Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document C2006/249/10

    Υπόθεση C-342/06 P: Αναίρεση που άσκησε στις 7 Αυγούστου 2006 η La Poste κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Πρωτοδικείο (τρίτο πενταμελές τμήμα) στις 7 Ιουνίου 2006 στην υπόθεση T-613/97, Union française de l'express (Ufex) κ.λπ. κατά Επιτροπής

    ΕΕ C 249 της 14.10.2006, p. 5–5 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)

    14.10.2006   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 249/5


    Αναίρεση που άσκησε στις 7 Αυγούστου 2006 η La Poste κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Πρωτοδικείο (τρίτο πενταμελές τμήμα) στις 7 Ιουνίου 2006 στην υπόθεση T-613/97, Union française de l'express (Ufex) κ.λπ. κατά Επιτροπής

    (Υπόθεση C-342/06 P)

    (2006/C 249/10)

    Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

    Διάδικοι

    Αναιρεσείουσα: La Poste (εκπρόσωπος: H. Lehman, avocat)

    Αντίδικοι στην αναιρετική διαδικασία: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, Γαλλική Δημοκρατία, Chronopost SA, Union française de l'express (Ufex), DHL International SA, Federal express international (Γαλλία) SNC, CRIE SA

    Αιτήματα της αναιρεσείουσας

    Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

    να ακυρώσει την απόφαση του Πρωτοδικείου της 7ης Ιουνίου 2006 κατά το μέρος που ακύρωσε την απόφαση 98/365/ΕΚ της Επιτροπής, της 1ης Οκτωβρίου 1997, σχετικά με τις ενισχύσεις που φέρεται ότι χορήγησε η Γαλλία στην SFMI-Chronopost (1) καθόσον με αυτή διαπίστωσε ότι ούτε η υλικοτεχνική και εμπορική υποστήριξη που παρέσχε η La Poste προς τη θυγατρική της SFMI-Chronopost ούτε η μεταβίβαση της Postadex συνιστούν κρατικές ενισχύσεις υπέρ της SFMI-Chronopost·

    να καταδικάσει την Union française de l'express και τις εταιρίες DHL International, Federal express international και CRIE στα δικαστικά έξοδα του Πρωτοδικείου και του Δικαστηρίου.

    Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

    Η αναιρεσείουσα προβάλλει, προς στήριξη της αναιρέσεώς της, τρεις λόγους.

    Με τον πρώτο λόγο, η αναιρεσείουσα ισχυρίζεται ότι το Πρωτοδικείο παραβίασε τα άρθρα 6 ΕΕ και 6, παράγραφος 1, της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών στον βαθμό που δεν παρέσχε όλα τα εχέγγυα αμεροληψίας διότι ο δικαστής που άσκησε καθήκοντα εισηγητή δικαστή στην προσβαλλόμενη απόφαση της 7ης Ιουνίου 2006 ήταν πρόεδρος του τμήματος που εξέδωσε την απόφαση — η οποία ακυρώθηκε από το Δικαστήριο — της 14ης Δεκεμβρίου 2000 (Ufex κ.λπ. κατά Επιτροπής, T-613/97, Συλλογή 2000, σ. II-4055).

    Με τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως, που περιλαμβάνει δύο μέρη, η αναιρεσείουσα προσάπτει στο Πρωτοδικείο ότι υπέπεσε σε πολλά νομικά και διαδικαστικά σφάλματα. Αφενός, συγκεκριμένα, το Πρωτοδικείο δεν έκρινε ως απαράδεκτους τους λόγους ακυρώσεως που δεν περιλαμβάνονταν στο αρχικό δικόγραφο της προσφυγής των προσφευγουσών και τους εξέτασε, κατά παράβαση του άρθρου 48, παράγραφος 2, του κανονισμού διαδικασίας του Πρωτοδικείου. Αφετέρου, το δικαστήριο αυτό υπέπεσε σε νομικό σφάλμα κρίνοντας, εσφαλμένως, ότι η μεταφορά οικονομικής δραστηριότητας αποτελεί, κατ' ουσίαν, κρατική ενίσχυση. Το Πρωτοδικείο ειδικότερα ερμήνευσε εσφαλμένα την έννοια αυτή μη λαμβάνοντας υπόψη του την ιδιαίτερη περίσταση της μεταφοράς οικονομικής δραστηριότητας την οποία ασκούσε προηγουμένως το κράτος και μη χαρακτηρίζοντας τις συνέπειες στην αγορά του εξεταζόμενου μέτρου.

    Με τον τρίτο λόγο αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα προσάπτει στο Πρωτοδικείο ότι επέβαλε στην Επιτροπή μία υπερβολική υποχρέωση αιτιολογήσεως κατά παράβαση τόσο του άρθρου 88 ΕΚ, αναγνωρίζοντας στην Επιτροπή ευρεία εξουσία εκτιμήσεως όσον αφορά περίπλοκες οικονομικές εκτιμήσεις, όσο και του άρθρου 253 ΕΚ, το οποίο δεν επιβάλλει να είναι η αιτιολογία απορριπτικής αποφάσεως καταγγελίας τόσο αναλυτική όσο η λογιστική έκθεση πραγματογνωμοσύνης.


    (1)  ΕΕ L 164, σ. 37


    Top