This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 31982D0742
82/742/EEC: Commission Decision of 29 October 1982 relating to a proceeding under Article 85 of the EEC Treaty (IV/30.517 - Amersham Buchler) (Only the English and German texts are authentic)
82/742/EOK: Απόφαση της Επιτροπής της 29ης Οκτωβρίου 1982 σχετικά με διαδικασία του άρθρου 85 της συνθήκης EOK (IV/30. 517 Amersham Buchler) (Τα κείμενα στην αγγλική και γερμανική γλώσσα είναι τα μόνα αυθεντικά)
82/742/EOK: Απόφαση της Επιτροπής της 29ης Οκτωβρίου 1982 σχετικά με διαδικασία του άρθρου 85 της συνθήκης EOK (IV/30. 517 Amersham Buchler) (Τα κείμενα στην αγγλική και γερμανική γλώσσα είναι τα μόνα αυθεντικά)
ΕΕ L 314 της 10.11.1982, p. 34–38
(DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL)
No longer in force, Date of end of validity: 20/12/1996
82/742/EOK: Απόφαση της Επιτροπής της 29ης Οκτωβρίου 1982 σχετικά με διαδικασία του άρθρου 85 της συνθήκης EOK (IV/30. 517 Amersham Buchler) (Τα κείμενα στην αγγλική και γερμανική γλώσσα είναι τα μόνα αυθεντικά)
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 314 της 10/11/1982 σ. 0034 - 0038
***** ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 29ης Οκτωβρίου 1982 σχετικά με διαδικασία του άρθρου 85 της συνθήκης ΕΟΚ (ΙV/30.517 - Amersham Buchler) (Τα κείμενα στην αγγλική και στη γερμανική γλώσσα είναι τα μόνα αυθεντικά) (82/742/ΕΟΚ) Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ, Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 85, τον κανονισμό αριθ. 17 του Συμβουλίου της 6ης Φεβρουαρίου 1962 (1), και ιδίως τα άρθρα 6 και 8, την κοινοποίηση και αίτηση για αρνητική πιστοποίηση που έγινε στην Επιτροπή στις 21 Δεκεμβρίου 1981 από την Amersham International Ltd εξ ονόματος της εταιρείας αυτής και της Buchler GmbH, σχετικά με τη δημιουργία εταιρείας joint venture, τη δημοσίευση περιλήψεως της κοινοποιήσεως (2), σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού αριθ. 17, για την οποία τρίτοι δεν διαβίβασαν παρατηρήσεις στην Επιτροπή, τη γνώμη της Συμβουλευτικής Επιτροπής Συμπράξεων και Δεσποζουσών Θέσεων της 7ης Σεπτεμβρίου 1982 σύμφωνα με το άρθρο 10 του κανονισμού αριθ. 17, Εκτιμώντας ότι: Ι. ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ Α. ΟΙ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ 1. Στις 21 Δεκεμβρίου 1981, η Amersham International Ltd (Amersham), αγγλική εταιρεία, κοινοποίησε τις ακόλουθες συμφωνίες: (1) την εταιρική σύμβαση Amersham Buchler GmbH & Co KG της 16ης Αυγούστου 1971, όπως αντικαταστάθηκε από την εταιρική σύμβαση της Amersham Buchler GmbH & Co KG της 29ης Νοεμβρίου 1974· (2) την εταιρική σύμβαση της Amersham Buchler GmbH της 16ης Αυγούστου 1971, που τροποποιήθηκε στις 20 