Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31998R2450

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2450/98 του Συμβουλίου της 13ης Νοεμβρίου 1998 για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ράβδων ανοξείδωτου χάλυβα καταγωγής Ινδίας και την οριστική είσπραξη του επιβληθέντος προσωρινού δασμού

    ΕΕ L 304 της 14.11.1998, p. 1–12 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

    Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 15/11/2003: This act has been changed. Current consolidated version: 16/02/2001

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/1998/2450/oj

    31998R2450

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2450/98 του Συμβουλίου της 13ης Νοεμβρίου 1998 για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ράβδων ανοξείδωτου χάλυβα καταγωγής Ινδίας και την οριστική είσπραξη του επιβληθέντος προσωρινού δασμού

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 304 της 14/11/1998 σ. 0001 - 0012


    ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 2450/98 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 13ης Νοεμβρίου 1998 για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ράβδων ανοξείδωτου χάλυβα καταγωγής Ινδίας και την οριστική είσπραξη του επιβληθέντος προσωρινού δασμού

    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

    τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2026/97 του Συμβουλίου, της 6ης Οκτωβρίου 1997, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1), και ιδίως το άρθρο 15,

    την πρόταση που υπέβαλε η Επιτροπή κατόπιν διαβουλεύσεων στο πλαίσιο της συμβουλευτικής επιτροπής,

    Εκτιμώντας ότι:

    Α. ΠΡΟΣΩΡΙΝΑ ΜΕΤΡΑ

    (1) Με τον κανονισμό (ΕK) αριθ. 1556/98 της Επιτροπής (2) (εφεξής καλούμενο «κανονισμός προσωρινού δασμού») επεβλήθη προσωρινός αντισταθμιστικός δασμός στις εισαγωγές στην Κοινότητα ράβδων από ανοξείδωτο χάλυβα (εφεξής «SSB» ή «υπό εξέταση προϊόν», υπαγομένων στους κωδικούς ΣΟ 7222 20 11, 7222 20 21, 7222 20 31 και 7222 20 81, καταγωγής Ινδίας. Τα ληφθέντα μέτρα επεβλήθησαν υπό τη μορφή δασμών κατ' αξία, από 0 έως 25 %, με υπόλοιπο δασμού 25,0 %.

    (2) Σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2026/97 (εφεξής καλούμενο «βασικός κανονισμός»), οι προσωρινοί δασμοί αντιντάμπινγκ οι οποίοι είχαν αρχικά επιβληθεί βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1084/98 της Επιτροπής (3), μειώθηκαν με τον κανονισμό προσωρινού δασμού. Η τροποποίηση των δασμών αντιντάμπινγκ ήταν απαραίτητη προκειμένου το προϊόν να μην υπόκειται ταυτόχρονα σε δασμούς αντιντάμπινγκ και σε αντισταθμιστικούς δασμούς με σκοπό την αντιμετώπιση των συνεπειών μιας και της αυτής κατάστασης η οποία είναι αποτέλεσμα ντάμπινγκ ή επιδότησης των εξαγωγών.

    Β. ΕΠΑΚΟΛΟΥΘΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

    (3) Μετά την έκδοση του κανονισμού περί επιβολής προσωρινού δασμού, πολλά ενδιαφερόμενα μέρη υπέβαλαν γραπτώς τις απόψεις τους. Τα μέρη που το ζήτησαν έγιναν δεκτά σε ακρόαση από την Επιτροπή.

    (4) Η Επιτροπή συνέχισε να αναζητεί και να επαληθεύει όλες τις πληροφορίες που έκρινε αναγκαίες για τα οριστικά συμπεράσματα.

    (5) Τα μέρη ενημερώθηκαν σχετικά με πραγματικά περιστατικά και εκτιμήσεις βάσει των οποίων επρόκειτο να διατυπωθεί σύσταση για την επιβολή οριστικών αντισταθμιστικών δασμών και την οριστική είσπραξη των ποσών που έχουν καταβληθεί ως εγγύηση υπό τη μορφή προσωρινού δασμού. Μετά την ενημέρωση αυτή, τους παραχωρήθηκε επίσης προθεσμία εντός της οποίας μπορούσαν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους.

    (6) Οι γραπτές και προφορικές.παρατηρήσεις τους εξετάσθηκαν και, στις περιπτώσεις που κρίθηκε αναγκαίο, προσαρμόστηκαν αντίστοιχα τα οριστικά συμπεράσματα.

    Γ. ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΟΜΟΕΙΔΕΣ ΠΡΟΪΟΝ

    (7) Το υπό εξέταση προϊόν είναι οι ράβδοι και το σύρμα ανοξείδωτου χάλυβα που δεν έχει υποστεί περαιτέρω επεξεργασία από την εν ψυχρώ επεξεργασία, που περιέχει κατά βάρος 2,5 % ή περισσότερο νικέλιο, κυκλικής διατομής καθώς και άλλων διατομών.

    (8) Μετά την έκδοση του κανονισμού περί επιβολής προσωρινού δασμού, ορισμένοι ινδοί παραγωγοί/εξαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι τα προϊόντα που εξάγονται στην Κοινότητα και εκείνα που πωλούνται στην εγχώρια αγορά της Ινδίας δεν είναι συγκρίσιμα, π.χ. όσον αφορά τα χημικά χαρακτηριστικά και συνεπώς δεν μπορούν να θεωρηθούν ομοειδές προϊόν.

    (9) Ο ισχυρισμός αυτός δεν ήταν δυνατόν να γίνει αποδεκτός εφόσον διαπιστώθηκε ότι οι SSB που παράγονται και πωλούνται στην Ινδία, καθώς και οι ινδικοί SSB που πωλούνται στην κοινοτική αγορά, έχουν τα ίδια βασικά φυσικά, τεχνικά και χημικά χαρακτηριστικά και τις ίδιες χρήσεις.

    (10) Ένας εξαγωγέας ισχυρίστηκε ότι τα προϊόντα που αντιστοιχούν στο πρότυπο DIN 1013 υπάγονται στο πεδίο έρευνας της τρέχουσας διαδικασίας αντιντάμπινγκ και θα έπρεπε επομένως να ληφθούν υπόψη. Διαπιστώθηκε, ωστόσο, ότι τα προϊόντα αυτά ήσαν ράβδοι θερμής έλασης και, ως εκ τούτου, δεν καλύπτοντο από την έρευνα όπως καθορίστηκε στην ανακοίνωση έναρξης (4) και τον κανονισμό προσωρινού δασμού. Επιπλέον, σημειώθηκε ότι δεν υπάγονται στους σχετικούς κωδικούς ΣΟ για τους οποίους εφαρμόζονται μέτρα. Συνεπώς, ο εν λόγω ισχυρισμός δεν έγινε αποδεκτός.

    (11) Δεδομένου ότι δεν υπεβλήθησαν άλλα επιχειρήματα, επιβεβαιώνονται τα συμπεράσματα των αιτιολογικών σκέψεων 8 έως 11 του κανονισμού προσωρινού δασμού.

    Δ. ΕΠΙΔΟΤΗΣΕΙΣ

    1. Σύστημα βιβλιαρίου πιστώσεων (PBS - Passbook Scheme)

    (12) Η κυβέρνηση της Ινδίας (ΚΙ) ισχυρίστηκε ότι το σύστημα αυτό, το οποίο περιγράφεται στις αιτιολογικές σκέψεις 16 έως 24 του κανονισμού προσωρινού δασμού δεν αποτελούσε αντισταθμίσιμο σύστημα εφόσον ήταν επιτρεπόμενο σύστημα επιστροφής δασμών κατά την έννοια του παραρτήματος Ι σημείο i) και των παραρτημάτων II και III του βασικού κανονισμού. Επιπλέον ισχυρίστηκε ότι δεν απαιτείτο, βάσει του παραρτήματος Ι σημείο i), να χρησιμοποιούνται οι συντελεστές παραγωγής για εξαγωγική παραγωγή.

    Ωστόσο, στο παράρτημα Ι σημείο i) διατυπώνεται σαφώς ότι οι εισαγόμενοι συντελεστές παραγωγής πρέπει είτε να χρησιμοποιούνται για την παραγωγή του εξαγόμενου προϊόντος (δηλαδή στο πλαίσιο συστήματος επιστροφής δασμών κατά την έννοια του παραρτήματος ΙΙ), είτε να έχουν τα ίδια ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά με τους συντελεστές παραγωγής της εγχώριας αγοράς (δηλαδή άλλου συστήματος επιστροφής σε περιπτώσεις υποκατάστασης, κατά την έννοια του παραρτήματος ΙΙΙ). Στην πράξη, το PBS καθιστά δυνατή την εισαγωγή εμπορευμάτων άνευ δασμού, όταν δεν πρόκειται για συντελεστές παραγωγής για την παραγωγή εμπορευμάτων προς εξαγωγή ή συντελεστές παραγωγής με τα ίδια ποσοτικά και ποιοτικά χαρακτηριστικά με τους συντελεστές παραγωγής της εγχώριας αγοράς που ενσωματώνονται στο εξαγόμενο προϊόν. Συνεπώς, θεωρείται ότι το σύστημα βιβλιαρίου πιστώσεων δεν αποτελεί επιτρεπόμενο σύστημα επιστροφής δασμών ή επιστροφής σε περιπτώσεις υποκατάστασης, κατά την έννοια των διατάξεων του βασικού κανονισμού.

