This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 52008AP0296
Agency for the Cooperation of Energy Regulators ***I European Parliament legislative resolution of 18 June 2008 on the proposal for a regulation of the European Parliament and of the Council establishing an Agency for the Cooperation of Energy Regulators (COM(2007)0530 — C6-0318/2007 — 2007/0197(COD))#P6_TC1-COD(2007)0197 Position of the European Parliament adopted at first reading on 18 June 2008 with a view to the adoption of Regulation (EC) No …/2008 of the European Parliament and of the Council on establishing an Agency for the Cooperation of Energy Regulators
Oργανισμός Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Aρχών Ενέργειας ***I Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 18ης Ιουνίου 2008 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την ίδρυση Οργανισμού Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (COM(2007)0530 — C6-0318/2007 — 2007/0197(COD))
P6_TC1-COD(2007)0197 Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 18 Ιουνίου 2008 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ίδρυση Οργανισμού Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας
Oργανισμός Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Aρχών Ενέργειας ***I Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 18ης Ιουνίου 2008 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την ίδρυση Οργανισμού Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (COM(2007)0530 — C6-0318/2007 — 2007/0197(COD))
P6_TC1-COD(2007)0197 Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 18 Ιουνίου 2008 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ίδρυση Οργανισμού Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας
ΕΕ C 286E της 27.11.2009, p. 149–168
(BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
27.11.2009 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
CE 286/149 |
Τετάρτη, 18 Ιουνίου 2008
Οργανισμός Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας ***I
P6_TA(2008)0296
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 18ης Ιουνίου 2008 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την ίδρυση Οργανισμού Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (COM(2007)0530 — C6-0318/2007 — 2007/0197(COD))
2009/C 286 E/45
(Διαδικασία συναπόφασης: πρώτη ανάγνωση)
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2007)0530),
έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, και το άρθρο 95 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6-0318/2007),
έχοντας υπόψη το άρθρο 51 του Κανονισμού του,
έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Προϋπολογισμών, της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων και της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών (A6-0226/2008),
1. |
εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε· |
2. |
σημειώνει ότι, σε περίπτωση που ιδρυθεί Οργανισμός Συνεργασίας Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας, πρέπει να ληφθούν υπόψη όλες οι χρηματοδοτικές επιλογές που προβλέπει η διοργανική συμφωνία της 17ης Μαΐου 2006 μεταξύ Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Συμβουλίου και Επιτροπής σχετικά με τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (1) |
3. |
σημειώνει επίσης ότι, εφαρμόζεται η παράγραφος 47 της διοργανικής συμφωνίας σε σχέση με την ίδρυση του Οργανισμού, το δε Κοινοβούλιο αρχίζει διαπραγματεύσεις με το άλλο σκέλος της αρχής του προϋπολογισμού με σκοπό την έγκαιρη εξεύρεση συμφωνίας για τη χρηματοδότηση του Οργανισμού αυτού σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της διοργανικής συμφωνίας· |
4. |
ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο· |
5. |
αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή. |
(1) ΕΕ C 139 της 14.6.2006, σ. 1. Συμφωνία όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2008/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 6 της 10.1.2008, σ. 7).
Τετάρτη, 18 Ιουνίου 2008
P6_TC1-COD(2007)0197
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 18 Ιουνίου 2008 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2008> του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ίδρυση Οργανισμού Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως το άρθρο 95,
έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής ║,
έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),
έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης (3),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Στην ανακοίνωση της Επιτροπής της 10ης Ιανουαρίου 2007 με τίτλο «Ενεργειακή πολιτική για την Ευρώπη» ║ τονίστηκε η σημασία της ολοκλήρωσης της εσωτερικής αγοράς στους τομείς της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου. Η βελτίωση του ρυθμιστικού πλαισίου σε κοινοτικό επίπεδο χαρακτηρίστηκε ως βασικό μέτρο για την επίτευξη του συγκεκριμένου στόχου. |
(2) |
Με την απόφαση 2003/796/ΕΚ της Επιτροπής (4) συστάθηκε ║ανεξάρτητη συμβουλευτική ομάδα για την ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο, με την επωνυμία «Ευρωπαϊκή ομάδα ρυθμιστικών αρχών για την ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο» (ERGEG), για να διευκολύνει τη συνεννόηση, τον συντονισμό και τη συνεργασία μεταξύ των ρυθμιστικών φορέων των κρατών μελών, καθώς και μεταξύ των φορέων αυτών και της Επιτροπής, με στόχο την εδραίωση της εσωτερικής αγοράς στους τομείς της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου. Η ERGEG απαρτίζεται από εκπροσώπους των εθνικών ρυθμιστικών αρχών που συστάθηκαν δυνάμει της οδηγίας 2003/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2003, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας ║ (5), και της οδηγίας 2003/55/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2003, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου ║ (6). |
(3) |
Το έργο που επιτέλεσε η ERGEG από τη σύστασή της συνέβαλε θετικά στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς στους τομείς της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου. Ωστόσο, όπως αναγνωρίζεται ευρέως από τον κλάδο και όπως προτείνει η ίδια η ERGEG, η εθελοντική συνεργασία μεταξύ των εθνικών ρυθμιστικών αρχών πρέπει πλέον να ενταχθεί σε μια κοινοτική δομή με σαφείς αρμοδιότητες και με εξουσία έκδοσης ▐ ρυθμιστικών αποφάσεων σε συγκεκριμένες περιπτώσεις. |
(4) |
Το εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του 2007 ζήτησε από την Επιτροπή να προτείνει μέτρα σχετικά με τη σύσταση ανεξάρτητου μηχανισμού για τη συνεργασία των εθνικών ρυθμιστικών αρχών. |
(5) |
Τα κράτη μέλη πρέπει να συνεργάζονται στενά εξαλείφοντας τα εμπόδια στις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου με σκοπό την επίτευξη των στόχων της κοινοτικής ενεργειακής πολιτικής. Η ίδρυση Οργανισμού Συνεργασίας Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας («Οργανισμός») για την πλήρωση του κενού υπηρετεί τον διττό στόχο αφενός να ενταχθεί η κοινοτική προοπτική στις πρακτικές των εθνικών ρυθμιστικών αρχών και, αφετέρου, να συμβάλει στην αποτελεσματικότητα των κοινοτικών αρχών της ίσης μεταχείρισης και των δίκαιων όρων πρόσβασης στα διευρωπαϊκά δίκτυα μεταφοράς αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας και με τον τρόπο αυτό στην εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς ενέργειας. Ο Οργανισμός θα δώσει επίσης τη δυνατότητα στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές να ενισχύσουν τη συνεργασία τους σε κοινοτική προοπτική και να συμμετάσχουν, επί κοινής βάσης, στην άσκηση των λειτουργιών της κοινοτικής διάστασης. |
(6) |
Βάσει της εκτίμησης των επιπτώσεων όσον αφορά τους απαιτούμενους πόρους για μια κεντρική οντότητα, διαπιστώθηκε ότι μια ανεξάρτητη κεντρική οντότητα εμφάνιζε αρκετά μακροπρόθεσμα πλεονεκτήματα σε σύγκριση με άλλες εναλλακτικές δυνατότητες. ║ |
(7) |
Ο Οργανισμός πρέπει να εξασφαλίζει τον κατάλληλο συντονισμό και, εάν είναι αναγκαίο, τη συμπλήρωση, σε κοινοτικό επίπεδο, των ρυθμιστικών καθηκόντων που ασκούν σε εθνικό επίπεδο οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές σύμφωνα με την οδηγία 2003/54/ΕΚ και την οδηγία 2003/55/ΕΚ. Προς τούτο, είναι απαραίτητο να διασφαλιστούν η ανεξαρτησία ▐ του Οργανισμού και των μελών του έναντι των καταναλωτών, των παραγωγών ενέργειας και των διαχειριστών των συστημάτων μεταφοράς και διανομής, δημόσιων ή ιδιωτικών, η συμμόρφωση της δράσης του προς την κοινοτική νομοθεσία, οι τεχνικές του ικανότητες, οι ικανότητες προσαρμογής στις ρυθμιστικές εξελίξεις, η διαφάνειά του, η επιδεκτικότητά του σε δημοκρατικό έλεγχο και η αποτελεσματικότητά του. |
(8) |
Ο Οργανισμός πρέπει να παρακολουθεί τη συνεργασία μεταξύ των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς στους τομείς της ηλεκτρικής ενέργειας και το αερίου, καθώς και την εκτέλεση των καθηκόντων του ευρωπαϊκού δικτύου διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας και των ευρωπαϊκών δικτύων διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς αερίου. Η συμμετοχή του Οργανισμού είναι θεμελιώδους σημασίας για να εξασφαλιστεί η συνεργασία μεταξύ των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς με αποτελεσματικότητα και διαφάνεια, προς όφελος της εσωτερικής αγοράς. |
