EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52011IE1009

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Προς μια συμφωνία σύνδεσης ΕΕ-Mercosur: η συμβολή της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών»

ΕΕ C 248 της 25.8.2011, p. 55–59 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

25.8.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 248/55


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Προς μια συμφωνία σύνδεσης ΕΕ-Mercosur: η συμβολή της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών»

2011/C 248/09

Εισηγητής: ο κ. José María ZUFIAUR

Στις 16 Σεπτεμβρίου 2010, και σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 2 του Εσωτερικού της Κανονισμού, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να καταρτίσει γνωμοδότηση πρωτοβουλίας με θέμα:

Προς μια συμφωνία σύνδεσης ΕΕ-Mercosur: η συμβολή της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών.

Το ειδικευμένο τμήμα «Εξωτερικές Σχέσεις», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 25 Μαΐου 2011.

Κατά την 472η σύνοδο ολομέλειάς της, της 15ης και 16ης Ιουνίου 2011 (συνεδρίαση της 15ης Ιουνίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 89 ψήφους υπέρ, 3 ψήφους κατά και 1 αποχή την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Περίληψη και συστάσεις

1.1   Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι η ολοκλήρωση της συμφωνίας σύνδεσης της ΕΕ με τη Mercosur –αν τελικά παρακαμφθούν σκόπελοι όπως τα ζητήματα που άπτονται της γεωργίας, της διανοητικής ιδιοκτησίας και της αειφόρου ανάπτυξης– θα προσφέρει τεράστιες δυνατότητες και οφέλη κάθε είδους για αμφότερες τις πλευρές. Τούτο δε μέσα σε ένα περίγραμμα που χαρακτηρίζεται από ριζικές αλλαγές στην πρωτοκαθεδρία των παγκόσμιων παραγόντων, στις παγκόσμιες γεωστρατηγικές, περιβαλλοντικές, κοινωνικές, ενεργειακές και διακυβερνητικές προκλήσεις και με δεδομένη την άμεση ανάγκη πραγματοποίησης ριζικών τομών στο ιδιαίτερα ανταγωνιστικό μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης· το τελευταίο, άλλωστε, αποτελεί το μέσο αντιμετώπισης μιας συστημικής κρίσης που παρόμοιά της είχαμε να δούμε από το κραχ της δεκαετίας του '30.

1.2   Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η επίτευξη της συμφωνίας είναι εφικτή μόνο αν είναι ισόρροπη, επωφελής και για τους δύο συμβαλλόμενους και δεν αποβαίνει εις βάρος κανενός τομέα (όπως ο γεωργικός ή ο βιομηχανικός), περιοχής ή κράτους. Η συμφωνία σύνδεσης δεν μπορεί επ’ ουδενί να βασίζεται σε μια προβληματικούς συσχετισμούς. Υπό αυτή την έννοια, καλούνται οι διαπραγματευόμενοι αφενός μεν να επιδείξουν τη δέουσα πολιτική βούληση για την υλοποίηση αυτής της συμφωνίας σύνδεσης, αφετέρου δε να καταβάλουν κάθε προσπάθεια προκειμένου να ξεπεραστούν οι δυσκολίες που επηρεάζουν τον βασικό πυλώνα της συμφωνίας εταιρικής σχέσης, δηλαδή τα εμπορικά ζητήματα. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ ζητά να χρησιμοποιηθεί κάθε δυνατό μέσο και μηχανισμός για την ευόδωση αυτού του στόχου, ήτοι: αναγνώριση των υφιστάμενων ασυμμετριών, συνοδευτικά και αντισταθμιστικά μέτρα, εισαγωγή εξαιρέσεων, υλοποίηση αναπτυξιακών προγραμμάτων για την υποστήριξη των πλέον εκτεθειμένων τομέων, ενίσχυση των επενδύσεων, πολιτικές καινοτομίας, ρήτρες αποζημιώσεων καθώς και σταδιακές ή μεταβατικές ρήτρες. Επίσης, θα πρέπει στα συνοδευτικά μέτρα να ενεργοποιηθούν όλες οι ενωσιακές πολιτικές.

1.3   Σε κάθε περίπτωση, η ΕΟΚΕ παροτρύνει τις δύο πλευρές –και δη την ΕΕ– να συνεκτιμήσουν το σημαντικό πολιτικό και οικονομικό κόστος ευκαιρίας που θα συνιστούσε η μη σύναψη συμφωνίας.

1.4   Κατά την ΕΟΚΕ, η συμφωνία σύνδεσης πρέπει να είναι φιλόδοξη και να καλύπτει όλες τις πτυχές των σχέσεων ΕΕ-Mercosur. Συνεπώς, θα πρέπει να αρθούν τα ουσιαστικά εμπόδια που καλούνται να υπερπηδήσουν οι επιχειρήσεις, χάρη στην εναρμόνιση της νομοθεσίας και των συνεπειών της στους φραγμούς μη εμπορικού χαρακτήρα. Πιο συγκεκριμένα, η συμφωνίας σύνδεσης πρέπει να προσλάβει κοινωνική, εργασιακή και περιβαλλοντική διάσταση που θα αποτυπώνεται στο σύνολο της συμφωνίας. Μέσω αυτών των διαστάσεων θα πρέπει διασφαλίζονται οικονομικές σχέσεις που συνάδουν με τους κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς στόχους της συμφωνίας και δεν πλήττουν τους κανόνες και τα εχέγγυα της αειφόρου ανάπτυξης. Επιπλέον, θα πρέπει η συμφωνία σύνδεσης να αντανακλά τη συμμόρφωση των δύο πλευρών με τις διεθνείς διατάξεις που διέπουν τα κοινωνικά και εργασιακά δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένων των διεθνών διακηρύξεων, όπως εκείνες της ΔΟΕ, οι οποίες ορίζουν ότι η παραβίαση των θεμελιωδών αρχών και δικαιωμάτων στην εργασία δεν είναι δυνατόν να προβάλλεται ούτε να χρησιμοποιείται ως θεμιτό συγκριτικό πλεονέκτημα στο διεθνές εμπόριο.