    (13) Τέσσερις ινδοί παραγωγοί/εξαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι το σύστημα αυτό λειτουργεί στην πράξη ως νόμιμο σύστημα επιστροφής δασμών και ότι αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι πραγματοποιήθηκαν προσαρμογές των κανονικών αξιών στο πλαίσιο του PBS κατά την παράλληλη διαδικασία αντιντάμπινγκ. Η έκπτωση αυτή δεν πρέπει να λαμβάνεται υπόψη στην εκτίμηση του αντισταθμιστικού χαρακτήρα του PBS, ο οποίος καθορίστηκε βάσει των διατάξεων του βασικού κανονισμού, για τους λόγους που διατυπώνονται στην αιτιολογική σκέψη 12. Εφόσον διαπιστωθεί η ύπαρξη παρόμοιας αντισταθμίσιμης επιδότησης, ο δικαιούχος ωφελείται με το πλήρες ποσό του δασμού εισαγωγής το οποίο δεν πληρώνει ο εξαγωγέας/παραγωγός για όλες τις πράξεις εισαγωγής. Με τα παραπάνω δεδομένα δεν είναι κατάλληλο να κατασκευαστεί εκ νέου το PBS προκειμένου να προσδιοριστούν τα προϊόντα τα οποία ενσωματώθηκαν ή δεν ενσωματώθηκαν υλικά στο υπό εξέταση προϊόν.

    (14) Η κυβέρνηση της Ινδίας ανέφερε, επιπλέον, την ύπαρξη διαδικασίας επαλήθευσης, βασιζόμενης στα συνήθη πρότυπα εισόδου/εξόδου, όπως περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 19 του κανονισμού προσωρινού δασμού. Τα εν λόγω πρότυπα εκδόθηκαν για τα εξαγόμενα προϊόντα και ορίζουν τις ποσότητες ακατέργαστων πρώτων υλών που εισάγονται κατά το συνήθη τρόπο και που απαιτούνται για την παραγωγή μιας μονάδας του τελικού προϊόντος. Η κυβέρνηση της Ινδίας ισχυρίστηκε ότι το σύστημα εγκαθιδρύθηκε με στόχο να εξασφαλίζεται η αποφυγή υπερβολικής επιστροφής εισαγωγικών δασμών, όπως απαιτείται στο παράρτημα I σημείο i) και στα παραρτήματα ΙΙ και ΙΙΙ του βασικού κανονισμού και επιπλέον ότι η Επιτροπή είχε τη δυνατότητα να εξετάσει όλες τις πράξεις που πραγματοποιήθηκαν προκειμένου να προσδιορίσει κατά πόσο υπήρξαν υπερβολικές επιστροφές.

    Το επιχείρημα αυτό δεν μπορεί να γίνει δεκτό εφόσον το θέμα των υπερβολικών-διαγραφών δεν τίθεται παρά μόνο στην περίπτωση της εκτίμησης των ορθά καταρτισμένων συστημάτων επιστροφής/επιστροφής σε περίπτωση υποκατάστασης, ενώ έχει αποδειχθεί ότι το PBS δεν αποτελεί παρόμοιο σύστημα επιστροφής ή επιστροφής σε περίπτωση υποκατάστασης, κατά την έννοια του παραρτήματος I σημείο i) και των παραρτημάτων II και III του βασικού κανονισμού.

    (15) Η κυβέρνηση της Ινδίας ισχυρίστηκε ότι το στοιχείο της «ελάχιστης προστιθέμενης αξίας» (ΕΠΑ) στα συνήθη πρότυπα εισόδου/εξόδου δεν καθιστά το PBS υποκατάστατο επιδότησης των εισαγωγών εφόσον δεν υπάρχει ελάχιστο προδιαγραφόμενο εγχώριο έσοδο και συνεπώς η ΕΠΑ θα μπορούσε να επιτευχθεί με τη χρήση, π.χ., εισαγομένων συντελεστών παραγωγής.

    Εφόσον το PBS θεωρείται ήδη αντισταθμίσιμο σύστημα με το σκεπτικό ότι εξαρτάται από τις εξαγωγές, κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, δεν χρειάζεται περαιτέρω εξέταση του θέματος της υποκατάστασης της επιδότησης των εισαγωγών.

    (16) Η κυβέρνηση της Ινδίας ισχυρίστηκε ότι τα οφέλη από το PBS δεν πρέπει να αντισταθμίζονται, εφόσον το PBS έχει καταργηθεί από τις 31 Μαρτίου 1997 και μόνον ένας περιορισμένος αριθμός εταιρειών ήταν σε θέση να αντισταθμίζει τις πιστώσεις που είχαν χορηγηθεί στο παρελθόν. Η κυβέρνηση της Ινδίας ανέφερε το άρθρο 17 του βασικού κανονισμού, στο οποίο προβλέπεται ότι τα αντισταθμιστικά μέτρα ισχύουν μόνον όσο και στο μέτρο που είναι απαραίτητο, να εξουδετερώνουν τις αντισταθμίσιμες επιδοτήσεις οι οποίες προκαλούν ζημία και ανεφέρθη σε προηγούμενες πρακτικές της Κοινότητας. Τέσσερις εξαγωγείς/παραγωγοί της Ινδίας ισχυρίστηκαν ότι είναι πολύ αμφίβολο κατά πόσο είναι δυνατόν ένα σύστημα το οποίο δεν ισχύει πλέον να θεωρείται αντισταθμίσιμο.

    Ως απάντηση στο σημείο αυτό πρέπει να σημειωθεί ότι ακόμα και μετά την κατάργηση του PBS, οι εταιρείες έχουν πάντα τη δυνατότητα να ζητήσουν πιστώσεις στο πλαίσιο του εν λόγω συστήματος για εξαγωγικές πράξεις που πραγματοποιήθηκαν έως τις 31 Μαρτίου 1997. Κατά την έρευνα διαπιστώθηκε ότι έχουν το δικαίωμα να χρησιμοποιήσουν τις πιστώσεις αυτές έως τις 31 Μαρτίου 2000. Συνεπώς, είναι πιθανό να υπάρξουν σημαντικά οφέλη στο πλαίσιο του συστήματος αυτού, έως την εν λόγω ημερομηνία, οφέλη τα οποία θα αποτελούν αντισταθμίσιμες επιδοτήσεις. Σχετικά με το συνεχιζόμενο αντισταθμίσιμο χαρακτήρα του όφελους, θεωρείται ότι ισχύει η αρχή που διατυπώνεται στο άρθρο 5 του βασικού κανονισμού, δηλαδή ότι το ποσό των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων θα υπολογίζεται σε σχέση με το όφελος από το οποίο επωφελήθηκε ο δικαιούχος κατά την περίοδο έρευνας. Κατά την περίοδο αυτή, το PBS καταργήθηκε, όπως δήλωσε η κυβέρνηση της Ινδίας και αντικαταστάθηκε από άλλο σύστημα, το σύστημα πιστώσεων εισαγωγικών δασμών (DEPBS) το οποίο θεωρείται επίσης αντισταθμίσιμο (βλέπε αιτιολογική σκέψη 34 του κανονισμού προσωρινού δασμού). Εφόσον θα συνεχίσουν να υπάρχουν οφέλη στο μέλλον στο πλαίσιο του DEPBS, θεωρείται αναγκαίο να επιβληθούν μέτρα βασιζόμενα στο συνολικό όφελος κατά την περίοδο έρευνας, τόσο στο πλαίσιο του PBS, όσο και του DEPBS διότι, όπως προβλέπεται στο άρθρο 17 του βασικού κανονισμού, θα υπάρχει πάντα ανάγκη να εξουδετερώνονται οι αντισταθμίσιμες επιδοτήσεις οι οποίες προκαλούν ζημία.

    (17) Βάσει του παραπάνω ισχυρισμού, η κυβέρνηση της Ινδίας γνωστοποίησε ότι, σύμφωνα με διάταγμα του υπουργείου εμπορίου τον Ιούλιο 1998, οι ινδοί παραγωγοί είχαν προθεσμία μέχρι τις 30 Σεπτεμβρίου 1998 το αργότερο για να ζητήσουν πιστώσεις βιβλιαρίου και όχι μέχρι τις 31 Μαρτίου 2000, όπως προεβλέπετο αρχικά (βλέπε αιτιολογική σκέψη 16). Η κυβέρνηση της Ινδίας ζήτησε συνεπώς να ληφθεί υπόψη το σημείο αυτό κατά την τελική απόφαση.

    Πρέπει να σημειωθεί κατά πρώτο λόγο ότι εφόσον το στοιχείο αυτό κοινοποιήθηκε πολύ αργά κατά την έρευνα δεν είναι δυνατό να επαληθευθεί η πρακτική εφαρμογή του προαναφερόμενου διατάγματος. Επιπλέον, όπως εξηγείται παραπάνω, εφόσον το DEPBS που διαδέχθηκε το PBS θεωρείται επίσης αντισταθμίσιμη επιδότηση και θα συνεχίζουν να υπάρχουν οφέλη στο πλαίσιο του DEPBS, δεν θεωρείται κατάλληλο να μην ληφθούν υπόψη τα οφέλη των εξαγωγών στο πλαίσιο του PBS κατά την περίοδο έρευνας. Συνεπώς, θα πρέπει να επιβληθούν μέτρα όσον αφορά τα οφέλη που πραγματοποιήθηκαν κατά την περίοδο έρευνας, τόσο στο πλαίσιο του ΡΒS όσο και του DEPBS. Κάθε άλλη προσέγγιση θα επέτρεπε σπς κυβερνήσεις που χορηγούν επιδοτήσεις να αποφεύγουν τα αντισταθμιστικά μέτρα με απλή αλλαγή της ονομασίας ενός συστήματος κατά την περίοδο έρευνας.

