Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31998R1742

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1742/98 της Επιτροπής της 5ης Αυγούστου 1998 για την επιβολή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές πεπιεσμένων ινοσανίδων καταγωγής Βραζιλίας, Βουλγαρίας, Εσθονίας, Λετονίας, Λιθουανίας, Πολωνίας και Ρωσίας και την αποδοχή των αναλήψεων υποχρεώσεων που πρότειναν ορισμένοι εξαγωγείς σε σχέση με τις εν λόγω εξαγωγές

ΕΕ L 218 της 6.8.1998, p. 16–39 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 06/02/1999

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/1998/1742/oj

31998R1742

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1742/98 της Επιτροπής της 5ης Αυγούστου 1998 για την επιβολή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές πεπιεσμένων ινοσανίδων καταγωγής Βραζιλίας, Βουλγαρίας, Εσθονίας, Λετονίας, Λιθουανίας, Πολωνίας και Ρωσίας και την αποδοχή των αναλήψεων υποχρεώσεων που πρότειναν ορισμένοι εξαγωγείς σε σχέση με τις εν λόγω εξαγωγές

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 218 της 06/08/1998 σ. 0016 - 0039


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 1742/98 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 5ης Αυγούστου 1998 για την επιβολή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές πεπιεσμένων ινοσανίδων καταγωγής Βραζιλίας, Βουλγαρίας, Εσθονίας, Λετονίας, Λιθουανίας, Πολωνίας και Ρωσίας και την αποδοχή των αναλήψεων υποχρεώσεων που πρότειναν ορισμένοι εξαγωγείς σε σχέση με τις εν λόγω εξαγωγές

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 905/98 (2), και ιδίως τα άρθρα 7 και 8,

κατόπιν διαβουλεύσεων με τη συμβουλευτική επιτροπή,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

Α. ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1) Στις 7 Νοεμβρίου 1997, η Επιτροπή ανήγγειλε, με ανακοίνωση (εφεξής καλούμενη «ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας») που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (3), την έναρξη διαδικασίας αντιτάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές στην Κοινότητα πεπιεσμένων ινοσανίδων (hardboard) καταγωγής Βραζιλίας, Βουλγαρίας, Εσθονίας, Λετονίας, Λιθουανίας, Πολωνίας και Ρωσίας.

Η διαδικασία κινήθηκε μετά από καταγγελία που υπέβαλαν οι ακόλουθοι κοινοτικοί παραγωγοί: Atex Werke GmbH & Co., Funder Industrie GmbH, Hornitex Werk GmbH, Isoroy SA, Silva Srl, Suomen Kuitulevy ΟΥ, Swanboard ΑΒ και Techboard Ltd. Οι εν λόγω παραγωγοί αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο μέρος της κοινοτικής παραγωγής πεπιεσμένων ινοσανίδων. Η καταγγελία περιείχε αποδεικτικά στοιχεία για την ύπαρξη ντάμπινγκ του εν λόγω προϊόντος και για σημαντική ζημία που προέκυπτε από την πρακτική αυτή, τα οποία θεωρήθηκαν επαρκή, κατόπιν διαβουλεύσεων, για την έναρξη διαδικασίας.

(2) Η Επιτροπή ενημέρωσε επίσημα τους καταγγέλλοντες κοινοτικούς παραγωγούς, τους εξάγοντες παραγωγούς και τους γνωστούς ως ενδιαφερόμενους εισαγωγείς, τους αντιπροσώπους των χωρών εξαγωγής καθώς και τους κοινοτικούς χρήστες και προμηθευτές για την έναρξη της διαδικασίας. Τα άμεσα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν την ευκαιρία να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση εντός της προθεσμίας που είχε καθοριστεί στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας.

(3) Ορισμένοι εξάγοντες παραγωγοί των ενδιαφερόμενων χωρών, καθώς και οι καταγγέλλοντες κοινοτικοί παραγωγοί, οι κοινοτικοί χρήστες και εισαγωγείς διατύπωσαν γραπτώς τις απόψεις τους. Δεκτά σε ακρόαση έγιναν όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη που υπέβαλαν σχετικό αίτημα εντός της ταχθείσας προθεσμίας και τα οποία δήλωσαν ότι υπήρχαν ιδιαίτεροι λόγοι για τους οποίους επιβάλλετο η ακρόασή τους.

(4) Η Επιτροπή έστειλε ερωτηματολόγια σε όλα τα γνωστά ως ενδιαφερόμενα μέρη και έλαβε απάντηση από πέντε καταγγέλλοντες κοινοτικούς παραγωγούς, δύο εταιρείες στη Βραζιλία, έναν εισαγωγέα που συνδεόταν με μία από τις βραζιλιάνικες εταιρείες, δύο εταιρείες στη Βουλγαρία, μία εταιρεία στην Εσθονία, μία εταιρεία στη Λετονία καθώς και μια συνδεόμενη εταιρεία εγκατεστημένη στη Λετονία, μία εταιρεία στη Λιθουανία, έξι εταιρείες στην Πολωνία και μία εταιρεία στη Ρωσία. Η Επιτροπή έλαβε επίσης αξιόπιστες και πλήρεις απαντήσεις από έξι μη συνδεόμενους εισαγωγείς στην Κοινότητα.

(5) Η Επιτροπή αναζήτησε και επαλήθευσε όλες τις πληροφορίες που θεωρούσε απαραίτητες προς το σκοπό του προκαταρκτικού προσδιορισμού του ντάμπινγκ, της προκύπτουσας ζημίας και του συμφέροντος της Κοινότητας και διεξήγαγε επαληθεύσεις στις εγκαταστάσεις των ακόλουθων εταιρειών:

α) καταγγέλλοντες κοινοτικοί παραγωγοί

Γερμανία:

- ΑΤΕΧ Werke GmbH & Co., Grafenau

Γαλλία:

- Tarnaise des Panneaux SA (Groupe Isoroy SA), Castres

- Saborec SA (Groupe Isoroy SA), Strasbourg

Ιταλία:

- Silva Srl, S. Michele Mondovi

Φινλανδία:

- Suomen Kuitulevy ΟΥ (Finnish Fibreboard Ltd), Heinola

Ηνωμένο Βασίλειο:

- Techboard Ltd, Ebbw Vale.

β) εξάγοντες παραγωγοί

Βραζιλία:

- Duratex SA, Sγο Paulo

- Eucatex SA, Sγo Paulo

Βουλγαρία:

- Fazerles AD, Silistra

- Lessoplast AD, Trojan

Εσθονία:

- AS Repo Vabrikud, Pόssi

Λετονία:

- AS «Bolderβja», Riga

- AS «Grξva-Β», Riga (εταιρεία συνδεδεμένη με την εταιρεία AS Bolderβja)

Λιθουανία:

- JSC Grigiskes, Grigiskes

Πολωνία:

- Alpex-Karlino SA, Karlino

- Zaklady Ρlyt Pilsniowych w Czarnej Wodjie, Czarna Woda

- Ekoplyta SΑ, Czarnkow

- Zaklady Plyt Pilsnίowych SA w Przemyslu, Przemysl

- Koniecpolskie Zaklady Ρlyt Pilsniowych SA Koniecpol

- Zaklady Ρlyt Pilsniowych SΑ w Krosnie Odrzanskim, Krosno Odrzanskie.

(γ) Εισαγωγείς

- Duratex Europe GmbH (συνδεδεμένη με την Duratex SA)

- Lord Forest Products Ltd United Kingdom.

(6) Η έρευνα για το ντάμπιγκ κάλυψε την περίοδο από 1ης Οκτωβρίου 1996 έως 30 Σεπτεμβρίου 1997 (εφεξής καλούμενη «περίοδος έρευνας»). Η εξέταση της ζημίας κάλυψε την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου 1993 έως το τέλος της περιόδου έρευνας.

Β. ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠPOΪON ΚΑΙ ΟΜΟΕΙΔΕΣ ΠΡΟΪΟΝ

1. Υπό εξέταση προϊόν

(7) Το προϊόν που αποτελεί αντικείμενο ντάμπινγκ κατά τους ισχυρισμούς, είναι η πεπιεσμένη ινοσανίδα, η οποία ορίζεται ως ινοσανίδα από ξύλο ή από άλλο ξυλώδες υλικό, συγκολλημένη ή όχι με ρητίνες ή άλλες οργανικές ουσίες και με πυκνότητα που υπερβαίνει τα 0,8 γραμμάρια ανά κυβικό εκατοστό, η οποία υπάγεται επί του παρόντος στους κωδικούς ΣΟ ex 4411 11 00 και ex 4411 19 00.

(8) Οι πεπιεσμένες ινοσανίδες παράγονται αποκλειστικά με «υγρή μέθοδο παραγωγής» (σε αντιδιαστολή με τις ινοσανίδες ξηρής μεθόδου παραγωγής που περιγράφονται παρακάτω). Λόγω της υγρής μεθόδου παραγωγής, ένα από τα χαρακτηριστικά των πεπιεσμένων ινοσανίδων είναι ότι, στη μη επεξεργασμένη μορφή τους, έχουν χαραγμένη την κάτω πλευρά τους από το συρμάτινο πλέγμα επί του οποίου επικάθηται το στρώμα ινών ξύλου κατά την εισαγωγή του στην πρέσα. Στην επεξεργασμένη μορφή, η τραχεία επιφάνεια μπορεί να λειανθεί με διεργασίες λείανσης ή τελειώματος. Η πάνω πλευρά τους εφάπτεται με τη μήτρα της πρέσας και κατά κανόνα είναι λεία.

Οι πεπιεσμένες ινοσανίδες έχουν κατά κανόνα πυκνότητα 0,85 έως 1,05 g/cm3 και πάχος μεταξύ 1,8 έως 6,0 mm.

Οι πεπιεσμένες ινοσανίδες χρησιμοποιούνται ως επί το πλείστον στις κατασκευές επίπλων, στις οικοδομές και στην αυτοκινητοβιομηχανία, στις επικαλυπτικές επιφάνειες των θυρών και τις συσκευασίες, ιδίως των οπωροκηπευτικών.

(9) Ορισμένοι εισαγωγείς και χρήστες ζήτησαν να επεκταθεί το πεδίο εφαρμογής της διαδικασίας στις ινοσανίδες ξηρής μεθόδου παραγωγής, όπως στις ινοσανίδες μεσαίας και μεγάλης πυκνότητας (ινοσανίδες MDF/HDF), στις μοριοσανίδες και στις σανίδες κοντραπλακέ επειδή, σύμφωνα με αυτούς, οι πεπιεσμένες ινοσανίδες και τα υπόλοιπα αυτά προϊόντα αποτελούν ενιαίο προϊόν. Επομένως, προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι η ανάλυση του ντάμπιγκ, της προκύπτουσας ζημίας και του συμφέροντος της Κοινότητας πρέπει να επεκταθεί και σε όλα αυτά τα προϊόντα. Εν προκειμένω, συνήχθησαν τα ακόλουθα συμπεράσματα.

α) Ινοσανίδες μεσαίας και μεγάλης πυκνότητας (εφεξής καλούμενες «ινοσανίδες MDF/HDF»)

(10) Το αίτημα για τη συμπερίληψη των ινοσανίδων MDF/HDF στο πεδίο εφαρμογής της διαδικασίας βασίστηκε στην αιτιολογία ότι τα προϊόντα αυτά μπορούν επίσης να κατασκευαστούν με πυκνότητες που υπερβαίνουν τα 0,8 g/cm3, και ότι, κατά τα φαινόμενα, είναι προϊόντα ομοειδή με τις πεπιεσμένες ινοσανίδες λόγω των γενικών φυσικών χαρακτηριστικών και χρήσεών τους.

Ωστόσο, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των πεπιεσμένων ινοσανίδων και των ινοσανίδων MDF/HDF:

i) Διαδικασία παραγωγής, φυσικά και χημικά χαρακτηριστικά και χρήσεις

(11) Οι ινοσανίδες MDF/HDF παράγονται με «μέθοδο ξηρής παραγωγής» σε αντιδιαστολή με τη «μέθοδο υγρής παραγωγής» που χρησιμοποιείται για την παραγωγή πεπιεσμένων ινοσανίδων. Παρότι η διαδικασία παραγωγής αυτή καθαυτή δεν είναι καθοριστικός παράγοντας για τον καθορισμό του πεδίου εφαρμογής της έρευνας, οι προαναφερόμενες διαφορετικές διαδικασίες παραγωγής οδηγούν σε διαφορές ως προς τα φυσικά χαρακτηριστικά, δεδομένου ότι κατά τη μέθοδο ξηρής παραγωγής και οι δύο επιφάνειες των ινοσανίδων MDF/HDF εξάγονται από την πρέσα με τη μορφή των μητρών της πρέσας που χρησιμοποιούνται. Συνήθως και οι δύο επιφάνειες είναι λείες.

(12) Εξάλλου, λόγω της διαφορετικής μεθόδου παραγωγής των ινοσανίδων MDF/HDF, σε σχέση με τη μέθοδο παραγωγής των πεπιεσμένων ινοσανίδων, οι φυσικές και μηχανικές ιδιότητες των ινοσανίδων MDF/HDF διαφέρουν από εκείνες των πεπιεσμένων ινοσανίδων. Η σημαντικότερη χημική διαφορά συνδέεται με την ανάγκη προσθήκης ρητινών στη μέθοδο ξηρής παραγωγής.

Στη μέθοδο ξηρής παραγωγής, προστίθενται θερμοσκληρυνόμενες ρητίνες στις ξηρές ίνες ξύλου με σκοπό να υποβοηθηθεί η διεργασία συγκόλλησης στην πρέσα. Αντίθετα, υπάρχει η τάση να μην προστίθενται ρητίνες στις ίνες από ξύλο που χρησιμοποιούνται στην υγρή μέθοδο παραγωγής για την κατασκευή πεπιεσμένων ινοσανίδων, δεδομένου ότι οι ρητίνες αυτές απομακρύνονται με το νερό στην πρέσα. Η ανώτατη ποσότητα ρητινών που μπορεί να κατακρατηθεί στις ινοσανίδες υγρής μεθόδου παραγωγής δεν υπερβαίνει το ένα δέκατο της συνήθους περιεκτικότητας σε ρητίνες μιας τυποποιημένης ινοσανίδας MDF, η οποία αποτελείται περίπου κατά 13 % από ρητίνες. Επομένως, είναι σαφές ότι υπάρχουν σημαντικές χημικές διαφορές μεταξύ των πεπιεσμένων ινοσανίδων και των ινοσανίδων.

(13) Επίσης, οι πεπιεσμένες ινοσανίδες έχουν συνήθως πυκνότητα 0,85-1,05 g/cm3 ενώ οι περισσότερες ινοσανίδες MDF/HDF έχουν πυκνότητα μικρότερη υπό 0,80 g/cm3 ακόμη και αν η παραλλαγή HDF της οικογένειας των ινοσανίδων, όπως οι πεπιεσμένες ινοσανίδες, έχει πυκνότητα που υπερβαίνει τα 0,80 g/cm3. Παρά την ομοιότητα μεταξύ των πεπιεσμένων ινοσανίδων και των ινοσανίδων HDF, οι τελευταίες είναι εντελώς διαφορετικές, όχι μόνο για τους προαναφερόμενους χημικούς λόγους που είναι κοινοί σε όλες τις ινοσανίδες ξηρής μεθόδου παραγωγής, αλλά και λόγω διαφορών ως προς τα φυσικά χαρακτηριστικά, όπως το μέσο πάχος των σανίδων HDF, τα οποία έχουν επίδραση στις τελικές χρήσεις για τις οποίες προορίζονται, όπως εξηγείται παρακάτω.

Οι πεπιεσμένες ινοσανίδες έχουν πάχος 1,8 έως 6,0 mm, ενώ οι περισσότερες ινοσανίδες HDF/MDF έχουν πάχος που υπερβαίνει τα 7 έως 8mm, παρότι τεχνικώς είναι δυνατό να παραχθούν ινοσανίδες MDF/HDF με πάχος που δεν υπερβαίνει 1,8 mm.

(14) Λόγω της φύσεως της μεθόδου παραγωγής που χρησιμοποιείται, οι μη κατεργασμένες πεπιεσμένες ινοσανίδες έχουν μια λεία και μία τραχεία επιφάνεια με όψη πλέγματος, ενώ οι μη κατεργασμένες ινοσανίδες MDF/HDF έχουν δύο λείες επιφάνειες στη μη επεξεργασμένη μορφή τους. Οι διαφορές αυτές έχουν ορισμένες συνέπειες στην τελική χρήση των σανίδων. Για παράδειγμα, στο εμπόριο συσκευασίας οπωρικών χρησιμοποιούνται οι πεπιεσμένες ινοσανίδες, όχι μόνο επειδή η τραχεία επιφάνεια επιτρέπει την ευκολότερη στοιβασία κιβωτίων οπωροκηπευτικών, χωρίς κίνδυνο ολίσθησης των σωρών κατά τη μεταφορά, αλλά και επειδή οι περισσότερες λεπτές σανίδες MDF εκπέμπουν φορμαλδεΰδη σε επίπεδα θεωρούμενα ακατάλληλα για τη συσκευασία των ειδών διατροφής.

Επιπλέον, οι ινοσανίδες ξηρής μεθόδου παραγωγής είναι πιο εύθραυστες από τις πεπιεσμένες ινοσανίδες παρόμοιου πάχους. Η πρόσθετη ελαστικότητα των πεπιεσμένων ινοσανίδων αποτελεί σημαντικό παράγοντα στις χρήσεις εκείνες στις οποίες οι σανίδες πρέπει να διαμορφωθούν στο σωστό σχήμα, όπως στην αυτοκινητοβιομηχανία και τα τροχόσπιτα.

