EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32009R0599

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 599/2009 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 2009 , για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές βιοντίζελ, καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής

ΕΕ L 179 της 10.7.2009, p. 26–51 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (HR)

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2009/599/oj

10.7.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 179/26


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 599/2009 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 7ης Ιουλίου 2009

για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές βιοντίζελ, καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1) («ο βασικός κανονισμός»), και ιδίως το άρθρο 9,

την πρόταση που υπέβαλε η Επιτροπή ύστερα από διαβούλευση με τη συμβουλευτική επιτροπή,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

1.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

1.1.   Προσωρινά μέτρα

(1)

Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 193/2009 (2) («προσωρινός κανονισμός»), η Επιτροπή επέβαλε προσωρινό δασμό αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές βιοντίζελ καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής («ΗΠΑ» ή «η ενδιαφερόμενη χώρα»).

(2)

Στην παράλληλη διαδικασία κατά των επιδοτήσεων, η Επιτροπή, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 194/2009 (3), επέβαλε προσωρινό αντισταθμιστικό δασμό στις εισαγωγές βιοντίζελ, καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.

1.2.   Επακόλουθη διαδικασία

(3)

Μετά τη γνωστοποίηση των ουσιωδών πραγματικών περιστατικών και του σκεπτικού βάσει των οποίων αποφασίστηκε η επιβολή προσωρινών μέτρων αντιντάμπινγκ («η κοινοποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων»), αρκετά ενδιαφερόμενα μέρη γνωστοποίησαν γραπτώς τις απόψεις τους σχετικά με τα προσωρινά συμπεράσματα. Τα μέρη τα οποία το ζήτησαν, έγιναν δεκτά σε ακρόαση. Η Επιτροπή εξακολούθησε να αναζητεί και να επαληθεύει όλες τις πληροφορίες που έκρινε αναγκαίες για τα οριστικά της συμπεράσματα. Οι προφορικές και γραπτές παρατηρήσεις που υπέβαλαν τα ενδιαφερόμενα μέρη εξετάστηκαν και, όπου ήταν σκόπιμο, τα προσωρινά συμπεράσματα τροποποιήθηκαν ανάλογα.

(4)

Όλα τα μέρη ενημερώθηκαν για τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και το σκεπτικό βάσει των οποίων επρόκειτο να προταθεί η επιβολή οριστικών μέτρων αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές βιοντίζελ καταγωγής ΗΠΑ και η οριστική είσπραξη των ποσών που είχαν καταβληθεί ως εγγύηση υπό μορφή προσωρινού δασμού («η τελική γνωστοποίηση»). Επίσης, τους δόθηκε προθεσμία εντός της οποίας θα μπορούσαν να υποβάλλουν τις παρατηρήσεις τους μετά την εν λόγω κοινοποίηση.

(5)

Η κυβέρνηση των ΗΠΑ και άλλα ενδιαφερόμενα μέρη εξέφρασαν την απογοήτευσή τους για την απόφαση να χορηγηθεί προθεσμία μόλις δεκαέξι ημερών για την υποβολή παρατηρήσεων επί της κοινοποίησης των προσωρινών συμπερασμάτων, καθώς και για την απόφαση να απορριφθούν οι αιτήσεις ορισμένων μερών για ουσιαστική παράταση της προθεσμίας υποβολής αυτών των παρατηρήσεων.

(6)

Το άρθρο 20 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού προβλέπει ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να λαμβάνουν αναλυτικές πληροφορίες για τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και για το σκεπτικό βάσει των οποίων έχουν επιβληθεί προσωρινά μέτρα. Για τον λόγο αυτό, αυτό, η πρακτική που εφαρμόζει η Επιτροπή είναι να κοινοποιεί σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη στο πλαίσιο μιας διαδικασίας μετά τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης κανονισμού με τον οποίο επιβάλλονται προσωρινά μέτρα, και να τάσσει προθεσμία εντός της οποίας τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να υποβάλλουν τις παρατηρήσεις τους επί της κοινοποίησης. Η πρακτική αυτή εφαρμόστηκε στην παρούσα διαδικασία. Όσον αφορά την προθεσμία εντός της οποίας τα μέρη έπρεπε να υποβάλλουν παρατηρήσεις, ο βασικός κανονισμός δεν διευκρινίζει τη διάρκεια αυτής. Στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, κρίθηκε σκόπιμο να οριστεί προθεσμία δεκαέξι ημερών (η οποία παρατάθηκε στη συνέχεια σε δεκαεπτά ημέρες), λαμβάνοντας υπόψη την πολυπλοκότητα της διαδικασίας και την ανάγκη να τηρηθεί η απαίτηση του άρθρου 11 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων, σύμφωνα με την οποία η έρευνα πρέπει να ολοκληρωθεί εντός δεκατριών μηνών από την έναρξή της.

(7)

Μετά την κοινοποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων στο πλαίσιο της παράλληλης διαδικασίας κατά των επιδοτήσεων, η κυβέρνηση των ΗΠΑ υπέβαλε παρατηρήσεις σχετικά με τον δασμολογικό συντελεστή που καθορίστηκε για «όλες τις άλλες εταιρείες». Όσον αφορά τον συντελεστή του δασμού που καθορίστηκε για τις εταιρείες των ΗΠΑ που δεν αναγγέλθηκαν και δεν συνεργάστηκαν στην έρευνα, ο συντελεστής του προσωρινού δασμού ορίστηκε στο επίπεδο του χαμηλότερου μεταξύ του υψηλότερου περιθωρίου επιδότησης ή περιθωρίου ζημίας που διαπιστώθηκε για τους συνεργαζόμενους παραγωγούς-εξαγωγείς που περιλαμβάνονταν στο δείγμα. Η ίδια μέθοδος εφαρμόστηκε και στη διαδικασία αντιντάμπινγκ. Ο δασμός αντιντάμπινγκ που καθορίστηκε κατ’ αυτόν τον τρόπο ανήλθε στο ποσό που ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του προσωρινού κανονισμού (δασμός για «όλες τις άλλες εταιρείες»: 182,4 EUR ανά τόνο). Η κυβέρνηση των ΗΠΑ θεωρεί ότι το ύψος αυτού του δασμού δεν υπολογίστηκε σωστά βάσει των διαθέσιμων στοιχείων. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ θεωρεί ότι, προκειμένου να χρησιμεύσουν ως βάση τα διαθέσιμα στοιχεία βάσει του άρθρου 18 του βασικού κανονισμού, πρέπει προηγουμένως να έχει εξακριβωθεί ότι ένα ενδιαφερόμενο μέρος αρνήθηκε ή παρέλειψε να παράσχει «απαραίτητες πληροφορίες» (4). Η κυβέρνηση των ΗΠΑ μάλλον θεωρεί ότι θα πρέπει να εφαρμοστεί αντί αυτού ο μέσος σταθμισμένος συντελεστής που υπολογίστηκε για τις συνεργασθείσες εταιρείες που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα.

(8)

Σε απάντηση αυτού του ισχυρισμού, θα πρέπει να σημειωθεί ότι, κατά το στάδιο έναρξης της διαδικασίας, η Επιτροπή απέστειλε το έντυπο δειγματοληψίας, την καταγγελία και την ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας στις εταιρείες που απαριθμούνταν στην καταγγελία (περισσότερες από 150 εταιρείες). Αντίγραφο του εντύπου δειγματοληψίας επισυνάφθηκε επίσης στη ρηματική διακοίνωση προς την Αποστολή των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες κατά την έναρξη της διαδικασίας, με την παράκληση να σταλεί στους εξαγωγείς/παραγωγούς των ΗΠΑ. Επιπλέον, το National Biodiesel Board (Εθνικό Συμβούλιο Βιοντίζελ – «NBB»), που ήταν ένα από τα ενδιαφερόμενα μέρη από την αρχή της εν λόγω διαδικασίας, εκπροσωπεί μεγάλο αριθμό εταιρειών του κλάδου του βιοντίζελ στις ΗΠΑ.

(9)

Στην ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας και στο διαβιβαστικό έγγραφο του εντύπου δειγματοληψίας εφιστάται η προσοχή στις συνέπειες της μη συνεργασίας. Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 8 του προσωρινού κανονισμού, περισσότερες από 50 εταιρείες αναγγέλθηκαν στο πλαίσιο της διαδικασίας δειγματοληψίας και υπέβαλαν τις ζητούμενες πληροφορίες εντός της προθεσμίας των 15 ημερών. Οι εταιρείες αυτές καλύπτουν άνω του 80 % των συνολικών εισαγωγών βιοντίζελ από τις ΗΠΑ στην Κοινότητα.

(10)

Μετά την επιβολή προσωρινών μέτρων, ζητήθηκε από τις αρχές των ΗΠΑ να προσκομίσουν συμπληρωματικές πληροφορίες. Συγκεκριμένα, ζητήθηκε από τις αρχές να καλέσουν άλλους τυχόν παραγωγούς-εξαγωγείς βιοντίζελ των ΗΠΑ να αναγγελθούν, πέραν όσων απαριθμούνταν στο άρθρο 1 και το παράρτημα του προσωρινού κανονισμού, οι οποίοι δεν ήταν γνωστοί κατά το χρόνο έναρξης της διαδικασίας και δεν είχαν αρνηθεί προηγουμένως να συνεργαστούν (5).

(11)

Οι αρχές των ΗΠΑ υπέβαλαν κατάλογο με τις επωνυμίες άνω των 100 πρόσθετων εταιρειών (παραγωγών-εξαγωγέων) των ΗΠΑ. Εξετάστηκε αν κάποιες από αυτές τις εταιρείες είχαν κληθεί να συνεργαστούν στο στάδιο έναρξης της διαδικασίας. Η έρευνα έδειξε ότι σημαντικός αριθμός των εταιρειών αυτού του καταλόγου είχαν ήδη κληθεί να συνεργαστούν κατά τη διαδικασία δειγματοληψίας, αλλά τότε είχαν επιλέξει να μην το πράξουν. Με άλλα λόγια, οι εταιρείες αυτές γνώριζαν τις συνέπειες της μη συνεργασίας σύμφωνα με το άρθρο 18 του βασικού κανονισμού.

(12)

Ωστόσο, όσον αφορά τις εταιρείες του καταλόγου (πάνω από 40) που δεν ήταν γνωστές στην Επιτροπή κατά το χρόνο έναρξης της διαδικασίας, σημειώθηκε ότι το αίτημα προς τις αρχές των ΗΠΑ να υποβάλλουν λεπτομερή στοιχεία για τις εταιρείες αυτές έγινε μετά την επιβολή των προσωρινών μέτρων. Για τον λόγο αυτό, αποφασίστηκε να προστεθούν οι εν λόγω εταιρείες στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού και να εφαρμοστεί σε αυτές τις εταιρείες ο ίδιος δασμολογικός συντελεστής όπως σε εκείνες που συνεργάζονται ρητά αλλά δεν επελέγησαν για να συμπεριληφθούν στο δείγμα. Οι εταιρείες αυτές έλαβαν γνώση των ουσιωδών πραγματικών περιστατικών και του σκεπτικού βάσει των οποίων επρόκειτο να επιβληθούν οριστικά μέτρα και κλήθηκαν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με το γεγονός ότι σχεδιαζόταν να προστεθούν οι επωνυμίες τους στο Παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

(13)

Μετά την τελική γνωστοποίηση, η κυβέρνηση των ΗΠΑ χαιρέτισε την πρόταση για εφαρμογή του μέσου σταθμισμένου δασμού σε επιπλέον εταιρείες. Ωστόσο, η κυβέρνηση των ΗΠΑ έκρινε ότι δεν εξηγήθηκε για ποιο λόγο άλλες εταιρείες υπόκεινται στο δασμό για «όλες τις άλλες εταιρείες». Από την άποψη αυτή, σημειώνεται ότι για τις εταιρείες οι οποίες κλήθηκαν να συνεργαστούν κατά την περίοδο δειγματοληψίας, δόθηκαν ήδη εξηγήσεις ανωτέρω. Όσον αφορά πιθανούς αμερικανούς παραγωγούς εξαγωγείς που δεν γνωστοποιήθηκαν ατομικά στο πλαίσιο της έρευνας ούτε περιλαμβάνονται στον κατάλογο που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 11, σημειώνεται κατ’ αρχάς ότι καταβλήθηκαν μεγάλες προσπάθειες από την αρχή της διαδικασίας για την επικοινωνία με εταιρείες των ΗΠΑ που ενδέχεται να τις αφορά η διαδικασία αυτή (βλ. αιτιολογικές σκέψεις 8 και 10 ανωτέρω). Επίσης, καταβλήθηκαν επιπλέον προσπάθειες μετά την επιβολή προσωρινών μέτρων όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 10 ανωτέρω, με σκοπό τον προσδιορισμό άλλων εταιρειών και προστέθηκαν έτσι περισσότερες από 40 εταιρείες στον κατάλογο εκείνων στις οποίες θα εφαρμοστεί ο μέσος σταθμισμένος δασμός. Θεωρείται ότι αυτές οι μεγάλες προσπάθειες έδωσαν όλες τις ευκαιρίες στις εταιρείες βιοντίζελ των ΗΠΑ να αναγγελθούν. Σημειώνεται στο σημείο αυτό ότι η σχετική ένωση του κλάδου παραγωγής συμμετέχει στη διαδικασία από την έναρξή της. Επομένως, θεωρείται ότι ο δασμολογικός συντελεστής για «όλες τις άλλες εταιρείες» πρέπει να εφαρμοστεί στις εταιρείες που δεν αναγγέλθηκαν.

(14)

Μία εταιρεία που υπέβαλε απάντηση στο έντυπο δειγματοληψίας και η οποία, κατά συνέπεια, περιλήφθηκε στο Παράρτημα του προσωρινού κανονισμού, ζήτησε να προστεθεί η μητρική της εταιρεία στο Παράρτημα. Η εν λόγω εταιρεία ζήτησε επίσης να αλλάξει η πόλη εγκατάστασης των δύο εταιρειών στο Παράρτημα, ώστε να αντικατοπτρίζεται σωστά η διεύθυνση που εμφανίζεται στα τιμολόγια των εταιρειών.

(15)

Αφού εξετάστηκε το αίτημα της εν λόγω εταιρείας, κρίθηκε ότι η μητρική εταιρεία έπρεπε επίσης να περιληφθεί στο Παράρτημα του παρόντος κανονισμού, καθώς αναφέρθηκε στην απάντηση της εταιρείας στο έντυπο δειγματοληψίας ως η μόνη συνδεδεμένη εταιρεία που δραστηριοποιείται στον τομέα του βιοντίζελ. Η πόλη εγκατάστασης των δύο εταιρειών τροποιήθηκε επίσης.

(16)

Υπενθυμίζεται ότι η έρευνα για το ντάμπινγκ και τη ζημία κάλυψε την περίοδο από την 1η Απριλίου 2007 μέχρι την 31η Μαρτίου 2008 («περίοδος έρευνας» ή «ΠΕ»). Όσον αφορά τις τάσεις που ασκούν επιρροή για την εκτίμηση της ζημίας, η Επιτροπή εξέτασε δεδομένα που καλύπτουν την περίοδο από τον Ιανουάριο του 2004 μέχρι το τέλος της ΠΕ («υπό εξέταση περίοδος»).

1.3.   Δειγματοληψία κοινοτικών παραγωγών και παραγωγών-εξαγωγέων των ΗΠΑ

(17)

Ελλείψει παρατηρήσεων σχετικά με τη δειγματοληψία παραγωγών-εξαγωγέων των ΗΠΑ, τα προσωρινά συμπεράσματα των αιτιολογικών σκέψεων 5 έως 10 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

(18)

Ορισμένα μέρη υπέβαλαν παρατηρήσεις σχετικά με την αντιπροσωπευτικότητα του δείγματος κοινοτικών παραγωγών. Οι παρατηρήσεις αυτές εξετάζονται στη συνέχεια, στις αιτιολογικές σκέψεις 74 έως 78.

2.   ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΟΜΟΕΙΔΕΣ ΠΡΟΪΟΝ

2.1.   Υπό εξέταση προϊόν

(19)

Υπενθυμίζεται ότι στην ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας, το προϊόν που κατά τους ισχυρισμούς αποτελούσε αντικείμενο ντάμπινγκ ορίστηκε ως μονοαλκυλεστέρες λιπαρών οξέων ή/και παραφινικά πετρέλαια εσωτερικής καύσης (gas oils) προερχόμενα από σύνθεση ή/και υδρογονοκατεργασία, μη ορυκτής προέλευσης (κοινώς γνωστά ως «βιοντίζελ»), σε καθαρή μορφή ή σε μορφή μείγματος.

(20)

Η καταγγελία περιείχε εκ πρώτης όψεως αποδεικτικά στοιχεία σύμφωνα με τα οποία το βιοντίζελ και όλα τα μείγματα βιοντίζελ με πετρελαϊκό ντίζελ που παράγονταν στις ΗΠΑ και εξάγονταν στην Κοινότητα σε τιμές που αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ επηρέασαν την οικονομική κατάσταση των παραγωγών βιοντίζελ στην Κοινότητα. Ο ορισμός του υπό εξέταση προϊόντος, συνεπής προς τα χαρακτηριστικά των σχετικών παραγωγών βιοντίζελ των ΗΠΑ και της εγχώριας αγοράς, είχε ως στόχο να καλύψει το βιοντίζελ ακόμη και όταν αυτό είναι ενσωματωμένο στα σχετικά μείγματα βιοντίζελ. Ωστόσο, θεωρήθηκε ότι ο ορισμός του υπό εξέταση προϊόντος, όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας και στην αιτιολογική σκέψη 19 ανωτέρω, μπορεί να δημιουργήσει ανησυχίες ως προς το ποιοι παραγωγοί και ποιοι τύποι προϊόντων επρόκειτο να καλυφθούν από την έρευνα και ποιοι όχι.

(21)

Ομοίως, για την έρευνα του ντάμπινγκ και της ζημίας, ιδίως προκειμένου να καθοριστούν τα περιθώρια ντάμπινγκ και τα επίπεδα εξάλειψης της ζημίας, ήταν απαραίτητο να προσδιοριστούν σαφώς οι τύποι προϊόντων τους οποίους αφορούσε η έρευνα.

(22)

Σύμφωνα με τα χαρακτηριστικά της αγοράς των ΗΠΑ, το υπό εξέταση προϊόν ορίστηκε προσωρινά ως μονοαλκυλεστέρες λιπαρών οξέων ή/και παραφινικά πετρέλαια εσωτερικής καύσης (gas oils) προερχόμενα από σύνθεση ή/και υδρογονοκατεργασία, μη ορυκτής προέλευσης, κοινώς γνωστά ως «βιοντίζελ», σε καθαρή μορφή ή σε μορφή μειγμάτων άνω του B20. Συνεπώς, το υπό εξέταση προϊόν κάλυπτε το καθαρό βιοντίζελ (B100) και όλα τα μείγματα που περιέχουν βιοντίζελ σε ποσοστό μεγαλύτερο του 20 % («το υπό εξέταση προϊόν»). Αυτό το όριο θεωρήθηκε επαρκές για τη σαφή διάκριση μεταξύ των διαφόρων τύπων μειγμάτων που προορίζονται για περαιτέρω ανάμειξη και εκείνων που προορίζονται για άμεση κατανάλωση στην αγορά των ΗΠΑ.

(23)

Η έρευνα έδειξε ότι όλοι οι τύποι βιοντίζελ και το βιοντίζελ στα μείγματα που καλύπτονται από την παρούσα έρευνα, παρά τις πιθανές διαφορές ως προς την πρώτη ύλη που χρησιμοποιείται για την παραγωγή τους ή τις διαφορές όσον αφορά την παραγωγική διαδικασία, έχουν τα ίδια ή παρόμοια βασικά φυσικά, χημικά και τεχνικά χαρακτηριστικά και χρησιμοποιούνται για τους ίδιους σκοπούς. Οι πιθανές διαφορές ως προς το υπό εξέταση προϊόν δεν αλλοιώνουν το βασικό ορισμό του, τα χαρακτηριστικά του ή την αντίληψη που έχουν γι’ αυτό τα διάφορα μέρη.

(24)

Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη αμφισβήτησαν ταυτόχρονα τον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος και τον ορισμό του ομοειδούς προϊόντος χρησιμοποιώντας τα ίδια επιχειρήματα, χωρίς να κάνουν καμία διάκριση μεταξύ της έννοιας του υπό εξέταση προϊόντος και της έννοιας του ομοειδούς προϊόντος στο πλαίσιο της διαδικασίας.

(25)

Υπενθυμίζεται ότι η έννοια του υπό εξέταση προϊόντος διέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 1 παράγραφοι 1 έως 3 του βασικού κανονισμού, ενώ η ερμηνεία του όρου «ομοειδές προϊόν» αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού. Ως εκ τούτου, οι ισχυρισμοί αυτοί εξετάζονται χωριστά στη συνέχεια.

