Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31987D0165

    87/165/Ευρατόμ: Απόφαση του Συμβουλίου της 2ας Μαρτίου 1987 για την έγκριση της τροποποίησης του καταστατικού (εταιρικής σύμβασης) της κοινής επιχείρησης «SOCIETE BELGO-FRANCAISE D'ENERGIE NUCLEAIRE MOSANE» (SEMO)

    ΕΕ L 66 της 11.3.1987, p. 12–19 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT)

    Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 29/11/1999

    ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/1987/165/oj

    31987D0165

    87/165/Ευρατόμ: Απόφαση του Συμβουλίου της 2ας Μαρτίου 1987 για την έγκριση της τροποποίησης του καταστατικού (εταιρικής σύμβασης) της κοινής επιχείρησης «SOCIETE BELGO-FRANCAISE D'ENERGIE NUCLEAIRE MOSANE» (SEMO)

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 066 της 11/03/1987 σ. 0012 - 0019


    *****

    ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

    της 2ας Μαρτίου 1987

    για την έγκριση της τροποποίησης του καταστατικού (εταιρικής σύμβασης) της κοινής επιχείρησης «Societe belgo-francaise d'energie nucleaire mosane» (SEMO)

    (87/165/Ευρατόμ)

    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, και ιδίως το άρθρο 50,

    την πρόταση της Επιτροπής,

    Εκτιμώντας:

    ότι με την απόφαση 74/590/Ευρατόμ (1), το Συμβούλιο συνέστησε την κοινή επιχείρηση «Societe belgo-francaise d'energie nucleaire mosane» (SEMO)·

    ότι η έκτακτη γενική συνέλευση της κοινής επιχείρησης αποφάσισε, κατά τη συνεδρίασή της της 20ής Δεκεμβρίου 1985, να τροποποιήσει το καταστατικό για να το προσαρμόσει στις νέες διατάξεις που θεσπίσθηκαν στο βελγικό εμπορικό δίκαιο με τους νόμους της 5ης Δεκεμβρίου 1984 και της 21ης Φεβρουαρίου 1985·

    ότι η προαναφερθείσα τροποποίηση δεν θίγει τις διατάξεις που διέπουν την κοινή επιχείρηση·

    ότι θα πρέπει, ως εκ τούτου, να εγκριθεί η τροποποίηση αυτή,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

    Άρθρο 1

    Εγκρίνεται η τροποποίηση του καταστατικού της κοινής επιχείρησης «Societe belgo-francaise d'energie nucleaire mosane» (SEMO), όπως αυτή αναφέρεται στο παράρτημα.

    Άρθρο 2

    Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη και στην επιχείρηση «Societe belgo-francaise d'energie nucleaire mosane» (SEMO).

    Βρυξέλλες, 2 Μαρτίου 1987.

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    P. DE KEERSMAEKER

    (1) ΕΕ αριθ. L 325 της 5. 12. 1974, σ. 9.

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

    (ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ)

    Τροποποίηση του καταστατικού (εταιρική σύμβαση) της κοινής επιχείρησης «Societe Belgo-Francaise d'energie nucleaire mosane» (SEMO)

    Το κείμενο του καταστατικού αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ΤΙΤΛΟΣ Ι

    ΜΟΡΦΗ, ΟΝΟΜΑΣΙΑ, ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ, ΕΔΡΑ, ΔΙΑΡΚΕΙΑ

    Άρθρο 1

    Ιδρύεται μια ανώνυμη εταιρεία με την ονομασία «Societe Belgo-Francaise d'energie nucleaire mosane» και με την συντετμημένη ονομασία «SEMO».

    Οι δύο ονομασίες μπορούν να χρησιμοποιούνται μαζί ή χωριστά.

    Άρθρο 2

    Η εταιρεία έχει σαν αντικείμενο, στο πλαίσιο του κοινού βελγο-γαλλικού προγράμματος κατασκευής σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με τη χρησιμοποίηση πυρηνικής ενέργειας ένθεν και εκείθεν των βελγογαλλικών συνόρων, την κατασκευή στο βέλγικο έδαφος της μονάδας ένα του σταθμού του Tihange (επαρχία της Λιέγης), καθώς και τη διευθέτηση και την εκμετάλλευση του εν λόγω σταθμού, και γενικά, όλες τις εμπορικές, βιομηχανικές, χρηματοδοτικές ενέργειες και ενέργειες σχετικές με ακίνητα που συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με τον προαναφερόμενο στόχο, και ιδιαίτερα την κατάρτιση ειδικευμένων προσώπων για τη λειτουργία των πυρηνικών σταθμών.

    Ο εταιρικός στόχος μπορεί να τροποποιηθεί από τη γενική συνέλευση με τους τρόπους και τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 70α των «Lois coordonnes sur les societes commerciales».

    Άρθρο 3

    Η έδρα της εταιρείας είναι 1000 Βρυξέλλες.

    Προς το παρόν ορίζεται στη διεύθυνση 41, rue de la Pepiniere.

    Μπορεί να μεταφερθεί σε οποιοδήποτε άλλος μέρος των Βρυξελλών με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου.

    Άρθρο 4

    Η εταιρεία μπορεί να δημιουργήσει, με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου, διοικητικές έδρες, έδρες λειτουργίας, έδρες εκμετάλλευσης, θυγατρικές ή πρακτορεία τόσο στο Βέλγιο όσο και στο εξωτερικό.

    Άρθρο 5

    Η εταιρεία ιδρύεται για απεριόριστο χρονικό διάστημα.

    Η εταιρεία μπορεί να διαλυθεί οποτεδήποτε, με απόφαση της γενικής συνέλευσης, η οποία αποφασίζει με τον τρόπο και τις προϋποθέσεις που προβλέπονται για τις τροποποιήσεις των καταστατικών.

    ΤΙΤΛΟΣ ΙΙ

    ΕΤΑΙΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

    Άρθρο 6

    Το κεφάλαιο καθορίζεται σε τρία δισεκατομμύρια φράγκα.

    Το κεφάλαιο διαιρείται σε τριακόσιες χιλιάδες μετοχές χωρίς προσδιορισμό της ονομαστικής αξίας, κάθε μία των οποίων αντιπροσωπεύει το ένα τριακοσιοστό χιλιοστό του εταιρικού κεφαλαίου.

