EUR-Lex L'accesso al diritto dell'Unione europea

Torna alla homepage di EUR-Lex

Questo documento è un estratto del sito web EUR-Lex.

Documento 32018D0302(01)

Κανόνες που διέπουν την ασφάλεια και την προστασία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο — Απόφαση του Προεδρείου της 15ης Ιανουαρίου 2018

ΕΕ C 79 της 2.3.2018, pagg. 3–15 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Stato giuridico del documento In vigore

2.3.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 79/3


ΚΑΝΌΝΕΣ ΠΟΥ ΔΙΈΠΟΥΝ ΤΗΝ ΑΣΦΆΛΕΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΊΑ ΣΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΌ ΚΟΙΝΟΒΟΫΛΙΟ

Απόφαση του Προεδρείου

της 15ης Ιανουαρίου 2018

(2018/C 79/04)

Περιεχόμενα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1:

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ 5

Άρθρο 11

Ορισμοί 5

Άρθρο 12

Σκοπός 6

Άρθρο 13

Πεδίο εφαρμογής 6

Άρθρο 14

Γραφεία των βουλευτών 6

Άρθρο 15

Αρχές 7

Άρθρο 06

Οργάνωση 7

Άρθρο 07

Καθήκοντα της Γενικής Διεύθυνσης Ασφάλειας και Προστασίας 7

Άρθρο 18

Εντεταλμένο προσωπικό 8

Άρθρο 9 Η

εκτέλεση των καθηκόντων του προσωπικού της ΓΔ SAFE 8

Άρθρο 10

Υποχρέωση συμμόρφωσης και συνεργασίας 8

Άρθρο 11

Ανάθεση καθηκόντων σε συμβαλλόμενο μέρος 9

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2:

ΔΙΑΒΑΘΜΙΣΕΙΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ 9

Άρθρο 12

Επίπεδα διαβαθμίσεων ασφάλειας 9

Άρθρο 13

Απόφαση σχετικά με το επίπεδο διαβάθμισης ασφάλειας 9

Άρθρο 14

Επικοινωνία σχετικά με τα επίπεδα διαβάθμισης ασφάλειας 10

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3:

ΠΡΟΛΗΨΗ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ 10

Άρθρο 15

Αξιολόγηση κινδύνου 10

Άρθρο 16

Έλεγχος πρόσβασης 10

Άρθρο 17

Προσωπική προστασία 10

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4:

ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ 11

Άρθρο 18

Υποψία για περιστατικό ασφάλειας 11

Άρθρο 19

Εκδήλωση περιστατικού ασφάλειας 11

Άρθρο 20

Εκθέσεις σχετικά με περιστατικά ασφάλειας 11

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5:

ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΑ ΟΠΛΑ 11

Άρθρο 21

Γενικές αρχές 11

Άρθρο 22

Άδεια οπλοφορίας για υπηρεσιακό οπλισμό 12

Άρθρο 23

Ανάπτυξη και χρήση υπηρεσιακού οπλισμού 12

Άρθρο 24

Παρουσία ένοπλων εξωτερικών υπαλλήλων ασφαλείας στους χώρους του Κοινοβουλίου 12

Άρθρο 25

Συνέπειες της πρόταξης ή της χρήσης υπηρεσιακού όπλου - Αναφορά και βοήθεια 12

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6:

ΕΠΙΒΟΛΗ 12

Άρθρο 26

Επιβολή της συμμόρφωσης προς τα μέτρα ασφάλειας 12

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7:

ΕΡΕΥΝΕΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΙ ΕΛΕΓΧΟΙ 13

Άρθρο 27

Έρευνες ασφάλειας 13

Άρθρο 28

Επικουρικές έρευνες 13

Άρθρο 29

Ερευνητικά μέτρα στο πλαίσιο επικουρικών ερευνών 14

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8:

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ 15

Άρθρο 30

Επικοινωνία με τα κράτη μέλη και τις τρίτες χώρες υποδοχής, με εθνικές αρχές, με άλλα θεσμικά όργανα της Ένωσης και με διεθνείς οργανισμούς 15

Άρθρο 31

Μηχανισμός υποβολής καταγγελιών από βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου 15

Άρθρο 32

Εκτελεστικές διατάξεις 15

Άρθρο 33

Κατάργηση 15

Άρθρο 34

Έναρξη ισχύος και δημοσίευση 15

ΤΟ ΠΡΟΕΔΡΕΙΟ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 232,

Έχοντας υπόψη το πρωτόκολλο αριθ. 7 περί των προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που προσαρτάται στις Συνθήκες, και ιδίως τα άρθρα 1 και 18,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και ιδίως το άρθρο 25 παράγραφος 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο στόχος του Κοινοβουλίου στον τομέα της ασφάλειας είναι να καταστεί δυνατή η ορθή λειτουργία του Κοινοβουλίου με την τήρηση της τάξης και τη διασφάλιση ασφαλούς περιβάλλοντος στους χώρους του Κοινοβουλίου και επαρκούς επιπέδου προστασίας των προσώπων, κτιρίων και περιουσιακών στοιχείων από απειλές.

(2)

Το Κοινοβούλιο θα πρέπει να καταβάλλει προσπάθειες για να επιτυγχάνεται το ενδεδειγμένο επίπεδο ασφάλειας για τα πρόσωπα, τα κτίρια και τα περιουσιακά στοιχεία του, τηρουμένης της κατάλληλης ισορροπίας μεταξύ ασφάλειας και προσβασιμότητας.

(3)

Η ασφάλεια και η προστασία στο Κοινοβούλιο θα πρέπει να βασίζονται στις αρχές της νομιμότητας, της αναλογικότητας, της λογοδοσίας και της αποτελεσματικότητας.

(4)

Τα ζητήματα ασφάλειας και προστασίας θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την ανάπτυξη και την υλοποίηση όλων των πολιτικών του Κοινοβουλίου.

(5)

Το καθήκον μέριμνας του Κοινοβουλίου περιλαμβάνει τη δέουσα επιμέλεια όσον αφορά την ανάληψη κάθε εύλογης ενέργειας για την εφαρμογή μέτρων ασφάλειας με στόχο την αποτροπή ευλόγως προβλέψιμης βλάβης στα πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2, στα κτίρια και στα υλικά περιουσιακά στοιχεία του Κοινοβουλίου.

(6)

Το Κοινοβούλιο έχει συνάψει συμφωνίες με τις κυβερνήσεις του Βελγίου, του Λουξεμβούργου και της Γαλλίας, που επιβεβαιώνουν ότι το Κοινοβούλιο είναι υπεύθυνο για την ασφάλεια στους χώρους του.

(7)

Το Κοινοβούλιο έχει υπογράψει μνημόνιο συνεννόησης με την κυβέρνηση του Βελγίου σχετικά με τους ελέγχους ασφάλειας και ενδέχεται να υπογράψει παρόμοιες συμφωνίες με άλλα κράτη μέλη.

(8)

Η ισχύουσα πρακτική στα θεσμικά όργανα της Ένωσης, στα κράτη μέλη και σε άλλους διεθνείς οργανισμούς έχει καταδείξει ότι η θέσπιση ενός συστήματος διαβαθμίσεων ασφάλειας αποτελεί τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο να εξασφαλίζεται η λήψη ενδεδειγμένων και αναλογικών μέτρων ασφάλειας σε απόκριση προς μια εκτιμηθείσα βαθμίδα κινδύνου. Το σύστημα διαβαθμίσεων ασφάλειας για το Κοινοβούλιο, που καθιερώθηκε με την απόφαση του Προεδρείου της 16ης Δεκεμβρίου 2002 χρειάζεται να αναθεωρηθεί και να απλοποιηθεί, προκειμένου να καταστεί πιο ευέλικτο και αποτελεσματικό για την αντιμετώπιση απειλών κατά της ασφάλειας.

(9)

Τα κράτη μέλη και οι τρίτες χώρες υποδοχής θα πρέπει να μπορούν να εξουσιοδοτούν το Κοινοβούλιο να προβλέπει την ένοπλη προσωπική προστασία του Προέδρου καθ’ όλη τη διάρκεια της παρουσίας του στην επικράτειά τους και να διαθέτει πυροβόλα όπλα για την προστασία των προσώπων στους χώρους του.

