This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 02016L0798-20201023
Directive (EU) 2016/798 of the European Parliament and of the Council of 11 May 2016 on railway safety (recast) (Text with EEA relevance)Text with EEA relevance
Consolidated text: Οδηγία (ΕΕ) 2016/798 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2016, για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων (αναδιατύπωση) (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ
Οδηγία (ΕΕ) 2016/798 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2016, για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων (αναδιατύπωση) (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ
02016L0798 — EL — 23.10.2020 — 002.001
Το κείμενο αυτό αποτελεί απλώς εργαλείο τεκμηρίωσης και δεν έχει καμία νομική ισχύ. Τα θεσμικά όργανα της Ένωσης δεν φέρουν καμία ευθύνη για το περιεχόμενό του. Τα αυθεντικά κείμενα των σχετικών πράξεων, συμπεριλαμβανομένων των προοιμίων τους, είναι εκείνα που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και είναι διαθέσιμα στο EUR-Lex. Αυτά τα επίσημα κείμενα είναι άμεσα προσβάσιμα μέσω των συνδέσμων που περιέχονται στο παρόν έγγραφο
ΟΔΗΓΙΑ (ΕΕ) 2016/798 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 11ης Μαΐου 2016 για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων (αναδιατύπωση) (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) (ΕΕ L 138 της 26.5.2016, σ. 102) |
Τροποποιείται από:
|
|
Επίσημη Εφημερίδα |
||
αριθ. |
σελίδα |
ημερομηνία |
||
L 165 |
27 |
27.5.2020 |
||
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2020/1530 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 21ης Οκτωβρίου 2020 |
L 352 |
1 |
22.10.2020 |
Διορθώνεται από:
ΟΔΗΓΙΑ (ΕΕ) 2016/798 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
της 11ης Μαΐου 2016
για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων
(αναδιατύπωση)
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
ΚΕΦΑΛΑΙΟ I
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 1
Αντικείμενο
Η παρούσα οδηγία θεσπίζει διατάξεις για την ανάπτυξη και τη βελτίωση της ασφάλειας του ενωσιακού σιδηροδρομικού συστήματος, καθώς και για τη βελτιωμένη πρόσβαση στην αγορά παροχής σιδηροδρομικών υπηρεσιών, με:
την εναρμόνιση της δομής του κανονιστικού συστήματος στα κράτη μέλη·
τον προσδιορισμό των ευθυνών μεταξύ των παραγόντων του ενωσιακού σιδηροδρομικού συστήματος·
την ανάπτυξη κοινών στόχων ασφάλειας («ΚΣΑ») και κοινών μεθόδων ασφάλειας («ΚΜΑ») προκειμένου να εξαλειφθεί βαθμιαία η ανάγκη για εθνικούς κανόνες·
τη θέσπιση αρχών για την έκδοση, την ανανέωση, την τροποποίηση και τον περιορισμό ή την ανάκληση πιστοποιητικών και εγκρίσεων ασφάλειας·
την απαίτηση για τη συγκρότηση, για κάθε κράτος μέλος, αρχής ασφάλειας και φορέα διερεύνησης ατυχημάτων και συμβάντων· και
τον καθορισμό κοινών αρχών διαχείρισης, ρύθμισης και εποπτείας της ασφάλειας των σιδηροδρόμων.
Άρθρο 2
Πεδίο εφαρμογής
Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται:
στα μετρό·
στα τραμ και τα ελαφρά σιδηροδρομικά οχήματα, καθώς και στις υποδομές που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά από τα οχήματα αυτά· ή
στα δίκτυα που είναι λειτουργικώς αποκομμένα από το υπόλοιπο ενωσιακό σιδηροδρομικό σύστημα και προορίζονται μόνο για τη λειτουργία τοπικών, αστικών ή προαστιακών υπηρεσιών μεταφοράς επιβατών, καθώς και στις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται αποκλειστικά στα εν λόγω δίκτυα.
Τα κράτη μέλη μπορούν να εξαιρούν από τα μέτρα που λαμβάνουν στο πλαίσιο της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας:
τη σιδηροδρομική υποδομή που ανήκει σε ιδιώτες, συμπεριλαμβανομένων των παρακαμπτήριων οδών, και χρησιμοποιείται από τον κύριο ή από τον φορέα εκμετάλλευσης της υποδομής για τις αντίστοιχες μεταφορές φορτίου τους ή για τη μεταφορά προσώπων για μη εμπορικούς σκοπούς, καθώς και τα οχήματα που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά στην υποδομή αυτή·
τις υποδομές και τα οχήματα που προορίζονται αποκλειστικά και μόνον για τοπική, ιστορική ή τουριστική χρήση·
τις ελαφριές σιδηροδρομικές υποδομές που χρησιμοποιούνται περιστασιακά από βαρέα σιδηροδρομικά οχήματα υπό τους όρους λειτουργίας των ελαφρών σιδηροδρομικών συστημάτων, εφόσον απαιτείται για τους σκοπούς συγκοινωνιακής σύνδεσης αποκλειστικά για τα οχήματα αυτά· και
τα οχήματα που χρησιμοποιούνται κυρίως σε ελαφριές σιδηροδρομικές υποδομές αλλά είναι εξοπλισμένα με ορισμένα στοιχεία βαρέων σιδηροδρομικών οχημάτων τα οποία είναι απαραίτητα για να επιτρέπουν τη διέλευση σε περιορισμένο τμήμα βαριάς σιδηροδρομικής υποδομής μόνο για σκοπούς συγκοινωνιακής σύνδεσης.
Άρθρο 3
Ορισμοί
Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
1) |
«ενωσιακό σιδηροδρομικό σύστημα» : το σιδηροδρομικό σύστημα της Ένωσης όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 1) της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797· |
2) |
«διαχειριστής υποδομής» : διαχειριστής υποδομής όπως ορίζεται στο άρθρο 3 σημείο 2) της οδηγίας 2012/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 1 )· |
3) |
«σιδηροδρομική επιχείρηση» : σιδηροδρομική επιχείρηση όπως ορίζεται στο άρθρο 3 σημείο 1) της οδηγίας 2012/34/ΕΕ και κάθε άλλη δημόσια ή ιδιωτική επιχείρηση η δραστηριότητα της οποίας είναι η παροχή υπηρεσιών σιδηροδρομικής μεταφοράς εμπορευμάτων και/ή επιβατών, υπό την προϋπόθεση ότι η επιχείρηση αυτή πρέπει να εξασφαλίζει υποχρεωτικά και την έλξη, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρήσεων που παρέχουν μόνο έλξη· |
4) |
«τεχνικές προδιαγραφές διαλειτουργικότητας» (ΤΠΔ) : προδιαγραφή που υιοθετείται σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2016/797 και ισχύει για κάθε καλυπτόμενο υποσύστημα ή τμήμα υποσυστήματος προκειμένου αυτό να ανταποκρίνεται στις βασικές απαιτήσεις και να διασφαλίζει τη διαλειτουργικότητα του ενωσιακού σιδηροδρομικού συστήματος· |
5) |
«κοινοί στόχοι ασφάλειας» (ΚΣΑ) : τα ελάχιστα επίπεδα ασφάλειας που πρέπει να επιτυγχάνονται σε ολόκληρο το σύστημα, και όπου είναι εφικτό, στα διάφορα τμήματα του ενωσιακού σιδηροδρομικού συστήματος (όπως το συμβατικό σιδηροδρομικό σύστημα, το σιδηροδρομικό σύστημα υψηλής ταχύτητας, οι μακρές σιδηροδρομικές σήραγγες ή οι γραμμές που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για τις μεταφορές εμπορευμάτων)· |
6) |
«κοινές μέθοδοι ασφάλειας» (ΚΜΑ) : οι μέθοδοι με τις οποίες περιγράφεται η αξιολόγηση των επιπέδων ασφάλειας, η επίτευξη των στόχων ασφάλειας και η συμμόρφωση με άλλες απαιτήσεις ασφάλειας· |
7) |
“εθνική αρχή ασφάλειας”: :
α)
ο εθνικός φορέας ο οποίος αναλαμβάνει τα καθήκοντα που αφορούν την ασφάλεια των σιδηροδρόμων σύμφωνα με την παρούσα οδηγία·
β)
κάθε φορέας στον οποίο διάφορα κράτη μέλη έχουν αναθέσει τα καθήκοντα που αναφέρονται στο στοιχείο α), ώστε να διασφαλίζεται ενοποιημένο καθεστώς ασφάλειας·
γ)
κάθε φορέας στον οποίο ένα κράτος μέλος και μια τρίτη χώρα έχουν αναθέσει τα καθήκοντα που αναφέρονται στο στοιχείο α), ώστε να διασφαλίζεται ενοποιημένο καθεστώς ασφάλειας, υπό την προϋπόθεση ότι η Ένωση έχει συνάψει σχετική συμφωνία με την οικεία τρίτη χώρα ή ότι το εν λόγω κράτος μέλος έχει συνάψει την εν λόγω συμφωνία σύμφωνα με την εξουσιοδότηση που έχει χορηγήσει για τον σκοπό αυτό η Ένωση· |
8) |
«εθνικοί κανόνες» : όλοι οι δεσμευτικοί κανόνες που θεσπίζονται σε ένα κράτος μέλος, ανεξαρτήτως του φορέα έκδοσης, οι οποίοι περιλαμβάνουν απαιτήσεις σιδηροδρομικής ασφάλειας ή απαιτήσεις τεχνικής φύσεως, εκτός από αυτές που έχουν θεσπιστεί από την Ένωση ή διεθνείς κανόνες, και οι οποίοι ισχύουν στο εν λόγω κράτος μέλος για σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, διαχειριστές υποδομών ή τρίτα μέρη· |
9) |
«σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας» : η οργάνωση, οι ρυθμίσεις και οι διαδικασίες που θεσπίζονται από διαχειριστή υποδομής ή σιδηροδρομική επιχείρηση προκειμένου να διασφαλίζεται η ασφαλής διαχείριση των εκτελούμενων λειτουργιών· |
10) |
«υπεύθυνος έρευνας» : πρόσωπο που φέρει την ευθύνη για την οργάνωση, τη διεξαγωγή και τον έλεγχο έρευνας· |
11) |
«ατύχημα» : κάθε ακούσιο ή ανεπιθύμητο και αιφνίδιο περιστατικό ή ειδική αλληλουχία τέτοιων περιστατικών με επιζήμιες συνέπειες· τα ατυχήματα διακρίνονται στις εξής κατηγορίες: συγκρούσεις, εκτροχιασμοί, ατυχήματα σε ισόπεδες διαβάσεις, ατυχήματα που προκαλούνται σε άτομα από κινούμενο τροχαίο υλικό, πυρκαγιές και άλλα· |
12) |
«σοβαρό ατύχημα» : κάθε σύγκρουση ή εκτροχιασμός αμαξοστοιχιών, με τουλάχιστον ένα νεκρό ή πέντε ή περισσότερους σοβαρά τραυματισμένους, ή εκτεταμένες ζημίες στο τροχαίο υλικό, τις υποδομές ή το περιβάλλον, καθώς και κάθε άλλο ατύχημα με τις ίδιες συνέπειες και με προφανείς επιπτώσεις στη ρύθμιση της ασφάλειας των σιδηροδρόμων ή τη διαχείριση της ασφάλειας· ως «εκτεταμένες ζημίες» νοούνται οι ζημίες οι οποίες μπορούν να εκτιμηθούν αμέσως από τον φορέα διερεύνησης ότι κοστίζουν συνολικά τουλάχιστον 2 εκατ. EUR· |
13) |
«συμβάν» : κάθε περιστατικό, πλην ατυχήματος ή σοβαρού ατυχήματος, το οποίο επηρεάζει την ασφαλή λειτουργία των σιδηροδρόμων· |
14) |
«έρευνα» ή «διερεύνηση» : διαδικασία που διεξάγεται με σκοπό την πρόληψη ατυχημάτων και συμβάντων και περιλαμβάνει τη συγκέντρωση και την ανάλυση πληροφοριών, την εξαγωγή συμπερασμάτων, συμπεριλαμβανομένου του καθορισμού των αιτίων, και, οσάκις κρίνεται ενδεδειγμένο, τη διατύπωση συστάσεων ασφάλειας· |
15) |
«αίτια» : ενέργειες, παραλείψεις, γεγονότα ή συνθήκες ή συνδυασμός αυτών, που οδήγησαν σε ατύχημα ή συμβάν· |
16) |
«ελαφρός σιδηρόδρομος» : αστικό και/ή προαστιακό σιδηροδρομικό σύστημα μεταφορών με αντοχή σε σύγκρουση C-III ή C-IV (σύμφωνα με το EN 15227:2011) και μέγιστη αντοχή οχήματος 800kN (διαμήκης θλιπτική δύναμη σε περιοχή ζεύξης)· τα ελαφρά σιδηροδρομικά συστήματα ενδέχεται να έχουν δικό τους αποκλειστικό διάδρομο ή κοινό διάδρομο με την οδική κυκλοφορία και κατά κανόνα τα οχήματά τους δεν εναλλάσσονται με οχήματα της σιδηροδρομικής κυκλοφορίας επιβατών ή εμπορευμάτων μεγάλων αποστάσεων· |
17) |
«οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης» : φορέας που έχει κοινοποιηθεί ή οριστεί ως υπεύθυνος να εκτελεί δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, συμπεριλαμβανομένων της βαθμονόμησης, των δοκιμών, της πιστοποίησης και της επιθεώρησης· ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης χαρακτηρίζεται «κοινοποιηθείς οργανισμός» μετά την κοινοποίηση από το κράτος μέλος· ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης χαρακτηρίζεται «ορισθείς οργανισμός» μετά τον ορισμό από το κράτος μέλος· |
18) |
«στοιχεία διαλειτουργικότητας» : τα στοιχεία διαλειτουργικότητας όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 7) της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797· |
19) |
«κάτοχος» : το φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο, είτε ως ιδιοκτήτης οχήματος είτε ως ο έχων το δικαίωμα χρήσης αυτού, εκμεταλλεύεται το όχημα ως μέσο μεταφοράς και είναι καταχωρισμένο με την ιδιότητα αυτή σε μητρώο οχημάτων που αναφέρεται στο άρθρο 47 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797· |
20) |
«υπεύθυνος για τη συντήρηση φορέας» («ΥΣΦ») : ο υπεύθυνος για τη συντήρηση του οχήματος φορέας που έχει καταχωριστεί με την ιδιότητα αυτή στο εθνικό μητρώο οχημάτων που προβλέπεται στο άρθρο 47 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797· |
21) |
«όχημα» : σιδηροδρομικό όχημα δυνάμενο να κινηθεί με τροχούς επί σιδηροδρομικών γραμμών, με ή χωρίς έλξη· το όχημα αποτελείται από ένα ή περισσότερα δομικά και λειτουργικά υποσυστήματα· |
22) |
«κατασκευαστής» : ο κατασκευαστής όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 36) της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797· |
23) |
«αποστολέας» : επιχείρηση που αποστέλλει εμπορεύματα είτε επ' ονόματί της είτε για λογαριασμό τρίτων· |
24) |
«παραλήπτης» : κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που παραλαμβάνει τα προϊόντα βάσει συμβάσεως μεταφοράς· αν η μεταφορά λαμβάνει χώρα χωρίς σύμβαση μεταφοράς, παραλήπτης θεωρείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που αναλαμβάνει τα εμπορεύματα κατά την άφιξη· |
25) |
«φορτωτής» : επιχείρηση η οποία φορτώνει συσκευασμένα εμπορεύματα, μικρά εμπορευματοκιβώτια ή φορητές δεξαμενές εντός ή επί οχήματος ή εμπορευματοκιβωτίου ή φορτώνει εμπορευματοκιβώτιο, εμπορευματοκιβώτιο φορτίου χύδην, εμπορευματοκιβώτιο αερίων πολλαπλών στοιχείων, εμπορευματοκιβώτιο-βυτιοδέκτη ή φορητή δεξαμενή επί οχήματος· |
26) |
