Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32007D0254

2007/254/ΕΚ: Απόφαση της Επιτροπής, της 7ης Ιουνίου 2006 , περί της κρατικής ενίσχυσης C 25/2005 (πρώην NN 21/2005) που χορηγείται από τη Σλοβακική Δημοκρατία υπέρ της Frucona Košice, a.s. [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2006) 2082] (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ )

ΕΕ L 112 της 30.4.2007, p. 14–31 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 13/06/2014; καταργήθηκε από 32014D0342 Η ημερομηνία λήξης ισχύος βασίζεται στην ημερομηνία δημοσίευσης της πράξης κατάργησης που αρχίζει να ισχύει την ημερομηνία της κοινοποίησής της. Η πράξη κατάργησης κοινοποιήθηκε, αλλά η ημερομηνία κοινοποίησης δεν είναι διαθέσιμη στο EUR-Lex - αντί αυτής χρησιμοποιείται η ημερομηνία δημοσίευσης.

ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/2007/254/oj

30.4.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 112/14


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 7ης Ιουνίου 2006

περί της κρατικής ενίσχυσης C 25/2005 (πρώην NN 21/2005) που χορηγείται από τη Σλοβακική Δημοκρατία υπέρ της Frucona Košice, a.s.

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2006) 2082]

(Το κείμενο στη σλοβακική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2007/254/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 88 παράγραφος 2,

Αφού κάλεσε τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σύμφωνα με τα εν λόγω (1) και λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις τους,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

I.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Με την από 15 Οκτωβρίου 2004 επιστολή, η οποία περιήλθε την 25 Οκτωβρίου 2004, η Επιτροπή έλαβε καταγγελία η οποία αφορούσε κατ’ ισχυρισμόν έκνομη κρατική βοήθεια υπέρ της εταιρείας Frucona Košice, a.s. Ο καταγγέλλων απέστειλε συμπληρωματικές πληροφορίες στις 3 Φεβρουαρίου 2005. Συνάντηση μαζί του πραγματοποιήθηκε στις 24 Μαΐου 2005.

(2)

Η Επιτροπή με βάση τις πληροφορίες που παρείχε ο καταγγέλλων, ζήτησε από τη Σλοβακική Δημοκρατία με την από 6 Δεκεμβρίου 2004 επιστολή να την ενημερώσει για το επίμαχο μέτρο. Η Σλοβακία απάντησε με την από 4 Ιανουαρίου 2005 επιστολή, η οποία παραλήφθηκε στις 17 Ιανουαρίου 2005, με την οποία ενημέρωνε την Επιτροπή ότι η επίμαχη παροχή βοήθειας προς την εταιρεία Frucona Košice, a.s. είναι πιθανώς έκνομη, και αιτήθηκε από τη Επιτροπή όπως εγκρίνει την εν λόγω παροχή ως παροχή με σκοπό τη διάσωση εταιρείας που βρίσκεται σε χρεοκοπία. Η Σλοβακία παράθεσε συμπληρωματικές πληροφορίες με την από 24 Ιανουαρίου 2005 επιστολή της, η οποία παραλήφθηκε στις 9 Φεβρουαρίου 2005. Η Επιτροπή αιτήθηκε συμπληρωματικές πληροφορίες με την από 9 Φεβρουαρίου 2005 της, για την οποία δέχθηκε απάντηση με την από 4 Μαρτίου 2005 επιστολή, που παραλήφθηκε στις 10 Μαρτίου 2005. Η συνάντηση με τους σλοβάκους αξιωματούχους πραγματοποιήθηκε στις 12 Μαΐου 2005.

(3)

Με την από 5 Ιουλίου 2005 επιστολή της η Επιτροπή ενημέρωσε την Σλοβακία ότι με βάση το άρθρο 88 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αποφάσισε να κινήσει διαδικασία ενδελεχούς έρευνας επί της επίμαχης παροχής.

(4)

Η απόφαση της Επιτροπής να κινήσει διαδικασία ενδελεχούς έρευνας δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (2). Η Επιτροπή κάλεσε τις δύο πλευρές να καταθέσουν τις παρατηρήσεις τους επί της διαδικασίας.

(5)

Οι σλοβακικές αρχές κατέθεσαν τις παρατηρήσεις τους με την επιστολή τους από την 10 Οκτωβρίου 2005, η οποία περιήλθε 17 Οκτωβρίου 2005. Η Επιτροπή δέχθηκε τις παρατηρήσεις από τον αποδέκτη με την από 24 Οκτωβρίου 2005 επιστολή, η οποία παραλήφθηκε στις 25 Οκτωβρίου 2005. Τις κοινοποίησε στη Σλοβακική Δημοκρατία, της οποίας δόθηκε η ευκαιρία να ανταπαντήσει. Οι παρατηρήσεις της Σλοβακίας απεστάλησαν με την από 16 Δεκεμβρίου 2005 επιστολή της, που παραλήφθηκε στις 20 Δεκεμβρίου 2005. Η ακρόαση με την αποδέκτη, κατά την οποία είχε την ευκαιρία να εκφέρει τις απόψεις του πραγματοποιήθηκε στις 28 Μαρτίου 2006. Η Σλοβακία παρέθεσε συμπληρωματικές πληροφορίες με την από 5 Μαΐου 2006 επιστολή της, που παραλήφθηκε στις 8 Μαΐου 2006.

II.   ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

1.   Η εταιρεία

(6)

Αποδέκτης της οικονομικής βοήθειας είναι η εταιρεία Frucona Košice, a.s. (εφεξής «αποδέκτης»), η οποία κατά το επίμαχο χρονικό διάστημα δραστηριοποιούταν με την παραγωγή οινοπνεύματος και οινοπνευματωδών, μη αλκοολούχων ποτών, κονσερβοποίηση φρούτων λαχανικών και ξιδιού. Ο αποδέκτης επί της παρούσης δεν παράγει πλέον οινόπνευμα και οινοπνευματώδες. Δραστηριοποιείται όμως στο εμπόριο χονδρικής οινοπνεύματος και οινοπνευματωδών. Η εταιρεία βρίσκεται σε περιοχή θεμιτή ως προς την παροχή περιφερειακής βοήθειας σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο α) του κανονισμού περί ΕΚ.

(7)

Ο αποδέκτης κατά το επίμαχο χρονικό διάστημα απασχολούσε περίπου 200 άτομα προσωπικό. Ο αποδέκτης στις παρατηρήσεις του επί της αποφάσεως κινήσεως διαδικασίας, παρέθεσε στοιχεία επί του κύκλου εργασιών του (συμπεριλαμβανομένου των καταναλωτικών φόρων και του ΦΠΑ), όπως αναφέρονται στον ακόλουθο πίνακα.

Πίνακας 1:

Κύκλος εργασιών σε διάφορους τομείς της παραγωγής, συμπεριλαμβανομένου του φόρου κατανάλωσης και του ΦΠΑ [SKK]

 

2002

2003

2004

Ξίδι

[…] (3)

[…]

[…]

Παραγωγή φρούτων και οπωροκηπευτικών

[…]

[…]

[…]

Λάχανο

[…]

[…]

[…]

Ανθρακούχα μη αλκοολούχα ποτά

[…]

[…]

[…]

Μη ανθρακούχα μη αλκοολούχα ποτά

[…]

[…]

[…]

Χυμοί — 100 %

[…]

[…]

[…]

Οινοπνευματώδη

[…]

[…]

[…]

Μηλίτης οίνος

[…]

[…]

[…]

Σιρόπι

[…]

[…]

[…]

Άλλα προϊόντα/υπηρεσίες

[…]

[…]

[…]

Σύνολο

895 019 980

978 343 230

880 314 960  (4)

(8)

Τα στοιχεία αυτά εμφανώς διαφέρουν από τα στοιχεία, τα οποία η Επιτροπή έλαβε από τις σλοβακικές αρχές και αναφέρθηκαν στην απόφαση κινήσεως διαδικασίας έρευνας (5). Οι σλοβακικές αρχές σε απάντηση των παρατηρήσεων του αποδέκτη μετά την κίνηση διαδικασίας δεν εξέφρασε αντίρρηση όσον αφορά την ακρίβεια των ανωτέρω στοιχείων. Σύμφωνα με τις σλοβακικές αρχές ο αποδέκτης πληροί τα κριτήρια μεσαίας επιχείρησης.

2.   Εφαρμογή εθνικής νομοθεσίας

(9)

Αμφιλεγόμενο μέτρο είναι η παραγραφή φορολογικού χρέους από τη δημόσια οικονομική υπηρεσία Košice IV (εφεξής «Δ.Ο.Υ.») στα πλαίσια της λεγόμενης εκκαθάρισης με τους οφειλέτες. Το μέτρο αυτό βασίζεται στο Ν.328/91 περί πτώχευσης και εκκαθάρισης (εφεξής «νόμος περί πτώχευσης»).

(10)

Εκκαθάριση με τους οφειλέτες (εφεξής «εκκαθάριση», «διαδικασία εκκαθάρισης») είναι διαδικασία υπό την επιτήρηση δικαστηρίου, του οποίο σκοπός είναι, όπως και στη διαδικασία πτωχεύσεων, να διαχειριστεί τα οικονομικά της εταιρείας που είναι υπό πτώχευση (6). Κατά τη διαδικασία πτώχευσης, υπάρχει και παύση των δραστηριοτήτων της, και, ή μεταβιβάζονται σε νέο ιδιοκτήτη ή η εταιρεία διαλύεται. Σε αντίθεση, κατά τη διαδικασία εκκαθάρισης, η χρεωμένη εταιρεία συνεχίζει χωρίς αλλαγή ιδιοκτήτη.

(11)

Η διαδικασία εκκαθάρισης εξωθεί την εταιρεία σε χρεοκοπία. Σκοπός της είναι να επιφέρει συμφωνία με τους πιστωτές (εφεξής «εκκαθάριση») υπό τη λογική ότι η εταιρεία σε χρεοκοπία θα εξοφλήσει ένα μέρος του χρέους και το άλλο θα παραγραφεί. Τη συμφωνία αυτή πρέπει να την επικυρώσει το δικαστήριο που επιτηρεί τη διαδικασία.

(12)

Οι πιστωτές των οποίων οι εισπρακτέες απαιτήσεις διασφαλίζονται, π.χ. μέσω υποθήκης, διαχωρίζονται από τους υπόλοιπους πιστωτές. Για να γίνει αποδεκτή η πρόταση για εκκαθάριση, θα πρέπει να συμφωνήσουν υπέρ της, όλοι οι διαχωρισμένοι πιστωτές, ενώ στη περίπτωση των υπολοίπων αρκεί εξειδικευμένη πλειοψηφία. Οι διαχωρισμένοι πιστωτές ψηφίζουν ξεχωριστά και έχουν το δικαίωμα προτάσεως αρνησικυρίας.

(13)

Οι διαχωρισμένοι πιστωτές έχουν προνομιούχα θέση και κατά τη διαδικασία πτώχευσης. Τα κέρδη από την πώληση των αποθεματικών δραστηριοτήτων κατά τη διαδικασία πτώχευσης χρησιμοποιούνται αποκλειστική για την αποπληρωμή χρεών των διαχωρισμένων πιστωτών. Αν από την πώληση αυτή δεν καλυφθούν όλα τα χρέη αυτών, τα υπόλοιπα μέρη περνούν στη δεύτερη ομάδα για την εξόφληση των χρεών των υπολοίπων πιστωτών. Στη δεύτερη ομάδα οι πιστωτές ικανοποιούνται με ανάλογο — σύμμετρο — τρόπο.

(14)

Σύμφωνα με το νόμο περί πτώχευσης εταιρείας, η οποία ζητά να γίνει εκκαθάριση με τους πιστωτές, θα πρέπει να καταθέσει στο δικαστήριο πίνακα μέτρων που αφορούν την αναδιοργάνωση της εταιρείας και ταυτόχρονες οικονομικές δραστηριότητες της εταιρείας μετά την εκκαθάριση.

(15)

Σύμφωνα με το νόμο 511/92 περί διαχείρισης φόρων και καταβολών και περί αλλαγών στη χωροταξία των οικονομικών οργάνων (εφεξής «νόμος περί διαχείρισης φόρων») έχει το δικαίωμα η εταιρεία να αιτηθεί τις φορολογικές υπηρεσίες, την αναβολή καταβολής των φόρων. Επί του ποσού που δίδεται αναβολή στην καταβολή του καταβάλλεται τόκος, καθώς επίσης, για χρέος θα πρέπει να υπάρξει εγγύηση.

(16)

Ο νόμος περί διαχείρισης φόρων προβλέπει και φορολογική κατάσχεση, σκοπός της οποίας είναι να ικανοποιήσει φορολογικές απαιτήσεις του κράτους με πώληση ακίνητης περιουσίας, κινητής περιουσίας ή της εταιρείας επί του συνόλου.

3.   Επίμαχα μέτρα

(17)

Ο αποδέκτης έκανε χρήση του δικαιώματος, κατά το χρονικό διάστημα από τον Νοέμβριο 2002 έως τον Νοέμβριο 2003, της δυνατότητας παράτασης της υποχρεώσεως καταβολής φόρου κατανάλωσης οινοπνεύματος, το οποίο προβλέπει ο νόμος περί διαχείρισης φόρων (7). Το ποσό σε σύνολο ανερχόταν σε 477 015 759 SKK (12,6 εκατ. ευρώ). Προ της εγκρίσεως της παράτασης καταβολής, οι δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες ασφάλισαν τις πιστώσεις τους με περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας. Οι σλοβακικές αρχές αναφέρουν ότι η αξία των εγγυήσεων σύμφωνα με τις λογιστικές εκτιμήσεις του αποδέκτη ανέρχονται σε 397 476 726 SKK (10,5 εκατ. ευρώ). Ο αποδέκτης όμως ισχυριζόταν ότι η αξία των εγγυήσεων σύμφωνα με τις εκτιμήσεις εμπειρογνωμόνων από τα τέλη του έτους 2003 ανέρχονται σε 193 940 000 SKK (5 εκατ. ευρώ). Αυτή είναι, σύμφωνα με τον αποδέκτη, η αξία των περιουσιακών στοιχείων που προβάλλονται ως εγγύηση (κινητής, ακίνητης περιουσία και εισφορών) όπως αναγράφονται στις λεγόμενες τιμές των εμπειρογνωμόνων.

(18)

Ο από την 1η Ιανουαρίου 2004 νέος νόμος περί διαχείρισης των φόρων περιόρισε τη δυνατότητα παράτασης καταβολής των φόρων σε μία φορά ετησίως. Ο αποδέκτης έκανε χρήση του δικαιώματος παράτασης τον Δεκέμβριο 2003, με ημερομηνία καταβολής τον Ιανουάριο 2004. Δεν είχε δε τη δυνατότητα να καταβάλει ή να ζητήσει παράταση για τον Ιανουάριο 2004, με ημερομηνία καταβολής 25 Φεβρουαρίου 2004. Συνέπεια αυτών ήταν η εταιρεία να βρεθεί σε κατάσταση χρεοκοπίας σύμφωνα με το νόμο περί πτωχεύσεως. Επίσης της αφαιρέθηκε η άδεια παραγωγής και εκμετάλλευσης οινοπνεύματος.

(19)

Στις 8 Μαρτίου 2004 ο αποδέκτης υπέβαλε στο αρμόδιο περιφερειακό δικαστήριο αίτημα εκκαθάρισης. Το περιφερειακό δικαστήριο επέτρεψε τη διαδικασία εκκαθάρισης με την από 29 Απριλίου 2004 απόφασή του, αφού αναγνώρισε ότι πληρούνται όλες οι από το νόμο προϋποθέσεις γι’ αυτή τη διαδικασία. Στην ακρόαση της 9ης Ιουλίου 2004 οι πιστωτές ψήφισαν υπέρ του αιτήματος εκκαθάρισης του αποδέκτη. Η εκκαθάριση επικυρώθηκε στις 14 Ιουλίου 2004 με την απόφαση του περιφερειακού δικαστηρίου που εκτελεί την επιτήρηση.