(10)

Τα θέματα που αφορούν τις κάρτες εισόδου ρυθμίζονται με ιδιαίτερη απόφαση του Προεδρείου, που λαμβάνεται βάσει του άρθρου 116α παράγραφος 1 του κανονισμού του Κοινοβουλίου.

(11)

Κατά την εφαρμογή της παρούσας απόφασης, το Κοινοβούλιο θα πρέπει να εξασφαλίζει την προστασία της ιδιωτικότητας και των προσωπικών δεδομένων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (1),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

(1)

ως «ασφάλεια» νοείται η προστασία της σωματικής ακεραιότητας των προσώπων, και της υλικής ακεραιότητας των κτιρίων ή των περιουσιακών στοιχείων·

(2)

ως «περιστατικό ασφάλειας» νοείται κάθε διαρκής ή άμεση απειλή για την ασφάλεια όπως οι πράξεις βίας, οι βανδαλισμοί, η δολιοφθορά, η κλοπή, ή άλλες πράξεις υπαγόμενες στο ποινικό δίκαιο, εξαιρουμένων των περιπτώσεων ανωτέρας βίας·

(3)

ως «απειλή για την ασφάλεια» νοείται συμβάν ή πρόσωπο που μπορεί εύλογα να αναμένεται ότι θα έχει δυσμενείς επιπτώσεις για την ασφάλεια αν δεν αντιμετωπιστεί ή τεθεί υπό έλεγχο·

(4)

ως «σοβαρό περιστατικό ασφάλειας» νοείται περιστατικό ασφάλειας που μπορεί εύλογα να αναμένεται ότι θα οδηγήσει σε απώλεια ζωής, σοβαρό τραυματισμό ή βλάβη, σημαντική υλική ζημία στην περιουσία του Κοινοβουλίου ή διαταραχή των βασικών επιχειρησιακών ικανοτήτων του Κοινοβουλίου·

(5)

ως «τάξη» νοείται η κατάσταση που επιτρέπει την ομαλή διεξαγωγή των κοινοβουλευτικών δραστηριοτήτων, τον σεβασμό της αξιοπρέπειας του Κοινοβουλίου, την τήρηση της ασφάλειας στους χώρους του Κοινοβουλίου και τη λειτουργία του εξοπλισμού του Κοινοβουλίου·

(6)

ως «απειλή για την τάξη» νοείται συμβάν ή πρόσωπο που μπορεί εύλογα να αναμένεται ότι θα έχει δυσμενείς επιπτώσεις για την τάξη στο Κοινοβούλιο αν δεν αντιμετωπιστεί ή τεθεί υπό έλεγχο·

(7)

ως «προστασία» νοούνται η πρόληψη και η αντιμετώπιση ατυχημάτων, η πρόληψη και η αντιμετώπιση πυρκαγιών, και οι πρώτες βοήθειες, συμπεριλαμβανομένης της εκκένωσης των κτιρίων·

(8)

ως «έκτακτη ανάγκη» νοείται η απαίτηση για άμεση δράση όταν αντιμετωπίζεται περιστατικό ασφάλειας·

(9)

ως «κίνδυνος για την ασφάλεια» νοείται ο συνδυασμός των ενδεχόμενων συνεπειών μιας απειλής για την ασφάλεια και της πιθανότητας εκδήλωσής τους·

(10)

ως «έλεγχος κινδύνου» νοείται κάθε μέτρο ασφάλειας που μπορεί εύλογα να αναμένεται ότι ελαχιστοποιεί αποτελεσματικά έναν κίνδυνο για την ασφάλεια μέσω της πρόληψης, του μετριασμού ή της αποφυγής ενός περιστατικού ασφάλειας·

(11)

ως «πρόληψη κινδύνου» νοούνται τα μέτρα ασφάλειας που μπορεί εύλογα να αναμένεται ότι μειώνουν την πιθανότητα περιστατικού ασφάλειας·

(12)

ως «μετριασμός κινδύνου» νοούνται τα μέτρα ασφάλειας που μπορεί εύλογα να αναμένεται ότι περιορίζουν τις επιπτώσεις ενός περιστατικού ασφάλειας·

(13)

ως «χώρος περιορισμένης πρόσβασης» νοείται ένας χώρος η πρόσβαση στον οποίο περιορίζεται μέσω της χρήσης ηλεκτρονικών καρτών εισόδου, ηλεκτρονικών κλειδαριών ή άλλων διατάξεων·

(14)

ως «περιουσιακά στοιχεία» νοούνται όλα τα κινητά αγαθά στους χώρους του Κοινοβουλίου·

(15)

ως «χώροι» νοούνται όλες οι εγκαταστάσεις του Κοινοβουλίου, συμπεριλαμβανομένων των κτιρίων, των γραφείων, των αιθουσών και άλλων σημείων, καθώς και τα σημεία όπου στεγάζονται συστήματα επικοινωνιών και πληροφορικής όπου το Κοινοβούλιο ασκεί μόνιμη ή προσωρινή δραστηριότητα·

(16)

ως «διαβάθμιση ασφάλειας» νοείται δέσμη μέτρων ασφάλειας που προορίζεται για την παροχή συγκεκριμένου επιπέδου προστασίας ανάλογου με τις απειλές για την ασφάλεια·

(17)

ως «τυπικά μέτρα ασφάλειας» νοείται το σύνολο των μέτρων ασφάλειας που εφαρμόζονται για κάθε επίπεδο διαβάθμισης ασφάλειας και εναρμονίζονται με τα ισοδύναμα μέτρα ασφάλειας που εφαρμόζονται στα άλλα θεσμικά όργανα της Ένωσης στα ίδια επίπεδα διαβαθμίσεων ασφάλειας·

(18)

ως «προαιρετικά μέτρα ασφάλειας» νοείται ένα σύνολο πρόσθετων μέτρων τα οποία το Κοινοβούλιο μπορεί να εγκρίνει για κάθε επίπεδο διαβάθμισης ασφάλειας προκειμένου να αντιδράσει αποτελεσματικότερα και με μεγαλύτερη ευελιξία σε συνέχεια της διαπίστωσης κινδύνων για το Κοινοβούλιο.

Άρθρο 2

Σκοπός

Σκοπός της παρούσας απόφασης είναι:

ο καθορισμός του νομικού πλαισίου για την ασφάλεια στο Κοινοβούλιο, συμπεριλαμβανομένων των βασικών αρχών που εφαρμόζονται στον τομέα της ασφάλειας,

ο καθορισμός του νομικού πλαισίου για την προστασία στο Κοινοβούλιο και

ο καθορισμός της οργάνωσης και των αρμοδιοτήτων όσον αφορά την ασφάλεια στο Κοινοβούλιο και την αποστολή των αρχών ασφάλειας του Κοινοβουλίου.

Άρθρο 3

Πεδίο εφαρμογής

1.   Η παρούσα απόφαση έχει εφαρμογή σε όλους τους χώρους του Κοινοβουλίου, εντός και εκτός της Ένωσης. Όταν το Κοινοβούλιο χρησιμοποιεί χώρους από κοινού με άλλα θεσμικά και λοιπά όργανα και οργανισμούς της Ένωσης, η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται στο πλαίσιο διαβούλευσης με τα άλλα ενδιαφερόμενα θεσμικά και λοιπά όργανα και οργανισμούς της Ένωσης.

2.   Ανεξάρτητα από τυχόν ειδικές διατάξεις για συγκεκριμένες ομάδες υπαλλήλων, η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται στους βουλευτές, στο προσωπικό του Κοινοβουλίου, στους παρόχους υπηρεσιών και στο προσωπικό τους, στους ασκούμενους και σε κάθε άλλο πρόσωπο που έχει πρόσβαση στους χώρους του Κοινοβουλίου.

3.   Με την επιφύλαξη του εθνικού του δικαίου, η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται εκτός των χώρων του Κοινοβουλίου στο προσωπικό στο οποίο το Κοινοβούλιο έχει αναθέσει την προσωπική προστασία του Προέδρου, αποκλειστικά στο πλαίσιο της εν λόγω προστασίας.

4.   Η παρούσα απόφαση δεν έχει εφαρμογή στην κυβερνοασφάλεια.

