Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62022CN0541

    Υπόθεση C-541/22 Ρ: Αναίρεση που άσκησαν στις 11 Αυγούστου 2022 οι Araceli García Fernández κ.λπ. κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (τρίτο πενταμελές τμήμα) την 1η Ιουνίου 2022 στην υπόθεση T-523/17, Eleveté Invest Group κ.λπ. κατά Επιτροπής και ΕΣΕ

    ΕΕ C 441 της 21.11.2022, p. 5–7 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    21.11.2022   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 441/5


    Αναίρεση που άσκησαν στις 11 Αυγούστου 2022 οι Araceli García Fernández κ.λπ. κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (τρίτο πενταμελές τμήμα) την 1η Ιουνίου 2022 στην υπόθεση T-523/17, Eleveté Invest Group κ.λπ. κατά Επιτροπής και ΕΣΕ

    (Υπόθεση C-541/22 Ρ)

    (2022/C 441/10)

    Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

    Διάδικοι

    Αναιρεσείοντες: Araceli García Fernández, Faustino González Parra, Fernando Luis Treviño de Las Cuevas, Juan Antonio Galán Alcázar, Lucía Palazuelo Vallejo-Nágera, Macon, SA, Marta Espejel García, Memphis Investments Ltd, Pedro Alcántara de la Herrán Matorras, Pedro José de Jesús Benito Trebbau López, Pedro Regalado Cuadrado Martínez, María Rosario Mari Juan Domingo (εκπρόσωποι: B.M. Cremades Román, J. López Useros, S. Cajal Martín και P. Marrodán Lázaro, δικηγόροι)

    Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: Eleveté Invest Group, SL, Antonio Bail Cajal, Carlos Sobrini Marín, Edificios 1326 de l'Hospitalet, SL, Juan José Homs Tapias, Anna María Torras Giro, Marbore 2000, SL, Tristán González del Valle, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης (ΕΣΕ), Βασίλειο της Ισπανίας, Banco Santander, SA

    Αιτήματα

    Οι αναιρεσείοντες ζητούν από το Δικαστήριο:

    (i)

    να κρίνει ασκηθείσα την αίτηση αναιρέσεως, υποβληθέντα τα συνημμένα σε αυτήν έγγραφα και προβληθέντες τους περιλαμβανόμενους σε αυτήν ισχυρισμούς·

    (ii)

    σύμφωνα με το άρθρο 256 ΣΛΕΕ, το άρθρο 61 του Οργανισμού και το άρθρο 170 του Κανονισμού Διαδικασίας, να αποφανθεί ως εξής:

    (α)

    να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου στο σύνολό της και, επικουρικώς, να την αναιρέσει εν μέρει, σύμφωνα με τα αιτήματα που διατυπώνονται στις παραγράφους III και IV της αιτήσεως αναιρέσεως·

    (β)

    να δεχτεί τα αιτήματα της παραγράφου 219 της προσφυγής που ασκήθηκε πρωτοδίκως·

    (γ)

    να καταδικάσει το ΕΣΕ και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα της διαδικασίας ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

    (δ)

    να καταδικάσει το ΕΣΕ και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα της παρούσας διαδικασίας·

    (ε)

    να ορίσει ότι όλα τα επιδικαζόμενα στους αναιρεσείοντες ποσά θα παράγουν αντισταθμιστικούς τόκους από τις 23 Μαΐου 2017 (ή, επικουρικώς, από τις 7 Ιουνίου 2017) μέχρι την ημερομηνία εκδόσεως της αποφάσεως και, ομοίως, τόκους υπερημερίας από την ημερομηνία της αποφάσεως, πλην των δικαστικών εξόδων της παρούσας διαδικασίας, τα οποία θα παράγουν μόνον τόκους υπερημερίας από την ημερομηνία εκδόσεως της αποφάσεως· και

    (στ)

    να επιδικάσει στους αναιρεσείοντες οποιαδήποτε άλλη πρόσθετη αποζημίωση κρίνει νομικώς εύλογη.

    Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

    Οι αναιρεσείοντες αμφισβητούν στο σύνολό του το σκεπτικό και το διατακτικό της απόφασης του Γενικού Δικαστηρίου καθόσον η εν λόγω απόφαση ενέχει πολλαπλά σφάλματα κατά την εφαρμογή και ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης, πάσχει από ανεπαρκή και αντιφατική αιτιολογία, και ενέχει επίσης σφάλματα ως προς τον νομικό χαρακτηρισμό και τις έννομες συνέπειες των πραγματικών περιστατικών και την εκτίμηση των αποδεικτικών στοιχείων.

    Στο πλαίσιο αυτό, προς στήριξη των αιτημάτων τους, οι αναιρεσείοντες προβάλλουν τέσσερις λόγους αναιρέσεως.

