Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32008R0805

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 805/2008 του Συμβουλίου, της 7ης Αυγούστου 2008 , για την κατάργηση των δασμών αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκαν με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 437/2004 σχετικά με τις εισαγωγές ιριδίζουσας πέστροφας καταγωγής Νορβηγίας

    ΕΕ L 217 της 13.8.2008, p. 1–9 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (HR)

    Legal status of the document In force

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2008/805/oj

    13.8.2008   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    L 217/1


    ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 805/2008 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

    της 7ης Αυγούστου 2008

    για την κατάργηση των δασμών αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκαν με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 437/2004 σχετικά με τις εισαγωγές ιριδίζουσας πέστροφας καταγωγής Νορβηγίας

    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

    τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1) (εφεξής ο «βασικός κανονισμός»), και ιδίως το άρθρο 9 και το άρθρο 11 παράγραφος 3,

    την πρόταση που υπέβαλε η Επιτροπή κατόπιν διαβουλεύσεων με τη συμβουλευτική επιτροπή,

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    Α.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

    1.   Ισχύοντα μέτρα

    (1)

    Κατόπιν έρευνας αντιντάμπινγκ (η «αρχική έρευνα»), το Συμβούλιο επέβαλε, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 437/2004 (2), οριστικό δασμό αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ιριδίζουσας πέστροφας («LRT» ή «το υπό εξέταση προϊόν» όπως ορίζεται στην αιτιολογική σκέψη 19 κατωτέρω) καταγωγής Νορβηγίας. Ο οριστικός δασμός επιβλήθηκε υπό τη μορφή εθνικού δασμού κατ’ αξία με συντελεστή 19,9 % («τα ισχύοντα μέτρα»).

    2.   Αίτηση επανεξέτασης και έναρξη διαδικασίας

    (2)

    Στις 12 Μαρτίου 2007 η Επιτροπή έλαβε αίτηση μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης που υποβλήθηκε από αρκετούς παραγωγούς και εξαγωγείς LRT: δηλαδή τις εταιρείες Sjøtroll Havbruk AS, Lerøy Fossen AS, Firda Sjøfarmer AS, Coast Seafood AS, Hallvard Lerøy AS και Sirena Norway AS («οι αιτούντες»), σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού.

    (3)

    Οι αιτούντες προσκόμισαν αποδεικτικά στοιχεία που εκ πρώτης όψεως δείχνουν ότι έχει μεταβληθεί η βάση στην οποία στηρίχθηκαν τα μέτρα και ότι η αλλαγή αυτή έχει μόνιμο χαρακτήρα. Οι αιτούντες υποστήριξαν και προσκόμισαν αποδεικτικά στοιχεία που εκ πρώτης όψεως δείχνουν ότι οι τιμές που εφαρμόζουν για την εξαγωγή του υπό εξέταση προϊόντος στην Κοινότητα έχουν αυξηθεί σημαντικά και είναι αισθητά υψηλότερες από τις εγχώριες τιμές και το κόστος παραγωγής στη Νορβηγία. Οι αιτούντες ισχυρίστηκαν επίσης ότι αυτό θα οδηγούσε σε μείωση του ντάμπινγκ πολύ κάτω από το όριο των ισχυόντων μέτρων και, συνεπώς, η συνέχιση της επιβολής μέτρων στο ισχύον επίπεδο δεν είναι πλέον αναγκαία για την αντιστάθμιση του ντάμπινγκ. Τα εν λόγω στοιχεία θεωρήθηκαν επαρκή ώστε να δικαιολογηθεί η κίνηση της διαδικασίας.

    (4)

    Ως εκ τούτου, κατόπιν διαβούλευσης με τη συμβουλευτική επιτροπή, η Επιτροπή ανήγγειλε την 15η Μαΐου 2007, με ανακοίνωση που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (3), την έναρξη μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης των ισχυόντων μέτρων αντιντάμπινγκ που εφαρμόζονται στις εισαγωγές ιριδίζουσας πέστροφας καταγωγής Νορβηγίας σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού («ανακοίνωση έναρξης διαδικασίας»).

    (5)

    Η εν λόγω επανεξέταση περιορίστηκε στην πρακτική ντάμπινγκ και είχε σκοπό να αξιολογήσει εάν πρέπει να συνεχιστούν, να καταργηθούν ή να τροποποιηθούν τα υφιστάμενα μέτρα.

    3.   Ενδιαφερόμενα μέρη της διαδικασίας

    (6)

    Η Επιτροπή ενημέρωσε επίσημα όλους τους γνωστούς παραγωγούς-εξαγωγείς της Νορβηγίας, τους εμπόρους, τους εισαγωγείς και τις ενώσεις που είναι γνωστό ότι ενδιαφέρονται, και τους αντιπροσώπους του Βασιλείου της Νορβηγίας, για την έναρξη της διαδικασίας. Δόθηκε η ευκαιρία στα ενδιαφερόμενα μέρη να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν να γίνουν δεκτά σε ακρόαση εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στην ανακοίνωση έναρξης της διαδικασίας.

    4.   Δειγματοληψία

    (7)

    Το σημείο 5 α) της ανακοίνωσης για την έναρξη της διαδικασίας αναφέρει ότι η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να εφαρμόσει την τεχνική της δειγματοληψίας σύμφωνα με το άρθρο 17 του βασικού κανονισμού. Απαντώντας στην αίτηση βάσει του σημείου 5 α) i) της ανακοίνωσης για την έναρξη της έρευνας, 298 εταιρείες, οι οποίες αντιπροσωπεύουν το 70 % των αδειών παραγωγής που χρησιμοποιήθηκαν κατά την ΠΕ, παρείχαν τις αιτούμενες πληροφορίες εντός της καθορισθείσας προθεσμίας. Από αυτές οι 123 ήταν εξαγωγείς ή/και παραγωγοί ιριδίζουσας πέστροφας. Οι εξαγωγές πραγματοποιούνταν είτε άμεσα είτε μέσω συνδεδεμένων και ανεξάρτητων εμπόρων.

    (8)

    Λόγω του μεγάλου αριθμού των εμπλεκόμενων εταιρειών, αποφασίστηκε να γίνει χρήση των διατάξεων περί δειγματοληψίας και, για το λόγο αυτό, επελέγη ένα δείγμα εταιρειών παραγωγής, με τον υψηλότερο όγκο εξαγωγών στην Κοινότητα (παραγωγοί-εξαγωγείς), σε συνεννόηση με τους εκπροσώπους του νορβηγικού κλάδου παραγωγής.

    (9)

    Σύμφωνα με το άρθρο 17 του βασικού κανονισμού, το επιλεγέν δείγμα κάλυψε τον μεγαλύτερο αντιπροσωπευτικό όγκο εξαγωγών που είναι ευλόγως δυνατόν να ερευνηθούν εντός του διαθέσιμου χρονικού διαστήματος.

    (10)

    Αιτήσεις για τον καθορισμό ατομικού περιθωρίου ντάμπινγκ υποβλήθηκαν από εταιρείες που δεν είχαν επιλεγεί για τη δειγματοληψία. Ωστόσο, λόγω του μεγάλου αριθμού αιτήσεων και των εταιρειών που επελέγησαν για τη δειγματοληψία, θεωρήθηκε ότι η ατομική εξέταση θα ήταν υπερβολικά επαχθής, κατά την έννοια του άρθρου 17 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, και θα παρεμπόδιζε την έγκαιρη ολοκλήρωση της έρευνας. Ως εκ τούτου, οι αιτήσεις για τον καθορισμό ατομικών περιθωρίων ντάμπινγκ απορρίφθηκαν.

    (11)

    Ένας από τους παραγωγούς-εξαγωγείς που επελέγη για τη δειγματοληψία δήλωσε ότι δεν μπορούσε να συμπληρώσει το ερωτηματολόγιο αντιντάμπινγκ. Κατά συνέπεια, ο εν λόγω παραγωγός-εξαγωγέας αποκλείστηκε από το δείγμα και τα πορίσματα που τον αφορούσαν βασίστηκαν στα διαθέσιμα πραγματικά περιστατικά, σύμφωνα με το άρθρο 18 του βασικού κανονισμού.