(26)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος έθεσε το ερώτημα κατά πόσον τα μείγματα με χαμηλή αναλογία βιοντίζελ (π.χ. το B21) μπορούν να χαρακτηριστούν ως βιοντίζελ, εξομοιούμενα έτσι με το καθαρό βιοντίζελ (B100), ή με παρόμοια μείγματα που αποτελούνται κατά κύριο λόγο από βιοντίζελ και περιέχουν χαμηλότερο ποσοστό πετρελαϊκού ντίζελ (π.χ. B99). Ισχυρίστηκε ότι αντικείμενο της έρευνας αποτέλεσαν βασικά το B100 και το B99 και ότι όλοι οι υπολογισμοί του ντάμπινγκ και της ζημίας έγιναν βάσει αυτών των δύο τύπων προϊόντων. Κατά την άποψή του, ο καθορισμός του ορίου ακριβώς πάνω από το B20, δηλαδή το μείγμα χαμηλού επιπέδου που πωλείται απευθείας στους καταναλωτές των ΗΠΑ, οδηγεί σε τεχνητό ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος.

(27)

Το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος έθεσε επίσης εν αμφιβόλω το κατά πόσον ένα μείγμα με 20 % βιοντίζελ μπορεί να χαρακτηριστεί ως βιοντίζελ αντί για πετρελαϊκό ντίζελ, το οποίο δεν περιλαμβάνεται στον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος. Το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος συμπέρανε ότι η ΕΕ υποστηρίζει τη δημιουργία νέας δασμολογικής κλάσης (6) για το βιοντίζελ στο εναρμονισμένο σύστημα (ΕΣ) δασμολογικής κατάταξης. Κατά τη γνώμη του η Επιτροπή διεύρυνε τον ορισμό του προϊόντος στην παρούσα διαδικασία και επέκτεινε τους τύπους προϊόντων που θίγονται από την επιβολή των μέτρων.

(28)

Επιπλέον, το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος θεώρησε ότι κατά το χρόνο της έρευνας δεν υπήρχε συγκεκριμένο όριο για να καθοριστεί τι συνιστά βιοντίζελ για τους σκοπούς της κατάταξης στον κωδικό 3824 90 91 της συνδυασμένης ονοματολογίας (ΣΟ). Ο συγκεκριμένος κωδικός δημιουργήθηκε την 1η Ιανουαρίου 2008 από την ΕΕ ειδικά για το βιοντίζελ. Το ενδιαφερόμενο μέρος αμφισβήτησε το κατά πόσον βάσει του κανόνα 3β) των γενικών κανόνων για την ερμηνεία της συνδυασμένης ονοματολογίας (7) ένα μείγμα που περιέχει λιγότερο από 50 % βιοντίζελ μπορεί να χαρακτηριστεί ως βιοντίζελ. Ανέφερε επίσης ότι τα παραδείγματα μειγμάτων που αναφέρονταν στο ερωτηματολόγιο της Επιτροπής είχαν υψηλή περιεκτικότητα σε βιοντίζελ, υπαινισσόμενο έτσι ότι το υπό εξέταση προϊόν είναι μόνο το βιοντίζελ και τα μείγματα με πολύ υψηλή περιεκτικότητα σε βιοντίζελ.

(29)

Το ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε επίσης ότι η ΕΕ δεν μπορεί να αλλάξει τον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος διατηρώντας ταυτόχρονα διαφορετικό ομοειδές προϊόν. Παρέπεμψε στην προσωρινή κοινοποίηση στους παραγωγούς βιοντίζελ των ΗΠΑ που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα, από την οποία προκύπτει ότι οι παραγωγοί των ΗΠΑ που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα πωλούσαν μείγματα που αποτελούνταν αποκλειστικά από διάφορους τύπους βιοντίζελ. Ως εκ τούτου, το υπό εξέταση προϊόν θα πρέπει να περιοριστεί στα προϊόντα που περιέχουν 100 % βιοντίζελ (B100), ακόμη και αν αποτελούνται από βιοντίζελ προερχόμενο από διαφορετικές πρώτες ύλες, ή σε μείγματα που περιέχουν 99 % βιοντίζελ (B99).

(30)

Το ενδιαφερόμενο μέρος αναφέρθηκε σε πρόσφατη απόφαση του Δικαστηρίου (8) σχετικά με εισαγωγές νιτρικού αμμωνίου. Εκτιμά ότι το σκεπτικό της εν λόγω απόφασης ισχύει και στην παρούσα διαδικασία, και ότι τα μείγματα που δεν έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε βιοντίζελ δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο της έρευνας και των μέτρων, καθώς δεν συνιστούν το ομοειδές προϊόν για το οποίο διαπιστώθηκε το ντάμπινγκ και η ζημία, δηλαδή τα προϊόντα που περιέχουν μόνο βιοντίζελ (B100) ή περιέχουν βιοντίζελ σε ποσοστό 99 % (B99).

(31)

Τα μέρη δεν προσκόμισαν αποδεικτικά στοιχεία ούτε επικαλέστηκαν νομική αναφορά που θα έδειχναν ότι το υπό εξέταση προϊόν δεν ορίστηκε σωστά στην παρούσα έρευνα. Οι διατάξεις του άρθρου 1 παράγραφοι 1 έως 3 του βασικού κανονισμού είναι καθοδηγητικές ως προς τον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος. Το άρθρο 1 παράγραφος 1 ορίζει τα εξής: «Δασμός αντιντάμπινγκ είναι δυνατό να επιβάλλεται σε κάθε προϊόν που αποτελεί αντικείμενο ντάμπινγκ, όταν η θέση του σε ελεύθερη κυκλοφορία εντός της Κοινότητας προκαλεί ζημία.».

(32)

Όπως προαναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 20, η καταγγελία περιείχε εκ πρώτης όψεως αποδεικτικά στοιχεία σύμφωνα με τα οποία το βιοντίζελ και όλα τα μείγματα βιοντίζελ με πετρελαϊκό ντίζελ που παράγονταν στις ΗΠΑ και εξάγονταν στην Κοινότητα σε τιμές που αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ επηρέασαν την οικονομική κατάσταση των παραγωγών βιοντίζελ στην Κοινότητα. Τα περιθώρια ντάμπινγκ και ζημίας καθορίστηκαν για κάθε μεμονωμένο παραγωγό που συμπεριλήφθηκε στο δείγμα βάσει των ειδών προϊόντων που πωλούσαν στην κοινοτική αγορά.

(33)

Τα μέρη δεν προσκόμισαν αποδεικτικά στοιχεία από τα οποία να προκύπτει ότι το όριο που καθορίστηκε στον προσωρινό κανονισμό για να γίνει διάκριση μεταξύ του υπό εξέταση προϊόντος και των άλλων προϊόντων ήταν τεχνητό. Όπως αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις 24 και 26 του προσωρινού κανονισμού, η έρευνα έδειξε ότι το B20, και ενδεχομένως τα μείγματα χαμηλότερου επιπέδου, πωλούνταν πράγματι απευθείας στους καταναλωτές των ΗΠΑ. Η έρευνα έδειξε επίσης ότι η αγορά ανάμειξης και η αγορά καταναλωτικών προϊόντων ήταν διαφορετικές αγορές με διαφορετικούς πελάτες: μία αγορά στην οποία το βιοντίζελ και τα μείγματα βιοντίζελ προορίζονται για περαιτέρω ανάμειξη από εμπόρους και αναμείκτες και μία αγορά στην οποία τα μείγματα προορίζονται για το δίκτυο διανομής και, ως εκ τούτου, για τους καταναλωτές. Ο καθορισμός του ορίου για το υπό εξέταση προϊόν πάνω από το B20 επέτρεψε να χαραχτεί μια σαφής διαχωριστική γραμμή και απέτρεψε τη σύγχυση μεταξύ των προϊόντων, των αγορών και των διαφόρων μερών στις ΗΠΑ.

(34)

Σε όλες τις έρευνες αντιντάμπινγκ είναι σύνηθες να μην παράγουν ούτε να πωλούν οι επί μέρους εταιρείες για τις οποίες διεξήχθη έρευνα όλους τους τύπους προϊόντων που περιλαμβάνονται στον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος. Μερικές εταιρείες μπορούν να παράγουν πολύ περιορισμένο φάσμα τύπων προϊόντων, ενώ άλλες μπορούν να παράγουν ευρύτερο φάσμα. Ωστόσο, αυτό δεν επηρεάζει τον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος. Συνεπώς, ο ισχυρισμός ότι το υπό εξέταση προϊόν πρέπει να καλύπτει μόνο τους τύπους προϊόντων που εξάγονταν από τους παραγωγούς των ΗΠΑ και οι οποίοι χρησιμοποιήθηκαν για τους υπολογισμούς του ντάμπινγκ και της ζημίας κρίνεται αβάσιμος.

(35)

Όπως αναφέρεται στον προσωρινό κανονισμό και στην αιτιολογική σκέψη 19 ανωτέρω, η έρευνα επικεντρώθηκε πρωτίστως στο βιοντίζελ, είτε σε καθαρή μορφή είτε ενσωματωμένο σε μείγματα. Τα μέτρα αντιντάμπινγκ θα εφαρμοστούν στα σχετικά μείγματα που εξάγονται στην κοινοτική αγορά. Ως εκ τούτου, το ερώτημα εάν ένα μείγμα με 20 % βιοντίζελ χαρακτηρίζεται ως καύσιμο βιοντίζελ και όχι ως πετρελαϊκό ντίζελ, το οποίο δεν περιλαμβάνεται στον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος, θεωρείται άνευ σημασίας.

(36)

Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι τα συμπεράσματα σχετικά με το ντάμπινγκ και τη ζημία για κάθε εταιρεία που περιλήφθηκε στην έρευνα βασίστηκαν αποκλειστικά στους σχετικούς τύπους προϊόντων που παρήγε και πωλούσε η οικεία εταιρεία κατά την ΠΕ. Ο ισχυρισμός ότι ο ορισμός του υπό εξέταση προϊόντος έτσι ώστε να περιλαμβάνει τα μείγματα πάνω από το B20 θα έθιγε αδικαιολόγητα τους παραγωγούς των ΗΠΑ είναι αβάσιμος και δεν μπορεί να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι το υπό εξέταση προϊόν θα πρέπει να περιοριστεί στα προϊόντα που περιέχουν βιοντίζελ σε ποσοστό 100 % (B100), ακόμη και όταν αποτελούνται από βιοντίζελ προερχόμενο από διαφορετικές πρώτες ύλες, ή στα μείγματα που αποτελούνται κατά 99 % από βιοντίζελ (B99). Η κάλυψη των μειγμάτων άνω του B20 από τον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος δεν είχε καμία απολύτως επίπτωση στα συμπεράσματα που εξήχθησαν για τις εταιρείες για τις οποίες διεξήχθη έρευνα και οι οποίες δεν παράγουν αυτό το είδος προϊόντος.

(37)

Επίσης αβάσιμος είναι ισχυρισμός του ενδιαφερομένου κατά τον οποίο το σκεπτικό της απόφασης του Δικαστηρίου (9) ισχύει και στην παρούσα διαδικασία και ότι τα μείγματα που δεν έχουν πολύ υψηλή περιεκτικότητα σε βιοντίζελ δεν μπορούν να υπαχθούν στο πεδίο της έρευνας. Ειδικότερα, για κάθε εταιρεία που περιλήφθηκε στην έρευνα, τα τυχόν περιθώρια ζημίας και ντάμπινγκ θα αντιστοιχούν ακριβώς στο υπό εξέταση προϊόν και το ομοειδές προϊόν για τα οποία ορίστηκαν συμπεράσματα ως προς το ντάμπινγκ και τη ζημία, συγκεκριμένα οι σχετικοί τύποι προϊόντων που περιέχουν βιοντίζελ τους οποίους η εκάστοτε εταιρεία πώλησε στην εγχώρια αγορά και εξήγαγε στην Κοινότητα. Επίσης, η απόφαση που αναφέρει η εταιρεία αφορά την επανεξέταση υφιστάμενων μέτρων αντιντάμπινγκ με αποτέλεσμα την επέκτασή τους σε άλλα προϊόντα εκτός του υπό εξέταση προϊόντος, πράγμα που δεν συμβαίνει στην προκειμένη περίπτωση.

(38)

Παρόλο που θεωρήθηκε ότι τα παραδείγματα που παρέχονται σε ένα ερωτηματολόγιο σκοπός του οποίου είναι η συλλογή στοιχείων για τη διενέργεια έρευνας δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να διατυπωθούν υποθέσεις ως προς το συμπέρασμα της έρευνας, αξίζει να σημειωθεί ότι η Επιτροπή δεν μπορεί να γνωρίζει εκ των προτέρων, συγκεκριμένα πριν από τη διεξαγωγή της επιτόπιας έρευνας, ποιοι τύποι προϊόντων παράγονται και πωλούνται στην εγχώρια αγορά και ποιοι εξάγονται από τις σχετικές εταιρείες κατά το χρόνο σύνταξης του ερωτηματολογίου. Το σχετικό προϊόν σε μια έρευνα αντιντάμπινγκ μπορεί να καλύπτει ένα φάσμα διαφορετικών ειδών προϊόντων και το γεγονός ότι ορισμένα από αυτά μπορεί να μην αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ δεν οδηγεί στην εξαίρεσή τους από τον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος.

(39)

Βάσει των ανωτέρω πραγματικών περιστατικών και του ανωτέρω σκεπτικού, επιβεβαιώνεται ότι όλοι οι τύποι βιοντίζελ και το βιοντίζελ σε μείγματα που καλύπτονται από την παρούσα έρευνα, παρά τις πιθανές διαφορές ως προς την πρώτη ύλη που χρησιμοποιείται για την παραγωγή τους ή τις διαφορές όσον αφορά την παραγωγική διαδικασία, έχουν τα ίδια ή παρόμοια βασικά φυσικά, χημικά και τεχνικά χαρακτηριστικά και χρησιμοποιούνται για τους ίδιους σκοπούς. Οι πιθανές διαφορές ως προς το υπό εξέταση προϊόν δεν αλλοιώνουν το βασικό ορισμό του, τα χαρακτηριστικά του ή την αντίληψη που έχουν γι’ αυτό τα διάφορα μέρη.

2.2.   Ομοειδές προϊόν

(40)

Εξήχθη το προσωρινό συμπέρασμα ότι τα προϊόντα που παράγονται και πωλούνται στην εγχώρια αγορά των ΗΠΑ, τα οποία καλύπτονται από την παρούσα έρευνα, έχουν παρόμοια βασικά φυσικά, χημικά και τεχνικά χαρακτηριστικά και χρήσεις με αυτά που εξάγονται από τη χώρα αυτή στην κοινοτική αγορά. Ομοίως, τα προϊόντα που παράγονται από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής και πωλούνται στην κοινοτική αγορά έχουν παρόμοια βασικά φυσικά, χημικά και τεχνικά χαρακτηριστικά και χρήσεις σε σύγκριση με τα προϊόντα που εξάγονται στην Κοινότητα από την ενδιαφερόμενη χώρα.

(41)

Συνεπώς, δεν βρέθηκαν διαφορές μεταξύ των διαφόρων τύπων του υπό εξέταση προϊόντος και των κοινοτικών ομοειδών προϊόντων που πωλούνται στην κοινοτική αγορά οι οποίες θα οδηγούσαν στο συμπέρασμα ότι τα προϊόντα που παράγονται και πωλούνται στην κοινοτική αγορά δεν αποτελούν ομοειδές προϊόν, με τα ίδια ή πολύ παραπλήσια βασικά φυσικά, χημικά και τεχνικά χαρακτηριστικά με τους τύπους του υπό εξέταση προϊόντος που παράγονται στις ΗΠΑ και εξάγονται στην Κοινότητα. Ως εκ τούτου, εξήχθη το συμπέρασμα ότι όλοι οι τύποι βιοντίζελ που καλύπτει η παρούσα έρευνα θεωρούνται όμοιοι κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

(42)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι ο ορισμός του ομοειδούς προϊόντος είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με την ταυτοποίηση του υπό εξέταση προϊόντος και πρέπει να καθοριστεί με βάση τα φυσικά χαρακτηριστικά και την τελική χρήση του προϊόντος. Κατ’ ουσίαν υποστήριξε ότι στην ΕΕ δεν χρησιμοποιείται για κατανάλωση το B20, αλλά ένα μείγμα με ακόμη χαμηλότερη περιεκτικότητα, το B5. Ως εκ τούτου, ο ορισμός του ομοειδούς προϊόντος είναι λανθασμένος. Ισχυρίστηκε επίσης ότι δεν είναι δυνατό να αλλάζει ο ορισμός του υπό εξέταση προϊόντος, αλλά να διατηρείται διαφορετικό ομοειδές προϊόν.

(43)

Όπως προκύπτει σαφώς από τις αιτιολογικές σκέψεις 29 έως 35 του προσωρινού κανονισμού, ο ορισμός του ομοειδούς προϊόντος συνδέεται με την ταυτοποίηση του υπό εξέταση προϊόντος και καθορίστηκε κυρίως με βάση τα φυσικά χαρακτηριστικά του προϊόντος. Η πραγματική τελική χρήση λήφθηκε επίσης υπόψη και θεωρήθηκε ότι το όριο του B20 πρέπει επίσης να διατηρηθεί για τον ορισμό του ομοειδούς προϊόντος. Στην προκειμένη περίπτωση, ο αριθμός των τύπων προϊόντων που καλύπτονται από το ομοειδές προϊόν μειώθηκε επίσης ώστε να αντιστοιχεί στον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος.

(44)

Συνεπώς, οι ισχυρισμοί των μερών ότι ο ορισμός του ομοειδούς προϊόντος είναι λανθασμένος πρέπει να απορριφθούν και ο προσωρινός ορισμός του ομοειδούς προϊόντος μπορεί να επιβεβαιωθεί.

3.   ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

3.1.   Προκαταρκτική παρατήρηση

(45)

Μετά τη γνωστοποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων αρκετοί εξαγωγείς και το NBB ισχυρίστηκαν ότι έπρεπε να είχε γίνει προσαρμογή του υπολογισμού του ντάμπινγκ ώστε να εξαλειφθεί η επίδραση της επιδότησης. Σύμφωνα με αυτούς, η μη συνεκτίμηση των συνεπειών της επιδότησης που χορηγείται τόσο για τις εγχώριες όσο και για τις εξαγωγικές πωλήσεις είχε ως αποτέλεσμα τον καθορισμό εσόδων χαμηλότερων από τα πραγματικά, γεγονός που επηρέασε τόσο την κανονική αξία του ομοειδούς προϊόντος, όσο και τον καθορισμό της τιμής εξαγωγής του υπό εξέταση προϊόντος. Συνεπώς, επηρεάστηκε η κανονική αξία, καθότι το κριτήριο των συνήθων εμπορικών πράξεων εφαρμόστηκε βάσει τιμών πώλησης στις οποίες δεν λήφθηκαν υπόψη τα έσοδα που προήλθαν από τις πωλήσεις του προϊόντος για τις οποίες ίσχυε η επιδότηση, ενώ για τον ίδιο λόγο η τιμή εξαγωγής καθορίστηκε σε εξίσου χαμηλότερο επίπεδο. Τα εν λόγω ενδιαφερόμενα μέρη υποστήριξαν περαιτέρω ότι η μη συνεκτίμηση της επιδότησης συνιστά πρόδηλη πλάνη στην εφαρμογή του άρθρου 2 παράγραφοι 4 και 10 του βασικού κανονισμού, διότι συνέβαλε στη χρησιμοποίηση κατασκευασμένων κανονικών αξιών, ενώ η παραγωγή και οι πωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος ήταν στην πραγματικότητα επικερδείς λαμβάνοντας υπόψη τις επιδοτήσεις. Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με τα πορίσματα της έρευνας, οι αρχές των ΗΠΑ χορηγούσαν τη λεγόμενη πίστωση του αναμείκτη ύψους 1 USD ανά γαλόνι καθαρού βιοντίζελ στα μείγματα βιοντίζελ με πετρελαϊκό ντίζελ.

(46)

Έτσι, το NBB ισχυρίστηκε ότι προκειμένου να εξασφαλιστεί η δίκαιη σύγκριση και η λειτουργική συμμετρία μεταξύ της κανονικής αξίας και της τιμής εξαγωγής βάσει του άρθρου 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού, η πίστωση του αναμείκτη έπρεπε να προστεθεί όχι μόνο στην κανονική αξία, αλλά και στην τιμή εξαγωγής.

(47)

Όπως διευκρινίζεται στην αιτιολογική σκέψη 38 του προσωρινού κανονισμού, όταν διενεργείται παράλληλα έρευνα κατά των επιδοτήσεων και έρευνα αντιντάμπινγκ για το ίδιο προϊόν, οι περιστάσεις υπό τις οποίες μια επιδότηση μπορεί να οδηγήσει σε προσαρμογή, όπως ζητά το NBB, για να αποφευχθεί η διπλή εφαρμογή μέτρων αποκατάστασης, προβλέπονται ρητά στο άρθρο 24 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων, το οποίο ορίζει ότι κανένα προϊόν δεν επιτρέπεται να υπόκειται ταυτόχρονα σε δασμούς αντιντάμπινγκ και σε αντισταθμιστικούς δασμούς με σκοπό την αντιμετώπιση των συνεπειών μίας και της αυτής κατάστασης η οποία είναι αποτέλεσμα ντάμπινγκ ή επιδότησης των εξαγωγών. Οι περιστάσεις αυτές δεν συντρέχουν στην παρούσα υπόθεση. Πράγματι, η πίστωση του αναμείκτη συνιστά επιδότηση που είναι διαθέσιμη τόσο για τις εγχώριες όσο και για τις εξαγωγικές πωλήσεις με τον ίδιο ακριβώς τρόπο και για το ίδιο ποσό και, ως εκ τούτου, δεν είναι εξαγωγική επιδότηση κατά την έννοια του άρθρου 24 παράγραφος 1. Το γεγονός αυτό δεν αμφισβητήθηκε από το NBB. Συνεπώς, ο ισχυρισμός ότι η πίστωση του αναμείκτη πρέπει να «προσαρμοστεί» στους υπολογισμούς του ντάμπινγκ κρίθηκε αδικαιολόγητη και, επομένως, απορρίφθηκε.