«εκφορτωτής» : επιχείρηση η οποία αφαιρεί εμπορευματοκιβώτιο, εμπορευματοκιβώτιο φορτίου χύδην, εμπορευματοκιβώτιο αερίων πολλαπλών στοιχείων, εμπορευματοκιβώτιο-δεξαμενή ή φορητή δεξαμενή από φορτάμαξα, ή επιχείρηση η οποία εκφορτώνει συσκευασμένα εμπορεύματα, μικρά εμπορευματοκιβώτια ή φορητές δεξαμενές μέσα από ή από φορτάμαξα ή εμπορευματοκιβώτιο, ή επιχείρηση η οποία εκφορτώνει εμπορεύματα από δεξαμενή (βυτιοφόρος φορτάμαξα, φορτάμαξα με αποσπώμενη δεξαμενή, φορητή δεξαμενή ή εμπορευματοκιβώτιο-δεξαμενή) ή από φορτάμαξα συστοιχίας δοχείων ή εμπορευματοκιβώτιο αερίων πολλαπλών στοιχείων ή από φορτάμαξα, μεγάλο εμπορευματοκιβώτιο ή μικρό εμπορευματοκιβώτιο για τη μεταφορά φορτίων χύδην ή από εμπορευματοκιβώτιο φορτίου χύδην· |
27) |
«υπεύθυνος πλήρωσης» : επιχείρηση που φορτώνει εμπορεύματα σε δεξαμενή (συμπεριλαμβανομένης βυτιοφόρου φορτάμαξας, φορτάμαξας με αποσπώμενη δεξαμενή, φορητής δεξαμενής ή εμπορευματοκιβωτίου-δεξαμενής), σε φορτάμαξα, μεγάλο εμπορευματοκιβώτιο ή μικρό εμπορευματοκιβώτιο για τη μεταφορά φορτίων χύδην ή σε φορτάμαξα συστοιχίας δοχείων ή σε εμπορευματοκιβώτιο αερίων πολλαπλών στοιχείων, |
28) |
«υπεύθυνος κένωσης» : επιχείρηση που αφαιρεί εμπορεύματα από δεξαμενή (συμπεριλαμβανομένης βυτιοφόρου φορτάμαξας, φορτάμαξας με αποσπώμενη δεξαμενή, φορητής δεξαμενής ή εμπορευματοκιβωτίου- δεξαμενής), από φορτάμαξα, μεγάλο εμπορευματοκιβώτιο ή μικρό εμπορευματοκιβώτιο για τη μεταφορά φορτίων χύδην ή από φορτάμαξα συστοιχίας δοχείων ή εμπορευματοκιβώτιο αερίων πολλαπλών στοιχείων· |
29) |
«μεταφορέας» : επιχείρηση που εκτελεί τη μεταφορά βάσει συμβάσεως μεταφοράς· |
30) |
«αναθέτων φορέας» : ο δημόσιος ή ιδιωτικός φορέας ο οποίος εντέλλει τον σχεδιασμό και/ή την κατασκευή ή την ανακαίνιση ή την αναβάθμιση ενός υποσυστήματος· |
31) |
«είδος της υπηρεσίας» : είδος χαρακτηριζόμενο από τη μεταφορά επιβατών, είτε συμπεριλαμβάνονται οι υπηρεσίες υψηλής ταχύτητας είτε όχι, από τη μεταφορά φορτίου, είτε συμπεριλαμβάνονται οι υπηρεσίες επικίνδυνων εμπορευμάτων είτε όχι, ή αποκλειστικά από υπηρεσίες εκτροπής σιδηροδρόμων· |
32) |
«έκταση της υπηρεσίας» : έκταση χαρακτηριζόμενη από τον αριθμό των επιβατών και/ή όγκο των εμπορευμάτων και από το εκτιμώμενο μέγεθος μιας σιδηροδρομικής επιχείρησης ως προς τον αριθμό των εργαζομένων που απασχολεί στον τομέα των σιδηροδρόμων (όπως πολύ μικρή, μικρή, μεσαίου μεγέθους ή μεγάλη επιχείρηση)· |
33) |
«τόπος παροχής της υπηρεσίας» : δίκτυο ή δίκτυα εντός ενός ή περισσότερων κρατών μελών στα οποία μια σιδηροδρομική επιχείρηση προτίθεται να δραστηριοποιηθεί. |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ II
ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΩΝ
Άρθρο 4
Ρόλος των παραγόντων του ενωσιακού σιδηροδρομικού συστήματος στην ανάπτυξη και τη βελτίωση της ασφάλειας των σιδηροδρόμων
Με σκοπό την ανάπτυξη και βελτίωση της ασφάλειας των σιδηροδρόμων, τα κράτη μέλη, εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων τους:
διασφαλίζουν τη συνολική διατήρηση της σιδηροδρομικής ασφάλειας και, στο μέτρο του δυνατού, τη συνεχή βελτίωσή της, λαμβάνοντας υπόψη την εξέλιξη του δικαίου της Ένωσης και των διεθνών κανόνων, καθώς και την τεχνική και επιστημονική πρόοδο, και δίδοντας προτεραιότητα στην πρόληψη των ατυχημάτων·
διασφαλίζουν την επιβολή όλων των εφαρμοστέων διατάξεων με ανοικτό και αμερόληπτο τρόπο, για την προαγωγή της ανάπτυξης ενός ενιαίου ευρωπαϊκού συστήματος σιδηροδρομικών μεταφορών·
διασφαλίζουν ότι τα μέτρα ανάπτυξης και βελτίωσης της σιδηροδρομικής ασφάλειας λαμβάνουν υπόψη την ανάγκη συστηματικής προσέγγισης·
διασφαλίζουν ότι την ευθύνη για την ασφαλή λειτουργία του ενωσιακού σιδηροδρομικού συστήματος και τον έλεγχο των σχετικών κινδύνων αναλαμβάνουν οι διαχειριστές υποδομής και οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, καθένας για το τμήμα του συστήματος που εμπίπτει στην αρμοδιότητά του, επιβάλλοντάς τους την υποχρέωση:
να εφαρμόζουν τα αναγκαία μέτρα για τον έλεγχο των κινδύνων τα οποία προβλέπονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο α), κατά περίπτωση σε συνεργασία μεταξύ τους·
να εφαρμόζουν τους ενωσιακούς και τους εθνικούς κανόνες·
να καταρτίζουν συστήματα διαχείρισης της ασφάλειας σύμφωνα με την παρούσα οδηγία·
με επιφύλαξη της αστικής ευθύνης σύμφωνα με τις απαιτήσεις του δικαίου των κρατών μελών, διασφαλίζουν ότι κάθε διαχειριστής υποδομής και κάθε σιδηροδρομική επιχείρηση αναλαμβάνει την ευθύνη για το τμήμα του συστήματος που εμπίπτει στην αρμοδιότητά του και για την ασφαλή λειτουργία του, συμπεριλαμβανομένων της προμήθειας υλικού και της ανάθεσης υπηρεσιών έναντι των χρηστών, των πελατών, των οικείων εργαζομένων και άλλων παραγόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 4·
καταρτίζουν και δημοσιεύουν ετήσια σχέδια ασφάλειας στα οποία περιγράφονται τα προβλεπόμενα μέτρα για την επίτευξη των ΚΣΑ· και
υποστηρίζουν, όπου απαιτείται, το έργο του Οργανισμού όσον αφορά την παρακολούθηση της ανάπτυξης της ασφάλειας των σιδηροδρόμων σε ενωσιακό επίπεδο.
Οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και οι διαχειριστές υποδομής:
εφαρμόζουν τα αναγκαία μέτρα για τον έλεγχο των κινδύνων τα οποία προβλέπονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο α), κατά περίπτωση σε συνεργασία μεταξύ τους και με άλλους παράγοντες·
λαμβάνουν υπόψη στα συστήματα διαχείρισης της ασφάλειας τους κινδύνους που συνδέονται με τις δραστηριότητες άλλων παραγόντων και τρίτων·
όπου απαιτείται, υποχρεώνουν μέσω σύμβασης τους άλλους παράγοντες που αναφέρονται στην παράγραφο 4, των οποίων η δράση ενδέχεται να έχει αντίκτυπο στην ασφαλή λειτουργία του ενωσιακού σιδηροδρομικού συστήματος, να εφαρμόζουν μέτρα ελέγχου των κινδύνων· και
διασφαλίζουν ότι οι εργολάβοι τους εφαρμόζουν μέτρα ελέγχου των κινδύνων με την εφαρμογή των ΚΜΑ για την παρακολούθηση διαδικασιών σύμφωνα με τη σχετική ΚΜΑ που προβλέπεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο γ) και ότι αυτό προβλέπεται ρητά σε συμβατικές ρυθμίσεις που θα δημοσιοποιούνται κατόπιν αιτήματος του Οργανισμού ή της εθνικής αρχής ασφάλειας.
Με την επιφύλαξη της ευθύνης που φέρουν οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και οι διαχειριστές υποδομής κατά την παράγραφο 3, οι υπεύθυνοι για τη συντήρηση φορείς και κάθε άλλος παράγοντας με πιθανό αντίκτυπο στην ασφαλή λειτουργία του ενωσιακού σιδηροδρομικού συστήματος, συμπεριλαμβανομένων των κατασκευαστών, εταιρειών συντήρησης, κατόχων οχημάτων, παρόχων υπηρεσιών, αναθετόντων φορέων, μεταφορέων, αποστολέων, παραληπτών, φορτωτών, εκφορτωτών, υπεύθυνων πλήρωσης και κένωσης:
εφαρμόζουν τα αναγκαία μέτρα ελέγχου των κινδύνων, όπου απαιτείται σε συνεργασία με άλλους παράγοντες·
διασφαλίζουν ότι τα υποσυστήματα, το λοιπό υλικό, ο εξοπλισμός και οι υπηρεσίες που παρέχουν πληρούν τις ισχύουσες προϋποθέσεις και όρους χρήσης, προκειμένου να είναι δυνατή η ασφαλής χρήση τους από τις οικείες σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και/ή τον οικείο διαχειριστή υποδομής.
Οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, οι διαχειριστές υποδομής και κάθε παράγοντας που αναφέρεται στην παράγραφο 4 και εντοπίζει ή ενημερώνεται σχετικά με κίνδυνο ασφάλειας οφειλόμενο σε ελάττωμα και κατασκευαστικές παρατυπίες ή δυσλειτουργίες τεχνικού εξοπλισμού, συμπεριλαμβανομένων των δομικών υποσυστημάτων, οφείλουν, στα πλαίσια των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους:
να λαμβάνουν τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για την αντιμετώπιση του εντοπισθέντος κινδύνου ασφάλειας·
να αναφέρουν τους εν λόγω κινδύνους στα οικεία ενδιαφερόμενα μέρη, προκειμένου αυτά να λάβουν τυχόν απαιτούμενα περαιτέρω διορθωτικά μέτρα για να εξασφαλιστεί η απρόσκοπτη επίτευξη των επιδόσεων ασφάλειας του ενωσιακού σιδηροδρομικού συστήματος. Ο Οργανισμός δύναται να δημιουργήσει ένα εργαλείο που θα διευκολύνει αυτήν την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων παραγόντων, λαμβάνοντας υπόψη την ιδιωτική ζωή των χρηστών, τα αποτελέσματα μιας ανάλυσης κόστους/αποτελεσματικότητας, καθώς και τις εφαρμογές πληροφορικής και τα μητρώα που έχουν ήδη συσταθεί από τον Οργανισμό.
Άρθρο 5
Κοινοί δείκτες ασφάλειας («ΚΔΑ»)
Άρθρο 6
Κοινές μέθοδοι ασφάλειας («ΚΜΑ»)
Οι ΚΜΑ περιγράφουν τον τρόπο αξιολόγησης των επιπέδων ασφάλειας, της επίτευξης των στόχων ασφάλειας και της συμμόρφωσης προς άλλες απαιτήσεις ασφάλειας, μεταξύ άλλων, κατά περίπτωση, μέσω ανεξάρτητου οργανισμού αξιολόγησης, με την εκπόνηση και τον καθορισμό:
των μεθόδων αξιολόγησης και εκτίμησης των κινδύνων·
των μεθόδων αξιολόγησης της συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις των πιστοποιητικών ασφάλειας και των εγκρίσεων ασφάλειας που εκδίδονται σύμφωνα με τα άρθρα 10 και 12·
των μεθόδων εποπτείας που πρέπει να εφαρμόζουν οι εθνικές αρχές ασφάλειας και των μεθόδων παρακολούθησης που πρέπει να εφαρμόζουν οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, οι διαχειριστές υποδομής και οι αρμόδιοι για τη συντήρηση φορείς·
των μεθόδων αξιολόγησης του επιπέδου και των επιδόσεων ασφάλειας των φορέων λειτουργίας των σιδηροδρόμων σε εθνικό επίπεδο και σε ενωσιακό επίπεδο·
των μεθόδων αξιολόγησης της επίτευξης των στόχων ασφάλειας σε εθνικό επίπεδο και σε επίπεδο Ένωσης· και
κάθε άλλης μεθόδου η οποία αφορά διαδικασία του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας που χρειάζεται να εναρμονιστεί σε επίπεδο Ένωσης.
Κατά τη διατύπωση, έγκριση και αναθεώρηση των ΚΜΑ λαμβάνεται υπόψη η γνώμη των χρηστών, των εθνικών αρχών ασφάλειας και των ενδιαφερόμενων φορέων, συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών εταίρων, όπου κρίνεται σκόπιμο. Στις συστάσεις περιλαμβάνεται έκθεση με τα αποτελέσματα της εν λόγω διαβούλευσης και έκθεση εκτίμησης των επιπτώσεων των νέων ή τροποποιημένων προς έγκριση ΚΜΑ.
Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή σε ό,τι αφορά τα καθήκοντα που περιγράφονται στο πρώτο εδάφιο.
Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή σε ό,τι αφορά τα καθήκοντα που περιγράφονται στο πρώτο εδάφιο.
Άρθρο 6α
Ευθυγράμμιση των ΚΜΑ με τις αναθεωρημένες προθεσμίες
Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 7 για να ευθυγραμμιστούν οι ημερομηνίες εφαρμογής των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 6 με την προθεσμία μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο που καθορίζεται στο άρθρο 33 παράγραφος 2α. Η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 27α εφαρμόζεται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 7
Κοινοί στόχοι ασφάλειας («ΚΣΑ»)
Οι ΚΣΑ καθορίζουν τα ελάχιστα επίπεδα ασφάλειας που πρέπει να επιτυγχάνονται σε ολόκληρο το σύστημα και, όταν είναι εφικτό, στα διάφορα τμήματα του σιδηροδρομικού συστήματος σε κάθε κράτος μέλος και στην Ένωση. Οι ΚΣΑ μπορούν να συνίστανται σε κριτήρια αποδοχής κινδύνων ή στοχευόμενα επίπεδα ασφάλειας και λαμβάνουν υπόψη, συγκεκριμένα:
μεμονωμένους κινδύνους που αφορούν τους επιβάτες, εργαζομένους, συμπεριλαμβανομένου του προσωπικού ή των εργολάβων, τους χρήστες των ισόπεδων διαβάσεων και άλλους και, υπό την επιφύλαξη των υφιστάμενων εθνικών και διεθνών κανόνων περί ευθύνης, μεμονωμένους κινδύνους που αφορούν άτομα μη εξουσιοδοτημένα να βρίσκονται σε σιδηροδρομικούς χώρους·
κινδύνους για την κοινωνία.
Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή σε ό,τι αφορά τα καθήκοντα που περιγράφονται στο πρώτο εδάφιο.
Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή σε ό,τι αφορά τα καθήκοντα που περιγράφονται στο πρώτο εδάφιο.
Άρθρο 8
Εθνικοί κανόνες στον τομέα της ασφάλειας
Οι εθνικοί κανόνες που κοινοποιούνται έως τις 15 Ιουνίου 2016 σύμφωνα με την οδηγία 2004/49/ΕΚ θα ισχύουν εφόσον:
ανήκουν σε μία από τις κατηγορίες που προσδιορίζονται στο παράρτημα II· και
συνάδουν με το δίκαιο της Ένωσης, ιδίως με τις ΤΠΔ, τους ΚΣΑ και τις ΚΜΑ· και
δεν οδηγούν σε αυθαίρετες διακρίσεις ή σε συγκεκαλυμμένο περιορισμό των σιδηροδρομικών μεταφορών μεταξύ των κρατών μελών.
Έως τις 16 Ιουνίου 2018, τα κράτη μέλη επανεξετάζουν τους εθνικούς κανόνες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και καταργούν:
τυχόν εθνικούς κανόνες που δεν κοινοποιήθηκαν ή δεν πληρούν τα κριτήρια της παραγράφου 1·
τυχόν εθνικούς κανόνες που έχουν καταστεί περιττοί λόγω του δικαίου της Ένωσης και ιδίως των ΤΠΔ, ΚΣΑ και ΚΜΑ.
Για τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν το μέσο διαχείρισης κανόνων που αναφέρεται στο άρθρο 27 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/796 και να ζητούν από τον Οργανισμό να εξετάσει συγκεκριμένους κανόνες με βάση τα κριτήρια της παρούσας παραγράφου.