Δεκεμβρίου 1971, και αντικαταστάθηκε από την εταιρική σύμβαση της Amersham Buchler GmbH της 18ης Δεκεμβρίου 1972· (3) τη σύμβαση μεταξύ της Buchler & Co και Amersham Buchler GmbH & Co KG της 13ης Οκτωβρίου 1971, όπως αντικαταστάθηκε από τη σύμβαση μεταξύ The Radiochemical Centre Ltd (TRC Ltd), The Radiochemical Centre GmbH (TRC GmbH), Buchler & Co KG και Amersham Buchler GmbH & Co KG της 20ής Δεκεμβρίου 1978· και (4) τη συμφωνία αποκλειστικής διανομής μεταξύ της The Radiochemical Centre Ltd και Amersham Buchler GmbH & Co KG της 20ής Δεκεμβρίου 1978. Οι συμφωνίες που αναφέρονται στα σημεία (1) και (2) έγιναν προκειμένου να ιδρυθεί εταιρεία joint venture με την ονομασία Amersham Buchler GmbH & Co KG, στην οποία η Amersham Buchler GmbH θα συμμετείχε ως εταίρος με απεριόριστη ευθύνη. Οι συμφωνίες που αναφέρονται στο σημείο (3) προβλέπουν ότι η εταιρεία joint venture θα αγόραζε το τμήμα ραδιενεργών προϊόντων της επιχειρήσεως Buchler και θα υποστηριζόταν με know-how και τεχνικές γνώσεις από την Amersham και από την Buchler. Με την συμφωνία που αναφέρεται στο σημείο 4 η joint venture ορίζεται ως ο αποκλειστικός διανομέας της Amersham για την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, συμπεριλαμβανομένου του Δυτικού Βερολίνου. Όσον αφορά τις συμφωνίες αυτές, η Amersham υπέβαλε αίτηση προς την Επιτροπή για αρνητική πιστοποίηση, καί, επικουρικά, εξαίρεση, σύμφωνα με το άρθρο 85 παράγραφος 3. 2. Η joint venture είχε συσταθεί από κοινού από: α) την TRC GmbH, θυγατρική εταιρεία κατά 100 % της Amersham (προηγουμένως TRC Ltd), και από β) την Buchler GmbH (προηγουμένως Buchler GmbH & Co KG). Η TRC GmbH εχει το 60 % και η Buchler εχει το 40 % του κεφαλαίου της joint venture. Οι συμφωνίες έχουν σκοπό να οργανώσουν joint venture για την κατασκευή και την εμπορία ραδιενεργού υλικού και προϊόντων, και ειδικότερα ραδιοχημικών προϊόντων για ερευνητικούς σκοπούς, ραδιοφαρμακευτικών προϊόντων και πηγών ραδιενέργειας. Προβλέπουν ότι τα ιδρυτικά μέλη δεν είναι δυνατό να ανταγωνίζονται την joint venture. Στην περίπτωση που ένας ανταγωνιστής επιτυγχάνει τον έλεγχο ενός από τα μέρη, είναι δυνατό να ζητηθεί από το άλλο μέρος να παύσει το πρώτο να συμμετέχει στην joint venture. 3. Πριν συνάψει τις συμφωνίες αυτές η Amersham (τότε: The Radiochemical Centre) είχε δραστηριότητες ως εμπορικό τμήμα στο πλαίσια της United Kingdom Atomic Energy Authority (UKAEA), οργανισμού ελεγχομένου από την κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου. Το κέντρο αυτό ήταν υπεύθυνο για την έρευνα, την τεχνολογική εξέλιξη, την κατασκευή, τη χρήση και τη διάθεση των ραδιοϊσοτόπων. Το 1971 οι εμπορικές δραστηριότητες της UKAEA στο χώρο των ραδιοϊσοτόπων μεταβιβάστηκαν σε ένα νεοϊδρυθέντα