5.   Η παρούσα απόφαση δεν έχει εφαρμογή στον χειρισμό και την προστασία εμπιστευτικών πληροφοριών, με εξαίρεση τη διαδικασία διαπιστεύσεων ασφαλείας και τις έρευνες σχετικά με πιθανή παραβίαση της εμπιστευτικότητας.

6.   Η παρούσα απόφαση δεν έχει εφαρμογή στη διαχείριση επιχειρησιακής συνέχειας, όπως εγκρίθηκε από το προεδρείο στις 9 Μαΐου 2016.

7.   Η παρούσα απόφαση δεν έχει εφαρμογή στην ασφάλεια των βουλευτών ή του προσωπικού του Κοινοβουλίου όταν βρίσκονται σε επίσημη αποστολή, εξαιρουμένου του Προέδρου.

8.   Η παρούσα απόφαση δεν έχει εφαρμογή στους κανόνες για τις κάρτες εισόδου κατά την έννοια του άρθρου 116α του κανονισμού του Κοινοβουλίου.

Άρθρο 4

Γραφεία των βουλευτών

Η πρόσβαση της Γενικής Διεύθυνσης Ασφάλειας και Προστασίας (ΓΔ SAFE) σε γραφεία βουλευτών περιορίζεται στην πρόληψη και την αντίδραση σε περιστατικά ασφάλειας όπως προβλέπεται στα άρθρα 18, 19 και 27 έως 29 της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 5

Αρχές

1.   Η εφαρμογή της παρούσας απόφασης είναι σύμφωνη με τις Συνθήκες, και ειδικότερα με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και το πρωτόκολλο αριθ. 7 περί των προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και με τους εφαρμοστέους κανόνες εθνικού δικαίου.

2.   Τα μέτρα που λαμβάνονται δυνάμει της παρούσας απόφασης εφαρμόζονται με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων των αρχών επιβολής του νόμου των κρατών μελών, του κανονισμού του Κοινοβουλίου, του Καθεστώτος των Βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, και του άρθρου 86 και του παραρτήματος IX του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης.

3.   Αν η παρούσα απόφαση δεν περιλαμβάνει σχετική ειδική διάταξη, το Κοινοβούλιο εφαρμόζει στους χώρους και στα κτίριά του τους κανονισμούς ασφάλειας, ιδίως όσον αφορά την πυροπροστασία, του κράτους μέλους στο οποίο αυτά βρίσκονται.

4.   Η ασφάλεια και η προστασία στο Κοινοβούλιο θα πρέπει να βασίζονται στις αρχές της νομιμότητας, της αναλογικότητας, της λογοδοσίας και της αποτελεσματικότητας.

5.   Η αρχή της νομιμότητας επιτάσσει την ανάγκη για αυστηρή τήρηση του νομικού πλαισίου κατά την εφαρμογή της παρούσας απόφασης, καθώς και την ανάγκη συμμόρφωσης προς τις νομικές απαιτήσεις.

6.   Κάθε μέτρο ασφάλειας που απευθύνεται σε φυσικό πρόσωπο λαμβάνεται δημόσια, εκτός αν η δημοσιοποίησή του μπορεί εύλογα να αναμένεται ότι θα περιορίσει το αποτέλεσμά του. Οι υποκείμενοι σε μέτρο ασφάλειας ενημερώνονται εκ των προτέρων για τους λόγους της λήψης του μέτρου και για τον πιθανό αντίκτυπό του, εκτός αν η παροχή των εν λόγω πληροφοριών μπορεί εύλογα να αναμένεται ότι θα περιορίσει το αποτέλεσμα του μέτρου. Σε αυτή την περίπτωση, ο υποκείμενος στο μέτρο ασφάλειας ενημερώνεται αφού παύσει να υφίσταται ο κίνδυνος περιορισμού του αποτελέσματος του μέτρου ασφάλειας.

7.   Η άσκηση εξουσιών από τις αρχές ασφάλειας, καθώς και η ένταση της εκάστοτε παρέμβασης μέσω μέτρου ασφάλειας είναι ανάλογες προς τον κίνδυνο για την ασφάλεια.

Άρθρο 6

Οργάνωση

1.   Σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 5 του κανονισμού του Κοινοβουλίου, ο πρόεδρος είναι η αρμόδια αρχή για την ασφάλεια στο Κοινοβούλιο.

2.   Η ΓΔ SAFE, υπό την ευθύνη του γενικού γραμματέα, μεριμνά για την ασφάλεια και την προστασία στους χώρους του Κοινοβουλίου σύμφωνα με την παρούσα απόφαση. Ο γενικός γραμματέας μπορεί να εκδίδει οδηγίες προς τον Γενικό Διευθυντή Ασφάλειας και Προστασίας, για την τήρηση της ασφάλειας και προστασίας.

3.   Σε ειδικές περιπτώσεις, ο πρόεδρος μπορεί να αναθέτει στο προσωπικό την εκτέλεση οδηγιών του για την αποκατάσταση της ασφάλειας και της τάξης στους χώρους του Κοινοβουλίου.

4.   Σε περίπτωση που βουλευτής διαταράξει την ομαλή διεξαγωγή των εργασιών της Ολομέλειας, ο γενικός γραμματέας μπορεί να ζητήσει τη βοήθεια της ΓΔ SAFE εφόσον λαμβάνονται μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 165 παράγραφος 3 του κανονισμού του Κοινοβουλίου.

5.   Η ΓΔ SAFE υποστηρίζεται στο έργο της από τη συντονιστική επιτροπή για τη διαχείριση της ασφάλειας.

Άρθρο 7

Καθήκοντα της Γενικής Διεύθυνσης Ασφάλειας και Προστασίας

1.   Η ΓΔ SAFE:

εξασφαλίζει κατάλληλο επίπεδο ασφάλειας, προστασίας και τάξης, καθώς και την προστασία των προσώπων, των κτιρίων και των περιουσιακών στοιχείων μέσω της πρόληψης και αντιμετώπισης των περιστατικών ασφάλειας στους χώρους του Κοινοβουλίου,

εφαρμόζει μια συνεκτική, ολοκληρωμένη προσέγγιση, προβλέποντας κατάλληλα επίπεδα προστασίας των προσώπων, των κτιρίων και των περιουσιακών στοιχείων, ανάλογα προς τους κινδύνους που διαπιστώνονται,

προωθεί και ενισχύει την αντίληψη ασφάλειας του Κοινοβουλίου, μεριμνά για αποτελεσματική ασφάλεια, βελτιώνει τη διαχείριση ασφάλειας του Κοινοβουλίου, εντείνει περαιτέρω τη δικτύωση και τη συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές σε ενωσιακό, εθνικό και διεθνές επίπεδο, και βελτιώνει την παρακολούθηση και τον έλεγχο των μέτρων ασφάλειας,

οργανώνει την προσωπική προστασία του Προέδρου,

αναπτύσσει ολοκληρωμένη μεθοδολογία αξιολόγησης κινδύνου, διεξάγει αναλύσεις και αξιολογήσεις κινδύνου και συνιστά στον Γενικό Γραμματέα τα αναγκαία μέτρα για την πρόληψη ή τον μετριασμό των κινδύνων που συνδέονται με συγκεκριμένα περιστατικά ασφάλειας ή διαπιστωθείσες απειλές για την ασφάλεια, και επιβλέπει την εφαρμογή των μέτρων αυτών,

συμμετέχει στην ανάθεση και την αξιολόγηση εξοπλισμού ασφάλειας ή των αρχιτεκτονικών σχεδίων που σχετίζονται με την ασφάλεια. Για την τελική έγκριση και εξουσιοδότηση του εν λόγω εξοπλισμού και των σχεδίων αυτών απαιτείται προηγούμενη διαβούλευση με την ΓΔ SAFE.

2.   Όταν η ασφάλεια των Γραφείων Συνδέσμου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή η διαχείρισή τους υπάγεται στην αρμοδιότητα άλλων θεσμικών και λοιπών οργάνων και οργανισμών της Ένωσης, η ΓΔ SAFE εξακριβώνει κατά πόσον η παρεχόμενη ασφάλεια είναι τουλάχιστον ισοδύναμη με την ασφάλεια του Κοινοβουλίου.