1.5   Η ΕΟΚΕ ζητά τη συμμετοχή τόσο της ίδιας όσο και του Συμβουλευτικού Οικονομικού και Κοινωνικού Φόρουμ της Mercosur (FCES) –ως οργάνων εκπροσώπησης της κοινωνίας των πολιτών των δύο περιοχών– στις διαπραγματεύσεις, στις εκτιμήσεις αντικτύπου της συμφωνίας σύνδεσης και στη συνεπακόλουθη υποβολή προτάσεων (κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, είναι κρίσιμη όχι μόνο η εκ των προτέρων ανάλυση των συνεπειών μιας πιθανής συμφωνίας, αλλά και ο καθορισμός μηχανισμών για τον εκ των υστέρων έλεγχο της τήρησης και της εξέλιξης των συμφωνηθέντων.), καθώς και στη συμπερίληψη ειδικού κεφαλαίου στη συμφωνία με θέμα την κοινωνική, εργασιακή και περιβαλλοντική διάσταση. Παράλληλα εκφράζεται το αίτημα της συμμετοχής τους στη συμφωνίας σύνδεσης, κατόπιν της σύναψης αυτής, μέσω της σύστασης Μικτής Συμβουλευτικής Επιτροπής, με εκπροσώπηση αμφότερων των οργάνων εκπροσώπησης των αντίστοιχων κοινωνιών των πολιτών (1).

2.   Εισαγωγή

2.1   Οι διαπραγματεύσεις μεταξύ της ΕΕ και της Mercosur για τη θέσπιση μιας συμφωνίας σύνδεσης διακόπηκαν το 2004 λόγω σημαντικών διαφορών στις απόψεις των πλευρών όσον αφορά στην πρόσβαση στην αγορά και στις προσδοκίες τους σε σχέση με τα αποτελέσματα του Γύρου της Ντόχα για την ανάπτυξη. Στις άτυπες επαφές που ξεκίνησαν το 2009 διαπιστώθηκαν αλλαγές στις θέσεις, οι οποίες οδήγησαν τα διαπραγματευόμενα μέρη στο συμπέρασμα ότι είχαν δημιουργηθεί νέες δυνατότητες συμφωνίας. Έτσι, στη σύνοδο κορυφής ΕΕ-ΛΑΚ που πραγματοποιήθηκε τον Μάιο του 2010 ελήφθη η απόφαση να συνεχιστούν οι διαπραγματεύσεις. Η συμφωνία σύνδεσης πρέπει να είναι φιλόδοξη και να περιλαμβάνει στην εμπορική διάσταση όχι μόνον το εμπόριο προϊόντων, αλλά και τις υπηρεσίες, τις επενδύσεις, τις δημόσιες συμβάσεις, τη διανοητική ιδιοκτησία (συμπεριλαμβανομένων των γεωγραφικών ονομασιών), τη διευκόλυνση των εμπορικών συναλλαγών, τα υγειονομικά και φυτοϋγειονομικά μέτρα, το εμπόριο και την αειφόρο ανάπτυξη, τον ανταγωνισμό ή τα μέσα εμπορικής άμυνας.

3.   Δυνατότητες και ευκαιρίες της συμφωνίας σύνδεσης μεταξύ ΕΕ και Mercosur

3.1   Με πληθυσμό άνω των 700 εκατομμυρίων και εμπορικές συναλλαγές των οποίων η αξία υπερβαίνει τα 84 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως, η σύναψη μιας συμφωνίας σύνδεσης μεταξύ ΕΕ και Mercosur θα επιτρέψει τη δημιουργία ενός μεγάλου χώρου οικονομικής ολοκλήρωσης, με ευεργετικές συνέπειες για αμφότερα τα μέρη και θετικούς εξωτερικούς παράγοντες, ιδίως για την υπόλοιπη Λατινική Αμερική.

3.2   Η ΕΕ είναι, στο σύνολό της, η πρώτη οικονομία παγκοσμίως, ο δε συνασπισμός της Mercosur συγκαταλέγεται στις έξι μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου. Επίσης, η Mercosur αντιπροσωπεύει ιδιαίτερα ζωτικό χώρο, έχοντας σημειώσει τα τελευταία χρόνια υψηλά ποσοστά ετήσιας οικονομικής ανάπτυξης, τα οποία αγγίζουν το 7 % στη Βραζιλία, το 9 % στην Αργεντινή, στην Ουρουγουάη και στην Παραγουάη. Επίσης, η Mercosur αρχίζει να αποκτά πιο πολυσύνθετη οικονομική βάση, με έμφαση στα γεωργικά προϊόντα διατροφής, αλλά και με διευρυνόμενη βιομηχανική βάση, χάρη σε σημαντικούς ενεργειακούς και τεχνολογικούς πόρους.