οργανισμό, τον The Radiochemical Centre Ltd (TRC Ltd), ο οποίος κατόπιν άλλαξε την επωνυμία του σε Amersham International Ltd. Η UKAEA διασφάλισε για τον TRC Ltd πρόσβαση στις πυρηνικές της εγκαταστάσεις και παραχώρησε στον TRC Ltd το δικαίωμα να δρά ως εμπορικός αντιπρόσωπος για όλα τα ραδιενεργά προϊόντα που είχαν εμπορική εφαρμογή, και τα οποία προέρχονταν από τις εγκαταστάσεις της UKAEA. Η Buchler ηταν ο μόνος διανομέας της Amersham για τη Γερμανία από το 1960. Η Buchler παρήγαγε ανέκαθεν ραδιενεργές πηγές που προέρχονταν από ραδιενεργά υλικά με φυσική προέλευση, ιδίως ράδιο. Άλλοι κλάδοι της παραγωγής συμπεριελάμβαναν και συνεχίζουν να συμπεριλαμβάνουν εξοπλισμό προστασίας από τη ραδιενέργεια, συσκευές ακτινοβολίας για χρήση στην ιατρική, την έρευνα και τη βιομηχανία καθώς και την κατασκευή αλάτων Quinidine και Quinidine. 4. Το 1971 η Amersham (τότε TRC Ltd) και η Buchler συμφώνησαν να ιδρύσουν την Amersham Buchler GmbH & Co KG. Η Buchler μετέφερε τις δραστηριότητές της για τα ραδιενεργά προϊόντα στην joint venture, αλλά παρέμεινε ανεξάρτητος παραγωγός όσον αφορά τους υπόλοιπους κλάδους παραγωγής της. Το κυριότερο καθήκον της joint venture είναι η διανομή στη Γερμανία των προϊόντων που κατασκευάζονται από την Amersham. Πρέπει, επίσης, να διασφαλίζει υψηλά επίπεδα ασφαλείας που απαιτούνται για τα ραδιενεργά προϊόντα κατά τη διάρκεια της μεταφοράς και της αποθηκεύσεώς τους. Επιπλέον, η joint venture παρείχε τη βάση για τη δημουργία υπηρεσίας διαθέσεως των αποβλήτων σχετικά με τα ραδιενεργά απόβλητα, για τα οποία οι περισσότεροι πελάτες δεν είχαν άλλο τρόπο διαθέσεως. Η Amersham πωλεί τα προϊόντα της στα άλλα Κράτη μέλη μέσω άλλων διανομέων. Β. Η ΑΓΟΡΑ 5. Οι συνολικές πωλήσεις της Amersham Buchler για το οικονομικό έτος 1980/81 ανέρχονται σε . . . . . . (1). Αυτό αντιπροσωπεύει ένα εκτιμώμενο μερίδιο που ανέρχεται στο 17,8 % των ραδιενεργών προϊόντων στη γερμανική αγορά. Ο συνολικός όγκος αυτής της αγοράς εκτιμάται ότι ανέρχεται σε . . . . . . . Οι ισχυρότεροι ανταγωνιστές της Amersham Buchler στην αγορά αυτή είναι η . . . . . ., η . . . . . . και η . . . . . ., με εκτιμώμενα μερίδια στην αγορά 13,5 %, 11,5 % και 11,3 % αντιστοίχως. Το υπόλοιπο 45,9 % κατανέμεται σε περισσότερες από 17 εταιρείες. ΙΙ. ΝΟΜΙΚΗ ΕΚΤΙΜΗΣΗ Α. ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 85 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1 6. Οι συμφωνίες που κοινοποιήθηκαν από την Amersham εχουν ως αντικείμενο ή ως αποτέλεσμα την παρεμπόδιση, τον περιορισμό ή τη νόθευση του ανταγωνισμού εντός της κοινής αγοράς. Ωστόσο, η απαγόρευση του άρθρου 85 παράγραφος 1 μπορεί να κηρυχθεί ανεφάρμοστη στην παρούσα περίπτωση βάσει του άρθρου 85 παράγραφος 3. 