(9) |
Ο Οργανισμός πρέπει να παρακολουθεί συστηματικά τις αγορές προς εντοπισμό στρεβλώσεων και να ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Επιτροπή και τις εθνικές αρχές όταν κρίνεται απαραίτητο. |
(10) |
Ενδείκνυται να προβλεφθεί ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο εντός του οποίου οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα είναι σε θέση να συμμετέχουν και να συνεργάζονται. Το πλαίσιο αυτό πρέπει να διευκολύνει την ενιαία εφαρμογή, στο σύνολο της Κοινότητας, της νομοθεσίας που διέπει την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και αερίου. Όσον αφορά τις περιπτώσεις όπου εμπλέκονται περισσότερα του ενός κράτη μέλη, πρέπει να παραχωρηθεί στον Οργανισμό η αρμοδιότητα έκδοσης ατομικών αποφάσεων. Η αρμοδιότητα αυτή πρέπει να καλύπτει το ρυθμιστικό καθεστώς της υποδομής η οποία συνδέει δύο τουλάχιστον κράτη μέλη, την εξαίρεση νέων ηλεκτρικών γραμμών διασύνδεσης από τους κανόνες της εσωτερικής αγοράς και τις νέες υποδομές φυσικού αερίου που είναι εγκατεστημένες σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη. |
(11) |
Δεδομένου ότι ο Οργανισμός θα έχει εποπτική εικόνα των εθνικών ρυθμιστικών αρχών και άλλων πηγών , πρέπει να επιτελεί ρόλο συμβούλου της Επιτροπής , των υπολοίπων θεσμικών οργάνων της ΕΕ και των εθνικών ρυθμιστικών αρχών τουλάχιστον δύο κρατών μελών σε θέματα ρύθμισης της αγοράς. Πρέπει επίσης να υποχρεούται να ενημερώνει την Επιτροπή, εφόσον διαπιστώνει ότι η συνεργασία μεταξύ των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς δεν αποδίδει τα αναγκαία αποτελέσματα ή ότι μια εθνική ρυθμιστική αρχή που παραβίασε με απόφασή της κατευθυντήριες γραμμές, είναι απρόθυμη να συμμορφωθεί με τις γνωμοδοτήσεις, συστάσεις και αποφάσεις του Οργανισμού. |
(12) |
Ο Οργανισμός πρέπει επίσης να μπορεί να εκδίδει δεσμευτικές κατευθυντήριες γραμμές για να συνδράμει τις ρυθμιστικές αρχές και τους παράγοντες της αγοράς στην ανταλλαγή ορθών πρακτικών. |
(13) |
Ο Οργανισμός πρέπει να ζητεί τη γνώμη των ενδιαφερομένων μερών, κατά περίπτωση, και να τους παρέχει λογική ευκαιρία να διατυπώνουν τις παρατηρήσεις τους επί των προτεινόμενων μέτρων όπως σχέδια κωδίκων δικτύου και κανόνων. |
(14) |
Η δομή του Οργανισμού πρέπει να είναι κατάλληλη για την κάλυψη των αναγκών της ρύθμισης του κλάδου της ενέργειας. Συγκεκριμένα, πρέπει να ληφθεί πλήρως υπόψη ο ειδικός ρόλος ▐ των εθνικών ρυθμιστικών αρχών και να εξασφαλισθεί η ανεξαρτησία τους. |
(15) |
Το Διοικητικό Συμβούλιο πρέπει να διαθέτει τις αναγκαίες εξουσίες για την κατάρτιση του προϋπολογισμού, τον έλεγχο της εκτέλεσής του, την κατάρτιση του εσωτερικού κανονισμού, τη θέσπιση δημοσιονομικών κανονισμών και τον διορισμό του διευθυντή. |
(16) |
Ο Οργανισμός πρέπει να διαθέτει τις αναγκαίες εξουσίες για την άσκηση των ρυθμιστικών καθηκόντων με αποτελεσματικό , διαφανή, αιτιολογημένο και, προπάντων, ανεξάρτητο τρόπο. Η ανεξαρτησία των ρυθμιστικών αρχών έναντι των παραγωγών ενέργειας και των διαχειριστών των συστημάτων μεταφοράς και διανομής, αποτελεί ▐ θεμελιώδη αρχή της χρηστής διακυβέρνησης ▐ και βασική προϋπόθεση για την εμπιστοσύνη της αγοράς. Ως εκ τούτου, το Ρυθμιστικό Συμβούλιο και τα μέλη του , αποτυπώνοντας την επικρατούσα ▐ κατάσταση σε κοινοτικό και εθνικό επίπεδο , πρέπει να ενεργούν ανεξάρτητα από τα συμφέροντα της αγοράς , πρέπει να αποφεύγουν τις συγκρούσεις συμφερόντων και να μη ζητούν ούτε να δέχονται οδηγίες ή συστάσεις από καμία κυβέρνηση ή άλλη δημόσια ή ιδιωτική οντότητα. Το Ρυθμιστικό Συμβούλιο πρέπει ταυτόχρονα να συμμορφούται προς τη σχετική κοινοτική νομοθεσία για την ενεργειακή πολιτική, το περιβάλλον, την εσωτερική αγορά και τον ανταγωνισμό και να λογοδοτεί στα κοινοτικά θεσμικά όργανα όσον αφορά τις αποφάσεις και τις προτάσεις του. |
(17) |
Στις περιπτώσεις που ο Οργανισμός διαθέτει αποφασιστικές αρμοδιότητες, πρέπει να παρέχεται στους ενδιαφερόμενους, για λόγους διαδικαστικής οικονομίας, δικαίωμα προσφυγής σε πρώτο βαθμό σε Συμβούλιο Προσφυγών, το οποίο πρέπει να αποτελεί τμήμα του Οργανισμού, ανεξάρτητο όμως από την οικεία διοικητική και ρυθμιστική δομή. Η απόφαση του Συμβουλίου Προσφυγών πρέπει να μπορεί να προσβάλλεται ενώπιον του Δικαστηρίου . |
(18) |
Ο Οργανισμός πρέπει να χρηματοδοτείται κυρίως από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, από τέλη και από ▐ συνεισφορές. Ειδικότερα, οι πόροι που σήμερα διατίθενται από κοινού από τις ρυθμιστικές αρχές για τη συνεργασία τους σε ευρωπαϊκό επίπεδο πρέπει να συνεχίσουν να είναι διαθέσιμοι για τον Οργανισμό. Η κοινοτική διαδικασία του προϋπολογισμού πρέπει να εξακολουθήσει να εφαρμόζεται, όσον αφορά τις επιδοτήσεις που θα εγγράφονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επιπλέον, ο έλεγχος των λογαριασμών πρέπει να διενεργείται από το Ελεγκτικό Συνέδριο σύμφωνα με το άρθρο 91 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2343/2002 της Επιτροπής, της 19ης Νοεμβρίου 2002, για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού πλαισίου για τους κοινοτικούς οργανισμούς του άρθρου 185 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, ο οποίος θεσπίζει τον δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (7). |
(19) |
Μετά την ίδρυση του Οργανισμού, ο προϋπολογισμός του πρέπει να υποβάλλεται σε συνεχή αξιολόγηση από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή βάσει του εν εξελίξει φόρτου εργασίας και των επιδόσεών του. Αυτή η αξιολόγηση πρέπει να καθορίζει εάν υπάρχει επάρκεια ανθρωπίνων και χρηματοοικονομικών πόρων. Η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εξασφαλίζει ότι πληρούνται οι βέλτιστες προδιαγραφές επάρκειας. |
(20) |
Ο Οργανισμός πρέπει να διαθέτει προσωπικό υψηλού επαγγελματικού επιπέδου. Ειδικότερα, πρέπει να επωφελείται από τις ικανότητες και την πείρα προσωπικού αποσπασμένου από την Επιτροπή, τα κράτη μέλη και τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές. Στο προσωπικό του Οργανισμού πρέπει να εφαρμόζονται ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και οι κανόνες που θεσπίζονται από κοινού από τα θεσμικά όργανα της ║ Κοινότητας για την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού. Το Διοικητικό Συμβούλιο, με τη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής, πρέπει να θεσπίζει τα αναγκαία εκτελεστικά μέτρα. |
(21) |
Ο Οργανισμός πρέπει να τηρεί τους γενικούς κανόνες για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα που έχουν στην κατοχή τους τα όργανα της Κοινότητας. Το Διοικητικό Συμβούλιο πρέπει να θεσπίσει πρακτικά μέτρα για την προστασία των εμπορικά ευαίσθητων δεδομένων και των προσωπικών δεδομένων. |
(22) |
Πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα συμμετοχής τρίτων χωρών στο έργο του Οργανισμού, βάσει κατάλληλων συμφωνιών που θα συναφθούν από την Κοινότητα. |
(23) |
Το αργότερο τρία έτη μετά την ανάληψη καθηκόντων από το διευθυντή του Οργανισμού και στη συνέχεια ανά τριετία, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση αξιολόγησης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με τα ειδικά καθήκοντα του Οργανισμού και τα επιτευχθέντα αποτελέσματα, συνοδευόμενη από οιεσδήποτε ενδεδειγμένες προτάσεις. |
(24) |
Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, οι οποίοι συνίστανται ειδικότερα στη συμμετοχή και στη συνεργασία μεταξύ των εθνικών ρυθμιστικών αρχών σε κοινοτικό επίπεδο, δεν είναι δυνατόν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και, επομένως, λόγω του εύρους και του αντικτύπου τους, μπορούν να επιτευχθούν πληρέστερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα δύναται να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, του ιδίου άρθρου, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη των στόχων αυτών. |
(25) |
Ο Οργανισμός πρέπει να είναι πλήρως υπόλογος έναντι του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, |
ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Αντικείμενο
Ο παρών κανονισμός θεσπίζει την ίδρυση Οργανισμού Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας, εφεξής «ο Οργανισμός», με σκοπό να συμπληρώνει σε κοινοτικό επίπεδο τα ρυθμιστικά καθήκοντα που ασκούν σε εθνικό επίπεδο οι ρυθμιστικές αρχές οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 22α της οδηγίας 2003/54/ΕΚ και στο άρθρο 24α της οδηγίας 2003/55/ΕΚ, και όπου είναι αναγκαίο, να συντονίζει τη δράση τους.
Άρθρο 2
Νομικό καθεστώς και έδρα
1. Ο Οργανισμός είναι κοινοτικό όργανο με νομική προσωπικότητα.
2. Σε κάθε κράτος μέλος, ο Οργανισμός διαθέτει την ευρύτερη δικαιοπρακτική ικανότητα που αναγνωρίζει σε νομικά πρόσωπα το εθνικό δίκαιο. Ειδικότερα, δύναται να αποκτά ή να διαθέτει κινητή και ακίνητη περιουσία και να είναι διάδικος.
3. Ο Οργανισμός εκπροσωπείται από τον διευθυντή του.
4. Ο Οργανισμός εδρεύει στις Βρυξέλλες. Μέχρις να ετοιμαστούν οι εγκαταστάσεις της, θα φιλοξενείται σε εγκαταστάσεις της Επιτροπής.