3.3   Η ΕΕ είναι ο σημαντικότερος εμπορικός εταίρος της Mercosur, μπροστά και από τις ΗΠΑ. Το 2010, η μεν αξία των εισαγωγών της ΕΕ από τη Mercosur ανήλθε σχεδόν στα 44 δισ. ευρύ, η δε αξία των εξαγωγών σχεδόν στα 40 δισ. ευρώ. Πρέπει να υπογραμμιστεί ότι η αξία των εξαγωγών της ΕΕ στη Mercosur είναι ίση με εκείνη των εξαγωγών στην Ινδία και υπερβαίνει εκείνη με προορισμό τον Καναδά ή τη Νότια Κορέα. Με τη σειρά τους, οι επενδύσεις της ΕΕ στη Mercosur υπερβαίνουν σε αξία το σύνολο των επενδύσεων της ΕΕ στην Κίνα, στην Ινδία και στη Ρωσία.

3.4   Οι οικονομίες των δύο πλευρών είναι σε μεγάλο βαθμό συμπληρωματικές, πράγμα το οποίο αντικατοπτρίζεται σαφώς στον χαρακτήρα των μεταξύ τους ανταλλαγών, καθώς η ΕΕ εξάγει κυρίως μεταποιημένα προϊόντα, είδη εξοπλισμού, εξοπλισμό μεταφορών και χημικά προϊόντα, ενώ εισάγει προϊόντα διατροφής και ενεργειακά προϊόντα. Εντούτοις, οι ανταλλαγές εξελίσσονται ταχέως· η ΕΕ, λόγου χάρη, αύξησε σημαντικά τις εξαγωγές της σε μεταποιημένα γεωργικά προϊόντα, ενώ το έτος 2007-2008 οι επενδύσεις των εταιρειών της Βραζιλίας στην Ευρώπη υπερέβησαν τις επενδύσεις των ευρωπαϊκών εταιρειών στη Βραζιλία. Επομένως, η επίτευξη μιας συμφωνίας σύνδεσης παρουσιάζει τεράστιες δυνατότητες δημιουργίας πλούτου.

3.5   Μια συμφωνία σύνδεσης με τη Mercosur θα επιτρέψει στην ΕΕ να συσφίξει τους οικονομικούς και γεωπολιτικούς της δεσμούς με έναν στρατηγικό εταίρο. Μέσω μιας διπεριφερειακής συμφωνίας, η ΕΕ θα μπορούσε να αποκτήσει προβάδισμα έναντι άλλων διεθνών ανταγωνιστών της όπως οι ΗΠΑ και η Κίνα. Επιπροσθέτως, η συμφωνίας σύνδεσης θα ενισχύσει τη στρατηγική εταιρική σχέση με τη Βραζιλία, η οποία δεν άπτεται εμπορικών ζητημάτων. Ας μην ξεχνάμε ότι η Βραζιλία αποτελεί χώρα με ειδικό γεωπολιτκό βάρος στη διεθνή σκηνή, καθότι συμμετέχει σε δύο βασικούς μηχανισμούς που συντονίζουν τα συμφέροντα των αναδυόμενων οικονομιών, τον ΒΡΙΚ (BRIC) και τον ΙΒΝΑ (2). Όλα αυτά θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μια μεγαλύτερη ολοκλήρωση πρωτίστως της Νότιας Αμερικής και δευτερευόντως της Λατινικής Αμερικής, σε μια ήπειρο που διαθέτει τεράστια ενεργειακά, διατροφικά και υδάτινα αποθέματα, τρεις πόροι ζωτικής σημασίας ενόψει του 21ου αιώνα. Συνολικά, η συμφωνίας σύνδεσης θα μπορούσε να μετριάσει την οικονομική και γεωπολιτική υποβάθμιση του Ατλαντικού έναντι του Ειρηνικού.

4.   Εμπόδια και αδυναμίες της συμφωνίας σύνδεσης

4.1   Τα αδιαμφισβήτητα πλεονεκτήματα τα οποία μπορεί να αποφέρει μια συμφωνία σύνδεσης μεταξύ της ΕΕ και της Mercosur δεν αίρουν, ωστόσο, τις δυσκολίες που συνεπάγεται μια συμφωνία τέτοιας φύσης· οι εν λόγω δυσκολίες μπορούν να συνοψιστούν στις ακόλουθες τέσσερις: α) πολυπλοκότητα του προγράμματος των διαπραγματεύσεων, δηλαδή του εμπορικού περιεχομένου της συμφωνίας· β) διαρθρωτικές αδυναμίες που χαρακτηρίζουν την ολοκλήρωση της Mercosur και καθορίζουν τις ελεύθερες εμπορικές συναλλαγές· γ) κοινωνική και περιβαλλοντική διάσταση της συμφωνίας σύνδεσης· δ) βαθμός πολιτικής βούλησης των μερών για την επίτευξη της συμφωνίας και, επομένως, διάθεση να αξιοποιηθούν όλες οι δυνατότητες χρήσης αντισταθμιστικών μηχανισμών, εντός και εκτός της συμφωνίας, για την επίτευξή της. Οι παράμετροι γ) και δ) αναλύονται αντιστοίχως στη σημεία 5 και 7 της παρούσας γνωμοδότησης.

