Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32001R0999

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 999/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για τη θέσπιση κανόνων πρόληψης, καταπολέμησης και εξάλειψης ορισμένων μεταδοτικών σπογγωδών εγκεφαλοπαθειών

ΕΕ L 147 της 31.5.2001, p. 1–40 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (CS, ET, LV, LT, HU, MT, PL, SK, SL, BG, RO, HR)

Legal status of the document In force: This act has been changed. Current consolidated version: 15/04/2024

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2001/999/oj

32001R0999

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 999/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για τη θέσπιση κανόνων πρόληψης, καταπολέμησης και εξάλειψης ορισμένων μεταδοτικών σπογγωδών εγκεφαλοπαθειών

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 147 της 31/05/2001 σ. 0001 - 0040


Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 999/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

της 22ας Μαΐου 2001

για τη θέσπιση κανόνων πρόληψης, καταπολέμησης και εξάλειψης ορισμένων μεταδοτικών σπογγωδών εγκεφαλοπαθειών

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 152 παράγραφος 4 σημείο β),

την πρόταση της Επιτροπής(1),

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(2),

Αφού ζήτησε τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης(3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Από πολλών ετών έχει διαπιστωθεί η εμφάνιση ορισμένων διακεκριμένων μεταδοτικών σπογγωδών εγκεφαλοπαθειών (ΜΣΕ) χωριστά στον άνθρωπο και τα ζώα. Η σπογγώδης εγκεφαλοπάθεια των βοοειδών (ΣΕΒ) αναγνωρίστηκε αρχικά στα βοοειδή το 1986, τα δε επόμενα έτη, σε άλλα είδη ζώων. Μια νέα μορφή της νόσου Creutzfeldt-Jakob (CJD) διαπιστώθηκε το 1996. Εξακολουθούν να σωρεύονται αποδείξεις όσον αφορά την ομοιότητα του παράγοντα της ΣΕΒ με τον παράγοντα που είναι υπεύθυνος για τη νέα μορφή της νόσου Creutzfeldt-Jakob.

(2) Από το 1990, η Κοινότητα θέσπισε ορισμένα μέτρα προστασίας της υγείας του ανθρώπου και των ζώων από τον κίνδυνο της ΣΕΒ. Τα μέτρα αυτά βασίζονται στις ρήτρες διασφάλισης των οδηγιών σχετικά με τα μέτρα υγειονομικού ελέγχου. Λόγω της επικινδυνότητας ορισμένων ΜΣΕ για την υγεία του ανθρώπου και των ζώων, θα πρέπει να θεσπιστούν ειδικοί κανόνες για την πρόληψη, την καταπολέμηση και την εξάλειψή τους.

(3) O παρών κανονισμός αφορά άμεσα τη δημόσια υγεία και σχετίζεται με τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Καλύπτει προϊόντα που περιλαμβάνονται στο παράρτημα Ι της συνθήκης, καθώς και προϊόντα εκτός του παραρτήματος αυτού. Επομένως, ως νομική βάση θα πρέπει να επιλεγεί το άρθρο 152 παράγραφος 4 σημείο β).

(4) Η Επιτροπή έχει λάβει επιστημονικές γνωμοδοτήσεις, ιδίως από την επιστημονική συντονιστική επιτροπή και από την επιστημονική επιτροπή κτηνιατρικών μέτρων που αφορούν τη δημόσια υγεία, σχετικά με διάφορες πλευρές των ΜΣΕ. Οι γνωμοδοτήσεις αυτές περιλαμβάνουν συμβουλές για μέτρα μείωσης του δυνητικού κινδύνου για ανθρώπους και ζώα που απορρέει από την έκθεση σε μολυσμένα ζωικά προϊόντα.

(5) Οι κανόνες αυτοί θα πρέπει να ισχύουν για την παραγωγή και τη διάθεση στην αγορά ζώντων ζώων και προϊόντων ζωικής προέλευσης. Ωστόσο, οι κανόνες αυτοί δεν χρειάζεται να εφαρμόζονται στα καλλυντικά, τα φάρμακα ή τα ιατροτεχνολογικά προϊόντα ούτε τα οικεία υλικά εκκίνησης ή ενδιάμεσα προϊόντα, για τα οποία ισχύουν άλλοι ειδικοί κανόνες σχετικά ιδίως με τη μη χρησιμοποίηση ειδικών υλικών κινδύνου. Δεν χρειάζεται επίσης να εφαρμόζονται στα προϊόντα ζωικής προέλευσης που δεν συνιστούν κίνδυνο για την υγεία του ανθρώπου ή των ζώων εφόσον δεν χρησιμοποιούνται σε τρόφιμα, ζωοτροφές ή λιπάσματα. Θα πρέπει, αντιθέτως, να εξασφαλιστεί ότι τα προϊόντα ζωικής προέλευσης που εξαιρούνται του παρόντος κανονισμού διατηρούνται χωριστά από εκείνα που καλύπτονται από αυτόν, εκτός εάν πληρούν τουλάχιστον τα ίδια υγειονομικά πρότυπα.

(6) Θα πρέπει να προβλεφθεί ότι η Επιτροπή θα μπορεί να λαμβάνει μέτρα διασφάλισης όταν ο κίνδυνος μιας ΜΣΕ δεν έχει αντιμετωπιστεί επαρκώς από την αρμόδια αρχή ενός κράτους μέλους ή μιας τρίτης χώρας.

(7) Θα πρέπει να θεσπιστεί μια διαδικασία επιδημιολογικού χαρακτηρισμού των κρατών μελών, των τρίτων χωρών ή περιοχών τους ("χώρες ή περιοχές") όσον αφορά την ΣΕΒ, με βάση την αξιολόγηση του κινδύνου εμφάνισης ("incident risk"), διάδοσης και έκθεσης του ανθρώπου, χρησιμοποιώντας τις διαθέσιμες πληροφορίες. Τα κράτη μέλη και οι τρίτες χώρες που επιλέγουν να μην ζητήσουν το χαρακτηρισμό τους πρέπει να ταξινομούνται από την Επιτροπή σε μια κατηγορία με βάση όλα τα στοιχεία που διαθέτει η Επιτροπή.

(8) Τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν προγράμματα κατάρτισης των αρμόδιων για την πρόληψη και την καταπολέμηση των ΜΣΕ, καθώς και για τους κτηνιάτρους, τους γεωργούς και τους εργάτες που ασχολούνται με τη μεταφορά, την εμπορία και τη σφαγή εκτρεφόμενων ζώων.

(9) Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εφαρμόζουν ετήσιο πρόγραμμα επιτήρησης της ΣΕΒ και της τρομώδους νόσου και να ενημερώνουν την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη για τα αποτελέσματα του προγράμματος και για την εμφάνιση οιουδήποτε κρούσματος άλλης ΜΣΕ.

(10) Ορισμένοι ιστοί μηρυκαστικών θα πρέπει να χαρακτηριστούν ειδικό υλικό κινδύνου με βάση την παθογένεση των ΜΣΕ και τον επιδημιολογικό χαρακτηρισμό της χώρας ή περιοχής καταγωγής ή διαμονής του συγκεκριμένου ζώου. Τα ειδικά υλικά κινδύνου θα πρέπει να αφαιρούνται και να καταστρέφονται κατά τρόπο αποκλείοντα οποιοδήποτε κίνδυνο για την υγεία του ανθρώπου ή των ζώων. Ειδικότερα, δεν θα πρέπει να διατίθενται στην αγορά για την παραγωγή τροφίμων, ζωοτροφών ή λιπασμάτων. Ωστόσο, θα πρέπει να προβλεφθεί η επίτευξη ισοδύναμου επιπέδου υγειονομικής προστασίας μέσω δοκιμής ανίχνευσης των ΜΣΕ σε μεμονωμένα ζώα, μόλις αυτή επικυρωθεί πλήρως. Οι τεχνικές σφαγής που μπορούν να προκαλέσουν την μόλυνση άλλων ιστών με εγκεφαλικό υλικό δεν θα πρέπει να επιτρέπονται σε άλλες χώρες ή περιοχές πλην εκείνων που παρουσιάζουν τον χαμηλότερο κίνδυνο για ΣΕΒ.

(11) Θα πρέπει να ληφθούν μέτρα για την πρόληψη της μετάδοσης των ΜΣΕ στον άνθρωπο ή τα ζώα, μέσω της απαγόρευσης της χορήγησης ορισμένων κατηγοριών ζωικών πρωτεϊνών σε ορισμένες κατηγορίες ζώων, και μέσω της απαγόρευσης της χρήσης στα τρόφιμα ορισμένων υλικών που προέρχονται από μηρυκαστικά. Οι απαγορεύσεις θα πρέπει να είναι ανάλογες προς τους κινδύνους.

(12) Κάθε υπόνοια ΜΣΕ σε ένα ζώο θα πρέπει να κοινοποιείται στην αρμόδια αρχή, η οποία πρέπει αμέσως να λαμβάνει όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα, ιδίως δε να υποβάλλει το ύποπτο ζώο σε περιορισμούς μετακίνησης εν αναμονή των αποτελεσμάτων της εξέτασης ή να διατάσσει τη σφαγή του υπό επίσημη επιτήρηση. Εάν η αρμόδια αρχή δεν μπορεί να αποκλείσει την πιθανότητα ΜΣΕ, διενεργεί τις κατάλληλες έρευνες και διατηρεί το σφάγιο υπό επίσημη επίβλεψη μέχρι τη διάγνωση.

(13) Σε περίπτωση επίσημης επιβεβαίωσης της παρουσίας ΜΣΕ, η αρμόδια αρχή θα πρέπει να λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα, ιδίως διατάσσοντας την καταστροφή του σφαγίου, διενεργώντας έρευνα για να εντοπίσει όλα τα επικίνδυνα ζώα και επιβάλλοντας περιορισμούς μετακίνησης για τα επικίνδυνα ζώα και προϊόντα ζωικής προέλευσης. Οι ιδιοκτήτες θα πρέπει να αποζημιώνονται πλήρως, και το συντομότερο δυνατόν, για την απώλεια ζώων και προϊόντων ζωικής προέλευσης που καταστρέφονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

(14) Τα κράτη μέλη θα πρέπει να καταρτίσουν σχέδια έκτακτης ανάγκης με τα εφαρμοστέα εθνικά μέτρα στην περίπτωση εμφάνισης μιας εστίας ΣΕΒ. Τα σχέδια αυτά θα πρέπει να εγκρίνονται από την Επιτροπή. Θα πρέπει να προβλεφθεί η επέκταση της διάταξης αυτής και στις άλλες ΜΣΕ εκτός της ΣΕΒ.

(15) Θα πρέπει να θεσπιστούν διατάξεις για την διάθεση στην αγορά ορισμένων ζώντων ζώων και προϊόντων ζωικής προέλευσης. Οι ισχύοντες κοινοτικοί κανόνες για την αναγνώριση και την καταγραφή των βοοειδών προβλέπουν ένα σύστημα εντοπισμού της προέλευσης των ζώων έως την μητέρα τους και την αγέλη καταγωγής σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα. Θα πρέπει να προβλεφθούν ισοδύναμες εγγυήσεις για βοοειδή εισαγόμενα από τρίτες χώρες. Τα ζώα και τα προϊόντα ζωικής προέλευσης που καλύπτονται από τους εν λόγω κανόνες και μετακινούνται στο πλαίσιο του ενδοκοινοτικού εμπορίου ή εισάγονται από τρίτες χώρες, θα πρέπει να συνοδεύονται από τα πιστοποιητικά που απαιτούν οι κοινοτικοί κανόνες, συμπληρούμενα, κατά περίπτωση, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

(16) Θα πρέπει να απαγορευθεί η διάθεση στην αγορά ορισμένων προϊόντων ζωικής προέλευσης που προέρχονται από βοοειδή περιοχών υψηλού κινδύνου. Ωστόσο, η απαγόρευση αυτή δεν θα πρέπει να ισχύει για ορισμένα προϊόντα ζωικής προέλευσης που παράγονται υπό ελεγχόμενες συνθήκες από ζώα τα οποία μπορεί να αποδειχθεί ότι δεν συνιστούν υψηλό κίνδυνο μόλυνσης από ΜΣΕ.

(17) Για να εξασφαλιστεί η τήρηση των κανόνων πρόληψης, καταπολέμησης και εξάλειψης των ΜΣΕ, θα πρέπει να λαμβάνονται δείγματα για τη διενέργεια εργαστηριακών δοκιμών ανίχνευσης βάσει προκαθορισμένου πρωτοκόλλου το οποίο να επιτρέπει τη λήψη πλήρους επιδημιολογικής εικόνας της κατάστασης όσον αφορά τις ΜΣΕ. Για να εξασφαλιστούν ομοιόμορφες διαδικασίες και αποτελέσματα των δοκιμών ανίχνευσης, θα πρέπει να καθοριστούν εθνικά και κοινοτικά εργαστήρια αναφοράς, καθώς και αξιόπιστες επιστημονικές μέθοδοι, μεταξύ των οποίων ταχείες δοκιμές ειδικές για τις ΜΣΕ. Στο μέτρο του δυνατού, θα πρέπει να χρησιμοποιούνται ταχείες δοκιμές.

(18) Στα κράτη μέλη, θα πρέπει να διενεργούνται κοινοτικές επιθεωρήσεις για να εξασφαλίζεται η ομοιόμορφη εφαρμογή των απαιτήσεων που αφορούν την πρόληψη, την καταπολέμηση και την εξάλειψη των ΜΣΕ και να προβλεφθεί η εφαρμογή διαδικασιών ελέγχου. Για να εξασφαλιστεί ότι οι τρίτες χώρες παρέχουν, κατά την εισαγωγή στην Κοινότητα ζώντων ζώων και προϊόντων ζωικής προέλευσης, εγγυήσεις των ΜΣΕ ισοδύναμες προς τις ισχύουσες στην Κοινότητα, θα πρέπει να διενεργούνται κοινοτικές επιθεωρήσεις και έλεγχοι για να επαληθεύεται ότι οι εξάγουσες τρίτες χώρες τηρούν τις προϋποθέσεις εισαγωγής.

(19) Τα εμπορικά μέτρα για τις ΜΣΕ θα πρέπει να βασίζονται σε διεθνείς κανόνες, κατευθυντήριες γραμμές ή συστάσεις, εφόσον υπάρχουν ωστόσο, μπορούν να θεσπίζονται επιστημονικώς αιτιολογημένα μέτρα που δίδουν σε υψηλότερο επίπεδο υγειονομικής προστασίας, εάν τα μέτρα που βασίζονται στους σχετικούς διεθνείς κανόνες, κατευθυντήριες γραμμές ή συστάσεις δεν θα επετύγχαναν το ενδεδειγμένο επίπεδο υγειονομικής προστασίας.

(20) Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να επανεξεταστεί ανάλογα με τις διαθέσιμες νέες επιστημονικές πληροφορίες.

(21) Θα πρέπει να προβλεφθούν στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού τα αναγκαία μεταβατικά μέτρα, μεταξύ άλλων, για τη ρύθμιση της χρησιμοποίησης ειδικών υλικών κινδύνου.

(22) Τα απαιτούμενα μέτρα για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θεσπίζονται σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή(4).

(23) Για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να καθοριστούν διαδικασίες στενής και αποτελεσματικής συνεργασίας μεταξύ Επιτροπής και κρατών μελών στο πλαίσιο της μόνιμης κτηνιατρικής επιτροπής, της μόνιμης επιτροπής ζωοτροφών και της μόνιμης επιτροπής τροφίμων.

(24) Επειδή οι διατάξεις εφαρμογής του παρόντος κανονισμού είναι γενικά μέτρα κατά την έννοια του άρθρου 2 της απόφασης 1999/468/ΕΚ θα πρέπει να θεσπίζονται με τη διαδικασία κανονιστικής επιτροπής που προβλέπεται στο άρθρο 5 της εν λόγω απόφασης,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής

1. Ο παρών κανονισμός θεσπίζει τους κανόνες για την πρόληψη, την καταπολέμηση και την εξάλειψη ορισμένων μεταδοτικών σπογγωδών εγκεφαλοπαθειών (ΜΣΕ) στα ζώα και εφαρμόζεται στην παραγωγή και διάθεση στην αγορά ζώντων ζώων και προϊόντων ζωικής προέλευσης και, σε ορισμένες συγκεκριμένες περιπτώσεις, στις εξαγωγές τους.

2. Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται:

α) στα καλλυντικά, φαρμακευτικά ή ιατροτεχνολογικά προϊόντα, στα υλικά εκκίνησης ή τα ενδιάμεσα προϊόντα τους,

β) στα προϊόντα, στα υλικά εκκίνησης ή τα ενδιάμεσα προϊόντα τους, τα οποία δεν προορίζονται για χρήση σε τρόφιμα, ζωοτροφές ή λιπάσματα,

γ) στα προϊόντα ζωικής προέλευσης που προορίζονται για έκθεση, διδασκαλία, επιστημονική έρευνα, ειδικές μελέτες ή αναλύσεις, εφόσον αυτά τα προϊόντα δεν καταναλώνονται ούτε χρησιμοποιούνται από τον άνθρωπο ή από ζώα, εκτός εκείνων που σταβλίζονται για τα οικεία ερευνητικά σχέδια,

δ) στα ζώντα ζώα που χρησιμοποιούνται ή προορίζονται για έρευνα.

Άρθρο 2

Διαχωρισμός ζώντων ζώων και προϊόντων ζωικής προέλευσης

Για να αποφευχθεί η αλληλομόλυνση ή η υποκατάσταση ζώντων ζώων ή προϊόντων ζωικής προέλευσης που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 από τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχεία α), β) και γ) ή από ζώντα ζώα αναφερόμενα στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο δ), πρέπει να διαχωρίζονται μονίμως, εκτός εάν τα ζώντα ζώα ή τα προϊόντα ζωικής προέλευσης παράγονται υπό τις ίδιες τουλάχιστον συνθήκες υγειονομικής προστασίας όσον αφορά τις ΜΣΕ.

Οι κανόνες εφαρμογής του παρόντος άρθρου θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2.

Άρθρο 3

Ορισμοί

1. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού ισχύουν οι εξής ορισμοί:

α) "ΜΣΕ": όλες οι μεταδοτικές σπογγώδεις εγκεφαλοπάθειες πλην εκείνων που προσβάλλουν τον άνθρωπο,

β) διάθεση στην αγορά: κάθε πράξη παροχής, σε τρίτον εντός της Κοινότητας, ζώντων ζώων, ή προϊόντων ζωικής προέλευσης υπαγομένων στον παρόντα κανονισμό, προς πώληση ή οποιαδήποτε άλλη μορφή μεταβίβασης σε τρίτον έναντι πληρωμής ή δωρεάν, καθώς και κάθε πράξη αποθήκευσης ενόψει μελλοντικής μεταβίβασης σε τέτοιον τρίτο,

γ) προϊόντα ζωικής προέλευσης: τα προϊόντα που προέρχονται ή περιέχουν προϊόντα προερχόμενα από τα ζώα που καλύπτονται από τις οδηγίες 89/662/EΟΚ(5) ή 90/425/EΟΚ(6),

δ) υλικά εκκίνησης: οι πρώτες ύλες ή οποιοδήποτε άλλο προϊόν ζωικής προέλευσης από το οποίο, ή μέσω του οποίου, παράγονται τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2, στοιχεία α) και β),

ε) αρμόδια αρχή: η κεντρική αρχή κράτους μέλους, η οποία είναι αρμόδια να εξασφαλίσει τη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού, ή κάθε άλλη κτηνιατρική αρχή στην οποία η εν λόγω κεντρική αρχή έχει αναθέσει την αρμοδιότητα αυτή, ιδίως για τον έλεγχο των ζωοτροφών ο ορισμός αυτός καλύπτει, ενδεχομένως, την αντίστοιχη αρχή μιας τρίτης χώρας,

στ) κατηγορίες: οι κατηγορίες ταξινόμησης που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙ κεφάλαιο Γ,

ζ) ειδικά υλικά κινδύνου: οι ιστοί που ορίζονται στο παράρτημα V στον ορισμό αυτόν, δεν περιλαμβάνονται τα προϊόντα που τα περιέχουν ή παράγονται από τους ιστούς αυτούς, εκτός εάν αναφέρεται διαφορετικά,

η) ζώο για το οποίο υπάρχουν υπόνοιες μόλυνσης από ΜΣΕ: κάθε ζώο, ζωντανό, σφαγμένο ή νεκρό που παρουσιάζει ή έχει παρουσιάσει νευρολογικές διαταραχές ή διαταραχές της συμπεριφοράς ή προοδευτική υποβάθμιση της γενικής κατάστασης που συνδέεται με προσβολή του κεντρικού νευρικού συστήματος, για το οποίο οι πληροφορίες που συλλέγονται βάσει κλινικής εξέτασης, ανταπόκρισης σε μια θεραπευτική αγωγή, νεκροψίας ή εργαστηριακής εξέτασης πριν ή μετά το θάνατο δεν επιτρέπουν άλλη διάγνωση. Ως ζώο για το οποίο υπάρχουν υπόνοιες μόλυνσης από τη σπογγώδη εγκεφαλοπάθεια των βοοειδών (ΣΕΒ) θεωρείται και κάθε βοοειδές το οποίο έδωσε θετικό αποτέλεσμα σε ταχεία δοκιμή ειδική για την ΣΕΒ,

θ) εκμετάλλευση: κάθε εγκατάσταση στην οποία σταβλίζονται, κατέχονται, εκτρέφονται, διακινούνται ή εκτίθενται στο κοινό ζώα τα οποία υπάγονται στον παρόντα κανονισμό,

ι) δειγματοληψία: η λήψη δειγμάτων, που εξασφαλίζουν τη στατιστικώς ορθή αντιπροσωπευτικότητα, από ζώα ή από το περιβάλλον τους, ή από προϊόντα ζωικής προέλευσης με σκοπό τη διάγνωση νόσου, τον καθορισμό γενεαλογικών σχέσεων, την επιτήρηση της υγείας, ή τον έλεγχο της απουσίας μικροβιολογικών παραγόντων ή ορισμένων υλικών σε προϊόντα ζωικής προέλευσης,

ια) λιπάσματα: ουσίες περιέχουσες προϊόντα ζωικής προέλευσης, οι οποίες χρησιμοποιούνται στη γη για να βοηθηθεί η ανάπτυξη της βλάστησης είναι δυνατό να περιέχουν κατάλοιπα χωνέματος από παραγωγή βιομεθανίου ή λιπασματοποίηση,

ιβ) ταχείες δοκιμές: οι διαδικασίες ανάλυσης που αναφέρονται στο παράρτημα Χ κεφάλαιο Γ σημείο 4, των οποίων τα αποτελέσματα γίνονται γνωστά εντός 24 ωρών,

ιγ) εναλλακτικές δοκιμές: οι δοκιμές κατ' άρθρο 8 παράγραφο 2 οι οποίες χρησιμοποιούνται αντί της απόσυρσης των ειδικών υλικών κινδύνου.

2. Εφαρμόζονται και οι ειδικοί ορισμοί που προβλέπονται στο παράρτημα Ι.

3. Όταν οι όροι του παρόντος κανονισμού δεν ορίζονται στην παράγραφο 1 ή στο παράρτημα Ι ισχύουν οι σχετικοί ορισμοί του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1760/2000(7) και οι ορισμοί που περιλαμβάνονται στις οδηγίες 64/432/ΕΟΚ(8), 89/662/EΟΚ, 90/425/EΟΚ και 91/68/ΕΟΚ(9) ή που ισχύουν δυνάμει αυτών, στο μέτρο που το παρόν κείμενο παραπέμπει σε αυτούς.

Άρθρο 4

Μέτρα διασφάλισης

1. Όσον αφορά την εφαρμογή των μέτρων διασφάλισης, ισχύουν οι αρχές και οι διατάξεις του άρθρου 9 της οδηγίας 89/662/ΕΟΚ, του άρθρου 10 της οδηγίας 90/425/ΕΟΚ, του άρθρου 18 της οδηγίας 91/496/ΕΟΚ(10), καθώς και του άρθρου 22 της οδηγίας 97/78/ΕΚ(11).

2. Τα μέτρα διασφάλισης θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2 και κοινοποιούνται, μαζί με την αιτιολογία τους στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΗ ΣΕΒ

Άρθρο 5

Ταξινόμηση

1. Ο χαρακτηρισμός κράτους μέλους, τρίτης χώρας ή περιοχής τους (στο εξής "χώρες ή περιοχές") ως προς τη ΣΕΒ μπορεί να καθορίζεται μόνον βάσει των κριτηρίων του παραρτήματος ΙΙ, κεφάλαιο Α και των αποτελεσμάτων μιας ανάλυσης κινδύνου με την οποία εντοπίζονται όλοι οι δυνητικοί παράγοντες της εμφάνισης της ΣΕΒ, όπως ορίζονται στο παράρτημα ΙΙ, κεφάλαιο Β καθώς και η χρονική τους εξέλιξη.