7. Οι συμφωνίες με τις οποίες συνιστάται η joint venture εμπίπτουν στο άρθρο 85 παράγραφος 1, διότι περιορίζουν τον ανταγωνισμό μεταξύ της Amersham και της Buchler. Πριν από το 1971 ήσαν ανταγωνιστές, αν και όχι καθ' ολο το πλάτος των κλάδων παραγωγής τους. Η Amersham παρήγαγε ένα ευρύ φάσμα από ραδιενεργά προϊόντα, στα οποία συμπεριλαμβάνονταν τα ραδιοφαρμακευτικά, οι κλινικοί αντιδραστήρες, τα ραδιοχημικά και οι πηγές ραδιενέργειας που προέρχονταν από πυρηνικούς αντιδραστήρες ή από το κυκλοτρώνιο της εταιρείας. Εξάλλου, μέρος μόνο από τη συνολική παραγωγή της Buchler απετελείτο από την παραγωγή των ραδιενεργών υλικών. Το μέρος αυτό απετελείτο κυρίως από ραδιενεργές πηγές που προέρχονταν από ραδιενεργά υλικά με φυσική προέλευση, όπως, για παράδειγμα, το ράδιο. Επομένως, η σύμπτωση αφορούσε μόνο έναν από τους τέσσερις τομείς της δραστηριότητας της Amersham, δηλαδή τις πηγές ραδιενέργειας. 8. Όσον αφορά τον ενδεχόμενο ανταγωνισμό, η Buchler δεν είχε τη δυνατότητα να επεκταθεί στους κλάδους παραγωγής που είχε η Amersham. Οι ραδιενεργές πηγές της Buchler, οι εγκαταστάσεις της και ο εξοπλισμός της ήταν σε μεγάλο βαθμό παρωχημένες και η Buchler δεν είχε τους αναγκαίους οικονομικούς πόρους για να εκσυγχρονίσει αυτό το μέρος των δραστηριοτήτων της. Επομένως, όσον αφορά την Amersham, η δημουργία της joint venture δεν απέκλειε τον ενδεχόμενο ανταγωνισμό σε μεγάλο βαθμό. Όσον αφορά την Amersham, η συνεργασία με την Buchler μπορεί να μείωνε μεν το ενιδαφέρον της στην επέκταση, π.χ., στον τομέα της προστασίας από τη ραδιενέργεια, αλλά το προϊόν αυτό δεν συνδεόταν στενά με τους κλάδους παραγωγής της Amersham. Επομένως, δεν ήταν πολύ πιθανό να επεκταθεί στον τομέα αυτό. 9. Κατά συνέπεια, η περιοριστική επίδραση της joint venture στον ανταγωνισμό είναι μεν αισθητή αλλά όχι πολύ σοβαρή. 10. Οι συμφωνίες αφορούν το εμπόριο μεταξύ Κρατών μελών, διότι έχουν συναφθεί μεταξύ μιας βρετανικής και μιας γερμανικής εταιρείας και αφορούν σημαντικό αριθμό εξαγωγών από το Ηνωμένο Βασίλειο προς τη Γερμανία. Πριν από τη δημιουργία της joint venture, δηλαδή κατά το οικονομικό έτος 1969/70, οι πωλήσεις της Amersham προς τη Γερμανία έφθαναν τις 409 000 λίρες στερλίνες. Το 1980/81 οι πωλήσεις της στη Γερμανία είχαν ανέλθει σε ύψος 3,1 εκατομμυρίων λιρών στερλινών, ή 6,7 % της αγοράς. Β. ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 85 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3 11. Οι συμφωνίες πληρούν τις προϋποθέσεις που αναφέρει το άρθρο 85 παράγραφος 3. Για λόγους που αναφέρονται στην παράγραφο αυτή, καθώς και στην παράγραφο 13, η joint venture συμβάλλει στη βελτίωση της παραγωγής και της διανομής των προϊόντων, διότι επιτρέπει στην Amersham να παράγει και να εμπορεύεται στη Γερμανία ένα