(20)

Τον Αύγουστο 2004 η Δ.Ο.Υ. κατέθεσε έφεση επί της επικυρωτικής αποφάσεως του δικαστηρίου. Το Ανώτατο Δικαστήριο με την από 25 Οκτωβρίου 2004 απόφασή του, δεν έκανε δεκτή την έφεση, και ανακήρυξε την απόφαση του περιφερειακού δικαστηρίου, με την οποία επικύρωσε την εκκαθάριση, ως βάσιμη, αρχομένης της ισχύος της από 23 Ιουλίου 2004. Κατά της αποφάσεως του περιφερειακού δικαστηρίου κατέθεσε αργότερα ο γενικός εισαγγελέας αίτημα έκτακτης διαδικασίας. Η εν λόγω έκτακτη διαδικασία βρίσκεται επί του παρόντος στο Ανώτατο Δικαστήριο.

(21)

Οι πιστωτές, συμπεριλαμβανομένης και της Δ.Ο.Υ. συμφώνησαν με τον αποδέκτη στα εξής: το 35 % του χρέους θα καταβάλει ο αποδέκτης εντός ενός μήνα από την ημερομηνία που επήλθε επίσημα συμφωνία με τους πιστωτές και το υπόλοιπο 65 % του χρέους οι πιστωτές θα το παραγράψουν. Έτσι όλοι οι πιστωτές ικανοποιήθηκαν ισότιμα. Τα συγκεκριμένα ποσά για κάθε πιστωτή αναγράφονται στο κάτωθι πίνακα.

Πίνακας 2:

Κατάσταση χρεών αποδέκτη προ της διαδικασίας εκκαθάρισης και μετά από αυτή [SKK]

Πιστωτής

Χρέος προ της εκκαθαρίσεως

Χρέος μετά την εκκαθάριση (8)

Ποσό απόσβεσης

Δημόσιος

Εφορία

640 793 831

224 277 841

416 515 990

Ιδιωτικός

Tetra Pak, a.s.

[…]

[…]

[…]

MTM-obaly, s.r.o.

[…]

[…]

[…]

Merkant, συνεταιρισμός

[…]

[…]

[…]

Vetropack, s.r.o.

[…]

[…]

[…]

Σύνολο

 

644 591 439  (9)

225 607 029

418 984 410

(22)

Οι αξιώσεις της Δ.Ο.Υ., που συμπεριλαμβάνονται στη διαδικασία εκκαθάρισης, ανέρχονται σε 640 793 831 SKK (16,86 εκατ. ευρώ) οι οποίες προέρχονταν από τη μη καταβολή φόρου κατανάλωσης κατά την περίοδο από τον Μάιο 2003 έως τον Μάρτιο 2004, ΦΠΑ για την περίοδο από τον Ιανουάριο έως τον Απρίλιο 2004 όπως και τα πρόστιμα και οι τόκοι. Οι αξιώσεις που έχουν διαγραφεί από τη Δ.Ο.Υ. ανέρχονται σε 416 515 990 SKK (11 εκατ. ευρώ). Η εκκαθάριση απέφερε στη Δ.Ο.Υ. 224 277 841 SKK (5,86 εκατ. ευρώ).

(23)

Η Δ.Ο.Υ. παρουσιαζόταν μετά την εκκαθάριση ως διαχωρισμένος πιστωτής και με την ιδιότητα αυτή ψήφισε χωριστά υπέρ της εκκαθάρισης. Η προνομιούχος θέση της Δ.Ο.Υ. επήλθε διότι ορισμένες αξιώσεις, οι οποίες αποτελούσαν αντικείμενο της διαδικασίας εκκαθάρισης, ήταν ασφαλισμένες με την παράταση καταβολής φόρων του αποδέκτη κατά τα έτη 2002 και 2003 (βλέπε σημείο 17). Όλοι οι υπόλοιποι πιστωτές υπέρ του αιτήματος εκκαθάρισης. Οι αξιώσεις τους αποτελούσαν κοινές, χωρίς εγγύηση, εμπορικές αξιώσεις.

(24)

Ο αποδέκτης στη πρότασή του για εκκαθάριση περιέγραψε, όπως ορίζει ο νόμος περί εκκαθαρίσεως, μέτρα αναδιάρθρωσης που αφορούν την παραγωγή, τη διανομή και το εργατικό δυναμικό (συμπεριλαμβανομένου και την απόλυση του επιπλέον προσωπικού).

(25)

Στα οργανωτικά και στα θέματα εργατικού δυναμικού ο αποδέκτης σχεδίασε τα εξής: δημιουργία ομάδας γενικής παραγωγής για όλες τις παραγωγικές δραστηριότητες, αναδιοργάνωση των μέσων μεταφοράς του με την απόσυρση οχημάτων μικρότερης αξίας και αναδιοργάνωση των εμπορικών δραστηριοτήτων. Στα μέτρα αυτά συμπεριλαμβάνεται και η σταδιακή απόλυση 50 ατόμων κατά το χρονικό διάστημα από τον Μάρτιο έως τον Μάιο 2004. Άλλα 50 άτομα προσωπικό εργάσθηκε κατά το ίδιο χρονικό διάστημα με το 60 % των αποδοχών του.

(26)

Όσον αφορά τον παραγωγικό και τεχνικό τομέα, ο αποδέκτης ανέφερε ότι, εφόσον αφαιρέθηκε στην εταιρεία η άδεια παραγωγής οινοπνεύματος, από τον Απρίλιο 2004 θα ενοικίαζε τη μονάδα παραγωγής του. Ο αποδέκτης σχεδίαζε και την παύση παραγωγής ορισμένων μη επικερδών μη αλκοολούχων ποτών, και ανέφερε ότι κάθε νέο προϊόν, πριν παραχθεί, θα περάσει από έρευνα αγοράς σε σχέση με το αν είναι επικερδές.

(27)

Ο αποδέκτης στη συνέχεια αναφέρει τα εξής μέτρα: αναδιάρθρωση εξόδων, ως αποτέλεσμα της μείωσης των εξόδων παραγωγής, αφού έχει παύσει η παραγωγή οινοπνεύματος, και μειώθηκε ο στόλος ιδιόκτητων οχημάτων, και υπήρξε πώληση παλαιών συσκευών στα παλαιοπωλεία.

(28)

Ο αποδέκτης σχεδίαζε και την πώληση διοικητικού κτηρίου, καταστημάτων και εξοχικών κτηρίων και ανέφερε και την πιθανότητα πώλησης η ενοικίασης της μονάδας παραγωγής ξυδιού. Οι σλοβακικές αρχές στις παρατηρήσεις τους επί της αποφάσεως να κινηθεί διαδικασία, επιβεβαιώνει ότι η πώληση διοικητικού κτηρίου, καταστημάτων και εξοχικών κτηρίων δεν πραγματοποιήθηκε.

(29)

Ο αποδέκτης σχεδίαζε εντατική πώληση των αποθηκευμένων προϊόντων του (10).

(30)

30. Σύμφωνα με το σχέδιο αυτό ο αποδέκτης θα χρηματοδοτούσε την εκκαθάριση από τα δικά του έσοδα (πώληση εφοδίων) ύψους [λιγότερο από 150] εκατ. SKK και μέσω εξωτερικής χρηματοδότησης υπό τη μορφή δανείου από εμπορική τράπεζα ύψους 100 εκατ. SKK. Σύμφωνα με τις πληροφορίες που έχει παραθέσει ο αποδέκτης στην απάντησή του επί της αποφάσεως της Επιτροπής να γίνει επίσημη αποτίμηση, η εξόφληση του χρέους καλύφθηκε από τις εκροές νέων μετοχών (21 εκατ. SKK· 0,56 εκατ. ευρώ), έσοδα από την πώληση εφοδίων ([λιγότερο από 150] εκατ. SKK· [λιγότερο από 3,9] εκατ. ευρώ) και με το υπό όρους δάνειο από την εταιρεία Old Herold, s.r.o. (ΕΠΕ) ([70-130] εκατ. SKK· [1,8-3,4] εκατ. ευρώ). Η προθεσμία στα τιμολόγια της Old Herold, s.r.o., ήταν 40 ημέρες, μεγάλο χρονικό διάστημα σύμφωνα με τον αποδέκτη σε σχέση με την κακή οικονομική κατάσταση της εταιρείας. Το μεγάλο αυτό χρονικό διάστημα, έδωσε τη δυνατότητα στον αποδέκτη να συλλέξει το απαραίτητο ρευστό.

(31)

Οι σλοβακικές αρχές ενημέρωσαν την Επιτροπή μετά την κίνηση διαδικασίας ότι το υπόλοιπο του χρέους του αποδέκτη προς τη Δ.Ο.Υ. ύψους 224 277 841 SKK καταβλήθηκε στις 17 Δεκεμβρίου 2004. Οι σλοβακικές αρχές επιβεβαίωσαν ότι έως το πέρας της διαδικασίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, έχουν σταματήσει να παραγράφουν χρέη τα οποία αναφέρονται στη διαδικασία εκκαθάρισης.

III.   ΑΠΟΦΑΣΗ ΚΙΝΗΣΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 88 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2 ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΚ)

(32)

Η Επιτροπή στην απόφασή της να κινήσει διαδικασία ενδελεχούς έρευνας εξέφρασε αμφιβολίες στο γεγονός ότι οι επίμαχες διαγραφές χρεών δεν χαρακτηρίζονται ως κρατική ενίσχυση. Η Επιτροπή κατέληξε στο σκεπτικό ότι η ενέργειες της Δ.Ο.Υ. κατά τη διάρκεια της διαδικασίας εκκαθάρισης δεν ανταποκρίνεται σε στάση πιστωτή στα πλαίσια της οικονομίας της αγοράς. Η Επιτροπή έκρινε ότι η Δ.Ο.Υ. σε σχέση με τους υπόλοιπους πιστωτές βρισκόταν νομικά σε διαφορετική κατάσταση, εφόσον είχε στη κατοχή της διασφαλισμένες αξιώσεις, και θα μπορούσε να προβεί σε κατάσχεση. Η επιτροπή εξέφρασε τις αμφιβολίες της, στο ότι η διαδικασία εκκαθάρισης, σε σχέση με τη διαδικασία πτωχεύσεως ή τη φορολογική κατάσχεση, επέφερε τα καλύτερα αποτελέσματα για το κράτος.

(33)

Η Επιτροπή στη συνέχεια εξέφρασε τις αμφιβολίες περί της συνδέσεως της επίμαχης ενισχύσεως με την ενιαία αγορά. Κατ’ αρχάς εξέφρασε τις αμφιβολίες της για το αν η ενίσχυση μπορεί να θεωρηθεί ως βοήθεια διάσωσης, όπως ισχυρίζονται οι σλοβακικές αρχές. Ενίσχυση για διάσωση μπορεί να θεωρηθεί μόνο η ενίσχυση ρευστότητας με τη μορφή εγγυητικών δανείων ή δανείων. Επίμαχο μέτρο είναι η παραγραφή χρεών, το οποίο θεωρείται παροχή άνευ επιστροφής. Επιπλέον το μέτρο αυτό πραγματοποιήθηκε χωρίς εγγύηση ότι εντός έξι μηνών από την παροχή διάσωσης θα παραθέσει ο αποδέκτης σχέδιο αναδιάρθρωσης ή σχέδιο πτώχευσης ή θα επιστρέψει την κρατική ενίσχυση στο σύνολό της.

(34)

Η Επιτροπή επίσης εξέτασε τη σχετικότητα του επίμαχου μέτρου ως βοήθεια αναδιοργάνωσης και εξέφρασε την αμφιβολία σε σχέση με την τήρηση δύο βασικών προϋποθέσεων: την ύπαρξη σχεδίου αναδιάρθρωσης, το οποίο εξασφαλίζει σε εύλογο χρονικό διάστημα επιστροφή στη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα, και τον περιορισμό της βοήθειας στα απαραιτήτως αναγκαία.

IV.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ

(35)

Ο αποδέκτης εκτός των πληροφοριών για την κατάσταση όπως αναφέρονται στο ΙΙ μέρος παράθεσε και τις εξής παρατηρήσεις.

(36)

Ο αποδέκτης ισχυρίζεται ότι την ευθύνη για την άσχημη οικονομική κατάσταση στις αρχές του 2004 έχει η αλλαγή του νόμου περί διαχείρισης φόρων, ο οποίος περιόρισε τη δυνατότητα παράτασης καταβολής φόρων σε μία φορά ετησίως. Αυτό για τον αποδέκτη αποτέλεσε σημαντική αλλαγή, εφόσον τα προηγούμενα έτη υπολόγιζε πάντα με βάση τη δυνατότητα αυτή.

(37)

Σε σχέση με το περιστατικό, ο αποδέκτης στην αρχή ισχυριζόταν ότι η Επιτροπή δεν έχει δικαιοδοσία να διερευνήσει τα επίμαχα μέτρα, αφού τα μέτρα πάρθηκαν προ της εντάξεως και δεν επιβλήθηκαν μετά από αυτήν. Τα μέτρα ίσχυσαν κατ’ ισχυρισμόν πριν την ένταξη, διότι η διαδικασία εκκαθάρισης άρχισε στις 8 Μαρτίου 2004, και όπως ισχυρίζεται ο αποδέκτης, επικυρώθηκαν δικαστικά στις 29 Απριλίου 2004, δηλαδή προ της εντάξεως της Σλοβακίας στην Ε.Ε. Επίσης η Δ.Ο.Υ. στα πλαίσια των διαπραγματεύσεων προ της διαδικασίας εκκαθάρισης συμφώνησαν με την πρόταση εκκαθάρισης. Το Δεκέμβριο 2003 πραγματοποιήθηκε συνάντηση με τον Διευθυντή των Δημοσίων Οικονομικών Υπηρεσιών της Σλοβακικής Δημοκρατίας και η Δ.Ο.Υ. απέστειλε στις 3 Φεβρουαρίου 2004 στον αποδέκτη επιστολή, στη οποία επέτρεπε, κατ’ ισχυρισμόν, τη δυνατότητα να προβεί σε εκκαθάριση.

(38)

Ο αποδέκτης στη συνέχεια ισχυρίζεται ότι στη περίπτωση που η Επιτροπή έχει τη γνώμη ότι έχει δικαιοδοσία να παρέμβει, δεν συνιστάται επίμαχο μέτρο η κρατική ενίσχυση, διότι πληροί το ρόλο του πιστωτή στα πλαίσια της οικονομίας της αγοράς.

(39)

Πρώτον, ο αποδέκτης ισχυρίζεται ότι η σύγκριση της διαδικασίας εκκαθάρισης με τη φορολογική κατάσχεση είναι παραπλανητική, αφού η εκκίνηση της μιας διαδικασίας αποκλείει την άλλη. Για το λόγο αυτό η Δ.Ο.Υ δεν θα μπορούσε να επιλέξει τη φορολογική κατάσχεση. Ο αποδέκτης επίσης ισχυρίζεται ότι εάν δεν πρότεινε εθελοντικά τη διαδικασία εκκαθάρισης, θα είχε μετά από μερικές εβδομάδες ή μήνες πλέον την από τον νόμο υποχρέωση να αρχίσει διαδικασία πτώχευσης ή διαδικασία εκκαθάρισης σε κατάσταση αδυναμίας καταβολής.

(40)

Δεύτερον, ο αποδέκτης ισχυρίζεται ότι η απόφαση του κράτους να αποφύγει την πτώχευση και αντ’ αυτού να βρει λύση διά μέσω της διαδικασίας εκκαθάρισης αποτέλεσε κρίση πιστωτή στα πλαίσια της οικονομίας της αγοράς. Ο αποδέκτης παραθέτει ως απόδειξη τις βεβαιώσεις δύο οικονομικών ελεγκτών και ενός πτωχευτικού διαχειριστή ότι στη Δ.Ο.Υ. θα καταβληθούν περισσότερα και γρηγορότερα μέσω της διαδικασίας εκκαθάρισης παρά της πτωχευτικής. Ο αποδέκτης παραθέτει και άλλο υλικό και μελέτες, τα οποία επιβεβαιώνουν ότι η πτωχευτική διαδικασία στη Σλοβακία λαμβάνει 3 έως 7 χρόνια και επιφέρει πολύ λίγα από την πώληση των δραστηριοτήτων (11).

(41)

Ο αποδέκτης στηρίζει τους ισχυρισμούς του στην έκθεση της εταιρείας οικονομικού ελέγχου EKORDA από 7 Ιουλίου 2004, η οποία κοινοποιήθηκε κατ’ ισχυρισμόν στην Δ.Ο.Υ. προ της ψηφοφορίας των πιστωτών στις 9 Ιουλίου 2004. Δεν καταθέτει όμως καμία απόδειξη που να επιβεβαιώνει αυτόν τον ισχυρισμό.