    Το εταιρικό κεφάλαιο καλύπτεται κατά το ήμισυ από την ανώνυμη εταιρεία «Electronucleaire», που είναι εγκατεστημένη στις Βρυξέλλες, ή φυσικά ή νομικά πρόσωπα που έχουν προηγούμενα εγκριθεί από αυτήν, και κατά το άλλο ήμισυ από το δημόσιο οργανισμό βιομηχανικού και εμπορικού χαρακτήρα «Electricite de France (EDF)», που είναι εγκατεστημένες στο Παρίσι ή από φυσικά ή νομικά πρόσωπα που έχουν πρηγούμενα εγκριθεί από αυτόν.

    Κατά τη σύσταση της εταιρείας, σύμφωνα με το συμβολαιογραφικό έγγραφο του Maitre Andre Scheyven, συμβολαιογράφου στις Βρυξέλλες, στις 31 Μαΐου 1968, το εταιρικό κεφάλαιο καθορίστηκε σε εκατό εκατομμύρια φράγκα, τα οποία διαιρέθηκαν σε δέκα χιλιάδες μετοχές των δέκα χιλιάδων φράγκων η κάθε μία, και όλες καλύφθηκαν σε μετρητά.

    Σύμφωνα με το πρακτικό που συνέταξε ο προαναφερόμενος συμβολαιογράφος Maitre Andre Scheyven, στις 12 Δεκεμβρίου 1968, το εταιρικό κεφάλαιο ανήλθε σε πεντακόσια εκατομμύρια φράγκα, με την έκδοση σαράντα χιλιάδων μετοχών αξίας δέκα χιλιάδων φράγκων η κάθε μία, που καλύφθηκαν όλες σε μετρητά.

    Σύμφωνα με το πρακτικό που συνέταξε ο προαναφερόμενος συμβολαιογράφος Maitre Andre Scheyven, στις 6 Νοεμβρίου 1969, το κεφάλαιο ανήλθε σε ένα δισεκατομμύριο πεντακόσια εκατομμύρια φράγκα, με την έκδοση εκατό χιλιάδων μετοχών αξίας δέκα χιλιάδων φράγκων η κάθε μία, οι οποίες καλύφθηκαν σε μετρητά.

    Σύμφωνα με το πρακτικό που συνέταξε ο προαναφερόμενος συμβολαιογράφος Maitre Andre Scheyven, στις 29 Ιουνίου 1973, το κεφάλαιο ανήλθε σε δύο δισεκατομμύρια πεντακόσια εκατομμύρια φράγκα, με την έκδοση εκατό χιλιάδων μετοχών ύψους δέκα χιλιάδων φράγκων η κάθε μία, που καλύφθηκαν όλες σε μετρητά.

    Σύμφωνα με το πρακτικό που συνέταξε ο προαναφερόμενος συμβολαιογράφος Maitre Andre Scheyven, στις 6 Δεκεμβρίου 1974, το κεφάλαιο ανήλθε σε τρία δισεκατομμύρια φράγκα, με την έκδοση πενήντα χιλιάδων μετοχών αξίας δέκα χιλιάδων φράγκων η κάθε μία, που καλύφθηκαν όλες σε μετρητά.

    Σύμφωνα με το πρακτικό που συνέταξε ο Maitre Jean-Luc Indekeu , συμβολαιογράφος στις Βρυξέλλες, στις 20 Δεκεμβρίου 1985, η ονομαστική αξία των μετοχών καταργήθηκε.

    Άρθρο 7

    Το εταιρικό κεφάλαιο μπορεί να αυξηθεί ή να μειωθεί, μία ή περισσότερες φορές, από τη γενική συνέλευση που αποφασίζει σύμφωνα με τους όρους που απαιτούνται για τις τροποποιήσεις του καταστατικού και σύμφωνα με τις διατάξεις των νόμων που αφορούν τις εμπορικές εταιρείες.

    Οι νέες μετοχές, που πρέπει να καλυφθούν σε μετρητά, προσφέρονται κατά προτίμηση στους μετόχους, κατ' αναλογία του τμήματος του κεφαλαίου που αντιπροσωπεύουν οι μετοχές τους.

    Η γενική συνέλευση καθορίζει την προθεσμία άσκησης του δικαιώματος προτίμησης. Χορηγεί στο διοικητικό συμβούλιο όλες τις αρμοδιότητες που απαιτούνται για την υλοποίηση των αποφάσεων που λαμβάνονται και για τον καθορισμό των προϋποθέσεων άσκησης του δικαιώματος προτίμησης.

    Πάντως, κατά παρέκκλιση των προηγούμενων, η γενική συνέλευση μπορεί, προς το εταιρικό συμφέρον, τηρώντας τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για την τροποποίηση του καταστατικού και τις νομικές διατάξεις, να περιορίσει ή να καταργήσει το δικαίωμα προτιμησιακής κάλυψης του κεφαλαίου.

    Οι αποφάσεις της γενικής συνέλευσης που αφορούν όλες τις περιπτώσεις αύξησης ή μείωσης του κεφαλαίου, οι οποίες προβλέπονται στο παρόν άρθρο, δεν μπορούν σε καμία περίπτωση και για κανένα λόγο να παρεκκλίνουν από την αρχή της εξ ημισείας συμμετοχής που ορίζεται στο τρίτο εδάφιο του προαναφερόμενου άρθρου 6.

    Άρθρο 8

    Οι αποπληρωμές σε χρήμα ή δι' εισφορών σε είδος των μετοχών, για τις οποίες έχει καταβληθεί μέρος μόνο της αξίας τους, πρέπει να γίνονται στον τόπο και την ημερομηνία που ορίζει το διοικητικό συμβούλιο. Το υπολειπόμενο τμήμα της αξίας των μετοχών, που έχει καταστεί απαιτητό, αφαιρείται από το σύνολο των μετοχών του μετόχου.

    Το μη καταβληθέν τμήμα της αξίας των μετοχών, που έχουν καταστεί απαιτητές και δεν έχουν αποπληρωθεί ένα μήνα μετά την ημερομηνία που έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες φέρουν τόκο, ο οποίος υπολογίζεται για κάθε ημέρα υπερημερίας με το ειδικό επιτόκιο που καθορίζεται από την «Banque Nationale de Belgique» για τις προκαταβολές σε τρέχοντα λογαριασμό, αυξημένο κατά ένα τοις εκατό, χωρίς να απαιτείται όχληση.