πολύ ευρύτερο φάσμα προϊόντων από ό,τι προηγουμένως. Τα ραδιενεργά προϊόντα απαιτούν υψηλό επίπεδο know-how στη κατασκευή και στην εμπορία. Πρόκειται για αλλοιώσιμα προϊόντα που έχουν περιορισμένη μόνο διάρκεια ζωής, ολίγων ημερών ή εβδομάδων. Τα πρισσότερα από αυτά δεν είναι δυνατόν να αποθηκευτούν, επομένως ένα γρήγορο και επαρκές σύστημα αποδοχής και εκτελέσως των παραγγελιών πρέπει να βρίσκεται σε λειτουργία. Επιπλέον, τα προϊόντα πρέπει να πληρούν αυστηρές εθνικές και διεθνείς προδιαγραφές σχετικά με τη συσκευασία, το χαρακτηρισμό τη μεταφορά και την αποθήκευση. Τέλος, οι καταναλωτές έχουν την απαίτηση από τον προμηθευτή να τους απαλλάξει από τα ραδιενεργά απόβλητα και να τα διαθέσει ασφαλώς. Εξαιτίας αυτών των παραγόντων, η Amersham δεν ήταν πλέον δυνατόν να βασίζεται σε έναν απλό διανομέα, διότι δεν θα ήταν δυνατόν να αναμένεται από ένα διανομέα αυτού του είδους να παρέχει όλες τις αναγκαίες υπηρεσίες και να επενδύει σημαντικά ποσά στην υπηρεσία της διαθέσεως των ραδιενεργών αποβλήτων. Η δημιουργία της joint venture ελυσε τα προβλήματα αυτά και επέτρεψε στην Amersham να διεισδύσει περισσότερο στη γερμανική αγορά με το να εμπορεύεται ένα μεγαλύτερο αριθμό προϊόντων στη Γερμανία. 12. Πρέπει να αναμένεται ότι ο καταναλωτής θα εξασφαλίσει δίκαιο τμήμα από το όφελος που προκύπτει από το γεγονός ότι η ένταση του ανταγωνισμού - η οποία έχει αυξηθεί από την καλύτερη διείσδυση στην αγορά που έχει επιτύχει η Amersham - θα διασφαλίσει ότι μέρος τουλάχιστον από τα οφέλη που προκύπτουν θα μεταφερθούν στον καταναλωτή. Το γεγονός ότι η Amersham Buchler κατέχει το 18 % της γερμανικής αγοράς δεν της επιτρέπει να εμποδίσει τη μεταβίβαση αυτών των οφελημάτων προς τον καταναλωτή, ιδίως διότι βρίσκεται σε ανταγωνιστική σχέση με πολύ ισχυρές εταιρείες, όπως η . . . . . ., η . . . . . ., η . . . . . . και άλλες, οι οποίες κατέχουν ποσοστά αγοράς ύψους 13,5 %, 11,5 % και 11,3 % αντιστοίχως. 13. Οι περιορισμοί του ανταγωνισμού που προκύπτουν από την ίδρυση της joint venture είναι αναγκαίοι για την επίτευξη των στόχων που αναφέρονται στα σημεία 11 και 12 ανωτέρω. Μέχρι τη στιγμή που έγιναν οι συμφωνίες αυτές, η Amersham ηταν μάλλον κυβερνητικός φορέας παρά εμπορική επιχείρηση. Η joint venture επέτρεψε στην Amersham να διεισδύσει στη γερμανική αγορά γρηγορότερα, περισσότερο αποτελεσματικά και με χαμηλότερο κόστος παρά αν είχε ιδρύσει μία δική της θυγατρική εταιρεία. Η Buchler ηταν ο διανομέας της Amersham στη Γερμανία από το 1960 και πέτυχε να προσελκύσει όλη τη γερμανική πελατεία της Amersham. Θα ήταν πολύ δαπανηρό (και ίσως να απαιτούσε πολύ υψηλές αποζημιώσεις) για την Amersham να λύσει τη σχέση της με την Buchler και να ιδρύσει θυγατρική εταιρεία που θα οργάνωνε τους