Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document E2006C0125

    Απόφαση της Εποπτεύουσας Αρχής της ΕΖΕΣ αριθ. 125/06/COL, της 3ης Μαΐου 2006 , που αφορά το νορβηγικό Ταμείο Ενέργειας (Νορβηγία)

    ΕΕ L 189 της 17.7.2008, p. 36–62 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    Legal status of the document In force

    ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/2006/125(2)/oj

    17.7.2008   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    L 189/36


    ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΟΠΤΕΫΟΥΣΑΣ ΑΡΧΉΣ ΤΗΣ ΕΖΕΣ

    αριθ. 125/06/COL

    της 3ης Μαΐου 2006

    που αφορά το νορβηγικό Ταμείο Ενέργειας (Νορβηγία)

    Η ΕΠΟΠΤΕΥΟΥΣΑ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΖΕΣ (1),

    Έχοντας υπόψη:

    τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (2), και ιδίως τα άρθρα 61 έως 63 και το πρωτόκολλο αριθ. 26,

    τη συμφωνία μεταξύ των κρατών ΕΖΕΣ για τη σύσταση Εποπτεύουσας Αρχής και Δικαστηρίου (3), και ιδίως το άρθρο 24,

    το άρθρο 1 παράγραφος 2 του μέρους Ι και τα άρθρα 4 παράγραφος 4, 6, 7 παράγραφος 2, 7 παράγραφος 3, 7 παράγραφος 4, 7 παράγραφος 5 και 14 του μέρους ΙΙ του πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας για τη σύσταση Εποπτεύουσας Αρχής και Δικαστηρίου,

    τις κατευθυντήριες γραμμές της Αρχής (4) για την εφαρμογή και την ερμηνεία των άρθρων 61 και 62 της συμφωνίας ΕΟΧ, και ιδίως το Κεφάλαιο 15 περί περιβαλλοντικών ενισχύσεων,

    την απόφαση της Αρχής, της 14ης Ιουλίου 2004, σχετικά με τις διατάξεις εφαρμογής που αναφέρονται στο άρθρο 27 του μέρους ΙΙ του πρωτοκόλλου 3 της Συμφωνίας περί Εποπτείας και Δικαστηρίου,

    Αφού κάλεσε τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σύμφωνα με τις προαναφερθείσες διατάξεις (5) και έχοντας υπόψη τις παρατηρήσεις αυτές,

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    I.   ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

    1.   Διαδικασία

    Με επιστολή της 5ης Ιουνίου 2003 της νορβηγικής αποστολής στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με την οποία διαβιβάστηκε επιστολή του Υπουργείου Πετρελαίου και Ενέργειας της 4ης Ιουνίου 2003, οι οποίες παρελήφθησαν και καταχωρήθηκαν από την Αρχή στις 10 Ιουνίου 2003 (έγγραφο αριθ. 03-3705-Α, καταχωρημένο με αριθμό φακέλου SAM 030.03006), οι νορβηγικές αρχές κοινοποίησαν, σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 3 του μέρους Ι του πρωτοκόλλου 3 της Συμφωνίας Εποπτεύουσας Αρχής και Δικαστηρίου, μετατροπές δύο υφισταμένων καθεστώτων ενισχύσεων· πρόκειται για το «Πρόγραμμα επιχορήγησης για την εισαγωγή νέας ενεργειακής τεχνολογίας» και για τα «Μέτρα πληροφόρησης και εκπαίδευσης στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης».

    Με επιστολή της 16ης Ιουνίου 2003 (Doc. No 03-3789-D), η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ (στο εξής καλούμενη «η Αρχή»), πληροφόρησε τις νορβηγικές αρχές ότι, επειδή το καθεστώς είχε τεθεί σε ισχύ ήδη από την 1η Ιανουαρίου, δηλαδή πριν από την κοινοποίηση, το μέτρο επρόκειτο να χαρακτηριστεί «παράνομη ενίσχυση» σύμφωνα με το Κεφάλαιο 6 των διαδικαστικών και ουσιαστικών κανόνων στον τομέα της χορήγησης κρατικών ενισχύσεων της Αρχής (6).

    Μετά από πολλές ανταλλαγές επιστολών (7), η Αρχή πληροφόρησε τις νορβηγικές αρχές, με επιστολή της 18ης Μαΐου 2005, ότι είχε αποφασίσει να κινήσει τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του μέρους I του Πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας Εποπτεύουσας Αρχής και Δικαστηρίου, σχετικά με το νορβηγικό Ταμείο Ενέργειας.

    Η απόφαση αριθ. 122/05/COL της Αρχής για κίνηση της διαδικασίας δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στο συμπλήρωμά της για τον ΕΟΧ (8). Η Αρχή κάλεσε τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τα σχόλιά τους σχετικά. Η Αρχή έλαβε μία παρατήρηση. Με επιστολή της 27ης Σεπτεμβρίου 2005 (Περιστατικό αριθ. 335569) η Αρχή διαβίβασε αυτή την παρατήρηση στις νορβηγικές αρχές για σχολιασμό.

    Με επιστολή της 15ης Ιουλίου 2005 της νορβηγικής αποστολής στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με την οποία διαβιβάστηκε επιστολή του Υπουργείου Εκσυγχρονισμού της 12ης Ιουλίου 2005 και επιστολή του Υπουργείου Πετρελαίου και Ενέργειας της 11ης Ιουλίου 2005, οι νορβηγικές αρχές υπέβαλαν σχόλια ως προς την απόφαση της Αρχής να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας. Η Αρχή παρέλαβε και καταχώρησε αυτές τις επιστολές στις 19 Ιουλίου 2005 (Περιστατικό αριθ. 327172).

    Στις 6 Οκτωβρίου 2005, οι νορβηγικές αρχές γνωστοποίησαν νέες πληροφορίες, ιδίως μια έκθεση του εμπειρογνώμονα First Securities (Περιστατικό αριθ. 345642). Στις 11 Οκτωβρίου 2005, πραγματοποιήθηκε συνεδρίαση μεταξύ των νορβηγικών αρχών και της Αρχής. Στις 18 Νοεμβρίου 2005, οι νορβηγικές αρχές διαβίβασαν, με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, περισσότερες πληροφορίες (περιστατικό αριθ. 350637). Στις 13 Φεβρουαρίου 2006, πραγματοποιήθηκε συνεδρίαση με τις νορβηγικές αρχές. Στις 8 Μαρτίου 2006, οι νορβηγικές αρχές διαβίβασαν περισσότερες πληροφορίες (περιστατικό αριθ. 365788).

    2.   Περιγραφή των μέτρων στήριξης δυνάμει του Ταμείου Ενέργειας

    Με την κοινοποίησή της, η νορβηγική κυβέρνηση γνωστοποίησε μεταβολές δύο υφισταμένων καθεστώτων στον τομέα της ενέργειας, τα οποία ήταν σε ισχύ από το 1978/79 υπό την αρμοδιότητα της NVE, της νορβηγικής διεύθυνσης για τους υδάτινους πόρους και την ενέργεια. Το πρώτο καθεστώς ήταν το «πρόγραμμα επιχορήγησης για την εισαγωγή νέας ενεργειακής τεχνολογίας», με το οποίο η νορβηγική κυβέρνηση είχε στηρίξει επενδυτικά την εισαγωγή τεχνολογιών ανανεώσιμων ενεργειών. Το δεύτερο καθεστώς, «μέτρα πληροφόρησης και εκπαίδευσης στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης» αφορούσε τη στήριξη εκστρατειών και μαθημάτων σχετικά με την ενεργειακή απόδοση για τους τομείς της βιομηχανίας, του εμπορίου και των νοικοκυριών. Τα καθεστώτα αυτά είχαν χρηματοδοτηθεί από κονδύλια του προϋπολογισμού. Οι σημαντικότερες κοινοποιηθήσες μεταβολές των καθεστώτων αυτών αφορούσαν:

    2.1.

    τη συγχώνευση των καθεστώτων σε έναν νέο μηχανισμό χρηματοδότησης, το Ταμείο Ενέργειας·

    2.2.

    έναν νέο τρόπο χρηματοδότησης αυτών των καθεστώτων, χρησιμοποιώντας επίσης — για όλα τα μέτρα που στηρίζονται από τον Enova — μια εισφορά επί των τιμολογίων διανομής ηλεκτρικής ενέργειας (9), επιπλέον από την εξακολούθηση της παροχής επιχορηγήσεων από τον κρατικό προϋπολογισμό· και

    2.3.

    τη διοικητική διαχείριση του Ταμείου Ενέργειας από το νεοσύστατο διοικητικό φορέα Enova. Επίσης, εγκρίθηκαν νέες διατάξεις και μια συμφωνία μεταξύ του νορβηγικού κράτους και του Enova. Αναμένεται ότι με τις διατάξεις αυτές θα εξασφαλίστεί η επίτευξη, μέσω των μέτρων στήριξης, ορισμένων στόχων της ενεργειακής πολιτικής που τέθηκαν προσφάτως.

    προσθ. 2.1.   Συγχώνευση των δύο καθεστώτων στήριξης

    Την 1η Ιανουαρίου 2002, ιδρύθηκε το Ταμείο Ενέργειας στο πλαίσιο του οποίου συγχωνεύθηκαν τα δύο προαναφερόμενα καθεστώτα. Το Ταμείο Ενέργειας χρησιμεύει ως χρηματοδοτικός μηχανισμός για μέτρα στήριξης που εξακολουθούν να ισχύουν δυνάμει του νέου καθεστώτος.

    προσθ. 2.2.   Ο νέος τρόπος χρηματοδότησης του Ταμείου Ενέργειας

    Ενώ τα υφιστάμενα καθεστώτα είχαν χρηματοδοτηθεί με επιχορηγήσεις από τον κρατικό προϋπολογισμό, το προσφάτως ιδρυθέν Ταμείο Ενέργειας χρηματοδοτείται από επιχορηγήσεις από τον κρατικό προϋπολογισμό καθώς επίσης και μέσω μιας εισφοράς επί των τιμολογίων διανομής της ηλεκτρικής ενέργειας (δεν πρόκειται για εισφορά επί της παραγωγής ενέργειας αυτής καθεαυτής).

    Η εισφορά αυτή προβλέπεται από τον κανονισμό για το Ταμείο Ενέργειας του Υπουργείου Πετρελαίου και Ενέργειας της 10ης Δεκεμβρίου 2001 (10). Σύμφωνα με το τμήμα 3 καθώς επίσης και με το τμήμα 2 α) του κανονισμού για το Ταμείο Ενέργειας, κάθε εταιρεία στην οποία έχει χορηγηθεί άδεια σύμφωνα με το τμήμα 4-1 του νόμου σχετικά με την ενέργεια (11)omsetningskonsesjoner») πρέπει, όταν επιβαρύνει τον τελικό χρήστη για την κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας από το δίκτυο, να συνδυάζει το τιμολόγιο με ένα συμπλήρωμα 1 øre/kWh (το οποίο αυξήθηκε από την 1η Ιουλίου 2004 σε σύγκριση με το προηγούμενο 0,3 øre/KWh) για κάθε κατανάλωση ενέργειας (βλ. επίσης το τμήμα 4-4 του νόμου για την ενέργεια).

    Κατά συνέπεια, ο αδειούχος θα πληρώνει στο Ταμείο Ενέργειας εισφορά 1 øre/kWh πολλαπλασιαζόμενη με το ποσό της ενέργειας για το οποίο τιμολογείται ο τελικός χρήστης στο δίκτυο διανομής. Όπως φαίνεται από τον πίνακα του τμήματος I.7 της παρούσας απόφασης, η χρηματοδότηση του Ταμείου Ενέργειας προερχόταν όλο και περισσότερο μόνο από την εισφορά. Εντούτοις, το γεγονός αυτό δεν αποκλείει τη δυνατότητα μελλοντικά το Ταμείο Ενέργειας να λάβει εκ νέου πιστώσεις του προϋπολογισμού.

    Προσθ. 2.3.   Η διοικητική διαχείριση του Ταμείου Ενέργειας εκ μέρους του Enova

    Στις 22 Ιουνίου 2001, θεσπίστηκε ο Enova SF (12). Ο Enova είναι ένας νέος διοικητικός φορέας, οργανωμένος ως κρατική επιχείρηση (statsforetak, SF) (13). Αποτελεί ιδιοκτησία του νορβηγικού κράτους μέσω του Υπουργείου Πετρελαίου και Ενέργειας. Ο Enova λειτουργεί από την 1η Ιανουαρίου 2002, δηλαδή από την ημερομηνία κατά την οποία ιδρύθηκε το Ταμείο Ενέργειας.

    Το κυριότερο καθήκον του Enova είναι η υλοποίηση των καθεστώτων στήριξης, η διοικητική διαχείριση του Ταμείου Ενέργειας και η επίτευξη των στόχων της ενεργειακής πολιτικής που ενέκρινε το νορβηγικό κοινοβούλιο το 2000. Αυτά τα κύρια καθήκοντα προσδιορίζονται περαιτέρω σε μια συμφωνία μεταξύ του νορβηγικού κράτους (του Υπουργείου Πετρελαίου και Ενέργειας) και του Enova SF (εφεξής «η συμφωνία») (14). Σύμφωνα με την περιγραφή του ίδιου του Enova, «η ίδρυση του Enova SF σηματοδοτεί αλλαγή της οργάνωσης της Νορβηγίας και της υλοποίησης της πολιτικής της σχετικά με την ενεργειακή απόδοση και την ανανεώσιμη ενέργεια».

    3.   Εθνική νομική βάση για τα μέτρα στήριξης

    Η εθνική νομική βάση για τα μέτρα στήριξης είναι η κοινοβουλευτική απόφαση της 5ης Απριλίου 2001 (15) επί τη βάσει πρότασης του Υπουργείου Πετρελαίου και Ενέργειας της 21ης Δεκεμβρίου 2000 (16). Η κοινοβουλευτική απόφαση τροποποιεί το νόμο για την ενέργεια της 29ης Ιουνίου 1990 αριθ. 50 (Energiloven). Τα κυριότερα καθήκοντα του Enova προσδιορίζονται στην προαναφερόμενη συμφωνία μεταξύ του Υπουργείου και του Enova.

    Σημαντικότερος είναι ο κανονισμός που εκδόθηκε προσφάτως, υπ' αριθ. 1377 της 10ης Δεκεμβρίου 2001, σχετικά με την εισφορά επί των τιμολογίων διανομής ηλεκτρικής ενέργειας (Forskrift om innbetaling av påslag på nettariffen til Energifondet). Ένας κανονισμός σχετικά με το Ταμείο Ενέργειας (Vedteker for energifondet) ορίζει ότι το Ταμείο Ενέργειας υπάγεται στο Υπουργείο Πετρελαίου και Ενέργειας και προσδιορίζει ότι η διοικητική διαχείρισή του πραγματοποιείται από τον Enova.

    4.   Ο στόχος του μέτρου ενίσχυσης

    Η υπαγωγή των συγχωνευμένων καθεστώτων στο Ταμείο Ενέργειας που ιδρύθηκε προσφάτως και στο φορέα διοικητικής διαχείρισης Enova πραγματοποιήθηκε με στόχο την επίτευξη της αποδοτικότερης χρησιμοποίησης των δημοσίων πόρων για μέτρα εξοικονόμησης της ενέργειας και παραγωγή ενέργειας συμβατής με το περιβάλλον. Ο Enova και το Ταμείο Ενέργειας θα πρέπει να πετύχουν τους νέους ενεργειακούς στόχους που εγκρίθηκαν από το Κοινοβούλιο (17).

    Σύμφωνα με την προαναφερόμενη συμφωνία, ο συνδυασμός της εξοικονόμησης ενέργειας και των νέων, συμβατών με το περιβάλλον, μορφών παραγωγής ενέργειας θα έχει ως αποτέλεσμα τουλάχιστον 12 TWh ως το τέλος του 2010, από τα οποία

    τουλάχιστον 4 TWh θα οφείλονται στη βελτίωση της πρόσβασης σε υδατογενή θέρμανση που βασίζεται σε νέες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, σε θέρμανση με αντλίες θερμότητας και θερμοσυσσώρευση, και

    τουλάχιστον 3 TWh θα προέρχονται από την αυξημένη χρησιμοποίηση της αιολικής ενέργειας.

    Στη συμφωνία ορίζεται ως δευτερεύων στόχος ότι οι πόροι του Ταμείου θα συμβάλλουν στην εξοικονόμηση ενέργειας και στην παραγωγή νέων, συμβατών με το περιβάλλον, μορφών ενέργειας, ο συνδυασμός των οποίων θα φτάσει τουλάχιστον στα 5,5 TWh (αρχικά 4,5 TWh) ως το τέλος του 2005. Στηρίζοντας νέες μορφές ανανεώσιμης ενέργειας και συμβάλλοντας σε αύξηση των ενεργειακών εξοικονομήσεων, η Νορβηγία επιθυμεί επίσης να μειώσει την εξάρτησή της από την πηγή παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας που χρησιμοποιείται περισσότερο, τους υδροηλεκτρικούς σταθμούς. Τα κάτωθι αριθμητικά στοιχεία, που διαβιβάστηκαν από τις νορβηγικές αρχές, δείχνουν την συνεχώς αυξανόμενη εξάρτηση της Νορβηγίας από την ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται σε υδροηλεκτρικούς σταθμούς, παρόλο που τα τελευταία χρόνια χρησιμοποιείται όλο και περισσότερο η αιολική ενέργεια και η θερμική ηλεκτρική ενέργεια.

    Πίνακας 1

    Παραγωγή, κατανάλωση, εισαγωγή και εξαγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, Νορβηγία, σε GWh, 2000-2005

     

    2000

    2001

    2002

    2003

    2004

    Ιανουάριος-Μάιος 2005

    Συνολική παραγωγή

    142 816

    121 608

    130 473

    107 273

    110 427

    60 976

    Υδροηλ. ενέργεια

    142 289

    121 026

    129 837

    106 101

    109 280

    na

    Αιολική ενέργεια

    31

    27

    75

    220

    260

    na

    Θερμική ηλ. ενέργεια

    496

    555

    561

    952

    887

    na

    Κατανάλωση

    123 761

    125 206

    120 762

    115 157

    121 919

    56 665

    Εισαγωγές

    1 474

    10 760

    5 334

    13 471

    15 334

    1 923

    Εξαγωγές

    20 529

    7 162

    15 045

    5 587

    3 842

    6 234

    Καθαρές εισαγωγές

    –19 055

    3 598

    –9 711

    7 884

    11 492

    –4 311

    Καθαρές εισαγωγές/κατανάλωση

    0,0 %

    2,9 %

    0,0 %

    6,8 %

    9,4 %

    0,0 %

    Καθαρές εξαγωγές/κατανάλωση

    15,4 %

    0,0 %

    8,0 %

    0,0 %

    0,0 %

    7,6 %

    5.   Το σύστημα του Ταμείου Ενέργειας όπως κοινοποιήθηκε

    5.1.   Γενικές παρατηρήσεις σχετικά με το Ταμείο Ενέργειας

    Ο Enova μπορεί να παράσχει επενδυτική στήριξη για συστήματα εξοικονόμησης ενέργειας και για παραγωγή και κατανάλωση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, καθώς επίσης και για ενισχύσεις αρχικής επένδυσης που αφορούν νέες ενεργειακές τεχνολογίες.

    Το επίπεδο της επιχορήγησης καθορίζεται από τεχνική και χρηματοδοτική αξιολόγηση κάθε έργου. Προτεραιότητα δίνεται στα έργα τα οποία αποδίδουν τον υψηλότερο λόγο κιλοβάτ ανά ώρα (kWh), που εξοικονομείται η παράγεται, για κάθε νορβηγική κορώνα επιχορήγησης. Η πρακτική αυτή οδηγεί σε ανταγωνισμό μεταξύ έργων για να λάβουν δημόσια επιχορήγηση· στόχος είναι η επιλογή των αποδοτικότερων έργων.

    Οι προσκλήσεις υποβολής προτάσεων έργων δημοσιεύονται στις κυριότερες εφημερίδες σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο, τουλάχιστον δύο φορές ετησίως και, για τα περισσότερα προγράμματα, τέσσερις φορές ετησίως.

    5.2.   Ανανεώσιμη ενέργεια

    Όσον αφορά την επενδυτική στήριξη για την παραγωγή και την κατανάλωση ανανεώσιμης ενέργειας, η Νορβηγία στηρίζει τα ενεργειακά έργα που ορίζονται στο άρθρο 2 της οδηγίας 2001/77/ΕΚ (18) ως πηγές ανανεώσιμης ενέργειας (βλ. Σημείο 7 των κατευθυντηρίων γραμμών της Αρχής για τις περιβαλλοντικές κρατικές ενισχύσεις, που εφεξής θα καλούνται «περιβαλλοντικές κατευθυντήριες γραμμές», το οποίο καλύπτει την αιολική και την ηλιακή ενέργεια, τη γεωθερμική ενέργεια, την κυματική ενέργεια, την παλιρροιακή ενέργεια και την ενέργεια που παράγεται από υδροηλεκτρικούς σταθμούς με ικανότητα κάτω των 10 MW, καθώς επίσης και την ενέργεια που παράγεται από βιομάζα). Η υδροηλεκτρική ενέργεια η οποία αποτελεί — όπως εξηγείται — την παραδοσιακή πηγή παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, δεν έχει μέχρι τώρα λάβει καμία στήριξη (19). Οι πόροι που χορηγούνται για την εισαγωγή του φυσικού αερίου δεν αποτελούν μέρος του Ταμείου Ενέργειας (20).

    Ο Enova εκτιμά ότι τα ακόλουθα έργα είναι επιλέξιμα για στήριξη εν γένει: αιολική ενέργεια, βιοενέργεια, παλιρροιακή ενέργεια, γεωθερμική ενέργεια, ωκεανική κυματική ενέργεια. Η ηλιακή ενέργεια περιλαμβάνει ολοκληρωμένες λύσεις παθητικών ηλιακών κτιρίων, συστήματα ηλιακής θέρμανσης και φωτοβολταϊκή (PV) παραγωγή.

    Όσο για την έννοια της «βιοενέργειας» οι νορβηγικές αρχές έχουν διευκρινίσει ότι ο όρος αυτός χρησιμοποιείται για τις ανανεώσιμες μορφές ενέργειας (ηλεκτρισμός ή θέρμανση) που βασίζονται στη βιομάζα όπως ορίζεται στην οδηγία 2001/77/ΕΚ. Η βιοενέργεια είναι έννοια ευρύτερη από την έννοια της βιομάζας και καλύπτει, π.χ., έργα τα οποία μετατρέπουν τη βιομάζα σε ηλεκτρική ενέργεια ή/και θέρμανση, σε αντίθεση με τα έργα βιομάζας τα οποία αφορούν μόνο την παραγωγή και μεταποίηση της βιομάζας αυτής καθεαυτής. Τα έργα αυτά εξαρτώνται από επιπλέον επενδύσεις σε εφεδρική ικανότητα και ικανότητα φορτίου αιχμής βάσει άλλων πηγών ενέργειας. Κατά συνέπεια, το επενδυτικό κόστος σ’ αυτά τα έργα ενδέχεται να καλύπτει όχι μόνο τη βιομάζα, αλλά επίσης και άλλες πηγές ενέργειας εκτός από τη βιομάζα. Η Αρχή κατανοεί ότι ενδέχεται να υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες η βιοενέργεια συνίσταται μόνο σε ένα κλάσμα βιομάζας.

    Οι νορβηγικές αρχές έχουν διευκρινίσει ότι η έννοια της «κατανάλωσης» ανανεώσιμων πηγών ενέργειας θα καλύπτει περιπτώσεις στις οποίες η επένδυση πραγματοποιείται για εσωτερική παραγωγή, όπου ο παραγωγός και ο χρήστης είναι η ίδια οντότητα (πράγμα που συμβαίνει συχνά όταν πρόκειται για παραγωγή θερμότητας).

    Ο Enova υπολογίζει τη στήριξη που μπορεί να παρασχεθεί σε ένα έργο, βασιζόμενος στην παρούσα αξία από την οποία αφαιρείται η διαφορά μεταξύ των δαπανών της τρέχουσας παραγωγής του έργου και των τρεχόντων εσόδων επί τη βάσει της τιμής αγοράς της οικείας πηγής ενέργειας. Με άλλα λόγια, εφαρμόζει μέθοδο υπολογισμού καθαρής πραγματικής αξίας (στη συνέχεια του παρόντος κειμένου θα αναφέρεται ως μέθοδος υπολογισμού ΚΠΑ).

    Για να επιλέξουν την τιμή αγοράς, οι νορβηγικές αρχές διακρίνουν μεταξύ τριών διαφορετικών καταστάσεων:

    Πρώτον, εξετάζουν την περίπτωση της παραγωγής ανανεώσιμων μορφών ενέργειας που τροφοδοτείται στο δίκτυο μεταφοράς και, κατά συνέπεια, ανταγωνίζεται την παραδοσιακή παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας όπως αναφέρεται στο χρηματιστήριο ηλεκτρικής ισχύος Nordpool. Αυτό συμβαίνει στην περίπτωση της αιολικής ενέργειας, της βιολογικής ενέργειας, της ενέργειας από απόβλητα, της ηλιακής ενέργειας, της παλιρροιακής και της ωκεανικής κυματικής ενέργειας και η τιμή που αναφέρεται στο Nordpool χρησιμεύει ως τιμή αναφοράς. Στο χρηματιστήριο ηλεκτρικής ισχύος Nordpool, μπορούν να παρατηρηθούν τόσο οι τρέχουσες τιμές όσο και οι προθεσμιακές τιμές ως τρία έτη. Δεδομένου ότι οι επενδύσεις βασίζονται στις αναμενόμενες τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας, ο Enova αναφέρεται σε προθεσμιακές συμβάσεις οι οποίες συναλλάσσονται σε καθημερινή βάση. Για την εξουδετέρωση των τυχαίων διακυμάνσεων των τιμών, χρησιμοποιείται ο εξαμηνιαίος μέσος όρος των τελευταίων διαπραγματεύσιμων μελλοντικών συμβάσεων. Η αναφερόμενη τιμή βασίζεται στην ημερομηνία της υποβολής του έργου, πράγμα που επαναλαμβάνεται τέσσερις φορές ετησίως.

    Η δεύτερη περίπτωση είναι η περίπτωση της τηλεθέρμανσης η οποία διανέμεται από δίκτυο τοπικής διανομής και ανταγωνίζεται με θερμότητα που προέρχεται από ορυκτά καύσιμα ή από ηλεκτρισμό. Σ’ αυτή την περίπτωση, ο Enova αναφέρεται στην πραγματική συμβατική τιμή (21) που πληρώνει ο καταναλωτής (η τιμή της συνηθισμένης ενέργειας — από ορυκτά καύσιμα και ηλεκτρισμό).

    Το τρίτο σενάριο καλύπτει την παραγωγή ενέργειας η οποία δεν τροφοδοτεί κανένα δίκτυο διανομής (π.χ. επιτόπου παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας επι τη βάσει υπολειμματικού ατμού που δεν τροφοδοτεί το ηλεκτρικό δίκτυο). Σ’αυτή την περίπτωση, χρησιμοποιείται η τιμή την οποία αντιμετωπίζει στην αγορά ο τελικός χρήστης, συμπεριλαμβανομένων των φόρων.

    Στόχος του καθεστώτος ενίσχυσης είναι η ενθάρρυνση των επενδύσεων στις ανανεώσιμες ενέργειες οι οποίες, διαφορετικά, δεν θα παράγονταν, επειδή η τιμή της ενέργειας που επιτυγχάνεται στην αγορά δεν καλύπτει το κόστος και, επομένως, καθιστά αρνητική την καθαρή παρούσα αξία. Γι’ αυτόν το λόγο, σύμφωνα με τις νορβηγικές αρχές, η επιχορήγηση θα αντισταθμίσει μόνο το επιπλέον κόστος της παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας. Επιπλέον, η στήριξη που παρέχεται από τον Enova δεν θα υπερβαίνει το ποσό το οποίο εκτιμάται αναγκαίο για να δοθεί εκκίνηση στο έργο, δηλαδή για να ενθαρρυνθεί μια θετική απόφαση επένδυσης.