Επομένως, οι ινοσανίδες ξηρής μεθόδου παραγωγής και οι πεπιεσμένες ινοσανίδες εν μέρει μόνο είναι εναλλάξιμες και μόνο όσον αφορά το λεπτό τύπο, δηλαδή με πάχος μικρότερο των 6mm. Οι πεπιεσμένες ινοσανίδες χρησιμοποιούνται κυρίως στις επικαλυπτικές επιφάνειες των θυρών, στις κατασκευές επίπλων (όπως τα πίσω τοιχώματα ντουλαπιών, οι πάτοι συρταριών και τα πλαίσια ντιβανιών), στις κορνίζες, στους περιέκτες οπωροκηπευτικών και στην αυτοκινητοβιομηχανία. Όσον αφορά τις χρήσεις των λεπτών ινοσανίδων MDF και των πεπιεσμένων ινοσανίδων, σε ορισμένες περιπτώσεις αλληλεπικαλύπτονται, όσον αφορά κυρίως τα πίσω τοιχώματα (πλάτες) επίπλων, τους πάτους των συρταριών και τις κορνίζες. Ωστόσο, οι πεπιεσμένες ινοσανίδες δεν χρησιμοποιούνται στην κύρια εφαρμογή των ινοσανίδων HDF, δηλαδή ως βάση για τις τελικές σανίδες που προορίζονται για το υπόστρωμα ξύλινων δαπέδων (παρκέτων).

ii) Εξέλιξη της κατανάλωσης

(15) Η έλλειψη της εναλλαξιμότητας μεταξύ των πεπιεσμένων ινοσανίδων αφενός και των ινοσανίδων MDF/HDF αφετέρου αποδεικνύεται από το γεγονός ότι η έντονη ανάπτυξη της ξηρής μεθόδου παραγωγής των MDF/HDF κατά τα τελευταία έτη δεν ήταν εις βάρος του τομέα των ινοσανίδων. Η κατανάλωση των πεπιεσμένων ινοσανίδων αυξήθηκε κατά 20 % από το 1993 και μετά.

iii) Συμπέρασμα

(16) Βάσει των προεκτεθέντων, συνάγεται το συμπέρασμα ότι οι πεπιεσμένες ινοσανίδες και οι ινοσανίδες MDF/HDF δεν θεωρούνται ενιαίο προϊόν για τους σκοπούς της παρούσας έρευνας.

β) Σανίδες κοντραπλακέ

(17) Οπως οι ινοσανίδες MDF/HDF, οι σανίδες κοντραπλακέ ανήκουν στην οικογένεια των σανίδων που βασίζονται στο ξύλο και κατασκευάζονται από στρώσεις με βάση το ξύλο που συγκολλούνται μεταξύ τους. Από πλευράς ποιότητας και τιμής, οι σανίδες αυτές τοποθετούνται στο ανώτερο τμήμα της αγοράς. Δεδομένου ότι οι σανίδες κοντραπλακέ συνίστανται σε στρώσεις ξύλου που συγκολλούνται μεταξύ τους, δεν αποτελούν σανίδες βασιζόμενες σε ίνες και τα φυσικά χαρακτηριστικά τους διαφέρουν σημαντικά από εκείνα των πεπιεσμένων ινοσανίδων. Παρότι μπορούν να χρησιμοποιούνται σε ορισμένες από τις τελικές εφαρμογές των πεπιεσμένων ινοσανίδων και είναι εναλλάξιμες στις περιπτώσεις αυτές, λόγω των διαφορετικών φυσικών χαρακτηριστικών τους δεν μπορούν να θεωρηθούν ως ενιαίο προϊόν με τις πεπιεσμένες ινοσανίδες και, επομένως, δεν έχουν συμπεριληφθεί στην έρευνα.

γ) Μοριοσανίδες

(18) Όπως οι MDF/HDF, οι μοριοσανίδες ανήκουν στην οικογένεια των σανίδων που βασίζονται στο ξύλο. Κατασκευάζονται από ξυλομόρια, που συγκολλούνται μεταξύ τους με συνθετική θερμοσκληρυνόμενη ρητίνη κατά την εισαγωγή στην πρέσα. Τα ξυλομόρια απλώς τεμαχίζονται, αλλά δεν υφίστανται αποΐνωση, και οι σανίδες που παράγονται με τον τρόπο αυτό δεν παρουσιάζουν την ίδια ελαστικότητα, ούτε την ίδια αντοχή στην κάμψη με των πεπιεσμένων ινοσανίδων, η δε ποιότητα της επιφάνειάς τους δεν μπορεί να συγκριθεί με εκείνη των πεπιεσμένων ινοσανίδων.

Παρότι ορισμένες περιορισμένες χρήσεις των μοριοσανίδων μπορούν να συμπίπτουν με εκείνες των πεπιεσμένων ινοσανίδων, όπως οι σανίδες για τα πίσω τοιχώματα επίπλων, οι πεπιεσμένες ινοσανίδες και οι μοριοσανίδες δεν αποτελούν ενιαίο προϊόν λόγω των διαφορετικών φυσικών χαρακτηριστικών τους.

2. Ομοειδές προϊόν

(19) Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχουν διαφορές ως προς τα βασικά χαρακτηριστικά και τις χρήσεις μεταξύ των πεπιεσμένων ινοσανίδων που εισάγονται στην Κοινότητα από τις οικείες χώρες και των πεπιεσμένων ινοσανίδων που παράγονται από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής και πωλούνται στην κοινοτική αγορά. Το ίδιο ισχύει για τις πεπιεσμένες ινοσανίδες που παράγονται και πωλούνται στην εγχώρια αγορά της Βραζιλίας, της Βουλγαρίας, της Εσθονίας, της Λετονίας, της Λιθουανίας και της Πολωνίας (η τελευταία χρησιμοποιήθηκε επίσης ως ανάλογη χώρα για τις εισαγωγές καταγωγής Ρωσίας). Επομένως, συνήχθη το συμπέρασμα ότι τόσο οι πεπιεσμένες ινοσανίδες που παράγονται και πωλούνται από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής στην κοινοτική αγορά όσο και οι πεπιεσμένες ινοσανίδες που παράγονται και πωλούνται στην εγχώρια αγορά της Βραζιλίας, της Βουλγαρίας, της Εσθονίας, της Λετονίας, της Λιθουανίας και της Πολωνίας ήταν, κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 384/96 (εφεξής καλούμενου ο «βασικός κανονισμός»), προϊόντα ομοειδή με τις πεπιεσμένες ινοσανίδες που εισάγονται στην Κοινότητα από τις έξι χώρες που αποτελούν αντικείμενο της έρευνας.

(20) Οι βραζιλιάνοι εξαγωγείς, καθώς και ορισμένοι χρήστες πεπιεσμένων ινοσανίδων, ιδίως οι κατασκευαστές επικαλυπτικών επιφανειών θυρών, υποστήριξαν ότι οι βραζιλιάνικες πεπιεσμένες ινοσανίδες, που κατασκευάζονται αποκλειστικά από ξύλο ευκαλύπτου, τύπο σκληρού ξύλου, δεν είναι προϊόν ομοειδές με εκείνο που παράγει ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής και, επομένως, ότι πρέπει να εξαιρεθεί από το πεδίο της έρευνας.

Μεταξύ των εξαγόντων παραγωγών που αφορά η παρούσα έρευνα, μόνο οι βραζιλιάνοι εξαγωγείς εξάγουν στην Κοινότητα πεπιεσμένες ινοσανίδες από ευκάλυπτο. Όσον αφορά την κοινοτική παραγωγή, υπάρχουν δύο παραγωγοί πεπιεσμένων ινοσανίδων από ευκάλυπτο στην Κοινότητα, αμφότεροι εγκατεστημένοι στην Ιβηρική Χερσόνησο, αν και κανείς από αυτούς δεν έλαβε μέρος στην καταγγελία που οδήγησε στην έναρξη της παρούσας διαδικασίας.

(21) Από την ανάλυση της Επιτροπής προέκυψε ότι οι πεπιεσμένες ινοσανίδες μπορούν να κατασκευαστούν από μαλακό ή σκληρό ξύλο ή και από τα δύο. Από το σκληρό ξύλο παράγονται συνήθως ανθεκτικότερες σανίδες. Από την έρευνα διαπιστώθηκε ότι οι πεπιεσμένες ινοσανίδες που κατασκευάζονται υπό ξύλο ευκαλύπτου έχουν ορισμένες ιδιαιτερότητες σε σχέση με τις άλλες πεπιεσμένες ινοσανίδες. Πρώτον, οι ιδιαίτερα μικρές ίνες του ξύλου αυτού προσδίδουν στην τελική πεπιεσμένη ινοσανίδα ομοιόμορφη εμφάνιση, μεγάλη πυκνότητα και αντοχή σε εφελκυσμό σε σχέση με τις πεπιεσμένες ινοσανίδες που δεν προέρχονται από ευκάλυπτο. Ο ευκάλυπτος δεν έχει σχεδόν καθόλου φλοιό, πράγμα που μειώνει στο ελάχιστο τις ατέλειες της πρεσαριστής σανίδας.

Τα χαρακτηριστικά αυτά καθιστούν τις πεπιεσμένες ινοσανίδες ευκαλύπτου κατάλληλες για τις τελικές χρήσεις που απαιτούν λείες, ομοιόμορφες επιφάνειες χωρίς ατέλειες. Οι σανίδες αυτές χρησιμοποιούνται κυρίως στις επικαλυπτικές επιφάνειες θυρών για την κατασκευή τελειωμένων θυρών υψηλής ποιότητας. Στον κλάδο των σανίδων από ξύλο αναγνωρίζεται ότι οι πεπιεσμένες ινοσανίδες έχουν τα χαρακτηριστικά που προσφέρονται για την παραγωγή των εν λόγω υψηλής ποιότητας βερνικωμένων θυρών. Για τις μη τελειωμένες θύρες, που έχουν ήδη βαφεί λευκές αλλά απαιτούν τελική επεξεργασία από τον τελικό πελάτη, χρησιμοποιούνται επικαλυπτικές επιφάνειες θυρών που παράγονται από διαφορετικά είδη ξύλου.

Εξάλλου, κατά την περίοδο της έρευνας, οι πεπιεσμένες ινοσανίδες από ευκάλυπτο χρησιμοποιούντο σε μικρότερο βαθμό για ορισμένες εφαρμογές στην αυτοκινητοβιομηχανία και τα αποξύσματα των πεπιεσμένων αυτών σανίδων που αντιστοιχούν στο πλήρες μέγεθος της μήτρας της πρέσας, χρησιμοποιούνταν για την κατασκευή περιεκτών οπωροκηπευτικών.

(22) Παρότι οι πεπιεσμένες ινοσανίδες από ευκάλυπτο χρησιμοποιούνται επί του παρόντος για την παραγωγή βερνικωμένων επικαλυπτικών επιφανειών θυρών, οι ιδιότητές τους δεν αποκλείουν από τεχνικής πλευράς τη χρήστη τους σε τομείς στους οποίους χρησιμοποιούνται επίσης άλλες πεπιεσμένες ινοσανίδες, δεδομένου ότι τα βασικά χημικά και φυσικά χαρακτηριστικά των πεπιεσμένων ινοσανίδων από ευκάλυπτο είναι ομοειδή με εκείνα των πεπιεσμένων ινοσανίδων από άλλα είδη ξύλου. Πράγματι, από τις πληροφορίες που διαθέτει η Επιτροπή (βλέπε αιτιολογική σκέψη 107) προκύπτει ότι τα δύο τρίτα των εισαγωγών στην Κοινότητα από πεπιεσμένες ινοσανίδες ευκαλύπτου καταγωγής Βραζιλίας ανταγωνίζονται τομείς άλλους από εκείνους των βερνικωμένων επικαλυπτικών επιφανειών θυρών.

(23) Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι οι πεπιεσμένες ινοσανίδες που παράγονται από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής και οι πεπιεσμένες ινοσανίδες από ευκάλυπτο που παράγονται και εξάγονται υπό τους βραζιλιάνους εξάγοντες παραγωγούς έχουν, σε σημαντικό βαθμό, τα ίδια βασικά χαρακτηριστικά και χρήσεις και, επομένως, είναι προϊόντα ομοειδή κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

Γ. ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

1. Γενική μέθοδος

(24) Στο τμήμα αυτό εξηγείται η γενική μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε για να καθοριστεί κατά πόσον οι εισαγωγές του υπό έρευνα προϊόντος στην Κοινότητα έχουν αποτελέσει αντικείμενο ντάμπινγκ. Στο τμήμα 2 περιγράφονται ορισμένα συγκεκριμένα προβλήματα πον ανέκυψαν κατά την έρευνα για κάθε οικεία χώρα.

α) Κανονική αξία

(25) Για κάθε εξάγοντα παραγωγό, η κανονική αξία καθορίστηκε σύμφωνα με τη μέθοδο που περιγράφεται στο παρόν τμήμα, με εξαίρεση τη Ρωσία για την οποία, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 του βασικού κανονισμού, η κανονική αξία έπρεπε να κατασκευαστεί με αναφορά σε τρίτη χώρα με οικονομία αγοράς. Η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε στην περίπτωση της Ρωσίας περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 71.

i) Αντιπροσωπευτικότητα

(26) Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή εξέτασε καταρχάς αν οι εγχώριες πωλήσεις πεπιεσμένων ινοσανίδων κάθε εξάγοντος παραγωγού ήταν αντιπροσωπευτικές. Τούτο έγινε στις περιπτώσεις που ο συνολικός όγκος των εν λόγω πωλήσεων ήταν ίσος ή μεγαλύτερος από το 5 % του συνολικού όγκου των αντίστοιχων εξαγωγικών πωλήσεων στην Κοινότητα.

ii) Συγκρισιμότητα των διαφορετικών τύπων

(27) Λόγω της ύπαρξης διαφορετικών τύπων του υπό εξέταση προϊόντος, οι πεπιεσμένες ινοσανίδες που παράγονται στις οικείες χώρες κατατάχθηκαν σύμφωνα με τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

- μη κατεργασμένες πεπιεσμένες ινοσανίδες (δηλαδή τυποποιημένες ανεπεξέργαστες ινοσανίδες ή ινοσανίδες που είχαν υποστεί διαφορετικές βασικές κατεργασίες, όπως λείανση, διάτρηση κ.λπ.) ή κατεργασμένες πεπιεσμένες ινοσανίδες (δηλαδή πεπιεσμένες ινοσανίδες που είχαν βερνικωθεί, βαφεί, τυπωθεί κ.λπ.),

- το πάχος και

- τις διαστάσεις, δηλαδή τυποποιημένες ή κομμένες κατά παραγγελία.

Οι τύποι των πεπιεσμένων ινοσανίδων θεωρήθηκαν ότι ήταν άμεσα συγκρίσιμοι στις περιπτώσεις που διέθεταν όλα αυτά τα χαρακτηριστικά.

Στις περιπτώσεις που διαπιστώθηκε ότι ένας τύπος πεπιεσμένης ινοσανίδας διατίθετο σε διαφορετικές ποιότητες, θεωρήθηκαν άμεσα συγκρίσιμες μόνο οι πεπιεσμένες ινοσανίδες που διάθεταν τα προαναφερόμενα χαρακτηριστικά και είχαν την ίδια ποιότητα.

iii) Αντιπροσωπευτικότητα ανά συγκεκριμένο είδος

(28) Οι εγχώριες πωλήσεις ενός συγκεκριμένου τύπου θεωρήθηκαν επαρκώς αντιπροσωπευτικές στις περιπτώσεις που ο όγκος των πεπιεσμένων ινοσανίδων του τύπου αυτού που πωλήθηκε στην εγχώρια αγορά κατά την περίοδο της έρευνας αντιπροσώπευε 5 % ή περισσότερο του όγκου των πεπιεσμένων σανίδων του συγκρίσιμου τύπου που πωλήθηκε προς εξαγωγή στην Κοινότητα.

iv) Έλεγχος των συνήθων εμπορικών πράξεων

(29) Η Επιτροπή εξέτασε εν συνεχεία αν οι εγχώριες πωλήσεις κάθε εξαχθέντος τύπου μπορούσαν να θεωρηθούν ότι πραγματοποιήθηκαν κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις, καθορίζοντας την αναλογία των επικερδών εγχώριων πωλήσεων του συγκρίσιμου τύπου:

α) στις περιπτώσεις που όγκος σε m2 ενός τύπου πεπιεσμένης ινοσανίδας που πωλήθηκε σε καθαρή τιμή πώλησης η οποία ήταν ίση ή μεγαλύτερη από το υπολογισθέν κόστος παραγωγής αντιπροσώπευε πάνω από το 80 % του συνολικού όγκου πωλήσεων σε m2, η κανονική αξία του εν λόγω τύπου πεπιεσμένων ινοσανίδων βασίστηκε στην πραγματική εγχώρια τιμή, η οποία υπολογίστηκε ως σταθμισμένος μέσος όρος των τιμών όλων των συναλλαγών των εγχώριων πωλήσεων κατά την περίοδο της έρευνας, ανεξάρτητα από το αν ήταν αυτές επικερδείς ή όχι 7

β) στις περιπτώσεις στις οποίες ο όγκος σε m2 ενός τύπου πεπιεσμένων σανίδων που πωλήθηκε σε καθαρή τιμή πώλησης ίση με ή μεγαλύτερη από το υπολογισθέν κόστος παραγωγής αντιπροσώπευε 80 % ή λιγότερο αλλά 10 % ή περισσότερο του συνολικού όγκου πωλήσεων σε m2, η κανονική αξία αυτού του τύπου πεπιεσμένων ινοσανίδων υπολογίστηκε με βάση τη μέση σταθμισμένη τιμή μόνο των επικερδών πωλήσεων 7

γ) στις περιπτώσεις που ο όγκος σε m2 ενός τύπου πεπιεσμένων ινοσανίδων που πωλήθηκε σε καθαρή τιμή πώλησης ίση με ή μεγαλύτερη από το υπολογισθέν κόστος παραγωγής, αντιπροσώπευε λιγότερο από το 10 % του συνολικού όγκου πωλήσεων σε m2, θεωρήθηκε ότι ο τύπος αυτός πεπιεσμένων ινοσανίδων δεν πωλήθηκε κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις και ότι η εγχώρια τιμή πώλησης δεν αποτελούσε κατάλληλη βάση για τον καθορισμό της κανονικής αξίας.

v) Κανονική αξία με βάση την πραγματική εγχώρια τιμή

(30) Στις περιπτώσεις που εκπληρώνονταν οι απαιτήσεις των προαναφερόμενων αιτιολογικών σκέψεων 26, 27, 28 και 29 στοιχεία α) και β), η κανονική αξία καθορίστηκε σύμφωνα με τον εν λόγω τύπο με βάση τις καταβλητέες ή καταβληθείσες τιμές, κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις, από ανεξάρτητους πελάτες στην εγχώρια αγορά της χώρας εξαγωγής, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού.

vi) Κανονική αξία με βάση την κατασκευασμένη αξία

(31) Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, η κανονική αξία κατασκευάστηκε. Εν προκειμένω, πρέπει να σημειωθεί ότι η κανονική αξία δεν μπόρεσε να καθοριστεί με βάση τις τιμές άλλων πωλητών ή παραγωγών, πράγμα που θα είχε επιτρέψει να αποφευχθεί η προσφυγή στην κατασκευασμένη κανονική αξία. Τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι, σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις, οι πωλήσεις των λοιπών συνεργασθέντων εξαγόντων παραγωγών είτε ήταν μηδενικές, είτε πραγματοποιήθηκαν σε μη αντιπροσωπευτικές ποσότητες ή εκτός των συνήθων εμπορικών πράξεων.

