Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52004PC0117

    Πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές ιριδίζουσας πέστροφας καταγωγής Νορβηγίας και Νήσων Φερόες

    /* COM/2004/0117 τελικό */

    52004PC0117

    Πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές ιριδίζουσας πέστροφας καταγωγής Νορβηγίας και Νήσων Φερόες /* COM/2004/0117 τελικό */


    Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές ιριδίζουσας πέστροφας καταγωγής Νορβηγίας και Νήσων Φερόες

    (υποβληθείσα από την Επιτροπή)

    ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

    Η διαδικασία άρχισε με ανακοίνωση που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 19ης Δεκεμβρίου 2002.

    Διεξήχθησαν έρευνες στις εγκαταστάσεις των παραγωγών-εξαγωγέων, των συνδεδεμένων εισαγωγέων στην Κοινότητα και των κοινοτικών παραγωγών. Από τις έρευνες προέκυψε ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη ζημία από τις εισαγωγές καταγωγής Νορβηγίας και Νήσων Φερόες.

    Η εξέταση όλων των ενδιαφερομένων μερών και ιδίως των μη συνδεδεμένων εισαγωγέων, χρηστών και καταναλωτών, οδήγησε στο συμπέρασμα ότι η λήψη μέτρων δεν αντιβαίνει στα συμφέροντα της Κοινότητας.

    Τα προτεινόμενα μέτρα είναι οριστικοί κατ´αξία δασμοί που θα εφαρμοστούν στις εισαγωγές ιριδίζουσας πέστροφας καταγωγής Νορβηγίας και Νήσων Φερόες και που κυμαίνονται μεταξύ 19,9 και 54,4%.

    Ζητήθηκε η γνώμη των κρατών μελών για την πρόταση της Επιτροπής: 9 συμφώνησαν, 3 αντιτέθηκαν λόγω αμφιβολιών σχετικά με το νομικό καθεστώς και το κοινοτικό συμφέρον και 3 δεν απήντησαν.

    Συνεπώς προτείνεται να εγκρίνει το Συμβούλιο τον συνημμένο κανονισμό ο οποίος πρόκειται να δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων το αργότερο στις 18 Μαρτίου 2004.

    Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές ιριδίζουσας πέστροφας καταγωγής Νορβηγίας και Νήσων Φερόες

    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη :

    τη συνθήκη για τη ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

    τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της ΕΚ (βασικός κανονισμός) [1], και ιδίως το άρθρο 9,

    [1] ΕΕ L 056, 06.3.1996, σ. 1, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1972/2002 (ΕΕ L 305, 7.11.2002, σ. 1).

    την πρόταση που υπέβαλε η Επιτροπή μετά από διαβουλεύσεις με τη Συμβουλευτική Επιτροπή,

    Εκτιμώντας τα εξής :

    A. Προσωρινά μέτρα

    (1) Η Επιτροπή, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1628/2003 [2] (προσωρινός κανονισμός) επέβαλε προσωρινό δασμό αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ιριδίζουσας πέστροφας που υπάγεται στους κωδικούς ΣΟ 0302 11 20, 0303 21 20, 0304 10 15 και 0304 20 15, καταγωγής Νορβηγίας και Νήσων Φερόες.

    [2] ΕΕ L 232, 18.9.2003, σ. 29, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 117/2004 (ΕΕ L 17, 24.1.20004).

    (2) Υπενθυμίζεται ότι η έρευνα για την πρακτική ντάμπινγκ και την ζημία κάλυψε την περίοδο από την 1η Οκτωβρίου 2001 έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2002 (περίοδο έρευνας ή ΠΕ). Η εξέταση των τάσεων για την ανάλυση της ζημίας κάλυψε την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 1999 έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2002 (περίοδο ανάλυσης).

    B. Επακόλουθη διαδικασία

    (3) Μετά την επιβολή προσωρινών δασμών στις εισαγωγές ιριδίζουσας πέστροφας καταγωγής Νορβηγίας και Νήσων Φερόες, ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη υπέβαλαν σχόλια γραπτά. Τα μέρη που υπέβαλαν σχετική αίτηση έγιναν δεκτά σε ακρόαση.

    (4) Όλα τα μέρη ενημερώθηκαν σχετικά με τα σημαντικά γεγονότα και παρατηρήσεις βάσει των οποίων επρόκειτο να γίνει σύσταση για επιβολή οριστικών δασμών αντιντάμπινγκ και για την οριστική είσπραξη των ποσών που καταβλήθηκαν ως εγγύηση υπό μορφή προσωρινών δασμών. Χορηγήθηκε επίσης προθεσμία εντός της οποίας θα μπορούσαν να προβούν σε διάβημα μετά την κοινολόγηση των μέτρων.

    (5) Εξετάστηκαν τα προφορικά και γραπτά σχόλια που υποβλήθηκαν από τα ενδιαφερόμενα μέρη και, στις περιπτώσεις που κρίθηκε σκόπιμο, τα οριστικά πορίσματα τροποποιήθηκαν ανάλογα.

    (6) Η Επιτροπή συνέχισε να αναζητεί και να επαληθεύει όλες τις πληροφορίες που θεώρησε απαραίτητες για τα οριστικά πορίσματα. Εκτός από τις επισκέψεις επαλήθευσης των στοιχείων που πραγματοποίησε στις εταιρίες που αναφέρονται στο σημείο 6 του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού, θα πρέπει να σημειωθεί ότι, μετά την επιβολή των προσωρινών μέτρων, διεξήχθησαν επιτόπιες επισκέψεις επαλήθευσης των στοιχείων στις εγκαταστάσεις των ακολούθων εταιριών και ενώσεων: -Federation of European Aquaculture Producers (FEAP), Boncelles, Βέλγιο -Syndicat national des industries du saumon et de la truite fumιs, Παρίσι, Γαλλία -P/F PRG Εxport και ο συνδεδεμένος παραγωγός P/F Luna, Gψta, Νήσοι Φερόες -P/F Vestsalmon και ο συνδεδεμένος παραγωγός P/F Vestlax, Kollafjψrπur, Νήσοι Φερόες -P/F Bakkafrost, Glyvrar, Νήσοι Φερόες -P/F Faeroe Salmon, Klaksvik, Νήσοι Φερόες -P/F Faeroe Seafood, Torshavn, Νήσοι Φερόες -P/F Landshandilin, Torshavn, Νήσοι Φερόες -P/F Navir, Argir, Νήσοι Φερόες -P/F Viking Seafood, Strendur, Νήσοι Φερόες

    (7) Ορισμένα μέρη ισχυρίστηκαν ότι η επιλεγείσα ΠΕ δεν ήταν κατάλληλη, δεδομένου ότι οι τιμές ήταν υπερβολικά χαμηλές κατά την εν λόγω περίοδο, και από τότε έχει σημειωθεί ανάκαμψη. Σχετικά με αυτό το θέμα, θα πρέπει να υπενθυμιστεί ότι, σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος (1) του βασικού κανονισμού, "προκειμένου να εξαχθούν αντιπροσωπευτικά συμπεράσματα, επιλέγεται μία περίοδος έρευνας η οποία, στην περίπτωση του ντάμπινγκ, συνήθως καλύπτει διάστημα όχι βραχύτερο των 6 μηνών αμέσως πριν από την έναρξη της διαδικασίας". Με άλλα λόγια, η ΠΕ προσδιορίζεται βασικά από την ημερομηνία έναρξης της διαδικασίας. Εντούτοις, υπενθυμίζεται επίσης ότι σύμφωνα με την συνήθη κοινοτική πρακτική, η ΠΕ που αφορά την πρακτική ντάμπινγκ είχε διάρκεια ενός έτους. Η εν λόγω περίοδος, που συνήθως επαρκεί για να καλύψει επίσης εποχιακές μεταβολές της ζήτησης, εξασφαλίζει αντιπροσωπευτικά πορίσματα, ιδίως εμποδίζοντας να λάβουν δυσανάλογα μεγάλες διαστάσεις στα πορίσματα οι βραχυπρόθεσμες διακυμάνσεις στην κοινοτική αγορά ή στις εγχώριες αγορές της εξάγουσας χώρας. Το άρθρο 6 παράγραφος (1) του βασικού κανονισμού καθορίζει επίσης τους κανόνες σύμφωνα με τους οποίους μπορούν να ληφθούν υπόψη οι συνθήκες μετά την ΠΕ. Συνεπώς, "τυχόν πληροφορίες που αναφέρονται σε χρονικό διάστημα μεταγενέστερο της περιόδου έρευνας δεν λαμβάνονται υπόψη". Σύμφωνα με την πάγια κοινοτική πρακτική, αυτό σημαίνει ότι τα γεγονότα που αναφέρονται σε περίοδο μεταγενέστερη της ΠΕ μπορούν να ληφθούν υπόψη μόνο εάν είναι προφανή, διαρκή και αναμφισβήτητα. Δεν διαπιστώθηκε κανένα στοιχείο στην έρευνα που να δείχνει ότι τα δεδομένα που αναφέρονται σε περίοδο μετά την έναρξη της διαδικασίας είναι πιο αντιπροσωπευτικά από αυτά που σχετίζονται με την ΠΕ. Εν πάση περιπτώσει, τα γεγονότα πριν από την ΠΕ λαμβάνονται υπόψη στην περίοδο ανάλυσης. Συνεπώς το επιχείρημα απορρίφθηκε.

    Γ. Υπό εξέταση προϊόν και ομοειδές προϊόν

    (8) Οι Νορβηγοί παραγωγοί-εξαγωγείς και το Υπουργείο Αλιείας της Νορβηγίας ισχυρίστηκαν ότι η νωπή ή διατηρημένη με απλή ψύξη και η κατεψυγμένη πέστροφα δεν πρέπει να θεωρηθούν ως ομοειδή προϊόντα διότι δεν έχουν τα ίδια φυσικά χαρακτηριστικά, δεδομένου ότι η κατεψυγμένη πέστροφα αποτελεί μεταποιημένο προϊόν που χρησιμοποιεί τη νωπή πέστροφα ως πρώτη ύλη. Ισχυρίστηκαν επίσης ότι η κατεψυγμένη πέστροφα είναι ως ένα βαθμό μόνο ανταγωνιστική προς τη νωπή πέστροφα και προορίζεται, σε μεγάλο βαθμό, για διαφορετικές αγορές απ'ό,τι τα νωπά προϊόντα. Σημειώθηκε επίσης ότι οι αρχές των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής (ΗΠΑ) ποτέ δεν συμπεριέλαβαν τα κατεψυγμένα προϊόντα στις διαδικασίες αντιντάμπινγκ σχετικά με το σολομό καταγωγής Νορβηγίας. Επίσης, ισχυρίστηκαν ότι κατά την πρόσφατη διαδικασία αντιντάμπινγκ σχετικά με το σολομό καταγωγής Νορβηγίας, Νήσων Φερόες και Χιλής, τα κοινοτικά όργανα διαπίστωσαν ότι τα κατεψυγμένα φιλέτα από τη Χιλή ήταν ανταγωνιστικά με τα προϊόντα νωπού σολομού του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μέχρι ενός ορισμένου βαθμού μόνον. Με βάση αυτούς τους ισχυρισμούς, ζήτησαν να αποκλεισθούν από τη διαδικασία τα κατεψυγμένα ολόκληρα ψάρια και φιλέτα.

    (9) Σχετικά με το θέμα αυτό θα πρέπει να σημειωθεί ότι, στο πλαίσιο της εκτίμησης του κατά πόσον το υπό εξέταση προϊόν πρέπει να θεωρηθεί ομοειδές προς την ιριδίζουσα πέστροφα που παράγεται στην Κοινότητα, εξετάστηκε αρχικά κατά πόσον οι διάφοροι τύποι και μορφές παρουσίασης της ιριδίζουσας πέστροφας, δηλ. σε φιλέτα ή ολόκληρα ψάρια, νωπή ή κατεψυγμένη, έχουν τα ίδια φυσικά, τεχνικά και/ή χημικά χαρακτηριστικά. Σχετικά με αυτό το θέμα, θεωρήθηκε ότι, αντίθετα με διαδικασίες όπως η παρασκευή καπνιστής ή μαρινάτης πέστροφας, η κατάψυξη της ιριδίζουσας πέστροφας δεν αλλοιώνει τα βασικά χαρακτηριστικά του προϊόντος, απλώς επιτρέπει την αποθήκευσή της για μεταγενέστερη κατανάλωση. Επιπλέον, η παρούσα έρευνα έχει διαπιστώσει ότι η νωπή και κατεψυγμένη ιριδίζουσα πέστροφα είναι εναλλάξιμα προϊόντα. Επιπλέον, στην πρόσφατη έρευνα [3] σχετικά με το σολομό όπου υποβλήθηκε το ίδιο επιχείρημα, διαπιστώθηκε ότι το υπό εξέταση προϊόν συμπεριλάμβανε ολόκληρα ψάρια, απεντερωμένα ψάρια και διάφορους τύπους φιλέτων σε μερίδες, είτε νωπά, είτε διατηρημένα με απλή ψύξη είτε κατεψυγμένα, και ότι οι μορφές παρουσίασης του σολομού αποτελούσαν ενιαίο προϊόν που εθεωρείτο ομοειδές απ'όλες τις απόψεις με το προϊόν που παράγουν οι κοινοτικοί παραγωγοί και πωλείται στην κοινοτική αγορά, και συνεπώς αυτή η περίπτωση δεν συνηγορεί υπέρ του επιχειρήματος που προβλήθηκε. Τέλος, τα επιχειρήματα σχετικά με την πρακτική στις ΗΠΑ δεν θεωρήθηκαν σχετικά με την παρούσα έρευνα, δεδομένου ότι το πεδίο εφαρμογής των ερευνών αντιντάμπινγκ που διεξήχθηκαν από τις αρχές των ΗΠΑ ήταν διαφορετικό. Με βάση τα παραπάνω, δεν έγινε αποδεκτό το αίτημα αποκλεισμού των κατεψυγμένων ολόκληρων ψαριών και φιλέτων από τη διαδικασία.