    (18) Τέσσερις ινδοί εξαγωγείς/παραγωγοί ισχυρίστηκαν ότι οι πιστώσεις που τους χορηγήθηκαν βάσει των εξαγωγών τους κατά την περίοδο έρευνας για τα υπό εξέταση προϊόντα θα έπρεπε να είχαν χρησιμοποιηθεί για τον υπολογισμό της επιδότησης αντί για τις αναλήψεις που πραγματοποίησαν από το βιβλιάριο πιστώσεων. Προέβαλαν το επιχείρημα ότι το όφελος από τις αναλήψεις είχε ως αποτέλεσμα στην προκειμένη περίπτωση να διογκωθεί το ποσό της επιδότησης σε σχέση με τον πραγματικό όγκο των εξαγωγών προς την Ευρωπαϊκή Κοινότητα κατά την περίοδο που έγινε χρήση του οφέλους.

    Πρέπει να σημειωθεί ότι το ποσό της επιδότησης καθορίζεται βάσει του οφέλους του δικαιούχου κατά την περίοδο έρευνας. Μόνο σε περίπτωση που η ανάληψη πραγματοποιηθεί από το βιβλιάριο, χρησιμοποιείται η πίστωση που χορηγήθηκε βάσει προηγούμενης εξαγωγής. Συνεπώς, μόνον τότε η εταιρεία προσπορίζεται όφελος υπό μορφή απαλλαγής δασμών εισαγωγής που θα έπρεπε αλλιώς να καταβληθούν.

    (19) Τέσσερις ινδοί εξαγωγείς/παραγωγοί ισχυρίστηκαν ότι υπήρξε διπλός υπολογισμός κατά τον καθορισμό των προσωρινών, περιθωρίων ντάμπινγκ και των ποσών των επιδοτήσεων. Ιδιαίτερα, ισχυρίστηκαν ότι το μερίδιο των οφελών από το PBS για το οποίο δεν χορηγήθηκε ουδεμία προσαρμογή στο πλαίσιο της διαδικασίας αντιντάμπινγκ είχε υπολογιστεί διπλά εφόσον είχε ήδη ληφθεί υπόψη το ποσό της επιδότησης και ότι συνεπώς το περιθώριο ντάμπινγκ θα έπρεπε να μειωθεί αντίστοιχα.

    Σχετικά με το σημείο αυτό, πρέπει αρχικά να διασαφηνισθεί ότι το θέμα των προσαρμογών στο πλαίσιο διαδικασίας ανπντάμπινγκ, αφενός, και το εύρος των αντισταθμιστικών μέτρων στο πλαίσιο διαδικασίας κατά των επιδοτήσεων, αφετέρου, απαιτούν διαφορετική ανάλυση, δεδομένου ότι η κάθε διαδικασία βασίζεται σε ξεχωριστούς βασικούς κανονισμούς. Στο άρθρο 2 σημείο παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του βασικού κανονισμού προβλέπεται ότι η απαλλαγή δασμών/φόρων για ένα προϊόν εξαγωγής δεν θεωρείται επιδότηση, με την προϋπόθεση ότι η εν λόγω απαλλαγή χορηγείται σύμφωνα με τις διατάξεις των παραρτημάτων Ι έως III του βασικού κανονισμού. Το PBS θεωρείται αντισταθμίσιμο σύστημα για τους λόγους που εκτίθενται στην αιτιολογική σκέψη 25 του κανονισμού προσωρινού δασμού και το αντισταθμίσιμο όφελος των εξαγωγέων/παραγωγών υπολογίστηκε βάσει των δασμών που θα έπρεπε να καταβάλλονται κανονικά για όλες τις εισαγωγές που πραγματοποιήθηκαν κατά την περίοδο έρευνας αλλά οι οποίοι δεν πληρώθηκαν στο πλαίσιο του PBS. Συνεπώς, ο καθορισμός του ποσού της επιδότησης, αφενός, και του περιθωρίου ντάμπινγκ, αφετέρου, αποτελούν ξεχωριστές διαδικασίες.

    Επιπλέον, πρέπει να υπενθυμιστεί ότι εφόσον διαπιστώθηκε πως όλα τα συστήματα που εξετάσθηκαν στο πλαίσιο της έρευνας επιδοτούσαν τις εξαγωγές κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, οι προσωρινοί δασμοί αντιντάμπινγκ μειώθηκαν με το ποσό του αντισταθμιστικού δασμού.

    (20) Τελικά, η κυβέρνηση της Ινδίας ισχυρίστηκε ότι η περίληψη ενός ποσού για τόκους στον υπολογισμό του συνολικού οφέλους των εταιρειών οι οποίες χρησιμοποίησαν το σύστημα δεν προβλέπεται στη συμφωνία περί επιδοτήσεων και μέτρων αντιστάθμισης (ASCM) του Παγκόσμιου Οργανισμόύ Εμπορίου (ΠΟΕ). Η κυβέρνηση της Ινδίας ισχυρίστηκε επίσης ότι δεν ήταν σύνηθης κοινοτική πρακτική να περιλαμβάνεται τέτοιο ποσό στον υπολογισμό του οφέλους των εταιρειών που οφελούνται από παρόμοια συστήματα επιδότησης.

    Σε σχέση με τον τελευταίο ισχυρισμό, το ποσό που αντιστοιχεί στον τόκο προστίθεται προκειμένου να ληφθεί υπόψη το όφελος της δικαιούχου επιδοτούμενης εταιρείας η οποία δεν χρειάστηκε να ζητήσει αντίστοιχες πιστώσεις στην ελεύθερη κεφαλαιαγορά. Πράγματι, στο άρθρο 6 του βασικού κανονισμού (ο οποίος αναπαράγει το άρθρο 14 της ASCM), διατυπώνεται σαφώς ότι το σημείο αναφοράς για τον υπολογισμό της επιδότησης είναι το αντίστοιχο κόστος δανεισμού στην ελεύθερη κεφαλαιαγορά. Η σύνηθης κοινοτική πρακτική στον τομέα αυτό, από την έναρξη ισχύος της συμφωνίας ΠΟΕ είναι να προστίθεται ένα ποσό για τους τόκους κατά τον υπολογισμό του συνολικού οφέλους, όπως έγινε σε σειρά περιπτώσεων πρόσφατα. Επομένως, ο ισχυρισμός αυτός απορρίπτεται.

    2. Σύστημα προώθησης των εξαγωγών που αφορούν κεφαλαιούχα αγαθά (EPCGS)

    (21) Η κυβέρνηση της Ινδίας προέβαλε σειρά αξιώσεων σχετικά με το σύστημα προώθησης των εξαγωγών που αφορούν κεφαλαιούχα αγαθά, το οποίο περιγράφεται στις αιτιολογικές σκέψεις 36 έως 39 του κανονισμού προσωρινού δασμού. Οι αξιώσεις αυτές αφορούν το χαρακτηρισμό του συστήματος ως επιδότηση και τον υπολογισμό του ποσού της επιδότησης.

    (22) Προεβλήθη το επιχείρημα ότι δεν απαιτείται, βάσει του νόμου, τα κεφαλαιούχα αγαθά που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο του εν λόγω συστήματος να χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την παραγωγή προϊόντων προς εξαγωγή και ότι, συνεπώς, η εξαίρεση από τις εισαγωγικές επιβαρύνσεις των προϊόντων που εισάγονται σύμφωνα με το πρόγραμμα αυτό δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί ως αντισταθμίσιμη επιδότηση.

    Σε σχέση με τον εν λόγω ισχυρισμό διαπιστώθηκε με την έρευνα ότι, για να ωφεληθεί από το EPCGS μια εταιρεία πρέπει να αναλάβει την υποχρέωση να εξάγει ορισμένο όγκο εμπορευμάτων μέσα σε ορισμένη χρονική περίοδο. Το σύστημα εξαρτάται συνεπώς de jure από την απόδοση των εξαγωγών, δηλαδή το όφελος δεν προσπορίζεται χωρίς παράλληλη ανάληψη υποχρέωσης για εξαγωγή εμπορευμάτων. Με τα δεδομένα αυτά, θεωρείται ότι έχει ατομικό χαρακτήρα σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από το άρθρο 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού και συνεπώς είναι αντισταθμίσιμο. Με το παραπάνω σκεπτικό, το θέμα κατά πόσον τα κεφαλαιούχα αγαθά χρησιμοποιούνται αποκλειστικά ή όχι για την παραγωγή προϊόντων προς εξαγωγή δεν έχει ουδεμία σημασία.

    (23) Προβάλλεται επιπλέον το επιχείρημα ότι η έκταση του όρου «συντελεστής παραγωγής» σύμφωνα με το σημείο i) του παραρτήματος Ι (επεξηγηματικός κατάλογος εξαγωγικών επιδοτήσεων) του βασικού κανονισμού καλύπτει τα κεφαλαιουχικά αγαθά και ότι, σύμφωνα με την παράγραφο αυτή, η διαγραφή ενός δασμού δεν μπορεί αφ' εαυτού να θεωρηθεί ως επιδότηση εκτός αν υπάρχει υπερβολική διαγραφή.