    Εντούτοις, όταν ιδρύθηκαν το Ταμείο Ενέργειας και ο Enova, δεν υπήρχαν, σύμφωνα με τις πληροφορίες που διαθέτει η Αρχή, επακριβείς προδιαγραφές για το κατά πόσον ο παράγοντας εκκίνησης θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι είχε επιτευχθεί. Δηλαδή, δεν προσδιοριζόταν πότε το έργο θα έφθανε — συμπεριλαμβανομένης της στήριξης από το Ταμείο Ενέργειας — σε μηδενική καθαρή παρούσα αξία. Είναι γεγονός ότι είχαν πραγματοποιηθεί αναλύσεις για να καθοριστεί πότε το έργο θα έφθανε στον ισοσκελισμό. Παρά ταύτα, δεν υπήρχαν ρητοί περιορισμοί που να παρεμποδίζουν την κρατική στήριξη πέραν αυτού του σημείου. Όπως φαίνεται περαιτέρω στην απόφαση της Αρχής να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας, σε ορισμένες περιπτώσεις η στήριξη που είχε χορηγηθεί από τον Enova θα μπορούσε να είχε οδηγήσει σε στήριξη έργου που είχε ως αποτέλεσμα υπολογισμένη θετική καθαρή παρούσα αξία (22).

    Όταν χορηγείται στήριξη σε έργα, ο Enova και ο αποδέκτης της ενίσχυσης συνάπτουν σύμβαση ενίσχυσης, η οποία ρυθμίζει τους όρους υπό τους οποίους θα πραγματοποιείται η εκταμίευση. Οι εκταμιεύσεις θα μπορούσαν να έχουν προσαρμοστεί σύμφωνα με οποιαδήποτε μείωση κόστους κατά τη διάρκεια της περιόδου κατασκευής. Μετά από την πραγματοποίηση της επένδυσης, πραγματοποιείται μεταπαρακολούθηση των πραγματοποιηθεισών δαπανών έναντι των δαπανών που είχαν εκτιμηθεί κατά την υποβολή της αίτησης. Σε περίπτωση που διαπιστώνεται διαφορά προς όφελος του έχοντος υποβάλει την αίτηση, ο Enova μπορεί να προσαρμόσει τη χρηματοδοτική ενίσχυση μειώνοντας το ποσό της, έτσι ώστε να λαμβάνεται υπόψη η πραγματική δομή των δαπανών (23).

    Στη βάση της απαίτησης εκκίνησης περιλαμβάνεται εύλογη απόδοση κεφαλαίου. Το προεξοφλητικό επιτόκιο που χρησιμοποιήθηκε είχε καθοριστεί σε ποσοστό 7 % ετησίως (ονομαστικό, συντελεστής προ φόρων) για όλα τα έργα στα οποία προστέθηκαν ορισμένες ποσοστιαίες μονάδες ως ασφάλιστρα κινδύνου. Η νορβηγική κυβέρνηση δήλωσε ότι ο Enova θα βασίσει τις αναλύσεις του σε θεωρητικές αξίες που έχουν προταθεί σε δημόσιες εκθέσεις αναγνωρισμένων κυβερνητικών οργανισμών στη Νορβηγία, πράγμα που συνεπάγεται ότι τα ασφάλιστρα κινδύνου θα κυμαίνονται μεταξύ του 2,5 και του 4,5 %, αναλόγως του είδους ενέργειας και έργου.

    5.3.   Μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας

    Σύμφωνα με το σύστημα όπως κοινοποιήθηκε (24), η στήριξη για επενδύσεις σε μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας υπολογίζεται σύμφωνα με την ίδια μέθοδο υπολογισμού της καθαρής παρούσας αξίας που χρησιμοποιείται για τα έργα ανανεώσιμης ενέργειας.

    5.4.   Νέα ενεργειακή τεχνολογία

    Σ’ αυτή την κατηγορία, ο Enova στηρίζει τεχνολογίες οι οποίες χρειάζονται ακόμα κάποια ανάπτυξη και οι οποίες χρειάζεται να υποστούν περαιτέρω δοκιμασίες προτού να είναι οικονομικά βιώσιμες, παρόλο που έχουν υπερβεί το στάδιο των έργων έρευνας και ανάπτυξης το οποίο καλύπτεται από το κεφάλαιο 14 σχετικά με την ενίσχυση για έρευνα και ανάπτυξη των κατευθυντηρίων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις της Αρχής. Παραδείγματα τέτοιων τεχνολογιών είναι εγκαταστάσεις παλιρροϊκής ή κυματικής ενέργειας. Τα έργα θα μπορούσαν να συνδέονται μεταξύ τους για την επίτευξη ενεργειακής αποδοτικότητας ή για την προώθηση παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας.

    Κατά τη διάρκεια της επίσημης έρευνας, οι νορβηγικές αρχές διευκρίνισαν ότι αυτή η κατηγορία θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι αποτελεί υποκατηγορία της επενδυτικής στήριξης για παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας και ενεργειακών εξοικονομήσεων όπως περιγράφεται ως άνω. Κατά το παρελθόν, το 95,3 % των στηριζόμενων έργων αυτής της κατηγορίας αφορούσαν παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας, ενώ το 4,3 % αφορούσαν μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας (25).

    Ο Enova έχει υπογράψει συμφωνία με το Νορβηγικό Συμβούλιο Έρευνας για την «εισαγωγή καινοτόμων ενεργειακών λύσεων» για εξοικονόμηση ενέργειας και παραγωγή θερμότητας από ηλιακή ενέργεια και βιομάζα. Σύμφωνα με τις νορβηγικές αρχές, η συμφωνία δεν αποτελεί νέο καθεστώς ενίσχυσης, αλλά πρόκειται μόνο για πρωτοβουλία που δίνει περισσότερη έμφαση σε ένα τομέα στον οποίο η συνεργασία μεταξύ του Enova και του Συμβουλίου Έρευνας αναμένεται ότι θα παραγάγει αποτελέσματα συνέργιας. Σύμφωνα με τις νορβηγικές αρχές, ο μηχανισμός αυτός λειτουργεί ως κοινή θύρα εισόδου για έργα τα οποία θα μπορούσαν είτε να βρίσκονται σε ένα προ-ανταγωνιστικό στάδιο (και, επομένως, θα μπορούσαν να λάβουν στήριξη από το Συμβούλιο Έρευνας) ή να παράγουν έσοδα (και θα μπορούσαν να λάβουν στήριξη από τον Enova). Το έργο δεν θα λάβει χρηματοδότηση από αμφότερους αυτούς τους φορείς στήριξης. Εντούτοις, οι νορβηγικές αρχές υπογραμμίζουν ότι, εν πάση περιπτώσει, οι κανόνες σώρευσης συνιστούν εγγύηση για την τήρηση των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών, τομέας G (66). Αυτός ο τομέας των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών ορίζει ότι η στήριξη δυνάμει αυτών των κατευθυντηρίων γραμμών απαγορεύεται να συνδυάζεται με άλλες μορφές κρατικής ενίσχυσης κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ, σε περίπτωση που μια τέτοια επικάλυψη συνεπάγεται ένταση ενίσχυσης μεγαλύτερη από αυτήν που προβλέπεται στις περιβαλλοντικές κατευθυντήριες γραμμές.

    Δεδομένου ότι μόνο όσα έργα παράγουν έσοδα πρέπει να στηρίζονται από τον Enova, ο Enova χρησιμοποιεί επίσης τον προαναφερόμενο υπολογισμό της καθαρής παρούσας αξίας και για τη στήριξη έργων νέας τεχνολογίας. Τα έσοδα των έργων βασίζονται στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και θερμότητας για πώληση, η οποία, σύμφωνα με τις νορβηγικές αρχές, αποτελεί έσοδο που καθιστά τα έργα βιώσιμα για την προσέγγιση του υπολογισμού της καθαρής παρούσας αξίας.

    5.5.   Ενεργειακοί έλεγχοι

    Ο Enova προσφέρει επίσης δωρεάν στις επιχειρήσεις υπηρεσίες παροχής συμβουλών και υπηρεσίες συμβούλου για την επίτευξη της ενεργειακής αποδοτικότητας. Σκοπός της στήριξης είναι να αυξηθεί ο αριθμός των επιχειρήσεων οι οποίες διενεργούν ενεργειακούς ελέγχους και αναλύσεις και να τους παρέχεται βοήθεια έτσι ώστε να μειώνουν τις συναφείς δαπάνες. Όπως κοινοποιήθηκε, αυτή η παροχή υπηρεσιών, από νομική άποψη, ούτε περιορίζονταν για ενισχύσεις κάτω από το κατώφλι ήσσονος σημασίας, ούτε απευθυνόταν σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Ήταν στοχοθετημένη για ορισμένες επιχειρήσεις. Στο προγραμματικό κείμενο για το 2003, οι ομάδες-στόχοι περιγράφονταν ως κάτοχοι ιδιωτικών και δημόσιων κτιρίων με συνολικό εμβαδόν πλέον των 5 000 τετραγωνικών μέτρων και βιομηχανικές επιχειρήσεις, καθώς επίσης και ενοικιαστές μεγάλων εκτάσεων. Από το 2003, ο Enova χορηγεί χρηματικά ποσά στις επιχειρήσεις για να αγοράζουν αυτές τις υπηρεσίες παροχής συμβουλών και υπηρεσίες συμβούλου, προτιμώντας να μην παρέχει αυτός ο ίδιος αυτές τις υπηρεσίες.

    Οι νορβηγικές αρχές τονίζουν ότι η στήριξη δυνάμει αυτών των προγραμμάτων θα πρέπει να διακρίνεται από τα μέτρα διδασκαλίας και εκπαίδευσης, δεδομένου ότι η χρηματοδότηση αυτή παρέχεται απευθείας στις επιχειρήσεις για τη διενέργεια ενεργειακών ελέγχων και αναλύσεων και για τον εντοπισμό είτε επενδύσεων για εξοικονόμηση ενέργειας ή εξελίξεων όσον αφορά τη συμπεριφορά των εργαζομένων μέσα στις επιχειρήσεις. Κατά συνέπεια, η Αρχή θα εξετάσει τη στήριξη αυτή ξεχωριστά στην παρούσα απόφαση. Οι νορβηγικές αρχές υποστηρίζουν επιπλέον ότι τα προγράμματα είναι παρόμοια με τους ενεργειακούς ελέγχους που περιλαμβάνονται σε ένα φινλανδικό καθεστώς το οποίο έχει εγκριθεί από την Επιτροπή (26).

    Κατά το παρελθόν, ήταν δυνατόν να χορηγούνται επιχορηγήσεις οι οποίες κάλυπταν ως το 50 % των επιλέξιμων δαπανών. Σύμφωνα με τις νορβηγικές αρχές, από την 1η Ιανουαρίου 2004, μόνο το 40 % των επιλέξιμων δαπανών έχουν λάβει στήριξη.

    5.6.   Προγράμματα πληροφόρησης και εκπαίδευσης στον τομέα της ενεργειακής αποδοτικότητας

    Ο Enova έχει θέσει σε λειτουργία μια τηλεφωνική γραμμή πληροφοριών, η οποία προσφέρει δωρεάν πληροφορίες και συμβουλές σε οποιονδήποτε ενδιαφέρεται για την επίτευξη μεγαλύτερης ενεργειακής αποδοτικότητας. Δεδομένου ότι ο Enova δεν έχει την ικανότητα να αναλάβει ο ίδιος αυτές τις δραστηριότητες, οι νορβηγικές αρχές αναφέρουν ότι έχουν αγοραστεί υπηρεσίες σύμφωνα με τους κανόνες που διέπουν τις δημόσιες συμβάσεις. Ο Enova δεν πραγματοποιεί διακρίσεις αναλόγως σε ποιον παρέχονται αυτές οι συμβουλές και οι πληροφορίες.

    Ως την 1η Ιανουαρίου 2003, ο Enova πρόσφερε ένα πρόγραμμα, στο οποίο είχε δοθεί ευρεία δημοσιότητα, χάρη στο οποίο τα ερωτήματα που αφορούσαν την ενεργειακή αποδοτικότητα και που είχαν ανάγκη συγκεκριμένης μεταπαρακολούθησης σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις επί τόπου τα αντιμετώπιζαν είκοσι περιφερειακά κέντρα αποδοτικότητας, τα οποία αντιπροσώπευαν σ’ αυτόν τον τομέα τον Enova. Η στήριξη παρεχόταν δωρεάν και περίπου δύο ώρες ήταν αφιερωμένες σε κάθε αίτημα. Οι νορβηγικές αρχές αναφέρουν ότι ο Enova δεν είχε τη δυνατότητα να πραγματοποιεί καμια διάκριση όσον αφορά το ποιοι επωφελούνταν από την παροχή αυτής της υπηρεσίας.

    Σχετικά με τα εκπαιδευτικά μέτρα, πρέπει να αναφερθούν τα ακόλουθα προγράμματα. Οι νορβηγικές αρχές τονίζουν ότι ο ανταγωνισμός μεταξύ προσφερόντων και η σχέση κόστους/αποτελεσματικότητας των έργων έχουν ουσιαστική σημασία.

    Ως την 1η Ιανουαρίου 2005, ο Enova παρείχε ένα πρόγραμμα (27) για την δημιουργία διδακτικού υλικού και εκπαιδευτικών εννοιών με σκοπό την τόνωση και τη διαφύλαξη των γνώσεων σχετικά με τις ανανεώσιμες ενέργειες, στις επιχειρήσεις. Το πρόγραμμα αυτό ήταν οργανωμένο σαν διαδικασία υποβολής προσφορών, και ο Enova πλήρωνε το 50 % των συνολικών δαπανών ανάπτυξης του έργου. Στόχος του προγράμματος ήταν η παροχή κινήτρων για την δημιουργία διδακτικού υλικού σχετικά με την ενεργειακή αποδοτικότητα (βιβλία, λογισμικό, κ.λπ), καθώς επίσης και η στήριξη της διοργάνωσης μαθημάτων σχετικά με θέματα ενέργειας, π.χ. σε λύκεια/πανεπιστήμια ή διοργανωμένα από συνδικάτα, κ.λπ. Το πρόγραμμα αυτό ήταν ανοιχτό σε δημόσιους, ιδιωτικούς και μη κερδοσκοπικούς φορείς. Τα προγραμματικά κείμενα για το 2003 και το 2004 περιλάμβαναν κατάλογο προτεραιοτήτων (π.χ. έργα για τον κατασκευαστικό τομέα, έργα βασισμένα σε εταιρικές σχέσεις μεταξύ δημοσίων και ιδιωτικών εταίρων και έργα τα οποία έπρεπε να τεθούν σε εμπορία ως την 1η Αυγούστου 2003). Για το πρόγραμμα του 2003, οι συμπληρωματικές εκπαιδευτικές δράσεις απευθύνονταν ιδιαιτέρως σε πανεπιστήμια, συνδικαλιστικές οργανώσεις, εμπορικές οργανώσεις και ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς φορείς (στάδιο 1) και αρχιτέκτονες, προμηθευτές, εργολάβους και λοιπό προσωπικό που εργάζεται με ενεργειακά συστήματα σε εμπορικά κτίρια (στάδιο 2) ή προορίζονταν για τον κατασκευαστικό τομέα (προγραμματικό κείμενο 2004).

    Για να προωθήσει το εκπαιδευτικό πρόγραμμα του 2004, ο Enova είχε προσφέρει ένα πρόγραμμα για διαμόρφωση εκπαιδευτικών μαθημάτων στον ενεργειακό τομέα για τεχνικό προσωπικό και μηχανικούς. Αυτό διοργανώθηκε μέσω διαδικασίας υποβολής προσφορών. Ο Enova πλήρωσε τα μαθήματα αυτά μόνο στα 50 πρώτα πρόσωπα που είχαν ολοκληρώσει αυτόν τον κύκλο μαθημάτων. Σύμφωνα με τις νορβηγικές αρχές, η στήριξη αυτή χορηγήθηκε απευθείας σε άτομα και όχι σε επιχειρήσεις.

    Τα προαναφερόμενα προγράμματα διδακτικού υλικού έληξαν στις 31 Δεκεμβρίου 2004. Σύμφωνα με τις νορβηγικές αρχές, θα κοινοποιούνταν στην Αρχή νέα προγράμματα. Συνολικά, περίπου 33 έργα έχουν λάβει στήριξη στο πλαίσιο του προγράμματος. Οι νορβηγικές αρχές δηλώνουν ότι ορισμένα από τα έργα ενδέχεται να βρίσκονται κάτω από το κατώφλι ήσσονος σημασίας. Επιπλέον, ορισμένο μέρος της στήριξης χορηγήθηκε σε φορείς του δημόσιου τομέα, πανεπιστήμια και άλλους εκπαιδευτικούς φορείς, και όχι σε μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς. Οι νορβηγικές αρχές υποστηρίζουν ότι, σχετικά με αυτούς τους φορείς, η στήριξη που χορηγήθηκε από τον Enova δεν αφορούσε οικονομική δραστηριότητα μιας επιχείρησης κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ αλλά στήριξη μιας εκπαιδευτικής δραστηριότητας.

    Το καθεστώς αυτό καθεαυτό δεν περιλάμβανε κανέναν περιορισμό που θα διευκρίνιζε ότι η ενίσχυση θα έπρεπε να χορηγείται σε ορισμένες κατηγορίες φορέων ή δραστηριοτήτων. Ούτε δήλωνε ότι η στήριξη δεν θα έπρεπε να υπερβαίνει το κατώφλι ήσσονος σημασίας όπως ορίζεται στο νόμο στον οποίο πραγματοποιείται παραπομπή στο σημείο 1ε) του παραρτήματος XV της συμφωνίας ΕΟΧ (28). Ούτε περιοριζόταν η στήριξη στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (29), όπως αναφέρεται στο νόμο στον οποίο πραγματοποιείται παραπομπή στο σημείο 1στ) του παραρτήματος XV της συμφωνίας ΕΟΧ, ούτε ήταν η διάρθρωσή του τέτοια ώστε να πληρούνται οι απαιτήσεις της πράξης στον οποίο πραγματοποιείται παραπομπή στο σημείο 1δ) στο παράρτημα XV της συμφωνίας ΕΟΧ (30) (ενισχύσεις για επαγγελματική εκπαίδευση).

    Επιπλέον, ο Enova διαχειρίζεται ένα πρόγραμμα του οποίου σκοπός είναι η βελτίωση των ικανοτήτων όσον αφορά τον ενεργειακό σχεδιασμό των δημοτικών αρχών, ιδίως σχετικά με το δημόσιο προγραμματισμό και το χωροταξικό σχεδιασμό, σύμφωνα με το νορβηγικό νόμο για το σχεδιασμό και τις οικοδομικές δραστηριότητες. Το πρόγραμμα αυτό, το οποίο προσφέρεται δωρεάν, απευθύνεται σε υπευθύνους λήψης αποφάσεων υψηλού επιπέδου και στο τεχνικό προσωπικό των δήμων. Οι νορβηγικές αρχές δηλώνουν ότι ο Enova διενεργεί αξιολόγηση για τον καθορισμό του κατά πόσον ο δήμος παρέχει υπηρεσία σε ανταγωνισμό με τις άλλες επιχειρήσεις στην αγορά. Σε περίπτωση που αυτό συμβαίνει, η δραστηριότητα αυτή δεν θα λάβει στήριξη.

    6.   Δικαιούχοι/ένταση ενίσχυσης σχετικά με την επενδυτική στήριξη της παραγωγής ανανεώσιμων ενεργειών

    Η έρευνα της Αρχής αφορά ένα τρέχον καθεστώς ενίσχυσης. Κατά συνέπεια, στην παρούσα απόφαση, οι εν δυνάμει δικαιούχοι αυτής της ενίσχυσης δεν μπορούν να εντοπιστούν κατά τρόπο οριστικό, αλλά μόνο ενδεικτικά. Στην επιστολή τους της 15ης Ιουλίου 2005, οι νορβηγικές αρχές είχαν εντοπίσει 236 δικαιούχους στήριξης για ενεργειακό έλεγχο και για επενδυτική ενίσχυση (στην τελευταία περίπτωση, τόσο για παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας όσο και για μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας), στους οποίους είχε χορηγηθεί, ως το τέλος του 2004, κρατική στήριξη που υπερέβαινε το κατώφλι των ενισχύσεων ήσσονος σημασίας και που δεν αποτελούσε στήριξη χορηγούμενη σε δημόσιους φορείς για την άσκηση των δημόσιων καθηκόντων τους. Οι νορβηγικές αρχές εντόπισαν περαιτέρω 33 έργα τα οποία είχαν λάβει στήριξη στο πλαίσιο του προγράμματος για εκπαιδευτικό/διδακτικό υλικό.

    Οι νορβηγικές αρχές υποστηρίζουν ότι και άλλα επιπλέον 875 περίπου έργα, είτε αφορούν στήριξη σε δημόσιους φορείς ή στήριξη για την αγορά εκ μέρους του Enova μιας ορισμένης υπηρεσίας σύμφωνα με τους κανόνες δημόσιων συμβάσεων.

    Για τα έργα ανανεώσιμης ενέργειας, οι νορβηγικές αρχές παρουσίασαν τον ακόλουθο πίνακα στον οποίο φαίνονται οι εντάσεις των ενισχύσεων, επί τη βάσει του συνολικού επενδυτικού κόστους, για τα έργα ανανεώσιμης ενέργειας που επιχορηγήθηκαν μεταξύ του 2002-2004:

    Ανανεώσιμη ενέργεια

     

    Ένταση ενέργειας σε ποσοστό του συνολικού επενδυτικού κόστους, στήριξη υπολογιζόμενη σύμφωνα με την προσέγγιση της καθαρής παρούσας αξίας

     

    Αριθμός των έργων

    Μέσος όρος

    Μέγιστο ποσοστό

    Αιολική ενέργεια

    10

    23 %

    68 %

    Τηλε-θέρμανση

    19

    20 %

    31 %

    Βιοενέργεια

    31

    20 %

    50 %

    Νέα ανανεώσιμη ενέργεια

    1

    25 %

    25 %

    7.   Προϋπολογισμός και διάρκεια

    Η συμφωνία 2002-2005 (βλ. ως άνω τμήμα I 2.3 της παρούσας απόφασης) έχει παραταθεί ως το τέλος του 2006. Προβλέπεται ότι η συμφωνία θα παραταθεί περαιτέρω ως τις 31 Δεκεμβρίου 2010. Οι νορβηγικές αρχές παρουσίασαν τον ακόλουθο πίνακα σχετικά με τον προϋπολογισμό του καθεστώτος:

     

    Κρατικός προϋπολογισμός

    εκατ. NOK

    Εισφορά επί των τιμολογίων

    εκατ. NOK

    Συνολικός προϋπολογισμός

    εκατ. NOK

    Συνολικός προϋπολογισμός

    εκατ. ευρώ (31)

    2002

    270

    161

    431

    57,3

    2003

    259

    192

    451

    56,4

    2004

    60

    470

    530

    63,3

    2005

    0

    650

    650

    79,3

    8.   Σώρευση

    Σχετικά με τη σώρευση της στήριξης που χορηγείται από τον Enova και άλλων κρατικών ενισχύσεων, η αρχή παρατηρεί ότι, καταρχήν, τα έργα μπορούν να λαμβάνουν ενίσχυση από άλλες πηγές. Οι νορβηγικές αρχές είχαν δηλώσει στην κοινοποίηση ότι θα φρόντιζαν έτσι ώστε οι χορηγούμενες ενισχύσεις να μην υπερβαίνουν ποτέ τα κατώφλια του τμήματος G. 66 των περιβαλλοντικών κατευθυντήριων γραμμών. Όπως προαναφέρεται, στο τμήμα αυτό ορίζεται ότι οι ενισχύσεις που επιτρέπονται σύμφωνα με τις περιβαλλοντικές κατευθυντήριες γραμμές απαγορεύεται να συνδυάζονται με άλλες μορφές κρατικής ενίσχυσης, σε περίπτωση που η σώρευση αυτή οδηγεί σε ένταση ενίσχυσης μεγαλύτερη από αυτήν που προβλέπεται στις περιβαλλοντικές κατευθυντήριες γραμμές. Αν έχουν υποβάλει άλλες αιτήσεις για κρατική ενίσχυση, οι αιτούντες υποχρεούνται να το γνωστοποιούν στον Enova.

    9.   Τροποποιήσεις που προτείνονται από τις νορβηγικές αρχές

    Για να καταστήσουν το σύστημα συμβατό με τις περιβαλλοντικές κατευθυντήριες γραμμές, οι νορβηγικές αρχές έχουν προτείνει ορισμένες τροποποιήσεις του συστήματός τους, οι οποίες περιγράφονται στη συνέχεια του παρόντος κειμένου. Κατά τη διάρκεια της έρευνας εκ μέρους της αρχής, οι νορβηγικές αρχές άρχισαν να υλοποιούν αυτές τις τροποποιήσεις.

    9.1.   Τροποποιήσεις που αφορούν τη στήριξη των επενδύσεων σχετικά με παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας

    1.   Η Νορβηγία θα περιορίσει αυτή τη στήριξη στα έργα τα οποία ανταποκρίνονται στον ορισμό των πηγών ανανεώσιμης ενέργειας σύμφωνα με το άρθρο 2, σημεία α και β (για τη βιομάζα) της οδηγίας 2001/77/ΕΚ. Επιπλέον, καμία στήριξη δεν θα χορηγηθεί στους υφιστάμενους υδροηλεκτρικούς σταθμούς.

    2.   Το ύψος της ενίσχυσης θα υπολογιστεί σύμφωνα με τη μέθοδο υπολογισμού της καθαρής παρούσας αξίας επί τη βάσει της διαφοράς μεταξύ του παραγωγικού κόστους και της τιμής της αγοράς. Η ενίσχυση θα χορηγηθεί ως κατ’ αποκοπή ποσό. Η μέθοδος υπολογισμού που εφαρμόζεται είναι η εξής (λαμβάνεται ως παράδειγμα ένα πραγματικό έργο το οποίο αφορά την αιολική ενέργεια, με έκφραση των ποσών σε NOK):

    Επιλέξιμες επενδυτικές δαπάνες (32)

    123 000 000

    Παραγωγή kWh/year

    45 700 000

    Τιμή NOK/kWh

    0,25

    Ετήσιο εισόδημα (33)

    11 425 000

    Λειτουργικές δαπάνες NOK/kWh

    0,10

    Ετήσιες λειτουργικές δαπάνες

    4 570 000

    Ετήσιο καθαρό εισόδημα

    6 855 000

    Διάρκεια οικονομικής ζωής σε έτη

    25

    Έσοδα του κεφαλαίου

    6,33 %

    ΚΠΑ

    –38 000 000

    Επενδυτική ενίσχυση

    38 000 000

    Σε σύγκριση με το σύστημα όπως κοινοποιήθηκε, το ως άνω πρότυπο υπολογισμού θα βασιστεί στις «επιλέξιμες» επενδυτικές δαπάνες και όχι στις πλήρεις δαπάνες. Όπως αναφέρεται από τις νορβηγικές αρχές, οι χρηματοοικονομικές δαπάνες, οι διάφορες δαπάνες και οι δαπάνες αποζημίωσης δεν περιλαμβάνονται στις επιλέξιμες δαπάνες, τουλάχιστον όχι πλέον από την 1η Ιανουαρίου 2004.