3.   Η ΓΔ SAFE ενεργεί ως σύνδεσμος σε σχέση με τους ελέγχους ασφάλειας και τις διαπιστεύσεις ασφάλειας για τους βουλευτές, κατόπιν αιτήματός τους, και για το εμπλεκόμενο προσωπικό, εξασφαλίζοντας την απαιτούμενη επικοινωνία με τις αρμόδιες εθνικές αρχές, την ανταλλαγή πληροφοριών με τα άλλα θεσμικά όργανα της Ένωσης, και την εφαρμογή της εσωτερικής διαδικασίας για την εξέταση των αιτήσεων. Οι διαδικασίες αυτές πρέπει να είναι σύμφωνες με τις σχετικές διμερείς συμφωνίες που συνάπτονται μεταξύ του Κοινοβουλίου και των αρχών ασφάλειας των κρατών μελών, και με τις διοργανικές συμφωνίες που συνάπτονται μεταξύ του Κοινοβουλίου και των άλλων θεσμικών οργάνων της Ένωσης.

4.   Η ΓΔ SAFE εισηγείται στον Γενικό Γραμματέα την κατάλληλη διαβάθμιση ασφάλειας όταν αναμένεται ή πρέπει να αντιμετωπιστεί απειλή ή περιστατικό που υπονομεύει την ασφάλεια του Κοινοβουλίου, καθώς και τα απαιτούμενα μέτρα για τη διαχείριση της κατάστασης.

5.   Η ΓΔ SAFE προτείνει στον Γενικό Γραμματέα στρατηγική προστασίας.

Άρθρο 8

Εντεταλμένο προσωπικό

1.   Για τη λήψη ενός ή περισσοτέρων από τα κατωτέρω μέτρα μπορούν να εξουσιοδοτούνται, σύμφωνα με τα συγκεκριμένα καθήκοντά τους και για το διάστημα για το οποίο εκτελούν τα καθήκοντα αυτά, μόνο υπάλληλοι εντεταλμένοι σε προσωπική βάση από τον Γενικό Γραμματέα, ο οποίος αναθέτει την αρμοδιότητα αυτή στον Γενικό Διευθυντή Ασφάλειας και Προστασίας:

α)

κατοχή και χρήση υπηρεσιακού οπλισμού·

β)

διεξαγωγή ερευνών ασφάλειας·

γ)

διεξαγωγή επικουρικών ερευνών.

2.   Ως αντίδραση σε συγκεκριμένες καταστάσεις, και μέσα στα πλαίσια της παρούσας απόφασης και των κανόνων εφαρμογής της, ο Γενικός Διευθυντής Ασφάλειας και Προστασίας μπορεί να εκδίδει υπηρεσιακές οδηγίες προς όλους τους υπαλλήλους που ασκούν συγκεκριμένα καθήκοντα, προσδιορίζοντας τα επιτρεπόμενα μέτρα ασφάλειας.

Άρθρο 9

Η εκτέλεση των καθηκόντων του προσωπικού της ΓΔ SAFE

1.   Δεν είναι απαραίτητο οι υπάλληλοι της ΓΔ SAFE να ζητούν ειδικές εντολές από τους προϊσταμένους τους όσον αφορά την επιλογή των μέτρων ασφάλειας, όταν αυτό δεν είναι δυνατόν λόγω του επείγοντος χαρακτήρα της υπόθεσης, με την προϋπόθεση τα συγκεκριμένα μέτρα να καλύπτονται από την παρούσα απόφαση.

2.   Οι υπάλληλοι της ΓΔ SAFE δεν υφίστανται επιπτώσεις λόγω της άσκησης των καθηκόντων τους, εκτός αν έχουν ενεργήσει εκτός του πλαισίου της εντολής τους, των υπηρεσιακών οδηγιών ή του νόμου.

Άρθρο 10

Υποχρέωση συμμόρφωσης και συνεργασίας

1.   Η συμμόρφωση προς την παρούσα απόφαση και τις εκτελεστικές διατάξεις της, καθώς και προς τα μέτρα που λαμβάνονται από το εντεταλμένο προσωπικό σε εφαρμογή τους, είναι υποχρεωτική.

2.   Όταν τους ζητείται, όλα τα μέλη του προσωπικού, συμπεριλαμβανομένων των παρόχων υπηρεσιών και των υπαλλήλων τους, και οι ασκούμενοι, καθώς επίσης οι επισκέπτες και οι προσκεκλημένοι συνεργάζονται με την ΓΔ SAFE στην εκπλήρωση της αποστολής της.

3.   Η μη συμμόρφωση προς την παρούσα απόφαση, τις εκτελεστικές διατάξεις της και τα μέτρα που λαμβάνονται σε εφαρμογή τους μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την κίνηση πειθαρχικής διαδικασίας σύμφωνα με τις Συνθήκες, τα άρθρα 11 και 166 του κανονισμού του Κοινοβουλίου, και τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης, καθώς επίσης συμβατικές κυρώσεις ή νομικές διαδικασίες δυνάμει εθνικών νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων.

Άρθρο 11

Ανάθεση καθηκόντων σε συμβαλλόμενο μέρος

Επικουρικά καθήκοντα ασφάλειας και προστασίας που το Κοινοβούλιο δεν μπορεί να αναλάβει το ίδιο απευθείας για νομικούς, τεχνικούς ή επιχειρησιακούς λόγους μπορούν να ανατίθενται σε τρίτους σύμφωνα με τους εσωτερικούς κανόνες και διαδικασίες του Κοινοβουλίου. Στα καθήκοντα αυτά μπορεί να περιλαμβάνονται, αλλά όχι αποκλειστικά, έλεγχοι με ειδικά εκπαιδευμένους σκύλους, ηλεκτρονική σάρωση, υπηρεσίες πυροπροστασίας, χειρισμός επικίνδυνων υλικών και αντικειμένων, απομάκρυνση εγκαταλελειμμένων ή επικίνδυνων οχημάτων, και παροχή συνδρομής από εξωτερικό προσωπικό ασφάλειας για συγκεκριμένες εκδηλώσεις. Ωστόσο, τα καθήκοντα αυτά παραμένουν στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Κοινοβουλίου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

ΔΙΑΒΑΘΜΙΣΕΙΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

Άρθρο 12

Επίπεδα διαβαθμίσεων ασφάλειας

1.   Οι διαβαθμίσεις ασφάλειας επισημαίνονται με χρωματικό κώδικα: Το ΛΕΥΚΟ αντιστοιχεί στο χαμηλότερο επίπεδο κινδύνου· το ΚΙΤΡΙΝΟ, το ΠΟΡΤΟΚΑΛΙ και το ΚΟΚΚΙΝΟ αντιστοιχούν σε αυξημένα επίπεδα απειλής:

η «ΛΕΥΚΗ» διαβάθμιση ασφάλειας εφαρμόζεται όταν δεν έχει διαπιστωθεί ιδιαίτερη απειλή ή περιστατικό που να θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια στο Κοινοβούλιο,

η «ΚΙΤΡΙΝΗ» διαβάθμιση ασφάλειας εφαρμόζεται όταν διαπιστώνονται απειλές ή περιστατικά που μπορεί να θέσουν σε κίνδυνο την ασφάλεια ή να έχουν δυσμενείς συνέπειες στο Κοινοβούλιο ή τη λειτουργία του,

η «ΠΟΡΤΟΚΑΛΙ» διαβάθμιση ασφάλειας εφαρμόζεται όταν διαπιστώνονται απειλές ή λαμβάνουν χώρα περιστατικά που έχουν επιπτώσεις στην ασφάλεια στο Κοινοβούλιο, θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια, και έχουν ως στόχο το Κοινοβούλιο, τη λειτουργία ή δραστηριότητές του, ακόμη και αν δεν έχει εξακριβωθεί το συγκεκριμένο αντικείμενο, ο στόχος ή η ώρα της επίθεσης,

η «ΚΟΚΚΙΝΗ» διαβάθμιση ασφάλειας εφαρμόζεται όταν εκδηλώνονται απειλές για άμεση επίθεση που μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο την ασφάλεια και έχουν ως συγκεκριμένο στόχο το Κοινοβούλιο ή τη λειτουργία του.

2.   Πριν από την έκδοση εκτελεστικών μέτρων κατά την έννοια του άρθρου 32 σχετικά με τα επίπεδα διαβαθμίσεων ασφάλειας, ο γενικός γραμματέας ενημερώνει προφορικά το προεδρείο σχετικά με τα σχεδιαζόμενα μέτρα.

