Ι – ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΑΡΧΕΣ

    Άρθρο 1

    Γενικές αρχές

    1.   Ο παρών κώδικας δεοντολογίας ισχύει για τα τακτικά μέλη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (εφεξής: ΕΟΚΕ). Όπως αποφάσισε το Προεδρείο της ΕΟΚΕ τον Οκτώβριο του 2020, η αναθεώρηση του εν λόγω κώδικα θα έχει ως αποτέλεσμα την προσαρμογή όλων των σχετικών κειμένων, όπως το Καθεστώς των μελών, ο Εσωτερικός Κανονισμός της ΕΟΚΕ και κάθε άλλο κείμενο, κατά περίπτωση.

    Ισχύει επίσης, τηρουμένων των αναλογιών, για τους εκπροσώπους των συμβουλευτικών επιτροπών, τους αναπληρωτές και τους εμπειρογνώμονες, με εξαίρεση το άρθρο 1 παράγραφος 2, το άρθρο 7 παράγραφος 3 και το άρθρο 10 του παρόντος κώδικα, τα οποία ισχύουν μόνο για τα μέλη της ΕΟΚΕ.

    2.   Τα μέλη της ΕΟΚΕ δεν δεσμεύονται από καμία επιτακτική εντολή.

    Ασκούν τα καθήκοντά τους με πλήρη ανεξαρτησία, προς το γενικό συμφέρον της Ένωσης.

    3.   Η διαγωγή των μελών είναι σύμφωνη με τις Συνθήκες και το Δίκαιο που απορρέει από αυτές. Οι σχέσεις τους με οργανώσεις ή ομάδες συμφερόντων δεν πρέπει να αντίκεινται στην ανάγκη διατήρησης της ανεξαρτησίας τους.

    4.   Τα μέλη εμπνέονται από τις ακόλουθες γενικές αρχές δεοντολογίας, τις οποίες και τηρούν: ακεραιότητα, διαφάνεια, επιμέλεια, εντιμότητα, υπευθυνότητα και σεβασμό των άλλων και της υπόληψης της ΕΟΚΕ.

    5.   Σύμφωνα με τα άρθρα 2 και 3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς και με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα μέλη της ΕΟΚΕ, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, μεριμνούν για την προαγωγή, την αποτελεσματική προστασία και τον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων και αξιών, όπως η ανθρώπινη αξιοπρέπεια, η απαγόρευση των διακρίσεων, η ανοχή, η ελευθερία, η αλληλεγγύη, η αρχή του κράτους δικαίου και η ισότητα των φύλων.

    6.   Κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, τα μέλη δεσμεύονται να επιτυγχάνουν τη μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση σε πνεύμα αμοιβαίου σεβασμού.

    7.   Κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, τα μέλη ενεργούν αποκλειστικά προς το γενικό συμφέρον και απέχουν από την απόκτηση ή επιδίωξη οποιουδήποτε άμεσου ή έμμεσου οικονομικού οφέλους ή άλλης ανταμοιβής.

    8.   Κάθε μέλος το οποίο, εκ προθέσεως ή εξ αμελείας, παραβαίνει τις υποχρεώσεις του ή λαμβάνει ή επιδιώκει να λάβει, κατά την άσκηση των καθηκόντων του ως μέλος, οποιοδήποτε άμεσο ή έμμεσο οικονομικό όφελος ή άλλη ανταμοιβή, υπόκειται στα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κώδικα.

    Άρθρο 2

    Αρχές συμπεριφοράς

    1.   Η συμπεριφορά των μελών χαρακτηρίζεται από αμοιβαίο σεβασμό και βασίζεται στις αξίες και τις αρχές οι οποίες καθορίζονται στις Συνθήκες και ειδικότερα στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων.

    2.   Τα μέλη δεσμεύονται να σέβονται την ΕΟΚΕ, καθώς και την αξιοπρέπεια των υπολοίπων μελών και του προσωπικού, και να διαφυλάσσουν την υπόληψή της.

    3.   Τα μέλη δεν παρεμποδίζουν την απρόσκοπτη λειτουργία των εργασιών της ΕΟΚΕ ούτε την τήρηση της ασφάλειας και τάξης στις εγκαταστάσεις της ή τη λειτουργία του εξοπλισμού της.

    4.   Τα μέλη δεν διαταράσσουν την τάξη στην αίθουσα κατά τις συνόδους και τις συνεδριάσεις και απέχουν από τυχόν ανάρμοστη συμπεριφορά.

    Δεν εκφέρουν δυσφημιστικό, ρατσιστικό, σεξιστικό, ομοφοβικό, ξενοφοβικό ή προσβλητικό λόγο και αποφεύγουν ανάλογη συμπεριφορά.

    5.   Η εφαρμογή του παρόντος άρθρου δεν επηρεάζει κατά τα λοιπά την ένταση των συζητήσεων ή την ελευθερία λόγου των μελών.