    3.   Η τιμή της αγοράς για την ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιείται στον ως άνω υπολογισμό θα αποτελέσει αντικείμενο επιλογής μεταξύ των οικείων τιμών Nordpool. Στην περίπτωση της αστικής θέρμανσης, θα πρόκειται για την τιμή την οποία ο τελικός χρήστης πετρελαίου ή ηλεκτρικής ενέργειας (τη χαμηλότερη από τις δύο) αντιμετωπίζει όταν λαμβάνεται η απόφαση σχετικά με την κρατική στήριξη. Σε περίπτωση που η οικονομία του έργου βασίζεται σε συμβάσεις με σημαντικούς πελάτες των οποίων οι τιμές αποκλίνουν από την συνηθισμένη τιμή που πληρώνει ο τελικός χρήστης ηλεκτρικής ενέργειας και πετρελαίου, οι τιμές της σύμβασης θα είναι οι οικείες τιμές. Όσον αφορά την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας που δεν τροφοδοτεί το δίκτυο, θα χρησιμοποιείται η τιμή την οποία πληρώνει ο τελικός χρήστης, συμπεριλαμβανομένων όλων των φόρων.

    4.   Η ενίσχυση μπορεί να καλύπτει εύλογη απόδοση κεφαλαίου. Εντούτοις, το προεξοφλητικό επιτόκιο και το τίμημα κινδύνου θα καθορίζονται για λογαριασμό του Enova από έναν εξωτερικό εμπειρογνώμονα για κάθε ενδιαφερόμενη βιομηχανία ανανεώσιμης ενέργειας.

    Σημειωτέον ότι οι νορβηγικές αρχές έχουν γνωστοποιήσει στην Αρχή μια έκθεση του διορισμένου ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα, First Securities ASA (34). Ο εμπειρογνώμονας χρησιμοποιεί ένα πρότυπο ισορροπίας χρηματοοικονομικών πόρων (Capital Asset Pricing Model) (35) και έχει υπολογίσει προεξοφλητικά επιτόκια 7 % για την αιολική ενέργεια, αφενός και, αφετέρου 6 % για την τηλε-θέρμανση, τη βιοενέργεια και την κατανάλωση ενέργειας. Αυτός ο υπολογισμός θεωρείται ότι αποτελεί πλαίσιο το οποίο επιτρέπει στον Enova να συζητά σχετικά με τη χρησιμοποίηση προεξοφλητικών επιτοκίων μετοχικού κεφαλαίου για μεμονωμένα έργα. Ιδίως, η επονομαζόμενη αξία «β» θα μπορούσε να είναι υψηλότερη αναλόγως του κινδύνου του έργου (36) και να οδηγεί σε υψηλότερα προεξοφλητικά επιτόκια.

    Το επιτόκιο και το τίμημα κινδύνου θα επανεξετάζονται και θα ενημερώνονται ετησίως εκ μέρους των νορβηγικών αρχών. Σε περίπτωση που, μεταξύ των ετήσιων επανεξετάσεων, θα παρουσιάζονταν απροσδόκητες μεταβολές οι οποίες θα επηρέαζαν σημαντικά το προεξοφλητικό επιτόκιο, οι νορβηγικές αρχές θα πραγματοποιήσουν έκτακτη και ανάλογη προσαρμογή του προεξοφλητικού επιτοκίου. Εντούτοις, αυτό προβλέπεται μόνο σε περίπτωση που θα υπάρχουν λόγοι να πιστεύουν ότι η εν λόγω μεταβολή είναι μόνιμη.

    5.   Οι επιλέξιμες επενδυτικές δαπάνες είναι αυτές οι οποίες απαριθμούνται στην απόφαση της Επιτροπής στην υπόθεση N 75/2002 — Φινλανδία (37). Οι νορβηγικές αρχές διευκρινίζουν ότι, από την 1η Ιανουαρίου 2005, ο Enova έχει αποδεχτεί μόνο αυτές τις δαπάνες ως επιλέξιμες.

    6.   Δεν θα χορηγηθεί ενίσχυση που θα υπερβαίνει το ποσό το οποίο είναι αναγκαίο για την εκκίνηση του έργου. Αυτό σημαίνει ότι σε περίπτωση αρνητικής καθαρής παρούσας αξίας, η οποία υπολογίζεται σύμφωνα με τις παραμέτρους που διευκρινίζονται στο ως άνω σημείο 2), η κρατική στήριξη θα χορηγηθεί μόνο για να επιτρέψει στο έργο να φθάσει στο κατώφλι της αποδοτικότητας, δηλαδή για να μηδενιστεί η καθαρή παρούσα αξία.

    7.   Ένα έργο για το οποίο έχει υπολογιστεί συντελεστής μηδενικός ή θετική παρούσα αξία χωρίς ενίσχυση δεν δικαιούται καμία ενίσχυση.

    8.   Εκτός από τη στήριξη για βιομάζα, η στήριξη που χορηγείται στο πλαίσιο αυτού του καθεστώτος δεν μπορεί ποτέ να υπερβεί το κατώφλι που ορίζεται στο τμήμα Δ. 3.3.1 54 των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών. Στο τμήμα Δ. 3.3.1 54 των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών περιορίζεται η στήριξη στη διαφορά μεταξύ της τιμής αγοράς και του κόστους παραγωγής, με ανώτατο όριο την απόσβεση των εγκαταστάσεων, υπό την προϋπόθεση ότι η απόσβεση των εγκαταστάσεων νοείται ότι περιορίζεται στις επενδυτικές δαπάνες. Η ενίσχυση μπορεί επίσης να καλύπτει μια εύλογη απόδοση του κεφαλαίου, όταν η Νορβηγία είναι σε θέση να δείξει ότι αυτό είναι απαραίτητο λόγω της χαμηλής ανταγωνιστικότητας ορισμένων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.

    9.   Στο πλαίσιο της μεθοδολογίας που χρησιμοποιεί ο Enova για τον υπολογισμό του επιπέδου των ενισχύσεων, το μέγιστο ποσό της ενίσχυσης που χορηγείται από τον Enova θα περιορίζεται στις επενδυτικές δαπάνες. Τα έργα τα οποία παράγουν αρνητικά ΚΠΤΦΑ (38) υπό φυσιολογικές συνθήκες εκμετάλλευσης, κατά τη στιγμή της επένδυσης, δεν θα είναι σε θέση να λάβουν καμια ενίσχυση. Το προεξοφλητικό επιτόκιο που χρησιμοποιείται προς αυτόν το σκοπό θα είναι το προεξοφλητικό επιτόκιο που χρησιμοποιείται από τον Enova, όπως αναφέρεται στο σημείο 4 του τμήματος 9.I της παρούσας απόφασης.

    10.   Για τη βιομάζα, θα μπορούσαν να χορηγηθούν λειτουργικές ενισχύσεις που υπερβαίνουν τις επενδυτικές δαπάνες. Εντούτοις, σε καμία περίπτωση δεν είναι δυνατόν να χορηγηθούν περισσότερες λειτουργικές ενισχύσεις από αυτές που προβλέπονται στο τμήμα Δ. 3.3.1 55 (39) των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών.

    11.   Για χορήγηση στήριξης στο πλαίσιο του συστήματος, η βιομάζα ορίζεται ως το «βιοαποικοδομήσιμο κλάσμα των προϊόντων αποβλήτων και υπολειμμάτων της γεωργίας (συμπεριλαμβανομένων των φυτικών και των ζωικών ουσιών), της δασοκομίας και των συναφών οικονομικών δραστηριοτήτων, καθώς επίσης και ως το βιοαποικοδομήσιμο κλάσμα των βιομηχανικών και δημοτικών αποβλήτων» [βλ. άρθρο 2 β) της οδηγίας 2001/77/ΕΚ]. Σε περίπτωση στήριξης βιοενέργειας που περιλαμβάνει πηγές διαφορετικές από βιομάζα, η λειτουργική ενίσχυση όπως ορίζεται ως άνω στο σημείο 10 χορηγείται μόνο για το τμήμα το οποίο περιλαμβάνει βιομάζα. Η στήριξη των υπολοίπων τμημάτων περιορίστηκε στην επενδυτική στήριξη όπως ορίζεται στο σημείο 5.

    12.   Το καθεστώς θα ισχύει μόνο ως την 1η Ιανουαρίου 2011.

    Οι νορβηγικές αρχές παρουσίασαν επίσης τα ακόλουθα δεδομένα τα οποία αφορούν τις λειτουργικές δαπάνες που συνδέονται με την παραγωγή ανανεώσιμης και συμβατικής ενέργειας:

    Σύνολο τρεχουσών δαπανών, NOK/kWh

    Τεχνολογία

    Λειτουργικές δαπάνες και δαπάνες συντήρησης

    Καύσιμα

    Σύνολο τρεχουσών δαπανών

    Αριθμητικά στοιχεία από την έκθεση του ΔΟΕ: υπολογισμός δαπανών της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας το 2005

    Άνθρακας

    0,034-0,068

    0,076-0,152

    0,11-0,22

    Αέριο

    0,023-0,031

    0,187-0,249

    0,21-0,28

    Συνδυασμένη παραγωγή θερμότητας και ηλεκτρικής ενέργειας

     

     

    0,17-0,44

    Στοιχεία από την έκθεση NVE: Δαπάνες της παραγωγής ενέργειας και θερμότητας το 2002

    Αιολική ενέργεια

    0,05

     

    0,05

    Από το χαρτοφυλάκιο έργων του Enova (παραδείγματα)

    Αιολική ενέργεια

    0,05-0,10

    0

    0,05-0,10

    Βιοενέργεια

    0,07-0,15

    0,2-0,3

    0,27-0,45

    Νέες ανανεώσιμες ενέργειες

     

     

    0,05

    Τηλε-θέρμανση

     

     

    0,05-0,10

    9.2.   Μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας

    Στην περίπτωση του κοινοποιηθέντος συστήματος, οι νορβηγικές αρχές υποστηρίζουν ότι η μέθοδος υπολογισμού της καθαρής παρούσας αξίας θα πρέπει επίσης να είναι αποδεκτή για τον υπολογισμό της στήριξης υπέρ των μέτρων εξοικονόμησης ενέργειας. Εντούτοις, οι νορβηγικές αρχές πρότειναν τις ακόλουθες τροποποιήσεις της μελλοντικής εφαρμογής των μέτρων στήριξης για εξοικονόμηση ενέργειας:

    Οι νορβηγικές αρχές θα υπολογίσουν την επενδυτική ενίσχυση για τα μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας σύμφωνα με το τμήμα Δ. 1.3 25 (40) των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών σε συνδυασμό με το τμήμα Δ. 1.7 32 των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών, δηλαδή το επενδυτικό κόστος του έργου θα περιορίζεται αυστηρά στο επιπλέον επενδυτικό κόστος που είναι απαραίτητο για την επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων. Αυτό σημαίνει ότι το επενδυτικό κόστος όσον αφορά τις εξοικονομήσεις ενέργειας θα συγκριθεί με ένα συγκρίσιμο από τεχνική άποψη επενδυτικό κόστος το οποίο δεν παρέχει τον ίδιο βαθμό περιβαλλοντικής προστασίας. Σε περιπτώσεις επένδυσης σε επιπλέον εξοπλισμό και διαδικασίες που δεν έχουν άλλο σκοπό από την εξοικονόμηση ενέργειας, και όταν δεν υφίσταται καμία εναλλακτική συγκρίσιμη επένδυση, το συγκρίσιμο επενδυτικό κόστος καθορίζεται σε μηδενική αξία. Το κόστος που οφείλεται στην αντικατάσταση μηχανών έτσι ώστε να πληρούνται οι απαιτήσεις των νορβηγικών προτύπων δεν είναι επιλέξιμο για στήριξη.

    1.

    Το κόστος θα υπολογιστεί χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα οφέλη τα οποία απορρέουν από ενδεχόμενη αύξηση της παραγωγικής ικανότητας, εξοικονόμηση κόστους που πραγματοποιείται κατά την πρώτη πενταετία ζωής της επένδυσης και η επιπρόσθετη επικουρική παραγωγή κατά τη διάρκεια της ίδιας πενταετίας.

    2.

    Οι επιλέξιμες δαπάνες θα περιοριστούν στο επενδυτικό κόστος. Από αυτή την άποψη, οι επιλέξιμες δαπάνες θα είναι οι ίδιες με αυτές οι οποίες απαριθμούνται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην απόφασή της N 75/2002 — Φινλανδία (41). Από την 1η Ιανουαρίου 2005, οι νορβηγικές αρχές θεωρούν ως επιλέξιμες μόνο αυτές τις δαπάνες.

    3.

    Το ποσό της ενίσχυσης θα περιοριστεί στο 40 % των επιπλέον δαπανών, που υπολογίζονται σύμφωνα με τις αναφερόμενες παραμέτρους και δεν θα χορηγηθεί καμία λειτουργική ενίσχυση στο πλαίσιο αυτού του καθεστώτος. Σύμφωνα με το τμήμα Δ. 1.5 30 των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών, θα μπορούσε να αυξηθεί κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Προς αυτόν το σκοπό, οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις θα καθοριστούν σύμφωνα με το κεφάλαιο 10.2 των κατευθυντηρίων γραμμών της Αρχής σχετικά με τις ενισχύσεις προς μικροεπιχειρήσεις, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.

    4.

    Η νορβηγική κυβέρνηση θα εξασφαλίσει ότι, σε περίπτωση συνδυασμού με άλλες δημόσιες επιχορηγήσεις, το συνολικό ποσό της ενίσχυσης δεν θα υπερβαίνει τα προαναφερόμενα όρια.

    5.

    Το καθεστώς θα ισχύει μόνο ως την 1η Ιανουαρίου 2011.

    9.3.   Στήριξη για νέες ενεργειακές τεχνολογίες

    Οι νορβηγικές αρχές αναφέρουν ότι τα έργα νέων τεχνολογιών, όσον αφορά τα έργα ανανεώσιμης ενέργειας, πρέπει να λαμβάνουν στήριξη σύμφωνα με τους κανόνες οι οποίοι διέπουν τη στήριξη της παραγωγής και της κατανάλωσης ανανεώσιμης ενέργειας (προσέγγιση ΚΠΑ). Όσον αφορά τις τεχνολογίες βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης, θα εφαρμοστούν οι μηχανισμοί υπολογισμού που εφαρμόζονται στον τομέα της εξοικονόμησης ενέργειας. Η στήριξη πρέπει, μεταξύ άλλων, να περιλαμβάνει έργα τα οποία προηγουμένως είχαν μόνο υποβληθεί σε δοκιμασία σε εργαστήρια, των οποίων η εκμετάλλευση είναι περιορισμένη ή που έχουν σχεδιαστεί για συνθήκες διαφορετικές από αυτές που επικρατούν στη Νορβηγία και χρειάζονται προσαρμογή.

    Τα προ-ανταγωνιστικά έργα, τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο των κατευθυντηρίων γραμμών της Αρχής για τις κρατικές ενισχύσεις στον τομέα της έρευνας και της ανάπτυξης, θα κοινοποιούνται σε ατομική βάση. Δεν θα χορηγηθεί στήριξη σε έργα που αποτελούν αναβάθμιση υφισταμένων προϊόντων ή γραμμών παραγωγής. Το ίδιο ισχύει για έργα τα οποία έχουν ήδη αρχίσει ή για την έναρξη των οποίων έχει ήδη ληφθεί απόφαση.

    9.4.   Μέτρα πληροφόρησης και εκπαίδευσης στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης

    Οι νορβηγικές αρχές επιβεβαίωσαν ότι τα προγράμματα για διδακτικό υλικό και εκπαιδευτικές έννοιες, μαθήματα για τεχνικό προσωπικό και επιτόπου μεταπαρακολούθηση έχουν περατωθεί από την 1η Ιανουαρίου 2005. Σε περίπτωση που αυτά ή παρόμοια έργα θα επρόκειτο να επαναληφθούν μελλοντικά, θα κοινοποιηθούν προηγουμένως στην Αρχή.

    Οι νορβηγικές αρχές επιβεβαίωσαν επίσης ότι το πρόγραμμα κατάρτισης για δημόσιους φορείς αφορά μόνο τους δημόσιους υπαλλήλους της τοπικής αυτοδιοίκησης (βλ. επίσης τμήμα Ι 5.6 της παρούσας απόφασης).

    9.5.   Διάφορα

    Οι νορβηγικές αρχές επιβεβαίωσαν επιπλέον ότι η στήριξη χορηγείται επίσης και σε ξένους επενδυτές χωρίς να πραγματοποιούνται διακρίσεις και ότι θα διαβιβάζουν τακτικά στην Αρχή εκθέσεις σχετικά με την εφαρμογή του καθεστώτος. Οι νορβηγικές αρχές παρουσίασαν στην Αρχή έναν κατάλογο στον οποίο περιλαμβάνονται οκτώ παραδείγματα ξένων επιχειρήσεων που έλαβαν στήριξη στο πλαίσιο του Ταμείου Ενέργειας.

    10.   Λόγοι για κίνηση της επίσημης διαδικασίας έρευνας

    Στην απόφασή της να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας, η Αρχή έκρινε ότι τα μέτρα που αφορούν εξοικονόμηση ενέργειας, στήριξη που παρέχεται σε νέες ενεργειακές τεχνολογίες και επενδυτική στήριξη για παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας συνιστούσαν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ. Σχετικά με τα μέτρα πληροφόρησης και εκπαίδευσης (συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών παροχής συμβουλών και των υπηρεσιών συμβούλου) η Αρχή παρατήρησε ότι, εκτός από την τηλεφωνική γραμμή πληροφοριών και, ενδεχομένως, τις επιτόπου επισκέψεις, το Ταμείο διέθετε ευρεία διακριτική ευχέρεια. Επιπλέον, έκρινε ότι, εξαιτίας αυτής της διακριτικής ευχέρειας, τα μέτρα στήριξης δεν είχαν πλέον γενικό, αλλά επιλεκτικό χαρακτήρα. Η Αρχή συμπέρανε ότι όλα τα μέτρα νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό και επηρεάζουν τις συναλλαγές μεταξύ των συμβαλλομένων μερών. Δεδομένου ότι οι ενισχύσεις που χορηγήθηκαν στο πλαίσιο του Ταμείου Ενέργειας δεν κοινοποιήθηκαν εγκαίρως στην Αρχή, συνιστούν παράνομες ενισχύσεις κατά την έννοια του άρθρου 1 (στ) του μέρους ΙΙ του πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας Εποπτεύουσας Αρχής και Δικαστηρίου.

    Όσον αφορά την αξιολόγηση του συμβιβάσιμου των ενισχύσεων, η Αρχή πραγματοποίησε διάκριση μεταξύ του Ταμείου Ενέργειας όπως κοινοποιήθηκε, αφενός και, αφετέρου, ενός συστήματος τροποποιημένου όπως έχει προταθεί από τις νορβηγικές αρχές.

    Η Αρχή εξέφρασε αμφιβολίες, στην απόφασή της να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας, σχετικά με το κατά πόσον η επενδυτική στήριξη για παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας θα μπορούσε να δικαιολογηθεί δυνάμει των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών. Η Αρχή παρατήρησε, ιδίως, ότι η στήριξη δεν βασιζόταν στη μεθοδολογία του «επιπλέον κόστους» του τμήματος Δ 1.3 27 και του τμήματος Δ. 1.7 32 των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών. Αντιθέτως, η Αρχή διαπίστωσε ότι η ανάγκη ενίσχυσης είχε βασιστεί σε έναν υπολογισμό της καθαρής παρούσας αξίας του έργου. Η Αρχή έκρινε ότι δεν υπήρχαν επαρκείς εγγυήσεις ότι μόνο οι δαπάνες που συνδέονταν με την επένδυση θα αποτελούσαν αντικείμενο στήριξης. Επιπλέον, δεν υπήρχε κανένας μηχανισμός αποφυγής ενδεχομένων υπέρ-αντισταθμίσεων. Για τα μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας, η Αρχή παρατήρησε ότι, σε αντίθεση με τα έργα ανανεώσιμης ενέργειας, οι περιβαλλοντικές κατευθυντήριες γραμμές απαιτούν η ενίσχυση να περιορίζεται αυστηρά στο 40 % των επιλέξιμων επενδυτικών δαπανών. Με τη μέθοδο υπολογισμού της καθαρής παρούσας αξίας που εφαρμόστηκε από τις νορβηγικές αρχές, δεν υπήρχε βεβαιότητα σχετικά με την τήρηση αυτού του ελάχιστου ορίου. Για τα έργα ενεργειακής τεχνολογίας καθώς επίσης και για τους ενεργειακούς ελέγχους, η Αρχή ζήτησε περαιτέρω πληροφορίες. Όσον αφορά τα μέτρα πληροφόρησης και εκπαίδευσης, η Αρχή διαπίστωσε ότι το καθεστώς ενίσχυσης δεν περιοριζόταν σε στήριξη ήσσονος σημασίας (παρόλο που η στήριξη ορισμένων από τα έργα ενδέχεται να είχε παραμείνει κάτω από το ελάχιστο όριο) ούτε περιοριζόταν σε μικρές ή μεσαίες επιχειρήσεις. Επ’ αυτής της βάσης, η Αρχή συνεπέρανε προκαταρκτικά στην απόφαση να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας, ότι το σύστημα όπως κοινοποιήθηκε δεν συμβιβάζεται με τις διατάξεις του ΕΟΧ σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις.

    Στην απόφασή της να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας, η Αρχή εξέτασε επίσης τις τροποποιήσεις που είχαν προταθεί από τις νορβηγικές αρχές. Διευκρίνισε ότι θα εξέταζε ενδελεχέστερα κατά πόσον η νορβηγική προσέγγιση σύμφωνα με την οποία η στήριξη βασίστηκε σε μέθοδο υπολογισμού καθαρής παρούσας αξίας ενός έργου θα μπορούσε να είναι αποδεκτή, αν οι νορβηγικές αρχές αποφάσιζαν να περιορίσουν τη στήριξη στη διαφορά μεταξύ της τιμής αγοράς και του παραγωγικού κόστους, βλ. τμήμα Δ. 3.3.1 54 των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών. Η Αρχή ανησυχούσε επίσης σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο η απαίτηση του τμήματος Δ. 3.3.1 54, τρίτη περίοδος των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών επρόκειτο να εφαρμοστεί στην πράξη από τις νορβηγικές αρχές. Το τμήμα αυτό προβλέπει ότι η περαιτέρω ενέργεια που παράγεται ενδεχομένως από μια εγκατάσταση στην οποίαδα χορηγηθεί στήριξη, δεν είναι πλέον επιλέξιμη για περαιτέρω ενίσχυση. Η Αρχή εξέφρασε επίσης αμφιβολίες σχετικά με τη στήριξη έργων των οποίων η καθαρή παρούσα αξία θα εξακολουθούσε να παραμένει αρνητική, εξαιτίας υψηλού λειτουργικού κόστους, μετά από τη λήψη στήριξης εκ μέρους του Enova.

    Η Αρχή δεν ήταν σε θέση να εκφράσει οριστική άποψη σχετικά με τη στήριξη νέων ενεργειακών τεχνολογιών και εκπαιδευτικών μέτρων, καθώς επίσης και με τις υπηρεσίες παροχής συμβουλών και συμβούλου (ενεργειακοί έλεγχοι).

    11.   Παρατηρήσεις εκ μέρους τρίτων μερών

    Η Αρχή έλαβε μία παρατήρηση εκ μέρους τρίτων μερών σχετικά με την απόφασή της να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας. Το γερμανικό Υπουργείο Περιβάλλοντος, Διαφύλαξης της φύσης και Πυρηνικής ασφάλειας δηλώνει ότι δεν είναι εφικτό να εντοπιστεί σαφώς η εν λόγω αγορά, ούτε να καθοριστεί κατά πόσον οι ενισχυόμενες επιχειρήσεις θα βρίσκονταν πράγματι σε ανταγωνισμό με τις μη στηριζόμενες επιχειρήσεις και αν θα λάμβαναν πλεονέκτημα. Επιπλέον, το γερμανικό Υπουργείο πιστεύει ότι η γενική αρχή του καθορισμού του επιπλέον κόστους της παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας δεν είναι πολύ κατάλληλη για τον καθορισμό του ποσού της ενίσχυσης, δεδομένου ότι δεν υφίσταται κανένας εν γένει εφαρμοστέος και σαφώς καθορισμένος ορισμός της έννοιας του επιπλέον κόστους. Όσον αφορά το κατώτατο όριο του 40 % για τις εντάσεις των ενισχύσεων, το γερμανικό Υπουργείο εκτιμά ότι αυτό συχνά δεν θα αποτελεί επαρκές κίνητρο για έναν ιδιώτη επενδυτή, επειδή αυτός θα πρέπει να αναλάβει το 60 % του κόστους. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να εξεταστεί το κατά πόσον η στήριξη θα πρέπει να βασίζεται μάλλον σε ποσοστό του συνολικού επενδυτικού κόστους. Το γερμανικό Υπουργείο διευκρινίζει ότι ορισμένες ανεπάρκειες των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών απ’ αυτή την άποψη έχουν υπερνικηθεί χάρη στη νομολογιακή πρακτική της Επιτροπής.

    12.   Παρατηρήσεις των νορβηγικών αρχών

    Σχετικά με την ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης, στην απάντησή τους της 15ης Ιουλίου 2006, οι νορβηγικές αρχές υποστηρίζουν ότι η Αρχή εφαρμόζει υπερβολικά αυστηρό έλεγχο επιλεκτικότητας, ο οποίος δεν αφήνει καμία δυνατότητα διακριτικής ευχέρειας για προγράμματα τα οποία είναι βασικά ανοικτά για όλες τις επιχειρήσεις. Σχετικά με τη στήριξη για διδακτικό υλικό, ο Enova είχε τη διακριτική ευχέρεια να απορρίπτει μόνο τα έργα τα οποία δεν πληρούσαν τους στόχους του προγράμματος ή δεν επέτρεπαν την εξασφάλιση επαρκούς ποιότητας. Αυτά τα ελάχιστα κριτήρια είχαν, επομένως, αντικειμενικό χαρακτήρα.

    Οι νορβηγικές αρχές υποστηρίζουν επιπλέον στην προαναφερόμενη επιστολή τους ότι η Αρχή θα έπρεπε να έχει πραγματοποιήσει αξιολόγηση συμβατότητας του Ταμείου Ενέργειας άμεσα δυνάμει του άρθρου 61 παράγραφος 3 στοιχεία γ) της συμφωνίας ΕΟΧ όπως είχε πράξει η Επιτροπή για το βρετανικό καθεστώς ενίσχυσης WRAP lease (42).

    Όσον αφορά την αξιολόγηση συμβατότητας της επενδυτικής στήριξης για παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας, οι νορβηγικές αρχές υποστηρίζουν ότι για την παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας όπως κοινοποιήθηκε, το στοιχείο του συστήματος το οποίο συνίσταται στον ανταγωνισμό μεταξύ διαφόρων έργων αποκλείει οποιαδήποτε υπερ-αντιστάθμιση. Επιπλέον, η συμφωνία μεταξύ του Enova και του Υπουργείου ορίζει ότι οποιαδήποτε ενίσχυση που χορηγείται πρέπει να συμβιβάζεται με τη συμφωνία ΕΟΧ. Σχετικά με τη λήψη υπόψη δαπανών οι οποίες δεν θα ήταν ενδεχομένως επιλέξιμες, οι νορβηγικές αρχές δηλώνουν ότι αυτό θα αφορούσε μόνο ένα μικρό κλάσμα των δαπανών.