4.1.1   Στα εμπορικά ζητήματα, οι δυσκολίες είναι γνωστές. Από την ευρωπαϊκή οπτική, επικεντρώνονται στον τομέα των γεωργικών προϊόντων διατροφής των χωρών της Mercosur, όπως επισημαίνεται σε πρόσφατη εκτίμηση αντικτύπου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (3). Συγκεκριμένα, η ΕΕ εκφράζει τον φόβο ότι ο αντίκτυπος σε τομείς όπως η ζάχαρη, το βόειο κρέας, το κοτόπουλο, το χοιρινό κρέας και τα οπωροκηπευτικά θα είναι ιδιαίτερα αρνητικός. Επίσης θεωρεί ότι υφίσταται υπερβολικός προστατευτισμός για τα βιομηχανικά προϊόντα (αυτοκίνητα, χημικά προϊόντα) καθώς και για ορισμένα μεταποιημένα γεωργικά προϊόντα (συμπεριλαμβανομένου του οίνου). Υπάρχει επίσης ο κίνδυνος μη τήρησης των κανόνων προστασίας των ονομασιών προέλευσης, τα επίπεδα απαιτήσεων των κανόνων ασφάλειας των τροφίμων και προστασίας του περιβάλλοντος κρίνονται σχετικά χαμηλά τις δε δημόσιες συμβάσεις δεν διέπει πλήρης διαφάνεια. Μετά τον τελευταίο κύκλο διαπραγματεύσεων, οι θέσεις των δύο πλευρών ευνοούν περισσότερο τη σύναψη συμφωνίας για θέματα όπως το εμπόριο, η αειφόρος ανάπτυξη οι κανόνες προέλευσης.

4.1.2   Από την σκοπιά της Mercosur, το ζήτημα της γεωργίας έχει επίσης τη μεγαλύτερη σημασία. Το 2004, η ευρωπαϊκή πρόταση προέβλεπε –μετά το πέρας των μεταβατικών περιόδων– την απελευθέρωση του 86,25 % των συνολικών εισαγωγών γεωργικών προϊόντων. Ίσως, σε αυτή την περίπτωση να πρόκειται για πιο προχωρημένο στάδιο διαπραγματεύσεων. Από την άλλη πλευρά, οι κίνδυνοι που επισημαίνουν οι γεωργικοί και κτηνοτροφικοί κλάδοι της ΕΕ θα μπορούσαν να προληφθούν, αν στις διαπραγματεύσεις για τη συμφωνίας σύνδεσης ληφθεί πρόνοια για τη λογική τήρηση των ίδιων προτύπων (ως προς το περιβάλλον, την επισιτιστική ασφάλεια, την καλή μεταχείριση των ζώων κ.τ.λ.) στην ευρωπαϊκή παραγωγή και στα προϊόντα με προέλευση τις χώρες της Mercosur. Ωστόσο, η συμφωνία αφενός δεν πρέπει να αυξήσει την επισιτιστική εξάρτηση στην ΕΕ και αφετέρου θα πρέπει να περιλαμβάνει τα κατάλληλα μέσα για την αποφυγή ενός προτύπου υπερεντατικής και μη βιώσιμης γεωργίας. Όσον αφορά στα βιομηχανικά προϊόντα, όπου οι φραγμοί είναι λιγότεροι, η επίτευξη συναίνεσης φαντάζει ευκολότερη, όπως και στην περίπτωση της συμφωνίας της ΕΕ με τη Νότια Κορέα με αντικείμενο την αυτοκινητοβιομηχανία. Τέλος, άλλα ζητήματα όπως αυτό της διανοητικής ιδιοκτησίας, τα οποία είναι ιδιαίτερα λεπτά θέματα για ορισμένες χώρες της Mercosur, όπως η Βραζιλία, μπορούν να ρυθμιστούν από σταδιακές ή μεταβατικές ρήτρες, έως την έγκρισή τους στο πλαίσιο του ΠΟΕ. Προς αυτή την κατεύθυνση, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι, πέραν των λοιπών πρωτοβουλιών, θα μπορούσε να καταρτιστεί ένα πρόγραμμα με αντικείμενο τη διανοητική ιδιοκτησία και σκοπό την προαγωγή της μεταφοράς τεχνογνωσίας και την καθιέρωση ενός κοινού συστήματος αναγνώρισης διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας στην ΕΕ και στη Mercosur, με την προοπτική επέκτασής του σε όλη τη Λατινική Αμερική.

4.1.3   Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι, παρά τις δυσκολίες, οι συνθήκες είναι προσφορότερες απ’ ό,τι στο παρελθόν για την επίτευξη μιας ισόρροπης και αμοιβαία επωφελούς συμφωνίας, η οποία δεν θα αποβαίνει εις βάρος κανενός τομέα, περιοχής ή κράτους (4).

4.2   Οι διαρθρωτικές αδυναμίες της Mercosur αποτελέσαν ανέκαθεν σημαντική δυσκολία για τη συμφωνία σύνδεσης. Μεταξύ αυτών, πρέπει να σημειωθεί η ανεπάρκεια κοινών δικτύων και δομών σε μια επικράτεια με έκταση τρεις φορές μεγαλύτερη από εκείνη της ΕΕ. Επιπρόσθετα προβλήματα είναι το χαμηλό επίπεδο ενδοπεριφερειακών συναλλαγών (15 % στη Mercosur έναντι 45 % στη Βορειοαμερικανική Συμφωνία Ελεύθερων Συναλλαγών/NAFTA και 66 % στην ΕΕ), η κυριαρχία των εξωπεριφερειακών συναλλαγών, η ατελής τελωνειακή ένωση, ο περιορισμένος συντονισμός των μακροοικονομικών πολιτικών, καθώς και η αδυναμία των περιφερειακών θεσμών.