    [3] ΕΕ L 133, 29.5.2003, σ. 1.

    (10) Τα ίδια μέρη ισχυρίστηκαν επίσης ότι οι ζωντανές πέστροφες δεν θα πρέπει να καλύπτονται από το υπό εξέταση προϊόν, ότι οι παραγωγοί ζωντανής πέστροφας δεν θα πρέπει να ληφθούν υπόψη στον ορισμό του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και ότι θα πρέπει να γίνεται διάκριση μεταξύ παραγωγών πέστροφας και εταιριών που συσκευάζουν, καταψύχουν και παρασκευάζουν φιλέτα ψαριών. Σχετικά με αυτό το θέμα θα πρέπει να σημειωθεί ότι η ζωντανή πέστροφα δεν καλύπτεται από την έρευνα και συνεπώς δεν λήφθηκε υπόψη για την συνολική παραγωγή του υπό εξέταση προϊόντος στην Κοινότητα. Επιπλέον, η ζωντανή πέστροφα πράγματι δεν αποτελεί το υπό εξέταση προϊόν, ούτε συμπεριλαμβάνονται οι παραγωγοί ζωντανής πέστροφας στον ορισμό του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Εντούτοις, όσον αφορά το επιχείρημα ότι θα πρέπει να γίνεται διάκριση για τους εκτροφείς πέστροφας, διαπιστώθηκε ότι όλοι οι συνεργασθέντες παραγωγοί που επελέγησαν δειγματοληπτικά και συμπεριλήφθηκαν στον ορισμό του κοινοτικού κλάδου παραγωγής εκτρέφουν ψάρια και κατόπιν τα θανατώνουν και τα συσκευάζουν, ή παρασκευάζουν φιλέτα. Σε ορισμένες περιπτώσεις τα μεταποιούν και/ή τα καταψύχουν. Η διάκριση αυτή μεταξύ εταιριών παραγωγής και εταιριών μεταποίησης δεν ισχύει συνεπώς για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής και επομένως το επιχείρημα απορρίφθηκε.

    (11) Προβλήθηκε επίσης το επιχείρημα ότι μέρος της παραγωγής ιριδίζουσας πέστροφας στην Κοινότητα προορίζεται για την παραγωγή αυγοτάραχου, και το ψάρι που εκτρέφεται για το σκοπό αυτό αποτελεί προϊόν πολύ κατώτερης ποιότητας και συνεπώς δεν μπορεί να θεωρηθεί ομοειδές με το υπό εξέταση προϊόν. Προβλήθηκε επίσης το επιχείρημα ότι τα βασικά φυσικά χαρακτηριστικά μεταβάλλονται σημαντικά λόγω της χαμηλότερης περιεκτικότητας σε λίπος και του χρώματος της σάρκας των ψαριών που εκτρέφονται μέχρις ότου αναπτυχθούν πλήρως για την παραγωγή αυγοτάραχου. Όσον αφορά αυτό το θέμα, θα πρέπει να σημειωθεί κατά πρώτον ότι η μεταβολή, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς, της περιεκτικότητας σε λίπος και του χρώματος της σάρκας είναι σημαντική μόνο όταν το ψάρι έχει αναπτυχθεί πλήρως, όχι προηγουμένως. Ωστόσο, το ψάρι θανατώνεται πριν αναπτυχθεί πλήρως, και συνεπώς η ποιότητα του ψαριού δεν επηρεάζεται σε βαθμό που να μην μπορεί να πωληθεί στην αγορά για ανθρώπινη κατανάλωση. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειωθεί επίσης ότι η πλήρως ανεπτυγμένη πέστροφα παράγει επίσης αυγοτάραχο κατώτερης ποιότητας. Για τον λόγο αυτό, η εκτροφή πέστροφας μέχρις ότου αναπτυχθεί πλήρως δεν προσδίδει προστιθέμενη αξία ακόμη και αν ο σκοπός είναι η παραγωγή αυγοτάραχου. Συνεπώς, τα ψάρια που εκτρέφονται με σκοπό να μην αναπτυχθούν πλήρως και να παράγουν αυγοτάραχο ως παραπροϊόν μπορούν να πωλούνται στην αγορά σε τιμές ίσες ή κατώτερες από αυτές της μη πλήρως ανεπτυγμένης πέστροφας, ανάλογα με το στάδιο ανάπτυξης και τις συνθήκες της αγοράς. Επομένως, η ανάπτυξη των ψαριών δεν μεταβάλλει τα φυσικά χαρακτηριστικά τους, εκτός εάν αναπτυχθούν πλήρως. Η πλήρης ανάπτυξη δεν συμφέρει ωστόσο τους εκτροφείς, όπως εξηγήθηκε παραπάνω. Όσο για την ποιοτική διαφορά, αυτή λαμβάνεται δεόντως υπόψη στον προσδιορισμό των διαφόρων τύπων ψαριών που αποτελούν αντικείμενο της έρευνας και συνεπώς λήφθηκε υπόψη στους υπολογισμούς για το ντάμπινγκ και τη ζημία. Συνεπώς το επιχείρημα απορρίφθηκε.

    (12) Ελλείψει άλλων πληροφοριών από τα ενδιαφερόμενα μέρη, επιβεβαιώνονται τα συμπεράσματα που συνήχθησαν στα σημεία 9 και 10 του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού.

    Δ. Ντάμπινγκ

    1. Ισχυρισμοί ενδιαφερομένων μερών της Νορβηγίας και των Νήσων Φερόες

    (13) Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη τόσο της Νορβηγίας όσο και των Νήσων Φερόες ισχυρίστηκαν ότι, δεδομένου ότι η παραγωγή ιριδίζουσας πέστροφας ήταν κυρίως στραμμένη προς την προμήθεια της ιαπωνικής αγοράς, οι υπολογισμοί του ντάμπινγκ δεν έλαβαν δεόντως υπόψη τις, κατά τους ισχυρισμούς, φυσικές διαφορές μεταξύ της ποιότητας των τύπων που πωλήθηκαν στην εν λόγω αγορά και της ποιότητας των τύπων που πωλήθηκαν στην ευρωπαϊκή και εγχώρια αγορά. Τα εν λόγω ενδιαφερόμενα μέρη αμφισβήτησαν κατά πόσον ήταν σκόπιμο να κατανεμηθεί το κόστος παραγωγής βάσει του κύκλου εργασιών. Αντίθετα ισχυρίστηκαν ότι η Επιτροπή θα έπρεπε να είχε αποδεχθεί τους υπολογισμούς που υποβλήθηκαν στις απαντήσεις στα ερωτηματολόγια, σύμφωνα με τους οποίους το κόστος παραγωγής για προϊόντα όχι ανώτερης ποιότητας μειώθηκε κατά την απόλυτη διαφορά του μέσου όρου των τιμών πώλησης, εκφρασμένων σε NOK/kg, μεταξύ προϊόντων ανώτερης και μη ποιότητας.

    (14) Οι υπολογισμοί για το κόστος παραγωγής που υπέβαλαν οι εταιρίες στο πλαίσιο των απαντήσεων προς το ερωτηματολόγιο δεν έγιναν αποδεκτοί διότι, όπως αναφέρεται στο σημείο 46 του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού, οι εταιρίες δεν ήταν σε θέση να αποδείξουν ότι όλες οι ιαπωνικές πέστροφες υψηλής ποιότητας προορίζονταν για την ιαπωνική αγορά, ούτε ότι το συγκεκριμένο κόστος των εν λόγω ψαριών δεν αφορούσε στην πραγματικότητα όλα τα ψάρια κατά τη διάρκεια του κύκλου παραγωγής. Επιπλέον, η μέθοδος που προτάθηκε από τις εταιρείες είχε ως αποτέλεσμα την κατάργηση ορισμένων δαπανών, και όχι την ανακατανομή τους σε όλες τις μονάδες παραγωγής, και οι παραγωγοί που συμπεριελήφθησαν στο δείγμα δεν είχαν καθιερωμένο σύστημα για να προσδιορίσουν το κόστος με βάση τις διαφορές μεταξύ των διαφόρων ποιοτήτων του υπό εξέταση προϊόντος και δεν είχαν χρησιμοποιήσει ποτέ κατά το παρελθόν την προταθείσα μέθοδο. Επιπλέον, παρ'όλο που αναγνωρίζεται ότι το μεγαλύτερο μέρος των εξαγωγών τόσο νορβηγικής πέστροφας όσο και πέστροφας των Νήσων Φερόες προορίζεται για την ιαπωνική αγορά, δεν μπορεί να αποκλεισθεί ότι η λεγόμενη ιαπωνική πέστροφα υψηλής ποιότητας εξάγεται ορισμένες φορές σε άλλες αγορές. Εάν αποδεχθούμε το επιχείρημα που προέβαλαν τα ενδιαφερόμενα μέρη ότι ο πρωταρχικός στόχος παραγωγής είναι η προμήθεια πέστροφας που πληροί τα ιαπωνικά πρότυπα, είναι σωστό να κατανεμηθούν οι δαπάνες, π.χ. της εναπόθεσης συμπληρωματικής χρωστικής ουσίας στην τροφή, σε όλα τα παραγόμενα ψάρια. Η κατανομή του κόστους παραγωγής με βάση τον κύκλο εργασιών, που προβλέπεται επίσης ελλείψει καταλληλότερης μεθόδου βάσει του άρθρου 2 παράγραφος (5) του βασικού κανονισμού, είναι πράγματι η καλύτερη μέθοδος για να εκφραστούν οι διαφορές στις περιπτώσεις όπου οι ίδιες δαπάνες βαρύνουν όλα τα προϊόντα αλλά η ποιότητα που επιτυγχάνεται είναι διαφορετική.

    (15) Επιπλέον, οι παραγωγοί των Νήσων Φερόες που επιλέχθηκαν δειγματοληπτικά ισχυρίστηκαν ότι θεωρούσαν ότι η μέθοδος που πρότειναν, ήτοι η προσαρμογή του κόστους βάσει των διαφορών των τιμών μεταπώλησης μεταξύ των διαφόρων κατηγοριών πέστροφας, ήταν σύμφωνη με τις λογιστικές αρχές γενικής αποδοχής. Όπως ήδη αναφέρεται στο σημείο 56 του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού, η μέθοδος που χρησιμοποίησαν οι παραγωγοί που επιλέχθηκαν δειγματοληπτικά δεν κατανέμει το κόστος στα προϊόντα σε συνάρτηση με τις δαπάνες στις οποίες υποβάλλονται οι παραγωγοί, ούτε κατανέμει το κόστος παραγωγής στα προϊόντα κατά τρόπο που να εκφράζει ορθά τις σχετικές τιμές πώλησης. Αντίθετα, το αποτέλεσμα είναι ότι η εν λόγω μέθοδος δεν αναγνωρίζει όλες τις δαπάνες παραγωγής διότι βασίζεται απλώς στη μείωση του κόστους για τα προϊόντα χαμηλότερης ποιότητας κατά ποσό ίσο με τη διαφορά μεταξύ των τιμών πώλησης των εν λόγω προϊόντων και των τιμών των προϊόντων υψηλότερης ποιότητας. Ως εκ τούτου, αυτή η μέθοδος δεν είναι δυνατόν να θεωρηθεί ότι συμμορφώνεται στις λογιστικές αρχές γενικής αποδοχής.

    (16) Επομένως, η χρησιμοποίηση του κύκλου εργασιών ως βάση για την κατανομή του κόστους παραγωγής, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος (5) του βασικού κανονισμού, σημαίνει ότι οι τυχόν φυσικές διαφορές, σύμφωνα με τον ισχυρισμό, όσον αφορά την ποιότητα των διαφόρων τύπων του υπό εξέταση προϊόντος εκφράζονται δεόντως στους υπολογισμούς δεδομένου ότι αυτή η μέθοδος, λόγω της φύσεώς της, κατανέμει μεγαλύτερο κόστος παραγωγής στα ψάρια που έχουν υψηλότερη τιμή πώλησης, όπως είναι η πέστροφα υψηλής ποιότητας. Συνεπώς τα επιχειρήματα των σημείων 11 και 12 του αιτιολογικού απορρίπτονται και επικυρώνεται η προσέγγιση που αναφέρεται στο σημείο 46 του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού.

    (17) Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη της Νορβηγίας ισχυρίστηκαν ότι οι υπολογισμοί για το κόστος απόκτησης όσον αφορά τον κάθε παραγωγό, που βασίστηκε στις πωλήσεις που προορίζονται για κατανάλωση στην εγχώρια αγορά (σημείο 30 του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού), αντιπροσώπευε μικρό μόνο μέρος των συνολικών εγχωρίων πωλήσεων και συνεπώς δεν ήταν αντιπροσωπευτικό. Για την εξέταση αυτού του ισχυρισμού, επανεξετάστηκε επίσης η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε για τον προσδιορισμό του κόστους απόκτησης, σύμφωνα με τα σημεία 29 έως 32 του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού. Συνήχθη το συμπέρασμα ότι η εξαίρεση των πωλήσεων που δεν πραγματοποιήθηκαν κατά τις συνήθεις εμπορικές συναλλαγές και η κατασκευή του κόστους στις περιπτώσεις που οι πωλήσεις ανά τύπο δεν ήταν αποδοτικές θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα την ενσωμάτωση στο κόστος απόκτησης στοιχείων που δεν αφορούν μόνο τις δαπάνες, αλλά εμπεριέχουν την έννοια του κέρδους. Συνεπώς διαπιστώθηκε ότι η μέθοδος που εξετάζει τις πωλήσεις που πραγματοποίησαν οι παραγωγοί μόνο κατά τις συνήθεις εμπορικές συναλλαγές δεν θα ήταν εντελώς ορθή. Επομένως αποφασίστηκε να βασιστεί το "κόστος απόκτησης" αποκλειστικά στις δαπάνες στις οποίες υποβλήθηκαν οι παραγωγοί που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα, δεδομένου ότι οι εν λόγω δαπάνες εξακολουθούν να κατανέμονται στους παραγωγούς κατά τον τρόπο που περιγράφεται στην τελευταία πρόταση του σημείου 46 του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού. Επιπλέον, για να εξασφαλιστεί ο μέγιστος δυνατός βαθμός αντιπροσωπευτικότητας, αποφασίστηκε ότι το κόστος απόκτησης που υπολογίζεται με την προαναφερθείσα μέθοδο για κάθε παραγωγό του δείγματος θα πρέπει να σταθμίζεται με βάση τις ποσότητες όλων των εγχωρίων πωλήσεων που πραγματοποίησαν οι εν λόγω παραγωγοί σε ανεξάρτητους εγχώριους πελάτες για να υπολογιστεί το συνολικό κόστος απόκτησης για κάθε τύπο προϊόντος που πωλήθηκε από τους παραγωγούς του δείγματος.