Η κατασκευασμένη κανονική αξία καθορίστηκε προσθέτοντας στο κόστος κατασκευής των εξαχθέντων τύπων εύλογο ποσό για τα έξοδα πώλησης, τα γενικά και διοικητικά έξοδα (εφεξής καλούμενα «ΠΓ& Δ») και εύλογο περιθώριο κέρδους.

Προς το σκοπό αυτό, η Επιτροπή εξέτασε αν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν τα έξοδα ΠΓ& Δ και το κέρδος κάθε ενδιαφερόμενου εξάγοντος παραγωγού στην εγχώρια αγορά. Όσον αφορά τους επιμέρους εξάγοντες παραγωγούς, διαπιστώθηκε ότι τα έξοδα ΠΓ& Δ και το κέρδος μπορούσαν να υπολογιστούν με βάση τα δικά τους στοιχεία σχετικά με τις εγχώριες πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού.

β) Τιμή εξαγωγής

(32) Σε όλες τις περιπτώσεις στις οποίες οι εξαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος πραγματοποιήθηκαν σε ανεξάρτητους πελάτες στην Κοινότητα, η τιμή εξαγωγής καθορίστηκε σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού, δηλαδή με βάση τις πράγματι καταβληθείσες ή καταβλητέες τιμές εξαγωγής.

Στις περιπτώσεις στις οποίες η τιμή εξαγωγής δεν ήταν αξιόπιστη, επειδή τα προϊόντα πωλήθηκαν σε συνδεόμενο μέρος, κατασκευάστηκε τιμή εξαγωγής σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού, δηλαδή με βάση την τιμή στην οποία τα εισαγόμενα προϊόντα μεταπωλήθηκαν για πρώτη φορά σε ανεξάρτητο αγοραστή στην Κοινότητα. Στις περιπτώσεις αυτές, πραγματοποιήθηκαν προσαρμογές για όλα τα έξοδα που προέκυψαν μεταξύ της εισαγωγής και της μεταπώλησης και για τα κέρδη που αποκομίστηκαν, ώστε να καθοριστεί αξιόπιστη τιμή εξαγωγής στα σύνορα της Κοινότητας.

γ) Σύγκριση

(33) Για να εξασφαλιστεί δίκαιη σύγκριση μεταξύ της κανονικής αξίας και της τιμής εξαγωγής, πραγματοποιήθηκαν προσαρμογές ώστε να ληφθούν δεόντως υπόψη οι διαφορές που επηρεάζουν τη συγκρισιμότητα των τιμών, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού.

Επομένως, πραγματοποιήθηκαν προσαρμογές, όταν αυτό ήταν δυνατό και αιτιολογημένο, για τις διαφορές ως προς τα έξοδα μεταφοράς, ασφάλισης, διεκπεραίωσης, φόρτωσης και τα παρεπόμενα έξοδα, τις επιβαρύνσεις κατά την εισαγωγή και τους έμμεσους φόρους, το κόστος συσκευασίας, τις πιστώσεις, τις προμήθειες, τις εκπτώσεις και τις επιστροφές, τα έξοδα μετά την πώληση και τις μετατροπές νομισμάτων.

Η σύγκριση μεταξύ της κανονικής αξίας και της τιμής εξαγωγής πραγματοποιήθηκε σε τιμή εκ του εργοστασίου και στο ίδιο στάδιο εμπορίας.

δ) Περιθώρια ντάμπινγκ όσον αφορά τις χώρες με οικονομίες αγοράς που αφορά η έρευνα

i) Περιθώριο ντάμπινγκ για τις εταιρείες που αποτέλεσαν αντικείμενο της έρευνας

(34) Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 11 του βασικού κανονισμού, για τον προσδιορισμό του περιθωρίου ντάμπινγκ, έγινε σύγκριση μεταξύ της μέσης κανονικής αξίας ανά τύπο, που καθορίστηκε σύμφωνα με τις αιτιολογικές σκέψεις 25 έως 31 παραπάνω, και της μέσης σταθμισμένης τιμής εξαγωγής, που καθορίστηκε σύμφωνα με την παραπάνω αιτιολογική σκέψη 32. Δεδομένου ότι τα περιθώρια ντάμπινγκ ανά τύπο παρουσίαζαν διακυμάνσεις, καθορίστηκε σταθμισμένο μέσο περιθώριο ντάμπινγκ.

ii) Περιθώριο ντάμπινγκ για τις μη συνεργασθείσες εταιρείες

(35) Όσον αφορά τους εξάγοντες παραγωγούς που δεν απάντησαν στο ερωτηματολόγιο της Επιτροπής ούτε αναγγέλθηκαν, το περιθώριο ντάμπινγκ καθορίστηκε με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού.

Για κάθε χώρα που αποτέλεσε αντικείμενο της έρευνας, πραγματοποιήθηκε σύγκριση μεταξύ των συνολικών εξαγωγών της χώρας, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, και του όγκου των εξαγωγών στην Κοινότητα που ανέφεραν οι συνεργασθέντες εξάγοντες παραγωγοί ώστε να καθοριστεί το γενικό επίπεδο της συνεργασίας. Για όλες τις χώρες που αποτέλεσαν αντικείμενο της έρευνας, εκτός από τη Ρωσία, καθορίστηκε ότι το γενικό επίπεδο συνεργασίας ήταν υψηλό. Επομένως, θωρήθηκε σκόπιμο να καθοριστεί το περιθώριο ντάμπινγκ για τις μη συνεργασθείσες εταιρείες στις χώρες με το υψηλότερο επίπεδο συνεργασίας στο επίπεδο του ανώτατου ή του μοναδικού περιθωρίου ντάμπινγκ που καθορίστηκε για μια συνεργασθείσα εταιρεία στην οικεία χώρα. Πράγματι, δεν υπάρχει λόγος να πιστεύει κανείς ότι ένας μη συνεργασθείς εξάγων παραγωγός, σε οποιαδήποτε από τις οικείες χώρες, κατέφυγε λιγότερο σε πρακτικές ντάμπινγκ από έναν συνεργασθέντα εξάγοντα παραγωγό στην ίδια χώρα. Η παραπάνω προσέγγιση θεωρήθηκε επίσης αναγκαία προκειμένου να αποφευχθεί η επιβράβευση για την άρνηση συνεργασίας και να δοθεί η δυνατότητα καταστρατήγησης.

ε) Περιθώρια ντάμπινγκ όσον αφορά τη Ρωσία

(36) Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, καθορίστηκε ενιαίο περιθώριο ντάμπινγκ για τη χώρα αυτή.

2. Ειδικά προβλήματα που προέκυψαν από την έρευνα σχετικά με τον καθορισμό του περιθωρίου ντάμπινγκ για καθεμία από τις οικείες χώρες

α) Βραζιλία

i) Κανονική αξία

(37) Η κανονική αξία καθορίστηκε σύμφωνα με τη γενική μέθοδο που περιγράφεται στις αιτιολογικές σκέψεις 25 έως 31. Για αμφότερους τους εξάγοντες παραγωγούς, καθορίστηκαν οι κανονικές αξίες που υπολογίστηκαν με βάση τις εγχώριες τιμές πώλησης και τις κατασκευασμένες αξίες, ανάλογα με τους τύπους του προϊόντος.

ii) Τιμή εξαγωγής

(38) Για τις εξαγωγές που πραγματοποιήθηκαν προς μη συνδεόμενους εισαγωγείς, οι τιμές εξαγωγής καθορίστηκαν σύμφωνα με τη γενική μέθοδο που περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 32, δηλαδή με βάση τις πράγματι καταβληθείσες ή καταβλητέες τιμές. Οι εξαγωγές μίας από τις βραζιλιάνικες εταιρείες πραγματοποιήθηκαν εν μέρει σε έναν μη συνδεόμενο εισαγωγέα στην Κοινότητα και, επομένως, η αντίστοιχη τιμή εξαγωγής κατασκευάστηκε σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού, όπως καθορίζεται στην αιτιολογική σκέψη 32.

iii) Σύγκριση

(39) Σύμφωνα με τη γενική μέθοδο που περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 33, πραγματοποιήθηκαν προσαρμογές, όταν αυτό ήταν δυνατό και αιτιολογημένο, για τις διαφορές ως προς τις επιβαρύνσεις κατά την εισαγωγή και τους έμμεσους φόρους, τις εκπτώσεις, τα έξοδα μεταφοράς, ασφάλισης, διεκπεραίωσης, φόρτωσης και τα παρεπόμενα έξοδα, τα έξοδα δανεισμού, τα έξοδα μετά την πώληση και τις προμήθειες.

Προσαρμογές για τη μετατροπή νομισμάτων

(40) Λόγω της ανατιμήσεως του νομίσματος Real της Βραζιλίας, σε σχέση με ορισμένα από τα νομίσματα βάσει των οποίων είχαν τιμολογηθεί οι εξαγωγικές πωλήσεις, ένας βραζιλιάνος εξάγων παραγωγός ζήτησε να γίνει προσαρμογή για τη μετατροπή νομίσματος. Η προσαρμογή αυτή ζητήθηκε με βάση τον ισχυρισμό ότι η ημερομηνία πώλησης δεν θα έπρεπε να είναι η ημερομηνία του τιμολογίου, αλλά η ημερομηνία της σύμβασης. Ωστόσο, ο βραζιλιάνος εξάγων παραγωγός δεν ήταν σε θέση να αποδείξει ότι η ημερομηνία της σύμβασης καθόριζε με καταλληλότερο τρόπο τους όρους πώλησης. Ειδικότερα, πρέπει να παρατηρηθεί εν προκειμένω ότι:

- σε ορισμένες περιπτώσεις δεν προσκομίστηκαν αποδεικτικά στοιχεία για την ύπαρξη σύμβασης πριν από την παράδοση,

- οι συμβάσεις που υποβλήθηκαν ήταν μόνο συμβάσεις-πλαίσια 7 ειδικότερα, οι ποσότητες που έπρεπε να παραδοθούν και οι ημερομηνίες παράδοσης δεν καθορίζονταν στις συμβάσεις αυτές οριστικά,

Ωστόσο, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι, για ορισμένα νομίσματα βάσει των οποίων είχαν τιμολογηθεί οι εξαγωγές, σημειώνονταν σταθερές αυξομειώσεις των συναλλαγματικών ισοτιμιών κατά την περίοδο της έρευνας. Επομένως, η Επιτροπή προέβη σε προσαρμογή δυνάμει της μετατροπής νομισμάτων για αμφότερους τους βραζιλιάνους εξάγοντες παραγωγούς, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 στοιχείο ι) του βασικού κανονισμού, παραχωρώντας στους εξαγωγείς 60 ημέρες για την προσαρμογή των αυξομειώσεων αυτών.

Προσαρμογές για τα χρηματικά έσοδα που προέρχονται από τις εξαγωγικές πιστώσεις

(41) Ένας βραζιλιάνος εξάγων παραγωγός ζήτησε να γίνει προσαρμογή με βάση πιστωτικό καθεστώς της κυβέρνησης της Βραζιλίας, δυνάμει του οποίου μια βραζιλιάνικη τράπεζα αγοράζει εκ των προτέρων το προϊόν μιας εξαγωγικής συναλλαγής που πραγματοποιείται σε ξένο νόμισμα με σκοπό την εκ των προτέρων χρηματοδότηση για την αγορά πρώτων υλών και το κόστος παραγωγής των εμπορευμάτων που προορίζονται για εξαγωγή. Μέσω του καθεστώτος αυτού, η εταιρεία μπόρεσε να λάβει προκαταβολές σε τοπικό νόμισμα με πλεονεκτικό επιτόκιο. Δεδομένου ότι η βραζιλιάνικη εταιρεία διατηρεί επαρκή ρευστότητα για τη χρηματοδότηση του κόστους παραγωγής της, κατέθεσε το εν λόγω ποσό με υψηλότερο επιτόκιο στην εγχώρια κεφαλαιαγορά. Η εταιρεία υποστηρίζει ότι τα χρηματοοικονομικά οφέλη της πράξης αυτής πρέπει να προστεθούν στην αξία εκ του εργοστασίου των εξαγωγικών συναλλαγών. Ωστόσο, τα οφέλη αυτά προέκυψαν από χρηματοδοτική συναλλαγή που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο καθεστώτος εξαγωγικών πιστώσεων και δεν λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό των τιμών που εφαρμόστηκαν. Κατά συνέπεια, το καθεστώς δεν επηρεάζει τη συγκρισιμότητα των τιμών. Το αίτημα αυτό πρέπει, επομένως, να απορριφθεί.

Προσαρμογή των εξόδων χρηματοδότησης αποθεμάτων για τις πωλήσεις στην εγχώρια αγορά

(42) Ένας βραζιλιάνος εξάγων παραγωγός ζήτησε να γίνει προσαρμογή της κανονικής αξίας του με την αιτιολογία ότι οι εγχώριες πωλήσεις του πραγματοποιούνται από αποθέματα και, επομένως, επιβαρύνεται με έξοδα για τη χρηματοδότηση των αποθεμάτων αυτών, ενώ για την εξαγωγική αγορά παράγει βάσει παραγγελιών. Τα χρηματικά έξοδα του προαναφερόμενου τύπου δεν πληρούν τις προϋποθέσεις για την πραγματοποίηση προσαρμογής σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού. Τούτο ισχύει ιδίως για τις προσαρμογές δυνάμει του άρθρου 2 παράγραφος 10 στοιχείο κ), δεδομένου ότι η εταιρεία δεν απέδειξε ότι η διαφορά αυτή επηρεάζει τη συγκρισιμότητα των τιμών 7 ειδικότερα, δεν αποδείχθηκε ότι οι πελάτες καταβάλλουν συνεχώς διαφορετικές τιμές στην εγχώρια αγορά λόγω του παράγοντα αυτού.

Προσαρμογή για τις προμήθειες πωλήσεων στην εγχώρια αγορά

(43) Ένας βραζιλιάνος εξάγων παραγωγός ζήτησε να γίνει προσαρμογή για τις προμήθειες που καταβλήθηκαν σε σχέση με τις εγχώριες πωλήσεις του. Οι εν λόγω προμήθειες αποτελούν μεταβλητό μέρος του μισθού των πωλητών της εταιρείας που ασχολούνται με την εγχώρια αγορά και λειτουργούν ως κίνητρο.

Οι πληρωμές αυτές δεν πληρούν τις προϋποθέσεις για να πραγματοποιηθεί προσαρμογή δυνάμει του άρθρου 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού, δεδομένου ότι το σύστημα αμοιβών των πωλητών της εταιρείας δεν επηρεάζει καταρχήν τη συγκρισιμότητα των τιμών 7 ειδικότερα, η εταιρεία δεν έχει αποδείξει ότι οι πελάτες καταβάλλουν συνεχώς διαφορετικές τιμές στην εγχώρια αγορά για το λόγο αυτό.

iv) Περιθώριο ντάμπινγκ

(44) Τα περιθώρια ντάμπιγκ, εκφραζόμενα ως ποσοστό της τιμής εισαγωγής cif στα σύνορα της Κοινότητας πριν από την καταβολή δασμού, καθορίζονται ως εξής:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

β) Βουλγαρία

(45) Λόγω του υψηλού πληθωρισμού που επικρατούσε στη Βουλγαρία κατά την περίοδο της έρευνας, ο έλεγχος για τις συνήθεις πράξεις εμπορίου διενεργήθηκε σε μηνιαία βάση και οι κανονικές αξίες καθορίστηκαν επίσης σε μηνιαία βάση. Το ίδιο ισχύει για τη σύγκριση μεταξύ της κανονικής αξίας και της τιμής εξαγωγής.

i) Κανονική αξία

(46) Σε γενικές γραμμές, οι εγχώριες πωλήσεις κάθε εξάγοντος παραγωγού ήταν αντιπροσωπευτικές. Η κανονική αξία καθορίστηκε σε μηνιαία βάση, σύμφωνα με τη γενική μέθοδο που περιγράφεται στις αιτιολογικές σκέψεις 25 έως 31. Επομένως, για τους εν λόγω εξαχθέντες τύπους του προϊόντος, οι οποίοι πωλήθηκαν στην εγχώρια αγορά σε αντιπροσωπευτικές ποσότητες και κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις, οι μηνιαίες κανονικές τιμές υπολογίστηκαν με βάση τις αντίστοιχες εγχώριες τιμές. Στις περιπτώσεις που έπρεπε να κατασκευαστεί η κανονική αξία, χρησιμοποιήθηκαν το μηνιαίο κόστος παραγωγής και τα περιθώρια του μηνιαίου εγχώριου κέρδους.

ii) Τιμή εξαγωγής

(47) Όλες οι πωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος που πραγματοποίησαν οι δύο βούλγαροι εξάγοντες παραγωγοί στην κοινοτική αγορά προορίζονταν για ανεξάρτητους πελάτες. Η τιμή εξαγωγής καθορίστηκε σύμφωνα με τη γενική μέθοδο που περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 32, δηλαδή με βάση τις πράγματι καταβληθείσες ή καταβλητέες τιμές.

iii) Σύγκριση

(48) Σύμφωνα με τη γενική μέθοδο που περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 33, πραγματοποιήθηκαν προσαρμογές, όταν αυτό ήταν δυνατό και αιτιολογημένο, για τις διαφορές ως προς τα έξοδα μεταφοράς, ασφάλισης, διεκπεραίωσης, φόρτωσης και τα παρεπόμενα έξοδα, τα έξοδα συσκευασίας, τα έξοδα δανεισμού και τις προμήθειες.

Ένας από τους δύο συνεργασθέντες βούλγαρους εξάγοντες παραγωγούς δεν προσκόμισε επαρκή αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τις διαφορές που επηρεάζουν τη συγκρισιμότητα των τιμών, όσον αφορά ορισμένες προσαρμογές που έγιναν για να υπολογιστούν οι εξαγωγικές πωλήσεις σε επίπεδο εκ του εργοστασίου. Εν προκειμένω, θεωρήθηκε ότι οι πληροφορίες που υπέβαλε η άλλη βουλγαρική εταιρεία αποτελούν την πλέον εύλογη βάση για την πραγματοποίηση των απαιτούμενων προσαρμογών.

iv) Περιθώριο ντάμπινγκ

(49) Τα περιθώρια ντάμπινγκ, εκφραζόμενα ως ποσοστό της τιμής εισαγωγής cif στα σύνορα της Κοινότητας, πριν από την καταβολή του δασμού, καθορίζονται ως εξης:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

γ) Εσθονία

i) Κανονική αξία

(50) Ο εξάγων παραγωγός της Εσθονίας εξήγαγε έναν μόνο τύπο πεπιεσμένων ινοσανίδων στην Κοινότητα. Η κανονική αξία καθορίστηκε με βάση την πραγματική τιμή για όλες τις εγχώριες πωλήσεις του εν λόγω τύπου πεπιεσμένης ινοσανίδας, σύμφωνα με τη γενική μέθοδο που περιγράφεται στις αιτιολογικές σκέψεις 25 έως 31.

ii) Τιμή εξαγωγής

(51) Όλες οι πωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος που πραγματοποίησε ο εξάγων παραγωγός της Εσθονίας στην Κοινότητα πραγματοποιήθηκαν σε ανεξάρτητους πελάτες. Επομένως, η τιμή εξαγωγής καθορίστηκε, σύμφωνα με τη γενική μέθοδο που περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 32, δηλαδή με βάση τις πράγματι καταβληθείσες ή καταβλητέες τιμές.

iii) Σύγκριση

(52) Σύμφωνα με τη γενική μέθοδο που περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 33, πραγματοποιήθηκαν προσαρμογές, όταν αυτό ήταν δυνατό και αιτιολογημένο, για τις διαφορές ως προς τα έξοδα μεταφοράς, ασφάλισης, διεκπεραίωσης, φόρτωσης και τα παρεπόμενα έξοδα, τα έξοδα δανεισμού και το κόστος συσκευασίας.

