Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 01999D0008-20120509

    Consolidated text: Απόφαση του Συμβουλίου της 31ης Δεκεμβρίου 1998 για τη θέσπιση του καταστατικού της οικονομικής και δημοσιονομικής επιτροπής (1999/8/ΕΚ)

    ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/1999/8(1)/2012-05-09

    1999D0008 — EL — 09.05.2012 — 002.001


    Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα

    ►B

    ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

    της 31ης Δεκεμβρίου 1998

    για τη θέσπιση του καταστατικού της οικονομικής και δημοσιονομικής επιτροπής

    (1999/8/ΕΚ)

    (ΕΕ L 005, 9.1.1999, p.71)

    Τροποποιείται από:

     

     

    Επίσημη Εφημερίδα

      No

    page

    date

     M1

    ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 18ης Ιουνίου 2003

      L 158

    58

    27.6.2003

    ►M2

    ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 26ης Απριλίου 2012

      L 121

    22

    8.5.2012




    ▼B

    ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

    της 31ης Δεκεμβρίου 1998

    για τη θέσπιση του καταστατικού της οικονομικής και δημοσιονομικής επιτροπής

    (1999/8/ΕΚ)



    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 153,

    τη γνώμη της Επιτροπής,

    Εκτιμώντας:

    ότι, σύμφωνα με το άρθρο 109 Γ παράγραφος 2 της συνθήκης, προβλέπεται η ίδρυση οικονομικής και δημοσιονομικής επιτροπής στην αρχή του τρίτου σταδίου·

    ότι το Συμβούλιο εξέδωσε στις 21 Δεκεμβρίου 1998 απόφαση για τη σύνθεση της οικονομικής και δημοσιονομικής επιτροπής ( 1 ),

    Υπενθυμίζοντας:

    ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 16ης Ιουνίου 1997 εξέδωσε ψήφισμα για τη θέσπιση ενός μηχανισμού συναλλαγματικών ισοτιμιών στο τρίτο στάδιο της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης ( 2

    ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 13ης Δεκεμβρίου 1997 εξέδωσε ψήφισμα για το συντονισμό των οικονομικών πολιτικών κατά το τρίτο στάδιο της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης και για τα άρθρα 109 και 109 Β της συνθήκης ( 3

    ότι, στα ψηφίσματα αυτά, προβλέπεται ένας ρόλος για την οικονομική και δημοσιονομική επιτροπή,

    Εκτιμώντας, επομένως, ότι πρέπει να θεσπιστεί το καταστατικό της οικονομικής και δημοσιονομικής επιτροπής,

    ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:



    Άρθρο 1

    Το καταστατικό της οικονομικής και δημοσιονομικής επιτροπής θεσπίζεται με την παρούσα απόφαση.

    Το κείμενο του καταστατικού περιλαμβάνεται στο παράρτημα.

    Άρθρο 2

    Η παρούσα απόφαση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    Αρχίζει να ισχύει από την 1η Ιανουαρίου 1999.

    ▼M2




    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

    ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

    Άρθρο 1

    Η οικονομική και δημοσιονομική επιτροπή («επιτροπή») εκπληρώνει τα καθήκοντα που περιγράφονται στις παραγράφους 2 και 4 του άρθρου 134 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Άρθρο 2

    Μεταξύ άλλων, η επιτροπή μπορεί:

     να διατυπώνει γνώμη στα πλαίσια της διαδικασίας που οδηγεί στη λήψη αποφάσεων σχετικά με τον μηχανισμό ισοτιμιών κατά το τρίτο στάδιο της οικονομικής και νομισματικής ένωσης,

     με την επιφύλαξη του άρθρου 240 της Συνθήκης, να προετοιμάζει τις εργασίες ανασκόπησης που διεξάγει το Συμβούλιο σχετικά με την εξέλιξη της ισοτιμίας του ευρώ,

     να παρέχει το πλαίσιο εντός του οποίου ο διάλογος μεταξύ του Συμβουλίου και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) μπορεί να προπαρασκευάζεται και να συνεχίζεται σε επίπεδο ανώτερων στελεχών από υπουργεία, εθνικές κεντρικές τράπεζες, την Επιτροπή και την ΕΚΤ.