    6.   Μετά τη λήξη της θητείας τους, τα πρώην μέλη εξακολουθούν να δεσμεύονται από τους δεοντολογικούς κανόνες της ακεραιότητας και της διακριτικότητας. Για περίοδο δύο ετών μετά τη λήξη της θητείας τους, τα πρώην μέλη δεν ασκούν πίεση σε μέλη ή στο προσωπικό για λογαριασμό της επιχείρησης, του εργοδότη ή του πελάτη τους, για ζητήματα στα οποία έχουν επιρροή λόγω της σημαντικής θέσης τους ή επί των οποίων συντάσσουν εκθέσεις.

    Άρθρο 3

    Κοινοποίηση πληροφοριών

    1.   Εφόσον δεν έχουν λάβει σχετική άδεια, τα μέλη απέχουν από κάθε κοινοποίηση ευαίσθητων πληροφοριών που ορίζονται ως τέτοιες, και τις οποίες λαμβάνουν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, εκτός εάν οι πληροφορίες αυτές έχουν ήδη δημοσιοποιηθεί ή είναι διαθέσιμες στο κοινό.

    2.   Εξακολουθούν δε να υπόκεινται στην υποχρέωση αυτή ακόμη και μετά τη λήξη της θητείας τους.

    Άρθρο 4

    Αρμόζουσα συμπεριφορά

    1.   Κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, τα μέλη συμπεριφέρονται σύμφωνα με τους κανόνες και τις υποχρεώσεις που ορίζονται στον παρόντα κώδικα δεοντολογίας, με αξιοπρέπεια, σεβασμό, χωρίς προκαταλήψεις ή διακρίσεις.

    2.   Τα μέλη συμπεριφέρονται με επαγγελματισμό και αποφεύγουν, στις σχέσεις τους με τα άλλα μέλη καθώς και με το προσωπικό, οποιαδήποτε ταπεινωτική ή μειωτική συμπεριφορά ή προσβλητικό ή συνεπαγόμενο διακρίσεις λόγο, καθώς και οποιαδήποτε άλλη αντιδεοντολογική, εξευτελιστική ή παράνομη ενέργεια.

    3.   Τα μέλη δεν παρακινούν ούτε ενθαρρύνουν άλλα μέλη ή μέλη του προσωπικού να παραβιάζουν, να παρακάμπτουν ή να αγνοούν την ισχύουσα νομοθεσία, τον Εσωτερικό Κανονισμό της ΕΟΚΕ ή τον παρόντα κώδικα, ούτε ανέχονται τέτοιου είδους συμπεριφορά από υπαλλήλους που τελούν υπ’ ευθύνη τους.

    4.   Για λόγους αποτελεσματικής λειτουργίας της ΕΟΚΕ, τα μέλη μεριμνούν —επιδεικνύοντας τη δέουσα διακριτικότητα— για την ταχεία, δίκαιη και αποτελεσματική διευθέτηση τυχόν διαφωνιών ή συγκρούσεων στις οποίες εμπλέκονται άλλα μέλη ή υπάλληλοι που τελούν υπ’ ευθύνη τους.

    Άρθρο 5

    Αποτροπή φαινομένων παρενόχλησης

    1.   Τα μέλη απέχουν από κάθε μορφή ηθικής ή σεξουαλικής παρενόχλησης (1).

    2.   Όπου απαιτείται, τα μέλη συμμορφώνονται αμέσως και πλήρως με τις ισχύουσες διαδικασίες για τη διαχείριση καταστάσεων σύγκρουσης ή παρενόχλησης (ηθικής, σωματικής ή σεξουαλικής) και ανταποκρίνονται αμέσως σε τυχόν καταγγελίες παρενόχλησης.

    3.   Στα μέλη προτείνεται ειδική επιμόρφωση, στην οποία ενθαρρύνονται να συμμετέχουν. Η επιμόρφωση αυτή οργανώνεται για λογαριασμό τους και αφορά την πρόληψη συγκρούσεων και παρενοχλήσεων στον χώρο εργασίας και την αποτροπή τυχόν παραπτωμάτων ή διαγωγής που αντίκεινται στις ευρωπαϊκές αξίες.

    Άρθρο 6

    Ακεραιότητα και οικονομική διαφάνεια

    1.   Τα μέλη λαμβάνουν αποζημιώσεις που καθορίζονται από το Συμβούλιο, αλλά δεν εισπράττουν καμία αμοιβή από την ΕΟΚΕ.

    2.   Η συμμετοχή σε αποστολές ή οι άλλες δραστηριότητες η οποία αποζημιώνεται εν μέρει ή εξ ολοκλήρου από τρίτο μέρος δεν αποζημιώνεται δεύτερη φορά από την ΕΟΚΕ.

    Εάν ένα μέλος αποζημιωθεί εν μέρει ή εξ ολοκλήρου από τρίτο μέρος για τη συμμετοχή του σε μια αποστολή ή άλλη δραστηριότητα μετά την αποζημίωση που έχει καταβάλει η ΕΟΚΕ, το μέλος ενημερώνει αμέσως τη Γενική Γραμματεία και επιστρέφει την αποζημίωση στην ΕΟΚΕ μέχρι του ποσού που εισέπραξε από το τρίτο μέρος.

    3.   Τα μέλη οφείλουν να μην αποδέχονται, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους ως μέλη της ΕΟΚΕ, δώρα ή άλλες παροχές αξίας άνω των 150 ευρώ.