Τα κράτη μέλη θεσπίζουν νέους εθνικούς κανόνες σύμφωνα με την παρούσα οδηγία μόνο στις ακόλουθες περιπτώσεις:
εφόσον οι κανόνες αφορούν υπάρχουσες μεθόδους ασφάλειας που δεν καλύπτονται από ΚΜΑ·
όταν οι κανόνες λειτουργίας του σιδηροδρομικού δικτύου δεν καλύπτονται ακόμη από ΤΠΔ·
ως επείγον προληπτικό μέτρο, ιδίως κατόπιν ατυχήματος ή συμβάντος·
εφόσον απαιτείται αναθεώρηση ήδη κοινοποιηθέντος κανόνα·
όταν οι κανόνες για τις απαιτήσεις όσον αφορά το προσωπικό το οποίο εκτελεί κρίσιμα καθήκοντα στον τομέα της ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένων κριτηρίων επιλογής, καλής φυσικής και ψυχολογικής κατάστασης και επαγγελματικής κατάρτισης, δεν καλύπτονται ακόμη από ΤΠΔ ή από την οδηγία 2007/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 2 ).
Άρθρο 9
Συστήματα διαχείρισης της ασφάλειας
Το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας περιέχει τα ακόλουθα βασικά στοιχεία:
πολιτική ασφάλειας εγκεκριμένη από τον διευθύνοντα σύμβουλο του οργανισμού και κοινοποιημένη σε όλο το προσωπικό·
ποιοτικούς και ποσοτικούς στόχους του οργανισμού για τη διατήρηση και την ενίσχυση της ασφάλειας, καθώς και σχέδια και διαδικασίες επίτευξης των στόχων·
διαδικασίες για τη συμμόρφωση προς τα υφιστάμενα, νέα και τροποποιημένα τεχνικά και λειτουργικά πρότυπα ή άλλες προϋποθέσεις σχετικές με προδιαγραφές που θεσπίζονται βάσει των ΤΠΔ, των εθνικών κανόνων που αναφέρονται στο άρθρο 8 και στο παράρτημα II, άλλων σχετικών κανόνων ή αποφάσεων των αρχών·
διαδικασίες με στόχο την εξασφάλιση της συμμόρφωσης προς τα πρότυπα και άλλες προϋποθέσεις σχετικές με προδιαγραφές καθ' όλη τη διάρκεια ζωής του εξοπλισμού και των λειτουργιών·
διαδικασίες και μεθόδους προσδιορισμού των κινδύνων, αξιολόγησης των κινδύνων και εφαρμογής μέτρων ελέγχου των κινδύνων κάθε φορά που, λόγω μεταβολής των όρων εκμετάλλευσης ή της εισαγωγής νέου υλικού, δημιουργούνται νέοι κίνδυνοι για την υποδομή ή τη διασύνδεση ανθρώπου-μηχανής-οργανισμού·
εξασφάλιση προγραμμάτων κατάρτισης του προσωπικού και συστημάτων τα οποία διασφαλίζουν ότι διατηρείται η επάρκεια προσόντων του προσωπικού και εκτελούνται αναλόγως τα σχετικά καθήκοντα, συμπεριλαμβανομένων ρυθμίσεων σχετικά με την καλή φυσική και ψυχολογική κατάσταση·
ρυθμίσεις για την παροχή επαρκούς πληροφόρησης στο πλαίσιο του οργανισμού και, όπου απαιτείται, μεταξύ οργανισμών του σιδηροδρομικού συστήματος·
διαδικασίες και μορφότυπους για την τεκμηρίωση των πληροφοριών σχετικά με την ασφάλεια και καθορισμό διαδικασίας ελέγχου της μορφής των ζωτικής σημασίας πληροφοριών ασφάλειας·
διαδικασίες για την εξασφάλιση της αναφοράς, διερεύνησης και ανάλυσης ατυχημάτων, συμβάντων, στοιχείων αποσοβηθέντων ατυχημάτων και άλλων επικίνδυνων περιστατικών, καθώς και της λήψης των απαραίτητων προληπτικών μέτρων·
εξασφάλιση σχεδίων δράσης, προειδοποίησης, καθώς και πληροφόρησης σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, τα οποία έχουν συμφωνηθεί με τις αρμόδιες δημόσιες αρχές· και
διατάξεις για περιοδικούς εσωτερικούς ελέγχους του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας.
Οι διαχειριστές υποδομής και οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις περιλαμβάνουν οποιοδήποτε άλλο στοιχείο είναι απαραίτητο για να καλυφθούν οι κίνδυνοι ασφάλειας, σύμφωνα με την αξιολόγηση κινδύνων που απορρέουν από τη δραστηριότητά τους.
Τα συστήματα διαχείρισης της ασφάλειας αναπτύσσονται με στόχο τον συντονισμό των διαδικασιών έκτακτης ανάγκης του διαχειριστή υποδομής με όλες τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις που ασκούν δραστηριότητα στην υποδομή του και με τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, ώστε να διευκολύνεται η ταχεία παρέμβαση των σωστικών συνεργείων, καθώς και με οποιοδήποτε άλλο μέρος εμπλέκεται σε μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Όσον αφορά τις διασυνοριακές υποδομές, η συνεργασία ανάμεσα στους σχετικούς διαχειριστές υποδομής διευκολύνει τον απαραίτητο συντονισμό και την ετοιμότητα των αρμόδιων υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης και στις δύο πλευρές των συνόρων.
Ύστερα από σοβαρό ατύχημα, η σιδηροδρομική επιχείρηση παρέχει βοήθεια στα θύματα βοηθώντας τα σε διαδικασίες καταγγελίας δυνάμει ενωσιακού δικαίου, ιδίως του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1371/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 4 ), με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων άλλων μερών. Η βοήθεια αυτή χρησιμοποιεί διαύλους επικοινωνίας με τις οικογένειες των θυμάτων και περιλαμβάνει ψυχολογική υποστήριξη για τα θύματα ατυχημάτων και τις οικογένειές τους.
Πριν από τις 31 Μαΐου κάθε έτους, όλοι οι διαχειριστές υποδομής και οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις υποβάλλουν στην εθνική αρχή ασφάλειας ετήσια έκθεση ασφάλειας για το προηγούμενο ημερολογιακό έτος. Η εν λόγω έκθεση περιλαμβάνει:
πληροφορίες για την επίτευξη των στόχων της επιχείρησης στον τομέα της ασφάλειας και για τα αποτελέσματα των προγραμμάτων ασφάλειας·
αναφορά για την κατάρτιση των εθνικών δεικτών ασφάλειας και των ΚΔΑ που αναφέρονται στο άρθρο 5, εφόσον είναι συναφείς με την επιχείρηση που υποβάλλει την έκθεση·
τα αποτελέσματα του εσωτερικού ελέγχου ασφάλειας·
παρατηρήσεις για ανεπάρκειες και δυσλειτουργίες των σιδηροδρομικών υπηρεσιών και της διαχείρισης της υποδομής που ενδέχεται να ενδιαφέρουν την εθνική αρχή ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένης σύνοψης των πληροφοριών που παρέχονται από τους σχετικούς παράγοντες σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 5 στοιχείο β)· και
έκθεση για την εφαρμογή των σχετικών ΚΜΑ.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ III
ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΕΓΚΡΙΣΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Άρθρο 10
Ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας
Με το ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας αποδεικνύεται ότι η οικεία σιδηροδρομική επιχείρηση έχει θεσπίσει σύστημα διαχείρισης ασφάλειας και ότι είναι σε θέση να λειτουργεί με ασφάλεια στον τόπο στον οποίο σκοπεύει να παρέχει τις υπηρεσίες της.
Η αίτηση για έκδοση ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας συνοδεύεται από φάκελο ο οποίος περιλαμβάνει έγγραφα που αποδεικνύουν ότι:
η σιδηροδρομική επιχείρηση εφαρμόζει σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας σύμφωνα με το άρθρο 9 και ότι πληροί τις απαιτήσεις που καθορίζονται στις ΤΠΔ, τις ΚΜΑ και τους ΚΣΑ και σε άλλες σχετικές νομοθετικές διατάξεις, ώστε να ελέγχει τους κινδύνους και να παρέχει ασφαλείς μεταφορές στο δίκτυο· και
όταν συντρέχει περίπτωση, η σιδηροδρομική επιχείρηση πληροί τις απαιτήσεις των οικείων εθνικών κανόνων που κοινοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 8.
Η εν λόγω αίτηση και οι πληροφορίες σχετικά με όλες τις αιτήσεις, τα στάδια των σχετικών διαδικασιών και το αποτέλεσμά τους, καθώς και, κατά περίπτωση, τα αιτήματα και τις αποφάσεις του τμήματος προσφυγών, υποβάλλονται μέσω της υπηρεσίας μιας χρήσης που αναφέρεται στο άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/796.
Ο Οργανισμός εκδίδει ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας σε σιδηροδρομικές επιχειρήσεις με τόπο παροχής της υπηρεσίας σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη. Για την έκδοση του πιστοποιητικού αυτού, ο Οργανισμός:
αξιολογεί τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχείο α)· και
παραπέμπει άμεσα τον φάκελο της σιδηροδρομικής επιχείρησης στο σύνολό του στις εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας, προς αξιολόγηση των στοιχείων που προβλέπονται στην παράγραφο 3 στοιχείο β).
Στο πλαίσιο της ανωτέρω αξιολόγησης, ο Οργανισμός ή οι εθνικές αρχές ασφάλειας εξουσιοδοτούνται να επισκέπτονται και να επιθεωρούν τους χώρους της σιδηροδρομικής επιχείρησης και να διενεργούν ελέγχους, ενώ επίσης μπορούν να ζητούν σχετικές συμπληρωματικές πληροφορίες. Ο Οργανισμός και οι εθνικές αρχές ασφάλειας συντονίζουν την οργάνωση των εν λόγω επισκέψεων, ελέγχων και επιθεωρήσεων.
Ο Οργανισμός λαμβάνει πλήρως υπόψη τις δυνάμει της παραγράφου 5 αξιολογήσεις προτού λάβει την απόφασή του σχετικά με την έκδοση του ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας.
Ο Οργανισμός αναλαμβάνει εξ ολοκλήρου την ευθύνη για τυχόν ενιαία πιστοποιητικά ασφάλειας τα οποία εκδίδει.
Αν η Επιτροπή Προσφυγών συμφωνεί με τον Οργανισμό, ο Οργανισμός λαμβάνει αμελλητί την απόφασή του.
Αν η Επιτροπή Προσφυγών συμφωνεί με την αρνητική αξιολόγηση της εθνικής αρχής ασφάλειας, ο Οργανισμός χορηγεί ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας με τόπο παροχής υπηρεσίας από τον οποίο εξαιρούνται τα τμήματα του δικτύου τα οποία έλαβαν αρνητική αξιολόγηση.
Όταν ο Οργανισμός διαφωνεί με θετική αξιολόγηση διεξαχθείσα από μία ή περισσότερες εθνικές αρχές ασφάλειας σύμφωνα με την παράγραφο 5 στοιχείο β), ενημερώνει τη σχετική αρχή ή τις αρχές, αιτιολογώντας τη διαφωνία του. Ο Οργανισμός και η εθνική αρχή ή εθνικές αρχές ασφάλειας συνεργάζονται με σκοπό να συμφωνήσουν σε αμοιβαία αποδεκτή αξιολόγηση. Εφόσον απαιτείται, ο Οργανισμός και η εθνική αρχή ή οι εθνικές αρχές ασφάλειας μπορούν να αποφασίσουν στη διαδικασία αυτή να συμμετέχει και ο αιτών. Αν δεν συμφωνείται αμοιβαία αποδεκτή αξιολόγηση εντός ενός μηνός αφότου ο Οργανισμός ενημέρωσε την εθνική αρχή ή τις εθνικές αρχές ασφάλειας σχετικά με τη διαφωνία του, ο Οργανισμός λαμβάνει την οριστική του απόφαση.
Η εθνική αρχή ασφάλειας αναλαμβάνει εξ ολοκλήρου την ευθύνη για τυχόν ενιαία πιστοποιητικά ασφάλειας τα οποία εκδίδει.
Ένα κράτος μέλος μπορεί να επιτρέπει σε φορείς τρίτης χώρας να αφικνούνται σε σταθμό της επικράτειάς του ο οποίος προορίζεται για τις διασυνοριακές υπηρεσίες και βρίσκεται κοντά στα σύνορα του εν λόγω κράτους μέλους χωρίς να απαιτείται ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας, υπό την προϋπόθεση ότι διασφαλίζεται το κατάλληλο επίπεδο ασφάλειας μέσω:
διασυνοριακής συμφωνίας μεταξύ του οικείου κράτους μέλους και της γειτονικής τρίτης χώρας· ή
συμβατικών ρυθμίσεων μεταξύ του φορέα της τρίτης χώρας και της σιδηροδρομικής επιχείρησης ή του διαχειριστή υποδομής που κατέχει ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας ή έγκριση ασφάλειας προκειμένου να εκμεταλλεύεται το σχετικό δίκτυο, υπό την προϋπόθεση ότι οι παράμετροι ασφάλειας των εν λόγω ρυθμίσεων αποτυπώνονται δεόντως στο σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας.
Έως τις 16 Ιουνίου 2018, η Επιτροπή καθορίζει, με εκτελεστικές πράξεις, πρακτικές ρυθμίσεις που προσδιορίζουν:
τον τρόπο τήρησης από τον αιτούντα των προϋποθέσεων έκδοσης του ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας που ορίζονται στο παρόν άρθρο, καθώς και απαρίθμηση των απαιτούμενων εγγράφων·
τις λεπτομέρειες της διαδικασίας πιστοποίησης, όπως τα στάδια της διαδικασίας και οι προθεσμίες για κάθε στάδιο της διαδικασίας·
τον τρόπο τήρησης των προϋποθέσεων που ορίζονται στο παρόν άρθρο από τον Οργανισμό και την εθνική αρχή ασφάλειας κατά τα διάφορα στάδια της αίτησης και της διαδικασίας πιστοποίησης, μεταξύ άλλων και κατά την αξιολόγηση των φακέλων των αιτούντων· και
την περίοδο ισχύος των ενιαίων πιστοποιητικών ασφάλειας που εκδίδει ο Οργανισμός ή οι εθνικές αρχές ασφάλειας, ιδίως στην περίπτωση αναπροσαρμογής τυχόν ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας λόγω αλλαγών στο είδος, την έκταση και τον τόπο παροχής των υπηρεσιών.
Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 28 παράγραφος 3. Λαμβάνουν υπόψη την εμπειρία από την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 653/2007 της Επιτροπής ( 5 ) και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1158/2010 της Επιτροπής ( 6 ) και την εμπειρία από την προπαρασκευή των συμφωνιών συνεργασίας που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφος 1.
Αν επιβεβαιωθεί η απορριπτική απόφαση του Οργανισμού, ο αιτών δικαιούται να προσφύγει ενώπιον της Επιτροπής Προσφυγών που ορίζεται στο άρθρο 55 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/796.
Αν επιβεβαιωθεί η απορριπτική απόφαση εθνικής αρχής ασφάλειας, ο αιτών δικαιούται να προσφύγει ενώπιον του φορέα προσφυγών σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο. Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν τον ρυθμιστικό φορέα που αναφέρεται στο άρθρο 56 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ για τους σκοπούς της εν λόγω διαδικασίας προσφυγής. Σε αυτήν την περίπτωση, εφαρμόζεται το άρθρο 18 παράγραφος 3 της παρούσας οδηγίας.
Αν η σιδηροδρομική επιχείρηση έχει λάβει ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας εκδοθέν σύμφωνα με την παράγραφο 8 και επιθυμεί την επέκταση του τόπου παροχής της υπηρεσίας εντός του ίδιου κράτους μέλους, συμπληρώνει τον φάκελο με τα σχετικά έγγραφα που αναφέρονται στην παράγραφο 3 όσον αφορά τον νέο τόπο παροχής της υπηρεσίας. Υποβάλει τον φάκελο, μέσω της υπηρεσίας μιας στάσης που αναφέρεται στο άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/796, στην εθνική αρχή ασφάλειας η οποία, αφού ακολουθήσει τις προβλεπόμενες στην παράγραφο 8 διαδικασίες, εκδίδει αναπροσαρμοσμένο ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας, το οποίο καλύπτει το διευρυμένο πεδίο παροχής της υπηρεσίας.
Άρθρο 11
Συνεργασία μεταξύ του Οργανισμού και των εθνικών αρχών ασφάλειας για την έκδοση ενιαίων πιστοποιητικών ασφάλειας
Άρθρο 12
Έγκριση ασφάλειας των διαχειριστών υποδομής
Η έγκριση ασφάλειας περιλαμβάνει άδεια που επιβεβαιώνει την αποδοχή των μέτρων που έχουν ληφθεί με το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας του διαχειριστή υποδομής, όπως ορίζεται στο άρθρο 9, και περιλαμβάνει τις διαδικασίες και τις διατάξεις που πληρούν συγκεκριμένες προδιαγραφές απαραίτητες για τον ασφαλή σχεδιασμό, συντήρηση και λειτουργία της σιδηροδρομικής υποδομής, συμπεριλαμβανομένης, εφόσον παρίσταται ανάγκη, της συντήρησης και λειτουργίας του συστήματος ελέγχου της κυκλοφορίας και της σηματοδότησης.