    Καθόλη τη διάρκεια του προκαταρκτικού σταδίου της έρευνας και στην απάντησή τους της 15ης Ιουλίου 2006, οι νορβηγικές αρχές επισημαίνουν ότι, όσον αφορά την ενέργεια, η κατάσταση την οποία αντιμετωπίζει η Νορβηγία είναι διαφορετική από αυτήν την οποία αντιμετωπίζουν τα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη, δεδομένου ότι πλέον του 99 % της εσωτερικής της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας προέρχεται από την υδροηλεκτρική ενέργεια, η οποία χαρακτηρίζεται από διαφορετική διάρθρωση και επίπεδα κόστους σε σύγκριση με την παραδοσιακή παραγωγή ενέργειας στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης, στις οποίες η παραγωγή αυτή βασίζεται στον άνθρακα, στο αέριο και στην πυρηνική ενέργεια. Κατά την άποψη των νορβηγικών αρχών, δεν είναι σκόπιμη η σύγκριση με την υδροηλεκτρική ενέργεια για τον υπολογισμό του επιπλέον κόστους των νέων ανανεώσιμων ενεργειών σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές. Υπάρχουν και άλλα σημαντικά πλεονεκτήματα της εφαρμογής της επιλεχθείσας μεθοδολογίας. Πρώτον, η μέθοδος της καθαρής παρούσας αξίας είναι η μέθοδος η οποία εφαρμόζεται συνήθως στον τομέα της ενέργειας καθώς επίσης και σε άλλους βιομηχανικούς τομείς. Η αναφορά στην τιμή της αγοράς συνεπάγεται επιλογή κριτηρίων τα οποία είναι αντικειμενικά και διαθέσιμα χωρίς δυσκολίες. Εφαρμόζοντας αυτή τη μέθοδο για όλα τα έργα που υποβάλλουν αίτηση στήριξης, ο Enova μπορεί να συγκρίνει τα διάφορα έργα τα οποία ανταγωνίζονται για να τους χορηγηθεί κρατική στήριξη επί ίσης βάσεως και, κατά συνέπεια, να χορηγεί στήριξη στα έργα που παρουσιάζουν τον καλύτερο λόγο μεταξύ ενίσχυσης και περιβαλλοντικού οφέλους. Δεύτερον, με τη μέθοδο αυτή εξασφαλίζεται ότι δεν μπορεί να χορηγηθεί σε ένα έργο παρά μόνο το ποσό το οποίο είναι αναγκαίο για να του επιτρέψει να διεισδύσει στην αγορά.

    Η Νορβηγία υποστηρίζει ότι, αν ήταν αναγκασμένες να ακολουθούν κατά γράμμα τις περιβαλλοντικές κατευθυντήριες γραμμές, οι νορβηγικές αρχές θα ήταν υποχρεωμένες να συμπληρώσουν το καθεστώς επενδυτικών ενισχύσεων με ένα καθεστώς λειτουργικών ενισχύσεων, στο πλαίσιο του οποίου το ποσό της ενίσχυσης θα καθοριζόταν επίσης, τελικά, επί τη βάσει του υπολογισμού της καθαρής παρούσας αξίας. Η λειτουργική ενίσχυση που θα παρεχόταν κατ’ αυτόν τον τρόπο, θα αποτελούσε εκ των πραγμάτων καθεστώς επενδυτικής ενίσχυσης, στο πλαίσιο του οποίου η ενίσχυση θα καταβαλλόταν σε πολλές δόσεις και όχι ως κατ’ αποκοπήν ποσό, χωρίς καμια σημαντική διαφορά από την άποψη της δυνατότητας στήριξης, αλλά με ένα λιγότερο διαφανές και πολυπλοκότερο, από διοικητική άποψη, σύστημα (43). Στο πλαίσιο του συστήματος όπως κοινοποιήθηκε, ο Enova θα συμμετείχε μόνο στο επενδυτικό στάδιο του έργου.

    Οι νορβηγικές αρχές συμφωνούν, στην απάντησή τους της 15ης Ιουλίου 2006, με το πόρισμα που οδήγησε την Αρχή στην απόφαση να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας, σύμφωνα με το οποίο η μέθοδος την οποία ακολουθεί ο Enova καταλήγει κατά γενικό κανόνα σε επενδυτική ενίσχυση χαμηλότερη ή ίση με το επιπλέον επενδυτικό κόστος της μονάδας παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας. Εντούτοις, οι νορβηγικές αρχές αντιτίθενται στον καθορισμό ανωτάτου ορίου για τις ενισχύσεις απόσβεσης των εγκαταστάσεων, επειδή ο καθορισμός αυτός δεν θα λάμβανε υπόψη το γεγονός ότι τα έργα έχουν επίσης δικαίωμα εύλογης απόδοσης κεφαλαίου, όπως ορίζεται στις περιβαλλοντικές κατευθυντήριες γραμμές της Αρχής (τμήμα Δ. 3.3.1 54) και έχει ληφθεί υπόψη στην απόφαση της Επιτροπής σχετικά με το έργο αιολικής ενέργειας στη θάλασσα Q7 (44). Δεδομένου ότι το κατάλληλο επίπεδο του βαθμού της απόδοσης θα καθοριστεί επί τη βάσει των πορισμάτων ενός ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα, οι νορβηγικές αρχές υποστηρίζουν ότι δεν υφίσταται κίνδυνος υπέρ-αντιστάθμισης λόγω υπερβολικά γενναιόδωρων βαθμών απόδοσης.

    Σχετικά με την απαίτηση σύμφωνα με την οποία ένα έργο στο οποίο χορηγείται στήριξη δεν θα πρέπει να λάβει καμια περαιτέρω ενίσχυση, βλ. τμήμα Δ. 3.3.1 54 των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών, οι νορβηγικές αρχές συμφωνούν ότι θα πρέπει να προβλέπεται περιορισμός της στήριξης που παρέχεται από το Ταμείο Ενέργειας. Οι νορβηγικές αρχές διευκρινίζουν ότι ο περιορισμός αυτός θα εξασφαλίζεται από δύο μηχανισμούς. Πρώτον, όταν ο Enova θα αξιολογεί ένα έργο, όλα τα γνωστά έσοδα (ταμειακά διαθέσιμα) θα λαμβάνονται υπόψη, ανεξαρτήτως από, π.χ., άλλες μορφές κρατικής στήριξης χαρακτηρισμένες ως κρατικές ενισχύσεις. Τα στοιχεία αυτά θα λαμβάνονται υπόψη από το μέρος των εσόδων ή των δαπανών, κατά περίπτωση, και θα μειώνουν κατά συνέπεια την ανάγκη περαιτέρω στήριξης εκ μέρους του Enova. Δεύτερον, όσον αφορά την ενδεχόμενη εισαγωγή ενός συστήματος πράσινων πιστοποιητικών, οι νορβηγικές αρχές αναφέρονται σε μια ρήτρα της σύμβασης που πρέπει να συνάπτεται με το δικαιούχο της ενίσχυσης, σύμφωνα με την οποία ο δικαιούχος οφείλει να εξοφλήσει, μαζί με τους τόκους, οποιαδήποτε ενίσχυση έχει λάβει από το Ταμείο Ενέργειας, σε περίπτωση που εισχωρεί στην αγορά των πιστοποιητικών.

    Οι νορβηγικές αρχές είχαν προτείνει — κατά τη διάρκεια της επίσημης έρευνας σχετικά με το καθεστώς — μια τροπολογία που αφορούσε τα έργα τα οποία, ακόμα και αν στηρίζονταν από το Ταμείο Ενέργειας θα παρουσίαζαν αρνητική καθαρή παρούσα αξία. Η τροπολογία αυτή περιλαμβάνεται πλέον στο τμήμα I. 9.1 σημείο 9 της παρούσας απόφασης και προβλέπει ότι τα έργα τα οποία παράγουν αρνητική τιμή EBIDTA, υπό φυσιολογικές συνθήκες λειτουργίας κατά τη στιγμή της επένδυσης, δεν είναι σε θέση να λάβουν καμία ενίσχυση.

    II.   ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

    1.   Κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ

    To 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ ορίζει τα ακόλουθα:

    «Ενισχύσεις που χορηγούνται υπό οιαδήποτε μορφή από τα κράτη μέλη της ΕΚ, τα κράτη της ΕΖΕΣ ή με κρατικούς πόρους και που νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό δια της ευνοϊκής μεταχειρίσεως ορισμένων επιχειρήσεων ή ορισμένων κλάδων παραγωγής, είναι ασυμβίβαστες με τη λειτουργία της παρούσας συμφωνίας κατά το μέτρο που επηρεάζουν τις μεταξύ των συμβαλλομένων μερών συναλλαγές, εκτός εάν η παρούσα συμφωνία ορίζει άλως.»

    1.1.   Παρουσία κρατικών πόρων

    Σύμφωνα με το άρθρο 61 της συμφωνίας ΕΟΧ, το μέτρο πρέπει να αφορά ενισχύσεις που χορηγούνται από το κράτος ή μέσω κρατικών πόρων. Στην παρούσα περίπτωση, η στήριξη των διάφορων επενδυτικών έργων πραγματοποιείται μέσω επιχορηγήσεων, οι οποίες χρηματοδοτούνται από τον κρατικό προϋπολογισμό και από την εισφορά επί των τιμολογίων διανομής ηλεκτρικής ενέργειας. Η απευθείας χρηματοδότηση μέσω δημοσιονομικών κονδυλίων πληροί το κριτήριο των «κρατικών πόρων».

    Όσον αφορά τα έσοδα που προέρχονται από την εισφορά επί των τιμολογίων διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, η αρχή παρατηρεί ότι, σύμφωνα με την καθιερωμένη νομολογία και πρακτική της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, πρόκειται για κρατικούς πόρους όταν μεταφέρονται χρήματα από ένα ταμείο και όταν το ταμείο αυτό έχει ιδρυθεί από το κράτος και τροφοδοτείται από εισφορές οι οποίες επιβάλλονται ή διαχειρίζονται από το κράτος (45). Από την άποψη αυτή, θα πρέπει να καθοριστεί κατά πόσον το κράτος έχει διενεργήσει έλεγχο σχετικά με τα εν λόγω χρηματικά ποσά (46). Για να θεωρηθεί ως κρατικός πόρος, αρκεί το ενεργητικό να βρίσκεται μονίμως υπό τον έλεγχο δημόσιων αρχών (47).

    Το Ταμείο Ενέργειας έχει ιδρυθεί από το νορβηγικό κράτος. Το Ταμείο Ενέργειας διοικείται από έναν δημόσιο φορέα, τον Enova, ο οποίος αποτελεί ιδιοκτησία του νορβηγικού κράτους, μέσω του Υπουργείου Πετρελαίου και Ενέργειας. Το Ταμείο αυτό έχει ιδρυθεί για να επιτευχθεί ένας πολιτικός στόχος εκ μέρους του νορβηγικού κράτους και για να βοηθήσει στην επίτευξη των ενεργειακών στόχων του νορβηγικού κράτους σε σχέση με το πρωτόκολλο του Κιότο. Γι’ αυτόν το λόγο, το νορβηγικό κράτος επιβάλλει μια υποχρεωτική εισφορά μέσω ενός κανονισμού (βλ. I. 3 της παρούσας απόφασης) με την οποία χρηματοδοτείται το Ταμείο. Το επίπεδο αυτής της εισφοράς καθορίζεται επίσης από το κράτος. Τα έσοδα που προέρχονται από αυτή την εισφορά καταβάλλονται απευθείας στο Ταμείο Ενέργειας το οποίο τα κατανέμει στα επιλεχθέντα έργα. Κατά συνέπεια, η Αρχή πιστεύει ότι το νορβηγικό κράτος ελέγχει διαρκώς την εισφορά και για το λόγο αυτό η εισφορά αυτή μπορεί να χαρακτηριστεί ως κρατικός πόρος κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ.

    1.2.   Μέτρα που ευνοούν ορισμένες επιχειρήσεις ή την παραγωγή ορισμένων αγαθών

    Για να χαρακτηριστεί ως ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ, το μέτρο πρέπει επιπλέον, πρώτον, να παρέχει στο δικαιούχο πλεονεκτήματα που τον απαλλάσσουν από επιβαρύνσεις τις οποίες κανονικά στηρίζει ο προϋπολογισμός του. Δεύτερον, το μέτρο ενίσχυσης πρέπει να είναι επιλεκτικό επειδή ευνοεί «ορισμένες επιχειρήσεις ή την παραγωγή ορισμένων αγαθών». Στη συνέχεια του παρόντος κειμένου, θα πραγματοποιηθεί διάκριση μεταξύ των καθεστώτων επενδυτικών ενισχύσεων, συμπεριλαμβανομένων των ενεργειακών ελέγχων, και των εκπαιδευτικών/διδακτικών μέτρων.

    1.2.1.    Γενική παρατήρηση: Αξιολόγηση του καθεστώτος του Ταμείου Ενέργειας αυτού καθεαυτού, και όχι των μεμονωμένων επιχορηγήσεων που παρέχονται στο πλαίσιο αυτού του καθεστώτος

    Εν προκειμένω, τα μέτρα στήριξης που περιγράφονται ως άνω θα μπορούσαν, σε ορισμένες περιστάσεις, να είχαν ως παραλήπτες άτομα και όχι επιχειρήσεις (π.χ. για ορισμένα από τα διδακτικά και εκπαιδευτικά μέτρα) ή θα μπορούσαν να αφορούν δραστηριότητα εκπαιδευτική και όχι οικονομική. Εντούτοις, κανένα από τα διάφορα μέτρα στήριξης δεν ήταν επισήμως (από νομικές ή διοικητικές κατευθυντήριες γραμμές) περιορισμένο για άτομα ή ορισμένες κατηγορίες δραστηριοτήτων (48). Θα μπορούσε, π.χ., να χορηγηθεί στήριξη σε ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς φορείς, π.χ., οι οποίοι θα μπορούσαν να ασκούν οικονομικές δραστηριότητες ή να προορίζεται για ορισμένους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας (π.χ. τον κατασκευαστικό τομέα).

    Η τρέχουσα κοινοποίηση και αξιολόγηση αφορούν το Ταμείο Ενέργειας αυτό καθεαυτό, όχι τις μεμονωμένες επιχορηγήσεις που παρέχονται στο πλαίσιό του. Κατά συνέπεια, η Αρχή δεν χρειάζεται να εξετάσει — για την αξιολόγησή της του καθεστώτος του Ταμείου Ενέργειας αυτό καθεαυτό (49) — π.χ. κατά πόσον η στήριξη που είχε παρασχεθεί σε μεμονωμένες περιπτώσεις σε μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς και σε εκπαιδευτικούς φορείς αφορούσε την (οικονομική δραστηριότητα) μιας επιχείρησης. Δεδομένου ότι το καθεστώς του Ταμείου Ενέργειας δεν περιλάμβανε κανέναν περιορισμό από αυτήν την άποψη, η Αρχή συμπεραίνει ότι — εκτός από την περίπτωση η οποία αναφέρεται στη συνέχεια του παρόντος κειμένου — η στήριξη που είχε παρασχεθεί στο πλαίσιο του καθεστώτος είχε ως παραλήπτες επιχειρήσεις.

    Δεν συνιστά κρατική ενίσχυση η στήριξη που χορηγείται σε έναν φορέα του δημόσιου τομέα για την υλοποίηση μέτρων βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης στο πλαίσιο της δημόσιας λειτουργίας αυτού του φορέα. Αυτό αφορά, ιδίως, το πρόγραμμα για μέτρα ενεργειακής αποδοτικότητας που προορίζεται για τις δημοτικές αρχές. Η στήριξη αυτή δεν περιλαμβάνει κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ, εφόσον περιορίζεται, όπως επιβεβαίωσαν οι νορβηγικές αρχές στη δημόσια λειτουργία του φορέα στον οποίο χορηγείται η στήριξη.

    1.2.2.    Επενδυτική στήριξη (παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας, μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας, νέες ενεργειακές τεχνολογίες και ενεργειακοί έλεγχοι)

    Οι επιχορηγήσεις που παρέχονται υπέρ των προαναφερομένων επενδύσεων συνιστούν για τους δικαιούχους τους πλεονέκτημα κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ, είτε επιτρέποντάς τους να επενδύσουν σε παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας, είτε να επενδύσουν σε μέτρα τα οποία μειώνουν την κατανάλωση ενέργειάς τους ή επιτρέπουν στην επιχείρηση (στην περίπτωση των ελέγχων μέσω βελτιωμένων ικανοτήτων και ενεργειακών αναλύσεων) να καταναλώνει αποδοτικότερα την ενέργεια και, κατ’ αυτόν τον τρόπο, να μειώνει τις τρέχουσες λειτουργικές δαπάνες της επιχείρησης.

    Επιπλέον, η στήριξη είναι επιλεκτική. Σχετικά με την επενδυτική στήριξη για παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας, η στήριξη αφορά μια ιδιαίτερη κατηγορία παραγωγών ενέργειας.

    Και τα άλλα μέτρα χαρακτηρίζονται από επιλεκτικότητα, δεδομένου ότι οι επιχορηγήσεις έχουν ως αποδέκτες μόνο ορισμένες επιχειρήσεις τις οποίες επιλέγει ο Enova αφού έχει συγκρίνει τα διάφορα έργα που έχουν υποβληθεί για να αποφασίσει ότι το μέτρο στο οποίο θα χορηγηθεί στήριξη θα είναι αυτό που θα κριθεί αποδοτικότερο. Σύμφωνα με τη νομολογία (50), σε μια περίπτωση στην οποία ένα Ταμείο διαθέτει «διακριτική ευχέρεια η οποία του επιτρέπει να προσαρμόζει τη χρηματοδοτική του παρέμβαση σε συνάρτηση με διάφορες παραμέτρους όπως, ιδίως, η επιλογή των δικαιούχων, το ποσό της χρηματοδοτικής παρέμβασης και οι όροι υπό τους οποίους παρέχεται, (…) το σύστημα είναι πιθανόν να δημιουργεί για ορισμένες επιχειρήσεις ευνοϊκότερους όρους από ότι για άλλες» (51). Κάθε έργο το οποίο πληροί τα κριτήρια που έχουν οριστεί για την υποβολή υποψηφιοτήτων δεν μπορεί να είναι βέβαιο ότι θα του χορηγηθεί στήριξη, δεδομένου ότι αυτό εξαρτάται από τα υπόλοιπα έργα που ανταγωνίζονται μαζί του στο πλαίσιο της διαδικασίας υποβολής των υποψηφιοτήτων και από το χρηματικό ποσό το οποίο ο Enova επιθυμεί να χορηγήσει στο πλαίσιο του αντίστοιχου κύκλου αξιολόγησης έργων. Δεδομένου ότι ο Enova είναι ελεύθερος να επιλέγει τη συχνότητα και το είδος των προσκλήσεων για υποβολή προτάσεων έργων που διοργανώνει, το σύστημα του επιτρέπει επαρκή διακριτική ευχέρεια έτσι ώστε τα μέτρα στήριξης να είναι επιλεκτικά (52).

    Επιπλέον, σχετικά με τους ενεργειακούς ελέγχους, υπάρχει ένα επιπρόσθετο στοιχείο επιλεκτικότητας, δεδομένου ότι το πρόγραμμα (προγραμματικό κείμενο του 2003, βλ. ως άνω τμήμα I. 5.6 της παρούσας απόφασης) είχε ως στόχο ιδιοκτήτες ιδιωτικών και δημόσιων κτιρίων με συνολικό εμβαδόν πλέον των 5 000 τετραγωνικών μέτρων και βιομηχανικές επιχειρήσεις.

    1.2.3.    Προγράμματα πληροφόρησης και εκπαίδευσης στον τομέα της ενεργειακής αποδοτικότητας

    Η Αρχή πιστεύει ότι δεν τίθεται θέμα επιλεκτικότητας σχετικά με την τηλεφωνική γραμμή πληροφοριών του Enova η οποία παρέχει πληροφορίες και συμβουλές σε οποιονδήποτε ενδιαφέρεται για το ζήτημα της ενεργειακής αποδοτικότητας, χωρίς αυτό να παρέχει στον Enova καμία διακριτική ευχέρεια.

    Ούτε τίθεται θέμα κρατικής ενίσχυσης σχετικά με τις επιτόπου επισκέψεις που αφορούν ιδιωτικά νοικοκυριά, δεδομένου ότι η στήριξη που παρέχεται σ’ αυτή την περίπτωση δεν χορηγείται σε επιχειρήσεις κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ. Επιπλέον, ακόμα και σε ό,τι αφορά την αποδοτική κατανάλωση ενέργειας σε κτίρια εμπορικά, η Αρχή δεν εκτιμά ότι το μέτρο αυτό συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ εφόσον το μέτρο αυτό ήταν ανοικτό για οποιονδήποτε ενδιαφερόταν σχετικά, χωρίς αυτό να συνεπάγεται για τον Enova και για τα κέντρα αποδοτικότητάς του καμία διακριτική ευχέρεια. Με άλλα λόγια, το μέτρο δεν πληροί τον όρο που αφορά την επιλεκτικότητα.

    Υπάρχει επιλεκτικό πλεονέκτημα όσον αφορά το πρόγραμμα στήριξης για τη δημιουργία διδακτικού υλικού και τη διοργάνωση μαθημάτων, δεδομένου ότι μειώνει τις δαπάνες του φορέα ο οποίος δημιουργεί αυτό το υλικό ή διοργανώνει αυτό το πρόγραμμα, σε σύγκριση με άλλους που δεν λαμβάνουν αυτή τη στήριξη. Η Αρχή δεν συμφωνεί με τις νορβηγικές αρχές σχετικά με το ότι εφαρμόζει υπερβολικά αυστηρό έλεγχο επιλεκτικότητας για τα διδακτικά/εκπαιδευτικά προγράμματα. Πρώτον, η στήριξη απευθύνεται σε ορισμένους τομείς, π.χ., στο πρόγραμμα του 2003, μεταξύ άλλων σε ιδιώτες παροχείς εκπαιδευτικών υπηρεσιών ή, στο πρόγραμμα του 2004, στον κατασκευαστικό τομέα. Στο προγραμματικό κείμενο υπογραμμίζεται ότι οι προσφορές μελετών θα πρέπει να ανταποκρίνονται στις ανάγκες των επιχειρήσεων, με τον ιδιωτικό τομέα να συμμετέχει εν μέρει στη χρηματοδότηση του προγράμματος, πράγμα που παρέχει τη δυνατότητα της διαμόρφωσης τομεακών λύσεων. Δεύτερον, τα αντίστοιχα προγράμματα αφήνουν στον Enova εκτεταμένη διακριτική ευχέρεια. Οι ίδιες οι νορβηγικές αρχές τονίζουν ότι ο ανταγωνισμός μεταξύ των διαφόρων έργων έχει ουσιαστική σημασία. Κατά συνέπεια, για ορισμένα έργα ενδέχεται να μην υπάρχει εγγύηση παροχής στήριξης, παρόλο που πληρούν ορισμένα αντικειμενικά κριτήρια, σε περίπτωση που άλλα έργα τα οποία αξιολογούνται κατά τη διάρκεια του ίδιου κύκλου αξιολόγησης επιτυγχάνουν καλύτερο αποτέλεσμα. Ούτε υπάρχει εγγύηση ότι ένα έργο που έχει απορριφθεί θα επιλεγεί για στήριξη κατά τη διάρκεια του επόμενου κύκλου. Επιπλέον, τα προγραμματικά κείμενα του 2003 και 2004 περιλαμβάνουν κατάλογο προτεραιότητας με τον οποίο αποδεικνύεται ότι ορισμένα έργα, ιδίως αυτά που δεν περιλαμβάνονται μεταξύ των έργων προτεραιότητας, θα έχουν λιγότερες πιθανότητες να τους χορηγηθεί στήριξη. Επομένως, η Αρχή εκτιμά ότι η στήριξη είναι επιλεκτική.

    1.3.   Νόθευση του ανταγωνισμού και επιπτώσεις στις συναλλαγές μεταξύ συμβαλλομένων μερών

    Για να συνιστούν ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ, τα μέτρα πρέπει να νοθεύουν ή να απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό και να επηρεάζουν τις συναλλαγές μεταξύ των συμβαλλομένων μερών.

    Στην παρούσα περίπτωση, τα μέτρα ενισχύουν την ανταγωνιστική κατάσταση των στηριζόμενων επιχειρήσεων στις αγορές της ενέργειας και της ηλεκτρικής ενέργειας στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, όπου πραγματικά ή εν δυνάμει ανταγωνίζονται με άλλους παραγωγούς ενέργειας (53).

    Ένας αρκετά μεγάλος αριθμός έργων τα οποία στηρίζονταν κατά το παρελθόν (βλ. τμήμα I. 6 της παρούσας απόφασης) θα μπορούσαν να έχουν εμπέσει στο πεδίο της πράξης που αναφέρεται στο σημείο 1ε) του παραρτήματος XV της συμφωνίας ΕΟΧ [κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 69/2001 της Επιτροπής της 12ης Ιανουαρίου 2001 για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας], επειδή οι επιχορηγήσεις που παρασχέθηκαν είναι κάτω από το κατώτατο όριο ήσσονος σημασίας. Εντούτοις, όλα τα στηριζόμενα έργα δεν είχαν χαρακτήρα ενίσχυσης ήσσονος σημασίας. Ούτε το καθεστώς όριζε ότι θα έπρεπε να έχουν αυτόν το χαρακτήρα.

    Δεδομένου ότι η αγορά της ηλεκτρικής ενέργειας έχει απελευθερωθεί σε μεγάλο βαθμό και υφίστανται συναλλαγματικές ροές ενεργειακών προϊόντων και ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ των κρατών ΕΟΧ (π.χ. η Νορβηγία εισάγει και εξάγει ένα ορισμένο ποσοστό της ηλεκτρικής της ενέργειας), η περιγραφόμενη (εν δυνάμει) νόθευση του ανταγωνισμού συμβαίνει σε σχέση με άλλες επιχειρήσεις του ΕΟΧ. Αυτό αποδεικνύεται επιπλέον από το γεγονός ότι διάφορα είδη ηλεκτρικής ενέργειας συναλλάσσονται στο Nordpool, ένα κοινό πλαίσιο μεταξύ των βορείων χωρών. Κατά συνέπεια, το καθεστώς του Ταμείου Ενέργειας νοθεύει ή απειλεί να νοθεύσει τον ανταγωνισμό και επηρεάζει τις συναλλαγές μεταξύ των συμβαλλομένων μερών.

    2.   Νέες ενισχύσεις

    Όπως φαίνεται στο σημείο II.1 της παρούσας απόφασης, το καθεστώς που παρέχεται από το Ταμείο Ενέργειας συνεπάγεται ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ. Χρειάζεται να καθοριστεί κατά πόσον συνιστά επίσης νέα ενίσχυση, πράγμα που θα έπρεπε να έχει κοινοποιηθεί εγκαίρως έτσι ώστε η Αρχή να είναι σε θέση να πραγματοποιήσει αξιολόγηση, βλ. άρθρο 2 στο μέρος ΙΙ του πρωτοκόλλου 3 της Συμφωνίας Εποπτεύουσας Αρχής και Δικαστηρίου. Ως νέα ενίσχυση ορίζεται κάθε ενίσχυση (….), «η οποία δεν είναι υφιστάμενη ενίσχυση, συμπεριλαμβανομένων των τροποποιήσεων των υφισταμένων ενισχύσεων», βλ. άρθρο 1 γ) του μέρους ΙΙ του πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας συμφωνίας Εποπτεύουσας Αρχής και Δικαστηρίου.

    Η νορβηγική κυβέρνηση δηλώνει ότι τα προγράμματα που συγχωνεύτηκαν στο πλαίσιο του μηχανισμού του Ταμείου Ενέργειας ίσχυαν πριν από την είσοδο της Νορβηγίας στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο. Επομένως, τα καθεστώτα αρχικά συνιστούσαν υφιστάμενη ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 1 β) ii) του μέρους II του πρωτοκόλλου 3 Συμφωνίας Εποπτεύουσας Αρχής και Δικαστηρίου.

    Στην κοινοποίησή τους, οι νορβηγικές αρχές πληροφόρησαν την Αρχή σχετικά με τις τροποποιήσεις των υφισταμένων καθεστώτων ενίσχυσης. Πρόκειται κυρίως για τις ακόλουθες τροποποιήσεις:

    i)

    η συγχώνευση του 2002 των υφισταμένων καθεστώτων στο πλαίσιο του προσφάτως ιδρυθέντος Ταμείου Ενέργειας,

    ii)

    η νέα διαχείρηση της στήριξης με τη δημιουργία του νέου διοικητικού φορέα Enova, ο οποίος αντικατέστησε την προηγουμένως αρμόδια «Νορβηγική διοίκηση υδατικών πόρων και ενέργειας»,

    iii)

    ο καθορισμός νέων ενεργειακών στόχων εκ μέρους του Κοινοβουλίου, πράγμα που σημαίνει ότι τα μέτρα που προβλέπονται από τα καθεστώτα θα πρέπει τώρα να πετύχουν μετρήσιμους στόχους ενεργειακής αποδοτικότητας και παραγωγής,

    iv)

    και, τέλος, ένας νέος χρηματοδοτικός μηχανισμός (εισφορά επί των τιμολογίων διανομής ηλεκτρικής ενέργειας).