Άρθρο 13

Απόφαση σχετικά με το επίπεδο διαβάθμισης ασφάλειας

1.   Ο πρόεδρος, κατόπιν προτάσεως του γενικού γραμματέα, και λαμβάνοντας υπόψη τη σύσταση της ΓΔ SAFE:

α)

αποφασίζει, σε διαβούλευση με τα άλλα θεσμικά όργανα της Ένωσης που έχουν φυσική παρουσία στο ίδιο κράτος μέλος, τα άλλα αρμόδια όργανα της Ένωσης, και τα κράτη μέλη και τις τρίτες χώρες υποδοχής, τα επίπεδα διαβαθμίσεων ασφάλειας και τους τόπους εργασίας στους οποίους εφαρμόζονται·

β)

αποφασίζει ποια, ενδεχομένως, από τα προαιρετικά μέτρα ασφάλειας θα πρέπει να ληφθούν·

γ)

ενημερώνει τα μέλη του Προεδρείου σχετικά με κάθε απόφαση που λαμβάνεται σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

2.   Υπό την εποπτεία του γενικού γραμματέα, η ΓΔ SAFE:

α)

εφαρμόζει τις αποφάσεις σχετικά με το επίπεδο διαβάθμισης ασφάλειας στους χώρους του Κοινοβουλίου·

β)

σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης λαμβάνει τις αποφάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) και β). Ο Γενικός Διευθυντής Ασφάλειας και Προστασίας ενημερώνει, το συντομότερο δυνατό μετά τη λήψη των μέτρων αυτών, τον Πρόεδρο και τον Γενικό Γραμματέα σχετικά με τα μέτρα και τους λόγους για τους οποίους λήφθηκαν·

γ)

παρακολουθεί σε συνεχή βάση τις απειλές και τους κινδύνους για την ασφάλεια, με σκοπό την εξακρίβωση της καταλληλότητας του εφαρμοσθέντος επιπέδου διαβάθμισης ασφάλειας.

3.   Οι προϊστάμενοι των Γραφείων Συνδέσμου του Κοινοβουλίου είναι υπεύθυνοι για την εφαρμογή της απόφασης σχετικά με τη διαβάθμιση ασφάλειας στο εκάστοτε Γραφείο Συνδέσμου.

4.   Οι προϊστάμενοι των Γραφείων Συνδέσμου του Κοινοβουλίου μπορούν να λαμβάνουν πρόσθετα μέτρα ασφάλειας σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, σύμφωνα με την παρούσα απόφαση. Ο γενικός γραμματέας και ο Γενικός Διευθυντής Ασφάλειας και Προστασίας ενημερώνονται για τα μέτρα αυτά χωρίς καθυστέρηση.

Άρθρο 14

Επικοινωνία σχετικά με τα επίπεδα διαβάθμισης ασφάλειας

1.   Τα επίπεδα διαβάθμισης ασφάλειας επισημαίνονται στους δημόσιους χώρους με σύστημα χρωματικού κώδικα.

2.   Σε κάθε αλλαγή επιπέδου διαβάθμισης ασφάλειας, ο πρόεδρος ενημερώνει όλους τους βουλευτές και το προσωπικό του Κοινοβουλίου για τα μέτρα που έχουν αντίκτυπο στις δραστηριότητες του Κοινοβουλίου. Τα ληφθέντα μέτρα κοινοποιούνται επίσης στα λοιπά θεσμικά όργανα της Ένωσης και στις οικείες εθνικές αρχές.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ΠΡΟΛΗΨΗ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

Άρθρο 15

Ανάλυση κινδύνου

Για την πρόληψη των περιστατικών ασφάλειας, η ΓΔ SAFE:

αξιολογεί τον κίνδυνο για την ασφάλεια ο οποίος ενυπάρχει στην εκτέλεση συγκεκριμένων καθηκόντων του προσωπικού στη Γενική Γραμματεία του Κοινοβουλίου και τον κίνδυνο για την ασφάλεια των προσώπων εντός των χώρων του Κοινοβουλίου,

σε διαβούλευση με τις αρμόδιες Γενικές Διευθύνσεις, αξιολογεί τον κίνδυνο για την ασφάλεια των χώρων και των περιουσιακών στοιχείων του Κοινοβουλίου,

για την ασφάλεια των εκδηλώσεων εντός και πέριξ των χώρων του Κοινοβουλίου, προτείνει κατάλληλα μέτρα στον Γενικό Γραμματέα ή στην ενδιαφερόμενη υπηρεσία.

Άρθρο 16

Έλεγχος πρόσβασης

1.   Για την πρόληψη περιστατικών ασφάλειας, η ΓΔ SAFE μπορεί να διεξάγει ελέγχους ασφάλειας σε όλα τα πρόσωπα, συμπεριλαμβανομένων των βουλευτών, τα αγαθά και τα περιουσιακά στοιχεία, πριν από την είσοδό τους και κατά τη διάρκεια της παρουσίας τους στους χώρους του Κοινοβουλίου, και ειδικότερα:

να ελέγχει την ταυτότητα κάθε προσώπου που επιθυμεί να εισέλθει ή βρίσκεται ήδη στο Κοινοβούλιο,

να διενεργεί ελέγχους ιστορικού των εξωτερικών προσώπων πριν τους επιτρέψει την πρόσβαση στους χώρους του Κοινοβουλίου, προκειμένου να εξακριβώσει αν αποτελούν απειλή για την ασφάλεια.

Για τον σκοπό αυτό, η ΓΔ SAFE μπορεί να χρησιμοποιεί, διασφαλίζοντας παράλληλα τη συμμόρφωση προς την ισχύουσα νομοθεσία στον τομέα της προστασίας προσωπικών δεδομένων, κάθε πηγή πληροφοριών που έχει στη διάθεσή του το Κοινοβούλιο, λαμβάνοντας υπόψη την αξιοπιστία των πηγών αυτών, και να ανατρέχει στα σχετικά δεδομένα που διατηρεί το Κοινοβούλιο για τα εν λόγω πρόσωπα,

να ελέγχει με οπτικά και με τεχνικά μέσα, στις πύλες εισόδου του Κοινοβουλίου, πρόσωπα, οχήματα, εξοπλισμό και αγαθά. Οι έλεγχοι αυτοί μπορεί να περιλαμβάνουν προσωπικές αποσκευές και ταχυδρομικές αποστολές,

να εφαρμόζει σύστημα ελέγχου της πρόσβασης προσώπων και οχημάτων στους χώρους του Κοινοβουλίου,

να τηρεί μητρώο εισόδου και εξόδου προσώπων, οχημάτων, αγαθών και εξοπλισμού για τους χώρους του Κοινοβουλίου και τις περιοχές περιορισμένης πρόσβασης στους χώρους του Κοινοβουλίου,

να εμποδίζει την είσοδο μη εξουσιοδοτημένων προσώπων, οχημάτων και αγαθών στους χώρους του Κοινοβουλίου.

2.   Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης προς τα μέτρα που καθορίζονται στην παράγραφο 1, η πρόσβαση στους χώρους του Κοινοβουλίου μπορεί να απαγορευτεί.

Άρθρο 17

Προσωπική προστασία

Η ΓΔ SAFE λαμβάνει τα κατάλληλα επιχειρησιακά μέτρα για να εξασφαλίσει την προσωπική προστασία του Προέδρου, σε συντονισμό με το ιδιαίτερο γραφείο του Προέδρου και την Υπηρεσία Εθιμοτυπίας του Κοινοβουλίου και σε επαφή με τις αρχές του εκάστοτε κράτους μέλους ή της τρίτης χώρας υποδοχής. Κατόπιν αξιολόγησης κινδύνου από την ΓΔ SAFE, ο πρόεδρος μπορεί να δώσει εντολή για την παροχή προσωπικής προστασίας και σε άλλα πρόσωπα, συμπεριλαμβανομένων βουλευτών, στους χώρους του Κοινοβουλίου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

Άρθρο 18

Υποψία για περιστατικό ασφάλειας

1.   Σε περίπτωση που υπάρχει βάσιμη υποψία για περιστατικό ασφάλειας, η ΓΔ SAFE λαμβάνει όλα τα απαιτούμενα μέτρα εξακρίβωσης. Σε περίπτωση που υπάρχει βάσιμη υποψία για σοβαρό περιστατικό ασφάλειας, ο Γενικός Διευθυντής Ασφάλειας και Προστασίας ενημερώνει αμέσως τον Γενικό Γραμματέα, ο οποίος από την πλευρά του μπορεί, ιδίως, να δώσει εντολή στη ΓΔ SAFE για την επιθεώρηση κτιρίων και περιουσιακών στοιχείων του Κοινοβουλίου. Κατά την εκτέλεση αυτού του καθήκοντος, η ΓΔ SAFE μπορεί να συνεργάζεται με εθνικές αρχές.