Ο εξάγων παραγωγός της Εσθονίας ζήτησε να γίνει προσαρμογή της κανονικής αξίας για τις διαφορές στα στάδια εμπορίας. Ωστόσο, η έρευνα κατέδειξε ότι δεν υπήρχε διαφορά ως προς τις δραστηριότητες της εταιρείας, ούτε συστηματική και σαφής απόκλιση τιμών για τα στάδια εμπορίας που θεωρούντο διαφορετικά κατά τους ισχυρισμούς στην εγχώρια αγορά της χώρας εξαγωγής. Επομένως, η αιτούμενη προσαρμογή απορρίφθηκε.

iv) Περιθώριο ντάμπινγκ

(53) Τα περιθώρια ντάμπινγκ εκφραζόμενα ως ποσοστό της τιμής εισαγωγής cif στα σύνορα της Κοινότητας, πριν από την καταβολή του δασμού, καθορίζονται ως εξής:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

δ) Λετονία

i) Κανονική αξία

(54) Ο εξάγων παραγωγός της Λετονίας που αποτέλεσε αντικείμενο της έρευνας διέθετε σημαντικά αποθέματα στις εγκαταστάσεις ενός άλλου παραγωγού πεπιεσμένων ινοσανίδων της Λετονίας. Ο εν λόγω παραγωγός αναλάμβανε το τελείωμα ορισμένων τύπων πεπιεσμένων ινοσανίδων που εξάγονταν στην Κοινότητα. Επομένως, προκειμένου να καθοριστεί η κανονική αξία για αυτούς τους τύπους του προϊόντος, ο έλεγχος της αντιπροσωπευτικότητας και των συνήθων εμπορικών πράξεων διενεργήθηκε με βάση τον σωρευτικό όγκο των εγχώριων πωλήσεων και το συνολικό κόστος παραγωγής των δύο εταιρειών, για κάθε τύπο του προϊόντος που κατασκευάστηκε από τις δύο αυτές εταιρείες.

Ως προς τις υπόλοιπες πτυχές, η κανονική αξία καθορίστηκε σύμφωνα με τη γενική μέθοδο που περιγράφεται στις αιτιολογικές σκέψεις 25 έως 31.

Στις περιπτώσεις που ήταν εφικτό, η κανονική αξία κατασκευάστηκε προσθέτοντας στο κόστος παραγωγής των εξαχθέντων τύπων αμφότερων των εταιρειών εύλογο ποσό για τα έξοδα ΠΓ& Δ και εύλογο ποσό κέρδους. Δεδομένου ότι οι συνολικές εγχώριες πωλήσεις ήταν αντιπροσωπευτικές, χρησιμοποιήθηκε ο σταθμισμένος μέσος όρος των εγχώριων πωλήσεων ΠΓ& Δ του εξάγοντος παραγωγού και του συνδεόμενου ημεδαπού παραγωγού. Το περιθώριο κέρδους που χρησιμοποιήθηκε ήταν το σταθμισμένο μέσο περιθώριο κέρδους που αποκόμισαν ο εξάγων παραγωγός και ο συνδεόμενος ημεδαπός παραγωγός επί των εγχώριων πωλήσεων του υπό εξέταση προϊόντος που πραγματοποιήθηκαν κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού.

ii) Τιμή εξαγωγής

(55) Οι πωλήσεις του παραγωγού της Λετονίας πραγματοποιήθηκαν εν μέρει σε πελάτη στην Κοινότητα, ο οποίος διέθετε μικρή συμμετοχή στην εταιρεία του παραγωγού της Λετονίας (πολύ μικρότερη από 5 %). Η σύγκριση μεταξύ των όρων που εφαρμόστηκαν στις εν λόγω εξαγωγές και των όρων που εφαρμόστηκαν στις εξαγωγές προς ανεξάρτητους πελάτες κατέδειξε ότι οι πρώτοι ήταν κανονικότατοι και, έτσι, αποφασίστηκε να καθοριστεί η τιμή εξαγωγής για όλες τις εξαγωγές με αναφορά στις πράγματι καταβληθείσες ή καταβλητέες τιμές, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού, όπως περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 32.

iii) Σύγκριση

(56) Σύμφωνα με τη γενική μέθοδο που περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 33, πραγματοποιήθηκαν προσαρμογές, όταν ήταν δυνατό και αιτιολογημένο, για τις διαφορές ως προς τα έξοδα μεταφοράς, ασφάλισης, διεκπεραίωσης, φόρτωσης και τα παρεπόμενα έξοδα, καθώς και τα έξοδα δανεισμού.

Προσαρμογή για τη μετατροπή νομισμάτων

(57) Λόγω της ανατιμήσεως του νομίσματος της Λετονίας Lat, σε σχέση με ορισμένα από τα νομίσματα βάσει των οποίων είχαν τιμολογηθεί οι εξαγωγικές πωλήσεις, ένας εξάγων παραγωγός της Λετονίας ζήτησε να γίνει προσαρμογή για τη μετατροπή νομίσματος. Η προσαρμογή αυτή ζητήθηκε με βάση σύγκριση του ποσού σε Lat που είχε επιτύχει η εταιρεία με τη συναλλαγματική ισοτιμία που εφαρμόστηκε τη στιγμή της σύναψης της σύμβασης, και του πράγματι αποκομισθέντος ποσού. Ωστόσο, διαπιστώθηκε ότι οι συμβάσεις που υπέβαλε ο εξάγων παραγωγός της Λετονίας δεν εξέφραζαν ακριβώς τους πραγματικούς όρους πώλησης και ότι η ημερομηνία πώλησης του τιμολογίου καθόριζε καλύτερα του όρους αυτούς. Ειδικότερα, οι όροι των συμβάσεων είχαν τροποποιηθεί κατά την περίοδο ισχύος τους. Επομένως, διαπιστώθηκε ότι η ημερομηνία πώλησης έπρεπε να είναι η ημερομηνία του τιμολογίου. Εξάλλου, δεδομένου ότι δεν πληρούνταν οι όροι διενέργειας προσαρμογής για τις σταθερές αυξομειώσεις των συναλλαγματικών ισοτιμιών, το αίτημα απορρίφθηκε.

iv) Περιθώριο ντάμπινγκ

(58) Από τη σύγκριση προέκυψε η ύπαρξη ντάμπινγκ. Τα περιθώρια ντάμπινγκ εκφραζόμενα ως ποσοστό της τιμής εισαγωγής cif στα σύνορα της Κοινότητας, πριν από την καταβολή του δασμού, καθορίστηκαν ως εξής:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

ε) Λιθουανία

i) Κανονική αξία

(59) Η κανονική αξία για το λιθουανό εξάγοντα παραγωγό που αποτέλεσε αντικείμενο της έρευνας καθορίστηκε σύμφωνα με τη γενική μέθοδο που περιγράφεται στις αιτιολογικές σκέψεις 25 έως 31. Έτσι, η κανονική αξία καθορίστηκε με αναφορά στις εγχώριες τιμές πώλησης για τους δύο τύπους του προϊόντος, ενώ για έναν τρίτο τύπο, η κανονική αξία έπρεπε να κατασκευαστεί.

ii) Τιμή εξαγωγής

(60) Όλες οι πωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος που πραγματοποίησε ο λιθουανός εξάγων παραγωγός στην Κοινότητα πραγματοποιήθηκαν σε ανεξάρτητους πελάτες. Η τιμή εξαγωγής καθορίστηκε, επομένως, σύμφωνα με τη γενική μέθοδο που περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 32, δηλαδή με βάση τις πράγματι καταβληθείσες ή καταβλητέες τιμές.

iii) Σύγκριση

(61) Σύμφωνα με τη γενική μέθοδο που περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 33, πραγματοποιήθηκαν προσαρμογές, όταν ήταν δυνατό και αιτιολογημένο, για τις διαφορές ως προς τα έξοδα μεταφοράς, διεκπεραίωσης, φόρτωσης και τα παρεπόμενα έξοδα, τα έξοδα δανεισμού, τα έξοδα συσκευασίας, τις προμήθειες και τις μετατροπές νομισμάτων.

Προσαρμογές για το στάδιο εμπορίας

(62) Ο λιθουανός εξάγων παραγωγός ζήτησε να γίνει προσαρμογή της κανονικής αξίας για τις διαφορές στα στάδια εμπορίας, ισχυριζόμενος ότι οι εξαγωγικές πωλήσεις στην Κοινότητα πραγματοποιήθηκαν σε διανομείς και χονδρεμπόρους που αγοράζουν μεγάλες ποσότητες, ενώ οι πωλήσεις στην εγχώρια αγορά πραγματοποιήθηκαν σε διανομείς, εμπόρους λιανικής πώλησης, μεταποιητές και τελικούς χρήστες. Ωστόσο, η εταιρεία δεν ήταν σε θέση να αποδείξει ότι υπήρχε διαφορά ως προς τις αρμοδιότητες που αναλάμβανε, ούτε ότι υπήρχε συστηματική και σαφής διαφορά στις τιμές όσον αφορά τα διαφορετικά στάδια εμπορίας στην εγχώρια αγορά της χώρας εξαγωγής. Επομένως, το αίτημα προσαρμογής απορρίφθηκε.

Προσαρμογή για τη μετατροπή νομισμάτων

(63) Λόγω της ανατιμήσεως του νομίσματος της Λιθουανίας lita, σε σχέση με ορισμένα από τα νομίσματα βάσει των οποίων είχαν τιμολογηθεί οι εξαγωγικές πωλήσεις, ένας λιθουανός εξάγων παραγωγός ζήτησε να γίνει προσαρμογή για τη μετατροπή νομίσματος. Η προσαρμογή αυτή ζητήθηκε με βάση σύγκριση μεταξύ του ποσού σε lita που είχε επιτύχει η εταιρεία με τη συναλλαγματική ισοτιμία που εφαρμόστηκε τη στιγμή της σύναψης της σύμβασης, και του πράγματι αποκομισθέντος ποσού (δηλαδή χρησιμοποιώντας τη συναλλαγματική ισοτιμία που εφαρμόστηκε την ημερομηνία της πληρωμής). Ωστόσο, διαπιστώθηκε ότι οι συμβάσεις που υπέβαλε ο λιθουανός εξάγων παραγωγός δεν εξέφραζαν ακριβώς τους πραγματικούς όρους πωλήσεων και ότι το τιμολόγιο καθόριζε καλύτερα τους όρους αυτούς.

Ωστόσο, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι κατά την περίοδο της έρευνας σημειώθηκαν σταθερές αυξομειώσεις των συναλλαγματικών ισοτιμιών για διάφορα νομίσματα με τα οποία είχαν τιμολογηθεί οι εξαγωγές και πραγματοποίησε προσαρμογή για τη μετατροπή νομισμάτων σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 στοιχείο ι) του βασικού κανονισμού παρέχοντας στον εξαγωγέα 60 ημέρες για την προσαρμογή στις αυξομειώσεις αυτές.

iv) Περιθώριο ντάμπινγκ

(64) Από την έρευνα προέκυψε η ύπαρξη ντάμπινγκ. Τα περιθώρια ντάμπινγκ εκφραζόμενα σε ποσοστό της τιμής εισαγωγής cif στα σύνορα της Κοινότητας, πριν από την καταβολή του δασμού, καθορίστηκαν ως εξής:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

στ) Πολωνία

i) Κανονική αξία

(65) Η κανονική αξία καθορίστηκε σύμφωνα με τη γενική μέθοδο που περιγράφεται στις αιτιολογικές σκέψεις 25 έως 31. Για τους έξι πολωνούς εξάγοντες παραγωγούς, οι κανονικές αξίες υπολογίστηκαν με βάση τις εγχώριες τιμές πώλησης ή κατασκευάστηκαν ανάλογα με τους τύπους του προϊόντος.

Ένας από τους πολωνούς εξάγοντες παραγωγούς ζήτησε να γίνει προσαρμογή της κανονικής αξίας για να ληφθούν υπόψη οι εργασίες εκκίνησης για την παραγωγή κατεργασμένων πεπιεσμένων ινοσανίδων. Η προσαρμογή που ζητήθηκε αντιστοιχούσε στη μείωση του μοναδιαίου κόστους παραγωγής της κατεργασμένης πεπιεσμένης σανίδας που θα είχε επιτευχθεί με χρησιμοποίηση ικανότητας 70 %. Ωστόσο, βάσει των πληροφοριών που υπέβαλε η εταιρεία, διαπιστώθηκε ότι κάθε φάση εκκίνησης εύλογης διάρκειας είχε λήξει πριν από την περίοδο της έρευνας. Επιπλέον, δεν σημειώθηκε στη συνέχεια αύξηση της χρησιμοποίησης της ικανότητας, η οποία, κατά την περίοδο της έρευνας, σταθεροποιήθηκε στο επίπεδο 20 %. Υπό τις συνθήκες αυτές, δεν μπορούσε να παραχωρηθεί προσαρμογή για το κόστος εκκίνησης.

ii) Τιμή εξαγωγής

(66) Όλες οι πωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος των έξι πολωνών εξαγόντων παραγωγών στην αγορά της Κοινότητας πραγματοποιήθηκαν σε ανεξάρτητους πελάτες. Οι τιμές εξαγωγής για τις έξι εταιρείες καθορίστηκαν, επομένως, σύμφωνα με τη μέθοδο που περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 32, δηλαδή με βάση τις πράγματι καταβληθείσες ή καταβλητέες τιμές.

iii) Σύγκριση

(67) Σύμφωνα με τη γενική μέθοδο που περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 33, πραγματοποιήθηκαν προσαρμογές, όταν ήταν δυνατό και αιτιολογημένο, για τις διαφορές ως προς τα φυσικά χαρακτηριστικά, τις επιβαρύνσεις κατά την εισαγωγή και τους έμμεσους φόρους, τις εκπτώσεις, τα έξοδα μεταφοράς, διεκπεραίωσης, φόρτωσης και τα παρεπόμενα έξοδα, τις μειώσεις, τα έξοδα δανεισμού, τη συσκευασία, τις προμήθειες και τις μετατροπές νομισμάτων.

iv) Περιθώριο ντάμπινγκ

(68) Από τη σύγκριση προέκυψε η ύπαρξη ντάμπινγκ. Τα περιθώρια ντάμπινγκ εκφραζόμενα σε ποσοστό της τιμής εισαγωγής cif στα σύνορα της Κοινότητας, πριν από την καταβολή του δασμού, καθορίζονται ως εξής:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

ζ) Ρωσία

i) Ανάλογη χώρα

(69) Δεδομένου ότι η Ρωσία υπάγεται στη διάταξη του άρθρου 2 παράγραφος 7 του βασικού κανονισμού, ήταν απαραίτητο να καθοριστεί η κανονική αξία με αναφορά σε τρίτη χώρα με οικονομία αγοράς, δηλαδή ανάλογης χώρας. Οι καταγγέλλοντες πρότειναν ως πιθανές ανάλογες χώρες τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, τη Χιλή και την Αργεντινή. Ωστόσο, δεν μπορούσε να εξασφαλιστεί συνεργασία από τους παραγωγούς πεπιεσμένων ινοσανίδων που είναι εγκατεστημένοι στς χώρες αυτές. Υπό τις συνθήκες αυτές, αποφασίστηκε να χρησιμοποιηθεί χώρα που αποτέλεσε αντικείμενο της έρευνας.

Εν προκειμένω, οι ρωσικές αρχές πρότειναν χώρα της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης (ΧΚΑΕ), ιδίως τη Βουλγαρία, ως καταλληλότερη επιλογή.

Οι ρωσικές αρχές κλήθηκαν να εξηγήσουν τους λόγους για τους οποίους πρότειναν τη Βουλγαρία και να υποβάλουν συγκεκριμένες πληροφορίες για την καταλληλότητα της χώρας αυτής. Ωστόσο, δεν έχει ληφθεί μέχρι στιγμής απάντηση.

Από τις χώρες ΧΚΑΕ που αποτέλεσαν αντικείμενο της έρευνας, η Πολωνία θεωρήθηκε η καταλληλότερη ανάλογη χώρα. Πρώτον, η εγχώρια πολωνική αγορά είναι η μεγαλύτερη σε μέγεθος και χαρακτηρίζεται από σημαντικό αριθμό ανταγωνιζόμενων παραγωγών. Ο όγκος των εγχώριων πολωνικών πωλήσεων είναι υπερτριπλάσιος των πωλήσεων των λοιπών χωρών ΧΚΑΕ που αποτέλεσαν αντικείμενο της έρευνας και είναι αντιπροσωπευτικός όταν συγκρίνεται με τις εισαγωγές στην Κοινότητα προϊόντων καταγωγής Ρωσίας. Δεύτερο, η πολωνική αγορά είναι επίσης ανοικτή στις εισαγωγές πεπιεσμένων ινοσανίδων από άλλες χώρες. Εν προκειμένω, πρέπει να παρατηρηθεί ότι ο συμβατικός εισαγωγικός δασμός που εφαρμόζεται για τις πεπιεσμένες ινοσανίδες στην Πολωνία είναι 9 %. Οι εισαγωγές πεπιεσμένων ινοσανίδων από την Κοινότητα και τις χώρες ΕΖΕΣ υπόκεινται σε δασμό 1,8 %, ενώ οι εισαγωγές πεπιεσμένων ινοσανίδων από τις αναπτυσσόμενες χώρες και ορισμένες ΧΚΑΕ (όπως η Τσεχική Δημοκρατία, η Ουγγαρία, η Σλοβακία, η Λετονία, κ.λπ.) απαλλάσσονται από δασμούς. Υπό τις συνθήκες αυτές, η Πολωνία θεωρήθηκε ως κατάλληλη τρίτη χώρα με οικονομία αγοράς για τον καθορισμό της κανονικής αξίας για τη Ρωσία, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 του βασικού κανονισμού.

ii) Επίπεδο συνεργασίας

(70) Μόνο ένας ρώσος παραγωγός που πραγματοποίησε εξαγωγές στην Κοινότητα κατά την περίοδο της έρευνας απάντησε στο ερωτηματολόγιο. Βάσει των εισαχθέντων ποσοτήτων που ανέφερε η Eurostat, η εταιρεία αυτή αντιπροσώπευε ποσοστό σαφώς χαμηλότερο του 10 % των συνολικών εισαγωγών ρωσικών πεπιεσμένων ινοσανίδων στην Κοινότητα κατά την περίοδο της έρευνας. Επιπλέον, η ρωσική εταιρεία εξήγε μία μόνο κατηγορία πεπιεσμένων ινοσανίδων, δηλαδή τις μη κατεργασμένες πεπιεσμένες ινοσανίδες, ενώ η Eurostat ανέφερε εισαγωγές και των δύο κατηγοριών του υπό εξέταση προϊόντος, δηλαδή κατεργασμένων και μη κατεργασμένων πεπιεσμένων σανίδων.