4.2.1   Τα τελευταία χρόνια, και ιδίως από το 2003 –δεδομένης της διαγραφόμενης τότε προοπτικής επίτευξης συμφωνίας σύνδεσης ΕΕ-Μercosur–, δόθηκε νέα ώθηση στη διαδικασία περιφερειακής ολοκλήρωσης της Mercosur, με πρωτοβουλίες όπως η ενσωμάτωση κοινών πολιτικών σε τομείς όπως η ενέργεια, η εκμετάλλευση αποθεμάτων φυσικού αερίου και πετρελαίου, η δημιουργία υποδομών επικοινωνίας, ή χάρη σε ενέργειες όπως η υπογραφή κοινής συμφωνίας στον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας μεταξύ Αργεντινής και Βραζιλίας και η σύσταση του Ταμείου Διαρθρωτικής Σύγκλισης της Mercosur (FOCEM). Επίσης, εγκρίθηκε ένα στρατηγικό σχέδιο για την υπέρβαση των ασυμμετριών στην εσωτερική αγορά και θεσπίστηκαν μέτρα προνομιακής και διαφοροποιημένης μεταχείρισης υπέρ της Παραγουάης και της Ουρουγουάης.

4.2.2   Επίσης, το 2000, οι κυβερνήσεις της Mercosur δημιούργησαν την Ομάδα Μακροοικονομικής Παρακολούθησης, στην οποία ανατέθηκε η παρακολούθηση ενός συνόλου παραμέτρων μακροοικονομικής σύγκλισης και η επεξεργασία κοινών μεθόδων για τη χρησιμοποίησή τους.

4.2.3   Τα προαναφερθέντα συνέβαλαν στην επέκταση των ενδοπεριφερειακών συναλλαγών, στη βελτίωση της ποιότητας της παραγωγής τους, και στην εξασφάλιση νέων ροών άμεσων ξένων επενδύσεων.

4.2.4   Συνεπώς, τα τελευταία χρόνια, η Mercosur απέκτησε μια ολοένα και πιο ισχυρή πολιτική διάσταση· συγκρότησε διαιτητικά δικαστήρια και εφετεία, πέρασε από μια διοικητική σε μια τεχνική γραμματεία, υπέγραψε ένα πρωτόκολλο για τα ανθρώπινα δικαιώματα και σύστησε το Κοινοβούλιο της Mercosur και όρισε τον πρώτο ύπατο γενικό εκπρόσωπό της. Παρ’ όλα αυτά, η διαδικασία οικονομικής ολοκλήρωσης είναι ακόμη αδύναμη, οι εμπορικές διαφορές πολυάριθμες και οι θεσμικές λειτουργίες βρίσκονται ακόμη στα σπάργανα.

4.2.5   Ιδιαίτερης μνείας χρήζει το γεγονός ότι, εντέλει, τον Αύγουστο του 2010, η Mercosur ενέκρινε έναν νέο Κοινό Τελωνειακό Κώδικα (ο οποίος περιλαμβάνει σχεδόν 200 άρθρα), καταργώντας έτσι το διπλό κοινό εξωτερικό δασμό (ΚΕΔ), ο οποίος επιβαλλόταν στα προϊόντα που διακινούνται από τη μια χώρα στην άλλη. Αυτό καθιστά επιβεβλημένη τη θέσπιση μιας κοινής εμπορικής πολιτικής και την εναρμόνιση άλλων στοιχείων όπως τα ειδικά καθεστώτα εισαγωγών ή τα μέσα εμπορικής άμυνας. Απαιτεί επίσης τη διασύνδεση των συστηματικών πληροφορικής τελωνειακής διαχείρισης και τη δημιουργία ενός μηχανισμού είσπραξης και διανομής των εσόδων του ΚΕΔ. Αυτές οι πρόοδοι στον τομέα της τελωνειακής ένωσης αποτελούν παράγοντα μεγάλης σημασίας για τη διευκόλυνση των διαπραγματεύσεων μεταξύ της ΕΕ και της Mercosur.

4.2.6   Η σύναψη μιας συμφωνίας σύνδεσης μπορεί να επιταχύνει όλη αυτήν τη διαδικασία μεγαλύτερης οικονομικής ολοκλήρωσης της Mercosur, ρύθμισης της εσωτερικής αγοράς και ενίσχυσης του θεσμικού χαρακτήρα του συνασπισμού.

5.   Αντίκτυπος της συμφωνίας σύνδεσης και αντισταθμιστικά μέτρα

5.1   Υπ’ ευθύνη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής διεξήχθη μελέτη για την εκτίμηση του αντικτύπου της απελευθέρωσης του εμπορίου μεταξύ της ΕΕ και της Mercosur, εξετάζοντας τόσο το σύνολο της συμφωνίας σύνδεσης όσο και τρεις επιμέρους τομείς, ήτοι τον γεωργικό τομέα, τον δασικό τομέα και την αυτοκινητοβιομηχανία. Στην εν λόγω μελέτη αναλύονται οι θετικές και αρνητικές επιδράσεις της συμφωνίας σύνδεσης και προτείνονται μέτρα για την ενίσχυση των μεν και την πρόληψη ή τον περιορισμό των δε, στο γενικότερο πλαίσιο της συμφωνίας αλλά και στους υπό εξέταση τομείς.

5.2   Η ΕΟΚΕ συνιστά στις δύο πλευρές να λάβουν υπόψη τους τα συνοδευτικά μέτρα κατά την κατάρτιση τόσο του εμπορικού περιεχομένου της συμφωνίας όσο και των παραμέτρων που σχετίζονται με τα θέματα συνεργασίας και τα κοινά προγράμματα ΕΕ και Mercosur. Ομοίως, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η ίδια και το FCES μπορούν να ενσωματώσουν τα συγκεκριμένα μέτρα στα αιτήματά τους κατά τις διαπραγματεύσεις της συμφωνίας σύνδεσης.