Άρθρο 3
Σύνθεση
Ο Οργανισμός αποτελείται από:
α) |
το Διοικητικό Συμβούλιο, το οποίο ασκεί τις αρμοδιότητες που καθορίζονται στο άρθρο 14· |
β) |
το Ρυθμιστικό Συμβούλιο, το οποίο ασκεί τις αρμοδιότητες που καθορίζονται στο άρθρο 17· |
γ) |
τον Διευθυντή, ο οποίος ασκεί τις αρμοδιότητες που καθορίζονται στο άρθρο 19· |
δ) |
το Συμβούλιο Προσφυγών, το οποίο ασκεί τις αρμοδιότητες που καθορίζονται στο άρθρο 21. |
Άρθρο 4
Καθήκοντα του Οργανισμού
Ο Οργανισμός, κατά την εκπλήρωση του στόχου που ορίζεται στο άρθρο 1 :
α) |
εκδίδει γνωμοδοτήσεις , συστάσεις και αποφάσεις προς τους διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς , σε σχέση με όλα τα τεχνικά θέματα που αφορούν την καλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς· |
β) |
║ γνωμοδοτεί προς τις ρυθμιστικές αρχές· |
γ) |
║ διατυπώνει γνώμες και συστάσεις προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο ή την Επιτροπή· |
δ) |
║ λαμβάνει ▐ αποφάσεις σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, όπως αναφέρεται στα άρθρα 6 έως 12· |
ε) |
παρέχει πλαίσιο συμμετοχής και συνεργασίας στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές· |
στ) |
εποπτεύει την εκτέλεση των καθηκόντων των ευρωπαϊκών δικτύων διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου· |
ζ) |
καταρτίζει οικονομικούς και τεχνικούς όρους και προϋποθέσεις για την ανάπτυξη κωδίκων και κανόνων που σχεδιάζονται από τα ευρωπαϊκά δίκτυα διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου και εγκρίνει κώδικες και κανόνες για να εξασφαλίσει αποτελεσματική και ασφαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς ενέργειας· |
η) |
εισάγει μεθοδολογίες και τιμολόγια για τους ευρωπαϊκούς μηχανισμούς αντιστάθμισης μεταξύ διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς, βάσει εκτίμησης του πραγματικού κόστους αυτών· |
θ) |
συντονίζει τις σχετικές εθνικές ρυθμιστικές αρχές που ασχολούνται με τις περιφερειακές αγορές ηλεκτρικής ενέργειας ή αερίου· |
ι) |
προωθεί, σε συνεργασία με την Επιτροπή, τη διαπεριφερειακή συνεργασία μεταξύ ενεργειακών αγορών και ενσωματώνει τις περιφερειακές ενεργειακές αγορές στην ενιαία ευρωπαϊκή αγορά ηλεκτρικής ενέργειας· |
ια) |
αναλαμβάνει δημόσιες διαβουλεύσεις σε επίπεδο ΕΕ για τα ζητήματα που περιγράφονται στα σημεία ε) έως η). |
Άρθρο 5
Γενικά καθήκοντα
Ο Οργανισμός δύναται να γνωμοδοτεί ή να παρέχει σύσταση προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο ή την Επιτροπή, σχετικά με κάθε ζήτημα συνδεόμενο με τον σκοπό της ίδρυσής του, κατόπιν αιτήματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, ή με δική του πρωτοβουλία.
Άρθρο 6
Καθήκοντα σχετικά με τη συνεργασία των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς
1. Ο Οργανισμός γνωμοδοτεί προς την Επιτροπή σχετικά με το σχέδιο καταστατικού, τον κατάλογο των μελών και το σχέδιο εσωτερικού κανονισμού του ευρωπαϊκού δικτύου διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, σύμφωνα με το άρθρο 2β, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1228/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2003, σχετικά με τους όρους πρόσβασης στο δίκτυο για τις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενέργειας (8), και ║ το άρθρο 2β, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1775/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Σεπτεμβρίου 2005, περί όρων πρόσβασης στα δίκτυα μεταφοράς φυσικού αερίου (9).
2. Ο Οργανισμός παρακολουθεί την εκτέλεση των καθηκόντων του ευρωπαϊκού δικτύου διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, όπως προβλέπεται στο άρθρο 2δ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1228/2003, και ║ στο άρθρο 2δ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1775/2005.
3. Ο Οργανισμός εγκρίνει το δεκαετές επενδυτικό πρόγραμμα των ευρωπαϊκών δικτύων διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας και αερίου που εμφαίνεται στο άρθρο 2γ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1228/2003, και ▐ στο άρθρο 2γ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1775/2005, εξασφαλίζοντας την ίση μεταχείριση, τον αποτελεσματικό ανταγωνισμό και την αποδοτική και ασφαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς ενέργειας .
4. Τα δεκαετή επενδυτικά σχέδια περιέχουν διατάξεις για τη μετάβαση σε ευφυή μέτρα και δίκτυα εντός δέκα ετών από την έναρξη της ισχύος του παρόντος κανονισμού. Ο Οργανισμός και οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές παρακολουθούν την πρόοδο που σημειώνουν οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς προς την κατεύθυνση της ανάπτυξης ευφυών μέτρων και δικτύων. Προς τούτο ο Οργανισμός και οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές καταρτίζουν κλιμακούμενο χρονοδιάγραμμα περιλαμβανομένης και προθεσμίας για την ολοκλήρωσή του.
Ο Οργανισμός εξασφαλίζει ότι τα συστήματα εκείνα πληροφορίας και επικοινωνιών περιλαμβανομένων των ευφυών μέτρων και δικτύων που εφαρμόζονται, διευκολύνουν την ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και δεν εισάγουν νέα τεχνικά εμπόδια.
5. Ο Οργανισμός καταρτίζει και εγκρίνει κατευθυντήριες γραμμές που εισάγουν βασικές, σαφείς και αντικειμενικές αρχές για την εναρμόνιση κανόνων σχετικά με τα δίκτυα, σύμφωνα με τη διεργασία του άρθρου 2ε του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1228/2003 και του άρθρου 2ε του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1775/2005. Ο Οργανισμός εγκρίνει το σχέδιο κωδικών δικτύου που αναπτύσσεται από το ευρωπαϊκό δίκτυο διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 2στ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1228/2003 και του άρθρου 2στ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1775/2005 και παρακολουθεί την εφαρμογή τους. Ο Οργανισμός δύναται να διατυπώνει σύσταση προς την Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 2στ, παράγραφος 7, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1228/2003 ή του άρθρου 2στ, παράγραφος 7, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1775/2005.
6. Ο Οργανισμός συντονίζει τις επικοινωνίες μεταξύ διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς της ΕΕ και διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς τρίτων χωρών.
7. Ο Οργανισμός διατυπώνει δεόντως αιτιολογημένη γνώμη προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή, σε περίπτωση που κρίνει ότι το σχέδιο ετήσιου προγράμματος εργασιών ή το σχέδιο δεκαετούς επενδυτικού προγράμματος, που του έχει υποβληθεί σύμφωνα με το άρθρο 2δ, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1228/2003 και το άρθρο 2δ, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1775/2005, δεν διασφαλίζει την ίση μεταχείριση, τον αποτελεσματικό ανταγωνισμό και την αποδοτική λειτουργία της αγοράς , ή τη συμμόρφωσή του προς την ενεργειακή πολιτική που ορίζει το κοινοτικό δίκαιο .
8. Με εκχώρηση της εξουσίας που διαθέτει η Επιτροπή, και σύμφωνα με τους ορισμούς που προβλέπονται στο άρθρο 2στ, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1228/2003 και στο άρθρο 2στ, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1775/2005, ο Οργανισμός μπορεί να λάβει αποφάσεις με ανασταλτικό αποτέλεσμα και να προτείνει στην Επιτροπή την επιβολή προστίμων, εφόσον κρίνει ότι σχέδιο τεχνικού κώδικα δεν θεσπίστηκε εντός εύλογου χρονικού διαστήματος ή δεν εφαρμόζεται από τους διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς.
9. Ο Οργανισμός παρακολουθεί την περιφερειακή συνεργασία των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 2θ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1228/2003 και στο άρθρο 2θ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1775/2005.
10. Ο Οργανισμός παρακολουθεί τη διαδικασία αδειοδότησης για την κατασκευή νέων διασυνοριακών μονάδων παραγωγής και διασφαλίζει την επιτάχυνση της διαδικασίας στο πλαίσιο ενισχυμένης περιφερειακής συνεργασίας.
11. Ο Οργανισμός ελέγχει τους υπολογισμούς διασυνοριακής ικανότητας των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς και την πραγματική (συνολική) χρήση της ικανότητας διασύνδεσης των δικτύων, ενώ παράλληλα επιλύει προβλήματα άδικης, άνισης ή αναποτελεσματικής πρόσβασης πέραν των εθνικών συνόρων.
12. Ο Οργανισμός δύναται να επιβάλει αποτελεσματικές κυρώσεις, εάν δεν εξαλειφθούν τα εμπόδια στο διασυνοριακό εμπόριο.
13. Ο Οργανισμός έχει την εξουσία και το καθήκον να λαμβάνει δεσμευτικές αποφάσεις για όλα τα θέματα που αφορούν την πρόσβαση και χρήση συνδεδεμένων συστημάτων μεταφοράς στο οποίο συμμετέχουν περισσότερα του ενός κράτη μέλη, εάν οι αρμόδιες εθνικές ρυθμιστικές αρχές δεν έχουν καταλήξει σε κοινή συμφωνία.
Άρθρο 7
Καθήκοντα σχετικά με τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές
1. Ο Οργανισμός εκδίδει ατομικές αποφάσεις σχετικά με τεχνικά ζητήματα, εφόσον αυτές προβλέπονται σε κατευθυντήριες γραμμές που έχουν καταρτιστεί κατ' εφαρμογή της οδηγίας 2003/54/ΕΚ, της οδηγίας 2003/55/ΕΚ, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1228/2003 ή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1775/2005.
2. Ο Οργανισμός δύναται, σύμφωνα με το οικείο πρόγραμμα εργασιών ή κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής, να εκδίδει μη δεσμευτικές κατευθυντήριες γραμμές για να συνδράμει τις ρυθμιστικές αρχές και τους παράγοντες της αγοράς στην ανταλλαγή ορθών πρακτικών.
3. Ο Οργανισμός εξασφαλίζει τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών ρυθμιστικών αρχών ▐ σε κοινοτικό και περιφερειακό επίπεδο. Εφόσον ο Οργανισμός κρίνει ότι απαιτούνται δεσμευτικοί κανόνες για τη συνεργασία αυτή, διατυπώνει κατάλληλες συστάσεις προς την Επιτροπή.
4. Κατόπιν αιτήματος οποιασδήποτε εθνικής ρυθμιστικής αρχής ▐, ο Οργανισμός γνωμοδοτεί σχετικά με τη συμφωνία μιας απόφασης που ελήφθη από ρυθμιστική αρχή με τις κατευθυντήριες γραμμές που αναφέρονται στην οδηγία 2003/54/ΕΚ, στην οδηγία 2003/55/ΕΚ, στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1228/2003 ή στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1775/2005 και το σύνολο της κοινοτικής νομοθεσίας που καθορίζει την ενεργειακή πολιτική της Κοινότητας .
5. Εάν η εθνική ρυθμιστική αρχή δεν συμμορφωθεί με την αναφερόμενη στην παράγραφο 4 γνωμοδότηση του Οργανισμού εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία παραλαβής της, ο Οργανισμός ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή και την κυβέρνηση του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους .
6. Εάν, σε συγκεκριμένη περίπτωση, μια εθνική ρυθμιστική αρχή αντιμετωπίζει δυσκολίες όσον αφορά την εφαρμογή των κατευθυντήριων γραμμών που αναφέρονται στην οδηγία 2003/54/ΕΚ, στην οδηγία 2003/55/ΕΚ, στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1228/2003 ή στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1775/2005, δύναται να ζητήσει γνωμοδότηση από τον Οργανισμό. Ο Οργανισμός γνωμοδοτεί εντός δύο μηνών .
7. Ο Οργανισμός αποφασίζει σχετικά με το ρυθμιστικό καθεστώς της υποδομής η οποία συνδέει τουλάχιστον δύο κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 22δ, παράγραφος 3, της οδηγίας 2003/54/ΕΚ και το άρθρο 24δ, παράγραφος 3, της οδηγίας 2003/55/ΕΚ.
8. Ο Οργανισμός παρακολουθεί τις εξελίξεις στις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, ιδιαίτερα την πρόσβαση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο δίκτυο, διασφαλίζοντας τη θετική συγκριτική αξιολόγηση των εθνικών κανόνων σχετικά με την πρόσβαση στο δίκτυο και διευκολύνοντας την πρόσβαση αυτή σε άλλα κράτη μέλη.
Άρθρο 8
Λοιπά καθήκοντα
1. Ο Οργανισμός δύναται να εγκρίνει εξαιρέσεις, όπως προβλέπεται στο άρθρο 7, παράγραφος 4, στοιχείο α), του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1228/2003. Δύναται επίσης να εγκρίνει εξαιρέσεις, όπως προβλέπεται στο άρθρο 22, παράγραφος 3, στοιχείο α), της οδηγίας 2003/55/ΕΚ, εφόσον η σχετική υποδομή βρίσκεται στην επικράτεια περισσότερων του ενός κρατών μελών.
Στην περίπτωση που ο Οργανισμός δεν εγκρίνει απόφαση σε σχέση με αίτηση εξαίρεσης δυνάμει της παρούσας παραγράφου εντός τριών μηνών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, την απόφαση λαμβάνει αντ' αυτού η Επιτροπή.
2. Ο Οργανισμός προτείνει ανεξάρτητο διαχειριστή συστήματος σύμφωνα με το άρθρο 10, παράγραφος 4, της οδηγίας 2003/54/ΕΚ και το άρθρο 9, παράγραφος 4, της οδηγίας 2003/55/ΕΚ.
3. Ο Οργανισμός προωθεί την υλοποίηση των προσανατολισμών σχετικά με τα διευρωπαϊκά δίκτυα στον τομέα της ενέργειας, όπως καθορίζονται στην απόφαση αριθ. 1364/2006/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Σεπτεμβρίου 2006, για καθορισμό προσανατολισμών σχετικά με τα διευρωπαϊκά δίκτυα στον τομέα της ενέργειας (10).
Συγκεκριμένα, ο Οργανισμός λαμβάνει υπόψη τους εν λόγω προσανατολισμούς κατά την έγκριση των δεκαετών επενδυτικών προγραμμάτων σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 3.
4. Ο Οργανισμός αναλαμβάνει, κατόπιν αιτήσεως της Επιτροπής, ειδικά επιπρόσθετα καθήκοντα που έχουν σχέση με τον στόχο του.
Άρθρο 9
Αποθήκευση ενέργειας και διαχείριση κρίσεων
1. Κατά τη δημοσίευση της ετήσιας έκθεσής του, ο Οργανισμός καταγράφει τις ανάγκες της ΕΕ σε επίπεδο αποθήκευσης τόσο για συγκυριακούς λόγους όσο και για λόγους ασφάλειας και δίδει κατευθύνσεις στον τομέα των παραγωγικών επενδύσεων και υποδομής μεταφοράς.
2. Ο Οργανισμός συντονίζει σε κοινοτικό επίπεδο τους εθνικούς μηχανισμούς διαχείρισης ενεργειακών κρίσεων.
3. Ο Οργανισμός συντονίζει τις επικοινωνίες μεταξύ διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς της ΕΕ και διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς τρίτων χωρών.
Άρθρο 10
Διαβουλεύσεις και διαφάνεια
1. Ο Οργανισμός, πριν εγκρίνει οιαδήποτε μέτρα, διαβουλεύεται επισήμως με τους συντελεστές της αγοράς, τους καταναλωτές και τους τελικούς χρήστες, με ανοικτό και διαφανή τρόπο, ιδίως σε ό,τι αφορά τα καθήκοντά του για τη συνεργασία των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς.
Ο Οργανισμός, κατά περίπτωση, παρέχει στα ενδιαφερόμενα μέρη εύλογη δυνατότητα να διατυπώνουν τις παρατηρήσεις τους επί των προτεινόμενων μέτρων και δημοσιεύει τα αποτελέσματα της διαδικασίας διαβουλεύσεων.
2. Ο Οργανισμός διεξάγει τις δραστηριότητές του υπό συνθήκες μεγάλης διαφάνειας.
3. Ο Οργανισμός μεριμνά ώστε να παρέχονται στο κοινό και σε κάθε ενδιαφερόμενο μέρος αντικειμενικές, αξιόπιστες και εύκολα προσβάσιμες πληροφορίες, ιδίως όσον αφορά τα αποτελέσματα των εργασιών του, οσάκις ενδείκνυται.
4. Ο Οργανισμός θεσπίζει στον εσωτερικό κανονισμό του τα πρακτικά μέτρα εφαρμογής των απαιτήσεων περί διαφάνειας που εμφαίνονται στις παραγράφους 2 και 3.
5. Ο Οργανισμός δημοσιεύει στην δική του ιστοθέση, τουλάχιστον την ημερήσια διάταξη, το έγγραφο βάσης και τα πρακτικά των συνεδριάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου, του Ρυθμιστικού Συμβουλίου και του Συμβουλίου Προσφυγών.
Άρθρο 11
Παρακολούθηση και υποβολή εκθέσεων στον τομέα της ενέργειας
1. Ο Οργανισμός παρακολουθεί τις εξελίξεις στις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, και ιδιαίτερα τις λιανικές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, καθώς και το σεβασμό των δικαιωμάτων των καταναλωτών όπως ορίζονται στην οδηγία 2003/55/ΕΚ και την οδηγία 2003/54/ΕΚ.
2. Ο Οργανισμός δημοσιεύει ετήσια έκθεση για τις εξελίξεις στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, περιλαμβανομένων των ζητημάτων που αφορούν τους καταναλωτές, στην οποία προσδιορίζει τους εναπομένοντες φραγμούς στην ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς ενέργειας.
3. Κατά τη δημοσίευση της ετήσιας έκθεσής του ο Οργανισμός μπορεί να υποβάλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στην Επιτροπή γνωμοδότηση για τα μέτρα που θα μπορούσαν να ληφθούν ώστε να αρθούν οι φραγμοί που αναφέρονται στην παράγραφο 2.
Άρθρο 12
Επιτήρηση, εκτέλεση και κυρώσεις
1. Ο Οργανισμός, μετά από διαβούλευση με την Επιτροπή, δύναται να επιβάλει οικονομικές κυρώσεις στους διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς που δεν εκπληρώνουν τις αντίστοιχες υποχρεώσεις τους σύμφωνα με το άρθρο 7 ή δεν παρέχουν τις πληροφορίες που ζητεί ο Οργανισμός για την εκτέλεση των καθηκόντων του. Οι κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.
2. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, σε συνεργασία με τον Οργανισμό, είναι υπεύθυνες για τον έλεγχο της συμμόρφωσης των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς προς τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.
3. Όταν επιβάλλονται κυρώσεις δυνάμει του παρόντος άρθρου, η αρχή δημοσιεύει τις επωνυμίες των εμπλεκομένων διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς, τα ποσά των οικονομικών κυρώσεων και τους λόγους για τους οποίους επεβλήθησαν.
Άρθρο 13
Διοικητικό Συμβούλιο
1. Το Διοικητικό Συμβούλιο απαρτίζεται από έξι μέλη , εκ των οποίων δύο διορίζονται από την Επιτροπή, δύο από το Συμβούλιο και δύο από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Κανένα μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου δεν μπορεί να είναι μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Η θητεία τους είναι πενταετής και μπορεί να ανανεωθεί άπαξ.
2. Το Διοικητικό Συμβούλιο διορίζει τον πρόεδρο και τον αντιπρόεδρό του μεταξύ των μελών του. Ο αντιπρόεδρος αντικαθιστά αυτοδικαίως τον πρόεδρο, σε περίπτωση αδυναμίας του τελευταίου να ασκήσει τα καθήκοντά του. Η διάρκεια της θητείας του προέδρου και του αντιπροέδρου είναι δυόμισι έτη, με δυνατότητα ανανέωσης. Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση, η θητεία του προέδρου και του αντιπροέδρου λήγει μόλις παύσουν να είναι μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου.
3. Οι συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου συγκαλούνται από τον πρόεδρό του. Ο πρόεδρος του Ρυθμιστικού Συμβουλίου ή εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπός του από το Συμβούλιο αυτό και ο διευθυντής του Οργανισμού συμμετέχουν στις συζητήσεις χωρίς δικαίωμα ψήφου. Το Διοικητικό Συμβούλιο συνέρχεται τουλάχιστον δύο φορές ετησίως σε τακτική συνεδρίαση. Συνεδριάζει επίσης με πρωτοβουλία του προέδρου του, κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής ή κατόπιν αιτήματος του ενός τρίτου τουλάχιστον των μελών του. Το Διοικητικό Συμβούλιο δύναται να προσκαλεί στις συνεδριάσεις του ως παρατηρητή κάθε πρόσωπο με σημαίνουσα ενδεχομένως γνώμη. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου επιτρέπεται να επικουρούνται από συμβούλους ή εμπειρογνώμονες κατ' εφαρμογή του εσωτερικού του κανονισμού. Ο Οργανισμός παρέχει γραμματειακή υποστήριξη στο Διοικητικό Συμβούλιο.
4. Οι αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου λαμβάνονται με πλειοψηφία των δύο τρίτων των παρόντων μελών του , εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στον παρόντα κανονισμό ή στο καταστατικό του Οργανισμού.
5. Κάθε μέλος διαθέτει μία ψήφο. Ο εσωτερικός κανονισμός ορίζει αναλυτικότερα τους κανόνες της ψηφοφορίας, κυρίως δε τους όρους αντιπροσώπευσης μέλους από άλλο μέλος, και, εφόσον είναι αναγκαίο, τους κανόνες για την απαρτία.
6. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου αναλαμβάνουν τη δέσμευση να δρουν ανεξάρτητα και προς το δημόσιο συμφέρον. Για το σκοπό αυτό, προβαίνουν ετησίως σε γραπτή δήλωση δέσμευσης και γραπτή δήλωση συμφερόντων αναφέροντας είτε την απουσία οιωνδήποτε συμφερόντων μπορούν να θεωρηθούν επιζήμια για την ανεξαρτησία τους, είτε τυχόν άμεσα ή έμμεσα συμφέροντα που μπορούν να θεωρηθούν επιζήμια για την ανεξαρτησία τους. Αυτές οι δηλώσεις δημοσιοποιούνται.
7. Το Διοικητικό Συμβούλιο επιτελεί τα καθήκοντά του ανεξάρτητα, αντικειμενικά και προς το δημόσιο συμφέρον χωρίς να αναζητεί ή να δέχεται οιαδήποτε οδηγία από εθνικές ή περιφερειακές κυβερνήσεις.
8. Κανένα μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου δεν μπορεί να είναι μέλος του Ρυθμιστικού Συμβουλίου.
9. Το Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί να απαλλαγεί από τα καθήκοντά του ύστερα από πρόταση της Επιτροπής και απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποφασίζει με απόλυτη πλειοψηφία.
Άρθρο 14
Καθήκοντα του Διοικητικού Συμβουλίου
1. Το Διοικητικό Συμβούλιο διορίζει τον διευθυντή σύμφωνα με το άρθρο 18, παράγραφος 2, με τη σύμφωνη γνώμη του Ρυθμιστικού Συμβουλίου και κατόπιν ψήφου έγκρισης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου .
▐
2. Το Διοικητικό Συμβούλιο διορίζει τα μέλη του Συμβουλίου Προσφυγών σύμφωνα με το άρθρο 20, παράγραφος 1.
3. Πριν από τις 30 Σεπτεμβρίου κάθε έτους, το Διοικητικό Συμβούλιο, αφού ζητήσει τη γνώμη ║ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Επιτροπής και με την έγκριση του Ρυθμιστικού Συμβουλίου σύμφωνα με το άρθρο 12, παράγραφος 3, εγκρίνει το πρόγραμμα εργασιών του Οργανισμού για το επόμενο έτος και το διαβιβάζει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή. Το πρόγραμμα εργασιών εγκρίνεται με την επιφύλαξη της ετήσιας διαδικασίας του προϋπολογισμού και δημοσιοποιείται.
4. Το Διοικητικό Συμβούλιο ασκεί τις δημοσιονομικές αρμοδιότητες του σύμφωνα με τα άρθρα 23 έως 26.
5. Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφασίζει, με τη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής, σχετικά με την αποδοχή κληροδοτημάτων, δωρεών ή επιχορηγήσεων από άλλες κοινοτικές πηγές.
6. Το Διοικητικό Συμβούλιο ασκεί πειθαρχική εξουσία επί του διευθυντή μετά από διαβουλεύσεις με το Ρυθμιστικό Συμβούλιο .
7. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μπορεί να καλεί οποιοδήποτε μέλος (ή μέλη) του Διοικητικού Συμβουλίου να προβεί σε δήλωση ενώπιον της αρμόδιας επιτροπής του και να απαντήσει σε ερωτήσεις των μελών της επιτροπής αυτής.
8. Εφόσον είναι αναγκαίο, το Διοικητικό Συμβούλιο χαράσσει την πολιτική για το προσωπικό του Οργανισμού σύμφωνα με το άρθρο 30, παράγραφος 2.
9. Το Διοικητικό Συμβούλιο θεσπίζει τις ειδικές διατάξεις για την άσκηση του δικαιώματος πρόσβασης στα έγγραφα του Οργανισμού, σύμφωνα με το άρθρο 32.
10. Το Διοικητικό Συμβούλιο εγκρίνει την ετήσια έκθεση σχετικά με τις δραστηριότητες του Οργανισμού, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 19, παράγραφος 9, και την ετήσια έκθεση σχετικά με τις εξελίξεις στις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου , όπως αναφέρεται στο άρθρο 11, παράγραφος 2. Ο Οργανισμός διαβιβάζει τις ετήσιες εκθέσεις , το αργότερο έως τις 15 Απριλίου , στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, την Επιτροπή των Περιφερειών και το Ελεγκτικό Συνέδριο. Η ║ έκθεση σχετικά με τις δραστηριότητες του Οργανισμού περιλαμβάνει ║ ανεξάρτητη ενότητα, εγκεκριμένη από το Ρυθμιστικό Συμβούλιο, η οποία αφορά τις ρυθμιστικές δραστηριότητες του Οργανισμού κατά το υπό εξέταση έτος. Τα προαναφερθέντα κοινοτικά θεσμικά όργανα χορηγούν ή αρνούνται να χορηγήσουν απαλλαγή στον Οργανισμό όσον αφορά την υλοποίηση της πολιτικής της Ένωσης στον ενεργειακό τομέα, στον τομέα της εσωτερικής αγοράς ενέργειας και του ανταγωνισμού. Το Κοινοβούλιο διατυπώνει συστάσεις για το πρόγραμμα εργασίας που προβλέπεται στο άρθρο 10, παράγραφος 4.
11. Το Διοικητικό Συμβούλιο εγκρίνει τον εσωτερικό κανονισμό του.
Άρθρο 15
Υποβολή έκθεσης από το Διοικητικό Συμβούλιο
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο δύνανται να ζητήσουν από το Διοικητικό Συμβούλιο να υποβάλει έκθεση των πεπραγμένων του.
Άρθρο 16
Ρυθμιστικό Συμβούλιο
1. Το Ρυθμιστικό Συμβούλιο απαρτίζεται από έναν εκπρόσωπο ανά κράτος μέλος από τους επικεφαλής των εθνικών ρυθμιστικών αρχών των κρατών μελών ή τους εκπροσώπους τους σύμφωνα με το άρθρο 22α της οδηγίας 2003/54/ΕΚ και στο άρθρο 24α της οδηγίας 2003/55/ΕΚ ║ καθώς και από έναν αντιπρόσωπο της Επιτροπής, χωρίς δικαίωμα ψήφου. Μόνον ένας εκπρόσωπος ανά κράτος μέλος από την εθνική ρυθμιστική αρχή γίνεται δεκτός στο Ρυθμιστικό Συμβούλιο. Κάθε ρυθμιστική αρχή είναι υπεύθυνη για τον ορισμό αναπληρωτή από το παρόν προσωπικό της εθνικής ρυθμιστικής αρχής.
2. Το Ρυθμιστικό Συμβούλιο εκλέγει πρόεδρο και αντιπρόεδρο μεταξύ των μελών του. Ο αντιπρόεδρος αντικαθιστά αυτοδικαίως τον πρόεδρο, σε περίπτωση αδυναμίας του τελευταίου να ασκήσει τα καθήκοντά του. Η διάρκεια της θητείας του προέδρου και του αντιπροέδρου είναι δυόμισι έτη, με δυνατότητα ανανέωσης. Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση, η θητεία του προέδρου και του αντιπροέδρου λήγει μόλις παύσουν να είναι μέλη του Ρυθμιστικού Συμβουλίου.
3. Το Ρυθμιστικό Συμβούλιο αποφασίζει με πλειοψηφία των δύο τρίτων των παρόντων μελών του. Κάθε μέλος ή αναπληρωτής διαθέτει μία ψήφο.
4. Το Ρυθμιστικό Συμβούλιο εγκρίνει τον εσωτερικό κανονισμό του. Ο εσωτερικός κανονισμός ορίζει αναλυτικότερα τους κανόνες της ψηφοφορίας, κυρίως δε τους όρους αντιπροσώπευσης μέλους από άλλο μέλος, και, εφόσον είναι αναγκαίο, τους κανόνες για την απαρτία. Ο εσωτερικός κανονισμός μπορεί να προβλέπει ειδικές μεθόδους εργασίας για την εξέταση θεμάτων που ανακύπτουν στο πλαίσιο των πρωτοβουλιών περιφερειακής συνεργασίας.
5. Κατά την άσκηση των καθηκόντων που του ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό, το Ρυθμιστικό Συμβούλιο ενεργεί ανεξάρτητα και δεν ζητεί ούτε δέχεται οδηγίες από καμία κυβέρνηση κράτους μέλους και καμία δημόσια ή ιδιωτική επιχείρηση.║
6. Ο Οργανισμός παρέχει γραμματειακή υποστήριξη στο Ρυθμιστικό Συμβούλιο.
7. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο μπορούν να καλούν τον Πρόεδρο του Ρυθμιστικού Συμβουλίου να υποβάλει έκθεση των πεπραγμένων του.
Άρθρο 17
Καθήκοντα του Ρυθμιστικού Συμβουλίου
1. Το Ρυθμιστικό Συμβούλιο παρέχει τη σύμφωνη γνώμη του προς τον Διευθυντή, πριν εκδοθούν οι γνώμες, συστάσεις και αποφάσεις που αναφέρονται στα άρθρα 5 έως 11 σύμφωνα με το άρθρο 19, παράγραφος 3. Επιπλέον, το Ρυθμιστικό Συμβούλιο, στο πεδίο της αρμοδιότητάς του, παρέχει καθοδήγηση στον διευθυντή κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του τελευταίου. Ο Διευθυντής εκτελεί τα καθήκοντά του σύμφωνα με τις αποφάσεις του Ρυθμιστικού Συμβουλίου που είναι το μόνον όργανο λήψης αποφάσεων του Οργανισμού σχετικά με τον κανονισμό για την αγορά ενέργειας.
2. Το Ρυθμιστικό Συμβούλιο παρέχει τη σύμφωνη γνώμη του σχετικά με τον υποψήφιο διευθυντή, σύμφωνα με το άρθρο 14, παράγραφος 1, και το άρθρο 18, παράγραφος 2. Λαμβάνει τη σχετική απόφαση με πλειοψηφία των τριών τετάρτων των μελών του.
3. Βάσει του άρθρου 14, παράγραφος 3, και του άρθρου 19, παράγραφος 7, και σύμφωνα με το σχέδιο προϋπολογισμού που καταρτίζεται βάσει του άρθρου 25, παράγραφος 1, το Ρυθμιστικό Συμβούλιο εγκρίνει το πρόγραμμα εργασιών του Οργανισμού για το επόμενο έτος και το υποβάλλει στο Διοικητικό Συμβούλιο, πριν από την 1η Σεπτεμβρίου, προς έγκριση.