Λόγω άρνησης συνεργασίας και σύμφωνα με το άρθρο 18 του βασικού κανονισμού, τα συμπεράσματα τα σχετικά με τις υπόλοιπες εισαγωγές από τη Ρωσία συνήχθησαν με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία.

iii) Κανονική αξία

(71) Η κανονική αξία για τη Ρωσία υπολογίστηκε με βάση το σταθμισμένο μέσο όρο των κανονικών αξιών που καθορίστηκαν για τις συνεργασθείσες πολωνικές εταιρείες, όπως περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 65 παραπάνω. Η κανονική αξία του τύπου του προϊόντος που εξήχθη από τη συνεργασθείσα ρωσική εταιρεία υπολογίστηκε με βάση τη σταθμισμένη μέση κανονική αξία του πανομοιότυπου τύπου προϊόντος των συνεργασθέντων πολωνών εξαγόντων παραγωγών. Η κανονική αξία για τις υπόλοιπες μη κατεργασμένες πεπιεσμένες ινοσανίδες καταγωγής Ρωσίας υπολογίστηκε με βάση τη σταθμισμένη μέση κανονική αξία όλων των μη κατεργασμένων τύπων του προϊόντος που εξήχθησαν στην Κοινότητα από τις συνεργασθείσες πολωνικές εταιρείες.

iv) Τιμή εξαγωγής

(72) Οι ρωσικές εξαγωγές στην Κοινότητα, για τις οποίες υποβλήθηκαν αρκετά λεπτομερείς πληροφορίες κατά τη διάρκεια της έρευνας, πραγματοποιήθηκαν απευθείας σε ανεξάρτητους εισαγωγείς στην Κοινότητα. Επομένως, η τιμή εξαγωγής των συναλλαγών αυτών καθορίστηκε με αναφορά στις πράγματι καταβληθείσες ή καταβλητέες τιμές από ανεξάρτητους εισαγωγείς στο μοναδικό γνωστό ρώσο εξαγωγέα για τις πωλήσεις των πεπιεσμένων ινοσανίδων.

Για όλες τις άλλες εισαγωγές καταγωγής Ρωσίας, που αντιπροσωπεύουν πάνω από το 90 % του συνολικού όγκου εισαγωγών από τη Ρωσία, συνήχθη προσωρινά το συμπέρασμα ότι οι τιμές εξαγωγής πρέπει να βασιστούν στα στοιχεία της Eurostat. Ωστόσο, πρέπει να παρατηρηθεί εν προκειμένω ότι υπάρχουν ορισμένες αμφιβολίες όσον αφορά την καταλληλότητα των στοιχείων της Eurostat (μεταξύ άλλων επειδή η Eurostat δεν κάνει διάκριση μεταξύ των διαφόρων τύπων πεπιεσμένων ινοσανίδων και το υπό εξέταση προϊόν δεν καλύπτει πλήρη κωδικό της ΣΟ). Για το λόγο αυτό, το θέμα θα εξεταστεί εκ νέου κατά τη διάρκεια της έρευνας.

v) Σύγκριση

(73) Η σύγκριση μεταξύ της κανονικής αξίας και της τιμής εξαγωγής πραγματοποιήθηκε με βάση την τιμή «FOB στα σύνορα της Πολωνίας» και της τιμής «FOB στα σύνορα της Ρωσίας» αντίστοιχα. Όσον αφορά την κανονική αξία, οι προσαρμογές που χορηγήθηκαν στους πολωνούς εξάγοντες παραγωγούς χρησιμοποιήθηκαν και για τον καθορισμό της κανονικής αξίας για τη Ρωσία. Εν συνεχεία, πραγματοποιήθηκαν οι απαιτούμενες προσαρμογές ώστε να μειωθούν οι κανονικές αξίες στο επίπεδο «FOB στα σύνορα της Πολωνίας».

Οσον αφορά την τιμή εξαγωγής, πραγματοποιήθηκαν προσαρμογές ώστε να ληφθούν υπόψη τα έξοδα μεταφοράς και ασφάλισης. Τα έξοδα αυτά υπολογίστηκαν με βάση τις πληροφορίες που υπέβαλε ένας συνεργασθείς ανεξάρτητος εισαγωγέας.

vi) Περιθώριο ντάμπινγκ για τη Ρωσία

(74) Από την προαναφερόμενη σύγκριση προέκυψε η ύπαρξη ντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές πεπιεσμένων ινοσανίδων καταγωγής Ρωσίας. Για τη Ρωσία καθορίστηκε ενιαίο περιθώριο ντάμπινγκ 31,1 %.

Δ. ΖΗΜΙΑ

1. Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

(75) Οι δείκτες ζημίας σχετικά με τις εισαγωγές για ολόκληρη την υπό εξέταση περίοδο εκφράστηκαν ως επί το πλείστον ανά τόνο, δεδομένου ότι οι πληροφορίες για τα έτη που προηγήθηκαν της περιόδου έρευνας αντλήθηκαν κυρίως από τη Eurostat, η οποία παρέχει τα στοιχεία αυτά μόνο σε τόνους. Για λόγους ακριβείας, οι δείκτες ζημίας σχετικά με την εξέλιξη του όγκου πωλήσεων και των τιμών πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, καθώς και με την εξέλιξη των τιμών των μη καταγγελλόντων κοινοτικών παραγωγών εκφράστηκαν σε τετραγωνικά μέτρα, δεδομένου ότι αυτό είναι το μέτρο που χρησιμοποιεί ολόκληρος ο κλάδος παραγωγής (συμπεριλαμβανομένων των εξαγόντων παραγωγών). Εν πάση περιπτώσει, αν οι αριθμοί που εκφράζονται κατωτέρω σε τετραγωνικά μέτρα είχαν μετατραπεί σε τόνους, η αξιολόγηση και τα συμπεράσματα της ζημίας δεν θα ήταν διαφορετικά. Τέλος, πρέπει να παρατηρηθεί ότι οι αριθμοί οι σχετικοί με τα περιθώρια των μειωμένων τιμών και της ζημίας βασίζονται σε στοιχεία που ελήφθησαν ανά τετραγωνικό μέτρο.

2. Ορισμός του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(76) Πέντε από τους οκτώ καταγγέλλοντες κοινοτικούς παραγωγούς απάντησαν στο ερωτηματολόγιο της Επιτροπής εντός της ταχθείσας προθεσμίας. Οι υπόλοιποι παραγωγοί δεν συνεργάστηκαν στην έρευνα. Οι πέντε συνεργασθέντες παραγωγοί αντιπροσώπευαν το 43 % της συνολικής κοινοτικής παραγωγής του υπό εξέταση προϊόντος κατά την περίοδο της έρευνας 7 ένας μόνο από τους μη καταγγέλλοντες παραγωγούς, που αντιπροσώπευε περίπου το 5 % της κοινοτικής παραγωγής, ήταν αντίθετος με την καταγγελία όσον αφορά τις εισαγωγές καταγωγής Βραζιλίας. Επομένως, οι συνεργασθέντες κοινοτικοί παραγωγοί αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο μέρος της κοινοτικής παραγωγής και, ως εκ τούτου, του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 και το άρθρο 5 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού. Στο εξής, η έκφραση «κοινοτικός κλάδος παραγωγής» θα αναφέρεται αποκλειστικά στους εν λόγω πέντε συνεργασθέντες παραγωγούς.

3. Κατανάλωση

(77) Η συνολική κοινοτική παραγωγή του υπό εξέταση προϊόντος, συμπεριλαμβανομένων των συνεργασθέντων και μη συνεργασθέντων παραγωγών, αυξήθηκε από 668 900 τόνους το 1993 σε 777 000 τόνους κατά την περίοδο της έρευνας.

(78) Η φαινομένη κατανάλωση της Κοινότητας καθορίστηκε με βάση την κοινοτική παραγωγή, όπως προσδιορίστηκε παραπάνω, συν τις συνολικές κοινοτικές εισαγωγές και μείον των συνολικών κοινοτικών εξαγωγών. Η κατανάλωση αυτή αυξήθηκε κατά 20 %, ανερχόμενη από 989 497 τόνους το 1993 σε 1 188 557 τόνους κατά το τέλος της περιόδου έρευνας.

4. Εισαγωγές από τις οικείες χώρες

α) Σώρευση

(79) Εξετάστηκε αν ο αντίκτυπος των εισαγωγών ινοσανίδων καταγωγής των οικείων χωρών έπρεπε να εκτιμηθεί σωρευτικά, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

Οι συνεργασθέντες βραζιλιάνοι εξαγωγείς υποστήριξαν ότι οι εισαγωγές στην Κοινότητα από τη Βραζιλία δεν έπρεπε να σωρευθούν με τις εισαγωγές από τις άλλες χώρες πού αφορούσε η διαδικασία, δεδομένου ότι οι όροι ανταγωνισμού μεταξύ των πεπιεσμένων σανίδων καταγωγής Βραζιλίας και εκείνων από τις άλλες αυτές χώρες και των πεπιεσμένων ινοσανίδων που παράγονται στην Κοινότητα ήταν διαφορετικές. Οι εν λόγω εξαγωγείς υποστήριξαν ότι οι πεπιεσμένες ινοσανίδες που παράγονται στη Βραζιλία και εξάγονται στην Κοινότητα είναι διαφορετικές ως προς τα φυσικά χαρακτηριστικά και την ποιότητά τους από τις πεπιεσμένες ινοσανίδες που παράγονται στις άλλες χώρες που αφορά η παρούσα έρευνα και, επομένως, πωλούνται σε διαφορετικές αγορές και μέσω διαφορετικών καναλιών πώλησης. Εξάλλου, υποστήριξαν ότι ο όγκος και το μερίδιο αγοράς των εν λόγω εισαγωγών κατέδειξαν, κατά την υπό εξέταση περίοδο, τάση διαφορετική από εκείνη των άλλων ενδιαφερομένων χωρών.

Εν προκειμένω, πρέπει να σημειωθεί ότι τα περιθώρια ντάμπινγκ που καθορίστηκαν για τους ενδιαφερόμενους βραζιλιάνους εξαγωγείς υπερβαίνουν τα αμελητέα περιθώρια που καθορίζονται στο άρθρο 9 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού 7 επιπλέον, το μερίδιο της κοινοτικής αγοράς που αντιπροσωπεύουν οι εισαγωγές αυτές δεν είναι αμελητέο κατά την έννοια του άρθρου 5 παράγραφος 7 του βασικού κανονισμού. Το ίδιο ισχύει όσον αφορά τις εισαγωγές από τις λοιπές ενδιαφερόμενες χώρες. Τέλος, όσον αφορά τους όρους ανταγωνισμού μεταξύ των βραζιλιάνικων πεπιεσμένων ινοσανίδων και των ινοσανίδων των λοιπών χωρών και των πεπιεσμένων ινοσανίδων κοινοτικής παραγωγής, καθορίστηκε παραπάνω ότι, κατά τις συζητήσεις των θεμάτων για το ομοειδές προϊόν, οι πεπιεσμένες ινοσανίδες καταγωγής Βραζιλίας ανταγωνίζονται τις πεπιεσμένες ινοσανίδες που εισάγονται στην Κοινότητα από τις άλλες χώρες που αφορά η έρευνα καθώς και την κοινοτική παραγωγή. Επίσης, καθορίστηκε ότι οι εισαγωγές από όλες τις οικείες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Βραζιλίας, ήταν χαμηλότερες από τις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής (βλέπε αιτιολογική σκέψη 82). Πληρούνται οι όροι του άρθρου 3 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού, σχετικά με τη σωρευτική αξιολόγηση των επιπτώσεων των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος από τη Βραζιλία και των επιπτώσεων από τις λοιπές ενδιαφερόμενες χώρες.

β) Εξέλιξη του όγκου, των αξιών και των μεριδίων αγοράς

(80) Ο όγκος των εισαγωγών από τις οικείες χώρες αυξήθηκε κατά 18 % κατά την υπό εξέταση περίοδο, από 234 083 τόνους το 1993 σε 276 992 τόνους κατά την περίοδο της έρευνας. Η αντίστοιχη αξία ανήλθε από 46 824 000 σε 64 828 000 Ecu, δηλαδή αυξήθηκε κατά 38 %.

Το μερίδιο αγοράς των εισαγωγών αυτών αυξήθηκε από 23,7 % το 1993 σε 27,7 % το 1995, για να επανέλθει στο προηγούμενο επίπεδο κατά την περίοδο της έρευνας, δηλαδή 23,3 %.

γ) Εξέλιξη των τιμών

(81) Για το διάστημα πριν από την περίοδο της έρευνας, δεν υπάρχουν στοιχεία των εταιρειών σχετικά με τις τιμές των εξαγωγικών πωλήσεων των διαφόρων τύπων του προϊόντος. Για να προσδιοριστούν οι τάσεις της εξέλιξης των τιμών για το διάστημα από το 1993 και μετά, έπρεπε να χρησιμοποιηθούν οι στατιστικές της Eurostat σχετικά με τη μοναδιαία αξία.

Από τις διαθέσιμες πληροφορίες προέκυψε ότι η μέση μοναδιαία αξία των εισαγωγών από τις οικείες χώρες αυξήθηκε σταθερά καθόλη την περίοδο, από 200 σε 234 Ecu ανά τόνο. Σε δείκτες, οι εισαγωγές ανήλθαν από 100 το 1993 σε 117 στο τέλος της περιόδου έρευνας. Ωστόσο, κατά την περίοδο της έρευνας, οι εισαγωγές από όλες τις ενδιαφερόμενες χώρες εξακολουθούσαν να είναι χαμηλότερες από τις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, όπως εξηγείται παρακάτω.

δ) Σύγκριση των τιμών, πραγματοποίηση πωλήσεων σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές

(82) Το περιθώριο των χαμηλότερων τιμών καθορίστηκε με βάση σύγκριση των τιμών των κοινοτικών παραγωγών και των τιμών εξαγωγής cif στα σύνορα της Κοινότητας μετά την καταβολή δασμού, στο ίδιο στάδιο εμπορίας, για τις εισαγωγές από τις ενδιαφερόμενες χώρες.

Στο βαθμό που ήταν αυτό δυνατό, έγινε σύγκριση μεταξύ των τιμών των ομοειδών τύπων του προϊόντος. Οι εξαγωγικές συναλλαγές που χρησιμοποιήθηκαν για τη σύγκριση αντιπροσωπεύουν μερίδιο περίπου 21 % των συνολικών εξαγωγών κάθε ενδιαφερόμενου εξάγοντος παραγωγού και τουλάχιστον 78 % των συνολικών εξαγωγών για κάθε ενδιαφερόμενη χώρα.

Διαπιστώθηκαν τα ακόλουθα επίπεδα των περιθωρίων χαμηλότερων τιμών:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

5. Κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

α) Γενικές παρατηρήσεις

(83) Στις παρακάτω πληροφορίες δεν περιλαμβάνεται ένας από τους συνεργασθέντες καταγγέλλοντες κοινοτικούς παραγωγούς, ο βρετανός παραγωγός Techboard Ltd. Η εταιρεία αυτή άρχισε να παράγει πεπιεσμένες ινοσανίδες το Δεκέμβριο 1995. Κατά την περίοδο της έρευνας, η εταιρεία όχι μόνο δεν χρησιμοποίησε πλήρως την ικανότητά της αλλά δεν ήταν σε θέση να καλύψει το μεταβλητό κόστος της με τις τιμές πώλησής της. Επομένως, οι επιδόσεις της Techboard δεν θεωρήθηκαν αρκετά αντιπροσωπευτικές για να σωρευθούν με εκείνες των λοιπών κοινοτικών παραγωγών και τα αριθμητικά στοιχεία της, ιδίως οι σημαντικές χρηματοοικονομικές απώλειές της θα στρέβλωναν την εικόνα της κατάστασης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Επομένως, τα στοιχεία τα σχετικά με την εταιρεία αυτή δεν ελήφθησαν υπόψη για την αξιολόγηση της ζημίας.

β) Παραγωγή και χρησιμοποίηση ικανότητας

(84) Η παραγωγή σημείωσε κάμψη 2 %, περνώντας από 308 259 τόνους το 1993 σε 302 653 κατά την περίοδο της έρευνας. Η ικανότητα παραγωγής παρέμεινε σταθερή σε 412 083 τόνους, ενώ το επίπεδο χρησιμοποίησης μειώθηκε ελαφρά από 75 % σε 73 %.

γ) Πωλήσεις στην Κοινότητα: όγκος και μερίδιο αγοράς

(85) Ο όγκος των πωλήσεων στην Κοινότητα σε m2 αυξήθηκε κατά 13 % κατά την εξεταζόμενη περίοδο, από 91,6 εκατομμύρια περίπου το 1993 σε 103,6 εκατομμύρια κατά την περίοδο της έρευνας. Το μερίδιο αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκε από 28 % το 1993, σε 25,3 % το 1995, για να ανέλθει στη συνέχεια στο ανώτατο όριο 26,9 % το 1996 και να μειωθεί εκ νέου σε 26,4 % κατά την περίοδο της έρευνας.

δ) Πωλήσεις στην Κοινότητα: κύκλος εργασιών και τιμές

(86) Ο κύκλος των πωλήσεων μειώθηκε κατά 5 %, περνώντας από 101,7 εκατομμύρια Ecu το 1993 σε 96,3 εκατομμύρια Ecu κατά την περίοδο της έρευνας. Οι μέσες μοναδιαίες τιμές μειώθηκαν κατά 16 %, από 1,11 Ecu ανά m2 σε 0,93 Ecu ανά m2 κατά την ίδια περίοδο.