(48)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων που θα τροποποιούσαν τα προσωρινά συμπεράσματα από την άποψη αυτή, οι αιτιολογικές σκέψεις 36 έως 38 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

3.2.   Κανονική αξία

(49)

Μετά την κοινοποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων, ένας παραγωγός-εξαγωγέας επεσήμανε ένα τυπογραφικό λάθος στον υπολογισμό της κανονικής τιμής ενός συγκεκριμένου τύπου προϊόντος βάσει της εγχώριας τιμής πώλησης. Το εν λόγω τυπογραφικό λάθος διορθώθηκε.

(50)

Ένας άλλος παραγωγός-εξαγωγέας, ο οποίος δεν είχε αντιπροσωπευτικές εγχώριες πωλήσεις, αμφισβήτησε την κατασκευή της κανονικής αξίας βάσει του μέσου σταθμισμένου περιθωρίου κέρδους άλλων παραγωγών-εξαγωγέων για τους οποίους διεξήχθη έρευνα όσον αφορά την παραγωγή τους και τις πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος στην εγχώρια αγορά. Ισχυρίστηκε ότι έπρεπε να είχε χρησιμοποιηθεί το μέσο κέρδος των μη ολοκληρωμένων παραγωγών αντί του μέσου περιθωρίου κέρδους των δύο ολοκληρωμένων παραγωγών που είχαν επικερδείς εγχώριες πωλήσεις κατά την ΠΕ. Δεδομένου ότι η εταιρεία προμηθευόταν πρώτες ύλες από την ανοιχτή αγορά, ισχυρίστηκε ότι δεν ήταν δυνατό να συγκριθεί με τους δύο πλήρως ολοκληρωμένους παραγωγούς, οι οποίοι, κατά τα λεγόμενά του, δεν ήταν αντιπροσωπευτικοί όσον αφορά τις συνθήκες της αγοράς υπό τις οποίες λειτουργούσαν όλοι οι υπόλοιποι παραγωγοί-εξαγωγείς που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα.

(51)

Ο ανωτέρω ισχυρισμός θεωρήθηκε δικαιολογημένος, διότι πράγματι η κατάσταση των δύο ολοκληρωμένων παραγωγών μπορεί να μην είναι άμεσα συγκρίσιμη με την κατάσταση των υπόλοιπων παραγωγών του δείγματος κατά το ότι οι πρώτοι είναι πλήρως ολοκληρωμένοι και έχουν πρόσβαση σε δικές τους πρώτες ύλες. Ωστόσο, η πρόταση να χρησιμοποιηθούν τα μέσα περιθώρια κέρδους των μη ολοκληρωμένων παραγωγών δεν ήταν δυνατό να υιοθετηθεί, καθότι κανένας από αυτούς τους παραγωγούς δεν είχε κερδοφόρες εγχώριες πωλήσεις κατά την ΠΕ. Έτσι, θεωρήθηκε εύλογο, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού, να βασιστεί το κέρδος στις κερδοφόρες εγχώριες πωλήσεις όλων των παραγωγών-εξαγωγέων του δείγματος οι οποίοι πραγματοποιούσαν εγχώριες πωλήσεις. Το κέρδος αυτό χρησιμοποιήθηκε στη συνέχεια για την κατασκευή της κανονικής αξίας του εν λόγω παραγωγού-εξαγωγέα.

(52)

Μετά την τελική γνωστοποίηση, ένας όμιλος παραγωγών-εξαγωγέων ισχυρίστηκε ότι δεν ήταν εύλογο το περιθώριο κέρδους που χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή της κανονικής αξίας των τύπων προϊόντων που δεν πωλήθηκαν στην εγχώρια αγορά κατά την ΠΕ. Ισχυρίστηκε ότι η κανονική αξία θα έπρεπε να έχει κατασκευαστεί με βάση τους τύπους προϊόντων για τους οποίους η κανονική αξία δεν είχε κατασκευαστεί, με την εφαρμογή προσαρμογής για φυσικές διαφορές, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού. Επίσης ισχυρίστηκε ότι οι προσαρμογές που έγιναν στο πλαίσιο του υπολογισμού τα περιθώρια ζημίας έπρεπε να εφαρμοστούν επίσης για τον υπολογισμό της κανονικής αξίας.

(53)

Επ’ αυτού σημειώνεται ότι ο σκοπός των προσαρμογών που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού είναι να καταστεί δυνατή η ορθή σύγκριση ανάμεσα στην κανονική αξία και την τιμή εξαγωγής και όχι να κατασκευαστεί η κανονική αξία. Σκοπός της προσαρμογής στον υπολογισμό της ζημίας ήταν να καταστούν οι εισαγωγές βιοντίζελ από τις ΗΠΑ συγκρίσιμες με το βιοντίζελ που παράγεται και πωλείται από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής στην κοινοτική αγορά. όπως περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 46 του προσωρινού κανονισμού, το κέρδος που χρησιμοποιείται για την κατασκευή της κανονικής αξίας καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού. Επομένως, ο ισχυρισμός αυτός δεν θεωρήθηκε βάσιμος και έπρεπε να απορριφθεί.

(54)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με την κανονική αξία, οι οποίες θα άλλαζαν τα προσωρινά συμπεράσματα, οι αιτιολογικές σκέψεις 39 έως 48 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

3.3.   Τιμή εξαγωγής

(55)

Ένας παραγωγός-εξαγωγέας αμφισβήτησε τον καθορισμό του περιθωρίου κέρδους του εισαγωγέα με τον οποίο συνδέεται στην Κοινότητα, υποστηρίζοντας ότι ορισμένες δαπάνες, όπως οι θαλάσσιοι ναύλοι και οι ασφαλιστικές δαπάνες, δεν συμπεριλήφθηκαν στο κόστος των πωληθέντων προϊόντων.

(56)

Ο ισχυρισμός αυτός κρίθηκε δικαιολογημένος και το κόστος των προϊόντων που πωλήθηκαν από τον συνδεδεμένο εισαγωγέα αναθεωρήθηκε βάσει της τιμής αγοράς FOB, στην οποία προστέθηκαν όλες οι δαπάνες για την απόκτηση του υπό εξέταση προϊόντος, όπως προμήθειες, κόστος μεταφοράς, ασφάλισης και διακίνησης, και τελωνειακοί δασμοί.

(57)

Ο ίδιος παραγωγός-εξαγωγέας ισχυρίστηκε ότι τα αποτελέσματα ορισμένων διακανονισμένων πράξεων αντιστάθμισης κινδύνου στο επίπεδο του ίδιου συνδεδεμένου εισαγωγέα εσφαλμένα κατανεμήθηκαν στο αποτέλεσμα εκμετάλλευσης του υπό εξέταση προϊόντος, ενώ αφορούσαν αποκλειστικά πράξεις σχετικά με την αγορά και πώληση άλλου προϊόντος.

(58)

Η εταιρεία υπέβαλε αποδεικτικά στοιχεία που έδειχναν ότι τα αποτελέσματα των διακανονισμένων πράξεων αντιστάθμισης κινδύνου αφορούσαν αποκλειστικά μεμονωμένες συμβάσεις πώλησης σχετικά με προϊόν το οποίο δεν ήταν το υπό εξέταση προϊόν και, συνεπώς, δεν επηρέαζαν τα έξοδα πώλησης, τα γενικά και διοικητικά έξοδα που σχετίζονταν με το υπό εξέταση προϊόν.

(59)

Κατόπιν των ανωτέρω, εφόσον διαπιστώθηκε ότι οι ανωτέρω πράξεις δεν σχετίζονται με το υπό εξέταση προϊόν, αποφασίστηκε να μην συμπεριληφθούν αυτά τα αποτελέσματα στον καθορισμό των εξόδων πώλησης, των γενικών και διοικητικών εξόδων του συνδεδεμένου εισαγωγέα.

(60)

Μετά την τελική γνωστοποίηση, ένας όμιλος παραγωγών-εξαγωγέων αμφισβήτησε το γεγονός του αποκλεισμού από τους υπολογισμούς του μέρους των εξαγωγών του βιοντίζελ στην Κοινότητα το οποίο είχε αναμειχθεί περαιτέρω με άλλο ντίζελ μη προερχόμενο από τις ΗΠΑ και μεταπωλήθηκαν στην Κοινότητα ως μείγμα αμφότερων προελεύσεις. Ο όμιλος ισχυρίστηκε ότι στο βασικό κανονισμό ή στη συμφωνία αντιντάμπινγκ του ΠΟΕ δεν γίνεται διάκριση που να επιτρέπει αυτό τον αποκλεισμό. Επομένως, η κυβέρνηση των ΗΠΑ δήλωσε ότι η Επιτροπή δεν τεκμηρίωσε και δεν δικαιολόγησε επαρκώς τις αλλαγές μεταξύ προσωρινού και τελικού προσδιορισμού.

(61)

Λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που ελήφθησαν και την εναλλακτική μέθοδο που προτείνει ο εν λόγω όμιλος παραγωγών-εξαγωγέων για τον καθορισμό αξιόπιστης τιμής εξαγωγής για τα μείγματα που μεταπωλούνται στην Κοινότητα, η Επιτροπή επαναξιολόγησε τον προσδιορισμό της τιμής εξαγωγής. Η μέθοδος που πρότεινε ο όμιλος δεν ήταν δυνατό να εφαρμοστεί διότι δεν επέτρεπε ατομικό προσδιορισμό της τιμής εξαγωγής για τα συστατικά στοιχεία του μείγματος βιοντίζελ το οποίο μεταπωλήθηκε στη συνέχεια στην κοινοτική αγορά. Ωστόσο, σύμφωνα με τη μέθοδο που χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό της ζημίας, η τιμή μεταπώλησης του μείγματος που πωλήθηκε στην κοινοτική αγορά εκφράστηκε σε ισοδύναμο πρώτης ύλης κραμβέλαιου και σε αυτή τη βάση κατασκευάστηκε η τιμή εξαγωγής «εκ του εργοστασίου», με την αφαίρεση όλων των εξόδων που έχουν ανακύψει μεταξύ εισαγωγής και μεταπώλησης, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού.

(62)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με την τιμή εξαγωγής, οι οποίες θα άλλαζαν τα προσωρινά συμπεράσματα, οι αιτιολογικές σκέψεις 49 έως 50 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

3.4.   Σύγκριση

(63)

Δύο παραγωγοί-εξαγωγείς αμφισβήτησαν τις προσαρμογές σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού όσον αφορά το κόστος μεταφοράς, διακίνησης και αποθήκευσης που προέκυψε μεταξύ του χώρου των εγκαταστάσεων παραγωγής και του τερματικού σταθμού στον οποίο παραδόθηκε το υπό εξέταση προϊόν προκειμένου να μεταφερθεί με σκοπό την πώληση. Επιπλέον, ένας παραγωγός-εξαγωγέας ισχυρίστηκε ότι στον τερματικό σταθμό το προϊόν χάνει την ατομική του ταυτότητα διότι αναμειγνύεται με άλλο υλικό και, κατά συνέπεια, οι προαναφερθείσες δαπάνες δεν πρέπει να θεωρούνται ως άμεσα συνδεόμενες με την πώληση.

(64)

Πρέπει να τονιστεί ότι για τον υπολογισμό των περιθωρίων ντάμπινγκ λήφθηκε υπόψη μόνο το βιοντίζελ που παρήχθη είτε σε καθαρή μορφή είτε αναμεμειγμένο από τους παραγωγούς-εξαγωγείς για τους οποίους διεξήχθη έρευνα. Ως εκ τούτου, δεν θεωρείται δικαιολογημένο να μη ληφθούν υπόψη ορισμένες δαπάνες που προέκυψαν μετά την παραγωγή του βασικού προϊόντος B100. Συνεπώς, όλες αυτές οι δαπάνες πρέπει να αφαιρεθούν ώστε να επανέλθει η τιμή εξαγωγής του καθαρού ή αναμεμειγμένου βιοντίζελ προς μη συνδεδεμένα μέρη στο επίπεδο της τιμής εκ του εργοστασίου. Το γεγονός ότι η μεταφορά του βιοντίζελ συντελείται από το εργοστάσιο σε τερματικό σταθμό εκτός του εργοστασίου δεν σημαίνει ότι το ιδίας παραγωγής μέρος του τελικού μείγματος δεν θα επιβαρυνόταν με έξοδα μεταφοράς, διακίνησης και αποθήκευσης.

(65)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με τη σύγκριση, οι οποίες θα άλλαζαν τα προσωρινά συμπεράσματα, οι αιτιολογικές σκέψεις 51 έως 53 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

3.5.   Περιθώρια ντάμπινγκ

(66)

Τα οριστικά περιθώρια ντάμπινγκ, εκφραζόμενα ως ποσοστό της τιμής CIF στα σύνορα της Κοινότητας, πριν από την καταβολή δασμού, έχουν ως εξής:

Εταιρεία

Οριστικό περιθώριο ντάμπινγκ

Archer Daniels Midland Company (ADM)

10,1%

Cargill Inc.

ελάχιστο επίπεδο

Green Earth Fuels of Houston LLC

88,4%

Imperium Renewables Inc.

29,5%

1.1.1. Peter Cremer North America LP

39,2%

World Energy Alternatives LLC

52,3%

Συνεργασθείσες εταιρείες που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα

33,5%

(67)

Κατόπιν των αλλαγών των περιθωρίων ντάμπινγκ των εταιρειών του δείγματος, το σταθμισμένο μέσο περιθώριο ντάμπινγκ των συνεργασθέντων παραγωγών-εξαγωγέων που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα υπολογίστηκε εκ νέου σύμφωνα με τη μέθοδο που περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 56 του προσωρινού κανονισμού. Όπως σημειώνεται ανωτέρω, ορίστηκε σε 33,5 % της τιμής CIF στα σύνορα της Κοινότητας, πριν από την καταβολή δασμού.

(68)

Η βάση καθορισμού του περιθωρίου ντάμπινγκ σε εθνικό επίπεδο ορίζεται στην αιτιολογική σκέψη 57 του προσωρινού κανονισμού. Επί της ίδιας βάσης, το οριστικό περιθώριο ντάμπινγκ σε εθνικό επίπεδο ορίστηκε σε 39,2 %.

4.   ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΣ ΚΛΑΔΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

4.1.   Κοινοτική παραγωγή και αντιπροσωπευτικότητα

(69)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος αμφισβήτησε την εξαίρεση από την εκτίμηση της συνολικής κοινοτικής παραγωγής του ομίλου παραγωγών που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 60 του προσωρινού κανονισμού, οι οποίοι συνδέονταν με παραγωγό-εξαγωγέα των ΗΠΑ, βάσει του άρθρου 4 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού. Υποστήριξε ότι ο σωστός παρονομαστής για να καθοριστεί η υποστήριξη της καταγγελίας έπρεπε να διατηρηθεί γύρω στους 5 400 χιλιάδες τόνους και όχι να μειωθεί σε 4 200 έως 4 600 χιλιάδες τόνους, όπως έγινε στο προσωρινό στάδιο.

(70)

Οι σχετικές διατάξεις του βασικού κανονισμού για την εκτίμηση της αντιπροσωπευτικότητας ή της στήριξης της έρευνας είναι το άρθρο 4 παράγραφος 1 και το άρθρο 5 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού. Πληροφοριακά, οι σχετικές διατάξεις της συμφωνίας αντιντάμπινγκ που αφορούν τον ορισμό της εγχώριας βιομηχανίας περιέχονται στη νομοθεσία της ΕΕ στο άρθρο 4 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει σαφώς ότι ο ορισμός της εγχώριας παραγωγής για τον καθορισμό της αντιπροσωπευτικότητας πρέπει να γίνεται σε συνάρτηση με τον ορισμό του εγχώριου κλάδου παραγωγής και υπόκειται στις ίδιες απαιτήσεις με αυτές που ισχύουν για τον ορισμό του εγχώριου κλάδου παραγωγής. Σε κάθε περίπτωση ο εν λόγω ισχυρισμός δεν είναι ικανός να μεταβάλει το συμπέρασμα ότι η έρευνα υποστηρίχθηκε από το μεγαλύτερο μέρος της κοινοτικής παραγωγής. Ακόμη και αν ο παρονομαστής διατηρούνταν στους 5 400 χιλιάδες τόνους, η υποστήριξη της έρευνας θα υπερέβαινε το 50 %, θα ήταν, δηλαδή, πολύ υψηλότερη από τις απαιτήσεις του βασικού κανονισμού.

(71)

Το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος υποστήριξε ότι λαμβάνοντας υπόψη τον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος και του ομοειδούς προϊόντος, που είναι το βιοντίζελ σε καθαρή μορφή ή σε μείγματα που περιέχουν περισσότερο από 20 % βιοντίζελ (B20), ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής και η κοινοτική παραγωγή πρέπει να αποτελούνται από όλες τις κοινοτικές εταιρείες που παράγουν βιοντίζελ και μείγματα πάνω από το B20. Ισχυρίστηκε ότι κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν δείχνει ότι ο καταγγέλλων ή η Επιτροπή επιδίωξαν να περιλάβουν αυτές τις εταιρείες στη συνολική παραγωγή ή ότι διαπιστώθηκε ότι αυτοί οι παραγωγοί υποστήριξαν την καταγγελία.

(72)

Επ’ αυτού σημειώνεται ότι η ποσότητα της συνολικής κοινοτικής παραγωγής που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 60 του προσωρινού κανονισμού έχει πράγματι διαμορφωθεί λαμβάνοντας υπόψη τον όγκο της παραγωγής βιοντίζελ σε μείγματα πάνω από το B20. Διευκρινίζεται επιπλέον ότι σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες, η κοινοτική παραγωγή μειγμάτων με περιεκτικότητα σε βιοντίζελ από 21 % (B21) έως 99 % (B99) ήταν πολύ περιορισμένη κατά τη διάρκεια της ΠΕ. Η μοναδική παραγωγή μειγμάτων με περιεκτικότητες που κυμαίνονται μεταξύ των ανωτέρω τιμών αφορά μείγματα B30 και δεν υπερέβη τους 60 000 τόνους όσον αφορά την περιεκτικότητα σε βιοντίζελ. Επιπλέον, η Επιτροπή ήλθε σε επαφή με γνωστούς παραγωγούς B30 μετά την επιβολή των προσωρινών μέτρων και οι απαντήσεις που έλαβε από δύο εξ αυτών δείχνουν ότι υποστηρίζουν την καταγγελία.

(73)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων, επιβεβαιώνονται οι αιτιολογικές σκέψεις 59 έως 61 του προσωρινού κανονισμού σχετικά με τον ορισμό της κοινοτικής παραγωγής, του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και την αντιπροσωπευτικότητα.

4.2.   Δειγματοληψία

(74)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος υποστήριξε ότι οι επιδόσεις ενός κοινοτικού παραγωγού του δείγματος που δεν συνεργάστηκε στην έρευνα ήταν πολύ καλές και έπρεπε να είχαν ληφθεί υπόψη στην εκτίμηση της ζημίας του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Υποστηρίχθηκε ότι ο εν λόγω παραγωγός δεν υπέστη ζημία κατά την ΠΕ και ότι θα έπρεπε να χρησιμοποιηθούν τα βέλτιστα διαθέσιμα στοιχεία σύμφωνα με το άρθρο 18 του βασικού κανονισμού. Στο πλαίσιο αυτό ο ενδιαφερόμενος πρότεινε να χρησιμοποιηθούν τα δημόσια διαθέσιμα οικονομικά στοιχεία των ετών 2007 και 2008 για τον εν λόγω παραγωγό, προκειμένου να εξεταστεί η ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

(75)

Κοινή πρακτική της Επιτροπής στις έρευνες αντιντάμπινγκ είναι να εξαιρεί από τη διαδικασία εκτίμησης της ζημίας τους παραγωγούς που δεν συνεργάστηκαν και να μην χρησιμοποιεί τα διαθέσιμα στοιχεία σύμφωνα με το άρθρο 18 του βασικού κανονισμού. Τα δεδομένα σχετικά με τη ζημία καλύπτουν μια μακρά περίοδο τεσσάρων ετών και δεν είναι δυνατό να ληφθούν από δημόσιες πηγές όλες οι απαραίτητες πληροφορίες για τον καθορισμό όλων των δεικτών ζημίας καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Στη συγκεκριμένη αυτή περίπτωση, ο εν λόγω κοινοτικός παραγωγός εξαιρέθηκε από την έρευνα διότι δεν παρέσχε ολοκληρωμένα και ουσιώδη πληροφοριακά στοιχεία για τα έτη 2004 έως 2006, ενώ παρέσχε ελλιπή στοιχεία για το 2007 και την ΠΕ. Η χρησιμοποίηση των δημόσια διαθέσιμων πληροφοριών σχετικά με τη δραστηριότητα του εν λόγω παραγωγού στον τομέα του βιοντίζελ για το 2007 και το 2008 δεν θα επέτρεπε να συγκεντρωθούν στοιχεία για όλους τους συντελεστές της ζημίας και για όλα τα έτη την υπό εξέταση περιόδου. Αυτό θα στρέβλωνε τις τάσεις που ασκούν επιρροή για την εκτίμηση της ζημίας.