2.   Η ΓΔ SAFE ενημερώνει αμέσως τον Γενικό Γραμματέα σχετικά με τα ληφθέντα μέτρα. Εάν εμπλέκονται βουλευτές, ο γενικός γραμματέας ενημερώνει σχετικά τον Πρόεδρο.

Άρθρο 19

Εκδήλωση περιστατικού ασφάλειας

1.   Σε περίπτωση περιστατικού ασφάλειας, η ΓΔ SAFE λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για να θέσει τέρμα στο περιστατικό με αποτελεσματικό τρόπο. Στο πλαίσιο αυτό, μπορεί, ιδίως, να λαμβάνει μέτρα:

κατά προσώπων που συνιστούν απειλή για την ασφάλεια, για παράδειγμα αρνούμενη στο εν λόγω πρόσωπο την πρόσβαση ή διατάσσοντάς το να αποχωρήσει από τους χώρους του Κοινοβουλίου και οδηγώντας το εκτός των χώρων του Κοινοβουλίου,

σε σχέση με αντικείμενα που συνιστούν απειλή για την ασφάλεια, συμπεριλαμβανομένων της κατάσχεσης, της αφαίρεσης, της απόρριψης και της διαβίβασης των αντικειμένων αυτών στις εθνικές αρχές,

που απαιτούνται για την άμεση προστασία των παρευρισκομένων στους χώρους του Κοινοβουλίου, ιδίως δίνοντας υποχρεωτικές οδηγίες στους εργαζόμενους στα κτίρια. Αφού ληφθούν τα εν λόγω μέτρα, οι εντεταλμένοι υπάλληλοι ενημερώνουν αμέσως τους ανωτέρους τους και αναμένουν περαιτέρω οδηγίες,

για την επιθεώρηση των χώρων του Κοινοβουλίου, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης σε γραφεία βουλευτών, αν η εν λόγω επιθεώρηση είναι αναγκαία για την αποτροπή, την καθυστέρηση ή τον τερματισμό περιστατικού ασφαλείας.

2.   Η ΓΔ SAFE λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για τη διατήρηση αποδεικτικών στοιχείων σχετικά με περιστατικά ασφάλειας στο Κοινοβούλιο, εν ανάγκη σε συνεργασία με εθνικές αρχές.

3.   Η ΓΔ SAFE ενημερώνει αμέσως τον Γενικό Γραμματέα σχετικά με τα ληφθέντα μέτρα. Εάν εμπλέκονται βουλευτές, ο γενικός γραμματέας ενημερώνει σχετικά τον Πρόεδρο.

Άρθρο 20

Εκθέσεις σχετικά με περιστατικά ασφάλειας

Σε περίπτωση σοβαρού περιστατικού ασφάλειας ή έκτακτης ανάγκης, η ΓΔ SAFE συντάσσει έκθεση στην οποία συνοψίζει το περιστατικό. Η έκθεση διαβιβάζεται στον Γενικό Γραμματέα. Αν εμπλέκονται βουλευτές του Κοινοβουλίου, ο γενικός γραμματέας διαβιβάζει την έκθεση στον Πρόεδρο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΑ ΟΠΛΑ

Άρθρο 21

Γενικές αρχές

Η ανάπτυξη, η εναποθήκευση, η χρήση υπηρεσιακών όπλων και η οπλοφορία πρέπει να είναι σύμφωνες με την παρούσα απόφαση, τα εκτελεστικά μέτρα της, και τις συναφείς διατάξεις:

του εθνικού δικαίου των κρατών μελών ή των τρίτων χωρών υποδοχής στην επικράτεια των οποίων το Κοινοβούλιο έχει έναν τόπο εργασίας ή άλλους χώρους,

κάθε άλλης εθνικής νομοθεσίας που έχει εφαρμογή σε μια συγκεκριμένη περίπτωση, για παράδειγμα στις περιπτώσεις που προσωπικό ασφαλείας συνοδεύει τον Πρόεδρο εκτός των κρατών μελών ή των τρίτων χωρών υποδοχής,

του δημόσιου διεθνούς δικαίου.

Άρθρο 22

Άδεια οπλοφορίας για υπηρεσιακό οπλισμό

Μόνο το εντεταλμένο προσωπικό, καθώς και όσοι εξουσιοδοτούνται κατ’ εξαίρεση δυνάμει του άρθρου 24 μπορούν, κατά την εκτέλεση του καθήκοντος τους, να φέρουν και να χρησιμοποιούν υπηρεσιακό οπλισμό. Με εξαίρεση τις περιπτώσεις που καλύπτονται από το άρθρο 24, ο οπλισμός πρέπει να συνίσταται σε υπηρεσιακά όπλα χορηγούμενα από το Κοινοβούλιο σε ατομική βάση, και δεν επιτρέπεται να ανταλλάσσεται μεταξύ συναδέλφων παρά μόνο σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης.

Άρθρο 23

Ανάπτυξη και χρήση υπηρεσιακού οπλισμού

Το προσωπικό στο οποίο έχει δοθεί εντολή να φέρει και να χρησιμοποιεί υπηρεσιακό οπλισμό επιτρέπεται να κάνει χρήση αυτών των όπλων μόνο σε περιπτώσεις νόμιμης άμυνας ή για την προστασία άλλων από άμεση απειλή, πραγματική ή ευλόγως εκλαμβανόμενη ως πραγματική, θάνατο ή σοβαρό τραυματισμό ή για την αποτροπή της διάπραξης σοβαρού εγκλήματος το οποίο ενέχει σοβαρή θανάσιμη απειλή. Η αντίδρασή τους είναι ανάλογη προς την ανάγκη υπεράσπισης τόσο των ιδίων όσο και άλλων προσώπων. Το εντεταλμένο προσωπικό δηλώνει την ιδιότητά του αυτή και απευθύνει σαφή προειδοποίηση για την πρόθεσή του να κάνει χρήση υπηρεσιακού όπλου, εκτός αν τούτο θα έθετε το ίδιο σε κίνδυνο, θα προκαλούσε κίνδυνο θανάτου ή σοβαρού τραυματισμού σε άλλα πρόσωπα, ή θα ήταν προδήλως άστοχο ή άσκοπο υπό τις συνθήκες του περιστατικού.

Άρθρο 24

Παρουσία ένοπλων εξωτερικών υπαλλήλων ασφάλειας στους χώρους του Κοινοβουλίου

1.   Οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων και οι εκπρόσωποι των θεσμικών οργάνων της Ένωσης και των καθορισμένων διεθνών οργανισμών (2) επιτρέπεται να συνοδεύονται από δύο εξωτερικούς ένοπλους υπαλλήλους ασφάλειας. Ο πρόεδρος, ενεργώντας κατόπιν πρότασης του γενικού γραμματέα και λαμβάνοντας υπόψη τη σύσταση της ΓΔ SAFE, μπορεί να επιτρέπει την παρουσία πρόσθετου ένοπλου εξωτερικού προσωπικού ασφάλειας για τις εν λόγω αντιπροσωπείες και μπορεί επίσης να επιτρέπει σε άλλους επισκέπτες να συνοδεύονται από ένοπλο εξωτερικό προσωπικό ασφάλειας.

2.   Όλα τα αιτήματα για την ανάπτυξη εξωτερικού ένοπλου προσωπικού ασφαλείας κοινοποιούνται εγγράφως και εγκαίρως στον Γενικό Διευθυντή της ΓΔ SAFE. Πριν από οποιαδήποτε εγκεκριμένη ανάπτυξη, η ΓΔ SAFE κοινοποιεί στο εξωτερικό ένοπλο προσωπικό ασφαλείας τις ιδιαίτερες συνθήκες ανάπτυξης και τους κανόνες εμπλοκής.