ε) Κόστος παραγωγής

(87) Το άμεσο κόστος παραγωγής αυξήθηκε από 379 Ecu ανά τόνο το 1993 σε 400 Ecu/τόνο το 1995, για να μειωθεί σε 380 Ecu/τόνο κατά την περίοδο της έρευνας. Οι εξελίξεις αυτές σε μοναδιαίο κόστος δεν οφείλοντο στις διακυμάνσεις των τιμών των πρώτων υλών, αλλά αντανακλούσαν την παραγωγικότητα του κλάδου παραγωγής, η οποία μειώθηκε μεταξύ του 1993 και του 1995, για να σημειώσει ανάκαμψη στη συνέχεια χάρη σε προσπάθειες που κατέβαλε ο κλάδος παραγωγής για τη βελτίωση της παραγωγικότητάς του.

στ) Αποδοτικότητα

(88) Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής ουδέποτε υπήρξε επικερδής κατά την υπό εξέταση περίοδο, οι δε απώλειές του ανήλθαν από 8,1 % του κύκλου εργασιών το 1993 σε 12,7 % το 1994. Μετά από ελαφρά βελτίωση το 1995, έτος κατά το οποίο οι απώλειες ανήλθαν σε 10,9 % του κύκλου εργασιών, οι απώλειες του κοινοτικού κλάδου παραγωγής επιδεινώθηκαν για να ανέλθουν σε 12,6 % το 1996 και, τελικά, σε 13 % κατά την περίοδο της έρευνας. Η αρνητική αυτή εξέλιξη ήταν αποτέλεσμα κάμψης των τιμών, μεγαλύτερης από τη μείωση του μοναδιαίου κόστους παραγωγής που είχε επιτύχει ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής από το 1995 και μετά.

η) Απασχόληση

(89) Η απασχόληση που αντιστοιχούσε στο υπό εξέταση προϊόν μειώθηκε σταθερά κατά 13 % κατά την υπό εξέταση περίοδο, από 1 054 υπαλλήλους το 1993 σε 912 κατά την περίοδο της έρευνας.

η) Επενδύσεις

(90) Οι επενδύσεις μειώθηκαν αισθητά από 4,3 εκατομμύρια Ecu το 1993 σε 2,9 εκατομμύρια Ecu κατά την περίοδο της έρευνας, δηλαδή σημείωσαν πτώση 33 % κατά την περίοδο αυτή.

6. Συμπεράσματα σχετικά με τη ζημία

(91) Βάσει των παραπάνω συμπερασμάτων, συνάγεται το συμπέρασμα ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη σημαντική ζημία. Παρότι η παραγωγή και το μερίδιο αγοράς μειώθηκαν ελαφρά, και ο όγκος των πωλήσεων αυξήθηκε κατά την αναλυθείσα περίοδο, τούτο επιτεύχθηκε εις βάρος αισθητής επιδείνωσης των τιμών πώλησης, η οποία προκάλεσε αύξηση των χρηματοοικονομικών απωλειών και μείωσε την ταμειακή ρευστότητα σε επίπεδο που ήταν ανεπαρκές για τη χρηματοδότηση των επενδύσεων που ήταν αναγκαίες για τον εκσυγχρονισμό και τη συντήρηση των εγκαταστάσεων. Πράγματι, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής κατέβαλε προσπάθειες, μεταξύ του 1995 και της περιόδου έρεύνας, για τη βελτίωση της αποδοτικότητάς του, διατηρώντας τα ίδια επίπεδα παραγωγής με σημαντικές μειώσεις του κόστους παραγωγής και της απασχόλησης, κατορθώνοντας με τον τρόπο αυτό να μειώσει το μοναδιαίο κόστος στο επίπεδο του 1993. Ωστόσο, οι προσπάθειες αυτές είχαν ελάχιστες επιπτώσεις στην επιδείνωση της χρηματοοικονομικής κατάστασης.

Ε. ΑΙΤΙΩΔΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑ

1. Επιπτώσεις των εισαγωγών από τις οικείες χώρες

(92) Ο όγκος των εισαγωγών από τις οικείες χώρες αυξήθηκε κατά 18 % μεταξύ του 1993 και της περιόδου έρευνας. Παρότι οι τιμές τους αυξήθηκαν, κατά μέσο όρο κατά 17 % κατά την ίδια περίοδο, οι εισαγωγές αυτές εξακολουθούσαν να είναι αισθητά χαμηλότερες από τις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής κατά την περίοδο της έρευνας. Οι τιμές του κοινοτικού κλάδου μειώθηκαν σε δείκτες από 100 σε 84 κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Τούτο αποδεικνύει σαφώς την ύπαρξη έντονης πίεσης προς τα κάτω που ασκήθηκε στις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Η πίεση αυτή επιβεβαιώνεται από την εξέλιξη των μέσων τιμών πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής στις τρίτες χώρες. Οι τιμές αυτές ήταν, κατά την περίοδο της έρευνας, αισθητά υψηλότερες από τις τιμές στην Κοινότητα και αυξήθηκαν κατά 17 % κατά την εξετασθείσα περίοδο.

Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής κατόρθωσε να διατηρήσει γενικά το επίπεδο παραγωγής του και τη χρησιμοποίηση της ικανότητας, ακόμη δε και να αυξήσει τον όγκο των πωλήσεών του. Πρέπει να σημειωθεί ότι, λαμβανομένου υπόψη του υψηλού πάγιου κόστους του κλάδου αυτού, η πλήρης και σταθερή χρησιμοποίηση της ικανότητας είναι καθοριστική για τη σταθεροποίηση του κόστους παραγωγής σε εύλογο επίπεδο. Ωστόσο, οι φθίνουσες τιμές πωλήσεών του προκάλεσαν μείωση 5 % του κύκλου εργασιών των κοινοτικών παραγωγών κατά την υπό εξέταση περίοδο.

Το μερίδιο αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής σημείωσε εν μέρει ανάκαμψη κατά την περίοδο της έρευνας (26,4 %) μετά από μείωση σε 25 % το 1995, αλλά δεν επανέκτησε το επίπεδο που είχε το 1994 (28 %). Παράλληλα, οι απώλειές του επιδεινώθηκαν. Κατά την περίοδο της έρευνας, οι απώλειες αυτές ανέρχονταν σε 13 % του κύκλου εργασιών.

Όλοι οι παράγοντες αυτοί δείχνουν ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αναγκάστηκε να εφαρμόσει στρατηγική ευθυγράμμισης προς τις τιμές των εισαγωγών με ντάμπινγκ ώστε να μπορέσει να διατηρήσει τον όγκο των πωλήσεών του. Τούτο είχε ως αποτέλεσμα να αυξηθούν ακόμη περισσότερο οι απώλειές του.

2. Άλλοι παράγοντες

α) Εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες

(93) Ορισμένοι εξάγοντες παραγωγοί αμφισβήτησαν το γεγονός ότι η ζημία του κοινοτικού κλάδου παραγωγής είχε προκληθεί από εισαγωγές καταγωγής άλλων χωρών τις οποίες δεν αφορούσε η παρούσα έρευνα. Οι παραγωγοί αυτοί τόνισαν ότι το μερίδιο αγοράς των χωρών που αφορούσε η έρευνα μειώθηκε από το 1995 από 28 % σε 23 %, ενώ τα μερίδια αγοράς των λοιπών τρίτων χωρών και του κοινοτικού κλάδου παραγωγής αυξήθηκαν κατά την ίδια περίοδο.

Ο ακόλουθος πίνακας, που βασίζεται στα στοιχεία της Eurostat δείχνει ότι υπήρξε πράγματι σημαντική αύξηση του όγκου των εισαγωγών από τις τρίτες χώρες, η οποία συνδυάστηκε με αύξηση του μεριδίου αγοράς τους κατά 3,6 % μεταξύ του 1993 και της περιόδου έρευνας, για να ανέλθει σε 15,5 % μέχρι το τέλος της περιόδου αυτής.

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

Οι στατιστικές της Eurostat για τις μοναδιαίες αξίες δηλώνουν δύο πράγματα. Πρώτον, η τιμή ανά τόνο των εξαγωγών των άλλων τρίτων χωρών στην Κοινότητα αυξήθηκε κατά 23 % κατά την περίοδο από το 1993 έως την περίοδο της έρευνας. Δεύτερον, καθόλη την περίοδο αυτή, η τιμή ανά τόνο των εξαγωγών των τρίτων χωρών ήταν πάντα αισθητά υψηλότερη από τη μοναδιαία αξία των ενδιαφερομένων χωρών, και ήταν υπερδιπλάσια της τιμής αυτής κατά το τέλος της περιόδου έρευνας. Η αξία αυτή υπερέβαινε επίσης εκείνη του κοινοτικού κλάδου παραγωγής καθόλη την περίοδο.

Επομένως, επειδή οι διαθέσιμες πληροφορίες φανερώνουν ότι οι τιμές των εξαγωγών των τρίτων χωρών δεν ήταν χαμηλότερες από τις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, ούτε συμπίεζαν τις τιμές αυτές, είναι μάλλον απίθανο να είχαν σημαντικές επιπτώσεις οι εξαγωγές αυτές στις τιμές και την αποδοτικότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

β) Ανταγωνισμός από τους μη συνεργασθέντες παραγωγούς στην Κοινότητα

(94) Η Επιτροπή εξέτασε αν ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη ζημία λόγω του ανταγωνισμού από άλλους μη καταγγέλλοντες κοινοτικούς παραγωγούς. Όπως καταδείχθηκε παραπάνω, η συνολική κοινοτική παραγωγή του ομοειδούς προϊόντος αυξήθηκε κατά 16 % μεταξύ του 1993 και της περιόδου έρευνας, ενώ η παραγωγή του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκε ελαφρά κατά 2 % κατά την ίδια περίοδο. Η διαφορά οφειλόταν σε αύξηση της παραγωγής μεταξύ των μη καταγγελλόντων κοινοτικών παραγωγών.

Για την ανάλυση της κατάστασης αυτής, η Επιτροπή χρησιμοποίησε τα στοιχεία τα σχετικά με την παραγωγή καθώς και τον όγκο και την αξία των πωλήσεων που υπέβαλαν ορισμένοι μη συνεργασθέντες κοινοτικοί παραγωγοί. Από τα διαθέσιμα στοιχεία προκύπτει ότι, κατά σταθμισμένο μέσο όρο, οι μοναδιαίες τιμές ανά m2 των μη καταγγελλόντων κοινοτικών παραγωγών ήταν οι ακόλουθες:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

Όπως προκύπτει από τον παραπάνω πίνακα, οι μοναδιαίες τιμές των μη καταγγελλόντων ήταν χαμηλότερες από εκείνες τον κοινοτικού κλάδου παραγωγής μόνο μέχρι το 1995. Έκτοτε οι μοναδιαίες τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής ήταν χαμηλότερες από εκείνες των μη καταγγελλόντων κοινοτικών παραγωγών. Επομένως, είναι μάλλον απίθανο οι μη καταγγέλλοντες κοινοτικοί παραγωγοί να προκάλεσαν ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, ιδίως επειδή οι μοναδιαίες τιμές των καταγγελλόντων και των μη καταγγελλόντων ήταν χαμηλότερες από τις τιμές εισαγωγών από τις ενδιαφερόμενες χώρες.

γ) Ανταγωνισμός από τις ινοσανίδες μεσαίας και υψηλής πυκνότητας

(95) Διάφοροι εξάγοντες παραγωγοί υποστήριξαν ότι η ζημία του κοινοτικού κλάδου παραγωγής δεν προκλήθηκε από τις εισαγωγές με ντάμπινγκ αλλά από τον ανταγωνισμό των ινοσανίδων MDF/HDF. Οι εν λόγω παραγωγοί προέβαλαν το επιχείρημα ότι οι ινοσανίδες MDF/HDF είναι προϊόν υψηλής ποιότητας και ανταγωνιστικό ως προς τις τιμές, του οποίου η κατανάλωση αυξήθηκε αισθητά κατά τα τελευταία έτη. Σύμφωνα με τους ενδιαφερόμενους εξάγοντες παραγωγούς, το προϊόν αυτό έχει αρχίσει να αντικαθιστά τις πεπιεσμένες ινοσανίδες στις περισσότερες χρήσεις.

Η Επιτροπή εξέτασε την επίδραση των ινοσανίδων MDF/HDF στην εξέλιξη της ζημίας που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.

Από την ανάλυση προκύπτει ότι, όπως τονίστηκε στο τμήμα για το «υπό εξέταση προϊόν», η ιδιαίτερη άνθηση της αγοράς των ινοσανίδων MDF/HDF κατά τα τελευταία έτη, δεν ήταν εις βάρος της αγοράς των πεπιεσμένων ινοσανίδων. Πράγματι, η κατανάλωση των πεπιεσμένων ινοσανίδων αυξήθηκε από το 1993. Από την ανάλυση προέκυψε επίσης ότι μόνο οι λεπτές ινοσανίδες MDF, που αντιπροσώπευαν το 1997 περίπου το 14 % της κοινοτικής παραγωγής ινοσανίδων MDF, ανταγωνίζονται τις πεπιεσμένες ινοσανίδες και μόνο σε ορισμένα τμήματα της αγοράς. Επομένως, τα δύο αυτά προϊόντα είναι εν μέρει μόνο εναλλάξιμα.

Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να σημειωθεί ότι τα στοιχεία δεν δείχνουν ότι υπήρξε εναλλαγή μεταξύ των προϊόντων, δεδομένου ότι ο όγκος πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής διατηρήθηκε, σε τιμές πάντως χαμηλότερες, λόγω της έντονης πίεσης των τιμών προς τα κάτω που άσκησαν οι εισαγωγές με ντάμπινγκ. Δεδομένου ότι δεν υπήρξαν αποδεικτικά στοιχεία σύμφωνα με τα οποία οι τιμές των ινοσανίδων MDF/HDF ήταν χαμηλότερες από τις τιμές των πεπιεσμένων ινοσανίδων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, δεν καθορίστηκε αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της ζημίας, ως προς τη συμπίεση των τιμών, και της άνθησης της αγοράς ινοσανίδων MDF/HDF.

δ) Κάμψη των πεπιεσμένων ινοσανίδων

(96) Διάφορα ενδιαφερόμενα μέρη επιβεβαίωσαν ότι ο κλάδος παραγωγής πεπιεσμένων ινοσανίδων αποτελεί παρακμάζοντα βιομηχανικό κλάδο, που παράγει ένα προϊόν στο τέλος του κύκλου ζωής του. Η προβαλλόμενη αυτή ωρίμανση ήταν, κατά τους ισχυρισμούς, ο κύριος λόγος των δυσχερειών που αντιμετώπισε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.

Η Επιτροπή δεν συμμερίζεται την άποψη αυτή. Οπως αναφέρεται παραπάνω, η φαινομένη κατανάλωση του εν λόγω προϊόντος αυξήθηκε κατά 20 % μεταξύ του 1993 και του τέλους της περιόδου έρευνας. Μια παρακμάζουσα αγορά δεν χαρακτηρίζεται από αύξηση της ζήτησης. Τούτο ισχύει ακόμη περισσότερο επειδή η αύξηση αυτή της κατανάλωσης των πεπιεσμένων ινοσανίδων συνέπεσε με την αισθητή άνθηση της αγοράς των λεπτών ινοσανίδων MDF.

3. Συμπέρασμα σχετικά με την αιτιώδη συνάφεια

(97) Από την παραπάνω εξέταση προκύπτει ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αναγκάστηκε να προσαρμοστεί στις τιμές των εισαγωγών που αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ για να διατηρήσει τον όγκο παραγωγής του, τις πωλήσεις του και τη χρησιμοποίηση της ικανότητάς του, και τούτο για να διατηρήσει χαμηλό επίπεδο του μοναδιαίου κόστους παραγωγής του. Με τον τρόπο αυτό, οι απώλειές του αυξήθηκαν αισθητά. Παρότι ο ανταγωνισμός των εισαγωγών από τις τρίτες χώρες και τους μη καταγγέλλοντες κοινοτικούς παραγωγούς καθώς και η εμφάνιση προϊόντων υποκατάστασης όπως των λεπτών ινοσανίδων MDF μπορεί να συνέβαλαν επίσης στη ζημία του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, οι επιπτώσεις τους δεν ήταν αρκετές για να διασπάσουν την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ των εισαγωγών που αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ από τις εν λόγω χώρες και της σημαντικής ζημίας που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.

ΣΤ. ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ

1. Γενικές εκτιμήσεις

(98) Σύμφωνα με το άρθρο 21 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή εξέτασε με βάση τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίστηκαν:

- πρώτον, τις πιθανές θετικές και αρνητικές επιπτώσεις της επιβολής ή της μη επιβολής μέτρων και

- δεύτερον, αν μπορούσε πράγματι να συναχθεί το συμπέρασμα ότι δεν ήταν προς το γενικό συμφέρον της Κοινότητας να θεσπίσει μέτρα στη συγκεκριμένη περίπτωση.

(99) Τη στιγμή της έναρξης της διαδικασίας, η Επιτροπή ενημέρωσε τις ενδιαφερόμενες βιομηχανικές ενώσεις που αντιπροσωπεύουν τις χρήστριες βιομηχανίες και τους προμηθευτές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και ήρθε σε επαφή με 35 ενώσεις. Εν συνεχεία, η Επιτροπή ζήτησε από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη που είχαν αναγγελθεί εντός της καθορισμένης προθεσμίας να υποβάλουν τεκμηριωμένα στοιχεία για τα θέματα που αφορούσαν το συμφέρον της Κοινότητας. Για μεγαλύτερη ευκολία, η Επιτροπή κάλεσε τα ενδιαφερόμενα μέρη να απαντήσουν σε ερωτηματολόγια που είχαν ειδικά εκπονηθεί για κάθε τύπο δυνητικά ενδιαφερόμενου οικονομικού φορέα. Έτσι, εστάλησαν ερωτηματολόγια στους κατάντη προμηθευτές της αλυσίδας παραγωγής του κοινοτικού κλάδου παραγωγής καθώς και στις χρήστριες βιομηχανίες πεπιεσμένων ινοσανίδων. Το ερωτηματολόγιο που εστάλη στους μη συνδεόμενους εισαγωγείς στην Κοινότητα περιείχε επίσης ένα κεφάλαιο σχετικά με το συμφέρον της Κοινότητας.

2. Επιπτώσεις στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής

α) Χαρακτήρας του κλάδου παραγωγής

(100) Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής είναι αρκετά γνωστός βιομηχανικός κλάδος, που παράγει πεπιεσμένες ινοσανίδες από σαρακονταετίας και πλέον. Οι ενδιαφερόμενες εταιρείες είναι εν γένει μικρού μεγέθους και παράγουν συνήθως μεγάλο φάσμα σανίδων με βάση το ξύλο, εκ των οποίων οι πεπιεσμένες ινοσανίδες αποτελούν ένα μόνο μέρος.