    (12)

    Η έρευνα έδειξε επίσης ότι δύο άλλοι παραγωγοί-εξαγωγείς που είχαν συμπεριληφθεί στο δείγμα δεν είχαν εξάγει το υπό εξέταση προϊόν που παρήγαν οι ίδιοι ή οι συνδεδεμένες εταιρείες τους στην Κοινότητα κατά την περίοδο έρευνας της επανεξέτασης (ΠΕΕ). Επομένως, δεδομένου ότι δεν υπήρχε καμία διαθέσιμη τιμή εξαγωγής, δεν ήταν δυνατό να καθοριστεί περιθώριο ντάμπινγκ για τους εν λόγω παραγωγούς-εξαγωγείς.

    (13)

    Οι τρεις παραγωγοί εξαγωγείς που συμπεριλήφθησαν στο τελικό δείγμα αντιστοιχούν στο 33 % περίπου των νορβηγικών εξαγωγών LRT στην Κοινότητα και στο 31 % του όγκου παραγωγής της Νορβηγίας κατά την ΠΕΕ, ποσοστό το οποίο θεωρήθηκε αντιπροσωπευτικό.

    (14)

    Όσον αφορά τους εισαγωγείς, για να μπορέσει η Επιτροπή να αποφασίσει αν ήταν αναγκαία η δειγματοληψία, στο σημείο 5 α) ii) της ανακοίνωσης για την έναρξη της διαδικασίας κλήθηκαν οι εισαγωγείς της Κοινότητας να υποβάλουν τις πληροφορίες που ορίζονται στο εν λόγω τμήμα. Μόνο τρεις εισαγωγείς της Κοινότητας απάντησαν στο έντυπο δειγματοληψίας. Λόγω του μικρού αριθμού των εισαγωγέων που συνεργάστηκαν, δεν απαιτήθηκε δειγματοληψία στην προκειμένη περίπτωση.

    (15)

    Η Επιτροπή ζήτησε και επαλήθευσε όλες τις πληροφορίες που έκρινε αναγκαίες για τον προσδιορισμό του ντάμπινγκ. Προς τούτο, η Επιτροπή κάλεσε όλα τα γνωστά ως ενδιαφερόμενα μέρη και όλα τα άλλα μέρη που αναγγέλθηκαν εντός της προθεσμίας που ορίστηκε στην ανακοίνωση έναρξης της διαδικασίας να συνεργαστούν στην παρούσα διαδικασία και να συμπληρώσουν τα σχετικά ερωτηματολόγια.

    (16)

    Η Επιτροπή πραγματοποίησε επιτόπιες επαληθεύσεις στις εγκαταστάσεις των ακόλουθων εταιρειών:

    α)

    Παραγωγοί στη Νορβηγία

    Marine Harvest AS, Bergen, Νορβηγία

    Hallvard Lerøy AS, Bergen, Νορβηγία

    Sjøtroll Havbruk AS, Bekkjarvik, Νορβηγία

    Sjøtroll Havbruk AS, Bekkjarvik, Νορβηγία

    Hyen Laks AS, Hyen, Νορβηγία

    β)

    Συνδεδεμένοι έμποροι στη Νορβηγία

    Coast Seafood AS, Måløy, Νορβηγία

    Skaar Norway AS, Florø, Νορβηγία

    (17)

    Έγινε ακρόαση όλων των ενδιαφερόμενων μερών που υπέβαλαν σχετική αίτηση και απέδειξαν ότι είχαν ειδικούς λόγους για να γίνουν δεκτά σε ακρόαση.

    5.   Περίοδος έρευνας

    (18)

    Η έρευνα της πρακτικής ντάμπινγκ κάλυψε την περίοδο από την 1η Απριλίου 2006 έως την 31η Μαρτίου 2007 («περίοδος έρευνας επανεξέτασης» ή «ΠΕΕ»).

    B.   ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΟΜΟΕΙΔΕΣ ΠΡΟΪΟΝ

    1.   Υπό εξέταση προϊόν

    (19)

    Το υπό εξέταση προϊόν είναι το ίδιο με αυτό της αρχικής έρευνας, δηλαδή ιριδίζουσα πέστροφα (Oncorhynchus Mykiss) είτε νωπή, διατηρημένη σε απλή ψύξη ή κατεψυγμένη, είτε υπό μορφή ολόκληρων ψαριών (με τα κεφάλια και τα βράγχια επάνω, εξεντερισμένη, που ζυγίζει περισσότερο από 1,2 κιλά η καθεμία, χωρίς βράγχια, εξεντερισμένη που ζυγίζει περισσότερο από 1 κιλό η καθεμία), είτε υπό μορφή φιλέτων (που ζυγίζουν πάνω από 0,4 κιλά η καθεμία) καταγωγής Νορβηγίας («το υπό εξέταση προϊόν»).

    (20)

    Το υπό εξέταση προϊόν υπάγεται επί του παρόντος στους κωδικούς ΣΟ 0302 11 20, 0303 21 20, 0304 19 15 και 0304 29 15, που αντιστοιχούν σε διάφορες τυποποιήσεις του προϊόντος (ψάρι νωπό ή απλής ψύξεως, φιλέτα νωπά ή απλής ψύξεως, κατεψυγμένο ψάρι και κατεψυγμένα φιλέτα).

    2.   Ομοειδές προϊόν

    (21)

    Όπως αποδείχθηκε κατά την αρχική έρευνα και επιβεβαιώθηκε κατά την παρούσα έρευνα, το υπό εξέταση προϊόν και το προϊόν που παράγεται και πωλείται στην εγχώρια αγορά της Νορβηγίας διαπιστώθηκε ότι έχουν τα ίδια βασικά φυσικά χαρακτηριστικά και την ίδια χρήση. Ως εκ τούτου, θεωρήθηκαν ομοειδή προϊόντα κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού. Καθότι η παρούσα επανεξέταση περιορίζεται στο ντάμπινγκ, δεν εξήχθησαν συμπεράσματα σχετικά με το προϊόν που παράγεται και πωλείται από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής στην κοινοτική αγορά.

    Γ.   ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

    1.   Γενικά

    (22)

    Οι νορβηγοί παραγωγοί ιριδίζουσας πέστροφας πωλούσαν το υπό εξέταση προϊόν στην Κοινότητα είτε άμεσα είτε μέσω συνδεδεμένων και μη συνδεδεμένων εμπόρων. Η τιμή εξαγωγής υπολογίστηκε με βάση μόνο τις προοριζόμενες για την κοινοτική αγορά αναγνωρίσιμες πωλήσεις που πραγματοποιήθηκαν άμεσα ή μέσω παραγωγών-εξαγωγέων εγκατεστημένων στη Νορβηγία που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα.

    2.   Κανονική αξία

    (23)

    Προκειμένου να καθοριστεί η κανονική αξία, η Επιτροπή εξακρίβωσε κατ’ αρχάς για κάθε παραγωγό-εξαγωγέα του δείγματος αν οι συνολικές εγχώριες πωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος ήταν αντιπροσωπευτικές σε σχέση με τις συνολικές εξαγωγικές πωλήσεις της προς την Κοινότητα. Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, οι εγχώριες πωλήσεις θεωρήθηκαν αντιπροσωπευτικές όταν ο συνολικός όγκος τους για κάθε παραγωγό-εξαγωγέα αντιστοιχούσε τουλάχιστον στο 5 % του συνολικού όγκου των εξαγωγικών του πωλήσεων στην Κοινότητα.

    (24)

    Προκειμένου να διαπιστωθεί αν οι εγχώριες πωλήσεις ήταν αντιπροσωπευτικές, οι πωλήσεις σε μη συνδεδεμένους εμπόρους εγκατεστημένους στη Νορβηγία κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ δεν λήφθηκαν υπόψη, καθότι δεν θα μπορούσε να εξακριβωθεί με βεβαιότητα ο τελικός προορισμός αυτών των πωλήσεων. Πράγματι, η έρευνα έδειξε ότι αυτές οι πωλήσεις προορίζονταν κατ’ εξοχήν για εξαγωγή στις αγορές τρίτων χωρών και, συνεπώς, δεν πραγματοποιήθηκαν για εγχώρια κατανάλωση.