    Οι αλλαγές αυτές συνοδεύτηκαν από ένα νέο σύνολο νομικών διατάξεων σχετικά με τον Enova, οι οποίες έχουν επιπτώσεις στη στήριξη που χορηγείται, δεδομένου ότι τα μέτρα θα πρέπει τώρα να πετύχουν νέους πολιτικούς στόχους οι οποίοι συμφωνήθηκαν το 2002 μεταξύ του νορβηγικού κράτους και του Enova.

    Οι τροποποιήσεις αυτές δεν ήταν καθαρά τεχνικής ή διοικητικής φύσης [βλ. άρθρο 4 παράγραφο 1 της απόφασης της Αρχής της 14ης Ιουλίου 2004 (54)], αλλά άλλαξαν σημαντικά το προηγουμένως υφιστάμενο σύστημα και το νομικό του πλαίσιο. Πρώτον, σύμφωνα με την απόφαση του δικαστηρίου στην υπόθεση Namur Les Assurances  (55), η ύπαρξη νέας ενίσχυσης πρέπει να καθορίζεται μέσω αναφοράς στις διατάξεις που την προβλέπουν. Από αυτή την άποψη, πρέπει να σημειωθεί ότι, με την ίδρυση του Ταμείου Ενέργειας και του Enova, θεσπίστηκε μια ολόκληρη σειρά κανόνων που διέπουν τη στήριξη δυνάμει του Ταμείου Ενέργειας και τη χρηματοδότησή του. Πρώτον, υπήρχε μια κοινοβουλευτική απόφαση της 5ης Απριλίου 2001, με την οποία τροποποιήθηκε ο νόμος περί ενέργειας της 29ης Ιουνίου 1990. Η απόφαση αυτή επέτρεπε στην κυβέρνηση να υποχρεώσει το διανομέα ενέργειας (μέσω μιας άδειας της «omsetningskonsesjoner») να προσθέσει μια εισφορά στο τιμολόγιο διανομής ηλεκτρικής ενέργειας που χρεώνεται στον τελικό καταναλωτή. Η εισφορά αυτή θα συμβάλλει εν συνεχεία στη χρηματοδότηση του Ταμείου Ενέργειας. Εξάλλου, στις 10 Δεκεμβρίου 2001 η κυβέρνηση εξέδωσε έναν νέο κανονισμό στον οποίο προβλέπονται οι λεπτομέρειες σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο η εισφορά αυτή θα πρέπει να συλλέγεται και να μεταφέρεται στο Ταμείο Ενέργειας. Στις προτάσεις που οδήγησαν στην κοινοβουλευτική απόφαση, η κυβέρνηση είχε θέσει νέους και συγκεκριμένους ενεργειακούς στόχους (βλ. I 4 της παρούσας απόφασης), των οποίων η επίτευξη έπρεπε να έχει ολοκληρωθεί εντός καθορισμένης προθεσμίας χάρη στην ίδρυση του Ταμείου Ενέργειας και του Enova. Οι στόχοι και η επίτευξή τους διευκρινίστηκαν περαιτέρω στη συμφωνία μεταξύ του Υπουργείου και του Enova. Ένας νέος κανονισμός για το Ταμείο Ενέργειας το έθεσε υπό την αρμοδιότητα του Υπουργείου Πετρελαίου και Ενέργειας, ορίζοντας ότι η διοικητική του διαχείριση θα πραγματοποιούταν από τον Enova. Αυτό δείχνει ότι κατά τη διάρκεια της διετίας 2000/2001 οι νομικές διατάξεις σχετικά με τη στήριξη μέτρων ενεργειακής αποδοτικότητας άλλαξαν και συμπληρώθηκαν σημαντικά.

    Αυτές οι νομικές και διοικητικές αλλαγές πραγματοποιήθηκαν με την πρόθεση να μεταβληθεί ουσιαστικά το τρέχον καθεστώς στήριξης και να δημιουργηθεί ένας τελείως νέος τρόπος χρηματοδότησης των μέτρων εξοικονόμησης ενέργειας και παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας (56). Η συγχώνευση των δύο νέων καθεστώτων δεν ήταν απλώς μια τεχνική τυπική πράξη, δεδομένου ότι ο συνδυασμός τους στο πλαίσιο ενός ενιαίου κεφαλαίου πραγματοποιήθηκε αποσκοπώντας στη χορήγηση καλύτερα στοχοθετημένης κρατικής στήριξης και στην επίτευξη πιο απτών αποτελεσμάτων όσον αφορά τις αειφορικές ενεργειακές πολιτικές. Εφεξής, οι αποφάσεις για στήριξη έργων θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη το κατά πόσον τα έργα μπορούν να συμβάλλουν στην επίτευξη των νέων στόχων που καθορίστηκαν από το Κοινοβούλιο το 2000/2001, πράγμα που αποτελεί σημαντική μεταβολή των προηγούμενων μηχανισμών στήριξης.

    Μια τελείως νέα διοικητική διάρθρωση αντικαθιστά την προηγουμένως αρμόδια Νορβηγική διεύθυνση υδατικών πόρων και ενέργειας (NVE)· πρόκειται για τον προσφάτως ιδρυθέντα διοικητικό φορέα Enova, ο οποίος υποχρεούται, δυνάμει μιας συμφωνίας με το Υπουργείο, να διαχειρίζεται το Ταμείο Ενέργειας έτσι ώστε να επιτυγχάνονται οι νέοι ενεργειακοί στόχοι τους οποίους έθεσε προσφάτως το Κοινοβούλιο, σύμφωνα με την προσφάτως θεσπισθείσα νομοθεσία. Καλείται επιπλέον να προωθεί — μέσω της διαχείρισης του Ταμείου — τον ανταγωνισμό στην αγορά. Αυτό δείχνει ότι ο Enova δεν συνεχίζει απλώς το έργο της NVE, αλλά ότι του έχουν ανατεθεί νέα καθήκοντα και υποχρεώσεις, πράγμα που αποτελεί ουσιαστική μεταβολή των προηγουμένων καθεστώτων.

    Τέλος, έχει σημασία ότι δημιουργήθηκε ένας νέος χρηματοδοτικός μηχανισμός. Αντί για δημοσιονομικά κονδύλια, τα μέτρα στήριξης χρηματοδοτούνται (όλο και περισσότερο) μέσω μιας εισφοράς επί των τιμολογίων διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία χρησιμοποιείται για τη χρηματοδότηση του Ταμείου Ενέργειας. Παρόλο που η Νορβηγία τόνισε ότι αυτή η εισφορά αυτή καθεαυτή είχε εισαχθεί πριν από τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας ΕΟΧ, αυτό δεν αλλάζει το πόρισμα της Αρχής σύμφωνα με το οποίο η εισαγωγή του νέου χρηματοδοτικού μηχανισμού είχε ως συνέπεια μια ουσιαστική αλλαγή. Πριν από το 2002, αυτή την εισφορά τη διαχειρίζονταν οι ηλεκτρικές εταιρείες, κυρίως για να χρηματοδοτούν τις δικές τους δραστηριότητες πληροφόρησης σχετικά με την ενεργειακή αποδοτικότητα. Σήμερα, η εισφορά αυτή δημιουργήθηκε και ελέγχεται από το νορβηγικό κράτος, το οποίο τη διαθέτει για τη χρηματοδότηση του Ταμείου Ενέργειας. Το Ταμείο Ενέργειας μπορεί να διαθέτει πόρους σε διάφορα είδη μέτρων στήριξης, που δεν περιορίζονται στις δραστηριότητες πληροφόρησης (57). Κατά συνέπεια, η Αρχή συμπεραίνει ότι οι μεταβολές του χρηματοδοτικού συστήματος έχουν ουσιαστική φύση.

    Οι περιγραφόμενες αλλαγές μεταβάλλουν το καθεστώς ενίσχυσης αυτό καθεαυτό, χωρίς να αποτελούν αποσπάσιμο μέρος των υφισταμένων καθεστώτων (58). Ο νέος χρηματοδοτικός και διοικητικός μηχανισμός καθώς επίσης και η υποχρέωση του Enova να επιτυγχάνει τους ενεργειακούς στόχους που καθορίστηκαν προσφάτως αφορούν αυτήν καθεαυτήν τη διάρθρωση του προγράμματος στήριξης και εφαρμόζονται σε όλα τα μέτρα τα οποία λλαμβάνουν στήριξη στο πλαίσιο του Ταμείου Ενέργειας. Οι αλλαγές είχαν αναληφθεί αποσκοπώντας στη βελτίωση της χρήσης των δημόσιων πόρων και στην επίτευξη περισσότερο αειφορικών αποτελεσμάτων ενεργειακής αποδοτικότητας, πράγμα για το οποίο χρειάστηκε να εισαχθούν νέες διαρθρώσεις και νέοι στόχοι. Αυτές οι νέες διαρθρώσεις και οι νέοι στόχοι καθορίζουν κάθε απόφαση στήριξης και δεν μπορούν να θεωρηθούν ως αποσπάσιμοι από τα προηγούμενα μέτρα ενίσχυσης.

    Επομένως, οι κοινοποιηθείσες αλλαγές πρέπει να χαρακτηριστούν ως νέα ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 1 (γ) του τμήματος II του πρωτοκόλλου 3 της Συμφωνίας Εποπτεύουσας Αρχής και Δικαστηρίου.

    Το Ταμείο Ενέργειας άρχισε να λειτουργεί την 1η Ιανουαρίου 2002, δηλαδή πριν από τον Ιούνιο 2003, όταν το καθεστώς κοινοποιήθηκε στην Αρχή. Επομένως, το σύστημα του Ταμείου Ενέργειας κοινοποιήθηκε καθυστερημένα στην Αρχή και, ως εκ τούτου, παραβιάστηκε η απαράβατη υποχρέωση του άρθρου 1 παράγραφος 3 του μέρους I του πρωτοκόλλου 3 της Συμφωνίας Εποπτεύουσας Αρχής και Δικαστηρίου. Κατά συνέπεια, η ενίσχυση πρέπει να χαρακτηριστεί ως «παράνομη ενίσχυση» κατά την έννοια του άρθρου 1 στ του μέρους II του πρωτοκόλλου της Συμφωνίας Εποπτεύουσας Αρχής και Δικαστηρίου. Κάθε παράνομη ενίσχυση η οποία δεν δηλώνεται ότι συμβιβάζεται με το άρθρο 61 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συμφωνίας ΕΟΧ υπόκειται σε ανάκτηση.

    3.   Συμβατότητα της ενίσχυσης

    Κατά την άποψη της Αρχής, τα μέτρα ενίσχυσης δεν πληρούν τους όρους καμίας από τις εξαιρέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 61 παράγραφος 2 ή παράγραφος 3 στοιχείο α), β) και δ) της συμφωνίας ΕΟΧ. Κατά συνέπεια, πρέπει να αξιολογηθεί κατά πόσον η ενίσχυση θα μπορούσε να δικαιολογηθεί δυνάμει του άρθρου 61 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συμφωνίας ΕΟΧ. Σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, μια ενίσχυση μπορεί να χαρακτηριστεί συμβιβάσιμη εάν «προωθεί την ανάπτυξη ορισμένων οικονομικών δραστηριοτήτων ή οικονομικών περιοχών, εφόσον δεν αλλοιώνουν τους όρους των συναλλαγών κατά τρόπο που θα αντέκειτο προς το κοινό συμφέρον».

    Η Αρχή θα αξιολογήσει το Ταμείο Ενέργειας σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 61 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συμφωνίας ΕΟΧ σε συνδυασμό με τις περιβαλλοντικές κατευθυντήριες γραμμές της Αρχής, οι οποίες απαιτούσαν από τα κράτη ΕΖΕΣ να συμμορφώσουν τα καθεστώτα περιβαλλοντικών ενισχύσεών τους με αυτές τις περιβαλλοντικές κατευθυντήριες αρχές ως την 1η Ιανουαρίου 2002.

    Στην ακόλουθη εκτίμηση, η Αρχή θα πραγματοποιήσει διάκριση μεταξύ του συστήματος του Ταμείου Ενέργειας όπως κοινοποιήθηκε στην Αρχή και όπως εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2002 (βλ. τμήμα II 3.1 της παρούσας απόφασης) και των μελλοντικών αλλαγών που προβλέπονται από τις νορβηγικές αρχές οι οποίες αποσκοπούν να καταστήσουν τη στήριξη συμβατή με τις διατάξεις της συμφωνίας ΕΟΧ όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις (βλ. τμήμα II 3.2. της παρούσας απόφασης).

    3.1.   Εκτίμηση του Ταμείου Ενέργειας όπως κοινοποιήθηκε στην Αρχή

    3.1.1.    Η επενδυτική στήριξη (παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας, επενδύσεις για εξοικονόμηση ενέργειας, νέες ενεργειακές τεχνολογίες, ενεργειακοί έλεγχοι)

    Στην απόφασή της της 18ης Μαΐου 2005 για κίνηση της επίσημης διαδικασίας έρευνας, η Αρχή είχε εκφράσει αμφιβολίες για το κατά πόσον η επενδυτική στήριξη που χορηγείται από το Ταμείο Ενέργειας θα μπορούσε να χαρακτηριστεί συμβιβαζόμενη με τις απαιτήσεις των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών.

    Στις παρατηρήσεις τους της 15ης Ιουλίου 2005 σχετικά με την απόφαση κίνησης της επίσημης διαδικασίας έρευνας, οι νορβηγικές αρχές ισχυρίστηκαν ότι το σύστημα θα μπορούσε να επιτραπεί άμεσα δυνάμει του άρθρου 61 παράγραφος 3 στοιχεία γ) της συμφωνίας ΕΟΧ. Η Αρχή δεν συμφωνεί με αυτή την άποψη, τουλάχιστον εφόσον η εν λόγω στήριξη καλύπτεται από τις περιβαλλοντικές κατευθυντήριες γραμμές. Κατά την άποψη της Αρχής, η απόφαση της Επιτροπής WRAP (59) δεν παρουσιάζει κανένα ενδιαφέρον από αυτή την άποψη. Η διαφορά μεταξύ των δύο υποθέσεων είναι ότι, όσον αφορά την ανακύκλωση, οι κατευθυντήριες γραμμές δεν προβλέπουν καμία χορήγηση επενδυτικής ενίσχυσης, ενώ η επενδυτική στήριξη υπέρ της ανανεώσιμης ενέργειας καλύπτεται από τις περιβαλλοντικές κατευθυντήριες γραμμές. Η Αρχή δεσμεύεται από τις κατευθυντήριες γραμμές της (60). Κατά συνέπεια, κρίνει ότι δεν μπορεί να αγνοήσει το κεφάλαιο σχετικά με τις επενδυτικές ενισχύσεις των κατευθυντηρίων γραμμών (τμήμα Δ. 1.3, ιδίως στο σημείο 27 και τμήμα Δ. 1.7 32 του κεφαλαίου για τις λειτουργικές ενισχύσεις (τμήμα Δ. 3.3.1 54), που καλύπτει την περίπτωση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας) και τις εντάσεις ενίσχυσης που προβλέπονται εκεί.

    1.   Επενδυτική στήριξη για παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας

    Οι επενδύσεις για παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας μπορούν να στηρίζονται με ένταση ενίσχυσης ως το 40 % ή, κατά περίπτωση, το 100 % των επιλέξιμων δαπανών, βλ. τμήμα Δ. 1.3 27 των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών. Το τμήμα Δ. 1.6 31 διευκρινίζει τι συνιστά επιλέξιμη επένδυση: πρόκειται για τις επενδύσεις σε γήπεδα, κτίρια, εγκαταστάσεις και εξοπλισμούς και, υπό ορισμένους όρους, σε άϋλα στοιχεία ενεργητικού. Στο τμήμα Δ. 1.7 32 προβλέπεται ότι οι επιλέξιμες δαπάνες αποτελούν τη διαφορά μεταξύ του επενδυτικού κόστους μιας εγκατάστασης παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας και του επενδυτικού κόστους μιας συμβατικής εγκατάστασης παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας (εφεξής «προσέγγιση επιπλέον κόστους»).

    Στην απόφασή της να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας (61), η Αρχή παρατήρησε ότι η στήριξη για πηγές ανανεώσιμης ενέργειας δεν βασιζόταν στην προσέγγιση επιπλέον κόστους όπως προβλέπεται στο τμήμα Δ. 1.7 32 των κατευθυντηρίων γραμμών. Διαπίστωσε επίσης ότι, χωρίς τις τροπολογίες που υποβλήθηκαν αργότερα από τις νορβηγικές αρχές, δεν θα υπήρχε καμία εγγύηση σύμφωνα με την οποία η στήριξη θα παρέμενε εντός των ορίων του 40 %. Ούτε υπήρχε καμία εγγύηση ότι δεν θα υπερέβαινε το ανώτατο όριο του 100 % του επιπλέον κόστους, ούτε ότι το καθεστώς δεν θα οδηγούσε σε υπερ-αντιστάθμιση. Δεν υπήρχαν, π.χ. εγγυήσεις ότι θα στηρίζονταν μόνο οι επιλέξιμες επενδυτικές δαπάνες και ότι η χορηγούμενη σε μια επιχείρηση ενίσχυση δεν θα υπερέβαινε το αναγκαίο για την εκκίνηση του έργου ποσό. Κατά συνέπεια, η Αρχή συνεπέρανε προκαταρκτικά ότι το Ταμείο Ενέργειας, όπως κοινοποιήθηκε, δεν θα μπορούσε να δικαιολογηθεί σύμφωνα με το κεφάλαιο για τις επενδυτικές ενισχύσεις (τμήμα Δ. 1.3 των περιβαλλοντικών κατευθυντήριων γραμμών) και ότι συνιστά κρατική ενίσχυση ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά.

    Οι παρατηρήσεις των νορβηγικών αρχών δεν διέλυσαν αυτές τις αμφιβολίες. Σχετικά με τη στήριξη δαπανών οι οποίες δεν θα ήταν ενδεχομένως επιλέξιμες, οι νορβηγικές αρχές δηλώνουν ότι, από την 1η Ιανουαρίου 2005, ο Enova έχει δεχτεί να στηρίζει μόνο δαπάνες οι οποίες απαριθμούνται στην απόφαση της Επιτροπής όσον αφορά την Φινλανδία N 75/2002, ενώ, κατά το παρελθόν, είχαν στηριχθεί και άλλες κατηγορίες δαπανών (π.χ. χρηματοοικονομικές δαπάνες), παρόλο που αυτό δεν αντιπροσώπευε παρά μόνο ένα μικρό κλάσμα του συνόλου των δαπανών. Δεδομένου ότι το Ταμείο Ενέργειας, όπως κοινοποιήθηκε, δεν περιλάμβανε σαφείς κανόνες σχετικά με το ποιες δαπάνες είναι επιλέξιμες, ο κίνδυνος συμπερίληψης μη επιλέξιμων δαπανών υλοποιήθηκε πράγματι. Επίσης, το νορβηγικό επιχείρημα ότι το ανταγωνιστικό στοιχείο του καθεστώτος ενίσχυσης περιορίζει τις πιθανότητες υπέρ-αντιστάθμισης, δεν μπορεί να μεταβάλει το συμπέρασμα της Αρχής σύμφωνα με το οποίο το καθεστώς δεν βασιζόταν σε κανένα λειτουργικό νομικό περιορισμό ο οποίος θα μπορούσε να αποτελεί εγγύηση ότι η στήριξη δεν υπερβαίνει το όριο που προβλέπεται στο κεφάλαιο σχετικά με τις επενδυτικές ενισχύσεις των κατευθυντηρίων γραμμών. Εν τη απουσία τέτοιων κανόνων, θα ήταν ζήτημα τύχης η αποφυγή της υπερ-αντιστάθμισης.

    Η Αρχή επιμένει στην άποψη την οποία είχε εκφράσει στην απόφασή της να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας, ότι και οι απαιτήσεις του τμήματος Δ. 3.3.1 54 επίσης δεν πληρούνται από το σύστημα όπως κοινοποιήθηκε. Η Αρχή δεν μπόρεσε να διαπιστώσει την ύπαρξη παραμέτρων οι οποίες θα επέτρεπαν την αποφυγή οποιασδήποτε υπέρβασης του ορίου που καθορίζεται στο τμήμα Δ. 3.3.1 54. Ούτε υπήρχε εγγύηση ότι μόνο επενδυτικές δαπάνες θα περιλάμβανε ο υπολογισμός (το τμήμα Δ. 3.3.1 54 περιορίζεται στην απόσβεση εγκαταστάσεων), ούτε υπήρχε επαρκής βεβαιότητα σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο το προεξοφλητικό επιτόκιο θα έπρεπε να καθοριστεί και σχετικά με το ότι η ενίσχυση ουδέποτε θα υπερέβαινε το ποσό που είναι αναγκαίο για την επίτευξη μηδενικής καθαρής παρούσας αξίας.

    Συμπερασματικά, το σύστημα του Ταμείου Ενέργειας όπως κοινοποιήθηκε δεν είναι σύμφωνο με τα πρότυπα συμβατότητας των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών.

    2.   Στήριξη για εξοικονόμηση ενέργειας

    Οι επενδύσεις για εξοικονόμηση ενέργειας [η έννοια της εξοικονόμησης ενέργειας ορίζεται στο τμήμα B (7) των περιβαλλοντικών αρχών], μπορεί να στηριχθεί με ένταση ενίσχυσης ως το 40 % των επιλέξιμων δαπανών σύμφωνα με το τμήμα Δ. 1.3 25 των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών. Στο τμήμα Δ. 1.6 31 των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών ορίζεται η εν λόγω επένδυση, δηλαδή: γήπεδα, κτίρια, εγκαταστάσεις και εξοπλισμός και, υπό ορισμένους όρους, άϋλα στοιχεία ενεργητικού. Στο τμήμα Δ. 1.7 32 των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών περιορίζεται η στήριξη των επιλέξιμων δαπανών, οι οποίες ορίζονται ως το επιπλέον επενδυτικό κόστος που είναι αναγκαίο για την επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων. Καμία ενίσχυση δεν μπορεί να χορηγηθεί για προσαρμογή σε ένα πρότυπο της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (62), στην περίπτωση που η εν λόγω επιχείρηση δεν είναι μικρή ή μεσαία επιχείρηση.

    Στην απόφασή της να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας, η Αρχή είχε διαπιστώσει ότι η στήριξη δεν υπολογιζόταν σύμφωνα με τη μέθοδο του επιπλέον κόστους όπως προβλέπεται στο τμήμα Δ. 1.7 32 των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών. Ιδίως, δεν παραμένει εντός των ορίων του κατωφλίου του 40 % που προβλέπεται στο τμήμα Δ. 1.3 25 των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών. Σε αντίθεση με την επενδυτική στήριξη της παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας, η υπέρβαση του κατωφλίου του 40 % δεν επιτρέπεται για τα μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας (63).

    Οι νορβηγικές αρχές υποστηρίζουν ότι, στην πράξη, ακολούθησαν την προσέγγιση των κατευθυντηρίων γραμμών. Η Αρχή δεν αμφισβητεί το γεγονός ότι οι μεμονωμένες επιχορηγήσεις που παρασχέθηκαν στο πλαίσιο του καθεστώτος του Ταμείου Ενέργειας ήταν αυτές καθεαυτές σύμφωνες με τις περιβαλλοντικές κατευθυντήριες γραμμές. Εντούτοις, το γεγονός αυτό δεν συνεπάγεται ότι το καθεστώς του Ταμείου Ενέργειας, αυτό καθευαυτό — το οποίο δεν περιλάμβανε κανένα όριο σχετικά με την ένταση των ενισχύσεων ούτε ακολουθούσε την προσέγγιση του επιπλέον κόστους — ήταν συμβιβάσιμο με τις περιβαλλοντικές κατευθυντήριες γραμμές.

    Κατά συνέπεια, δεδομένου ότι δεν υπήρχε κανένας μηχανισμός χάρη στον οποίο θα αποκλειόταν το ενδεχόμενο η ενίσχυση που χορηγείται στο πλαίσιο αυτού του μέτρου στήριξης να υπερβαίνει το όριο στήριξης του 40 %, έτσι ώστε το κόστος να μπορεί να συγκριθεί με το κόστος της παραδοσιακής παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, το καθεστώς του Ταμείου Ενέργειας, όπως κοινοποιήθηκε, πρέπει να χαρακτηριστεί ως μη συμβιβάσιμη ενίσχυση.

    3.   Νέες ενεργειακές τεχνολογίες

    Στην απόφασή της να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας, η Αρχή έκρινε ότι δεν διέθετε επαρκείς πληροφορίες για να εκτιμήσει κατά πόσον τα έργα αυτής της κατηγορίας θα ήταν έργα σχετικά με παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας (64). Επίσης, η Αρχή δεν ήταν βέβαιη για το κατά πόσον επρόκειτο για έργα έρευνας και ανάπτυξης, τα οποία θα έπρεπε να έχουν αξιολογηθεί σύμφωνα με το κεφάλαιο 14 των κατευθυντηρίων γραμμών σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις της Αρχής, το οποίο αναφέρεται στις ενισχύσεις για έρευνα και ανάπτυξη.

    Κατά τη διάρκεια της επίσημης διαδικασίας έρευνας, οι νορβηγικές αρχές διευκρίνισαν ότι η στήριξη που υπάγεται σ’ αυτή την κατηγορία δεν θα αφορούσε έργα στο στάδιο της έρευνας και της ανάπτυξης, αλλά κυρίως έργα παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας και, σε μικρότερο βαθμό, μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας. Τα στοιχεία που γνωστοποιήθηκαν από τις νορβηγικές αρχές σχετικά με έργα που υπάγονται σ’ αυτό το κεφάλαιο έδειξαν ότι, μέχρι τώρα, μόνο αυτές οι κατηγορίες έχουν λάβει στήριξη. Κατά συνέπεια, το πρόγραμμα «στήριξης των νέων ενεργειακών τεχνολογιών» πρέπει να θεωρηθεί ότι αποτελεί υποομάδα της επενδυτικής στήριξης για μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας ή για παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας.

    Εντούτοις, σχετικά με το Ταμείο Ενέργειας, όπως κοινοποιήθηκε, η Αρχή κρίνει ότι το σύστημα: πρώτον, δεν είχε καθορίσει σαφώς ότι τα έργα σχετικά με νέες ενεργειακές τεχνολογίες αποτελούσαν υποομάδες των άλλων κατηγοριών ενίσχυσης και θα έπρεπε, ως εκ τούτου, να αξιολογηθούν σύμφωνα με τους ίδιους κανόνες. Εν πάση περιπτώσει, όπως και για τα άλλα μέτρα στήριξης, η Επιτροπή εκτιμά ότι το σύστημα όπως κοινοποιήθηκε δεν περιλάμβανε κανέναν περιορισμό ο οποίος θα αποτελούσε εγγύηση ότι τα αντίστοιχα όρια για επενδυτική στήριξη για παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας και μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας θα είχαν τηρηθεί, ούτε ότι θα είχαν στηριχθεί μόνο οι επιλέξιμες επενδυτικές δαπάνες. Κατά συνέπεια, η Αρχή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η στήριξη όπως κοινοποιήθηκε δεν πληροί τις απαιτήσεις των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών.

    4.   Ενεργειακοί έλεγχοι

    Στην απόφασή της να κινήσει τη διαδικασία έρευνας, η Επιτροπή εξετίμησε ότι δεν διέθετε επαρκείς πληροφορίες για να αποφασίσει κατά πόσον η στήριξη που υπαγόταν σ’ αυτή την κατηγορία θα ήταν συμβιβάσιμη με τις περιβαλλοντικές κατευθυντήριες γραμμές, ιδίως από την άποψη του τμήματος Δ. 2 36 (στήριξη για μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις).