(76)

Επιπλέον, εάν διατηρούνταν ο εν λόγω παραγωγός στο δείγμα, δεν θα ήταν δυνατό να εκτιμηθεί η πρακτική επιβολής τιμών χαμηλότερων από τις κοινοτικές για το σύνολο των πωλήσεων των παραγωγών του δείγματος, διότι η εν λόγω εταιρεία δεν υπέβαλε αναλυτικό κατάλογο των πωλήσεών της ανά τύπο προϊόντος κατά την ΠΕ. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι, σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς του ενδιαφερόμενου μέρους, οι οικονομικές επιδόσεις του εν λόγω παραγωγού, όσον αφορά την κερδοφορία, όπως προκύπτει από τα δεδομένα που είναι διαθέσιμα στο κοινό, ήταν αρκετά χαμηλότερες από τη μέση κερδοφορία που διαπιστώθηκε για τους κοινοτικούς παραγωγούς του δείγματος που συνεργάστηκαν, όπως προκύπτει από τον πίνακα 7 του προσωρινού κανονισμού. Βάσει των ανωτέρω, το αίτημα του εν λόγω ενδιαφερόμενου μέρους απορρίφθηκε.

(77)

Το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι το δείγμα των κοινοτικών παραγωγών δεν ήταν αντιπροσωπευτικό του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, διότι βασίστηκε μόνο σε παραγωγούς καθαρού βιοντίζελ (B100) και, συνεπώς, δεν περιλάμβανε τους παραγωγούς μειγμάτων από το B99 μέχρι το B20, καθώς και αναμείκτες B100.

(78)

Υπενθυμίζεται σχετικά ότι, όπως προαναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (72), η κοινοτική παραγωγή μειγμάτων βιοντίζελ από το B20 μέχρι το B99 ήταν πολύ περιορισμένη κατά την ΠΕ. Λαμβάνοντας υπόψη αυτή την περιορισμένη ποσότητα, η οποία αντιστοιχεί σε λιγότερο από το 2 % της συνολικής κοινοτικής παραγωγής του ομοειδούς προϊόντος κατά την ΠΕ, εξάγεται το συμπέρασμα ότι η επιλογή του δείγματος, η οποία βασίστηκε κυρίως στον μεγαλύτερο όγκο της παραγωγής και των πωλήσεων στην Κοινότητα, ήταν αντιπροσωπευτική. Όσον αφορά τους αναμείκτες του B100, οι εταιρείες αυτές δεν μπορούν να θεωρηθούν ως παραγωγοί του ομοειδούς προϊόντος, διότι επεξεργάζονται μέσω μιας απλής διαδικασίας ανάμειξης ένα υφιστάμενο ομοειδές προϊόν. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

(79)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων, οι αιτιολογικές σκέψεις 62 έως 64 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

5.   ΖΗΜΙΑ

(80)

Όπως προαναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 16, η εξέταση των τάσεων σχετικά με την εκτίμηση της ζημίας κάλυψε την περίοδο από τον Ιανουάριο του 2004 μέχρι το τέλος της ΠΕ. Ωστόσο, η έρευνα έδειξε ότι το 2004 ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής ουσιαστικά βρισκόταν σε στάδιο εκκίνησης. Έτσι, κρίθηκε καταλληλότερο να γίνει ανάλυση της πιθανής ζημίας και της οικονομικής κατάστασης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής βάσει των τάσεων της περιόδου από το 2005 μέχρι την ΠΕ («περίοδος ανάλυσης»). Δεδομένου ότι κανένα ενδιαφερόμενο μέρος δεν υπέβαλε παρατηρήσεις σχετικά με αυτή την προσέγγιση, η αιτιολογική σκέψη 65 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνεται.

5.1.   Κοινοτική κατανάλωση

Πίνακας 1

Κοινοτική κατανάλωση

2004

2005

2006

2007

ΠΕ

Τόνοι

1 936 034

3 204 504

4 968 838

6 644 042

6 608 659

Δείκτης 2005=100

60

100

155

207

206

(81)

Ελλείψει παρατηρήσεων που θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν αλλαγή της κοινοτικής κατανάλωσης, όπως αυτή παρουσιάζεται στον ανωτέρω πίνακα, οι αιτιολογικές σκέψεις 66 έως 71 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

5.2.   Όγκος των εισαγωγών από την ενδιαφερόμενη χώρα και μερίδιο αγοράς

(82)

Στον κατωτέρω πίνακα παρουσιάζονται οι συνολικές εισαγωγές στην κοινοτική αγορά από παραγωγούς-εξαγωγείς των ΗΠΑ κατά την υπό εξέταση περίοδο.

Πίνακας 2

Σύνολο εισαγωγών από τις ΗΠΑ

2004

2005

2006

2007

ΠΕ

Τόνοι

2 634

11 504

50 838

730 922

1 137 152

Δείκτης 2005=100

23

100

442

6 354

9 885

Μερίδιο αγοράς

0,1 %

0,4 %

1,0 %

11,0 %

17,2 %

Δείκτης 2005=100

25

100

250

2 750

4 300

Πηγή: στατιστικές των ΗΠΑ σχετικά με τις εξαγωγές

(83)

Στο πλαίσιο της διατύπωσης των οριστικών συμπερασμάτων, διαπιστώθηκε ότι ένας παραγωγός-εξαγωγέας των ΗΠΑ δεν διέθετε τα προϊόντα του στην κοινοτική αγορά εφαρμόζοντας πρακτική ντάμπινγκ και έτσι ο συνολικός όγκος και η τιμή των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ έπρεπε να επανεκτιμηθούν. Σε τέτοιες περιπτώσεις, όταν χρησιμοποιείται δειγματοληψία για να αποδειχθεί το ντάμπινγκ, η πρακτική της Επιτροπής είναι να εξετάζει στη συνέχεια αν υπάρχουν θετικά αποδεικτικά στοιχεία από τα οποία να προκύπτει αν όλες οι εταιρείες που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα διέθεταν πράγματι τα προϊόντα τους στην κοινοτική αγορά κατά την ΠΕ εφαρμόζοντας πρακτική ντάμπινγκ.

(84)

Προς τούτο, συγκρίθηκαν οι τιμές εξαγωγής που χρέωναν οι συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς οι οποίοι δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα με τις τιμές εξαγωγής των μη συνεργασθέντων παραγωγών-εξαγωγέων με βάση τις στατιστικές των ΗΠΑ για τις εξαγωγές, τις απαντήσεις που έδωσαν στο ερωτηματολόγιο οι παραγωγοί-εξαγωγείς των ΗΠΑ οι οποίοι συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα και τις απαντήσεις στα έντυπα δειγματοληψίας που υπέβαλαν όλες οι συνεργασθείσες εταιρείες των ΗΠΑ. Θεωρήθηκε ότι το επίπεδο των τιμών εξαγωγής του υπό εξέταση προϊόντος που δεν αποτέλεσε αντικείμενο ντάμπινγκ μπορεί να καθοριστεί αθροίζοντας το μέσο περιθώριο ντάμπινγκ, το οποίο διαπιστώθηκε βάσει των παραγωγών-εξαγωγέων που περιλήφθηκαν στο δείγμα, και τις μέσες τιμές εξαγωγής που καθορίστηκαν για τους παραγωγούς-εξαγωγείς του δείγματος οι οποίοι διαπιστώθηκε ότι εφάρμοζαν πρακτική ντάμπινγκ.

(85)

Η τιμή εξαγωγής για τους παραγωγούς-εξαγωγείς που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα καθορίστηκε βάσει των στατιστικών στοιχείων των ΗΠΑ για τις εξαγωγές, αφού αφαιρέθηκαν τα στοιχεία σχετικά με τις εξαγωγές των παραγωγών-εξαγωγέων του δείγματος. Στη συνέχεια η τιμή που προέκυψε συγκρίθηκε με την τιμή εξαγωγής που δεν αποτέλεσε αντικείμενο ντάμπινγκ.

(86)

Η σύγκριση αυτών των τιμών έδειξε ότι οι μέσες τιμές εξαγωγής τόσο i) των συνεργασθέντων παραγωγών-εξαγωγέων που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα όσο και ii) των παραγωγών-εξαγωγέων που δεν συνεργάστηκαν στην έρευνα ήταν σε όλες τις περιπτώσεις χαμηλότερες από τις μέσες τιμές εξαγωγής που δεν αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ και οι οποίες καθορίστηκαν για τους παραγωγούς-εξαγωγείς του δείγματος. Το γεγονός αυτό αποτέλεσε αποχρώσα ένδειξη ότι οι εισαγωγές από όλες τις εταιρείες που δεν περιλήφθηκαν στο δείγμα, δηλαδή από τις συνεργασθείσες και τις μη συνεργασθείσες εταιρείες, μπορούσαν να θεωρηθούν ότι αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ.

(87)

Όσον αφορά τις εταιρείες που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα, οι διαθέσιμες πληροφορίες και τα στοιχεία που υποβλήθηκαν σχετικά με τις τιμές εξαγωγής τους έδειξαν ότι οι τιμές τους δεν ήταν υψηλότερες από την τιμή που θα διαμορφωνόταν χωρίς ντάμπινγκ, η οποία καθορίστηκε όπως διευκρινίζεται στην αιτιολογική σκέψη 84 ανωτέρω.

(88)

Όπως προαναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 83, στο οριστικό στάδιο διαπιστώθηκε ότι ένας παραγωγός-εξαγωγέας των ΗΠΑ που είχε συμπεριληφθεί στο δείγμα δεν διέθετε τα προϊόντα στην κοινοτική αγορά εφαρμόζοντας πρακτική ντάμπινγκ. Ως εκ τούτου, οι εξαγωγές του εξαιρέθηκαν από την ανάλυση της εξέλιξης των εισαγωγών στην κοινοτική αγορά που αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ.

(89)

Ωστόσο, για να αποφευχθεί το ενδεχόμενο αποκάλυψης ευαίσθητων επιχειρηματικών δεδομένων σχετικά με τον εν λόγω παραγωγό, κρίθηκε σκόπιμο για λόγους εμπιστευτικότητας να μην παρουσιαστούν δεδομένα διαθέσιμα στο κοινό, όπως οι στατιστικές των ΗΠΑ για τις εξαγωγές, από τα οποία θα είχαν εξαλειφθεί προηγουμένως τα στοιχεία σχετικά με τον εξαγωγέα ο οποίος διαπιστώθηκε ότι δεν εφάρμοζε πρακτική ντάμπινγκ στην κοινοτική αγορά.

(90)

Έτσι, ο κατωτέρω πίνακας περιλαμβάνει όλες τις εισαγωγές βιοντίζελ καταγωγής ΗΠΑ οι οποίες διαπιστώθηκε ή κρίθηκε ότι αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ στην κοινοτική αγορά κατά την υπό εξέταση περίοδο σε δεικτοποιημένη μορφή.

Πίνακας 3

Εισαγωγές από τις ΗΠΑ με πρακτική ντάμπινγκ

2004

2005

2006

2007

ΠΕ

Δεικτοποιημένες ποσότητες 2005=100

100

411

5 825

9 261

Δεικτοποιημένο μερίδιο αγοράς 2005=100

100

265

2 810

4 490

Πηγή: στατιστικές των ΗΠΑ για τις εξαγωγές και απαντήσεις στα έντυπα δειγματοληψίας από εταιρείες των ΗΠΑ που δεν εφάρμοζαν πρακτική ντάμπινγκ

(91)

Τα νέα αριθμητικά δεδομένα δείχνουν ότι ο όγκος των εισαγωγών από τις ΗΠΑ σημείωσε σημαντική αύξηση, από πάνω από 10 000 τόνους το 2005 σε 1 000 000 τόνους και πλέον κατά την ΠΕ. Κατά την περίοδο ανάλυσης οι εισαγωγές από τις ΗΠΑ που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ αυξάνονταν συνεχώς, με αποτέλεσμα το μερίδιό τους στην κοινοτική αγορά να ανεβεί από 0,3 % το 2005 σε άνω του 15 % κατά την ΠΕ. Συνεπώς, εξακολουθεί να ισχύει το συμπέρασμα ότι σημειώθηκε σημαντική αύξηση των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ, τόσο σε απόλυτες όσο και σε σχετικές τιμές σε σύγκριση με την κοινοτική κατανάλωση κατά την περίοδο αυτή.

(92)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι η εξέταση της ζημίας και της αιτιώδους συνάφειας στο πλαίσιο της διαδικασίας αντιντάμπινγκ θα έπρεπε να βασιστεί σε διαφορετικά στοιχεία από αυτά στα οποία βασίστηκε η παράλληλη διαδικασία κατά των επιδοτήσεων. Υποστήριξε ότι τα συμπεράσματα σχετικά με το ντάμπινγκ και ειδικότερα τα συμπεράσματα σχετικά με τις εξαγωγικές πωλήσεις στην Κοινότητα βασίζονται μόνο στο βιοντίζελ ιδίας παραγωγής των παραγωγών του δείγματος, ενώ τα συμπεράσματα σχετικά με την επιδότηση βασίζονται στις εξαγωγές βιοντίζελ στην Κοινότητα το οποίο i) είναι ιδίας παραγωγής, ii) έχει παραχθεί και αναμειχθεί και iii) έχει αγοραστεί και αναμειχθεί.

(93)

Ο ισχυρισμός αυτός φαίνεται να υποδηλώνει ότι η διαδικασία αντιντάμπινγκ θα έπρεπε πάντα να βασίζεται σε στενότερο φάσμα δεδομένων σε σχέση με τη διαδικασία κατά των επιδοτήσεων. Ωστόσο, στο προσωρινό στάδιο διαπιστώθηκε ότι όλες οι εξαγωγές των εταιρειών που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα των παραγωγών των ΗΠΑ πραγματοποιήθηκαν σε τιμές ντάμπινγκ στην κοινοτική αγορά. Παρόμοιο συμπέρασμα εξήχθη και στη διαδικασία κατά των επιδοτήσεων. Έτσι, και στις δύο έρευνες θεωρήθηκε ότι όλες οι εξαγωγές από τις ΗΠΑ αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ και επιδότησης και, κατά συνέπεια, περιλήφθηκαν όλες στην εξέταση της ζημίας και της αιτιώδους συνάφειας.

(94)

Το γεγονός ότι, όπως διευκρινίζεται στην αιτιολογική σκέψη 78 ανωτέρω, στο οριστικό στάδιο διαπιστώθηκε ότι μία εταιρεία των ΗΠΑ που περιλήφθηκε στο δείγμα δεν εφάρμοζε πρακτική ντάμπινγκ, έχει οδηγήσει πλέον σε διαφορά μεταξύ του όγκου των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ και του όγκου των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο επιδότησης οι οποίοι πρέπει να ληφθούν υπόψη κατά την εξέταση της ζημίας και της αιτιώδους συνάφειας στο πλαίσιο των διαδικασιών. Ο συνολικός όγκος των εισαγωγών από τις ΗΠΑ που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ προσαρμόστηκε για να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι ένας παραγωγός-εξαγωγέας του δείγματος διαπιστώθηκε ότι δεν εφάρμοζε πρακτική ντάμπινγκ για τις εισαγωγές του.

(95)

Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, ο ισχυρισμός έπρεπε να απορριφθεί.

(96)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι η κλάση του HTS 3824 90 των στατιστικών των ΗΠΑ για τις εξαγωγές που χρησιμοποιήθηκε στον προσωρινό κανονισμό για τον καθορισμό των εισαγωγών από την ενδιαφερόμενη χώρα καλύπτει και άλλα προϊόντα, εκτός από το βιοντίζελ, όπως οι «λιπαρές ουσίες ζωικής ή φυτικής προέλευσης και μείγματα αυτών». Για το λόγο αυτό η εξέταση του όγκου των εισαγωγών από τις ΗΠΑ ήταν ελλιπής. Το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος πρότεινε να χρησιμοποιηθούν αντ’ αυτής οι τάσεις που καθορίστηκαν για τους παραγωγούς των ΗΠΑ για τους οποίους διεξήχθη έρευνα.

(97)

Επ’ αυτού σημειώνεται κατ’ αρχάς ότι για τον υπολογισμό του όγκου των εισαγωγών καταγωγής ΗΠΑ χρησιμοποιήθηκε ο κωδικός 3824 90 4000 του HTS των ΗΠΑ και όχι ο εξαψήφιος αριθμός της κλάσης του HTS όπως ισχυρίζεται αυτό το μέρος.

(98)

Επιπλέον, υπενθυμίζεται ότι, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 83 του προσωρινού κανονισμού, τα στοιχεία της Eurostat δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την εκτίμηση των εισαγωγών βιοντίζελ από τις ΗΠΑ, διότι μέχρι το τέλος του 2007 δεν υπήρχε χωριστός κωδικός ΣΟ για τη δασμολογική ταξινόμηση του προϊόντος αυτού. Ειδικότερα, το βιοντίζελ θα μπορούσε να ταξινομηθεί με διάφορους κωδικούς ΣΟ οι οποίοι περιλάμβαναν και στοιχεία σχετικά με τις εισαγωγές άλλων προϊόντων. Ο λόγος για τον οποίο χρησιμοποιήθηκαν οι στατιστικές των ΗΠΑ για τις εξαγωγές ήταν ότι κάλυπταν τις εξαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος σε ένα μόνο δασμολογικό κωδικό και ότι ο όγκος των άλλων προϊόντων που καλύπτονταν από τον ίδιο κωδικό θα ήταν αμελητέας σημασίας όσον αφορά τις εξαγωγές στην Κοινότητα.

(99)

Λαμβάνοντας υπόψη τους περιορισμούς στη χρήση των στοιχείων της Eurostat, μια άλλη εναλλακτική λύση αντί της χρήσης των στατιστικών των ΗΠΑ για τις εξαγωγές θα ήταν να χρησιμοποιηθούν τα στοιχεία για τις εισαγωγές που αναφέρονταν στην καταγγελία. Τα στοιχεία αυτά συγκεντρώθηκαν από τους καταγγέλλοντες από πηγές εμπιστευτικών πληροφοριών για την αγορά και, ως εκ τούτου, η χρήση αυτών των πληροφοριών θα υπέκειτο σε περιορισμούς. Ωστόσο, χάριν πληρότητας οι τάσεις του όγκου των εισαγωγών θα παρουσίαζαν την ακόλουθη εικόνα σε δεικτοποιημένη μορφή:

Πίνακας 4

Εισαγωγές από τις ΗΠΑ

2004

2005

2006

2007

ΠΕ

Δεικτοποιημένες 2005=100

0

100

1 359

15 059

15 394

(100)

Από τη σύγκριση του πίνακα 4 ανωτέρω με τον πίνακα 2 προκύπτει ότι η εκτίμηση της Επιτροπής όσον αφορά τον όγκο των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος κατά την περίοδο ανάλυσης ήταν πιο συντηρητική από την εναλλακτική λύση που θα μπορούσε να είχε χρησιμοποιηθεί. Επιπλέον, η όλη εικόνα του όγκου των εισαγωγών του πίνακα 4 έχει διαμορφωθεί βάσει εμπιστευτικών στοιχείων που δεν μπορούν να δημοσιοποιηθούν, ενώ οι στατιστικές των ΗΠΑ αποτελούν δημόσια διαθέσιμες πληροφορίες.

(101)

Η μέθοδος που πρότεινε το ενδιαφερόμενο μέρος θα έδειχνε την ακόλουθη εικόνα όσον αφορά τις τάσεις του όγκου των εξαγωγών με βάση τα στοιχεία που συλλέχθηκαν από τους παραγωγούς-εξαγωγείς που ερευνήθηκαν:

Πίνακας 5

Εισαγωγές από τις ΗΠΑ

2004

2005

2006

2007

ΠΕ

Δεικτοποιημένες 2005=100

16

100

461

6 180

9 005

(102)

Από τη σύγκριση του πίνακα 5 με τον πίνακα 2 προκύπτει ότι οι τάσεις σύμφωνα με τη μέθοδο που χρησιμοποιεί η Επιτροπή και εκείνη που χρησιμοποιεί αυτό το μέρος παρουσιάζουν πολύ μεγάλες ομοιότητες.

(103)

Το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε επίσης ότι επειδή το υπό εξέταση προϊόν είναι το βιοντίζελ και τα μείγματα βιοντίζελ με περιεκτικότητα σε βιοντίζελ άνω του 20 %, ο όγκος των εισαγωγών όπως παρουσιάζεται στον πίνακα 2 ανωτέρω δεν μπορεί να συσχετιστεί με το σωστό όγκο των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος.

