EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62011CN0421

Υπόθεση C-421/11 P: Αναίρεση που άσκησαν στις 11 Αυγούστου 2011 η Total SA και η Elf Aquitaine SA κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα) στις 7 Ιουνίου 2011 στην υπόθεση T-206/06, Total και Elf Aquitaine κατά Επιτροπής

ΕΕ C 340 της 19.11.2011, p. 6–7 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

19.11.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 340/6


Αναίρεση που άσκησαν στις 11 Αυγούστου 2011 η Total SA και η Elf Aquitaine SA κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα) στις 7 Ιουνίου 2011 στην υπόθεση T-206/06, Total και Elf Aquitaine κατά Επιτροπής

(Υπόθεση C-421/11 P)

2011/C 340/11

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσες: Total SA και Elf Aquitaine SA (εκπρόσωποι: E. Morgan de Rivery και A. Noël-Baron, δικηγόροι)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα των αναιρεσειουσών

Οι αναιρεσείουσες ζητούν από το Δικαστήριο:

κυρίως:

να ακυρώσει, βάσει των άρθρων 256 ΣΛΕΕ και 56 του Πρωτοκόλλου 3 περί του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 7ης Ιουνίου 2011, στην υπόθεση T-206/06, Total και Elf Aquitaine κατά Επιτροπής·

να δεχθεί τα αιτήματα που είχαν προβάλει πρωτοδίκως ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου·

συνεκδοχικώς, να ακυρώσει τα άρθρα 1, στοιχεία γ' και δ', 2, στοιχείο β', 3 και 4, της αποφάσεως της Επιτροπής C(2006) 2098 τελικό, της 31ης Μαΐου 2006·

επικουρικώς: να αναπροσδιορίσει, βάσει του άρθρου 261 ΣΛΕΕ, τα πρόστιμα που επιβλήθηκαν εις ολόκληρον και αλληλεγγύως στις εταιρίες Elf Aquitaine και Total με το άρθρο 2, στοιχείο β', της αποφάσεως της Επιτροπής C(2006) 2098 τελικό, της 31ης Μαΐου 2006, στο πλαίσιο της πλήρους δικαιοδοσίας του, λόγω αντικειμενικών πλημμελειών στην αιτιολογία της αποφάσεως (ειδικότερα όσον αφορά την εκ μέρους του Γενικού Δικαστηρίου αντιμετώπιση του αποτρεπτικού παράγοντα) του Γενικού Δικαστηρίου της 7ης Ιουνίου 2011, T-206/06, Total και Elf Aquitaine κατά Επιτροπής, και να μειώσει τα πρόστιμα αυτά εις ολόκληρον και αλληλεγγύως σε 75 562 500 ευρώ για την Elf Aquitaine, και 58 500 000 ευρώ για την Total·

έτι επικουρικότερον: να αναπροσδιορίσει, βάσει του άρθρου 261 ΣΛΕΕ, τα πρόστιμα που επιβλήθηκαν εις ολόκληρον και αλληλεγγύως στην Elf Aquitaine και στην Total με το άρθρο 2, στοιχείο β' της αποφάσεως της Επιτροπής C(2006) 2098 τελικό, της 31ης Μαΐου 2006, στο πλαίσιο της πλήρους δικαιοδοσίας του, λόγω αντικειμενικών πλημμελειών στην αιτιολογία της αποφάσεως, κατά το ποσοστό που το Δικαστήριο θα κρίνει κατάλληλο·

εντελώς επικουρικώς: να απαλλάξει την Elf Aquitaine και την Total από την πληρωμή των τόκων υπερημερίας που άρχισαν να τρέχουν από της αποφάσεως της Επιτροπής C(2006) 2098 τελικό, της 31ης Μαΐου 2006, και μέχρι την ημερομηνία εκδόσεως της αποφάσεως Arkema στην υπόθεση T-217/06·

εν πάση περιπτώσει, να καταδικάσει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο σύνολο των δικαστικών εξόδων, περιλαμβανομένων των εξόδων στα οποία υποβλήθηκαν η Elf Aquitaine και η Total κατά την ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου διαδικασία.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της παρούσας αναιρέσεως, οι αναιρεσείουσες προβάλλουν κυρίως έξι λόγους αναιρέσεως και έναν επικουρικώς.

Με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως, η Total SA και η Elf Aquitaine SA επικαλούνται παράβαση του άρθρου 5 ΣΕΕ εκ μέρους του Γενικού Δικαστηρίου, στο μέτρο που αυτό επιβεβαίωσε την εφαρμογή της αρχής της αυτόματης ευθύνης των μητρικών εταιριών, όπως εφαρμόστηκε εν προκειμένω από την Επιτροπή και δικαιολογήθηκε με την έννοια της επιχειρήσεως κατά το άρθρο 101 ΣΛΕΕ. Κατά την άποψή της, η πρακτική αυτή είναι ασυμβίβαστη με τις αρχές της κατανομής αρμοδιοτήτων και της επικουρικότητας (πρώτο σκέλος) καθώς και της αναλογικότητας (δεύτερο σκέλος).