    (25)

    Στη συνέχεια η Επιτροπή καθόρισε τους τύπους του προϊόντος που πωλούσαν στην εγχώρια αγορά οι εταιρείες με συνολικά αντιπροσωπευτικές εγχώριες πωλήσεις, οι οποίοι ήταν ίδιοι ή άμεσα συγκρίσιμοι με τους τύπους που πωλούσαν για εξαγωγή στην Κοινότητα.

    (26)

    Θεωρήθηκε ότι οι εγχώριες πωλήσεις ενός συγκεκριμένου τύπου προϊόντος είναι αρκετά αντιπροσωπευτικές εφόσον ο όγκος του εν λόγω τύπου προϊόντος που πωλήθηκε στην εγχώρια αγορά κατά την περίοδο έρευνας της επανεξέτασης αντιπροσωπεύει 5 % ή περισσότερο του συνολικού όγκου του συγκρίσιμου τύπου προϊόντος που πωλήθηκε προς εξαγωγή στην Κοινότητα.

    (27)

    Εξετάστηκε επίσης αν μπορούσε να θεωρηθεί ότι οι εγχώριες πωλήσεις κάθε τύπου του υπό εξέταση προϊόντος στην εγχώρια αγορά σε αντιπροσωπευτικές ποσότητες πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο των συνήθων εμπορικών πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού. Αυτό έγινε με υπολογισμό του ποσοστού των κερδοφόρων πωλήσεων κάθε εξαγόμενου τύπου του προϊόντος σε ανεξάρτητους πελάτες, στην εγχώρια αγορά κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας επανεξέτασης, ως ακολούθως:

    (28)

    Όταν ο όγκος των πωλήσεων ενός τύπου του προϊόντος που πραγματοποιήθηκαν με καθαρή τιμή πώλησης μεγαλύτερη ή ίση με το υπολογισμένο κόστος παραγωγής αντιπροσώπευε άνω του 80 % του συνολικού όγκου πωλήσεων αυτού του τύπου και όταν η σταθμισμένη μέση τιμή αυτού του τύπου ήταν μεγαλύτερη ή ίση με το κόστος παραγωγής, η κανονική αξία βασίστηκε στις πραγματικές εγχώριες τιμές. Η τιμή αυτή υπολογίστηκε ως ο σταθμισμένος μέσος όρος όλων των εγχώριων τιμών αυτού του τύπου κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ, ανεξαρτήτως εάν οι τιμές αυτές ήταν επικερδείς ή όχι.

    (29)

    Όταν ο όγκος των επικερδών πωλήσεων ενός τύπου του προϊόντος αντιπροσώπευε το 80 % ή λιγότερο του συνολικού όγκου των πωλήσεων αυτού του τύπου ή όταν η σταθμισμένη μέση τιμή αυτού του τύπου ήταν χαμηλότερη από το κόστος παραγωγής, η κανονική αξία βασίστηκε στην πραγματική εγχώρια τιμή, η οποία υπολογίστηκε ως ο σταθμισμένος μέσος όρος των επικερδών πωλήσεων μόνο αυτού του τύπου, εφόσον οι πωλήσεις αυτές αντιπροσώπευαν το 10 % ή περισσότερο του συνολικού όγκου των πωλήσεων αυτού του τύπου.

    (30)

    Στις περιπτώσεις που ο όγκος των επικερδών πωλήσεων οποιουδήποτε τύπου προϊόντος αντιπροσώπευε ποσοστό κατώτερο του 10 % του συνολικού όγκου των πωλήσεων του εν λόγω τύπου, θεωρήθηκε ότι η εγχώρια τιμή του συγκεκριμένου τύπου δεν μπορεί να αποτελέσει κατάλληλη βάση για τον καθορισμό της κανονικής αξίας.

    (31)

    Στις περιπτώσεις που οι εγχώριες τιμές πώλησης ενός συγκεκριμένου τύπου του προϊόντος από έναν παραγωγό-εξαγωγέα δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τον καθορισμό της κανονικής αξίας, έπρεπε να εφαρμοστεί κάποια άλλη μέθοδος.

    (32)

    Για το σκοπό αυτό, εξετάστηκε αν ήταν δυνατό να καθοριστεί η κανονική αξία βάσει των εγχώριων τιμών άλλων νορβηγών παραγωγών, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού. Δεδομένου ότι, στη συγκεκριμένη περίπτωση, οι εταιρικές δομές των ομίλων που επελέγησαν για τη δειγματοληψία ήταν εξαιρετικά πολύπλοκες και διέφεραν πολύ μεταξύ τους, γεγονός που κατά πάσα πιθανότητα είχε αντίκτυπο στην τιμή πώλησης του παραγωγού-εξαγωγέα στην εγχώρια αγορά, θεωρήθηκε ότι, στην περίπτωση αυτή, η χρήση των τιμών πώλησης άλλων παραγωγών δεν ήταν ενδεδειγμένη, διότι με τον τρόπο αυτό δεν θα προέκυπταν πιο αξιόπιστα αποτελέσματα από αυτά που θα προέρχονταν εάν χρησιμοποιούνταν τα στοιχεία του ίδιου του παραγωγού-εξαγωγέα. Κατά συνέπεια, η κανονική αξία έπρεπε να κατασκευαστεί σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού.

    (33)

    Η κανονική αξία κατασκευάστηκε προσθέτοντας στο κόστος παραγωγής των εξαγόμενων τύπων του παραγωγού-εξαγωγέα, κατόπιν των τυχόν αναγκαίων προσαρμογών, ένα εύλογο ποσό για τα γενικά και διοικητικά έξοδα και τα έξοδα πώλησης (ΓΔΕΠ) και ένα εύλογο περιθώριο κέρδους.

    (34)

    Σε όλες τις περιπτώσεις τα ΓΔΕΠ και το κέρδος καθορίστηκαν με βάση τις μεθόδους που προβλέπονται στο άρθρο 2 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού. Προς τούτο, η Επιτροπή εξέτασε αν τα ΓΔΕΠ που επωμίστηκε και τα κέρδη που πραγματοποίησε καθένας από τους εν λόγω παραγωγούς-εξαγωγείς στην εγχώρια αγορά αποτελούσαν αξιόπιστα δεδομένα.

    (35)

    Κανένας από τους εν λόγω τρεις παραγωγούς-εξαγωγείς για τους οποίους χρειάστηκε να κατασκευαστεί η κανονική αξία δεν είχε αντιπροσωπευτικές εγχώριες πωλήσεις. Συνεπώς, δεν ήταν δυνατό να χρησιμοποιηθεί η μέθοδος που περιγράφεται στην εισαγωγική φράση του άρθρου 2 παράγραφος 6.

    (36)

    Δεδομένου ότι οι άλλοι παραγωγοί-εξαγωγείς είχαν αντιπροσωπευτικές εγχώριες πωλήσεις κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις, τα ΓΔΕΠ και το κέρδος του συγκεκριμένου παραγωγού-εξαγωγέα καθορίστηκαν σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, δηλαδή βάσει του σταθμισμένου μέσου όρου των πραγματικών ποσών που καθορίστηκαν για άλλους εξαγωγείς ή παραγωγούς που υπόκεινται σε έρευνα όσον αφορά την παραγωγή και τις πωλήσεις ομοειδούς προϊόντος στην εγχώρια αγορά της χώρας καταγωγής.

    3.   Τιμή εξαγωγής

    (37)

    Σε όλες τις περιπτώσεις στις οποίες το υπό εξέταση προϊόν εξήχθη σε ανεξάρτητους πελάτες στην Κοινότητα, η τιμή εξαγωγής καθορίστηκε σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού, δηλαδή με βάση τις πράγματι πληρωθείσες ή πληρωτέες τιμές εξαγωγές.