    Σχετικά με αυτή την κατηγορία στήριξης, οι νορβηγικές αρχές παρέπεμψαν, κατά τη διάρκεια της επίσημης διαδικασίας έρευνας, σε ένα φινλανδικό καθεστώς το οποίο επιτρέπει τη λήψη υπόψη του κόστους των ενεργειακών ελέγχων για τη χορήγηση κρατικής στήριξης (δηλαδή στήριξη η οποία δεν περιορίζεται σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις). Οι νορβηγικές αρχές τονίζουν ότι, όπως και το φινλανδικό καθεστώς, το νορβηγικό Ταμείο Ενέργειας επιτρέπει στις επιχειρήσεις να λαμβάνουν χρηματοδοτική στήριξη που αποσκοπεί στη διενέργεια ενεργειακών ελέγχων και αναλύσεων, είτε για να συμβάλλουν στη βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας είτε για επενδύσεις εξοικονόμησης ενέργειας ή ακόμα για αλλαγές συμπεριφοράς. Το φινλανδικό καθεστώς είχε επιτρέψει ενισχύσεις οι οποίες κάλυπταν το 40 % των επιλέξιμων δαπανών. Το νορβηγικό καθεστώς επιχορηγούσε ως το 50 % των επιλέξιμων δαπανών.

    Πρώτον, η Αρχή διαπιστώνει ότι το καθεστώς του Ταμείου Ενέργειας όπως κοινοποιήθηκε δεν περιλάμβανε κανέναν περιορισμό ο οποίος θα αποτελούσε εγγύηση ότι η στήριξη αυτών των μέτρων δεν θα υπερέβαινε το όριο του 40 % για μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας όπως προβλέπεται στο τμήμα Δ. 1.3 25 των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών. Ιδίως, στήριξη που φτάνει στο 50 % των επιλέξιμων δαπανών δεν συμβιβάζεται με τις περιβαλλοντικές κατευθυντήριες γραμμές.

    Δεύτερον, η Επιτροπή δεν πιστεύει ότι η στήριξη ενεργειακών ελέγχων σε σχέση με αλλαγές συμπεριφοράς και μόνο, χωρίς καμία πρόβλεψη επένδυσης, μπορεί να βασιστεί στο τμήμα Δ. 1.3 των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών, το οποίο αφορά μόνο την επενδυτική ενίσχυση. Η έγκριση της Επιτροπής σχετικά με ένα φινλανδικό καθεστώς ενίσχυσης είχε περιοριστεί σ’ αυτή την κατηγορία επενδυτικής στήριξης (65). Δεν αποκλείεται και άλλες ενισχύσεις για υπηρεσίες παροχής συμβουλών και συμβούλου να χαρακτηριστούν συμβιβάσιμες με το τμήμα Δ. 2 36 των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών, σε συνδυασμό με το νομο ο οποίος αναφέρεται στο σημείο 1 (στ) του παραρτήματος XV της συμφωνίας ΕΟΧ (66) (ενίσχυση για μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις). Εντούτοις, το στοιχείο αυτό δεν έχει αποφασιστική σημασία από την άποψη της συμβατότητας του καθεστώτος ενίσχυσης, δεδομένου ότι το Ταμείο Ενέργειας όπως κοινοποιήθηκε δεν περιλάμβανε κανέναν περιορισμό προς αυτόν το σκοπό. Κατά συνέπεια, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως συμβιβάσιμο με τις περιβαλλοντικές κατευθυντήριες γραμμές.

    3.1.2.    Μέτρα σχετικά με διδακτικό υλικό και εκπαίδευση

    Η Αρχή παρατηρεί ότι τα προγράμματα διδακτικού υλικού και εκπαίδευσης όπως κοινοποιήθηκαν δεν περιορίζονταν για μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, όπως ορίζεται στο νόμο ο οποίος αναφέρεται στο σημείο 1 (στ) του παραρτήματος XV της συμφωνίας ΕΟΧ (ενισχύσεις για μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις) (67). Ούτε προβλεπόταν περιορισμός της στήριξης για ενισχύσεις που εμπίπτουν στο πεδίο της πράξης η οποία αναφέρεται στο σημείο 1 (δ) του παραρτήματος XV της συμφωνίας ΕΟΧ (ενισχύσεις για κατάρτιση) (68). Η Αρχή, ως εκ τούτου δεν υποχρεούται να αξιολογήσει κατά πόσον τα μέτρα στήριξης θα μπορούσαν να δικαιολογούνται στο πλαίσιο αυτών των εξαιρέσεων ανά κατηγορία. Ούτε καλύπτεται αυτό το είδος στήριξης από τις περιβαλλοντικές κατευθυντήριες γραμμές.

    Οι νορβηγικές αρχές υποστηρίζουν ότι η ενίσχυση που χορηγείται δυνάμει του Ταμείου Ενέργειας, εν γένει ή εν μέρει, θα πρέπει αν αξιολογείται άμεσα σύμφωνα με το άρθρο 61 παράγραφος 3 στοιχεία γ) της συμφωνίας ΕΟΧ.

    Για να αποφασίσει κατά πόσον αυτό το μέτρο μπορεί να επιτραπεί μέσω της άμεσης εφαρμογής του άρθρου 61 παράγραφος 3 στοιχειο γ) της συμφωνίας ΕΟΧ, η Αρχή οφείλει να αποφασίσει κατά πόσον η στήριξη είναι αναγκαία και ανάλογη για την επίτευξη του στόχου του.

    Στόχος αυτού του μέτρου στήριξης ήταν η ενίσχυση των γνώσεων και των ικανοτήτων σχετικά με τις δυνατότητες εξοικονόμησης ενέργειας και την ενεργειακή αποδοτικότητα. Τα μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας, παρόλο που συνδέονται με τις επενδύσεις, προβλέπονται ρητά στις περιβαλλοντικές κατευθυντήριες γραμμές ως εν δυνάμει αποδέκτης κρατικής στήριξης. Εν γένει, τα μέτρα ενεργειακής αποδοτικότητας συμβάλλουν στην επίτευξη των στόχων του Κιότο για τη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, ενώ οι γνώσεις και οι ικανότητες διαδραματίζουν ρόλο σημαντικό για την εισαγωγή και την υλοποίηση μέτρων ενεργειακής αποδοτικότητας. Όσον αφορά την αναγκαιότητα της εν λόγω στήριξης, το πρόγραμμα αποσκοπούσε στην ανάπτυξη νέου υλικού και μαθημάτων, αποκλείοντας τη διατήρηση και την επανεξέταση υφιστάμενων μαθημάτων, δεδομένου ότι οι δαπάνες αυτές αναμενόταν ότι θα καλύπτονταν από δίδακτρα. Η στήριξη δυνάμει του προγράμματος είχε σκοπό να παράσχει κίνητρο για τη δημιουργία νέου υλικού για το οποίο υπήρχε ανάγκη, δεδομένου ότι οι νορβηγικές αρχές υποστήριξαν ότι υπήρχε έλλειψη ενημερωμένου διδακτικού υλικού και μαθημάτων στη Νορβηγία.

    Η ενίσχυση μπορεί να θεωρηθεί ανάλογη και μη στρεβλώνουσα τις συναλλαγές σε βαθμό αντίθετο με το δημόσιο συμφέρον. Από την άποψη αυτή, έχει σημασία για τα συμπεράσματα της Αρχής ότι το καθεστώς έχει περατωθεί και το ότι δεν είχε καλύψει παρά μόνο 33 έργα (μεταξύ των οποίων το ένα υπέρ φυσικών προσώπων), για κάθε ένα από τα οποία είχε χορηγηθεί ένα περιορισμένο ποσό ενίσχυσης. Για 12 από τα έργα, που αφορούσαν στήριξη σε φορείς καταχωρημένους ως μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί, η στήριξη κυμάνθηκε μεταξύ των ποσών των 50 000 και 918 000 ΝΟΚ, δηλαδή μεταξύ 6 900 και 126 970 ευρώ (69), ενώ δύο μόνο έργα έλαβαν στήριξη περίπου 1 300 000 ΝΟΚ (180 555 ευρώ). Για τα πανεπιστήμια και τα λύκεια, η στήριξη κυμάνθηκε μεταξύ των ποσών των 200 000 και των 450 000 ΝΟΚ (27 662 και 62 240 ευρώ), ενώ ένα μόνο έργο έλαβε στήριξη 875 000 ΝΟΚ (121 023). Εξάλλου, ουδέποτε ο Enova ανέλαβε το σύνολο των δαπανών ενός έργου, αλλά περιόριζε τη συνδρομή του στο 50 %. Επιπλέον, μια ανοιχτή διαδικασία υποβολής προσφορών «ενίσχυσης» εφαρμοζόταν για την επιλογή των δικαιούχων και για τον καθορισμό του ποσού της ενίσχυσης. Η διαδικασία υποβολής προσφορών αποτελούσε επίσης εγγύηση ότι η ενίσχυση θα περιοριζόταν στο απαραίτητο ποσό και ότι θα ήταν ανάλογη. Η ενίσχυση συνδεόταν επίσης με το έργο και, ως εκ τούτου, δεν συνιστούσε λειτουργική ενίσχυση για τη μείωση των τρεχουσών λειτουργικών δαπανών της επιχείρησης. Κατά συνέπεια, μπορεί να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι η ενίσχυση δεν νόθευε τον ανταγωνισμό σε βαθμό αντίθετο με το κοινό συμφέρον. Επομένως, η ενίσχυση ήταν σύμφωνη με το άρθρο 61 παράγραφος 3 στοιχεία γ) της συμφωνίας ΕΟΧ.

    3.1.3.    Συμπεράσματα σχετικά με το σύστημα όπως κοινοποιήθηκε

    Η Αρχή πιστεύει ότι οι νορβηγικές αρχές υλοποίησαν παράνομα το καθεστώς του Ταμείου Ενέργειας κατά παράβαση του άρθρου 1 παράγραφος 3 του μέρους I του πρωτοκόλλου 3 της Συμφωνίας Εποπτεύουσας Αρχής και Δικαστηρίου.

    Η τηλεφωνική γραμμή πληροφοριών του Enova και οι επιτόπου επισκέψεις δεν συνιστούν ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ.

    Τα μέτρα επενδυτικής στήριξης (παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας, εξοικονόμηση ενέργειας, ενεργειακός έλεγχος) όπως κοινοποιήθηκαν είναι ασυμβίβαστα με το άρθρο 61 παράγραφος 3 στοιχεία γ) της συμφωνίας ΕΟΧ σε συνδυασμό με τις περιβαλλοντικές κατευθυντήριες γραμμές.

    Η στήριξη που χορηγήθηκε για τη δημιουργία διδακτικού υλικού και μαθημάτων μεταξύ της 1ης Ιανουαρίου 2002 και της 31ης Δεκεμβρίου 2003 είναι σύμφωνη δυνάμει άμεσης εφαρμογής του άρθρου 61(3) (γ) της συμφωνίας ΕΟΧ.

    3.2.   Το Ταμείο Ενέργειας τροποποιμένο όπως προβλέπεται από τις νορβηγικές αρχές

    3.2.1.    Επενδυτική στήριξη

    1.   Επενδυτική στήριξη για παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας

    Ως σημείο εκκίνησης για την αξιολόγηση του νορβηγικού καθεστώτος επενδυτικών ενισχύσεων, θα πρέπει να καθοριστεί το μέγιστο ποσό ενίσχυσης που μπορεί να διατεθεί για ένα έργο, όπως ορίζεται στις κατευθυντήριες γραμμές. Στο τμήμα Δ. 1.3 27 των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών ορίζεται το κατώφλι για τις επενδυτικές ενισχύσεις, το οποίο πρέπει να περιορίζεται στο 40 % του επιπλέον επενδυτικού κόστους που είναι αναγκαίο για την επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων. Κατά περίπτωση, μπορεί να στηριχτεί το 100 % των επιλέξιμων δαπανών.

    Επιπλέον, το τμήμα Δ. 3.3.1 53 και 54 των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών επιτρέπει επίσης τη χορήγηση λειτουργικών ενισχύσεων, για να αντισταθμίζεται το υψηλότερο μοναδιαίο επενδυτικό κόστος. Το σημείο 54 επιτρέπει χορήγηση στήριξης ως αντιστάθμιση της διαφοράς μεταξύ του παραγωγικού κόστους ανανεώσιμης ενέργειας και της τιμής της αγοράς της εν λόγω ενέργειας. Εντούτοις, η ενίσχυση πρέπει να περιορίζεται στην απόσβεση εγκαταστάσεων, η οποία πρέπει να νοείται ως απόσβεση επένδυσης. Σε περίπτωση που το κράτος ΕΖΕΣ μπορεί να αποδείξει ότι η ενίσχυση είναι απαραίτητη δεδομένης της ανεπαρκούς ανταγωνιστικότητας ορισμένων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, είναι δυνατόν να συμπεριληφθεί επίσης εύλογη απόδοση του κεφαλαίου.

    Συνήθως νοείται ως λειτουργική ενίσχυση η ενίσχυση που προορίζεται να ελαφρύνει τις τρέχουσες δαπάνες μιας επιχείρησης, δηλαδή αυτές τις οποίες οφείλει κανονικά να αναλαμβάνει στο πλαίσιο των τρεχουσών δραστηριοτήτων της. Εντούτοις, για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, το λειτουργικό κόστος είναι συνήθως χαμηλότερο σε σύγκριση με την συμβατική τεχνολογία. Σε καθημερινή βάση, η παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας αναμένεται, ως εκ τούτου, να δημιουργήσει θετικά ταμειακά διαθέσιμα, δηλαδή να μην χρειάζεται καμία ενίσχυση για την ελάφρυνση των λειτουργικών δαπανών.

    Το τμήμα Δ. 3.3.1 54 των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών περιορίζει τη στήριξη για απόσβεση εγκαταστάσεων (δηλαδή των επενδύσεων). Αυτό που αντισταθμίζεται, στην πραγματικότητα, είναι το υψηλότερο μοναδιαίο επενδυτικό κόστος, και όχι οι τρέχουσες λειτουργικές δαπάνες. Κατά συνέπεια, η ενίσχυση που χορηγείται σύμφωνα με το σημείο 54 χορηγείται, πράγματι, για να στηρίξει την επένδυση μιας επιχείρησης. Σε περίπτωση που η ενίσχυση καλύπτει εύλογο ποσοστό απόδοσης κεφαλαίου επιπλέον από την απόσβεση του κεφαλαίου, θα καλύπτονταν όλες οι δαπάνες κεφαλαίου και η ενίσχυση, με όρους παρούσας αξίας, θα ισοδυναμούσε με την πλήρη επένδυση. Οι μελλοντικές αποσβέσεις κεφαλαίου επηυξημένες με το απαιτούμενο ποσοστό απόδοσης θα προεξοφλούνταν με το ίδιο ποσοστό. Το προεξοφλημένο κόστος θα αποτελούσε το ανώτατο όριο της ενίσχυσης.

    Οι περιβαλλοντικές κατευθυντήριες γραμμές επιτρέπουν συνδυασμό επενδυτικής και λειτουργικής ενίσχυσης. Κατά τον υπολογισμό της διαθέσιμης λειτουργικής ενίσχυσης, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κάθε επενδυτική ενίσχυση που έχει χορηγηθεί στην εν λόγω εταιρεία, βλ. Δ. 3.3.1 54 των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών. Κατά συνέπεια, κάθε επενδυτική ενίσχυση που χορηγείται αφαιρείται από το επιλέξιμο ποσό λειτουργικής ενίσχυσης. Αυτό το στοιχείο δείχνει ότι το κατώφλι που προβλέπεται στο τμήμα Δ. 3.3.1 54 των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών λειτουργεί ως το μέγιστο κατώφλι για την χορήγηση επενδυτικής ενίσχυσης σε ένα έργο ανανεώσιμης ενέργειας.

    Όπως περιγράφεται στο τμήμα I 9.1, σημεία 4 και 7 της παρούσας απόφασης, με την προσέγγιση ΚΠΑ που ακολουθείται από τον Enova υπολογίζεται το ποσό της ενίσχυσης έτσι ώστε τα έργα να φθάνουν σε μηδενική ΚΠΑ, πράγμα που, για έναν λογικό επενδυτή, θα αποτελούσε το σημείο εκκίνησης όταν ένα έργο υλοποιείται στην αγορά. Καμία ενίσχυση δεν χορηγείται επιπλέον του ποσού το οποίο είναι αναγκαίο για την επίτευξη της μηδενικής καθαρής παρούσας αξίας. Κατά συνέπεια, τα στοιχεία υπολογισμού της ενίσχυσης μπορούν να εκφραστούν ως εξής:

    [Προεξοφλημένα ταμειακά διαθέσιμα (ΠΤΔ)] — (Επενδυτικό κόστος) + (Ενίσχυση) = 0

    Όπως διευκρινίζεται ως άνω, τα ταμειακά διαθέσιμα που δημιουργούνται από τις δράσεις του έργου ανανεώσιμης ενέργειας χρησιμοποιούνται για να εξοφληθούν οι αρχικές επενδυτικές δαπάνες. Συνήθως, τα έργα ανανεώσιμης ενέργειας έχουν υψηλότερες μοναδιαίες επενδυτικές δαπάνες από τα έργα παραδοσιακής τεχνολογίας. Επομένως, τα καθαρά έσοδα που παράγονται (το ως άνω στοιχείο ΠΤΔ) σε πολλές περιπτώσεις δεν θα είναι αρκετά υψηλό για την εξόφληση της αναγκαίας επένδυσης. Αυτά τα έργα είναι επομένως επιλέξιμα για χορήγηση στοιχείου ενίσχυσης, έτσι ώστε να μηδενιστεί η ΚΠΑ.

    Εντούτοις, η Αρχή είχε προβληματιστεί σχετικά με την εφαρμογή αυτής της μεθόδου για τον υπολογισμό της ενίσχυσης, επειδή τα έργα τα οποία δεν δημιουργούν θετικά ταμειακά διαθέσιμα μπορούν επίσης να θεωρηθούν επιλέξιμα για χορήγηση ενίσχυσης. Τα έργα αυτά θα δημιουργήσουν αρνητικό ΠΤΔ, πράγμα που θα οδηγήσει σε στοιχείο ενίσχυσης που θα υπερβαίνει το επενδυτικό κόστος και, κατά συνέπεια, τις μέγιστες εντάσεις ενίσχυσης.

    Εντούτοις, όσο το στοιχείο ΠΤΔ παραμένει θετικό, η ενίσχυση που χορηγείται σε οποιοδήποτε έργο δεν θα υπερβεί ποτέ το επενδυτικό κόστος. Για να απαντήσουν σ’ αυτόν τον προβληματισμό, οι νορβηγικές αρχές συμφώνησαν να τροποποιήσουν το καθεστώς, όπως αναφέρεται στο τμήμα I. 9.1 εδάφιο 9 της παρούσας απόφασης, έτσι ώστε τα έργα τα οποία παρουσιάζουν αρνητικό ΠΤΔ να μην είναι επιλέξιμα για καμία ενίσχυση από τον Enova. Έτσι εξασφαλίζεται η μη υπέρβαση του ανώτατου ορίου, περιορίζοντας την ενίσχυση στο επενδυτικό κόστος.

    Εντούτοις, για έργα τα οποία παράγουν ένα σχετικά χαμηλό ΠΤΔ, το στοιχείο ενίσχυσης θα είναι σχετικά μεγάλο, πράγμα που θα οδηγεί σε υψηλές εντάσεις ενίσχυσης. Για να δικαιολογείται κάτι τέτοιο, θα πρέπει να αποδεικνύεται ότι η παρεχόμενη ενίσχυση είναι «απαραίτητη» για την υλοποίηση των έργων.

    Κανένας λογικός επενδυτής δεν μπορεί να αναμένεται ότι θα εγκαινιάσει έργο το οποίο παρουσιάζει αρνητική ΚΠΑ. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η Αρχή είναι της άποψης ότι ένας υπολογισμός ΚΠΑ ο οποίος πραγματοποιείται επί τη βάσει της βέλτιστης διαθέσιμης πληροφόρησης κατά τη στιγμή της χορήγησης της ενίσχυσης, θα χρησιμεύσει ως επαρκής απόδειξη ότι η χορηγούμενη ενίσχυση είναι απαραίτητη. Κατά την εφαρμογή της μεθόδου ΚΠΑ, πρέπει να λαμβάνεται δεόντως υπόψη ο ατομικός κίνδυνος που ενέχεται σε κάθε έργο όταν καθορίζονται τα προεξοφλητικά επιτόκια για μια επένδυση. Μετά από συζητήσεις με την Αρχή, η Νορβηγία ανέθεσε στην First Securities την διενέργεια ανεξάρτητης ανάλυσης (70) για να καθοριστούν τα προεξοφλητικά επιτόκια που πρέπει να χρησιμοποιούνται κατά την αξιολόγηση των προτάσεων έργων που υποβάλλονται στο πλαίσιο του καθεστώτος. Στην έκθεση αυτή, η μέθοδος που οδηγεί στα ορθά προεξοφλητικά επιτόκια παρουσιάζεται βασιζόμενη στις βέλτιστες πρακτικές όσον αφορά τις χρηματοοικονομικές μεθοδολογίες.

    Επιπλέον, οι νορβηγικές αρχές υπογράμμισαν ότι ο Enova θα συμμετείχε μόνο στο επενδυτικό στάδιο των έργων. Τα έργα τα οποία έχουν λάβει επενδυτική ενίσχυση από τον Enova δεν θα είναι επιλέξιμα για καμία περαιτέρω στήριξη δυνάμει των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών εφόσον θα τους έχει καταβληθεί το κατ’ αποκοπήν ποσό. Ένα άλλο θετικό στοιχείο είναι ότι οι ενισχύσεις αποτελούν αντικείμενο διαδικασίας υποβολής προσφορών, δηλαδή ότι διάφορα έργα ανταγωνίζονται για να τους χορηγηθεί στήριξη και ότι θα στηρίζονται μόνο τα αποδοτικότερα έργα, τα οποία παρουσιάζουν τον ευνοϊκότερο λόγο ενίσχυσης/ενεργειακής αποδοτικότητας. Η προσέγγιση αυτή θα συμβάλλει στο να στηρίζονται μόνο τα υποσχόμενα έργα και να χορηγείται στήριξη μόνο στον βαθμό που αυτό είναι αναγκαίο.

    Τα έργα βιομάζας αποτελούν εξαίρεση ως προς τα προαναφερόμενα. Για τα έργα αυτά, οι διατάξεις του τμήματος Δ.3.3.1 (55) των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών επιτρέπουν υψηλότερο συνολικό ανώτατο όριο από αυτό που προβλέπεται για τις επενδυτικές δαπάνες. Ο λόγος είναι ότι οι επενδύσεις για τα έργα αυτά είναι συνήθως χαμηλές, ενώ οι τρέχουσες δαπάνες σημαντικές. Στην περίπτωση αυτών των έργων, η άποψη της Αρχής είναι ότι η ενίσχυση μπορεί να κατανέμεται επί τη βάσει υπολογισμών ΚΠΑ, χωρίς το επενδυτικό κόστος να λαμβάνεται υπόψη ως περιορισμός.

    Η ως άνω συζήτηση αφορούσε τις μέγιστες εντάσεις ενίσχυσης. Εντούτοις, για τα περισσότερα από τα έργα που είναι επιλέξιμα για ενίσχυση από τον Enova, οι πραγματικές εντάσεις ενίσχυσης θα είναι κατά πολύ χαμηλότερες. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τα έργα ανανεώσιμης ενέργειας χαρακτηρίζονται συνήθως από χαμηλό λειτουργικό κόστος, πράγμα το οποίο συνεπάγεται ΠΤΔ υψηλότερα από αυτά της συμβατικής τεχνολογίας. Δεδομένου ότι, μεταξύ των ανταγωνιζόμενων, σε εσωτερική βάση, έργων, ο Enova χορηγεί ενίσχυση σ' αυτά που κρίνονται αποδοτικότερα, η πλειονότητα των έργων μπορεί να αναμένεται ότι θα έχει ως αποτέλεσμα στοιχεία ενίσχυσης εντός του κατωφλίου του 100 % του επιπλέον επενδυτικού κόστους, όπως ορίζεται στο τμήμα Δ. 1.3 27, φτάνοντας σπανίως στο ανώτατο όριο το οποίο απορρέει από την εφαρμογή του τμήματος Δ. 3.3.1 54. Αυτό επιβεβαιώνεται από μια αξιολόγηση των έργων παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας που έχουν στηριχθεί ως τώρα. Κατά μέσον όρο, οι εντάσεις ενίσχυσης για τα στηριζόμενα έργα αιολικής ενέργειας, τηλε-θέρμανσης και βιοενέργειας κυμαίνονταν γύρω από το 24 % του συνολικού επενδυτικού κόστους, με ανώτατη ένταση ενίσχυσης 68 % για ένα έργο αιολικής ενέργειας και 50 % του συνολικού επενδυτικού κόστους για ένα έργο βιοενέργειας (71). Εντούτοις, δεδομένου ότι μπορεί να αποδειχθεί ότι η μέθοδος ΚΠΑ δεν συνεπάγεται σε καμία περίπτωση υπερ-αντιστάθμιση ως προς τις κατευθυντήριες γραμμές, δεν χρειάζεται να αποδειχθεί αυτό λεπτομερώς.

    Συμπεραίνοντας, η Αρχή έχει τη γνώμη ότι, μετά από τις τροποποιήσεις των νορβηγικών αρχών, η μέθοδος ΚΠΑ επιμερισμού των ενισχύσεων πληροί τις απαιτήσεις σχετικά με τα κατώφλια που προβλέπονται στις περιβαλλοντικές κατευθυντήριες γραμμές, ιδίως στο τμήμα Δ. 3.3.1 54.

    Στην απόφασή της να κινήσει τη διαδικασία έρευνας, η Αρχή προβληματιζόταν επίσης σχετικά με το κατά πόσον τα έργα που χρηματοδοτούνται από το Ταμείο Ενέργειας θα λάμβαναν περαιτέρω στήριξη από το κράτος, ανεξαρτήτως του κατά πόσον η στήριξη αυτή θα χαρακτηριζόταν ως κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ ή όχι, βλ. τμήμα Δ. 3.3.1 54 των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών. Η Αρχή ανησυχούσε σχετικά με το ότι η περαιτέρω στήριξη θα μπορούσε να συνεπάγεται χρηματοδότηση η οποία δεν θα ήταν αναγκαία, δεδομένου ότι η στήριξη των έργων από τον Enova θα είχε ήδη οδηγήσει σε μηδενική καθαρή παρούσα αξία, συμπεριλαμβάνοντας εύλογο βαθμό απόδοσης και θα ήταν, κατά συνέπεια, επαρκής για την εκκίνηση της υλοποίησης του έργου.

    Οι νορβηγικές αρχές τόνισαν ότι η συμμετοχή του Enova θα περιοριζόταν στο επενδυτικό στάδιο του έργου και ότι το έργο θα λάμβανε μόνο το ελάχιστο αναγκαίο για την εκκίνηση της επένδυσης κατ’ αποκοπήν ποσό, αλλά τίποτε περισσότερο. Κατά τη διάρκεια της επίσημης διαδικασίας έρευνας, οι νορβηγικές αρχές διευκρίνισαν επιπλέον ότι τα έσοδα θα λαμβάνονταν υπόψη για τον υπολογισμό των ταμειακών διαθέσιμων. Αυτό θα συμπεριλάμβανε έσοδα από άλλες μορφές κρατικής παρέμβασης, ακόμα και αν αυτές δεν χαρακτηρίζονταν ως κρατική ενίσχυση. Σε περίπτωση που οποιαδήποτε μορφή κρατικής στήριξης θα χαρακτηριζόταν ως κρατική ενίσχυση, αυτό θα συνιστούσε υποχρέωση κοινοποίησης στην Αρχή για τον καθορισμό των χρηματοοικονομικών αναγκών του έργου.

