Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62022TN0342

Υπόθεση T-342/22: Προσφυγή-αγωγή της 9ης Ιουνίου 2022 — Οξύζογλου κατά Επιτροπής

ΕΕ C 284 της 25.7.2022, p. 57–58 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
ΕΕ C 284 της 25.7.2022, p. 56–57 (GA)

25.7.2022   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 284/57


Προσφυγή-αγωγή της 9ης Ιουνίου 2022 — Οξύζογλου κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-342/22)

(2022/C 284/78)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα-ενάγουσα: Δέσποινα Οξύζογλου (Βρυξέλλες, Βέλγιο) (εκπρόσωποι: D. Grisay και A. Ansay, δικηγόροι)

Καθής-εναγομένη: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα-ενάγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να κάνει δεκτή την παρούσα προσφυγή ακυρώσεως / αγωγή αποζημιώσεως λόγω εξωσυμβατικής ευθύνης·

να την κρίνει παραδεκτή και, κατά συνέπεια,

κυρίως

να κρίνει την προσφυγή ακυρώσεως παραδεκτή λόγω της μη αποστολής εγγράφου από το οποίο να προκύπτουν τα δικαιώματα επιστροφής της προσφεύγουσας-ενάγουσας, και το οποίο θα μπορούσε να βλάψει την προσφεύγουσα-ενάγουσα·

να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής της 11ης Μαρτίου 2022·

να αναπέμψει την υπόθεση στην ΑΣΣΠΑ προκειμένου να αποφανθεί επί του επιστρεπτέου στην προσφεύγουσα-ενάγουσα ποσού·

επικουρικώς

να κρίνει βάσιμη την αγωγή αποζημιώσεως λόγω αδικαιολόγητου πλουτισμού·

να υποχρεώσει την Επιτροπή να αποκαταστήσει την οικονομική ζημία που υπέστη η προσφεύγουσα-ενάγουσα, το κεφάλαιο της οποίας, υπολογιζόμενο από την ημερομηνία κατάθεσης της παρούσας προσφυγής-αγωγής, ανέρχεται στο ποσό των 30 439,50 ευρώ·

όλως επικουρικώς

να διατάξει την Επιτροπή να διευκρινίσει την μέθοδο υπολογισμού της και να την εφαρμόσει εν προκειμένω·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως, ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής-αγωγής η προσφεύγουσα-ενάγουσα προβάλλει τέσσερις λόγους.

1.

Με τον πρώτο λόγο προβάλλεται ένσταση ελλείψεως νομιμότητας του άρθρου 77, παράγραφος 1, και του άρθρου 11, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των Υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: ΚΥΚ). Προς στήριξη της ενστάσεως ελλείψεως νομιμότητας των ως άνω διατάξεων, η προσφεύγουσα-ενάγουσα υποστηρίζει ότι ένας υπάλληλος ή μέλος του λοιπού προσωπικού της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να επιλέξει, έχοντας πλήρη επίγνωση της κατάστασης, αν θα μεταφέρει τα εθνικά συνταξιοδοτικά του δικαιώματα στο σύστημα της Ένωσης κατά τη στιγμή της συνταξιοδότησης και όχι νωρίτερα από αυτήν. Η εφαρμογή του ισχύοντος κανόνα εισάγει διαφορετική μεταχείριση σε σχέση με έναν υπάλληλο ο οποίος είτε εργάστηκε καθ’ όλη τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του εντός του συστήματος της Ένωσης είτε ανέλαβε υπηρεσία στα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης χωρίς να έχει μεταφέρει τα προηγουμένως κτηθέντα εντός κράτους μέλους συνταξιοδοτικά του δικαιώματα. Η προσφεύγουσα-ενάγουσα εκτιμά, επομένως, ότι υφίσταται παραβίαση της αρχής της απαγόρευσης των διακρίσεων, η οποία συνεπάγεται έλλειψη νομιμότητας των προσβαλλόμενων διατάξεων.

2.

Με τον δεύτερο λόγο προβάλλεται παράβαση των καθηκόντων αρωγής και μέριμνας που προβλέπονται στο άρθρο 24 του ΚΥΚ. Η προσφεύγουσα-ενάγουσα προβάλλει ότι, κατά τη μεταφορά των συνταξιοδοτικών της δικαιωμάτων, δεν έλαβε κανέναν πίνακα από το οποίο να προκύπτει ότι έχει δικαίωμα επιστροφής του μη προσαυξημένου αναλογιστικού ισοδυνάμου των ποσών που εισφέρθηκαν στο εθνικό της σύστημα προελεύσεως και τα οποία δεν προσμετρήθηκαν στο συνταξιοδοτικό σύστημα της Ένωσης.

3.

Με τον τρίτο λόγο προβάλλεται παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης και της απαγόρευσης των διακρίσεων. Σύμφωνα με την προσφεύγουσα-ενάγουσα, το γεγονός ότι κατά τη μεταφορά των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων χορηγείται σε ορισμένους υπαλλήλους επιστροφή, ενώ σε άλλους όχι, συνιστά παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης και αδικαιολόγητη δυσμενή διάκριση.

4.

Με τον τέταρτο λόγο προβάλλεται αδικαιολόγητος πλουτισμός εις βάρος της προσφεύγουσας-ενάγουσας. Η προσφεύγουσα-ενάγουσα υποστηρίζει ότι, κατά τη στιγμή της μεταφοράς των εθνικών συνταξιοδοτικών της δικαιωμάτων στο συνταξιοδοτικό σύστημα των θεσμικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν της επεστράφη το πλεονάζον αναλογιστικό ισοδύναμο που δεν προσμετρήθηκε κατά τον υπολογισμό της προσαύξησης αρχαιότητας της προσφεύγουσας-ενάγουσας.


Top