    (18) Προβλήθηκε επίσης ο ισχυρισμός ότι η αντιπροσωπευτικότητα των εγχωρίων πωλήσεων που πραγματοποίησαν οι Νορβηγοί εξαγωγείς θα πρέπει να είχε εκτιμηθεί με βάση τις συνδυασμένες εγχώριες πωλήσεις των τριών εξαγωγέων για κάθε τύπο προϊόντος, και όχι για κάθε εξαγωγέα ξεχωριστά (σημείο 34 του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού). Εντούτοις, η προσέγγιση που υιοθετήθηκε, ήτοι η εκτίμηση της αντιπροσωπευτικότητας των εγχωρίων πωλήσεων για κάθε εξαγωγέα ξεχωριστά, είναι σύμφωνη με την καθιερωμένη πρακτική που λαμβάνει υπόψη τις συνθήκες και διαπιστώνει τα αποτελέσματα που πέτυχε ξεχωριστά κάθε εξαγωγέας του δείγματος, πριν από τη διαπίστωση του γενικού αποτελέσματος της δειγματοληψίας. Αυτός ο έλεγχος της αντιπροσωπευτικότητας είναι εντελώς ανεξάρτητος από το ερώτημα κατά πόσον εφαρμόζονται ατομικοί δασμοί ή ενιαίος δασμός για την χώρα, όπως στην προκειμένη περίπτωση. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός απορρίπτεται και επιβεβαιώνεται η προσέγγιση που αναφέρεται στα σημεία 26 έως 28 του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού.

    (19) Ορισμένα ενδιαφερόμενη μέρη της Νορβηγίας ισχυρίστηκαν επίσης, σε όψιμο στάδιο της έρευνας, ότι ο υπολογισμός του κόστους απόκτησης για τα φιλέτα πέστροφας δεν είναι ακριβής διότι βασίζεται στο κόστος απόκτησης για ψάρια "ανώτερης" ποιότητας (όπως αναφέρεται στο σημείο 33 του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού) και διότι οι κωδικοί που χρησιμοποιούνται για τα φιλέτα περιλαμβάνουν μια σειρά διαφορετικών ποιοτήτων. Ισχυρίστηκαν ότι το ψάρι "ανώτερης" ποιότητας δεν χρησιμοποιείται για φιλέτα, τα οποία παρασκευάζονται συνήθως από ψάρι "άλλης" ποιότητας, ή ορισμένες φορές από ψάρι "συνήθους" ποιότητας, ποιότητες που ορίζονται στο σημείο 28 του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού. Εντούτοις, θεώρησαν ότι ακόμα και αν βασιζόταν ο υπολογισμός σε ψάρια "άλλης" ποιότητας, δεν θα ήταν ακριβής δεδομένου ότι και η ίδια η κατηγορία αυτή καλύπτει μια σειρά διαφορετικών ποιοτήτων. Παρ' όλο που ζητήθηκε ρητά κατά τις επισκέψεις για την επαλήθευση των στοιχείων, τα εν λόγω μέρη δεν παρέσχον πληροφορίες που θα επέτρεπαν λεπτομερέστερο υπολογισμό, ούτε τεκμηρίωσαν κατ'άλλο τρόπο τον παραπάνω ισχυρισμό. Θεωρείται ότι η προσέγγιση που υιοθετήθηκε είναι η λογικότερη δεδομένου ότι, με βάση το κόστος απόκτησης για τα νωπά απεντερωμένα με κεφάλι ψάρια ανώτερης ποιότητας (ο πιο ευρέως πωλούμενος τύπος), και αφού γίνει η σχετική προσαρμογή της εκατοστιαίας διαφοράς μεταξύ των τιμών πώλησης του εν λόγω προϊόντος και των φιλέτων, όλες οι ποιοτικές διαφορές αντανακλώνται ουσιαστικά στον υπολογισμό. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ζητήθηκε από τις εταιρείες στο ερωτηματολόγιο να έλθουν αμέσως σε επαφή με τους αρμόδιους, εάν έχουν ερωτήματα ή χρειάζονται διευκρινίσεις σχετικά με τα κύρια σημεία του ερωτηματολογίου, π.χ., το μέρος που αφορά την περιγραφή του προϊόντος, πράγμα που δεν έπραξαν. Σε αυτό το στάδιο της έρευνας, οι προαναφερθείσες παρατηρήσεις σχετικά με το ποιοτικό φάσμα στο πλαίσιο των χρησιμοποιούμενων κωδικών του προϊόντος δεν μπορούν πλέον να ληφθούν υπόψη. Συνεπώς επιβεβαιώνεται η μέθοδος που αναφέρεται στο σημείο 33 του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού.

    (20) Ένα ενδιαφερόμενο μέρος της Νορβηγίας υποστήριξε ότι τα περιθώρια κέρδους που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή του κόστους απόκτησης και οι κανονικές αξίες ήταν μη ρεαλιστικά υψηλά (σημεία 31 και 38 του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού). Σε αυτό το πλαίσιο, σημειώνεται ότι, κατά την αναθεώρηση της μεθόδου που χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό του κόστους απόκτησης, δεν χρησιμοποιήθηκε περιθώριο κέρδους σε επίπεδο παραγωγών που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα. Tα περιθώρια κέρδους που χρησιμοποιήθηκαν σε επίπεδο εξαγωγέων του δείγματος, σε περιορισμένο αριθμό περιπτώσεων όπου οι αξίες κατασκευάστηκαν, ήταν της τάξεως του 12 - 21%, με μέσο όρο περίπου 15%. Αυτά τα αριθμητικά στοιχεία προήλθαν από τα επαληθευμένα στοιχεία των εταιριών που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα όσον αφορά τις αποδοτικές πωλήσεις τους και συνεπώς δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι υπερβολικά. Συνεπώς το επιχείρημα απορρίπτεται. Ένα ενδιαφερόμενο μέρος της Νορβηγίας ισχυρίστηκε ότι το να ληφθούν υπόψη μόνο οι αποδοτικές πωλήσεις στην κατασκευή του κόστους απόκτησης και της κανονικής αξίας στις περιπτώσεις που αναφέρονται στα σημεία 31 και 36 του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού θα αντέβαινε στους κανόνες του ΠΟΕ. Αυτό το επιχείρημα δεν είναι δυνατό να γίνει αποδεκτό. Πράγματι, δεδομένης της αναθεώρησης της μεθόδου που χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό του κόστους απόκτησης, το θέμα δεν τίθεται πλέον για το κόστος απόκτησης. Η προσέγγιση που ακολουθήθηκε για τον έλεγχο της αποδοτικότητας των εγχωρίων πωλήσεων των εξαγωγέων με σκοπό τον προσδιορισμό της κανονικής αξίας, είναι σύμφωνη με τις διατάξεις του άρθρου 2 παράγραφος (4) του βασικού κανονισμού, οι οποίες συμμορφώνονται στους κανόνες του ΠΟΕ. Συνεπώς ο ισχυρισμός απορρίπτεται.

    (21) Ενδιαφερόμενα μέρη των Νήσων Φερόες ισχυρίστηκαν ότι, ελλείψει εγχωρίων πωλήσεων, οι κανονικές αξίες θα πρέπει να προσδιοριστούν με βάση τις πληροφορίες σχετικά με εξαγωγικές πωλήσεις σε τρίτες χώρες, που ζητήθηκαν στο πλαίσιο του ερωτηματολογίου για την έρευνα (σημεία 50 και 51 του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού). Σχετικά με αυτό το θέμα θα πρέπει να σημειωθεί ότι το γεγονός ότι ζητούνται ορισμένες πληροφορίες κατά τη διάρκεια μιας έρευνας δεν προδικάζει κατά κανένα τρόπο την περαιτέρω ανάλυση ούτε περιορίζει τις μεθόδους που επιλέγουν αυτοί που χρησιμοποιούν τις πληροφορίες. Η κατασκευή των κανονικών αξιών με βάση το κόστος παραγωγής στην χώρα καταγωγής αποτελεί την πρώτη εναλλακτική λύση που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος (3) του βασικού κανονισμού για περιπτώσεις όπου δεν πραγματοποιούνται εγχώριες πωλήσεις. Η χρήση κατασκευασμένης κανονικής αξίας, αντί των τιμών εξαγωγής σε τρίτες χώρες, ως βάση για τον προσδιορισμό της κανονικής αξίας αποτελεί επίσης πάγια πρακτική της Κοινότητας εάν δεν έχουν πραγματοποιηθεί αντιπροσωπευτικές εγχώριες πωλήσεις. Δεν προβλήθηκαν επιχειρήματα ούτε αναφέρθηκαν λόγοι για τους οποίους η χρησιμοποίηση των τιμών εξαγωγής σε τρίτες χώρες θα ήταν προτιμότερη στην προκειμένη περίπτωση απ' ό,τι η κατασκευή της κανονικής αξίας. Συνεπώς το επιχείρημα απορρίπτεται και επικυρώνεται η προσέγγιση που αναφέρεται στα σημεία 50 και 51 του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού.

    (22) Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη της Νορβηγίας ισχυρίστηκαν ότι ορισμένες πωλήσεις σε φορείς χονδρικής πώλησης και διανομείς κακώς εξαιρέθηκαν από τις εγχώριες πωλήσεις. Οι υπολογισμοί τροποποιήθηκαν για να ληφθούν υπόψη οι εν λόγω πωλήσεις.

    (23) Τέσσερις εταιρίες της Νορβηγίας ισχυρίστηκαν ότι οι κωδικοί που χρησιμοποιήθηκαν κατά την έρευνα για να προσδιορίσουν τους διαφορετικούς τύπους του υπό εξέταση προϊόντος δεν ήταν επαρκώς λεπτομερείς για τον εν λόγω σκοπό. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι το σύστημα κατάταξης του προϊόντος σε κωδικούς βασίζεται σε ευρέως αποδεκτό σύστημα κατάταξης που χρησιμοποιείται στον εν λόγω κλάδο παραγωγής, με σκοπό τη διάκριση μεταξύ των διαφόρων ποιοτήτων του προϊόντος. Συνεπώς θεωρείται ότι αποτελεί κατάλληλη βάση για την εξασφάλιση ορθής σύγκρισης μεταξύ της κανονικής αξίας και της τιμής εξαγωγής για την ίδια ποιότητα και μορφή παρουσίασης του υπό εξέταση προϊόντος. Συνεπώς το επιχείρημα απορρίπτεται για τους ίδιους λόγους που αναφέρονται παραπάνω στο σημείο (17) του αιτιολογικού.

    (24) Ένας Νορβηγός εξαγωγέας ζήτησε προσαρμογή για ορισμένες εγχώριες πωλήσεις σε φορείς λιανικής πώλησης ισχυριζόμενος ότι πραγματοποιήθηκαν σε διαφορετικό στάδιο εμπορίας απ' ό,τι οι πωλήσεις προς την Κοινότητα. Αυτό το επιχείρημα έγινε αποδεκτό και οι υπολογισμοί της κανονικής αξίας τροποποιήθηκαν ανάλογα.

    (25) Ορισμένα μέρη υπέβαλαν σχόλια σχετικά με τη συμπερίληψη ορισμένων στοιχείων στο κόστος παραγωγής και σχετικά με τον ορθό προσδιορισμό των εγχωρίων πωλήσεων από τις οποίες εξαιρέθηκαν οι πωλήσεις σε εμπόρους. Για τους ισχυρισμούς που διαπιστώθηκε ότι ήταν δικαιολογημένοι ο υπολογισμός του ντάμπινγκ τροποποιήθηκε ανάλογα. Επίσης διορθώθηκε ένα τυπογραφικό λάθος που διαπιστώθηκε στον υπολογισμό του κόστους απόκτησης στον οποίο προέβη ένας Νορβηγός παραγωγός, λάθος που προκάλεσε υποτίμηση του κόστους απόκτησης.