(104)

Επ’ αυτού σημειώνεται ότι από την έρευνα δεν προέκυψαν εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος με περιεκτικότητα σε βιοντίζελ υψηλότερη από B20 αλλά χαμηλότερη από B99 κατά τη διάρκεια της ΠΕ. Με άλλα λόγια, η έρευνα δεν προσδιόρισε εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος οι οποίες λόγω της χαμηλής περιεκτικότητας σε βιοντίζελ θα ταξινομούνταν σε διαφορετικό κωδικό του HTS των ΗΠΑ.

(105)

Βάσει των ανωτέρω εξάγεται το συμπέρασμα ότι ο όγκος των εισαγωγών που παρουσιάζεται στον πίνακα 2 του προσωρινού κανονισμού αποτελεί αξιόπιστη, αντικειμενική και συντηρητική εκτίμηση των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος στην Κοινότητα.

(106)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι οι ποσότητες που εξήχθησαν από τις ΗΠΑ με την πρακτική «splash and dash» θα έπρεπε να έχουν διαχωριστεί από τις εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος καταγωγής ΗΠΑ, διότι οι πρώτες δεν μπορούν να θεωρηθούν ως εισαγωγές καταγωγής ΗΠΑ.

(107)

Επιπλέον, το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος και η κυβέρνηση των ΗΠΑ ισχυρίστηκαν ότι, σε αντίθεση με όσα αναφέρονται στις αιτιολογικές σκέψεις 77 και 80 του προσωρινού κανονισμού, όλες οι εξαγωγές από τις ΗΠΑ δεν θεωρούνται καταγωγής ΗΠΑ. Δεν υπάρχει αρχή στις ΗΠΑ η οποία να διατυπώνει εκτίμηση ή να αποφαίνεται ως προς τη χώρα καταγωγής ενός συγκεκριμένου προϊόντος προς εξαγωγή και δεν μπορεί να υποτεθεί ότι όλες οι ποσότητες βιοντίζελ που εξέρχονται από το έδαφος των ΗΠΑ έχουν καταγωγή ΗΠΑ.

(108)

Το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος δήλωσε επίσης ότι οι κανονισμοί περί καταγωγής που έχει θεσπίσει η αμερικανική υπηρεσία απογραφών (US Census Bureau) σχετικά με τον καθορισμό της καταγωγής των εξαγόμενων προϊόντων δεν είναι ευρέως γνωστοί στη βιομηχανία βιοντίζελ και έτσι όταν οι εξαγωγείς βιοντίζελ συμπληρώνουν τη δήλωση εξαγωγής του φορτωτή («Shipper's Export Declaration» - SED) κατά κανόνα δηλώνουν ότι τα εξαγόμενα προϊόντα έχουν εγχώρια καταγωγή.

(109)

Επανέλαβε επίσης τον ισχυρισμό που διατύπωσε στο προσωρινό στάδιο κατά τον οποίο οι ποσότητες που εισήχθησαν στην Κοινότητα με την πρακτική «splash and dash» θα αντιπροσώπευαν άνω του 40 % των εξαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος από τις ΗΠΑ. Προς επίρρωση του ισχυρισμού του χρησιμοποίησε τα δεδομένα για τις εισαγωγές και τις εξαγωγές των ΗΠΑ από τους κωδικούς του HTS 3824 90 4020 και 3824 90 4000, και ουσιαστικά ισχυρίστηκε ότι όλες οι εισαγωγές βιοντίζελ στις ΗΠΑ επανεξάγονταν στην Κοινότητα με την πρακτική «splash and dash».

(110)

Επί των ανωτέρω σημειώνεται ότι η διευκρίνιση που ζητήθηκε από τις αρχές των ΗΠΑ σχετικά με το γεγονός ότι καμία αρχή των ΗΠΑ δεν διατυπώνει εκτίμηση ή απόφαση ως προς την καταγωγή συγκεκριμένου προϊόντος προς εξαγωγή μπορεί να γίνει δεκτή.

(111)

Ο ισχυρισμός ότι οι ποσότητες που εξήχθησαν με την πρακτική «splash and dash» θα αντιπροσώπευαν τουλάχιστον το 40 % των εξαγωγών των ΗΠΑ στην Κοινότητα βασίστηκε στην υπόθεση ότι όλες οι ποσότητες βιοντίζελ που εισήχθησαν στις ΗΠΑ επανεξάγονταν εν τέλει στην Κοινότητα με την πρακτική «splash and dash», χωρίς να καταναλωθεί κανένα μέρος αυτών των ποσοτήτων στις ΗΠΑ ή χωρίς να αναμειχθούν περαιτέρω στις ΗΠΑ πριν από την εξαγωγή.

(112)

Ωστόσο, τα δεδομένα που παρέθεσε το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος δείχνουν ότι κατά τα έτη 2004 έως 2006 οι εισαγωγές ήταν πολύ υψηλότερες από τις εξαγωγές, γεγονός που υποδηλώνει ότι υπάρχει εγχώρια ζήτηση στις ΗΠΑ για βιοντίζελ από άλλες χώρες. Επιπλέον, η υπόθεση αυτή είναι μάλλον υπεραπλουστευμένη, καθότι δεν λαμβάνει υπόψη τις ποσότητες του αναμεμειγμένου στις ΗΠΑ βιοντίζελ που εξήχθησαν στην Κοινότητα και στις οποίες i) τα χαρακτηριστικά του μείγματος είναι διαφορετικά από τα χαρακτηριστικά των πρώτων υλών, γεγονός που θα προσέδιδε καταγωγή ΗΠΑ στο αναμεμειγμένο προϊόν, ή ii) επειδή το ποσοστό βιοντίζελ καταγωγής ΗΠΑ είναι μεγαλύτερο στο σύνολο του μείγματος, αυτό προσδίδει καταγωγή ΗΠΑ στο αναμεμειγμένο προϊόν. Στο πλαίσιο αυτό υπενθυμίζεται ότι, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 77 του προσωρινού κανονισμού, οι εταιρείες των ΗΠΑ που ερευνήθηκαν δήλωσαν ότι δεν ήταν δυνατό να προσδιοριστεί ποιες από τις ποσότητες που εξήχθησαν στην Κοινότητα ή πωλήθηκαν στην εγχώρια αγορά ήταν προϊόν ιδίας παραγωγής ή είχαν προέλευση τις ΗΠΑ και ποιες είχαν εισαχθεί. Σημειώνεται επίσης ότι η καταγωγή φαίνεται να έχει δηλωθεί σωστά από τις ενδιαφερόμενες εταιρείες των ΗΠΑ, καθότι σε όλες τις περιπτώσεις η περαιτέρω ανάμειξη βιοντίζελ που δεν είχε καταγωγή ΗΠΑ πραγματοποιούνταν στις ΗΠΑ. Μάλιστα, στις περισσότερες περιπτώσεις οι παραγωγοί-εξαγωγείς που ερευνήθηκαν ήταν πολύ μεγάλες εταιρείες ή όμιλοι εταιρειών με συνδεδεμένες εταιρείες στην Κοινότητα, για τις οποίες πολύ δύσκολα μπορεί να γίνει δεκτό ότι δεν γνώριζαν τους υφιστάμενους κανόνες των ΗΠΑ και της Κοινότητας σχετικά με τον προσδιορισμό της καταγωγής.

(113)

Βάσει όλων των ανωτέρω, εξάγεται το συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει βάσιμος τρόπος σαφούς ταυτοποίησης των εισαγωγών που πραγματοποιήθηκαν στην Κοινότητα με την πρακτική «splash and dash» κατά την υπό εξέταση περίοδο. Θεωρείται επίσης ότι δεν συντρέχει λόγος να θεωρηθούν αυτές οι εξαγωγές, εφόσον υπάρχουν, ως εισαγωγές που δεν έχουν καταγωγή ΗΠΑ.

5.3.   Τιμές των εισαγωγών που αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ και πώληση σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές

5.3.1.   Τομή πώλησης μονάδας

(114)

Στον κατωτέρω πίνακα παρουσιάζεται η τιμή πώλησης μονάδας όλων των εισαγωγών καταγωγής ΗΠΑ στην κοινοτική αγορά κατά την υπό εξέταση περίοδο, όπως εξακριβώθηκαν στις αιτιολογικές σκέψεις 81 και 82 του προσωρινού κανονισμού.

Πίνακας 6

Σύνολο εισαγωγών από τις ΗΠΑ

2004

2005

2006

2007

ΠΕ

Τιμές σε EUR/τόνο

463

575

600

596

616

Δείκτης 2005=100

81

100

104

104

107

Πηγή: στατιστικές των ΗΠΑ για τις εξαγωγές και απαντήσεις των αμερικανών εξαγωγέων του δείγματος στο ερωτηματολόγιο

(115)

Με βάση τα οριστικά συμπεράσματα σχετικά με την πρακτική ντάμπινγκ και επειδή διαπιστώθηκε ότι μία εταιρεία δεν διέθετε τα προϊόντα της στην κοινοτική αγορά εφαρμόζοντας πρακτική ντάμπινγκ, οι τιμές πώλησης μονάδας των εισαγωγών στην κοινοτική αγορά που αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ υπολογίστηκαν χωριστά και παρουσιάζονται στον κατωτέρω πίνακα:

Πίνακας 7

Εισαγωγές από τις ΗΠΑ που αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ

2004

2005

2006

2007

ΠΕ

Τιμές σε EUR/τόνο

463

575

608

603

615

Δείκτης 2005=100

81

100

106

105

107

Πηγή: στατιστικές των ΗΠΑ για τις εξαγωγές και απαντήσεις των αμερικανών εξαγωγέων του δείγματος στο ερωτηματολόγιο

(116)

Οι μέσες τιμές των εισαγωγών από τις ΗΠΑ υπέστησαν διακυμάνσεις κατά την υπό εξέταση περίοδο και συνολικά παρουσίασαν αύξηση 6 % μεταξύ του 2005 και της ΠΕ.

5.3.2.   Πώληση σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές

(117)

Για να εξεταστεί αν πραγματοποιήθηκαν πωλήσεις σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές, έγινε σύγκριση μεταξύ των μέσων σταθμισμένων τιμών πώλησης των κοινοτικών παραγωγών του δείγματος οι οποίες χρεώθηκαν σε μη συνδεδεμένους πελάτες στην κοινοτική αγορά, προσαρμοσμένων στις τιμές «εκ του εργοστασίου», και των αντίστοιχων σταθμισμένων μέσων τιμών εισαγωγής από τις ΗΠΑ που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ και καθορίστηκαν σε επίπεδο CIF για τους αμερικανούς παραγωγούς-εξαγωγείς του δείγματος οι οποίοι διαπιστώθηκε ότι εφάρμοζαν πρακτική ντάμπινγκ στην κοινοτική αγορά. Όπου κρίθηκε απαραίτητο, πραγματοποιήθηκε προσαρμογή για τους τελωνειακούς δασμούς, το μετά την εισαγωγή κόστος και τις διαφορές ως προς την πρώτη ύλη που χρησιμοποιήθηκε για την παραγωγή βιοντίζελ, όπως περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 84 του προσωρινού κανονισμού.

(118)

Ορισμένοι παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι η προσαρμογή με βάση τις διαφορές της πρώτης ύλης ήταν χαμηλότερη από τη δέουσα, καθώς δεν αντικατόπτριζε σωστά την τιμή αγοράς των διαφορών. Ισχυρίστηκαν επιπλέον ότι οι διαφορές θα έπρεπε να διαμορφωθούν βάσει των τιμών των διαφόρων τύπων βιοντίζελ στην κοινοτική αγορά και διατύπωσαν τον ισχυρισμό τους με ποσοτικούς όρους παραπέμποντας στις τιμές εκτελωνισμένων προϊόντων στην Αμβέρσα, όπως είχαν δημοσιευθεί σε μελέτη της αγοράς.

(119)

Επ’ αυτού σημειώνεται ότι η προσαρμογή βασίστηκε στα συνολικά, επαληθευμένα δεδομένα που συλλέχθηκαν από τους παραγωγούς-εξαγωγείς του δείγματος για τις δραστηριότητές τους στις ΗΠΑ και, επομένως, βασίστηκε στα συμπεράσματα της έρευνας, η οποία αποτελεί την πιο αξιόπιστη πηγή πληροφοριών. Επιπλέον, οι τιμές που δημοσιεύονται σε κοινοτικό επίπεδο δεν θα αποτελούσαν κατάλληλη βάση για την προσαρμογή, διότι αυτές οι τιμές θα είχαν επηρεαστεί από το ύψος των τιμών των εισαγωγών καταγωγής ΗΠΑ που είχαν αποτελέσει αντικείμενο ντάμπινγκ. Βάσει των ανωτέρω ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίφθηκε.

(120)

Οι ίδιοι παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι η προσαρμογή για τις διαφορές της πρώτης ύλης θα έπρεπε να εφαρμοστεί μόνο στις πωλήσεις των παραγωγών-εξαγωγέων του δείγματος και όχι στις πωλήσεις των κοινοτικών παραγωγών του δείγματος, διότι οι τελευταίοι πωλούν μείγματα τα οποία πληρούν τα κοινοτικά πρότυπα.

(121)

Ο ισχυρισμός αυτός κρίθηκε άνευ σημασίας, καθώς σκοπός της προσαρμογής ήταν να ληφθούν υπόψη οι διαφορές της πρώτης ύλης και όχι τυχόν διαφορές στη συμμόρφωση με τα διαφορετικά πρότυπα που ισχύουν σε κοινοτικό επίπεδο. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

(122)

Ο καταγγέλλων αμφισβήτησε την ορθότητα αυτής της προσαρμογής ισχυριζόμενος ότι τόσο οι κοινοτικοί παραγωγοί όσο και οι εξαγωγείς των ΗΠΑ χρησιμοποιούν ποικίλες πρώτες ύλες και αμφότεροι παράγουν ποικίλα μείγματα που διατίθενται σε αμφότερες τις αγορές και, συνεπώς, έχουν το ίδιο φάσμα δυνατοτήτων όσον αφορά την επιλογή πρώτης ύλης.

(123)

Επ’ αυτού σημειώνεται ότι, παρόλο που είναι γεγονός ότι τόσο οι κοινοτικοί παραγωγοί όσο και οι παραγωγοί-εξαγωγείς των ΗΠΑ χρησιμοποιούν ποικίλα μείγματα που βασίζονται σε διάφορες πρώτες ύλες, η κατανομή πρώτων υλών στα μείγματα μπορεί να παρουσιάζει σημαντικές διαφορές από παραγωγό σε παραγωγό, ακόμη και από πελάτη σε πελάτη του ίδιου παραγωγού. Ειδικότερα, η έρευνα έδειξε ότι σε πολύ λίγες περιπτώσεις διαπιστώθηκε πλήρης ταύτιση των μειγμάτων που πωλούσαν οι κοινοτικοί παραγωγοί του δείγματος και των μειγμάτων που πωλούσαν στην κοινοτική αγορά οι παραγωγοί-εξαγωγείς του δείγματος. Επομένως, προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι διάφοροι τύποι προϊόντων βιοντίζελ στους υπολογισμούς σχετικά με τις πωλήσεις σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές, κρίθηκε πράγματι απαραίτητο να πραγματοποιηθεί προσαρμογή για τις διαφορές στην πρώτη ύλη. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε.

(124)

Ορισμένοι παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι οι τιμές που χρησιμοποιήθηκαν για τους υπολογισμούς του περιθωρίου ζημίας ήταν οι τιμές CIF στα σύνορα της Κοινότητας, αντί των τιμών μεταπώλησης στον πρώτο μη συνδεδεμένο πελάτη. Ισχυρίστηκαν ότι οι υπολογισμοί αυτοί πρέπει να διορθωθούν για να ληφθεί υπόψη η αξία και οι τιμές των πωλήσεων στον πρώτο μη συνδεδεμένο πελάτη.

(125)

Ο ισχυρισμός αυτός κρίθηκε ότι ασκεί επιρροή όσον αφορά δύο παραγωγούς-εξαγωγείς και οι υπολογισμοί σχετικά με τη ζημία διορθώθηκαν ανάλογα.

(126)

Βάσει των ανωτέρω, το μέσο περιθώριο πώλησης σε τιμές χαμηλότερες των κοινοτικών κατά την ΠΕ, εκφρασμένο ως ποσοστό της μέσης σταθμισμένης τιμής εκ του εργοστασίου του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, διαπιστώθηκε ότι κυμάνθηκε από 18,9 % έως 31,9 %, αντί για 18,9 % έως 33,0 %, όπως είχε οριστεί στο προσωρινό στάδιο.

5.4.   Οικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(127)

Όπως αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις 107 έως 110 του προσωρινού κανονισμού, διαπιστώθηκε ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη σημαντική ζημία κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού.

(128)

Ειδικότερα, από την προσωρινή ανάλυση προέκυψε ότι οι επιδόσεις του κοινοτικού κλάδου παραγωγής βελτιώθηκαν όσον αφορά ορισμένους δείκτες όγκου, αλλά οι περισσότεροι δείκτες που αφορούσαν τη χρηματοοικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής επιδεινώθηκαν σημαντικά κατά την υπό εξέταση περίοδο. Παρά την ικανότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής να αντλεί κεφάλαια για επενδύσεις, η απόδοση των επενδύσεων σημείωσε κατακόρυφη πτώση κατά τη διάρκεια της ΠΕ και η κερδοφορία σημείωσε σημαντική πτώση στη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου.

(129)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι η ανάλυση που περιέχεται στην αιτιολογική σκέψη 93 του προσωρινού κανονισμού σχετικά με τη μεγέθυνση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής ήταν εσφαλμένη. Ειδικότερα, το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος υποστήριξε ότι ο προσωρινός κανονισμός υποδηλώνει ότι η έντονη αύξηση της ζήτησης βιοντίζελ στην κοινοτική αγορά έπρεπε να οδηγήσει σε ανάλογη αύξηση των μεριδίων αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, ενώ δεν υπάρχει άμεση συσχέτιση μεταξύ της αύξησης της ζήτησης και του μεριδίου αγοράς.

(130)

Το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος υποστήριξε περαιτέρω ότι οι παράγοντες ζημίας που αναφέρονται στην ίδια αιτιολογική σκέψη 93 του προσωρινού κανονισμού, συγκεκριμένα η παραγωγή, η χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας, η παραγωγικότητα, οι πωλήσεις, η επενδυτική πολιτική και η απόδοση των επενδύσεων, δεν μπορούν να θεωρηθούν ότι επηρεάστηκαν σημαντικά.

(131)

Το επιχείρημα σχετικά με τη μη συσχέτιση της ζήτησης και του μεριδίου αγοράς γίνεται δεκτό. Ωστόσο, το γεγονός παραμένει ότι μεταξύ του 2006 και της ΠΕ το μερίδιο αγοράς των κοινοτικών παραγωγών του δείγματος πολλαπλασιάστηκε με 1,2, ενώ κατά την ίδια περίοδο το μερίδιο αγοράς των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ πολλαπλασιάστηκε με περίπου 17. Αυτή η συγκριτικά μεγάλη αύξηση του μεριδίου αγοράς των εισαγωγών από τις ΗΠΑ είναι αποτέλεσμα των πολύ χαμηλότερων τιμών πώλησης αυτών των εισαγωγών, όπως προκύπτει από τον πίνακα 7 και την αιτιολογική σκέψη 126 ανωτέρω.

(132)

Όσον αφορά τον ισχυρισμό περί σφαιρικής εκτίμησης όλων των παραγόντων ζημίας, αναγνωρίζεται ότι δεν επιδεινώθηκαν όλοι αυτοί οι παράγοντες κατά την υπό εξέταση περίοδο. Ωστόσο, αναφέρεται ότι πράγματι επηρεάστηκαν σημαντικά οι παράγοντες που αφορούν τη χρηματοοικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και συγκεκριμένα η κερδοφορία και η απόδοση των επενδύσεων, ενώ σε μικρότερο βαθμό επλήγη η παραγωγικότητα. Αυτό απορρέει από το γεγονός ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αναγκάστηκε να προσαρμοστεί στον ανταγωνισμό από τις εισαγωγές από τις ΗΠΑ που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ και οι οποίες καθόρισαν τις τιμές, επιλέγοντας να διατηρήσει την παρουσία της στην αγορά εις βάρος της κερδοφορίας της, αντί να διατηρήσει την κερδοφορία της, αλλά να χάσει μερίδια αγοράς.

(133)

Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη και η κυβέρνηση των ΗΠΑ ισχυρίστηκαν ότι η κερδοφορία και η απόδοση των επενδύσεων των παραγωγών της ΕΕ που περιλήφθηκαν στο δείγμα διατηρήθηκαν σε καλά επίπεδα το 2007 και κατά την ΠΕ, σε απόλυτες τιμές, παρόλο που σημείωσαν έντονη μείωση σε σύγκριση με τα προηγούμενα έτη. Υποστήριξαν ότι τα επίπεδα κερδοφορίας και απόδοσης των επενδύσεων που επιτεύχθηκαν από το 2004 έως το 2006 δεν ήταν δυνατό να διατηρηθούν και ότι η βιομηχανία βιοντίζελ της ΕΕ, όπως όλες οι αναδυόμενες βιομηχανίες, γνώρισε το φυσιολογικό φαινόμενο ανόδου και πτώσης («boom and bust») κατά την υπό εξέταση περίοδο.