    Εντούτοις, τα κεφαλαιουχικά αγαθά δεν αποτελούν «συντελεστές παραγωγής» κατά την έννοια του βασικού κανονισμού, επειδή δεν ενσωματώνονται υλικά στα εξαγόμενα προϊόντα.

    (24) Η κυβέρνηση της Ινδίας αμφισβήτησε το γεγονός ότι, για τον υπολογισμό στα προσωρινά συμπεράσματα, του ποσού της επιδότησης ανά μονάδα, τα οφέλη που προκύπτουν από το σύστημα επεκτάθηκαν μόνο στον κύκλο εργασιών των εξαγωγών. Ισχυρίσθηκε ότι επειδή τα κεφαλαιουχικά αγαθά που εισάγονται σύμφωνα με το EPCGS χρησιμοποιούνται για την παραγωγή αγαθών τόσο για την εξαγωγική όσο και για την εγχώρια αγορά, τα οφέλη από το πρόγραμμα θα πρέπει να επεκταθούν στο συνολικό κύκλο εργασιών.

    Σε απάντηση προς τον παραπάνω ισχυρισμό, καθορίστηκε ότι το σύστημα αυτό εξαρτάται αποκλειστικά από την απόδοση των εξαγωγών (βλέπε αιτιολογική σκέψη 22). Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, θεωρείται ορθό, το όφελος από το σύστημα αυτό να ισχύσει μόνο για τον κύκλο εργασιών των εξαγωγών εφόσον η επιδότηση παρέχεται σε συσχετισμό με ορισμένη αξία αγαθών προς εξαγωγή σε μια ορισμένη χρονική περίοδο. Επομένως, ο ισχυρισμός ότι τα οφέλη στο πλαίσιο του συστήματος θα πρέπει να επεκταθούν στο συνολικό κύκλο εργασιών απορρίπτεται.

    (25) Ένας ινδός εξαγωγέας/παραγωγός ισχυρίστηκε ότι η περίοδος απόσβεσης που χρησιμοποιείται στα προσωρινά συμπεράσματα (δηλαδή 15,5 έτη όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 42 του προσωρινού κανονισμού) είναι εσφαλμένη και ότι θα έπρεπε να είχε χρησιμοποιηθεί περίοδος απόσβεσης 21 ετών, που αντιστοιχεί στην περίοδο διαγραφής των πάγιων στοιχείων του ενεργητικού.

    Ως απάντηση στον ισχυρισμό αυτό, πρέπει να σημειωθεί ότι, όπως διατυπώνεται στα προσωρινά συμπεράσματα, η κανονική περίοδος απόσβεσης των κεφαλαιουχικών αγαθών στην υπό εξέταση βιομηχανία ανοξείδωτου χάλυβα που χρησιμοποιήθηκε ήταν 15,5 έτη, περίοδος η οποία αποτελεί μέσο όρο σύμφωνα με πληροφορίες που κοινοποίησαν οι συνεργαζόμενοι ινδοί εξαγωγείς/παραγωγοί. Αυτά τα στοιχεία συμφωνούν με τις απαιτήσεις του άρθρου 7 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού το οποίο αναφέρει ότι σε περίπτωση που μια επιδότηση μπορεί να συνδεθεί με την απόκτηση πάγιων στοιχείων του ενεργητικού, το ποσό της αντισταθμίσιμης επιδότησης θα υπολογίζεται με την κατανομή της στη διάρκεια χρονικής περιόδου που αντιστοιχεί στην κανονική απόσβεση των στοιχείων αυτών του πάγιου ενεργητικού της εν λόγω βιομηχανίας. Δεδομένης της διάταξης αυτής, δεν κρίνεται κατάλληλο να χρησιμοποιηθούν οι περίοδοι απόσβεσης της συγκεκριμένης εταιρείας. Επομένως, ο ισχυρισμός αυτός απορρίπτεται.

    (26) Ένας ινδός εξαγωγέας/παραγωγός ισχυρίστηκε ότι το όφελος για ορισμένα μηχανήματα δεν έπρεπε να είχε συνυπολογιστεί, εφόσον δεν είχε ζητηθεί κατά την περίοδο έρευνας. Μετά από περαιτέρω εξέταση του θέματος, είναι προφανές ότι η εταιρεία ωφελήθηκε στο πλαίσιο του εν λόγω συστήματος, υπό τη μορφή απαλλαγής εισαγωγικού δασμού ο οποίος θα έπρεπε κανονικά να είχε καταβληθεί κατά την περίοδο έρευνας. Το γεγονός ότι τα μηχανήματα δεν λειτουργούσαν πλήρως κατά την περίοδο έρευνας δεν επηρεάζει το εν λόγω συμπέρασμα.

    (27) Τελικά, η κυβέρνηση της Ινδίας ισχυρίσθηκε ότι, ο συνυπολογισμός ενός ποσού για τόκους το οποίο ελήφθη υπόψη για τον υπολογισμό του συνολικού οφέλους των εταιρειών που επωφελούνται από το πρόγραμμα δεν προβλέπεται στην ASCM του ΠΟΕ. Η κυβέρνηση της Ινδίας ισχυρίσθηκε επίσης ότι δεν αποτελεί κοινοτική πρακτική το να περιλαμβάνονται τα ποσά αυτά στον υπολογισμό του οφέλους των εταιρειών που επωφελούνται από παρόμοια προγράμματα επιδοτήσεων.

    Το επιχείρημα αυτό απορρίπτεται συνεπώς για τους λόγους που εξηγούνται στην αιτιολογική σκέψη 20.

    3. Σύστημα απαλλαγής από το φόρο εισοδήματος

    (28) Το ποσοστό επιχειρηματικού φόρου στην Ινδία, το οποίο περιγράφεται στις αιτιολογικές σκέψεις 44 έως 48 του κανονισμού προσωρινών δασμών, μειώθηκε από το φορολογικό έτος 1996/97 (δηλαδή την περίοδο που η Επιτροπή διατύπωσε τα προσωρινά συμπεράσματά της για το σύστημα αυτό). Πρέπει συνεπώς να ληφθεί υπόψη το μειωμένο ποσοστό κατά τον υπολογισμό οποιουδήποτε οφέλους για τους ενδιαφερόμενους ινδούς εξαγωγείς/παραγωγούς.

    Στο θέμα αυτό, σημειώνεται ότι το άρθρο 5 του βασικού κανονισμού προβλέπει πως το ποσό των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων θα υπολογίζεται με βάση το όφελος που προσπορίζεται στον αποδέκτη της επιδότησης και το οποίο διαπιστώνεται κατά την περίοδο της έρευνας για επιδότηση. Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, στην περίπτωση των προσωρινών συμπερασμάτων, η Επιτροπή υπολόγισε το όφελος με βάση το φορολογικό έτος 1996/97 (δηλαδή από 1ης Απριλίου 1996 έως 31 Μαρτίου 1997) που αντιστοιχεί κατά το μέγιστο στην περίοδο της έρευνας. Κατά τη διάρκεια του φορολογικού αυτού έτους, το ποσοστό φορολόγησης των επιχειρήσεων που ίσχυε ήταν 43 %. Για το επόμενο φορολογικό έτος (δηλαδή από 1ης Απριλίου 1997 έως 31 Μαρτίου 1998), το ποσοστό φορολόγησης που έπρεπε να εφαρμοστεί ήταν μειωμένό στο 35 %. Θεωρείται ότι, εφόσον μέρος αυτού του τελευταίου φορολογικού έτους συμπίπτει με την περίοδο της έρευνας της εν λόγω διαδικασίας, θα πρέπει ο υπολογισμός του ποσού των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων να γίνει με βάση μια αναλογική σχέση των δύο φορολογικών ποσοστών κατά την περίοδο της έρευνας. Αντίστοιχα, θα πρέπει να γίνουν οι κατάλληλες ρυθμίσεις για το ποσό της επιδότησης για τις εταιρείες που χρησιμοποίησαν αυτό το σύστημα.

    (29) Η κυβέρνηση της Ινδίας ισχυρίστηκε ότι, κατά τη διατύπωση των προσωρινών συμπερασμάτων, ο συνυπολογισμός ενός ποσού για τους τόκους στο συνολικό όφελος των εταιρειών που επωφελήθηκαν από το πρόγραμμα αυτό αποτέλεσε παραβίαση των προηγούμενων κοινοτικών πρακτικών, ASCM και του βασικού κανονισμού.

    Ως απάντηση στο επιχείρημα αυτό προβάλλεται το γεγονός ότι το ποσό του φόρου το οποίο δεν κατεβλήθη από τις εταιρείες κατά το φορολογικό έτος το οποίο προσεγγίζει κατά το μέγιστο την περίοδο έρευνας, αποτελούσε τον πλέον εύλογο δείκτη οφέλους των εταιρειών στο πλαίσιο του συστήματος αυτού. Το ποσό αυτό θεωρείται ότι ισούται με την εφάπαξ επιχορήγηση που έχει χορηγηθεί στην εταιρεία κατά την περίοδο έρευνας. Στην επιχορήγηση αυτή προστίθεται ένα ποσό για τους τόκους, σύμφωνα με τους λόγους που εκτίθενται στην αιτιολογική σκέψη 20, οπότε ο ισχυρισμός της κυβέρνησης της Ινδίας απορρίπτεται.