5.3   Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι θα μπορούσε να διευκολύνει τη σύναψη συμφωνίας σύνδεσης, συμπεριλαμβάνοντας σταδιακές ρήτρες για την εμβάθυνση και διεύρυνση ορισμένων στοιχείων της διπεριφερειακής συμφωνίας σε μεταγενέστερες φάσεις.

5.4   Κατά τη διεξαγωγή των εκτιμήσεων αντικτύπου, σύμφωνα με την ΕΟΚΕ, θα ήταν σκόπιμο να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση αφενός στη συμμετοχή εμπειρογνωμόνων και οργανώσεων από κάθε χώρα-εταίρο της συμφωνίας και αφετέρου στον εντοπισμό πιθανών κοινωνικών και περιβαλλοντικών κινδύνων, οι οποίοι προς το παρόν εξετάζονται απλώς ως συμπλήρωμα της εκτίμησης οικονομικού αντικτύπου (5), (συμπεριλαμβανομένου του ζητήματος της συσσώρευσης και ανισοκατανομής του πλούτου που ενδεχομένως θα προκαλούσε η συμφωνίας σύνδεσης).

6.   Το ζήτημα της βιώσιμης ανάπτυξης στη συμφωνία σύνδεσης

6.1   Κατά την ΕΟΚΕ, η μελλοντική συμφωνία σύνδεσης μεταξύ της ΕΕ και της Mercosur πρέπει να περιλαμβάνει μια συνολική κοινωνική, εργασιακή και περιβαλλοντική διάσταση ως αναπόσπαστο μέρος μιας συμφωνίας που προορίζεται να υποστηρίξει την αειφόρο ανάπτυξη σε αμφότερους τους συνασπισμούς. Η εν λόγω διάσταση θα πρέπει να λειτουργεί συμπληρωματικά προς την αντίστοιχη οικονομική και εμπορική της συμφωνίας.

6.1.1   Με τον τρόπο αυτόν, ακολουθούμε τις επίσημες θέσεις που υιοθέτησαν τα διευθυντικά όργανα της ΕΕ και της Mercosur (6), οι οποίες υποστηρίζουν ότι η ελευθέρωση των εμπορικών συναλλαγών πρέπει να συνοδεύεται από δεσμεύσεις και ενέργειες στον κοινωνικό και στον περιβαλλοντικό τομέα.

6.1.2   Σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, η ΕΟΚΕ υποστηρίζει ότι η συμφωνία σύνδεσης πρέπει να δημιουργήσει τις κοινωνικές και περιβαλλοντικές προϋποθέσεις οι οποίες θα πρέπει να τηρούνται για μια εμπορική και οικονομική σχέση που θα ευνοεί την κοινωνική και οικονομική συνοχή και θα συνάδει με τη στρατηγική αειφόρου ανάπτυξης και θα ενισχύει την ανταγωνιστικότητα του τοπικού παραγωγικού ιστού (ΜΜΕ, κοινωνική οικονομία και μικροεπιχειρηματίες) ιδίως όσον αφορά τη δημιουργία θέσεων εργασίας.

6.1.3   Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η κοινωνική και η περιβαλλοντική διάσταση αφορούν στο σύνολο της συμφωνίας σύνδεσης. Από την άλλη πλευρά, ως προς το εμπορικό σκέλος της συμφωνίας, θεωρούμε ότι πρέπει να συμπεριληφθούν πτυχές σχετικές με την προστασία των ανθρώπινων, των εργασιακών, των κοινωνικών και των περιβαλλοντικών δικαιωμάτων και να προβλεφθεί ειδική ενότητα για τα ζητήματα που σχετίζονται με «το εμπόριο και την αειφόρο ανάπτυξη», συμπεριλαμβανομένων των ακολούθων:

αποκλεισμός από τις εμπορικές ροές των προϊόντων που αποκτήθηκαν παρανόμως (αλιεύματα, ξυλεία)·

συμπερίληψη πρωτοβουλιών δίκαιου εμπορίου ή εταιρικής κοινωνικής ευθύνης στα προγράμματα εμπορίου και επενδύσεων·

καθιέρωση υποχρεωτικής περιοδικής εποπτείας του αντικτύπου των εμπορικών σχέσεων στα κοινωνικά και περιβαλλοντικά ζητήματα·

απαγόρευση των εξαιρέσεων από τους νόμους περί κοινωνικής ή περιβαλλοντικής προστασίας για την αποφυγή αδικαιολόγητων πλεονεκτημάτων στο διεθνές εμπόριο·

πρόληψη της αποψίλωσης των δασών.

7.   Οι στρατηγικές παράμετροι της συμφωνίας σύνδεσης ΕΕ-Mercosur

7.1   Η ισχυρή πολιτική βούληση κρίνεται απαραίτητη, πρώτον, για τον σχεδιασμό και την προώθηση της συμφωνίας σύνδεσης, όχι μόνον ως συμφωνίας ελεύθερου εμπορίου, αλλά και ως συνολικότερης στρατηγικής συμφωνίας, η οποία θα αποφέρει σε αμφότερα τα μέρη μακροπρόθεσμα πλεονεκτήματα στους τομείς της ανάπτυξης, της ασφάλειας, των μεταναστευτικών διαδικασιών, των περιβαλλοντικών προβλημάτων· δεύτερον, για τη χρησιμοποίηση όλων των υφιστάμενων μηχανισμών, προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι υφιστάμενες ασυμμετρίες μεταξύ των δύο περιφερειών, να μειωθούν οι αρνητικές συνέπειες της απελευθέρωσης του εμπορίου σε ορισμένους τομείς, να αντισταθμιστεί η υστέρηση που εξακολουθεί να υφίσταται στη διαδικασία ολοκλήρωσης στη Mercosur και να παγιωθούν η κοινωνική συμμετοχή και η διαφάνεια ως καθοριστικοί παράγοντες των διπεριφερειακών διαπραγματεύσεων.