Η εθνική αρχή ασφάλειας επεξηγεί τις απαιτήσεις για τις εγκρίσεις ασφάλειας και τα απαιτούμενα έγγραφα, όταν κρίνεται σκόπιμο με τη μορφή εγγράφου οδηγιών για την υποβολή αιτήσεων.
Η εθνική αρχή ασφάλειας μπορεί να απαιτήσει την αναθεώρηση της έγκρισης ασφάλειας μετά από ουσιαστικές μεταβολές του ρυθμιστικού πλαισίου ασφάλειας.
Άρθρο 13
Πρόσβαση στις εγκαταστάσεις κατάρτισης
Οι υπηρεσίες κατάρτισης περιλαμβάνουν εκπαίδευση για τις απαραίτητες γνώσεις, κανόνες και διαδικασίες λειτουργίας, τη σηματοδότηση και το σύστημα ελέγχου-χειρισμού, καθώς και τις διαδικασίες έκτακτης ανάγκης που ισχύουν για τα εκτελούμενα δρομολόγια.
Σε περίπτωση που οι υπηρεσίες κατάρτισης δεν περιλαμβάνουν εξέταση και χορήγηση πιστοποιητικών, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την πρόσβαση του προσωπικού των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων και των διαχειριστών υποδομής στα εν λόγω πιστοποιητικά.
Η εθνική αρχή ασφάλειας διασφαλίζει ότι οι υπηρεσίες κατάρτισης πληρούν αντιστοίχως τις απαιτήσεις της οδηγίας 2007/59/ΕΚ, των ΤΠΔ ή των εθνικών κανόνων, που προβλέπονται στο άρθρο 8 παράγραφος 3 στοιχείο ε) της παρούσας οδηγίας.
Άρθρο 14
Συντήρηση οχημάτων
Με την επιφύλαξη της ευθύνης των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων και των διαχειριστών υποδομής για την ασφαλή λειτουργία των αμαξοστοιχιών κατά το άρθρο 4, ο υπεύθυνος για τη συντήρηση φορέας εξασφαλίζει ότι τα οχήματα για τη συντήρηση των οποίων είναι υπεύθυνος βρίσκονται σε ασφαλή κατάσταση κυκλοφορίας. Για τον σκοπό αυτό, ο υπεύθυνος για τη συντήρηση φορέας θεσπίζει σύστημα συντήρησης για τα εν λόγω οχήματα και μέσω του συστήματος αυτού:
διασφαλίζει ότι τα οχήματα συντηρούνται σύμφωνα με το βιβλίο συντήρησης εκάστου οχήματος και τις ισχύουσες απαιτήσεις, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων συντήρησης και των σχετικών διατάξεων ΤΠΔ·
εφαρμόζει τις απαραίτητες μεθόδους αξιολόγησης και εκτίμησης των κινδύνων που καθορίζονται στις ΚΜΑ, όπως αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο α), κατά περίπτωση σε συνεργασία με άλλους παράγοντες·
διασφαλίζει ότι οι εργολάβοι τους εφαρμόζουν μέτρα ελέγχου των κινδύνων με την εφαρμογή της ΚΜΑ για την παρακολούθηση διαδικασιών που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο γ) και ότι αυτό προβλέπεται ρητά σε συμβατικές ρυθμίσεις που θα δημοσιοποιούνται κατόπιν αιτήματος του Οργανισμού ή της εθνικής αρχής ασφάλειας· και
διασφαλίζει την ιχνηλασιμότητα των δραστηριοτήτων συντήρησης.
Το σύστημα συντήρησης συνίσταται στις ακόλουθες λειτουργίες:
λειτουργία διαχείρισης για την εποπτεία και τον συντονισμό των λειτουργιών συντήρησης που αναφέρονται στα στοιχεία β) έως δ) και για τη διασφάλιση της κατάστασης ασφαλούς λειτουργίας του οχήματος στο σιδηροδρομικό σύστημα·
λειτουργία ανάπτυξης σε θέματα συντήρησης, στο πλαίσιο της οποίας πραγματοποιείται η διαχείριση της τεκμηρίωσης που αφορά τη συντήρηση, συμπεριλαμβανομένης της διαχείρισης της διάταξης, με βάση τον σχεδιασμό και τα λειτουργικά δεδομένα, καθώς και με βάση τις επιδόσεις και την αποκτώμενη εμπειρία·
λειτουργία διαχείρισης της συντήρησης του στόλου για τη διαχείριση της απόσυρσης οχήματος για συντήρηση και της επαναφοράς του σε λειτουργία μετά τη συντήρηση·
λειτουργία πραγματοποίησης της συντήρησης για την πραγματοποίηση της απαιτούμενης τεχνικής συντήρησης οχήματος ή τμημάτων αυτού, συμπεριλαμβανομένης της τεκμηρίωσης για τη διάθεση σε λειτουργία.
Ο υπεύθυνος για τη συντήρηση φορέας ασκεί ο ίδιος τη λειτουργία διαχείρισης, μπορεί όμως να αναθέσει τις λειτουργίες συντήρησης που αναφέρονται στα στοιχεία β) έως δ) ή τμήματα αυτών σε άλλα συμβαλλόμενα μέρη όπως συνεργεία συντήρησης.
Ο υπεύθυνος για τη συντήρηση φορέας διασφαλίζει ότι όλες οι λειτουργίες όπως καθορίζονται στα στοιχεία α) έως δ) συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις και τα κριτήρια αξιολόγησης που παρατίθενται στο παράρτημα III.
Τα συνεργεία συντήρησης εφαρμόζουν τα σχετικά τμήματα του παραρτήματος III όπως προσδιορίζονται στις εκτελεστικές πράξεις σύμφωνα με την παράγραφο 8 στοιχείο α), που αντιστοιχούν στις λειτουργίες και τις δραστηριότητες που πρέπει να πιστοποιηθούν.
Όσον αφορά τις φορτάμαξες και, όσον αφορά άλλα οχήματα, μετά την έκδοση των εκτελεστικών πράξεων που αναφέρονται στην παράγραφο 8 στοιχείο β), κάθε υπεύθυνος για τη συντήρηση φορέας πιστοποιείται και λαμβάνει πιστοποιητικό υπεύθυνου για τη συντήρηση φορέα (πιστοποιητικό ΥΣΦ) από διαπιστευμένο ή αναγνωρισμένο οργανισμό ή από εθνική αρχή ασφάλειας σύμφωνα με τους ακόλουθους όρους:
οι διαδικασίες διαπίστευσης και αναγνώρισης βασίζονται σε κριτήρια ανεξαρτησίας, επάρκειας και αμεροληψίας·
το σύστημα πιστοποίησης παρέχει αποδεικτικά στοιχεία ότι ο υπεύθυνος για τη συντήρηση φορέας έχει καθιερώσει σύστημα συντήρησης ώστε να εγγυάται την ασφαλή κατάσταση κυκλοφορίας όλων των οχημάτων για τη συντήρηση των οποίων είναι υπεύθυνος·
η πιστοποίηση ΥΣΦ βασίζεται σε αξιολόγηση της ικανότητας του υπεύθυνου για τη συντήρηση φορέα να πληροί τις σχετικές απαιτήσεις και τα κριτήρια αξιολόγησης που ορίζονται στο παράρτημα III και να τα εφαρμόζει με συνέπεια. Περιλαμβάνει σύστημα επιτήρησης για τη διασφάλιση διαρκούς συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις αυτές και κριτήρια αξιολόγησης μετά τη χορήγηση του πιστοποιητικού ΥΣΦ·
η πιστοποίηση των συνεργείων συντήρησης βασίζεται στη συμμόρφωση με τα σχετικά τμήματα του παραρτήματος III που εφαρμόζονται στις αντίστοιχες λειτουργίες και δραστηριότητες που θα λάβουν πιστοποίηση.
Εφόσον ο υπεύθυνος για τη συντήρηση φορέας είναι σιδηροδρομική επιχείρηση ή διαχειριστής υποδομής, η συμμόρφωση με τους κοινούς όρους που καθορίζονται στο πρώτο εδάφιο μπορεί να ελέγχεται από την αρμόδια εθνική αρχή ασφάλειας στο πλαίσιο των διαδικασιών του άρθρου 10 ή 12 και να επιβεβαιώνεται με τα πιστοποιητικά που εκδίδονται σύμφωνα με τις εν λόγω διαδικασίες.
Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 28 παράγραφος 3.
Το σύστημα πιστοποίησης που ισχύει για εμπορευματικές φορτάμαξες και έχει εγκριθεί με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 445/2011 της Επιτροπής ( 7 ) εξακολουθεί να εφαρμόζεται μέχρι να εφαρμοστεί η εκτελεστική πράξη που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο.
Με βάση την εκτίμηση που διενεργεί ο Οργανισμός δυνάμει της παραγράφου 7, η Επιτροπή εγκρίνει με εκτελεστικές πράξεις, εάν ενδείκνυται, και, όταν χρειάζεται, εν συνεχεία τροποποιεί λεπτομερείς διατάξεις που ορίζουν ποιες από τις απαιτήσεις του παραρτήματος III εφαρμόζονται για τους σκοπούς:
των έργων συντήρησης που εκτελούν συνεργεία συντήρησης, μεταξύ δε αυτών λεπτομερείς διατάξεις που να διασφαλίζουν ομοιόμορφη εφαρμογή της πιστοποίησης των συνεργείων συντήρησης, σε συμμόρφωση με τους συναφείς ΚΜΑ και ΤΠΔ·
της πιστοποίησης φορέων υπεύθυνων για τη συντήρηση οχημάτων εκτός από τις φορτάμαξες, βάσει των τεχνικών χαρακτηριστικών αυτών των οχημάτων, μεταξύ δε αυτών λεπτομερείς διατάξεις που να διασφαλίζουν ομοιόμορφη εφαρμογή των όρων πιστοποίησης από τον φορέα τον υπεύθυνο για τη συντήρηση οχημάτων εκτός από τις φορτάμαξες, σε συμμόρφωση με τους συναφείς ΚΜΑ και ΤΠΔ.
Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 28 παράγραφος 3.
Άρθρο 15
Παρεκκλίσεις από το σύστημα πιστοποίησης υπεύθυνων για τη συντήρηση φορέων
Τα κράτη μέλη μπορούν να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις καθορισμού του υπεύθυνου για τη συντήρηση φορέα με εναλλακτικά μέτρα ως προς το σύστημα συντήρησης που προβλέπεται στο άρθρο 14, στις ακόλουθες περιπτώσεις:
οχημάτων τα οποία είναι καταχωρισμένα σε τρίτη χώρα και συντηρούνται σύμφωνα με το δίκαιο της χώρας αυτής·
οχημάτων τα οποία χρησιμοποιούνται σε δίκτυα ή γραμμές των οποίων το εύρος σιδηροτροχιών είναι διαφορετικό από το εύρος του κύριου σιδηροδρομικού δικτύου της Ένωσης και για τα οποία η τήρηση των απαιτήσεων κατά το άρθρο 14 παράγραφος 2 διασφαλίζεται από διεθνείς συμφωνίες με τρίτες χώρες·
εμπορευματικών φορταμαξών και επιβαταμαξών που χρησιμοποιούνται από κοινού με τρίτες χώρες και έχουν εύρος σιδηροτροχιών διαφορετικό από το εύρος του κύριου σιδηροδρομικού δικτύου της Ένωσης·
οχημάτων τα οποία χρησιμοποιούνται στα δίκτυα που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 3, καθώς και οχημάτων για τη μεταφορά στρατιωτικού εξοπλισμού και για ειδικές υπηρεσίες μεταφορών για τις οποίες απαιτείται ειδική άδεια της εθνικής αρχής ασφάλειας που χορηγείται πριν από την έναρξη χρήσεώς τους. Στην περίπτωση αυτή, χορηγούνται παρεκκλίσεις για χρονικά διαστήματα που δεν υπερβαίνουν τα πέντε έτη.
Τα εναλλακτικά μέτρα που προβλέπονται στην παράγραφο 1 εφαρμόζονται μέσω παρεκκλίσεων που χορηγεί η αρμόδια εθνική αρχή ασφάλειας ή ο Οργανισμός:
κατά την καταχώριση οχημάτων σύμφωνα με το άρθρο 47 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797, όσον αφορά τον καθορισμό του υπεύθυνου για τη συντήρηση φορέα·
κατά τη χορήγηση ενιαίων πιστοποιητικών ασφάλειας και εγκρίσεων ασφάλειας σε σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και διαχειριστές υποδομής σύμφωνα με τα άρθρα 10 και 12 της παρούσας οδηγίας, όσον αφορά τον καθορισμό ή την πιστοποίηση του υπεύθυνου για τη συντήρηση φορέα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
ΕΘΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Άρθρο 16
Καθήκοντα
Η αρχή ασφάλειας αναλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα καθήκοντα:
έγκριση θέσης σε λειτουργία των υποσυστημάτων ελέγχου-χειρισμού και σηματοδότησης, ενέργειας και υποδομής που αποτελούν το ενωσιακό σιδηροδρομικό σύστημα σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797·
έκδοση, ανανέωση, τροποποίηση και ανάκληση αδειών για τη θέση οχημάτων στην αγορά σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 8 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797·
υποστήριξη του Οργανισμού κατά την έκδοση, ανανέωση, τροποποίηση και ανάκληση αδειών για τη θέση οχημάτων στην αγορά σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 5 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797 και εγκρίσεων τύπου οχήματος σύμφωνα με το άρθρο 24 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797·
εποπτεία, στο έδαφός της, της συμμόρφωσης των στοιχείων διαλειτουργικότητας με τις βασικές απαιτήσεις όπως απαιτείται βάσει του άρθρου 8 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797·
διασφάλιση ότι έχει αποδοθεί αριθμός οχήματος σύμφωνα με το άρθρο 46 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797, με την επιφύλαξη του άρθρου 47 παράγραφος 4 της εν λόγω οδηγίας·
υποστήριξη του Οργανισμού κατά την έκδοση, ανανέωση, τροποποίηση και ανάκληση ενιαίων πιστοποιητικών ασφάλειας που χορηγούνται σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 5·
έκδοση, ανανέωση, τροποποίηση και ανάκληση ενιαίων πιστοποιητικών ασφάλειας που έχουν χορηγηθεί σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 8·
έκδοση, ανανέωση, τροποποίηση και ανάκληση εγκρίσεων ασφάλειας που έχουν χορηγηθεί σύμφωνα με το άρθρο 12·
παρακολούθηση, προώθηση και, όπου απαιτείται, επιβολή και επικαιροποίηση του ρυθμιστικού πλαισίου ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένου του συστήματος εθνικών κανόνων·
εποπτεία των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων και των διαχειριστών υποδομής σύμφωνα με το άρθρο 17·
εφόσον έχει σημασία και κατ' εφαρμογή του εθνικού δικαίου, έκδοση, ανανέωση, τροποποίηση και ανάκληση αδειών οδήγησης αμαξοστοιχιών σύμφωνα με την οδηγία 2007/59/ΕΚ·
εφόσον έχει σημασία και κατ' εφαρμογή του εθνικού δικαίου, έκδοση, ανανέωση, τροποποίηση και ανάκληση πιστοποιητικών που χορηγήθηκαν σε φορείς υπεύθυνους για τη συντήρηση.
Στο πλαίσιο τυχόν διεθνούς συμφωνίας που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος λαμβάνει όλα τα μέτρα που έχει στη διάθεσή του βάσει της εν λόγω διεθνούς συμφωνίας, ώστε να διασφαλίζει τη συμμόρφωση της συγκεκριμένης αρχής ασφάλειας με το δίκαιο της Ένωσης. Προς τον σκοπό αυτό και όταν είναι αναγκαίο για λόγους ασφάλειας των σιδηροδρόμων, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος κάνει χρήση, χωρίς καθυστέρηση, του δικαιώματος που χορηγείται από την εν λόγω διεθνή συμφωνία, βάσει του οποίου η εθνική αρχή ασφάλειας έχει δικαίωμα να αναλάβει την αποκλειστική αρμοδιότητα για το τμήμα της τεχνικής κατασκευής που βρίσκεται στο εν λόγω κράτος μέλος.
Οι διατάξεις του δικαίου της Ένωσης που διέπουν τις διαδικασίες ενώπιον του Δικαστηρίου σύμφωνα με το άρθρο 267 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, στις αιτήσεις ενώπιον του Δικαστηρίου για την έκδοση προδικαστικής απόφασης δυνάμει του πρώτου εδαφίου.