(134)

Επ’ αυτού υπενθυμίζεται ότι ορισμένες αμερικανικές εταιρείες του δείγματος πέτυχαν πολύ μεγαλύτερη κερδοφορία, υψηλότερη του 30 %, λειτουργώντας υπό παρόμοιες συνθήκες, δηλαδή στο πλαίσιο μιας αναπτυσσόμενης αγοράς, κατά την υπό εξέταση περίοδο. Επίσης, η μείωση της κερδοφορίας και της απόδοσης των επενδύσεων, που έπληξε τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής ήταν πολύ απότομη, καθώς συνέβη μεταξύ του 2006 και του 2007, και συνέπεσε ακριβώς με τη διόγκωση των εισαγωγών βιοντίζελ από τις ΗΠΑ.

(135)

Αρκετοί κοινοτικοί παραγωγοί ισχυρίστηκαν ότι για την εκτίμηση της ζημίας θα έπρεπε να συνεκτιμηθεί πλήρως η κατάσταση των κοινοτικών εταιρειών που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα, ιδίως έχοντας υπόψη τις πολυάριθμες περιπτώσεις μείωσης του προσωπικού, κλεισίματος επιχειρήσεων ή αναβολής νέων σχεδίων που παρατηρήθηκαν μεταξύ αυτών των εταιρειών κατά την υπό εξέταση περίοδο.

(136)

Από την άλλη πλευρά, ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι η αναφορά του προσωρινού κανονισμού στους παραγωγούς της Κοινότητας που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα είναι άνευ σημασίας, καθώς για την απόδειξη της ζημίας δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν μη επαληθευμένα στοιχεία για παραγωγούς που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα. Το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος επικαλείται επίσης δημόσια στοιχεία που δείχνουν ότι ορισμένοι από τους παραγωγούς που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα είχαν κερδοφόρες δραστηριότητες.

(137)

Σχετικά με τους δύο ανωτέρω ισχυρισμούς, υπενθυμίζεται ότι η κατάσταση των κοινοτικών παραγωγών που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις 103 έως 106 του προσωρινού κανονισμού ως συμπληρωματική ένδειξη της ζημίας, χωρίς να επηρεάζει τους υπολογισμούς των δεικτών ζημίας και του περιθωρίου ζημίας, για τους οποίους χρησιμοποιήθηκαν πράγματι επαληθευμένα στοιχεία. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός του εν λόγω μέρους απορρίπτεται. Από την άλλη πλευρά, ελλείψει διαθέσιμων επαληθευμένων στατιστικών ή ατομικών πληροφοριών σχετικά με την κατάσταση όλων των παραγωγών της ΕΕ που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα, δεν είναι δυνατό να διατυπωθεί ακριβής κρίση για τους κοινοτικούς παραγωγούς στο σύνολό τους, όπως ζήτησαν οι κοινοτικοί παραγωγοί. Συνεπώς, ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίφθηκε επίσης.

(138)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων επί των προσωρινών συμπερασμάτων σχετικά με την οικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδος παραγωγής, οι αιτιολογικές σκέψεις 86 έως 92 και 94 έως 106 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

(139)

Το συμπέρασμα ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη σημαντική ζημία, όπως παρατίθεται στις αιτιολογικές σκέψεις 107 έως 110 του προσωρινού κανονισμού, επιβεβαιώνεται επίσης.

6.   ΑΙΤΙΩΔΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑ

6.1.   Συνέπειες των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ

(140)

Υπενθυμίζεται ότι ο όγκος των εισαγωγών από τις ΗΠΑ που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ αυξήθηκε σημαντικά κατά την περίοδο ανάλυσης. Είναι επίσης σαφές ότι η διόγκωση των εισαγωγών που αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ συνέπεσε χρονικά με την επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης του κοινοτικού κλάδος παραγωγής. Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν ήταν σε θέση να καθορίσει τις τιμές της σύμφωνα με τους όρους της αγοράς και τις αυξήσεις του κόστους, καθώς οι τιμές των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ ήταν χαμηλότερες από τις κοινοτικές κατά την ΠΕ.

(141)

Ως εκ τούτου, επιβεβαιώνεται ότι η αύξηση των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ από τις ΗΠΑ σε χαμηλές τιμές είχαν σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στον κοινοτικό κλάδο παραγωγή κατά την ΠΕ.

6.2.   Συνέπειες άλλων παραγόντων

6.2.1.   Εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες

(142)

Ελλείψει παρατηρήσεων που θα δικαιολογούσαν την τροποποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων, επιβεβαιώνεται ότι οι εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες δεν είναι δυνατό παρά να είχαν αμελητέα συμβολή στη ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγή.

6.2.2.   Εξέλιξη της ζήτησης

(143)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος υποστήριξε ότι η κάμψη της ζήτησης μεταξύ του 2007 και της ΠΕ, ακόμη και αν υπήρξε αμελητέα (0,5 %), προκάλεσε ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγή, προβάλλοντας τον ισχυρισμό ότι μια υποθετική αύξηση της ζήτησης κατά 10 % θα απέφερε πρόσθετο όγκο πωλήσεων ύψους 205 733 τόνων, αν ο κοινοτικός κλάδος παραγωγή είχε διατηρήσει το ίδιο μερίδιο αγοράς (29,8 %) που είχε σημειωθεί κατά την ΠΕ.

(144)

Επ’ αυτού σημειώνεται ότι οι ισχυρισμοί του εν λόγω ενδιαφερόμενου μέρους βασίστηκαν σε γενικές και ατεκμηρίωτες υποθέσεις. Επιπλέον, το γεγονός ότι μεταξύ του 2007 και της ΠΕ το μερίδιο αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγή αυξήθηκε κατά 2,8 εκατοστιαίες μονάδες ενισχύει το συμπέρασμα που διατυπώνεται στην αιτιολογική σκέψη 121 του προσωρινού κανονισμού ότι η ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγή δεν μπορεί να αποδοθεί σε αυτή τη μικρή κάμψη της ζήτησης μεταξύ του 2007 και της ΠΕ. Συνεπώς, ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με την εξέλιξη της ζήτησης στην κοινοτική αγορά, η αιτιολογική σκέψη 121 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνεται.

6.2.3.   Αποφάσεις δημόσιας πολιτικής

(145)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος επανέλαβε τον ισχυρισμό του ότι η επαναφορά του ενεργειακού φόρου στη Γερμανία επηρέασε αρνητικά την οικονομική κατάσταση των κοινοτικών παραγωγών που εφοδίαζαν την εν λόγω αγορά, διότι λόγω των μέτρων η ζήτηση για βιοντίζελ B100, που αντιστοιχεί σε 1,5 εκατ. τόνους τουλάχιστον, κατέρρευσε. Σε απάντηση των συμπερασμάτων της έρευνας που παρουσιάζονται στην αιτιολογική σκέψη 123 του προσωρινού κανονισμού, υποστήριξε επίσης ότι ακόμη και αν η θέσπιση υποχρέωσης ανάμειξης σε ποσοστό 4,4 % του ντίζελ που διατίθεται στη γερμανική αγορά για τον τομέα των μεταφορών (B5) αντιστάθμιζε τις εικαζόμενες απώλειες στις πωλήσεις B100, τα επίπεδα τιμών του B100 θα ήταν διαφορετικά από τα επίπεδα τιμών του βιοντίζελ που προορίζεται για τα μείγματα B5. Ισχυρίστηκε ότι το B100 παράγεται μόνο από την ακριβότερη πρώτη ύλη, την ελαιοκράμβη, ενώ το βιοντίζελ B5 παράγεται από ποικίλες πρώτες ύλες, γεγονός που επηρεάζει αρνητικά τις μέσες τιμές των κοινοτικών παραγωγών.

(146)

Επ’ αυτού υπενθυμίζεται ότι, σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς του εν λόγω ενδιαφερόμενου μέρους, η έρευνα έδειξε ότι ο όγκος των πωλήσεων των κοινοτικών παραγωγών του δείγματος που εφοδιάζουν τη γερμανική αγορά αυξήθηκε κατά 68 % μεταξύ του 2006 και της ΠΕ, γεγονός που στην πραγματικότητα επιβεβαιώνει το προσωρινό συμπέρασμα ότι τυχόν απώλειες στις πωλήσεις B100 αντισταθμίστηκαν από την απαίτηση υποχρεωτικής ανάμειξης. Σημειώνεται επίσης ότι η θέσπιση φόρου 0,09 ευρώ ανά λίτρο βιοντίζελ από την 1η Αυγούστου 2006 δεν οδήγησε σε κατάρρευση της αγοράς, όπως ισχυρίστηκε το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος, αλλά πράγματι οι πωλήσεις B100 μειώθηκαν σημαντικά το τελευταίο τρίμηνο της ΠΕ, όταν ο φόρος αυτός αυξήθηκε περαιτέρω σε 0,15 ευρώ ανά λίτρο από την 1η Ιανουαρίου 2008. Όσον αφορά τις συνέπειες στις τιμές, οι ισχυρισμοί του εν λόγω μέρους ήταν αβάσιμοι, διότι το βιοντίζελ που χρησιμοποιείται και για τους δύο τύπους προϊόντος πρέπει να πληροί τα ίδια πρότυπα, γεγονός που σημαίνει ότι και στα δύο καύσιμα βιοντίζελ μπορούσε να χρησιμοποιηθεί το ίδιο μείγμα πρώτων υλών και, κατά συνέπεια, δεν υπάρχει καμία αποδεδειγμένη διαφοροποίηση της τιμής των δύο τύπων βιοντίζελ. Βάσει των ανωτέρω ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίφθηκε.

(147)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με τις αποφάσεις δημόσιας πολιτικής, η αιτιολογική σκέψη 124 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνεται.

6.2.4.   Αχρησιμοποίητη παραγωγική ικανότητα των κοινοτικών παραγωγών

(148)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος δέχθηκε μεν ότι το ποσοστό χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας των κοινοτικών παραγωγών του δείγματος παρέμεινε αρκετά υψηλό, αλλά ισχυρίστηκε ότι η πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα των κοινοτικών παραγωγών του δείγματος θα εξακολουθούσε να αποτελεί αιτία ζημίας λόγω του ότι οδηγεί σε υψηλότερα πάγια έξοδα τα οποία επηρεάζουν δυσμενώς την κερδοφορία. Ισχυρίστηκε επίσης ότι η αύξηση της καθαρής αξίας του ενεργητικού των εν λόγω παραγωγών οδήγησε σε αυξήσεις των πάγιων εξόδων, διότι οι δαπάνες απόσβεσης και οι χρηματοοικονομικές δαπάνες ήταν υψηλότερες.

(149)

Επ’ αυτού υπενθυμίζεται ότι η εμπεριστατωμένη εξέταση της κατανομής των μεταβλητών και των πάγιων εξόδων στη διάρθρωση κόστους του κοινοτικού κλάδου παραγωγή έδειξε ότι τα πάγια έξοδα αντιστοιχούν μόλις στο 6 % των συνολικών δαπανών (αιτιολογική σκέψη 126 του προσωρινού κανονισμού). Επιπλέον, πρέπει να σημειωθεί ότι η εξέταση έδειξε ότι οι διακυμάνσεις αυτού του ποσοστού κατά την περίοδο ανάλυσης ήταν ασήμαντες. Όσον αφορά τον ισχυρισμό σχετικά με την επίδραση που είχε στην κερδοφορία η αύξηση της καθαρής αξίας του ενεργητικού, πρέπει να σημειωθεί ότι η αύξηση των δαπανών σε απόλυτες τιμές δεν οδηγεί αυτόματα σε αύξηση του μοναδιαίου κόστους παραγωγής, καθότι το τελευταίο εξαρτάται από τον όγκο της παραγωγής, ο οποίος, όπως φαίνεται στον πίνακα 4 του προσωρινού κανονισμού, παρουσίασε σταθερή αύξηση κατά την περίοδο ανάλυσης. Ως εκ τούτου, τα υψηλότερα πάγια έξοδα σε απόλυτες τιμές αποδόθηκαν στον υψηλότερο όγκο της παραγωγής που οδήγησε στην κατά τα ανωτέρω κατανομή των πάγιων εξόδων σε σχέση με τις συνολικές δαπάνες. Βάσει των ανωτέρω, οι ισχυρισμοί του εν λόγω ενδιαφερόμενου μέρους έπρεπε να απορριφθούν.

(150)

Το ίδιο μέρος ισχυρίστηκε ότι η συνολική πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα των κοινοτικών παραγωγών έχει άμεση επίπτωση στις τιμές, διότι δημιουργεί οξύ ανταγωνισμό μεταξύ των παραγωγών για την απόκτηση νέων συμβάσεων με σκοπό την κάλυψη του οριακού κόστους και, κατά συνέπεια, οι παραγωγοί με υψηλά ποσοστά χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας θα εφάρμοζαν επιθετικότερη πολιτική πωλήσεων, ώστε να προσφέρουν χαμηλότερη τιμή από τους ανταγωνιστές τους. Προς επίρρωση αυτού του ισχυρισμού, το εν λόγω μέρος υπέβαλε ανακοίνωση μίας από τις εταιρείες του δείγματος σχετικά με τις οικονομικές της καταστάσεις για το 2007.

(151)

Ωστόσο, οι ισχυρισμοί του εν λόγω μέρους δεν επιβεβαιώνονται από αποδεικτικά στοιχεία, καθώς στην ανωτέρω ανακοίνωση δεν γίνεται καμία αναφορά στον προβαλλόμενο ανταγωνισμό τιμών λόγω πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας. Αντίθετα, στην ανακοίνωση γίνεται λόγος για την αύξηση που επέβαλε η γερμανική κυβέρνηση στον ενεργειακό φόρο επί του βιοντίζελ B100 από την 1η Ιανουαρίου 2008, η οποία ενίσχυσε τον ανταγωνισμό στην αγορά βιοντίζελ για τον τύπο B5. Βάσει των ανωτέρω, ο ισχυρισμός έπρεπε να απορριφθεί.

(152)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με την αχρησιμοποίητη παραγωγική ικανότητα των κοινοτικών παραγωγών, οι αιτιολογικές σκέψεις 125 έως 128 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

6.2.5.   Αυξημένη ζήτηση πρώτων υλών και αύξηση των τιμών

(153)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος και η κυβέρνηση των ΗΠΑ ισχυρίστηκαν ότι κανένα από τα επιχειρήματα των αιτιολογικών σκέψεων 129 έως 133 του προσωρινού κανονισμού δεν θίγει το γεγονός ότι οι τιμές του σογιέλαιου, του φοινικέλαιου και του ελαίου αγριοκράμβης στις ΗΠΑ μετά το 2004 παρέμειναν σταθερά σημαντικά χαμηλότερες από τις τιμές του κραμβέλαιου στην Κοινότητα, με αποτέλεσμα να προκύπτει σημαντικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για τις εισαγωγές βιοντίζελ από τις ΗΠΑ.

(154)

Υπενθυμίζεται ότι η έρευνα πρέπει να καθορίσει αν οι εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ (από άποψη τιμών και όγκου) προκάλεσαν σημαντική ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγή ή αν αυτή η σημαντική ζημία οφείλεται σε άλλους παράγοντες. Το άρθρο 3 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού προβλέπει σχετικά ότι πρέπει να αποδειχθεί ότι το επίπεδο των τιμών των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ προκαλεί ζημία. Συνεπώς, στη διάταξη αυτή γίνεται απλή αναφορά σε διαφορά μεταξύ των επιπέδων των τιμών, ενώ δεν απαιτείται η εξέταση των παραγόντων που επηρεάζουν το επίπεδο αυτών των τιμών.

(155)

Στην πράξη, οι επιπτώσεις των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ στις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής εξετάζονται ουσιαστικά με την απόδειξη της εφαρμογής τιμών χαμηλότερων από τις κοινοτικές, της ύφεσης των τιμών και της συμπίεσης των τιμών. Για το σκοπό αυτό, οι τιμές εξαγωγής που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ συγκρίνονται με τις τιμές πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και οι τιμές εξαγωγής που χρησιμοποιήθηκαν για τον υπολογισμό της ζημίας ενδέχεται κάποιες φορές να χρειάζονται προσαρμογή, ώστε να υπάρξει κοινή βάση σύγκρισης. Συνεπώς, η χρήση προσαρμογών σ’ αυτό το πλαίσιο διασφαλίζει μόνο ότι η διαφορά στις τιμές αποδεικνύεται με σύγκριση στην ίδια βάση. Ως εκ τούτου, καθίσταται σαφές ότι οι τιμές των πρώτων υλών στη χώρα εξαγωγής δεν μπορούν κατ’ αρχήν να αποτελούν παράγοντα ζημίας.

(156)

Τα ανωτέρω επιβεβαιώνονται επίσης από τη διατύπωση του άρθρου 3 παράγραφος 7 του βασικού κανονισμού, όπου γίνεται αναφορά σε άλλους γνωστούς παράγοντες πλην των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ. Μεταξύ των άλλων γνωστών παραγόντων που απαριθμούνται στο εν λόγω άρθρο δεν περιλαμβάνεται κανένας παράγοντας που επηρεάζει το επίπεδο τιμών των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ. Συνοψίζοντας, αν οι εισαγωγές αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, ακόμη και όταν έχουν επωφεληθεί από ευνοϊκή εξέλιξη των τιμών των πρώτων υλών, η εξέλιξη αυτή δεν μπορεί να θεωρηθεί ως άλλος παράγοντας πρόκλησης ζημίας.

(157)

Συνεπώς, η ανάλυση των παραγόντων οι οποίοι επηρεάζουν το επίπεδο των τιμών των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, όπως το προβαλλόμενο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα λόγω των χαμηλότερων τιμών των πρώτων υλών, δεν μπορεί να οδηγήσει σε οριστικά συμπεράσματα και μια τέτοια ανάλυση θα υπερέβαινε τις απαιτήσεις του βασικού κανονισμού.

(158)

Σε κάθε περίπτωση και με την επιφύλαξη των ανωτέρω, πρέπει να υπενθυμιστεί ότι κατά την ΠΕ σημειώθηκε γενική αύξηση των τιμών των γεωργικών προϊόντων σε παγκόσμιο επίπεδο, ενώ η αύξηση της τιμής του σογιέλαιου (κύριας πρώτης ύλης που χρησιμοποιούν οι παραγωγοί της ενδιαφερόμενης χώρας) ήταν εντονότερη από την αύξηση της τιμής του κραμβέλαιου κατά την ίδια περίοδο. Ωστόσο, αυτή η αύξηση του κόστους στις ΗΠΑ δεν αντικατοπτρίστηκε στις τιμές των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ στην κοινοτική αγορά, οι οποίες ήταν σημαντικά χαμηλότερες από τις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

(159)

Κατόπιν των ανωτέρω, ο ισχυρισμός των εν λόγω μερών έπρεπε να απορριφθεί.

(160)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με την αυξημένη ζήτηση πρώτων υλών και την αύξηση των τιμών, οι αιτιολογικές σκέψεις 129 έως 136 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

6.2.6.   Εξέλιξη της τιμής του πετρελαϊκού ντίζελ

(161)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος επανέλαβε τον ισχυρισμό του (βλ. αιτιολογική σκέψη 134 του προσωρινού κανονισμού) υποστηρίζοντας περαιτέρω ότι οι τιμές του πετρελαϊκού ντίζελ έθεταν ένα ανώτατο όριο πέραν του οποίου δεν θα ήταν δυνατή η αύξηση των τιμών του βιοντίζελ κατ’ αναλογία προς τις αυξήσεις της τιμής των πρώτων υλών.

(162)

Επ’ αυτού σημειώνεται ότι όλοι οι κοινοτικοί παραγωγοί διέθεταν τα προϊόντα τους σε αγορές στις οποίες ίσχυαν υποχρεωτικοί στόχοι ανάμειξης. Επιπλέον, το βιοντίζελ ήταν αντικείμενο αποφορολόγησης στα περισσότερα κράτη μέλη, γεγονός που σημαίνει ότι η τιμή του ήταν ανάλογη με την τιμή του πετρελαϊκού ντίζελ αυξημένη με εφαρμογή ενός συντελεστή για να ληφθεί υπόψη ο ενεργειακός φόρος που επιβάλλεται στο τελευταίο. Συνεπώς, παρόλο που μπορεί να γίνει δεκτός ως ένα βαθμό ο συσχετισμός με τις τιμές του πετρελαίου, η έρευνα απέδειξε ότι για τους ανωτέρω λόγους το βιοντίζελ μπορεί πράγματι να πωλείται σε τιμές υψηλότερες από το πετρελαϊκό ντίζελ. Επιπλέον, το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος δεν υπέβαλε πειστικά αποδεικτικά στοιχεία τα οποία να δείχνουν ότι οι τιμές του πετρελαϊκού ντίζελ, που είχαν φθάσει σε πολύ υψηλά επίπεδα κατά το δεύτερο ήμισυ της ΠΕ, άσκησαν πίεση στις τιμές του βιοντίζελ των κοινοτικών παραγωγών κατά την ΠΕ.