(42)

Σύμφωνα με την έκθεση της εταιρείας Ekorda τα έσοδα από την πώληση περιουσιακών στοιχείων θα ανέρχονταν το πολύ σε 204 εκατ. SKK (5,3 εκατ. ευρώ) και μετά την αφαίρεση των προμηθειών ύψους 45 εκατ. SKK μόνο σε 159 εκατ. SKK (4,2 εκατ. ευρώ). Ο αποδέκτης διόρθωσε από μόνος του τα ποσά των προμηθειών, τα οποία θα έπρεπε να αφαιρεθούν (36 εκατ. SKK) και κατέληξε στο ποσό των 168 εκατ. SKK (4,4 εκατ. ευρώ). Εάν η Δ.Ο.Υ. ήταν ο μοναδικός διαχωρισμένος πιστωτής και ο μεγαλύτερος πιστωτής ελάμβανε την πλειοψηφία αυτών των ποσών, και πάλι θα ήταν λιγότερο από αυτό, που η Δ.Ο.Υ. έλαβε μετά την εκκαθάριση.

(43)

Η εταιρεία Ekorda χρησιμοποίησε ως βάση τη λογιστική αξία — κατά στις 31 Μαρτίου 2004 — της βασικής περιουσίας, τα αποθέματα, ρευστό και μετατρεπόμενες βραχυπρόθεσμες αξιώσεις που δεν έχουν εισπραχθεί και έχουν χαμηλή αξιοπιστία. Η εταιρεία Ekorda διόρθωσε την ονομαστική αξία της περιουσίας του αποδέκτη με τη μέθοδο της λεγόμενης συντελεστικής ρευστοποίησης για κάθε τμήμα της περιουσίας σε περίπτωση πώλησης στα πλαίσια διαδικασίας πτώχευσης (45 % για τη βασική περιουσία, 20 % για τα αποθέματα και τις βραχυπρόθεσμες αξιώσεις και 100 % για το ρευστό).

(44)

Η εταιρεία Ekorda παρουσιάζει τις μελλοντικές φορολογικές εισφορές από τις δραστηριότητες του αποδέκτη (12), όπως και την εξέλιξη του δείκτη ανεργίας της περιφέρειας και την ανάπτυξη της βιομηχανίας τροφίμων στη Σλοβακία ως πολύ σημαντικούς συντελεστές που επηρεάζουν την απόφαση να διατηρηθεί η ύπαρξη του αποδέκτη.

(45)

Ο αποδέκτης παρουσιάζει ακόμη δύο πληροφορίες. Η οικονομική ελεγκτής Marta Kochová κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι ανώτατες εισφορές από την πώληση περιουσίας, που όμως δεν αξιολογήθηκε, θα ήταν 100 εκατ. SKK (2,6 εκατ. ευρώ), και μετά την αφαίρεση των προμηθειών ύψους 22 εκατ. SKK μόνο 78 εκατ. SKK (2 εκατ. ευρώ). Καμία άλλη πληροφόρηση επ’ αυτού δεν υπήρξε. Η πτωχευτική διαχειρίστρια κυρία Holovačová κατ’ ισχυρισμόν ανέφερε ότι κατά τη γνώμη της η διαδικασία εκκαθάρισης είναι για τους πιστωτές κατά γενική ομολογία προτιμότερη από την πτώχευση. Μία άλλη διάσταση είναι το γεγονός ότι ο πιστωτής ενδιαφέρεται όπως ο οφειλέτης συνεχίσει την οικονομική του δραστηριότητα (μελλοντικές εισφορές από τις πωλήσεις και τους φόρους).

(46)

Τρίτον, ο αποδέκτης ισχυρίζεται ότι θα πρέπει να ληφθούν υπόψη οι μακροπρόθεσμες διαστάσεις, όπως για παράδειγμα οι μελλοντικές φορολογικές εισφορές. Η δικαιοσύνη αποκλείοντας τις κοινωνικοπολιτικές διαστάσεις από τη θέση του πιστωτή σε κλίμα οικονομίας της αγοράς (13) δήθεν δεν ισχύει, εάν το δημόσιο όργανο καλύπτει τους υπολογισμούς των μελλοντικών φορολογικών εισφορών. Σύμφωνα με τον αποδέκτη είναι η κατάσταση του δημοσίου οργάνου ανάλογη με την κατάσταση του πιστωτή στην οικονομία της αγοράς, ο οποίος είναι προμηθευτής, και ενδιαφέρεται για την επιβίωση του πελάτη. Ο αποδέκτης μετά αναφέρεται στη δικαιοσύνη η οποία αφορά τους κανονισμούς για τον επενδυτή στην οικονομία της αγοράς.

(47)

Ο αποδέκτης κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο ρόλος του πιστωτή εκπληρώθηκε και τα επίμαχα μέτρα δεν αποτελούν κρατική ενίσχυση.

(48)

Εάν όμως η Επιτροπή κατέληγε σε άλλο συμπέρασμα, ο αποδέκτης ισχυρίζεται ότι τα επίμαχα μέτρα ήταν αποκλειστικά ενίσχυση για αναδιάρθρωση. Ισχυρίζεται ότι η Δ.Ο.Υ. προ της συμφωνίας για εκκαθάριση, έκανε έλεγχο εάν τα εμπορικά σχέδια του αποδέκτη είναι πραγματοποιήσιμα υπό το πρίσμα της επαναφοράς της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας. Η απουσία τυπικού σχεδίου αναδιάρθρωσης είναι κατά τους ισχυρισμούς του αποδέκτη σε κατάσταση που η Επιτροπή κρίνει ex post άσχετη, εφόσον η Επιτροπή μπορεί να κρίνει εάν ο αποδέκτης κατέστη πράγματι βιώσιμος. Ο αποδέκτης επίσης κατέληξε στο συμπέρασμα ότι σε κατάσταση που κρίνεις ex ante είναι η παρουσία αναλυτικού σχεδίου αναδιοργάνωσης απαραίτητη. Ο αποδέκτης μετά αναλύει περιληπτικά τα μέτρα αναδιάρθρωσης που έχουν ληφθεί: αύξηση κεφαλαίου, απόλυση προσωπικού, πώληση αποθεμάτων. Ο αποδέκτης έχει την άποψη ότι η παύση της παραγωγής οινοπνεύματος και οινοπνευματωδών και η ενοικίαση των παραγωγικών μονάδων στην εταιρεία Old Herold, s.r.o., θεωρούνται ως μέτρα αναδιάρθρωσης. Αν και αρχικά η παύση της παραγωγής επήλθε λόγω της αφαίρεσης αδείας, ο αποδέκτης δεν αιτήθηκε νέα άδεια μετά την εκκαθάριση.

(49)

Σύμφωνα με το αποδέκτη ικανοποιήθηκε επίσης το αίτημα διατίμησης της συνεισφοράς του στην αναδιάρθρωση.

(50)

Τέλος ο αποδέκτης ισχυρίζεται ότι το γεγονός ότι δραστηριοποιείται σε περιφέρεια που δέχεται ενισχύσεις και είναι ένας από τους μεγαλύτερους εργοδότες της περιοχής, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη κατά την υποβολή της διορθωτικής ενίσχυσης για την αναδιάρθρωση.

V.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΣΛΟΒΑΚΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

(51)

Η Σλοβακική Δημοκρατία απαντώντας στην απόφαση κίνησης διαδικασίας ενδελεχούς έρευνας παρουσίασε ορισμένες παρατηρήσεις επί της καταστάσεως, που ήδη έχει αναφερθεί στο μέρος II.

(52)

Οι σλοβακικές αρχές επιβεβαίωσαν ότι η Δ.Ο.Υ. κατά την ψηφοφορία για διαδικασία εκκαθάρισης δεν έλαβε υπόψη τη διάσταση κρατικής ενίσχυσης. Η Δ.Ο.Υ. δεν απαίτησε εξομοίωση υπό τη μορφή κρατικής ενίσχυσης, για αυτό και δεν ζήτησε από τον αποδέκτη να παραθέσει σχέδιο αναδιάρθρωσης, το οποίο διαφοροποιείται από το εμπορικό σχέδιο που κατέθεσε στο δικαστήριο όπως ορίζουν οι κανονισμοί που καλύπτουν την αδυναμία καταβολής.

(53)

Απαντώντας στις παρατηρήσεις του, αναφέρουν τα σλοβακικά όργανα τις ακόλουθες παρατηρήσεις.

(54)

Οι σλοβακικές αρχές, τις παρατηρήσεις του αποδέκτη περί απλής διάστασης της πτωχευτικής διαδικασίας και των κοινών αποδοχών από την πώληση περιουσίας μέσω της πτωχευτικής διαδικασίας, δεν θεωρούν ότι σχετίζονται με την περίπτωση. Σύμφωνα με αυτούς, λαμβάνοντας υπόψη τον μικρό αριθμό των πιστωτών και την ύπαρξη περιουσίας με θετική αξία πώλησης, η οποία υπερβαίνει το ποσό καταβολής στο κράτος μετά την εκκαθάριση, η διαδικασία πτώχευσης θα αποπερατωνόταν σε μικρότερη από ό,τι τη συνήθη περίοδο, και οι εισφορές της Δ.Ο.Υ. θα ήταν μεγαλύτερες από ό,τι στην περίπτωση της εκκαθάρισης. Οι σλοβακικές φορολογικές υπηρεσίες πραγματοποίησαν επιτόπιο έλεγχο στις 21 Ιουνίου 2004 και διαπίστωσαν ότι στις 17 Ιουνίου 2004 είχε ο αποδέκτης ρευστό 161,3 εκατ. SKK, αξιώσεις ύψους 62,8 εκατ. SKK, αποθέματα οινοπνεύματος και οινοπνευματωδών αξίας 84 εκατ. SKK και αμετάβλητη περιουσία αξίας 200 εκατ. SKK.

(55)

Οι σλοβακικές αρχές έχουν την άποψη ότι η φορολογική κατάσχεση θα ήταν η εναλλακτική λύση για την εφορία. Βεβαιώνουν ότι η Δ.Ο.Υ. είχε τη δυνατότητα να προτείνει τέτοια λύση προ της εκκινήσεως της εκκαθάρισης, όπως και στην περίπτωση, που το δικαστήριο θα απέρριπτε την εξομοίωση (διότι η Δ.Ο.Υ. ως διαχωρισμένος πιστωτές θα ψήφιζε υπέρ του).

(56)

Οι σλοβακικές αρχές δεν συμφωνούν με τον ισχυρισμό του αποδέκτη ότι οι οικονομικές του δυσχέρειες ήταν αποτέλεσμα της μεταρρύθμισης του νόμου περί διαχείρισης των φόρων. Σύμφωνα με τις σλοβακικές αρχές οι οικονομικές δυσχέρειες του αποδέκτη ήταν αποτέλεσμα της στρατηγικής τους να κάνει χρήση έμμεσων φόρων για την υλοποίηση των εμπορικών του δραστηριοτήτων. Ο αποδέκτης αντί αυτού, θα έπρεπε να εισπράττει τους φόρους από τους πελάτες τους και να τους καταβάλει στο κράτος.

(57)

Οι σλοβακικές αρχές δεν συμφωνούν με τον ισχυρισμό ότι η συνάντηση με τον φορολογικό Διευθυντή της Σλοβακίας τον Δεκέμβριο 2003 είναι απόδειξη προσωρινής έγκρισης της Δ.Ο.Υ. για εκκαθάριση. Κατέθεσαν επιστολή στις 6 Ιουλίου 2004 της Διεύθυνσης φορολογίας της Σλοβακικής Δημοκρατίας προς υφιστάμενη Δ.Ο.Υ., όπου η Διεύθυνση φορολογίας της Σλοβακικής Δημοκρατίας δίνει στη Δ.Ο.Υ. εντολή, να μην συμφωνήσει με την εκκαθάριση που προτείνει ο αποδέκτης, διότι δεν είναι συμφέρουσα για το κράτος. Η επιστολή αυτή αποτελεί συνέχεια γενικής εγκυκλίου του Υπουργού Οικονομίας από 15 Ιανουαρίου 2004 προς την υφιστάμενη Διεύθυνση φορολογίας της Σλοβακικής Δημοκρατίας, όπου δίνει εντολή, να μη συμφωνεί με τέτοιου είδους προτάσεις εκκαθάρισης με τους πιστωτές, που θα επέφεραν διαγραφές αξιώσεων από τις Δ.Ο.Υ. Οι σλοβακικές αρχές στη συνέχεια ερμήνευσαν επιστολή από τις 3 Φεβρουαρίου 2004, όπου παρουσίασε ο αποδέκτης (βλέπε σημείο 37), όπου κατηγορηματικά δεν συμφωνεί με την εκκαθάριση σε ύψος 35 %.

(58)

Οι σλοβακικές αρχές ισχυρίζονται ότι ο αποδέκτης δεν κατέλαβε καταναλωτικούς φόρους κατά την προβλεπόμενη περίοδο από τον Ιανουάριο 2001 έως τον Μάρτιο 2004 και στις φορολογικές του υποχρεώσεις πάντα ζητούσε αναβολή.

(59)

Σύμφωνα με τις σλοβακικές αρχές οι οφθαλμοφανείς διαφορές στις εκθέσεις των δύο εταιρειών οικονομικού ελέγχου (βλέπε σημεία 41 και 45) δημιουργούν υποψίες για την αξιοπιστία αυτών. Οι αρχές έχουν αμφιβολίες ιδιαίτερα για τον συντελεστή ρευστοποίησης που επήλθε με τις μεταβλητές δραστηριότητες της εταιρείας Ekorda. Αυτός ο συντελεστής θα έπρεπε να είναι μεγαλύτερος του 20 %.

(60)

Και, τέλος, σύμφωνα με τις σλοβακικές αρχές ο αποδέκτης δεν επεξεργάστηκε υλοποιήσιμο σχέδιο αναδιάρθρωσης και τα μέτρα που προτάθηκαν σε σχέση με τη διαδικασία εκκαθάρισης δεν μπορούν να θεωρηθούν ως μέτρα αναδιάρθρωσης.

VI.   ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

1.   Δικαιοδοσία της Επιτροπής

(61)

Καθώς γεγονότα σχετικά με την περίπτωση μας διαδραματίστηκαν προ της εντάξεως της Σλοβακίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση την 1η Μαΐου 2004, η Επιτροπή έπρεπε καταρχήν να ορίσει, αν έχει δικαιοδοσία να ενεργήσει σε σχέση με το επίμαχο μέτρο.

(62)

Τα μέτρα, που είχαν ισχύ εφαρμογής πριν την ένταξη και δεν είναι εφαρμόσιμα μετά την ένταξη η Επιτροπή δεν μπορεί να τα διερευνήσει ούτε με βάση τον λεγόμενο προσωρινό μηχανισμό, τον οποίο ορίζει το σημείο 3 του παραρτήματος IV του κανονισμού περί εντάξεως ούτε με τη διαδικασία που ορίζει το άρθρο 88 της συνθήκης ΕΚ Ούτε ο κανονισμός περί εντάξεως ούτε η συνθήκη ΕΚ εξουσιοδοτούν ή απαιτούν από την Επιτροπή να διερευνήσει τα εν λόγω μέτρα.

(63)

Αφετέρου δε, τα μέτρα που εφαρμόστηκαν με ισχύ μετά την ένταξη υπάγονται προφανώς σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) στη δικαιοδοσία της Επιτροπής. Για τον ορισμό του χρόνου, πότε κάθε μέτρο έχει ισχύ εφαρμογής, ως σχετικό κριτήριο λαμβάνεται υπόψη η νομικά δεσμευτική πράξη, με την οποίο το αρμόδιο εθνικό όργανο παρέχει αρωγή (14).

(64)

Ο αποδέκτης στην περίπτωση αυτή ισχυρίζεται ότι τα επίμαχα μέτρα είχαν ισχύ εφαρμογής προ της εντάξεως και μετά την ένταξη δεν ήταν εφαρμόσιμα (βλέπε σημείο 37).