3.   Ο γενικός γραμματέας ενημερώνεται για κάθε ανάπτυξη εξωτερικού ένοπλου προσωπικού ασφάλειας στους χώρους του Κοινοβουλίου.

Άρθρο 25

Συνέπειες της πρόταξης ή της χρήσης υπηρεσιακού όπλουΑναφορά και βοήθεια

1.   Κάθε μέλος του προσωπικού που προτάσσει ή χρησιμοποιεί υπηρεσιακό όπλο ενημερώνει χωρίς καθυστέρηση τον Γενικό Διευθυντή Ασφάλειας και Προστασίας και συντάσσει έγγραφη αναφορά για το περιστατικό. Ο Γενικός Διευθυντής Ασφάλειας και Προστασίας ενημερώνει αμέσως τον Γενικό Γραμματέα για το περιστατικό, ο δε τελευταίος πληροφορεί σχετικά τον Πρόεδρο. Ο γενικός γραμματέας κινεί άμεση εσωτερική έρευνα για το περιστατικό και ενημερώνει τον Πρόεδρο για το αποτέλεσμα της έρευνας αυτής.

2.   Ο γενικός γραμματέας μεριμνά ώστε κάθε μέλος του προσωπικού που προτάσσει ή χρησιμοποιεί υπηρεσιακό όπλο κατά την άσκηση των καθηκόντων του να μπορεί να έχει την αναγκαία ιατρική ή ψυχολογική υποστήριξη.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

ΕΠΙΒΟΛΗ

Άρθρο 26

Επιβολή της συμμόρφωσης προς τα μέτρα ασφάλειας

1.   Αν είναι αναγκαίο για την αποκατάσταση της τάξης στους χώρους του Κοινοβουλίου ή για την αντιμετώπιση περιστατικού ασφάλειας, μπορεί να γίνει χρήση βίας από το εντεταλμένο για τούτο προσωπικό της ΓΔ SAFE, στον βαθμό που απαιτείται για τη συγκεκριμένη περίπτωση και μέσα στα πλαίσια της παρούσας απόφασης και ειδικότερα των διατάξεων που διέπουν τη χρήση υπηρεσιακού οπλισμού, προκειμένου να επιβληθεί η συμμόρφωση προς τα ληφθέντα μέτρα ασφαλείας.

2.   Κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, τα μέλη του προσωπικού της ΓΔ SAFE χρησιμοποιούν, στον μέγιστο δυνατό βαθμό, άλλα διαθέσιμα μέσα πριν καταφύγουν στη χρήση βίας ή υπηρεσιακού οπλισμού, σύμφωνα με την παρούσα απόφαση και το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο.

3.   Η εκτέλεση διαταγής ανωτέρου για άσκηση βίας και χρήση υπηρεσιακών όπλων που έχει ως αποτέλεσμα θάνατο ή σοβαρή σωματική βλάβη προσώπου δεν μπορεί να προβληθεί ως επιχείρημα υπεράσπισης σε περίπτωση πειθαρχικών ή δικαστικών διαδικασιών, αν η συγκεκριμένη διαταγή είναι προδήλως παράνομη ή συνιστά πρόδηλη παράβαση των κανόνων ασφάλειας και το συγκεκριμένο μέλος του προσωπικού είχε τη δυνατότητα να αρνηθεί την εκτέλεσή της. Οι ανώτεροι που δίνουν τέτοιες παράνομες διαταγές υπόκεινται σε πειθαρχική διαδικασία.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7

ΕΡΕΥΝΕΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΙ ΕΛΕΓΧΟΙ

Άρθρο 27

Έρευνες ασφάλειας

1.   Κατόπιν κοινοποίησης στον Γενικό Γραμματέα, η ΓΔ SAFE μπορεί να διεξάγει έρευνες ασφάλειας, στο πλαίσιο της διερεύνησης περιστατικών ασφάλειας, προκειμένου να αποφευχθούν παρόμοια περιστατικά στο μέλλον.

Αν οι έρευνες ασφάλειας αφορούν βουλευτές, απαιτείται προηγούμενη έγκριση από τον Πρόεδρο.

2.   Οι έρευνες ασφάλειας μπορούν να περιλαμβάνουν μόνον τα ακόλουθα μέτρα:

έλεγχοι των αρχείων καταγραφής του ελέγχου πρόσβασης και εξόδου, της κάλυψης κλειστού κυκλώματος τηλεόρασης, της καταγραφής επικοινωνιών και συναφών δεδομένων όπως αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001, και άλλων πηγών πληροφοριών,

προκαταρκτικές εξακριβώσεις,

καταθέσεις από κάθε πρόσωπο που είναι σε θέση να διευκρινίσει τα πραγματικά περιστατικά,

διασφάλιση των αποδεικτικών στοιχείων και του τόπου του περιστατικού,

εφαρμογή μέτρων παρακολούθησης.

3.   Το προσωπικό που έχει λάβει εντολή να διεξάγει έρευνες ασφάλειας ενεργεί με αντικειμενικότητα και αμεροληψία.

4.   Η ΓΔ SAFE υποβάλλει έκθεση στον Γενικό Γραμματέα σχετικά με τις έρευνες ασφαλείας που διεξάγονται στο πλαίσιο της διερεύνησης περιστατικών ασφάλειας.

Άρθρο 28

Επικουρικές έρευνες

1.   Κατόπιν κοινοποίησης στον Γενικό Γραμματέα, και με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων ή των εντολών που έχουν άλλες αρμόδιες υπηρεσίες, η ΓΔ SAFE μπορεί να διεξάγει επικουρικές έρευνες που ζητούνται από εσωτερικά όργανα σχετικά με ατομικές συμπεριφορές που ενδέχεται να συνεπάγονται διοικητικές, πειθαρχικές, αστικές ή ποινικές διαδικασίες. Για τις επικουρικές έρευνες που ζητούνται από εξωτερικούς φορείς απαιτείται προηγούμενη έγκριση από τον Γενικό Γραμματέα.

Αν οι επικουρικές έρευνες αφορούν βουλευτές, απαιτείται προηγούμενη έγκριση από τον Πρόεδρο.

2.   Επικουρικές έρευνες μπορούν να διεξάγονται μόνο κατόπιν αιτήματος του εσωτερικού ή εξωτερικού φορέα που είναι αρμόδιος για τη διοικητική, πειθαρχική, αστική ή ποινική διαδικασία, εκτός από τις περιπτώσεις όπου, λόγω του επείγοντος χαρακτήρα της υπόθεσης, δεν έχει παραληφθεί ακόμη επίσημα σχετικό αίτημα.

Στις περιπτώσεις αυτές, τα λαμβανόμενα μέτρα περιορίζονται στη διασφάλιση των αποδεικτικών στοιχείων, που τεκμηριώνονται στην έκθεση η οποία αναφέρεται στο άρθρο 29 παράγραφο 6.

3.   Ο φορέας που ζητεί την επικουρική έρευνα προσδιορίζει την εντολή καθορίζοντας το αντικείμενο της έρευνας και τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν.