Τα κράτη μέλη, και οι τρίτες χώρες που επιθυμούν να διατηρηθούν στους καταλόγους τρίτων χωρών που είναι εγκεκριμένες για την εξαγωγή των ζώντων ζώων ή των προϊόντων που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό προς την Κοινότητα, υποβάλλουν στην Επιτροπή αίτηση χαρακτηρισμού τους όσον αφορά τη ΣΕΒ, συνοδευόμενη από σχετικές πληροφορίες που αφορούν τα κριτήρια του παραρτήματος ΙΙ, κεφάλαιο Α, καθώς και τους δυνητικούς παράγοντες κινδύνου του παραρτήματος ΙΙ, κεφάλαιο Β και την εξέλιξή τους διαχρονικώς.

2. Η απόφαση για κάθε αίτηση ταξινόμησης του κράτους μέλους ή της τρίτης χώρας ή της περιοχής του κράτους μέλους ή της τρίτης χώρας που υπέβαλε την αίτηση, σε μια από τις κατηγορίες του παραρτήματος ΙΙ, κεφάλαιο Γ, λαμβάνεται βάσει των κριτηρίων και των δυνητικών παραγόντων κινδύνου που αναφέρονται στην παράγραφο 1 με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2.

Η εν λόγω απόφαση εκδίδεται εντός έξι μηνών από την υποβολή της αίτησης και των σχετικών πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο. Εάν κρίνει ότι τα αποδεικτικά στοιχεία δεν περιλαμβάνουν τις πληροφορίες που ορίζονται στο παράρτημα ΙΙ, κεφάλαια Α και Β, η επιτροπή ζητά πρόσθετες πληροφορίες εντός προθεσμίας που θα καθοριστεί. Στην περίπτωση αυτή, η τελική απόφαση λαμβάνεται εντός έξι μηνών από την υποβολή των πλήρων πληροφοριακών στοιχείων.

Αφού το Διεθνές Γραφείο Επιζωοτιών (ΔΓΕ) καθορίσει διαδικασία ταξινόμησης των χωρών σε κατηγορίες και κατατάξει την αιτούσα χώρα σε μία κατηγορία, μπορεί να αποφασίζεται η επανεξέταση της κοινοτικής ταξινόμησης της συγκεκριμένης τρίτης χώρας σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, εάν συντρέχει λόγος, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2.

3. Εάν η Επιτροπή διαπιστώσει ότι οι πληροφορίες που διαβιβάζει ένα κράτος μέλος ή μια τρίτη χώρα σύμφωνα με τις διατάξεις του παραρτήματος ΙΙ, κεφάλαια Α και Β είναι ανεπαρκείς ή ασαφείς, μπορεί να προβεί, με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2, στο χαρακτηρισμό του κράτους μέλους ή της τρίτης χώρας ως προς τη ΣΕΒ βάσει πλήρους ανάλυσης του κινδύνου.

Η ανάλυση συμπεριλαμβάνει τεκμηριωμένη στατιστική έρευνα της επιδημιολογικής κατάστασης ως προς τη ΣΕΒ στο κράτος μέλος ή την τρίτη χώρα με τη χρήση ταχείας δοκιμής, στο πλαίσιο διαδικασίας ανίχνευσης. Η Επιτροπή συνεκτιμά τα κριτήρια ταξινόμησης που εφαρμόζει το ΔΓΕ.

Οι ταχείες δοκιμές εγκρίνονται προς το σκοπό αυτόν με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2 και εγγράφονται στον κατάλογο του παραρτήματος Χ, κεφάλαιο Γ σημείο 4.

Η διαδικασία ανίχνευσης μπορεί επίσης να χρησιμοποιείται από τα κράτη μέλη ή τις τρίτες χώρες που επιθυμούν να εγκριθεί από την Επιτροπή -με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2- η ταξινόμηση στην οποία έχουν προβεί βάσει αυτής της ανίχνευσης.

Οι δαπάνες της διαδικασίας βαρύνουν το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος ή τρίτη χώρα.

4. Τα κράτη μέλη ή οι τρίτες χώρες που δεν έχουν υποβάλει αίτηση σύμφωνα με την παράγραφο 1 εντός έξι μηνών από την 1η Ιουλίου 2001 θεωρούνται, όσον αφορά την αποστολή ζώντων ζώων και προϊόντων ζωικής προέλευσης από την επικράτειά τους, ως χώρες της κατηγορίας 5, κατά το παράρτημα ΙΙ κεφάλαιο Γ, μέχρις ότου υποβάλουν την αίτηση αυτή.

5. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή, το συντομότερο δυνατόν, κάθε επιδημιολογική ή άλλη πληροφορία που ενδέχεται να οδηγήσει σε μεταβολή κατάστασης όσον αφορά τη ΣΕΒ, ιδίως δε τα αποτελέσματα των προγραμμάτων επιτήρησης κατ' άρθρο 6.

6. Η διατήρηση μιας τρίτης χώρας σε έναν από τους καταλόγους που προβλέπονται από την κοινοτική νομοθεσία για να μπορεί να εξάγει προς την Κοινότητα ζώντα ζώα και προϊόντα ζωικής προέλευσης, για τα οποία ο παρών κανονισμός προβλέπει ειδικούς κανόνες, αποφασίζεται με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2 και εξαρτάται -ανάλογα με τις διαθέσιμες πληροφορίες ή σε περίπτωση τεκμαιρόμενης παρουσίας ΜΣΕ- από την παροχή των πληροφοριών που προβλέπονται στην παράγραφο 1. Σε περίπτωση άρνησης παροχής των πληροφοριών αυτών εντός τριμήνου από το αίτημα της Επιτροπής, εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου εφόσον οι πληροφορίες αυτές δεν έχουν ακόμη υποβληθεί και δεν έχουν αξιολογηθεί σύμφωνα με την παράγραφο 2 ή 3.

Η επιλεξιμότητα των τρίτων χωρών για εξαγωγές, προς την Κοινότητα, ζώντων ζώων ή προϊόντων ζωικής προέλευσης για τα οποία ο παρών κανονισμός προβλέπει ειδικούς κανόνες, υπό τους όρους που βασίζονται στην κατηγορία που τους απονέμεται από την Επιτροπή, εξαρτάται από τη δέσμευσή τους να κοινοποιήσουν γραπτώς στην Επιτροπή, το συντομότερο δυνατόν, κάθε επιδημιολογικό ή άλλο αποδεικτικό στοιχείο δυνάμενο να οδηγήσει σε μεταβολή κατάστασης όσον αφορά τη ΣΕΒ.

7. Με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2, είναι δυνατόν να αποφασισθεί η αλλαγή της ταξινόμησης κράτους μέλους, τρίτης χώρας ή περιοχής τους όσον αφορά τη ΣΕΒ, ανάλογα με τα αποτελέσματα των ελέγχων που προβλέπονται στο άρθρο 21.

8. Οι αποφάσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 2, 3, 4, 6, και 7 βασίζονται σε αξιολόγηση του κινδύνου, λαμβάνοντας υπόψη τα κριτήρια που συνιστώνται στο παράρτημα ΙΙ κεφάλαια Α και Β.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

ΠΡΟΛΗΨΗ ΤΩΝ ΜΣΕ

Άρθρο 6

Σύστημα επιτήρησης

1. Κάθε κράτος μέλος θεσπίζει ετήσιο πρόγραμμα επιτήρησης της ΣΕΒ και της τρομώδους νόσου, σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙΙ, κεφάλαιο Α. Μια διαδικασία ανίχνευσης χρησιμοποιούσα τις ταχείες δοκιμές αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του προγράμματος αυτού.

Οι ταχείες δοκιμές εγκρίνονται προς τούτο με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2 και εγγράφονται στον κατάλογο του παραρτήματος Χ κεφάλαιο Γ, σημείο 4.

2. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή και τα λοιπά κράτη μέλη, στο πλαίσιο της μόνιμης κτηνιατρικής επιτροπής, για την εμφάνιση κρούσματος ΜΣΕ, πλην ΣΕΒ.

3. Όλες οι επίσημες έρευνες και οι εργαστηριακές εξετάσεις καταχωρούνται σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙΙ, κεφάλαιο Β.

4. Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή ετήσια έκθεση η περιλαμβάνουσα τουλάχιστον τις πληροφορίες που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙΙ κεφάλαιο Β μέρος Ι. Η έκθεση για κάθε ημερολογιακό έτος υποβάλλεται το αργότερο στις 31 Μαρτίου του επομένου έτους. Εντός τριμήνου από την παραλαβή των εκθέσεων, η Επιτροπή υποβάλλει στη μόνιμη κτηνιατρική επιτροπή σύνοψη των εκθέσεων για κάθε περίοδο, στην οποία περιλαμβάνονται τουλάχιστον οι πληροφορίες που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙΙ κεφάλαιο Β μέρος ΙΙ.

Άρθρο 7

Απαγορεύσεις για τη διατροφή των ζώων

1. Στη διατροφή των μηρυκαστικών, απαγορεύεται να χρησιμοποιούνται μεταποιημένες πρωτεΐνες που προέρχονται από θηλαστικά.

2. Επίσης, η απαγόρευση κατά την παράγραφο 1 επεκτείνεται και στα ζώα και τα προϊόντα ζωικής προέλευσης σύμφωνα με το παράρτημα IV σημείο 1.

3. Οι παράγραφοι 1 και 2 εφαρμόζονται με την επιφύλαξη του σημείου 2 του παραρτήματος IV.

4. Τα κράτη μέλη ή οι περιοχές τους που ταξινομούνται στην κατηγορία 5 απαγορεύεται να εξάγουν ή να αποθηκεύουν ζωοτροφές που προορίζονται για εκτρεφόμενα ζώα και περιέχουν πρωτεΐνες προερχόμενες από θηλαστικά ή ζωοτροφές για θηλαστικά, εκτός από τις ζωοτροφές για σκύλους και γάτες, που περιέχουν επεξεργασμένες πρωτεΐνες προερχόμενες από θηλαστικά.

Οι τρίτες χώρες ή οι περιοχές τους που ταξινομούνται στην κατηγορία 5 απαγορεύεται να εξάγουν προς την Κοινότητα ζωοτροφές για εκτρεφόμενα ζώα που περιέχουν πρωτεΐνες προερχόμενες από θηλαστικά ή ζωοτροφές για θηλαστικά, εκτός από τις ζωοτροφές για σκύλους και γάτες, που περιέχουν επεξεργασμένες ζωικές πρωτεΐνες προερχόμενες από θηλαστικά.

5. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου, ιδίως δε οι κανόνες για την πρόληψη της αλληλομόλυνσης και για τις μεθόδους δειγματοληψίας, και ανάλυσης των δειγμάτων για τον έλεγχο της τήρησης του παρόντος άρθρου, θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2.

Άρθρο 8

Ειδικά υλικά κινδύνου

1. Τα ειδικά υλικά κινδύνου αφαιρούνται και καταστρέφονται σύμφωνα με το παράρτημα V σημεία 2, 3, 4 και 8.

Τα υλικά αυτά ή τα υλικά μεταποίησής τους μπορούν να διατίθενται στην αγορά μόνον, ή, ενδεχομένως, να εξάγονται μόνον για τελική καταστροφή σύμφωνα με το παράρτημα V σημεία 3 και 4 ή, κατά περίπτωση, το σημείο 7 στοιχείο γ) ή το σημείο 8. Η εισαγωγή τους στην Κοινότητα απαγορεύεται. Στη διαμετακόμισή τους μέσω του εδάφους της Κοινότητας τηρούνται οι απαιτήσεις του άρθρου 3 της οδηγίας 91/496/ΕΟΚ.

2. Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται στους ζωικούς ιστούς που έχουν υποβληθεί σε εναλλακτική δοκιμή εγκεκριμένη προς τούτο με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2 και εγγεγραμμένη στον κατάλογο του παραρτήματος Χ κεφάλαιο Γ σημείο 5 η οποία διενεργείται υπό τις προϋποθέσεις του παραρτήματος V σημείο 5 και της οποίας τα αποτελέσματα είναι αρνητικά.

Τα κράτη μέλη που επιτρέπουν την εναλλακτική αυτή δοκιμή ενημερώνουν σχετικά τα λοιπά κράτη μέλη και την Επιτροπή.

3. Στα κράτη μέλη ή τις περιοχές κρατών μελών που ταξινομούνται στις κατηγορίες 2, 3, 4 και 5, κατά το παράρτημα ΙΙ κεφάλαιο Γ, ο τεμαχισμός του κεντρικού νευρικού ιστού μετά από αναισθητοποίηση δια της εισαγωγής επιμήκους ραβδοειδούς οργάνου στην κρανιακή κοιλότητα, δεν πρέπει να εφαρμόζεται στα βοοειδή και τα αιγοπρόβατα των οποίων το κρέας προορίζεται για κατανάλωση από τον άνθρωπο ή τα ζώα.

4. Τα στοιχεία ηλικίας, που αναφέρονται στο παράρτημα V αναπροσαρμόζονται τακτικά. Η αναπροσαρμογή βασίζεται στα πλέον πρόσφατα αποδεδειγμένα επιστημονικά ευρήματα σχετικά με τη στατιστική πιθανότητα εκδήλωσης μιας ΜΣΕ στις συγκεκριμένες ηλικιακές ομάδες του κοινοτικού ζωικού κεφαλαίου βοοειδών και αιγοπροβάτων.

5. Κατά παρέκκλιση από τις παραγράφους 1 έως 4, είναι δυνατόν να λαμβάνεται απόφαση, με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2, όσον αφορά την ημερομηνία πραγματικής εφαρμογής του άρθρου 7 παράγραφος 1 ή, ενδεχομένως, στις τρίτες χώρες, όσον αφορά την ημερομηνία της απαγόρευσης χρησιμοποίησης πρωτεϊνών προερχόμενων από θηλαστικά στη διατροφή των μηρυκαστικών σε κάθε χώρα ή περιοχή της κατηγορίας 3 ή 4, προκειμένου να περιορισθεί η εφαρμογή του παρόντος άρθρου στα ζώα που έχουν γεννηθεί πριν από την ημερομηνία αυτή στις χώρες ή περιοχές αυτές.

Ομοίως, κατά παρέκκλιση από τις παραγράφους 1 έως 4, μετά από διαβούλευση με την αρμόδια επιστημονική επιτροπή και βάσει αξιολόγησης του κινδύνου αρχικής εισαγωγής, διάδοσης και έκθεσης του ανθρώπου, είναι δυνατόν να αποφασισθεί, με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2, η χρησιμοποίηση στα τρόφιμα, τις ζωοτροφές και τα λιπάσματα, της σπονδυλικής στήλης και των ισχιακών γαγγλίων που προέρχονται από βοοειδή που υπάρχουν ή προέρχονται από κάθε χώρα ή περιοχή της κατηγορίας 5.

6. Οι κανόνες εφαρμογής του παρόντος άρθρου θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2.

Άρθρο 9

Προϊόντα ζωικής προέλευσης που προέρχονται από υλικά μηρυκαστικών ή περιέχουν τέτοια υλικά

1. Τα προϊόντα ζωικής προέλευσης που αναφέρονται στο παράρτημα VΙ δεν παρασκευάζονται από υλικά που προέρχονται από μηρυκαστικά καταγόμενα από χώρες ή περιοχές της κατηγορίας 5, εκτός εάν έχουν παρασκευαστεί με τις διαδικασίες παραγωγής που εγκρίνονται με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2.

2. Τα οστά της κεφαλής και οι σπονδυλικές στήλες των βοοειδών και των αιγοπροβάτων που κατάγονται από χώρες ή περιοχές των κατηγοριών 2, 3, 4 ή 5, δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται για την παρασκευή μηχανικώς διαχωρισμένου κρέατος.

3. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 δεν εφαρμόζονται, όσον αφορά τα κριτήρια του παραρτήματος V σημείο 5 στα μηρυκαστικά που έχουν υποβληθεί σε εναλλακτική δοκιμή εγκριθείσα με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2 και της οποίας τα αποτελέσματα είναι αρνητικά.

4. Οι κανόνες εφαρμογής του παρόντος άρθρου θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2.

Άρθρο 10

Προγράμματα εκπαίδευσης

1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε το προσωπικό της αρμόδιας αρχής, των διαγνωστικών εργαστηρίων και των γεωργικών και κτηνιατρικών ινστιτούτων, οι επίσημοι κτηνίατροι, οι κτηνίατροι, το προσωπικό των σφαγείων και οι κτηνοτρόφοι, οι κάτοχοι και τα πρόσωπα στα οποία ανατίθεται ο χειρισμός των ζώων να εκπαιδεύονται για να ανιχνεύουν τα κλινικά σημεία, την επιδημιολογία και, στην περίπτωση του ελεγκτικού προσωπικού, για να ερμηνεύουν τα αποτελέσματα των εργαστηριακών μελετών που αφορούν τις ΜΣΕ.

2. Για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική εφαρμογή των προγραμμάτων εκπαίδευσης της παραγράφου 1, η Κοινότητα μπορεί να χορηγεί οικονομική ενίσχυση, το ποσό της οποίας καθορίζεται με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΕΛΕΓΧΟΣ ΚΑΙ ΕΞΑΛΕΙΨΗ ΤΩΝ ΜΣΕ

Άρθρο 11

Κοινοποίηση

Με την επιφύλαξη της οδηγίας 82/894/ΕΟΚ(12), τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να κοινοποιείται αμέσως στις αρμόδιες αρχές οποιαδήποτε περίπτωση ζώου για το οποίο υπάρχουν υπόνοιες ότι έχει μολυνθεί από ΜΣΕ.

Τα κράτη μέλη ενημερώνουν τακτικά τα άλλα κράτη μέλη και την Επιτροπή για τα κοινοποιημένα κρούσματα ΜΣΕ.

Η αρμόδια αρχή λαμβάνει χωρίς καθυστέρηση τα μέτρα του άρθρου 12 του παρόντος κανονισμού, καθώς και κάθε άλλο ενδεδειγμένο μέτρο.

Άρθρο 12

Μέτρα έναντι των ύποπτων ζώων

1. Κάθε ζώο για το οποίο υπάρχουν υπόνοιες ΜΣΕ υπόκειται σε επίσημο περιορισμό των μετακινήσεων εν αναμονή των αποτελεσμάτων κλινικής και επιδημιολογικής εξέτασης που διεξάγεται από την αρμόδια αρχή, ή θανατώνεται για εργαστηριακή εξέταση υπό επίσημη επίβλεψη.

Αν υφίστανται υπόνοιες ΣΕΒ σε ένα βοοειδές μιας εκμετάλλευσης ενός κράτους μέλους, όλα τα άλλα βοοειδή της εκμετάλλευσης αυτής υπόκεινται σε επίσημο περιορισμό των μετακινήσεων μέχρις ότου είναι διαθέσιμα τα αποτελέσματα της εξέτασης.

Εάν υπάρχει υπόνοια ΣΕΒ σε ένα αιγοπρόβατο μιας εκμετάλλευσης ενός κράτους μέλους βάσει αντικειμενικών στοιχείων όπως τα αποτελέσματα δοκιμών ικανών να διακρίνουν, με πρακτικό τρόπο, τις διάφορες ΜΣΕ, όλα τα άλλα αιγοπρόβατα της εκμετάλλευσης αυτής υπόκεινται σε επίσημο περιορισμό των μετακινήσεων εν αναμονή των αποτελεσμάτων της εξέτασης.

Εάν υπάρχουν ενδείξεις ότι η εκμετάλλευση, όπου βρισκόταν το ζώο όταν ανέκυψαν οι υπόνοιες ΣΕΒ, δεν είναι η εκμετάλλευση στην οποία το ζώο ενδέχεται να μολύνθηκε από ΣΕΒ, η αρμόδια αρχή μπορεί να αποφασίζει ότι μόνον το ύποπτο μόλυνσης ζώο υπόκειται σε επίσημο περιορισμό μετακινήσεων. Εάν θεωρηθεί αναγκαίο, η αρμόδια αρχή μπορεί επίσης να αποφασίζει ότι και άλλες εκμεταλλεύσεις ή μόνον η εκμετάλλευση μόλυνσης υπόκειται σε επίσημη επιτήρηση, αναλόγως των διαθέσιμων επιδημιολογικών πληροφοριών.

Με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2 και κατά παρέκκλιση των απαιτήσεων του δεύτερου, τρίτου και τέταρτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, ένα κράτος μέλος μπορεί να εξαιρεθεί από την εφαρμογή μέτρων επίσημου περιορισμού των μετακινήσεων των ζώων εάν εφαρμόζει μέτρα ισοδύναμων εγγυήσεων.

2. Εάν η αρμόδια αρχή αποφασίσει ότι η πιθανότητα μόλυνσης από ΜΣΕ δεν μπορεί να αποκλειστεί, το ζώο -εάν είναι ακόμη εν ζωή- θανατώνεται και ο εγκέφαλός του καθώς και όλοι οι άλλοι ιστοί που καθορίζει η αρμόδια αρχή αφαιρούνται και αποστέλλονται σε επίσημα εγκεκριμένο εργαστήριο, στο εθνικό εργαστήριο αναφοράς κατ' άρθρο 19 παράγραφος 1 ή στο κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς κατ' άρθρο 19 παράγραφος 2, για να εξακριβωθεί η παρουσία της ΜΣΕ με τις μεθόδους του άρθρου 20.

3. Όλα τα μέρη του σώματος του ύποπτου ζώου, συμπεριλαμβανομένου του δέρματος, διατηρούνται υπό επίσημη επίβλεψη μέχρις ότου υπάρξει αρνητική διάγνωση, ή καταστρέφονται σύμφωνα με το παράρτημα V σημεία 3 ή 4.

4. Οι κανόνες εφαρμογής του παρόντος άρθρου θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2.

Άρθρο 13

Μέτρα μετά τη διαπίστωση ΜΣΕ

1. Όταν η παρουσία μιας ΜΣΕ επιβεβαιωθεί επισήμως, εφαρμόζονται αμελλητί τα ακόλουθα μέτρα:

α) καταστρέφονται ολοσχερώς σύμφωνα με το παράρτημα V όλα τα μέρη του σώματος του ζώου πλην των υλικών που διατηρούνται για τα μητρώα σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙΙ κεφάλαιο Β ΙΙΙ, 2,

β) διενεργείται έρευνα για τον εντοπισμό όλων των ζώων που παρουσιάζουν κίνδυνο σύμφωνα με το παράρτημα VΙI, σημείο 1,

γ) όλα τα ζώα και τα προϊόντα ζωικής προέλευσης που αναφέρονται στο παράρτημα VΙΙ, σημείο 2 τα οποία εντοπίζονται, κατά την έρευνα που αναφέρεται στο στοιχείο β), ως ζώα που παρουσιάζουν κίνδυνο, σφάζονται και καταστρέφονται ολοσχερώς σύμφωνα με τα σημεία 3 και 4 του παραρτήματος V.

Κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου, ένα κράτος μέλος μπορεί να εφαρμόζει άλλα μέτρα τα οποία παρέχουν ισοδύναμο επίπεδο προστασίας, εφόσον αυτά έχουν εγκριθεί με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2.

2. Έως ότου ολοκληρωθεί η εφαρμογή των μέτρων της παραγράφου 1, στοιχείο β) και γ), η εκμετάλλευση όπου βρισκόταν το ζώο όταν επιβεβαιώθηκε η παρουσία ΜΣΕ τίθεται υπό επίσημη επίβλεψη και, για κάθε μετακίνηση των επιρρεπών στις ΜΣΕ ζώων και των προϊόντων ζωικής προέλευσης που προέρχονται από αυτά από και προς τη συγκεκριμένη εκμετάλλευση, απαιτείται άδεια της αρμόδιας αρχής, ώστε να εξασφαλισθεί ο άμεσος εντοπισμός και ο προσδιορισμός της προέλευσης των εν λόγω ζώων και προϊόντων ζωικής προέλευσης.

Εάν υπάρχουν ενδείξεις ότι η εκμετάλλευση όπου βρισκόταν το ζώο όταν ανέκυψαν οι υπόνοιες ΜΣΕ, δεν είναι, κατά πάσα πιθανότητα, η εκμετάλλευση στην οποία το ζώο ενδέχεται να μολύνθηκε με ΜΣΕ, η αρμόδια αρχή μπορεί να θέσει σε επίσημη επιτήρηση και τις δύο εκμεταλλεύσεις ή μόνον την εκμετάλλευση μόλυνσης.