Με τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως, οι αναιρεσείουσες επικαλούνται προδήλως εσφαλμένη ερμηνεία του εθνικού δικαίου και της έννοιας της επιχειρήσεως, στο μέτρο που το Γενικό Δικαστήριο εκτίμησε εσφαλμένα, μεταξύ άλλων, τη νομική αξία της αρχής της αυτονομίας του νομικού προσώπου.

Με τον τρίτο λόγο αναιρέσεως, οι αναιρεσείουσες υποστηρίζουν, κατ’ ουσίαν, ότι το Γενικό Δικαστήριο αρνήθηκε ηθελημένα να αντλήσει συνέπειες από τον ποινικό χαρακτήρα των κυρώσεων στο δίκαιο του ανταγωνισμού και των νέων υποχρεώσεων που απορρέουν από τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ. Συγκεκριμένα, το Γενικό Δικαστήριο εφάρμοσε καταχρηστικά και εσφαλμένα την έννοια της επιχειρήσεως κατά το δίκαιο της Ένωσης, παρακάμπτοντας το τεκμήριο αυτονομίας που διέπει το εθνικό δίκαιο των εταιριών καθώς και τον ποινικό χαρακτήρα των κυρώσεων στο δίκαιο του ανταγωνισμού. Επιπλέον, οι αναιρεσείουσες υποστηρίζουν ότι το Γενικό Δικαστήριο θα έπρεπε να είχε εξετάσει αυτεπαγγέλτως τον μη σύννομο χαρακτήρα της ισχύουσας διοικητικής διαδικασίας ενώπιον της Επιτροπής.

Με τον τέταρτο λόγο αναιρέσεως, οι αναιρεσείουσες επικαλούνται προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας λόγω εσφαλμένης ερμηνείας των αρχών της επιείκειας και της ισότητας των όπλων. Συγκεκριμένα, υποστηρίζουν ότι το Γενικό Δικαστήριο δέχθηκε την προσφυγή της Επιτροπής σε probatio diabolica και υπέπεσε σε πλάνη κρίνοντας ότι η ανεξαρτησία μιας θυγατρικής εταιρίας πρέπει να εκτιμάται εν γένει, σε σχέση με την κεφαλαιουχική σχέση της με τη μητρική εταιρία, ενώ θα έπρεπε να εκτιμάται σε σχέση με τη συμπεριφορά της οικείας εταιρίας σε συγκεκριμένη αγορά.

Με τον πέμπτο λόγο αναιρέσεως, οι αναιρεσείουσες επικαλούνται παράβαση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως καθόσον το Γενικό Δικαστήριο αναγνώρισε ταχέως την απόρριψη της επιχειρηματολογίας τους από την Επιτροπή, χωρίς οποιαδήποτε εξέταση των επιχειρημάτων που προέβαλε η Επιτροπή (πρώτο σκέλος). Επιπλέον, οι αναιρεσείουσες επικαλούνται νομικά σφάλματα όσον αφορά την υποχρέωση αιτιολογίας που βαρύνει την Επιτροπή (δεύτερο σκέλος) και προσάπτουν στο Γενικό Δικαστήριο ότι υποκατέστησε με τη δική του αιτιολογία εκείνην της Επιτροπής (τρίτο σκέλος).

Με τον έκτο λόγο αναιρέσεως, οι αναιρεσείουσες καταγγέλλουν παραβίαση της αρχής της χρηστής διοικήσεως, στο μέτρο που το ποσό του προστίμου που επιβλήθηκε στις αναιρεσείουσες –μητρικές εταιρίες– είναι ανώτερο από το ποσό του προστίμου που επιβλήθηκε στην Arkema, θυγατρική εταιρία υπεύθυνη για την παράβαση.

Με τον έβδομο λόγο αναιρέσεως, οι αναιρεσείουσες προσάπτουν στο Γενικό Δικαστήριο ότι υπέπεσε σε πλείονα νομικά σφάλματα κατά την εφαρμογή πολλαπλασιαστικού συντελεστή τρία με σκοπό το αποτρεπτικό αποτέλεσμα του προστίμου. Το Γενικό Δικαστήριο παρέβη έτσι τις κατευθυντήριες γραμμές του 1998 σχετικά με τον υπολογισμό των προστίμων (πρώτο σκέλος) καθώς και τον αδιαίρετο χαρακτήρα του βασικού ποσού του προστίμου (δεύτερο σκέλος).

Με τον όγδοο λόγο αναιρέσεως, οι αναιρεσείουσες ζητούν τη μείωση του ποσού των προστίμων που τους επιβλήθηκαν.

Με τον ένατο και δέκατο λόγο αναιρέσεως, οι αναιρεσείουσες ζητούν την άρση της υποχρεώσεως καταβολής των τόκων υπερημερίας, οι οποίοι απαιτούνται από την Επιτροπή σε εκτέλεση της προσβαλλομένης αποφάσεως καθώς και της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως.


Top