    (38)

    Στις περιπτώσεις που οι εξαγωγικές πωλήσεις πραγματοποιήθηκαν μέσω συνδεδεμένων εισαγωγέων, η τιμή εξαγωγής κατασκευάστηκε, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού, με βάση την τιμή στην οποία μεταπωλήθηκαν για πρώτη φορά τα εισαχθέντα προϊόντα σε ανεξάρτητο αγοραστή, δεόντως προσαρμοσμένη για να ληφθούν υπόψη όλα τα έξοδα που σημειώθηκαν μεταξύ εισαγωγής και μεταπώλησης, καθώς και εύλογο περιθώριο για τα ΓΔΕΠ και τα κέρδη. Προς τούτο, χρησιμοποιήθηκαν τα πραγματικά ΓΔΕΠ των συνδεδεμένων εισαγωγέων κατά την ΠΕΕ. Όσον αφορά το κέρδος, καθορίστηκε βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών και ελλείψει άλλων πιο αξιόπιστων πληροφοριών, ότι περιθώριο κέρδους 2 % θεωρήθηκε εύλογο για έναν εισαγωγέα δραστηριοποιούμενο στον εν λόγω επιχειρηματικό τομέα.

    (39)

    Όπως προαναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 24, στις περιπτώσεις στις οποίες πραγματοποιήθηκαν πωλήσεις μέσω μη συνδεδεμένων εμπόρων, δεν ήταν δυνατό να καθοριστεί με βεβαιότητα ο τελικός προορισμός του εξαγόμενου προϊόντος. Συνεπώς, ήταν αδύνατο να καθοριστεί αν μια συγκεκριμένη πώληση πραγματοποιήθηκε σε πελάτη εντός της Κοινότητας ή σε άλλη τρίτη χώρα και έτσι αποφασίστηκε να μη ληφθούν υπόψη οι πωλήσεις σε μη συνδεδεμένους εμπόρους.

    4.   Σύγκριση

    (40)

    Η κανονική αξία και οι τιμές εξαγωγής συγκρίθηκαν σε επίπεδο εκ του εργοστασίου.

    (41)

    Για να εξασφαλιστεί η δίκαιη σύγκριση μεταξύ της κανονικής αξίας και της τιμής εξαγωγής, πραγματοποιήθηκαν οι δέουσες αναπροσαρμογές ώστε να ληφθούν υπόψη οι διαφορές που επηρεάζουν τόσο τις τιμές όσο και τη συγκρισιμότητα των τιμών σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού. Έγιναν οι κατάλληλες αναπροσαρμογές σε όλες τις περιπτώσεις όπου θεωρήθηκαν εύλογες, ακριβείς και υποστηριζόμενες από επαληθευμένα στοιχεία. Στο πλαίσιο αυτό, πραγματοποιήθηκαν αναπροσαρμογές για να ληφθούν υπόψη οι εκπτώσεις, οι προμήθειες, τα μεταφορικά έξοδα, το κόστος ασφάλισης, διεκπεραίωσης και φόρτωσης, και τα πρόσθετα έξοδα, το κόστος συσκευασίας, το πιστωτικό κόστος και οι εισαγωγικοί δασμοί.

    5.   Περιθώρια ντάμπινγκ

    5.1.   Εταιρείες που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα

    (42)

    Για τους παραγωγούς-εξαγωγείς που περιλήφθηκαν στο δείγμα υπολογίστηκε ατομικό περιθώριο ντάμπινγκ. Για τις εταιρείες αυτές η σταθμισμένη μέση κανονική αξία κάθε τύπου του υπό εξέταση προϊόντος που εξήχθη στην Κοινότητα συγκρίθηκε με τη μέση σταθμισμένη τιμή εξαγωγής του αντίστοιχου τύπου του υπό εξέταση προϊόντος, όπως προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφος 11 του βασικού κανονισμού.

    (43)

    Βάσει των ανωτέρω, τα περιθώρια ντάμπινγκ των εταιρειών που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα εκφρασμένα ως εκατοστιαίο ποσοστό επί της καθαρής τιμής CIF, ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας, πριν από την καταβολή δασμού, έχουν ως εξής:

    Marine Harvest AS

    –12,1 %

    Hallvard Lerøy AS

    –3,3 %

    Sjøtroll Havbruk AS

    0,6 %

    5.2.   Εθνικό περιθώριο ντάμπινγκ

    (44)

    Δεδομένου ότι τα περιθώρια ντάμπινγκ που καθορίστηκαν για όλες τις εταιρείες που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα ήταν de minimis και η συνεργασία τους στην έρευνα ήταν πολύ μεγάλη, το εθνικό περιθώριο ντάμπινγκ θεωρήθηκε επίσης de minimis.

    Δ.   ΔΙΑΡΚΗΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΒΟΛΗΣ ΤΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ

    1.   Γενικά

    (45)

    Εξετάστηκε περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, εάν οι συνθήκες κατά την ΠΕΕ, δηλαδή τα περιθώρια ντάμπινγκ όπως αναφέρονται ανωτέρω, έχουν διαρκή χαρακτήρα. Για το σκοπό αυτό, εξετάστηκαν ιδιαίτερα οι εξής πτυχές: i) η πιθανή εξέλιξη της κανονικής αξίας, ii) η εξέλιξη του όγκου παραγωγής στη Νορβηγία και iii) η εξέλιξη της κατανάλωσης LRT στην κοινοτική αγορά, iv) η εξέλιξη των τιμών και των όγκων εξαγωγών σε αγορές τρίτων χωρών καθώς και v) η εξέλιξη των τιμών και των όγκων εξαγωγών στην Κοινότητα.

    2.   Καθορισμός της κανονικής αξίας

    (46)

    Για να καθοριστεί η πιθανή εξέλιξη της κανονικής αξίας και, δεδομένου ότι οι κανονικές τιμές που καθορίστηκαν κατά την ΠΕΕ είχαν κατασκευαστεί κυρίως με βάση το κόστος παραγωγής του παραγωγού-εξαγωγέα με τον μεγαλύτερο όγκο εξαγωγών στην ΕΚ, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφοι 3 και 6 του βασικού κανονισμού, κρίθηκε σκόπιμο να εξεταστεί η πιθανή εξέλιξη του κόστους παραγωγής στη Νορβηγία ως υποκατάστατου των εγχώριων τιμών.

    (47)

    Στο πλαίσιο αυτό, εξετάστηκαν αρκετοί παράγοντες που επηρεάζουν το επίπεδο του κόστους ανά μονάδα, όπως το κόστος των ζωοτροφών, το κόστος των ιχθυδίων και ο αντίκτυπος των διαδικασιών ενοποίησης του νορβηγικού κλάδου LRT. Πρώτον, η έρευνα έδειξε ότι τα δύο βασικά στοιχεία κόστους, το κόστος των ζωοτροφών και το κόστος των ιχθυδίων, τα οποία αντιστοιχούν στο 60 % του συνολικού κόστους, σημείωσαν μείωση από την περίοδο της αρχικής έρευνας και μετά και σταθεροποιήθηκαν από την ΠΕΕ και μετά. Δεν εντοπίστηκαν ενδείξεις ότι τα στοιχεία αυτά θα παρουσίαζαν σημαντικές διακυμάνσεις στο άμεσο μέλλον. Αυτό επιβεβαιώθηκε από τους καταλόγους των τιμών των ζωοτροφών για το πρώτο τρίμηνο του 2008 που εξετάστηκαν κατά την έρευνα. Δεύτερον, η διαδικασία ενοποίησης του κλάδου συνέβαλε επίσης στη μείωση του κόστους, διότι δημιουργήθηκαν οικονομίες κλίμακας. Συνεπώς, το συνολικό κόστος παραγωγής μειώθηκε κατά περίπου 12 % μεταξύ της αρχικής έρευνας και της ΠΕΕ. Αναμένεται ότι το συνολικό κόστος θα σταθεροποιηθεί τώρα στα επίπεδα που βρισκόταν κατά την ΠΕΕ.