    Το διοικητικό συμβούλιο εξάλλου μπορεί, μετά από όχληση με συστημένη επιστολή η οποία παραμένει άνευ αποτελέσματος για ένα μήνα, να αποφασίσει ότι ο μέτοχος χάνει τα δικαιώματά του και τηρώντας την αρχή της ισότητας των μετόχων, να πωλήσει τις μετοχές που δεν αποπληρώθηκαν.

    Το καθαρό προϊόν της πώλησης συνυπολογίζεται προς όφελος της εταιρείας με εκείνο που της οφείλεται, σε κεφάλαιο και τόκους, από τον υπερήμερο μέτοχο, με την επιφύλαξη του δικαιώματος της εταιρείας να του ζητήσει το υπόλοιπο της οφειλής καθώς και όλες τις ενδεχόμενες αποζημιώσεις.

    Άρθρο 9

    Το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να επιτρέψει στους μετόχους να προκαταβάλουν την αξία των μετοχών τους· στην περίπτωση αυτή, καθορίζει τους όρους υπό τους οποίους είναι δεκτή η εκ των προτέρων καταβολή.

    Άρθρο 10

    Οι μετοχές είναι και παραμένουν υποχρεωτικά ονομαστικές, ακόμα και μετά την αποπληρωμή τους.

    Άρθρο 11

    Οι μετοχές δεν μπορούν να μεταβιβαστούν παρά μόνο σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα που εγκρίνονται προηγούμενα από το διοικητικό συμβούλιο, το οποίο δεν οφείλει να αιτιολογήσει ενδεχόμενη άρνησή του.

    Άρθρο 12

    Το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να αναστείλει την άσκηση των δικαιωμάτων που έχουν σχέση με μετοχές οι οποίες αποτελούν αντικείμενο συγκυριότητας, επικαρπίας ή ενέχυρου, μέχρις ότου προσδιοριστεί ένα μόνο πρόσωπο ως κύριος αυτών των μετοχών έναντι της εταιρείας.

    Άρθρο 13

    Η εταρεία μπορεί να εκδώσει ενυπόθηκες ομολογίες ή άλλες, με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου, το οποίο καθορίζει το είδος και το επιτόκιο, τον τρόπο και την ημερομηνία εξόφλησης καθώς και όλους τους άλλους όρους έκδοσης.

    Η εταιρεία μπορεί να εκδόσει ομολογίες μετατρέψιμες σε μετοχές ή ομολογίες συνδυασμένες με δικαίωμα εγγραφής, υπό τους όρους που προβλέπονται στα άρθρα 101α και επόμενα των «lois coordonnees sur les societes commerciales», με απόφαση της γενικής συνέλευσης η οποία συνέρχεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 του καταστατικού.

    Σε περίπτωση έκδοσης μετατρέψιμων ομολογιών ή ομολογιών με δικαίωμα εγγραφής, οι μέτοχοι έχουν δικαίωμα προτιμησιακής εγγραφής κατ' αναλογίαν του τμήματος του κεφαλαίου που αντιπροσωπεύουν τα εταιρικά τους μερίδια. Η άσκηση του δικαιώματος προτιμησιακής εγγραφής διοργανώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου.

    Η γενική συνέλευση των μετόχων μπορεί, προς το εταιρικό συμφέρον, να περιορίσει ή να καταργήσει αυτό το δικαίωμα της προτιμησιακής εγγραφής τηρώντας τις προϋποθέσεις που προβλέπονται από το νόμο.

    Οι διατάξεις του άρθρου 12 εφαρμόζονται σε ομολογίες που εκδίδονται από την εταιρεία.

    ΤΙΤΛΟΣ ΙΙΙ

    ΔΙΟΙΚΗΣΗ, ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ, ΕΛΕΓΧΟΣ

    Άρθρο 14

    Η εταιρεία διοικείται από ένα διοικητικό συμβούλιο που αποτελείται από ζυγό αριθμό μελών, τουλάχιστον τεσσάρων και όχι περισσοτέρων των δεκαέξι, οι οποίοι διορίζονται για έξι χρόνια το πολύ, από τη γενική συνέλευση των μετόχων, οι οποίοι μπορούν και να τους ανακαλέσουν. Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου είναι επανεκλέξιμα. Η ανανέωση της θητείας τους γίνεται κατ' αρχαιότητα διορισμού, με κλήρωση που γίνεται σε συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου.

    Τα καθήκοντα των αποχωρούντων μελών που δεν επανεξελέγησαν λήγουν αμέσως μετά την τακτική γενική συνέλευση.

    Το διοικητικό συμβούλιο εκλέγει ένα πρόεδρο και έναν αντιπρόεδρο, που μπορούν να εκλεγούν για όλη τη διάρκεια της θητείας τους ως μελών, με την επιφύλαξη παραίτησης ή ανάκλησης.

    Άρθρο 15

    Σε περίπτωση που η θέση ενός ή περισσοτέρων μελών είναι κενή, τα υπόλοιπα μέλη του διοικητικού συμβουλίου μπορούν να καλύψουν προσωρινά την κενωθείσα θέση μέχρι την επόμενη γενική συνέλευση, η οποία εκλέγει το ή τα οριστικά μέλη.

    Άρθρο 16

    Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου δεν αναλαμβάνουν προσωπικά καμία υποχρέωση όσον αφοά τις δεσμεύσεις της εταιρείας. Ευθύνονται έναντι της εταιρείας για την εκτέλεση της εντολής τους και για τα λάθη που διαπράττονται κατά τη διαχείριση, ιδιαίτερα για υπέρβαση των αρμοδιοτήτων όπως αυτές ορίζονται από τον εταιρικό σκοπό, το παρόν καταστατικό ή τις αποφάσεις της γενικής συνέλευσης.

    Άρθρο 17

    Το διοικητικό συμβούλιο συνέρχεται στην έδρα της εταιρείας ή στον τόπο που ορίζεται στην επιστολή με την οποία γνωστοποιείται η σύγκληση συνεδρίασης, η οποία πρέπει να προσδιορίζει περιληπτικά την ημερήσια διάταξη αυτής.

    Συγκαλείται σε συνεδρίαση από τον πρόεδρο ή από το ένα τρίτο των μελών της, κάθε φορά που το απαιτεί το συμφέρον της εταιρείας.

    Οι συνεδριάσεις προεδρεύονται από τον πρόεδρο του διοικητικού συμβουλίου ή, στην περίπτωση που αυτός κωλύεται, από τον αντιπρόεδρο ή ελλείψει αυτού από ένα μέλος του διοικητικού συμβουλίου το οποίο ορίζεται από τους συνδέλφους του.