3. Τα κράτη μέλη που εφαρμόζουν μέτρα τα οποία προσφέρουν ισοδύναμες εγγυήσεις όπως προβλέπεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 πέμπτο εδάφιο μπορούν, κατά παρέκκλιση από τις απαιτήσεις της παραγράφου 1 στοιχεία β) και γ) να απαλλάσσονται, με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2, από την υποχρέωση εφαρμογής των επίσημων μέτρων απαγόρευσης των μετακινήσεων των ζώων και από την απαίτηση να θανατώνουν και να καταστρέφουν τα ζώα.

4. Οι ιδιοκτήτες αποζημιώνονται αμελλητί για την απώλεια των ζώων που θανατώνονται η τα προϊόντα ζωικής προέλευσης που καταστρέφονται κατά το άρθρο 12 παράγραφος 2 και την παράγραφο 1 στοιχεία α) και γ) του παρόντος άρθρου.

5. Με την επιφύλαξη της οδηγίας 82/894/ΕΟΚ, κάθε επιβεβαίωση κρούσματος ΜΣΕ πλην της ΣΕΒ κοινοποιείται στην Επιτροπή επί ετησίας βάσεως.

6. Οι κανόνες εφαρμογής του παρόντος άρθρου θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2.

Άρθρο 14

Σχέδιο έκτακτης ανάγκης

1. Τα κράτη μέλη καταρτίζουν -σύμφωνα με τα γενικά κριτήρια της κοινοτικής νομοθεσίας στον τομέα της καταπολέμησης των ζωικών νόσων- κατευθυντήριες γραμμές στις οποίες ορίζονται τα ληπτέα εθνικά μέτρα και διευκρινίζονται οι αρμοδιότητες και οι ευθύνες όταν επιβεβαιώνονται κρούσματα ΜΣΕ.

2. Όταν απαιτείται για την ομοιόμορφη εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας, οι κατευθυντήριες γραμμές μπορούν να εναρμονίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΔΙΑΘΕΣΗ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΚΑΙ ΕΞΑΓΩΓΗ

Άρθρο 15

Ζώντα ζώα, το σπέρμα, τα έμβρυα και τα ωάριά τους

1. Η διάθεση στην αγορά, ή, ενδεχομένως, οι εξαγωγές βοοειδών ή αιγοπροβάτων και του σπέρματος, των ωαρίων και εμβρύων τους, υπόκειται στις προϋποθέσεις του παραρτήματος VIΙI ή, κατά τις εισαγωγές, στις προϋποθέσεις του παραρτήματος IX. Τα ζώντα ζώα και τα έμβρυα και τα ωάριά τους συνοδεύονται από τα κατάλληλα υγειονομικά πιστοποιητικά που προβλέπονται από την κοινοτική νομοθεσία, σύμφωνα με το άρθρο 17 ή, κατά τις εισαγωγές, σύμφωνα με το άρθρο 18.

2. Η διάθεση στην αγορά των απογόνων πρώτης γενεάς, του σπέρματος, των εμβρύων και των ωαρίων τους για τα οποία υπάρχουν υπόνοιες ή τα οποία επιβεβαιωμένα έχουν μολυνθεί με ΜΣΕ, υπόκειται στους όρους του παραρτήματος VIΙI, κεφάλαιο Β.

3. Οι κανόνες εφαρμογής του παρόντος άρθρου θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2.

Άρθρο 16

Διάθεση προϊόντων ζωικής προέλευσης στην αγορά

1. Τα ακόλουθα προϊόντα ζωικής προέλευσης που προέρχονται από υγιή μηρυκαστικά δεν υπόκεινται σε περιορισμούς διάθεσης στην αγορά, ή ενδεχομένως εξαγωγής, σύμφωνα με το παρόν άρθρο και τις διατάξεις του παραρτήματος VIII, κεφάλαια Γ και Δ και του παραρτήματος ΙΧ, κεφάλαια Α, Γ, ΣΤ και Ζ:

α) τα προϊόντα ζωικής προέλευσης που καλύπτονται από το άρθρο 15, ιδίως δε το σπέρμα, τα έμβρυα και τα ωάρια,

β) i) νωπό γάλα, όπως ορίζεται στην οδηγία του Συμβουλίου 92/46/ΕΟΚ(13),

ii) γάλα για την παρασκευή προϊόντων με βάση το γάλα, όπως ορίζεται στην οδηγία 92/46/ΕΟΚ,

iii) γάλα κατανάλωσης που έχει υποστεί θερμική επεξεργασία, όπως ορίζεται στην οδηγία 92/46/ΕΟΚ,

iv) όξινο φωσφορικό ασβέστιο (χωρίς ίχνη πρωτεΐνης ή λίπους),

v) τα δέρματα, όπως ορίζονται στην οδηγία 92/118/ΕΟΚ(14),

vi) ζελατίνη, όπως ορίζεται στην οδηγία 92/118/EΟΚ, που προέρχεται από τα δέρματα που αναφέρονται στο στοιχείο v),

vii) κολλαγόνο που προέρχεται από τα δέρματα που αναφέρονται στο στοιχείο v).

2. Τα προϊόντα ζωικής προέλευσης που προέρχονται από τρίτες χώρες κατηγορίας 2, 3, 4 και 5 προέρχονται από υγιή βοοειδή και αιγοπρόβατα τα οποία δεν έχουν υποστεί τον τεμαχισμό των ιστών του κεντρικού νευρικού συστήματος κατ' άρθρο 8 σημείο 3 ή δεν έχουν θανατωθεί με την έγχυση αερίου στην κρανιακή κοιλότητα.

3. Τα προϊόντα ζωικής προέλευσης που περιέχουν υλικά από βοοειδή τα οποία προέρχονται από ένα κράτος μέλος, μια περιοχή κράτους μέλους ή μια τρίτη χώρα της κατηγορίας 5 δεν διατίθενται στην αγορά εκτός εάν προέρχονται:

α) από ζώα που γεννήθηκαν μετά την ημερομηνία από την οποία εφαρμόστηκε όντως η απαγόρευση χρησιμοποίησης μεταποιημένων πρωτεϊνών θηλαστικών για τη διατροφή των μηρυκαστικών,

β) από ζώα που γεννήθηκαν, εκτράφηκαν και έχουν διαμείνει σε αγέλες αποδεδειγμένα ιστορικώς απαλλαγμένες από ΣΕΒ επί 7 τουλάχιστον έτη.

Τα προϊόντα ζωικής προέλευσης δεν αποστέλλονται από κράτος μέλος ή περιοχή ενός κράτους μέλους της κατηγορίας 5 σε άλλο κράτος μέλος ούτε εισάγονται από τρίτη χώρα της κατηγορίας 5. Η απαγόρευση αυτή δεν ισχύει για τα προϊόντα ζωικής προέλευσης που αναφέρονται στο παράρτημα VIII, κεφάλαιο Γ και τα οποία ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του παραρτήματος VIII, κεφάλαιο Γ. Τα προϊόντα αυτά συνοδεύονται από υγειονομικό πιστοποιητικό που εκδίδει επίσημος κτηνίατρος, με το οποίο βεβαιώνεται ότι έχουν παραχθεί σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

4. Όταν ένα ζώο μετακινείται από χώρα ή περιοχή προς χώρα ή περιοχή διαφορετικής κατηγορίας, ταξινομείται στην ανώτερη κατηγορία χωρών ή περιοχών στις οποίες έχει διαμείνει για περισσότερες από είκοσι τέσσερις ώρες, εκτός εάν δίδονται κατάλληλες εγγυήσεις ότι το ζώο δεν έλαβε τροφή από τη χώρα ή την περιοχή αυτή η οποία ταξινομείται στην ανώτερη κατηγορία.

5. Τα προϊόντα ζωικής προέλευσης, για τα οποία το παρόν άρθρο προβλέπει συγκεκριμένους κανόνες, πρέπει να συνοδεύονται από τα κατάλληλα υγειονομικά πιστοποιητικά ή εμπορικά έγγραφα, όπως απαιτείται από την κοινοτική νομοθεσία σύμφωνα με τα άρθρα 17 και 18 ή, εάν δεν υπάρχει τέτοια απαίτηση στην κοινοτική νομοθεσία, από υγειονομικό πιστοποιητικό ή εμπορικό έγγραφο του οποίου το πρότυπο καταρτίζεται με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2.

6. Για να εισαχθούν στην Κοινότητα, τα προϊόντα ζωικής προέλευσης πληρούν τις απαιτήσεις του παραρτήματος ΙΧ κεφάλαια Α, Γ, ΣΤ και Ζ.

7. Με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2, οι παράγραφοι 1 έως 6 μπορούν να επεκταθούν και σε άλλα προϊόντα ζωικής προέλευσης. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου θεσπίζονται με την ίδια διαδικασία.

Άρθρο 17

Με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2, τα υγειονομικά πιστοποιητικά του παραρτήματος ΣΤ της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ και τα υποδείγματα ΙΙ και ΙΙΙ του παραρτήματος Ε της οδηγίας 91/68/ΕΟΚ, καθώς και τα κατάλληλα υγειονομικά πιστοποιητικά που προβλέπονται από την κοινοτική νομοθεσία περί εμπορίου σπέρματος, ωαρίων και εμβρύων βοοειδών ή αιγοπροβάτων συμπληρώνονται, αν απαιτείται, με την αναγραφή της κατηγορίας στην οποία ταξινομήθηκε το κράτος μέλος ή η περιοχή καταγωγής σύμφωνα με το άρθρο 5.

Τα κατάλληλα υγειονομικά πιστοποιητικά που αφορούν το εμπόριο προϊόντων ζωικής προέλευσης συμπληρώνονται, αν απαιτείται, με την αναγραφή της κατηγορίας του κράτους μέλους ή της περιοχής προέλευσης η οποία δίδεται από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 5.

Άρθρο 18

Με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2, τα κατάλληλα υγειονομικά πιστοποιητικά σχετικά με τις εισαγωγές, τα οποία προβλέπονται από την κοινοτική νομοθεσία συμπληρώνονται, για τις τρίτες χώρες που ταξινομούνται σε μια κατηγορία σύμφωνα με το άρθρο 5, με τις ειδικές απαιτήσεις του παραρτήματος ΙΧ κεφάλαιο Ζ, μόλις η ταξινόμηση αποφασιστεί.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑΣ, ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑ, ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΟΙ

Άρθρο 19

Εργαστήρια αναφοράς

1. Το εθνικό εργαστήριο αναφοράς κάθε κράτους μέλους, οι αρμοδιότητες και τα καθήκοντά του ορίζονται στο παράρτημα Χ κεφάλαιο Α.

2. Το κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς, οι αρμοδιότητες και τα καθήκοντά του ορίζονται στο παράρτημα Χ κεφάλαιο Β.

Άρθρο 20

Δειγματοληψία και μέθοδοι εργαστηριακής ανάλυσης

1. Η δειγματοληψία και οι δοκιμές εργαστηριακής ανίχνευσης της παρουσίας μιας ΜΣΕ διενεργούνται με τις μεθόδους και τα πρωτόκολλα που ορίζονται στο παράρτημα Χ κεφάλαιο Γ.

2. Όταν απαιτείται για την ομοιόμορφη εφαρμογή του παρόντος άρθρου, θεσπίζονται λεπτομέρειες εφαρμογής -συμπεριλαμβανομένης της μεθόδου για την επιβεβαίωση της ΣΕΒ στα αιγοπρόβατα- με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2.

Άρθρο 21

Κοινοτικοί έλεγχοι

1. Όταν απαιτείται για την ομοιόμορφη εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, εμπειρογνώμονες της Επιτροπής μπορούν να διεξάγουν επιτόπιους ελέγχους, σε συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών. Το κράτος μέλος όπου διενεργείται έλεγχος παρέχει κάθε βοήθεια στους εμπειρογνώμονες για την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Η Επιτροπή ενημερώνει την αρμόδια αρχή για τα αποτελέσματα των ελέγχων.

Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου, ιδίως δε εκείνες που αποσκοπούν στη ρύθμιση των διαδικασιών συνεργασίας με τις εθνικές αρχές, θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2.

2. Οι κοινοτικοί έλεγχοι έναντι τρίτων χωρών διενεργούνται σύμφωνα με τα άρθρα 20 και 21 της οδηγίας 97/78/ΕΚ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 22

Μεταβατικά μέτρα για τα ειδικά υλικά κινδύνου

1. Οι διατάξεις του παραρτήματος ΧΙ μέρος Α εφαρμόζονται επί 6 τουλάχιστον μήνες από την 1η Ιουλίου 2001, παύουν δε να εφαρμόζονται μόλις ληφθεί απόφαση σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 2 ή 4 του άρθρου 5, οπότε και αρχίζει να εφαρμόζεται το άρθρο 8.

2. Τα αποτελέσματα μιας τεκμηριωμένης στατιστικής έρευνας διεξαγόμενης βάσει της παραγράφου 3 του άρθρου 5 κατά τη μεταβατική περίοδο χρησιμοποιούνται προς επιβεβαίωση ή διάψευση των συμπερασμάτων της ανάλυσης κινδύνου που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 5, λαμβανομένων υπόψη των κριτηρίων ταξινόμησης που καθορίζει το ΔΓΕ.

3. Οι λεπτομερείς κανόνες για τη στατιστική έρευνα θεσπίζονται, ύστερα από διαβούλευση της αρμόδιας επιστημονικής επιτροπής, με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2.

4. Τα στοιχειώδη κριτήρια που πληροί η εν λόγω στατιστική έρευνα ορίζονται στο παράρτημα ΧΙ μέρος Β.

Άρθρο 23

Τροποποίηση παραρτημάτων και μεταβατικά μέτρα

Ύστερα από διαβούλευση με την αρμόδια επιστημονική επιτροπή για κάθε θέμα δυνάμενο να έχει επιπτώσεις στην δημόσια υγεία, τα παραρτήματα τροποποιούνται ή συμπληρώνονται, θεσπίζεται δε κάθε κατάλληλο μεταβατικό μέτρο με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2.

Με την ίδια διαδικασία θεσπίζονται μεταβατικά μέτρα για περίοδο μέχρι δύο ετών ώστε να καταστεί δυνατή η μετάβαση από το σημερινό σύστημα στο σύστημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 24

Επιτροπές

1. Η Επιτροπή επικουρείται από την μόνιμη κτηνιατρική επιτροπή. Ωστόσο, για τα θέματα που αφορούν αποκλειστικά τις ζωοτροφές, η Επιτροπή επικουρείται από την μόνιμη επιτροπή ζωοτροφών, για δε τα θέματα που αφορούν αποκλειστικά τα τρόφιμα, η Επιτροπή επικουρείται από τη μόνιμη επιτροπή τροφίμων.

2. Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.

Η περίοδος που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ ορίζεται σε τρεις μήνες, στην περίπτωση δε των μέτρων διασφάλισης που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, σε δεκαπέντε ημέρες.

3. Κάθε επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό κανονισμό της.

Άρθρο 25

Διαβούλευση με τις επιστημονικές επιτροπές

Για κάθε θέμα εφαρμογής του παρόντος κανονισμού το οποίο ενδέχεται να έχει επιπτώσεις για τη δημόσια υγεία ζητείται η γνώμη των αρμόδιων επιστημονικών επιτροπών.

Άρθρο 26

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται από την 1η Ιουλίου 2001.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 22 Μαΐου 2001.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Η Πρόεδρος

N. Fontaine

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. Winberg

(1) ΕΕ C 45 της 19.2.1999, σ. 2 και

ΕΕ C 120 Ε της 24.4.2001, σ. 89.

(2) ΕΕ C 258 της 10.9.1999, σ. 19.

(3) Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 17ης Μαΐου 2000 (ΕΕ C 59 της 23.2.2001, σ. 93), κοινή θέση του Συμβουλίου της 12ης Φεβρουαρίου 2001 (ΕΕ C 88 της 19.3.2001, σ. 1) και απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 3ης Μαΐου 2001.

(4) ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

(5) Οδηγία 89/662/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 1989, σχετικά με τους κτηνιατρικούς ελέγχους που εφαρμόζονται στο ενδοκοινοτικό εμπόριο με προοπτική την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς (ΕΕ L 395 της 30.12.1989, σ. 13)· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 92/118/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 62 της 15.3.1993, σ. 49).

(6) Οδηγία 90/425/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 1990, σχετικά με τους κτηνιατρικούς και ζωοτεχνικούς ελέγχους που εφαρμόζονται στο ενδοκοινοτικό εμπόριο ορισμένων ζώντων ζώων και προϊόντων με προοπτική την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς (ΕΕ L 224 της 18.8.1990, σ. 29)· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 92/118/ΕΟΚ του Συμβουλίου.

(7) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1760/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουλίου 2000, για τη θέσπιση συστήματος αναγνώρισης και καταγραφής των βοοειδών και την επισήμανση του βοείου κρέατος και των προϊόντων με βάση το βόειο κρέας, καθώς και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 820/97 του Συμβουλίου (ΕΕ L 204 της 11.8.2000, σ. 1).

(8) Οδηγία 64/432/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 1964, περί προβλημάτων υγειονομικού ελέγχου στον τομέα των ενδοκοινοτικών συναλλαγών βοοειδών και χοιροειδών (ΕΕ 121 της 29.7.1964, σ. 1977/64)· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2000/20/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 163 της 4.7.2000, σ. 35).

(9) Οδηγία 91/68/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 1991, σχετικά με το καθεστώς υγειονομικού ελέγχου που διέπει το ενδοκοινοτικό εμπόριο αιγοπροβάτων (ΕΕ L 46 της 19.2.1991, σ. 19)· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την απόφαση 94/953/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 371 της 31.12.1994, σ. 14).

(10) Οδηγία 91/496/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 1991, για τον καθορισμό των βασικών αρχών σχετικά με την οργάνωση των κτηνιατρικών ελέγχων των ζώων προέλευσης τρίτων χωρών που εισάγονται στην Κοινότητα και περί τροποποίησης των οδηγιών 89/662/ΕΟΚ, 90/425/ΕΟΚ και 90/675/ΕΟΚ (EE L 268 της 24.9.1991, σ. 56)· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 96/43/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 162 της 1.7.1996, σ. 1).

(11) Οδηγία 97/78/ΕΚ του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 1997, για καθορισμό των αρχών οργάνωσης των κτηνιατρικών ελέγχων των προϊόντων που εισάγονται στην Κοινότητα από τρίτες χώρες (ΕΕ L 24 της 30.1.1998, σ. 9).

(12) Οδηγία 82/894/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1982, για την κοινοποίηση των ασθενειών των ζώων μέσα στην Κοινότητα (ΕΕ L 378 της 31.12.82, σ. 58)· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την απόφαση 2000/556/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 235 της 19.9.2000, σ. 27).

(13) Οδηγία 92/46/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 16ης Ιουνίου 1992, για τη θέσπιση των υγειονομικών κανόνων για την παραγωγή και την εμπορία νωπού γάλακτος, θερμικά επεξεργασμένου γάλακτος και προϊόντων με βάση το γάλα (ΕΕ L 268 της 14.9.1992, σ. 1)· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 96/23/ΕΚ (ΕΕ L 125 της 23.5.1996, σ. 10).

(14) Οδηγία 92/118/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 1992, για τον καθορισμό των όρων υγειονομικού ελέγχου καθώς και των υγειονομικών όρων που διέπουν το εμπόριο και τις εισαγωγές στην Κοινότητα προϊόντων που δεν υπόκεινται, όσον αφορά τους προαναφερόμενους όρους, στις ειδικές κοινοτικές ρυθμίσεις που αναφέρονται στο κεφάλαιο Ι του παραρτήματος Α της οδηγίας 89/662/ΕΟΚ και, όσον αφορά τους παθογόνους παράγοντες, της οδηγίας 90/425/ΕΟΚ (ΕΕ L 62 της 15.3.1993, σ. 49)· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την απόφαση 1999/724/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 290 της 12.11.1999, σ. 32).

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

ΕΙΔΙΚΟΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α) "αυτόχθονο κρούσμα ΣΕΒ": κρούσμα σπογγώδους εγκεφαλοπάθειας βοοειδών για το οποίο δεν αποδείχθηκε σαφώς ότι οφείλεται απευθείας σε μόλυνση πριν από την εισαγωγή ζώντων ζώων, εμβρύων ή ωαρίων,

β) "διακριτοί λιπώδεις ιστοί": τα εσωτερικά και εξωτερικά λίπη που αφαιρούνται κατά τη σφαγή και τον τεμαχισμό, ιδίως δε τα νωπά λίπη της καρδιάς, της σκέπης, των νεφρών και του μεσεντερίου βοοειδών και τα λίπη που προέρχονται από εργαστήρια τεμαχισμού,

γ) "κλάση": σύνολο ζώων που περιλαμβάνει κάθε βοοειδές το οποίο γεννήθηκε, κατά τους δώδεκα μήνες πριν ή μετά τη γέννηση ασθενούς βοοειδούς, στην αγέλη την οποία γεννήθηκε ή εκτράφηκε το ασθενές αυτό βοοειδές σε οποιαδήποτε στιγμή κατά τους πρώτους δώδεκα μήνες της ζωής του με ένα ασθενές βοοειδές και το οποίο ενδέχεται να κατανάλωσε την ίδια ζωοτροφή όπως και το ασθενές βοοειδές κατά τους πρώτους δώδεκα μήνες της ζωής του,

δ) "υγειονομική ταφή": χώρος υγειονομικής ταφής, ως ορίζεται στην οδηγία 1999/31/ΕΚ(1).

(1) Οδηγία 1999/31/ΕΚ του Συμβουλίου, της 26ης Απριλίου 1999, περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων (ΕΕ L 182 της 16.7.1999, σ. 1).