    Άρθρο 3

    Τα μέλη της επιτροπής και οι αναπληρωτές τους καθοδηγούνται, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, από το γενικότερο συμφέρον της Ένωσης.

    Άρθρο 4

    Η επιτροπή συνέρχεται προεδρεύοντος του προέδρου με δύο συνθέσεις: είτε με τη σύνθεση των μελών που προέρχονται από τις διοικήσεις, τις εθνικές κεντρικές τράπεζες, την Επιτροπή και την ΕΚΤ είτε με τη σύνθεση των μελών που προέρχονται από τις διοικήσεις, την Επιτροπή και την ΕΚΤ. Η επιτροπή, με την πλήρη σύνθεσή της, εξετάζει τακτικά τον κατάλογο των θεμάτων για τα οποία τα μέλη από τις εθνικές κεντρικές τράπεζες συμμετέχουν στις συνεδριάσεις.

    Άρθρο 5

    Οι γνώμες, οι εκθέσεις και οι ανακοινώσεις εγκρίνονται με πλειοψηφία των μελών στις περιπτώσεις που έχει ζητηθεί ψηφοφορία. Κάθε μέλος της επιτροπής έχει μία ψήφο. Ωστόσο, όταν δίνεται συμβουλή ή γνώμη για θέματα επί των οποίων ενδέχεται να λάβει αργότερα απόφαση το Συμβούλιο, τα μέλη που προέρχονται από τις κεντρικές τράπεζες, εάν παρίστανται, και την Επιτροπή δύνανται να συμμετέχουν πλήρως στις συζητήσεις αλλά δεν συμμετέχουν στην ψηφοφορία. Η επιτροπή απευθύνει επίσης αναφορά για τις μειοψηφούσες ή διιστάμενες γνώμες που διατυπώνονται κατά τις συζητήσεις.

    Άρθρο 6

    Η επιτροπή εκλέγει, με την πλειοψηφία των μελών της, τον πρόεδρό της για διάστημα δύο ετών· η θητεία μπορεί να ανανεωθεί. Οι εκλόγιμοι για το αξίωμα του προέδρου είναι μέλη της επιτροπής που είναι ανώτερα στελέχη στις εθνικές διοικήσεις και ο πρόεδρος του προπαρασκευαστικού οργάνου που αναφέρεται στο άρθρο 1 του πρωτοκόλλου αριθ. 14 σχετικά με την Ευρωομάδα, η οποία αποτελείται από αντιπροσώπους των υπουργών Οικονομικών των κρατών μελών με νόμισμα το ευρώ και της Επιτροπής (ομάδα εργασίας «Ευρωομάδα»).

    Εάν ο πρόεδρος της ΟΔΕ είναι μέλος της επιτροπής από εθνική διοίκηση, μεταβιβάζει το δικαίωμα ψήφου του στον αναπληρωτή του.

    Άρθρο 7

    Στην περίπτωση που κωλύεται να ασκήσει τα καθήκοντά του, ο πρόεδρος της επιτροπής αντικαθίσταται από τον αντιπρόεδρο της επιτροπής. Ο αντιπρόεδρος της επιτροπής εκλέγεται για διάστημα δύο ετών, με πλειοψηφία των μελών της επιτροπής. Δύνανται να εκλεγούν ως αντιπρόεδροι μέλη της επιτροπής που είναι ανώτερα στελέχη στις εθνικές διοικήσεις και ο πρόεδρος της ομάδας εργασίας «Ευρωομάδα», εκτός εάν ο τελευταίος αυτός έχει διορισθεί πρόεδρος της επιτροπής.