    2. Γεγονότα μετά την ΠΕ στις Νήσους Φερόες

    (26) Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη των Νήσων Φερόες ισχυρίστηκαν ότι το επίπεδο παραγωγής και οι εξαγωγές από τις Νήσους Φερόες μειώθηκαν σημαντικά μετά την ΠΕ και ότι, κατά συνέπεια, οι εξαγωγές των Νήσων Φερόες στην ΕΚ θα είναι μελλοντικά de-minimis. Με βάση τα παραπάνω, προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι θα πρέπει να περατωθεί η διαδικασία όσον αφορά τις Νήσους Φερόες. Σχετικά με αυτό το θέμα, θα πρέπει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος (1) του βασικού κανονισμού, οι πληροφορίες σχετικά με περίοδο μεταγενέστερη της ΠΕ κανονικά δεν λαμβάνονται υπόψη. Τα πορίσματα θα πρέπει συνεπώς να περιορίζονται στην ΠΕ, εκτός από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες είναι δυνατόν να αποδειχθεί ότι οι επιπτώσεις των νέων περιστάσεων είναι προφανείς, αναμφισβήτητες, διαρκείς, δεν επιδέχονται αλλαγών και δεν είναι προϊόν προμελετημένης ενέργειας ενδιαφερομένων μερών. Επαληθεύθηκε ότι η μείωση της παραγωγής και των εξαγωγών την οποία ανέφερε ο ισχυρισμός είχε πράγματι σημειωθεί. Εντούτοις, αν και η εν λόγω μείωση θα τοποθετούσε τις εξαγωγές από τις Νήσους Φερόες στην ΕΚ σε επίπεδο κατώτερο από το de-minimis στο εγγύς μέλλον, δεν υπάρχουν αρκετά στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι αυτή η μείωση θα είναι διαρκής. Επιπλέον, ακόμα και αν σημειωνόταν πράγματι διαρκής μείωση της παραγωγής και των εξαγωγών, δεν θα ήταν δυνατόν να συναχθεί το συμπέρασμα από το γεγονός αυτό ότι οι εξαγωγές στην ΕΚ θα μειωθούν επίσης με μόνιμο τρόπο, δεδομένου ότι οι εξαγωγές στην ΕΚ ανέρχονται μόνο σε περίπου 11% της παραγωγής και συνεπώς οποιαδήποτε ελαφριά μεταβολή της προσφοράς, π.χ., της ιαπωνικής αγοράς, μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα σημαντική αύξηση των εξαγωγών στην Κοινότητα. Οι καταστάσεις αυτού του τύπου μπορούν να επαληθευθούν μόνο μετά από πιο παρατεταμένη χρονική περίοδο. Συνεπώς το αίτημα απορρίπτεται.

    3. Υπολογισμοί του ντάμπινγκ

    (27) Αφού έγιναν αποδεκτοί ορισμένοι ισχυρισμοί και διορθώθηκαν οι υπολογισμοί, το ποσό του ντάμπινγκ που προσδιορίστηκε τελικά, εκφραζόμενο ως εκατοστιαίο ποσοστό της καθαρής τιμής CIF στα κοινοτικά σύνορα, είναι το εξής:

    Νορβηγία, περιθώριο για ολόκληρη τη χώρα 24,8%

    Νήσοι Φερόες:

    P/F PRG Εxport (για εμπορεύματα που παράγονται από την P/F Luna) 54,5%

    P/F Vestsalmon (για εμπορεύματα που παράγονται από την P/F Vestlax) 30,0%

    Συνεργασθείσες εταιρείες που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα 42,6%

    Όλες οι άλλες εταιρείες 54,5%

    E. Κοινοτικός κλάδος παραγωγής

    (28) Το Υπουργείο Αλιείας της Νορβηγίας ισχυρίστηκε ότι το εκατοστιαίο ποσοστό της παραγωγής του εν λόγω κοινοτικού κλάδου σε σχέση με τη συνολική κοινοτική παραγωγή είναι κατώτερο από 25%, και ως εκ τούτου η διαδικασία θα πρέπει να περατωθεί λόγω της έλλειψης στήριξης στην προκειμένη περίπτωση. Αυτός ο ισχυρισμός βασίστηκε κατά πρώτον στο επιχείρημα ότι η παραγωγή του εν λόγω κοινοτικού κλάδου που δεν θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει την παραγωγή ιριδίζουσας πέστροφας που προορίζεται για δέσμια χρήση, όπως εξηγείται περαιτέρω στο σημείο (41) του αιτιολογικού, και κατά δεύτερο στο επιχείρημα ότι τα αριθμητικά στοιχεία για τη συνολική κοινοτική παραγωγή για το 2001 και 2002 που αναφέρει η Federation of European Aquaculture Producers (Ομοσπονδία Παραγωγών στον τομέα της Υδατοκαλλιέργειας) (FEAP) δεν είναι αξιόπιστα δεδομένου ότι δεν υπάρχει κοινή μέθοδος για τη συγκέντρωση των στοιχείων για την παραγωγή για όλα τα μέλη της FEAP.

    (29) Όσον αφορά το πρώτο θέμα, θα πρέπει να σημειωθεί ότι, ανεξάρτητα από το ερώτημα του πώς μπορεί να ληφθεί δεόντως υπόψη η ύπαρξη δέσμιας αγοράς στον προσδιορισμό για τη ζημία, η έρευνα πρέπει, εν πάση περιπτώσει, να καλύπτει ολόκληρη την αγορά για τους λόγους που εξηγούνται παρακάτω στα σημεία (41), (42) και (43) του αιτιολογικού, την παραγωγή που χρησιμοποιήθηκε για πωλήσεις στην ελεύθερη αγορά και αυτήν που προορίστηκε για δέσμια χρήση. Συνεπώς θα πρέπει να προσδιοριστεί η αντιπροσωπευτικότητα για ολόκληρη την αγορά, και επομένως το σχετικό επιχείρημα απορρίπτεται.

    (30) Όσον αφορά το δεύτερο επιχείρημα, θα πρέπει να σημειωθεί ότι στο προσωρινό στάδιο, οι στατιστικές πληροφορίες που διέθεσε η FEAP περιείχαν ορισμένα μη επιβεβαιωμένα αριθμητικά στοιχεία. Η FEAP συναθροίζει τα αριθμητικά στοιχεία για την παραγωγή που της παρέχουν τα μέλη της, οι εθνικές ενώσεις και/ή τα εθνικά ερευνητικά ιδρύματα. Τα εν λόγω στοιχεία ελέγχονται και διαβιβάζονται στην FEAP στο πλαίσιο των συνεδριάσεών της δύο φορές ετησίως. Τα στοιχεία σχετικά με την παραγωγή του προηγούμενου έτους ελέγχονται και εγκρίνονται. Μετά τη συνεδρίαση της Γενικής Συνέλευσης της FEAP τον Οκτώβριο 2003, και μετά τη επίσκεψη για επιτόπου επαλήθευση των στοιχειών στις εγκαταστάσεις της FEAP, τα στοιχεία για την παραγωγή ελέγχθηκαν δεόντως. Όσον αφορά την αξιοπιστία αυτών των αριθμητικών στοιχείων, θα πρέπει να σημειωθεί ότι κατά πρώτον η FEAP παραμένει η μόνη πηγή πληροφοριών σε κοινοτικό επίπεδο για τη συνολική κοινοτική παραγωγή. Επιπλέον, η FEAP προσαρμόζει τα στοιχεία της παραγωγής εφόσον το κρίνει αναγκαίο, έτσι ώστε να μειωθούν οι διαφορές μεταξύ των μεθόδων που χρησιμοποιούν τα μέλη της ή/και τα εθνικά ιδρύματα έρευνας, καθώς και με σκοπό να δημοσιευτούν συγκεντρωτικά στοιχεία. Με βάση τα παραπάνω, και δεδομένων των στοιχείων της παραγωγής του εν λόγω κοινοτικού κλάδου, που αναθεωρήθηκαν όπως εξηγείται παρακάτω στο σημείο του αιτιολογικού, επιβεβαιώθηκε ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής πράγματι αντιπροσωπεύει περισσότερο από 25% της κοινοτικής παραγωγής του υπό εξέταση προϊόντος, και συνεπώς απορρίφθηκε το επιχείρημα του Υπουργείου Αλιείας της Νορβηγίας.

    (31) Οι παραγωγοί-εξαγωγείς των Νήσων Φερόες και η Ένωση Ιχθυοκαλλιέργειας των Νήσων Φερόες (Faeroe Fish Farming Association) ισχυρίστηκαν ότι ο καταγγέλλων μπορεί να θεωρηθεί ως περιφερειακός κλάδος παραγωγής διότι ολόκληρη η παραγωγή του πωλείται στην φινλανδική αγορά, και το ενδοκοινοτικό εμπόριο με τη Φινλανδία είναι αμελητέο, και συνεπώς πληρούνται τα κριτήρια που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος (1) στοιχείο (β) του βασικού κανονισμού για τη διαπίστωση απομονωμένης αγοράς. Ενώ οι παραγωγοί της Φινλανδίας έχουν πράγματι πωλήσει σημαντικό μέρος της παραγωγής ιριδίζουσας πέστροφας στην φινλανδική αγορά κατά την περίοδο έρευνας, το μερίδιο αγοράς άλλων κοινοτικών παραγωγών στην εν λόγω αγορά αντιπροσώπευε περισσότερο από 12%. Το ποσοστό αυτό θεωρείται σημαντικό, δεδομένου ιδίως ότι η αγορά του εν λόγω προϊόντος είναι ανταγωνιστική, διαφανής και ευαίσθητη στις διακυμάνσεις των τιμών. Η αγορά της Φινλανδίας δεν μπορεί συνεπώς να θεωρηθεί ως απομονωμένη αγορά. Επιπλέον, οι εισαγωγές από τη Νορβηγία και τις Νήσους Φερόες που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ δεν είναι συγκεντρωμένες στην φινλανδική αγορά και δεν προκαλούν ζημία μόνο στους παραγωγούς της εν λόγω χώρας. Δεν πληρούνται τα κριτήρια που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος (1) στοιχείο (β) σημείο (i) του βασικού κανονισμού για περιφερειακή περίπτωση, και συνεπώς το επιχείρημα απορρίπτεται.

    ΣΤ. Ζημία

    1. Φαινομένη κοινοτική κατανάλωση

    (32) Δεδομένων των αναθεωρημένων αριθμητικών στοιχείων της κοινοτικής παραγωγής, όπως αναφέρεται παραπάνω στο σημείο (44), τα αριθμητικά στοιχεία των σημείων 67, 74 και 84 του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού σχετικά με την κοινοτική κατανάλωση και, συνακόλουθα, τα μερίδια που κατέχουν στην αγορά ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής και οι εισαγωγές από τη Νορβηγία και τις Νήσους Φερόες αναθεωρήθηκαν δεόντως για τον οριστικό προσδιορισμό του ντάμπινγκ και παρουσιάζονται παρακάτω.

    Φαινομένη κατανάλωση στην Κοινότητα

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    (33) Με βάση τα παραπάνω, η φαινομένη κατανάλωση ιριδίζουσας πέστροφας στην κοινοτική αγορά παρουσιάζει ελαφριά αύξηση σε σχέση με τα αριθμητικά στοιχεία που αναφέρονται στον προσωρινό κανονισμό.

    (34) Ένα μέρος ισχυρίστηκε ότι οι κωδικοί ΣΟ που χρησιμοποίησε η Eurostat κατά την ΠΕ κάλυψαν επίσης την πέστροφα σε μερίδες που δεν περιλαμβάνεται στο πεδίο της παρούσας διαδικασίας για το προϊόν και ως εκ τούτου τα αριθμητικά στοιχεία για τις εξαγωγές και τις εισαγωγές που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό της φαινομένης κοινοτικής κατανάλωσης ιριδίζουσας πέστροφας είναι ανακριβή.

    (35) Η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε για τον υπολογισμό της κατανάλωσης λαμβάνει πράγματι υπόψη αυτό το στοιχείο και προβαίνει στις απαραίτητες προσαρμογές, όπως περιγράφεται λεπτομερώς στο σημείο 65 του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού.

    (36) Ελλείψει άλλων πληροφοριών, και λαμβανομένων υπόψη των αναθεωρημένων στοιχείων της κοινοτικής κατανάλωσης, επιβεβαιώνεται η μέθοδος που εξηγήθηκε στο σημείο 65 του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού.

    2. Μερίδιο αγοράς των υπό εξέταση εισαγωγών

    (37) Λόγω των αναθεωρημένων στοιχείων για την κοινοτική κατανάλωση, όπως περιγράφεται παραπάνω, τα στοιχεία σχετικά με το μερίδιο αγοράς των εισαγωγών από τη Νορβηγία και τις Νήσους Φερόες αναθεωρήθηκαν για τη συναγωγή οριστικών πορισμάτων και παρουσιάζονται παρακάτω:

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    (38) Τα παραπάνω δείχνουν την ίδια απότομη αύξηση των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ από τη Νορβηγία και τις Νήσους Φερόες σύμφωνα με το συμπέρασμα που συνήχθη στο σημείο 74 του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού. Πράγματι, το μερίδιο αγοράς τους αυξήθηκε κατά περίπου 13% κατά την περίοδο ανάλυσης και απορρόφησε το μεγαλύτερο μέρος της αυξημένης κατανάλωσης που σημειώθηκε στην κοινοτική αγορά κατά την ίδια περίοδο.

    3. Αποτέλεσμα των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ στις τιμές στην κοινοτική αγορά

    (39) Μετά την επιβολή των προσωρινών μέτρων, νέοι υπολογισμοί των περιθωρίων απόκλισης των τιμών από τις κοινοτικές λόγω της εσφαλμένης καταχώρησης ορισμένων συναλλαγών (βλ. παρακάτω σημεία (92) και (93) του αιτιολογικού) κατέδειξαν ότι τα εν λόγω προϊόντα καταγωγής Νορβηγίας και Νήσων Φερόες πωλήθηκαν στην Κοινότητα σε τιμές κατώτερες από τις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, εκφρασμένες σε εκατοστιαίο ποσοστό αυτών των τελευταίων, ως εξής: η Νορβηγία κατά μέσο όρο 7,3% και οι Νήσοι Φερόες μεταξύ 21,8% και 28,4%.

    (40) Η ανάλυση όλων των αναθεωρημένων στοιχείων δεν άλλαξε τη μέθοδο που εξηγήθηκε στα σημεία 76 και 77 του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού, η οποία και επιβεβαιώνεται.