7.2   Η συμφωνία σύνδεσης αποτελεί μεγάλη ευκαιρία για την προώθηση παγκόσμιων στρατηγικών στόχων, οι οποίοι ενδιαφέρουν αμφότερες τις περιφέρειες.

7.3   Κατά πρώτον, θα αποτελέσει όχημα για την εξασφάλιση διεθνούς πολιτικής και οικονομικής παρουσίας σε ένα πλαίσιο στο οποίο η οικονομική και η πολιτική ισχύς μετατοπίζονται από τον Ατλαντικό προς τον Ειρηνικό. Η Mercosur δεν έχει συνάψει συμφωνίες ούτε με τις Ηνωμένες Πολιτείες ούτε με τις μεγάλες ασιατικές δυνάμεις, παρότι έχει υπογράψει συμφωνίες ελεύθερων συναλλαγών με τη Χιλή και με τα μέλη της Κοινότητας των Άνδεων. Εξάλλου, βρίσκεται σε εξέλιξη η ένταξη της Βενεζουέλας στον συνασπισμό. Εκτός της περιφέρειας της Λατινικής Αμερικής, η Mercosur έχει συνάψει συμφωνίες –ορισμένες εκ των οποίων ελεύθερου εμπορίου– με τη Νότιο Αφρική, την Ινδία, το Πακιστάν, την Τουρκία, την Αίγυπτο, το Μαρόκο και το Ισραήλ. Από την πλευρά της, η ΕΕ διαθέτει διμερείς συμφωνίες με το Μεξικό, τη Χιλή, την Κεντρική Αμερική, το Περού, την Κολομβία, τη Νότιο Αφρική, την Καραϊβική και τη Νότια Κορέα. Εν κατακλείδι, μια συμφωνία σύνδεσης μεταξύ της ΕΕ και της Mercosur θα συμβάλει στην ανάδειξη ενός διπεριφειακού συνασπισμού με ειδικό βάρος στη νέα παγκόσμια σκηνή.

7.3.1   Η συμφωνία σύνδεσης θα αποδειχθεί επίσης ιδιαίτερα σημαντική για την προώθηση μεγαλύτερης ολοκλήρωσης σε ολόκληρη την περιφέρεια της Λατινικής Αμερικής. Η συμφωνία θα προσελκύσει άλλες υποπεριφερειακές ομάδες της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής, καθώς και χώρες όπως το Μεξικό ή η Χιλή. Μια «στρατηγική συμμαχία» μεταξύ των δύο περιφερειών, δηλαδή μεταξύ των 27 κρατών μελών της ΕΕ και των 33 χωρών της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής, μπορεί να έχει σημαντική βαρύτητα στους πολυμερείς οργανισμούς. Ομοίως, θα αυξήσει την ικανότητα άσκησης επιρροής στην Ομάδα των 20, στην οποία ανήκουν τρεις χώρες της Λατινικής Αμερικής (Βραζιλία, Μεξικό και Αργεντινή) και πέντε χώρες της Ευρώπης (Γερμανία, Γαλλία, Μεγάλη Βρετανία, Ιταλία και Ισπανία) επιπλέον της ίδιας της ΕΕ.

7.3.2   Τέλος, η ΕΕ μπορεί να βρει έναν στρατηγικό σύμμαχο στον ευρωπαϊκό στόχο της παγκόσμιας προώθησης της προστασίας του περιβάλλοντος μέσω της συμφωνίας σύνδεσης με τη Mercosur. Το περιβάλλον είναι σήμερα ένα από τα θέματα που απασχολούν περισσότερο τα κράτη, τους πολίτες και τους πολυμερείς οργανισμούς. Η ΕΕ είναι πρωτοπόρος στις πράσινες πολιτικές και τεχνολογίες. Για τη Λατινική Αμερική, και ειδικότερα για τη Mercosur, οι φυσικοί πόροι αποτελούν ένα από τα κύρια ισχυρά σημεία της, αλλά η περιφέρεια συγκαταλέγεται επίσης σε εκείνες που απειλούνται περισσότερο από την κλιματική αλλαγή, καθώς και από λοιπούς παράγοντες (π.χ. πρακτικές εντατικών καλλιεργειών).

7.3.3   Προκειμένου ο τελευταίος αυτός στόχος να τύχει επαρκούς στήριξης θα πρέπει να ενσωματωθεί στη συμφωνία σύνδεσης μια τέταρτη παράμετρος σχετική με «την ενέργεια, το περιβάλλον, τις επιστήμες, την τεχνολογία και την καινοτομία». Τα ζητήματα αυτά θα πρέπει να τεθούν κατά προτεραιότητα στην ενότητα με θέμα την αναπτυξιακή συνεργασία. Χάρη στο έκτο πρόγραμμα-πλαίσιο για την έρευνα και την τεχνολογική ανάπτυξη της ΕΕ ήδη υλοποιήθηκαν πολλά σχέδια με μέλη της Mercosur. Στην προκείμενη περίπτωση, θα είναι σκόπιμο η εν λόγω συνεργασία να αποτελέσει αναπόσπαστο μέρος της συμφωνίας σύνδεσης. Η υψηλή χρηματοδότηση του εβδόμου προγράμματος-πλαισίου (50 δισ. ευρώ) μπορεί να συμβάλει ιδιαίτερα σε αυτό.