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΗ ΣΕΒ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α

Η κατάσταση ενός κράτους μέλους, μιας τρίτης χώρας ή μιας περιφέρειάς του ("χώρα ή περιφέρεια") ως προς τη ΣΕΒ καθορίζεται με βάση τα ακόλουθα κριτήρια:

α) τα αποτελέσματα της ανάλυσης κινδύνου με την οποία εντοπίζονται όλοι οι δυνητικοί παράγοντες εκδήλωσης της ΣΕΒ κατά το κεφάλαιο Β καθώς και η εξέλιξή τους διαχρονικώς,

β) ένα πρόγραμμα εκπαίδευσης των κτηνιάτρων, των κτηνοτρόφων και των επαγγελματιών των κλάδων μεταφοράς, εμπορίου και σφαγής βοοειδών, το οποίο αποσκοπεί στην ενθάρρυνσή τους να δηλώνουν όλα τα κρούσματα νευρολογικών εκδηλώσεων στα ενήλικα βοοειδή,

γ) την υποχρεωτική δήλωση και την εξέταση όλων των βοοειδών με κλινικά συμπτώματα ΣΕΒ,

δ) ένα σύστημα συνεχούς επιτήρησης και παρακολούθησης της ΣΕΒ που επικεντρώνεται κυρίως στους κινδύνους που προσδιορίζονται στο κεφάλαιο Β και το οποίο λαμβάνει υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές του πίνακα του παραρτήματος ΙΙΙ, κεφάλαιο Α ή τηρεί τα ενδεδειγμένα διεθνή πρότυπα· οι εκθέσεις που αναφέρουν τον αριθμό των εξετάσεων και τα αποτελέσματά τους διατηρούνται επί επτά έτη τουλάχιστον,

ε) την εξέταση, σε εγκεκριμένο εργαστήριο, δειγμάτων εγκεφάλων ή άλλων ιστών που συλλέγονται στο πλαίσιο του συστήματος επιτήρησης του στοιχείου δ).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β

Η ανάλυση κινδύνου κατά το κεφάλαιο Α στοιχείου α) βασίζεται στους εξής παράγοντες:

- την κατανάλωση, από τα βοοειδή, κρεαταλεύρων και οστεαλεύρων ή ινωδών καταλοίπων ξιγκιών μηρυκαστικών,

- την εισαγωγή κρεαταλεύρων και οστεαλεύρων ή ινωδών καταλοίπων ξιγκιών δυνητικώς μολυσμένων με τον παράγοντα μιας ΜΣΕ ή ζωοτροφών που περιέχουν κρεατάλευρα και οστεάλευρα ή ινώδη κατάλοιπα ξιγκιών,

- την εισαγωγή ζώων ή ωαρίων/εμβρύων δυνητικώς μολυσμένων με τον παράγοντα μιας ΜΣΕ,

- την επιδημιολογική κατάσταση της χώρας ή της περιοχής όσον αφορά τις ζωικές ΜΣΕ,

- την έκταση των γνώσεων για τη διάρθρωση του πληθυσμού βοοειδών και αιγοπροβάτων στη χώρα ή την περιοχή,

- την προέλευση των ζωικών απορριμμάτων, τις παραμέτρους των μεθόδων επεξεργασίας των απορριμμάτων αυτών και τις μεθόδους παραγωγής ζωοτροφών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ

Απονομή κατηγορίας

Ο καθορισμός της κατάστασης των κρατών μελών ή των τρίτων χωρών, ή μιας των περιοχών τους όσον αφορά τη ΣΕΒ πραγματοποιείται βάσει των εξής κατηγοριών:

Α. ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ 1: Χώρες ή περιοχές απαλλαγμένες από ΣΕΒ

Χώρες ή περιοχές όπου διεξήχθη ανάλυση κινδύνου βάσει των πληροφοριών που αναφέρονται στο κεφάλαιο Β η οποία απέδειξε ότι έχουν ληφθεί, επί επαρκές χρονικό διάστημα, τα δέοντα μέτρα για τη διαχείριση κάθε ενδεχομένως εντοπιζόμενου κινδύνου,

1. και στις οποίες δεν έχει διαπιστωθεί κανένα κρούσμα ΣΕΒ και

i) τα κριτήρια των στοιχείων β) έως ε) του κεφαλαίου Α τηρούνται κατά τα τελευταία επτά τουλάχιστον έτη, ή

ii) τα κριτήρια του στοιχείου γ) του κεφαλαίου Α τηρούνται κατά τα τελευταία επτά τουλάχιστον έτη και αποδεικνύεται ότι, στα τελευταία οκτώ τουλάχιστον έτη, δεν χορηγήθηκαν στα μηρυκαστικά ούτε κρεατάλευρα, ούτε οστεάλευρα, ούτε ινώδη κατάλοιπα ξυγκιών προερχόμενα από μηρυκαστικά ή θηλαστικά,

2. ή στις οποίες έχει αποδειχθεί ότι όλα τα κρούσματα σπογγώδους εγκεφαλοπάθειας των βοοειδών συνδέονται άμεσα με την εισαγωγή ζώντων βοοειδών ή ωαρίων/εμβρύων βοοειδών και όλα τα ασθενή βοοειδή έχουν θανατωθεί και καταστραφεί ολοσχερώς, καθώς και, στην περίπτωση θηλυκών ζώων, το τελευταίο ζώο το οποίο γέννησαν κατά τα δύο έτη που προηγούνται ή κατά την περίοδο που ακολουθεί την εμφάνιση των πρώτων κλινικών σημείων της νόσου, εάν το ζώο αυτό ευρίσκετο ακόμη εν ζωή στη χώρα ή την περιοχή και

i) τα κριτήρια των στοιχείων β) έως ε) του κεφαλαίου Α τηρούνται κατά τα τελευταία επτά τουλάχιστον έτη, ή

ii) τα κριτήρια του στοιχείου γ) του κεφαλαίου Α τηρούνται κατά τα τελευταία επτά τουλάχιστον έτη και αποδεικνύεται ότι, κατά τα τελευταία οκτώ τουλάχιστον έτη, δεν χορηγήθηκαν στα μηρυκαστικά ούτε κρεατάλευρα, ούτε οστεάλευρα, ούτε ινώδη κατάλοιπα ξυγκιών,

3. ή στις οποίες το τελευταίο αυτόχθονο κρούσμα ΣΕΒ ανακοινώθηκε πριν από επτά τουλάχιστον έτη, τα κριτήρια των στοιχείων β) έως ε) του κεφαλαίου Α τηρούνται κατά τα τελευταία επτά τουλάχιστον έτη και για τη διατροφή των μηρυκαστικών με κρεατάλευρα και οστεάλευρα ή ινώδη κατάλοιπα ξυγκιών προερχόμενα από μηρυκαστικά ισχύει απαγόρευση η οποία όντως τηρείται κατά τα τελευταία οκτώ τουλάχιστον έτη,

Β. ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ 2: Χώρες ή περιοχές προσωρινά απαλλαγμένες από ΣΕΒ στις οποίες δεν έχει ανακοινωθεί κανένα αυτόχθονο κρούσμα ΣΕΒ

Χώρες ή περιοχές στις οποίες μια ανάλυση κινδύνου που έχει διεξαχθεί σύμφωνα με το Κεφάλαιο Β έχει αποδείξει ότι έχουν ληφθεί, επί επαρκές χρονικό διάστημα, τα δέοντα μέτρα για τη διαχείριση κάθε ενδεχομένως εντοπιζόμενου κινδύνου και

1. στις οποίες δεν έχει διαπιστωθεί κανένα κρούσμα ΣΕΒ και

i) τα κριτήρια των στοιχείων β) έως ε) του κεφαλαίου Α τηρούνται, αλλά όχι κατά τα τελευταία επτά έτη ή,

ii) αποδεικνύεται ότι, κατά τα τελευταία οκτώ τουλάχιστον έτη, δεν έχουν χορηγηθεί στα μηρυκαστικά ούτε κρεατάλευρα ούτε οστεάλευρα ούτε ινώδη κατάλοιπα ξυγκιών, αλλά δεν τηρούνται κατά τα τελευταία επτά έτη τα κριτήρια του στοιχείου γ) του κεφαλαίου Α,

2. ή στις οποίες έχει αποδειχθεί ότι όλα τα κρούσματα σπογγώδους εγκεφαλοπάθειας των βοοειδών συνδέονται άμεσα με την εισαγωγή ζώντων βοοειδών ή ωαρίων/εμβρύων βοοειδών και όλα τα ασθενή βοοειδή έχουν θανατωθεί και καταστραφεί ολοσχερώς, καθώς και, στην περίπτωση θηλυκών ζώων, το τελευταίο ζώο το οποίο γέννησαν στα δύο έτη που προηγούνται ή στην περίοδο που ακολουθεί την εμφάνιση των πρώτων κλινικών σημείων της νόσου, εάν το ζώο αυτό ευρίσκετο ακόμη εν ζωή στη χώρα ή την περιοχή και:

i) τα κριτήρια των στοιχείων β) έως ε) του κεφαλαίου Α τηρούνται, αλλά όχι κατά τα τελευταία επτά έτη, ή

ii) αποδεικνύεται ότι, στα τελευταία οκτώ τουλάχιστον έτη, δεν έχουν χορηγηθεί στα μηρυκαστικά ούτε κρεατάλευρα ούτε οστεάλευρα ούτε ινώδη κατάλοιπα ξυγκιών, αλλά κατά τα τελευταία επτά έτη τα κριτήρια του στοιχείου γ) του κεφαλαίου Α δεν έχουν τηρηθεί.

Γ. ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ 3: Χώρες ή περιοχές προσωρινά απαλλαγμένες από ΣΕΒ στις οποίες έχει ανακοινωθεί ένα τουλάχιστον κρούσμα ΣΕΒ

Χώρες ή περιοχές στις οποίες μια ανάλυση κινδύνου, διεξαχθείσα βάσει των πληροφοριών που αναφέρονται στο Κεφάλαιο Β, έχει αποδείξει ότι έχουν ληφθεί, επί επαρκές χρονικό διάστημα, τα δέοντα μέτρα για τη διαχείριση κάθε ενδεχομένως εντοπιζόμενου κινδύνου

1. και στις οποίες το τελευταίο αυτόχθονο κρούσμα ΣΕΒ ανακοινώθηκε πριν από επτά τουλάχιστον έτη, τα κριτήρια των στοιχείων β) έως ε) του κεφαλαίου Α τηρούνται και η διατροφή των μηρυκαστικών με κρεατάλευρα και οστεάλευρα και ινώδη κατάλοιπα ξυγκιών προερχόμενα από μηρυκαστικά όντως τηρείται, αλλά:

i) δεν τηρούνται κατά τα τελευταία επτά έτη τα κριτήρια των στοιχείων β) έως ε) του κεφαλαίου Α, ή,

ii) η απαγόρευση χορήγησης, στα μηρυκαστικά, κρεαταλεύρων και οστεαλεύρων και ινωδών καταλοίπων ξυγκιών προερχόμενων από μηρυκαστικά δεν τηρείται κατά τα τελευταία οκτώ έτη,

2. ή στις οποίες το τελευταίο αυτόχθονο κρούσμα ΣΕΒ ανακοινώθηκε πριν από επτά το πολύ έτη και το ποσοστό επίπτωσης της ΣΕΒ, υπολογιζόμενο βάσει των αυτόχθονων κρουσμάτων, υπήρξε, σε κάθε ένα από τα τέσσερα τελευταία διαρρεύσαντα δωδεκάμηνα, κατώτερο του ενός κρούσματος ανά εκατομμύριο στον πληθυσμό βοοειδών ηλικίας άνω των 24 μηνών της χώρας ή της περιοχής ή, εάν πρόκειται για χώρα ή περιοχή όπου ο πληθυσμός αυτός είναι μικρότερος του εκατομμυρίου, κατώτερο του ενός κρούσματος σε σχέση με τον πραγματικό αριθμό του πληθυσμού αυτού (υπολογιζόμενο βάσει των στατιστικών της Eurostat) και στην οποία

i) η απαγόρευση χορήγησης, στα μηρυκαστικά, κρεαταλεύρων και οστεαλεύρων και ινωδών καταλοίπων ξυγκιών προερχόμενων από μηρυκαστικά τηρείται κατά τα τελευταία οκτώ τουλάχιστον έτη,

ii) τα κριτήρια των στοιχείων β) έως ε) του κεφαλαίου Α τηρούνται κατά τελευταία επτά τουλάχιστον έτη,

iii) τα ασθενή βοοειδή θανατώνονται και καταστρέφονται ολοσχερώς, καθώς και:

- στην περίπτωση θηλυκών ζώων, το τελευταίο ζώο το οποίο γέννησαν στα δύο έτη που προηγούνται ή κατά την περίοδο μετά την εμφάνιση των πρώτων κλινικών σημείων της νόσου,

- όλα τα βοοειδή της κλάσης,εάν τα ζώα αυτά ευρίσκονται ακόμη εν ζωή στη συγκεκριμένη χώρα ή ζώνη.

Κατά παρέκκλιση εκ του σημείου iii), είναι δυνατόν να λαμβάνεται υπόψη, κατά την ταξινόμηση αυτήν, η ύπαρξη άλλων μέτρων για τη σφαγή των ζώων που παρουσιάζουν κίνδυνο, τα οποία παρέχουν ισοδύναμο επίπεδο προστασίας.

Δ. ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ 4: Χώρες ή περιοχές με χαμηλή επίπτωση ΣΕΒ

Κάθε χώρα ή περιοχή στην οποία

1. τηρούνται τα κριτήρια του κεφαλαίου Α, το δε ποσοστό επίπτωσης της ΣΕΒ, υπολογιζόμενο κατά τους δώδεκα τελευταίους μήνες, είναι ίσο τουλάχιστον προς ένα αυτόχθονο κρούσμα ανά εκατομμύριο και το πολύ προς εκατό κρούσματα ανά εκατομμύριο στον πληθυσμό των βοοειδών ηλικίας άνω των 24 μηνών της χώρας ή της περιοχής, ή

2. τηρούνται τα κριτήρια του κεφαλαίου Α και το ποσοστό επίπτωσης της ΣΕΒ, υπολογιζόμενο σύμφωνα με το παραπάνω σημείο 1) στοιχείο α), υπήρξε κατώτερο του ενός κρούσματος ανά εκατομμύριο εντός περιόδου μικρότερης από τέσσερα συναπτά δωδεκάμηνα και τις οποίες τα ασθενή βοοειδή θανατώνονται και καταστρέφονται ολοσχερώς καθώς και

- στην περίπτωση θηλυκών ζώων, το τελευταίο ζώο το οποίο γέννησαν στα δύο έτη που προηγούνται ή κατά την περίοδο μετά την εμφάνιση των πρώτων κλινικών σημείων της νόσου,

- όλα τα βοοειδή της κλάσης,εάν τα ζώα αυτά ευρίσκονται ακόμη εν ζωή στη συγκεκριμένη χώρα ή περιοχή.

Κατά παρέκκλιση από το παρόν σημείο, είναι δυνατόν να λαμβάνεται υπόψη, κατά την ταξινόμηση αυτή, η ύπαρξη άλλων μέτρων για τη σφαγή των ζώων που παρουσιάζουν κίνδυνο, τα οποία παρέχουν ισοδύναμο επίπεδο προστασίας.

Οι χώρες ή οι περιοχές, στις οποίες το ποσοστό επίπτωσης της ΣΕΒ, υπολογιζόμενο κατά τους δώδεκα τελευταίους μήνες, υπήρξε κατώτερο του ενός αυτόχθονου κρούσματος ανά εκατομμύριο στον πληθυσμό των βοοειδών ηλικίας άνω των 24 μηνών αλλά στις οποίες διεξήχθη η ανάλυση κινδύνου που περιγράφεται στο Κεφάλαιο Α και απέδειξε ότι δεν τηρείται ένα τουλάχιστον από τα κριτήρια που καθορίζονται προκειμένου η χώρα ή η ζώνη να ταξινομούνται στην κατηγορία 2 ή στην κατηγορία 3, πρέπει να θεωρούνται ως χώρες ή περιοχές της κατηγορίας 4.

Ε. ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ 5: Χώρες ή περιοχές με υψηλή επίπτωση ΣΕΒ

Κάθε χώρα ή περιοχή στην οποία

1. τηρούνται τα κριτήρια του κεφαλαίου Α, το δε ποσοστό επίπτωσης της σπογγώδους εγκεφαλοπάθειας των βοοειδών, υπολογιζόμενο στους δώδεκα τελευταίους μήνες, υπήρξε ανώτερο των εκατό κρουσμάτων ανά εκατομμύριο στον πληθυσμό των βοοειδών ηλικίας άνω των 24 μηνών της χώρας ή της περιοχής, ή

2. το ποσοστό επίπτωσης της ΣΕΒ, υπολογιζόμενο στους δώδεκα τελευταίους μήνες, υπήρξε τουλάχιστον ίσο προς ένα κρούσμα ανά εκατομμύριο και το πολύ ίσο προς εκατό κρούσματα ανά εκατομμύριο στον πληθυσμό των βοοειδών ηλικίας άνω των 24 μηνών της χώρας ή της περιοχής, και δεν τηρείται ένα τουλάχιστον από τα κριτήρια του κεφαλαίου Α.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IΙI

ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΠΙΤΗΡΗΣΗΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α

I. ΣΤΟΙΧΕΙΩΔΕΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΕΝΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΠΙΤΗΡΗΣΗΣ ΤΗΣ ΣΕΒ ΣΤΑ ΒΟΟΕΙΔΗ

1. Επιλογή υποπληθυσμών

Βοοειδή ηλικίας άνω των 30 μηνών, ως εξής:

1.1 Ζώα που υποβάλλονται σε "ειδική επείγουσα σφαγή" όπως ορίζεται στο άρθρο 2, στοιχείο ιδ) της οδηγίας 64/433/ΕΟΚ και ζώα τα οποία σφάζονται σύμφωνα με το παράρτημα Ι κεφάλαιο VI σημείο 28 στοιχείο γ) της οδηγίας 64/433/ΕΟΚ(1) (συμπεριλαμβανομένων των ζώων που αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 716/96(2) και τα οποία υποβάλλονται σε "ειδική επείγουσα σφαγή", όπως ορίζεται ανωτέρω, ή σφάζονται σύμφωνα με το παράρτημα Ι κεφάλαιο VI σημείο 28 στοιχείο γ) της οδηγίας 64/433/ΕΟΚ).

1.2 Νεκρά ζώα που δεν σφάζονται για ανθρώπινη κατανάλωση και τα οποία ψόφησαν στην εκμετάλλευση ή κατά τη μεταφορά τους (πλην των ζώων που αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 716/96).

1.3 Ζώα που υποβάλλονται στη συνήθη σφαγή για ανθρώπινη κατανάλωση.

1.4 Ζώα με νευρολογικές διαταραχές.

2. Μέγεθος δείγματος

2.1. Ο αριθμός δειγμάτων που ελέγχονται ετησίως σε κάθε κράτος μέλος από τον υποπληθυσμό που αναφέρεται στο σημείο πρέπει να περιλαμβάνει όλα τα ζώα του υποπληθυσμού αυτού.

2.2. Ο αριθμός δειγμάτων που ελέγχονται ετησίως σε κάθε κράτος μέλος από τους υποπληθυσμούς που αναφέρονται στο σημείο 1.2. δεν πρέπει να είναι μικρότερος από τα μεγέθη δειγμάτων που αναφέρονται στον πίνακα. Η δειγματοληψία από κάθε υποπληθυσμό είναι τυχαία. Η δειγματοληψία πρέπει να είναι αντιπροσωπευτική κάθε περιοχής και συνεχής.

2.3. Ο αριθμός δειγμάτων που ελέγχονται ετησίως σε κάθε κράτος μέλος από τον υποπληθυσμό που αναφέρεται στο σημείο 1.3. πρέπει να περιλαμβάνει όλα τα ζώα του υποπληθυσμού αυτού.

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

II. ΣΤΟΙΧΕΙΩΔΕΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΕΝΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΤΗΣ ΤΡΟΜΩΔΟΥΣ ΝΟΣΟΥ ΣΤΑ ΑΙΓΟΠΡΟΒΑΤΑ

1. Επιλογή υποπληθυσμών

Η επιλογή γίνεται μέσω αξιολόγησης των κινδύνων υποπληθυσμών αυτοχθόνων ζώων που εμφανίζουν κλινικά σημεία συμβατά με την τρομώδη νόσο. Σε κάθε υποπληθυσμό και ομάδα ηλικίας η επιλογή είναι τυχαία.

Τα κριτήρια επιλογής είναι τα ακόλουθα:

- ζώα που εμφανίζουν διαταραχές της συμπεριφοράς ή νευρολογικές διαταραχές που διαρκούν επί 15 τουλάχιστον ημέρες και ανθίστανται στην αγωγή,

- ετοιμοθάνατα ζώα χωρίς σημεία λοιμώδους ή τραυματικής νόσου,

- ζώα που εμφανίζουν άλλα συμπτώματα εξελικτικής νόσου.

Τα αιγοπρόβατα εξετάζονται για να ανιχνεύεται η παρουσία της τρομώδους νόσου και, όταν υπάρξουν δοκιμές ικανές να διακρίνουν στην πράξη τις ΜΣΕ, για να ανιχνεύεται η ΣΕΒ.

2. Ηλικία των ζώων-στόχων

Το δείγμα πρέπει να αφορά τα πλέον ηλικιωμένα ζώα του υποπληθυσμού. Εντούτοις, όλα τα ζώα-στόχοι πρέπει να έχουν ηλικία άνω των 12 μηνών.

3. Μέγεθος δείγματος

Ο ελάχιστος αριθμός των ζώων που πρέπει να εξετάζονται ετησίως πρέπει να τηρεί τα μεγέθη δείγματος που αναφέρονται στον πίνακα. Τα ζώα που εξετάζονται βάσει του άρθρου 12 μπορούν να περιληφθούν στο δείγμα στοιχειώδους μεγέθους.

Πίνακας

Ελάχιστος αριθμός ετήσιων νευροϊστολογικών εξετάσεων με κλινικά σημεία συμβατά με τις ΜΣΕ

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

III. ΕΠΙΤΗΡΗΣΗ ΖΩΩΝ ΥΨΗΛΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ

Επιτήρηση ζώων υψηλού κινδύνου

Επιπλέον των προγραμμάτων επιτήρησης που εκτίθενται στα μέρη Ι και ΙΙ, τα κράτη μέλη μπορούν, εθελοντικά, να διεξάγουν στοχοθετημένη επιτήρηση για ΜΣΕ σε ζώα υψηλού κινδύνου, όπως:

- ζώα που προέρχονται από χώρες όπου σημειώθηκαν αυτόχθονα κρούσματα ΜΣΕ,

- ζώα που έχουν καταναλώσει δυνητικώς μολυσμένες ζωοτροφές,

- ζώα που έχουν γεννηθεί ή είναι απόγονοι θηλυκών ζώων που έχουν μολυνθεί από ΜΣΕ.

IV. ΚΟΙΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι κανένα μέρος του σώματος ζώων, από τα οποία λαμβάνονται δείγματα σύμφωνα με το παρόν παράρτημα, δεν χρησιμοποιείται για την παραγωγή τροφίμων, ζωοτροφών και λιπασμάτων μέχρις ότου ολοκληρωθεί η εργαστηριακή εξέταση με αρνητικά αποτελέσματα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β

I. ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΕΣ ΣΤΙΣ ΕΚΘΕΣΕΙΣ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ

1. Ο αριθμός, ανά ζωικό είδος, των ύποπτων κρουσμάτων που τίθενται υπό απαγόρευση μετακίνησης σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 1.

2. Ο αριθμός, ανά ζωικό είδος, των ύποπτων κρουσμάτων που υποβάλλονται σε εργαστηριακή εξέταση σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 2, και τα αποτελέσματα της εξέτασης.

3. Το καθ' υπολογισμό μέγεθος κάθε υποπληθυσμού που αναφέρεται στο κεφάλαιο Α μέρος Ι σημείο 1.

4. Ο αριθμός βοοειδών που υποβλήθηκαν σε δοκιμή εντός κάθε υποπληθυσμού κατ' εφαρμογή του κεφαλαίου Α μέρος Ι σημείο 1 και του κεφαλαίου Α μέρος ΙIΙ, η μέθοδος επιλογής των δειγμάτων και τα αποτελέσματα των δοκιμών.

5. Ο αριθμός αιγοπροβάτων που εξετάστηκαν εντός κάθε υποπληθυσμού κατ' εφαρμογή του κεφαλαίου Α, μέρος ΙΙ σημείο 1, και του κεφαλαίου Α μέρος ΙIΙ, καθώς και τα αποτελέσματα της εξέτασης.

6. Ο αριθμός, η κατανομή ανά ηλικία και η γεωγραφική κατανομή των θετικών κρουσμάτων ΣΕΒ και τρομώδους νόσου. Για τα κρούσματα ΣΕΒ που αφορούν ζώα που γεννήθηκαν μετά την εισαγωγή της απαγόρευσης των ζωοτροφών, πρέπει να αναφέρεται το έτος και, ει δυνατόν, ο μήνας γέννησης.

7. Ο αριθμός θετικών κρουσμάτων ΜΣΕ που έχουν επιβεβαιωθεί σε ζώα άλλα πλην των βοοειδών και των αιγοπροβάτων.

II. ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΕΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

Η περίληψη έχει τη μορφή πίνακα και περιέχει τουλάχιστον τις εξής πληροφορίες για κάθε κράτος μέλος:

1. Τον ολικό πληθυσμό βοοειδών ηλικίας άνω των 24 μηνών, και το εκτιμώμενο μέγεθος κάθε υποπληθυσμού που αναφέρεται στο κεφάλαιο Α μέρος Ι σημείο 1.

2. Τον αριθμό των ύποπτων κρουσμάτων ανά είδος ζώου κατ' εφαρμογή του άρθρου 12.

3. Τον αριθμό των βοοειδών που υποβλήθηκαν σε δοκιμή κατ' εφαρμογή του κεφαλαίου Α μέρος Ι σημείο 1.

4. Τον αριθμό αιγοπροβάτων που εξετάστηκαν κατ' εφαρμογή του κεφαλαίου Α μέρος ΙΙ σημείο 1.

5. Τον αριθμό και την κατανομή ανά ηλικία των θετικών κρουσμάτων ΣΕΒ.

6. Τον αριθμό θετικών κρουσμάτων ΣΕΒ που έχουν γεννηθεί μετά την απαγόρευση ζωοτροφών, καθώς και το έτος και το μήνα γέννησης.

7. Τον αριθμό θετικών κρουσμάτων τρομώδους νόσου.

8. Τον αριθμό θετικών κρουσμάτων ΜΣΕ σε ζώα άλλα πλην των βοοειδών και των αιγοπροβάτων.

III. ΜΗΤΡΩΑ

1. Η αρμόδια αρχή τηρεί επί επτά έτη μητρώα

- του αριθμού και των ειδών ζώων που τίθενται υπό απαγόρευση μετακίνησης που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1,

- του αριθμού και των αποτελεσμάτων των κλινικών και επιδημιολογικών ερευνών που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1,

- του αριθμού και των αποτελεσμάτων των εργαστηριακών εξετάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 2,

- του αριθμού, της ταυτότητας και της καταγωγής των ζώων από τα οποία έχουν ληφθεί δείγματα στο πλαίσιο των προγραμμάτων επιτήρησης που αναφέρονται στο μέρος Ι και, ει δυνατόν, της ηλικίας, της φυλής και του ιστορικού τους.

2. Το εργαστήριο που διεξάγει τις έρευνες τηρεί επί επτά έτη όλα τα μητρώα των δοκιμών, ιδίως δε τα τετράδια εργαστηρίου, τους κύβους παραφίνης και, κατά περίπτωση, φωτογραφίες των αποτυπωμάτων (Western-Blots).