(163)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με την εξέλιξη των τιμών του πετρελαϊκού ντίζελ, εξάγεται το συμπέρασμα ότι ο εν λόγω παράγοντας δεν προκάλεσε ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

6.2.7.   Σημασία της γεωγραφικής θέσης των εργοστασίων βιοντίζελ στην Κοινότητα

(164)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με τη θέση των εργοστασίων βιοντίζελ στην Κοινότητα, οι αιτιολογικές σκέψεις 137 έως 139 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

6.2.8.   Παραγωγοί συνδεδεμένοι με αμερικανούς εξαγωγείς

(165)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με τις επιπτώσεις των εισαγωγών που πραγματοποίησαν από τις ΗΠΑ οι κοινοτικοί παραγωγοί που συνδέονται με αμερικανούς παραγωγούς-εξαγωγείς, η αιτιολογική σκέψη 140 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνεται.

6.2.9.   Συμπέρασμα σχετικά με την αιτιώδη συνάφεια

(166)

Κατόπιν των ανωτέρω και ελλείψει άλλων παρατηρήσεων, οι αιτιολογικές σκέψεις 141 έως 143 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

7.   ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ

7.1.   Κοινοτικός κλάδος παραγωγής

(167)

Μετά την κοινοποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων, οι παραγωγοί του κοινοτικού κλάδου παραγωγής υποστήριξαν τα συμπεράσματα της Επιτροπής και επιβεβαίωσαν ότι τα μέτρα θα ήταν προς το συμφέρον τους.

(168)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι τα μέτρα δεν θα ήταν προς το συμφέρον του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, διότι θα οδηγούσαν σε μετατόπιση των εμπορικών ροών, π.χ. στροφή προς τις εισαγωγές από χώρες που δεν καλύπτονται από τα μέτρα επειδή i) οι φορείς της κοινοτικής αγοράς θα εξακολουθούσαν να ζητούν φθηνότερο βιοντίζελ από σογιέλαιο και φοινικέλαιο ως συμπλήρωμα του ακριβότερου βιοντίζελ από κραμβέλαιο που παράγει ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής και ii) επειδή το βιοντίζελ από κραμβέλαιο δεν θα αρκεί για την κάλυψη της ζήτησης.

(169)

Επ’ αυτού σημειώνεται ότι, παρόλο που είναι γεγονός ότι η κύρια πρώτη ύλη που χρησιμοποιείται από τους παραγωγούς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής είναι η ελαιοκράμβη, οι κοινοτικοί παραγωγοί δεν βασίζονται μόνο στην εν λόγω πρώτη ύλη για την παραγωγή βιοντίζελ, αλλά χρησιμοποιούν και άλλες πρώτες ύλες, όπως το σογιέλαιο και το φοινικέλαιο. Ωστόσο, λόγω του ότι πολύ συχνά η τιμή άλλων πρώτων υλών ήταν υψηλότερη από την τιμή των εισαγωγών βιοντίζελ από άλλες πρώτες ύλες που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ, οι παραγωγοί του κοινοτικού κλάδου παραγωγής δεν είχαν τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν το σογιέλαιο και το φοινικέλαιο σε ευρύτερη κλίμακα. Ως εκ τούτου, αναμένεται ότι η επιβολή μέτρων θα αποκαταστήσει κανονικές συνθήκες στην αγορά από την άποψη αυτή, γεγονός που θα επιτρέψει στους παραγωγούς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής να προσαρμόσουν πιο αποτελεσματικά την παραγωγή τους στους διάφορους τύπους βιοντίζελ που έχει ανάγκη η κοινοτική αγορά. Βάσει των ανωτέρω, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

(170)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με το συμφέρον του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, οι αιτιολογικές σκέψεις 145 έως 147 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

7.2.   Μη συνδεδεμένοι εισαγωγείς/έμποροι της Κοινότητας

(171)

Ελλείψει οποιασδήποτε αντίδρασης από εισαγωγείς μετά την επιβολή των προσωρινών μέτρων, εξάγεται το συμπέρασμα ότι τα μέτρα κατά πάσα πιθανότητα δεν θα επηρεάσουν σημαντικά στους εισαγωγείς/εμπόρους.

7.3.   Χρήστες στην Κοινότητα

(172)

Ελλείψει οποιασδήποτε αντίδρασης από χρήστες μετά την επιβολή των προσωρινών μέτρων, εξάγεται το συμπέρασμα ότι οι δασμοί αντιντάμπινγκ κατά πάσα πιθανότητα δεν θα επηρεάσουν σημαντικά τους χρήστες.

7.4.   Προμηθευτές πρώτων υλών στην Κοινότητα

(173)

Ελλείψει οποιασδήποτε αντίδρασης από προμηθευτές μετά την επιβολή προσωρινών μέτρων, οι αιτιολογικές σκέψεις 154 έως 156 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

7.5.   Άλλα συμφέροντα

(174)

Μετά την κοινοποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι οι αυτοκινητοβιομηχανίες που έχουν επενδύσει στην παραγωγή οχημάτων τα οποία μπορούν να κινηθούν με βιοντίζελ ενδέχεται να μην είναι σε θέση να δρέψουν τους καρπούς της επένδυσής τους πωλώντας τέτοια οχήματα σε περίπτωση αύξησης των τιμών βιοντίζελ στην Κοινότητα, λόγω των μέτρων, σε επίπεδα μη ανταγωνιστικά σε σχέση με τις τιμές του πετρελαϊκού ντίζελ.

(175)

Επ’ αυτού σημειώνεται ότι το ενδεχόμενο που προβάλλει το εν λόγω μέρος θα μπορούσε να προκύψει ακόμη και απουσία μέτρων, δηλαδή θα ήταν δυνατό οι τιμές του πετρελαϊκού ντίζελ (που εξαρτώνται από τις τιμές του αργού πετρελαίου) να πέσουν σε επίπεδα πιο ανταγωνιστικά σε σχέση με το βιοντίζελ. Συνεπώς, θα ήταν παράλογο να υποστηριχθεί ότι η αυτοκινητοβιομηχανία έχει προβεί σε επενδύσεις χωρίς να λάβει υπόψη αυτή την παράμετρο. Κατά συνέπεια, ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίπτεται.

(176)

Μετά την κοινοποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων, μια ένωση αγροτών της Κοινότητας εξέφρασε τη στήριξή της και ανέφερε ότι οι εισαγωγές βιοντίζελ από τις ΗΠΑ έχουν στερήσει από τους κοινοτικούς παραγωγούς ελαιούχων σπόρων μια αγορά για τη διάθεση περίπου 6 εκατ. τόνων ελαιούχων σπόρων, ποσό που αντιστοιχεί στο 11 % περίπου της κοινοτικής παραγωγής ελαιούχων σπόρων το 2007 και το 2008, και οδήγησε σε πτώση της δυνητικής αξίας της ελαιοκράμβης που χρησιμοποιείται για μη διατροφικούς σκοπούς κατά 90 ευρώ ανά τόνο. Ωστόσο, αυτές οι παρατηρήσεις ελήφθησαν με καθυστέρηση και δεν ήταν δυνατό να επαληθευτούν.

7.6.   Ανταγωνισμός και στρεβλωτικές επιπτώσεις στο εμπόριο

(177)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος επανέλαβε τις παρατηρήσεις του περί ασυνέπειας των μέτρων αντιντάμπινγκ με την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προώθηση των βιοκαυσίμων. Προσέθεσε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί να βασίζεται μόνο στο βιοντίζελ από ελαιοκράμβη που παράγεται στην Κοινότητα για να αναπτύξει την αγορά της βιοντίζελ.

(178)

Η παρατήρηση αυτή εξετάζεται στην ενότητα 7.6 του προσωρινού κανονισμού. Όσον αφορά το θέμα του βιοντίζελ ελαιοκράμβης που θίγει το εν λόγω μέρος, συναφής είναι η αιτιολογική σκέψη 169 ανωτέρω.

(179)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με τον ανταγωνισμό και τις στρεβλωτικές επιπτώσεις στο εμπόριο, οι αιτιολογικές σκέψεις 157 έως 159 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

7.7.   Συμπέρασμα σχετικά με το κοινοτικό συμφέρον

(180)

Βάσει των ανωτέρω, εξάγεται το συμπέρασμα ότι δεν υπάρχουν επιτακτικοί λόγοι για τους οποίους δεν θα πρέπει να επιβληθούν δασμοί αντιντάμπινγκ στην παρούσα υπόθεση.

8.   ΟΡΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΑΝΤΙΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

8.1.   Επίπεδο εξάλειψης της ζημίας

(181)

Αρκετά ενδιαφερόμενα μέρη και η κυβέρνηση των ΗΠΑ αμφισβήτησαν το προσωρινό συμπέρασμα ότι το περιθώριο κέρδους που θα μπορούσε εύλογα να επιτευχθεί από μια βιομηχανία αυτού του τύπου υπό κανονικές συνθήκες ανταγωνισμού θα ανερχόταν σε 15 %.

(182)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι το περιθώριο κέρδους του κοινοτικού κλάδου παραγωγής που χρησιμοποιήθηκε για τον καθορισμό του επιπέδου εξάλειψης της ζημίας θα έπρεπε να ήταν το κέρδος που πραγματοποίησε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής κατά την ΠΕ, δηλαδή 5,7 %, διότι τα εμπορεύματα όπως το βιοντίζελ αποφέρουν κέρδη αυτής της τάξεως. Προς επίρρωση αυτού του ισχυρισμού επικαλέστηκε τα κέρδη που πραγματοποίησαν οι αμερικανοί παραγωγοί αιθανόλης και φυτικών ελαίων και τα αμερικανικά διυλιστήρια πετρελαίου.

(183)

Σημειώνεται ότι το επίπεδο εξάλειψης της ζημίας πρέπει να βασίζεται σε αξιολόγηση του κέρδους που μπορεί εύλογα να προσδοκά ότι θα επιτύχει μια βιομηχανία ελλείψει εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ από τις πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος στην κοινοτική αγορά. Στο πλαίσιο μιας δεδομένης έρευνας, το κέρδος που πραγματοποιείται στην αρχή της εξεταζόμενης περιόδου μπορεί εύλογα να θεωρηθεί ως το κέρδος που πραγματοποιείται ελλείψει εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ. Ειδικότερα, στην παρούσα υπόθεση τα πρώτα χρόνια της υπό εξέταση περιόδου (2004 έως 2006) το μερίδιο αγοράς των εισαγωγών από τις ΗΠΑ δεν ξεπέρασε ποτέ το 1 % και, συνεπώς, εύλογα προκύπτει το συμπέρασμα ότι κατά τη διάρκεια των ετών αυτών δεν σημειώθηκαν εισαγωγές που αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ. Ως εκ τούτου, το μέσο κέρδος του κοινοτικού κλάδου παραγωγής κατά τα έτη αυτά θεωρήθηκε εύλογη βάση για τον καθορισμό του επιπέδου εξάλειψης της ζημίας, λαμβάνοντας επίσης υπόψη την ανάγκη να εξασφαλιστεί η παραγωγική επένδυση αυτής της νεοσύστατης βιομηχανίας. Επιπλέον, και σε σχέση με τον ισχυρισμό του ενδιαφερόμενου μέρους, η έρευνα έδειξε ότι τα κέρδη που πραγματοποίησαν οι μεγάλοι παραγωγοί-εξαγωγείς των ΗΠΑ από τις εγχώριες δραστηριότητές τους στον τομέα του βιοντίζελ ήταν πολύ υψηλότερα από τα κέρδη που χρησιμοποιήθηκαν για τον καθορισμό του επιπέδου εξάλειψης της ζημίας. Βάσει των ανωτέρω, ο εν λόγω ισχυρισμός έπρεπε να απορριφθεί.

(184)

Ορισμένοι ισχυρισμοί αμερικανικών εταιρειών σχετικά με τη μετατροπή των κατ’ αξία δασμών σε δασμούς σταθερού ποσού, οι οποίοι παρατίθενται στην αιτιολογική σκέψη 193 κατωτέρω, αποκάλυψαν ότι το κατ’ αξία ποσό της πώλησης σε τιμές χαμηλότερες από την κοινοτική υπολογίστηκε διαιρώντας το σύνολο των πωλήσεων σε τιμές χαμηλότερες από την κοινοτική με την προσαρμοσμένη τιμή CIF (για την προσαρμογή βλ. αιτιολογική σκέψη 117), ενώ έπρεπε να είχε χρησιμοποιηθεί η μη προσαρμοσμένη τιμή CIF, όπως έγινε για τον υπολογισμό του κατ’ αξία περιθωρίου ντάμπινγκ. Ως εκ τούτου, όλα τα κατ’ αξία επίπεδα εξάλειψης της ζημίας υπολογίστηκαν εκ νέου για όλες τις αμερικανικές εταιρείες του δείγματος.

(185)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων μετά την κοινοποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων, οι μη ζημιογόνες τιμές καθορίστηκαν χρησιμοποιώντας την ίδια μεθοδολογία με εκείνη που αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις 164 και 165 του προσωρινού κανονισμού. Το επίπεδο εξάλειψης της ζημίας υπολογίστηκε ως ποσοστό της συνολικής μη προσαρμοσμένης αξίας CIF των εισαγωγών.

8.2.   Μορφή και επίπεδο των δασμών

(186)

Με βάση τα προαναφερθέντα και σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού, πρέπει να επιβληθεί οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ σε επίπεδο επαρκές για την εξάλειψη της ζημίας από τις εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ, χωρίς αυτός να υπερβαίνει το περιθώριο ντάμπινγκ που διαπιστώθηκε.

(187)

Λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που διατυπώθηκαν από ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη μετά την κοινοποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων και κατόπιν των αναθεωρήσεων που περιγράφονται στον παρόντα κανονισμό, ορισμένα περιθώρια τροποποιήθηκαν.

(188)

Ωστόσο, στην παράλληλη διαδικασία κατά των επιδοτήσεων επιβάλλονται επίσης αντισταθμιστικοί δασμοί στις εισαγωγές βιοντίζελ καταγωγής ΗΠΑ. Οι επιδοτήσεις που διαπιστώθηκαν στην παράλληλη αυτή διαδικασία δεν είναι εξαγωγικές επιδοτήσεις και, συνεπώς, δεν θεωρείται ότι επηρέασαν την τιμή εξαγωγής και το αντίστοιχο περιθώριο ντάμπινγκ. Ως εκ τούτου, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι οι συνολικές εξετασθείσες εξαγωγές είναι κοινές στις δύο διαδικασίες, οι δασμοί αντιντάμπινγκ μπορούν να επιβληθούν σε συνδυασμό με τους αντισταθμιστικούς δασμούς στο μέτρο που οι δύο δασμοί μαζί δεν υπερβαίνουν το περιθώριο εξάλειψης της ζημίας (κανόνας του χαμηλότερου δασμού).

(189)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι τα θεσμικά όργανα πρέπει να κάνουν χρήση της διακριτικής τους ευχέρειας να μην εφαρμόσουν τον κανόνα του χαμηλότερου δασμού στην παρούσα υπόθεση επικαλούμενο τους ακόλουθους λόγους:

α)

οι κοινοτικοί παραγωγοί του δείγματος που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα αντιμετωπίζουν πλήθος κρίσιμων καταστάσεων, που δεν μπορούν να αντικατοπτριστούν στους υπολογισμούς του περιθωρίου ζημίας·

β)

κατά τον καθορισμό των πιο πρόσφορων μέτρων που πρέπει να επιβληθούν είναι αναγκαίο να ληφθούν υπόψη τα συμφέροντα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής στο σύνολό της, συμπεριλαμβανομένων των συμφερόντων των πιο ευάλωτων παραγωγών οι οποίοι βρέθηκαν πλήρως εκτεθειμένοι στον αθέμιτο ανταγωνισμό και εμποδίστηκαν να επιτύχουν το κρίσιμο μέγεθος δραστηριοτήτων που θα δικαιολογούσε την ένταξή τους στο δείγμα·

γ)

η έρευνα απέδειξε τη μεγάλη έκταση των πρακτικών ντάμπινγκ και επιδότησης, οι οποίες αποτελούν την πρωταρχική αιτία της κρίσιμης κατάστασης των παραγωγών βιοντίζελ, συμπεριλαμβανομένων όσων δεν ήταν δυνατό να περιληφθούν στο δείγμα.

(190)

Επ’ αυτού σημειώνεται ότι το περιθώριο ζημίας που καθορίστηκε στην έρευνα θεωρείται ικανό να άρει τη ζημία που υπέστησαν οι παραγωγοί του κοινοτικού κλάδου παραγωγής που ερευνήθηκαν. Επειδή η έρευνα επικεντρώθηκε στην κατάσταση των εν λόγω παραγωγών δεν είναι δυνατό να γίνει ακριβής προσδιορισμός για τους κοινοτικούς παραγωγούς στο σύνολό τους, όπως υπαινίσσεται το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος. Συνεπώς, το σκεπτικό αυτό δεν επιτρέπει στα θεσμικά όργανα να παρεκκλίνουν από τη νομική απαίτηση εφαρμογής του κανόνα του χαμηλότερου δασμού.

(191)

Βάσει των ανωτέρω, καθορίστηκαν οι συντελεστές του δασμού αντιντάμπινγκ με βάση τη σύγκριση των περιθωρίων εξάλειψης της ζημίας, των περιθωρίων ντάμπινγκ και των αντισταθμιστικών δασμών. Κατά συνέπεια, οι προτεινόμενοι δασμοί αντιντάμπινγκ είναι οι ακόλουθοι:

Εταιρεία

Περιθώριο ζημίας

Περιθώριο ντάμπινγκ

Συντελεστής αντισταθμιστικού δασμού

Συντελεστής δασμού αντιντάμπινγκ

Archer Daniels Midland Company

54,5 %

10,1 %

35,1 %

10,1 %

Cargill Inc.

ελάχιστο επίπεδο

34,5 %

0 %

Green Earth Fuels of Houston LLC

51,3 %

88,4 %

39,0 %

12,3 %

Imperium Renewables Inc.

41,6 %

29,5 %

29,1 %

12,5 %

Peter Cremer North America LP

77,2 %

39,2 %

41,0 %

36,2 %

World Energy Alternatives LLC

46,1 %

52,3 %

37,6 %

8,5 %

Συνεργασθείσες εταιρείες που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα

55,3 %

33,5 %

36,0 %

19,3 %

(192)

Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι ο δασμός αντιντάμπινγκ θα εφαρμοστεί σε μείγματα που περιέχουν βιοντίζελ άνω του 20 % κατά βάρος, κατ’ αναλογία προς την περιεκτικότητά τους σε βιοντίζελ, κρίνεται πρόσφορο για την αποτελεσματική εφαρμογή των μέτρων από τις τελωνειακές αρχές των κρατών μελών να οριστούν οι δασμοί ως σταθερά ποσά βάσει της περιεκτικότητας σε βιοντίζελ.

(193)

Ορισμένα μέρη αμφισβήτησαν τη μέθοδο που χρησιμοποιήθηκε για τη μετατροπή των κατ’ αξία δασμών σε δασμούς υπό μορφή σταθερών ποσών. Ισχυρίστηκαν ότι οι τιμές CIF που θα έπρεπε να είχαν χρησιμοποιηθεί για τη μετατροπή του κατ’ αξίαν δασμού σε σταθερό ποσό έπρεπε να ήταν οι πραγματικές τιμές CIF και όχι οι τιμές CIF όπως προσαρμόστηκαν για να ληφθούν υπόψη οι διαφορές σε επίπεδο πρώτης ύλης που περιγράφονται στις αιτιολογικές σκέψεις 83 και 84 του προσωρινού κανονισμού.

(194)

Ο ισχυρισμός αυτός εξετάστηκε και πράγματι διαπιστώθηκε ότι χρησιμοποιήθηκαν οι προσαρμοσμένες τιμές CIF για τη μετατροπή των κατ’ αξίαν δασμών σε δασμούς σταθερού ποσού. Ωστόσο, διαπιστώθηκε επίσης ότι οι ίδιες τιμές χρησιμοποιήθηκαν ως βάση για να εκφραστεί το ποσό πώλησης σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές ως κατ’ αξία δασμός. Συνεπώς, έπρεπε κατ’ αρχάς να διορθωθεί η έκφραση του ποσού πώλησης σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές ως ποσοστού της συνολικής πραγματικής αξίας των εισαγωγών σε τιμές CIF. Επ’ αυτής της βάσης τα περιθώρια ζημίας αναθεωρήθηκαν ανάλογα. Ωστόσο, υπολογίζοντας στη συνέχεια το δασμό υπό μορφή σταθερού ποσού δεν προέκυψε καμία διαφορά από τους δασμούς που εμφανίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του προσωρινού κανονισμού, διότι ο υψηλότερος κατ’ αξίαν δασμός αντισταθμίστηκε ακριβώς από τη μείωση των τιμών CIF (λαμβάνοντας υπόψη τις πραγματικές τιμές CIF αντί των προσαρμοσμένων) που χρησιμοποιήθηκαν για την μετατροπή των δασμών κατ' αξίαν σε μορφή σταθερού ποσού.