    4. Οικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

    i. Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

    (41) Διαπιστώθηκε στην έρευνα ότι δύο από τους συνεργασθέντες παραγωγούς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα χρησιμοποίησαν το ομοειδές προϊόν για περαιτέρω μεταποίηση, και συγκεκριμένα οι παραγωγοί καπνιστής πέστροφας και ιχθυάλευρου από πέστροφα. Αυτές οι εσωτερικές δέσμιες χρήσεις, ήτοι τα προϊόντα που χρησιμοποιήθηκαν από καθετοποιημένο παραγωγό για περαιτέρω επεξεργασία, μεταποίηση ή συναρμολόγηση στο πλαίσιο καθετοποιημένης διαδικασίας δεν εισέρχονται στην ανοικτή αγορά και συνεπώς δεν βρίσκονται σε άμεσο ανταγωνισμό με τις εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος. Για να ληφθεί υπόψη αυτή η κατάσταση και να σχηματισθεί όσο το δυνατόν πληρέστερη εικόνα της κατάστασης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, συγκεντρώθηκαν και αναλύθηκαν στοιχεία για ολόκληρη τη δραστηριότητα, και στη συνέχεια προσδιορίστηκε κατά πόσον η παραγωγή προοριζόταν για δέσμια χρήση ή για την ελεύθερη αγορά.

    (42) Για τους ακόλουθους οικονομικούς δείκτες η ανάλυση επικεντρώθηκε στην κατάσταση που κυριαρχεί στην ελεύθερη αγορά: όγκος των πωλήσεων, τιμές των πωλήσεων, αποδοτικότητα, απόδοση των επενδύσεων και ταμειακή ροή. Στις περιπτώσεις που ήταν εφικτό και δικαιολογημένο, τα εν λόγω πορίσματα συγκρίθηκαν στη συνέχεια με τα δεδομένα για τη δέσμια αγορά. Λόγω της χρήσεως δειγματοληπτικής μεθόδου, οι εν λόγω δείκτες εξετάστηκαν με βάση τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν για τις εταιρίες που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα. Σημειωτέον ότι δεν υπήρξαν ενδείξεις για περαιτέρω μεταποίηση από άλλες εταιρίες που ανήκουν στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής αλλά δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα.

    (43) Όσον αφορά τους άλλους οικονομικούς δείκτες, διαπιστώθηκε με βάση την έρευνα, ότι λογικά ήταν δυνατόν να εξετασθούν μόνο με βάση τη συνολική δραστηριότητα. Πράγματι, η παραγωγή (τόσο για τη δέσμια όσο και για την ελεύθερη αγορά), η παραγωγική ικανότητα, η χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας, το μερίδιο αγοράς, οι επενδύσεις, η απασχόληση, η παραγωγικότητα, οι μισθοί, η ικανότητα δημιουργίας κεφαλαίου εξαρτώνται από τη συνολική δραστηριότητα, είτε η παραγωγή προορίζεται για δέσμια χρήση είτε πωλείται στην ελεύθερη αγορά.

    ii. Παραγωγική ικανότητα, παραγωγή, χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας

    (44) Μετά την επιβολή προσωρινών μέτρων, οι παράγοντες που παρατίθενται στον παρακάτω πίνακα επανεξετάστηκαν. Μπόρεσαν συνεπώς να ληφθούν υπόψη ορισμένες πληροφορίες σχετικά με τρεις συνεργασθέντες κοινοτικούς παραγωγούς, με αποτέλεσμα να μειωθούν ελαφρώς τα αριθμητικά στοιχεία του σημείου 81 του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού. Συνεπώς αυτά προσαρμόστηκαν με σκοπό την συναγωγή των οριστικών πορισμάτων και παρουσιάζονται παρακάτω.

    Παραγωγική ικανότητα, παραγωγή, χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    (45) Η ανάλυση των αναθεωρημένων αριθμητικών στοιχείων δεν μετέβαλε τα συμπεράσματα που συνήχθησαν στο σημείο 81 του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού, τα οποία και επιβεβαιώνονται.

    iii. Αποθέματα

    (46) Διαπιστώθηκε στην έρευνα ότι ένας από τους συνεργασθέντες κοινοτικούς παραγωγούς που δεν συμπεριλήφθηκε στο δείγμα είχε καταψύξει μεγάλο μέρος της παραγωγής του το 2000 και 2001, το οποίο στη συνέχεια πωλήθηκε το 2001 και κατά την ΠΕ. Εντούτοις, δεν διαπιστώθηκαν άλλοι παραγωγοί που να κατέψυξαν την παραγωγή τους και επομένως τα συμπεράσματα που συνήχθησαν στο σημείο 82 του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

    iv. Μερίδιο αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

    (47) Επιπλέον, λόγω των αναθεωρημένων στοιχείων για την κοινοτική κατανάλωση και την παραγωγή του εν λόγω κοινοτικού κλάδου, όπως εξηγήθηκε παραπάνω στο σημείο (32) του αιτιολογικού, το μερίδιο αγοράς που κατείχε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής κατά την περίοδο ανάλυσης παρουσιάζεται παρακάτω:

    Μερίδιο αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    (48) Τα παραπάνω δείχνουν ότι το μερίδιο αγοράς που κατέχει ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής μειώθηκε κατά 4 εκατοστιαίες μονάδες κατά την περίοδο ανάλυσης. Παρ' όλο που η μεγάλη αύξηση της κοινοτικής κατανάλωσης, ήτοι κατά 27% κατά την περίοδο ανάλυσης, δεν μεταβάλλει την τάση των εν λόγω εισαγωγών που παρουσιάζουν απότομη αύξηση, το αποτέλεσμα είναι σημαντική μείωση του μεριδίου αγοράς που κατέχει ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής, ο οποίος έχασε περισσότερο από 4 εκατοστιαίες μονάδες κατά την ίδια περίοδο. Συνεπώς επιβεβαιώνονται τα συμπεράσματα που συνήχθησαν στο σημείο 84 του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού. Θα πρέπει ωστόσο να σημειωθεί ότι το μερίδιο αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής σημείωσε μείωση μόνο το 2001 όταν οι εν λόγω εισαγωγές αυξήθηκαν απότομα.

    v. Απασχόληση, παραγωγικότητα, μισθοί και ικανότητα δημιουργίας κεφαλαίου

    (49) Για τους ίδιους λόγους που περιγράφονται παραπάνω στο σημείο (44) του αιτιολογικού, αναθεωρήθηκαν τα αριθμητικά στοιχεία της απασχόλησης και της παραγωγικότητας, ως εξής:

    Απασχόληση, παραγωγικότητα

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    Πηγή: απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο των παραγωγών του κοινοτικού κλάδου παραγωγής που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα.

    (50) Η ανάλυση όλων των αναθεωρημένων αριθμητικών στοιχείων δεν μετέβαλε τα συμπεράσματα που συνήχθησαν στο σημείο (86) του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού, τα οποία και επιβεβαιώνονται.

    (51) Όσον αφορά την ικανότητα δημιουργίας κεφαλαίου, επιβεβαιώνεται ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν συνάντησε ιδιαίτερες δυσκολίες δεδομένης της δυνατότητας επένδυσης σε νέο εξοπλισμό, όπως εξηγήθηκε στο σημείο 91 του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού. Εντούτοις, αυτή η ικανότητα θα πρέπει να εξεταστεί υπό το φως των προσπαθειών του κοινοτικού κλάδου παραγωγής να αυξήσει την παραγωγικότητά του για να αντιμετωπίσει τον αυξημένο ανταγωνισμό που οφείλεται στις χαμηλές τιμές της αγοράς.

    (52) Ελλείψει άλλων πληροφοριών σχετικά με τους μισθούς, επιβεβαιώνονται τα συμπεράσματα που συνήχθησαν στο σημείο 87 του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού.

    vi. Πωλήσεις

    (53) Όσον αφορά τον όγκο πωλήσεων, θα πρέπει να υπενθυμίσουμε κατά πρώτον, όπως εξηγείται στα σημεία 65, 66 και 82 του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού, ότι τα στοιχεία για την παραγωγή θεωρήθηκαν ίσα με τα στοιχεία των πωλήσεων του υπό εξέταση προϊόντος τόσο στη δέσμια όσο και στην ελεύθερη αγορά, με εξαίρεση τις πωλήσεις μιας εταιρίας, όπως εξηγείται παραπάνω στο σημείο (46) του αιτιολογικού. Οι πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος στην ελεύθερη αγορά που πραγματοποίησε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής και ο όγκος παραγωγής που χρησιμοποιήθηκε από δύο εταιρείες που συμπεριελήφθησαν στο δείγμα για περαιτέρω μεταποίηση του ομοειδούς προϊόντος (δέσμια χρήση) παρουσιάζονται παρακάτω:

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    Πηγή: Απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο των παραγωγών του κοινοτικού κλάδου παραγωγής που συμπεριελήφθησαν στο δείγμα.

    (54) Τα παραπάνω δείχνουν ότι ενώ αυξήθηκαν οι πωλήσεις στην ελεύθερη αγορά κατά 10 εκατοστιαίες μονάδες κατά την περίοδο ανάλυσης, η δέσμια χρήση πολλαπλασιάστηκε επί 3. Ωστόσο θα πρέπει να σημειωθεί ότι η μεγάλη αύξηση της δέσμιας χρήσεως οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι ένας από τους δύο καθετοποιημένους παραγωγούς άρχισε ουσιαστικά τις δραστηριότητες περαιτέρω μεταποίησης μόλις το 2000. Εν πάση περιπτώσει, η εξέλιξη δείχνει ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν ήταν σε θέση να επωφεληθεί από την αύξηση της κατανάλωσης (+27% κατά την περίοδο ανάλυσης), αλλά αντίθετα αναγκάστηκε να αυξήσει την χρησιμοποίηση του ομοειδούς προϊόντος.

    vii. Αποδοτικότητα

    (55) Κατά τον έλεγχο των πληροφοριών που υπέβαλαν οι συνεργασθέντες κοινοτικοί παραγωγοί που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα, αναθεωρήθηκε η αποδοτικότητα των εν λόγω εταιριών όσον αφορά τις καθαρές πωλήσεις τους στην ελεύθερη αγορά με σκοπό τη συναγωγή οριστικών πορισμάτων, κατά τον εξής τρόπο:

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    Πηγή: Απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο των παραγωγών του κοινοτικού κλάδου παραγωγής που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα.

    (56) Tα παραπάνω δείχνουν ότι παρ'όλο που η αποδοτικότητα των πωλήσεων στην ελεύθερη αγορά ήταν σχετικά υψηλή κατά την περίοδο 1999 έως 2001, κατά την ΠΕ σημειώθηκε σημαντική περαιτέρω μείωση σχεδόν στο χαμηλότερο σημείο απόδοσης λόγω των χαμηλών τιμών που κυριαρχούσαν στην αγορά. Όσον αφορά την αποδοτικότητα, συμπεριλαμβανομένων και των πωλήσεων που προορίζονται για δέσμια χρήση, αυτή δεν ήταν δυνατόν να προσδιοριστεί δεδομένου ότι οι πωλήσεις για δέσμια χρήση του ομοειδούς προϊόντος ήταν εσωτερικές πωλήσεις των καθετοποιημένων παραγωγών, για τις οποίες δεν εκδόθηκαν τιμολόγια. Εντούτοις, δεν υπάρχει λόγος να πιστεύουμε ότι η αποδοτικότητα των εν λόγω πωλήσεων για δέσμια χρήση εντός των δύο εν λόγω εταιρειών δεν ακολούθησε την ίδια τάση με αυτή των πωλήσεων στην ελεύθερη αγορά.

    viii. Απόδοση των επενδύσεων, ταμιακή ροή

    (57) Παρατίθεται η αναθεωρημένη απόδοση των επενδύσεων των κοινοτικών παραγωγών που συμπεριελήφθησαν στο δείγμα κατά την περίοδο ανάλυσης:

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    Πηγή: Απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο των παραγωγών του κοινοτικού κλάδου παραγωγής που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα.

    (58) Τα παραπάνω δείχνουν την ίδια τάση που διαπιστώθηκε προσωρινά και συνεπώς επιβεβαιώνονται τα συμπεράσματα που συνήχθησαν στο σημείο (92) του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού. Όσον αφορά τη απόδοση των επενδύσεων σχετικά με τις πωλήσεις στη δέσμια αγορά, για τους ίδιους λόγους που αναφέρθηκαν για την αποδοτικότητα, δεν ήταν δυνατό να εκτιμηθεί. Ωστόσο, δεδομένου ότι οι πωλήσεις στη δέσμια αγορά πραγματοποιούνται από τους καθετοποιημένους παραγωγούς που χρησιμοποιούν τις ίδιες εγκαταστάσεις παραγωγής και τις ίδιες επενδύσεις, θεωρήθηκε ότι ακολουθούν την ίδια τάση με τις πωλήσεις στην ελεύθερη αγορά.