(1) Οδηγία 64/433/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 1964, περί υγειονομικών προβλημάτων στον τομέα των ενδοκοινοτικών συναλλαγών νωπών κρεάτων (ΕΕ 121 της 29.7.1964, σ. 2012/64)· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 95/23/ΕΚ (ΕΕ L 243 της 11.10.1995, σ. 7).

(2) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 716/96 της Επιτροπής, της 19ης Απριλίου 1996, για τη θέσπιση έκτακτων μέτρων στήριξης της αγοράς βοείου κρέατος στο Ηνωμένο Βασίλειο (ΕΕ L 99 της 20.4.1996, σ. 14)· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1176/2000 της Επιτροπής (ΕΕ L 131 της 1.6.2000, σ. 37).

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΖΩΩΝ

1. Στα κράτη μέλη ή τις περιοχές τους που έχουν ταξινομηθεί στην κατηγορία 5, η απαγόρευση που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 καλύπτει και:

α) τη διατροφή εκτρεφόμενων ζώων με πρωτεΐνες που προέρχονται από θηλαστικά,

β) τη διατροφή θηλαστικών με μεταποιημένες ζωικές πρωτεΐνες που προέρχονται από θηλαστικά· η απαγόρευση αυτή δεν ισχύει για τις τροφές για σκύλους και γάτες, ούτε για την παραγωγή των τροφών αυτών, και

γ) τη διατροφή κάθε μηρυκαστικού με τετηγμένα λίπη μηρυκαστικών.

2. Η απαγόρευση των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 7 δεν εφαρμόζεται στα ακόλουθα προϊόντα από υγιή ζώα:

α) γάλα και γαλακτοκομικά προϊόντα,

β) ζελατίνη από δέρματα,

γ) υδρολυμένες πρωτεΐνες μοριακού βάρους κάτω των 10000 Daltons

i) που λαμβάνονται από δέρματα ζώων που σφάζονται σε σφαγείο, επιθεωρούνται προ της σφαγής από επίσημο κτηνίατρο βάσει του κεφαλαίου VI του παραρτήματος Ι της οδηγίας 64/433/ΕΟΚ, και κρίνονται κατάλληλα προς σφαγή για τους σκοπούς της εν λόγω οδηγίας,

και

ii) που παράγονται με μέθοδο παρασκευής η οποία περιλαμβάνει κατάλληλα μέτρα για τη μείωση της μόλυνσης των δερμάτων, την επεξεργασία των δερμάτων με εμβάπτιση σε άλμη, με προσθήκη ασβέστου και με εντατικό πλύσιμο ακολουθούμενη από έκθεση του υλικού σε pH > 11 επί > 3 ώρες σε θερμοκρασία > 80 °C ακολουθούμενη από θερμική επεξεργασία σε > 140 °C επί 30 λεπτά σε > 3,6 bar, ή με ισοδύναμη μέθοδο παρασκευής εγκεκριμένη από την Επιτροπή ύστερα από διαβούλευση με την αρμόδια επιστημονική επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2,

και

iii) που προέρχονται από εγκαταστάσεις που έχουν εφαρμόσει πρόγραμμα αυτοελέγχου βασιζόμενο στο σύστημα HACCP.

δ) όξινο φωσφορικό ασβέστιο (χωρίς ίχνη πρωτεΐνης ή λίπους),

ε) αποξηραμένο πλάσμα και λοιπά προϊόντα αίματος, εκτός από τα προϊόντα αίματος βοοειδών για τη διατροφή των μηρυκαστικών.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΕΙΔΙΚΑ ΥΛΙΚΑ ΚΙΝΔΥΝΟΥ

1. Οι ακόλουθοι ιστοί πρέπει να χαρακτηρίζονται ως ειδικά υλικά κινδύνου ανάλογα με την κατηγορία του κράτους μέλους ή της τρίτης χώρας καταγωγής ή διαμονής του ζώου, η οποία καθορίζεται κατ' άρθρο 5:

ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ 1 ΚΑΙ 2

Κανένας.

ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ 3 ΚΑΙ 4

α) το κρανίο, συμπεριλαμβανομένου του εγκεφάλου και των οφθαλμών, οι αμυγδαλές και ο νωτιαίος μυελός βοοειδών ηλικίας άνω των δώδεκα μηνών, καθώς και τα έντερα από το δωδεκαδάκτυλο έως το ορθό βοοειδών οποιασδήποτε ηλικίας,

β) το κρανίο, συμπεριλαμβανομένου του εγκεφάλου και των οφθαλμών, οι αμυγδαλές και ο νωτιαίος μυελός αιγοπροβάτων ηλικίας άνω των 12 μηνών ή των οποίων ένας μόνιμος κοπτήρας έχει ανατείλει μέσω των ούλων και η σπλήνα αιγοπροβάτων οποιασδήποτε ηλικίας.

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ 5

α) ολόκληρο το κεφάλι (εκτός από τη γλώσσα) συμπεριλαμβανομένου του εγκεφάλου, των οφθαλμών, των γαγγλίων του τριδύμου και των αμυγδαλών ο θύμος αδένας η σπλήνα και ο νωτιαίος μυελός βοοειδών ηλικίας άνω των έξι μηνών, καθώς και τα έντερα από το δωδεκαδάκτυλο έως το ορθό βοοειδών οποιασδήποτε ηλικίας,

β) η σπονδυλική στήλη, συμπεριλαμβανομένων των ισχιακών γαγγλίων, βοοειδών ηλικίας άνω των 30 μηνών,

γ) το κρανίο, συμπεριλαμβανομένου του εγκεφάλου και των οφθαλμών, οι αμυγδαλές, ο νωτιαίος μυελός αιγοπροβάτων ηλικίας άνω των 12 μηνών ή των οποίων ένας μόνιμος κοπτήρας έχει ανατείλει μέσω των ούλων, και η σπλήνα αιγοπροβάτων οποιασδήποτε ηλικίας.

2. Τα ειδικά υλικά κινδύνου πρέπει να αφαιρούνται:

α) στα σφαγεία,

β) στα εργαστήρια τεμαχισμού, τις μεταποιητικές μονάδες υψηλού κινδύνου ή τους χώρους που αναφέρονται στα άρθρα 3 και 7 της οδηγίας 90/667/ΕΟΚ(1), υπό την επίβλεψη υπαλλήλου διορισμένου από την αρμόδια αρχή. Οι εγκαταστάσεις αυτές πρέπει να εγκρίνονται ειδικώς από την αρμόδια αρχή.

Ωστόσο, η σπονδυλική στήλη είναι δυνατό να αποσύρεται από τα σημεία πώλησης στους καταναλωτές εντός του οικείου κράτους μέλους.

Όταν τα ειδικά υλικά κινδύνου δεν αφαιρούνται από τα νεκρά ζώα τα οποία έχουν σφαγεί για μη ανθρώπινη κατανάλωση, τα τμήματα του πτώματος που περιέχουν ειδικά υλικά κινδύνου ή ολόκληρο το σφάγιο πρέπει να αντιμετωπίζονται ως ειδικά υλικά κινδύνου.

3. Όλα τα ειδικά υλικά κινδύνου πρέπει να βάφονται με χρωστική ουσία και, ανάλογα με την περίπτωση, να επισημαίνονται με μαρκαδόρο αμέσως μετά την αφαίρεσή τους και να καταστρέφονται ολοσχερώς:

α) με αποτέφρωση χωρίς προεπεξεργασία, ή

β) υπό τον όρο ότι η χρωστική ουσία ή το σήμα του μαρκαδόρου εξακολουθούν να διακρίνονται, μετά την προεπεξεργασία:

i) σύμφωνα με τα συστήματα που περιγράφονται στα κεφάλαια Ι έως IV, VΙ και VII του παραρτήματος της απόφασης 92/562/EΟΚ(2):

- με αποτέφρωση,

- με συναποτέφρωση,

ii) σύμφωνα τουλάχιστον με τους όρους που αναφέρονται στο παράρτημα Ι της απόφασης 1999/534/EΚ(3), με ταφή σε εγκεκριμένο χώρο υγειονομικής ταφής.

4. Tα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν παρεκκλίσεις εκ των σημείων 2 και 3, για να επιτρέπουν την αποτέφρωση ή την ταφή των ειδικών υλικών κινδύνου ή ολόκληρων των πτωμάτων, χωρίς προηγούμενη χρώση ή, κατά περίπτωση, χωρίς αφαίρεση των ειδικών υλικών κινδύνου, υπό τις συνθήκες του άρθρου 3 παράγραφος 2, της οδηγίας 90/667/EΟΚ και με μέθοδο η οποία αποκλείει κάθε κίνδυνο μετάδοσης ΜΣΕ, εγκρίνεται και επιβλέπεται από την αρμόδια αρχή, ιδίως όταν ζώα έχουν αποβιώσει ή έχουν θανατωθεί στο πλαίσιο μέτρων καταπολέμησης νόσων και με την επιφύλαξη των άρθρων 12 και 13.

5. Η διενέργεια εναλλακτικών δοκιμών αντί της αφαίρεσης των ειδικών υλικών κινδύνου μπορεί να επιτρέπεται υπό τους εξής όρους:

α) οι δοκιμές πρέπει να διενεργούνται στα σφαγεία σε όλα τα ζώα που επιλέγονται για την αφαίρεση των ειδικών υλικών κινδύνου,

β) κανένα προϊόν βοοειδών ή αιγοπροβάτων που προορίζεται για ανθρώπινη κατανάλωση δεν επιτρέπεται να εξέλθει από το σφαγείο πριν η αρμόδια αρχή λάβει και δεχθεί τα αποτελέσματα των δοκιμών για όλα τα σφαγέντα ζώα που είναι δυνητικώς μολυσμένα εάν μια ΣΕΒ έχει επιβεβαιωθεί σε ένα από αυτά,

γ) όταν το αποτέλεσμα μιας εναλλακτικής δοκιμής είναι θετικό, όλα τα υλικά βοοειδών και αιγοπροβάτων που έχουν δυνητικώς μολυνθεί στο σφαγείο καταστρέφονται σύμφωνα με το σημείο 3, εκτός εάν όλα τα μέρη του σώματος του μολυσμένου ζώου, συμπεριλαμβανομένου του δέρματος, μπορούν να αναγνωρίζονται και να διατηρούνται χωριστά.

6. Τα κράτη μέλη διενεργούν συχνά επίσημες επιθεωρήσεις για να διαπιστώνουν την ορθή εφαρμογή του παρόντος παραρτήματος και να διασφαλίζουν ότι λαμβάνονται μέτρα για την αποφυγή μόλυνσης, ιδίως στα σφαγεία, τα εργαστήρια τεμαχισμού, τις μονάδες μεταποίησης ζωικών αποβλήτων, τις μονάδες μεταποίησης υψηλού κινδύνου ή τους χώρους που εγκρίνουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 7 της οδηγίας 90/667/ΕΟΚ, τα σημεία πώλησης στους καταναλωτές, τις υγειονομικές ταφές και τις λοιπές εγκαταστάσεις αποθήκευσης ή αποτέφρωσης.

7. Συγκεκριμένα, τα κράτη μέλη θεσπίζουν σύστημα με το οποίο εξασφαλίζεται και ελέγχεται ότι:

α) τα ειδικά υλικά κινδύνου που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή των προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 προορίζονται αποκλειστικά για τον επιτρεπόμενο σκοπό,

β) όταν βοοειδή ή αιγοπρόβατα εισέρχονται σε κράτος μέλος ταξινομημένο σε χαμηλότερη κατηγορία, δηλαδή με καλύτερη κατάσταση από εκείνη των εισερχόμενων ζώων όσον αφορά τη ΣΕΒ, τα ζώα αυτά παραμένουν υπό επίσημη επίβλεψη μέχρι να θανατωθούν ή να απομακρυνθούν από το έδαφός τους,

γ) τα ειδικά υλικά κινδύνου, ιδίως όταν η αφαίρεση πραγματοποιείται σε εγκαταστάσεις ή χώρους που δεν είναι σφαγεία, διαχωρίζονται πλήρως από τα λοιπά απόβλητα που δεν προορίζονται για αποτέφρωση, συλλέγονται χωριστά και διατίθενται σύμφωνα με τα σημεία 2, 3 και 4. Τα κράτη μέλη δύνανται να επιτρέψουν την αποστολή κεφαλών ή πτωμάτων ζώων που περιέχουν ειδικά υλικά κινδύνου σε άλλο κράτος μέλος κατόπιν συμφωνίας με αυτό το κράτος μέλος όσον αφορά την παραλαβή του υλικού και την εφαρμογή των ειδικών όρων που ισχύουν για αυτές τις μεταφορές.

8. Τα κράτη μέλη μπορούν να αποστέλλουν ειδικά υλικά κινδύνου ή τα εξ αυτών προερχόμενα μεταποιημένα υλικά, σε άλλα κράτη μέλη προς αποτέφρωση αποκλειστικά σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 4 παράγραφος 2 της απόφασης 97/735/ΕΚ(4), κατά περίπτωση.

Το παρόν σημείο είναι δυνατό να τροποποιηθεί αιτήσει κράτους μέλους ώστε να επιτρέπεται η αποστολή ειδικού υλικού κινδύνου ή υλικών μεταποίησής του σε τρίτες χώρες προς αποτέφρωση. Οι όροι εξαγωγής θεσπίζονται ταυτόχρονα και με την ίδια διαδικασία.

(1) Οδηγία 90/667/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 1990, για τη θέσπιση υγειονομικών κανόνων για τη διάθεση και τη μεταποίηση ζωικών αποβλήτων, τη διάθεσή τους στην αγορά και την προστασία από τους παθογόνους οργανισμούς των ζωοτροφών ζωικής προέλευσης ή με βάση τα ψάρια και για την τροποποίηση της οδηγίας 90/245/ΕΟΚ (ΕΕ L 363 της 27.12.1990, σ. 51). Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 1994.

(2) Απόφαση 92/562/ΕΟΚ της Επιτροπής, της 17ης Νοεμβρίου 1992, περί εγκρίσεως εναλλακτικών συστημάτων θερμικής επεξεργασίας για τη μεταποίηση υλικού υψηλού κινδύνου (ΕΕ L 359 της 9.12.1992, σ. 23). Απόφαση όπως τροποποιήθηκε από την πράξη προσχώρησης του 1994.

(3) Απόφαση 1999/534/ΕΚ του Συμβουλίου, της 19ης Ιουλίου 1999, για τη λήψη μέτρων που εφαρμόζονται στην επεξεργασία ορισμένων ζωικών αποβλήτων για την προστασία από τις μεταδοτικές σπογγώδεις εγκεφαλοπάθειες, και την τροποποίηση της απόφασης 97/735/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 204 της 4.8.1999, σ. 37).

(4) Απόφαση 97/735/ΕΚ της Επιτροπής, της 21ης Οκτωβρίου 1997, σχετικά με ορισμένα μέτρα προστασίας όσον αφορά το εμπόριο ορισμένων κατηγοριών ζωικών αποβλήτων θηλαστικών (ΕΕ L 294 της 28.10.97, σ. 7). Απόφαση όπως τροποποιήθηκε από την απόφαση 1999/534/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 204 της 4.8.1999, σ. 37).

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VΙ

ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΓΙΑ ΟΡΙΣΜΕΝΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΖΩΙΚΗΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ ΠΟΥ ΠΡΟΕΡΧΟΝΤΑΙ Ή ΠΕΡΙΕΧΟΥΝ ΥΛΙΚΟ ΜΗΡΥΚΑΣΤΙΚΩΝ

Απαγορεύεται η χρήση υλικού μηρυκαστικών, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1, για την παραγωγή των εξής προϊόντων ζωικής προέλευσης:

α) μηχανικώς διαχωρισμένο κρέας,

β) όξινο φωσφορικό ασβέστιο προοριζόμενο για τη διατροφή των εκτρεφόμενων ζώων,

γ) ζελατίνη, εκτός εάν παράγεται από δέρματα μηρυκαστικών,

δ) παράγωγα τετηγμένου λίπους μηρυκαστικών,

ε) τετηγμένο λίπος μηρυκαστικών, εκτός εάν παράγεται από:

i) διακριτό λιπώδη ιστό, που έχει ο ίδιος κριθεί κατάλληλος για ανθρώπινη κατανάλωση,

ii) πρώτες ύλες που έχουν υποβληθεί σε επεξεργασία σύμφωνα με τα πρότυπα της οδηγίας 90/667/ΕΟΚ.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VΙI

ΕΞΑΛΕΙΨΗ ΤΗΣ ΜΕΤΑΔΟΤΙΚΗΣ ΣΠΟΓΓΩΔΟΥΣ ΕΓΚΕΦΑΛΟΠΑΘΕΙΑΣ

1. Κατά την έρευνα που αναφέρεται στο άρθρο 13 παράγραφος 1 σημείο β) προσδιορίζονται:

α) για τα βοοειδή:

- όλα τα άλλα μηρυκαστικά που ευρίσκονται στην εκμετάλλευση όπου εκτράφηκε το ζώο στο οποίο επιβεβαιώθηκε η νόσος,

- όλα τα έμβρυα, τα ωάρια και οι τελευταίοι απόγονοι κάθε θηλυκού ζώου, στο οποίο επιβεβαιώθηκε η νόσος και του οποίου τα έμβρυα συλλέχθηκαν ή οι απόγονοι γεννήθηκαν κατά τα δύο έτη πριν ή μετά την κλινική εκδήλωση της νόσου,

- όλα τα ζώα της κλάσης του ζώου στο οποίο επιβεβαιώθηκε η νόσος,

- η πιθανή προέλευση της νόσου και οι άλλες εκμεταλλεύσεις στις οποίες υπάρχουν ζώα, έμβρυα ή ωάρια τα οποία ενδέχεται να έχουν μολυνθεί από τον παράγοντα της ΜΣΕ, να έχουν λάβει τις ίδιες ζωοτροφές ή να έχουν εκτεθεί στην ίδια πηγή μόλυνσης,

- η διακίνηση δυνητικώς μολυσμένων ζωοτροφών, άλλων υλικών, ή οποιουδήποτε άλλου μέσου μετάδοσης, που ενδέχεται να έχουν μεταδώσει τον παράγοντα της ΜΣΕ προς ή από την εν λόγω εκμετάλλευση,

β) για τα αιγοπρόβατα:

- όλα τα μηρυκαστικά, πλην των αιγοπροβάτων, στην εκμετάλλευση του ζώου στο οποίο επιβεβαιώθηκε η νόσος,

- εφ' όσον μπορούν να ευρεθούν, οι γονείς και όλα τα έμβρυα, τα ωάρια και οι τελευταίοι απόγονοι του ζώου στο οποίο επιβεβαιώθηκε η νόσος,

- όλα τα ζώα της κλάσης της προσδιοριζόμενης με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2 του ζώου στο οποίο επιβεβαιώθηκε η νόσος,

- όλα τα άλλα αιγοπρόβατα της εκμετάλλευσης του ζώου στο οποίο επιβεβαιώθηκε η νόσος πέραν των αναφερομένων στη δεύτερη και τρίτη περίπτωση,

- η πιθανή προέλευση της νόσου και οι άλλες εκμεταλλεύσεις στις οποίες υπάρχουν ζώα, έμβρυα ή ωάρια τα οποία ενδέχεται να έχουν μολυνθεί από τον παράγοντα της ΜΣΕ, να έχουν λάβει τις ίδιες ζωοτροφές ή να έχουν εκτεθεί στην ίδια πηγή μόλυνσης,

- η διακίνηση δυνητικώς μολυσμένων ζωοτροφών, άλλων υλικών ή οποιουδήποτε άλλου μέσου μετάδοσης, τα οποία έχουν ενδεχομένως μεταδώσει τον παράγοντα της ΜΣΕ προς ή από την εν λόγω εκμετάλλευση.

2. Τα μέτρα του άρθρου 13 παράγραφος 1 προβλέπουν τουλάχιστον:

α) σε περίπτωση επιβεβαίωσης της ΣΕΒ σε ένα βοοειδές, τη θανάτωση και την ολοσχερή καταστροφή των βοοειδών και την καταστροφή των εμβρύων και των ωαρίων που έχουν εντοπιστεί κατά την έρευνα του σημείου 1, στοιχείο α), πρώτη, δεύτερη και τρίτη περίπτωση,

β) σε περίπτωση επιβεβαίωσης της ΣΕΒ σε ένα αιγοπρόβατο, τη θανάτωση και την ολοσχερή καταστροφή όλων των ζώων, των εμβρύων και των ωαρίων που έχουν εντοπιστεί κατά την έρευνα του σημείου 1, στοιχείο β), δεύτερη έως έκτη περίπτωση.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIΙΙ

ΕΜΠΟΡΙΑ ΚΑΙ ΕΞΑΓΩΓΗ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α

Προϋποθέσεις για το ενδοκοινοτικό εμπόριο ζώντων ζώων, εμβρύων και ωαρίων

I. ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΠΟΥ ΙΣΧΥΟΥΝ ΑΣΧΕΤΩΣ ΤΗΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΜΕΛΟΥΣ Ή ΤΗΣ ΤΡΙΤΗΣ ΧΩΡΑΣ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ Ή ΔΙΑΜΟΝΗΣ ΤΟΥ ΖΩΟΥ

1. Οι προϋποθέσεις του άρθρου 15 παράγραφος 1 εφαρμόζονται στις αποστολές προς τα άλλα κράτη μέλη.

2. Οι ακόλουθοι όροι ισχύουν για τις μετακινήσεις εμβρύων και ωαρίων βοοειδών:

Τα έμβρυα και τα ωάρια βοοειδών πρέπει να προέρχονται από θηλυκά ζώα τα οποία, τη στιγμή της συλλογής:

- δεν ήταν ύποπτα ΣΕΒ,

- πληρούσαν τις προϋποθέσεις του μέρους II.

3. Οι ακόλουθοι όροι ισχύουν για το εμπόριο αιγοπροβάτων:

α) τα αιγοπρόβατα αναπαραγωγής και εκτροφής πρέπει:

i) να προέρχονται από εκμετάλλευση που πληροί τις εξής απαιτήσεις:

- υπόκειται σε τακτικούς επίσημους κτηνιατρικούς ελέγχους,

- τα ζώα της είναι αναγνωρισμένα,

- δεν έχει επιβεβαιωθεί κρούσμα τρομώδους νόσου κατά τα τρία τουλάχιστον τελευταία έτη,

- διενεργείται δειγματοληπτικός έλεγχος επί των ηλικιωμένων προβατίνων που προορίζονται για σφαγή,

- στην εν λόγω εκμετάλλευση εισάγονται μόνον θηλυκά ζώα προερχόμενα από εκμετάλλευση που πληροί τις ίδιες απαιτήσεις,

ii) να έχουν παραμείνει συνεχώς σε εκμετάλλευση ή εκμεταλλεύσεις που πληρούν τις απαιτήσεις του σημείου i) από τη γέννησή τους ή κατά την τελευταία τριετία,

iii) όταν προορίζονται για κράτος μέλος για το οποίο ισχύουν οι διατάξεις του στοιχείου β), για ολόκληρη την επικράτειά του ή μέρος αυτής, να πληρούν τις εγγυήσεις που προβλέπονται από τα προγράμματα του εν λόγω σημείου·

β) ένα κράτος μέλος που διαθέτει, για ολόκληρη την επικράτειά του ή μέρος αυτής, υποχρεωτικό ή εθελοντικό εθνικό πρόγραμμα καταπολέμησης της τρομώδους νόσου:

i) μπορεί να το υποβάλει στην Επιτροπή, αναφέροντας ιδίως:

- την κατάσταση της νόσου στο κράτος μέλος,

- την αιτιολόγηση του προγράμματος, ανάλογα με τη διάδοση της νόσου και το λόγο κόστους/ωφελείας,

- τη γεωγραφική ζώνη όπου θα εφαρμοστεί το πρόγραμμα,

- τους διάφορους χαρακτηρισμούς που ισχύουν για τις εκμεταλλεύσεις και τα πρότυπα που πρέπει να επιτυγχάνονται σε κάθε κατηγορία, καθώς και τις διαδικασίες δοκιμής,

- τις διαδικασίες ελέγχου του προγράμματος,

- τις συνέπειες της απώλειας του χαρακτηρισμού της εκμετάλλευσης, για οιονδήποτε λόγο,

- τα ληπτέα μέτρα σε περίπτωση θετικών αποτελεσμάτων κατά τους ελέγχους που διενεργούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του προγράμματος·

ii) τα προγράμματα που αναφέρονται στο σημείο i) μπορούν να εγκρίνονται, εφόσον τηρούνται τα κριτήρια που αναφέρονται εκεί και με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2. Με την ίδια διαδικασία, καθορίζονται ταυτόχρονα ή το αργότερο τρεις μήνες μετά την έγκριση των προγραμμάτων, συμπληρωματικές γενικές ή περιορισμένες εγγυήσεις που ενδεχομένως απαιτούνται κατά τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές. Οι εγγυήσεις αυτές πρέπει να είναι το πολύ ισοδύναμες προς τις εγγυήσεις που εφαρμόζει το κράτος μέλος σε εθνικό επίπεδο·

iii) τα προγράμματα που υποβάλλουν τα κράτη μέλη μπορούν να τροποποιούνται ή να συμπληρώνονται με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2. Με την ίδια διαδικασία, είναι δυνατόν να εγκρίνεται τροποποίηση ή συμπλήρωση ήδη εγκεκριμένου προγράμματος ή των εγγυήσεων που καθορίζονται σύμφωνα με το σημείο ii)·

γ) ένα κράτος μέλος που κρίνει ότι είναι πλήρως ή μερικώς απαλλαγμένο από την τρομώδη νόσο των προβάτων:

i) υποβάλλει στην Επιτροπή τη δέουσα αιτιολόγηση, διευκρινίζοντας ιδίως:

- το ιστορικό της εμφάνισης της νόσου στην επικράτειά του,

- τα αποτελέσματα των δοκιμών επιτήρησης που βασίζονται σε ορολογική, μικροβιολογική, παθολογική ή επιδημιολογική έρευνα,

- τη διάρκεια της πραγματοποιηθείσας επιτήρησης,

- τους κανόνες που επιτρέπουν τον έλεγχο της απουσίας της νόσου·

ii) οι συμπληρωματικές γενικές ή περιορισμένες εγγυήσεις που είναι δυνατόν να απαιτούνται κατά τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές καθορίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2. Οι εγγυήσεις αυτές πρέπει να είναι το πολύ ισοδύναμες προς τις εγγυήσεις που εφαρμόζει το κράτος μέλος σε εθνικό επίπεδο·

iii) το οικείο κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή κάθε τροποποίηση της αιτιολόγησης σχετικά με τη νόσο, κατά το σημείο i). Βάσει των κοινοποιούμενων πληροφοριών, οι εγγυήσεις που καθορίζονται σύμφωνα με το σημείο ii) μπορούν να τροποποιούνται ή να καταργούνται με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2.

II. ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΠΟΥ ΙΣΧΥΟΥΝ ΑΝΑΛΟΓΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΜΕΛΟΥΣ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ Ή ΔΙΑΜΟΝΗΣ ΤΟΥ ΖΩΟΥ, Η ΟΠΟΙΑ ΚΑΘΟΡΙΖΕΤΑΙ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙI, ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ

1. Οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 15 παράγραφος 1 εφαρμόζονται στις αποστολές προς άλλα κράτη μέλη.

2. Η κατηγορία του κράτους μέλους καταγωγής των βοοειδών και των αιγοπροβάτων όσον αφορά τη ΣΕΒ γνωστοποιείται στη χώρα προορισμού.

3. Οι κατωτέρω προϋποθέσεις εφαρμόζονται στις μετακινήσεις βοοειδών οι οποίες αναφέρονται στο σημείο 1, όταν αυτά προέρχονται ή έχουν διαμείνει σε κράτη μέλη ή περιοχές αυτών που έχουν ταξινομηθεί στις:

ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ 3 ΚΑΙ 4

Τα ζώα πρέπει:

α) να έχουν γεννηθεί, εκτραφεί και παραμείνει σε αγέλες, στις οποίες κανένα κρούσμα ΣΕΒ δεν έχει επιβεβαιωθεί κατά τα τελευταία επτά τουλάχιστον έτη, ή

β) να έχουν γεννηθεί μετά την ημερομηνία κατά την οποία εφαρμόστηκε ουσιαστικά η απαγόρευση χορήγησης στα μηρυκαστικά πρωτεϊνών προερχόμενων από θηλαστικά.

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ 5

Τα ζώα πρέπει:

α) να έχουν γεννηθεί μετά την ημερομηνία από την οποία εφαρμόστηκε ουσιαστικά η απαγόρευση χορήγησης στα εκτρεφόμενα ζώα αλεύρου πρωτεϊνών από θηλαστικά, και

β) να έχουν γεννηθεί, εκτραφεί και παραμείνει σε αγέλες, στις οποίες κανένα κρούσμα ΣΕΒ δεν είχε επιβεβαιωθεί κατά τα τελευταία 7 τουλάχιστον έτη και οι οποίες περιλαμβάνουν μόνον βοοειδή που έχουν γεννηθεί στην εκμετάλλευση ή προέρχονται από αγέλη με τον ίδιο χαρακτηρισμό.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β

Προϋποθέσεις για τους απογόνους ζώων για τα οποία υπάρχει υπόνοια ή επιβεβαιωμένη μόλυνση με ΜΣΕ, κατά το άρθρο 15 παράγραφος 2

Απαγορεύεται να διατίθενται στην αγορά τα ζώα τα οποία γεννήθηκαν τελευταία από θηλυκά βοοειδή προσβεβλημένα από ΜΣΕ ή από αιγοπρόβατα και χοιροειδή στα οποία έχει επιβεβαιωθεί κρούσμα ΜΣΕ κατά τα δύο έτη που προηγούνται ή κατά την περίοδο που ακολουθεί την εμφάνιση των πρώτων κλινικών σημείων της νόσου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ

Προϋποθέσεις για το ενδοκοινοτικό εμπόριο ορισμένων προϊόντων ζωικής προέλευσης

I. Τα κατωτέρω προϊόντα ζωικής προέλευσης εξαιρούνται από την απαγόρευση του άρθρου 16 παράγραφος 3, εφόσον προέρχονται από βοοειδή πληρούντα τις απαιτήσεις των παρακάτω μερών ΙΙ ή ΙΙΙ:

- νωπό κρέας,

- κιμάς,

- παρασκευάσματα κρέατος,

- προϊόντα με βάση το κρέας,

- τροφές ζώων συντροφιάς που προορίζονται για σαρκοφάγα κατοικίδια.

Καθεστώς με χρονολογική βάση

II. Το αποστεωμένο νωπό κρέας, από το οποίο έχουν αφαιρεθεί όλοι οι συνδεόμενοι ιστοί, συμπεριλαμβανομένων των επιφανειακών νευρικών και λεμφικών ιστών, και τα προϊόντα ζωικής προέλευσης που αναφέρονται στο μέρος Ι που λαμβάνονται από το κρέας αυτό, τα οποία προέρχονται από επιλέξιμα ζώα από χώρες ή περιοχές της κατηγορίας 5, μπορούν να διατίθενται στο εμπόριο σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 3 εάν παράγονται από ζώα γεννημένα μετά την ημερομηνία από την οποία εφαρμόζονται ουσιαστικά οι κανόνες διατροφής των ζώων που καθορίζονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2, τα οποία πληρούν τις προϋποθέσεις του σημείου 1 και παράγονται σε εγκαταστάσεις που πληρούν την προϋπόθεση του σημείου 9. Η αρμόδια αρχή εξασφαλίζει ότι τηρούνται οι προϋποθέσεις των σημείων 2 έως 8 και 10 σχετικά με τους ελέγχους.

1. Ένα βοοειδές είναι επιλέξιμο για το καθεστώς με χρονολογική βάση εάν έχει γεννηθεί και εκτραφεί στο συγκεκριμένο κράτος μέλος και εάν, κατά τη σφαγή του, είχαν αποδεδειγμένως τηρηθεί οι εξής προϋποθέσεις:

α) ήταν δυνατή η σαφής αναγνώριση του ζώου καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής του, ώστε να υπάρχει η δυνατότητα ανασύστασης του ιστορικού του έως την μητέρα του και την αγέλη προέλευσης· ο αποκλειστικός αριθμός ενωτίου του, η ημερομηνία και η εκμετάλλευση γέννησης και όλες οι μετακινήσεις του μετά τη γέννηση καταγράφονται είτε στο επίσημο διαβατήριο του ζώου είτε σε επίσημο μηχανογραφικό σύστημα αναγνώρισης και προσδιορισμού της προέλευσης η ταυτότητα της μητέρας του είναι γνωστή,

β) το ζώο είναι ηλικίας μεγαλύτερης των έξι μηνών αλλά μικρότερης των 30 μηνών, η δε ηλικία του προσδιορίζεται με παραπομπή σε επίσημο μηχανογραφημένο μητρώο που αναφέρει την ημερομηνία γέννησής του ή με σχετική εγγραφή στο επίσημο διαβατήριο του ζώου,

γ) η αρμόδια αρχή έχει λάβει και επαληθεύσει θετική απόδειξη ότι η μητέρα του ζώου έζησε τουλάχιστον έξι μήνες μετά τη γέννηση του επιλέξιμου ζώου,

δ) η μητέρα του ζώου δεν προσβλήθηκε από ΣΕΒ και δεν υπάρχει υπόνοια ότι μολύνθηκε από τη ΣΕΒ.

Έλεγχοι

2. Εάν κάποιο ζώο που προσκομίζεται για σφαγή ή οποιαδήποτε περίσταση σχετική με τη σφαγή του δεν πληροί όλες τις απαιτήσεις τoυ παρόντος κανονισμού, το ζώο πρέπει να απορρίπτεται αυτομάτως και το διαβατήριό του να παρακρατείται. Αν τα στοιχεία αυτά καταστούν γνωστά μετά τη σφαγή, η αρμόδια αρχή διακόπτει αμέσως την έκδοση πιστοποιητικών και ακυρώνει τα εκδοθέντα πιστοποιητικά. Εάν η αποστολή έχει ήδη πραγματοποιηθεί, η αρμόδια αρχή ενημερώνει την αρμόδια αρχή του τόπου προορισμού, η οποία και λαμβάνει τα ενδεδειγμένα μέτρα.

3. Η σφαγή των επιλέξιμων ζώων πραγματοποιείται σε σφαγεία που δεν χρησιμοποιούνται για τη σφαγή βοοειδών διαφορετικών από εκείνα που σφάζονται στο πλαίσιο καθεστώτος με χρονολογική βάση ή στο πλαίσιο καθεστώτος πιστοποιημένων αγελών.

4. Η αρμόδια αρχή εξασφαλίζει ότι οι διαδικασίες που χρησιμοποιούνται στα εργαστήρια τεμαχισμού εξασφαλίζουν ότι έχουν αφαιρεθεί τα ακόλουθα λεμφογάγγλια:

ιγνυακό, ισχιακό, επιπολής βουβωνικό, εν τω βάθει βουβωνικό, μέσο και πλευρικό λαγόνιο, άνω μηριαίο, οσφυϊκό, πλευροαυχενικό, στερνικό, ωμοπλατιαίο, μασχαλιαίο και οπίσθιο εν τω βάθει αυχενικό.

5. Πρέπει να είναι δυνατή η ανασύσταση του ιστορικού του κρέατος από το επιλέξιμο ζώο ή, μετά τον τεμαχισμό, από τα ζώα που τεμαχίστηκαν στην ίδια παρτίδα, με τη χρήση επίσημου συστήματος εντοπισμού της προέλευσης μέχρι τη στιγμή της σφαγής. Μετά τη σφαγή, οι ετικέτες πρέπει να επιτρέπουν τον εντοπισμό της προέλευσης του νωπού κρέατος και των προϊόντων που αναφέρονται στο μέρος Ι από το επιλέξιμο ζώο, ώστε να είναι δυνατή η ανάκληση της συγκεκριμένης παρτίδας. Στην περίπτωση τροφών για ζώα συντροφιάς τα συνοδευτικά έγγραφα και μητρώα πρέπει να επιτρέπουν τον εντοπισμό της προέλευσης.

6. Όλα τα εγκεκριμένα επιλέξιμα σφάγια πρέπει να φέρουν ατομικούς αριθμούς συσχετιζόμενους με τον αριθμό του αναγνωριστικού ενωτίου.

7. Το κράτος μέλος πρέπει να καταρτίζει λεπτομερή πρωτόκολλα που να καλύπτουν:

α) τον εντοπισμό της προέλευσης και τους ελέγχους προ της σφαγής,

β) τους ελέγχους κατά τη σφαγή,

γ) τους ελέγχους που διενεργούνται κατά την παρασκευή τροφών για ζώα συντροφιάς,

δ) όλες τις απαιτήσεις τις σχετικές με την επισήμανση και την πιστοποίηση μετά τη σφαγή έως το σημείο πώλησης.

8. Η αρμόδια αρχή θεσπίζει ένα σύστημα καταγραφής των ελέγχων συμμόρφωσης, ώστε να μπορεί να αποδειχθεί η άσκηση ελέγχου.

Η εγκατάσταση

9. Για να εγκριθεί, η εγκατάσταση πρέπει να καταρτίζει και να εφαρμόζει ένα σύστημα με το οποίο το επιλέξιμο κρέας ή/και τα επιλέξιμα προϊόντα μπορούν να αναγνωρίζονται και το οποίο επιτρέπει τον εντοπισμό της προέλευσης του κρέατος από το επιλέξιμο ζώο ή, μετά τον τεμαχισμό, από τα τεμαχιζόμενα ζώα της ίδιας παρτίδας. Το σύστημα πρέπει να επιτρέπει τον πλήρη εντοπισμό της προέλευσης του κρέατος ή των προϊόντων ζωικής προέλευσης σε όλα τα στάδια, τα δε σχετικά μητρώα πρέπει να διατηρούνται επί δύο έτη τουλάχιστον. Η διοίκηση της εγκατάστασης πρέπει να παρέχει στην αρμόδια αρχή εγγράφως λεπτομερή στοιχεία για το χρησιμοποιούμενο σύστημα.

10. Η αρμόδια αρχή αξιολογεί, εγκρίνει και παρακολουθεί το σύστημα της εγκατάστασης, ώστε να εξασφαλίζεται πλήρως ο διαχωρισμός και ο εντοπισμός της προέλευσης τόσο στα προηγούμενα όσο και στα επόμενα στάδια.

Καθεστώς πιστοποιημένων αγελών

III. Το αποστεωμένο νωπό κρέας, από το οποίο έχουν αφαιρεθεί όλοι οι συνδεόμενοι ιστοί, συμπεριλαμβανομένων των επιφανειακών νευρικών και λεμφικών ιστών, και τα προϊόντα ζωικής προέλευσης που αναφέρονται στο μέρος Ι που λαμβάνονται από το κρέας αυτό, τα οποία προέρχονται από επιλέξιμα ζώα από χώρες ή περιοχές της κατηγορίας 5, μπορούν να διατίθενται στο εμπόριο κατ' άρθρο 16, παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο, εάν παράγονται από ζώα τα οποία πιστοποιείται ότι πληρούν τις προϋποθέσεις του σημείου 2 και προέρχονται από αγέλες στις οποίες δεν εμφανίσθηκε κανένα κρούσμα ΣΕΒ κατά τα τελευταία επτά έτη και τα οποία πιστοποιείται ότι πληρούν τις προϋποθέσεις του σημείου 1 και παράγονται σε εγκαταστάσεις που πληρούν την προϋπόθεση του σημείου 11. Η αρμόδια αρχή εξασφαλίζει ότι τηρούνται οι όροι των σημείων 3 έως 10 και του σημείου 12 σχετικά με το μηχανογραφικό σύστημα προσδιορισμού της προέλευσης και με τους ελέγχους.

Προϋποθέσεις ως προς την αγέλη

1. α) Η αγέλη είναι ομάδα ζώων που αποτελούν ξεχωριστή και σαφώς διακριτή μονάδα, δηλαδή μια ομάδα ζώων που αποτελούν αντικείμενο χειρισμών, σταβλίζονται και διατηρούνται χωριστά από οποιαδήποτε άλλη ομάδα ζώων και αναγνωρίζονται με αποκλειστικούς αριθμούς αναγνώρισης αγέλης και ζώου.

β) Η αγέλη είναι επιλέξιμη όταν, στα τελευταία επτά τουλάχιστον έτη, δεν σημειώθηκε επιβεβαιωμένο κρούσμα ΣΕΒ ούτε υπήρξαν ύποπτα κρούσματα στα οποία η διάγνωση της ΣΕΒ δεν αποκλείσθηκε, σε οποιοδήποτε ζώο το οποίο ανήκε ακόμη στην εν λόγω αγέλη ή το οποίο μεταφέρθηκε σε αυτήν ή απομακρύνθηκε από αυτήν.

γ) Κατά παρέκκλιση εκ του στοιχείου β), μια αγέλη που υφίσταται για διάστημα μικρότερο των επτά ετών, μπορεί να θεωρείται επιλέξιμη, μετά από διεξοδική έρευνα από την αρμόδια κτηνιατρική αρχή, εάν:

i) όλα τα ζώα που γεννήθηκαν ή μεταφέρθηκαν στη νεοσυσταθείσα αγέλη πληρούν τις προϋποθέσεις του σημείου 2 στοιχεία α), δ) και ε), και

ii) η αγέλη πληρούσε τις προϋποθέσεις του σημείο β) καθ' όλη τη διάρκεια της ύπαρξής της.

δ) Όταν μια αγέλη εγκαθίσταται σε εκμετάλλευση, στην οποία υπήρχε επιβεβαιωμένο κρούσμα της ΣΕΒ σε οποιοδήποτε ζώο το οποίο ανήκε ακόμη στην αγέλη ή το οποίο μεταφέρθηκε σ' αυτήν ή απομακρύνθηκε από αυτήν, η νεοσυσταθείσα αγέλη μπορεί να είναι επιλέξιμη μόνον μετά από διεξοδική έρευνα από την αρμόδια κτηνιατρική αρχή, κατά την οποία βεβαιώνεται ότι πληρούται καθεμία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις κατά τρόπο που ικανοποιεί την εν λόγω αρχή:

i) έχουν απομακρυνθεί ή θανατωθεί όλα τα ζώα της μολυσμένης αγέλης που ήταν προηγουμένως εγκατεστημένη στην ίδια εκμετάλλευση,

ii) έχουν απομακρυνθεί και καταστραφεί όλες οι ζωοτροφές και έχουν καθαριστεί προσεκτικά όλες οι ταγίστρες,

iii) έχουν εκκενωθεί και καθαριστεί προσεκτικά όλα τα κτίρια πριν εισέλθουν τα νέα ζώα,

iv) έχουν πληρωθεί όλες οι προϋποθέσεις του σημείου γ).

Προϋποθέσεις ως προς το ζώο

2. α) όλα τα στοιχεία τα σχετικά με τη γέννησή του, την ταυτότητά του και τις μετακινήσεις του είναι καταχωρημένα σε επίσημο μηχανογραφικό σύστημα προσδιορισμού της προέλευσης,

β) είναι ηλικίας μεγαλύτερης των έξι μηνών αλλά μικρότερης των 30 μηνών, η δε ηλικία του προσδιορίζεται με παραπομπή σε επίσημο μηχανογραφημένο μητρώο που αναφέρει την ημερομηνία γέννησής του,

γ) η μητέρα του έζησε τουλάχιστον έξι μήνες μετά τη γέννησή του,

δ) η μητέρα του δεν προσβλήθηκε από ΣΕΒ και δεν υπάρχει υποψία ότι μολύνθηκε από τη ΣΕΒ,

ε) η αγέλη γέννησης του ζώου και όλες οι αγέλες από τις οποίες διήλθε είναι επιλέξιμες.

Μηχανογραφικό σύστημα προσδιορισμού της προέλευσης

3. Το επίσημο μηχανογραφικό σύστημα προσδιορισμού της προέλευσης που αναφέρεται στο σημείο 2 στοιχείο α) εγκρίνεται μόνον εφόσον λειτουργεί για επαρκές χρονικό διάστημα, ώστε να περιέχει όλα τα στοιχεία τα σχετικά με τη διάρκεια ζωής και τις μετακινήσεις των ζώων, τα οποία είναι αναγκαία για να ελέγχεται η συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού, και αφορά μόνον τα ζώα που γεννήθηκαν μετά την έναρξη λειτουργίας του συστήματος αυτού. Τα παλαιότερα μηχανογραφημένα στοιχεία που αφορούν χρονική περίοδο προγενέστερη της λειτουργίας του συστήματος, δεν είναι αποδεκτά.

Έλεγχοι

4. Εάν κάποιο ζώο που προσκομίζεται για σφαγή ή οποιαδήποτε περίσταση σχετική με τη σφαγή του δεν πληροί όλες τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού, το ζώο πρέπει να απορρίπτεται αυτομάτως και το διαβατήριό του να παρακρατείται. Αν τα στοιχεία αυτά καταστούν γνωστά μετά τη σφαγή, η αρμόδια αρχή διακόπτει αμέσως την έκδοση πιστοποιητικών και να ακυρώνει τα εκδοθέντα πιστοποιητικά. Εάν η αποστολή έχει ήδη πραγματοποιηθεί, η αρμόδια αρχή ενημερώνει την αρμόδια αρχή του τόπου προορισμού. Η αρμόδια αρχή του τόπου προορισμού λαμβάνει τα ενδεδειγμένα μέτρα.

5. Η σφαγή των επιλέξιμων ζώων πραγματοποιείται σε σφαγεία που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για τη σφαγή ζώων στο πλαίσιο καθεστώτος με χρονολογική βάση ή στο πλαίσιο καθεστώτος πιστοποιημένων αγελών.

6. Η αρμόδια αρχή εξασφαλίζει ότι οι διαδικασίες που χρησιμοποιούνται στα εργαστήρια τεμαχισμού εξασφαλίζουν ότι έχουν αφαιρεθεί τα ακόλουθα λεμφογάγγλια:

ιγνυακό, ισχιακό, επιπολής βουβωνικό, εν τω βάθει βουβωνικό, μέσο και πλευρικό λαγόνιο, άνω μηριαίο, οσφυϊκό, πλευροαυχενικό, στερνικό, ωμοπλατιαίο, μασχαλιαίο και οπίσθιο εν τω βάθει αυχενικό.

7. Πρέπει να είναι δυνατή η ανασύσταση του ιστορικού του κρέατος από την αγέλη του επιλέξιμου ζώου ή, μετά τον τεμαχισμό, από τα ζώα που τεμαχίστηκαν στην ίδια παρτίδα, με τη χρήση μηχανογραφικού συστήματος προσδιορισμού της προέλευσης μέχρι τη στιγμή της σφαγής. Μετά τη σφαγή, οι ετικέτες πρέπει να επιτρέπουν τον εντοπισμό της προέλευσης του νωπού κρέατος και των προϊόντων που αναφέρονται στο μέρος Ι από την αγέλη, ώστε να είναι δυνατή η ανάκληση της συγκεκριμένης παρτίδας. Στην περίπτωση τροφών για ζώα συντροφιάς τα συνοδευτικά έγγραφα και μητρώα πρέπει να επιτρέπουν τον εντοπισμό της προέλευσης.

8. Όλα τα εγκεκριμένα επιλέξιμα σφάγια πρέπει να φέρουν ατομικούς αριθμούς συσχετιζόμενους με τον αριθμό του αναγνωριστικού ενωτίου.

9. Το κράτος μέλος καταρτίζει λεπτομερή πρωτόκολλα που καλύπτουν:

α) τον εντοπισμό της προέλευσης και τους ελέγχους προ της σφαγής,

β) τους ελέγχους κατά τη σφαγή,

γ) τους ελέγχους που διενεργούνται κατά την παρασκευή τροφών για ζώα συντροφιάς,

δ) όλες τις απαιτήσεις περί την επισήμανση και την πιστοποίηση μετά τη σφαγή έως το σημείο πώλησης.

10. Η αρμόδια αρχή θεσπίζει ένα σύστημα καταγραφής των ελέγχων συμμόρφωσης, ώστε να μπορεί να αποδειχθεί η διενέργεια του ελέγχου.

Η εγκατάσταση

11. Για να εγκριθεί, η εγκατάσταση πρέπει να καταρτίζει και να εφαρμόζει ένα σύστημα με το οποίο το επιλέξιμο κρέας ή/και τα επιλέξιμα προϊόντα μπορούν να αναγνωρίζονται και το οποίο επιτρέπει τον εντοπισμό της προέλευσης του κρέατος από τις αγέλες προέλευσης ή, μετά τον τεμαχισμό, από τα τεμαχιζόμενα ζώα της ίδιας παρτίδας. Το σύστημα πρέπει να επιτρέπει τον πλήρη εντοπισμό της προέλευσης του κρέατος ή των προϊόντων ζωικής προέλευσης σε όλα τα στάδια, τα δε σχετικά μητρώα πρέπει να τηρούνται επί δύο έτη τουλάχιστον. Η διοίκηση της εγκατάστασης πρέπει να παρέχει στην αρμόδια αρχή εγγράφως λεπτομερή στοιχεία για το χρησιμοποιούμενο σύστημα.