    Το συμβούλιο διορίζει επίσης φυσικό ή νομικό πρόσωπο που οφείλει να εκτελέσει τα καθήκοντα του γραμματέα και το οποίο μπορεί να μην είναι μέτοχος.

    Άρθρο 18

    Το διοικητικό συμβούλιο συνεδριάζει εγκύρως όταν παρίσταται ή αντιπροσωπεύεται το ήμισυ τουλάχιστον των μελών· πρέπει, ωστόσο, να είναι παρόντα δύο τουλάχιστον μέλη του.

    Οι αποφάσεις λαμβάνονται με την πλειοψηφία των παρόντων ή αντιπροσωπευόμενων μελών. Πάντως, οι αποφάσεις που αφορούν την τοποθέτηση των διαθέσιμων ποσών, την έγκριση πιστώσεων και προκαταβολών, εγγυήσεων και τριτεγγυήσεων, τη σύναψη δανείων με άνοιγμα πίστωσης ή με άλλο τρόπο, τις λεπτομέρειες εκτέλεσης των δανείων, τις παραγγελίες που υπερβαίνουν το ποσό των πενήντα εκατομμυρίων φράγκων, την κτήση και τις ανταλλαγές αγαθών και δικαιωμάτων επί ακινήτων, καθώς και την πώληση αυτών που κρίνονται άχρηστα, την ίδρυση οιασδήποτε εταιρείας ή την εισφορά αγαθών σε οιαδήποτε ιδρυόμενη εταιρεία, απαιτούν την πλειοψηφία των δύο τρίτων των παρόντων ή αντιπροσωπεύομενων μελών.

    Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου έχουν το δικαίωμα να ψηφίζουν, κατ' εξαίρεση, δι' αλληλογραφίας, για θέματα που έχουν προηγούμενα προσδιοριστεί. Μπορούν επίσης να αντιπροσωπεύονται σε κάθε συνεδρίαση από ένα συνάδελφό τους, τον οποίο εξουσιοδοτούν με επιστολή, τηλεγράφημα ή τέλεξ· ωστόσο, ένα μέλος του διοικητικού συμβουλίου μπορεί να αντιπροσωπεύει μόνο έναν από τους συναδέλφους του.

    Κάθε μέλος του διοικητικού συμβουλίου έχει μια ψήφο, εκτός αν αντιπροσωπεύει έναν από τους συναδέλφους του οπότε διαθέτει δύο ψήφους. Σε περίπτωση ισοψηφίας, η ψήφος του προέδρου της συνεδρίασης είναι αποφασιστική. Στην περίπτωση όμως κατά την οποία, λόγω του αριθμού των εν ενεργεία μελών, το συμβούλιο μπορεί να συνεδριάζει έγκυρα με την παρουσία μόνο δύο εκ των μελών του και εφόσον δεν αντιπροσωπεύει κανένα άλλο μέλος, οι αποφάσεις πρέπει να λαμβάνονται με ομοφωνία.

    Τα πρακτικά κάθε διάσκεψης και τα χορηγούμενα αποσπάσματα στα οποία εμφαίνονται τα ονόματα των παριστάμενων ή αντιπροσωπευομένων μελών καθώς και των απόντων και μη αντιπροσωπευομένων μελών, αποτελούν ικανοποιητική απόδειξη, έναντι των τρίτων, του αριθμού των εν ενεργεία μελών και του διορισμού τους καθώς και της εξουσιοδότησης των μελών που αντιπροσωπεύουν απόντες συναδέλφους τους.

    Άρθρο 19

    Κρατούνται πρακτικά των αποφάσεων του διοικητικού συμβουλίου, τα οποία φυλάσσονται σε ειδικό βιβλίο και υπογράφονται από τον πρόεδρο της συνεδρίασης και το γραμματέα ή από δύο μέλη του διοικητικού συμβουλίου.

    Κάθε απόσπασμα ή αντίγραφο, που πρέπει να προσκομισθεί σε δικαστήριο ή αλλού, είναι έγκυρο όταν φέρει την υπογραφή δύο μελών του διοικητικού συμβουλίου ανεξάρτητα αν παρευρίσκονται ή όχι στην συνεδρίαση.

    Άρθρο 20

    Η γενική συνέλευση μπορεί να χορηγεί στα μέλη του διοικητικού συμβουλίου ένα ορισμένο ποσό ή έξοδα συμμετοχής που συνυπολογίζονται στα γενικά έξοδα.

    Το διοικητικό συμβούλιο μπορεί επίσης να χορηγεί στα μέλη του, που είναι επιφορτισμένα με ειδικά καθήκοντα ή αποστολές, ειδική αμοιβή που περιλαμβάνεται στα γενικά έξοδα. Άρθρο 21

    Το διοικητικό συμβούλιο έχει τις πιο εκτεκταμένες αρμοδιότητες για να προβεί σε όλες τις πράξεις διάθεσης και διοίκησης που ενδιαφέρουν την εταιρεία. Στην αρμοδιότητα του διοικητικού συμβουλίου υπάγονται όλες οι πράξεις και οι ενέργειες που δεν ανατίθενται ρητά από τον νόμο ή το καταστατικό στη γενική συνέλευση.

    Άρθρο 22

    Το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να συστήσει μια διευθυντική επιτροπή τα μέλη της οποία επιλέγονται μεταξύ των μελών του ή εκτός αυτών. Διορίζει τον πρόεδρο και τον αντιπρόεδρό της. Καθορίζει τις αρμοδιότητες της, ρυθμίζει τη λειτουργία της και καθορίζει την αμοιβή των μελών της, η οποία καταχωρείται στα γενικά έξοδα.

    Το διοικητικό συμβούλιο μπορεί επίσης να αναθέσει την καθημερινή διαχείριση της εταιρείας σε ένα ή δύο άτομα επιφορτισμένα με την εκτέλεση των αποφάσεων του συμβουλίου, να διορίσει και να ανακαλέσει αυτά τα άτομα τα οποία μπορούν να επιλεγούν μεταξύ των μελών του ή εκτός αυτών, να καθορίσει την αμοιβή τους και να ορίσει τις αρμοδιότητές τους.

    Το διοικητικό συμβούλιο μπορεί επίσης να αναθέσει τη διεύθυνση του συνόλου των εταιρικών υποθέσεων ή ενός μέρους ή ενός κλάδου σε ένα ή περισσότερα άτομα τα οποία επιλέγονται μεταξύ των μελών του ή εκτός αυτών και τα οποία μπορεί να είναι ή όχι μέτοχοι.