8.   Η κοινωνία των πολιτών και η συμφωνία σύνδεσης

8.1   Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι ο διαπεριφερειακός χαρακτήρας των διαπραγματεύσεων και του περιεχομένου της συμφωνίας σύνδεσης αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο, ειδοποιό διαφορά στις εν λόγω διαπραγματεύσεις και σημείο αναφοράς για τις οικονομικές σχέσεις σε έναν κόσμο ολοένα και πιο ανοικτό στις εμπορικές συναλλαγές.

8.2   Η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει τις αρχές της διαφάνειας και της συμμετοχής, τόσο στη διαδικασία των διαπραγματεύσεων όσο και στην ανάπτυξη της συμφωνίας σύνδεσης. Υπό την έννοια αυτή, ζητεί να ενημερώνεται ουσιαστικά κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων και να μπορεί να επικοινωνεί σε πραγματικό χρόνο με τους υπευθύνους των διαπραγματεύσεων, ώστε να μπορεί να τους διαβιβάζει τις προτάσεις του FCES και της ΕΟΚΕ.

8.3   Ομοίως, η ΕΟΚΕ ζητεί να συμμετέχει στη διεξαγωγή εκτιμήσεων αντικτύπου, έτσι ώστε να μπορεί να διατυπώνει συστάσεις σχετικά με τα μέτρα για την εξάλειψη ή τη μείωση των αρνητικών συνεπειών στο πλαίσιο της διαδικασίας εμπορικής απελευθέρωσης. Επίσης, ζητεί να θεσπιστεί, μετά την υπογραφή της συμφωνίας, ένα παρατηρητήριο τεχνικού χαρακτήρα για τη συνεχή ανάλυση των οικονομικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών συνεπειών της συμφωνίας σύνδεσης, καθώς και για την εισήγηση για τη λήψη συγκεκριμένων μέτρων.

8.4   Σε συμφωνία προς τις κοινές θέσεις της ΕΟΚΕ και του FCES –και τις προκαταρκτικές συμφωνίες που επιτεύχθηκαν κατά τις διαπραγματεύσεις προ του 2004– ζητούμε τη σύσταση Μεικτής Συμβουλευτικής Επιτροπής της κοινωνίας των πολιτών στο πλαίσιο της συμφωνίας σύνδεσης, με ίση εκπροσώπηση από την ΕΟΚΕ και το FCES και αρμοδιότητες υποχρεωτικής διαβούλευσης επί όλων των θεμάτων της συμφωνίας σύνδεσης, συμπεριλαμβανομένων των κεφαλαίων για το εμπόριο και την αειφόρο ανάπτυξη.

8.5   Η ΕΟΚΕ θεωρεί απαραίτητη τη συμπερίληψη μιας κοινωνικής διάστασης στη συμφωνία σύνδεσης, προκειμένου η τελευταία να μην εξαντλείται στα εμπορικά ζητήματα και να αποβλέπει στην ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής· ιδίως δε όσον αφορά στις συνέπειές της στην απασχόληση, στην προάσπιση των συμφερόντων των τοπικών πληθυσμών και των μειονεκτούντων ατόμων, στην προαγωγή και στον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, στην προστασία του περιβάλλοντος, καθώς στα δικαιώματα των μεταναστών και γενικότερα των εργαζομένων. Υπό την έννοια αυτή, η συμφωνία σύνδεσης πρέπει να περιλαμβάνει τις διεθνείς διακηρύξεις, όπως εκείνες της ΔΟΕ, οι οποίες ορίζουν ότι η παραβίαση των θεμελιωδών αρχών και δικαιωμάτων στην εργασία δεν είναι δυνατόν να προβάλλεται ούτε να χρησιμοποιείται ως θεμιτό συγκριτικό πλεονέκτημα στο διεθνές εμπόριο. Συνεπώς, η μελλοντική συμφωνία πρέπει να δημιουργήσει ποιοτικές θέσεις εργασίας, να βελτιώσει τις κοινωνικές συνθήκες των εργαζομένων και να συμβάλει σημαντικά στη δικαιότερη κατανομή του πλούτου.

Βρυξέλλες, 15 Ιουνίου 2011.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Staffan NILSSON


(1)  Βλ. σχετικά τη Διακήρυξη της Ασουνθιόν σχετικά με τις διαπραγματεύσεις για τη σύναψη συμφωνίας σύνδεσης ΕΕ-Mercosur, την οποία συνυπέγραψαν το FCES και η ΕΟΚΕ στις 22 Μαρτίου 2011, http://www.eesc.europa.eu/resources/docs/2011_decl_en.pdf.

(2)  ΒΡΙΚ:Βραζιλία Ρωσία, Ινδία, Κίνα / ΙΒΝΑ: Ινδία, Βραζιλία, Νότιος Αφρική.

(3)  Γενικής Διεύθυνση Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης και Κοινό Κέντρο Έρευνας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Απρίλιος 2011.

(4)  Σύμφωνα με τις δηλώσεις των αρχηγών κρατών που έλαβαν μέρος στη σύνοδο κορυφής ΕΕ-Mercosur του Μαΐου 2010.

(5)  Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ με θέμα: «Εκτίμηση αντικτύπου στην αειφορία (EAA) και εμπορική πολιτική της ΕΕ», με εισηγήτρια την κα E. Pichenot (ΕΕ. C 218 της 23/07/11 σελ. 14).

(6)  Διακήρυξη των υπουργών και αρχών κοινωνικής ανάπτυξης του Mercosur, Μπουένος Άιρες Ιούλιος 2006. Ευρωπαϊκά Συμβούλια, Φεβρουάριος 2005 και 2006.


Top