4. Το Ρυθμιστικό Συμβούλιο εγκρίνει τη σχετική με τις ρυθμιστικές δραστηριότητες ανεξάρτητη ενότητα της ετήσιας έκθεσης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 14, παράγραφος 10, και στο άρθρο 19, παράγραφος 9.
5. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μπορεί να καλεί οποιοδήποτε μέλος (ή μέλη) του Ρυθμιστικού Συμβουλίου να προβεί σε δήλωση ενώπιον της αρμόδιας επιτροπής του και να απαντήσει σε ερωτήσεις των μελών της επιτροπής αυτής.
Άρθρο 18
Διευθυντής
1. Ο Οργανισμός διοικείται από τον διευθυντή του, ο οποίος ενεργεί σύμφωνα με τις αποφάσεις που εγκρίνει το Ρυθμιστικό Συμβούλιο. Με την επιφύλαξη των εξουσιών της Επιτροπής, του Διοικητικού Συμβουλίου και του Ρυθμιστικού Συμβουλίου, ο διευθυντής δεν ζητεί ούτε δέχεται οδηγίες από καμία κυβέρνηση και κανέναν φορέα.║
2. Ο διευθυντής διορίζεται από το Διοικητικό Συμβούλιο αφού ζητηθεί η σύμφωνη γνώμη του Ρυθμιστικού Συμβουλίου με κριτήρια την αξία του, καθώς και τις δεξιότητες και την πείρα του στον τομέα της ενέργειας, από πίνακα δύο τουλάχιστον υποψηφίων, τους οποίους προτείνει η Επιτροπή μετά από πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος. Πριν διοριστεί, ο επιλεγόμενος από το Διοικητικό Συμβούλιο υποψήφιος καλείται να προβεί σε δήλωση ενώπιον της αρμόδιας επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και να απαντήσει σε ερωτήσεις των μελών της και υπόκειται σε ψήφο έγκρισης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου .
3. Η θητεία του διευθυντή είναι πενταετής. Κατά τη διάρκεια των 9 μηνών που προηγούνται της λήξης αυτής της περιόδου, η Επιτροπή διενεργεί αξιολόγηση. Στην αξιολόγηση η Επιτροπή εξετάζει κυρίως τα εξής :
α) |
τις επιδόσεις του διευθυντή, και |
β) |
τα καθήκοντα και τις ανάγκες του Οργανισμού κατά τα επόμενα έτη. |
4. Μετά από πρόταση της Επιτροπής, στην οποία λαμβάνεται υπόψη η έκθεση αξιολόγησης, αφού διεξαγάγει διαβούλευση με το Ρυθμιστικό Συμβούλιο και λάβει πλήρως υπόψη του τη γνώμη που αυτό διατυπώνει , και μόνο εφόσον δικαιολογείται από τα καθήκοντα και τις ανάγκες του Οργανισμού, το Διοικητικό Συμβούλιο δύναται να παρατείνει τη θητεία του διευθυντή άπαξ, για μέγιστο διάστημα τριών ετών.
5. Το διοικητικό συμβούλιο γνωστοποιεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο την πρόθεσή του να παρατείνει τη θητεία του διευθυντή. Εντός μηνός πριν από την παράταση της θητείας του, ο διευθυντής είναι δυνατόν να κληθεί να προβεί σε δήλωση ενώπιον της αρμόδιας επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και να απαντήσει σε ερωτήσεις των μελών της. Η ανανέωση της θητείας του διευθυντή υπόκειται σε ψήφο έγκρισης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
6. Εάν δεν παραταθεί η θητεία του, ο διευθυντής εξακολουθεί να ασκεί τα καθήκοντά του μέχρι να διοριστεί ο αντικαταστάτης του.
7. Ο διευθυντής είναι δυνατόν να απαλλαγεί από τα καθήκοντά του μόνον με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, η οποία λαμβάνεται αφού το Ρυθμιστικό Συμβούλιο διατυπώσει τη σύμφωνη γνώμη του . Το Διοικητικό Συμβούλιο λαμβάνει τη σχετική απόφαση με πλειοψηφία των δύο τρίτων των μελών του.
8. Επιπροσθέτως της απαίτησης που ορίζεται στο άρθρο 14, παράγραφος 10, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο δύνανται να ζητήσουν από τον διευθυντή να υποβάλει έκθεση των πεπραγμένων του.
Άρθρο 19
Καθήκοντα του διευθυντή
1. Ο διευθυντής είναι υπεύθυνος για την εκπροσώπηση του Οργανισμού και είναι επιφορτισμένος με τη διοίκησή του.
2. Ο διευθυντής προετοιμάζει τις εργασίες του Διοικητικού Συμβουλίου. Συμμετέχει στις εργασίες του Διοικητικού Συμβουλίου, χωρίς δικαίωμα ψήφου.
3. Ο διευθυντής εκδίδει τις γνώμες, συστάσεις και αποφάσεις που αναφέρονται στα άρθρα 5 έως 11, με τη συγκατάθεση του Ρυθμιστικού Συμβουλίου.
4. Ο διευθυντής είναι υπεύθυνος για την υλοποίηση του ετήσιου προγράμματος εργασιών του Οργανισμού, υπό την καθοδήγηση του Ρυθμιστικού Συμβουλίου και υπό τον διοικητικό έλεγχο του Διοικητικού Συμβουλίου.
5. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μπορεί να καλεί τον διευθυντή να προβεί σε δήλωση ενώπιον της αρμόδιας επιτροπής του και να απαντήσει σε ερωτήσεις των μελών της επιτροπής αυτής.
6. Ο διευθυντής λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα, κυρίως δε, εκδίδει εσωτερικές διοικητικές εγκυκλίους και δημοσιεύει ανακοινώσεις, για να διασφαλίζεται η λειτουργία του Οργανισμού σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.
7. Κάθε έτος ο διευθυντής καταρτίζει σχέδιο προγράμματος εργασιών του Οργανισμού για το επόμενο έτος και το υποβάλλει στο Ρυθμιστικό Συμβούλιο , το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στην Επιτροπή πριν από τις 30 Ιουνίου του έτους.
8. Ο διευθυντής προβαίνει σε εκτίμηση των εσόδων και των δαπανών του Οργανισμού, σύμφωνα με το άρθρο 30 και εκτελεί τον προϋπολογισμό του Οργανισμού σύμφωνα με το άρθρο 26.
9. Κάθε έτος ο διευθυντής συντάσσει σχέδιο ετήσιας έκθεσης, η οποία περιλαμβάνει μία ενότητα για τις ρυθμιστικές δραστηριότητες του Οργανισμού και μία για τα οικονομικά και διοικητικά θέματα.
10. Σε σχέση με το προσωπικό του Οργανισμού, ο διευθυντής ασκεί τις εξουσίες που προβλέπονται στο άρθρο 30, παράγραφος 3.
Άρθρο 20
Συμβούλιο Προσφυγών
1. Το Συμβούλιο Προσφυγών απαρτίζεται από έξι μέλη και έξι αναπληρωτές που επιλέγονται μεταξύ εν ενεργεία ή πρώην ανώτατων υπαλλήλων των εθνικών ρυθμιστικών αρχών, των αρχών ανταγωνισμού ή άλλων εθνικών ή κοινοτικών θεσμικών οργάνων με κατάλληλη πείρα στον τομέα της ενέργειας. Το Συμβούλιο Προσφυγών ορίζει τον πρόεδρό του. Οι αποφάσεις του Συμβουλίου Προσφυγών λαμβάνονται με ειδική πλειοψηφία τουλάχιστον τεσσάρων από τα έξι μέλη του. Το Συμβούλιο Προσφυγών συγκαλείται όποτε είναι αναγκαίο.
2. Τα μέλη του Συμβουλίου Προσφυγών διορίζονται από το Διοικητικό Συμβούλιο, βάσει πρότασης της Επιτροπής, μετά από δημόσια πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος, και κατόπιν διαβούλευσης με το Ρυθμιστικό Συμβούλιο. Πριν ορισθούν, οι υποψήφιοι που επιλέγονται από το Διοικητικό Συμβούλιο προβαίνουν σε δήλωση ενώπιον της αρμόδιας επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και απαντούν σε ερωτήσεις που θέτουν τα μέλη της.
3. Η θητεία των μελών του Συμβουλίου Προσφυγών είναι πενταετής και ανανεώσιμη. Τα μέλη του Συμβουλίου Προσφυγών λαμβάνουν τις αποφάσεις τους ανεξάρτητα και δεν δεσμεύονται από υποδείξεις. Δεν επιτρέπεται να ασκούν άλλα καθήκοντα στον Οργανισμό ή στο οικείο Διοικητικό ή Ρυθμιστικό Συμβούλιο. Μέλος του Συμβουλίου Προσφυγών δεν είναι δυνατόν να εκπέσει από την ιδιότητά του αυτή κατά τη διάρκεια της θητείας του, εκτός εάν κριθεί ότι έχει υποπέσει σε βαρύ παράπτωμα και το Διοικητικό Συμβούλιο εκδώσει απόφαση έκπτωσης, κατόπιν διαβούλευσης με το Ρυθμιστικό Συμβούλιο.
4. Τα μέλη του Συμβουλίου Προσφυγών δεν επιτρέπεται να συμμετέχουν σε διαδικασία προσφυγής, εάν έχουν οποιοδήποτε προσωπικό συμφέρον σε αυτήν ή εάν διετέλεσαν στο παρελθόν εκπρόσωποι ενός εκ των διαδίκων ή εάν συμμετείχαν στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης.
5. Εάν, για κάποιον από τους λόγους που αναφέρονται στην παράγραφο 4 ή για οποιονδήποτε άλλο λόγο, ένα μέλος του Συμβουλίου Προσφυγών θεωρεί ότι ένα άλλο μέλος δεν πρέπει να συμμετάσχει σε διαδικασία προσφυγής, το πρώτο μέλος ενημερώνει σχετικά το Συμβούλιο Προσφυγών. Κάθε διάδικος δύναται να υποβάλει αίτηση εξαίρεσης μελών του Συμβουλίου Προσφυγών για οποιονδήποτε από τους λόγους που αναφέρονται στην παράγραφο 4 ή εάν υπάρχουν υπόνοιες μεροληψίας. Η αίτηση εξαίρεσης δεν μπορεί να στηρίζεται στην ιθαγένεια των μελών και δεν είναι παραδεκτή εάν ο διάδικος, μολονότι γνώριζε τον λόγο εξαίρεσης, προέβη σε διαδικαστική πράξη.
