Atlasiet eksperimentālās funkcijas, kuras vēlaties izmēģināt!

Šis dokuments ir izvilkums no tīmekļa vietnes EUR-Lex.

Dokuments 92003E001727

ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΩΤΗΣΗ E-1727/03 υποβολή: Antonio Di Pietro (ELDR) προς την Επιτροπή. Νόμος Merloni σε ό,τι αφορά τις δημόσιες συμβάσεις.

ΕΕ C 280E της 21.11.2003., 178./179. lpp. (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

Eiropas Parlamenta tīmekļvietnē

92003E1727

ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΩΤΗΣΗ E-1727/03 υποβολή: Antonio Di Pietro (ELDR) προς την Επιτροπή. Νόμος Merloni σε ό,τι αφορά τις δημόσιες συμβάσεις.

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. 280 E της 21/11/2003 σ. 0178 - 0179


ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΩΤΗΣΗ E-1727/03

υποβολή: Antonio Di Pietro (ELDR) προς την Επιτροπή

(23 Μαΐου 2003)

Θέμα: Νόμος Merloni σε ό,τι αφορά τις δημόσιες συμβάσεις

Στην Ιταλία, ο νόμος αριθ. 166 της 1ης Αυγούστου 2002 για τις δημόσιες συμβάσεις, γνωστός ως Νόμος Merloni, κατάργησε την αρχή που ίσχυε στις ρυθμίσεις του τομέα σύμφωνα με την οποία

ακόμα και γα τις αναθέσεις έργων κάτω από το κατώτατο όριο των 40 000 ευρώ (όριο το οποίο σήμερα ανήλθε σε 100 000 ευρώ), οι αρχές που αναθέτουν το έργο πρέπει σε κάθε περίπτωση να προβαίνουν σε επαρκή δημοσιοποίησή του (φράση η οποία σήμερα έχει απαλειφθεί).

Δεν κρίνει η Επιτροπή ότι με αυτή τη διαγραφή ολόκληρη η ιταλική διάταξη έρχεται σε αντίθεση με την κοινοτική οδηγία 92/50/ΕΟΚ(1) της 18.06.1992·

Αληθεύει το γεγονός ότι η Επιτροπή, εξ αιτίας της ανωτέρω διαγραφής και άλλων στοιχείων που περιέχονται στο νόμο Merloni τα οποία έρχονται σε αντίθεση με τις αρχές της συμβάσεως περί ανταγωνισμού και ελεύθερης παροχήςπηρεσιών, έχει κινήσει διαδικασία επί παραβάσει κατά της Ιταλίας·

Σε καταφατική περίπτωση, είναι δυνατό να λάβουμε διεξοδική ενημέρωση σχετικά με τις αιτίες, το χρονοδιάγραμμα και τα στάδια της διαδικασίας αυτής·

(1) ΕΕ L 209 της 24.7.1992, σελ. 1.

Απάντηση του κ. Bolkestein εξ ονόματος της Επιτροπής

(4 Ιουλίου 2003)