    Όσον αφορά την πιθανή εισαγωγή μιας νορβηγικής αγοράς πράσινων πιστοποιητικών (72), η σύμβαση με το δικαιούχο της ενίσχυσης περιλαμβάνει ρητά μια ρήτρα επιστροφής της στήριξης που χορηγήθηκε από το Ταμείο Ενέργειας, έτσι ώστε να αποφεύγεται η στήριξη εκ μέρους δύο πηγών. Η στήριξη του έργου εκταμιεύεται επιπλέον σε δόσεις, οι οποίες είναι δυνατόν να προσαρμοστούν σε περίπτωση που το κόστος του έργου είναι χαμηλότερο από το αναμενόμενο. Κατά την ολοκλήρωση της σύμβασης ενίσχυσης (δηλαδή κατά την καταβολή της τελευταίας δόσης), ο Enova πραγματοποιεί τελική αξιολόγηση και μπορεί να πραγματοποιείται ενδεχομένως προσαρμογή, σε περίπτωση που ο Enova διαπιστώνει είτε ότι ο δικαιούχος της ενίσχυσης είχε διαβιβάσει παραπλανητικές πληροφορίες, είτε ότι το έργο είχε λάβει και άλλη κρατική στήριξη. Επί τη βάσει των προαναφερομένων, η Αρχή εκτιμά ότι πληρούνται οι απαιτήσεις του τμήματος Δ. 3.3.1 54 των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών.

    Στην απόφασή της να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας, η Αρχή προβληματίστηκε σχετικά με το γεγονός ότι το Ταμείο Ενέργειας ενδέχεται επίσης να στηρίζει έργα τα οποία εξακολουθούν να έχουν αρνητική καθαρή παρούσα αξία, ακόμα και με τη στήριξη που τους χορηγεί το Ταμείο Ενέργειας. Οι νορβηγικές αρχές διευκρίνισαν εν τω μεταξύ (βλ. Εδάφιο 9 στο τμήμα I 9.1 της παρούσας απόφασης) ότι τα έργα τα οποία παρουσιάζουν αρνητικά ΚΠΤΦΑ, υπό φυσιολογικές λειτουργικές συνθήκες κατά τη στιγμή της επένδυσης, δεν είναι σε θέση να λάβουν καμία ενίσχυση. Κατά συνέπεια, οι ανησυχίες τις οποίες είχε εκφράσει η Αρχή λήφθηκαν υπόψη.

    2.   Μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας

    Οι νορβηγικές αρχές προτείνουν τροποποίηση του κοινοποιηθέντος συστήματος (βλ. τμήμα I 9.2 της παρούσας απόφασης) και προτίθενται να εφαρμόσουν, για τη στήριξη των μέτρων εξοικονόμησης ενέργειας, την «προσέγγιση του επιπλέον κόστους » όπως ορίζεται στο τμήμα Δ. 1.3 25, στο τμήμα Δ. 1.6 30, 31, και στο τμήμα Δ. 1.7 32 των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών. Πληρούται επίσης η απαίτηση σχετικά με τις εντάσεις ενίσχυσης κατά 40 % των επιλέξιμων δαπανών με τη δυνατότητα επαύξησης κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.

    Η Αρχή παρατηρεί ότι αυτή η προσέγγιση είναι σύμφωνη με τις περιβαλλοντικές κατευθυντήριες γραμμές και, επομένως, συμβιβάζεται με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ.

    3.   Νέες ενεργειακές τεχνολογίες

    Οι νορβηγικές αρχές επιβεβαιώνουν ότι η στήριξη που υπάγεται σ’ αυτή την κατηγορία αποτελεί μόνο μια υποομάδα στο πλαίσιο της επενδυτικής στήριξης για παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας και για μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας, αντιστοίχως.

    Όσο τα αντίστοιχα κριτήρια υπολογισμού που χρησιμοποιούνται για την επενδυτική στήριξη για παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας (τμήμα I 9.1) και για μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας (βλ. I 9.2 της παρούσας απόφασης) θα χρησιμοποιούνται γι’αυτή την κατηγορία στήριξης, η στήριξη που χορηγείται στο πλαίσιο αυτής της κατηγορίας πρέπει να αξιολογείται σύμφωνα με τα ίδια κριτήρια. Κατ’αυτόν τον τρόπο θα συμβιβάζεται με τις περιβαλλοντικές κατευθυντήριες γραμμές.

    4.   Ενεργειακοί έλεγχοι

    Η Αρχή πιστεύει ότι το κόστος των ενεργειακών ελέγχων και αναλύσεων μπορεί να στηριχτεί σύμφωνα με το τμήμα Δ. 1.3 25 σε συνδυασμό με το τμήμα Δ. 1.6 31 και το τμήμα Δ. 1.7 32 των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών. Η Αρχή συμφωνεί ότι οι ενεργειακοί έλεγχοι, οι μελέτες σκοπιμότητας και οι ενεργειακές αναλύσεις αποτελούν συχνά αξιολογήσεις αναγκαίες για να καθορίζεται ποια μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας αξίζουν επένδυση και ποια όχι (73). Εφόσον συνδέονται άμεσα με επένδυση για εξοικονόμηση ενέργειας, η Αρχή δέχεται ότι οι δαπάνες για ενεργειακούς ελέγχους είναι επιλέξιμες. Η ενίσχυση που χορηγείται σ’ αυτή τη βάση δεν μπορεί να υπερβεί το κατώφλι του 40 % των οικείων επιλέξιμων δαπανών, με τη δυνατότητα επαύξησης κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, βλ. τμήμα Δ.1.5 30 των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών.

    Όσον αφορά τους ενεργειακούς ελέγχους οι οποίοι διενεργούνται αποσκοπώντας σε αλλαγή συμπεριφοράς ή συστήματος, η Αρχή δεν πιστεύει ότι υπάρχει καμία δυνατότητα έγκρισης τέτοιας στήριξης, η οποία δεν συνδέεται άμεσα με επενδύσεις για εξοικονόμηση ενέργειας. Μια τέτοια δυνατότητα μπορεί μόνον να είναι πιθανή για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Το τμήμα Δ. 2 36 των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών επιτρέπει τη χορήγηση στήριξης για υπηρεσίες παροχής συμβουλών και συμβούλου που απευθύνονται σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, σε συνδυασμό με το άρθρο 5 της πράξης η οποία αναφέρεται στο σημείο 1ε) του παραρτήματος XV της συμφωνίας ΕΟΧ (για μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις) (74).

    3.2.2.    Διδακτικά και εκπαιδευτικά μέτρα

    Η Αρχή παρατηρεί ότι, επί του παρόντος, δεν υφίσταται κανένα καθεστώς στήριξης αυτού του είδους και ότι κάθε νέο καθεστώς θα πρέπει να κοινοποιηθεί στην Αρχή, επομένως δεν χρειάζεται να συζητηθεί η δυνατότητα της αποδοχής αυτών των μελλοντικών και, για την ώρα, υποθετικών μέτρων στήριξης από την άποψη των διατάξεων της συμφωνίας ΕΟΧ όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις.

    3.2.3.    Ο χρηματοδοτικός μηχανισμός

    Σύμφωνα με την πάγια νομολογία, ένα μέτρο ενίσχυσης δεν μπορεί να διαχωριστεί από τη μέθοδο με την οποία χρηματοδοτείται. Σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, ο χρηματοδοτικός μηχανισμός ενός καθεστώτος στήριξης θα μπορούσε να χαρακτηρίσει ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά την ενίσχυση στο σύνολό της (75), ιδίως αν περιλαμβάνει πτυχές διακριτικής μεταχείρισης. Η ανάγκη ο χρηματοδοτικός μηχανισμός να εξετάζεται μαζί με το καθεστώς ενίσχυσης επιβάλλεται, ιδίως, όταν έχει δημιουργηθεί συγκεκριμένα μια εισφορά για τη χρηματοδότηση του καθεστώτος ενίσχυσης, όπως στην περίπτωση του Ταμείου Ενέργειας. Αυτή η επιβάρυνση θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μέτρο ισοδύναμου αποτελέσματος με ποσοτικό περιορισμό, αν αντισταθμίζει πλήρως την επιβάρυνση του εγχωρίου προϊόντος (πράγμα που δεν συμβαίνει εν προκειμένω) ή θα μπορούσε να αποτελεί εσωτερικό φόρο διακριτικής μεταχείρισης αν αντισταθμίζει εν μέρει αυτή την επιβάρυνση (76). Για να αξιολογηθεί αυτό το αντισταθμιστικό αποτέλεσμα, πρέπει να επαληθευτεί η χρηματοοικονομική ισοδυναμία μεταξύ της φορολογικής επιβάρυνσης και των πλεονεκτημάτων των οποίων επωφελούνται τα εθνικά προϊόντα (77). Σε ορισμένες περιπτώσεις, το Δικαστήριο δεν περιορίστηκε στην ανάλυση της είσπραξης του φόρου, αλλά πραγματοποίησε επίσης ανάλυση της χρησιμοποίησής του (78). Δεδομένου ότι το Ταμείο Ενέργειας χρηματοδοτείται μέσω εισφοράς επί των τιμολογίων διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία αφορά επίσης και την εισαγόμενη ενέργεια, χρειάζεται εν προκειμένω να αξιολογηθεί η χρηματοδότηση του καθεστώτος ενίσχυσης μέσω επιβάρυνσης υπέρ τρίτων.

    Το Ταμείο Ενέργειας δεν διακρίνει μεταξύ ξένων και εθνικών παραγωγών ανανεώσιμης ενέργειας ή επιχειρήσεων που θα επιθυμούσαν να επενδύσουν σε μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας, σε νέες ενεργειακές τεχνολογίες ή στη διενέργεια ενεργειακών ελέγχων. Οι νορβηγικές αρχές έχουν εξηγήσει, ότι, μέχρι σήμερα, οκτώ έργα παραγωγών εγκατεστημένων σε άλλα κράτη του ΕΟΧ έχουν λάβει στήριξη από το Ταμείο Ενέργειας. Επιπλέον, δεν υπάρχει αυτόματη ισοδυναμία μεταξύ της δραστηριότητας την οποία αφορά η εισφορά (υδροηλεκτρική παραγωγή και εισαγωγές) και των έργων που στηρίζονται από το Ταμείο Ενέργειας. Η εισφορά επιβάλλεται στο επίπεδο της διανομής της ενέργειας, δηλαδή όχι άμεσα επί της παραγωγής (79). Εντούτοις, ακόμα και αν προβληθεί το επιχείρημα το ότι επηρεάζει έμμεσα το παραγωγικό κόστος, η ενίσχυση που χορηγείται από τον Enova δεν ευνοεί αυτομάτως τους παραγωγούς των οποίων η παραγόμενη ενέργεια επιβαρύνεται έμμεσα λόγω της εισφοράς. Η ενίσχυση χορηγείται κυρίως σε νέες ανανεώσιμες ενέργειες, συνήθως με την εξαίρεση της υδροηλεκτρικής ενέργειας. Για τα μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας και τους ενεργειακούς ελέγχους, κάθε επιχείρηση θα μπορούσε να επωφεληθεί από αυτά τα μέτρα στήριξης. Δεν μπορεί, επομένως, να υποστηριχτεί ότι η εισαγόμενη ενέργεια πληρώνει για τα πλεονεκτήματα των οποίων επωφελούνται οι εθνικοί παραγωγοί και ότι, κατά συνέπεια, η εισφορά που πληρώνουν οι εγχώριοι παραγωγοί (υδροηλεκτρικής) ενέργειας αντισταθμίζεται από τα αντίστοιχα πλεονεκτήματα.

    Η χρησιμοποίηση των πόρων που απορρέουν από την εισφορά συνδέεται με τις ενισχύσεις τις οποίες η Αρχή χαρακτηρίζει σύμφωνες, όπως φαίνεται από το ως άνω τμήμα II 3.2 της παρούσας απόφασης. Έχει αποδεχθεί ότι μια εισφορά που βασίζεται σε όγκο είναι σύμφωνη με τη γενική αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει», και μπορεί, επομένως, να εγκριθεί σύμφωνα με το άρθρο 61 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συμφωνίας ΕΟΧ μαζί με τις περιβαλλοντικές κατευθυντήριες αρχές, στις οποίες ορίζεται αυτή η γενική αρχή. Κατά συνέπεια, η Αρχή δεν διαπιστώνει κανένα σφάλμα σχετικά με ένα σύστημα που βασίζεται στον όγκο (80).

    3.2.4.    Συμπεράσματα σχετικά με το Ταμείο Ενέργειας με τις τροποποιήσεις που έχουν προταθεί από τις νορβηγικές αρχές

    Η Αρχή πιστεύει ότι η επενδυτική στήριξη για παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας, μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας και νέες ενεργειακές τεχνολογίες καθώς επίσης και για τη στήριξη ενεργειακών ελέγχων, είναι σύμφωνη με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ, με την επιφύλαξη ότι οι νορβηγικές αρχές θα εφαρμόσουν το καθεστώς του Ταμείου Ενέργειας όπως ορίζεται:

    στο τμήμα I 9.1, σημεία 1-12 της παρούσας απόφασης για επενδυτική στήριξη παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας·

    στο τμήμα I 9.2, σημεία 1-5 της παρούσας απόφασης για μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας·

    στο τμήμα I 9.3 της παρούσας απόφασης για νέες ενεργειακές τεχνολογίες·

    στο τμήμα II 3.2.1 4 της παρούσας απόφασης για ενεργειακούς ελέγχους

    4.   Ανάκτηση

    Όπως υποστηρίζει η Αρχή στο σημείο II 3.1.3 της παρούσας απόφασης, τα μέτρα επενδυτικής στήριξης για παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας, εξοικονόμηση ενέργειας και νέες ενεργειακές τεχνολογίες, καθώς επίσης και η στήριξη για ενεργειακούς ελέγχους, όπως κοινοποιήθηκαν, δεν συμβιβάζονται με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ.

    Σύμφωνα με το άρθρο 14 του μέρους II του πρωτοκόλλου 3 της Συμφωνίας Εποπτεύουσας Αρχής και Δικαστηρίου, σε περιπτώσεις αποφάσεων που χαρακτηρίζουν ασυμβίβαστη μια παράνομη ενίσχυση, η Αρχή, κατά κανόνα, εντέλλεται στο οικείο κράτος ΕΖΕΣ να απαιτήσει την επιστροφή της ενίσχυσης από τον αποδέκτη της.

    Η Αρχή πιστεύει ότι, εν προκειμένω, καμία γενική αρχή δεν αποκλείει την εξόφληση. Σύμφωνα με την πάγια νομολογία, η ακύρωση μιας παράνομης ενίσχυσης μέσω της ανάκτησής της είναι η λογική συνέπεια μιας διαπίστωσης σύμφωνα με την οποία είναι παράνομη. Κατά συνέπεια, η ανάκτηση κρατικών ενισχύσεων που έχουν χορηγηθεί παράνομα, με σκοπό την επανόρθωση της προηγουμένως υφιστάμενης κατάστασης, δεν μπορεί καταρχήν να θεωρηθεί ως δυσανάλογη με τους στόχους της συμφωνίας ΕΟΧ σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις. Εξοφλώντας την ενίσχυση, ο αποδέκτης της εκπίπτει του δικαιώματος του οποίου είχε επωφεληθεί εις βάρος των ανταγωνιστών του στην αγορά, και κατ’ αυτόν τον τρόπο αποκαθίσταται η υφιστάμενη πριν από την πληρωμή της ενίσχυσης κατάσταση (81). Αυτή η σκοπούμενη εξόφληση της ενίσχυσης συνεπάγεται επίσης ότι, κατά γενικό κανόνα και εκτός από έκτακτες περιστάσεις, η Αρχή δεν υπερβαίνει τα όρια της διακριτικής ευχέρειας, που αναγνωρίζεται από τη νομολογία του Δικαστηρίου, αν ζητήσει από το οικείο κράτος ΕΖΕΣ να ανακτήσει τα ποσά που είχαν χορηγηθεί μέσω παράνομων ενισχύσεων, δεδομένου ότι έτσι αποκαθιστά και μόνο την προηγούμενη κατάσταση (82). Επιπλέον, δεδομένου ότι, σύμφωνα με το πρωτόκολλο 3 της Συμφωνίας Εποπτεύουσας Αρχής και Δικαστηρίου, η εποπτεία των κρατικών ενισχύσεων εκ μέρους της Αρχή είναι υποχρεωτική, οι επιχειρήσεις στις οποίες έχει χορηγηθεί ενίσχυση δεν μπορούν, καταρχήν, να έχουν δικαιολογημένη εμπιστοσύνη ως προς την νομιμότητα της ενίσχυσης, εκτός εάν είχε χορηγηθεί σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στις διατάξεις αυτού του πρωτοκόλλου (83). Εν προκειμένω, δεν υφίστανται έκτακτες περιστάσεις, οι οποίες θα μπορούσαν να είχαν οδηγήσει σε δικαιολογημένη εμπιστοσύνη εκ μέρους των δικαιούχων της ενίσχυσης.

    Η ανάκτηση θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει ανατοκισμό, σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 2 του μέρους ΙΙ του πρωτοκόλλου 3 της Συμφωνίας Εποπτεύουσας Αρχής και Δικαστηρίου και με τα άρθρα 9 και 11 της απόφασης 195/04/COL της Αρχής της 14ης Ιουλίου 2004.

    Η Αρχή επιθυμεί επίσης να υπογραμμίσει ότι το ένταλμα είσπραξης της παρούσας απόφασης διατυπώνεται με την επιφύλαξη ενδεχομένων μεμονωμένων επιχορηγήσεων στο πλαίσιο των προαναφερομένων τεσσάρων μέτρων, οι οποίες ενδεχομένως συνιστούν κρατική ενίσχυση ή μπορούν να χαρακτηριστούν, πλήρως ή εν μέρει, σύμφωνες με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ από την ίδια τους τη φύση, είτε σε μεταγενέστερη απόφαση της Αρχής είτε στο πλαίσιο κανονισμών απαλλαγής κατά κατηγορία.

    Σε περίπτωση που οι μεμονωμένες επιχορηγήσεις που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο των προαναφερόμενων τεσσάρων μέτρων, όπως κοινοποιήθηκαν με την επιστολή της 5ης Ιουνίου 2003, πληρούσαν ήδη τους όρους τους οποίους η Αρχή επιβάλλει με την παρούσα απόφαση για τα κοινοποιηθέντα μέτρα στήριξης (βλ. κάτωθι το άρθρο 4 της παρούσας απόφασης), οι επιχορηγήσεις αυτές είναι σύμφωνες με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ και, κατά συνέπεια, δεν υπόκεινται στο ένταλμα είσπραξης.

    5.   Υποχρέωση ετήσιων εκθέσεων/κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με το Ταμείο Ενέργειας

    Οι νορβηγικές αρχές θα πρέπει να υποβάλλουν στην Αρχή ετήσιες εκθέσεις σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 1 του μέρους ΙΙ του πρωτοκόλλου 3 της Συμφωνίας Εποπτεύουσας Αρχής και Δικαστηρίου και με το άρθρο 5 παράγραφος 1 σε συνδυασμό με το παράρτημα ΙΙΙ της διαδικαστικής απόφασης 195/04/COL της Αρχής της 14ης Ιουλίου 2004.

    Οι νορβηγικές αρχές θα πρέπει επίσης να παρέχουν πληροφορίες, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2 της διαδικαστικής απόφασης 195/04/COL της Αρχής της 14ης Ιουλίου 2004, για έκαστο από τα πέντε σημαντικότερα έργα τα οποία στηρίζονται μέσω των ακόλουθων μέτρων:

    α)

    επενδυτική στήριξη για παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας,

    β)

    επενδύσεις για εξοικονόμηση ενέργειας,

    γ)

    νέες ενεργειακές τεχνολογίες, και

    δ)

    ενεργειακοί έλεγχοι.

    Η έκθεση θα πρέπει, ιδίως, να περιλαμβάνει τον αντίστοιχο υπολογισμό της καθαρής παρούσας αξίας και να καταδεικνύει πώς έχει καθοριστεί η τιμή αγοράς αυτής της ενέργειας. Επιπλέον, θα πρέπει να παρέχεται κατάλογος του επενδυτικού κόστους των έργων.

    Όσον αφορά τη στήριξη έργων βιομάζας, οι εκθέσεις θα πρέπει να περιλαμβάνουν επίσης πληροφορίες με τις οποίες αποδεικνύεται ότι οι συνολικές δαπάνες των επιχειρήσεων μετά από την απόσβεση των εγκαταστάσεων, συνεχίζουν να υπερβαίνουν τις τιμές αγοράς της ενέργειας.

    Η Αρχή εκτιμά επιπλέον ότι οι όροι τους οποίους προβλέπει στην παρούσα απόφαση θα πρέπει να ενσωματωθούν στον οδηγό σχετικά με τις ενισχύσεις του Enova/του Ταμείου Ενέργειας, στον οποίο ορίζονται οι κανόνες που διέπουν τη χορήγηση στήριξης, ή να διατυπωθούν με οποιαδήποτε άλλη κατάλληλη μορφή κατευθυντηρίων γραμμών σχετικά με την εφαρμογή των μέτρων στήριξης. Ένα αντίτυπο αυτών των κατευθυντηρίων γραμμών θα πρέπει να διαβιβαστεί στην Αρχή, το αργότερο έξι μήνες μετά από την έκδοση της παρούσας απόφασης,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

    Άρθρο πρώτο

    Τα ακόλουθα μέτρα στο πλαίσιο του Ταμείου Ενέργειας, όπως κοινοποιήθηκαν από τις νορβηγικές αρχές με επιστολή που φέρει την ημερομηνία της 5ης Ιουνίου 2003 (έγγραφο αριθ. 03-3705-Α, καταχωρημένο με αριθμό φακέλου SAM 030.03006), συνιστούν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ:

    α)

    η επενδυτική στήριξη για παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας·

    β)

    η επενδυτική στήριξη για μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας·

    γ)

    η επενδυτική στήριξη για νέες ενεργειακές τεχνολογίες·

    δ)

    η στήριξη ενεργειακών ελέγχων· και

    ε)

    η στήριξη για διδακτικό υλικό και εκπαιδευτικά μέτρα, που χορηγήθηκε μεταξύ της 1ης Ιανουαρίου 2002 και της 31ης Δεκεμβρίου 2003.

    Άρθρο 2

    α)

    Η τηλεφωνική γραμμή πληροφοριών και το πρόγραμμα επιτόπου επισκέψεων στο πλαίσιο του καθεστώτος του Ταμείου Ενέργειας, όπως κοινοποιήθηκαν με επιστολή της 5ης Ιουνίου 2003 (έγγραφο 03-3705-Α), δεν συνιστούν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ.

    β)

    Το πρόγραμμα που αποσκοπεί στην ενεργειακή αποδοτικότητα των δήμων δεν συνιστά κρατική ενίσχυση, εφόσον η στήριξη περιορίζεται στα καθήκοντα δημόσιου φορέα του δήμου.

    Άρθρο 3

    Το μέτρο που αναφέρεται στο άρθρο 1 σημείο ε) της παρούσας απόφασης είναι σύμφωνο με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ.

    Άρθρο 4

    Τα μέτρα επενδυτικής στήριξης για παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας, εξοικονόμηση ενέργειας, νέες ενεργειακές τεχνολογίες και ενεργειακούς ελέγχους είναι σύμφωνα με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ, με την επιφύλαξη των όρων που προβλέπονται στο παρόν άρθρο.

    α)

    Επενδυτική στήριξη για παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας

    Η ενίσχυση πρέπει να πληροί σωρευτικά τα κριτήρια που προβλέπονται στο τμήμα Ι 9.1, σημεία 1-12 της παρούσας απόφασης, έτσι ώστε να είναι σύμφωνη με το τμήμα Δ. 3.3.1 54 των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων αρχών

    β)

    Επενδυτική στήριξη για εξοικονόμηση ενέργειας

    Η ενίσχυση πρέπει να πληροί σωρευτικά τα κριτήρια που προβλέπονται στο τμήμα Ι 9.2, σημεία 1-5 της παρούσας απόφασης, έτσι ώστε να είναι σύμφωνη με τα τμήματα Δ. 1.3 25, Δ. 1.6 30, 31 και Δ. 1.7 32 των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων αρχών.

    γ)

    Στήριξη για νέες ενεργειακές τεχνολογίες

    Ενίσχυση για στήριξη νέας ενεργειακής τεχνολογίας μπορεί να χορηγείται σύμφωνα με τα κριτήρια που προβλέπονται στο άρθρο 4 α) της παρούσας απόφασης, εφόσον αφορά επενδυτική στήριξη για παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας, αφενός και, αφετέρου, σύμφωνα με τα κριτήρια που προβλέπονται στο άρθρο 4 β) της παρούσας απόφασης, εφόσον αφορά επενδυτική στήριξη για εξοικονόμηση ενέργειας.

    δ)

    Στήριξη για ενεργειακούς ελέγχους/ενεργειακές αναλύσεις

    Η ενίσχυση για ενεργειακούς ελέγχους πρέπει να συνδέεται άμεσα με επένδυση που έχει σχέση με εξοικονόμηση ενέργειας και δεν υπερβαίνει το 40 % των επιλέξιμων δαπανών, με τη δυνατότητα επαύξησης κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες για μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Οι επιλέξιμες δαπάνες είναι οι δαπάνες οι οποίες περιγράφονται στο τμήμα Ι 9.1, υποσημείωση 35 της παρούσας απόφασης.

    Η στήριξη που παρέχεται για ενεργειακούς ελέγχους οι οποίοι δεν συνδέονται με επενδύσεις για εξοικονόμηση ενέργειας και, π.χ., αφορούν μεταβολές συμπεριφοράς ή συστήματος, είναι δυνατόν να στηριχθούν μόνο υπό τους όρους που προβλέπονται στο τμήμα Δ. 2 36 των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών σε συνδυασμό με την πράξη που αναφέρεται στο σημείο 1ε) του παραρτήματος XV της συμφωνίας ΕΟΧ.

    Άρθρο 5

    α)

    Οι νορβηγικές αρχές θα πρέπει να υποβάλλουν στην Αρχή ετήσιες εκθέσεις σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 1 του μέρους ΙΙ του πρωτοκόλλου 3 της Συμφωνίας Εποπτεύουσας Αρχής και Δικαστηρίου και με το άρθρο 5 παράγραφος 1 σε συνδυασμό με το παράρτημα ΙΙΙ της διαδικαστικής απόφασης 195/04/COL της Αρχής της 14ης Ιουλίου 2004.

    β)

    Οι νορβηγικές αρχές διαβιβάζουν επίσης πληροφορίες, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2 της διαδικαστικής απόφασης 195/04/COL της Αρχής της 14ης Ιουλίου 2004, για έκαστο από τα πέντε σημαντικότερα έργα στα οποία χορηγείται στήριξη στο πλαίσιο των ακόλουθων μέτρων:

    1.

    επενδυτική στήριξη για παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας,

    2.

    επενδυτική στήριξη για εξοικονόμηση ενέργειας,

    3.

    νέες ενεργειακές τεχνολογίες, και

    4.

    ενεργειακοί έλεγχοι.

    Η έκθεση θα πρέπει, ιδίως, να περιλαμβάνει τον αντίστοιχο υπολογισμό της καθαρής παρούσας αξίας, συμπεριλαμβανομένου του προεξοφλητικού επιτοκίου το οποίο εφαρμόζεται από το Ταμείο Ενέργειας, και να καταδεικνύει πώς έχει καθοριστεί η τιμή αγοράς αυτής της ενέργειας. Επιπλέον, θα πρέπει να διαβιβάζεται κατάλογος των επενδυτικών δαπανών των έργων σύμφωνα με το άρθρο 5 β) της παρούσας απόφασης.