    Όταν, σύμφωνα με τη διπλωματική πρακτική ή αβροφροσύνη, λαμβάνουν δώρα αξίας μεγαλύτερης από το ποσό αυτό, τα παραδίδουν στη Γενική Γραμματεία κατά την πρώτη συνεδρίαση της ΕΟΚΕ στην οποία παρίστανται μετά την παραλαβή τους.

    Ο Πρόεδρος αποφασίζει εάν τα δώρα αυτά, καθώς και τα δώρα ίδιας αξίας που δωρίζονται άμεσα σε αυτόν, θα περιέρχονται στην ιδιοκτησία της ΕΟΚΕ ή θα δωρίζονται σε κατάλληλη φιλανθρωπική οργάνωση.

    Η Γενική Γραμματεία τηρεί κατάλογο των δώρων αξίας άνω των 150 ευρώ, ο οποίος είναι στη διάθεση του κοινού εφόσον ζητηθεί.

    4.   Τα μέλη συμμορφώνονται με όλους τους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΟΚΕ που ισχύουν για τα μέλη.

    Άρθρο 7

    Δήλωση οικονομικών συμφερόντων

    1.   Σύμφωνα με την αρχή της διαφάνειας, τα μέλη υποβάλλουν δήλωση οικονομικών συμφερόντων στον Πρόεδρο κατά την ανάληψη των καθηκόντων τους.

    Οι δηλώσεις υποβάλλονται εκ νέου σε ετήσια βάση την 1η Ιανουαρίου και, σε περίπτωση μεταβολής των στοιχείων που πρέπει να δηλώνονται κατά τη διάρκεια της θητείας ενός μέλους, υποβάλλεται νέα δήλωση το συντομότερο δυνατόν και το αργότερο εντός δύο μηνών από την εν λόγω αλλαγή.

    2.   Η δήλωση οικονομικών συμφερόντων περιλαμβάνει τα στοιχεία που παρατίθενται στο άρθρο 5α του Καθεστώτος των μελών.

    3.   Τα μέλη της ΕΟΚΕ δεν μπορούν να εκλεγούν σε κάποιο αξίωμα της ΕΟΚΕ ή ενός από τα όργανά της, να οριστούν εισηγητές ή να συμμετάσχουν σε αποστολές ή άλλες δραστηριότητες, εάν δεν έχουν υποβάλει ή επικαιροποιήσει τη δήλωση οικονομικών συμφερόντων τους.

    4.   Οι εκπρόσωποι των συμβουλευτικών επιτροπών, οι αναπληρωτές και οι εμπειρογνώμονες δεν δικαιούνται καμία αποζημίωση από την ΕΟΚΕ πριν από την υποβολή ή την επικαιροποίηση της δήλωσης οικονομικών συμφερόντων τους.

    5.   Εάν ο Πρόεδρος λάβει πληροφορίες που τον οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η δήλωση οικονομικών συμφερόντων ενός μέλους είναι κατά βάση ανακριβής, μη επικαιροποιημένη ή θα μπορούσε εύλογα να προκαλέσει ασυμβατότητα με τις υποχρεώσεις των μελών όπως ορίζονται στον παρόντα κώδικα δεοντολογίας, ο Πρόεδρος μπορεί να ζητήσει επ’ αυτού τη γνώμη της Επιτροπής Δεοντολογίας.

    Εφόσον κριθεί αναγκαίο, ο Πρόεδρος ζητεί από το μέλος να διορθώσει τη δήλωσή του εντός 10 εργάσιμων ημερών.

    6.   Το Προεδρείο, αφού λάβει γραπτώς τη γνώμη της Επιτροπής Δεοντολογίας, ακροάζεται το εμπλεκόμενο μέλος —το νωρίτερο εντός 14 ημερών— επικουρούμενο, εφόσον το επιθυμεί, από άλλο πρόσωπο, και μπορεί να αποφανθεί για την εφαρμογή των παραγράφων 3 ή 4, αναλόγως με την περίπτωση, στα μέλη που δεν ανταποκρίνονται στο αίτημα του Προέδρου περί διόρθωσης της δήλωσης.

    Το Προεδρείο εξετάζει το εμπλεκόμενο μέλος, είτε προφορικώς είτε γραπτώς, πριν από την έκδοση της απόφασης, η οποία πρέπει να είναι αιτιολογημένη.

    Άρθρο 8

    Συγκρούσεις συμφερόντων

    1.   Τα μέλη αποφεύγουν κάθε κατάσταση που ενδέχεται να προκαλέσει σύγκρουση συμφερόντων ή που μπορεί αντικειμενικά να εκληφθεί ως τέτοια.

    2.   Σύγκρουση συμφερόντων υφίσταται όταν ένα μέλος έχει προσωπικό συμφέρον που ενδέχεται να είναι αντίθετο με το συμφέρον της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή θα μπορούσε να επηρεάσει αθέμιτα την άσκηση των καθηκόντων του ως μέλους.

    Σύγκρουση συμφερόντων δεν υφίσταται εφόσον το μέλος αντλεί κάποιο όφελος μόνο ως μέρος του γενικότερου κοινού ή μιας ευρύτερης κατηγορίας ατόμων.