4.   Με τη διεξαγωγή επικουρικής έρευνας, η ΓΔ SAFE μπορεί μόνο:

να συνδράμει ή προσφέρει υποστήριξη σε έρευνα που έχει κινήσει ο πρόεδρος σε σχέση με βουλευτή δυνάμει του άρθρου 166 του κανονισμού του Κοινοβουλίου,

να συνδράμει ή να προσφέρει υποστήριξη σε έρευνα που έχει κινήσει η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή για να εξακριβώσει αν υπάρχει παραβίαση από μέλος του προσωπικού ή πρώην μέλος του προσωπικού, των υποχρεώσεων που καθορίζονται στο άρθρο 86 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης,

να συνδράμει ή να προσφέρει υποστήριξη σε έρευνα που έχει κινήσει ο αρμόδιος κύριος διατάκτης σχετικά με τη συμπεριφορά παρόχων υπηρεσιών και υπαλλήλων τους που έχουν πρόσβαση σε κτίρια, περιουσιακά στοιχεία ή πληροφορίες που διαχειρίζεται το Κοινοβούλιο,

να συνδράμει ή να προσφέρει υποστήριξη σε έρευνα σχετικά με την απώλεια ή τη μη εγκεκριμένη αποκάλυψη διαβαθμισμένων πληροφοριών της Ένωσης, που έχει κινήσει ο πρόεδρος, σε περίπτωση που στην εν λόγω απώλεια ή τη μη εγκεκριμένη αποκάλυψη εμπλέκεται βουλευτής ή, σε περίπτωση που ενέχεται οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, ο γενικός γραμματέας σύμφωνα με το άρθρο 14 της απόφασης του Προεδρείου της 15ης Απριλίου 2013 όσον αφορά τους κανόνες για την επεξεργασία εμπιστευτικών πληροφοριών από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

να συνεργάζεται με τις αρχές επιβολής του νόμου των κρατών μελών στη διεξαγωγή των ερευνών τους, συμπεριλαμβανομένων μέτρων αντικατασκοπείας και αντιτρομοκρατικών μέτρων,

να συνεργάζεται με την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης σύμφωνα με τις πρακτικές ρυθμίσεις που έχουν συμφωνηθεί με την υπηρεσία αυτή,

να συνεργάζεται με τις αρχές των κρατών μελών και των τρίτων χωρών υποδοχής στη διεξαγωγή των ερευνών τους.

Άρθρο 29

Ερευνητικά μέτρα στο πλαίσιο επικουρικών ερευνών

1.   Τα ερευνητικά μέτρα που λαμβάνει η ΓΔ SAFE στο πλαίσιο επικουρικών ερευνών περιορίζονται ανάλογα με την εντολή που έχει λάβει και τις αντίστοιχες ερευνητικές εξουσίες του αρμόδιου εσωτερικού ή εξωτερικού φορέα. Ο αρμόδιος φορέας προσδιορίζει, στο μέτρο του δυνατού, τα καθήκοντα που πρέπει να εκτελεστούν.

2.   Σε αυτό το πλαίσιο και υπό αυτές τις συνθήκες, η ΓΔ SAFE μπορεί:

να διασφαλίζει τόπους συμβάντων και αποδεικτικά στοιχεία,

να ζητεί τη βοήθεια κάθε μόνιμου υπαλλήλου ή μέλους του λοιπού προσωπικού του Κοινοβουλίου ή εξωτερικού φορέα συμβεβλημένου με αυτό,

να παίρνει καταθέσεις από κάθε πρόσωπο που είναι σε θέση να διευκρινίσει τα πραγματικά περιστατικά,

να έχει πρόσβαση σε όλους τους χώρους των εγκαταστάσεων ή του τόπου εργασίας του Κοινοβουλίου που δεν υπόκεινται σε ειδικές ρυθμίσεις, και να διεξάγει επιτόπιους ελέγχους, μεταξύ άλλων σε προσωπικά αντικείμενα,

να έχει πρόσβαση σε έγγραφα και σε σχετικές πληροφορίες, στον βαθμό που αυτό είναι αναγκαίο για την έρευνα.

3.   Οι πληροφορίες που διαβιβάζονται ή λαμβάνονται στο πλαίσιο επικουρικής έρευνας, υπό οποιαδήποτε μορφή, καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο.

4.   Οι καταθέσεις επιτρέπεται να καταγράφονται οπτικά ή ηχητικά, με την προϋπόθεση ο καταθέτων να έχει ενημερωθεί σχετικά εκ των προτέρων και να έχουν ληφθεί όλα τα αναγκαία και κατάλληλα μέτρα για τη διασφάλιση της εμπιστευτικότητας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

5.   Τα πρόσωπα που υπόκεινται σε έρευνα, ή για τα οποία προκύπτουν υπόνοιες στην πορεία της έρευνας, ενημερώνονται αμέσως σχετικά με την έρευνα. Η παροχή των πληροφοριών αυτών μπορεί να αναβληθεί αν ενδέχεται να βλάψει την έρευνα ή σε περιπτώσεις στις οποίες επιβάλλεται η τήρηση απόλυτης μυστικότητας για τους σκοπούς της έρευνας και απαιτείται η εφαρμογή ερευνητικών διαδικασιών που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα εθνικής δικαστικής αρχής.

6.   Μετά την ολοκλήρωση της έρευνας, η ΓΔ SAFE υποβάλλει έκθεση στον Γενικό Γραμματέα. Στην έκθεση αυτή εκτίθενται τα πραγματικά περιστατικά και προτείνονται, αν είναι σκόπιμο, τα μέτρα ασφάλειας και προστασίας που πρέπει να ληφθούν. Τα ευρήματα σχετικά με ένα συγκεκριμένο πρόσωπο δεν οριστικοποιούνται πριν δοθεί στο πρόσωπο αυτό η δυνατότητα να υποβάλει τις παρατηρήσεις του σχετικά με τα στοιχεία που το αφορούν.

7.   Ο γενικός γραμματέας διαβιβάζει την έκθεση στον αιτούντα εσωτερικό ή εξωτερικό φορέα. Αν εμπλέκονται βουλευτές, ο γενικός γραμματέας διαβιβάζει αντίγραφο της έκθεσης στον Πρόεδρο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 30

Επικοινωνία με τα κράτη μέλη και τις τρίτες χώρες υποδοχής, με εθνικές αρχές, με άλλα θεσμικά όργανα της Ένωσης και με διεθνείς οργανισμούς

Η ΓΔ SAFE, με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων και των ευθυνών των άλλων υπηρεσιών του Κοινοβουλίου, μεριμνά για την εξωτερική επικοινωνία:

α)

με τις υπηρεσίες ασφάλειας και προστασίας των άλλων θεσμικών και λοιπών οργάνων και οργανισμών της Ένωσης, για ζητήματα που σχετίζονται με την ασφάλεια και την προστασία των προσώπων, των κτιρίων, και των περιουσιακών στοιχείων του Κοινοβουλίου·

β)

με τις υπηρεσίες ασφάλειας, προστασίας, πληροφοριών και αξιολόγησης απειλών, περιλαμβανομένων των εθνικών αρχών ασφάλειας και προστασίας, των κρατών μελών, τρίτων χωρών και διεθνών οργανισμών και φορέων σχετικά με όλα τα ζητήματα που επηρεάζουν την ασφάλεια και προστασία στο Κοινοβούλιο·

γ)

με την αστυνομία, την πυροσβεστική και άλλες υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης σχετικά με όλα τα τακτικά και έκτακτα ζητήματα που επηρεάζουν την ασφάλεια και την προστασία του Κοινοβουλίου· και

δ)

με τις υπηρεσίες ασφάλειας και προστασίας των άλλων θεσμικών και λοιπών οργάνων και οργανισμών της Ένωσης καθώς και των διεθνών οργανισμών, με σκοπό την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών και την προώθηση του συντονισμού, όπου είναι σκόπιμο, ακόμη και στον τομέα της κατάρτισης του προσωπικού.

Άρθρο 31

Μηχανισμός υποβολής καταγγελιών από βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Κάθε βουλευτής που κρίνει ότι η παρούσα απόφαση δεν εφαρμόστηκε σωστά στην περίπτωσή του, μπορεί να θέσει το θέμα υπόψη του Προέδρου. Ο πρόεδρος εξετάζει την υπόθεση και λαμβάνει κατάλληλα μέτρα, αν κριθεί αναγκαίο.

Άρθρο 32

Εκτελεστικές διατάξεις

Ο γενικός γραμματέας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί να θεσπίζει εκτελεστικές διατάξεις για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 33

Κατάργηση

Οι διατάξεις σχετικά με την ασφάλεια που θεσπίστηκαν με τις αποφάσεις του Προεδρείου της 1ης και της 3ης Οκτωβρίου 2001, της 16ης Δεκεμβρίου 2002 και της 25ης Φεβρουαρίου 2004 καταργούνται.

Άρθρο 34

Έναρξη ισχύος και δημοσίευση

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει στις 17 Μαρτίου 2018.


(1)  ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1.

(2)  Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, Συμβούλιο υπουργών της ΕΕ, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ), Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ΝΑΤΟ, ΔΝΤ, ΟΗΕ, Παγκόσμια Τράπεζα, ΠΟΕ.


In alto