    4. Ποσό των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων

    (30) Λαμβάνοντας υπόψη τα οριστικά συμπεράσματα για τα διάφορα συστήματα τα οποία αναφέρθηκαν παραπάνω, το ποσό των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων για καθένα από τους εξαγωγείς/παραγωγούς που αποτέλεσαν αντικείμενο της έρευνας καθορίζεται ως εξής:

    >ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

    (31) Το ποσό των επιδοτήσεων που καθορίστηκε σε οριστική βάση για τις ινδικές εταιρείες οι οποίες δεν συνεργάστηκαν στο πλαίσιο της παρούσας έρευνας, εκπεφρασμένο σε ποσοστό της καθαρής τιμής, ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας, είναι 88,3 % και αποτελεί το άθροισμα του ανωτάτου ποσού που χορηγείται σε συνεργαζόμενους εξαγωγείς στο πλαίσιο του κάθε συστήματος

    (32) Ένας εξαγωγέας/παραγωγός, ο Chandan Steel Ltd συνεργάστηκε στο πλαίσιο της διαδικασίας αντιντάμπινγκ, με την οποία καθορίστηκαν προσωρινά, αφενός, ατομικό περιθώριο ντάμπινγκ και αφετέρου, ατομικό περιθώριο ζημίας, αλλά η εταιρεία αυτή δεν συνεργάστηκε πλήρως στη διαδικασία κατά των επιδοτήσεων. Στο πλαίσιο της τελευταίας διαδικασίας εφαρμόζεται το άρθρο 28 του βασικού κανονισμού για τον καθορισμό του ποσού της επιδότησης, ποσό το οποίο για την προαναφερόμενη εταιρεία, εκπεφρασμένο σε ποσοστό της καθαρής τιμής, ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας, είναι 88,3 %. Ωστόσο, Θεωρείται ότι πρέπει να ληφθεί υπόψη η συνεργασία της εν λόγω εταιρείας στη διαδικασία αντιντάμπινγκ και ο οριστικός αντισταθμιστικός δασμός θα βασίζεται στα διαθέσιμα στοιχεία, δηλαδή στο επίπεδο εξάλειψης της ζημίας που καθορίστηκε για τις εξαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος της εταιρείας αυτής στην Κοινότητα κατά την περίοδο έρευνας της διαδικασίας αντιντάμπινγκ, δεδομένου ότι το επίπεδο αυτό είναι χαμηλότερο από το ποσό της επιδότησης.

    (33) Για τον εξαγωγέα που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 6 του κανονισμού προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ (Sindia Steel Ltd), θεωρήθηκε κατάλληλο να ισχύσει για την εταιρεία αυτή ο σταθμισμένος μέσος όρος των ποσών των επιδοτήσεων που υπολογίστηκαν για τις τέσσερις συνεργαζόμενες εταιρείες της Ινδίας. Το οριστικό ποσό επιδότησης που καθορίστηκε για την εταιρεία αυτή, εκπεφρασμένο σε ποσοστό της καθαρής τιμής, ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας, είναι 34,5 %.

    Ε. ΖΗΜΙΑ

    1. Κοινοτική βιομηχανία

    (34) Κατόπιν πρόσθετης επαλήθευσης, διαπιστώθηκε ότι η αθροισμένη παραγωγή SSB της κοινοτικής βιομηχανίας δεν αποτελεί το 45 %, όπως είχε λανθασμένα καθοριστεί στον κανονισμό προσωρινού δασμού, αλλά το 38 % της συνολικής κοινοτικής παραγωγής. Το ποσοστό αυτό επαρκεί για να υπάρχει συμφωνία με τους όρους του άρθρου 9 παράγραφος 1 και του άρθρου 10 παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού.

    2. Κατανάλωση στην Κοινότητα, μερίδια αγοράς και όγκος εισαγωγών από την Ινδία

    (35) Μετά την κοινολόγηση, δεν διατυπώθηκαν παρατηρήσεις όσον αφορά την κατανάλωση SSB στην Κοινότητα, τα μερίδια αγοράς και τον όγκο των εισαγωγών από την Ινδία. Κατά συνέπεια, επιβεβαιώνονται τα συμπεράσματα των αιτιολογικών σκέψεων 53 έως 56 του κανονισμού προσωρινού δασμού.

    3. Τιμές των εισαγωγών από την Ινδία που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων και πραγματοποίηση πωλήσεων σε τιμές κατώτερες των κοινοτικών

    α) Υπολογισμός των περιθωρίων πώλησης σε χαμηλότερες τιμές

    (36) Όπως επεξηγείται στον κανονισμό προσωρινού δασμού (αιτιολογικές σκέψεις 57 έως 65), πραγματοποιήθηκε λεπτομερής ανάλυση όσον αφορά την πώληση σε τιμές κατώτερες των κοινοτικών, για καθένα από τους εξεταζόμενους ινδούς παραγωγούς και διαπιστώθηκαν σημαντικά περιθώρια πώλησης σε χαμηλότερη τιμή. Τα περιθώρια αυτά υπολογίστηκαν συγκρίνοντας, ανά τύπο πρoϊόντος, τον σταθμισμένο μέσο όρο της τιμής εξαγωγής στα κοινοτικά σύνορα με τις σταθμισμένες μέσες εργοστασιακές τιμές πώλησης της κοινοτικής βιομηχανίας στα μη συνδεδεμένα μέρη. Οι τύποι ινδικού προϊόντος για τους οποίους δεν διαπιστώθηκε αντίστοιχος ή συγκρίσιμος τύπος κοινοτικού προϊόντος αποκλείστηκαν από τον υπολογισμο, αφού αποφασίστηκε ότι οι εναπομένουσες συναλλαγές ήσαν επαρκώς αντιπροσωπευτικές. Στην περίπτωση που οι εξαγωγές έγιναν μέσω συνδεδεμένων εταιρειών, οι τιμές εξαγωγής αναπροσαρμόστηκαν κατάλληλα για να λάβουν υπόψη το κόστος μεταξύ εισαγωγής και μεταπώλησης στον πρώτο ανεξάρτητο πελάτη στην Κοινότητα, καθώς και το κέρδος. Έγινε προσαρμογή στις τιμές πώλησης της κοινοτικής βιομηχανίας για τα έξοδα μεταφοράς εντός της Κοινότητας. Ενώ οι ινδοί εξαγωγείς πραγματοποίησαν πωλήσεις αποκλειστικά σε εμπόρους, η κοινοτική βιομηχανία πραγματοποίησε πωλήσεις τόσο σε εμπόρους όσο και σε τελικούς χρήστες. Κατά συνέπεια, οι πωλήσεις της κοινοτικής βιομηχανίας στους τελικούς χρήστες προσαρμόστηκαν στο επίπεδο πωλήσεων σε εμπόρους. Επιπλέον, οι ινδικές τιμές εξαγωγής προσαρμόστηκαν για τα τέλη μεταφοράς στα κοινοτικά σύνορα.

    (37) Ορισμένοι ινδοί παραγωγοί επανέλαβαν το αίτημά τους για προσαρμογή όσον αφορά τις διαφορές μεταξύ ινδικού και κοινοτικού χρόνου αναμονής μεταξύ παραγγελίας και παράδοσης και όσον αφορά τις διαφορές αξιοπιστίας σε θέματα έγκαιρης παράδοσης. Ειδικότερα, ισχυρίστηκαν ότι έπρεπε συχνά να εκδίδουν πιστωτικά σημειώματα στους πελάτες τους λόγω καθυστέρησης των παραδόσεων. Ωστόσο, τα πιστωτικά σημειώματα για τις καθυστερημένες παραδόσεις δεν αποδεικνύουν ότι ο μεγαλύτερος χρόνος αναμονής των ινδών ή η έλλειψη αξιοπιστίας όσον αφορά τους χρόνους παράδοσης, επηρέασαν την τιμή πώλησης, όταν διενεργήθηκαν οι διαπραγματεύσεις περί τιμής. Κατά συνέπεια, το αίτημα για την προσαρμογή αυτή δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό. Στο πλαίσιο αυτό, ελήφθη επίσης υπόψη ότι ο συμβατικός χρόνος παράδοσης των ινδών παραγωγών είχε συχνές διακυμάνσεις από τέσσερις μέχρι έξι μήνες, χωρίς αυτό να επηρεάζει τη συμφωνημένη τιμή πώλησης.

    (38) Όλοι οι ινδοί παραγωγοί επανέλαβαν το αίτημά τους για προσαρμογή για ποιοτικές διαφορές. Ειδικότερα, ισχυρίστηκαν ότι οι SSB που παράγονται από κοινοτικούς παραγωγούς έχουν υψηλότερη κατεργασιμότητα που επιτρέπει τη μείωση της διάρκειας της διαδικασίας περαιτέρω μετασχηματισμού των SSB. Από την άποψη αυτή, σημειώθηκε ότι ορισμένοι κοινοτικοί παραγωγοί πράγματι πώλησαν ένα ποσοστό προϊόντων με εμπορικό σήμα που ανέφερε υψηλότερη κατεργασιμότητα. Ωστόσο, διαπιστώθηκε ότι δεν υπήρχε συνεπές πλαίσιο τιμών που να καταδεικνύει ότι τα προϊόντα με μεγαλύτερη κατεργασιμότητα πωλούντο σε τιμές υψηλότερες και επομένως είχαν μεγαλύτερη αγοραία αξία. Κατά συνέπεια, δεν μπορούσε να γίνει προσαρμογή, εφόσον δεν διαπιστώθηκε επίδραση στις τιμές και τη συγκρισιμότητα των τιμών. Επιπλέον, σημειώθηκε ότι όλοι οι ινδοί παραγωγοί είχαν υποβάλει το ίδιο αίτημα για προσαρμογή, παραβλέποντας ενδεχόμενες ποιοτικές διαφορές μεταξύ των προϊόντων τους.