    Το διοικητικό συμβούλιο καθώς και οι επιφορτισμένοι με την καθημερινή διαχείριση, μπορούν επίσης στο πλαίσο αυτής της διαχείρισης, να αναθέσουν ειδικά και καθορισμένα καθήκοντα σε ένα ή περισσότερα άτομα της επιλογής τους.

    Άρθρο 23

    Όλες οι πράξεις που αφορούν την εταιρεία, που έχουν αποφασιστεί ή εγκριθεί από το συμβούλιο, συμπεριλαμβανομένων εκείνων στις οποίες παρεμβαίνουν δημόσιοι φορείς και όλες οι υποθέσεις της εταιρείας, ως ενάγουσας ή εναγόμενης, ενώπιον του δικαστηρίου, υπογράφονται είτε από τον πρόεδρο του διοικητικού συμβούλιου είτε από τον αντιπρόεδρο είτε από τα δύο μέλη του, που ενεργούν από κοινού και δεν οφείλουν να αιτιολογήσουν έναντι τρίτων μια απόφαση του διοικητικού συμβουλίου, είτε ακόμα, εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων τους, από άλλα άτομα στα οποία έχουν αναγνωρισθεί ειδικές και καθορισμένες αρμοδιότητες.

    Άρθρο 24

    Ο έλεγχος των λογαριασμών της εταιρείας ανατίθεται σε έναν τουλάχιστον ελεγκτή ο οποίος διορίζεται από τη γενική συνέλευση, μεταξύ των μελών του «Institut des Reviseurs d'Enterprises» για περίοδο τριών ετών και δύνανται να επανεκλεγεί ή να ανακληθεί από αυτήν.

    Στην περίπτωση που λόγω θανάτου ή για οποιονδήποτε άλλο λόγο δεν υπάρχει πλέον ελεγκτής, το διοικητικό συμβούλιο πρέπει να συγκαλέσει αμέσως τη γενική συνέλευση για να καλύψει το κενό αυτό.

    Τα καθήκοντα του ελεγκτή που αποχωρεί και δεν επανεκλέγεται λήγουν αμέσως μετά την τακτική γενική συνέλευση.

    Τα καθήκοντα και οι αρμοδιότητες του ελεγκτή καθορίζονται από τους «Lois coordonnes sur les societes commerciales».

    Η γενική συνέλευση καθορίζει την αμοιβή του ελεγκτή για τις υπηρεσίες που παρέχει κατά τον έλεγχο των λογαριασμών. Πάντως το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να χορηγήσει στον ελεγκτή αμοιβές για ειδικές αποστολές· ενημερώνει σχετικά την αμέσως επόμενη τακτική γενική συνέλευση με την έκθεση διαχείρισης.

    Άρθρο 25

    Η γενική συνέλευση μπορεί επίσης να εκλέξει έναν αναπληρωτή ελεγκτή, για περίοδο ίση με αυτήν του κανονικού ελεγκτή, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται για τον κανονικό ελεγκτή. Σε περίπτωση θανάτου ή μόλις το διοικητικό συμβούλιο διαπιστώσει ότι ο κανονικός ελεγκτής αδυνατεί να εκπληρώσει τα καθήκοντά του, ο αναπληρωτής ελεγκτής τον αντικαθιστά για όσο διάστημα αυτός κωλύεται. Αν το κώλυμα αυτό είναι οριστικό, ο αναπληρωτής ελεγκτής συμπληρώνει τη θητεία του κανονικού ελεγκτή.

    ΤΙΤΛΟΣ ΙV

    ΓΕΝΙΚΕΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΕΙΣ

    Άρθρο 26

    Η γενική συνέλευση έχει τις αρμοδιότητες που της ανατίθενται από το νόμο και το παρόν καταστατικό.

    Άρθρο 27

    Η γενική συνέλευση συγκαλείται στην έδρα της εταιρείας ή στον τόπο που ορίζεται στην πρόσκληση.

    Η γενική συνέλευση συγκαλείται τουλάχιστον μία φορά κατ' έτος την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μηνός Ιουνίου, στις 15.00 και στην περίπτωση που αυτή η εργάσιμη ημέρα είναι Σάββατο, την επόμενη πρώτη εργάσιμη ημέρα.

    Άρθρο 28

    Το διοικητικό συμβούλιο ή ελλείψει αυτού ο ελεγκτής, συγκαλεί τόσο τις τακτικές όσο και τις έκτακτες γενικές συνελεύσεις.

    Η γενική συνέλευση συγκαλείται μετά από αίτηση ενός ή περισσοτέρων μετόχων, που αποδεικνύουν ότι κατέχουν το ένα πέμπτο του εταιρικού κεφαλαίου.

    Άρθρο 29

    Οι προσκλήσεις των γενικών συνελεύσεων αποστέλλονται, τουλάχιστον δεκαπέντε ημέρες πριν, με συστημένες επιστολές που απευθύνονται σε όλους τους μετόχους οι οποίοι είναι ονομαστικά γνωστοί. Αυτή η προθεσμία πρόσκλησης μπορεί να μειώθει σε οκτώ ημέρες, όταν πρόκειται για σύγκληση εκτάκτων συνελεύσεων ή όταν πρόκειται για δεύτερη πρόσκληση. Οι προσκλήσεις πρέπει να προσδιορίζουν την ημερησία διάταξη της συνεδρίασης.

    Άρθρο 30

    Οι μέτοχοι που απέκτησαν τις μετοχές της τουλάχιστον πέντε ημέρες πριν από μια γενική συνέλευση, μπορούν να παρίστανται σε αυτήν την συνέλευση χωρίς προηγούμενες διατυπώσεις ή να αντιπροσωπεύονται σε αυτήν.

    Άρθρο 31

    Η αντιπροσωπευτική ενός μετόχου στη γενική συνέλευση μπορεί να γίνει μόνο από κάποιο μέλος αυτής της συνέλευσης ή τον νόμιμο αντιπρόσωπο ενός μέλους της συνέλευσης.

    Οι εταιρείες εκπροσωπούνται νόμιμα από οποιοδήποτε άτομο, ειδικά εξουσιοδοτημένο για το σκοπό αυτό, χωρίς να είναι απαραίτητο ο αντιπρόσωπος να είναι μέτοχος της συγκεκριμένης εταιρείας.