Εάν το διαιτητικό δικαστήριο δεν συμμορφωθεί με απόφαση του Δικαστηρίου που έχει εκδοθεί σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος κάνει αμέσως χρήση του δικαιώματος που χορηγεί η διεθνής συμφωνία, βάσει του οποίου η εθνική αρχή ασφάλειας έχει δικαίωμα να αναλάβει την αποκλειστική αρμοδιότητα για το τμήμα της τεχνικής κατασκευής που βρίσκεται στο εν λόγω κράτος μέλος.
Άρθρο 17
Εποπτεία
Προς τούτο, οι εθνικές αρχές ασφάλειας εφαρμόζουν τις αρχές που ορίζονται στις σχετικές ΚΜΑ για την εποπτεία όπως αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο γ), μεριμνώντας ώστε στις δραστηριότητες εποπτείας να περιλαμβάνεται ιδίως η εξακρίβωση ότι οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και οι διαχειριστές υποδομής εφαρμόζουν:
το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας προς παρακολούθηση της αποδοτικότητάς του·
τα ατομικά ή μερικά στοιχεία του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρησιακών δραστηριοτήτων, της παροχής συντήρησης και υλικού και της χρήσης εργολάβων, προς παρακολούθηση της αποδοτικότητάς τους· και
τις σχετικές ΚΜΑ που αναφέρονται στο άρθρο 6. Οι σχετικές με το παρόν στοιχείο δραστηριότητες εποπτείας εφαρμόζονται και στους υπεύθυνους για τη συντήρηση φορείς, κατά περίπτωση.
Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ του Οργανισμού και της εθνικής αρχής ασφάλειας, εφαρμόζεται η διαδικασία διαιτησίας που αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 7. Εάν από την εν λόγω διαδικασία διαιτησίας προκύψει ότι το ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας δεν πρέπει ούτε να περιοριστεί ούτε να ανακληθεί, αναστέλλονται τα προσωρινά μέτρα ασφάλειας που αναφέρονται στην παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου.
Όταν η εθνική αρχή ασφάλειας έχει εκδώσει η ίδια το ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 8, μπορεί να περιορίζει ή να ανακαλεί το πιστοποιητικό με αιτιολογημένη απόφαση και ενημερώνει σχετικά τον Οργανισμό.
Ο κάτοχος ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας του οποίου το πιστοποιητικό περιορίστηκε ή ανακλήθηκε, είτε από τον Οργανισμό είτε από την εθνική αρχή ασφάλειας, έχει σχετικό δικαίωμα προσφυγής σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 12.
Εάν ο Οργανισμός κρίνει ότι ο κάτοχος ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας δεν πληροί πλέον τους όρους πιστοποίησης, περιορίζει ή ανακαλεί πάραυτα το εν λόγω πιστοποιητικό.
Αν ο Οργανισμός κρίνει δυσανάλογα τα μέτρα που εφαρμόζει η εθνική αρχή ασφάλειας, δύναται να ζητήσει από την εθνική αρχή ασφάλειας να άρει ή να προσαρμόσει τα μέτρα αυτά. Ο Οργανισμός και η εθνική αρχή ασφάλειας συνεργάζονται με σκοπό να καταλήξουν σε αμοιβαία αποδεκτή λύση. Εφόσον είναι απαραίτητο, στη διαδικασία θα αναμιχθεί και η σιδηροδρομική επιχείρηση. Εάν δεν τελεσφορήσει η δεύτερη αυτή διαδικασία, παραμένει σε ισχύ η απόφαση της εθνικής αρχής ασφάλειας να εφαρμόσει προσωρινά μέτρα.
Η απόφαση της εθνικής αρχής ασφάλειας που σχετίζεται με προσωρινά μέτρα ασφάλειας υπόκειται σε εθνικό δικαστικό έλεγχο όπως αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 3. Εν τοιαύτη περιπτώσει, τα προσωρινά μέτρα ασφάλειας μπορούν να ισχύσουν έως το πέρας του δικαστικού ελέγχου, με την επιφύλαξη της παραγράφου 5.
Εάν η διάρκεια προσωρινού μέτρου υπερβαίνει τους τρεις μήνες, η εθνική αρχή ασφάλειας ζητεί από τον Οργανισμό να περιορίσει ή να ανακαλέσει το ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας και εφαρμόζεται η διαδικασία της παραγράφου 5.
Με την εν λόγω συνεργασία διασφαλίζεται ότι η εποπτεία έχει επαρκή κάλυψη και ότι αποφεύγονται οι αλληλεπικαλύψεις επιθεωρήσεων και λογιστικών ελέγχων. Οι εθνικές αρχές ασφάλειας μπορούν να διαμορφώνουν κοινό πρόγραμμα εποπτείας ώστε να διασφαλίζεται η τακτική διεξαγωγή λογιστικών ελέγχων και επιθεωρήσεων, λαμβανομένων υπόψη του τύπου και της έκτασης των μεταφορών σε κάθε συμμετέχον κράτος μέλος.
Ο Οργανισμός επικουρεί αυτές τις δραστηριότητες συντονισμού με την κατάρτιση κατευθυντήριων γραμμών.
Άρθρο 18
Αρχές για τη λήψη αποφάσεων
Απαντούν αμέσως στα αιτήματα και τις υποβαλλόμενες αιτήσεις και διαβιβάζουν τα αιτήματά τους για ενημέρωση αμελλητί και εκδίδουν όλες τις αποφάσεις τους εντός τεσσάρων μηνών από τότε που ο αιτών υπέβαλε όλες τις σχετικές πληροφορίες. Δύνανται ανά πάσα στιγμή να ζητούν την τεχνική συνδρομή των διαχειριστών υποδομής και των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων ή άλλων ειδικευμένων οργάνων όταν εκτελούν τα καθήκοντα που αναφέρονται στο άρθρο 16.
Κατά την κατάρτιση του εθνικού κανονιστικού πλαισίου, οι εθνικές αρχές ασφάλειας διαβουλεύονται με όλους τους συμμετέχοντες παράγοντες και τα ενδιαφερόμενα μέρη, μεταξύ των οποίων διαχειριστές υποδομής, σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, κατασκευαστές και φορείς συντήρησης και εκπροσώπους των χρηστών και του προσωπικού.
Άρθρο 19
Ετήσιες εκθέσεις
Οι εθνικές αρχές ασφάλειας δημοσιεύουν ετήσια έκθεση για τις δραστηριότητές τους του προηγούμενου έτους και την αποστέλλουν στον Οργανισμό ως την 30ή Σεπτεμβρίου. Η έκθεση περιλαμβάνει πληροφορίες για:
την εξέλιξη της σιδηροδρομικής ασφάλειας, περιλαμβανομένης συγκεντρωτικής κατάστασης σε επίπεδο κράτους μέλους για τους ΚΔΑ σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1·
σημαντικές μεταβολές στις νομοθετικές και κανονιστικές ρυθμίσεις όσον αφορά την ασφάλεια των σιδηροδρόμων·
τις εξελίξεις ως προς την πιστοποίηση της ασφάλειας και την έγκριση της ασφάλειας·
τα αποτελέσματα και εμπειρίες από την εποπτεία διαχειριστών υποδομής και σιδηροδρομικών επιχειρήσεων, περιλαμβανομένου του αριθμού και της έκβασης των επιθεωρήσεων και λογιστικών ελέγχων·
τις παρεκκλίσεις που αποφασίστηκαν σύμφωνα με το άρθρο 15 και
την πείρα των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων και των διαχειριστών υποδομής όσον αφορά την εφαρμογή των σχετικών ΚΜΑ.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ V
ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΑΤΥΧΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ
Άρθρο 20
Υποχρέωση διερεύνησης
Ο φορέας διερεύνησης μπορεί να αποφασίζει κατά πόσον πρέπει να διερευνηθεί ή όχι ένα τέτοιο ατύχημα ή συμβάν. Στην απόφασή του, λαμβάνονται υπόψη τα εξής:
η σοβαρότητα του ατυχήματος ή του συμβάντος·
εάν αυτό εντάσσεται σε μια σειρά ατυχημάτων ή συμβάντων σημαντικών σε επίπεδο συστήματος, ως σύνολο·
ο αντίκτυπός του στην ασφάλεια των σιδηροδρόμων· και
τα αιτήματα διαχειριστών υποδομής, σιδηροδρομικών επιχειρήσεων, της εθνικής αρχής ασφάλειας ή των κρατών μελών.
Άρθρο 21
Καθεστώς έρευνας
Σύμφωνα με την εθνική τους νομοθεσία, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν πλήρη συντονισμό με τις αρχές που είναι αρμόδιες για οποιαδήποτε δικαστική έρευνα και μεριμνούν ώστε να παρέχεται το συντομότερο δυνατόν στους υπευθύνους διερεύνησης πρόσβαση στις πληροφορίες και τα αποδεικτικά στοιχεία που παρουσιάζουν ενδιαφέρον για την έρευνα. Συγκεκριμένα, τους παρέχονται:
άμεση πρόσβαση στον τόπο του ατυχήματος ή του συμβάντος, καθώς και στο σχετικό τροχαίο υλικό και τις εγκαταστάσεις υποδομής και τις εγκαταστάσεις ελέγχου και σηματοδότησης της κυκλοφορίας·
το δικαίωμα άμεσης καταγραφής των αποδεικτικών στοιχείων και ελεγχόμενης απομάκρυνσης των συντριμμιών, των εγκαταστάσεων ή στοιχείων υποδομής για εξέταση ή ανάλυση·
απεριόριστη πρόσβαση και δικαίωμα χρήσης των στοιχείων των συσκευών καταγραφής επί των αμαξοστοιχιών, καθώς και του εξοπλισμού εγγραφής φωνητικών μηνυμάτων και δεδομένων για τη λειτουργία του συστήματος σηματοδότησης και ελέγχου της κυκλοφορίας·
πρόσβαση στα αποτελέσματα της νεκροψίας των θυμάτων·
πρόσβαση στα αποτελέσματα της εξέτασης του προσωπικού του τρένου και του λοιπού σιδηροδρομικού προσωπικού που εμπλέκεται στο ατύχημα ή συμβάν·
δυνατότητα υποβολής ερωτήσεων του εμπλεκόμενου στο ατύχημα ή συμβάν σιδηροδρομικού προσωπικού και λοιπών μαρτύρων· και
πρόσβαση σε όλες τις σχετικές πληροφορίες και αρχεία που τηρούν ο διαχειριστής της υποδομής, οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, οι υπεύθυνοι για τη συντήρηση φορείς και η εθνική αρχή ασφάλειας.
Άρθρο 22
Φορέας διερεύνησης
Ο φορέας διερεύνησης αποφασίζει, χωρίς καθυστέρηση και, εν πάση περιπτώσει, το αργότερο δύο μήνες από την παραλαβή της κοινοποίησης του ατυχήματος ή του συμβάντος, περί του αν θα αρχίσει ή όχι η έρευνα.
Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, ο Οργανισμός επικουρεί τους φορείς διερεύνησης κατά την επιτέλεση του έργου αυτού σύμφωνα με το άρθρο 38 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/796.
Οι φορείς διερεύνησης, με την υποστήριξη του Οργανισμού σύμφωνα με το άρθρο 38 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/796, καταρτίζουν πρόγραμμα αξιολόγησης από ομοτίμους, στο οποίο όλοι οι φορείς διερεύνησης ενθαρρύνονται να μετάσχουν για να παρακολουθηθεί η αποτελεσματικότητα και η ανεξαρτησία τους. Οι φορείς διερεύνησης, με την υποστήριξη της Γραμματείας που αναφέρεται στο άρθρο 38 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/796, δημοσιεύουν:
το κοινό πρόγραμμα αξιολόγησης από ομοτίμους και τα κριτήρια αξιολόγησης· και
ετήσια έκθεση επί του προγράμματος, που να αναδεικνύει πλεονεκτήματα και προτάσεις για βελτιώσεις.
Οι εκθέσεις της αξιολόγησης από ομοτίμους διαβιβάζονται σε όλους τους φορείς διερεύνησης και στον Οργανισμό. Οι εν λόγω εκθέσεις δημοσιεύονται σε εθελοντική βάση.
Άρθρο 23
Διαδικασία διερεύνησης
Φορείς διερεύνησης από άλλα κράτη μέλη καλούνται, εφόσον απαιτείται, να συμμετέχουν σε έρευνες όποτε:
στο ατύχημα ή το συμβάν ενέχεται σιδηροδρομική επιχείρηση εγκατεστημένη σε ένα από τα εν λόγω κράτη μέλη και εγκεκριμένη από αυτό· ή
όχημα καταχωρισμένο ή συντηρούμενο σε ένα από τα εν λόγω κράτη μέλη ενέχεται στο ατύχημα ή το συμβάν.
Οι φορείς διερεύνησης από προσκεκλημένα κράτη μέλη διαθέτουν τις απαραίτητες εξουσίες προκειμένου να μπορούν, εφόσον τους ζητηθεί, να παρέχουν συνδρομή στη συλλογή αποδείξεων για φορέα διερεύνησης άλλου κράτους μέλους.
Οι φορείς διερεύνησης από προσκεκλημένα κράτη μέλη διαθέτουν πρόσβαση στα πληροφοριακά και αποδεικτικά στοιχεία που είναι αναγκαία προκειμένου να μπορούν να συμμετέχουν ουσιαστικά στην έρευνα με τον δέοντα σεβασμό προς το εθνικό δίκαιο που διέπει τη δικαστική διαδικασία.
Η παρούσα παράγραφος δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να συμφωνούν ότι οι σχετικοί φορείς διεξάγουν διερευνήσεις σε συνεργασία μεταξύ τους υπό άλλες συνθήκες.
Άρθρο 24
Εκθέσεις
Λαμβάνοντας υπόψη την πείρα που αποκτάται από τους φορείς διερεύνησης, η Επιτροπή ορίζει, με εκτελεστικές πράξεις, τη δομή που πρέπει να ακολουθούν με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια οι εκθέσεις διερεύνησης ατυχημάτων και συμβάντων. Η δομή των εκθέσεων περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:
περιγραφή του περιστατικού και το ιστορικό του·
καταγραφή των ερευνών και ανακρίσεων, περιλαμβανομένων όσων αφορούν το σύστημα διαχείρισης ασφάλειας, των κανόνων και κανονισμών που εφαρμόζονται, της λειτουργίας τροχαίου υλικού και τεχνικών εγκαταστάσεων, της οργάνωσης ανθρώπινου δυναμικού, της τεκμηρίωσης για το λειτουργικό σύστημα και προηγούμενων περιστατικών παρόμοιου χαρακτήρα·
ανάλυση και συμπεράσματα σχετικά με τα αίτια του περιστατικού και τους παράγοντες που συνετέλεσαν σε αυτό και σχετίζονται με:
τις ενέργειες των εμπλεκομένων·
την κατάσταση του τροχαίου υλικού ή των τεχνικών εγκαταστάσεων·
τις ικανότητες του προσωπικού, τις διαδικασίες και τη συντήρηση·
τις συνθήκες του ρυθμιστικού πλαισίου· και
την εφαρμογή του συστήματος διαχείρισης ασφάλειας.
Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 28 παράγραφος 3.
Άρθρο 25
Πληροφορίες προς διαβίβαση στον Οργανισμό
Άρθρο 26
Συστάσεις ασφάλειας
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI
ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 27
Άσκηση της εξουσιοδότησης
Άρθρο 27α
Διαδικασία επείγοντος
Άρθρο 28
Διαδικασία επιτροπής
Άρθρο 29
Έκθεση και περαιτέρω δράση της Ένωσης
Η έκθεση συνοδεύεται, όπου είναι απαραίτητο, από προτάσεις για περαιτέρω δράση της Ένωσης.
Έως τις 16 Δεκεμβρίου 2017, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έκθεση για τις δράσεις που αναλήφθηκαν με σκοπό να επιτευχθούν οι εξής στόχοι:
η υποχρέωση των κατασκευαστών να επισημαίνουν με κωδικό αναγνώρισης τα στοιχεία που κυκλοφορούν στα ευρωπαϊκά σιδηροδρομικά δίκτυα και έχουν ουσιώδη σημασία για την ασφάλεια, διασφαλίζοντας ότι ο κωδικός αναγνώρισης αναφέρει με σαφήνεια το συστατικό, το όνομα του κατασκευαστή και τα κρίσιμα δεδομένα παραγωγής·
η πλήρης ανιχνευσιμότητα των κρίσιμων για την ασφάλεια συστατικών, η ανιχνευσιμότητα των δραστηριοτήτων συντήρησής τους και ο προσδιορισμός του λειτουργικού τους βίου· και
ο καθορισμός κοινών δεσμευτικών αρχών για τη συντήρηση των εν λόγω στοιχείων.