    Όσον αφορά τη χορήγηση στήριξης σε έργα βιομάζας, η έκθεση θα πρέπει να περιλαμβάνει επίσης στοιχεία με τα οποία καταδεικνύεται ότι οι συνολικές δαπάνες των επιχειρήσεων μετά από την απόσβεση των εγκαταστάσεων συνεχίζουν να υπερβαίνουν τις τιμές αγοράς της ενέργειας.

    γ)

    Οι νορβηγικές αρχές θα πρέπει επιπλέον να υποβάλουν στην Αρχή μια νέα εκδοχή των κατευθυντηρίων γραμμών για την εφαρμογή της στήριξης που χορηγείται από το Ταμείο Ενέργειας, εντός εξαμήνου μετά από την έκδοση της παρούσας απόφασης.

    Άρθρο 6

    α)

    Τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο πρώτο, σημεία α)-δ) της παρούσας απόφασης, όπως κοινοποιήθηκαν με επιστολή της 5ης Ιουνίου 2003 (έγγρ. αριθ. 03-3705-Α), είναι ασυμβίβαστα με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ.

    β)

    Οι μεμονωμένες επιδοτήσεις οι οποίες χορηγούνται στο πλαίσιο των ως άνω μέτρων και οι οποίες ήδη πληρούν τα κριτήρια που ορίζονται στο άρθρο 4 της παρούσας απόφασης είναι σύμφωνες με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ.

    Άρθρο 7

    Σε περίπτωση που δεν το έχει ήδη πράξει, η Νορβηγία αποσύρει τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 6 α) της παρούσας απόφασης με άμεση ισχύ και τα αντικαθιστά με μέτρα τα οποία πληρούν τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 4 της παρούσας απόφασης.

    Άρθρο 8

    Οι νορβηγικές αρχές λαμβάνουν όλα τα μέτρα που είναι αναγκαία για την ανάκτηση, από τους δικαιούχους της, της ενίσχυσης η οποία αναφέρεται στο άρθρο 6 α) της παρούσας απόφασης και είχε παρανόμως χορηγηθεί στους δικαιούχους, αφαιρώντας τις εξοφλήσεις που έχουν ενδεχομένως ήδη πραγματοποιηθεί.

    Η ανάκτηση πραγματοποιείται αμελλητί και σύμφωνα με τις διαδικασίες της νομοθεσίας, εφόσον επιτρέπουν την άμεση και πραγματική εκτέλεση της απόφασης. Η προς ανάκτηση ενίσχυση περιλαμβάνει τους τόκους και τους ανατοκισμούς που υπολογίζονται από την ημερομηνία κατά την οποία η ενίσχυση είχε τεθεί στη διάθεση του δικαιούχου της ενίσχυσης ως την ημερομηνία της ανάκτησής της. Οι τόκοι υπολογίζονται επί τη βάσει των άρθρων 9 και 11 της απόφασης αριθ. 195/04/COL της Εποπτεύουσας Αρχής της ΕΖΕΣ.

    Άρθρο 9

    Οι νορβηγικές αρχές πληροφορούν την Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ εντός δύο μηνών μετά από την κοινοποίηση της παρούσας απόφασης σχετικά με τα μέτρα που έχουν ληφθεί για τη συμμόρφωση με αυτήν.

    Άρθρο 10

    Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στο Βασίλειο της Νορβηγίας.

    Άρθρο 11

    Το κείμενο στην αγγλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό.

    Βρυξέλλες, 3 Μαΐου 2006.

    Για την Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ,

    Bjørn T. GRYDELAND

    Πρόεδρος

    Kurt JÄGER

    Μέλος της Εποπτεύουσας Αρχής


    (1)  Στο εξής «η Αρχή».

    (2)  Στο εξής «η συμφωνία ΕΟΧ».

    (3)  Στο εξής «συμφωνία περί εποπτείας και Δικαστηρίου».

    (4)  Κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή και ερμηνεία των άρθρων 61 και 62 της συμφωνίας ΕΟΧ και του άρθρου 1 του Πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας περί εποπτείας και Δικαστηρίου, που εγκρίθηκαν και εκδόθηκαν από την Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ στις 19 Ιανουαρίου 1994, δημοσιεύθηκαν στην ΕΕ L 231 της 3.9.1994, σ. 1, συμπλήρωμα ΕΟΧ αριθ. 32, σ. 1. Οι κατευθυντήριες γραμμές τροποποιήθηκαν τελευταία φορά στις 19 Απριλίου 2006 και καλούνται εφεξής «κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις».

    (5)  ΕΕ C 196 της 11.8.2005, σ. 5.

    (6)  Το Κεφάλαιο 6 καταργήθηκε εν συνεχεία, με την απόφαση αριθ. 195/04/COL της αρχής, της 14ης Ιουλίου 2004. Ο ορισμός της παράνομης ενίσχυσης βρίσκεται πλέον στο 1ο άρθρο (στ) του μέρους ΙΙ του Πρωτοκόλλου 3 της Συμφωνίας Εποπτεύουσας Αρχής και Δικαστηρίου.

    (7)  Για λεπτομερέστερες πληροφορίες σχετικά με τις διάφορες ανταλλαγές επιστολών μεταξύ των νορβηγικών αρχών και της Αρχής, παραπέμπουμε στην απόφαση της Αρχής για κίνηση της επίσημης διαδικασίας έρευνας, απόφαση αριθ. 122/05/COL, βλ. ως άνω υποσημείωση 5.

    (8)  Βλ. ως άνω υποσημείωση 5.

    (9)  Σύμφωνα με τις νορβηγικές αρχές, το τέλος αυτό είχε εισαχθεί το 1990 κατά τη διάρκεια της αποκανονιστικοποίησης της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Πριν από το 2002, οι εταιρείες ηλεκτρικού είχαν καταφέρει το τέλος αυτό να καλύπτει τις δαπάνες τους που είχαν σχέση με πληροφόρηση σχετικά με την ενεργειακή απόδοση.

    (10)  «Forskrift om innbetaling av påslag på nettariffen til Energifondet» (κανονισμός σχετικά με την πληρωμή εισφοράς επί των τιμολογίων διανομής ηλεκτρικής ενέργειας στο Ταμείο Ενέργειας, εφεξής «Κανονισμός για το Ταμείο Ενέργειας»).

    (11)  Lov av 29 Juni 1990 nr. 50 om produksjon, omforming, overføring, omsetning og fordeling av energi m.m, energiloven.

    (12)  Το αρχικό σκεπτικό σχετικά με τη θέσπιση ενός κεντρικού φορέα αρμόδιου για τα μέτρα ενεργειακής απόδοσης είχε ήδη παρουσιαστεί από μια επιτροπή εμπειρογνωμόνων το 1998, NOU 1998:11. Η Νορβηγική Κυβέρνηση είχε υιοθετήσει αυτή την ιδέα η οποία προερχόταν από το Λευκό βιβλίο St.meld. αριθ. 29 (1998-99). Η μετάβαση από το NVE στο Ταμείο Ενέργειας παρουσιάστηκε εν συνεχεία τελικά στο πλαίσιο του φορολογικού προϋπολογισμού για το 2001, St.prp.αριθ.1 (2000-2001).

    (13)  Lov av 30 August 1991 om statsforetak.

    (14)  Αναθεωρημένη σμφωνία της 22ας Σεπτεμβρίου 2004, «Avtale mellom den norske stat v/Olje- og energidepartementet og Enova SF om forvaltningen av midlene fa Energifondet i perioden 2002-2005».

    (15)  Odelstingets vedtak til lov om endringar i lov 29. juni 1990 nr. 50 om produksjon, omforming, overføring, omsetning og fordeling av energi m.m. (energilova). [Besl.O.nr.75 (2000-2001), jf. Innst.O.nr.59 (2000-2001) og Ot.prp.nr.35 (2000-2001)].

    (16)  Ot.prp.αριθ. 35 (2000-2001).

    (17)  Βλ. ως άνω υποσ. 15.

    (18)  ΕΕ L 283 της 27.10.2001, σ. 33. Η οδηγία αυτή καθεαυτή δεν έχει ακόμα ενσωματωθεί στη συμφωνία ΕΟΧ.

    (19)  Ο κανονισμός για το Ταμείο Ενέργειας (Vedteker for Energifondet, § 4) ορίζει ότι το Ταμείο Ενέργειας θα πρέπει να χρησιμοποιείται για την εξοικονόμηση ενέργειας, την παραγωγή νέων μορφών ανανεώσιμης ενέργειας και άλλων μορφών ενέργειας φιλικών προς το περιβάλλον.

    (20)  Βλ. απόφαση 302/05/COL της Αρχής, με την οποία εγκρίθηκε ένα καθεστώς ενισχύσεων για την έρευνα και την ανάπτυξη σχετικά με την τεχνολογία του αερίου.

    (21)  Οι σημαντικοί πελάτες επωφελούνται συχνά από εκπτώσεις λόγω των σημαντικών συμβάσεων παράδοσής τους. Αυτό λαμβάνεται υπόψη από τον Enova κατά τη σύγκριση των τιμών μεταξύ ανταγωνιστικών πηγών ενέργειας.

    (22)  Βλ. το παράδειγμα στη σελίδα 7 της απόφασης της Αρχής για κίνηση της επίσημης διαδικασίας εξέτασης (Απόφαση 122/05/COL) καθώς επίσης και την σελίδα 9, ιδίως την υποσημείωση 17.

    (23)  Σύμφωνα με την ερμηνεία της Αρχής, δεν προβλέπεται διόρθωση σε περίπτωση που η διαφορά είναι εις βάρος του έχοντος υποβάλει την αίτηση.

    (24)  Βλ., εντούτοις, την πρόταση των νορβηγικών αρχών για τη μελλοντική αντιμετώπιση των μέτρων εξοικονόμησης ενέργειας, τμήμα ΙΙ.9.2 αυτής της απόφασης.

    (25)  Σχετικά με το υπολειπόμενο 0,4 %, οι νορβηγικές αρχές διευκρίνισαν ότι αφορούσε τις διοικητικές δαπάνες του Enova για τη διαχείριση των εν λόγω αιτήσεων έργων.

    (26)  N 75/2002 — Φινλανδία, τροποποίηση καθεστώτος ενίσχυσης για τον ενεργειακό τομέα.

    (27)  Το πρόγραμμα αυτό ονομαζόταν «διδακτικό υλικό και παιδαγωγικές έννοιες» το 2003 και άλλαξε την ονομασία του το 2004 σε «εκπαιδευτικό πρόγραμμα».

    (28)  Στο οποίο ενσωματώνεται ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 69/2001 της Επιτροπής της 12ης Ιανουαρίου 2001 για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας, ΕΕ L 10 της 13.1.2001, σ. 30, στη συμφωνία ΕΟΧ.

    (29)  Ενσωμάτωση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 70/2001 της Επιτροπής της 12ης Ιανουαρίου 2001 σχετικά με τις ενισχύσεις προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, ΕΕ L 10 της 13.1.2001, σ. 33, όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 364/2004 της Επιτροπής της 25ης Φεβρουαρίου 2004, ΕΕ L 63 της 28.2.2004, σ. 22, στη συμφωνία ΕΟΧ.

    (30)  Ενσωμάτωση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 68/2001 της Επιτροπής της 12ης Ιανουαρίου 2001 σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 στις ενισχύσεις για επαγγελματική κατάρτιση, ΕΕ L 10 της 13.1.2001, σ. 20, όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 363/2004 της Επιτροπής της 25ης Φεβρουαρίου 2004, ΕΕ L 63 της 28.2.2004, σ. 20, στη συμφωνία ΕΟΧ.

    (31)  Συναλλαγματικές ισοτιμίες (NOK/Ευρώ) που χρησιμοποιήθηκαν από τις νορβηγικές αρχές: 2002:7.51, 2003:8.00, 2004:8.37, 2005:8.20.

    (32)  Οι επενδυτικές δαπάνες καταγράφονται στην αρχή του έτους 0.

    (33)  Τα έσοδα καταγράφονται για πρώτη φορά στο τέλος του έτους 1.

    (34)  Ο First Securities διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη νορβηγική αγορά των κινητών αξιών.

    (35)  Πρόκειται για μέθοδο η οποία δείχνει την απόδοση του κεφαλαίου προσαρμοσμένη στον κίνδυνο, ως συνάρτηση του κινδύνου του χαρτοφυλακίου αγοράς και του κινδύνου του εν λόγω ενεργητικού (έργου).

    (36)  Ο τύπος που χρησιμοποιείται από το First Securities είναι RE = RF + β (RM – RF)· το RF αντιστοιχεί στα νορβηγικά μακροπρόθεσμα ομόλογα, το β αποτελεί τον ατομικό κίνδυνο έργου, το RM αντιστοιχεί στην αναμενόμενη απόδοση στην αγορά, και το (RM – RF) στο τίμημα κινδύνου. Το RE αντιστοιχεί στην απαιτούμενη απόδοση του επενδυμένου κεφαλαίου.

    (37)  A) Κόστος προετοιμασίας και σχεδιασμού· B) δαπάνες συνδεδεμένες με κτίρια, μηχανές και εξοπλισμούς, δαπάνες εγκατάστασης ή δαπάνες που οφείλονται σε έργα προσαρμογής και επισκευής υφιστάμενων κτιρίων, μηχανών και εξοπλισμών· Γ) Ως το ανώτατο όριο του 10 % των επιλέξιμων δαπανών των έργων, οι δαπάνες που οφείλονται στην αγορά γης που συναρτάται άμεσα με την επένδυση και από την κατασκευή ηλεκτρικών γραμμών· Δ) Δαπάνες που οφείλονται στην κατασκευή αγωγού ο οποίος πρόκειται να συνδεθεί με δίκτυο αστικής θέρμανσης. Οι δαπάνες που οφείλονται στην κατασκευή ενός δικτύου αστικής θέρμανσης είναι επιλέξιμες μόνο σε έργα δικτύου που συνεπάγονται νέα τεχνολογία· E) Δαπάνες έργων πολιτικού μηχανικού και επίβλεψης κατασκευαστικών έργων· ΣΤ) Δαπάνες εργασιών καθαρισμού και χωματουργικών έργων· Ζ) Δαπάνες θέσης σε λειτουργία και δαπάνες που οφείλονται στην κατάρτιση του προσωπικού εκμετάλλευσης η οποία είναι αναγκαία για τη θέση σε υπηρεσία. Σ’αυτό το πλαίσιο, θέση σε υπηρεσία εννοείται η πράξη η οποία συνίσταται στη θέση σε λειτουργία, η υποβολή σε δοκιμασία και η προσαρμογή για πρώτη φορά ενός συστήματος μονάδας, για να εξασφαλιστεί ότι λειτουργεί σύμφωνα με τις προδιαγεγραμμένες επιδόσεις· Η) Δαπάνες διάδοσης πληροφοριών που αφορούν το έργο· Θ) Δαπάνες παρακολούθησης της επένδυσης· Ι) Δαπάνες που συνδέονται με την εκπόνηση μελετών σκοπιμότητας για τις διάφορες κατηγορίες έργων (μισθοί των συμμετεχόντων στο έργο και έμμεσα κόστη εργασίας, εξοπλισμός, εξαρτήματα, λογισμικό, ταξίδια, διάδοση πληροφοριών, άλλες άμεσες ή έμμεσες δαπάνες). Οι γενικές δαπάνες του δικαιούχου της ενίσχυσης, οι τόκοι που πληρώνονται κατά τη διάρκεια κατασκευής, τα τέλη κατασκευής και οι εκπτώσιμοι φόροι δεν θα είναι επιλέξιμοι βλ. την ως άνω υποσημείωση 26.

    (38)  ΚΠΤΦΑ σημαίνει κέρδη προ τόκων, φόρων και αποσβέσεων (EBITDA). Σ’ αυτά περιλαμβάνονται οι καθαρές εισροές κεφαλαίου που προέρχονται από δραστηριότητες εκμετάλλευσης, πριν από τις πράξεις ταμειακής ροής.

    (39)  Σύμφωνα με το τμήμα Δ. 3.3.1 55 των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών, η βιομάζα — η οποία έχει μεγαλύτερο λειτουργικό κόστος — είναι δυνατόν να λαμβάνει λειτουργικές ενισχύσεις οι οποίες υπερβαίνουν το ποσό της επένδυσης, σε περίπτωση που το κράτος ΕΖΕΖ μπορεί να αποδείξει ότι τα συνολικά κόστη που επιβαρύνουν τις επιχειρήσεις μετά από την απόσβεση των εγκαταστάσεων εξακολουθούν να υπερβαίνουν τις τιμές αγοράς της ενέργειας.

    (40)  Σύμφωνα με το τμήμα Δ. 1.3 25 των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών τα μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας μπορούν να στηρίζονται με βασικό ποσοστό 40 % των επιλέξιμων δαπανών. Σύμφωνα με το τμήμα Δ. 1.7 32 των περιβαλλοντικών κατευθυντηρίων γραμμών, η στήριξη πρέπει να περιορίζεται στο επιπλέον επενδυτικό κόστος. Οι επιλέξιμες δαπάνες υπολογίζονται χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα οφέλη που απορρέουν από ενδεχόμενη αύξηση παραγωγικής ικανότητας, την εξοικονόμηση κόστους που πραγματοποιείται κατά την πρώτη πενταετία ζωής της επένδυσης και τις επιπρόσθετες επικουρικές παραγωγές κατά τη διάρκεια της ίδιας πενταετίας.

    (41)  Βλ. τμήμα I 9.1 αριθ. 5 και υποσημείωση 35 αυτής της απόφασης.

    (42)  Απόφαση της Επιτροπής της 11ης Νοεμβρίου 2003 σχετικά με την κρατική ενίσχυση την οποία το Ηνωμένο Βασίλειο σχεδιάζει να εφαρμόσει στο πλαίσιο του καθεστώτος WRAP Environmental Grant Fund και του μέτρου WRAP Lease Guarantee Fund (ΕΕ L 102 της 7.4.2004, σ. 59).

    (43)  Βλ. επίσης τμήμα «πληροφορίες που διαβιβάσθηκαν από τη Νορβηγία» στην απόφαση 122/05/COL της Αρχής, σελίδα 12 και επ.

    (44)  Κρατική ενίσχυση N 707/2002 — οι Κάτω Χώρες, καθεστώς MEP υπέρ των ανανεώσιμων ενεργειών.

    (45)  Υπόθεση 173/73 Ιταλία εναντίον Επιτροπής [1974] ECR 709, Υπόθεση 78/76 Steinike εναντίον Γερμανίας [1977] ECR 595, Απόφαση της Επιτροπής N 707/2002 — οι Κάτω Χώρες, βλ. ως άνω υποσημείωση 42· N 490/2000 — Ιταλία, χαμένες επενδύσεις του τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας.

    (46)  Γενικός Εισαγγελέας Jacobs στην υπόθεση C-379/98 Preussen Elektra εναντίον Schleswag AG [2001] ECR I-2099 παράγραφος 165.

    (47)  Βλ. Υπόθεση T-67/94 Ladbroke Racing Ltd εναντίον Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [1998] ECR II-1, παράγραφοι 105 και επόμενες. Από την άποψη αυτή, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το μέτρο μπορεί να καταλογιστεί στο κράτος το οποίο έχει θεσπίσει την εισφορά. Πρόκειται για κατάσταση διαφορετική από το σύστημα που συζητήθηκε στην υπόθεση C-345/02 Pearle BV, Hans Prijs Optiek Franchise BV and Rinck Opticiëns BV εναντίον Hoofdbedrijfschap Ambachten [2004] ECR I-7139, που αφορούσε εισφορά η οποία είχε αποφασιστεί από έναν επαγγελματικό οργανισμό.

    (48)  Η Αρχή επιθυμεί, εντούτοις, να επισημάνει ότι, για να καθοριστεί κατά πόσον η στήριξη είχε ως παραλήπτη μια «επιχείρηση», δεν χρειάζεται να ληφθεί υπόψη το νομικό καθεστώς της οντότητας ούτε η οργανωτική της μορφή· ο χαρακτηρισμός ως επιχείρηση αποφασίζεται από τη δραστηριότητα για την οποία παρέχεται η στήριξη, υπόθεση C-41/90 Höfner and Elser εναντίον Macotron [1991] ECR, I-979· π.χ., οι μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί μπορούν επίσης να ασκούν οικονομικές δραστηριότητες και να ανταγωνίζονται με άλλους, βλ. π.χ. υπόθεση 78/76 Steinike & Weinlig, βλ. ως άνω υπος. 43, και υπόθεση C-67/96 Albany, International BV εναντίον Stichting Bedrijfspensionfonds Textielindustrie, [1999] ECR I-5751.

    (49)  Αν η στήριξη αποτελεί ενίσχυση, πράγμα που θα καθοριστεί στη συνέχεια του παρόντος κειμένου, το Ταμείο Ενέργειας θα αποτελεί καθεστώς ενισχύσεων. Βλ. Τον ορισμό ενός καθεστώτος ενισχύσεων που περιλαμβάνεται στο άρθρο 1 δ του μέρους II του πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας της Εποπτεύουσας Αρχής και Δικαστηρίου.

    (50)  Υπόθεση C-241/94 Commission εναντίον Γαλλίας [1996] ECR I-4551, παράγραφος 23.

    (51)  Βλ. επίσης Γενικός Εισαγγελέας Jacobs στην υπόθεση C-256/97 DM Transport S.A [1999] ECR I-3913, παράγραφοι 39 και 40.

    (52)  Αυτό φαίνεται και από την αξιολόγηση του ίδιου του Enova σχετικά με το ρόλο του, στην ιστοσελίδα του, όπου αναφέρεται ότι: «είναι σημαντική η ελευθερία την οποία απολαμβάνει ο Εnova SF όσον αφορά την επιλογή και τη σύνθεση των στρατηγικών του στόχων και των μέτρων της πολιτικής του».

    (53)  Π.χ., με τους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας οι οποίοι βασίζονται σε παραδοσιακές πηγές ή — επί του παρόντος — με τους παραγωγούς υδροηλεκτρικής ενέργειας ή με άλλους παραγωγούς ανανεώσιμης ενέργειας οι οποίοι δεν στηρίζονται από τον Enova· ή με επιχειρήσεις οι οποίες δεν στηρίζονται για την εφαρμογή μέτρων ενεργειακής αποδοτικότητας.

    (54)  Απόφαση 195/04/COL.

    (55)  Υπόθεση C-44/93 Namur-Les Assurances du Crédit εναντίον Office National du Duccroire και του Βελγικού κράτους [1994] ECR I-3829.

    (56)  Βλ. από αυτή την άποψη την ερμηνεία του Γενικού Εισαγγελέα Fennelly στις υποθέσεις C-15/98 και C-105/99 Ιταλική Δημοκρατία εναντίον Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, [2000] ECR II-8855, παράγραφοι 61 και ακόλουθες, ο οποίος υποστηρίζει ότι οι νομοθετικές αλλαγές πρέπει να μεταβάλλουν σημαντικά το καθεστώς, δηλαδή να αντιπροσωπεύουν περισσότερα από μια απλή τυπική αλλαγή.

    (57)  Στις αντίστοιχες κυβερνητικές προτάσεις, οι ίδιες οι νορβηγικές αρχές χαρακτήρισαν το χρηματοδοτικό μηχανισμό ως «νέο».

    (58)  Υποθέσεις T-195/01 και T-207/01 Κυβέρνηση του Γιβραλτάρ και Βασίλειο της Ισπανίας εναντίον Ευρωπαϊκής Επιτροπής [2001] ECR II-3915, παράγραφος 111.

    (59)  Βλ. την ως άνω υποσημείωση 40.

    (60)  Υπόθεση C-351/98 Βασίλειο της Ισπανίας εναντίον της Ευρωπαϊκής Επιτροπής [2002] ECR I-8031, παράγραφος 76.

    (61)  Τμήμα II 3.1.1. της απόφασης της Αρχής 122/05/COL.

    (62)  Η αναφορά σε κοινοτικό πρότυπο στο πλαίσιο της συμφωνίας ΕΟΧ προβλέπεται ρητά από τις περιβαλλοντικές κατευθυντήριες γραμμές βλ. A 5.

    (63)  Τμήμα II 3.1.2 της απόφασης της Αρχής να κινήσει τη επίσημη διαδικασία έρευνας, απόφαση 122/05/COL.

    (64)  Τμήμα II 3.1.3 της απόφασης της Αρχής να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας, απόφαση 122/05/COL.

    (65)  Κρατική ενίσχυση N 75/2002 — Φινλανδία, βλ. ως άνω την υποσημείωση 26 αυτής της απόφασης.

    (66)  Βλ. υποσημείωση 29 αυτής της απόφασης.

    (67)  Βλ. υποσημείωση 29 αυτής της απόφασης.

    (68)  Βλ. υποσημείωση 30 αυτής της απόφασης.

    (69)  Συναλλαγματική ισοτιμία που δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα της Αρχής· είχε καθοριστεί σε 7,23 για το 2003.

    (70)  Επιστολή της First Securities στον Enova με ημερομηνία 16 Δεκεμβρίου 2004.

    (71)  Βλ ως άνω τμήμα I.6 αυτής της απόφασης.

    (72)  Πράσινο πιστοποιητικό σημαίνει συνήθως μια ελάχιστη τιμή η οποία καθορίζεται από το κράτος και την οποία ένας παραγωγός ‘πράσινης ενέργειας’ λαμβάνει από το διανομέα. Αυτά τα πράσινα πιστοποιητικά ενδέχεται, αναλόγως της ατομικής περίπτωσης, να μην συνιστούν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ. Οι νορβηγικές αρχές εγκατέλειψαν την προοπτική μιας κοινής, με τη Σουηδία, αγοράς πράσινων πιστοποιητικών το Φεβρουάριο 2006.

    (73)  Τέτοιες δαπάνες είχε επίσης αποδεχτεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην υπόθεση της κρατικής ενίσχυσης N 75/2002 — Φινλανδία, βλ. ως άνω υποσημείωση 26.

    (74)  Βλ. ως άνω, υποσημείωση 29 αυτής της απόφασης.

    (75)  Υποθέσεις C-261/01 και C-262/0, Βελγικό κράτος εναντίον Calster, Cleeren, Openbaar Slachthuis NV, [2003] ECR I-12249, παράγραφος 46, Υπόθεση C-47/69 Γαλλία εναντίον Επιτροπής [1970] ECR 487, παράγραφος 4.

    (76)  Υπόθεση C-72/92 Firma Herbert Scharbatke GmbH εναντίον Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας [1993] ECR I-5509, με παραπομπή στο άρθρο 95, σήμερα 90 της συνθήκης ΕΚ. Το άρθρο 14 της συμφωνίας ΕΟΧ είναι πανομοιότυπο με το άρθρο 90 της συνθήκης ΕΚ.

    (77)  Υπόθεση C-266/91 Celulose Beira Industrial SA εναντίον Fazenda Pública [1993] ECR I-4337.

    (78)  Υποθέσεις C-78/90 ως C-83/90 Compagnie Commerciale de l’Ouest and Others [1992] ECR I-1847.

    (79)  Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει εγκρίνει μια παρόμοια διάρθρωση με την απόφαση N 707/2002, βλ. ως άνω υποσημείωση.42.

    (80)  Βλ. τις παρατηρήσεις στην απόφαση της Επιτροπής N 707/2002, στην ως άνω υποσημείωση 42 και N 533/01 — Ιρλανδία, ενίσχυση για την προώθηση των πηγών ανανεώσιμης ενέργειας στην Ιρλανδία.

    (81)  Υπόθεση C-350/93 Επιτροπή εναντίον Ιταλίας [1995] ECR Ι-699, παράγραφος 22.

    (82)  Υπόθεση C-75/97 Βέλγιο εναντίον Επιτροπής [1999] ECR Ι-3671, παράγραφος 66 και υπόθεση C-310/99 Ιταλία εναντίον Επιτροπής [2002] ECR Ι-2289, παράγραφος 99.

    (83)  Υπόθεση C-169/95 Ισπανία εναντίον Επιτροπής, [1997] ECR Ι-135, παράγραφος 51.


    Top