Η οδηγία 92/50/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 18ης Ιουνίου 1992 για το συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεωνπηρεσιών(1), εφαρμόζεται κατά γενικό κανόνα στις συμβάσεις των οποίων το προϋπολογιζόμενο ύψος, εκτός ΦΠΑ, ισούται ήπερβαίνει με το ισοδύναμο των 200 000 ειδικών τραβηκτικών δικαιωμάτων σε ευρώ, ήτοι 249 681 ευρώ για τα έτη 2002 και 2003. Όσον αφορά τις εθνικές κυβερνητικές διοικήσεις, η οδηγία εφαρμόζεται κατά γενικό κανόνα στις συμβάσεις των οποίων το προϋπολογιζόμενο ύψος, εκτός ΦΠΑ, ισούται ήπερβαίνει το ισοδύναμο των 130 000 ειδικών τραβηκτικών δικαιωμάτων σε ευρώ, ήτοι 162 293 ευρώ για τα έτη 2002 και 2003. Κατά συνέπεια, η τροποποίηση της ιταλικής νομοθεσίας σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις στις οποίες αναφέρεται ο αξιότιμος βουλευτής και που στοχεύουν στην αύξηση από 40 000 σε 100 000 ευρώ, του ορίου πάνω από το οποίο επιβάλλεται ηποχρέωση επαρκούς δημοσιότητας, δεν παραβιάζει την οδηγία 92/50/ΕΟΚ. Ωστόσο, ακόμη και για τις συμβάσεις που δεν ξεπερνούν το κατώφλι εφαρμογής των κοινοτικών οδηγιών σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις, οι αναθέτουσες αρχέςποχρεούνται να σεβαστούν, όπως αποσαφηνίζεται από το Δικαστήριο στην πρόσφατη νομολογία του, τους σχετικούς κανόνες της συνθήκης της ΕΚ, ιδιαίτερα εκείνους σχετικά με την ελευθερία εγκατάστασης και την ελεύθερη παροχήπηρεσιών, καθώς και τις γενικές αρχές της απαγόρευσης των διακρίσεων, της ίσης μεταχείρισης και της διαφάνειας(2). Όσον αφορά το σεβασμό της τελευταίας αυτής αρχής, το Δικαστήριο όρισε ότι ηποχρέωση διαφάνειας που ανήκει στις αρχές ανάθεσης συνίσταται στην εξασφάλιση,πέρ κάθε δυνητικούποψηφίου, ενός βαθμού επαρκούς δημοσιότητας που να επιτρέπει άνοιγμα της αγοράς τωνπηρεσιών στον ανταγωνισμό καθώς και τον έλεγχο της αμεροληψίας κατά τις διαδικασίες ανάθεσης των συμβάσεων(3).

Η Επιτροπή κίνησε στις 19 Δεκεμβρίου 2002 διαδικασία παράβασης κατά της Ιταλίας σχετικά με διάφορες διατάξεις του νόμου 109 του 1994 (νόμος πλαίσιο σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις), όπως τροποποιήθηκε στη συνέχεια και πρόσφατα από το νόμο 166 του 2002. Ανάμεσα στις διατάξεις που αποτελούν αντικείμενο της εν λόγω διαδικασίας περιλαμβάνεται, για παραβίαση της γενικής αρχής διαφάνειας, η διάταξη που αφορά τις συμβάσειςπηρεσιών μηχανικών και αρχιτεκτονικής που δεν ξεπερνούν το κατώφλι των 100 000 ευρώ.

Η διαδικασία παράβασης που κίνησε η Επιτροπή έχει επίσης ως αντικείμενο, εκτός από την προαναφερθείσα διάταξη, εκείνες που αφορούν τον καθορισμό του πεδίου εφαρμογής των κανόνων σχετικά με τις συμβάσεις έργων έναντι των κανόνων σχετικά με τιςπηρεσίες και τις προμήθειες· τους κανόνες που αφορούν την εκτέλεση των έργων με την αφαίρεση των τελώνπέρ των τοπικών αρχών· τις διατάξεις σχετικά με τιςπηρεσίες της διεύθυνσης των εργασιών και επικύρωσης των έργων· τιςπηρεσίες τεχνικού ελέγχου (collaudo) των έργων· το ρόλο του προτείνοντος φορέα στο πλαίσιο της διαδικασίας χρηματοδότησης έργου όπως αναφέρεται στα άρθρα 37-α) και επόμενα του προαναφερθέντος νόμου. Η Επιτροπή θα αποφασίσει σχετικά με τη συνέχεια που θα δοθεί στην παραπάνω διαδικασία με βάση τις παρατηρήσεις της ιταλικής κυβέρνησης που αναμένονται σύντομα.

(1) ΕΕ L 209 της 24.7.1992.

(2) Βλέπε, κατ'αυτή την έννοια, τη διάταξη της 3ης Δεκεμβρίου 2001,πόθεση C-59/00, § 19-20.

(3) Βλέπε, κυρίως, την απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2000,πόθεση C-324/98, § 61-62.

Augša