    Η μορφή της αντιπροσώπευσης καθορίζεται από το όργανο που συγκαλεί τη συνέλευση.

    Άρθρο 32

    Τηρείται κατάλογος παρουσιών, ο οποίος αναφέρει την ταυτότητα των παρόντων ή αντιπροσωπευομένων μετόχων καθώς και τον αριθμό των μετοχών καθενός εκ των μετόχων. Ο κατάλογος αυτός, δεόντως υπογεγραμμένος από τους παρόντες μετόχους καθώς και από τους αντιπροσώπους των μετόχων οι οποίοι αντιπροσωπεύονται, και επικυρωμένος από τα μέλη του γραφείου επισυνάπτεται στα πρακτικά της συνεδρίασης.

    Άρθρο 33

    Η συνέλευση προεδρεύεται από τον πρόεδρο του διοικητικού συμβουλίου ή, ελλείψει αυτού, από τον αντιπρόεδρο του διοικητικού συμβουλίου, ή ακόμα, ελλείψει αυτού του τελευταίου, από ένα μέλος του διοικητικού συμβουλίου που διορίζεται για το σκοπό αυτό από το διοικητικό συμβούλιο.

    Τα καθήκοντα του ψηφολέκτη ανατίθενται σε δύο παρόντες μετόχους, που αποδέχονται τα καθήκοντα αυτά και τους οποίους εκλέγει η γενική συνέλευση μετά από πρόταση του προέδρου της.

    Ο πρόεδρος διορίζει τον γραμματέα, ο οποίος μπορεί να μην είναι μέτοχος.

    Άρθρο 34

    Κάθε μετοχή παρέχει δικαίωμα μιας ψήφου, εντός των επιβαλομένων από τον νόμο ορίων.

    Άρθρο 35

    Η τακτική γενική συνέλευση (κατά την ετήσια συνεδρίασή της ή όταν συγκαλείται εκτάκτως) συνεδριάζει έγκυρα, όταν αποτελείται από αριθμό μετόχων που αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το ένα τέταρτο του εταιρικού κεφαλαίου. Η απαρτία αυτή υπολογίζεται επί του συνόλου των μετοχών που αποτελούν το εταιρικό κεφάλαιο, αφαιρουμένων εκείνων που βάσει νομοθετικών ή κανονιστικών διατάξεων δεν έχουν δικαίωμα ψήφου.

    Αν δεν επιτευχθεί η απαρτία του ενός τετάρτου, η γενική συνέλευση συγκαλείται εκ νέου σύμφωνα με το άρθρο 29.

    Σε αυτή τη δεύτερη συνεδρίαση, οι αποφάσεις είναι έγκυρες ανεξάρτητα από τον αριθμό των μετοχών που αντιπροσωπεύονται αλλά θα πρέπει να αφορούν μόνον τα θέματα της ημερήσιας διάταξης της πρώτης συνεδρίασης.

    Οι αποφάσεις της τακτικής γενικής συνέλευσης, λαμβάνονται με πλειοψηφία των παρόντων ή αντιπροσωπευομένων μελών, καθένα των οποίων διαθέτει έναν αριθμό ψήφων που υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 34.

    Οι αποχές δεν λαμβάνονται υπόψη στην ψηφοφορία.

    Η έκτακτη γενική συνέλευση συνεδριάζει έγκυρα μόνον όταν το προτεινόμενο θέμα είχε ειδικά αναφερθεί στην πρόσκληση της γενικής συνέλευσης και όταν συμμετέχει τουλάχιστον το ήμισυ του εταιρικού κεφαλαίου.

    Εάν δεν πληρούται ο όρος αυτός, συγκαλείται μια δεύτερη συνέλευση, η οποία συνεδριάζει έγκυρα οποιοδήποτε και αν είναι το τμήμα του εταιρικού κεφαλαίου που εκπροσωπείται από τους παρόντες ή αντιπροσωπευόμενους μετόχους.

    Η απόφαση, τόσο στη μια όσο και στην άλλη περίπτωση, λαμβάνεται με πλειοψηφία των δύο τρίτων των ψήφων των συμμετεχόντων στην ψηφοφορία.

    Η ψηφοφορία γίνεται με ανάταση του χεριού ή με ονομαστική κλήση, εκτός αν η γενική συνέλευση αποφασίσει διαφορετικά.

    Σε περίπτωση διορισμού, αν κανένας υποψήφιος δεν συγκεντρώσει την πλειοψηφία, γίνεται νέα ψηφοφορία μεταξύ των υποψηφίων που συγκέντρωσαν τον μεγαλύτερο αριθμό ψήφων. Σε περίπτωση ισοψηφίας κατά τη δεύτερη ψηφοφορία, εκλέγεται ο μεγαλύτερος σε ηλικία των υποψηφίων.

    Άρθρο 36

    Όταν η γενική συνέλευση καλείται να αποφασίσει την τροποποίηση του καταστατικού, δε μπορεί να αποφασίσει έγκυρα παρά μόνον εφόσον εκείνοι που παρευρίσκονται στη συνέλευση εκπροσωπούν το ήμισυ τουλάχιστον του εταιρικού κεφαλαίου. Αν δεν πληρούται ο όρος αυτός, απαιτείται νέα σύγκληση συνέλευσης και η νέα συνέλευση αποφασίζει έγκυρα ανεξάρτητα από το τμήμα του εκπροσωπούμενου κεφαλαίου. Καμία τροποποίηση του καταστατικού δεν γίνεται δεκτή αν δεν συγκεντρώνονται τα τρία τέταρτα των ψήφων.

    Όταν ο νόμος επιβάλλει την τήρηση περισσότερο αυστηρών προϋποθέσεων για τη συζήτηση ορισμένων θεμάτων, η συνέλευση συνεδριάζει και αποφασίζει έγκυρα εάν υπάρχει η απαρτία και η πλειοψηφία που απαιτούνται από τους «Lois coordonnes sur les societes commerciales».

    Άρθρο 37

    Η ημερήσια διάταξη συντάσσεται από το διοικητικό συμβούλιο, εάν είναι αυτό που συγκαλεί τη γενική συνέλευση ή από τον ελεγκτή εφόσον είναι αυτός που την συγκαλεί. Στην ημερήσια διάταξη περιλαμβάνονται μόνον οι προτάσεις του διοικητικού συμβούλιου, του ελεγκτή ή μετόχων που εκπροσωπούν τουλάχιστον το ένα πέμπτο του εταιρικού κεφαλαίου, υπό τον όρον ότι είχαν κοινοποιήσει τις προτάσεις τους στην εταιρεία τουλάχιστον έξι ημέρες πριν από τη σύγκληση της συνέλευσης.