δικούς της δεσμούς με τους γερμανούς αγοραστές. Η Buchler συνεισέφερε μία οργανωμένη δύναμη πωλητών, δυνατότητες παραγωγής και καλή γνώση της γερμανικής αγοράς. Είχε από παλιά επαφές με πελάτες όπως τα νοσοκομεία, τη βιομηχανία και τους ερευνητές και ήταν πλήρως ενημερωμένη για τις ατομικές τεχνικές ανάγκες τους: στη βιομηχανία αυτή τα προϊόντα πρέπει να προσαρμόζονται στις ανάγκες του κάθε αγοραστή. Επιπλέον, η Buchler γνώριζε καλά τις αυστηρές απαιτήσεις της γερμανικής νομοθεσίας σχετικά με την αποθήκευση και τη διακίνηση των ραδιενεργών προϊόντων. Θα ήταν πολύ δύσκολο και θα είχε πολύ υψηλό κόστος για την Amersham το να ανταποκριθεί σε αυτές τις απαιτήσεις και δημιουργήσει οργάνωση πωλήσεων και εγκαταστάσεις παραγωγής ανάλογες με αυτές της Buchler. Επομένως, δεν θα ήταν δυνατόν να επιτευχθεί με άλλο τρόπο η επιδιωκόμενη βελτίωση της παραγωγής και της διανομής. Στην περίπτωση αυτή, η ρήτρα μη ανταγωνισμού δεν προσθέτει τίποτε στις συνηθισμένες συνέπειες μη ανταγωνισμού που χαρακτηρίζουν τις joint venture της μορφής αυτής. Διασφαλίζει ότι η Amersham και η Buchler δεν θέτουν σε κίνδυνο τη λειτουργία της joint venture η την απόσβεση των επενδύσεών της. Εξάλλου, τα μέρη δεν εμποδίζονται να επεκταθούν σε εκείνες τις γραμμές παραγωγής του άλλου που δεν καλύπτονται από τις συμφωνίες· ετσι π.χ., η Amersham μπορεί να αρχίσει την παραγωγή εξοπλισμού προστασίας εναντίον της ραδιενέργειας. 14. Οι συμφωνίες δεν παρέχουν στα μέρη τη δυνατότητα καταργήσεως του ανταγωνισμού σε σημαντικό τμήμα των εξεταζομένων προϊόντων. Το ποσοστό που διαθέτουν στη γερμανική αγορά ανέρχεται περίπου σε 18 % και αντιμετωπίζουν τον ανταγωνισμό μεγάλου αριθμού ισχυρών εταιρειών (βλ. σημείο 12 ανωτέρω). Για να γίνει δυνατή η σύγκριση σημειώνεται ότι το σύνολο του ενεργητικού (το 1981) της . . . . . . , ενός από τους ισχυρότερους ανταγωνιστές της Amersham Buchler, ανήλθε σε 2 063 εκατομμύρια δολάρια, ενώ το σύνολο του ενεργητικού της Amersham Buchler ανήλθε σε . . . . . ., της Amersham σε 87,6 εκατομμύρια δολάρια και της Buchler σε 17,5 εκατομμύρια δολάρια. Αν ληφθεί υπόψη το ύψος των πόρων που βρίσκεται στη διάθεση των ανταγωνιστών της, η Amersham Buchler δεν είναι σε θέση να καταργήσει τον ανταγωνισμό στον τομέα αυτό. Εαν ληφθούν υπόψη όλα αυτά τα στοιχεία, τα αντικειμενικά πλεονεκτήματα της συμφωνίας υπερβαίνουν κατά πολύ την σχετικά περιορισμένη επίπτωση που έχει στον ανταγωνισμό. Γ. ΤΑ ΑΡΘΡΑ 6 ΚΑΙ 8 ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΑΡΙΘ. 17 15. Σύμφωνα με το άρθρο 6 του κανονισμού αριθ. 17, η απόφαση αυτή θα αρχίσει να ισχύει από την ημερομηνία της κοινοποιήσεώς της, δηλαδή από τις 21 Δεκεμβρίου 1981. 