(65)

Η Επιτροπή δεν μπορεί να δεχθεί τα επιχειρήματα του αποδέκτη. Το αίτημα για κίνηση διαδικασίας εκκαθάρισης δεν είναι πράξη οργάνου που παρέχει ενίσχυση, αλλά πράξη του αποδέκτη. Επίσης η απόφαση του δικαστηρίου να επιτρέψει την εκκαθάριση δεν είναι πράξη οργάνου που παρέχει ενίσχυση. Η απόφαση αυτή επέτρεψε μόνο στον αποδέκτη και τους πιστωτές του να συνεχίσουν στις διαπραγματεύσεις τους για εκκαθάριση, αλλά εμφανώς δεν αντιπροσώπευε παροχή ενίσχυσης. Δεν υπάρχει απόδειξη ότι η Διεύθυνση φορολογίας της Σλοβακικής Δημοκρατίας εξέφρασε τη συγκατάθεσή της με το επίμαχο μέτρο κατά τη συνάντηση του Δεκεμβρίου 2003. Αντιθέτως, οι σλοβακικές αρχές αρνήθηκαν οποιαδήποτε παρόμοια προσωρινή συγκατάθεση. Με την από 3 Φεβρουαρίου 2004 επιστολή τους καθαρά εκφράζει την άρνηση να δεχθεί το αίτημα εκκαθάρισης στο επίπεδο του 35 %.

(66)

Η απόφαση του αρμοδίου οργάνου να διαγράψει μέρος των αξιώσεων ελήφθη στις 9 Ιουλίου 2004, όταν η Δ.Ο.Υ. συμφώνησε με την από τον αποδέκτη προτεινόμενη εκκαθάριση.

(67)

Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός αυτό, δημιουργείται το ερώτημα, εάν τα μέτρα που εφαρμόσθηκαν μετά την ένταξη, είναι άσκοπα.

(68)

Η Επιτροπή για τους λόγους αυτούς κατέληξε στο συμπέρασμα ότι έχει δικαιοδοσία να κρίνει τα επίμαχα μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 88 της συνθήκης ΕΚ.

2.   Η κρατική ενίσχυση υπό την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ

(69)

Το άρθρο 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ προβλέπει ότι ενισχύσεις που χορηγούνται υπό οποιαδήποτε μορφή από τα κράτη ή με κρατικούς πόρους και που νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό διά της ευνοϊκής μεταχειρίσεως ορισμένων επιχειρήσεων ή ορισμένων κλάδων παραγωγής είναι ασυμβίβαστες με την κοινή αγορά, κατά το μέτρο που επηρεάζουν τις μεταξύ κρατών μελών συναλλαγές.

(70)

Διαγραφή χρέους από δημόσιο όργανο, όπως είναι η Δ.Ο.Υ., θεωρείται ως μορφή χρήσης κρατικών πόρων. Τα μέτρα, που δίνουν πλεονέκτημα σε μεμονωμένη εταιρεία, είναι επιλεκτικά.

(71)

Έως τα γεγονότα, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα την κίνηση διαδικασίας στη περίπτωση αδυναμίας καταβολής, ο αποδέκτης ήταν δραστηριοποιημένος στην αγορά οινοπνεύματος και οινοπνευματωδών, μη οινοπνευματωδών ποτών και κονσερβοποίησης φρούτων και λαχανικών. Το 2003 ο αποδέκτης ήταν ο τρίτος σε παραγωγή οινοπνεύματος και οινοπνευματωδών στην Σλοβακία. Από την περίοδο αφαίρεσης της άδειας παραγωγής οινοπνεύματος και οινοπνευματωδών τον Μάρτιο 2004 ο αποδέκτης δραστηριοποιείται με τη χονδρική πώληση οινοπνεύματος και οινοπνευματωδών που παράγει άλλη εταιρεία — Old Herold, s.r.o. — στις παραγωγικές μονάδες του αποδέκτη, απ’ τον οποίο η εταιρεία Old Herold, s.r.o. νοικιάζει. Όλοι οι τομείς στους οποίους ο αποδέκτης ασκούσε δραστηριότητα προ της διαδικασίας εκκαθάρισης και στους οποίους δραστηριοποιείται επί του παρόντος, ανήκουν στους τομείς εμπορίου μεταξύ κρατών μελών.

(72)

Στην απόφαση να κινηθεί διαδικασία ενδελεχούς έρευνας η Επιτροπή εξέφρασε τις αμφιβολίες της, αν τα επίμαχα μέτρα δεν διατάραξαν ή δεν απειλούσαν με διαταραχή τον ανταγωνισμό της αγοράς με το να δοθεί στον αποδέκτη πλεονέκτημα, το οποίο κατά τους συνήθεις όρους της αγοράς δεν θα είχε. Με άλλα λόγια, η Επιτροπή έχει αμφιβολίες, εάν συμπεριφέρθηκε το κράτος απέναντι στον αποδέκτη ως πιστωτής στα πλαίσια της οικονομίας της αγοράς.

(73)

Εξακριβώθηκε ότι η εκκαθάριση είχε τους ίδιους όρους εξομοίωσης του χρέους τόσο για τους ιδιώτες πιστωτές, όσο και για την Δ.Ο.Υ. Στου πιστωτές καταβλήθηκε το 35 % του χρέους στον χρόνο που ορίσθηκε, πράγμα που ο αποδέκτης πράγματι εκπλήρωσε. Το υπόλοιπο 65 % του χρέους διαγράφηκε.

(74)

Εντούτοις, η νομική και οικονομική θέση της Δ.Ο.Υ., ήταν πριν την εκκαθάριση πλεονεκτικότερη, σε σχέση με τους ιδιώτες πιστωτές. Γι’ αυτό είναι απαραίτητο να διερευνηθεί, εάν η Δ.Ο.Υ. έκανε χρήση όλων των προσιτών μέσων προς απόκτηση του όσο το δυνατόν μεγαλύτερου ποσού για κάλυψη των αξιώσεών της, ως αν ενεργούσε ως πιστωτής στην ελεύθερη οικονομία της αγοράς.

(75)

Για να εξακριβωθεί, εάν πληρούνται τα κριτήρια πιστωτή στην ελεύθερη οικονομία της αγοράς, πρέπει η Επιτροπή να διαπιστώσει, εάν η Δ.Ο.Υ. εισέπραξε περισσότερα, αποδεχόμενη τους όρους διαδικασίας εκκαθάρισης που πρότεινε ο αποδέκτης, σε σύγκριση με τα πιθανά αποτελέσματα μιας διαδικασίας πτώχευσης ή φορολογικής κατάσχεσης.

(76)

Εν ολίγοις, η Σλοβακική Δημοκρατία ισχυρίζεται ότι κατά τη γνώμη της τα εν λόγω μέτρα αποτελούν κρατική ενίσχυση. Παραδέχεται ότι κατά την περίοδο της εκκαθάρισης το θέμα της κρατικής ενίσχυσης απλά δεν ελήφθη υπόψη. Ο αποδέκτης αντιθέτως ισχυρίζεται, το μέτρο δεν αποτελεί ενίσχυση και παραθέτει στοιχεία, και ιδιαίτερα τις εκθέσεις των δύο οικονομικών ελεγκτών.

(77)

Η Επιτροπή διαπίστωσε με βάση τις πληροφορίες που παρέθεσε ο αποδέκτης, όπως και στις σλοβακικές αρχές τα κάτωθι στοιχεία για την οικονομική κατάσταση του αποδέκτη το συγκεκριμένο έτος, σε έκταση σχετική με την εφαρμογή ενέργειας πιστωτή στη στα πλαίσια της οικονομίας της αγοράς. Η Επιτροπή δεν δύναται από τα λογιστικά βιβλία του που παράθεσε ο αποδέκτης, να διαπιστώσει στοιχεία έως στις 31 Μαρτίου 2004, ούτε στοιχεία κατά την 17η Ιουνίου 2004 που παράθεσαν οι σλοβακικές αρχές. Η Επιτροπή βέβαια δεν έχει κανένα λόγω να αμφιβάλει για την ακρίβεια αυτών των στοιχείων.

Πίνακας 3:

Οικονομική κατάσταση αποδέκτη κατά τα έτη 2003-2004 [εκατ. SKK]

 

31.12.2003 (15)

31.3.2004 (16)

28.4.2004 (17)

17.6.2004 (18)

31.12.2004 (19)

Αμετάβλητη περιουσία (20)

208

205

204

200

200

Αποθέματα

119

209

176

84

52

Ρευστό

3

50

94

161

27

Βραχυπρόθεσμες εμπορικές αξιώσεις.

128

98 (21)

80

63 (22)

97

(78)

Η Επιτροπή κατ’ αρχήν θα ελέγξει τα στοιχεία που κατέθεσε ο αποδέκτης προς υπεράσπιση της θέσεώς του ότι η Δ.Ο.Υ. θα εισέπραττε λιγότερα διά της πτωχευτικής διαδικασίας παρά από την εκκαθάριση. Εφόσον ούτε οι σλοβακικές αρχές ούτε ο αποδέκτης παρέθεσαν υπολογισμούς σε σχέση με τη φορολογική κατάσχεση, η Επιτροπή θα εξετάσει πόσα θα ελάμβανε η Δ.Ο.Υ. σε περίπτωση κατάσχεσης. Η Επιτροπή ταυτόχρονα θα ερευνήσει έμμεσα στοιχεία τόσο των σλοβακικών αρχών όσο και του αποδέκτη.

2.1.   Σύγκριση αντιστάθμισης των πιστωτών με τη διαδικασία εκκαθάρισης

(79)

Η Επιτροπή είναι της γνώμης ότι η έκθεση της εταιρείας Ekorda δεν αποτελεί αξιόπιστη βάση για σύγκριση της προτεινόμενης εκκαθάρισης με την πιθανή πτωχευτική διαδικασία. Οι σλοβακικές αρχές με τις αμφιβολίες αυτές συμφωνούν.

(80)

Κατ’ αρχήν η Επιτροπή παρατηρεί ότι η εταιρεία Ekorda στην έκθεσή της από 7ης Ιουλίου 2004 (μόνο δύο ημέρες πριν τη συνάντηση με τον πιστωτή) έκανε χρήση για τους υπολογισμούς της την κατάσταση των περιουσιακών στοιχείων του αποδέκτη κατά στις 31 Μαρτίου 2004. Από τον πίνακα 3 φαίνεται καθαρά ότι το επίπεδο διάφορων περιουσιακών στοιχείων κατά στις 31 Μαρτίου 2004 εμφανώς μετατράπηκε. Κατ’ αρχήν είχε πωληθεί αξιόλογο μέρος των αποθεμάτων, το οποίο επέφερε αύξηση του ρευστού. Αυτές οι αλλαγές κατά την εφαρμογή του συντελεστή ρευστοποίησης της εταιρείας Ekorda σε έκταση από 20 % για αποθέματα και βραχυπρόθεσμες αξιώσεις και 100 % για το ρευστό, αποτελούν μεγάλη αξία. Υπό την προϋπόθεση ότι ο συντελεστής ρευστοποίησης που όρισε η εταιρεία Ekordaείναι σωστός και κάνοντας χρήση τη μέθοδο που χρησιμοποιεί η εταιρεία Ekorda, ο ακόλουθος πίνακας παρουσιάζει, σε ποιο βαθμό θα ήταν τα αποτελέσματα των υπολογισμών της εταιρείας Ekorda διαφορετικά, από το εάν στηρίζονταν στα στοιχεία κατά την 28η Απριλίου 2004 και κατά την 17η Ιουνίου 2004, δηλαδή ακόμη πριν από τη συνάντηση με τους πιστωτές της 9ης Ιουλίου 2004. Από τα στοιχεία αυτά επίσης αποδεικνύεται ότι ο συντελεστής ρευστοποίησης που προτάθηκε από την εταιρεία Ekorda δεν είναι ρεαλιστικός.

Πίνακας 4:

Σύγκριση πιθανού κέρδους από την πώληση περιουσία του αποδέκτη διά της πτωχευτικής διαδικασίας [εκατ. SKK]

 

Κατάσταση στις:

 

31.3.2004

28.4.2004

17.6.2004

 

Συντελεστής ρευστοποίησης [ %]

Λογιστική αξία

Κέρδος

Λογιστική αξία

Κέρδος

Λογιστική αξία

Κέρδος

Αμετάβλητη περιουσία

45

205

92

204

92

200

90

Αποθέματα

20

209

42

176

35

84

17

Βραχυπρόθεσμες Αξιώσεις

20

98 (23)

20

86 (24)

17

37 (25)

7

Ρευστό

100

50

50

94

94

161

161

Σύνολο

 

 

204

 

238

 

275

(81)

Είναι απαραίτητο να προσκομιστεί ότι στον εμπορικό σχεδιασμό, τον οποίο ο αποδέκτης παρουσίασε στο δικαστήριο, υπήρχε σχεδιασμός πώλησης αποθεμάτων [λιγότερο από 150] εκατ. SKK κατά την περίοδο Μάρτιος-Μάιος 2004. Η εταιρεία Ekorda θα πρέπει λοιπόν να ήταν ενήμερη ότι στη περιουσία του αποδέκτη θα επέλθει μετά τις 31 Μαρτίου 2004 σημαντική αλλαγή. Το γεγονός αυτό δεν το έλαβε υπόψη.

(82)

Εάν η εταιρεία Ekorda ελάμβανε υπόψη τη λογιστική αξία της περιουσίας του αποδέκτη κατά την 28η Απριλίου 2004, θα κατέληγε στο συμπέρασμα ότι η απόδοση προερχόμενη από την πτώχευση θα ήταν μεγαλύτερη (238 εκατ. SKK· 6,3 εκατ. ευρώ) παρά το ποσό, που ο αποδέκτης πρότεινε με την εκκαθάριση (225 εκατ. SKK· 5,93 εκατ. ευρώ (26). Αυτό το συμπέρασμα θα ήταν σαφέστερο, εάν πραγματοποιούσαν τη μελέτη τον Ιούνιο 2004 (275 εκατ. SKK· 7,2 εκατ. ευρώ) στα πλαίσια ακόμη των προθεσμιών, που να μπορεί η Δ.Ο.Υ. να κάνει χρήση του δικαιώματος της αρνησικυρίας και να απορρίψει την πρόταση, που θα σήμανε τη λήξη της διαδικασίας εκκαθάρισης. Εκ νέου παρατηρούμε, οι υπολογισμοί αυτοί είναι αποτέλεσμα εκτιμήσεων χρήσης μεθόδων, που χρησιμοποίησε η εταιρεία Ekorda.

(83)

Η Επιτροπή βέβαια δεν μπορεί να δεχθεί τη χρήση μεθόδου, που χρησιμοποίησε η εταιρεία Ekorda, και τις προϋποθέσεις της ανάλυσής της δεν μπορεί να τις θεωρήσει ως αξιόπιστες. Την κατάληξη αυτή ενισχύουν και οι αμφιβολίες που εξέφρασαν οι σλοβακικές αρχές όπως αναφέρονται στα σημεία 55 και 60.

(84)

Η εταιρεία Ekorda καταρχήν στην έκθεσή της δεν εξηγεί, με ποιο τρόπο όρισε τους τρεις συντελεστές ρευστοποίησης. Οι σλοβακικές αρχές ανέφεραν ότι ο συντελεστής ρευστοποίησης για τα αποθέματα θα πρέπει να είναι μεγαλύτερος από 20 %.

(85)

Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι ο αποδέκτης είχε τη δυνατότητα να κερδίσει το 2004 [λιγότερο από 150] εκατ. SKK από την πώληση αποθεμάτων (βλέπε σημείο 30). Περισσότερο από [40-50] % της λογιστικής αξίας των αποθεμάτων, που η εταιρεία Ekorda χρησιμοποίησε ως βάση για την αξιολόγησή της. Αυτό απτά ενισχύει τον ισχυρισμό ότι το 20 % ως συντελεστής ρευστοποίησης ήταν πολύ χαμηλός. Η εξέλιξη των μελετών το 2004, όσον αφορά τα αποθέματα, ενισχύει αυτή την κατάληξη. Εκτός αυτού, από μόνος του ο αποδέκτης στα επιχειρηματικά του σχέδια εκτίμησε τα έσοδα από την πώληση αποθεμάτων κατά την περίοδο Μάρτιος-Μάιος 2004 σε [λιγότερο από 110] εκατ. SKK (βλέπε σημείο 30). Η εταιρεία Ekorda αυτή την εκτίμηση την αγνόησε. Τέλος, από τον χαρακτήρα των δραστηριοτήτων του αποδέκτη δύναται να θεωρηθεί ότι τα αποθέματα αποτελούσαν έτοιμα προϊόντα, που εύκολα θα πωλούνται απευθείας μέσω του διακινητή του καταναλωτή, και όχι ακατέργαστα, τα οποία θα χρειάζονταν περαιτέρω επεξεργασία.