Με την πάροδο των ετών, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αναγκάστηκε να πραγματοποιήσει μαζικές επενδύσεις για να ανταποκριθεί στα κριτήρια της Κοινότητας στον τομέα της προστασίας του περιβάλλοντος. Σε γενικές γραμμές, δημιούργησε εγκαταστάσεις διήθησης και καθαρισμού των νερών για την υγρή μέθοδο παραγωγής, χωρίς τις οποίες δεν θα επιτρεπόταν η συνέχιση της παραγωγής από τη νομοθεσία.

Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής έχει μετατραπεί σε βιομηχανικό κλάδο που ανταποκρίνεται σε τακτική ζήτηση ενός προϊόντος που εξακολουθεί να βρίσκει εφαρμογές σε πολλούς και διάφορους τομείς όπως στην αυτοκινητοβιομηχανία, στη διακόσμηση εσωτερικών χώρων, στα μαστορέματα και στη συσκευασία των οπωρικών. Καθόλη την ιστορία του, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής πραγματοποίησε επενδύσεις σε νέες τεχνολογίες και τεχνικές παραγωγής που του επέτρεψαν να βελτιώσει την αποτελεσματικότητα της παραγωγής του. Η υψηλή ποιότητα της παραγωγής του, που παραμένει αποτελεσματική ακόμη και στο πλαίσιο της αυστηρής κοινοτικής νομοθεσίας στον τομέα του περιβάλλοντος, εξασφαλίζει τη βιωσιμότητα και την ανταγωνιστικότητα του στο μέλλον.

(101) Το κύριο πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής, όπως εξηγείται στο σημείο που αφορά τη ζημία, είναι ότι αναγκάστηκε να μειώσει τις τιμές του για να τις ευθυγραμμίσει με τις τιμές των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ώστε να διατηρήσει το μερίδιο αγοράς και τον όγκο της παραγωγής του. Η στρατηγική αυτή είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση της αποδοτικότητας, πράγμα που επιδείνωσε τις μέσες σταθμισμένες απώλειες επί του κύκλου εργασιών, οι οποίες ανήλθαν στο 13 % στο τέλος της περιόδου έρευνας παρά τις προσπάθειες για τη βελτίωση του επιπέδου αποτελεσματικότητας. Υπό τις συνθήκες αυτές, θεωρείται ότι μια αύξηση των τιμών μετά την εξάλειψη των επιπτώσεων στρέβλωσης του εμπορίου που προκάλεσαν οι πρακτικές ντάμπινγκ, θα πρέπει να επιτρέψει στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής να μειώσει τις απώλειές του και να αντιμετωπίσει τις άλλες προκλήσεις στην αγορά των σανίδων με βάση το ξύλο.

β) Συναγωνισμός από ανταγωνιστικά προϊόντα

(102) Ένας από τους εισαγωγείς υποστήριξε ότι η επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ δεν θα ήταν προς όφελος του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, δεδομένου ότι, σύμφωνα με αυτόν, το τρέχον επίπεδο των τιμών των λεπτών ινοσανίδων MDF χρησιμεύει ως ανώτατο όριο στην εξέλιξη των τιμών των πεπιεσμένων ινοσανίδων. Υποστήριξε δε ότι τα δύο προϊόντα είχαν σχετικά ισοδύναμα επίπεδα τιμών. Επομένως, κάθε προσπάθεια αύξησης της τιμής των πεπιεσμένων ινοσανίδων που κατασκευάζονται στην Κοινότητα θα είχε ως συνέπεια την αύξηση της ζήτησης λεπτών ινοσανίδων εις βάρος της ζήτησης των πεπιεσμένων ινοσανίδων που κατασκευάζουν οι κοινοτικοί παραγωγοί.

Το επιχείρημα αυτό βασίζεται στην υπόθεση σύμφωνα με την οποία οι λεπτές ινοσανίδες MDF είναι πλήρως εναλλάξιμες με τις πεπιεσμένες ινοσανίδες. Ωστόσο, τούτο δεν είναι αληθές, όπως εξηγείται στο σημείο «Ομοειδές προϊόν» παραπάνω. Πράγματι, όσον αφορά την τελική χρήση, δεν υπάρχει εναλλαξιμότητα μεταξύ των δύο προϊόντων. Τα διαθέσιμα στοιχεία σχετικά με τις τιμές των ινοσανίδων MDF/HDF φανερώνουν ότι πρόσφατα μόνο άρχισαν να πέφτουν οι τιμές των λεπτών ινοσανίδων για να φθάσουν τα επίπεδα τιμών των πεπιεσμένων ινοσανίδων ισοδύναμου πάχους που κατασκευάζονται στην Κοινότητα. Ωστόσο, ακόμη και αν η τάση αυτή συνεχιστεί στο μέλλον, δεν είναι βέβαιο, λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι τα δύο προϊόντα δεν είναι πλήρως εναλλάξιμα, ότι μια ενδεχόμενη αύξηση της τιμής των πεπιεσμένων ινοσανίδων θα προκαλέσει αυτόματα αύξηση της ζήτησης των λεπτών ινοσανίδων MDF.

3. Επιπτώσεις στους ανάντη βιομηχανικούς κλάδους

(103) Από τις επαφές με τις εθνικές ενώσεις προμηθευτών εκδηλώθηκε έλλειψη ενδιαφέροντος για την παρούσα διαδικασία.

Η ευρωπαϊκή οργάνωση πριονιστηρίων που είχε αναγγελθεί ως ενδιαφερόμενο μέρος εντός της ταχθείσας προθεσμίας, δεν διατύπωσε άλλα επιχειρήματα.

Η Επιτροπή έστειλε επίσης ερωτηματολόγια σε πέντε εταιρείες που δήλωσαν ότι ήταν έτοιμες να συνεργαστούν στην έρευνα. Ωστόσο, δεν παρελήφθη καμία απάντηση εντός της ταχθείσας προθεσμίας. Δεδομένου ότι οι εταιρείες που εφοδιάζουν τους παραγωγούς πεπιεσμένων ινοσανίδων δεν προσκόμισαν πληροφορίες, η Επιτροπή δεν μπόρεσε να λάβει υπόψη τη γνώμη τους για τον καθορισμό των προσωρινών συμπερασμάτων της.

(104) Αναγγέλθηκαν επίσης τρεις παραγωγοί μηχανών που χρησιμοποιούνται από τον κλάδο παραγωγής πεπιεσμένων ινοσανίδων. Ωστόσο, στο στάδιο αυτό, οι διαθέσιμες πληροφορίες δεν επιτρέπουν στην Επιτροπή να συναγάγει οριστικά συμπεράσματα σχετικά με τις επιπτώσεις των μέτρων στον τομέα αυτό.

4. Επιπτώσεις στους εισαγωγείς-εμπόρους

(105) Η Επιτροπή έστειλε ερωτηματολόγια σε 38 εισαγωγείς στην Κοινότητα. Μπόρεσαν να χρησιμοποιηθούν έξι από τις απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο που εστάλησαν εντός της ταχθείσας προθεσμίας.

Σε γενικές γραμμές, από τις απαντήσεις που ελήφθησαν προκύπτει ότι ο συναγωνισμός μεταξύ των ανταγωνιστικών προϊόντων, των πεπιεσμένων ινοσανίδων και των λεπτών ινοσανίδων MDF, θα ήταν το καθοριστικό στοιχείο των ενδεχόμενων επιπτώσεων αντιντάμπινγκ στους εισαγωγείς, όπως εξηγείται παραπάνω στην αιτιολογική σκέψη 102. Η προβαλλόμενη υποκατάσταση των πεπιεσμένων ινοσανίδων από τις λεπτές ινοσανίδες MDF θα ήταν επιζήμια για τους εισαγωγείς/εμπόρους, σε σημείο που θα τους ανάγκαζε ενδεχομένως να διακόψουν τη λειτουργία τους.

Ωστόσο, όπως αναφέρεται παραπάνω, τα στοιχεία που ήταν διαθέσιμα στο στάδιο αυτό επιβεβαιώνουν ότι οι τιμές των λεπτών ινοσανίδων MDF μειώνονταν συνεχώς κατά τα τελευταία αυτά έτη για να προσεγγίσουν το επίπεδο των τιμών των πεπιεσμένων ινοσανίδων ισοδύναμου πάχους που κατασκευάζει ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής. Ωστόσο, οι τιμές αυτές εξακολουθούν να είναι αισθητά υψηλότερες από τη μέση τιμή των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ από τις ενδιαφερόμενες χώρες. Επομένως, είναι μάλλον απίθανο η επιβολή μέτρων αντιντάμινγκ να έχει επιπτώσεις υποκατάστασης των εισαγωγών πεπιεσμένων ινοσανίδων από τις εισαγωγές λεπτών ινοσανίδων MDF.

Ωστόσο, ακόμη και στην περίπτωση μερικής υποκατάστασης των πεπιεσμένων ινοσανίδων από τις ινοσανίδες MDF/HDF ή άλλα προϊόντα, οι δυνητικές επιπτώσεις τους στους εισαγωγείς δεν είναι σαφείς. Δεδομένου ότι οι πεπιεσμένες ινοσανίδες δεν αντιπροσωπεύουν σημαντικό ποσοστό του κύκλου εργασιών των εισαγωγέων που προσκόμισαν πληροφορίες, είναι πιθανό ότι σε περίπτωση αύξησης της ζήτησης των προϊόντων υποκατάστασης, οι εισαγωγείς αυτοί θα μπορέσουν εύκολα να μετατρέψουν την παραγωγή των προϊόντων αυτών.

5. Επιπτώσεις στους χρήστες

(106) Η Επιτροπή έστειλε 43 ερωτηματολόγια στις χρήστριες εταιρείες και μπόρεσε να χρησιμοποιήσει δέκα απαντήσεις. Οι απαντήσεις αυτές προέρχονταν αποκλειστικά από παραγωγούς θυρών που χρησιμοποιούν πεπιεσμένες σανίδες για τις επικαλυπτικές επιφάνειες των θυρών. Οι αγορές πεπιεσμένων ινοσανίδων που πραγματοποίησαν οι παραγωγοί αυτοί αντιπροσώπευαν το 3 % της κοινοτικής κατανάλωσης πεπιεσμένων ινοσανίδων κατά την περίοδο της έρευνας.

Οι εν λόγω δέκα εταιρείες απασχολούσαν 1 389 υπαλλήλους το 1997, αντιπροσώπευαν σωρευτικό κύκλο εργασιών 100 εκατομμυρίων Ecu και παρήγαγαν πάνω από 4,2 εκατομμύρια θυρών το έτος αυτό.

(107) Οι απαντήσεις των παραγωγών θυρών αφορούν αποκλειστικά τους εξαγωγείς από τη Βραζιλία. Οι δέκα ενδιαφερόμενοι παραγωγοί αγόρασαν το 1997 περίπου το 34 % του όγκου των εξαγωγών από τη Βραζιλία (41 % σε αξία). Όλες οι εξαγωγές πεπιεσμένων ινοσανίδων από τη Βραζιλία στην Κοινότητα αφορούν πεπιεσμένες ινοσανίδες με βάση το ξύλο ευκαλύπτου. Οι κοινοτικοί παραγωγοί θυρών υπογραμμίζουν ότι δεν υπάρχουν κατασκευαστές πεπιεσμένων ινοσανίδων από ευκάλυπτο μεταξύ των καταγγελλόντων κοινοτικών παραγωγών. Επομένως, διατείνονται ότι δεν μπορεί να είναι προς το συμφέρον της Κοινότητας η επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ενός προϊόντος που δεν παράγεται καν από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

Οι παραγωγοί θυρών επιβεβαίωσαν επίσης τον ισχυρισμό τους που έχει ήδη αναφερθεί στο σημείο για το «Ομοειδές προϊόν» παραπάνω, σύμφωνα με τον οποίο οι πεπιεσμένες ινοσανίδες από ευκάλυπτο παρουσιάζουν ορισμένα φυσικά πλεονεκτήματα που τις καθιστούν ιδιαίτερα πρόσφορες για την παραγωγή βερνικωμένων θυρών υψηλής ποιότητας. Παρότι υπάρχει παραγωγή πεπιεσμένων ινοσανίδων από ευκάλυπτο μεταξύ των μη καταγγελλόντων παραγωγών πεπιεσμένων σανίδων, η οποία οδήγησε στην έναρξη της παρούσας διαδικασίας, ο όγκος της παραγωγής αυτής δεν επαρκεί για να καλύψει την κοινοτική ζήτηση πεπιεσμένων ινοσανίδων από ευκάλυπτο.

Οι κατασκευαστές βερνικωμένων θυρών υποστήριξαν επίσης ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν παράγει πεπιεσμένες ινοσανίδες που ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις υψηλής ποιότητας που είναι απαραίτητες για την παραγωγή βερνικωμένων θυρών. Οι αυστηροί ποιοτικοί έλεγχοι που διενεργούν συνεπάγονται ορισμένο ποσοστό απόρριψης της παραγωγής τους επικαλυπτικών επιφανειών θυρών. Το ποσοστό αυτό απόρριψης ανέρχεται σε 20 % όταν χρησιμοποιούν τις πεπιεσμένες ινοσανίδες που κατασκευάζονται στην Κοινότητα υπό άλλα είδη σκληρού ξύλου για την παραγωγή επικαλυπτικών επιφανειών θυρών. Όταν χρησιμοποιούν πεπιεσμένες ινοσανίδες από ευκάλυπτο για την παραγωγή επικαλυπτικών επιφανειών θυρών, το εν λόγω ποσοστό απόρριψης πέφτει σε 2 %. Ενα ποσοστό απόρριψης 20 % για την παραγωγή επικαλυπτικών επιφανειών θυρών από πεπιεσμένες σανίδες από ξύλο άλλο από ευκάλυπτο συνεπάγεται επιπλέον κόστος που δεν θεωρείται αποδεκτό για την παραγωγή θυρών.

Η Επιτροπή εξέτασε τα επιχειρήματα αυτά.

(108) Όπως αναφέρεται παραπάνω στο σημείο «Ομοειδές προϊόν», η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι πεπιεσμένες ινοσανίδες καταγωγής Βραζιλίας αποτελούν ομοειδές προϊόν των πεπιεσμένων ινοσανίδων που κατασκευάζονται στην Κοινότητα. Επιπλέον, η έρευνα για το συμφέρον της Κοινότητας κατέδειξε ότι το ποσοστό που αντιπροσωπεύουν οι πεπιεσμένες ινοσανίδες στο κόστος παραγωγής των κατασκευαστών θυρών ανερχόταν σε 9 % σε σταθμισμένη μέση βάση. Επομένως, η πρώτη ύλη που αποτελεί την πεπιεσμένη ινοσανίδα δεν αντιπροσωπεύει σημαντικό ποσοστό του κόστους των κατασκευαστών θυρών. Τα ποσοστά αυτά δηλώνουν ότι ένας μέσος δασμολογικός συντελεστής 30 % όσον αφορά τη Βραζιλία θα είχε μέγιστη επίπτωση 3 % στο κόστος παραγωγής των κοινοτικών κατασκευαστών θυρών. Επίσης, πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι η έρευνα κατέδειξε ότι, σε αξία, το 54 % των αγορών πεπιεσμένων ινοσανίδων από τους εν λόγω χρήστες πραγματοποιούνται στη Βραζιλία. Επομένως, αναμένεται ότι η τελική επίπτωση στις τιμές πώλησης των βερνικωμένων θυρών είναι χαμηλότερη από 3 %, ακόμη και αν μια ενδεχόμενη αύξηση του κόστους που προκύπτει από το δασμό μεταφερθεί πλήρως στους αγοραστές, πράγμα που είναι πιθανό λαμβανομένων υπόψη των πληροφοριών των σχετικών με την αποδοτικότητα των κοινοτικών κατασκευαστών βερνικωμένων θυρών που έχουν τεθεί στη διάθεση της Επιτροπής μέχρι στιγμής.

Ωστόσο, δεν αναμένεται ότι μια ενδεχόμενη αύξηση του κόστους και των τιμών θα είναι δυσανάλογη σε σχέση με τα πλεονεκτήματα που θα προκύψουν από την εξάλειψη της ζημίας που προκλήθηκε από το ντάμπινγκ για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής. Επίσης, πρέπει να προστεθεί ότι, αν και οι κατασκευαστές θυρών διατείνονται ότι η χρησιμοποίηση πεπιεσμένων ινοσανίδων που κατασκευάζονται στην Κοινότητα είναι υπερβολικά δαπανηρή για να αποτελέσει οικονομική εναλλακτική λύση, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υποστηρίζει ότι μπορεί μεν να μην παράγει πεπιεσμένες ινοσανίδες από ευκάλυπτο, παράγει όμως διάφορους άλλους τύπους πεπιεσμένων ινοσανίδων που θα μπορούσαν να είναι ανταγωνιστικοί για την κατασκευή βερνικωμένων θυρών σε τιμές που δεν στρεβλώνονται από τις πρακτικές ντάμπινγκ.

6. Επίπτωση από τη μη επιβολή μέτρων κατά των εισαγωγών καταγωγής Βραζιλίας

(109) Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 107, μόνο το 34 % του όγκου των εξαγωγών καταγωγής Βραζιλίας (41 % σε αξία) αγοράστηκε από τους δέκα κατασκευαστές βερνικωμένων θυρών που απάντησαν στο ερωτηματολόγιο των χρηστών. Δεδομένου ότι οι παραγωγοί αυτοί υποστηρίζουν ότι αντιπροσωπεύουν περίπου το 90 % της αγοράς των βερνικωμένων θυρών, πρέπει να συναχθεί το συμπέρασμα ότι τα δύο τρίτα των βραζιλιάνικων εξαγωγών προορίζονται για άλλους τομείς εκτός της αγοράς βερνικωμένων θυρών. Στους τομείς αυτούς, οι πεπιεσμένες ινοσανίδες από ευκάλυπτο που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ανταγωνίζονται ακόμη περισσότερο τις πεπιεσμένες ινοσανίδες που κατασκευάζονται από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

Οι βραζιλιάνικες εξαγωγές που προορίζονται για τους τομείς αυτούς περιλαμβάνουν τις περικοπές των τιμών των ινοσανίδων που πωλούνται μερικές φορές σε ιδιαίτερα χαμηλές τιμές, κατά πολύ χαμηλότερες από τις τιμές των κοινοτικών προϊόντων του ίδιου τύπου, πράγμα που έχει σοβαρή αποσταθεροποιητική επίπτωση στο χαμηλότερο τμήμα της αγοράς. Συγχρόνως, λόγω των πρακτικών ντάμπινγκ στα προϊόντα υψηλής ποιότητας, οι βραζιλιάνικες εξαγωγές ασκούν προς τα κάτω πίεση στο ανώτερο τμήμα της αγοράς.