    Άρθρο 8

    Αν ο πρόεδρος της ομάδας εργασίας «Ευρωομάδα» δεν είναι και πρόεδρος της επιτροπής, μπορεί να παραστεί στις συνεδριάσεις της επιτροπής και να συμμετέχει στις συζητήσεις, εκτός αν η επιτροπή αποφασίσει άλλως.

    Εκτός εάν η επιτροπή αποφασίσει άλλως, οι αναπληρωτές μπορούν να παρίστανται στις συνεδριάσεις της. Οι αναπληρωτές δεν ψηφίζουν. Εκτός εάν η επιτροπή αποφασίσει άλλως, οι αναπληρωτές δεν συμμετέχουν στις συζητήσεις.

    Ένα μέλος που δεν είναι σε θέση να συμμετάσχει σε μια συνεδρίαση της επιτροπής μπορεί να μεταβιβάζει τα καθήκοντά του σε κάποιον από τους αναπληρωτές ή σε άλλο μέλος. Ο πρόεδρος και ο Γραμματέας της επιτροπής θα πρέπει να ενημερώνονται σχετικά γραπτώς πριν από τη συνεδρίαση. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, ο πρόεδρος μπορεί να συμφωνεί εναλλακτικές ρυθμίσεις.

    Άρθρο 9

    Η επιτροπή μπορεί να αναθέτει τη μελέτη συγκεκριμένων θεμάτων στους αναπληρωτές της, σε υποεπιτροπές ή σε ομάδες εργασίας. Στις περιπτώσεις αυτές, η προεδρία ασκείται από μέλος ή αναπληρωτή της επιτροπής που διορίζεται από την ίδια. Τα μέλη της επιτροπής, οι αναπληρωτές της και οι υποεπιτροπές της ή ομάδες εργασίας της μπορούν να ζητούν τη συνδρομή εμπειρογνωμόνων.

    Άρθρο 10

    Η επιτροπή συγκαλείται από τον πρόεδρο με δική του πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος του Συμβουλίου, της Επιτροπής ή τεσσάρων τουλάχιστον μελών της επιτροπής.

    Άρθρο 11

    Κατά κανόνα, ο πρόεδρος εκπροσωπεί την επιτροπή· ειδικότερα, η επιτροπή μπορεί να εξουσιοδοτήσει τον πρόεδρό της να υποβάλλει εκθέσεις για τις συζητήσεις της και να δίνει προφορικά εξηγήσεις για τις γνώμες και τις ανακοινώσεις που προετοιμάζει η επιτροπή. Ο πρόεδρος ευθύνεται για τη διατήρηση των σχέσεων της επιτροπής με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

    Άρθρο 12

    Οι εργασίες της επιτροπής είναι εμπιστευτικές. Ο ίδιος κανόνας ισχύει για τις εργασίες των αναπληρωτών, των υποεπιτροπών και των ομάδων εργασίας.

    Άρθρο 13

    Η επιτροπή επικουρείται από γραμματεία της οποίας προΐσταται γραμματέας. Ο γραμματέας και το προσωπικό της γραμματείας παρέχονται από την Επιτροπή. Ο γραμματέας διορίζεται από την Επιτροπή ύστερα από διαβούλευση με την επιτροπή. Ο γραμματέας και το προσωπικό του ενεργούν βάσει οδηγιών της επιτροπής κατά την εκτέλεση των έναντι αυτής καθηκόντων τους.

    Οι δαπάνες της επιτροπής συμπεριλαμβάνονται στις προβλέψεις της Επιτροπής.

    Άρθρο 14

    Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό της κανονισμό.



    ( 1 ) ΕΕ L 358 της 31. 12. 1998, σ. 109.

    ( 2 ) ΕΕ C 236 της 2. 8. 1997, σ. 5.

    ( 3 ) ΕΕ C 35 της 2. 2. 1998, σ. 1.

    Top