12. Η αρμόδια αρχή αξιολογεί, εγκρίνει και παρακολουθεί το σύστημα της εγκατάστασης, ώστε να εξασφαλίζεται πλήρως ο διαχωρισμός και ο εντοπισμός της προέλευσης τόσο στα προηγούμενα όσο και στα επόμενα στάδια.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ

Προϋποθέσεις για τις εξαγωγές

Τα ζώντα βοοειδή και τα εξ αυτών προερχόμενα προϊόντα ζωικής προέλευσης υπόκεινται -για τις εξαγωγές τους προς τρίτες χώρες- στους κανόνες που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό για το ενδοκοινοτικό εμπόριο.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΧ

ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ ΖΩΝΤΩΝ ΖΩΩΝ, ΕΜΒΡΥΩΝ, ΩΑΡΙΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΖΩΙΚΗΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α

Κατά την εισαγωγή από χώρες ή περιοχές της κατηγορίας 1, η αρμόδια αρχή λαμβάνει υπόψη της, για όλα τα βοοειδή και όλα τα εμπορεύματα που προέρχονται από βοοειδή για τα οποία ο παρών κανονισμός θεσπίζει ειδικούς κανόνες, την προσκόμιση διεθνούς ζωοϋγειονομικού πιστοποιητικού με το οποίο βεβαιώνεται ότι η χώρα ή η περιοχή πληροί τους όρους του παραρτήματος ΙΙ, κεφάλαιο Γ για να ταξινομείται στην κατηγορία αυτή.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β

Εισαγωγές βοοειδών

Α. Οι εισαγωγές βοοειδών από χώρα ή περιοχή της κατηγορίας 2 εξαρτώνται από την προσκόμιση διεθνούς ζωοϋγειονομικού πιστοποιητικού με το οποίο βεβαιώνεται ότι

α) για τη διατροφή των μηρυκαστικών με πρωτεΐνες θηλαστικών ισχύει απαγόρευση η οποία όντως τηρείται,

β) τα βοοειδή που προορίζονται για εξαγωγή στην Κοινότητα αναγνωρίζονται μέσω συστήματος μόνιμης αναγνώρισης το οποίο επιτρέπει τον καθορισμό της μητέρας τους και της αγέλης προέλευσής τους και δεν έχουν γεννηθεί από ύποπτα θηλυκά ζώα.

Β. Οι εισαγωγές βοοειδών από χώρες ή περιοχές της κατηγορίας 3 εξαρτώνται από την προσκόμιση διεθνούς ζωοϋγειονομικού πιστοποιητικού με το οποίο βεβαιώνεται ότι:

1. για τη διατροφή των μηρυκαστικών με πρωτεΐνες θηλαστικών ισχύει απαγόρευση η οποία όντως τηρείται,

2. τα βοοειδή που προορίζονται για εξαγωγή στην Κοινότητα

- αναγνωρίζονται μέσω συστήματος μόνιμης αναγνώρισης το οποίο επιτρέπει τον καθορισμό της μητέρας τους και της αγέλης προέλευσής τους και δεν έχουν γεννηθεί από ύποπτα ή ασθενή με ΣΕΒ θηλυκά ζώα και

- έχουν γεννηθεί, εκτραφεί και παραμένουν σε αγέλες στις οποίες δεν έχει επιβεβαιωθεί κανένα κρούσμα ΣΕΒ κατά τα τελευταία επτά τουλάχιστον έτη, ή

- έχουν γεννηθεί μετά την ημερομηνία κατά την οποία άρχισε να τηρείται ουσιαστικά η απαγόρευση χορήγησης πρωτεϊνών θηλαστικών στα μηρυκαστικά.

Γ. Οι εισαγωγές βοοειδών από χώρες ή περιοχές της κατηγορίας 4 εξαρτώνται από την προσκόμιση διεθνούς ζωοϋγειονομικού πιστοποιητικού με το οποίο βεβαιώνεται ότι:

1. για τη διατροφή των μηρυκαστικών με πρωτεΐνες θηλαστικών ισχύει απαγόρευση η οποία όντως τηρείται,

2. τα ζώα που προορίζονται για εξαγωγή στην Κοινότητα

α) αναγνωρίζονται μέσω συστήματος μόνιμης αναγνώρισης το οποίο επιτρέπει τον καθορισμό της μητέρας τους και της αγέλης προέλευσής τους και δεν έχουν γεννηθεί από ύποπτα ή ασθενή με ΣΕΒ θηλυκά ζώα και

β) έχουν γεννηθεί, εκτραφεί και παραμένουν σε αγέλες στις οποίες δεν έχει επιβεβαιωθεί κανένα κρούσμα ΣΕΒ κατά τα τελευταία επτά τουλάχιστον έτη ή

γ) έχουν γεννηθεί μετά την ημερομηνία κατά την οποία άρχισε να τηρείται ουσιαστικά η απαγόρευση χορήγησης πρωτεϊνών θηλαστικών στα μηρυκαστικά.

Δ. Οι εισαγωγές βοοειδών από χώρες ή περιοχές της κατηγορίας 5 εξαρτώνται από την προσκόμιση διεθνούς ζωοϋγειονομικού πιστοποιητικού με το οποίο βεβαιώνεται ότι:

1. για τη διατροφή των εκτρεφόμενων ζώων με πρωτεΐνες θηλαστικών ισχύει απαγόρευση η οποία όντως τηρείται,

2. τα ασθενή βοοειδή θανατώνονται και καταστρέφονται ολοσχερώς, καθώς και:

α) στην περίπτωση θηλυκών ζώων, το τελευταίο ζώο το οποίο γέννησαν κατά τα δύο έτη που προηγούνται ή κατά την περίοδο που ακολουθεί την εμφάνιση των πρώτων κλινικών σημείων της νόσου,

β) όλα τα βοοειδή που ανήκουν στην ίδια κλάση

εάν τα ζώα αυτά ευρίσκονται ακόμη εν ζωή στη χώρα ή την περιοχή,

3. τα ζώα που προορίζονται για εξαγωγή στην Κοινότητα

α) έχουν γεννηθεί μετά την ημερομηνία κατά την οποία άρχισε να τηρείται ουσιαστικά η απαγόρευση χορήγησης αλεύρων πρωτεϊνών θηλαστικών στα εκτρεφόμενα ζώα,

β) αναγνωρίζονται μέσω συστήματος μόνιμης αναγνώρισης που επιτρέπει τον καθορισμό της μητέρας τους και της αγέλης προέλευσής τους και δεν έχουν γεννηθεί από ύποπτα ή ασθενή θηλυκά ζώα,

και

γ) έχουν γεννηθεί, εκτραφεί και παραμένουν σε αγέλες στις οποίες δεν έχει ποτέ επιβεβαιωθεί κανένα κρούσμα ΣΕΒ και οι οποίες περιλαμβάνουν μόνον βοοειδή γεννημένα στο αγρόκτημα ή προερχόμενα από αγέλες του ίδιου υγειονομικού χαρακτηρισμού, ή

δ) έχουν γεννηθεί, εκτραφεί και παραμένουν σε αγέλες στις οποίες δεν επιβεβαιώθηκε κανένα κρούσμα σπογγώδους εγκεφαλοπάθειας των βοοειδών στα τελευταία επτά τουλάχιστον έτη και οι οποίες περιλαμβάνουν μόνον βοοειδή γεννημένα στο αγρόκτημα ή προερχόμενα από αγέλες του ίδιου υγειονομικού χαρακτηρισμού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ

Εισαγωγές νωπού κρέατος και προϊόντων ζωικής προέλευσης από βοοειδή

Α. Οι εισαγωγές νωπού κρέατος (με ή χωρίς οστά) και προϊόντων ζωικής προέλευσης από βοοειδή από χώρες ή περιοχές της κατηγορίας 2 εξαρτώνται από την προσκόμιση διεθνούς υγειονομικού πιστοποιητικού με το οποίο βεβαιώνεται ότι, για τη διατροφή των μηρυκαστικών με πρωτεΐνες θηλαστικών ισχύει απαγόρευση η οποία όντως τηρείται.

Β. Οι εισαγωγές νωπού κρέατος (με ή χωρίς οστά) και προϊόντων ζωικής προέλευσης από βοοειδή από χώρες ή περιοχές της κατηγορίας 3 εξαρτώνται από την προσκόμιση διεθνούς υγειονομικού πιστοποιητικού με το οποίο βεβαιώνεται ότι:

α) για τη διατροφή των μηρυκαστικών με πρωτεΐνες θηλαστικών ισχύει απαγόρευση ή οποία όντως τηρείται,

β) το νωπό κρέας και τα προϊόντα ζωικής προέλευσης από βοοειδή προοριζόμενα προς εξαγωγή στην Κοινότητα δεν περιέχουν ούτε προέρχονται από ειδικά υλικά κινδύνου που αναφέρονται στο παράρτημα V ούτε από μηχανικώς διαχωρισμένο κρέας που λαμβάνεται από οστά της κεφαλής ή της σπονδυλικής στήλης.

Γ. Οι εισαγωγές νωπού κρέατος (με ή χωρίς οστά) και προϊόντων ζωικής προέλευσης από βοοειδή από χώρες ή ζώνες της κατηγορίας 4 εξαρτώνται από την προσκόμιση διεθνούς υγειονομικού πιστοποιητικού με το οποίο βεβαιώνεται ότι:

1. για τη διατροφή των μηρυκαστικών με πρωτεΐνες θηλαστικών ισχύει απαγόρευση η οποία όντως τηρείται,

2. το νωπό κρέας και τα προϊόντα ζωικής προέλευσης από βοοειδή προοριζόμενα προς εξαγωγή προς την Κοινότητα δεν περιέχουν ούτε προέρχονται από ειδικά υλικά κινδύνου που αναφέρονται στο παράρτημα V ούτε από μηχανικώς διαχωρισμένο κρέας που λαμβάνεται από οστά της κεφαλής ή της σπονδυλικής στήλης.

Δ. Οι εισαγωγές νωπού κρέατος και προϊόντων με βάση το κρέας βοοειδών από χώρες ή περιοχές της κατηγορίας 5 απαγορεύονται, εκτός από τις εισαγωγές προϊόντων ζωικής προέλευσης που αναφέρονται στο παράρτημα VIΙI, κεφάλαιο Γ, τμήμα Ι. Οι εισαγωγές αυτές εξαρτώνται από την προσκόμιση διεθνούς υγειονομικού πιστοποιητικού με το οποίο βεβαιώνεται ότι:

1. τηρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 16 παράγραφος 2 και οι προϋποθέσεις των τμημάτων ΙΙ και ΙΙΙ του κεφαλαίου Γ του παραρτήματος VIII,

2. τα προϊόντα με βάση το κρέας που προορίζονται προς εξαγωγή στην Κοινότητα δεν περιέχουν ούτε προέρχονται από κανένα από τα προϊόντα του κεφαλαίου ΣΤ ούτε από ειδικά υλικά κινδύνου που ορίζονται στο παράρτημα V,

3. υπάρχει σύστημα προσδιορισμού της προέλευσης που επιτρέπει τον εντοπισμό των εκμεταλλεύσεων προέλευσης των βοοειδών από τα οποία προέρχεται το νωπό κρέας και τα προϊόντα με βάση το κρέας που προορίζονται προς εξαγωγή στην Κοινότητα,

4. τα βοοειδή από τα οποία προέρχονται το κρέας ή τα προϊόντα με βάση το κρέας που προορίζονται προς εξαγωγή στην Κοινότητα:

α) αναγνωρίζονται μέσω συστήματος μόνιμης αναγνώρισης το οποίο επιτρέπει τον καθορισμό της μητέρας τους και της αγέλης προέλευσής τους,

β) δεν έχουν γεννηθεί από ύποπτα ή ασθενή με ΣΕΒ θηλυκά ζώα και είτε:

- έχουν γεννηθεί μετά την ημερομηνία κατά την οποία άρχισε όντως να τηρείται η απαγόρευση διατροφής των εκτρεφόμενων ζώων με πρωτεΐνες θηλαστικών, είτε,

- έχουν γεννηθεί, εκτραφεί και παραμένουν σε αγέλες στις οποίες δεν έχει επιβεβαιωθεί κανένα κρούσμα ΣΕΒ στα τελευταία επτά τουλάχιστον έτη.

5. για τη διατροφή των εκτρεφόμενων ζώων πρωτεΐνες θηλαστικών ισχύει απαγόρευση η οποία όντως τηρείται,

6. τα ασθενή βοοειδή σφάζονται και καταστρέφονται ολοσχερώς, καθώς και:

α) εάν πρόκειται για θηλυκά ζώα, το τελευταίο ζώο που γέννησαν στα δύο έτη που προηγούνται, ή κατά την περίοδο που ακολουθεί την εμφάνιση των πρώτων κλινικών σημείων της νόσου,

β) όλα τα βοοειδή που ανήκουν στην ίδια κλάση,

εάν τα ζώα αυτά ευρίσκονται ακόμη εν ζωή στη χώρα ή την περιοχή σφάζονται και καταστρέφονται ολοσχερώς.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ

Εισαγωγές ωαρίων και εμβρύων βοοειδών

Α. Οι εισαγωγές ωαρίων/εμβρύων βοοειδών από χώρες ή περιοχές της κατηγορίας 2 εξαρτώνται από την προσκόμιση διεθνούς ζωοϋγειονομικού πιστοποιητικού με το οποίο βεβαιώνεται ότι:

1. για τη διατροφή των μηρυκαστικών με πρωτεΐνες θηλαστικών ισχύει απαγόρευση η οποία όντως τηρείται,

2. τα ωάρια/έμβρυα έχουν συλλεχθεί, υποστεί χειρισμούς και αποθηκευθεί σύμφωνα με τις διατάξεις των παραρτημάτων Α και Β της οδηγίας 89/556/ΕΟΚ(1).

Β. Οι εισαγωγές ωαρίων/εμβρύων βοοειδών από χώρες ή περιοχές της κατηγορίας 3 εξαρτώνται από την προσκόμιση διεθνούς ζωοϋγειονομικού πιστοποιητικού με το οποίο βεβαιώνεται ότι:

1. για τη διατροφή των μηρυκαστικών με πρωτεΐνες θηλαστικών ισχύει απαγόρευση η οποία όντως τηρείται,

2. τα ωάρια/έμβρυα που προορίζονται προς εξαγωγή στην Κοινότητα προέρχονται από θηλυκά ζώα:

α) τα οποία αναγνωρίζονται μέσω συστήματος μόνιμης αναγνώρισης που επιτρέπει τον καθορισμό της μητέρας τους και της αγέλης προέλευσής τους και δεν έχουν γεννηθεί από αγελάδες προσβεβλημένες από ΣΕΒ,

β) τα οποία δεν έχουν γεννηθεί από ύποπτες ή ασθενείς με ΣΕΒ αγελάδες,

γ) για τα οποία δεν υπήρχαν υπόνοιες προσβολής από ΣΕΒ κατά τη συλλογή των εμβρύων,

3. τα ωάρια/έμβρυα έχουν συλλεχθεί, υποστεί χειρισμούς και αποθηκευθεί σύμφωνα με τις διατάξεις των παραρτημάτων Α και Β της οδηγίας 89/556/ΕΟΚ.

Γ. Οι εισαγωγές εμβρύων/ωαρίων βοοειδών από χώρες ή ζώνες της κατηγορίας 4 εξαρτώνται από την προσκόμιση διεθνούς ζωοϋγειονομικού πιστοποιητικού με το οποίο βεβαιώνεται ότι:

1. για τη διατροφή των μηρυκαστικών με πρωτεΐνες θηλαστικών ισχύει απαγόρευση η οποία όντως τηρείται,

2. τα ωάρια και έμβρυα που προορίζονται προς εξαγωγή προς την Κοινότητα προέρχονται από θηλυκά ζώα:

α) τα οποία αναγνωρίζονται μέσω συστήματος μόνιμης αναγνώρισης που επιτρέπει τον καθορισμό της μητέρας τους και της αγέλης προέλευσής τους και δεν έχουν γεννηθεί από αγελάδες προσβεβλημένες ή ύποπτες προσβολής από ΣΕΒ,

β) τα οποία δεν είναι προσβεβλημένα από ΣΕΒ,

γ) για τα οποία δεν υπήρχαν υπόνοιες προσβολής από ΣΕΒ κατά τη συλλογή των εμβρύων, και

i) τα οποία έχουν γεννηθεί μετά την ημερομηνία κατά την οποία άρχισε να τηρείται ουσιαστικά η απαγόρευση χορήγησης πρωτεϊνών θηλαστικών στα μηρυκαστικά, ή

ii) τα οποία έχουν γεννηθεί, εκτραφεί και παραμένουν σε αγέλες στις οποίες δεν επιβεβαιώθηκε κανένα κρούσμα ΣΕΒ στα τελευταία επτά τουλάχιστον έτη.

3. τα ωάρια/έμβρυα έχουν συλλεχθεί, υποστεί χειρισμούς και αποθηκευθεί σύμφωνα με τις διατάξεις των παραρτημάτων Α και Β της οδηγίας 89/556/ΕΟΚ.

Δ. Οι εισαγωγές ωαρίων/εμβρύων βοοειδών από χώρες ή περιοχές της κατηγορίας 5 εξαρτώνται από την προσκόμιση διεθνούς ζωοϋγειονομικού πιστοποιητικού με το οποίο βεβαιώνεται ότι:

1. για τη διατροφή των εκτρεφόμενων ζώων με πρωτεΐνες θηλαστικών ισχύει απαγόρευση η οποία όντως τηρείται,

2. τα ασθενή βοοειδή σφάζονται και καταστρέφονται ολοσχερώς, καθώς και, εάν πρόκειται για θηλυκά ζώα, το τελευταίο ζώο το οποίο γέννησαν κατά τα δύο έτη που προηγούνται, ή κατά την περίοδο που ακολουθεί την εμφάνιση των πρώτων κλινικών σημείων της νόσου, εάν το ζώο αυτό ευρίσκεται ακόμη εν ζωή στη χώρα ή την περιοχή,

3. τα ωάρια/έμβρυα που προορίζονται προς εξαγωγή στην Κοινότητα προέρχονται από θηλυκά ζώα:

α) τα οποία αναγνωρίζονται μέσω συστήματος μόνιμης αναγνώρισης που επιτρέπει τον καθορισμό της μητέρας τους και της αγέλης προέλευσής τους και δεν έχουν γεννηθεί από αγελάδες προσβεβλημένες ή ύποπτες προσβολής από ΣΕΒ,

β) τα οποία δεν είναι προσβεβλημένα από ΣΕΒ,

γ) τα οποία δεν ήταν ύποπτα ΣΕΒ κατά τη συλλογή των εμβρύων και τα οποία

i) είτε έχουν γεννηθεί μετά την ημερομηνία κατά την οποία άρχισε να τηρείται ουσιαστικά η απαγόρευση χορήγησης πρωτεϊνών θηλαστικών στα εκτρεφόμενα ζώα,

ii) είτε δεν έχουν ποτέ τραφεί με πρωτεΐνες θηλαστικών και έχουν γεννηθεί, εκτραφεί και παραμένουν σε αγέλες στις οποίες δεν επιβεβαιώθηκε κανένα κρούσμα ΣΕΒ στα τελευταία επτά τουλάχιστον έτη, και οι οποίες περιλαμβάνουν αποκλειστικά βοοειδή γεννημένα στην εκμετάλλευση ή προερχόμενα από αγέλη της ίδιας υγειονομικής κατάστασης,

4. τα ωάρια και τα έμβρυα έχουν συλλεχθεί, υποστεί χειρισμούς και αποθηκευθεί σύμφωνα με τις διατάξεις των παραρτημάτων Α και Β της οδηγίας 89/556/ΕΟΚ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε

Εισαγωγές αιγοπροβάτων

Τα αιγοπρόβατα που εισάγονται στην Κοινότητα πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις που παρέχουν υγειονομικές εγγυήσεις ισοδύναμες προς εκείνες του παρόντος κανονισμού ή εκείνες που ισχύουν δυνάμει αυτού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ

Η εισαγωγή, στην Κοινότητα, προϊόντων ζωικής προέλευσης που αναφέρονται στο παράρτημα VIII, κεφάλαιο Γ σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 3, από τρίτες χώρες ή περιοχές τρίτων χωρών της κατηγορίας 5 απαγορεύεται όταν περιέχουν ή προέρχονται από τα ακόλουθα προϊόντα ή υλικά που προέρχονται από μηρυκαστικά:

- μηχανικώς διαχωρισμένο κρέας,

- όξινο φωσφορικό ασβέστιο προοριζόμενο για τη διατροφή των εκτρεφόμενων ζώων,

- ζελατίνη, εκτός εάν παράγεται από σκύτη ή δέρματα,

- τετηγμένο λίπος μηρυκαστικών και παράγωγά του εκτός εάν έχουν παραχθεί από διακριτούς λιπώδεις ιστούς οι οποίοι έχουν χαρακτηριστεί ως κατάλληλοι για τη διατροφή του ανθρώπου, ή από πρώτες ύλες μεταποιημένες σύμφωνα με τους κανόνες της απόφασης 1999/534/ΕΚ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ

Κατά την εισαγωγή από τρίτες χώρες ή περιοχές τρίτων χωρών μη ταξινομημένες στην κατηγορία 1, τα κατάλληλα πιστοποιητικά που απαιτούνται βάσει της κοινοτικής νομοθεσίας, συμπληρώνονται με την εξής δήλωση που υπογράφεται από την αρμόδια αρχή της χώρας παραγωγής: "Το προϊόν ζωικής προέλευσης δεν περιέχει και δεν προέρχεται από ειδικό υλικό κινδύνου, όπως αυτό ορίζεται στο παράρτημα V του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για τη θέσπιση κανόνων πρόληψης, καταπολέμησης και εξάλειψης ορισμένων μεταδοτικών σπογγωδών εγκεφαλοπαθειών, ούτε από μηχανικώς διαχωρισμένο κρέας που προέρχεται από οστά της κεφαλής ή της σπονδυλικής στήλης βοοειδών. Τα ζώα αυτά δεν εσφάγησαν ύστερα από αναισθητοποίηση με έγχυση αερίου στην κρανιακή κοιλότητα ούτε θανατώθηκαν αμέσως με την ίδια μέθοδο και δεν εσφάγησαν, μετά από αναισθητοποίηση, με τεμαχισμό, του κεντρικού νευρικού ιστού δια της εισαγωγής ραβδοειδούς οργάνου στην κρανιακή κοιλότητα."

(1) Οδηγία 89/556/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Σεπτεμβρίου 1989, για τον καθορισμό των υγειονομικών όρων που διέπουν το ενδοκοινοτικό εμπόριο και τις εισαγωγές εμβρύων κατοικίδιων βοοειδών (ΕΕ L 302 της 19.10.1989, σ. 1)· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την απόφαση 94/113/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 53 της 24.2.1994, σ. 23).

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ X

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑΣ, ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΙ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α

ΕΘΝΙΚΑ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑΣ

1. Το οριζόμενο εθνικό εργαστήριο αναφοράς:

α) διαθέτει εγκαταστάσεις και ειδικευμένο προσωπικό που του επιτρέπουν να προσδιορίζει ανά πάσα στιγμή, και ιδίως κατά τις πρώτες εκδηλώσεις της νόσου, τον τύπο και το στέλεχος του παθογόνου παράγοντα των ΜΣΕ και επιβεβαιώνει τα αποτελέσματα των περιφερειακών διαγνωστικών εργαστηρίων. Εάν αδυνατεί να αναγνωρίσει το στέλεχος του παθογόνου παράγοντα, καθορίζει διαδικασία που να εξασφαλίζει ότι η αναγνώριση του στελέχους ανατίθεται στο κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς,

β) ελέγχει τις διαγνωστικές μεθόδους που χρησιμοποιούνται στα περιφερειακά διαγνωστικά εργαστήρια,

γ) είναι υπεύθυνο για το συντονισμό των κανόνων και των μεθόδων διάγνωσης στο κράτος μέλος. Για το σκοπό αυτό:

- μπορεί να προμηθεύει διαγνωστικά αντιδραστήρια στα εργαστήρια που εγκρίνονται από το κράτος μέλος,

- ελέγχει την ποιότητα όλων των διαγνωστικών αντιδραστηρίων που χρησιμοποιούνται στο κράτος μέλος,

- διενεργεί περιοδικούς συγκριτικούς ελέγχους,

- διατηρεί απομονώματα των παθογόνων παραγόντων ή αντίστοιχους ιστούς που τους περιέχουν, που προέρχονται από επιβεβαιωμένα κρούσματα στο κράτος μέλος,

- εξασφαλίζει την επιβεβαίωση των αποτελεσμάτων των διαγνωστικών εργαστηρίων που ορίζονται από το κράτος μέλος,

δ) συνεργάζεται με το κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς.