    (39) Μια ινδική επιχείρηση ισχυρίστηκε ότι η τιμή πώλησης της κοινοτικής βιομηχανίας αποτελείτο από την τιμή βάσης και την αποκαλούμενη «προσαύξηση κράματος» δηλαδή τιμή για τα κράματα που περιέχονται στις SSB. Η επιχείρηση ζήτησε να εξαιρεθεί η προσαύξηση κράματος από την κοινοτική τιμή πώλησης για τον υπολογισμό της πώλησης σε τιμή χαμηλότερη της κοινοτικής. Το αίτημα αυτό δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτό εφόσον η προσαύξηση κράματος ήταν μέρος της τελικής τιμής πώλησης που κατέβαλαν οι πελάτες. Στο πλαίσιο αυτό, σημειώθηκε ότι οι ινδικές τιμές πώλησης περιελάμβαναν και αυτές στοιχείο κράματος, αν και δεν εκφράζετο σαφώς στο τιμολόγιο.

    (40) Λαμβάνοντας υπόψη τις ανωτέρω διορθώσεις, τα περιθώρια πώλησης σε τιμές κατώτερες των κοινοτικών είναι τα εξής:

    >ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

    (41) Το σταθμισμένο μέσο περιθώριο μειωμένων τιμών που υπολογίστηκε για την Sindia Steel Ltd (βλέπε ανωτέρω αιτιολογική σκέψη 33) ανήρχετο σε 16,8 %. Συμπεραίνεται ότι τα εν λόγω περιθώρια μειωμένων τιμών ήσαν σημαντικά.

    β) Ισχυρισμός περί αντιανταγωνιστικής συμπεριφοράς

    (42) Στις παρατηρήσεις που υπέβαλαν μετά την κοινολόγηση, οι ινδικές επιχειρήσεις συνέχισαν να υποστηρίζουν ότι ο υπολογισμός των περιθωρίων μειωμένων τιμών, καθώς και τα συμπεράσματα όσον αφορά άλλους παράγοντες ζημίας, την αιτιώδη συνάφεια και το συμφέρον της Κοινότητας, δεν θα είχε νόημα στο πλαίσιο της έρευνας αυτής ενόψει της απόφασης της Επιτροπής (5) για θέματα ανταγωνισμού (υπόθεση IV/35.814, «Προσαύξηση κράματος»). Σύμφωνα με την απόφαση αυτή, οι παραγωγοί πλατέων προϊόντων ανοξείδωτου χάλυβα προέβησαν σε «εναρμονισμένη τροποποίηση και εφαρμογή των τιμών αναφοράς της μεθόδου υπολογισμού της προσαύξησης της τιμής του κράματος, πρακτική η οποία είχε ως σκοπό αλλά και ως αποτέλεσμα τον περιορισμό και τη νόθευση της κανονικής λειτουργίας του ανταγωνισμού στην κοινή αγορά».

    (43) Στο πλαίσιο αυτό υπενθυμίζεται ότι η απόφαση είχε σχέση με τα «πλατέα προϊόντα» ανοξείδωτου χάλυβα σε αντιδιαστολή με τις ράβδους από ανοξείδωτο χάλυβα που υπάγονται στην κατηγορία μακρών προϊόντων. Επιπλέον, οι παραγωγοί πλατέων προϊόντων και οι παραγωγοί SSB διαφέρουν σε μεγάλο βαθμό και ο αριθμός των παραγωγών SSB είναι σημαντικά μεγαλύτερος από τον αριθμό των παραγωγών πλατέων προϊόντων χάλυβα.

    (44) Ωστόσο, οι ινδοί παραγωγοί επανέλαβαν τον ισχυρισμό τους για την ύπαρξη εναρμονισμένης πρακτικής στον τομέα των SSB. Ορισμένες από τις εν λόγω επιχειρήσεις υπέβαλαν και αυτές επίσημη καταγγελία στην Επιτροπή σχετικά με τις SSB, σύμφωνα με το άρθρο 3 του κανονισμού αριθ. 17/62 (6). Προς στήριξη του ισχυρισμού τους, οι ινδικές επιχειρήσεις υποστήριξαν ότι μια ένωση παραγωγών προϊόντων σιδήρου στην Κοινότητα διένεμε σε μηνιαία βάση σε όλα τα μέλη της κατάλογο των προσαυξήσεων κράματος που εφήρμοζε ο σημαντικότερος παραγωγός στη χώρα αυτή. Επιπλέον, υποστήριξαν ότι ο εν λόγω παραγωγός εφήρμοζε τον ίδιο συντελεστή (καλούμένο συντελεστή απόδοσης) για τον υπολογισμό της προσαύξησης κράματος για SSB με βάση την προσαύξηση κράματος για τα πλατέα προϊόντα ως έμπορος σε διαφορετικό κράτος μέλος. Ισχυρίστηκαν ότι τα στοιχεία που παρήχαν αποδεικνύουν την ύπαρξη εναρμονισμένης πρακτικής στην αγορά SSB.

    (45) Στο πλαίσιο αυτό είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η εφαρμογή συστήματος προσαύξησης κράματος καθώς και η χρησιμοποίηση συντελεστή απόδοσης δεν είναι παράνομη. Τό σύστημα προσαύξησης κράματος επιτρέπει στον παραγωγό ανοξείδωτου χάλυβα -με νόμιμο τρόπο- να αντικατοπτρίζει τις διακυμάνσεις των τιμών αγοράς των στοιχείων κράματος στην τιμή πώλησης στους πελάτες του και κατ' αυτόν τον τρόπο να προστατεύεται από τον κίνδυνο σημαντικών διακυμάνσεων στο κόστος παραγωγής. Επίσης, σημειώθηκε ότι η χρήση προσαύξησης κράματος συνηθίζεται σε άλλες αγορές χάλυβα εκτός Κοινότητας και εφαρμόζεται, με μικρές διακοπές, στην Κοινότητα επί πολλά έτη. Επιπλέον, διαπιστώθηκε ότι όσον αφορά τα προϊόντα ΕΚΑΧ, το άρθρο 60 της συνθήκης ΕΚΑΧ και οι κοινοτικές διατάξεις εφαρμογής προβλέπουν ότι οι κοινοτικοί παραγωγοί ενημερώνουν την Επιτροπή και κάθε ενδιαφερόμενο για την εφαρμογή συστήματος προσαύξησης κράματος [άρθρο 6β της απόφασης αριθ. 37/54 (7)].

    (46) Κατά συνέπεια, και σύμφωνα με την απόφαση της Επιτροπής στην υπόθεση IV/35.814, η εφαρμογή συστήματος προσαύξησης κράματος είναι παράνομη μόνο στην περίπτωση που το εν λόγω σύστημα εφαρμόζεται με συντονισμένο, ήτοι αντιανταγωνιστικό τρόπο. Ωστόσο, στο πλαίσιο αυτό δεν ευρέθησαν αποδεικτικά στοιχεία κατά τη διάρκεια της έρευνας.

    (47) Επιπλέον, διαπιστώθηκε ότι η τιμή των κοινοτικών παραγωγών για ιδίου τύπου προϊόντα σε συγκρίσιμες κατηγορίες πελατών ποίκιλλαν εντός του ιδίου χρονικού διαστήματος, οδηγώντας σε διαφορετικά επίπεδα κερδών για την κοινοτική βιομηχανία.

    (48) Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, συνήχθη το συμπέρασμα ότι τα συμπεράσματα ως προς τη ζημία και το κοινοτικό συμφέρον, καθώς και ο υπολογισμός μειωμένων τιμών δεν ήσαν ασήμαντα κατά τους ισχυρισμούς των ινδικών επιχειρήσεων. Συνεπώς, το αίτημα των ινδών σχετικά με την περάτωση της έρευνας δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτό. Ομοίως, δεν ήταν δυνατόν να ανασταλεί η έρευνα αντιντάμπινγκ μέχρις ότου η Επιτροπή ολοκληρώσει την έρευνά της σχετικά με την κατά τους ισχυρισμούς αντιανταγωνιστική συμπεριφορά, διότι η έρευνα αντιντάμπινγκ πρέπει να ολοκληρώνεται το αργότερο εντός 13 μηνών από την ανακοίνωση έναρξης, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού.

    (49) Εντούτοις, σημειώθηκε ότι η Επιτροπή συνεχίζει την έρευνά της σχετικά με την αποκαλούμενη αντιανταγωνισπκή συμπεριφορά. Σε περίπτωση που η Επιτροπή διαπιστώσει την ύπαρξη εναρμονισμένης πρακτικής, πληρούνται οι όροι αυτεπάγγελτης έναρξης επανεξέτασης. Η επανεξέταση αυτή θα πραγματοποιηθεί ταχέως, δηλαδή τό αργότερο εντός 12 μηνών, προκειμένου να διερευνηθεί αν και μέχρι ποίου βαθμού τα πορίσματα όσον αφορά τη ζημία, την αιτιώδη συνάφεια και το κοινοτικό συμφέρον επηρεάζονται από παρόμοια αντιανταγωνιστική πρακτική.