(86)

Η εταιρεία EKORDA στη συνέχεια εφάρμοσε διπλή διόρθωση σε σχέση με τις βραχυπρόθεσμες εμπορικές αξιώσεις. Καταρχήν διόρθωσε τη λογιστική τους αξία κατά 40 % (η λογιστική τους αξία ήταν 166 εκατ. SKK και η αξία, που η εταιρεία Ekorda χρησιμοποίησε στους υπολογισμούς της, 98 εκατ. SKK) και στη συνέχεια επιπλέον χρησιμοποίησε χαμηλό συντελεστή ρευστοποίησης 20 %. Αυτή η μέθοδος είναι αμφισβητούμενη. Μπορούμε να δεχθούμε τη διόρθωση της λογιστικής αξίας των αξιώσεων ως έκφραση της πραγματικής αξίας το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Η εταιρεία EKORDA αλλά δεν παρέχει καμία εξήγηση, γιατί τα έσοδα κατά την πτώχευση/εκκαθάριση αντιπροσώπευαν μόνο το ένα πέμπτο (20 εκατ. SKK) του ποσού, για το οποίο ο ίδιος ο αποδέκτης υπολόγιζε ότι είναι ικανός να εισπράξει από τους πιστωτές του (98 εκατ. SKK).

(87)

Ο συντελεστής ρευστοποίησης 45 % για την αμετάβλητη περιουσία φαίνεται να είναι επίσης πολύ χαμηλός. Σύμφωνα με τον αποδέκτη η αξία των περιουσιακών στοιχείων υποθηκευμένη υπέρ της Δ.Ο.Υ. ήταν 194 εκατ. SKK (27). Αυτή η αξία εκφράζεται σύμφωνα με τον αποδέκτη σε τιμές που εκτιμήθηκαν από ανεξάρτητους εκτιμητές στην αλλαγή των ετών 2003 και 2004. Σύμφωνα με την άποψη της Επιτροπής τέτοια «εκτίμηση των τιμών» θα έπρεπε να εκφράζει τη γενική αξία της περιουσίας, η οποία εκφράζει σε ποια τιμή δύναται το περιουσιακό στοιχείο να πωληθεί το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Η εταιρεία Ekorda δεν παρέχει καμία εξήγηση, γιατί τα έσοδα από την πώληση της αμετάβλητης περιουσίας στα πλαίσια της πτώχευσης ανήλθε μόνο σε 45 % της λογιστικής τους αξίας των 205 εκατ. SKK (28), ενώ ο ίδιος ο αποδέκτης εκτίμησε τα περιουσιακά αυτά στοιχεία πολύ ακριβότερα.

(88)

Στον ισχυρισμό του αποδέκτη ότι θα ήταν δύσκολο να βρεθεί αγοραστής, καθώς η πλειοψηφία των μηχανών και μηχανισμών χρησιμοποιείται μόνο για την παραγωγή οινοπνεύματος και οινοπνευματωδών, μη αλκοολούχων ποτών ή κονσερβοποιημένων προϊόντων, η Επιτροπή κάνει τις εξής δύο παρατηρήσεις. Πρώτον, πρέπει να γνωστοποιηθεί ότι η «εκτίμηση των τιμών» των υποθηκευμένων ακινήτων ήταν 105 εκατ. SKK, η οποία είναι από μόνο του μεγαλύτερο από τα συνολικά έσοδα που υπολόγιζε η εταιρεία Ekorda (92 εκατ. SKK). Δεύτερον, από την εξέλιξη της εταιρείας συμπεραίνεται ότι μερικές παραγωγικές μονάδες του βρήκαν γρήγορα ενοικιαστή, μετά την αφαίρεση αδείας παραγωγής οινοπνεύματος και οινοπνευματωδών από τον αποδέκτη — Old Herold, s.r.o. Για τους λόγους αυτούς διαφαίνεται ότι υπήρξε άμεσο ενδιαφέρον του ανταγωνιστή για τις παραγωγικές μονάδες.

(89)

Την αξιοπιστία της έκθεσης της εταιρείας Ekorda στη συνέχεια επηρεάζει και ο τρόπος υπολογισμού διαφόρων καταβολών που έχουν σχέση με τη διαδικασία εκκαθάρισης, τα οποία θα αφαιρούνταν από τα συνολικά έσοδα από την πώληση περιουσίας. Ενώ η εταιρεία Ekorda αφαίρεσε για καταβολές 45 εκατ. SKK, ο αποδέκτης στα στοιχεία που έχει παρουσιάσει αναφέρει ποσό 36 εκατ. SKK και η εκτίμηση του οικονομικού ελεγκτή κυρίας Kochova είναι το ανώτερο 22 εκατ. SKK. Αυτές οι διαφορές δημιουργούν αμφιβολίες για την ακρίβεια των υπολογισμών της εταιρείας Ekorda, σε σχέση με το ύψος των καταβολών, και όσον αφορά το ύψος των εσόδων, που θα μπορούσαν να εισπραχθούν στην περίπτωση της εκκαθάρισης. Είναι αναγκαίο να παρατηρήσουμε ότι όσον αφορά την κατάσταση του αποδέκτη κατά την 17 Ιουνίου 2004 και με καταβολές 36 εκατ. SKK τα έσοδα από την πτώχευση ήταν μεγαλύτερα σε σχέση με την προτεινόμενη εκκαθάριση.

(90)

Τέλος η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι οι σλοβακικές αρχές δεν υποστηρίζουν τον ισχυρισμό του αποδέκτη ότι η Δ.Ο.Υ. είχε έκθεση της εταιρείας Ekorda στη διάθεσή της πριν τη συνάντηση των πιστωτών την 9η Ιουλίου 2004.

(91)

Σχετικά με την έκθεση της κυρίας Kochova, η Επιτροπή δεν δύναται να την κρίνει, διότι δεν την έχει στη διάθεσή της. Από τις πληροφορίες που έχουν παραθέσει δεν είναι ευδιάκριτο, πότε και για ποιο σκοπό συντάχθηκε αυτή η έκθεση και σε ποιες εκτιμήσεις και στοιχεία στηρίζεται. Η Επιτροπή βέβαια παρατήρησε ότι οι εκτιμήσεις αυτού του ελεγκτή εμφανώς διαφοροποιούνται από αυτές της εταιρείας Ekorda. Η έκθεση της πτωχευτικής διαχειρίστριας κυρίας Holovačova, γενικά μόνο σχολιάζει ότι η διαδικασία εκκαθάρισης είναι για τους πιστωτές προτιμότερη από ότι η πτώχευση. Η Επιτροπή δεν μπορεί να δεχθεί καμία από αυτές τις δύο εκθέσεις ως τεκμήρια στήριξης ή απόρριψης των ισχυρισμών του αποδέκτη ότι εκπληρώθηκε ο ρόλος του πιστωτή σε περιβάλλον οικονομίας της αγοράς.

(92)

Με βάση των στοιχείων που υπάρχουν η Επιτροπή καταλήγει, η πώληση περιουσίας μέσω της πτωχευτικής διαδικασίας κατά πάσα πιθανότητα θα έφερνε μεγαλύτερα έσοδα για τους πιστωτές του αποδέκτη. Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι η Δ.Ο.Υ. θα μπορούσε να ικανοποιηθεί στην πρώτη ομάδα ως διαχωρισμένος πιστωτής και επιπλέον θα λάμβανε την πλειοψηφία των εσόδων διαχωρισμένα στη δεύτερη ομάδα (συνέπεια των μεγάλων αξιώσεων σε σχέση με τους άλλους πιστωτές), η Επιτροπή έχει τη γνώμη ότι σχεδόν το σύνολο των εσόδων που θα αποκομιζόταν από την πτώχευση θα πήγαινε υπέρ της Δ.Ο.Υ.

2.2.   Σύγκριση της εκκαθάρισης πιστωτών και της φορολογικής κατάσχεσης

(93)

Η Δ.Ο.Υ. σε αντίθεση με τους ιδιώτες πιστωτές ήταν εξουσιοδοτημένη να κινήσει με δική του πρωτοβουλία φορολογική κατάσχεση πουλώντας ακίνητα, μηχανές και εξαρτήματα ή την εταιρεία ως σύνολο. Η Επιτροπή θεωρεί το επιχείρημα του αποδέκτη ότι η διαδικασία εκκαθάρισης προστατεύει την εταιρεία από τη φορολογική κατάσχεση, ως μη σχετικό. Όπως επιβεβαίωσαν οι σλοβακικές αρχές, η φορολογική κατάσχεση ήταν πραγματική λύση για την Δ.Ο.Υ., είτε πριν την κίνηση της διαδικασίας εκκαθάρισης ή μετά από βέτο στην προτεινόμενη εκκαθάριση από την Δ.Ο.Υ. Είναι λοιπόν απαραίτητο να διερευνηθεί αυτή η πιθανότητα κατά την εφαρμογή του ρόλου του πιστωτή στα πλαίσια της οικονομίας της αγοράς. Ο αποδέκτης δεν συγκρίνει την προτεινόμενη εκκαθάριση με τα πιθανά αποτελέσματα της φορολογικής κατάσχεσης.

(94)

Η Επιτροπή στην ανάλυσή της στηρίζεται στα στοιχεία που έχει παραθέσει ο αποδέκτης, όπως και σε αυτά των σλοβακικών αρχών. Σε σχέση με τα ανωτέρω είναι απαραίτητο να αναφερθεί ότι οι σλοβακικές αρχές επιβεβαίωσαν ότι η εγγύηση υπέρ της Δ.Ο.Υ. ανέρχονταν σε 397 εκατ. SKK, όπως διαφαίνεται στην απόφαση για κίνηση διαδικασίας ενδελεχούς έρευνας. Αυτή η αξία απορρέει κατ’ ισχυρισμόν από τα λογιστικά βιβλία του αποδέκτη. Ο αποδέκτης από την άλλη μεριά ισχυρίζεται ότι η αξία της υποθηκευμένης περιουσίας όπως αναφέρεται «εκτίμηση των τιμών» είναι 194 εκατ. SKK (βλέπε σημείο 17). Αν και η Επιτροπή δεν χρειάζεται να ερευνήσει, ποιο στοιχείο είναι το ακριβές, μπορεί να βγάλει συμπεράσματα.

(95)

Καταρχήν, η εγγύηση ήταν το αντάλλαγμα για την παράταση καταβολής των φόρων από τον αποδέκτη, όπως ορίζει ο αρμόδιος νόμος. Αν η αξία της περιουσίας του αποδέκτη ήταν στην πραγματικότητα μόνο το μισό της αξίας της εγγυήσεως, όπως αναφέρεται στην έκθεση του εμπειρογνώμονα που παρουσίασε ο αποδέκτης, σημαίνει ότι, οι εγγυήσεις που ζητά το κράτος σε τέτοιες περιπτώσεις δεν είναι ικανοποιητικές. Υπό αυτές τις συνθήκες οι αναβολές καταβολής φόρων που επέτρεψε το κράτος κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ Νοεμβρίου 2002 - Νοεμβρίου 2003 συνολικού ύψους 477 εκατ. SKK με μεγάλη πιθανότητα δεν ανταποκρίνονταν με την εφαρμογή του ρόλου του πιστωτή στα πλαίσια της οικονομίας της αγοράς. Εφόσον οι εν λόγω αναβολές είχαν ισχύ εφαρμογής πριν την ένταξη δεν ισχύουν μετά από αυτήν, η Επιτροπή δεν έχει δικαιοδοσία να κρίνει τη συμβατότητα αυτών των μέτρων με την κοινή αγορά. Σε σχέση με την περίπτωση, επίσης δεν είναι αναγκαίο, η Επιτροπή να διερευνήσει, εάν τα μέτρα αυτά αποτελούν κρατική ενίσχυση. Εάν όμως οι ανωτέρω αναβολές καταβολής φόρων αποτελούν κρατική ενίσχυση, δεν μπορούμε να αναφερθούμε στη αρχή του πιστωτή στα πλαίσια της οικονομίας της αγοράς, εφόσον υπό αυτούς τους όρους μη καταβληθείς φόρος αργότερα (εν μέρει) παραγράφηκε.

(96)

Δεύτερον, και κατά τον υπολογισμό των εσόδων από τη φορολογική κατάσχεση γινόταν χρήση της, από τον αποδέκτη, παρουσιαζόμενης χαμηλότερης αξίας, ο πιστωτής στα πλαίσια της οικονομίας της αγοράς, εάν είχε αυτή τη δυνατότητα, θα προτιμούσε την κατάσχεση παρά τη διαδικασία εκκαθάρισης.

(97)

Κατά τη φορολογική κατάσχεση μπορεί η Δ.Ο.Υ. να πωλήσει απευθείας περιουσιακά στοιχεία (αξιώσεις και άλλα αμετάβλητα περιουσιακά στοιχεία, κινητή περιουσία, ακίνητα) του οφειλέτη. Κατά το χρονικό διάστημα, που η Δ.Ο.Υ. ψήφιζε υπέρ της εκκαθάρισης, ο αποδέκτης είχε αποθέματα αξίας 84 εκατ. SKK, εκτελεστέες αξιώσεις ύψους 63 εκατ. SKK και ρευστό 161 εκατ. SKK (βλέπε σημείο 54). Πρέπει να υπογραμμισθεί ότι η αξία μόνο της αμετάβλητης περιουσίας (308 εκατ. SKK· 8,1 εκατ. ευρώ) θα ξεπερνούσε τα έσοδα από την εκκαθάριση (225 εκατ. SKK· 5,93 εκατ. ευρώ). Και στην περίπτωση που αφαιρούσαμε τις αξιώσεις (29), από μόνη της η αξία των υπόλοιπων αμετάβλητων περιουσιακών στοιχείων (245 εκατ. SKK· 6,4 εκατ. ευρώ) και πάλι θα ξεπερνούσε τα έσοδα από την εκκαθάριση. Εκτός αυτού ο αποδέκτης είχε και άλλη, αμετάβλητη περιουσία, της οποίας η αξία θα ήταν το λιγότερο 194 εκατ. SKK.

(98)

Η φορολογική κατάσχεση δεν θα επέφερε τέλη, που καταβάλλονται κατά τη διαδικασία εκκαθάρισης. Είναι διαδικασία, που κινεί και διαχειρίζεται μόνη της η Δ.Ο.Υ., μπορεί για αυτό να θεωρηθεί ότι θα πραγματοποιούταν γρήγορα.

(99)

Η Επιτροπή για αυτούς τους λόγους κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η φορολογική κατάσχεση της περιουσίας του αποδέκτη θα επέφερε μεγαλύτερα έσοδα από ότι η εκκαθάριση.

2.3.   Άλλες αποδείξεις

(100)

Η Επιτροπή λαμβάνει ειδικά υπόψη της την επιστολή των σλοβακικών αρχών, που απέστειλε ο Διευθυντής της Φορολογικής Διεύθυνσης της Σλοβακικής Δημοκρατίας στον, σε αυτόν υφιστάμενο, Διευθυντή της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. (βλέπε σημείο 57). Αυτή η επιστολή αποτελεί καθαρή απόδειξη ότι ο Διευθυντής της Φορολογικής Διεύθυνσης της Σλοβακικής Δημοκρατίας (ο οποίος είχε απευθείας συναντήσεις με τον αποδέκτη) ήταν κατά της πρότασης εκκαθάρισης και έδωσε στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. καθαρή εντολή, να μη ψηφίσει υπέρ αυτής της πρότασης. Ως επιχείρημα στην επιστολή αναφερόταν ότι η προτεινόμενη εκκαθάριση «δεν είναι συμφέρουσα» για το κράτος.

(101)

Ο σλοβακικές αρχές επίσης απέδειξαν ότι υπήρχε καθαρή εντολή για τις Δ.Ο.Υ. από τις αρχές του έτους 2004 από το υπουργείο Οικονομίας, να μη αποδέχονται εκκαθαριστικές διαδικασίες σε περιπτώσεις προτάσεων για παραγραφή φόρων από τις Δ.Ο.Υ. (30). Αυτή η εγκύκλιος εκδόθηκε με αφορμή τη μεταρρύθμιση του αρμόδιου νόμου περί φορολόγησης την 1η Ιανουαρίου 2004 στα πλαίσια της προσπάθειας να αυξηθεί η πειθαρχία σε σχέση με τις καταβολές των φόρων.

(102)

Η Επιτροπή επίσης αναφέρει ότι η ίδια η Δ.Ο.Υ. ήδη από τις 2 Αυγούστου 2004, δηλαδή ούτε ένα μήνα μετά την αποδοχή της εκκαθάρισης, κατά αυτής της απόφασης κατέθεσε έφεση.