Άρθρο 30
Κυρώσεις
Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τους κανόνες για τις κυρώσεις που εφαρμόζονται σε περιπτώσεις παραβιάσεων των εθνικών διατάξεων που εγκρίνονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε να εφαρμόζονται. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές, αμερόληπτες και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τους κανόνες αυτούς στην Επιτροπή έως την ημερομηνία που ορίζεται στο άρθρο 33 παράγραφος 1 και κοινοποιούν αμελλητί οποιαδήποτε επακόλουθη τροποποίηση η οποία τους επηρεάζει.
Άρθρο 31
Μεταβατικές διατάξεις
Άρθρο 32
Συστάσεις και γνωμοδοτήσεις του Οργανισμού
Ο Οργανισμός προβαίνει σε συστάσεις και γνωμοδοτήσεις σύμφωνα με το άρθρο 13 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/796 με σκοπό την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. Οι εν λόγω συστάσεις και γνωμοδοτήσεις μπορούν να λαμβάνονται υπόψη οσάκις η Ένωση εκδίδει νομικές πράξεις δυνάμει της παρούσας οδηγίας.
Άρθρο 33
Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο
Μόλις, όμως, δημόσιος ή ιδιωτικός φορέας υποβάλει επίσημη αίτηση για την κατασκευή σιδηροδρομικής γραμμής προς εκμετάλλευση από μία ή περισσότερες σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη θεσπίζουν μέτρα για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας εντός δύο ετών από την παραλαβή της αίτησης.
Άρθρο 34
Κατάργηση
Η οδηγία 2004/49/ΕΚ, όπως τροποποιείται από τις οδηγίες που παρατίθενται στο παράρτημα IV μέρος Α, καταργείται από τις ►M1 31 Οκτωβρίου 2020 ◄ , με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και εφαρμογής των οδηγιών που παρατίθενται στο παράρτημα IV μέρος Β.
Οι παραπομπές στην καταργούμενη οδηγία θεωρούνται ως παραπομπές στην παρούσα οδηγία και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που εμφαίνεται στο παράρτημα V.
Άρθρο 35
Έναρξη ισχύος
Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρθρο 36
Αποδέκτες
Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I
ΚΟΙΝΟΙ ΔΕΙΚΤΕΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Οι κοινοί δείκτες ασφάλειας (ΚΔΑ) αναφέρονται ετησίως από τις εθνικές αρχές ασφάλειας.
Εάν διαπιστωθούν νέα περιστατικά ή σφάλματα μετά την υποβολή της έκθεσης, οι δείκτες συγκεκριμένου έτους τροποποιούνται ή διορθώνονται από την εθνική αρχή ασφάλειας με την πρώτη ευκαιρία και, το αργότερο, στην επόμενη ετήσια έκθεση.
Στο προσάρτημα προβλέπονται κοινοί ορισμοί των ΚΔΑ και κοινές μέθοδοι υπολογισμού των οικονομικών συνεπειών των ατυχημάτων.
1. Δείκτες σχετικοί με ατυχήματα
1.1. |
Συνολικό και σχετικό (σε συρμοχιλιόμετρα) πλήθος σοβαρών ατυχημάτων και κατανομή τους ανά είδος ατυχήματος βάσει των ακόλουθων κατηγοριών:
—
σύγκρουση αμαξοστοιχίας με σιδηροδρομικό όχημα,
—
σύγκρουση αμαξοστοιχιών, με εμπόδιο εντός του διάκενου του εύρους των σιδηροτροχιών,
—
εκτροχιασμός αμαξοστοιχιών,
—
ατύχημα σε ισόπεδη διάβαση, καθώς και ατύχημα με πεζούς σε ισόπεδη διάβαση, και νέα κατανομή για τους πέντε τύπους ισόπεδων διαβάσεων που ορίζονται στο σημείο 6.2,
—
ατύχημα που προκαλείται σε άτομα από κινούμενο τροχαίο υλικό, με εξαίρεση τις αυτοκτονίες και τις απόπειρες αυτοκτονίας,
—
πυρκαγιές σε τροχαίο υλικό,
—
άλλο.
Κάθε σοβαρό ατύχημα αναφέρεται με τον τύπο του πρωτογενούς ατυχήματος, ακόμη και όταν οι συνέπειες του δευτερογενούς ατυχήματος είναι σοβαρότερες (π.χ. πυρκαγιά λόγω εκτροχιασμού). |
1.2. |
Συνολικό και σχετικό (σε συρμοχιλιόμετρα) πλήθος σοβαρά τραυματισμένων και νεκρών ανά είδος ατυχήματος, με κατανομή τους βάσει των ακόλουθων κατηγοριών:
—
επιβάτης (και ως προς το σύνολο επιβατοχιλιομέτρων και επιβατοσυρμοχιλιομέτρων),
—
υπάλληλος ή εργολήπτης,
—
χρήστης ισόπεδης διάβασης,
—
άτομο μη εξουσιοδοτημένο να βρίσκεται σε σιδηροδρομικούς χώρους,
—
άλλο πρόσωπο που βρίσκεται σε αποβάθρα,
—
άλλο πρόσωπο που δεν βρίσκεται σε αποβάθρα.
|
2. Δείκτες σχετικοί με επικίνδυνα εμπορεύματα
Συνολικό και σχετικό (σε συρμοχιλιόμετρα) πλήθος ατυχημάτων που σχετίζονται με τη σιδηροδρομική μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων, με κατανομή τους βάσει των ακόλουθων κατηγοριών:
3. Δείκτες σχετικοί με αυτοκτονίες
Συνολικό και σχετικό (σε συρμοχιλιόμετρα) πλήθος αυτοκτονιών και αποπειρών αυτοκτονίας.
4. Δείκτες σχετικοί με πρόδρομους παράγοντες ατυχημάτων
Συνολικό και σχετικό (σε συρμοχιλιόμετρα) πλήθος πρόδρομων παραγόντων ατυχημάτων και κατανομή τους ανά είδος πρόδρομου παράγοντα ατυχήματος, ως εξής:
Όλοι οι πρόδρομοι παράγοντες πρέπει να αναφέρονται, ασχέτως αν οδήγησαν σε ατύχημα. (Ένας πρόδρομος παράγοντας που οδήγησε σε σοβαρό ατύχημα αναφέρεται επίσης στους δείκτες για τους πρόδρομους παράγοντες· ένας πρόδρομος παράγοντας που δεν οδήγησε σε σοβαρό ατύχημα αναφέρεται μόνο στους δείκτες για τους πρόδρομους παράγοντες).
5. Δείκτες για τον υπολογισμό των οικονομικών επιπτώσεων των ατυχημάτων
Συνολικό κόστος σε ευρώ και σχετικό κόστος (σε συρμοχιλιόμετρα):
Οι εθνικές αρχές ασφάλειας υποβάλλουν αναφορά για τις οικονομικές επιπτώσεις των σοβαρών ατυχημάτων.
Η ΤΠΑ είναι η τιμή που αποδίδει η κοινωνία στην πρόληψη μιας απώλειας και ως τέτοια δεν αποτελεί σημείο αναφοράς για την αποζημίωση των μερών που ενέχονται σε ατυχήματα.
6. Δείκτες σχετικοί με την τεχνική ασφάλεια της υποδομής και την εφαρμογή της
6.1. |
Ποσοστό των τροχιών με συστήματα προστασίας αμαξοστοιχίας (TPS) σε λειτουργία και ποσοστό συρμοχιλιομέτρων με συστήματα TPS επί της αμαξοστοιχίας, εφόσον τα συστήματα αυτά παρέχουν:
—
ειδοποίηση,
—
ειδοποίηση και αυτόματη στάση,
—
ειδοποίηση και αυτόματη στάση καθώς και ασυνεχή επιτήρηση της ταχύτητας,
—
ειδοποίηση και αυτόματη στάση καθώς και συνεχή επιτήρηση της ταχύτητας.
|
6.2. |
Πλήθος ισόπεδων διαβάσεων (συνολικά, ανά χιλιόμετρο γραμμής και ανά χιλιόμετρο τροχιάς) με βάση τους παρακάτω πέντε τύπους:
α)
παθητική ισόπεδη διάβαση
β)
ενεργή ισόπεδη διάβαση:
i)
χειροκίνητη·
ii)
αυτόματη με ειδοποίηση στην πλευρά του χρήστη·
iii)
αυτόματη με προστασία στην πλευρά του χρήστη·
iv)
με προστασία στην πλευρά του συρμού. |
Προσαρτημα
Κοινοί ορισμοί των ΚΔΑ και μέθοδοι υπολογισμού των οικονομικών συνεπειών των ατυχημάτων
1. Δείκτες σχετικοί με ατυχήματα
1.1. |
Ως «σοβαρό ατύχημα» νοείται κάθε ατύχημα στο οποίο ενέχεται τουλάχιστον ένα εν κινήσει σιδηροδρομικό όχημα, το οποίο έχει ως αποτέλεσμα τουλάχιστον ένα νεκρό ή σοβαρά τραυματισμένο άτομο ή σημαντικές ζημίες σε τροχαίο υλικό, στις τροχιές, σε άλλες εγκαταστάσεις ή στο περιβάλλον ή εκτεταμένη διαταραχή της κυκλοφορίας. Εξαιρούνται τα ατυχήματα σε συνεργεία, αποθήκες και αμαξοστάσια· |
1.2. |
ως «σημαντική ζημία σε τροχαίο υλικό, τροχιές, σε άλλες εγκαταστάσεις ή στο περιβάλλον» νοείται ζημία ίση προς ή μεγαλύτερη από 150 000 EUR· |
1.3. |
ως «εκτεταμένη διαταραχή της κυκλοφορίας» νοείται η αναστολή σιδηροδρομικών δρομολογίων σε κύρια σιδηροδρομική γραμμή επί έξι ώρες ή περισσότερο· |
1.4. |
ως «αμαξοστοιχία» νοούνται ένα ή περισσότερα σιδηροδρομικά οχήματα που έλκονται από μία ή περισσότερες μηχανές ή αυτοκινητάμαξες, ή μία αυτοκινητάμαξα που κυκλοφορεί μόνη της, με καθορισμένο αριθμό ή συγκεκριμένη ονομασία από ένα σταθερό σημείο αφετηρίας σε ένα σταθερό σημείο τέρματος· ελαφρά μηχανή, δηλαδή μηχανή που κυκλοφορεί μόνη της, θεωρείται αμαξοστοιχία· |
1.5. |
ως «σύγκρουση αμαξοστοιχίας με σιδηροδρομικό όχημα» νοείται μετωπική σύγκρουση ή σύγκρουση εμπρόσθιου άκρου αμαξοστοιχίας με οπίσθιο άκρο άλλης αμαξοστοιχίας ή πλευρική σύγκρουση μέρους αμαξοστοιχίας και άλλης αμαξοστοιχίας ή σιδηροδρομικού οχήματος, ή τροχαίου υλικού σε ελιγμό· |
1.6. |
ως «σύγκρουση αμαξοστοιχίας με εμπόδια εντός της ελεύθερης διατομής των τροχιών» νοείται σύγκρουση μέρους αμαξοστοιχίας με αντικείμενα σταθερά ή προσωρινά υπάρχοντα στη τροχιά ή κοντά σε αυτήν (εξαιρουμένων των ισόπεδων διαβάσεων, εφόσον τα αντικείμενα αυτά έχουν απολεσθεί από διερχόμενο όχημα ή χρήστη). Συμπεριλαμβάνεται η σύγκρουση με εναέριες γραμμές επαφής· |
1.7. |
ως «εκτροχιασμός αμαξοστοιχίας» νοείται κάθε περίπτωση κατά την οποία τουλάχιστον ένας τροχός αμαξοστοιχίας εκτρέπεται από τροχιά· |
1.8. |
ως «ατύχημα σε ισόπεδη διάβαση» νοείται ατύχημα σε ισόπεδη διάβαση στο οποίο ενέχονται τουλάχιστον ένα σιδηροδρομικό όχημα και ένα ή περισσότερα διερχόμενα οχήματα, άλλοι διερχόμενοι χρήστες όπως πεζοί ή άλλα αντικείμενα προσωρινά υπάρχοντα επί της τροχιάς ή κοντά σε αυτήν, εφόσον έχουν απολεσθεί από διερχόμενο όχημα ή χρήστη· |
1.9. |
ως «ατύχημα που προκαλείται σε άτομα από τροχαίο υλικό εν κινήσει» νοείται ατύχημα που προκαλείται σε ένα ή περισσότερα άτομα, τα οποία είτε χτυπήθηκαν από σιδηροδρομικό όχημα είτε από αντικείμενο προσαρτημένο στο όχημα ή που αποσπάστηκε από αυτό. Συμπεριλαμβάνονται άτομα που πέφτουν από σιδηροδρομικά οχήματα και άτομα επιβιβασμένα σε οχήματα που πέφτουν ή χτυπούν από ανεξέλεγκτα αντικείμενα· |
1.10. |
ως «πυρκαγιά σε τροχαίο υλικό» νοείται πυρκαγιά ή έκρηξη που σημειώνεται σε σιδηροδρομικό όχημα (και στο φορτίο του) κατά την κυκλοφορία του μεταξύ του σταθμού αναχώρησης και του σταθμού προορισμού, κατά τη στάση του στον σταθμό αναχώρησης ή προορισμού ή σε ενδιάμεσες στάσεις, καθώς και κατά τις κινήσεις του σε σταθμούς διαλογής· |
1.11. |
ως «άλλοι τύποι (ατυχήματος)» νοούνται όλα τα ατυχήματα εκτός από τη σύγκρουση αμαξοστοιχίας με σιδηροδρομικό όχημα, τη σύγκρουση αμαξοστοιχίας με εμπόδιο εντός της ελεύθερης διατομής των σιδηροτροχιών, τον εκτροχιασμό αμαξοστοιχίας, το ατύχημα σε ισόπεδη διάβαση, το ατύχημα που προκαλείται σε άτομα από τροχαίο υλικό εν κινήσει και την πυρκαγιά σε τροχαίο υλικό· |
1.12. |
ως «επιβάτης» νοείται κάθε άτομο, εκτός από τα μέλη του πληρώματος, που ταξιδεύει με σιδηροδρομικό όχημα. Αποκλειστικά στις στατιστικές ατυχημάτων συμπεριλαμβάνονται οι επιβάτες που επιχειρούν να επιβιβαστούν/αποβιβαστούν σε/από τρένο εν κινήσει· |
1.13. |
ως «υπάλληλος ή εργολήπτης» νοείται κάθε πρόσωπο του οποίου η απασχόληση συνδέεται με σιδηρόδρομο και το οποίο είναι σε ώρα εργασίας κατά τη στιγμή του ατυχήματος. Συμπεριλαμβάνονται το προσωπικό των εργολάβων και οι αυτοαπασχολούμενοι εργολάβοι, το πλήρωμα της αμαξοστοιχίας και τα πρόσωπα που χειρίζονται τροχαίο υλικό και εγκαταστάσεις υποδομής· |
1.14. |
ως «χρήστης ισόπεδης διάβασης» νοείται κάθε πρόσωπο που χρησιμοποιεί ισόπεδη διάβαση για να διασχίσει σιδηροδρομική γραμμή με οποιοδήποτε μέσο μεταφοράς ή πεζή· |
1.15. |
ως «άτομο μη εξουσιοδοτημένο να βρίσκεται σε σιδηροδρομικούς χώρους» νοείται κάθε πρόσωπο του οποίου η παρουσία απαγορεύεται σε σιδηροδρομικές εγκαταστάσεις, εξαιρουμένων των χρηστών ισόπεδων διαβάσεων· |
1.16. |
ως «άλλο πρόσωπο που βρίσκεται σε αποβάθρα» νοείται κάθε πρόσωπο που βρίσκεται σε αποβάθρα και δεν ορίζεται ως «επιβάτης», «υπάλληλος ή εργολήπτης», «χρήστης ισόπεδης διάβασης», «άλλο πρόσωπο που δεν βρίσκεται σε αποβάθρα» ή «άτομο μη εξουσιοδοτημένο να βρίσκεται σε σιδηροδρομικούς χώρους»· |
1.17. |
ως «άλλο πρόσωπο που δεν βρίσκεται σε αποβάθρα» νοείται κάθε πρόσωπο που δεν βρίσκεται σε αποβάθρα και δεν ορίζεται ως «επιβάτης», «υπάλληλος ή εργολήπτης», «χρήστης ισόπεδης διάβασης», «άλλο πρόσωπο που βρίσκεται σε αποβάθρα» ή «άτομο μη εξουσιοδοτημένο να βρίσκεται σε σιδηροδρομικούς χώρους»· |
1.18. |
ως «νεκρός» νοείται κάθε άτομο που σκοτώνεται ακαριαία ή πεθαίνει εντός 30 ημερών λόγω ατυχήματος, εξαιρουμένων των αυτοκτονιών· |
1.19. |
ως «σοβαρά τραυματισμένος» νοείται κάθε τραυματίας ο οποίος νοσηλεύεται σε νοσοκομείο για χρονικό διάστημα άνω των 24 ωρών λόγω ατυχήματος, εξαιρουμένων των περιπτώσεων απόπειρας αυτοκτονίας. |
2. Δείκτες σχετικοί με επικίνδυνα εμπορεύματα
2.1. |
Ως «ατύχημα στο οποίο ενέχεται η μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων» νοείται ατύχημα ή περιστατικό που πρέπει να αναφερθεί σύμφωνα με το άρθρο 1.8.5 των κανονισμών RID ( 8 )/ADR· |
2.2. |
ως «επικίνδυνα εμπορεύματα» νοούνται ουσίες και είδη των οποίων η μεταφορά απαγορεύεται από τους κανονισμούς RID ή επιτρέπεται μόνον υπό τους όρους που προβλέπονται σε αυτούς. |
3. Δείκτες σχετικοί με αυτοκτονίες
3.1. |
Ως «αυτοκτονία» νοείται ενέργεια σκόπιμου αυτοτραυματισμού που καταλήγει σε θάνατο, όπως καταχωρίζεται και ταξινομείται από την αρμόδια εθνική αρχή· |
3.2. |
ως «απόπειρα αυτοκτονίας» νοείται ενέργεια σκόπιμου αυτοτραυματισμού που καταλήγει σε σοβαρό τραυματισμό. |
4. Δείκτες σχετικοί με πρόδρομους παράγοντες ατυχημάτων
4.1. |
Ως «σιδηροτροχιά που έχει υποστεί ρήξη» νοείται κάθε σιδηροτροχιά που έχει διαχωριστεί σε δύο ή περισσότερα κομμάτια ή κάθε σιδηροτροχιά από την οποία αποσπάται μεταλλικό κομμάτι, με αποτέλεσμα τη δημιουργία κενού μήκους άνω των 50 mm και βάθους άνω των 10 mm στην επιφάνεια κύλισης· |
4.2. |
ως «παραμόρφωση ή άλλη απευθυγράμμιση τροχιάς» νοείται κάθε ελάττωμα συνδεόμενο με τη συνέχεια και τη γεωμετρία τροχιάς το οποίο απαιτεί τη θέση της τροχιάς εκτός λειτουργίας ή την άμεση μείωση της επιτρεπόμενης ταχύτητας· |
4.3. |
ως «αστοχία σηματοδότησης λόγω τοποθέτησης σε λάθος πλευρά» νοείται κάθε τεχνική αστοχία του συστήματος σηματοδότησης (είτε στην υποδομή είτε στο τροχαίο υλικό), η οποία έχει ως αποτέλεσμα τη σηματοδότηση πληροφοριών λιγότερο περιοριστικών από τα απαιτούμενα· |
4.4. |
ως «παραβίαση σηματοδότη κατά τη διέλευση από επικίνδυνο σημείο» νοείται κάθε περίπτωση που οποιοδήποτε μέρος αμαξοστοιχίας υπερβαίνει εγκεκριμένη κίνησή της και κινείται πέρα από το επικίνδυνο σημείο· |
4.5. |
ως «παραβίαση σηματοδότη χωρίς διέλευση από επικίνδυνο σημείο» νοείται κάθε περίπτωση που οποιοδήποτε μέρος αμαξοστοιχίας υπερβαίνει εγκεκριμένη κίνησή της αλλά δεν κινείται πέρα από το επικίνδυνο σημείο. Ως μη εγκεκριμένη κίνηση, όπως αναφέρεται στα σημεία 4.4 και 4.5 ανωτέρω, νοείται:
—
η παραβίαση παρατρόχιου έγχρωμου σήματος ή απαγορευτικού σήματος σημαφόρου, ή εντολής STOP, σε γραμμές στις οποίες δεν λειτουργεί σύστημα προστασίας αμαξοστοιχίας (TPS),
—
η παραβίαση της λήξης έγκρισης κίνησης σχετικής με την ασφάλεια από το σύστημα TPS,
—
η παραβίαση σημείου που κοινοποιήθηκε με προφορική ή γραπτή έγκριση, όπως ορίζεται στους κανονισμούς,
—
η παραβίαση πινακίδων στάσης (δεν περιλαμβάνονται οι προστατευτικοί προσκρουστήρες) ή σημάτων διά χειρών και βραχιόνων.