    4. Κατάσταση της κοινοτικής βιομηχανίας

    (50) Μετά την έκδοση του κανονισμού περί επιβολής προσωρινών δασμών δεν διατυπώθηκαν παρατηρήσεις όσον αφορά την κατάσταση της κοινοτικής βιομηχανίας σχετικά με τον όγκο παραγωγής, την ικανότητα και χρησιμοποίηση της παραγωγής ικανότητας, τον όγκο των πωλήσεων, το μερίδιο αγοράς, τις τιμές πωλήσεων, την αποδοτικότητα, την απασχόληση και τα αποθέματα. Συνεπώς, επιβεβαιώνονται τα συμπεράσματα των αιτιολογικών σκέψεων 67 έως 78 του κανονισμού προσωρινού δασμού.

    Ωστόσο, η κυβέρνηση της Ινδίας αμφισβήτησε τα συμπεράσματα που συνάγονται από τα εν λόγω πορίσματα, ειδικότερα διατυπώθηκε ο ισχυρισμός ότι η πτώση των αριθμητικών στοιχείων της κοινοτικής παραγωγής δεν μπορεί να καταλογισθεί στη μείωση των ινδικών εισαγωγών. Το επιχείρημα αυτό σχετίζεται με την αιτιώδη συνάφεια που εξετάζεται κατωτέρω. Τέλος, η κυβέρνηση της Ινδίας ισχυρίστηκε ότι η κοινοτική βιομηχανία αύξησε τις πωλήσεις της σε μη συνδεδεμένα μέρη από το 1994 έως την ΔΕ 12 (βλέπε αιτιολογική σκέψη 52 στον κανονισμό προσωρινού δασμού). Το γεγονός αυτό, εντούτοις, δεν καθιστά άκυρα τα πορίσματα και τα συμπεράσματα σχετικά με τις συνολικές πωλήσεις (ιδίως την αρνητική ανάπτυξη του μεριδίου αγοράς από το 1994) και σχετικά με τις πωλήσεις σε μη συνδεδεμένα μέρη που επίσης χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό της πώλησης σε χαμηλότερες τιμές.

    5. Συμπεράσματα

    (51) Με βάση τα ανωτέρω, συμπεραίνεται ότι η κοινοτική βιομηχανία υφίσταται σημαντική ζημία όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 79 του κανονισμού προσωρινού δασμού.

    ΣΤ. ΑΙΤΙΩΔΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑ

    (52) Μετά την έκδοση του κανονισμού περί επιβολής προσωρινών δασμών, ορισμένες ινδικές επιχειρήσεις εξέφρασαν αμφιβολίες για το αν η ζημία που υφίσταται η κοινοτική βιομηχανία προκλήθηκε από τις εισαγωγές από την Ινδία που αποτέλεσαν αντικείμενο επιδοτήσεων. Ειδικότερα, ισχυρίστηκαν ότι η ζημία προκλήθηκε από άλλους παράγοντες, συγκεκριμένα, εισαγωγές σε μειωμένες τιμές από άλλες χώρες. Επίσης, ισχυρίστηκαν ότι άλλοι κοινοτικοί παραγωγοί δεν ακολούθησαν τις ίδιες τάσεις με την κοινοτική βιομηχανία.

    (53) Στο πλαίσιο αυτό, αξίζει να σημειωθεί ότι οι ινδικές εισαγωγές ήσαν παρούσες σε σημαντικές ποσότητες καθ' όλη τη διάρκεια της περιόδου με ανώτατο ποσοστό μεριδίου αγοράς 9,1 % το 1996. Επίσης, διαπιστώθηκε ότι οι εν λόγω εισαγωγές πραγματοποιούντο σε τιμές σημαντικά χαμηλότερες από τις τιμές της κοινοτικής βιομηχανίας. Ελήφθη επίσης υπόψη το γεγονός ότι ορισμένοι έμποροι αγοράζουν SSB τόσο από ινδικές όσο και από κοινοτικές πηγές, αποτέλεσμα του οποίου είναι να καθίσταται η αγορά διαφανής και ευαίσθητη ως προς τις τιμές.

    Σημειώθηκε ότι οι ανωτέρω διαπιστωθείσες τάσεις των ινδικών εισαγωγών συνέπιπταν με την επιδείνωση της κατάστασης της κοινοτικής βιομηχανίας, ειδικότερα την απώλεια του μεριδίου αγοράς και την πτώση των τιμών της από το 1995. Λόγω της ύπαρξης εισαγωγών SSB καταγωγής Ινδίας που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων, κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας, η κοινοτική βιομηχανία έπρεπε να μειώσει κατά πολύ τις τιμές της, χωρίς να λάβει υπόψη τις επιπτώσεις στην αποδοτικότητα. Κατά συνέπεια, διαπιστώθηκε αιτιώδης συνάφεια μεταξύ των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο επιδοτήσεων και της ζημίας που υπέστη η βιομηχανία.

    (54) Επίσης, διερευνήθηκε κατά πόσον παράγοντες άλλοι από τις εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο επιδοτήσεων ήταν δυνατόν να συμβάλουν στη ζημία που υπέστη η κοινοτική βιομηχανία. Στο πλαίσιο αυτό, σημειώθηκε ότι οι εισαγωγές από άλλες χώρες πραγματοποιούντο είτε σε ποσότητες κατώτερες ή πλησίον των κατωφλίων που καθορίζονται στο άρθρο 14 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού ή/και σε υψηλότερες τιμές από τις τιμές των ινδικών εισαγωγών. Συνεπώς, οι εν λόγω εισαγωγές δεν ήταν δυνατόν να ανατρέψουν την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ των εισαγωγών από την Ινδία που αποτέλεσαν αντικείμενο επιδοτήσεων και της ζημίας που υπέστη η κοινοτική βιομηχανία.

    (55) Επιπλέον, διερευνήθηκε ο ισχυρισμός ορισμένων ινδών παραγωγών ότι η κατάσταση άλλων κοινοτικών παραγωγών ήταν σημαντικά καλύτερη από την κατάσταση της κοινοτικής βιομηχανίας. Στο σημείο αυτό, πρέπει να υπενθυμιστεί ότι τα λεπτομερή και διακριβωμένα στοιχεία είναι διαθέσιμα μόνο για την κοινοτική βιομηχανία. Λαμβάνοντας υπόψη τη διαφάνεια της αγοράς SSB στην Κοινότητα και την ευαισθησία των τιμών, συνάγεται το λογικό συμπέρασμα ότι άλλοι κοινοτικοί παραγωγοί ενδεχομένως ακολούθησαν παρόμοια τάση με την κοινοτική βιομηχανία, ειδικότερα όσον αφορά τις τιμές.

    (56) Τέλος, προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι η πτώση των τιμών πώλησης των SSB της κοινοτικής βιομηχανίας από το 1995 είναι αποτέλεσμα της πτώσης της τιμής κράματος. Ωστόσο, στο πλαίσιο αυτό, σημειώθηκε ότι οποιαδήποτε μεταβολή των παγκόσμιων τιμών στην αγορά κράματος έχει τις ίδιες συνέπειες για τους ινδούς παραγωγούς και κατά συνέπεια δεν επηρεάζει τη διαπιστωθείσα πώληση σε χαμηλότερες τιμές. Επιπλέον, σημειώθηκε ότι η κοινοτική βιομηχανία είχε και αυτή μειώσει σημαντικά τις τιμές βάσης.

    (57) Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, επιβεβαιώνονται τα συμπεράσματα του κανονισμού προσωρινού δασμού (αιτιολογικές σκέψεις 80 έως 88), ότι δηλαδή εισαγωγές σε μειωμένες τιμές από την Ινδία, που αποτέλεσαν αντικείμενο επιδοτήσεων, όταν εξετασθούν μεμονωμένα, προκάλεσαν σοβαρή ζημία στην κοινοτική βιομηχανία.

    Ζ. ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ

    (58) Μετά την έκδοση του κανονισμού περί επιβολής προσωρινών δασμών, δεν διατυπώθηκαν τεκμηριωμένες παρατηρήσεις όσον αφορά την ανάλυση του κοινοτικού συμφέροντος, που παρατίθεται στις αιτιολογικές σκέψεις 89 έως 94 του κανονισμού προσωρινού δασμού.

    (59) Κατά συνέπεια, συμπεραίνεται ότι η επιβολή μέτρων θα οδηγήσει στην αποκατάσταση του πραγματικού ανταγωνισμού και θα καταστήσει την κοινοτική βιομηχανία ικανή να ανακτήσει το μερίδιο αγοράς που έχει απωλέσει και να βελτιώσει την αποδοτικότητά της.

    (60) Ελλείψει αντίδρασης εκ μέρους χρηστών και εισαγωγέων, θεωρήθηκε δεδομένο ότι οι επιπτώσεις οιασδήποτε αναμενόμενης αύξησης των τιμών θα ήταν περιορισμένες, λαμβάνοντας υπόψη το ύψος του προτεινόμενου δασμού. Όσον αφορά την εφοδιάζουσα βιομηχανία, συνήχθη το συμπέρασμα ότι η αποκατάσταση του θεμιτού εμπορίου θα οδηγούσε σε βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς της.