    Η γενική συνέλευση συζητά μόνο τα θέματα που περιλαμβάνονται στην ημερήσια διάταξη.

    Άρθρο 38

    Ανεξάρτητα από τα θέματα της ημερήσιας διάταξης, το διοικητικό συμβούλιο έχει το δικαίωμα, μετά την έναρξη των συζητήσεων, να παρατείνει, μέχρι τρεις βδομάδες το πολύ, οποιαδήποτε τακτική ή έκτακτη γενική συνέλευση.

    Η παράταση αυτή, η οποία ανακοινώνεται πριν από τη λήξη της συνεδρίασης και καταχωρείται στα πρακτικά, ακυρώνει κάθε ληφθείσα απόφαση. Η παράταση μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο μία φορά.

    Οι μέτοχοι πρέπει να κληθούν εκ νέου την ημερομηνία που ορίζει το διοικητικό συμβούλιο, με την ίδια ημερήσια διάταξη.

    Για τη δεύτερη γενική συνέλευση εφαρμόζεται το άρθρο 30 του παρόντος καταστατικού.

    Η δεύτερη γενική συνέλευση αποφασίζει οριστικά για τα θέματα της ημερήσιας διάταξης.

    Άρθρο 39

    Οι αποφάσεις της γενικής συνέλευσης καταχωρούνται στα πρακτικά τα οποία φυλάσσονται σε ειδικό βιβλίο και υπογράφονται από τον πρόεδρο, τον γραμματέα και τους ψηφολέκτες καθώς και από οποιοδήποτε μέτοχο το ζητήσει.

    Τα αντίγραφα ή αποσπάσματα αυτών των πρακτικών, που πρέπει να προσκομισθούν σε δικαστήριο ή αλλού, είναι έγκυρα όταν επικυρώνονται από τον πρόεδρο ή από δύο μέλη του διοικητικού συμβουλίου.

    ΤΙΤΛΟΣ V

    ΑΠΟΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΕΤΗΣΙΟΙ

    ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ, ΚΕΡΔΗ ΚΑΙ ΔΙΑΝΟΜΗ

    Άρθρο 40

    Η εταιρική χρήση αρχίζει την 1η Ιανουαρίου και τελειώνει στις 31 Δεκεμβρίου κάθε έτους.

    Το διοικητικό συμβούλιο προβαίνει σε απογραφή του ενεργητικού και συντάσσει, σύμφωνα με το νόμο, τους ετήσιους λογαριασμούς που περιλαμβάνουν τον ισολογισμό, τον λογαριασμό των αποτελεσμάτων και το παράρτημα.

    Το διοικητικό συμβούλιο συντάσσει επίσης έκθεση διαχείρισης. Ένα μήνα τουλάχιστον πριν από τη γενική συνέλευση, η έκθεση διαχείρισης διαβιβάζεται με τα σχετικά έγγραφα στον ελεκτή, ο οποίος οφείλει να συντάξει την έκθεσή του.

    Άρθρο 41

    Δέκα πέντε ημέρες πριν από την ετήσια γενική συνέλευση, οι μέτοχοι μπορούν να λάβουν στην έδρα της εταιρείας:

    - των ετήσιων λογαριασμών,

    - του καταλόγου των δημόσιων πόρων, των μετοχών, ομολογιών και άλλων τίτλων της εταιρείας, που αποτελούν τα χρεώγραφα,

    - του καταλόγου των μετόχων που δεν καταβάλει την ολική αξία των μετοχών τους με την ένδειξη του αριθμού των μετοχών τους και την ένδειξη της κατοικίας τους,

    - της έκθεσης διαχείρισης και της έκθεσης του ελεγκτή.

    Οι ετήσιοι λογαριασμοί, η έκθεση διαχείρισης και η έκθεση του ελεγκτή αποστέλλονται στους μετόχους, μαζί με την πρόσκληση της σύγκλησης γενικής συνέλευσης.

    Άρθρο 42

    Η γενική συνέλευση, αφού λάβει γνώση της έκθεσης διαχείρισης και της έκθεσης του ελεγκτή, συζητά τους ετήσιους λογαριασμούς.

    Η συνέλευση στη συνέχεια αποφασίζει με ειδική ψηφοφορία για την απαλλαγή των μελών του διοικητικού συμβουλίου και του ελεγκτή.

    Άρθρο 43

    Οι ετήσιοι λογαριασμοί, η έκθεση διαχείρισης, η έκθεση του ελεγκτή, καθώς και τα άλλα έγγραφα που προβλέπονται από το νόμο υπόκεινται στις προβλεπόμενες διατάξεις δημοσιότητας.

    Άρθρο 44

    Το θετικό πλεόνασμα του λογαριασμού των αποτελεσμάτων το καθαρό κέρδος.

    Από το καθαρό κέρδος, κατακρατείται:

    1. 5 % για τη δημιουργία του αποθεματικού κεφαλαίου που προβλέπεται από το νόμο. Η κράτηση αυτή παύει να είναι υποχρεωτική όταν το αποθεματικό ανέλθει στο ένα δέκατο του εταιρικού κεφαλαίου. Η κράτηση αυτή επαναλαμβάνεται όταν, για οποιονδήποτε λόγο το αποθεματικό μειωθεί κάτω από το ένα δέκατο.

    2. Το ποσόν που απαιτείται για να καταβληθεί στους μετόχους σαν πρώτο μέρισμα, ένα ποσό 500 φράγκων για κάθε μετοχή, μειωμένο ενδεχόμενα κατ' αναλογία του καταβληθέντος μέρους της αξίας της χωρίς οι μέτοχοι να μπορούν, αν τα κέρδη ενός έτους δεν επιτρέπουν την πληρωμή αυτή, να το απαιτήσουν από τα κέρδη των επόμενων ετών.

    Η τακτική γενική συνέλευση, μετά από πρόταση του διοικητικού συμβουλίου, έχει το δικαίωμα να αποφασίσει τη χρησιμοποίηση του υπολειπόμενου ποσού.