    (48)

    Επειδή οι κανονικές αξίες που καθορίστηκαν κατά την ΠΕΕ δεν ήταν πάντα κατασκευασμένες, εξετάστηκε εάν οι τιμές των εγχώριων πωλήσεων είναι πιθανόν να παραμείνουν στο ίδιο επίπεδο όπως κατά την ΠΕΕ. Δεν υπήρχαν διαθέσιμα στοιχεία για τις εγχώριες τιμές της Νορβηγίας μετά την ΠΕΕ. Αν και παρατηρήθηκε ότι, με βάση τα δημοσιοποιημένα στατιστικά στοιχεία που εμφανίζουν τις εξελίξεις των τιμών κατά τα τελευταία χρόνια, οι εγχώριες τιμές στη Νορβηγία και οι τιμές εξαγωγής στην Κοινότητα βρίσκονταν σε παρόμοια επίπεδα και ακολούθησαν σε γενικές γραμμές την ίδια τάση, δεν μπόρεσαν να εξαχθούν ουσιαστικά συμπεράσματα σχετικά με το θέμα αυτό. Συνεπώς, ήταν δύσκολο να προβλεφθεί κατά πόσον οι εγχώριες τιμές όντως θα εξελιχθούν στο μέλλον, αλλά θα μπορούσε να συναχθεί ότι θα ακολουθήσουν παρόμοια τάση με τις τιμές εξαγωγής στην Κοινότητα.

    (49)

    Συμπερασματικά, λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, δεν θεωρείται πιθανή μια σημαντική αύξηση του κόστους παραγωγής στο ορατό μέλλον. Από την άλλη, η ανάλυση της κανονικής αξίας, όταν βασίζεται σε εγχώριες τιμές, δεν έδειξε σαφή εικόνα ως προς τις μελλοντικές εξελίξεις. Επομένως, αν και δεν μπορούν να εξαχθούν γενικά οριστικά συμπεράσματα, υπάρχει η ένδειξη ότι η κανονική αξία δεν είναι πιθανό να αυξηθεί σημαντικά στο ορατό μέλλον.

    (50)

    Ύστερα από την κοινοποίηση, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής (ΚΚΠ) ισχυρίστηκε ότι τα συμπεράσματα όσον αφορά το κόστος των ζωοτροφών και των ιχθυδίων ενδέχεται να είναι λανθασμένα. Ο ΚΚΠ ισχυρίστηκε ότι οι τιμές των ζωοτροφών στη Φινλανδία είχαν αυξηθεί κατά 36 % μεταξύ 2001 και 2008 και ότι οι η εξέλιξη των τιμών των ζωοτροφών στη Νορβηγία ακολουθούσε την ίδια τάση. Ο ΚΚΠ ισχυρίστηκε επίσης ότι η τιμή των συστατικών των ζωοτροφών αυξήθηκε δραματικά κατά την ΠΠΕ και μετά την ολοκλήρωσή της, γεγονός που δείχνει ότι υπήρξε αύξηση του κόστους παραγωγής LRT στη Νορβηγία.

    (51)

    Δεδομένου ότι οι ισχυρισμοί για τις τιμές των ζωοτροφών στη Φινλανδία δεν υποστηρίζονται από δημόσια ή επαληθεύσιμα στοιχεία, απορρίφθηκαν. Όσον αφορά την τιμή των συστατικών των ζωοτροφών, δεν αμφισβητείται ότι μπορεί να αυξήθηκε. Ωστόσο, δεδομένης της δυνατότητας υποκατάστασης μεταξύ διαφορετικών συστατικών ζωοτροφών (συνήθως ορισμένα ακριβότερα συστατικά μπορούν να αντικατασταθούν με φθηνότερα), αναμένεται ότι ακόμα και αν το κόστος ορισμένων συστατικών ζωοτροφών αυξηθεί, αυτό δεν θα έχει άμεσο γραμμικό αντίκτυπο στο γενικό κόστος των ζωοτροφών (και συνεπώς στο συνολικό κόστος παραγωγής), δηλαδή αν υπάρξει κάποια αύξηση του συνολικού κόστους των ζωοτροφών, η αύξηση αυτή θα πραγματοποιηθεί με σημαντικά πιο αργό ρυθμό.

    (52)

    Ο ΚΚΠ ισχυρίστηκε επίσης ότι οι νορβηγικές στατιστικές έδειξαν ότι το κόστος ανά μονάδα των ιχθυδίων αυξήθηκε κατά 15,7 % μεταξύ 2003 και 2006. Οι ίδιες στατιστικές έδειξαν επίσης ότι, εάν εξετάσουμε ένα μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, το κόστος των ιχθυδίων παρουσίασε διακύμανση κατά τα τελευταία δέκα χρόνια και συνολικά δεν παρουσίασε σημαντική αύξηση. Επίσης, πρέπει να επισημανθεί ότι το μέσο κόστος των ιχθυδίων που υποβλήθηκε από τον ΚΚΠ δεν αναφέρεται στο μέσο βάρος των ιχθυδίων, το οποίο, ωστόσο, είναι αναγκαίο για την ουσιαστική αξιολόγηση του κόστους αυτού. Δεδομένων των παραπάνω, τα επιχειρήματα που επεσήμανε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής σχετικά με το κόστος των ζωοτροφών και των ιχθυδίων δεν ελήφθησαν υπόψη και, επομένως, επιβεβαιώνονται τα συμπεράσματα της αιτιολογικής σκέψης 49.

    3.   Εξέλιξη των όγκων παραγωγής στη Νορβηγία

    (53)

    Αντίθετα με τα επιχειρήματα που επικαλέστηκαν τα ενδιαφερόμενα μέρη της Νορβηγίας, η έρευνα αποκάλυψε ότι ο όγκος παραγωγής του προϊόντος στη Νορβηγία είναι πιθανό να αυξηθεί περαιτέρω στο εγγύς μέλλον. Αν και φαίνεται ότι δύο μείζονες νορβηγοί παραγωγοί του υπό εξέταση προϊόντος έχουν όντως αποφασίσει να σταματήσουν την παραγωγή του υπό εξέταση προϊόντος, η έρευνα αποκάλυψε επίσης ότι άλλοι παραγωγοί που εκτρέφουν ταυτόχρονα ιριδίζουσα πέστροφα και σολομό σχεδίαζαν να σταματήσουν την παραγωγή του σολομού και να επικεντρωθούν στην παραγωγή ιριδίζουσας πέστροφας.

    (54)

    Οι άδειες παραγωγής που χορηγούνται από την κυβέρνηση της Νορβηγίας καλύπτουν τόσο το υπό εξέταση προϊόν (LRT) όσο και τον σολομό και περιορίζουν τον όγκο παραγωγής των δύο αυτών προϊόντων. Αν και δεν αναμένεται να εκδοθούν νέες άδειες πριν από το 2009, οι επιμέρους παραγωγοί μπορούν να αποφασίσουν να μεταβούν βάσει της ίδιας άδειας από την παραγωγή σολομού στην παραγωγή LRT (και αντιστρόφως). Ωστόσο, δεδομένου του σχετικού όγκου της παραγωγής σολομού/ιριδίζουσας πέστροφας (κατά μέσο όρο το 90 % στο πλαίσιο μιας άδειας χρησιμοποιείται για την παραγωγή σολομού, ενώ μόλις το 10 % για την παραγωγή LRT), ο αντίκτυπος της μετάβασης από τον σολομό στην LRT θα ήταν πολύ σημαντικότερος από ό,τι εάν συνέβαινε το αντίστροφο.

    (55)

    Τα ενδιαφερόμενα μέρη στη Νορβηγία ισχυρίστηκαν ότι οι μείζονες παραγωγοί LRT μετέβαιναν όλο και περισσότερο στην παραγωγή σολομού εξαιτίας των βιολογικών διαφορών μεταξύ LRT και σολομού (π.χ. συχνότητα συγκομιδής, μικρότερη περίοδος για την απελευθέρωση ιχθυδίων πέστροφας), γεγονός που καθιστά την παραγωγή σολομού πιο αποδοτική και, επομένως, πιο κερδοφόρα. Εκτός από το γεγονός ότι το επιχείρημα αυτό δεν υποστηρίζεται από αποδείξεις, δεν λάμβανε επίσης υπόψη ότι η LRT παράγεται με επιτυχία στη Νορβηγία για πολλά χρόνια, ενώ οι ίδιες βιολογικές διαφορές μεταξύ σολομού και LRT υπήρχαν πάντα. Δεν διευκρινίστηκε ποιες συνθήκες ακριβώς έχουν αλλάξει, καθιστώντας πιο πιθανή σήμερα σε σχέση με το παρελθόν μια αλλαγή στις στρατηγικές παραγωγής. Αυτό έρχεται επίσης σε αντίθεση με τις προσδοκίες των νορβηγών παραγωγών LRT ότι η κατανάλωση θα αυξηθεί σε παγκόσμια κλίμακα (βλ. αιτιολογική σκέψη 63 πιο κάτω). Για το λόγο αυτό, το επιχείρημα αυτό απορρίφθηκε.