    (59) Οι παραγωγοί του εν λόγω κοινοτικού κλάδου που συμπεριελήφθησαν στο δείγμα, σημείωσαν καθαρή ταμειακή εισροή από τις δραστηριότητες που άσκησαν κατά την περίοδο ανάλυσης. Εντούτοις, σημειώθηκε εντυπωσιακή μείωση κατά την ΠΕ, όπως φαίνεται παρακάτω:

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    Πηγή: Απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο των παραγωγών του κοινοτικού κλάδου παραγωγής που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα.

    ix. Σχόλια που υπέβαλαν τα ενδιαφερόμενα μέρη

    (60) Ένα μέρος ισχυρίστηκε ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν υπέστη σημαντική ζημία κατά την ΠΕ δεδομένου ότι οι δείκτες απόδοσης, όπως ο δείκτης παραγωγής, παραγωγικής ικανότητας, παραγωγικότητας και ο μέσος μισθός ανά απασχολούμενο αυξήθηκαν κατά την ίδια περίοδο. Επιπλέον, ο κλάδος παραγωγής ήταν αποδοτικός, απεκόμισε κέρδος από τις επενδύσεις και είχε θετική ταμειακή ροή. Όσον αφορά την αύξηση της παραγωγής, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η παραγωγή ιριδίζουσας πέστροφας ακολουθεί βιολογικό κύκλο 2,5-3 ετών πριν από τη σύλληψη των ψαριών και την πώλησή τους στην αγορά. Η αύξηση της παραγωγής κατά την ΠΕ οφείλεται συνεπώς σε απόφαση των εκτροφέων σχετικά με την ποσότητα μικρών ψαριών που τέθηκαν στα ύδατα το 1999 και 2000, πράγμα που αντανακλά τις συνθήκες αγοράς αυτών των ετών που δεν επηρεάστηκαν από τις εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ. Όσον αφορά την αύξηση της παραγωγικότητας, αυτό οφείλεται κυρίως στην επένδυση σε νέο εξοπλισμό που αντανακλά τις προσπάθειες του κοινοτικού κλάδου παραγωγής να αντιμετωπίζει τις χαμηλές τιμές αγοράς και κατά δεύτερο λόγο στη μείωση της απασχόλησης, γεγονός που πράγματι αντικατοπτρίζει την δυσχερή κατάσταση που αντιμετωπίζει ο εν λόγω κλάδος παραγωγής. Όσον αφορά την αποδοτικότητα και την ταμειακή ροή, και οι δύο σημείωσαν απότομη μείωση κατά την ΠΕ, πράγμα που αντικατοπτρίζει τις χαμηλές τιμές που επιτεύχθηκαν στην αγορά και τη δυσχερή χρηματοοικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

    (61) Προβλήθηκε επίσης το επιχείρημα ότι η παραγωγή του εν λόγω κοινοτικού κλάδου δεν κατόρθωσε να αυξηθεί έτσι ώστε να αντιμετωπισθεί η αύξηση της ζήτησης λόγω των πολιτικών έκδοσης αδειών που ακολουθήθηκαν στην Κοινότητα. Σημειωτέον ότι οι περιβαλλοντικές άδειες επηρεάζουν την ικανότητα παραγωγής, η οποία, όπως περιγράφεται στο σημείο 81 του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού, παρέμεινε σταθερή κατά την περίοδο ανάλυσης. Εντούτοις, δεδομένου ότι η παραγωγική ικανότητα δεν χρησιμοποιήθηκε πλήρως, υπήρξε πλεόνασμα παραγωγικής ικανότητας που θα μπορούσε να είχε χρησιμοποιηθεί για την κάλυψη της αύξησης της ζήτησης. Συνεπώς το επιχείρημα απορρίπτεται.

    (62) Προβλήθηκε εξάλλου το επιχείρημα ότι ορισμένοι Νορβηγοί εξαγωγείς πωλούν επίσης πέστροφα βάρους μικρότερου από 1,2 kg, πράγμα που μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα χαμηλότερες τιμές, και να επηρεάσει την εκτίμηση της ζημίας. Σχετικά με αυτό το θέμα, θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι εταιρίες του δείγματος στις οποίες έγινε έρευνα και οι οποίες αντιπροσωπεύουν περίπου 40% των συνολικών εξαγωγών από τη Νορβηγία κατά την ΠΕ δεν διαπιστώθηκε ότι πραγματοποίησαν πωλήσεις πέστροφας αυτού του είδους. Συνεπώς, μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι οι εν λόγω ποσότητες ήταν είτε ανύπαρκτες είτε αμελητέες και ότι η επίπτωσή τους στην ανάλυση είναι επίσης αμελητέα. Συνεπώς το επιχείρημα απορρίφθηκε.

    (63) Ελλείψει άλλων πληροφοριών, και λαμβανομένων υπόψη των αναθεωρημένων αριθμητικών στοιχείων σχετικά με τους οικονομικούς δείκτες, επιβεβαιώνονται τα συμπεράσματα των σημείων 80 έως 98 του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού.

    5. Συμπέρασμα για τη ζημία

    (64) Η δέσμια χρήση περιορίστηκε σε δύο κοινοτικούς παραγωγούς που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα και δεν υπήρξαν άλλες ενδείξεις για περαιτέρω μεταποίηση του ομοειδούς προϊόντος από άλλους παραγωγούς που ανήκουν στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής. Επιπλέον, δεδομένων των κερδών που απεκόμισε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής στο διάστημα μεταξύ 1999 και 2001, δεν είναι πιθανόν να είχε η δέσμια χρήση σημαντική επίπτωση στην οικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Ως εκ τούτου, τα συμπεράσματα που συνάχθηκαν από την παραπάνω ανάλυση σχετικά με την κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής δεν θεωρείται ότι μεταβάλλονται λόγω της δέσμιας χρήσεως.

    (65) Κατά την περίοδο ανάλυσης ο όγκος των εισαγωγών σε χαμηλές τιμές από τη Νορβηγία και τις Νήσους Φερόες αυξήθηκε σημαντικά. Το μερίδιο αγοράς αυξήθηκε από 3,8% σε 16,7%. Σημειωτέον ότι η αύξηση των εισαγωγών από τη Νορβηγία και τις Νήσους Φερόες και η μείωση της τιμής πώλησης ήταν ιδιαίτερα έντονες στο διάστημα μεταξύ 2001 και ΠΕ. Ο όγκος των εισαγωγών κατά την εν λόγω περίοδο πολλαπλασιάστηκε επί 4 έως 6 και οι τιμές εισαγωγής μειώθηκαν κατά 34%, αποκλίνοντας έτσι από τις τιμές πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής (που βρίσκονταν σχεδόν στο χαμηλότερο σημείο απόδοσης) της τάξεως του 7,3% έως 28,4% κατά την ΠΕ. Στο φαινόμενο αυτό πρέπει να ληφθεί υπόψη η εξέλιξη της αποδοτικότητας του κοινοτικού κλάδου παραγωγής που, μετά από μία πρώτη μείωση το 2001, μειώθηκε απότομα σε μηδενικό επίπεδο κατά την ΠΕ.

    (66) Όσον αφορά το επιχείρημα ότι ορισμένοι από τους λεπτομερείς δείκτες ζημίας εξελίχθηκαν θετικά κατά την περίοδο ανάλυσης και συνεπώς δεν σημειώθηκε τάση ζημίας, πρέπει να σημειωθεί κατά πρώτον ότι βάσει του άρθρου 3 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, κανένας από τους οικονομικούς παράγοντες ή δείκτες που αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο δεν είναι απαραίτητα αποφασιστικός για τον προσδιορισμό της σημαντικής ζημίας που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής. Ακόμα σημαντικότερο είναι ότι ενώ ορισμένοι οικονομικοί δείκτες που σχετίζονται με την κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, όπως ο δείκτης παραγωγής, παραγωγικής ικανότητας και χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας, παραγωγικότητας και επενδύσεων, παρουσίασαν θετική εξέλιξη κατά την περίοδο ανάλυσης, οι εν λόγω επενδύσεις δεν πέτυχαν το επιθυμούμενο θετικό αποτέλεσμα. Πράγματι, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη διάβρωση των μεριδίων αγορά σε μια ολοένα αυξανόμενη αγορά παρ'όλο που η ζήτηση και οι μειωμένες τιμές προκάλεσαν σχεδόν ζημία κατά την ΠΕ, πράγμα που ουσιαστικά ανατρέπει εντελώς τις προαναφερθείσες θετικές εξελίξεις.

    (67) Λαμβανομένων υπόψη όλων των προαναφερθέντων παραγόντων, θεωρείται ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη σημαντική ζημία.

    Ζ. Αιτιώδης συνάφεια

    (68) Προβλήθηκε το επιχείρημα ότι το ποσοστό κατά το οποίο οι τιμές των Νορβηγών εξαγωγέων ιριδίζουσας πέστροφας ήταν χαμηλότερες απ'αυτές των κοινοτικών παραγωγών δεν πρέπει να θεωρηθεί σημαντικό και επιζήμιο για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής. Σχετικά με αυτό το θέμα, θα πρέπει να σημειωθεί κατά πρώτον ότι η απόκλιση που διαπιστώθηκε είναι σημαντική λαμβανομένων υπόψη των ειδικών χαρακτηριστικών του υπό εξέταση προϊόντος: η ιριδίζουσα πέστροφα αποτελεί βασικό προϊόν ευαίσθητο στις διακυμάνσεις των τιμών. Επιπλέον, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής είναι εντελώς κατακερματισμένος, και συνεπώς δεν μπορεί να επιβάλει τις τιμές του στην αγορά. Ο συνδυασμός αυτών των παραγόντων εξηγεί την επιζήμια επίπτωση που είχε η διαπιστωθείσα απόκλιση της τιμής στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

    (69) Προβλήθηκε επίσης το επιχείρημα ότι η ΠΕ συνέπεσε με προσωρινή και κυκλική έλλειψη συντονισμού της προσφοράς και της ζήτησης πέστροφας στην παγκόσμια αγορά. Δεδομένου ότι οι αποφάσεις για επενδύσεις πραγματοποιούνται 2 έως 3 έτη πριν να τεθεί το προϊόν στην αγορά, η σταθερότητα των τιμών διαταράσσεται από καιρό εις καιρόν. Η προσωρινή έλλειψη στην αγορά θα οδηγήσει σε αύξηση των τιμών, ενώ το αποτέλεσμα θα είναι το αντίθετο εάν η ζήτηση δεν συγχρονίζεται με την παραγωγή.

    (70) Σχετικά με αυτό το θέμα, θα πρέπει να σημειωθεί ότι εάν η κοινοτική αγορά είχε κατά την περίοδο ανάλυσης πλεονάζουσα ζήτηση με αποτέλεσμα έλλειμμα, αυτό θα ωθούσε κανονικά τις τιμές προς υψηλότερο επίπεδο, δεδομένου ότι οι καταναλωτές θα πλειοδοτούσαν εξ αιτίας της εν λόγω πλεονασματικής ζήτησης. Εντούτοις, σημειώθηκε αντίθετα απότομη πτώση των τιμών το 2001 και κατά την ΠΕ, η οποία, ελλείψει άλλων πιθανών εξηγήσεων, πρέπει να αποδοθεί στις εισαγωγές από τη Νορβηγία και τις Νήσους Φερόες που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ.

    (71) Προβλήθηκε εξάλλου το επιχείρημα ότι η ιριδίζουσα πέστροφα αποτελεί βασικό προϊόν για το οποίο οι παγκόσμιες τιμές καθορίζονται στην κυριαρχούσα αγορά της Ιαπωνίας, και ότι οι κοινοτικές τιμές ακολούθησαν αυτές τις τιμές που σημείωσαν σημαντική πτώση κατά τη ίδια περίοδο. Σχετικά με αυτό το θέμα, πρέπει να σημειωθεί ότι με βάση τις πληροφορίες που υπέβαλε η Νορβηγική Ομοσπονδία Θαλασσίων Προϊόντων (Norvegian Seafood Federation) σχετικά με τον καθορισμό των τιμών χονδρικής πώλησης της Ιαπωνίας για την κατεψυγμένη νορβηγική πέστροφα για την περίοδο 1997 έως 2003, οι τιμές στην ιαπωνική αγορά σημείωσαν συνεχή πτώση καθ'όλη την περίοδο ανάλυσης, λαμβανομένων υπόψη των διακυμάνσεων της τιμής συναλλάγματος. Εντούτοις, το επιχείρημα ότι οι τιμές της ιριδίζουσας πέστροφας καθορίζονται παγκοσμίως από την ιαπωνική αγορά, δεν επιβεβαιώθηκε από τα πορίσματα της έρευνας. Παρ'όλο που αληθεύει ότι οι τιμές στην Κοινότητα σημείωσαν επίσης απότομη πτώση κατά την ΠΕ, όπως και οι τιμές στην ιαπωνική αγορά, ωστόσο διατηρήθηκαν σε λογικό επίπεδο το 1999 και μάλιστα αυξήθηκαν το 2000, αντίθετα με αυτές στην Ιαπωνία. Κατά την ίδια περίοδο, οι εισαγωγές από τη Νορβηγία και τις Νήσους Φερόες ακολούθησαν την ίδια τάση με τις κοινοτικές τιμές, παρ' όλο που από την άποψη του όγκου διατηρήθηκαν σε χαμηλό επίπεδο. Μόνο το 2001, όταν οι τιμές στην ιαπωνική αγορά έφθασαν σε πολύ χαμηλό επίπεδο, οι εισαγωγές με ντάμπινγκ στην Κοινότητα από τη Νορβηγία και τις Νήσους Φερόες αυξήθηκαν εντυπωσιακά, ήτοι επί τρεις φορές τον όγκο του 2000. Αυτή η αύξηση αποδίδεται άμεσα στην εκποίηση στην κοινοτική αγορά μέρους της πλεονάζουσας παραγωγής λόγω της μείωσης των εξαγωγών τους στην αγορά της Ιαπωνίας που κατέρρευσε. Με βάση τα παραπάνω, το επιχείρημα απορρίπτεται.

    (72) Ελλείψει νέων πληροφοριών σχετικά με την αιτιώδη συνάφεια, επιβεβαιώνονται τα πορίσματα και το συμπέρασμα που συνήχθησαν σύμφωνα με τα σημεία 109 έως 120 του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού.

    H. Κοινοτικό συμφέρον

    (73) Μετά την επιβολή προσωρινών μέτρων, ορισμένες ενώσεις βιομηχανιών μεταποίησης ψαριών υπέβαλαν σχόλια που αντιτίθενται στα μέτρα. Συνεπώς απεστάλη σε αυτές ερωτηματολόγιο, και κλήθηκαν να υποβάλουν τις απαντήσεις τους, βάσει των οποίων πραγματοποιήθηκε εκτίμηση των, κατά τους ισχυρισμούς, οικονομικών επιπτώσεων των μέτρων αντιντάμπινγκ στα εν λόγω μέρη. Ένα μέρος απήντησε και υπέβαλε πληροφορίες σχετικά με επτά από τις εταιρίες μέλη του. Με βάση αυτές τις πληροφορίες, που ενισχύθηκαν από επτά εταιρίες, συνήφθη το συμπέρασμα ότι η οικονομική επίπτωση των μέτρων αντιντάμπινγκ στις εταιρίες μεταποίησης ψαριών ήταν αμελητέα. Συνεπώς το επιχείρημα απορρίπτεται.