    (61) Συνοψίζοντας, είναι δυνατόν να επιβεβαιωθούν τα συμπεράσματα των αιτιολογικών σκέψεων 89 έως 93 του κανονισμού προσωρινού δασμού. Ειδικότερα, δεν υπάρχουν επιτακτικοί λόγοι για τους οποίους η επιβολή μέτρων δεν θα ήταν προς το συμφέρον της Κοινότητας.

    Η. ΑΝΤΙΣΤΑΘΜΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ

    (62) Με βάση τα ανωτέρω συμπεράσματα όσον αφορά την επιδότηση, την ζημία, την αιτιώδη συνάφεια και το κοινοτικό συμφέρον, εξετάσθηκαν η μορφή και το ύψος των οριστικών αντισταθμιστικών μέτρων προκειμένου να εξουδετερωθεί η στρέβλωση του εμπορίου που προκαλείται από τις ζημιογόνους επιδοτήσεις, και να αποκατασταθούν οι συνθήκες του πραγματικού ανταγωνισμού στην κοινοτική αγορά SSB.

    (63) Ως εκ τούτου, όπως αναλύεται στις αιτιολογικές σκέψεις 96 έως 98 του κανονισμού προσωρινού δασμού, υπολογίστηκε μη ζημιογόνο επίπεδο τιμών, το οποίο θα επέτρεπε στην κοινοτική βιομηχανία να καλύψει το κόστος παραγωγής και να έχει εύλογο κέρδος από τις πωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος.

    (64) Μια ινδική επιχείρηση ισχυρίστηκε ότι ο υπολογισμός του μη ζημιογόνου επιπέδου τιμών ήταν λανθασμένος εφόσον το περιθώριο κέρδους για όλους τους τύπους του προϊόντος ήταν το ίδιο. Πρέπει να σημειωθεί ότι το μη ζημιογόνο επίπεδο τιμών υπολογίστηκε με βάση τη μέση τιμή πώλησης ανά τύπο του προϊόντος, μείον το τρέχον σταθμισμένο μέσο περιθώριο κέρδους της κοινοτικής βιομηχανίας στο οποίο προστέθηκε εύλογο κέρδος όπως αναλύεται ανωτέρω. H προσέγγιση αυτή θεωρήθηκε η πλέον κατάλληλη για τους σκοπούς της παρούσας έρευνας.

    (65) Η σύγκριση των μη ζημιογόνων επιπέδων τιμών με τις τιμές εξαγωγής των ινδών παραγωγών, κατέδειξε τα ακόλουθα περιθώρια ζημίας, εκφραζόμενα σε σχέση με το επίπεδο τιμής «ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας»:

    >ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

    (66) Για την εταιρεία Sindia Steels Ltd, χρησιμοποιείται σταθμισμένος μέσος όρος των περιθωρίων ζημίας των συνεργαζόμενων ινδικών επιχειρήσεων. Το ανωτέρω οδήγησε σε περιθώριο ζημίας 22,1 %.

    (67) Σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, ο δασμός πρέπει να αντιστοιχεί στο ποσό της επιδότησης, εκτός αν το περιθώριο ζημίας είναι χαμηλότερο. Κατά συνέπεια, για τους συνεργαζόμενους παραγωγούς ισχύουν οι ακόλουθοι δασμοί:

    >ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

    (68) Για τη Sindia Steels Ltd ο δασμός θα έπρεπε να είναι 22,1 %.

    (69) Προκειμένου να αποφευχθεί η πριμοδότηση της μη συνεργασίας και να εξασφαλιστεί η μη καταστρατήγηση των αντισταθμιστικών μέτρων, θεωρήθηκε δέον να τεθεί ο δασμός για τις μη συνεργαζόμενες επιχειρήσεις στο επίπεδο του υψηλότερου επιβληθέντος δασμού, ήτοι 25,5 %, εφόσον υπήρχε υψηλό επίπεδο συνεργασίας εκ μέρους των ινδών παραγωγών εξαγωγέων.

    Θ. ΑΝΑΛΗΨΗ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ

    (70) Ενώ η έρευνα βρισκόταν σε προχωρημένο στάδιο, πολλές ινδικές εταιρείες προσεφέρθηκαν να αναλάβουν υποχρεώσεις. Οι εταιρείες ανέλαβαν να μην επωφεληθούν στο μέλλον από επιδοτήσεις των εξαγωγών που διαπιστώθηκαν ως αντισταθμίσιμες, όσον αφορά τις εξαγωγές τους προς την Κοινότητα. Σύμφωνα με τις εταιρείες, η ανάληψη υποχρέωσης θα έχει ως συνέπεια την ουσιαστική αύξηση των τιμών εξαγωγής. Η προσφορά αυτή δεν ήταν δυνατό να γίνει δεκτή.

    Κατά πρώτο λόγο, οι εταιρείες αυτές θα συνέχιζαν να προσπορίζονται αντισταθμίσιμες επιδοτήσεις βάσει των εξαγωγών τους σε χώρες εκτός Κοινότητας και βάσει των εισαγωγών πρώτων υλών και κεφαλαιουχικών αγαθών που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή προϊόντων εκτός των ράβδων ανοξείδωτου χάλυβα. Έτσι, οι δυσκολίες που προκύπτουν για την παρακολούθηση ενός παρόμοιου μέτρου φαίνονται ανυπέρβλητες, με αποτέλεσμα να υφίσταται μεγάλη πιθανότητα καταστρατήγησης.

    Κατά δεύτερο λόγο, η προτεινόμενη ανάληψη υποχρέωσης δεν περιλαμβάνει κανένα μέτρο τήρησης επιπέδου τιμών, με συνέπεια να θεωρείται ότι οι ζημιογόνες επιπτώσεις των επιδοτούμενων εισαγωγών δεν εξαλείφονται με την έγκριση παρόμοιας υποχρέωσης.

    Μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής προτάσεων σχετικά με αναλήψεις υποχρεώσεων, εξάγων παραγωγός υπέβαλε πρόταση για ανάληψη υποχρέωσης. Η εν λόγω εταιρεία προσεφέρθη να διατηρήσει ορισμένες ελάχιστες τιμές. Η προσφορά αυτή εξετάσθηκε και διαπιστώθηκε ότι λόγω της μεγάλης ποικιλίας τύπων του υπό εξέταση προϊόντος και των σημαντικών διακυμάνσεων των τιμών για το υπό εξέταση προϊόν, θα ήταν δύσκολο να καθοριστούν τιμές οι οποίες να εξαλείψουν τις ζημιογόνες συνέπειες των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων. Ως εκ τούτου, η εν λόγω προσφορά για ανάληψη υποχρέωσης δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτή.

    Ι. ΕΙΣΠΡΑΞΗ ΤΩΝ ΠΡΟΣΩΡΙΝΩΝ ΔΑΣΜΩΝ

    (71) Δεδομένης της έκτασης των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων που διαπιστώθηκαν για τους εξαγωγείς/παραγωγούς και της σοβαρότητας της ζημίας που προκλήθηκε στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, θεωρείται αναγκαίο τα ποσά που κατατέθηκαν ως εγγύηση υπό μορφή αντισταθμιστικού δασμού σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1556/98 να εισπραχθούν οριστικά στην έκταση του ποσού των οριστικά επιβαλλομένων δασμών εκτός εάν τα ποσοστά του προσωρινού δασμού είναι χαμηλότερα οπότε θα πρέπει να ισχύει το ποσοστό του προσωρινού δασμού,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ

    Άρθρο 1

    1. Επιβάλλεται οριστικός αντισταθμιστικός δασμός στις εισαγωγές ράβδων ανοξείδωτου χάλυβα που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 7222 20 11, 7222 20 21, 7222 20 31 και 7222 20 81, καταγωγής Ινδίας.

    2. Τα προϊόντα που κατασκευάζονται από τις ακόλουθες εταιρείες υπόκεινται στα ακόλουθα ποσοστά του δασμού που εφαρμόζεται στην καθαρή τιμή, ελεύθερο στα κοινοτικά σύνορα:

    >ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

    3. Εκτός αν προσδιοριστεί διαφορετικά, εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τους τελωνειακούς δασμούς.

    Άρθρο 2

    Το ποσό που έχει εισπραχθεί ως εγγύηση υπό μορφή προσωρινού αντισταθμιστικού δασμού σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1556/98 εισπράττεται οριστικά στο ποσοστό του προσωρινού δασμού σε περίπτωση που αυτό είναι χαμηλότερο από το οριστικό ποσοστό. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις εισπράττεται στο ποσοστό του δασμού που επιβάλλεται οριστικά. Τα ποσά που έχουν εισπραχθεί ως εγγύηση κατά πλεόνασμα των οριστικών ποσοστών δασμού αποδεσμεύονται.

    Άρθρο 3

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

    Βρυξέλλες, 13 Νοεμβρίου 1998.

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    J. FARNLEITNER

    (1) ΕΕ L 288 της 21. 10. 1997, σ. 1.

    (2) ΕΕ L 202 της 18. 7. 1998, σ. 40.

    (3) ΕΕ L 155 της 29. 5. 1998, σ. 3.

    (4) ΕΕ C 264 της 30. 8. 1997, σ. 2.

    (5) ΕΕ L 100 της 1. 4. 1998, σ. 55.

    (6) ΕΕ 13 της 21. 2. 1962, σ. 204/62.

    (7) ΕΕ 18 της 1. 8. 1954, σ. 470/54.

    Top