    (56)

    Επιπλέον, από δημοσιοποιημένα στατιστικά στοιχεία προκύπτει ότι ο αριθμός των ιχθυδίων για την παραγωγή του υπό εξέταση προϊόντος που απελευθερώθηκαν το 2008 αυξήθηκε σημαντικά, δηλαδή κατά τουλάχιστον 20 % σε σχέση με το 2007. Η αυξανόμενη τάση στην παραγωγή διαφαίνεται και από άλλες στατιστικές (SSB – Νορβηγικές Στατιστικές) που δείχνουν σημαντική αύξηση της παραγωγής (+ 42 %) και των πωλήσεων (+ 53 %) νέων LRT κατά την περίοδο 2003-2006.

    (57)

    Τέλος, τα στοιχεία που προσκόμισαν τα ενδιαφερόμενα μέρη της Νορβηγίας για την υποστήριξη των επιχειρημάτων τους, δηλαδή ότι υπήρξε μείωση των επιπέδων βιομάζας και της παραγωγής αυγών ιχθύων, γεγονός που υποδηλώνει μείωση της παραγωγής στο μέλλον, ήταν ατελή και βασίζονταν σε πολλές εικασίες. Επομένως, θεωρήθηκε ότι δεν μπορούσαν να εξαχθούν οριστικά συμπεράσματα.

    (58)

    Με βάση τα παραπάνω, το επιχείρημα των ενδιαφερόμενων μερών από τη Νορβηγία ότι οι όγκοι παραγωγής στη Νορβηγία θα μειωθούν συνολικά έπρεπε, επομένως, να απορριφθεί.

    (59)

    Ο ΚΚΠ ισχυρίστηκε ότι η παραγωγή στη Νορβηγία αναμένεται να αυξηθεί ακόμα περισσότερο μετά την πιθανή έκδοση νέων αδειών παραγωγής το 2009. Όπως αναφέρθηκε παραπάνω στην αιτιολογική σκέψη 54, δεν αναμένεται να εκδοθούν νέες άδειες πριν από το 2009. Από την άποψη αυτή, θεωρείται ότι ακόμα και αν εκδοθούν νέες άδειες το 2009, ο επιπρόσθετος αριθμός αδειών και, επομένως, ο επιπλέον όγκος παραγωγής δεν είναι ακόμα γνωστοί. Επιπροσθέτως, οι άδειες καλύπτουν τόσο την παραγωγή σολομού όσο και την παραγωγή πέστροφας και, σε αυτό το στάδιο, δεν είναι πιθανό να προβλεφθεί με σημαντικό βαθμό βεβαιότητας κατά πόσον η άδεια θα χρησιμοποιηθεί για σολομό ή για πέστροφα. Τέλος, επισημαίνεται ότι ακόμα και αν εκδοθούν νέες άδειες, εξαιτίας των σχετικά μεγάλων κύκλων παραγωγής, αυτό δεν συνεπάγεται άμεσα αύξηση της παραγωγής. Ως εκ τούτου, το εν λόγω επιχείρημα απορρίφθηκε.

    (60)

    Η Norwegian Seafood Federation and Association αμφισβήτησε ότι ο όγκος παραγωγής της πέστροφας είχε αυξηθεί ή θα αυξανόταν περαιτέρω στο μέλλον υποστηρίζοντας ότι το σύνολο της βιομάζας και ο αριθμός των ψαριών τον Απρίλιο του 2008 ήταν σημαντικά χαμηλότερος σε σχέση με τον Απρίλιο του 2007, Ωστόσο, οι ισχυρισμοί αυτοί δεν ήταν δυνατόν να επαληθευτούν και, συνεπώς, απορρίφθηκαν.

    (61)

    Με βάση τα παραπάνω, συμπεραίνεται ότι οι όγκοι παραγωγής LRT στη Νορβηγία είναι πιθανό να αυξηθούν στο ορατό μέλλον.

    4.   Εξέλιξη της κοινοτικής κατανάλωσης

    (62)

    Επισημαίνεται ότι η έρευνα αυτή περιορίστηκε στο ντάμπινγκ και, συνεπώς, δεν υπήρχαν διαθέσιμα ακριβή στοιχεία σχετικά με την παραγωγή του κοινοτικού κλάδου και τις πωλήσεις LRT στην κοινοτική αγορά κατά την ΠΕΕ.

    (63)

    Ωστόσο, αρκετές πηγές επιβεβαίωσαν ότι η παγκόσμια ζήτηση αλιευτικών προϊόντων, συμπεριλαμβανομένης της LRT, αναμένεται να αυξηθεί κατά 5 % ετησίως στο μέλλον. Αυτή η ανοδική τάση είναι επίσης πιθανό να παρατηρηθεί και στην Κοινότητα αν και η κοινοτική ζήτηση δεν αναμένεται να απορροφήσει το σύνολο των επιπλέον όγκων LRT που θα παραχθούν στη Νορβηγία.

    (64)

    Ύστερα από την κοινοποίηση, η Finnish Fish Farmers’ Association (Ένωση Ιχθυοκαλλιεργητών της Φινλανδίας - «FFFA») αντέκρουσε το παραπάνω συμπέρασμα ισχυριζόμενη ότι, ακόμα και αν αναμένεται αύξηση της παγκόσμιας ζήτησης αλιευτικών προϊόντων, δεν θα αυξηθεί η κοινοτική ζήτηση για LRT Νορβηγίας. Η FFFA ισχυρίστηκε, επίσης, ότι κάθε αύξηση της ζήτησης θα προσανατολίζεται σε νέα και εξωτικά είδη ψαριών και όχι στην πέστροφα. Επισημαίνεται ότι, όπως αναφέρθηκε στην αιτιολογική σκέψη 63 ανωτέρω, αρκετές πηγές δήλωσαν ότι θα υπάρξει αύξηση στην κατανάλωση LRT, η οποία επιβεβαιώθηκε και από άλλα ενδιαφερόμενα μέρη που εκπροσωπούν τους ιχθυοκαλλιεργητές στα κράτη μέλη αλλά και στη Νορβηγία. Δεδομένου ότι η FFFA δεν υπέβαλε στοιχεία ή αποδείξεις που θα μπορούσαν να τεκμηριώσουν τους ισχυρισμούς της, οι ισχυρισμοί αυτοί απορρίφθηκαν.

    5.   Εξέλιξη των τιμών και του όγκου των εξαγωγών στις αγορές τρίτων χωρών

    (65)

    Η έρευνα έδειξε ότι οι κύριες αγορές προς τις οποίες εξάγει η Νορβηγία είναι η Ρωσία και, σε μικρότερο βαθμό, η Ιαπωνία, για τις οποίες προορίζεται, συνολικά, το 57 % περίπου των νορβηγικών εξαγωγών LDA: OK.RT, ενώ μόλις το 13 % των νορβηγικών εξαγωγών το 2007 είχε ως προορισμό την κοινοτική αγορά. Το 14 % περίπου του συνόλου των νορβηγικών εξαγωγών, κατά το ίδιο έτος, είχε επίσης ως προορισμό την Ουκρανία και την Ταϊβάν.

    (66)

    Οι εξαγωγές της Νορβηγίας στην παγκόσμια αγορά ανταγωνίζονται τις εξαγωγές της Χιλής, η οποία είναι ο μεγαλύτερος παγκόσμιος παράγοντας στον τομέα αυτό, με παραγωγή και όγκους παραγωγής μεγαλύτερους από αυτούς της Νορβηγίας.

    (67)

    Ωστόσο, μετά την αύξηση της ζήτησης, έχουν επίσης αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια και οι νορβηγικές εξαγωγές στη Ρωσία αλλά και στην Ουκρανία, δηλαδή από 8 600 το 2002 σε 31 500 τόνους συνολικά το 2007. Η τάση αυτή επιβεβαιώνεται από πρόσφατες στατιστικές, οι οποίες εμφανίζουν σημαντική αύξηση των όγκων LRT Χιλής και Νορβηγίας που εξάγονται στη Ρωσία.