(195)

Οι ατομικοί συντελεστές δασμού αντιντάμπινγκ σε επίπεδο εταιρείας που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό καθορίστηκαν βάσει των πορισμάτων της παρούσας έρευνας. Επομένως, οι δασμοί αυτοί αντικατοπτρίζουν την κατάσταση που διαπιστώθηκε κατά την εν λόγω έρευνα όσον αφορά τις συγκεκριμένες εταιρείες. Αυτοί οι συντελεστές δασμού (σε αντίθεση με το δασμό σε επίπεδο χώρας που ισχύει για «όλες τις άλλες εταιρείες») ισχύουν, κατά συνέπεια, αποκλειστικά για τις εισαγωγές προϊόντων που προέρχονται από την εξεταζόμενη χώρα και παράγονται από τις εταιρείες, και ως εκ τούτου, από τις αναφερόμενες συγκεκριμένες νομικές οντότητες. Τα εισαγόμενα προϊόντα που παράγονται από οποιαδήποτε άλλη εταιρεία η οποία δεν αναφέρεται ρητώς στο διατακτικό του παρόντος κανονισμού με την επωνυμία και τη διεύθυνσή της, συμπεριλαμβανομένων των οντοτήτων που συνδέονται με τις εταιρείες που αναφέρονται ρητώς, δεν μπορούν να επωφεληθούν από αυτούς τους συντελεστές και υπόκεινται στο δασμολογικό συντελεστή που ισχύει για «όλες τις άλλες εταιρείες».

(196)

Οποιοδήποτε αίτημα για την εφαρμογή ατομικού συντελεστή δασμού αντιντάμπινγκ σε εταιρείες (π.χ. μετά από αλλαγή της επωνυμίας της επιχείρησης ή μετά τη δημιουργία νέας επιχείρησης παραγωγής ή πωλήσεων) θα πρέπει να απευθύνεται πάραυτα στην Επιτροπή (10) μαζί με όλες τις σχετικές πληροφορίες και, ιδίως, οποιαδήποτε αλλαγή των δραστηριοτήτων της εταιρείας που σχετίζεται με την παραγωγή, τις εγχώριες και τις εξαγωγικές πωλήσεις και που συνδέεται, για παράδειγμα, με αυτήν την αλλαγή της επωνυμίας ή την αλλαγή των εν λόγω επιχειρήσεων παραγωγής και πωλήσεων. Αν κριθεί σκόπιμο, ο κανονισμός θα τροποποιηθεί στη συνέχεια ανάλογα, με επικαιροποίηση του καταλόγου των εταιρειών για τις οποίες ισχύουν ατομικοί συντελεστές δασμών.

(197)

Όλα τα μέρη ενημερώθηκαν σχετικά με τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και το σκεπτικό βάσει των οποίων επρόκειτο να προταθεί η επιβολή οριστικών δασμών αντιντάμπινγκ. Επίσης, τους δόθηκε προθεσμία εντός της οποίας θα μπορούσαν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους μετά την εν λόγω κοινοποίηση. Οι παρατηρήσεις που υποβλήθηκαν από τα ενδιαφερόμενα μέρη εξετάστηκαν δεόντως και, όπου κρίθηκε σκόπιμο, τα πορίσματα τροποποιήθηκαν ανάλογα.

(198)

Για να εξασφαλιστεί η ίση μεταχείριση μεταξύ των τυχόν νέων παραγωγών-εξαγωγέων και των συνεργασθεισών εταιρειών που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα και που αναφέρονται στο παράρτημα Ι του παρόντος κανονισμού, είναι σκόπιμο να υπάρξει διάταξη που να προβλέπει ότι ο μέσος σταθμισμένος δασμός που επιβάλλεται στις εν λόγω συνεργασθείσες εταιρείες εφαρμόζεται και σε κάθε νέο εξαγωγέα που, σε διαφορετική περίπτωση, δεν θα μπορούσε να τύχει επανεξέτασης σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού, αφού το άρθρο 11 παράγραφος 4 δεν ισχύει στις περιπτώσεις που έχει γίνει χρήση δειγματοληψίας.

8.3.   Αναλήψεις υποχρεώσεων

(199)

Ορισμένοι αμερικανοί συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς προσέφερε ανάληψη υποχρέωσης ως προς τις τιμές σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού. Σημειώνεται ότι λόγω σημαντικών διακυμάνσεων στις τιμές της πρώτης ύλης, το προϊόν δεν θεωρείται κατάλληλο για ανάληψη υποχρέωσης σταθερής τιμής. Επομένως, οι εταιρείες πρότειναν να αναπροσαρμόζονται τακτικά οι ελάχιστες τιμές εισαγωγής ανάλογα με τις διακυμάνσεις των τιμών του κραμβέλαιου. Επιπλέον, προσέφεραν τιμές εισαγωγής για τρεις τύπους ώστε να ληφθεί υπόψη η ποικιλία του εισαγόμενου προϊόντος (βιοντίζελ από σογιέλαιο, φοινικέλαιο ή έλαιο κανόλα) βάσει των συντελεστών πρώτων υλών που καθορίζονται κατά την ΠΕ.

(200)

Όσον αφορά τις προσφορές των συνεργασθέντων παραγωγών-εξαγωγέων, σημειώνεται ότι η βάση για τον καθορισμό αναπροσαρμοσμένης ελάχιστης τιμής εισαγωγής ήταν κατά μέσο όρο από 7-8 % χαμηλότερη από την τιμή που δεν προκαλεί ζημία η οποία καθορίστηκε κατά την ΠΕ. Επίσης, οι συντελεστές που προτάθηκαν για την επίτευξη προσαρμοσμένων ελάχιστων τιμών εισαγωγής για τους προαναφερθέντες τύπους δεν είναι κατάλληλοι επειδή σχετίζονταν με την ΠΕ. Πράγματι, επειδή αυτοί οι συντελεστές οι οποίοι εξαρτώνται από τη διαφορά στην τιμή μεταξύ της πρώτης ύλης αυξομειώνονται συνεχώς, ενδέχεται να έχουν αλλάξει σημαντικά σε σχέση με την ΠΕ. Επομένως, η προτεινόμενη αναπροσαρμογή των ελάχιστων τιμών εισαγωγής για το βιοντίζελ από σογιέλαιο ή φοινικέλαιο βάσει των διακυμάνσεων τιμών του κραμβέλαιου θεωρήθηκε ακατάλληλη επειδή βασιζόταν στην εξέλιξη των τιμών μιας διαφορετικής πρώτης ύλης από εκείνη που χρησιμοποιείται για την παραγωγή του εξαγόμενου υπό εξέταση προϊόντος.

(201)

Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω και ανεξάρτητα από τυχόν άλλα πρακτικά ζητήματα της εταιρείας που αφορούν την αποδοχή τους, θεωρήθηκε ότι οι αναλήψεις υποχρεώσεων έπρεπε να απορριφθούν διότι η μέθοδος για τον προσδιορισμό των ελάχιστων τιμών εισαγωγής δεν ήταν κατάλληλη και ότι τα επίπεδα των ελάχιστων τιμών εισαγωγής που προτάθηκαν δεν θα μπορούσαν να εξαλείψουν τη ζημιογόνο πρακτική ντάμπινγκ.

8.4.   Οριστική είσπραξη των προσωρινών δασμών και ειδική παρακολούθηση

(202)

Μετά τη γνωστοποίηση των τελικών συμπερασμάτων, ο καταγγέλλων ζήτησε ειδικά μέτρα για την αποφυγή πιθανή καταστρατήγηση των μέτρων λόγω του ότι η σχετική αγορά είναι μια παγκόσμια αγορά βασικών προϊόντων με ένα ανταλλάξιμο προϊόν που διατίθεται στην αγορά μέσω διαφόρων διαύλων πωλήσεων.

(203)

Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, είναι αναγκαίο να θεωρηθεί σκόπιμη η στενή παρακολούθηση των εισαγωγών βιοντίζελ από όλες τις χώρες καταγωγής, έτσι ώστε να είναι δυνατό να ληφθούν κατάλληλα μέτρα εφόσον είναι αναγκαίο.

(204)

Δεδομένου του μεγέθους των διαπιστωθέντων περιθωρίων ντάμπινγκ και λαμβανομένου υπόψη του επιπέδου της ζημίας που προκλήθηκε στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, θεωρείται απαραίτητο τα ποσά που καταβλήθηκαν ως εγγύηση υπό μορφή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ, που επιβλήθηκε με τον προσωρινό κανονισμό, να εισπραχθούν οριστικά στο ύψος του οριστικά επιβληθέντος δασμού. Εάν οι οριστικοί δασμοί είναι χαμηλότεροι από τους προσωρινούς δασμούς, τα ποσά που καταβλήθηκαν ως εγγύηση πέραν του οριστικού συντελεστή του δασμού αντιντάμπινγκ αποδεσμεύονται. Στην περίπτωση που οι οριστικοί δασμοί είναι υψηλότεροι από τους προσωρινούς δασμούς, εισπράττονται οριστικά μόνον τα ποσά που καταβλήθηκαν ως εγγύηση στο επίπεδο των προσωρινών δασμών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Επιβάλλεται οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές μονοαλκυλεστέρων λιπαρών οξέων ή/και παραφινικών πετρελαίων εσωτερικής καύσης (gas oils) που προέρχονται από σύνθεση ή/και υδρογονοκατεργασία, μη ορυκτής προέλευσης, κοινώς γνωστά ως «βιοντίζελ», σε καθαρή μορφή ή σε μορφή μείγματος με περιεκτικότητα κατά βάρος πάνω από 20 % σε μονοαλκυλεστέρες λιπαρών οξέων ή/και παραφινικά πετρέλαια εσωτερικής καύσης (gas oils) που προέρχονται από σύνθεση ή/και υδρογονοκατεργασία, μη ορυκτής προέλευσης, τα οποία υπάγονται σήμερα στους κωδικούς ΣΟ ex 1516 20 98 (κωδικός TARIC 1516209820), ex 1518 00 91 (κωδικός TARIC 1518009120), ex 1518 00 99 (κωδικός TARIC 1518009920), ex 2710 19 41 (κωδικός TARIC 2710194120), 3824 90 91, ex 3824 90 97 (κωδικός TARIC 3824909787), καταγωγής ΗΠΑ.

2.   Ο συντελεστής του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ που εφαρμόζεται στα προϊόντα τα οποία περιγράφονται στην παράγραφο 1 και παράγονται από τις κατωτέρω εταιρείες είναι:

Εταιρεία

Συντελεστής δασμού αντιντάμπινγκ EUR ανά καθαρό τόνο

Πρόσθετος κωδικός TARIC

Archer Daniels Midland Company, Decatur

68,6

A933

Cargill Inc., Wayzata

0

A934

Green Earth Fuels of Houston LLC, Houston

70,6

A935

Imperium Renewables Inc., Seattle

76,5

A936

Peter Cremer North America LP, Cincinnati

198,0

A937

World Energy Alternatives LLC, Boston

82,7

A939

Εταιρείες που απαριθμούνται στο παράρτημα

115,6

βλ. παράρτημα

Όλες οι άλλες εταιρείες

172,2

A999

Ο δασμός αντιντάμπινγκ στα μείγματα εφαρμόζεται κατ’ αναλογία προς τη συνολική περιεκτικότητα του μείγματος, κατά βάρος, σε μονοαλκυλεστέρες λιπαρών οξέων ή/και παραφινικά πετρέλαια εσωτερικής καύσης (gas oils) που προέρχονται από σύνθεση ή/και υδρογονοκατεργασία, μη ορυκτής προέλευσης (περιεκτικότητα σε βιοντίζελ).

3.   Εκτός αν άλλως ορίζεται, εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τους τελωνειακούς δασμούς.

Άρθρο 2

Τα ποσά που έχουν καταβληθεί ως εγγύηση υπό μορφή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 193/2009 και υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ ex 1516 20 98 (κωδικός TARIC 1516209820), ex 1518 00 91 (κωδικός TARIC 1518009120), ex 1518 00 99 (κωδικός TARIC 1518009920), ex 2710 19 41 (κωδικός TARIC 2710194120), 3824 90 91, ex 3824 90 97 (κωδικός TARIC 3824909787), καταγωγής ΗΠΑ, εισπράττονται οριστικά. Τα ποσά που καταβλήθηκαν ως εγγύηση πέραν του ποσού του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ αποδεσμεύονται. Στην περίπτωση που οι οριστικοί δασμοί είναι υψηλότεροι από τους προσωρινούς δασμούς, εισπράττονται οριστικά μόνον τα ποσά που καταβλήθηκαν ως εγγύηση στο επίπεδο των προσωρινών δασμών.

Άρθρο 3

Στις περιπτώσεις που οποιοδήποτε μέρος από τις ΗΠΑ παρέχει στην Επιτροπή επαρκή στοιχεία που αποδεικνύουν ότι δεν εξήγαγε τα προϊόντα, καταγωγής ΗΠΑ που περιγράφονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 κατά την περίοδο έρευνας, δηλαδή από την 1η Απριλίου 2007 μέχρι την 31η Μαρτίου 2008· ότι δεν συνδέεται με εξαγωγέα ή παραγωγό που υπόκειται στα μέτρα τα οποία επιβάλλονται με τον παρόντα κανονισμό· και ότι πράγματι εξήγαγε τα υπό εξέταση προϊόντα ή ανέλαβε αμετάκλητη συμβατική υποχρέωση για την εξαγωγή σημαντικής ποσότητας στην Κοινότητα μετά τη λήξη της περιόδου έρευνας, το Συμβούλιο, με απλή πλειοψηφία κατόπιν πρότασης της Επιτροπής και αφού ζητήσει τη γνώμη της συμβουλευτικής επιτροπής, μπορεί να τροποποιεί το άρθρο 1 παράγραφος 2 με σκοπό να επιβάλει στο εν λόγω μέρος το δασμό που βαρύνει τους συνεργασθέντες παραγωγούς που δεν περιλαμβάνονται στο δείγμα, δηλαδή 115,6 EUR ανά τόνο.

Άρθρο 4

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 7 Ιουλίου 2009.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

A. BORG


(1)  ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 67 της 12.3.2009, σ. 22.

(3)  ΕΕ L 67 της 12.3.2009, σ. 50.

(4)  Το άρθρο 18 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού ορίζει τα εξής: «Όταν ένα ενδιαφερόμενο μέρος αρνείται την πρόσβαση σε απαραίτητες πληροφορίες ή γενικότερα δεν τις παρέχει εντός των προθεσμιών που προβλέπει ο παρών κανονισμός ή παρεμποδίζει σημαντικά την έρευνα, επιτρέπεται να συνάγονται προσωρινά ή τελικά συμπεράσματα, είτε καταφατικά είτε αποφατικά, με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία. […]».

(5)  Σε αντίθεση με τις εταιρείες οι οποίες έλαβαν έντυπο δειγματοληψίας αλλά δεν το επέστρεψαν.

(6)  Κλάση 3826 00 για την κάλυψη του «βιοντίζελ και των μειγμάτων αυτού, τα οποία δεν περιέχουν ή περιέχουν λιγότερο από 70 % κατά βάρος λάδια πετρελαίου και ασφαλτούχων ορυκτών».

(7)  «Τα αναμεμειγμένα προϊόντα, τα τεχνουργήματα και τα είδη που αποτελούνται από διάφορες ύλες ή προκύπτουν από τη συναρμολόγηση διαφόρων αντικειμένων, καθώς και τα εμπορεύματα που παρουσιάζονται σε σύνολα συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, στα οποία η κατάταξη δεν μπορεί να γίνει με εφαρμογή του κανόνα 3 α), κατατάσσονται σύμφωνα με την ύλη ή το είδος που δίνει σ' αυτά τον ουσιώδη τους χαρακτήρα, όταν είναι δυνατός αυτός ο καθορισμός.»

(8)  Υπόθεση T-348/05: JSC Kirovo-Chepetsky Khimichesky Kombinat κατά Συμβουλίου, 10 Σεπτεμβρίου 2008, σκέψεις 61-63.

(9)  Υπόθεση T-348/05: JSC Kirovo-Chepetsky Khimichesky Kombinat κατά Συμβουλίου, 10 Σεπτεμβρίου 2008, σκέψεις 61-63.

(10)  European Commission, Directorate-General for Trade, Directorate H, Office N105 04/092, 1049 Brussels, Belgium.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς των ΗΠΑ που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα

Επωνυμία εταιρείας

Πόλη

Πρόσθετος κωδικός TARIC

American Made Fuels, Inc.

Canton

A940

AG Processing Inc.

Omaha

A942

Alabama Clean Fuels Coalition Inc.

Birmingham

A940

Arkansas SoyEnergy Group

DeWitt

A940

Arlington Energy, LLC

Mansfield

A940

Athens Biodiesel, LLC

Athens

A940

Beacon Energy

Cleburne

A940

Biodiesel of Texas, Inc.

Denton

A940

BioDiesel One Ltd

Southington

A940

Buffalo Biodiesel, Inc

Tonawanda

A940

BullDog BioDiesel

Ellenwood

A940

Carbon Neutral Solutions, LLC

Mauldin

A940

Central Iowa Energy, LLC

Newton

A940

Chesapeake Custom Chemical Corp.

Ridgeway

A940

Community Fuels

Stockton

A940

Delta BioFuels, Inc.

Natchez

A940

Diamond Biofuels

Mazon

A940

Direct Fuels

Euless

A940

Eagle Creek Fuel Services, LLC

Baltimore

A940

Earl Fisher Bio Fuels

Chester

A940

East Fork Biodiesel, LLC

Algona

A940

ECO Solutions, LLC

Chatsworth

A940

Ecogy Biofuels, LLC

Tulsa

A940

ED & F Man Biofuels Inc.

New Orleans

A940

Freedom Biofuels, Inc.

Madison

A940

Fuel & Lube, LLC

Richmond

A940

Fuel Bio

Elizabeth

A940

FUMPA Bio Fuels

Redwood Falls

A940

Galveston Bay Biodiesel, LP (BioSelect Fuels)

Houston

A940

Geo Green Fuels, LLC

Houston

A940

Georgia Biofuels Corp.

Loganville

A940

Green River Biodiesel, Inc.

Moundville

A940

Griffin Industries, Inc.

Cold Spring

A940

High Plains Bioenergy

Guymon

A940

Huish Detergents, Inc.

Salt Lake City

A940

Incobrasa Industries, Ltd.

Gilman

A940

Independence Renewable Energy Corp.

Perdue Hill

A940

Indiana Flex Fuels

LaPorte

A940

Innovation Fuels, Inc.

Newark

A940

Iowa Renewable Energy, LLC

Washington

A940

Johann Haltermann Ltd.

Houston

A940

Lake Erie Biofuels, LLC

Erie

A940

Leland Organic Corporation

Leland

A940

Louis Dreyfus Agricultural Industries, LLC

Wilton

A940

Louis Dreyfus Claypool Holdings LLC

Claypool

A940

Memphis Biofuels, LLC

Memphis

A942

Middle Georgia Biofuels

East Dublin

A940

Middletown Biofuels, LLC

Blairsville

A940

Musket Corporation

Oklahoma City

A940

New Fuel Company

Dallas

A940

North Mississippi Biodiesel

New Albany

A940

Northern Biodiesel, Inc.

Ontario

A940

Northwest Missouri Biofuels, LLC

St. Joseph

A940

Nova Biofuels Clinton County, LLC

Clinton

A940

Nova Biosource

Senaca

A940

Organic Fuels, Ltd

Houston

A940

Owensboro Grain Company LLC

Owensboro

A940

Paseo Cargill Energy, LLC

Kansas City

A940

Peach State Labs, Inc.

Rome

A940

Perihelion Global, Inc.

Opp

A940

Philadelphia Fry-O-Diesel Inc.

Philadelphia

A940

Pinnacle Biofuels, Inc.

Crossett

A940

PK Biodiesel

Woodstock

A940

Pleasant Valley Biofuels, LLC

American Falls

A940

RBF Port Neches LLC

Houston

A940

Red Birch Energy, Inc.

Bassett

A940

Red River Biodiesel Ltd.

New Boston

A940

REG Ralston, LLC

Ralston

A940

Renewable Energy Products, LLC

Santa Fe Springs

A940

Riksch BioFuels LLC

Crawfordsville

A940

Safe Renewable Corp.

Conroe

A940

Sanimax Energy Inc.

DeForest

A940

Scott Petroleum

Itta Bena

A942

Seminole Biodiesel

Bainbridge

A940

Soy Solutions

Milford

A940

SoyMor Biodiesel, LLC

Albert Lea

A940

Sunshine BioFuels, LLC

Camilla

A940

TPA Inc.

Warren

A940

Trafigura AG

Stamford

A940

U.S. Biofuels, Inc.

Rome

A940

United Oil Company

Pittsbourgh

A940

Valco Bioenergy

Harlingen

A940

Vanguard Synfuels, LLC

Pollock

A940

Vinmar Overseas, Ltd

Houston

A938

Vitol Inc.

Houston

A940

Walsh Bio Diesel, LLC

Mauston

A940

Western Dubque Biodiesel, LLC

Farley

A940

Western Iowa Energy, LLC

Wall Lake

A940

Western Petroleum Company

Eden Prairie

A940


Top