    (74) Ένα μέρος ισχυρίστηκε ότι το υπό εξέταση προϊόν από τη Νορβηγία είναι καλύτερης ποιότητας και ότι η επιβολή οριστικών μέτρων θα μείωνε την προμήθεια πέστροφας υψηλής ποιότητας από τη Νορβηγία. Αυτό θα ήταν εις βάρος των ενδιαφερομένων εισαγωγέων, καθώς και των καταναλωτών, δεδομένου ότι οι τιμές πιθανόν να αυξάνονταν λόγω της μειωμένης προμήθειας από τη Νορβηγία. Η επίπτωση της χαμηλότερης προμήθειας από τη Νορβηγία είναι πιθανόν, κατά τους ισχυρισμούς, να είναι ιδιαίτερα σημαντική, ιδίως κατά το θέρος και την αρχή του φθινοπώρου, όταν η προμήθεια από τον φιλανδικό κλάδο παραγωγής είναι χαμηλή. Επιπλέον, προβλήθηκε το επιχείρημα ότι η επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ θα είχε ως αποτέλεσμα τον μόνιμο επαναπροσανατολισμό των πωλήσεων των Νορβηγών εξαγωγέων από την Κοινότητα σε άλλες αγορές, πράγμα που θα ήταν εις βάρος των εισαγωγέων και καταναλωτών στην Κοινότητα.

    (75) Όσον αφορά τις διαφορές ποιότητες, θα πρέπει να σημειωθεί ότι εξετάστηκαν στους διάφορους τύπους του υπό εξέταση προϊόντος και λήφθηκαν υπόψη στους υπολογισμούς για το ντάμπινγκ και την εκτίμηση της ζημίας. Όσον αφορά τις αυξημένες τιμές στην Κοινότητα λόγω της χαμηλότερης προμήθειας από τη Νορβηγία, θα πρέπει να τονιστεί ότι σκοπός των δασμών αντιντάμπινγκ είναι η αποκατάσταση της ισότητας των όρων ανταγωνισμού και όχι η παρεμπόδιση της πρόσβασης στις κοινοτικές αγορές. Όσον αφορά την επίπτωση των μέτρων στην φινλανδική αγορά λόγω της χαμηλότερης προσφοράς ιδίως κατά το θέρος, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η φινλανδική αγορά δεν θεωρείται ως ξεχωριστή αγορά σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος (1) σημείο (β) του βασικού κανονισμού. Ως εκ τούτου, οι όροι προσφοράς και ζήτησης καθορίζονται στο επίπεδο ολόκληρης της κοινοτικής αγοράς στην οποία ανταγωνίζονται οι εισαγωγές από τη Νορβηγία με τους κοινοτικούς παραγωγούς. Όσον αφορά τη δυνατότητα των παραγωγών-εξαγωγέων της Νορβηγίας να εξάγουν κατά το θέρος, όταν η προμήθεια στη φινλανδική αγορά είναι χαμηλή, αυτό αποτελεί συγκριτικό πλεονέκτημα. Εάν πράγματι υπάρχει αυτό το πλεονέκτημα, δεν επηρεάζεται από την επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ, και συνεπώς οι παραγωγοί-εξαγωγείς της Νορβηγίας θα συνεχίσουν να επωφελούνται από αυτό.

    (76) Το ίδιο μέρος ισχυρίστηκε ότι μετά την επιβολή προσωρινών μέτρων, οι εξαγωγές από τη Νορβηγία ιριδίζουσας πέστροφας στην Κοινότητα μειώθηκαν κατά περισσότερο από 60% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο το 2002. Η μείωση της ζήτησης παρουσιάζει τάση επιδείνωσης στο μέλλον δεδομένης της μείωσης του επίπεδου παραγωγής ιριδίζουσας πέστροφας στη Νορβηγία, και εμφανίζεται να είναι επιζήμια για τους εισαγωγείς, τον κλάδο μεταποίησης και τους καταναλωτές στην Κοινότητα.

    (77) Σχετικά με αυτό το θέμα, θα πρέπει να σημειωθεί κατά πρώτον ότι τα μέτρα αντιντάμπινγκ αποσκοπούν στην αποκατάσταση της ισότητας των όρων ανταγωνισμού και όχι στην παρεμπόδιση της πρόσβασης στην κοινοτική αγορά. Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι εισαγωγές συνεχίστηκαν σε επίπεδο συγκρίσιμο με αυτό του 1999 και 2000, πριν από την απότομη αύξηση των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ το 2001. Όσον αφορά τη μείωση του επιπέδου παραγωγής στη Νορβηγία, δεν υποβλήθηκαν τεκμηριωμένα στοιχεία που να δείχνουν ότι η κατάσταση αυτή θα συνεχιζόταν σε μόνιμη βάση. Επιπροσθέτως, οποιαδήποτε τέτοια μείωση θα μπορούσε, εν πάση περιπτώσει, να μην επηρεάσει ουσιαστικά τις εξαγωγές στην κοινοτική αγορά εάν οι συνθήκες προμήθειας σε άλλες αγορές εξαγωγής ήταν λιγότερο ευνοϊκές απ'ό,τι στην Κοινότητα κατά το διάστημα των εξαγωγών. Με βάση τα παραπάνω, το επιχείρημα απορρίπτεται.

    (78) Ορισμένες ενώσεις βιομηχανιών μεταποίησης ψαριών ισχυρίστηκαν ότι δεν είχε αποδοθεί η δέουσα σημασία στην ύπαρξη διαφόρων τμημάτων αγοράς (ολόκληρων ψαριών, φιλέτων, αυγοτάραχου και καπνιστών ψαριών) και στη διαφορική τιμολόγηση σε αυτά τα τμήματα αγοράς. Επιπλέον, προβλήθηκε το επιχείρημα ότι η ιριδίζουσα πέστροφα που εκτρέφεται σε θαλάσσια ύδατα στη Νορβηγία έχει συγκεκριμένη θέση στην αγορά και ότι ο περιορισμός της πρόσβασης στο προϊόν της συγκεκριμένης αυτής καταγωγής με την επιβολή υψηλού δασμού δεν ευνοούσε τον ελεύθερο ανταγωνισμό.

    (79) Κατά πρώτον, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η καπνιστή πέστροφα και το αυγοτάραχο δεν αποτελούν αντικείμενο της παρούσας έρευνας. Όσον αφορά τα ολόκληρη ψάρια και τα φιλέτα, θεωρήθηκαν ως διαφορετικοί τύποι του υπό εξέταση προϊόντος και εξετάσθηκαν υπό αυτή τους την ιδιότητα στους υπολογισμούς για το ντάμπινγκ και στην εκτίμηση της ζημίας. Ως εκ τούτου, η διαφορετική τιμολόγηση στα διάφορα τμήματα αγοράς πράγματι λήφθηκε υπόψη. Όσον αφορά την συγκεκριμένη καταγωγή του προϊόντος, η έρευνα κατέδειξε ότι τα προϊόντα που εξάγονται από τη Νορβηγία και τις Νήσους Φερόες και τα προϊόντα που πωλούνται από τους κοινοτικούς παραγωγούς ήταν ομοειδή ως προς όλα τα βασικά φυσικά χαρακτηριστικά τους και τις χρήσεις τους.

    (80) Επιπλέον, προβλήθηκε το επιχείρημα ότι η φθηνή ιριδίζουσα πέστροφα, κυρίως φινλανδικής παραγωγής, πωλήθηκε ως επί το πλείστον στην αγορά καταναλωτών υπό μορφή ολόκληρων ψαριών ή φιλέτων, ενώ οι επιχειρήσεις μεταποίησης δεν την χρησιμοποιούν σε μεγάλο βαθμό. Αυτό το επιχείρημα δεν τεκμηριώθηκε. Αντίθετα, με βάση τις πληροφορίες που υπέβαλαν οι συνεργασθείσες φινλανδικές εταιρίες, όχι μόνο διαπιστώθηκε ότι η παραγωγή τους πωλήθηκε και σε επιχειρήσεις μεταποίησης, αλλά ορισμένες από αυτές επεξεργάστηκαν οι ίδιες το προϊόν πριν να το πωλήσουν στην αγορά. Επιπλέον, η σημαντική απόκλιση που διαπιστώθηκε για τις τιμές των εισαγωγών από την Νορβηγία και τις Νήσους Φερόες μάλλον δείχνει ότι οι φθηνές εισαγωγές από τη Νορβηγία και τις Νήσους Φερόες προσήλκυσαν τις επιχειρήσεις μεταποίησης λόγω των χαμηλών τιμών τους. Συνεπώς το επιχείρημα απορρίπτεται.

    (81) Προβλήθηκε επίσης το επιχείρημα ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής σημείωσε υψηλότερες τιμές μετά την ΠΕ, πράγμα που έθεσε τέρμα στην περίοδο χαμηλών τιμών για την πέστροφα, και ότι είναι πολύ πιθανόν να παραμείνουν οι τιμές σε σχετικά υψηλό επίπεδο βραχυ/μεσοπρόθεσμα. Κατά πρώτον πρέπει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με την πάγια κοινοτική πρακτική, τα περιστατικά που σχετίζονται με την περίοδο που ακολουθεί την περίοδο έρευνας μπορούν να ληφθούν υπόψη μόνο εάν είναι προφανή, αναμφισβήτητα και διαρκή. Εντούτοις, η εν λόγω εξέλιξη των τιμών δεν τεκμηριώθηκε και δεν υποβλήθηκαν στοιχεία που να αποδεικνύουν την μόνιμη φύση του φαινομένου. Παρ'όλο που διαπιστώθηκε ότι οι τιμές μετά την ΠΕ πράγματι σημείωσαν άνοδο, το γεγονός αυτό καθαυτό δεν αποτελεί απόδειξη για τις μελλοντικές τιμές, που προσδιορίζονται με βάση την ισορροπία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης. Σχετικά με αυτό το θέμα, θα πρέπει να σημειωθεί ότι, σε αντίθεση με την προσφορά που μπορεί να προβλεφθεί, η ζήτηση είναι πολύ δύσκολο να προβλεφθεί, δεδομένου ότι υπάρχουν πολλοί αλληλεπιδρούντες παράγοντες στην αγορά που μπορεί να προκαλέσουν διακυμάνσεις των τιμών. Εν πάση περιπτώσει, δεν υποβλήθηκαν πληροφορίες που να τεκμηριώνουν τις εκτιμήσεις αυτών των δύο παραγόντων. Ως εκ τούτου το επιχείρημα απορρίφθηκε.

    (82) Προβλήθηκε εξάλλου το επιχείρημα ότι οι δασμοί επί των εισαγωγών θα προκαλέσουν αύξηση των τιμών, οι επιχειρήσεις μεταποίησης θα στραφούν σε άλλους τύπους ψαριών όπως ο σολομός και οι κοινοτικές επιχειρήσεις εκτροφής θα αντιμετωπίσουν δυσκολίες όσον αφορά τις πωλήσεις πέστροφας. Ως εκ τούτου, προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι τα μέτρα αντιντάμπινγκ δεν θα ήταν προς όφελος των παραγωγών.

    (83) Όσον αφορά την αύξηση των τιμών, τα μέτρα αντιντάμπινγκ πράγματι αποσκοπούν στην άνοδο των τιμών ντάμπινγκ, εξουδετερώνοντας έτσι την επιζήμια επίπτωση στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής. Δεν μπορεί να αποκλεισθεί επίσης ότι μπορεί να σημειωθεί φαινόμενο υποκατάστασης, λαμβανομένης υπόψη της δυνατότητας υποκατάστασης της ιριδίζουσας πέστροφας από το σολομό και της διαφοράς τιμής μεταξύ τους. Σε γενικές γραμμές, ενώ η άνοδος της τιμής βοηθά τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής να επανακτήσει αποδοτικότητα, άλλοι εξαγωγείς που δεν αποτελούν αντικείμενο τω μέτρων, καθώς και ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής, μέσω μεγαλύτερης χρήσεως της παραγωγικής ικανότητας έχουν τη δυνατότητα να αυξήσουν την προσφορά, που με τη σειρά της πρέπει να συγχρονιστεί με τη ζήτηση και να εξεύρει νέα ισορροπία σε χαμηλότερο επίπεδο τιμών. Σχετικά με αυτό το θέμα θα πρέπει να σημειωθεί ότι η υποκατάσταση από τον σολομό έχει την ίδια επίπτωση στις τιμές. Επομένως, ενώ ο δασμός αντιντάμπινγκ αποσκοπεί στην αποκατάσταση της ισότητας των όρων ανταγωνισμού, οι κυριαρχούσες δυνάμεις της αγοράς καθορίζουν τις τιμές.

    (84) Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι η έλλειψη αντίδρασης από μέρους του ως εκπροσώπου των συμφερόντων των ενώσεων καταναλωτών δεν πρέπει να ερμηνευτεί ως έλλειψη ενδιαφέροντος, και ακόμη περισσότερο να χρησιμοποιηθεί για να συναχθεί το συμπέρασμα ότι η επίπτωση στους καταναλωτές των μέτρων αντιντάμπινγκ θα είναι περιορισμένη. Συνεπώς ζήτησε την τροποποίηση του σημείου 117 του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού. Τα κοινοτικά όργανα έλαβαν υπό σημείωση το εν λόγω αίτημα. Εντούτοις, ελλείψει τεκμηριωμένων πληροφοριών, αυτό το αίτημα δεν επηρεάζει τα συμπεράσματα του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού σχετικά με το κοινοτικό συμφέρον.