    3.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 2, σύγκρουση συμφερόντων ανακύπτει όταν προσωπικό συμφέρον του μέλους ενδέχεται να επηρεάζει την ανεξάρτητη άσκηση των καθηκόντων του. Τα προσωπικά συμφέροντα περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, οποιοδήποτε δυνητικό όφελος ή πλεονέκτημα για τα ίδια τα μέλη, τους συζύγους, τους συντρόφους ή τα άμεσα μέλη της οικογένειάς τους.

    4.   Σε περίπτωση αμφιβολίας, το μέλος μπορεί να ζητήσει εμπιστευτικές συμβουλές από την Επιτροπή Δεοντολογίας, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 2 στοιχείο α).

    5.   Στην περίπτωση που ένα μέλος πιστεύει ότι αντιμετωπίζει σύγκρουση συμφερόντων ή βρίσκεται σε κατάσταση που μπορεί αντικειμενικά να εκληφθεί ως τέτοια, λαμβάνει άμεσα τα απαραίτητα μέτρα, σύμφωνα με τις αρχές και τις διατάξεις του παρόντος κώδικα δεοντολογίας.

    Εάν το μέλος αδυνατεί να επιλύσει τη σύγκρουση συμφερόντων ή την κατάσταση που μπορεί να εκληφθεί ως τέτοια, αναστέλλει κάθε σχετική δραστηριότητα και το αναφέρει εγγράφως στον Πρόεδρο.

    6.   Ο Πρόεδρος αποφασίζει, κατόπιν διαβούλευσης με την Επιτροπή Δεοντολογίας, εάν το μέλος θα διακόψει οριστικά κάθε σχετική δραστηριότητα.

    7.   Όσα μέλη δεν συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις τους να γνωστοποιούν ή να δηλώνουν σύγκρουση συμφερόντων ή κατάσταση που μπορεί αντικειμενικά να εκληφθεί ως σύγκρουση συμφερόντων, και δεν τη διορθώνουν ή —εάν δεν είναι σε θέση να την επιλύσουν— δεν διακόπτουν κάθε σχετική δραστηριότητα, υφίστανται ενδεχομένως τα μέτρα του παρόντος κώδικα.

    ΜΕΡΟΣ ΙΙ – ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ

    Άρθρο 9

    Η Επιτροπή Δεοντολογίας

    1.   Συγκροτείται Επιτροπή Δεοντολογίας.

    2.   Τα καθήκοντα της Επιτροπής Δεοντολογίας είναι τα εξής:

    α)

    Τα μέλη δύνανται να συμβουλεύονται την Επιτροπή Δεοντολογίας για κάθε ζήτημα σχετικό με τον παρόντα κώδικα δεοντολογίας. Με τη σειρά της, η Επιτροπή Δεοντολογίας δύναται να ζητήσει τη γνώμη της Νομικής Υπηρεσίας της ΕΟΚΕ. Κατόπιν αιτήματος μέλους, η Επιτροπή Δεοντολογίας, εμπιστευτικά και εντός 30 ημερολογιακών ημερών, διευκρινίζει τα της ερμηνείας και εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος κώδικα δεοντολογίας.

    β)

    Κατόπιν καταγγελίας που υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 1, η Επιτροπή Δεοντολογίας αξιολογεί επίσης τις εικαζόμενες παραβιάσεις των δεοντολογικών κανόνων που ορίζονται στον παρόντα κώδικα και συμβουλεύει τον Πρόεδρο ως προς τα πιθανά μέτρα που πρέπει να ληφθούν.

    γ)

    Η Επιτροπή Δεοντολογίας συμβουλεύει τον Πρόεδρο και το Προεδρείο, κατόπιν σχετικού αιτήματος, στα της ερμηνείας και εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος κώδικα.

    3.   Η Επιτροπή Δεοντολογίας δύναται, κατόπιν διαβούλευσης με τον Πρόεδρο —εκτός εάν ο Πρόεδρος αντιμετωπίζει σύγκρουση συμφερόντων—, να ζητήσει τη συμβουλή εμπειρογνωμόνων.

    4.   Η Επιτροπή Δεοντολογίας δημοσιεύει ετήσια έκθεση των πεπραγμένων της, με δεόντως ανωνυμοποιημένα στοιχεία.

    5.   Η Επιτροπή Δεοντολογίας υποβάλλει τον εσωτερικό κανονισμό της στο Προεδρείο προς έγκριση.

    Άρθρο 10

    Τα μέλη της Επιτροπής Δεοντολογίας

    1.   Κατόπιν πρότασης του Προεδρείου, η Ολομέλεια εκλέγει, για κάθε θητεία δυόμισι ετών, έξι μέλη της ΕΟΚΕ, ήτοι δύο μέλη διαφορετικού φύλου από κάθε μία από τις τρεις Ομάδες, ως τακτικά μέλη της Επιτροπής Δεοντολογίας.

    2.   Κατόπιν πρότασης του Προεδρείου, η Ολομέλεια ορίζει επίσης, για την ίδια περίοδο, έξι μέλη της ΕΟΚΕ, ήτοι δύο μέλη διαφορετικού φύλου από κάθε μία από τις τρεις Ομάδες, ως αναπληρωματικά μέλη της Επιτροπής Δεοντολογίας. Τα αναπληρωματικά μέλη αντικαθιστούν ένα τακτικό μέλος στις εργασίες της Επιτροπής Δεοντολογίας, εάν το τακτικό μέλος δεν μπορεί να παραστεί ή εάν εμπλέκεται σε περίπτωση σύγκρουσης συμφερόντων.