    (68)

    Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 65, η έρευνα έδειξε ότι η Ρωσία έχει γίνει η κύρια εξαγωγική αγορά για τους νορβηγούς παραγωγούς. Εκτός από τη σημαντική αύξηση του όγκου των εξαγωγών προς τη Ρωσία, το 2007 παρατηρείται επίσης μια μετακίνηση από την πώληση κατεψυγμένης πέστροφας στη νωπή πέστροφα. Η μετακίνηση αυτή υποδηλώνει τη θέληση των νορβηγών παραγωγών να ικανοποιήσουν τις ανάγκες των ρώσων πελατών τους, οι οποίοι προτιμούν τα νωπά προϊόντα, δείχνοντας έτσι το μεγάλο ενδιαφέρον των νορβηγών εξαγωγέων για τη δυναμική ρωσική αγορά.

    (69)

    Οι νορβηγικές εξαγωγές στην Ιαπωνία εμφάνισαν καθοδική τάση μεταξύ 2006 και 2007, δηλαδή μειώθηκαν κατά 39 % από 10 877 σε 6 661 τόνους. Όπως στην περίπτωση της Ρωσίας, οι νορβηγικές εισαγωγές ανταγωνίζονται τις εισαγωγές από τη Χιλή στην ιαπωνική αγορά. Η Χιλή μπόρεσε να αυξήσει σημαντικά τους όγκους των εξαγωγών της προς την Ιαπωνία. Ωστόσο, για να εξαχθούν οριστικότερα συμπεράσματα πρέπει να εξεταστεί μεγαλύτερο χρονικό διάστημα Όμως, με βάση τα στοιχεία που έχουν στη διάθεσή τους οι υπηρεσίες της Επιτροπής, δεν ήταν δυνατόν να εξαχθούν τέτοια συμπεράσματα.

    (70)

    Οι τιμές των νορβηγικών εξαγωγών διαπιστώθηκε ότι ήταν υψηλότερες στις αγορές τρίτων χωρών από ό,τι στην Κοινότητα (κατά 8,6 % κατά μέσο όρο) κατά την ΠΕΕ. Εντούτοις, οι στατιστικές που αναφέρονται στην περίοδο μετά την ΠΕΕ δείχνουν καθοδική τάση των τιμών και στις παραδοσιακές εξαγωγικές αγορές της Νορβηγίας. Οι μέσες τιμές εξαγωγής από τη Νορβηγία στη Ρωσία κυμάνθηκαν, κατά την περίοδο 2006-2007, από 34,70 NOK/kg σε 24,22 NOK/kg, μια διακύμανση που εξηγείται σε μεγάλο βαθμό από τη μετατόπιση από την κατεψυγμένη στη νωπή πέστροφα, η οποία είναι λιγότερο ακριβή, αλλά και από το διεθνή ανταγωνισμό. Ομοίως, οι τιμές εξαγωγής στην Ιαπωνία μειώθηκαν κατά μέσο όρο από 33,26 NOK/kg το 2006 σε 29,79 NOK/kg. Παρά τη μείωση αυτή, οι τιμές εξαγωγής στην ΕΚ το 2007 εξακολουθούσαν να είναι κατά μέσο όρο 4 % χαμηλότερες από τις τιμές εξαγωγής προς την Ιαπωνία και τη Ρωσία. Η τάση αυτή επιβεβαιώθηκε επίσης για τις αρχές του 2008.

    (71)

    Σε μια κατάστασή αύξησης της παγκόσμιας ζήτησης, λόγω της ελκυστικότητας (υψηλότερων τιμών) της κύριας εξαγωγικής αγοράς (Ρωσία) και δεδομένης της σταθερά αυξανόμενης ζήτησης άλλων αγορών όπως η Ουκρανία και οι χώρες της Άπω Ανατολής όπου οι εξαγωγές της LRT καταγωγής Νορβηγίας σημείωσαν αύξηση τα τελευταία χρόνια, είναι πιθανό οι συμπληρωματικοί όγκοι της LRT να διοχετευθούν κυρίως σε αυτές τις αγορές και να απορροφηθούν από αυτές.

    (72)

    Μετά την κοινοποίηση, ο ΚΚΠ ισχυρίστηκε ότι υπάρχουν υψηλά επίπεδα αποθεμάτων κατεψυγμένης LRT στη Νορβηγία που πρέπει να ληφθούν υπόψη κατά την ανάλυση της πιθανής εξέλιξης των όγκων των εξαγωγών στην Κοινότητα. Ωστόσο, ο ΚΚΠ δεν υπέβαλε κανένα αποδεικτικό στοιχείο σχετικά με την ύπαρξη υψηλών επιπέδων αποθεμάτων. Επομένως, ο ισχυρισμός αυτός θεωρήθηκε εικασία. Επισημαίνεται επίσης ότι πραγματοποιήθηκαν επιθεωρήσεις στις εγκαταστάσεις των μεγαλύτερων παραγωγών-εξαγωγέων LRT στη Νορβηγία και ότι δεν ήταν δυνατό να εντοπιστούν τέτοια υψηλά επίπεδα αποθεμάτων. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε.

    (73)

    Ο ΚΚΠ επικαλέστηκε επίσης την αύξηση της ρωσικής παραγωγής LRT και την πιθανή επιβολή πρόσθετων τελωνειακών δασμών από τις ρωσικές αρχές στη νορβηγική LRT για την προστασία της ρωσικής παραγωγής LRT. Άλλοι παραγωγοί LRT ισχυρίστηκαν ότι οι νορβηγοί παραγωγοί LRT εξαρτώνται από τη ρωσική αγορά και ότι, στην περίπτωση που περιοριστεί η πρόσβαση στην αγορά της Ρωσίας λόγω του απρόβλεπτου χαρακτήρα της εν λόγω αγοράς, σημαντικοί όγκοι LRT θα διοχετευτούν στην Κοινότητα.

    (74)

    Ομοίως, οι ισχυρισμοί αυτοί δεν υποστηρίχθηκαν από αποδεικτικά στοιχεία και κρίθηκαν απλώς εικασίες. Συνεπώς, δεν υπήρχε κανένας λόγος για να θεωρηθεί ότι η τρέχουσα ανάπτυξη της ρωσικής αγοράς θα είχε ως αποτέλεσμα τον περιορισμό της πρόσβασης για τις νορβηγικές εξαγωγές. Επισημαίνεται επίσης ότι, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 65 ανωτέρω, άλλες αγορές τρίτων χωρών όπως η Ουκρανία και η Άπω Ανατολή γνωρίζουν επίσης ανάπτυξη και ότι οι εξαγωγές της Νορβηγίας προς τις χώρες αυτές έχουν αυξηθεί σημαντικά. Συνεπώς, το επιχείρημα ότι η Νορβηγία εξαρτάται αποκλειστικά από τις εξαγωγές στη Ρωσία απορρίφθηκε.

    6.   Εξέλιξη των τιμών και του όγκου των εξαγωγών στην Κοινότητα

    (75)

    Τα διαθέσιμα στοιχεία για τις τιμές των εξαγωγικών πωλήσεων στην Κοινότητα έδειξαν ότι στο διάστημα 2006 και 2007 ο μέσος όρος των τιμών εξαγωγής μειώθηκε από 4,02 ευρώ/kg το 2006 σε 2,87 ευρώ/kg το 2007. Ωστόσο, από το τελευταίο τρίμηνο του 2007 έως τις αρχές του 2008, οι στατιστικές δείχνουν ότι η τάση αυτή σταμάτησε και ότι οι τιμές σταθεροποιήθηκαν.