    Με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως οι αναιρεσείοντες προβάλλουν ότι το Γενικό Δικαστήριο έσφαλε κατά την ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 18 του κανονισμού (ΕE) 806/2014 (1) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιουνίου 2014, περί θεσπίσεως ενιαίων κανόνων και διαδικασίας για την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και ορισμένων επιχειρήσεων επενδύσεων στο πλαίσιο ενός Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης και ενός Ενιαίου Ταμείου Εξυγίανσης (στο εξής: κανονισμός ΕΜΕ).

    Με το πρώτο σκέλος του πρώτου λόγου αναιρέσεως, οι αναιρεσείοντες προβάλλουν πλάνη κατά την ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 18, παράγραφος 1, στοιχείο α', του κανονισμού ΕΜΕ σχετικά με την ανάγκη παροχής στήριξης της ρευστότητας, την παράβαση της υποχρέωσης εμπιστευτικότητας καθώς και πλάνη κατά την ερμηνεία της αρχής της χρηστής διοικήσεως. Με το δεύτερο σκέλος του πρώτου λόγου αναιρέσεως, οι αναιρεσείοντες προβάλλουν ανεπαρκή αιτιολογία και εσφαλμένη ερμηνεία του άρθρου 18, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού ΕΜΕ. Στο πλαίσιο αυτό, προκύπτει ότι η Banco Popular Español (στο εξής: BPE) δεν ήταν αφερέγγυα και ότι το ΕΣΕ είχε στη διάθεσή του λιγότερο επαχθείς εναλλακτικές λύσεις. Με το τρίτο σκέλος του πρώτου λόγου αναιρέσεως, οι αναιρεσείοντες υποστηρίζουν ότι το Γενικό Δικαστήριο ερμήνευσε και εφάρμοσε εσφαλμένα το άρθρο 18, παράγραφος 1, στοιχείο γ', του κανονισμού ΕΜΕ.

    Όσον αφορά τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως, οι αναιρεσείοντες προβάλλουν ότι το Γενικό Δικαστήριο ερμήνευσε και εφάρμοσε εσφαλμένα το άρθρο 20 του κανονισμού ΕΜΕ. Στο πλαίσιο αυτό, οι αναιρεσείοντες επικαλούνται σφάλματα κατά την ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 20, παράγραφοι 1, 5, 7, 9, 10 και 11 του κανονισμού ΕΜΕ. Επιπλέον, με το πέμπτο σκέλος του δεύτερο λόγου αναιρέσεως, οι αναιρεσείοντες υποστηρίζουν ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη κατά την ερμηνεία και εφαρμογή του δικαιώματος πρόσβασης στον φάκελο της διαδικασίας απαλλοτρίωσης, καθόσον η συλλογιστική του προσκρούει στις διατάξεις της ΣΛΕΕ και του πρόσθετου πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. Με το έκτο σκέλος του δεύτερου λόγου αναιρέσεως, οι αναιρεσείοντες προβάλλουν πρόδηλη πλάνη περί το δίκαιο ως προς την εκτίμηση της υποχρέωσης αιτιολογήσεως.

    Ο τρίτος λόγος αναιρέσεως βασίζεται στην αξίωση αποζημίωσης που συνδέεται με την ακύρωση των προσβαλλόμενων αποφάσεων με επιβεβαίωση των αποτελεσμάτων τους.

    Όσον αφορά τον τέταρτο λόγο αναιρέσεως, οι αναιρεσείοντες θεωρούν ότι το Γενικό Δικαστήριο ερμήνευσε και εφάρμοσε εσφαλμένα τον κανονισμό ΕΜΕ όσον αφορά την αξίωση εξωσυμβατικής ευθύνης, ανεξάρτητα από το αίτημα ακύρωσης. Στο πρώτο σκέλος του τέταρτου λόγου αναιρέσεως αναλύεται πώς το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη κατά την ερμηνεία και εφαρμογή της αιτιολογικής σκέψης 116, των άρθρων 88 και 91 του κανονισμού ΕΜΕ και του άρθρου 339 ΣΛΕΕ εφαρμόζοντας ένα πρότυπο προστασίας πολύ χαμηλότερο από εκείνο που έχει θεσπίσει η Ένωση όσον αφορά την εξυγίανση τραπεζών. Παράλληλα, προβάλλεται εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του κανονισμού ΕΜΕ κατά παράβαση του καθήκοντος επιμέλειας. Τέλος, με το δεύτερο σκέλος του τέταρτου λόγου αναιρέσεως προβάλλεται πλάνη κατά την ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 20, παράγραφος 15 και του άρθρου 20, παράγραφος 16, του κανονισμού ΕΜΕ, καθώς και έλλειψη αιτιολογημένης απάντησης.


    (1)  ΕΕ 2014, L 225, σ. 1


    Top