    (85) Η Φινλανδική Ομοσπονδία Βιομηχανιών Τροφίμων και Ποτών υπέβαλε σχόλια τα οποία όμως δεν λήφθηκαν υπόψη για τα οριστικά πορίσματα δεδομένου ότι δεν είχε γνωστοποιήσει την παρουσία της ως ενδιαφερόμενο μέρος ούτε εντός των χρονικών ορίων που καθορίζει η ανακοίνωση για την έναρξη της παρούσας διαδικασίας ούτε εντός των χρονικών ορίων που θέτει το άρθρο 2 του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού. Επιπλέον, οι ισχυρισμοί τους οποίους προέβαλε η εν λόγω ομοσπονδία απερρίφθησαν ρητά από τα μέλη της που συνεργάστηκαν στην έρευνα.

    (86) Ελλείψει νέων πληροφοριών περί του κοινοτικού συμφέροντος, επιβεβαιώνονται τα πορίσματα και το συμπέρασμα που συνήχθησαν, όπως περιγράφεται στα σημεία 109 έως 120 του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού.

    Θ. Οριστικά μέτρα αντιντάμπινγκ

    (87) Βάσει των συμπερασμάτων που συνήχθησαν σχετικά με το ντάμπινγκ, τη ζημία, την αιτιώδη συνάφεια και το κοινοτικό συμφέρον, θεωρείται ότι τα οριστικά μέτρα αντιντάμπινγκ θα πρέπει να επιβληθούν για να προληφθεί η πρόκληση περαιτέρω ζημίας στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής από εισαγωγές από τη Νορβηγία και τις Νήσους Φερόες που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ.

    1. Επίπεδο εξουδετέρωσης της ζημίας

    (88) Με βάση τη μέθοδο που εξηγήθηκε στα σημεία 121 έως 125 του αιτιολογικού του προσωρινού κανονισμού, υπολογίστηκε επίπεδο εξουδετέρωσης της ζημίας για τον προσδιορισμό του επιπέδου των μέτρων που θα ληφθούν οριστικά.

    (89) Οι νορβηγικές αρχές ισχυρίστηκαν ότι το προβλεπόμενο περιθώριο κανονικού κέρδους 12% είναι υπερβολικά υψηλό. Επίσης προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι η περίοδος ανάλυσης δεν ήταν αντιπροσωπευτική κανονικής ανταγωνιστικής κατάστασης, δεδομένου ότι οι τιμές και τα περιθώρια κέρδους, σύμφωνα με τον κλάδο παραγωγής, ήταν ιδιαίτερα υψηλά κατά τη διάρκεια των εν λόγω ετών σε σύγκριση με τον μέσο όρο της κατάστασης στον κλάδο παραγωγής.

    (90) Κατά πρώτον, θα πρέπει να σημειωθεί ότι το εν λόγω επιχείρημα δεν ήταν τεκμηριωμένο. Κατά δεύτερο, η απότομη πτώση των τιμών νορβηγικής πέστροφας στην ιαπωνική αγορά, όπως εξηγείται παραπάνω στο σημείο (71) του αιτιολογικού, μπορεί να έχει σημαντική επίπτωση στο κέρδος που πραγματοποίησε ο νορβηγικός κλάδος παραγωγής κατά την περίοδο ανάλυσης. Η εν λόγω πτώση της τιμής δεν σημειώθηκε ωστόσο στην κοινοτική αγορά πριν από την εμφάνιση εισαγωγών με ντάμπινγκ, εποχή κατά την οποία η κατάσταση όσον αφορά τον ανταγωνισμό ήταν ακόμα κανονική. Ως εκ τούτου, το επιχείρημα ότι η περίοδος ανάλυσης δεν ήταν αντιπροσωπευτική κανονικής ανταγωνιστικής κατάστασης απορρίφθηκε.

    (91) Εντούτοις, με βάση τα αναθεωρημένα στοιχεία σχετικά με την αποδοτικότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, όπως εξηγείται παραπάνω στο σημείο (55) του αιτιολογικού, ένα επίπεδο κέρδους 10% θεωρήθηκε ως κατάλληλο επίπεδο που θα μπορούσε να ελπίζει να επιτύχει ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής εάν δεν υπήρχε επιζήμια πρακτική ντάμπινγκ.

    (92) Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι οι διάφορες ποιότητες του ομοειδούς προϊόντος στην Κοινότητα δεν είχαν εξεταστεί δεόντως, με αποτέλεσμα μια κάποια ασυνέπεια όσον αφορά τις τιμές στόχους.

    (93) Διαπιστώθηκε πράγματι ότι ορισμένες συναλλαγές καταγράφηκαν εσφαλμένα όσον αφορά την ποιότητα λόγω της κακής ερμηνείας ορισμένων τιμολογίων. Συνεπώς όλες οι σχετικές συναλλαγές διορθώθηκαν και πραγματοποιήθηκαν νέοι υπολογισμοί για τον προσδιορισμό των περιθωρίων κατά τα οποία οι τιμές ήταν χαμηλότερες από τις κοινοτικές και των περιθωρίων ζημίας. Επιπλέον, έγιναν διορθώσεις για να ληφθεί υπόψη η ποσόστωση χωρίς δασμούς που χορηγήθηκε στις Νήσους Φερόες.

    (94) Με βάση τα παραπάνω, παρατίθενται τα νέα περιθώρια για την εξουδετέρωση της ζημίας που καθορίστηκαν:

    // Περιθώρια εξουδετέρωσης της ζημίας

    Νορβηγία // 19,9%

    Νήσοι Φερόες //

    P/F Vestsalmon (για εμπορεύματα που παράγονται από την P/F Vestlax) // 43,8%

    P/F PRG Εxport (για εμπορεύματα που παράγονται από την P/F Luna) // 54,4%

    Άλλες συνεργασθείσες εταιρίες // 49,3%

    (95) Επειδή δεν προβλήθηκαν περαιτέρω σχόλια, η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε για τον προσδιορισμό του επιπέδου εξουδετέρωσης της ζημίας, όπως περιγράφεται στα σημεία 121 έως 125 του αιτιολογικού του βασικού κανονισμού, επιβεβαιώνεται.

    2. Μορφή και επίπεδο των δασμών

    (96) Με βάση τα παραπάνω και σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος (4) του βασικού κανονισμού, θα πρέπει να επιβληθούν οριστικά μέτρα αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές καταγωγής Νορβηγίας και Νήσων Φερόες. Τα μέτρα θα πρέπει να επιβληθούν στο επίπεδο των διαπιστωθέντων περιθωρίων ζημίας ή περιθωρίων ντάμπινγκ, όποια είναι χαμηλότερα. Τα εν λόγω μέτρα, όπως και τα προσωρινά μέτρα, πρέπει να λαμβάνουν τη μορφή κατ'αξίαν δασμού.

    (97) Μετά την επιβολή οριστικών μέτρων, η Επιτροπή θα εξετάσει τις εξελίξεις της αγοράς, και ιδίως την επίπτωση της διεύρυνσης της κοινοτικής αγοράς και θα προτείνει μεταβολές της εφαρμογής των μέτρων, εφόσον δικαιολογείται.

    3. Είσπραξη των προσωρινών δασμών

    (98) Δεδομένου του μεγέθους των περιθωρίων ντάμπινγκ που διαπιστώθηκαν και υπό το φως της ζημίας που προκλήθηκε στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, θεωρείται απαραίτητο τα ποσά που είχαν καταβληθεί ως εγγύηση υπό μορφή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ, που επιβλήθηκε με τον προσωρινό κανονισμό, να εισπραχθούν οριστικά στο ποσοστό του οριστικά επιβαλλόμενου δασμού. Στις περιπτώσεις που οι οριστικοί δασμοί είναι υψηλότεροι από τους προσωρινούς, τα ποσά που καταβλήθηκαν ως εγγύηση στο επίπεδο των προσωρινών δασμών θα πρέπει να εισπραχθούν οριστικά.

    (99) Οποιοδήποτε αίτημα σχετικό με την εφαρμογή των εν λόγω ατομικών δασμών αντιντάμπινγκ (π.χ. μετά από αλλαγή της επωνυμίας ενός νομικού προσώπου ή τη σύσταση νέων φορέων παραγωγής ή πωλήσεων) θα πρέπει να απευθύνεται στην Επιτροπή [4] με όλες τις σχετικές πληροφορίες, και ιδίως την τροποποίηση των δραστηριοτήτων της εταιρίας όσον αφορά την παραγωγή, τις εγχώριες πωλήσεις και τις εξαγωγές, που σχετίζονται με, π.χ., την αλλαγή της επωνυμίας ή τη μεταβολή των φορέων παραγωγής και πωλήσεων. Η Επιτροπή, εάν κριθεί σκόπιμο, θα τροποποιήσει, μετά από διαβουλεύσεις με τη συμβουλευτική επιτροπή, τον κανονισμό ενημερώνοντας τον κατάλογο των εταιριών που απολαύουν ατομικών δασμών.

    [4] Eυρωπαϊκή Επιτροπή - Γενική Διεύθυνση Εμπορίου - Διεύθυνση B - J-79 5/17 - Rue de la Loi/Wetstraat 200 - B-1049 Brussels

    4. Αναλήψεις υποχρεώσεων

    (100) Η Επιτροπή με τον κανονισμό αριθ. 117/2004 που τροποποιεί τον προσωρινό κανονισμό αποδέχθηκε την ανάληψη υποχρεώσεων που πρότειναν δύο παραγωγοί-εξαγωγείς στις Νήσους Φερόες. Οι λόγοι για την αποδοχή αυτής της ανάληψης υποχρεώσεων αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό. Το Συμβούλιο αναγνωρίζει ότι οι αναλήψεις υποχρεώσεων καταργούν τη ζημιογόνο επίπτωση του ντάμπινγκ. Επιπλέον, οι εταιρίες θα υποβάλλουν στην Επιτροπή τακτικές και λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με τις εξαγωγές στην Κοινότητα, υπό την προϋπόθεση ότι οι αναλήψεις υποχρεώσεων θα παρακολουθούνται αποτελεσματικά από την Επιτροπή. Υπό αυτές τις συνθήκες, θεωρείται περιορισμένος ο κίνδυνος καταστρατήγησης των συμφωνημένων αναλήψεων υποχρεώσεων.

    (101) Τονίζεται ότι σε περίπτωση υποψίας για καταπάτηση, καταπάτηση ή απόσυρση της ανειλημμένης υποχρέωσης μπορεί να επιβληθεί δασμός αντιντάμπινγκ, σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφοι (9) και (10) του βασικού κανονισμού.

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    Άρθρο 1

    1. Επιβάλλεται οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ιριδίζουσας πέστροφας (Oncorhynchus mykiss), νωπής, διατηρημένης με απλή ψύξη ή κατεψυγμένης, είτε υπό μορφή ολόκληρου ψαριού (με κεφάλι και βράγχια, απεντερωμένο, που ζυγίζει περισσότερο από 1,2 kg το καθένα, ή χωρίς κεφάλι, χωρίς βράγχια και απεντερωμένο, που ζυγίζει περισσότερο από 1 kg το καθένα) ή υπό μορφή φιλέτων (που ζυγίζουν περισσότερο από 0,4 kg το καθένα), η οποία υπάγεται επί του παρόντος στους κωδικούς ΣΟ 0302 11 20, 0303 21 20, 0304 10 15 και 0304 20 15, καταγωγής Νορβηγίας και Νήσων Φερόες.

    2. Ο συντελεστής του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ που εφαρμόζεται στην καθαρή τιμή, ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας, πριν από τον εκτελωνισμό, για τα προϊόντα που περιγράφονται στην παράγραφο 1 και παράγονται από όλες τις εταιρίες της Νορβηγίας, καθορίζεται σε 19,9%. Ο συντελεστής του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ που εφαρμόζεται στην καθαρή τιμή, ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας, πριν από τον εκτελωνισμό, για τα προϊόντα που περιγράφονται στην παράγραφο 1, παράγονται από τις εταιρίες των Νήσων Φερόες και απαριθμούνται παρακάτω, καθορίζεται ως εξής:

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    3. Εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά, εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τους δασμούς.

    Άρθρο 2

    Οι εισαγωγές υπό έναν από τους ακόλουθους πρόσθετους κωδικούς TARIC προϊόντων που παράγονται και πωλούνται άμεσα (ήτοι μεταφέρονται δια πλοίου και τιμολογούνται) από εταιρία που κατονομάζεται παρακάτω σε εταιρία της Κοινότητας που ενεργεί ως εισαγωγέας απαλλάσσονται από τους δασμούς αντιντάμπινγκ που επιβάλλει το άρθρο 1, υπό τον όρο ότι εισάγονται σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 του κανονισμού της Επιτροπής (ΕΚ) αριθ. 1628/2003, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό της Επιτροπής (EΚ) αριθ. 117/2004.

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    Άρθρο 3

    Όσον αφορά τις εισαγωγές του προϊόντος που περιγράφεται στο άρθρο 1 παράγραφος (1) καταγωγής Νορβηγίας και Νήσων Φερόες, τα ποσά που καταβλήθηκαν ως εγγύηση υπό μορφή προσωρινών δασμών αντιντάμπινγκ σύμφωνα με τον κανονισμό της Επιτροπής (ΕΚ) αριθ. 1628/2003 εισπράττονται οριστικά σύμφωνα με τους παρακάτω κανόνες.

    Τα ποσά που καταβλήθηκαν ως εγγύηση καθ'υπέρβαση του οριστικού ύψους του δασμού αποδεσμεύονται. Εφόσον οι οριστικοί δασμοί είναι υψηλότεροι από τους προσωρινούς, εισπράττονται οριστικά μόνο τα ποσά που καταβλήθηκαν ως εγγύηση στο επίπεδο των προσωρινών δασμών.

    Άρθρο 4

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

    Βρυξέλλες,

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    Top