    3.   Η θητεία των τακτικών και αναπληρωματικών μελών της Επιτροπής Δεοντολογίας είναι ανανεώσιμη.

    4.   Η θέση του μέλους της Επιτροπής Δεοντολογίας είναι ασυμβίβαστη με τη θέση του μέλους των ακόλουθων οργάνων της ΕΟΚΕ:

    του Προεδρείου της ΕΟΚΕ,

    της Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου,

    του Σώματος των Κοσμητόρων.

    5.   Η καθεμία από τις τρεις Ομάδες της ΕΟΚΕ ασκεί εκ περιτροπής την προεδρία της Επιτροπής Δεοντολογίας για περίοδο δυόμισι ετών.

    Σε περίπτωση ισοψηφίας, υπερισχύει η ψήφος του προέδρου της Επιτροπής Δεοντολογίας.

    6.   Κάθε μέλος της Επιτροπής Δεοντολογίας ζητεί να εξαιρεθεί από τη διαδικασία σε περίπτωση που διαπιστώσει σύγκρουση συμφερόντων ή βρίσκεται σε κατάσταση που μπορεί αντικειμενικά να εκληφθεί ως σύγκρουση συμφερόντων από τρίτο μέρος.

    Εάν σε μια διαδικασία ένα μέλος της Επιτροπής Δεοντολογίας θέσει υπό αμφισβήτηση άλλο μέλος της Επιτροπής Δεοντολογίας, η συμμετοχή του δεύτερου στη διαδικασία μπορεί να απορριφθεί κατά πλειοψηφία, με ψηφοφορία εντός της Επιτροπής Δεοντολογίας.

    Το μέλος που τίθεται υπό αμφισβήτηση δεν παρίσταται στην ψηφοφορία.

    7.   Σε περίπτωση εικαζόμενης παραβίασης των δεοντολογικών κανόνων από τακτικό ή αναπληρωματικό μέλος της Επιτροπής Δεοντολογίας, το εν λόγω μέλος δεν συμμετέχει στη σχετική με την εικαζόμενη παραβίαση διαδικασία και αντικαθίσταται αμέσως από αναπληρωματικό μέλος.

    Εάν, στο τέλος της διαδικασίας, ο Πρόεδρος καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το εν λόγω μέλος παραβίασε δεοντολογικούς κανόνες και ότι η συμφωνηθείσα κύρωση δεν θα είναι απλώς γραπτή προειδοποίηση, το μέλος παύει να είναι πλήρες ή αναπληρωματικό μέλος της Επιτροπής Δεοντολογίας.

    Στην περίπτωση αυτή, ο Πρόεδρος ορίζει αναπληρωματικό μέλος για το εναπομένον διάστημα της θητείας των δυόμισι ετών. Ο ορισμός αυτός επιβεβαιώνεται από την Ολομέλεια κατά την επόμενη σύνοδό της.

    8.   Τα μέλη της Επιτροπής Δεοντολογίας υπέχουν καθήκον εμπιστευτικότητας.

    9.   Τα μέλη της Επιτροπής Δεοντολογίας λαμβάνουν, κατά την έναρξη της θητείας τους, κατάλληλη υποχρεωτική επιμόρφωση.

    ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ – ΑΚΟΛΟΥΘΗΤΕΑ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΠΙΘΑΝΩΝ ΠΑΡΑΒΙΑΣΕΩΝ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΚΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ

    Άρθρο 11

    Η έναρξη της διαδικασίας

    1.   Κάθε πρόσωπο, μέλος ή υπάλληλος, δύναται να υποβάλει καταγγελία στην Επιτροπή Δεοντολογίας με θέμα τη συμπεριφορά ενός μέλους.

    Οι ισχυρισμοί πρέπει να υποστηρίζονται από επαρκή εκ πρώτης όψεως αποδεικτικά στοιχεία, που να δικαιολογούν την έναρξη έρευνας.

    2.   Η Επιτροπή Δεοντολογίας ενημερώνει τον Πρόεδρο της ΕΟΚΕ για την παραλαβή της καταγγελίας, εκτός εάν η καταγγελία αφορά τον ίδιο.

    3.   Ο Πρόεδρος διαβιβάζει χωρίς καθυστέρηση στην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) κάθε πληροφορία και αποδεικτικό στοιχείο σχετικά με τα μέλη που υποπίπτει στην αντίληψή του και πρέπει να διαβιβαστεί στην OLAF δυνάμει των διοικητικών ρυθμίσεων που έχουν συνομολογηθεί με την εν λόγω υπηρεσία.

    4.   Οι μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος που αναγνωρίζονται ως τέτοιοι έχουν δικαίωμα στην εμπιστευτικότητα, στην προστασία, στην προστασία από την άσκηση αντιποίνων και στα μέτρα στήριξης που προβλέπονται στο Δίκαιο της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων του Κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό της Ένωσης (2), του Εθνικού Δικαίου και των εσωτερικών κανόνων της ΕΟΚΕ, κατά περίπτωση.