Οι περιπτώσεις κατά τις οποίες οχήματα μη συνδεδεμένα με μονάδες έλξης ή αμαξοστοιχίες χωρίς επιτήρηση τίθενται σε κίνηση και παραβιάζουν απαγορευτικό σήμα, δεν περιλαμβάνονται. Δεν περιλαμβάνονται οι περιπτώσεις κατά τις οποίες, για οποιοδήποτε λόγο, το σήμα δεν μετατρέπεται έγκαιρα σε απαγορευτικό ώστε να είναι σε θέση ο μηχανοδηγός να σταματήσει την αμαξοστοιχία πριν τον σηματοδότη. Οι εθνικές αρχές ασφάλειας μπορούν να υποβάλλουν χωριστά αναφορά για τους τέσσερις δείκτες της μη εγκεκριμένης κίνησης που απαριθμούνται στις περιπτώσεις του παρόντος σημείου και πρέπει να υποβάλλουν τουλάχιστον μια συγκεντρωτική αναφορά η οποία περιλαμβάνει στοιχεία και για τους τέσσερις δείκτες· |
4.6. |
ως «τροχός χρησιμοποιούμενου τροχαίου υλικού, ο οποίος έχει υποστεί ρήξη» νοείται ρήξη σε τροχό η οποία δημιουργεί κίνδυνο ατυχήματος (εκτροχιασμό ή σύγκρουση)· |
4.7. |
ως «άξονας χρησιμοποιούμενου τροχαίου υλικού, ο οποίος έχει υποστεί ρήξη» νοείται ρήξη σε άξονα η οποία δημιουργεί κίνδυνο ατυχήματος (εκτροχιασμό ή σύγκρουση). |
5. Κοινές μέθοδοι υπολογισμού των οικονομικών επιπτώσεων των ατυχημάτων
5.1. |
Η τιμή πρόληψης απώλειας (ΤΠΑ) συνίσταται στα εξής:
1)
Αυτήν καθ' εαυτήν την αξία της ασφάλειας: τιμές βούλησης πληρωμής [ΤΒΠ —Willingness to Pay (WTP) values], βασιζόμενες σε μελέτες δεδηλωμένης προτίμησης που έχουν πραγματοποιηθεί στο κράτος μέλος όπου εφαρμόζονται.
2)
Άμεσο και έμμεσο οικονομικό κόστος: τιμές του κόστους βάσει εκτίμησης στο κράτος μέλος, οι οποίες συνίστανται στα εξής:
—
το κόστος περίθαλψης και αποκατάστασης,
—
τα δικαστικά έξοδα, το κόστος της αστυνομίας, το κόστος των ιδιωτικών ερευνών για τη σύγκρουση, το κόστος των υπηρεσιών άμεσης βοήθειας και το διοικητικό κόστος της ασφάλισης,
—
τις απώλειες παραγωγής: την αξία που αντιπροσωπεύουν για την κοινωνία τα εμπορεύματα και οι υπηρεσίες που θα μπορούσαν να είχαν παραχθεί από το οικείο πρόσωπο, εάν δεν είχε συμβεί το ατύχημα.
Κατά τον υπολογισμό του κόστους των απωλειών, οι θάνατοι και οι σοβαροί τραυματισμοί υπολογίζονται ξεχωριστά (διαφορετικές ΤΠΑ για απώλεια ζωής και σοβαρό τραυματισμό). |
5.2. |
Κοινές αρχές για την εκτίμηση της αξίας της ασφάλειας αυτής καθ' εαυτή και του άμεσου και/ή έμμεσου οικονομικού κόστους: Για την αξία της ασφάλειας αυτής καθ' εαυτή, η αξιολόγηση κατά πόσον είναι ορθές οι διαθέσιμες εκτιμήσεις βασίζεται στα εξής:
—
οι εκτιμήσεις συνδέονται με σύστημα αποτίμησης της μείωσης του κινδύνου θνησιμότητας στις μεταφορές και να ακολουθούν προσέγγιση ΤΒΠ σύμφωνα με μεθόδους δεδηλωμένης προτίμησης,
—
το δείγμα των ερωτηθέντων που χρησιμοποιείται για τις τιμές είναι αντιπροσωπευτικό του αντίστοιχου πληθυσμού. Πιο συγκεκριμένα, το δείγμα πρέπει να είναι αντιπροσωπευτικό της ηλικίας/κατανομής εισοδήματος, καθώς και άλλων σχετικών κοινωνικοοικονομικών και/ή δημογραφικών χαρακτηριστικών του πληθυσμού,
—
μέθοδο συναγωγής τιμών ΤΒΠ: η έρευνα σχεδιάζεται κατά τρόπο ώστε οι ερωτήσεις να είναι σαφείς/να έχουν νόημα για τους ερωτώμενους.
Το άμεσο και έμμεσο οικονομικό κόστος εκτιμάται με βάση το πραγματικό κόστος που αναλαμβάνει η κοινωνία. |
5.3. |
Ορισμοί
|
6. Δείκτες σχετικοί με την τεχνική ασφάλεια της υποδομής και την εφαρμογή της
6.1. |
Ως «σύστημα προστασίας αμαξοστοιχίας (TPS)» νοείται σύστημα που βοηθά την ενίσχυση της υπακοής στα σήματα και στους περιορισμούς ταχύτητας· |
6.2. |
ως «συστήματα επί του οχήματος» νοούνται συστήματα που παρέχουν βοήθεια στον μηχανοδηγό ώστε να παρατηρεί την παρατρόχια σηματοδότηση και τη σηματοδότηση θαλάμου οδήγησης και, κατά συνέπεια, εξασφαλίζουν προστασία σε επικίνδυνα σημεία και την επιβολή ορίων ταχύτητας. Τα συστήματα TPS επί της αμαξοστοιχίας περιγράφονται ως εξής:
α)
Ειδοποίηση, με αυτόματη ειδοποίηση του μηχανοδηγού.
β)
Ειδοποίηση και αυτόματη στάση, με αυτόματη ειδοποίηση του μηχανοδηγού και αυτόματη ακινητοποίηση κατά τη διέλευση από απαγορευτικό σήμα.
γ)
Ειδοποίηση και αυτόματη στάση καθώς και ασυνεχής επιτήρηση της ταχύτητας, με παροχή προστασίας σε επικίνδυνα σημεία· ως «ασυνεχής επιτήρηση της ταχύτητας» νοείται επιτήρηση της ταχύτητας σε ορισμένες θέσεις (ενέδρες ταχύτητας) κατά την προσέγγιση ενός σήματος.
δ)
Ειδοποίηση και αυτόματη στάση καθώς και συνεχής επιτήρηση της ταχύτητας, με παροχή προστασίας σε επικίνδυνα σημεία και συνεχή επιτήρηση των ορίων ταχύτητας της σιδηροδρομικής γραμμής· ως «συνεχής επιτήρηση της ταχύτητας» νοείται συνεχής ένδειξη και επιβολή της μέγιστης επιτρεπόμενης ταχύτητας-στόχου για όλα τα τμήματα της γραμμής. Ο τύπος δ) θεωρείται σύστημα αυτόματης προστασίας αμαξοστοιχιών (ΑΠΑ), |
6.3. |
ως «ισόπεδη διάβαση» νοείται κάθε ισόπεδη διασταύρωση οδού ή οδού διέλευσης και σιδηροδρομικής γραμμής, αναγνωρισμένη από τον διαχειριστή υποδομής και ανοικτή στο κοινό ή σε ιδιώτες χρήστες. Οι οδοί διέλευσης που συνδέουν αποβάθρες σε σιδηροδρομικούς σταθμούς εξαιρούνται, καθώς και οι διαβάσεις άνωθεν τροχιών για την αποκλειστική διέλευση των εργαζομένων· |
6.4. |
ως «οδός» νοείται, για τους σκοπούς των στατιστικών στοιχείων που αφορούν τα σιδηροδρομικά ατυχήματα, κάθε δημόσια ή ιδιωτική οδός ή εθνική οδός, συμπεριλαμβανομένων των πεζοδρόμων και παρακείμενων ποδηλατολωρίδων· |
6.5. |
ως «δίοδος» νοείται κάθε δρόμος, πλην της οδού, για τη διέλευση ανθρώπων, ζώων, οχημάτων ή μηχανημάτων· |
6.6. |
ως «παθητική ισόπεδη διάβαση» νοείται ισόπεδη διάβαση στην οποία δεν προβλέπεται η ενεργοποίηση κάποιου συστήματος ειδοποίησης ή προστασίας όταν δεν είναι ασφαλής η διάβαση για τον χρήστη· |
6.7. |
ως «ενεργή ισόπεδη διάβαση» νοείται ισόπεδη διασταύρωση στην οποία οι διερχόμενοι χρήστες προστατεύονται ή ειδοποιούνται, κατά την προσέγγιση αμαξοστοιχίας, με μέσα τα οποία ενεργοποιούνται όταν δεν είναι ασφαλής η διάβαση για τον χρήστη.
—
Προστασία του χρήστη με φυσικά μέσα, κυρίως:
—
μισά ή πλήρη δρύφακτα,
—
θύρες.
—
Προειδοποίηση με τη χρήση σταθερού εξοπλισμού σε ισόπεδες διαβάσεις:
—
ορατά μέσα: φώτα,
—
ακουστικά μέσα: κώδωνες, σειρήνες, κλάξον κ.λπ.
Οι ενεργές ισόπεδες διαβάσεις κατατάσσονται ως εξής:
α)
Χειροκίνητη: ισόπεδη διάβαση, στην οποία η προστασία στην πλευρά του χρήστη ή η ειδοποίηση ενεργοποιείται χειροκίνητα από σιδηροδρομικό υπάλληλο.
β)
Αυτόματη με ειδοποίηση στην πλευρά του χρήστη: ισόπεδη διάβαση, στην οποία η ειδοποίηση στην πλευρά του χρήστη ενεργοποιείται από την αμαξοστοιχία που προσεγγίζει.
γ)
Αυτόματη με προστασία στην πλευρά του χρήστη: ισόπεδη διάβαση, στην οποία η προστασία στην πλευρά του χρήστη ενεργοποιείται από την αμαξοστοιχία που προσεγγίζει. Περιλαμβάνεται ισόπεδη διάβαση η οποία έχει συγχρόνως προστασία και ειδοποίηση στην πλευρά του χρήστη.
