This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 62023CN0197
Case C-197/23, S.: Request for a preliminary ruling from the Sąd Apelacyjny w Warszawie (Poland) lodged on 24 March 2023 — S. S.A. v C. sp. z o.o.
Υπόθεση C-197/23, S.: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Sąd Apelacyjny w Warszawie (Πολωνία) στις 24 Mαρτίου 2023 — S. S.A. κατά C. sp. z o.o.
Υπόθεση C-197/23, S.: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Sąd Apelacyjny w Warszawie (Πολωνία) στις 24 Mαρτίου 2023 — S. S.A. κατά C. sp. z o.o.
ΕΕ C 252 της 17.7.2023, p. 17–18
(BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
17.7.2023 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 252/17 |
Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Sąd Apelacyjny w Warszawie (Πολωνία) στις 24 Mαρτίου 2023 — S. S.A. κατά C. sp. z o.o.
(Υπόθεση C-197/23, S.)
(2023/C 252/19)
Γλώσσα διαδικασίας: η πολωνική
Αιτούν δικαστήριο
Sąd Apelacyjny w Warszawie
Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης
Εκκαλούσα: S. S.A.
Εφεσίβλητη: C. sp. z o.o.
Προδικαστικά ερωτήματα
1) |
Έχουν το άρθρο 2, το άρθρο 6, παράγραφοι 1 και 3, και το άρθρο 19, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, σε συνδυασμό με το άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την έννοια ότι δεν αποτελεί ανεξάρτητο και αμερόληπτο δικαστήριο που έχει προηγουμένως συσταθεί νομίμως και διασφαλίζει την πραγματική δικαστική προστασία μονομελής δικαστικός σχηματισμός πρωτοβάθμιου δικαστηρίου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αποτελείται από δικαστή στον οποίο ανατέθηκε υπόθεση κατά κατάφωρη παράβαση των κανόνων του εθνικού δικαίου για την κατανομή των υποθέσεων και τον ορισμό ή τη μεταβολή της σύνθεσης των δικαστικών σχηματισμών; |
2) |
Έχουν το άρθρο 2, το άρθρο 6, παράγραφοι 1 και 3, και το άρθρο 19, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, σε συνδυασμό με το άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την έννοια ότι αντιτίθενται στην εφαρμογή διατάξεων του εθνικού δικαίου, όπως το άρθρο 55, παράγραφος 4, δεύτερη περίοδος, του ustawa z 27 lipca 2001 r. Prawo o ustroju sądów powszechnych (νόμου της 27ης Ιουλίου 2001 περί οργανώσεως των τακτικών δικαστηρίων) (κωδικοποιημένο κείμενο: Dz.U. 2020, θέση 2072, όπως έχει τροποποιηθεί), σε συνδυασμό με το άρθρο 8 του ustawa o zmianie ustawy — Prawo o ustroju sądów powszechnych, ustawy o Sądzie Najwyższym oraz niektórych innych ustaw (νόμου για την τροποποίηση του νόμου περί οργανώσεως των τακτικών δικαστηρίων, του νόμου περί του Ανωτάτου Δικαστηρίου και ορισμένων άλλων νόμων) της 20ής Δεκεμβρίου 2019 (Dz.U. 2020, θέση 190), κατά το μέτρο που απαγορεύουν στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο να κηρύξει, βάσει του άρθρου 379, σημείο 4, του ustawa z 17 listopada 1964 r. Kodeks postępowania cywilnego (νόμου της 17ης Νοεμβρίου 1964 περί Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας) (κωδικοποιημένο κείμενο: Dz.U. 2021, θέση 1805, όπως έχει τροποποιηθεί), την ακυρότητα της διαδικασίας ενώπιον του εθνικού πρωτοβάθμιου δικαστηρίου όσον αφορά αγωγή που ασκήθηκε ενώπιον του, λόγω μη νόμιμης ή μη προσήκουσας σύνθεσης του δικαστηρίου ή συμμετοχής στη σύνθεσή του προσώπου μη εξουσιοδοτημένου ή αναρμόδιου, ως έννομη κύρωση που διασφαλίζει πραγματική δικαστική προστασία στην περίπτωση που ο ορισμός του δικαστή που δίκασε την αγωγή έγινε κατά κατάφωρη παράβαση των κανόνων του εθνικού δικαίου για την κατανομή των υποθέσεων και τον ορισμό ή τη μεταβολή της σύνθεσης των δικαστικών σχηματισμών; |