    Άρθρο 12

    Έρευνα

    1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 17, όταν η Επιτροπή Δεοντολογίας κρίνει βάσιμα ότι ένα μέλος ενδέχεται να έχει παραβιάσει τους δεοντολογικούς κανόνες που διαλαμβάνονται στον παρόντα κώδικα, κινεί έρευνα. Η Επιτροπή Δεοντολογίας ενημερώνει αμέσως τον Πρόεδρο και το εμπλεκόμενο μέλος για την έναρξη έρευνας, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό δεν είναι εις βάρος της έρευνας ή των πιθανών αποδεικτικών στοιχείων.

    2.   Η Επιτροπή Δεοντολογίας εξετάζει τις συνθήκες της εικαζόμενης παραβίασης και προβαίνει σε εξέταση του εμπλεκόμενου μέλους είτε προφορικώς είτε γραπτώς.

    Το εμπλεκόμενο μέλος δύναται να επικουρείται από δικηγόρο ή άλλο πρόσωπο της επιλογής του.

    3.   Η Επιτροπή Δεοντολογίας έχει ερευνητικές αρμοδιότητες και καλεί κάθε μάρτυρα (μέλη, προσωπικό ή τρίτο πρόσωπο) που κρίνει αναγκαίο ή χρήσιμο να εξετάσει στο πλαίσιο της έρευνας.

    Στη διάθεση της Επιτροπής Δεοντολογίας τίθενται όλα τα υπάρχοντα αποδεικτικά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένης της αλληλογραφίας, καθώς και κάθε πληροφορία που η Επιτροπή Δεοντολογίας κρίνει αναγκαία ή χρήσιμη.

    4.   Τα μέλη και τα πρώην μέλη συνεργάζονται άμεσα και πλήρως με την Επιτροπή Δεοντολογίας παρέχοντας όλες τις σχετικές πρόσθετες πληροφορίες που απαιτούνται.

    Τα μέλη δεν ασκούν πιέσεις στην Επιτροπή Δεοντολογίας, στον Πρόεδρο ή στο Προεδρείο κατά τρόπο που να επηρεάζει την εξέταση της υπόθεσης.

    5.   Βάσει των συμπερασμάτων της, η Επιτροπή Δεοντολογίας υποβάλλει αιτιολογημένη έκθεση στον Πρόεδρο, με εισηγήσεις σχετικές με πιθανή απόφαση που μπορεί, κατά περίπτωση, να περιλαμβάνει κυρώσεις. Η έκθεση αποστέλλεται ταυτόχρονα στο εμπλεκόμενο μέλος.

    Άρθρο 13

    Αιτιολογημένη απόφαση

    1.   Ο Πρόεδρος λαμβάνει αιτιολογημένη απόφαση βάσει της έκθεσης της Επιτροπής Δεοντολογίας, αφού κοινοποιήσει στο εμπλεκόμενο μέλος όλα τα στοιχεία του φακέλου και τις εισηγήσεις της Επιτροπής Δεοντολογίας και αφού εξετάσει το εν λόγω μέλος, είτε προφορικώς είτε γραπτώς, παρουσία του νομικού συμβούλου του μέλους, εφόσον αυτό το ζητήσει.

    2.   Στην αιτιολογημένη απόφαση, ο Πρόεδρος δύναται:

    α)

    να αποφασίσει ότι δεν θα ασκηθεί δίωξη κατά του μέλους ή

    β)

    εάν συμπεράνει ότι το εν λόγω μέλος παραβίασε τους δεοντολογικούς κανόνες που ορίζονται στον παρόντα κώδικα, να εκδώσει απόφαση για την επιβολή κύρωσης σύμφωνα με το άρθρο 14.

    3.   Ο Πρόεδρος κοινοποιεί αμέσως την αιτιολογημένη απόφαση στο εμπλεκόμενο μέλος.

    4.   Σε περίπτωση εικαζόμενης παραβίασης των δεοντολογικών κανόνων από τον Πρόεδρο της ΕΟΚΕ, αυτός δεν συμμετέχει στη διαδικασία και αντικαθίσταται από τον Αντιπρόεδρο που προεδρεύει της Επιτροπής Οικονομικών και Προϋπολογισμού (CAF)· ο Αντιπρόεδρος αναλαμβάνει τα καθήκοντα του Προέδρου για τη συγκεκριμένη διαδικασία.

    Άρθρο 14

    Κυρώσεις

    1.   Κατά την αξιολόγηση της υπό εξέταση διαγωγής του μέλους, η αυστηρότητα των επιβαλλόμενων κυρώσεων πρέπει να είναι ανάλογη προς τη σοβαρότητα του παραπτώματος και την ιεραρχική θέση του μέλους.