    Άρθρο 45

    Η πληρωμή των μερισμάτων γίνεται τις ημερομηνίες και στον τόπο που ορίζει το διοικητικό συμβούλιο. Το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να αποφασίσει τη διανομή προσωρινού μερίσματος που θα αφαιρεθεί από το μέρισμα που θα διανεμηθεί από τα αποτελέσματα χρήσεως. Άρθρο 46

    Τα μερίσματα και οι τόκοι που δεν αναζητούνται εντός πέντε ετών αφότου κατέστησαν απαιτητά παραγράφονται.

    ΤΙΤΛΟΣ VΙ

    ΔΙΑΛΥΣΗ, ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ

    Άρθρο 47

    Σε περίπτωση λύσης της εταιρείας, η γενική συνέλευση ρυθμίζει τον τρόπο εκκαθάρισης και διορίζει έναν ή περισσότερους εκκαθαριστές, των οποίων καθορίζει τις αρμοδιότητες και τις αμοιβές. Διατηρεί το δικαίωμα να τροποποιήσει το καταστατικό αν το απαιτούν οι ανάγκες της εκκαθάρισης.

    Ο διορισμός των εκκαθαριστικών θέτει τέλος στις αρμοδιότητες των διαχειριστών και του ελεγκτή.

    Άρθρο 48

    Η γενική συνέλευση συγκαλείται, συγκροτείται και παραγματοποιείται κατά τη διάρκεια της εκκαθάρισης σύμφωνα με τις διατάξεις του τίτλου IV του παρόντος καταστατικού, ενώ οι εκκαθαριστές απολαύουν των ιδίων προνομίων με το συμβούλιο. Πρόεδρος της γενικής συνέλευσης είναι ένας εκ των εκκαθαριστών· σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος των εκκαθαριστών, η γενική συνέλευση εκλέγει η ίδια τον πρόεδρό της.

    Τα αντίγραφα ή αποσπάσματα των πρακτικών των διασκέψεων της, που πρέπει να προσκομισθούν σε δικαστήριο ή αλλού, είναι εγκυρα όταν επικυρώνονται από τους εκκαθαριστές ή από έναν εξ αυτών.

    Άρθρο 49

    Εκτός από την περίπτωση που η γενική συνέλευση ρυθμίζει διαφορετικά τον τρόπο εκκαθάρισης με την πλειοψηφία που απαιτείται για την τροποποίηση του καταστατικού, το προϊόν της εκκαθάρισης, μετά την πληρωμή ή την παρακατάθεση των ποσών που είναι απαραίτητα για την πληρωμή των χρεών συμπεριλαμβανομένων των εξόδων εκκαθάρισης, διανέμεται επί ίσης βάσης μεταξύ όλων των μετοχών στο βαθμό που έχουν αποπληρωθεί.

    ΤΙΤΛΟΣ VII

    ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

    Άρθρο 50

    Για την επίλυση όλων των διαφορών μεταξύ της εταιρείας, των μετόχων της, των ομολογιούχων, των μελών του διοικητικού συμβουλίου, του ελεγκτή και των εκκαθαριστών, που έχουν σχέση με υποθέσεις της εταιρείας και με την εφαρμογή του παρόντος καταστατικού, αποκλειστικά αρμόδια είναι τα δικαστήρια της έδρας της εταιρείας. Η εταιρεία όμως, όταν είναι ενάγουσα, έχει το δικαίωμα να φέρει την υπόθεση ενώπιον οιουδήποτε άλλου αρμόδιου δικαστηρίου.

    Άρθρο 51

    Οι μέτοχοι, οι ομολογιούχοι, οι διαχειριστές, ο ελεγκτής και οι εκκαθαριστές που διαμένουν στο εξωτερικό θεωρούνται ότι έχουν επιλέξει σαν τόπο κατοικίας τους την έδρα της εταιρείας, όπου μπορούν να τους επιδοθούν ή να κοινοποιηθούν όλα τα έγγραφα, ενώ η εταιρεία έχει μόνον την υποχρέωση να τα κρατήσει στη διάθεση του παραλήπτη.

    Άρθρο 52

    Το καταστατικό συντάσσεται στη γαλλική γλώσσα

    ΤΙΤΛΟΣ VIII

    ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

    Άρθρο 53

    Η παρούσα εταιρεία ιδρύεται σαν κοινή επιχείρηση, κατά την έννοια της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, και διέπεται, καθόσον χρόνο λειτουργεί υπό τη μορφή αυτή, από τις διατάξεις αυτής της συνθήκης, των πράξεων που θεσπίστηκαν για την εφαρμογή της και ιδιαίτερα της απόφασης του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που προβλέπει την ίδρυσή της ως κοινής επιχείρησης.

    Ιδιαίτερα:

    «- Οι τροποποιήσεις του παρόντος καταστατικού αρχίζουν να ισχύουν μόνο μετά την έγκρισή τους, σύμφωνα με το άρθρο 50 της συνθήκης, από το Συμβούλιο της Ευρατόμ.

    - Σύμφωνα με το άρθρο 171 παράγραφος 3 της συνθήκης, το διοικητικό συμβούλιο ανακοινώνει τους λογαριασμούς κερδών και ζημιών και τους ισολογισμούς της παρούσας εταιρείας σχετικά με κάθε παρελθούσα εταιρική χρήση, εντός του μηνός που έπεται της έγκρισής τους από τη γενική συνέλευση της εταιρείας, στην Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, για να διαβιβαστούν από την Επιτροπή στο Συμβούλιο και τη Συνέλευση της Ευρατόμ. Οι προβλέψεις εσόδων και εξόδων γνωστοποιούνται σύμφωνα με την ίδια διαδικασία, το αργότερο ένα μήνα πριν από την αρχή της επόμενης εταιρικής χρήσης.»

    Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος άρθρου, η εταιρεία συνεχίζει να υπόκειται στη βέλγικη νομοθεσία για τις ανώνυμες εταιρείες.

    Άρθρο 54

    Οι διατάξεις του καταστατικού που αφορού τον ελεγκτή-επιθεωρητή αρχίζουν να ισχύουν μετά την τακτική γενική συνέλευση του 1986. Κατά το ενδιάμεσο χρονικό διάστημα συνεχίζουν να ισχύουν, όσον αφορά τα πρόσωπα αυτά, οι διατάξεις των «lois coordonnes sur les societes commerciales», που ισχύουν για τους ελεγκτές πριν από τον νόμο της 21ης Φεβρουαρίου 1985 σχετικά με τον έλεγχο επιχειρήσεων.

    Top