6. Το Συμβούλιο Προσφυγών αποφασίζει σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν στις περιπτώσεις που προσδιορίζονται στις παραγράφους 4 και 5, χωρίς τη συμμετοχή του οικείου μέλους. Για τη λήψη της απόφασης αυτής, το οικείο μέλος αντικαθίσταται στο Συμβούλιο Προσφυγών από τον αναπληρωτή του, εκτός εάν και ο αναπληρωτής εμπίπτει στις εν λόγω περιπτώσεις. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, ο πρόεδρος διορίζει αντικαταστάτη μεταξύ των διαθέσιμων αναπληρωτών.
7. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μπορεί να καλεί οποιοδήποτε μέλος (ή μέλη) του Συμβουλίου Προσφυγών να προβεί σε δήλωση ενώπιον της αρμόδιας επιτροπής του και να απαντήσει σε ερωτήσεις των μελών της επιτροπής αυτής.
Άρθρο 21
Προσφυγές
1. Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο δύναται να προσβάλει απόφαση που αναφέρεται στα άρθρα 7 ή 8 και απευθύνεται σε αυτό ή απόφαση η οποία, παρότι έχει τον τύπο απόφασης που απευθύνεται σε άλλο πρόσωπο, αφορά άμεσα και προσωπικά το συγκεκριμένο πρόσωπο.
2. Η προσφυγή, μαζί με το υπόμνημα στο οποίο εκτίθενται οι λόγοι υποβολής της, υποβάλλεται εγγράφως στον Οργανισμό εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση της απόφασης στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο ή, απουσία κοινοποίησης, από την ημέρα δημοσίευσης της απόφασης του Οργανισμού. Τα Συμβούλιο Προσφυγών αποφασίζει σχετικά με την προσφυγή εντός δύο μηνών από την υποβολή της.
3. Προσφυγή που ασκείται δυνάμει της παραγράφου 1 δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα. Ωστόσο, εφόσον θεωρεί ότι το επιβάλλουν οι περιστάσεις, το Συμβούλιο Προσφυγών δύναται να αναστείλει την εκτέλεση της προσβαλλόμενης απόφασης.
4. Εάν η προσφυγή είναι παραδεκτή, το Συμβούλιο Προσφυγών εξετάζει κατά πόσον είναι βάσιμη. Καλεί, όσο συχνά απαιτείται, τους διαδίκους να καταθέσουν παρατηρήσεις σχετικά με κοινοποιήσεις που εκδίδει το ίδιο ή σχετικά με ανακοινώσεις εκ μέρους των άλλων διαδίκων, εντός καθορισμένων προθεσμιών. Οι διάδικοι έχουν το δικαίωμα να προβούν σε προφορική παρουσίαση.
5. Υπό τους όρους του παρόντος άρθρου, το Συμβούλιο Προσφυγών δύναται να ασκεί κάθε εξουσία που εμπίπτει στην αρμοδιότητα του Οργανισμού ή να παραπέμπει την υπόθεση στο αρμόδιο όργανο του Οργανισμού. Το τελευταίο δεσμεύεται από την απόφαση του Συμβουλίου Προσφυγών.
6. Το Συμβούλιο Προσφυγών εγκρίνει τον εσωτερικό κανονισμό του.
Άρθρο 22
Προσφυγές ενώπιον του Πρωτοδικείου και του Δικαστηρίου
1. Είναι δυνατόν να ασκηθεί προσφυγή ενώπιον του Πρωτοδικείου ή του Δικαστηρίου κατά αποφάσεων του Συμβουλίου Προσφυγών ή, στις περιπτώσεις που αυτό είναι αναρμόδιο, αποφάσεων του Οργανισμού, σύμφωνα με το άρθρο 230 της Συνθήκης.
2. Εάν ο Οργανισμός δεν λάβει μια απόφαση, είναι δυνατόν να ασκηθεί προσφυγή για παράλειψη ενώπιον του Πρωτοδικείου ή του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το άρθρο 232 της Συνθήκης.
3. Ο Οργανισμός οφείλει να λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα, ώστε να συμμορφώνεται με τις αποφάσεις του Πρωτοδικείου ή του Δικαστηρίου.
Άρθρο 23
Προϋπολογισμός του Οργανισμού
1. ║Τα έσοδα του Οργανισμού περιλαμβάνουν:
α) |
επιδότηση από την Κοινότητα, εγγεγραμμένη στο κατάλληλο κεφάλαιο του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο τμήμα που αφορά την Επιτροπή), όπως αποφασίσθηκε από την αρχή του προϋπολογισμού, σύμφωνα με το σημείο 47 της διοργανικής συμφωνίας |
β) |
τα τέλη που καταβάλλονται στον Οργανισμό κατ' εφαρμογή του άρθρου 24· |
γ) |
χρηματικές εισφορές από εκάστη των εθνικών ρυθμιστικών αρχών , από έκαστο κράτος μέλος· |
δ) |
οιεσδήποτε εναλλακτικές μεθόδους χρηματοδότησης προτείνονται, συγκεκριμένα μέσω της επιβολής επιβάρυνσης στις ροές ηλεκτρικής ενεργείας και φυσικού αερίου· και |
ε) |
τυχόν κληροδοτήματα, δωρεές ή επιχορηγήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 14, παράγραφος 5· |
Το Ρυθμιστικό Συμβούλιο εγκρίνει έως τις … (11) το ύψος της χρηματικής εισφοράς στην οποία προβαίνει έκαστο κράτος μέλος δυνάμει του άρθρου 18, παράγραφος 1, στοιχείο γ).
2. Τα έξοδα καλύπτουν τις δαπάνες προσωπικού, τα διοικητικά έξοδα και τις δαπάνες υποδομής και λειτουργίας.
3. Τα έσοδα και τα έξοδα ισοσκελίζονται.
4. Όλα τα έσοδα και τα έξοδα του Οργανισμού αποτελούν αντικείμενο προβλέψεων για κάθε οικονομικό έτος, το οποίο συμπίπτει με το ημερολογιακό έτος, και εγγράφονται στον προϋπολογισμό του.
Άρθρο 24
Τέλη
1. Όταν υποβάλλεται αίτηση έκδοσης απόφασης εξαίρεσης κατ' εφαρμογή του άρθρου 8, παράγραφος 1, καταβάλλονται στον Οργανισμό τέλη, ή έκδοσης ειδικής συμβουλής, συστάσεων, αποφάσεων ή παρακολούθησης καθηκόντων σε σχέση με το ευρωπαϊκό δίκτυο διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου .
2. Το ύψος των προαναφερόμενων τελών καθορίζεται από την Επιτροπή.
Άρθρο 25
Κατάρτιση του προϋπολογισμού
1. Το αργότερο έως τις 15 Φεβρουαρίου κάθε έτους, ο διευθυντής καταρτίζει προσχέδιο προϋπολογισμού, το οποίο καλύπτει τις δαπάνες λειτουργίας και το πρόγραμμα εργασιών που προβλέπονται για το επόμενο οικονομικό έτος, και διαβιβάζει το εν λόγω προσχέδιο προϋπολογισμού στο Διοικητικό Συμβούλιο, συνοδευόμενο από πίνακα προσωρινών θέσεων προσωπικού. Κάθε έτος, βάσει του προσχεδίου που καταρτίζεται από τον διευθυντή, το Διοικητικό Συμβούλιο προβαίνει σε εκτίμηση των εσόδων και των εξόδων του Οργανισμού για το επόμενο οικονομικό έτος. Η εκτίμηση αυτή, που περιλαμβάνει και σχέδιο οργανογράμματος, διαβιβάζεται από το διοικητικό συμβούλιο στην Επιτροπή το αργότερο έως τις 31 Μαρτίου. Πριν από την έγκριση της εκτίμησης, το προσχέδιο που έχει καταρτιστεί από τον διευθυντή διαβιβάζεται στο Ρυθμιστικό Συμβούλιο, το οποίο δύναται να εκδίδει αιτιολογημένη γνώμη σχετικά με το προσχέδιο του προϋπολογισμού.
2. Η εκτίμηση διαβιβάζεται από την Επιτροπή ║ στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή, ταυτόχρονα με το προσχέδιο του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
3. Βάσει των εκτιμήσεων, η Επιτροπή εγγράφει στο προσχέδιο του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης τις προβλέψεις που θεωρεί αναγκαίες σε σχέση με το οργανόγραμμα και το ποσό της επιχορήγησης που θα καταλογιστεί στον γενικό προϋπολογισμό σύμφωνα με το άρθρο 272 της Συνθήκης.
4. Η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εγκρίνει το οργανόγραμμα του Οργανισμού.
5. Ο προϋπολογισμός του Οργανισμού καταρτίζεται από το Διοικητικό Συμβούλιο. Καθίσταται οριστικός μετά την τελική έγκριση του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όταν είναι αναγκαίο, αναπροσαρμόζεται αναλόγως.
6. Το Διοικητικό Συμβούλιο γνωστοποιεί, χωρίς καθυστέρηση, στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή την πρόθεσή του να υλοποιήσει σχέδια τα οποία ενδέχεται να έχουν σημαντικές δημοσιονομικές επιπτώσεις στη χρηματοδότηση του προϋπολογισμού του, ειδικότερα κάθε σχέδιο που σχετίζεται με ακίνητη περιουσία, όπως μίσθωση ή αγορά κτιρίων. Το Διοικητικό Συμβούλιο ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά. Εάν οποιοδήποτε από τα σκέλη της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής προτίθεται να γνωμοδοτήσει, γνωστοποιεί την πρόθεσή του αυτή στον Οργανισμό, εντός δύο εβδομάδων από την παραλαβή των πληροφοριών που αφορούν το κτιριακό σχέδιο. Εάν δεν λάβει απάντηση, ο Οργανισμός μπορεί να προβεί στη σχεδιαζόμενη πράξη.
Άρθρο 26
Εκτέλεση και έλεγχος του προϋπολογισμού
1. Ο διευθυντής ασκεί καθήκοντα διατάκτη και εκτελεί τον προϋπολογισμό του Οργανισμού.