    Για τον καθορισμό της βαρύτητας του παραπτώματος και τη λήψη απόφασης για την πειθαρχική κύρωση που πρέπει να επιβληθεί, λαμβάνονται υπόψη ιδίως τα εξής:

    α)

    η φύση του παραπτώματος και οι περιστάσεις υπό τις οποίες έχει τελεστεί·

    β)

    ο βαθμός στον οποίο το παράπτωμα πλήττει τη σωματική και/ή ηθική ακεραιότητα των μελών και/ή του προσωπικού, την υπόληψη και/ή τα συμφέροντα της ΕΟΚΕ ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

    γ)

    ο βαθμός στον οποίο το παράπτωμα συνεπάγεται εκ προθέσεως ενέργειες ή αμέλεια, καθώς και ο βαθμός της ιεραρχικής ευθύνης του μέλους·

    δ)

    το επίπεδο των καθηκόντων και των ευθυνών του μέλους, καθώς και η ιεραρχική θέση του μέλους σε σχέση με τα θύματα του παραπτώματος·

    ε)

    το επίπεδο της ζημίας που προκαλείται στη σωματική ή ηθική ακεραιότητα του θύματος ή των θυμάτων και

    στ)

    το στοιχείο της υποτροπής στην πράξη ή την επιλήψιμη συμπεριφορά.

    2.   Αναλόγως με τον βαθμό σοβαρότητας της διαγωγής του μέλους, η κύρωση μπορεί να συνίσταται σε ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα μέτρα:

    α)

    γραπτή προειδοποίηση (η οποία είναι δυνατόν να δημοσιοποιηθεί)·

    β)

    επίπληξη (η οποία είναι δυνατόν να δημοσιοποιηθεί)·

    γ)

    προσωρινή αναστολή του δικαιώματος ημερήσιας αποζημίωσης για χρονικό διάστημα μεταξύ δύο και 30 ημερών συνεδρίασης, αναλόγως με τη σοβαρότητα του παραπτώματος·

    δ)

    με την επιφύλαξη του δικαιώματος ψήφου στην Ολομέλεια, προσωρινή αναστολή της συμμετοχής σε όλες ή σε ορισμένες από τις δραστηριότητες της ΕΟΚΕ ή των οργάνων της, σε αποστολές ή λοιπές δραστηριότητες για περίοδο μεταξύ δύο και 30 ημερών συνεδρίασης·

    ε)

    απαγόρευση εκπροσώπησης της ΕΟΚΕ σε οποιοδήποτε εθνικό, διοργανικό ή διεθνές φόρουμ για χρονικό διάστημα έως και ενός έτους·

    στ)

    σε περίπτωση μη τήρησης της εμπιστευτικότητας, περιορισμός του δικαιώματος πρόσβασης σε εμπιστευτικές ή διαβαθμισμένες πληροφορίες για χρονικό διάστημα έως και ενός έτους.

    3.   Επιπροσθέτως, ο Πρόεδρος δύναται, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 16, να υποβάλει πρόταση στο Προεδρείο ζητώντας:

    ζ)

    την προσωρινή παύση του μέλους από ένα ή περισσότερα από τα αξιώματα που κατέχει στην ΕΟΚΕ·

    η)

    την οριστική παύση του μέλους από ένα ή περισσότερα από τα αξιώματα που κατέχει στην ΕΟΚΕ ή

    θ)

    την υποβολή αιτήματος προς το Συμβούλιο για την αποπομπή του μέλους από την ΕΟΚΕ.

    4.   Η χρονική περίοδος των μέτρων που ορίζονται στην παράγραφο 2 στοιχεία γ) έως στ) και στην παράγραφο 3 στοιχείο ζ) του παρόντος άρθρου είναι δυνατόν να διπλασιαστεί σε περίπτωση επανειλημμένων παραβιάσεων ή εάν το μέλος αρνηθεί να συμμορφωθεί με κάποιο από τα συνοδευτικά μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 5.

    5.   Επιπλέον των κυρώσεων που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3, είναι δυνατόν να εφαρμόζονται τα ακόλουθα συνοδευτικά μέτρα:

    i.

    να κληθεί το μέλος να μεριμνήσει για την τακτοποίηση της θέσης του·

    ii.

    να κληθεί το μέλος να προβεί σε προσωπική δήλωση συγγνώμης (κατ’ ιδίαν σε συγκεκριμένο πρόσωπο ή δημόσια, ενώπιον της Ολομέλειας)·

    iii.

    να κληθεί το μέλος να αποκαταστήσει κάθε ζημία.

    Άρθρο 15

    Εσωτερική διαδικασία υποβολής ένστασης

    1.   Το εμπλεκόμενο μέλος δύναται να υποβάλει ένσταση ενώπιον του Προεδρείου εντός δύο εβδομάδων από την κοινοποίηση της κύρωσης που έχει επιβάλει ο Πρόεδρος δυνάμει του άρθρου 14 παράγραφοι 2, 4 και 5.

    Η ένσταση έχει ως άμεσο αποτέλεσμα την αναστολή της επιβολής της κύρωσης.

    2.   Το Προεδρείο εξετάζει το εμπλεκόμενο μέλος, είτε προφορικώς είτε γραπτώς, πριν από την έκδοση της απόφασης.

    Το Προεδρείο δύναται —το αργότερο τέσσερις εβδομάδες μετά την υποβολή της ένστασης ή, εάν δεν έχει συνεδριάσει εντός της προθεσμίας αυτής, στην επόμενη συνεδρίασή του— να ακυρώσει, να επικυρώσει ή να τροποποιήσει την επιβληθείσα κύρωση.