(103)

Ο αποδέκτης ανέφερε ότι η Δ.Ο.Υ. συμφώνησε με την εκκαθάριση ακόμη πριν ο αποδέκτης κινήσει τη διαδικασία. Η Επιτροπή είναι της γνώμης ότι τα στοιχεία που παρέθεσε ο αποδέκτης αποδεικνύουν το αντίθετο. Ο διευθυντής της Φορολογικής Διεύθυνσης στην από 3 Φεβρουαρίου 2004 επιστολή του προς τον αποδέκτη αναφέρει ότι, αν και διαδικαστικά δεν είναι κατά της διαδικασίας εκκαθάρισης, δεν συμφωνεί με την πρόταση του αποδέκτη με την εξομοίωση αποπληρωμής των φόρων στο ποσοστό του 35 %.

(104)

Με βάση αυτό το πειστήριο μπορεί η Επιτροπή να καταλήξει σε ένα συμπέρασμα ότι οι σλοβακικές αρχές ήταν κατά της διαδικασίας εκκαθάρισης, που πρότεινε ο αποδέκτης, και ήταν κατά ακόμη και προ της κινήσεως της διαδικασίας εκκαθάρισης στις 8 Μαρτίου 2004, προ της ψηφοφορίας των πιστωτών στις 9 Ιουλίου 2004 όπως και μετά τη δικαστική συγκατάθεση.

(105)

Ο αποδέκτης ισχυρίζεται ότι θα έπρεπε να ληφθούν υπόψη οι μακροπρόθεσμες διαστάσεις, όπως η συνέχιση των φορολογικών εσόδων υπέρ του κράτους (βλέπε σημείο 46).

(106)

Κατ’ αρχήν, είναι απαραίτητο να αναφερθεί ότι ρόλος του πιστωτή στα πλαίσια της οικονομία της αγοράς διαφοροποιείται από τον ρόλο του επενδυτή στα πλαίσια της οικονομία της αγοράς. Ενώ ο επενδυτής στα πλαίσια της οικονομία της αγοράς είναι σε θέση να αποφασίσει, αν θα συνεργαστεί με μία εταιρεία και θα κατευθύνεται από μακροπρόθεσμη στρατηγική με προοπτική να κερδίσει φυσιολογικά κέρδη από την επένδυσή του (31), ο «πιστωτής στα πλαίσια της οικονομία της αγοράς», ο οποίος ήδη είναι σε εμπορική ή δημόσια σχέση με την εταιρεία που αδυνατεί να καταβάλει τις πληρωμές της, θα προσπαθήσει να καταφέρει να του επιστραφούν τα οφειλόμενα ποσά (32) με όσο καλύτερες προϋποθέσεις γίνεται από την άποψη τόσο τη χρονική όσο και την ποσοτική. Τα κίνητρα του υποτιθέμενου επενδυτή στα πλαίσια της οικονομίας της αγοράς και του επενδυτή στα πλαίσια της οικονομίας της αγοράς είναι λοιπόν διαφορετικά. Το δίκαιο για το λόγο αυτό έχει διαφοροποιήσει τους ρόλους ξεχωριστά για τις δύο αυτές περιπτώσεις.

(107)

Δεύτερον, σε σχέση με την αναλογία πιστωτής - προμηθευτής, είναι σημαντικό να αναφερθεί, ο χαρακτήρας τέτοιων αξιώσεων του πιστωτή και κρατικών αξιώσεων είναι στη βάση τους διαφορετικές. Καθώς οι σχέσεις προμηθευτή με εταιρεία που αδυνατεί να πληρώσει τα χρέη της είναι αποκλειστικά σχέσεις που πηγάζουν από συμβάσεις, ο προμηθευτής από την απώλεια του εμπορικού συνεταίρου πραγματικά θα ζημιωθεί. Εάν η χρεωμένη εταιρεία πτωχεύσει ή πωληθεί, ο προμηθευτής θα πρέπει να βρει νέο πελάτη ή να υπογράψει συμφωνία με τον νέο ιδιοκτήτη. Το ρίσκο είναι μεγάλο εάν η εξάρτησή του από τη χρεοκοπημένη εταιρεία είναι μεγάλης έκτασης. Ένας τέτοιος πιστωτής θα είναι πραγματικά προσεκτικότερος στο μέλλον. Παρ’ όλα αυτά οι σχέσεις κράτους και χρεοκοπημένης εταιρείας βασίζονται στο δημόσιο δίκαιο, για αυτό δεν είναι εξαρτημένες από τις επιθυμίες τους. Κάθε νέος ιδιοκτήτης, που αναλαμβάνει την περιουσία εταιρείας που τελεί σε πτώχευση, αυτομάτως υποχρεούται να καταβάλει φόρους. Εκτός αυτού το κράτος δεν είναι ποτέ εξαρτημένο από έναν φορολογούμενο. Τέλος, το σημαντικότερο επιχείρημα είναι ότι το κράτος κατά την είσπραξη των φόρων ποτέ δεν το κάνει υπό το πρίσμα του κέρδους και δεν συμπεριφέρεται εμπορικά και με επιχειρηματικά κίνητρα. Η αναφερόμενη αναλογία λοιπόν δεν είναι έγκυρη.

(108)

Η Επιτροπή έχει τη γνώμη ότι η θέση του κράτους υπό αυτές τις συνθήκες δεν συγκρίνεται με τη θέση υποτιθέμενου επενδυτή στα πλαίσια της οικονομίας της αγοράς ή υποτιθέμενου εξαρτημένου πιστωτή στα πλαίσια της οικονομίας της αγοράς. Για αυτό η απώλεια μελλοντικών φόρων δεν λαμβάνεται υπόψη κατά την εφαρμογή της αρχής του πιστωτή στα πλαίσια της οικονομίας της αγοράς.

(109)

Από τους φόρους που έχει καταβάλει ο αποδέκτης συμπεραίνεται ότι η πλειοψηφία των φόρων που κατέβαλε από το έτος 1995 ήταν έμμεσοι φόροι (φόροι κατανάλωσης και ΦΠΑ). Εφόσον λοιπόν τους φόρους αυτούς τους καταβάλουν οι καταναλωτές, η πτώχευση του αποδέκτη δεν θα επηρέαζε την είσπραξή τους, αφού οι καταναλωτές θα συνέχιζαν να αγοράζουν φορολογημένα προϊόντα (στην περίπτωσή μας οινοπνευματώδη και οινόπνευμα) από άλλους παραγωγούς. Το επιχείρημα του αποδέκτη που αφορά τη μελλοντική μεγάλη σε έκταση απώλεια φόρων δεν είναι αξιόπιστο.

2.4.   Συμπέρασμα

(110)

Με βάση τις ανωτέρω αποδείξεις η Επιτροπή συμπεραίνει ότι στην περίπτωση αυτή δεν εκπληρώθηκε ο ρόλος του πιστωτή στα πλαίσια της οικονομίας της αγοράς και το κράτος παραχώρησε στον αποδέκτη πλεονέκτημα, που δεν θα είχε τη δυνατότητα να λάβει υπό συνθήκες της ελεύθερης αγοράς.

(111)

Για τον λόγο αυτό η Επιτροπή είναι της γνώμης ότι το επίμαχο μέτρο αντιπροσωπεύει κρατική ενίσχυση με βάση το άρθρο 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ.

(112)

Η κρατική ενίσχυση που έλαβε ο αποδέκτης είναι ίση με το οφειλόμενο ποσό που παραγράφηκε από την Δ.Ο.Υ. στα πλαίσια της διαδικασίας εκκαθάρισης, δηλαδή 416 515 990 SKK.

3.   Συμβατότητα της ενίσχυσης: εξαίρεση σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 3 της συνθήκης ίδρυσης ΕΚ

(113)

Πρωταρχικός σκοπός του μέτρου είναι να ενισχύσει την εταιρεία που βρίσκεται σε δυσχέρεια. Σ' αυτές τις περιπτώσεις δύναται να εφαρμοστεί η εξαίρεση σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης ΕΚ, που επιτρέπει την κρατική ενίσχυση προς στήριξη της ανάπτυξης μερικών οικονομικών τομέων, εφόσον η ενίσχυση αυτή δεν επηρεάζει αρνητικά τις συνθήκες εμπορίου σε τέτοια έκταση, που θα την έθετε σε αντίθεση με τα κοινά συμφέροντα, και εφόσον τηρούνται οι αρμόδιοι όροι.

(114)

Υπό το πρίσμα του παραγωγικού χαρτοφυλακίου του αποδέκτη η Επιτροπή εξέτασε, εάν στη περίπτωση αυτή εφαρμόζονται οι ειδικά όροι για το τομέα της γεωργίας. Η Επιτροπή με βάση στοιχεία για τον κύκλο εργασιών του αποδέκτη που παρουσίασαν οι σλοβακικές αρχές μέσω της διαδικασίας ενδελεχούς έρευνας κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η πλειοψηφία των προϊόντων του αποδέκτη δεν είναι προϊόντα που προσδιορίζονται στο παράρτημα I της συνθήκης ΕΚ, και για αυτό σε αυτά εφαρμόζονται οι γενικοί κανόνες περί κρατικής ενίσχυσης.

(115)

Ο αποδέκτης στις παρατηρήσεις του επί της αποφάσεως να κινηθεί διαδικασία ενδελεχούς έρευνας εξέφρασε αντιρρήσεις κατά των στοιχείων για τον κύκλο εργασιών του που παρουσίασαν πριν οι σλοβακικές αρχές (βλέπε πίνακα 1), αλλά δεν εξέφρασε αντιρρήσεις κατά της απόφασης της Επιτροπής να στηρίξει την αξιολόγησή της στους γενικούς κανονισμούς περί κρατικής ενισχύσεως. Χωρίς προσπάθεια να αποδείξει, εάν τα στοιχεία που παρουσίασε ο αποδέκτης είναι επακριβή (33), η Επιτροπή έλεγξε, εάν το αναφερόμενο συμπέρασμα θα στεκόταν κατά την εξέταση νέων στοιχείων. Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το κύκλο εργασιών του αποδέκτη αποτελούν προϊόντα, που δεν ανήκουν μεταξύ των προϊόντων που προσδιορίζονται στο παράρτημα I της συνθήκης ΕΚ. Γι’ αυτό και σε αυτά εφαρμόζοντα οι γενικοί, και όχι οι ειδικοί κανονισμοί περί κρατικής ενισχύσεως.

(116)

Η ενίσχυση για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση εταιρείας που βρίσκεται σε δυσχέρεια καθορίζεται από εγκυκλίους της Κοινότητας περί κρατικής ενισχύσεως για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων (34) (εφεξής «νέες οδηγίες»), που αντικαθιστούν τη φρασεολογία που χρησιμοποιείται από το 1999 (35) (εφεξής «οδηγίες από το 1999»).

(117)

Στους προσωρινούς κανονισμούς των νέων οδηγιών καθορίζεται ότι οι νέες οδηγίες εφαρμόζονται για την αξιολόγηση οποιασδήποτε ενισχύσεως για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων την οποία παρέχουν χωρίς την έγκριση της Επιτροπής (μη νόμιμη ενίσχυση), εάν μέρος ή το σύνολο της ενίσχυσης έχει δοθεί μετά την 1η Οκτωβρίου 2004, δηλαδή μετά τη δημοσίευση των νέων οδηγιών στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (σημείο 104). Εάν η ενίσχυση είχε μη νομίμως παρασχεθεί πριν την 1η Οκτωβρίου 2004, η έρευνα θα κατευθύνεται με βάση τις εν ισχύ οδηγίες αυτής της περιόδου, που εφαρμόσθηκε το μέτρο της ενίσχυσης (σημείο 104).

(118)

Η Επιτροπή αναφέρει ότι η έγκριση εκκαθάρισης από τη Δ.Ο.Υ. εκδόθηκε στις 9 Ιουλίου 2004 και είχε ισχύ εφαρμογής την 23η Ιουλίου 2004. Άρα η ενίσχυση είχε μη νομίμως παρασχεθεί πριν την 1η Οκτωβρίου 2004. Εφαρμόζονται έτσι οι οδηγίες από το 1999, εν ισχύ την περίοδο, που εφαρμόσθηκε το μέτρο της ενίσχυσης.

(119)

Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο αποδέκτης είναι μεσαία επιχείρηση σύμφωνα με τους Κανονισμούς της Επιτροπής (ΕΚ) αριθ. 70/2001 και την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ περί κρατικής ενισχύσεως μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων (36).

3.1.   Αρμοδιότητες της επιχείρησης

(120)

Η επιχείρηση σύμφωνα με το σημείο 5 στοιχείο γ) της οδηγίας από το 1999 θεωρείται χρεοκοπημένη, εάν σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία πληροί τα κριτήρια, για να τεθεί σε διαδικασία συλλογικής χρεοκοπίας.

(121)

Ο αποδέκτης ήταν συμμέτοχος διαδικασίας εκκαθάρισης, η οποία στα πλαίσια του προσδιορισμού του νόμου περί πτώχευσης μπορεί να εφαρμοστεί σε χρεοκοπημένες επιχειρήσει. Για αυτό νομιμοποιείται να δεχθεί ενίσχυση για διάσωση και αναδιάρθρωση.

3.2.   Ενίσχυση για διάσωση της επιχείρησης

(122)

Τα επίμαχα μέτρα αρχικά παρουσίαζαν οι σλοβακικές αρχές ως μέτρα για τη διάσωση της επιχείρησης. Σύμφωνα με την οδηγία από το 1999 η Επιτροπή εξέφρασε αμφιβολίες για τη συμβατότητα της ενίσχυσης ως ενίσχυσης για διάσωση για τους λόγους που αναφέρονται στο μέρος III.

(123)

Ούτε οι σλοβακικές αρχές ούτε ο αποδέκτης εξέφρασαν αμφιβολίες επ’ αυτού. Στην Επιτροπή δεν κατατέθηκαν νέα στοιχεία για αυτό το σημείο.

(124)

Εφόσον οι ανωτέρω αμφιβολίες δεν απομακρύνθηκαν, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η ενίσχυση δεν είναι συμβατή ως ενίσχυση σύμφωνα με την οδηγία από το έτος 1999.

3.3.   Ενίσχυση για αναδιάρθρωση της επιχείρησης

(125)

Η Επιτροπή εξέφρασε αμφιβολίες, αμφιβολίες για τη συμβατότητα της ενίσχυσης ως ενίσχυσης για αναδιάρθρωση σύμφωνα με την οδηγία από το έτος 1999 για τους λόγους που αναφέρονται στο μέρος III.

(126)

Η Επιτροπή γνωστοποιεί ότι οι σλοβακικές αρχές, οι οποίες έχουν την υποχρέωση να αποδείξουν ότι η κρατική ενίσχυση είναι σε εναρμόνιση με την κοινή αγορά, δεν παρέθεσαν νέα στοιχεία προς ενίσχυση αυτής. Η Επιτροπή εξέτασε λεπτομερώς τις παρατηρήσεις που παρουσίασε ο αποδέκτης.

3.3.1.   Επιστροφή της επιχείρησης στη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα

(127)

Σύμφωνα με την οδηγία του 1999 θα πρέπει η παρασχόμενη ενίσχυση για αναδιάρθρωση να σχετίζεται και να προϋποθέτεται από την εφαρμογή υλοποιήσιμου σχεδίου αναδιάρθρωσης για την επαναφορά μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας της εταιρείας. Το Κ.Μ. δεσμεύεται επί του σχεδίου αυτού, το οποίο θα πρέπει να εγκριθεί από την Επιτροπή. Η αδυναμία της εταιρείας να καταρτίσει σχέδιο θεωρείται ως κατάχρηση της ενίσχυσης.

(128)

Το σχέδιο αναδιάρθρωσης θα πρέπει θα πρέπει να επαναφέρει στην αποδέκτη τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα σε εύλογο χρονικό διάστημα στα πλαίσια και βάση ρεαλιστικών προϋποθέσεων όσον αφορά τους όρους της μελλοντικής λειτουργίας. Το σχέδιο αυτό θα πρέπει να περιγράφει τις συνθήκες που δημιούργησαν τις συνθήκες πτώχευσης της επιχείρησης, και να προτείνει επαρκή μέτρα προς επίλυση της καταστάσεως. Τα μέτρα αναδιάρθρωσης δεν θα πρέπει να στηρίζονται στην ενίσχυση που δίδεται ως παραγραφή των χρεών και των ζημιών χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι λόγοι που δημιούργησαν την κατάσταση αυτή.