16. Εάν ληφθεί υπόψη η σχετικά εξισορροπημένη κατάσταση της αγοράς και η μάλλον περιορισμένη επίδραση της ιδρύσεως της joint venture στους όρους του ανταγωνισμού της κοινής αγοράς, δικαιολογείται η παροχή της εξαιρέσεως για περίοδο 15 ετών (άρθρο 8 παράγραφος 1 του κανονισμού αριθ. 17). 17. Για να είναι σε θέση η Επιτροπή να εξακριβώνει ότι οι όροι εφαρμογής του άρθρου 85 παράγραφος 3 συνεχίζουν να πληρούνται κατά τη διάρκεια της περιόδου εξαιρέσεως, τα μέρη θα έχουν την υποχρέωση να πληροφορούν την Επιτροπή για οποιαδήποτε σημαντική τροποποίηση των συμφωνιών που έχουν κοινοποιηθεί, για τη σύναψη οποιασδήποτε νέας συμφωνίας μεταξύ αυτών και για την επέκταση της συνεργασίας τους (άρθρο 8 παράγραφος 1 του κανονισμού αριθ. 17) ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ: Άρθρο 1 Σύμφωνα με το άρθρο 85 παράγραφος 3 της συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, οι διατάξεις του άρθρου 85 παράγραφος 1 κηρύσσονται ανεφάρμοστες για την περίοδο από 21 Δεκεμβρίου 1981 έως 20 Δεκεμβρίου 1996 για τις ακόλουθες συμφωνίες: 1. εταιρική σύμβαση της Amersham Buchler GmbH & Co KG της 29ης Νοεμβρίου 1974· 2. εταιρική σύμβαση της Amersham Buchler GmbH της 18ης Δεκεμβρίου 1972· 3. συμφωνίες που περιέχονται στη σύμβαση της 20ής Δεκεμβρίου 1978 που αφορά το know-how και την τεχνική βοήθεια που έχει συναφθεί μεταξύ των Radiochemical Centre Ltd, Radiochlemical Centre GmbH, Buchler & Co KG και Amersham Buchler GmbH & Co KG· και 4. συμφωνία αποκλειστικής διανομής μεταξύ των Radiochemical Centre Ltd και Amersham Buchler GmbH & Co KG της 20ής Δεκεμβρίου 1978. Άρθρο 2 Οι επιχειρήσεις, στις οποίες απευθύνεται η απόφαση αυτή, οφείλουν να πληροφορήσουν χωρίς καθυστέρηση την Επιτροπή για οποιαδήποτε τροποποίηση ή προσθήκη στις συμφωνίες που έχουν κοινοποιηθεί, για τη σύναψη νέας συμφωνίας και για την επέκταση της συνεργασίας μεταξύ τους. Άρθρο 3 Η απόφαση αυτή απευθύνεται στις ακόλουθες επιχειρήσεις: 1. Amersham International Ltd, White Lion Road, UK-Amersham, Buckinghamshire HP7 9LL· 2. The Radiochemical Centre GmbH, Gieselweg 1, D-3300 Braunschweig· 3. Buchler GmbH, Harxbuetteler Strasse 3, D-3300 Braunschweig· 4. Αμερσηαμ Βθψηλερ ΓμβΗ, Γιεσελςεγ 1, Δ-3300 Βραθνσψηςειγ· 5. Αμερσηαμ Βθψηλερ ΓμβΗ * Ψο ΚΓ, Γιεσελςεγ 1, Δ-3300 Βραθνσψηςειγ. Έγινε στις Βρυξέλλες, στις 29 Οκτωβρίου 1982. Για την 'Επιτροπή Frans ANDRIESSEN Μέλος της Επιτροπής (1) Επίσημη Εφημερίδα, ειδική έκδοση στην ελληνική γλώσσα, της 23. 12. 1980, σ. 25. (2) ΕΕ αριθ. C 110 της 1. 5. 1982, σ. 3. (1) Στο δημοσιευόμενο κείμενο της αποφάσεως αυτής, παραλείπονται εφεξής ορισμένοι αριθμοί και ονόματα επιχειρήσεων σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 21 παράγραφος 2 του κανονισμού αριθ. 17 σχετικά με την μη αποκάλυψη ορισμένων επιχειρηματικών μυστικών.