    (76)

    Όπως προκύπτει από την ανάλυση που περιέχεται στην αιτιολογική σκέψη 71, σε κατάσταση αναπτυσσόμενων αγορών, είναι απίθανο η αύξηση των όγκων παραγωγής LRT στη Νορβηγία να διοχετευθεί ολοκληρωτικά στην Κοινότητα σε περίπτωση που επιτραπεί η λήξη των μέτρων. Πράγματι, η ζήτηση αυξάνεται σε παγκόσμιο επίπεδο και οι νορβηγικές εξαγωγές έχουν ήδη εδραιωθεί στις αγορές πολλών τρίτων χωρών και αναμένεται να αυξηθούν περαιτέρω. Παρά τον ανταγωνισμό που δέχεται από τις χιλιανές εξαγωγές και, μολονότι, σε σχετικούς όρους, η Νορβηγία έχει χάσει μερίδια αγοράς από τη Χιλή σε ορισμένες αγορές, οι εξαγωγές της Νορβηγίας στις περισσότερες από τις χώρες αυτές, σε απόλυτους όρους, έχουν αυξηθεί και αναμένεται να αυξηθούν περαιτέρω δεδομένης της κατάστασης της παγκόσμιας αγοράς.

    (77)

    Όσον αφορά την κοινοτική αγορά, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 63, η κατανάλωση LRT είναι πιθανό να αυξηθεί και, επομένως, η κοινοτική αγορά θα είναι σε θέση να απορροφήσει τις όλο και μεγαλύτερες ποσότητες εισαγωγών χωρίς να αντιμετωπίσει κατ’ ανάγκη σημαντική συμπίεση τιμών. Επισημαίνεται επίσης ότι ο ανταγωνισμός μεταξύ νορβηγικών και χιλιανών εισαγωγών είναι έντονος όχι μόνον στις αγορές τρίτων χωρών, αλλά και στην κοινοτική αγορά. Επομένως, δεν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι ο όγκος των εισαγωγών από τη Νορβηγία στην Κοινότητα θα αυξηθεί σημαντικά στην περίπτωση που επιτραπεί η λήξη των μέτρων.

    (78)

    Λόγω της αναμενόμενης αύξησης της κατανάλωσης και της κατάστασης στην παγκόσμια αγορά όπως περιγράφεται ανωτέρω, δεν μπορεί να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι υπάρχει κίνδυνος υπερπροσφοράς στην κοινοτική αγορά με συνακόλουθες σημαντικές μειώσεις των τιμών.

    (79)

    Συνεπώς, συμπεραίνεται ότι η κατάσταση, ως είχε κατά την ΠΕΕ, όσον αφορά τις τιμές εξαγωγής και τον όγκο παραγωγής, έχει μόνιμο χαρακτήρα.

    (80)

    Μετά την κοινοποίηση, ο ΚΚΠ ισχυρίστηκε ότι οι τιμές εξαγωγής προς τη Φινλανδία μειώθηκαν σημαντικά κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ και μετά το πέρας της και ότι η τιμή εξαγωγής LRT στη Φινλανδία είναι χαμηλότερη από το κόστος παραγωγής από τον Ιούλιο του 2007.

    (81)

    Κατά πρώτον, πρέπει να επισημανθεί ότι το κόστος της LRT που παράγεται στη Νορβηγία, όπως έχει εκτιμηθεί από τον ΚΚΠ, ήταν υπερβολικό και δεν ανταποκρινόταν στο πραγματικό εξακριβωμένο κόστος εκτροφής και παραγωγής των εταιρειών που εξετάστηκαν. Όσον αφορά τις τιμές εξαγωγής και, μολονότι η Φινλανδία εισάγει σημαντικό μέρος του συνόλου των εξαγωγών της Νορβηγίας, σημαντικές ποσότητες εξάγονται επίσης στη Σουηδία και στη Δανία, όπου η μέση τιμή εξαγωγής ήταν υψηλότερη. Δεδομένου ότι η αξιολόγηση πρέπει να γίνει σε κοινοτικό επίπεδο, πρέπει να ληφθούν υπόψη οι μέσες τιμές εξαγωγής σε όλες τις χώρες της Κοινότητας. Με βάση τα παραπάνω, επιβεβαιώνεται, συνεπώς, το συμπέρασμα που εξήχθη στην αιτιολογική σκέψη 75, δηλαδή ότι οι τιμές εξαγωγής στην Κοινότητα, στο σύνολό τους, σταθεροποιήθηκαν στις αρχές του 2008.

    7.   Συμπέρασμα

    (82)

    Σύμφωνα με την έρευνα, διαπιστώθηκε ότι τα περιθώρια ντάμπινγκ ήταν de minimis.

    (83)

    Η έρευνα έδειξε επίσης ότι η ικανότητα παραγωγής του υπό εξέταση προϊόντος στη Νορβηγία είναι πιθανό να αυξηθεί. Ωστόσο, η έρευνα αποκάλυψε περαιτέρω ότι, μολονότι οι ποσότητες που θα προέλθουν από την αύξηση αυτή ενδέχεται να διοχετευτούν στην Κοινότητα, εξαιτίας της αναμενόμενης αύξησης της κατανάλωσης, ο αυξηθείς όγκος παραγωγής ενδέχεται να απορροφηθεί σε μεγάλο βαθμό από τις αγορές άλλων τρίτων χωρών. Η κατανάλωση θα αυξηθεί, κατά πάσα πιθανότητα, και στην κοινοτική αγορά που θα μπορέσει να απορροφήσει την ενδεχόμενη αύξηση των εισαγωγών και, συνεπώς, δεν αναμένεται σημαντική υπερπροσφορά.

    (84)

    Επιπλέον, μολονότι οι τιμές στην Κοινότητα εμφάνισαν καθοδική τάση, η τάση αυτή δεν διατηρήθηκε μετά την ΠΕΕ όπου οι τιμές σταθεροποιήθηκαν. Με βάση τα παραπάνω, δηλαδή εάν αυξηθεί η κατανάλωση και δεν υπάρξει κίνδυνος υπερπροσφοράς, δεν αναμένεται να ενταθεί η συμπίεση των τιμών στην Κοινότητα.

    (85)

    Συνεπώς, συμπεραίνεται ότι οι συνθήκες βάσει των οποίων υπολογίστηκαν τα περιθώρια ντάμπινγκ κατά την ΠΕΕ έχουν μόνιμο χαρακτήρα.

    (86)

    Η τρέχουσα ενδιάμεση αξιολόγηση πρέπει, συνεπώς, να τερματιστεί και τα οριστικά μέτρα αντιντάμπινγκ πρέπει να καταργηθούν.

    Ε.   ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ

    (87)

    Τα ενδιαφερόμενα μέρη ενημερώθηκαν σχετικά με τα ουσιαστικά πραγματικά περιστατικά και τις εκτιμήσεις βάσει των οποίων η Επιτροπή προτίθετο να περατώσει τη συγκεκριμένη ενδιάμεση επανεξέταση. Σε όλα τα μέρη δόθηκε η ευκαιρία να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους. Οι παρατηρήσεις τους λήφθηκαν υπόψη, όπου αυτό ήταν δικαιολογημένο και τεκμηριωμένο βάσει στοιχείων,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    Άρθρο μόνο

    Η μερική ενδιάμεση επανεξέταση, η οποία ξεκίνησε σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 384/96, σχετικά με τα μέτρα αντιντάμπινγκ που εφαρμόζονται στις εισαγωγές ιριδίζουσας πέστροφας (Oncorhynchus Mykiss) είτε νωπής, διατηρημένης σε απλή ψύξη ή κατεψυγμένης, είτε υπό μορφή ολόκληρων ψαριών (με τα κεφάλια και τα βράγχια επάνω, εξεντερισμένη, που ζυγίζει περισσότερο από 1,2 κιλά η καθεμία, χωρίς βράγχια και εξεντερισμένη, που ζυγίζει περισσότερο από 1 κιλό ή καθεμία) είτε υπό μορφή φιλέτων (που ζυγίζουν πάνω από 0,4 κιλά το καθένα), καταγωγής Νορβηγίας, η οποία κατατάσσεται επί του παρόντος στους κωδικούς 0302 11 20, 0303 21 20, 0304 19 15 και 0304 29 15, περατώνεται και τα μέτρα που ισχύουν για τις εισαγωγές καταγωγής Νορβηγίας καταργούνται.

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

    Βρυξέλλες, 7 Αυγούστου 2008.

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    B. KOUCHNER


    (1)  ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2117/2005 (ΕΕ L 340 της 23.12.2005, σ. 17).

    (2)  ΕΕ L 72 της 11.3.2004, σ. 23.

    (3)  ΕΕ C 109 της 15.5.2007, σ. 23.


    Top