Έτσι, αν δεν επιβληθούν μέτρα κατά της Βραζιλίας, οι περισσότερες εξαγωγές καταγωγής της χώρας αυτής θα εξακολουθήσουν να επηρεάζουν τις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, ο οποίος δεν θα μπορέσει να επωφεληθεί πλήρως από την αύξηση των τιμών που θα προκύψουν από τα μέτρα που έχουν επιβληθεί κατά των υπόλοιπων ενδιαφερομένων χωρών.

Συγχρόνως, οι βραζιλιάνοι εξάγοντες παραγωγοί θα επωφεληθούν από την αύξηση των τιμών των εισαγωγών που υπόκεινται στα μέτρα, δεδομένου ότι οι χρήστες θα μπορούσαν να αγοράσουν ινοσανίδες καλύτερης ποιότητας καταγωγής Βραζιλίας στην ίδια σχεδόν τιμή με των πεπιεσμένων ινοσανίδων μέσης ποιότητας που προέρχονται από τη μία ή άλλη χώρα εξαγωγής που υπόκειται στα μέτρα αντιντάμπινγκ, στρέφοντας εν μέρει με τον τρόπο αυτό τη ζήτηση στη Βραζιλία. Με τον τρόπο αυτό, θα αποδυναμωθεί σοβαρά η συνολική αποτελεσματικότητα των μέτρων.

Σε περίπτωση που δεν επιβληθούν μέτρα, υπάρχει κίνδυνος οι λοιπές χώρες εξαγωγής να επικαλεστούν διακριτική μεταχείριση υπέρ της Βραζιλίας. Πράγματι, οι εισαγωγές καταγωγής Βραζιλίας αποδείχθηκε ότι πραγματοποιήθηκαν σε τιμές ντάμπινγκ και ότι προκάλεσαν ζημία, όπως καθορίστηκε και για τις άλλες χώρες που αποτελούν αντικείμενο της έρευνας.

7. Επιπτώσεις στρέβλωσης του εμπορίου

(110) Δεδομένου ότι ο κοινοτικος κλάδος παραγωγής αντιπροσώπευε μερίδιο αγοράς 26 % κατά την περίοδο της έρευνας, και ότι οι εισαγωγές από άλλες χώρες που δεν αποτελούσαν αντικείμενο της έρευνας αντιπροσώπευαν μόνο το 16 %, αναμένεται ότι η επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ θα οδηγήσει σε δεσπόζουσα θέση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής στην αγορά της Κοινότητας. Διάφορες άλλες πηγές εφοδιασμού της Κοινότητας, είτε πρόκειται για κοινοτικούς παραγωγούς πεπιεσμένων ινοσανίδων που δεν συμμετέχουν στη διαδικασία, είτε για τρίτες χώρες, αντιπροσωπεύουν το ήμισυ της κοινοτικής αγοράς και δεν πρόκειται να θιγούν από τα μέτρα.

8. Συμπέρασμα σχετικά με το συμφέρον της Κοινότητας

(111) Οι εισαγωγές με ντάμπινγκ από τις ενδιαφερόμενες χώρες αποδείχθηκε ότι έχουν προκαλέσει ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής και η Επιτροπή θεωρεί ότι, για τους λόγους που αναφέρονται παραπάνω, είναι προς το γενικό συμφέρον της Κοινότητας να επιβάλει προσωρινά μέτρα αντιντάμπινγκ.

Το προαναφερόμενο συμπέρασμα ισχύει επίσης για τις εισαγωγές πεπιεσμένων ινοσανίδων από ευκάλυπτο καταγωγής Βραζιλίας. Ειδικότερα, αν δεν επιβληθούν μέτρα κατά της Βραζιλίας υπάρχει κίνδυνος να απειληθούν σοβαρά τα πλεονεκτήματα που αναμένεται ότι θα αποκομίσει ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής από τα μέτρα που θα επιβληθούν κατά των λοιπών ενδιαφερόμενων χωρών.

Ζ. ΠΡΟΣΩΡΙΝΑ ΜΕΤΡΑ

(112) Με βάση τα προαναφερόμενα συμπεράσματα σχετικά με το ντάμπινγκ και τη ζημία, η Επιτροπή εξέτασε το επίπεδο των προσωρινών μέτρων που πρέπει να επιβληθούν. Προς το σκοπό αυτό, ελήφθησαν υπόψη τα περιθώρια ντάμπινγκ που διαπιστώθηκαν και το ποσό του δασμού που είναι απαραίτητο για την εξάλειψη της ζημίας που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.

1. Επίπεδο εξάλειψης της ζημίας

(113) Για να αποφευχθεί η επιδείνωση της ζημίας που προκάλεσαν οι εισαγωγές με ντάμπινγκ, η Επιτροπή κρίνει απαραίτητο να θεσπίσει μέτρα αντιντάμπινγκ. Για τον προσδιορισμό του επιπέδου των μέτρων αυτών, η Επιτροπή έλαβε υπόψη το γεγονός ότι η σταθμισμένη μέση τιμή των κοινοτικών παραγωγών στην αγορά της Κοινότητας μειώθηκε αισθητά από το 1993 έως το 1997 για να πλησιάσει το επίπεδο των τιμών εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ και ότι, επομένως, έπρεπε να αυξηθεί η τιμή των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ για την επίτευξη μη ζημιογόνου επιπέδου.

Η απαιτούμενη αύξηση των τιμών καθορίστηκε με βάση σύγκριση μεταξύ της σταθμισμένης μέσης τιμής εισαγωγής, ανά τύπο προϊόντος, στο επίπεδο CIF στα σύνορα της Κοινότητας, μετά την καταβολή δασμού, και του σταθμισμένου μέσου κόστους παραγωγής του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, ανά μονάδα, εκ του εργοστασίου, προσαυξημένο με περιθώριο κέρδους 7 %. Η έρευνα καθόρισε ότι το περιθώριο κέρδους 7 % μπορούσε να θεωρηθεί ότι αντιπροσωπεύει ελάχιστο κατάλληλο ποσό, λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης πραγματοποίησης μακροχρόνιων επενδύσεων σε έναν βιομηχανικό κλάδο υψηλής έντασης κεφαλαίου και του ποσού που μπορεί να αναμένει εύλογα ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής σε περίπτωση απουσίας ζημιογόνου ντάμπινγκ.

Το προκύπτον ποσό που θεωρήθηκε απαραίτητο για την εξάλειψη της ζημίας ή του περιθωρίου ζημίας, καθορίστηκε για καθέναν από τους ενδιαφερόμενους εξάγοντες παραγωγούς με βάση τη σύγκριση αυτή και εκφράστηκε σε ποσοστό της αξίας CIF των εξαγωγών τους στην Κοινότητα.

2. Προσωρινοί δασμοί

(114) Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, το επίπεδο του προσωρινού δασμού πρέπει να είναι ίσο με το περιθώριο ντάμπινγκ ή το ποσό που είναι απαραίτητο για την εξάλειψη της ζημίας, αν το τελευταίο αυτό ποσό είναι χαμηλότερο.

Για όλες τις εταιρείες που αποτέλεσαν αντικείμενο της έρευνας στη Βουλγαρία, την Εσθονία, τη Λετονία, τη Λιθουανία, την Πολωνία και τη Ρωσία, το περιθώριο ντάμπινγκ ήταν σε όλες τις περιπτώσεις υψηλότερο από το διαπιστωθέν περιθώριο ντάμπινγκ. Επομένως, οι προσωρινοί δασμοί για τις εταιρείες που αποτέλεσαν αντικείμενο της έρευνας στις προαναφερόμενες χώρες πρέπει να βασιστούν στο διαπιστωθέν περιθώριο ντάμπινγκ.

Για τις δύο βραζιλιάνικες εταιρείες που αποτέλεσαν αντικείμενο της έρευνας, τα περιθώρια ζημίας ήταν χαμηλότερα από το διαπιστωθέν περιθώριο ντάμπινγκ. Επομένως, οι προσωρινοί δασμοί για τις βραζιλιάνικες εταιρείες που αποτέλεσαν αντικείμενο της έρευνας πρέπει να βασιστούν στα περιθώρια της ζημίας.

3. Αναλήψεις υποχρεώσεων

(115) Ορισμένοι παραγωγοί στη Βραζιλία, τη Βουλγαρία, την Εσθονία, τη Λετονία, τη Λιθουανία και την Πολωνία πρότειναν αναλήψεις υποχρεώσεων σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού. Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι αναλήψεις υποχρεώσεων που πρότειναν οι ενδιαφερόμενοι εξάγοντες παραγωγοί μπορούν να γίνουν αποδεκτές υπό την προϋπόθεση ότι καλύπτουν περιορισμένο αριθμό τύπων προϊόντων και μόνο μέχρι ενός ορισμένου ποσοτικού ορίου. Πράγματι, χωρίς τις δύο αυτές προϋποθέσεις, δεν θα ήταν εφικτός ο αποτελεσματικός έλεγχος και οι εταιρείες θα ενθαρρύνονταν να καταστρατηγήσουν την ανάληψη υποχρέωσης δηλώνοντας ότι η υποχρέωση αυτή καλύπτει τους τύπους προϊόντων που δεν υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής των μέτρων. Οι αναλήψεις υποχρεώσεων που πρότειναν ορισμένες εταιρείες ανταποκρίνονται στις προαναφερόμενες προϋποθέσεις και μπορούν, επομένως, να γίνουν αποδεκτές.

Για να αποφευχθεί ότι ο όγκος των εισαγωγών των τύπων ινοσανίδων που έχουν απαλλαγεί από τον κατ' αξίαν δασμό δεν υπερβαίνει την ποσότητα που αντιστοιχεί στην ανάληψη υποχρέωσης που έχει γίνει αποδεκτή, η απαλλαγή θα εξαρτηθεί από την προσκόμιση στις τελωνειακές υπηρεσίες των κρατών μελών έγκυρου τιμολογίου που αντιστοιχεί στην ανάληψη υποχρέωσης, το οποίο θα επιτρέπει το σαφή προσδιορισμό του παραγωγού και θα περιέχει τις πληροφορίες που παρατίθενται στο παράρτημα.

(116) Η Επιτροπή τονίζει ότι σε περίπτωση παραβίασης ή ανάκλησης της ανάληψης υποχρέωσης, μπορεί να επιβληθεί δασμός αντιντάμπινγκ, σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφοι 9 και 10 του βασικού κανονισμού.

(117) Επιπλέον, πρέπει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού, η έρευνα για το ντάμπινγκ, τη ζημία και το συμφέρον της Κοινότητας θα περατωθεί, ανεξάρτητα από την αποδοχή των αναλήψεων υποχρεώσεων κατά την έρευνα.

Η. ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

(118) Προς τους σκοπούς χρηστής διαχείρισης, θα καθοριστεί προθεσμία εντός της οποίας τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να γνωστοποιήσουν τις απόψεις τους γραπτώς και να ζητήσουν ακρόαση. Επιπλέον, πρέπει να διευκρινιστεί ότι όλα τα συμπεράσματα που έχουν συναχθεί προς το σκοπό του παρόντος κανονισμού είναι προσωρινά και μπορούν να επανεξεταστούν για την επιβολή τυχόν οριστικών μέτρων που ενδέχεται να προτείνει η Επιτροπή,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1. Επιβάλλεται προσωρινός δασμός αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές πεπιεσμένων ινοσανίδων, οι οποίες ορίζονται ως ινοσανίδες από ξύλο ή από άλλο ξυλώδες υλικό, που παράγονται με υγρή μέθοδο, συγκολλημένες ή όχι με ρητίνες ή άλλες οργανικές ουσίες και με πυκνότητα που υπερβαίνει τα 0,8 γραμμάρια ανά κυβικό εκατοστό, και υπάγονται επί του παρόντος στους κωδικούς ΣΟ ex 4411 11 00 και ex 4411 19 00 (κωδικοί Taric 4411 11 00* 10 και 4411 19 00 *10), καταγωγής Βραζιλίας, Βουλγαρίας, Εσθονίας, Λετονίας, Λιθουανίας, Πολωνίας και Ρωσίας.

2. Το ύψος του προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ, εφαρμοζόμενο στην καθαρή τιμή «ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας», πριν από την επιβολή του δασμού, για το υπό εξέταση προϊόν που κατασκευάζεται από τις ακόλουθες εταιρείες, ορίζεται ως εξής:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

3. Με την επιφύλαξη τυχόν διαφορετικής ρύθμισης, εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τους τελωνειακούς δασμούς.

4. Η θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία των προϊόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 εξαρτάται από την κατάθεση εγγύησης ισοδύναμης με το ποσό του προσωρινού δασμού.

Άρθρο 2

1. Κατά παρέκκλιση του άρθρου 1, ο προσωρινός δασμός δεν εφαρμόζεται στις εισαγωγές πεπιεσμένων ινοσανίδων που έχουν κατασκευαστεί, εξαχθεί απευθείας και τιμολογηθεί σε εταιρεία εισαγωγής στην Κοινότητα από τις εταιρείες που αναφέρονται στην παράγραφο 3, των οποίων οι προταθείσες αναλήψεις υποχρεώσεων ως προς τις τιμές έχουν γίνει αποδεκτές, και εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 2.

2. Τη στιγμή της διασάφησης της θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία, η απαλλαγή από το δασμό εξαρτάται από την προσκόμιση στις αρμόδιες τελωνειακές αρχές των κρατών μελών τιμολογίου που αντιστοιχεί στην ανάληψη υποχρέωσης, το οποίο εκδίδεται από μία από τις εταιρείες που αναφέρονται στην παράγραφο 3. Το τιμολόγιο αυτό πληροί τις προβλεπόμενες διατάξεις στην ανάληψη υποχρέωσης που έχει γίνει αποδεκτή από την Επιτροπή, και τα κυριότερα στοιχεία του περιλαμβάνονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

3. Οι εισαγωγές που συνοδεύνται από τιμολόγιο που αντιστοιχεί σε ανάληψη υποχρέωσης διασαφίζονται στους ακόλουθους πρόσθετους κωδικούς Τaric:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

Άρθρο 3

1. Σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 384/96 και με την επιφύλαξη του άρθρου 20 παράγραφοι 2 και 3 του κανονισμού αυτού, τα ενδιαφερόμενα μέρη που αναγγέλθηκαν εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας μπορούν να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση από την Επιτροπή εντός ενός μηνός από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.

2. Σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 384/96, τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να διατυπώσουν παρατηρήσεις σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού αυτού εντός ενός μηνός από την έναρξη ισχύος του.

Άρθρο 4

Οι εκθέσεις των κρατών μελών στην Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 384/96, πρέπει να αναφέρουν για κάθε θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία, το έτος και το μήνα της εισαγωγής, τους κωδικούς της ΣΟ, του Taric και τους πρόσθετους κωδικούς Taric, τον τύπο των μέτρων, τη χώρα καταγωγής, την ποσότητα, την αξία, το ποσό του δασμού αντιντάμπινγκ, ενδεχομένως, και το κράτος μέλος εισαγωγής.

Άρθρο 5

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Το άρθρο 1 του παρόντος κανονισμού εφαρμόζεται για περίοδο έξι μηνών.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 5 Αυγούστου 1998.

Για την Επιτροπή

Leon BRITTAN

Αντιπρόεδρος

(1) ΕΕ L 56 της 6. 3. 1996, σ. 1.

(2) ΕΕ L 128 της 30. 4. 1998, σ. 18.

(3) ΕΕ C 336 της 7. 11. 1997, σ. 2.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Στοιχεία που πρέπει να δηλώνονται στο τιμολόγιο το οποίο αντιστοιχεί στην ανάληψη υποχρέωσης που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2

1. Ο κωδικός του προϊόντος (όπως καθορίζεται στην ανάληψη υποχρέωσης που πρότεινε o οικείος εξάγων παραγωγός).

2. Η ακριβής περιγραφή των εμπορευμάτων, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνονται τα ακόλουθα στοιχεία:

- ο κωδικός του προϊόντος της εταιρείας 7 αν η πεπιεσμένη ινοσανίδα είναι κατεργασμένη ή μη κατεργασμένη 7 το πάχος και οι ακριβείς διαστάσεις της πεπιεσμένης ινοσανίδας, με ένδειξη μεταξύ παρενθέσεων για το αν πρόκειται για τυποποιημένες διαστάσεις ή για διαστάσεις κομμένες κατά παραγγελία,

- ο κωδικός ΣΟ,

- ο πρόσθετος κωδικός Taric με τον οποίο τα εμπορεύματα που αναφέρονται στο τιμολόγιο μπορούν να εκτελωνιστούν στα σύνορα της Κοινότητας (όπως ορίζεται στον κανονισμό),

- η ποσότητα (σε m2).

3. Η περιγραφή των όρων πώλησης, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται:

- η τιμή ανά τετραγωνικό μέτρο (1),

- οι όροι πληρωμής,

- οι όροι παράδοσης,

- το συνολικό ποσό των εκπτώσεων και μειώσεων.

4. Το όνομα του εισαγωγέα για τον οποίο εκδίδεται το τιμολόγιο απευθείας από την εταιρεία.

5. Το όνομα του υπαλλήλου της εταιρείας που έχει εκδώσει το τιμολόγιο που αντιστοιχεί στην ανάληψη υποχρέωσης και την ακόλουθη υπογεγραμμένη δήλωση:

«Ο κάτωθι υπογεγραμμένος πιστοποιώ ότι η πώληση για την απευθείας εξαγωγή στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα των εμπορευμάτων που καλύπτει το παρόν τιμολόγιο πραγματοποιείται στο πλαίσιο και σύμφωνα με τους όρους της ανάληψης υποχρέωσης που προτείνει η (ονομασία της εταιρείας), και η οποία έχει γίνει αποδεκτή με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1742/98 Ο κάτωθι υπογεγραμμένος δηλώνω ότι οι πληροφορίες που παρέχονται στο παρόν τιμολόγιο είναι πλήρεις και ακριβείς.»

(1) Για τα τιμολόγια των αναλήψεων υποχρεώσεων που εκδίδει ο εξάγων παραγωγός της Λετονίας AS Bolderaja, στην περίπτωση πωλήσεων μέσω πρακτόρων πωλήσεων που είναι εγκατεστημένοι στην Κοινότητα, η τιμή ανά m2 μπορεί να αναγράφεται σε πρόσθετο τιμολόγιο που εκδίδει ο πράκτορας αντί στο τιμολόγιο για την ανάληψη υποχρέωσης που εκδίδει η AS Bolderaja. Στην περίπτωση αυτή, το τιμολόγιο που αντιστοιχεί στην ανάληψη υποχρέωσης πρέπει να αναφέρει επίσης το όνομα του πράκτορα.

Top