(129)

Για τις επιχειρήσεις, που εδρεύουν σε περιφέρειες όπου παρέχεται ενίσχυση, και για τις μικρές και μεσαίες εταιρείες, οι οδηγίες από το 1999 καθορίζουν ότι οι προϋποθέσεις για να τους εγκριθεί ενίσχυση μπορεί να είναι λιγότερο αυστηρές, εφόσον αφορά την εφαρμογή αντισταθμιστικών μέτρων και περιέχουν διαχείριση παρακολούθησης. Οι συνθήκες αυτές όμως δεν αποσυνδέουν τις επιχειρήσεις αυτές από την υποχρέωση να καταστρώσουν σχέδιο αναδιάρθρωσης και τα ΚΜ από την υποχρέωση να παρέχουν ενίσχυση για αναδιάρθρωση υπό την προϋπόθεση της εφαρμογής αντισταθμιστικών μέτρων.

(130)

Μετά την εκκίνηση της διαδικασίας ενδελεχούς έρευνας οι σλοβακικές αρχές επιβεβαίωσαν ότι το επιχειρηματικό σχέδιο, που έχει ως υποχρέωση ο αποδέκτης να καταστρώσει ως προϋπόθεση για να κινηθεί η διαδικασία εκκαθάρισης, ελέγχτηκε μόνο από το αρμόδιο δικαστήριο, δηλαδή όχι από το όργανο που παρέχει την ενίσχυση, και ότι ούτε το δικαστήριο, ούτε η Δ.Ο.Υ. παρακολούθησαν την εφαρμογή του σχεδίου.

(131)

Ο αποδέκτης σε αντίκρουση με αυτά, δήλωσε ότι η Δ.Ο.Υ. μελέτησε την ικανότητα του επιχειρηματικού σχεδίου να επαναφέρει τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα πριν εγκριθεί η εκκαθάριση, στους ισχυρισμούς τους όμως δεν παράθεσαν στοιχεία.

(132)

Ο αποδέκτης στη συνέχεια ισχυρίζεται ότι η απουσία σχεδίου αναδιάρθρωσης δεν είναι σε κατάσταση ex post αξιολόγηση της ενίσχυσης για την Επιτροπή σχετική, αφού η Επιτροπή μπορεί πλέον να πεισθεί, εάν ο αποδέκτης είναι πλέον βιώσιμος. Σύμφωνα με τον αποδέκτη, τυπικό σχέδιο αναδιάρθρωσης μπορεί να ζητηθεί μόνο σε περίπτωση αξιολόγησης ex ante και μόνο σε αξιολογήσεις που εφαρμόζονται σύμφωνα με τις οδηγίες από το 1999.

(133)

Αυτή η επιχειρηματολογία δεν είναι σωστή. Οι οδηγίες από το έτος 1999 εφαρμόζονται σε αξιολογήσεις συμβατές, όπως και σε μη νόμιμες ενισχύσεις. Κατά την αξιολόγηση ισχύει πάντα η προϋπόθεση ότι η ενίσχυση αναδιάρθρωσης συνδέεται με ικανό σχέδιο αναδιάρθρωσης. Η Επιτροπή πρέπει να αξιολογεί με βάση στοιχεία γνωστά την περίοδο παροχής της ενίσχυσης.

(134)

Τέλος μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η Δ.Ο.Υ. ως όργανο που παρέχει την ενίσχυση δεν είχε τη δυνατότητα αξιολόγησης του σχεδίου αναδιάρθρωσης και να συσχετίσει την παραγραφή των οφελών με την εφαρμογή του, η οποία θα τελούσε υπό αυστηρή παρακολούθηση. Από αυτό συμπεράνουμε ότι δεν εκπληρώθηκε η πρώτη, τυπική, προϋπόθεση, η οποία εφαρμόζεται σε όλη της την έκταση και κατά την ex post αξιολόγηση.

(135)

Σε σχέση με το περιεχόμενο του επιχειρηματικού σχεδίου, οι σλοβακικές αρχές δεν παρουσίασαν κανένα στοιχείο, που να απομάκρυνε τις αμφιβολίες της Επιτροπής με το εάν το σχέδιο είναι πράγματι αντιαρθριτικό όπως ορίζεται από τις οδηγίες του 1999.

(136)

Η Επιτροπή θα πρέπει να στηρίξει το συμπέρασμά της, που την οδήγησε στην απόφαση να κινήσει διαδικασία ενδελεχούς έρευνας. Το επιχειρηματικό σχέδιο που παρουσιάστηκε είναι σχέδιο που εξετάζει μόνο τα επείγοντα προβλήματα του αποδέκτη, που αφορούσαν την αύξηση του δημόσιου χρέους. Το σχέδιο αυτό δεν αναλύει καθόλου τις συγκυρίες, που επέφεραν χρεοκοπία στον αποδέκτη, ούτε την οικονομική κατάσταση της εταιρείας την περίοδο αυτή και τα οικονομικά μέσα. Καθώς τέτοια μελέτη απουσίαζε, ο αποδέκτης πρότεινε συγκεκριμένα βήματα επίλυσης συγκεκριμένων αιτιών, που επέφεραν τη χρεοκοπία. Το μοναδικό μέτρο, που παρουσιάζεται αναλυτικά, είναι η προτεινόμενη οικονομική αναδιάρθρωση μέσω της εκκαθάρισης με τους πιστωτές.

(137)

Στο σχέδιο δεν αναφέρεται καθόλου η αύξηση του προσωπικού κεφαλαίου του αποδέκτη, το οποίο ο αποδέκτης παρουσίασε ως ένα από τα μέτρα αναδιάρθρωσης. Κανένα από τα στοιχεία του φακέλου δεν αποδεικνύουν ότι η αύξηση του κεφαλαίου της εταιρείας Hydree Slovakia μπορεί να θεωρηθεί ως μέτρο που θα εξασφάλιζε ότι ο αποδέκτης για ένα μακροπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα δεν θα επαναλάβει τη στρατηγική του της χρηματοδότησης της λειτουργίας του να στηρίζει στη μη καταβολή ΦΠΑ και καταναλωτικών φόρων, η οποία στο τέλος επέφερε και την πτώχευση. Οι σλοβακικές αρχές επιβεβαίωσαν ότι η αύξηση κεφαλαίου δεν μείωσε τον κίνδυνο επανάληψης των οικονομικών δυσχερειών. Οι αμφιβολίες αυτές είναι ισχυρότερες, εάν ληφθεί υπόψη ότι η αύξηση του κεφαλαίου ήταν της τάξης των 21 εκατ. SKK και το αναδιαρθρωτικό χρέος 644 εκατ. SKK.

(138)

Από μόνης της, η αύξηση κεφαλαίου, δεν είναι απόδειξη εμπιστοσύνης της αγοράς κατά την επαναφορά της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του αποδέκτη. Η Επιτροπή παρατηρεί ότι ο αποδέκτης, παρά τη μεγάλη προσπάθειά του, δεν κατάφερε να λάβει δάνειο από ιδιωτική τράπεζα.

(139)

Η Επιτροπή στη συνέχεια αναφέρει ότι η ενοικίαση της μονάδος παραγωγής στον ανταγωνιστή του αποδέκτη, την εταιρεία Old Herold s.r.o., ήταν καθαρό αποτέλεσμα του γεγονότος ότι ο αποδέκτης έχασε τη άδεια παραγωγής οινοπνεύματος και οινοπνευματωδών, και όχι του ότι αυτή θα ήταν επιζήμια και άρα απαιτούσε αναδιάρθρωση. Είναι επίσης γεγονός ότι ο αποδέκτης θα μπορούσε να αιτηθεί νέα άδεια μετά το πέρας της εκκαθάρισης, αλλά δεν κατέθεσε αίτηση. Η Επιτροπή βέβαια παρατηρεί ότι ο αποδέκτης συνεχίζει να πουλά προϊόντα που παράγει η εταιρεία Old Herold στις μονάδες του αποδέκτη με τα διακριτικά του αποδέκτη, πώληση την οποία σχεδιάζει να αυξήσει, όπως αναφέρει στην ετήσια έκθεση για την περίοδο από 29 Απριλίου 2004 έως 30 Δεκεμβρίου 2004. Την ενοικίαση της παραγωγικής μονάδας δεν μπορούμε λοιπόν να τη θεωρήσουμε ως μέτρο αναδιάρθρωσης, εφόσον με βάση τα γνωστά στοιχεία δεν υπήρξε η ανάγκη η μονάδα αυτή της παραγωγής να αναδιαρθρωθεί.

(140)

Όσον αφορά τα προτεινόμενα μέτρα στο επιχειρηματικό σχέδιο, οι αμφιβολίες της Επιτροπής παραμένουν. Τα μέτρα αυτά είναι απλές δραστηριότητες στα πλαίσια της κοινής εμπορικής δραστηριότητας, και όχι ριζοσπαστικά μέτρα (πώληση παλαιών μονάδων ή οχημάτων). Τα δύο βασικά προτεινόμενα μέτρα (παύση παραγωγής μη επικερδών αναψυκτικών και η πώληση μερικών ακινήτων) παρουσιάστηκαν με ακαθόριστο τρόπο, χωρίς την αναφορά συγκεκριμένων προϊόντων και χρονικού ορίζοντα. Οι σλοβακικές αρχές επιβεβαίωσαν ότι τα ακίνητα που ήταν προς πώληση (διοικητικό κτήριο, καταστήματα και χώροι αναψυχής) δεν πωλήθηκαν κατά την 10η Οκτωβρίου 2005, δηλ. ότι το σχεδιαζόμενο μέτρο δεν εφαρμόσθηκε όπως παρουσιάσθηκε.

(141)

Με βάση την απουσία τυπικού σχεδίου αναδιάρθρωσης σε συνάρτηση με την απουσία έκθεσης χρεοκοπίας, μέτρα απαραίτητα για την επίλυση τέτοιων προβλημάτων όπως και την απουσία προϋποθέσεων αγοράς και προοπτικής η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το επιχειρηματικό σχέδιο που παρουσίασε ο αποδέκτης δεν είναι πραγματικό σχέδιο αναδιάρθρωσης όπως ορίζεται από τις οδηγίες από το 1999 (37). Οι αμφιβολίες της Επιτροπής ότι ο αποδέκτης θα επαναφέρει τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του συνεχίζουν να υπάρχουν.

3.3.2.   Ενίσχυση περιορισμένη στο απολύτως ελάχιστο

(142)

Το συμπέρασμα της Επιτροπής ότι υπό το πρίσμα της απουσίας του σχεδίου αναδιάρθρωσης οι αμφιβολίες της για επιστροφή μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας της εταιρείας παραμένουν, αποτελούν από μόνες τους απόδειξη ότι η ενίσχυση δεν είναι συμβατή με την ενιαία αγορά. Παρ’ όλα αυτά η Επιτροπή θα εκτιμήσει και άλλα ουσιώδη κριτήρια που περιέχοντα στις οδηγίες του 1999, το γεγονός δηλαδή ότι η ενίσχυση πρέπει να είναι περιορισμένη στο απολύτως ελάχιστο.

(143)

Σύμφωνα με το σημείο 40 της οδηγίας του 1999 θα πρέπει το ύψος και η αναλογία της ενίσχυσης να περιορίζεται στο απολύτως ελάχιστο, η οποία θα επιτρέπει την αναδιάρθρωση με βάση την υπάρχουσα δυνατότητα χρηματοδότησης του αποδέκτη. Ο αποδέκτης θα πρέπει να παρέχει σημαντική χορηγία για την αναδιάρθρωση από δικά του αποθέματα.

(144)

Η δαπάνη για την αναδιάρθρωση ανήλθε σε 644 591 440 SKK (16,96 εκατ. ευρώ), που αντιπροσωπεύει το σύνολο του αναδιαρθρωτικού χρέους στα πλαίσια της εκκαθάρισης. Ο αποδέκτης κατέβαλε το 35 % του συνολικού ποσού, δηλαδή 225 607 028 SKK (5,93 εκατ. ευρώ).

(145)

Οι σλοβακικές αρχές δεν έδωσαν εξηγήσεις επί των αμφιβολιών που εξέφρασε επ' αυτού η Επιτροπή. Ο αποδέκτης εξήγησε τον τρόπο χρηματοδότησης αποπληρωμής του χρέους, υπόλοιπο από την εκκαθάριση (βλέπε σημείο 30). Κατ’ ισχυρισμόν του αποδέκτη αυτός κατέβαλε [λιγότερο από 300] εκατ. SKK ([λιγότερο από 7,9] εκατ. ευρώ).

(146)

Κατ’ αρχήν, η Επιτροπή παρουσιάζει ότι τα οικονομικά του αποδέκτη, ήταν μεγαλύτερα της οφειλής που υπήρξε μετά το κλείσιμο της εκκαθάρισης. Αυτό αποδεικνύει ότι η ενίσχυση δεν περιορίστηκε στο απολύτως ελάχιστο.

(147)

Το σημαντικότερο όμως, είναι ότι η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το δάνειο που δόθηκε στην εταιρεία Old Herold δεν πληροί τις προϋποθέσεις υπαρκτής παροχής σύμφωνα με την οδηγία του 1999. Οι δεσμεύσεις αντιπροσωπεύουν μόνιμη χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων της επιχείρησης. Είναι βραχυπρόθεσμα δάνεια, που θα πρέπει όμως να επιστραφούν. Η επιχείρηση έχει στη διάθεσή της συμπληρωματικές πηγές για αναδιάρθρωση μόνο όταν οι προμηθευτές δεσμεύονται να δώσουν παράταση στις πληρωμές, από ότι συνηθίζεται. Τέτοια παράταση, είναι ένδειξη ότι η αγορά έχει εμπιστοσύνη στο ότι επιστρέφει η βιωσιμότητα της εταιρείας.

(148)

Ο αποδέκτης δεν απέδειξε ότι η αναβολή των πληρωμών της εταιρείας Old Herold σημαντικά διαφοροποιήθηκε από την κοινή πρακτική της αγοράς μεταξύ των αποδεκτών και των προμηθευτών του. Το χρονικό όριο 40 ημερών για πληρωμή μπορεί να θεωρηθεί ως κοινή πρακτική, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι η παράτασή αυτή δόθηκε στον αποδέκτη μετά το πέρας της εκκαθάρισης. Για τον λόγο αυτό ο αποδέκτης δεν βρισκόταν σε οικονομική δυσχέρεια. Κύριος σκοπός της εκκαθάρισης ήταν να βοηθηθεί ο αποδέκτης στην οικονομική του δυσχέρεια.

(149)

Για του λόγους αυτούς η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αναβολή αυτή στην καταβολή των πληρωμών δεν μπορεί να θεωρηθεί ως χορηγία για την αναδιάρθρωση, προερχόμενη από ξένες πηγές.

(150)

Χωρίς την αναβολή αυτή στην καταβολή των πληρωμών, η παροχή του αποδέκτη στα πλαίσια της οδηγίας του 1999 ανέρχεται σε [λιγότερο από 170] εκατ. SKK [λιγότερο από 4,5] εκατ. ευρώ, δηλαδή ανταποκρίνεται σε [λιγότερο από 27] % της δαπάνης αναδιάρθρωσης.

(151)

Η οδηγία του 1999 δεν αναφερόταν σε όρια αξιών, που να ορίζουν πότε η παροχή του αποδέκτη μπορεί να θεωρηθεί ως σημαντική.

(152)

Λαμβάνοντας υπόψη την πρακτική της Επιτροπής κατά την εφαρμογή της οδηγίας του 1999 όπως και την εξέλιξη του τρόπου σκέψης της Επιτροπής σε συνάρτηση με το κριτήριο αυτό, με την εφαρμογή ορίων αξιών στις νέες οδηγίες (38), Η Επιτροπή θεωρεί την παροχή του αποδέκτη ύψους [λιγότερο από 27] % ως αρκετά χαμηλή. Τέτοια παροχή θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ικανοποιητική σύμφωνα με την οδηγία του 1999 μόνο στην περίπτωση που, όλες οι υπόλοιπες προϋποθέσεις για παροχή ενίσχυσης είχαν εκπληρωθεί. Η Επιτροπή έλαβε υπόψη της και το γεγονός εάν ο αποδέκτης δραστηριοποιείται στη περιφέρεια που δέχεται ενίσχυση, σε ποιο βαθμό οι πηγές χρηματοδότησης της εταιρείας αντικατοπτρίζουν την εμπιστοσύνη της αγοράς, εκτός του αποδέκτη και των μετόχων, σε σχέση με τη βιωσιμότητα της εταιρείας ή άλλες ιδιαιτερότητες της περιπτώσεώς μας.