2. Ωστόσο, κατά παρέκκλιση από το σημείο 1, τα κράτη μέλη που δεν διαθέτουν εθνικό εργαστήριο αναφοράς πρέπει να προσφεύγουν στις υπηρεσίες του κοινοτικού εργαστηρίου αναφοράς ή του εθνικού εργαστηρίου αναφοράς των άλλων κρατών μελών.

3.

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β

ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΑΝΑΦΟΡΑΣ

1. Το κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς για τις ΜΣΕ είναι: The Veterinary Laboratories Agency Woodham Lane New Haw

Addlestone

Surrey KT15 3NB United Kingdom

2. Οι αρμοδιότητες και τα καθήκοντα του κοινοτικού εργαστηρίου αναφοράς είναι τα εξής:

α) συντονίζει, σε συνεργασία με την Επιτροπή, τις μεθόδους που εφαρμόζονται στα κράτη μέλη για τη διάγνωση των ΜΣΕ, ιδίως:

- διατηρώντας και προμηθεύοντας τους αντίστοιχους ιστούς που περιέχουν τον παθογόνο παράγοντα, για την εκπόνηση ή την παραγωγή των σχετικών διαγνωστικών δοκιμασιών, ή για την ταξινόμηση των στελεχών του παθογόνου παράγοντα,

- προμηθεύοντας στα εθνικά εργαστήρια αναφοράς ορούς αναφοράς και άλλα αντιδραστήρια αναφοράς, για την τυποποίηση των δοκιμασιών και των αντιδραστηρίων που χρησιμοποιούνται σε κάθε κράτος μέλος,

- δημιουργώντας και διατηρώντας συλλογή των αντίστοιχων ιστών που περιέχουν τους παθογόνους παράγοντες και τα στελέχη των ΜΣΕ,

- διοργανώνοντας περιοδικές συγκριτικές δοκιμές των διαγνωστικών μεθόδων, σε κοινοτικό επίπεδο,

- συλλέγοντας και ταξινομώντας δεδομένα και πληροφορίες που αφορούν τις χρησιμοποιούμενες διαγνωστικές μεθόδους και τα αποτελέσματα των δοκιμασιών που διενεργούνται στην Κοινότητα,

- χαρακτηρίζοντας απομονώματα του παθογόνου παράγοντα των ΜΣΕ βάσει των πλέον προηγμένων μεθόδων για πληρέστερη κατανόηση της επιδημιολογίας της νόσου,

- παρακολουθώντας τις διεθνείς εξελίξεις στην επιτήρηση, την επιδημιολογία και την πρόληψη των ΜΣΕ,

- λειτουργώντας ως παρακαταθήκη εμπειρογνωμοσύνης επί των νόσων που οφείλονται σε προϊόν για ταχεία διαφορική διάγνωση,

- αποκτώντας βαθιά γνώση της παρασκευής και της χρήσης των διαγνωστικών μεθόδων που χρησιμοποιούνται για την καταπολέμηση και την εξάλειψη των ΜΣΕ,

β) συμμετέχει ενεργώς στον εντοπισμό των εστιών των ΜΣΕ που εκδηλώνονται στα κράτη μέλη, μελετώντας δείγματα ζώων προσβεβλημένων από ΜΣΕ που του αποστέλλονται προς επιβεβαίωση της διάγνωσης, χαρακτηρισμό και επιδημιολογικές μελέτες,

γ) διευκολύνει την εκπαίδευση ή την μετεκπαίδευση εμπειρογνωμόνων στο πεδίο της εργαστηριακής διάγνωσης με σκοπό την εναρμόνιση των διαγνωστικών μεθόδων σε ολόκληρη την Κοινότητα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ

ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΔΟΚΙΜΕΣ

1. Δειγματοληψία και εργαστηριακές δοκιμές για την ανίχνευση της ΣΕΒ στα βοοειδή

1.1. Δειγματοληψία

Η αρμόδια αρχή εξασφαλίζει ότι τα δείγματα συλλέγονται με τις μεθόδους και τα πρωτόκολλα που ορίζονται στην τελευταία έκδοση του εγχειριδίου προτύπων για διαγνωστικές δοκιμές και εμβόλια του διεθνούς γραφείου επιζωοτιών (ΟΙΕ) ("Εγχειρίδιο"). Εάν δεν υπάρχουν τέτοιες μέθοδοι και πρωτόκολλα, η αρμόδια αρχή εξασφαλίζει ότι τα δείγματα συλλέγονται κατά τρόπο κατάλληλο για την ορθή διενέργεια των δοκιμών.

1.2. Εργαστηριακές δοκιμές

1.2.1. Ύποπτα κρούσματα

Οι ιστοί βοοειδών, που αποστέλλονται για εργαστηριακή δοκιμή κατ' άρθρο 12 παράγραφος 2, υποβάλλονται σε ιστοπαθολογική εξέταση όπως ορίζεται στο εγχειρίδιο (στην τελευταία έκδοσή του), εκτός αν το υλικό έχει υποστεί αυτόλυση. Εάν τα αποτελέσματα της ιστοπαθολογικής εξέτασης είναι ασαφή ή αρνητικά, ή αν το υλικό έχει υποστεί αυτόλυση, οι ιστοί εξετάζονται με κάποια από τις άλλες διαγνωστικές μεθόδους που αναφέρονται στο προαναφερόμενο Εγχειρίδιο (ανοσοκυτταροχημεία, ανοσοαποτύπωμα ή ανίχνευση ινιδίων με ηλεκτρονική μικροσκοπία).

1.2.2. Ζώα που εξετάζονται στο πλαίσιο του ετήσιου προγράμματος επιτήρησης

Στα βοοειδή, που εξετάζονται στο πλαίσιο του ετήσιου προγράμματος επιτήρησης που προβλέπεται στο παράρτημα ΙΙΙ, κεφάλαιο Α, μέρος Ι και του προγράμματος στοχοθετημένης επιτήρησης που προβλέπεται στο παράρτημα ΙΙΙ, κεφάλαιο Α, μέρος ΙΙΙ, χρησιμοποιείται μια από τις ταχείες δοκιμές διάγνωσης του σημείου 4.

Εάν τα αποτελέσματα της ταχείας δοκιμής είναι ασαφή ή θετικά, οι ιστοί υποβάλλονται σε ιστοπαθολογική εξέταση του εγκεφαλικού στελέχους όπως ορίζεται στην τελευταία έκδοσή του Εγχειριδίου, εκτός αν το υλικό έχει υποστεί αυτόλυση ή δεν είναι κατάλληλο για ιστοπαθολογική εξέταση για άλλους λόγους. Εάν τα αποτελέσματα της ιστοπαθολογικής εξέτασης είναι ασαφή ή αρνητικά ή αν το υλικό έχει υποστεί αυτόλυση, οι ιστοί υποβάλλονται σε εξέταση με κάποια από τις άλλες διαγνωστικές μεθόδους που αναφέρονται στο σημείο 2.1, η οποία όμως δεν πρέπει να είναι η ίδια με τη μέθοδο που χρησιμοποιείται για τη δοκιμή διάγνωσης.

1.3. Ερμηνεία των αποτελεσμάτων

Ένα ζώο, το οποίο έχει εξεταστεί όπως αναφέρεται στο σημείο 1.2.1, θεωρείται ως θετικό κρούσμα ΣΕΒ εάν τα αποτελέσματα μιας δοκιμής είναι θετικά.

Ένα ζώο, το οποίο έχει εξεταστεί όπως αναφέρεται στο σημείο 1.2.2, θεωρείται ως θετικό κρούσμα ΣΕΒ εάν τα αποτελέσματα της δοκιμής διάγνωσης είναι θετικά ή ασαφή, και

- τα αποτελέσματα της μετέπειτα ιστοπαθολογικής εξέτασης είναι θετικά, ή

- τα αποτελέσματα μιας άλλης διαγνωστικής μεθόδου που αναφέρεται στο σημείο 1.2.1 είναι θετικά.

2. Δειγματοληψία και εργαστηριακές δοκιμές για την ανίχνευση μιας ΜΣΕ στα αιγοπρόβατα

Η δειγματοληψία και οι εργαστηριακές δοκιμές για την ανίχνευση της τρομώδους νόσου στα αιγοπρόβατα διενεργούνται σύμφωνα με τις μεθόδους και τα πρωτόκολλα που καθορίζονται στην τελευταία έκδοση του εγχειριδίου.

Οι κανόνες δειγματοληψίας και οι εργαστηριακές δοκιμές για την ανίχνευση της ΣΕΒ στα αιγοπρόβατα καθορίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2.

3. Επιβεβαίωση της παρουσίας άλλων ΜΣΕ

Οι δοκιμές που διενεργούνται για την επιβεβαίωση της υπόνοιας παρουσίας μιας ΜΣΕ διαφορετικής από εκείνες που αναφέρονται στα σημεία 1 και 2 περιλαμβάνουν τουλάχιστον την ιστοπαθολογική εξέταση των εγκεφαλικών ιστών. Η αρμόδια αρχή μπορεί επίσης, εάν το κρίνει αναγκαίο, να απαιτήσει τη χρησιμοποίηση άλλων εργαστηριακών δοκιμών, όπως οι ανοσοκυτταροχημικές και ανοσοδιαγνωστικές δοκιμές ανίχνευσης των ινιδίων που συσχετίζονται με την τρομώδη νόσο. Όταν η αρχική ιστοπαθολογική εξέταση δώσει αρνητικά αποτελέσματα πρέπει πάντοτε να διενεργείται τουλάχιστον μια άλλη εργαστηριακή εξέταση, σύμφωνα με την προηγούμενη φάση. Σε περίπτωση πρώτης εκδήλωσης της νόσου, πρέπει να διενεργούνται και οι τρεις δοκιμές.

4. Ταχείες δοκιμές

Για την εκτέλεση των δοκιμών κατ' άρθρο 5 παράγραφος 3 και άρθρο 6 παράγραφος 1, χρησιμοποιούνται, ως ταχείες δοκιμές κατά την έννοια του παρόντος κανονισμού, οι ακόλουθες μέθοδοι:

- δοκιμή βασιζόμενη στην τεχνική του αποτυπώματος Western η οποία επιτρέπει την ανίχνευση του ανθεκτικού στις πρωτεάσες τμήματος PrPRes (δοκιμή Prionics Check),

- δοκιμή ELISA χημιφωταύγειας που περιλαμβάνει εκχύλιση και τεχνική ΕLISA και χρησιμοποιεί αντιδραστήριο ενισχυμένης χημιφωταύγειας (δοκιμή Enfer),

- ανοσοτιτλοδότηση του PrPRes με την ανοσομετρική μέθοδο δύο θέσεων, γνωστή ως "πολυστρωματική μέθοδος", μετά από μετουσίωση και συμπύκνωση (δοκιμή Bio Rad).

5. Εναλλακτικές δοκιμές

(θα καθοριστούν).

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΧΙ

ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ

ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΚΑΤ' ΑΡΘΡΟ 22

A. Σχετικά με την απόσυρση ειδικών υλικών κινδύνου

1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα κατωτέρω ειδικά υλικά κινδύνου να αφαιρούνται και να καταστρέφονται σύμφωνα με τα σημεία 6 έως 11.

α) Ως ειδικά υλικά κινδύνου ορίζονται οι ακόλουθοι ιστοί:

i) το κρανίο, συμπεριλαμβανομένου του εγκεφάλου και των οφθαλμών, οι αμυγδαλές και ο νωτιαίος μυελός βοοειδών ηλικίας άνω των δώδεκα μηνών, καθώς και τα έντερα από το δωδεκαδάκτυλο έως το ορθό βοοειδών οποιασδήποτε ηλικίας,

ii) το κρανίο, συμπεριλαμβανομένου του εγκεφάλου και των οφθαλμών, οι αμυγδαλές και ο νωτιαίος μυελός αιγοπροβάτων ηλικίας άνω των δώδεκα μηνών ή των οποίων ένας μόνιμος κοπτήρας έχει ανατείλει μέσω των ούλων, καθώς και η σπλήνα αιγοπροβάτων οποιασδήποτε ηλικίας.

β) Πλην των ειδικών υλικών κινδύνου του σημείου 1 στοιχείο α), οι παρακάτω ιστοί πρέπει να θεωρούνται ως ειδικά υλικά κινδύνου στο Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας, καθώς και στην Πορτογαλία, πλην της αυτόνομης περιοχής των Αζορών:

i) ολόκληρο το κεφάλι, εκτός από τη γλώσσα, συμπεριλαμβανομένου του εγκεφάλου, των οφθαλμών, των γαγγλίων του τριδύμου και των αμυγδαλών ο θύμος αδένας, η σπλήνα και ο νωτιαίος μυελός βοοειδών ηλικίας άνω των 6 μηνών, καθώς και τα έντερα από το δωδεκαδάκτυλο έως το ορθό βοοειδών οποιασδήποτε ηλικίας,

ii) η σπονδυλική στήλη, συμπεριλαμβανομένων των ισχιακών γαγγλίων, βοοειδών ηλικίας άνω των 30 μηνών.

2. Τα ειδικά υλικά κινδύνου ή τα μεταποιημένα υλικά που προέρχονται από αυτά δεν επιτρέπεται να αποστέλλονται για ενδεχόμενη αποτέφρωση, σύμφωνα με το σημείο 11, ή, κατά περίπτωση, το σημείο 7 στοιχείο β).

3. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα οστά της κεφαλής και οι σπονδυλικές στήλες βοοειδών και αιγοπροβάτων να μην χρησιμοποιούνται για την παραγωγή μηχανικώς διαχωρισμένου κρέατος.

4. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε, ο τεμαχισμός, μετά από αναισθητοποίηση, του κεντρικού νευρικού ιστού δια της εισαγωγής επιμήκους ραβδοειδούς οργάνου στην κρανιακή κοιλότητα, να μην εφαρμόζεται, στην επικράτειά τους, στα βοοειδή ή τα αιγοπρόβατα των οποίων το κρέας προορίζεται για κατανάλωση από τον άνθρωπο ή τα ζώα.

5. Τα ειδικά υλικά κινδύνου που αναφέρονται στο σημείο 1 στοιχείο α) δεν εισάγονται στην Κοινότητα μετά τις 31 Μαρτίου 2001.

Τα προϊόντα ζωικής προέλευσης που απαριθμούνται παρακάτω υπόκεινται σε περιορισμούς εισαγωγής στην Κοινότητα:

- νωπό κρέας: το κρέας που ορίζεται στην οδηγία 64/433/ΕΟΚ,

- κιμάς και παρασκευάσματα κρέατος: ο κιμάς και τα παρασκευάσματα κρέατος που ορίζονται στην οδηγία 94/65/ΕΚ(1),

- προϊόντα με βάση το κρέας: τα προϊόντα με βάση το κρέας που ορίζονται στην οδηγία 77/99/ΕΟΚ(2),

- οι μεταποιημένες ζωικές πρωτεΐνες που αναφέρονται στην οδηγία 92/118/ΕΟΚ,

- τα έντερα βοοειδών που ορίζονται στο άρθρο 2 στοιχείο β) εδάφιο v) της οδηγίας 77/99/ΕΟΚ.

α) Όταν τα προαναφερόμενα προϊόντα ζωικής προέλευσης, τα οποία περιέχουν υλικά προερχόμενα από βοοειδή ή αιγοπρόβατα, εισάγονται στην Κοινότητα μετά τις 31 Μαρτίου 2001 από τρίτες χώρες ή περιοχές τους, το απαιτούμενο πιστοποιητικό καταλληλότητας πρέπει να συνοδεύεται από την εξής δήλωση, υπογεγραμμένη από την αρμόδια αρχή της χώρας παραγωγής: "Το προϊόν ζωικής προέλευσης δεν περιέχει και δεν προέρχεται ούτε από τα προϊόντα που περιέχονται στο παράρτημα ΙΧ κεφάλαιο ΣΤ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001, της 22ας Μαΐου 2001, για τη θέσπιση κανόνων πρόληψης και καταπολέμησης ορισμένων μεταδοτικών σπογγωδών εγκεφαλοπαθειών, ούτε από ειδικά υλικά κινδύνου, όπως αυτά ορίζονται στο παράρτημα V του προαναφερθέντος κανονισμού τα οποία έχουν παραχθεί μετά τις 31 Μαρτίου 2001 ούτε από μηχανικώς διαχωρισμένο κρέας που προέρχεται από οστά της κεφαλής ή της σπονδυλικής στήλης βοοειδών ή αιγοπροβάτων, το οποίο έχει παραχθεί μετά τις 31 Μαρτίου 2001. Μετά τις 31 Μαρτίου 2001, τα ζώα δεν εσφάγησαν ύστερα από αναισθητοποίηση με έγχυση αερίου στην κρανιακή κοιλότητα ούτε έχουν θανατωθεί με την ίδια μέθοδο και δεν έχουν σφαγεί μετά από τεμαχισμό, μετά από αναισθητοποίηση, του κεντρικού νευρικού ιστού δια της εισαγωγής επιμήκους ραβδοειδούς οργάνου στην κρανιακή κοιλότητα."

β) Οι παραπομπές, σε "προϊόντα ζωικής προέλευσης" αφορούν τα προϊόντα ζωικής προέλευσης που απαριθμούνται στο παρόν σημείο και δεν αφορούν άλλα προϊόντα ζωικής προέλευσης που περιέχουν ή προέρχονται από αυτά.

6. Οι διατάξεις του άρθρου 5 ισχύουν μόνον για τις εισαγωγές από τρίτες χώρες:

α) οι οποίες δεν έχουν προσκομίσει στην Επιτροπή φάκελο προς υποστήριξη της αίτησής τους να εξαιρεθούν από την εφαρμογή των προκειμένων διατάξεων,

β) οι οποίες έχουν μεν προσκομίσει το φάκελο αυτόν αλλά χωρίς ικανοποιητικά αποτελέσματα της αξιολόγησης κινδύνου με την οποία εντοπίζονται όλοι οι δυνητικοί παράγοντες κινδύνου.

7. Τα κράτη μέλη διενεργούν συχνά επίσημους ελέγχους για να διαπιστώνουν την ορθή εφαρμογή της παρούσας απόφασης, μεριμνούν δε για τη θέσπιση μέτρων ώστε να αποφεύγεται οποιαδήποτε μόλυνση, ιδίως στα σφαγεία, τα εργαστήρια τεμαχισμού, τις μονάδες επεξεργασίας ζωικών αποβλήτων, τις μεταποιητικές μονάδες υψηλού κινδύνου ή τους χώρους που εγκρίνονται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 7 της οδηγίας 90/667/ΕΟΚ, τα σημεία πώλησης στους καταναλωτές, τους χώρους υγειονομικής ταφής και άλλες εγκαταστάσεις αποθήκευσης ή αποτέφρωσης. Συγκεκριμένα, τα κράτη μέλη θεσπίζουν σύστημα με το οποίο εξασφαλίζεται και ελέγχεται ότι:

α) τα ειδικά υλικά κινδύνου που χρησιμοποιούνται για την παρασκευή των προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2, χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για τους επιτρεπόμενους σκοπούς,

β) τα ειδικά υλικά κινδύνου, ιδίως όταν η αφαίρεση τους πραγματοποιείται σε εγκατάσταση ή χώρο διαφορετικό από το σφαγείο, διαχωρίζονται πλήρως από τα άλλα απόβλητα που δεν προορίζονται για αποτέφρωση, και συλλέγονται χωριστά και καταστρέφονται σύμφωνα με τα σημεία 1 και 8 έως 11. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέψουν την αποστολή, προς άλλο κράτος μέλος, κεφαλών ή σφαγίων που περιέχουν ειδικά υλικά κινδύνου εφόσον το κράτος μέλος αυτό έχει δεχθεί να τα παραλάβει και έχει εγκρίνει τους ειδικούς όρους που ισχύουν για τις μεταφορές αυτές.

8. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα ειδικά υλικά κινδύνου να αφαιρούνται:

α) στα σφαγεία,

β) στα εργαστήρια τεμαχισμού και τις μεταποιητικές μονάδες υψηλού κινδύνου ή τους χώρους που αναφέρονται στα άρθρα 3 και 7 της οδηγίας 90/667/ΕΟΚ, υπό την εποπτεία εντεταλμένου υπαλλήλου που ορίζεται από την αρμόδια αρχή. Οι εγκαταστάσεις αυτές εγκρίνονται προς τούτο από την αρμόδια αρχή.

Ωστόσο, η σπονδυλική στήλη μπορεί να αφαιρείται στα σημεία πώλησης στους καταναλωτές τα οποία βρίσκονται στην επικράτειά τους.

Όταν τα ειδικά υλικά κινδύνου δεν αφαιρούνται από πτώματα ζώων που δεν έχουν σφαγεί για ανθρώπινη κατανάλωση, τα μέρη του σφαγίου που περιέχουν τα ειδικά υλικά κινδύνου ή ολόκληρα τα πτώματα αντιμετωπίζονται ως ειδικά υλικά κινδύνου.

9. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε όλα τα ειδικά υλικά κινδύνου να βάφονται με χρωστική ουσία και, κατά περίπτωση, να επισημαίνονται αμέσως μετά την αφαίρεσή τους και να καταστρέφονται ολοσχερώς:

α) με αποτέφρωση χωρίς προ-επεξεργασία, ή

β) εφόσον η χρωστική ουσία ή το σήμα εξακολουθούν να διακρίνονται μετά την προεπεξεργασία:

i) σύμφωνα με τις μεθόδους των κεφαλαίων Ι έως IV, VΙ και VII του παραρτήματος της απόφασης 92/562/EΟΚ:

- με αποτέφρωση,

- με συναποτέφρωση,

ii) σύμφωνα τουλάχιστον με τους όρους του παραρτήματος Ι της απόφασης 1999/534/EΚ του Συμβουλίου, με ταφή σε εγκεκριμένο χώρο υγειονομικής ταφής.

10. Tα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν παρεκκλίσεις από τις διατάξεις των σημείων 8 και 9, για να επιτρέπουν την αποτέφρωση ή την ταφή των ειδικών υλικών κινδύνου ή ολόκληρων των πτωμάτων, χωρίς προηγούμενη χρώση ή, κατά περίπτωση, χωρίς αφαίρεση των ειδικών υλικών κινδύνου, υπό τις συνθήκες του άρθρου 3 παράγραφος 2 της οδηγίας 90/667/EΟΚ και με μέθοδο η οποία αποκλείει κάθε κίνδυνο μετάδοσης ΜΣΕ και εγκρίνεται και επιβλέπεται από την αρμόδια αρχή, ιδίως όταν ζώα έχουν αποβιώσει ή έχουν σφαγεί στο πλαίσιο μέτρων καταπολέμησης νόσων.

11. Εφόσον απαιτείται, τα κράτη μέλη μπορούν να αποστέλλουν ειδικά υλικά κινδύνου ή μεταποιημένα υλικά που προέρχονται από αυτά προς άλλα κράτη μέλη προς αποτέφρωση, υπό τους όρους του άρθρου 4 παράγραφος 2 της απόφασης 97/735 της Επιτροπής.

Αιτήσει ενός κράτους μέλους, το παρόν σημείο μπορεί να τροποποιηθεί προκειμένου να επιτρέπεται η αποστολή, προς τρίτες χώρες, ειδικών υλικών κινδύνου ή μεταποιημένων υλικών που προέρχονται από αυτά προκειμένου να αποτεφρωθούν, με τη θέσπιση των όρων που διέπουν την εξαγωγή αυτήν.

B. Σχετικά με τις στατιστικές μελέτες

Η στατιστική έρευνα κατ' άρθρο 22 πρέπει να περιλαμβάνει όλα τα ζώα του παραρτήματος ΙΙΙ, κεφάλαιο Α, τμήμα Ι, σημεία 1.1 και 1.2.

Η διάταξη αυτή, η οποία εφαρμόζεται για διάστημα ενός έτους, είναι δυνατό να επανεξετασθεί με βάση την εμπειρία που θα έχει αποκτηθεί κατά τη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου.

(1) Οδηγία 94/65/ΕΚ του Συμβουλίου, της 14ης Δεκεμβρίου 1994, περί καθορισμού των υγειονομικών κανόνων για την παραγωγή και τη θέση στην αγορά κιμάδων και παρασκευασμάτων κρέατος (ΕΕ L 368 της 31.12.1994, σ. 10).

(2) Οδηγία 77/99/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1976, περί υγειονομικών προβλημάτων στον τομέα των ενδοκοινοτικών συναλλαγών προϊόντων με βάση το κρέας (ΕΕ L 26 της 31.1.1977, σ. 85)· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 97/76/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 10 της 16.1.1998. σ. 25).

Top