2. Το αργότερο έως την 1η Μαρτίου μετά τη λήξη του οικονομικού έτους, ο υπόλογος του Οργανισμού διαβιβάζει στον υπόλογο της Επιτροπής και στο Ελεγκτικό Συνέδριο τους προσωρινούς λογαριασμούς, συνοδευόμενους από την έκθεση δημοσιονομικής και οικονομικής διαχείρισης του οικονομικού έτους. Ο υπόλογος του Οργανισμού διαβιβάζει επίσης την έκθεση δημοσιονομικής και οικονομικής διαχείρισης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, το αργότερο έως τις 31 Μαρτίου του επόμενου έτους. Στη συνέχεια, ο υπόλογος της Επιτροπής ενοποιεί τους προσωρινούς λογαριασμούς των κοινοτικών θεσμικών οργάνων και των αποκεντρωμένων οργανισμών σύμφωνα με το άρθρο 128 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (12).
3. Το αργότερο έως τις 31 Μαρτίου μετά τη λήξη του οικονομικού έτους, ο υπόλογος της Επιτροπής διαβιβάζει στο Ελεγκτικό Συνέδριο τους προσωρινούς λογαριασμούς του Οργανισμού, συνοδευόμενους από την έκθεση δημοσιονομικής και οικονομικής διαχείρισης του οικονομικού έτους. Η έκθεση δημοσιονομικής και οικονομικής διαχείρισης του οικονομικού έτους διαβιβάζεται επίσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.
4. Μετά την παραλαβή των παρατηρήσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου σχετικά με τους προσωρινούς λογαριασμούς του Οργανισμού, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 129 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002, ο διευθυντής καταρτίζει υπ' ευθύνη του τους οριστικούς λογαριασμούς του Οργανισμού και τους διαβιβάζει στο Διοικητικό Συμβούλιο για γνωμοδότηση.
5. Το Διοικητικό Συμβούλιο γνωμοδοτεί σχετικά με τους οριστικούς λογαριασμούς του Οργανισμού.
6. Το αργότερο την 1η Ιουλίου μετά τη λήξη του οικονομικού έτους, ο διευθυντής διαβιβάζει τους εν λόγω οριστικούς λογαριασμούς, συνοδευόμενους από τη γνωμοδότηση του Διοικητικού Συμβουλίου, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στο Ελεγκτικό Συνέδριο.
7. Οι οριστικοί λογαριασμοί δημοσιεύονται.
8. Ο διευθυντής αποστέλλει στο Ελεγκτικό Συνέδριο απάντηση επί των παρατηρήσεων του τελευταίου, το αργότερο έως τις 15 Οκτωβρίου. Αποστέλλει επίσης αντίγραφο της απάντησης αυτής στο Διοικητικό Συμβούλιο και στην Επιτροπή.
9. Ο διευθυντής υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κατόπιν αιτήματος του τελευταίου και όπως προβλέπεται στο άρθρο 146, παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002, κάθε πληροφορία που είναι αναγκαία για την ομαλή διεξαγωγή της διαδικασίας απαλλαγής για το υπό εξέταση οικονομικό έτος.
10. Πριν από τις 15 Μαΐου του έτους N + 2, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο χορηγεί στον διευθυντή απαλλαγή για την εκτέλεση του προϋπολογισμού του οικονομικού έτους N, κατόπιν σύστασης του Συμβουλίου, το οποίο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία.
Άρθρο 27
Οικονομικοί κανόνες
Οι οικονομικοί κανόνες που ισχύουν για τον Οργανισμό καταρτίζονται από το Διοικητικό Συμβούλιο, κατόπιν διαβουλεύσεων με την Επιτροπή. Επιτρέπεται να αποκλίνουν από τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2343/2002 ║, εάν το επιβάλλουν οι ειδικές ανάγκες λειτουργίας του Οργανισμού και μόνο με προηγούμενη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής.
Άρθρο 28
Μέτρα για την καταπολέμηση της απάτης
1. Για την καταπολέμηση της απάτης, της διαφθοράς και άλλων παράνομων πράξεων, εφαρμόζονται στον Οργανισμό, χωρίς περιορισμό, οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 1999, σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) (13).
2. Ο Οργανισμός προσχωρεί στη διοργανική συμφωνία της 25ης Μαΐου 1999 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων σχετικά με τις εσωτερικές έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) (14) και θεσπίζει αμέσως τις κατάλληλες διατάξεις οι οποίες εφαρμόζονται στο σύνολο του προσωπικού του Οργανισμού.
3. Οι χρηματοδοτικές αποφάσεις, οι συμφωνίες και οι εκτελεστικές πράξεις που απορρέουν από αυτές, ορίζουν ρητά ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο και η OLAF δύνανται, εάν χρειαστεί, να διενεργήσουν επιτόπιους ελέγχους των δικαιούχων των ποσών που έχει καταβάλει ο Οργανισμός, καθώς και των μελών του προσωπικού που είναι αρμόδια για τη χορήγηση των εν λόγω ποσών.
Άρθρο 29
Προνόμια και ασυλίες
Στον Οργανισμό εφαρμόζεται το πρωτόκολλο περί προνομίων και ασυλιών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
Άρθρο 30
Προσωπικό
1. Στο προσωπικό του Οργανισμού εφαρμόζονται ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και οι κανόνες που θεσπίζονται από κοινού από τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Κοινότητας για την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού και καθεστώτος.
2. Το Διοικητικό Συμβούλιο, με τη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής, θεσπίζει τα αναγκαία εκτελεστικά μέτρα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 110 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
3. Ο Οργανισμός ασκεί, όσον αφορά το προσωπικό του, τις εξουσίες που ανατίθενται στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή από τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και στην αρμόδια για τη σύναψη συμβάσεων αρχή από το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
4. Το Διοικητικό Συμβούλιο δύναται να θεσπίζει διατάξεις που επιτρέπουν την απόσπαση εθνικών εμπειρογνωμόνων από τα κράτη μέλη στον Οργανισμό σε εξαιρετικές περιπτώσεις .
Άρθρο 31
Ευθύνη του Οργανισμού
1. Σε περίπτωση μη συμβατικής ευθύνης, ο Οργανισμός αποκαθιστά, σύμφωνα με τις κοινές στο δίκαιο των κρατών μελών γενικές αρχές, κάθε ζημία που προκαλείται από τις υπηρεσίες του ή από το προσωπικό του κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Το Δικαστήριο ║ έχει δικαιοδοσία για διαφορές οι οποίες αφορούν την αποζημίωση για τις ζημίες αυτές.
2. Η προσωπική οικονομική και πειθαρχική ευθύνη των υπαλλήλων του Οργανισμού έναντι του Οργανισμού διέπεται από τις σχετικές διατάξεις που εφαρμόζονται στο προσωπικό του Οργανισμού.
Άρθρο 32
Πρόσβαση σε έγγραφα
1. Στα έγγραφα τα οποία έχει στην κατοχή του ο Οργανισμός εφαρμόζεται ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (15).
2. Το Διοικητικό Συμβούλιο θεσπίζει τα πρακτικά μέτρα εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, εντός έξι μηνών από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος κανονισμού.
3. Κατά των αποφάσεων που λαμβάνονται από τον Οργανισμό κατ' εφαρμογή του άρθρου 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 είναι δυνατόν να υποβληθεί καταγγελία στον διαμεσολαβητή ή προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου, υπό τους όρους των άρθρων 195 και 230 της Συνθήκης, αντίστοιχα.
Άρθρο 33
Συμμετοχή τρίτων χωρών
Στον Οργανισμό μπορούν να συμμετέχουν χώρες που δεν είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και έχουν συνάψει συμφωνίες με την Κοινότητα για τον σκοπό αυτό. Βάσει των σχετικών διατάξεων των συμφωνιών αυτών, συνομολογούνται διακανονισμοί οι οποίοι προσδιορίζουν, ιδίως, τη φύση, την έκταση και τις διαδικαστικές πτυχές της συμμετοχής των χωρών αυτών στις εργασίες του Οργανισμού, συμπεριλαμβανομένων διατάξεων για τις χρηματοδοτικές συνεισφορές και το προσωπικό.
Άρθρο 34
Γλωσσικό καθεστώς
1. Στον Οργανισμό εφαρμόζονται οι διατάξεις του κανονισμού αριθ. 1 του Συμβουλίου, της 15ης Απριλίου 1958, περί καθορισμού του γλωσσικού καθεστώτος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (16).
2. Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφασίζει σχετικά με το εσωτερικό γλωσσικό καθεστώς του Οργανισμού.
3. Οι μεταφραστικές υπηρεσίες που απαιτούνται για τη λειτουργία του Οργανισμού παρέχονται από το Μεταφραστικό Κέντρο των Οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρθρο 35
Αξιολόγηση
1. Η Επιτροπή αξιολογεί τις δραστηριότητες του Οργανισμού. Η εν λόγω αξιολόγηση καλύπτει τα αποτελέσματα που επιτυγχάνει ο Οργανισμός και τις μεθόδους εργασίας του, σε σχέση με τον σκοπό, την εντολή και τα καθήκοντα που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό και στα οικεία ετήσια προγράμματα εργασιών. Η εν λόγω αξιολόγηση βασίζεται σε εκτενείς διαβουλεύσεις.
2. Η πρώτη έκθεση αξιολόγησης υποβάλλεται από την Επιτροπή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, το αργότερο τρία έτη αφότου αναλάβει καθήκοντα ο πρώτος διευθυντής. Ακολούθως, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση αξιολόγησης τουλάχιστον ανά τριετία .
Άρθρο 36
Έναρξη ισχύος και μεταβατικά μέτρα
1. Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
2. Τα άρθρα 5, έως 12 εφαρμόζονται από … (17)
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
║, [ …]
Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
Ο Πρόεδρος
Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος
(1) EE C 211 της 19.8.2008, σ. 23 .
(2) EE C 172 της 5.7.2008, σ. 55 .
(3) Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 18ης Ιουνίου 2008.
(4) ΕΕ L 296 της ║ 14.11.2003, σ. 34.
(5) ΕΕ L 176 της ║15.7.2003, σ. 37.
(6) ΕΕ L 176 της ║ 15.7.2003, σ. 57.
(7) ΕΕ L 357 της ║ 31.12.2002, σ. 72.
(8) ΕΕ L 176 της 15.7.2003, σ. 1.
(9) ΕΕ L 289 της 3.11.2005, σ. 1.
(10) ΕΕ L 262 της 22.9.2006, σ. 1.
(11) 12 μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.
(12) ΕΕ L 248 της ║ 16.9.2002, σ. 1.
(13) ΕΕ L 136 της ║ 31.5.1999, σ. 1.
(14) ΕΕ L 136 της ║ 31.5.1999, σ. 15.
(15) ΕΕ L 145 της ║ 31.5.2001, σ. 43.
(16) ΕΕ 17 της 6.10.1958, σ. 385/58.
(17) 18 μήνες μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.