δ)
Με προστασία στην πλευρά του συρμού: ισόπεδη διάβαση, στην οποία ένα σήμα ή άλλο σύστημα προστασίας αμαξοστοιχίας επιτρέπει τη διέλευση αμαξοστοιχίας μόνον εφόσον η ισόπεδη διάβαση είναι πλήρως προστατευμένη στην πλευρά του χρήστη και εφόσον δεν υπάρχει παρείσφρηση. |
7. Ορισμοί των μονάδων μέτρησης
7.1. |
Ως «συρμοχιλιόμετρο» νοείται μονάδα μέτρησης που αντιπροσωπεύει τη μετακίνηση αμαξοστοιχίας σε απόσταση ενός χιλιομέτρου. Η απόσταση που χρησιμοποιείται είναι, ει δυνατόν, η πραγματικά διανυθείσα απόσταση, ειδάλλως χρησιμοποιείται η κανονική απόσταση δικτύου μεταξύ των τόπων αναχώρησης και προορισμού. Λαμβάνεται υπόψη μόνο η απόσταση που διανύεται στην εθνική επικράτεια του δηλούντος κράτους· |
7.2. |
ως «επιβατοχιλιόμετρο» νοείται μονάδα μέτρησης που αντιπροσωπεύει τη σιδηροδρομική μεταφορά ενός επιβάτη σε απόσταση ενός χιλιομέτρου. Λαμβάνεται υπόψη μόνο η απόσταση που διανύεται στην εθνική επικράτεια του δηλούντος κράτους· |
7.3. |
ως «γραμμοχιλιόμετρο» νοείται το μήκος, σε χιλιόμετρα, του σιδηροδρομικού δικτύου στα κράτη μέλη, του οποίου η έκταση καθορίζεται στο άρθρο 2. Για σιδηροδρομικές γραμμές πολλαπλής τροχιάς, λαμβάνεται υπόψη μόνον η απόσταση μεταξύ των τόπων αναχώρησης και προορισμού· |
7.4. |
ως «τροχιοχιλιόμετρο» νοείται το μήκος, σε χιλιόμετρα, του σιδηροδρομικού δικτύου στα κράτη μέλη, του οποίου η έκταση καθορίζεται στο άρθρο 2. Λαμβάνεται υπόψη κάθε τροχιά των σιδηροδρομικών γραμμών πολλαπλής τροχιάς. |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II
ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Οι εθνικοί κανόνες ασφάλειας που κοινοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο α) περιλαμβάνουν:
κανόνες που αφορούν τους υφιστάμενους εθνικούς στόχους ασφάλειας και τις μεθόδους ασφάλειας·
κανόνες που αφορούν τις απαιτήσεις για τα συστήματα διαχείρισης της ασφάλειας και την πιστοποίηση ασφάλειας των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων·
κοινούς κανόνες εκμετάλλευσης του σιδηροδρομικού δικτύου που δεν καλύπτονται ακόμα από ΤΠΔ, μεταξύ των οποίων κανόνες που αφορούν το σύστημα σηματοδότησης και διαχείρισης της κυκλοφορίας·
κανόνες στο πλαίσιο των οποίων θεσπίζονται οι απαιτήσεις για τις πρόσθετες εσωτερικές ρυθμίσεις λειτουργίας (εταιρικούς κανόνες) που πρέπει να καθοριστούν από τους διαχειριστές υποδομής και τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις·
κανόνες που αφορούν τις απαιτήσεις για το προσωπικό που εκτελεί κρίσιμα καθήκοντα ασφάλειας, μεταξύ των οποίων κριτήρια επιλογής, καλή ιατρική κατάσταση και επαγγελματική κατάρτιση, καθώς και πιστοποίηση, εφόσον δεν καλύπτονται από ΤΠΔ·
κανόνες σχετικά με τη διερεύνηση των ατυχημάτων και συμβάντων.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III
ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΠΟΥ ΥΠΟΒΑΛΛΟΥΝ ΑΙΤΗΣΗ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟΥ ΥΣΦ Ή ΑΙΤΗΣΗ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟΥ ΚΑΘΗΚΟΝΤΩΝ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗΣ ΠΟΥ ΑΝΑΤΙΘΕΝΤΑΙ ΣΕ ΤΡΙΤΟΥΣ ΑΠΟ ΥΠΕΥΘΥΝΟ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ ΦΟΡΕΑ
Πρέπει να τεκμηριώνονται όλες οι οικείες πτυχές της διαχείρισης του οργανισμού και να περιγράφεται κυρίως η κατανομή των αρμοδιοτήτων στο πλαίσιο του οργανισμού και όταν συμμετέχουν υπεργολάβοι. Καταδεικνύεται πώς διασφαλίζεται από τη διαχείριση ο έλεγχος στα διάφορα επίπεδα, πώς συμμετέχουν το προσωπικό και οι εκπρόσωποί του σε όλα τα επίπεδα και πώς εξασφαλίζεται συνεχής βελτίωση.
Οι ακόλουθες βασικές απαιτήσεις ισχύουν για τις τέσσερις λειτουργίες ενός υπεύθυνου για τη συντήρηση φορέα (ΥΣΦ) που πρέπει να καλύπτονται από τον ίδιο τον οργανισμό ή με υπεργολαβική ανάθεση:
1. |
Ηγετικός ρόλος — δέσμευση για την ανάπτυξη και εφαρμογή του συστήματος συντήρησης του οργανισμού και για τη συνεχή βελτίωση της αποτελεσματικότητάς του. |
2. |
Εκτίμηση κινδύνων — δομημένη προσέγγιση για την εκτίμηση των κινδύνων που συνδέονται με τη συντήρηση των οχημάτων, συμπεριλαμβανομένων των κινδύνων που απορρέουν απευθείας από επιχειρησιακές διαδικασίες και δραστηριότητες άλλων οργανισμών ή προσώπων, και για τον προσδιορισμό των κατάλληλων μέτρων ελέγχου των κινδύνων. |
3. |
Παρακολούθηση — δομημένη προσέγγιση για να εξασφαλίζεται ότι έχουν προβλεφθεί μέτρα ελέγχου των κινδύνων, τα οποία λειτουργούν σωστά και επιτυγχάνουν τους στόχους του οργανισμού. |
4. |
Συνεχής βελτίωση — δομημένη προσέγγιση για την ανάλυση των πληροφοριών που συλλέγονται μέσω της τακτικής παρακολούθησης, του ελέγχου ή άλλων συναφών πηγών και για την αξιοποίηση των αποτελεσμάτων για την άντληση διδαγμάτων και τη λήψη προληπτικών ή διορθωτικών μέτρων με σκοπό τη διατήρηση ή βελτίωση του επιπέδου ασφάλειας. |
5. |
Δομή και ευθύνη — δομημένη προσέγγιση για τον καθορισμό των αρμοδιοτήτων των προσώπων και ομάδων με σκοπό την ασφαλή υλοποίηση των στόχων του οργανισμού στον τομέα της ασφάλειας. |
6. |
Διαχείριση της επάρκειας — δομημένη προσέγγιση που εξασφαλίζει ότι οι εργαζόμενοι έχουν την απαιτούμενη επάρκεια για την επίτευξη των στόχων του οργανισμού με ασφάλεια, αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα σε όλες τις περιστάσεις. |
7. |
Πληροφόρηση — δομημένη προσέγγιση που εξασφαλίζει ότι οι σημαντικές πληροφορίες τίθενται στη διάθεση των προσώπων που καλούνται να κρίνουν και να λάβουν αποφάσεις σε όλα τα επίπεδα του οργανισμού και που εξασφαλίζει την πληρότητα και ορθότητα των πληροφοριών. |
8. |
Τεκμηρίωση — δομημένη προσέγγιση που εξασφαλίζει την ιχνηλασιμότητα όλων των σχετικών πληροφοριών. |
9. |
Ανάθεση δραστηριοτήτων — δομημένη προσέγγιση για να εξασφαλιστεί η κατάλληλη διαχείριση των δραστηριοτήτων που ανατίθενται υπεργολαβικά, ούτως ώστε να επιτυγχάνονται οι στόχοι του οργανισμού και να καλύπτονται όλες οι ικανότητες και απαιτήσεις. |
10. |
Δραστηριότητες συντήρησης — δομημένη προσέγγιση που εξασφαλίζει:
—
τον προσδιορισμό και την ορθή διαχείριση όλων των δραστηριοτήτων συντήρησης που επηρεάζουν την ασφάλεια και κρίσιμα για την ασφάλεια δομικά στοιχεία και τον προσδιορισμό όλων των αναγκαίων τροποποιήσεων των δραστηριοτήτων συντήρησης που επηρεάζουν την ασφάλεια, την ορθή τους διαχείριση βάσει της αποκτηθείσας πείρας και της εφαρμογής των κοινών μεθόδων ασφάλειας για την εκτίμηση κινδύνων σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο α) και την ορθή τους τεκμηρίωση,
—
τη συμμόρφωση προς τις βασικές απαιτήσεις διαλειτουργικότητας,
—
την υλοποίηση και τον έλεγχο των ειδικών εγκαταστάσεων, εξοπλισμού και εργαλείων συντήρησης των οποίων η ανάπτυξη απαιτείται για τη διεκπεραίωση της συντήρησης,
—
την ανάλυση της αρχικής τεκμηρίωσης σχετικά με το όχημα για τη δημιουργία του πρώτου φακέλου συντήρησης και την ορθή εφαρμογή του φακέλου μέσω της εκπόνησης εντολών όσον αφορά τη συντήρηση,
—
ότι τα κατασκευαστικά στοιχεία (καθώς και τα ανταλλακτικά) χρησιμοποιούνται όπως ορίζεται στις εντολές συντήρησης και στα έγγραφα τεκμηρίωσης του προμηθευτή· η αποθήκευση, ο χειρισμός και η μεταφορά τους διενεργούνται καταλλήλως όπως ορίζεται στις εντολές συντήρησης και στα έγγραφα τεκμηρίωσης του προμηθευτή και συνάδουν προς τους οικείους εθνικούς και διεθνείς κανόνες καθώς και προς τις απαιτήσεις των σχετικών εντολών συντήρησης,
—
ότι προβλέπονται, προσδιορίζονται, παρέχονται, καταγράφονται και διατίθενται κατάλληλες και επαρκείς εγκαταστάσεις, εξοπλισμός και εργαλεία προκειμένου να επιτρέπεται η παροχή των υπηρεσιών συντήρησης σύμφωνα με τις οικείες εντολές και άλλες εφαρμοστέες προδιαγραφές, εξασφαλίζοντας την ασφαλή διεκπεραίωση της συντήρησης, την τήρηση των αρχών της εργονομίας και την προστασία της υγείας,
—
ότι ο οργανισμός διαθέτει διαδικασίες που διασφαλίζουν ότι ο εξοπλισμός μέτρησης, όλες οι εγκαταστάσεις, ο εξοπλισμός και τα εργαλεία του χρησιμοποιούνται, βαθμονομούνται, φυλάσσονται και συντηρούνται ορθά σύμφωνα με τεκμηριωμένες διαδικασίες.
|
11. |
Δραστηριότητες ελέγχου — δομημένη προσέγγιση που εξασφαλίζει:
—
την απόσυρση των οχημάτων από τη λειτουργία για προγραμματισμένη συντήρηση, συντήρηση βάσει της κατάστασης ή διορθωτική συντήρηση σε εύθετο χρόνο ή οσάκις διαπιστώνονται ελαττώματα ή άλλες ανάγκες,
—
τα αναγκαία μέτρα ελέγχου της ποιότητας,
—
την εκτέλεση των καθηκόντων συντήρησης σύμφωνα με τις εντολές συντήρησης και την έκδοση της ειδοποίησης επαναφοράς σε λειτουργία, συμπεριλαμβανομένων πιθανών περιορισμών χρήσης,
—
ότι τυχόν περιπτώσεις μη συμμόρφωσης κατά την εφαρμογή του συστήματος διαχείρισης που ενδέχεται να οδηγήσουν σε ατυχήματα, περιστατικά, αποσοβηθέντα ατυχήματα ή άλλα επικίνδυνα περιστατικά αναφέρονται, διερευνώνται και αναλύονται και ότι λαμβάνονται τα απαραίτητα προληπτικά μέτρα σύμφωνα με την κοινή μέθοδο ασφάλειας για την παρακολούθηση που προβλέπεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο γ),
—
περιοδική διαδικασία εσωτερικού ελέγχου και παρακολούθησης σύμφωνα με την κοινή μέθοδο ασφάλειας για την παρακολούθηση που προβλέπεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο γ).
|
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV
ΜΕΡΟΣ A
Καταργούμενη οδηγία με κατάλογο των διαδοχικών τροποποιήσεών της
(κατά το άρθρο 34)
Οδηγία 2004/49/ΕΚ |
(ΕΕ L 164 της 30.4.2004, σ. 44) |
Οδηγία 2008/57/ΕΚ |
(ΕΕ L 191 της 18.7.2008, σ. 1) |
Οδηγία 2008/110/ΕΚ |
(ΕΕ L 345 της 23.12.2008, σ. 62) |
Οδηγία 2009/149/ΕΚ της Επιτροπής |
(ΕΕ L 313 της 28.11.2009, σ. 65) |
Διορθωτικό 2004/49/ΕΚ |
(ΕΕ L 220 της 21.6.2004, σ. 16) |
Οδηγία 2014/88/ΕΕ της Επιτροπής |
(ΕΕ L 201 της 10.7.2014, σ. 9) |
ΜΕΡΟΣ B
Ημερομηνίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο
(κατά το άρθρο 34)
Οδηγία |
Προθεσμία μεταφοράς |
2004/49/ΕΚ |
30 Απριλίου 2006 |
2008/57/ΕΚ |
19 Ιουλίου 2010 |
2008/110/ΕΚ |
24 Δεκεμβρίου 2010 |
Οδηγία 2009/149/ΕΚτης Επιτροπής |
18 Ιουνίου 2010 |
Οδηγία 2014/88/ΕΕ της Επιτροπής |
30 Ιουλίου 2015 |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V
Πίνακας αντιστοιχίας
Οδηγία 2004/49/ΕΚ |
Παρούσα οδηγία |
Άρθρο 1 |
Άρθρο 1 |
Άρθρο 2 |
Άρθρο 2 |
Άρθρο 3 |
Άρθρο 3 |
Άρθρο 4 |
Άρθρο 4 |
Άρθρο 5 |
Άρθρο 5 |
Άρθρο 6 |
Άρθρο 6 |
Άρθρο 7 |
Άρθρο 7 |
Άρθρο 8 |
Άρθρο 8 |
Άρθρο 9 |
Άρθρο 9 |
Άρθρο 10 |
Άρθρο 10 |
— |
Άρθρο 11 |
Άρθρο 11 |
Άρθρο 12 |
Άρθρο 12 |
— |
Άρθρο 13 |
Άρθρο 13 |
Άρθρο 14α παράγραφοι 1 έως 7 |
Άρθρο 14 |
Άρθρο 14α παράγραφος 8 |
Άρθρο 15 |
Άρθρο 15 |
— |
Άρθρο 16 |
Άρθρο 16 |
— |
Άρθρο 17 |
Άρθρο 17 |
Άρθρο 18 |
Άρθρο 18 |
Άρθρο 19 |
Άρθρο 19 |
Άρθρο 20 |
Άρθρο 20 |
Άρθρο 21 |
Άρθρο 21 |
Άρθρο 22 |
Άρθρο 22 |
Άρθρο 23 |
Άρθρο 23 |
Άρθρο 24 |
Άρθρο 24 |
Άρθρο 25 |
Άρθρο 25 |
Άρθρο 26 |
Άρθρο 26 |
— |
— |
Άρθρο 27 |
Άρθρο 27 |
Άρθρο 28 |
Άρθρο 28 |
— |
Άρθρο 29 |
— |
Άρθρο 30 |
— |
Άρθρο 31 |
Άρθρο 29 |
Άρθρο 32 |
Άρθρο 30 |
— |
Άρθρο 31 |
— |
Άρθρο 32 |
Άρθρο 33 |
Άρθρο 33 |
— |
Άρθρο 34 |
Άρθρο 34 |
Άρθρο 35 |
Άρθρο 35 |
Άρθρο 36 |
Παράρτημα I |
Παράρτημα I |
Παράρτημα II |
Παράρτημα II |
Παράρτημα III |
— |
Παράρτημα IV |
— |
Παράρτημα V |
— |
— |
Παράρτημα III |
( 1 ) Οδηγία 2012/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 2012, για τη δημιουργία ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου (ΕΕ L 343 της 14.12.2012, σ. 32).
( 2 ) Οδηγία 2007/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, σχετικά με την πιστοποίηση του προσωπικού οδήγησης μηχανών έλξης και συρμών στο σιδηροδρομικό σύστημα της Κοινότητας (ΕΕ L 315 της 3.12.2007, σ. 51).
( 3 ) Οδηγία (ΕΕ) 2015/1535 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Σεπτεμβρίου 2015, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προδιαγραφών και των κανόνων σχετικά με τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών (ΕΕ L 241 της 17.9.2015, σ. 1).
( 4 ) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1371/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των επιβατών σιδηροδρομικών γραμμών (ΕΕ L 315 της 3.12.2007, σ. 14).
( 5 ) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 653/2007 της Επιτροπής, της 13ης Ιουνίου 2007, σχετικά με τη χρήση κοινού ευρωπαϊκού εντύπου για τα πιστοποιητικά ασφάλειας και για τα έγγραφα της αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 10 της οδηγίας 2004/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και σχετικά με την εγκυρότητα των πιστοποιητικών ασφάλειας που εκδίδονται σύμφωνα με την οδηγία 2001/14/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 153 της 14.6.2007, σ. 9).
( 6 ) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1158/2010 της Επιτροπής, της 9ης Δεκεμβρίου 2010, περί κοινής μεθόδου ασφάλειας για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις απόκτησης πιστοποιητικών σιδηροδρομικής ασφάλειας (ΕΕ L 326 της 10.12.2010, σ. 11).
( 7 ) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 445/2011 της Επιτροπής, της 10ης Μαΐου 2011, για σύστημα πιστοποίησης φορέων υπεύθυνων για τη συντήρηση εμπορευματικών φορταμαξών και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 653/2007 (ΕΕ L 122 της 11.5.2011, σ. 22).
( 8 ) RID, Κανονισμοί για τη διεθνή σιδηροδρομική μεταφορά επικινδύνων εμπορευμάτων, όπως έχουν εγκριθεί σύμφωνα με την οδηγία 2008/68/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Σεπτεμβρίου 2008, σχετικά με τις εσωτερικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων (ΕΕ L 260 της 30.9.2008, σ. 13).