(153)

Σε σχέση με τα ανωτέρω, η Επιτροπή στη περίπτωση αυτή δεν δύναται να συμφωνήσει ότι η παροχή του αποδέκτη ήταν σημαντική. Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι αμφιβολίες της, με το αν η παροχή το αποδέκτη ήταν σημαντική και αν η ενίσχυση περιορίστηκε στο απολύτως ελάχιστο, παραμένουν.

3.4.   Συμβατότητα της ενίσχυσης — Συμπέρασμα

(154)

Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η ενίσχυση δεν είναι σε εναρμόνιση με την ενιαία αγορά ως ενίσχυση για τη διάσωση της επιχείρησης ούτε ως ενίσχυση αναδιάρθρωσης. Εκτός αυτού στη περίπτωση αυτή δεν ισχύει καμία από τις εξαιρέσεις που αναφέρονται στη συνθήκη ΕΚ.

VII.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

(155)

Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Σλοβακική Δημοκρατία έκνομα προχώρησε σε παραγραφή φορολογικού χρέους από την εταιρεία Frucona Košice, a.s., και παραβίασε το άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης EΚ. Η ενίσχυση αυτή δεν είναι συμβατή με την κοινή αγορά με βάση εξαιρέσεων που ορίζονται στη συνθήκη ΕΚ.

(156)

Παρόλο που η εφαρμογή της παραγραφής φορολογικού χρέους διακόπτεται μέχρι τη λήξη της παρούσας διαδικασίας, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το πλεονέκτημα για τον αποδέκτη επήλθε όταν η Δ.Ο.Υ. αποφάσισε να παραιτηθεί από ένα μέρος των αξιώσεών της, και έτσι να παρασχεθεί ενίσχυση στον αποδέκτη. Αυτό αποτέλεσε το σημείο εφαρμογής ισχύος της συμφωνίας με τους πιστωτές από την 23η Ιουλίου 2004. Το πλεονέκτημα του αποδέκτη έναντι των ανταγωνιστών του βρίσκεται στο γεγονός ότι από αυτό η Δ.Ο.Υ. δεν εισέπραξε τα χρέη της.

(157)

Για να επανέλθουμε στη κατάσταση ex ante, η κρατική ενίσχυση θα πρέπει να επιστραφεί.

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η κρατική ενίσχυση, που η Σλοβακική Δημοκρατία χορήγησε υπέρ της εταιρείας Frucona Košice, a.s., ύψους 416 515 990 SKK, δεν είναι συμβατή με την ενιαία αγορά.

Άρθρο 2

1.   Η Σλοβακική Δημοκρατία να λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα αναγκαία για την επιστροφή της εκνόμως χορηγηθείσας ενίσχυσης που αναφέρεται στο άρθρο 1 από τον αποδέκτη.

2.   Η επιστροφή να πραγματοποιηθεί χωρίς αναβολή και σε εναρμόνιση με τη διαδικασία που ορίζει η εθνική νομοθεσία, εφόσον αυτή επιτρέπει την άμεση και αποτελεσματική εκτέλεση της παρούσης απόφασης.

3.   Στο ποσό που θα επιστραφεί θα πρέπει να υπολογιστούν οι τόκοι για όλη την περίοδο από την ημερομηνία, που αυτή δόθηκε στη διάθεση της εταιρείας Frucona Košice, a.s., έως την ημερομηνία της πραγματικής επιστροφής.

4.   Οι τόκοι υπολογίζονται σε εναρμόνιση με αυτά που ορίζοντα στο κεφάλαιο V του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 794/2004 του Συμβουλίου της 21ης Απριλίου 2004, για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου που καθορίζει λεπτομερώς όρους για την εφαρμογή του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ (39). Το ποσοστό των τόκων θα εφαρμοσθεί ως σύνθετος τόκος καθ’ όλη τη χρονική περίοδο που αναφέρεται στο σημείο 3.

Άρθρο 3

Η Σλοβακική Δημοκρατία πρέπει μέσα σε δύο μήνες από τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης να ενημερώσει την Επιτροπή για τα μέτρα που έλαβε σε συνάρτηση με την παρούσα απόφαση. Οι πληροφορίες αυτές να δοθούν με τη χρήση του ερωτηματολογίου της παραγράφου I της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 4

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στη Σλοβακική Δημοκρατία.

Βρυξέλλες, 7 Ιουνίου 2006.

Για την Επιτροπή

Neelie KROES

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ C 233 της 22.9.2005, σ. 47.

(2)  Βλέπε υποσημείωση 1.

(3)  Εμπιστευτική πληροφορία.

(4)  Ο κύκλος εργασιών σε ευρώ υπολογίζεται ότι ανερχόταν σε 23,6 εκατ. ευρώ το 2002, 25,7 εκατ. ευρώ το 2003 και 23 εκατ. ευρώ το 2004. Νομισματική αναλογία που χρησιμοποιήθηκε στην περίπτωση ήταν 1 EUR = 38 SKK.

(5)  Ο κύκλος εργασιών υπολογίζεται ότι ανερχόταν σε 334 εκατ. SKK (8,8 εκατ. ευρώ) το 2002, 360 εκατ. SKK (9,5 εκατ. ευρώ) το 2003 και 720 εκατ. SKK (19 εκατ. ευρώ) το 2004.

(6)  Η εταιρεία θεωρείται χρεωμένη όταν έχει διάφορους πιστωτές και δεν μπορεί να ανταποκριθεί στην εξόφληση των υποχρεώσεών της σε διάστημα 30 ημερών από την ημερομηνία καταβολής αυτών.

(7)  Ο φόρος κατανάλωσης καταβάλλεται μηνιαίως.

(8)  Ποσά τα οποία είναι υποχρεωμένος ο αποδέκτης να καταβάλει στους πιστωτές.

(9)  Σύνολο χρεών προ της εκκαθαρίσεως σε ευρώ ανήρχετο σε 16,96 εκατ. ευρώ και το υπόλοιπο του συνολικού χρέους μετά την εκκαθάριση σε 5,93 εκατ. ευρώ.

(10)  Σε σχέση με την αφαίρεση της άδειας παραγωγής οινοπνεύματος και των παραγώγων του, σύμφωνα με πληροφορίες που έδωσε ο καταγγέλλων, αυτή η πώληση αφορούσε πιθανόν στο σύνολό του αλκοολούχα ποτά.

(11)  Ο αποδέκτης φέρει ως παράδειγμα εταιρεία, η οποία έχει παρόμοια περιουσιακά στοιχεία και δραστηριοποιείται στον ίδιο τομέα, και μερικά άλλα γενικότερα στατιστικά στοιχεία σε σχέση με τη διαδικασία πτώχευσης στη Σλοβακία.

(12)  Από τα στοιχεία για το 2004, που χρησιμοποίησε η εταιρεία Ekorda στη μελέτη της, ως επακόλουθο ότι το 98 % είναι ΦΠΑ και φόρος κατανάλωσης.

(13)  Ο αποδέκτης παραπέμπει στην απόφαση C-278 έως C- 280/92, Ισπανία κατά Επιτροπής, Συλλογή 1994, σ. I-4103.

(14)  Απόφαση του Πρωτοδικείου της 14ης Ιανουαρίου 2004 στην υπόθεση T-109/01, Fleuren Compostt κατά Επιτροπής, σημείο 74.

(15)  Πηγή: ισοσκέλιση για την περίοδο 1 Ιανουαρίου - 31 Δεκεμβρίου 2003 που παρουσίασε ο αποδέκτης. Όλες οι αξίες είναι λογιστικές αξίες.

(16)  Πηγή: Δεδομένα εταιρείας Ekorda από 7 Ιουλίου 2004 που εκφράζουν λογιστικές αξίες, εκτός των αξιώσεων, που υπολογίζονται με την πτωχευτική τους αξία.

(17)  Πηγή: Ισοσκέλιση για την περίοδο 1 Ιανουαρίου - 28 Απριλίου 2004 που παρουσίασε ο αποδέκτης. Όλες οι αξίες είναι λογιστικές αξίες.

(18)  Πληροφορίες των σλοβακικών αρχών βασισμένες στον επιτόπιο έλεγχο της εφορίας στους χώρους του αποδέκτη στις 21 Ιουνίου 2004 (βλέπε σημείο 54).

(19)  Πηγή: Ετήσια έκθεση έτους 2004 που παρουσίασε ο αποδέκτης. Όλες οι αξίες είναι λογιστικές αξίες.

(20)  Οικόπεδα, κτήρια, μηχανές και μέρη τους, μη υλική περιουσία, οικονομική περιουσία.

(21)  Σύμφωνα με την εταιρεία Ekorda η λογιστική αξία βραχυπρόθεσμων αξιώσεων ύψους 166 εκατ. SKK πρέπει να διορθωθεί σε πτωχευτική αξία ύψους 98 εκατ. SKK (βλέπε σημείο 86).

(22)  Δεν είναι ξεκάθαρο, εάν αυτή η αξία αντιπροσωπεύει λογιστική ή πτωχευτική αξία βραχυπρόθεσμων αξιών. Για σιγουριά η Επιτροπή την υπολογίζει ως λογιστική αξία.

(23)  Αυτό είναι λογιστική αξία (166 εκατ. SKK) διορθωμένη από την εταιρεία Ekorda έτσι ώστε να καλύπτει την πτωχευτική αξία των αξιώσεων.

(24)  Αυτό είναι κατά προσέγγιση η πτωχευτική αξία, την οποία η Επιτροπή έλαβε διορθώνοντας τη λογιστική αξία των βραχυπρόθεσμων αξιώσεων (147εκατ. SKK) με τον ίδιο τρόπο, που στην έκθεσή της χρησιμοποίησε η εταιρεία Ekorda (βλέπε παρατήρηση 19).

(25)  Αυτό είναι κατά προσέγγιση η πτωχευτική αξία, την οποία η Επιτροπή έλαβε διορθώνοντας τη λογιστική αξία των βραχυπρόθεσμων αξιώσεων (63 εκατ. SKK) με τον ίδιο τρόπο, που στην έκθεσή της χρησιμοποίησε η εταιρεία Ekorda (βλέπε παρατήρηση 19). H Επιτροπή παρατηρεί ότι σύμφωνα με τις πληροφορίες των σλοβακικών αρχών οι αξιώσεις ύψους 63 εκατ. SKK ήταν αξιόπιστες. Είναι για αυτό αμφίβολο, εάν θα πρέπει η λογιστική τους αξία να διορθωθεί. Στη περίπτωση που η αξία των 63 εκατ. SKK αντιπροσώπευε πτωχευτική αξία αυτών των αξιώσεων, το συνολικό όφελος από την πτωχευτική αξία κατά την 17η Ιουνίου 2004 θα ήταν 331 εκατ. SKK (8,7 εκατ. ευρώ).

(26)  Συμπεριλαμβανομένου της Δ.Ο.Υ., όπως και των ιδιωτών πιστωτών.

(27)  Αυτό το στοιχείο αμφισβητείται από τις σλοβακικές αρχές, όπως εξηγεί στη συνέχεια το κείμενο.

(28)  Συμπεριλαμβανομένης της πιστωμένης και μη πιστωμένης αμετάβλητης περιουσίας.

(29)  Δεν είναι απολύτως σαφές εάν η αξία των 63 εκατ. SKK αποτελεί λογιστική αξία ή πτωχευτική αξία βραχυπρόθεσμων αξιώσεων κατά την 17η Ιουνίου 2004 (βλέπε παρατηρήσεις 20 και 23). Επίσης δεν είναι ξεκάθαρο, στη πραγματικότητα η λογιστική αξία των αξιώσεων είναι ίση με την πτωχευτική αξία.

(30)  Από την επιστολή δύναται να συμπεράνουμε ότι το υπουργείο συμφώνησε με την εκκαθάριση υπό τη μορφή αναβολής της καταβολής του ΦΠΑ και των καταναλωτικών φόρων το πολύ για ένα δίμηνο και για τους υπόλοιπους φόρους για ένα εξάμηνο.

(31)  Απόφαση T-152/99, Hamsa, σ. 126.

(32)  Ως παράδειγμα βλέπε απόφαση C-342/96, Ισπανία κατά Επιτροπής («Tubacex»), σ. 46.

(33)  Τα στοιχεία αυτά δεν παρουσιάζονται σε συνάρτηση με τους ετήσιους λογιστικούς υπολογισμούς, που κατέθεσε ο αποδέκτης.

(34)  EΕ C 244 της 1.10.2004, σ. 2.

(35)  ΕΕ C 288 της 9.10.1999, σ. 2.

(36)  ΕΕ L 10 της 13.1.2001, σ. 33. Η οδηγία της Επιτροπής 70/2001 αντικαταστάθηκε και συμπληρώθηκε από την οδηγία της Επιτροπής (ΕΚ) αριθ. 364/2004 της 25ης Φεβρουαρίου 2004, που αντικαθιστά και συμπληρώνει την οδηγία (ΕΚ) αριθ. 70/2001 προς διεύρυνση της εφαρμογής της ενίσχυσης για την έρευνα και την ανάπτυξη, ΕΕ L 63 της 28.2.2004, σ. 22.

(37)  Βλέπε επίσης απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου της 22ας Μαρτίου 2001, υπόθεση C-17/1999, Γαλλική Δημοκρατία κατά Επιτροπής.

(38)  Σύμφωνα με τις νέες οδηγίες το όριο αξίας για μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις είναι τουλάχιστον 40 %.

(39)  EΕ L 140 της 30.4.2004, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Πληροφορίες που αφορούν την εφαρμογή της απόφασης της Επιτροπής σχετικά με την κρατική ενίσχυση

C 25/2005 (ex NN 21/2005) που χορηγείται από τη Σλοβακική Δημοκρατία στην εταιρεία Frucona Košice a.s.

1.   Υπολογισμός ποσού, που θα πρέπει να επιστραφεί

1.1.

Αναφέρετε, παρακαλώ, τις ακόλουθες λεπτομέρειες που αφορούν το ύψος της μη νόμιμης κρατικής ενίσχυσης, που χορηγήθηκε στον αποδέκτη:

Ημερομηνία(-ες) (1)

Ύψος ενίσχυσης (2)

Νόμισμα

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Παρατηρήσεις:

1.2.

Αναφέρετε, παρακαλώ, λεπτομερώς τον τρόπο υπολογισμού των τόκων που συνυπολογίζονται στο ποσό της ενίσχυσης, που θα πρέπει να επιστραφεί.

2.   Σχεδιαζόμενα και ληφθέντα μέτρα για τη διευθέτηση επιστροφής της ενίσχυσης

2.1.

Αναφέρετε λεπτομερώς ποια μέτρα έχουν σχεδιαστεί, και ποια έχουν ήδη ληφθεί με σκοπό την άμεση και αποτελεσματική επιστροφή της ενίσχυσης. Εν ανάγκη αναφέρεται τη νομική υπόσταση των ληφθέντων/σχεδιαζόμενων μέτρων.

2.2.

Ποιες είναι οι ημερομηνίες καταβολής των δόσεων στα πλαίσια της διαδικασίας επιστροφής της ενίσχυσης; Πότε θα επιστραφεί η ενίσχυση στο σύνολό της;

3.   Ποσά της ενίσχυσης που έχουν επιστραφεί

3.1.

Αναφέρετε τις ακόλουθες λεπτομέρειες που αφορούν το ύψος της ενίσχυσης, που έχει επιστραφεί από τον αποδέκτη:

Ημερομηνία(-ες) (3)

Ύψος της ενίσχυσης που επιστράφηκε

Νόμισμα

 

 

 

 

 

 

 

 

 

3.2.

Παραθέσατε, παρακαλώ, έγγραφο που αφορά το ύψος της ενίσχυσης που έχει επιστραφεί που αναγράφεται στον πίνακα του σημείου 3.1.


(1)  

(o)

Ημερομηνία(-ες), που η κρατική ενίσχυση (μεμονωμένες καταβολές) χορηγήθηκε(-αν) στον αποδέκτη.

(2)  Ύψος ενίσχυσης, που χορηγήθηκε στον αποδέκτη (χονδρική ισοτιμία ενίσχυσης).

(3)  

(o)

Ημερομηνία(-ες) επιστροφής της ενίσχυσης.


Top