    3.   Το εμπλεκόμενο μέλος μπορεί να ασκήσει προσφυγή ακύρωσης ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση της οριστικής απόφασης ή εντός δύο μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία το Προεδρείο όφειλε να λάβει την απόφασή του, δυνάμει του άρθρου 263 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Άρθρο 16

    Πρόωρη λήξη καθηκόντων

    1.   Σύμφωνα με την αιτιολογημένη απόφασή του, ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ μπορεί να υποβάλει πρόταση στο Προεδρείο δυνάμει του άρθρου 14 παράγραφος 3.

    2.   Το Προεδρείο, αποφασίζοντας με πλειοψηφία δύο τρίτων των ψηφισάντων, δύναται να προτείνει στην Ολομέλεια την αναστολή ή τον τερματισμό της θητείας του Προέδρου, ενός Αντιπροέδρου της ΕΟΚΕ, ενός προέδρου Ομάδας, μέλους του Προεδρείου, κοσμήτορα, προέδρου ή αντιπροέδρου τμήματος ή οποιουδήποτε άλλου αξιωματούχου που έχει εκλεγεί στην ΕΟΚΕ, εάν κρίνει ότι το εν λόγω μέλος έχει διαπράξει σοβαρό παράπτωμα.

    Κατ’ εξαίρεση, το Προεδρείο δύναται να εισηγηθεί στην Ολομέλεια την αποπομπή του μέλους από την ΕΟΚΕ.

    Το Προεδρείο εξετάζει το εμπλεκόμενο μέλος, είτε προφορικώς είτε γραπτώς, πριν υποβάλει πρόταση στην Ολομέλεια δυνάμει του παρόντος άρθρου.

    3.   Η Ολομέλεια αποφαίνεται επί της πρότασης αυτής κατά πλειοψηφία δύο τρίτων των ψηφισάντων, που συνιστά ταυτόχρονα την πλειοψηφία των μελών που την απαρτίζουν.

    Η Ολομέλεια εξετάζει την αιτιολογημένη έκθεση του Προέδρου της ΕΟΚΕ και εν συνεχεία το εμπλεκόμενο μέλος —είτε προφορικώς είτε γραπτώς— πριν από την έκδοση της απόφασης.

    Εάν εκδοθεί απόφαση αποπομπής του μέλους, η απόφαση αυτή κοινοποιείται στο Συμβούλιο ούτως ώστε να κινηθεί η διαδικασία αντικατάστασής του.

    4.   Το εμπλεκόμενο μέλος μπορεί να ασκήσει προσφυγή ακύρωσης ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση της απόφασης της Ολομέλειας, δυνάμει του άρθρου 263 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    ΜΕΡΟΣ IV – ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

    Άρθρο 17

    Έρευνες της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης

    1.   Ισχύουν οι κοινοί κανόνες που διαλαμβάνονται στη διοργανική συμφωνία (3) σχετικά με τις εσωτερικές έρευνες που διεξάγει η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF), και οι οποίοι περιλαμβάνουν τα μέτρα που είναι αναγκαία για τη διευκόλυνση της ομαλής διεξαγωγής των ερευνών που πραγματοποιεί η εν λόγω υπηρεσία.

    2.   Εφόσον η ΕΟΚΕ είναι ενήμερη για πιθανές περιπτώσεις απάτης, διαφθοράς ή κάθε άλλης παράνομης δραστηριότητας που θίγει τα συμφέροντα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η OLAF είτε δεν έχει ακόμη ενημερωθεί είτε δεν έχει ακόμη λάβει απόφαση ως προς την έναρξη ή μη έρευνας, η Επιτροπή Δεοντολογίας δεν κινεί έρευνα για τα ίδια περιστατικά, εκτός εάν έχει συμφωνηθεί διαφορετικά με την OLAF.

    Η Επιτροπή Δεοντολογίας αναστέλλει κάθε διαδικασία που σχετίζεται με την υπόθεση και αποφεύγει την ανάληψη δραστηριοτήτων που ενδέχεται να θέσουν σε κίνδυνο πιθανά αποδεικτικά στοιχεία και την έρευνα της OLAF.

    Άρθρο 18

    Εφαρμογή του κώδικα

    Ο Πρόεδρος της ΕΟΚΕ είναι υπεύθυνος για την ορθή και πλήρη τήρηση του παρόντος κώδικα.

    Για τους σκοπούς της τήρησης του κώδικα, ο Πρόεδρος μπορεί ανά πάσα στιγμή να απευθυνθεί στην Επιτροπή Δεοντολογίας για την παροχή συμβουλών επί οποιουδήποτε θέματος.


    (1)  Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 31 και Κανονισμός (ΕΥΡΑΤΟΜ) αριθ. 11 περί καθορισμού του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως των υπαλλήλων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος και της Ευρωπαϊκής Κοινότητος Ατομικής Ενεργείας (ΕΕ P 045 της 14.6.1962, σ. 1385), https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/?uri=CELEX%3A01962R0031-20220101&qid=1653325709293.

    (2)  Ενοποιημένη έκδοση: https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/?uri=CELEX%3A01962R0031-20220101

    (3)  Διοικητικές ρυθμίσεις μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής και της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης, 13 Ιανουαρίου 2016.


    Top