Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 92003E001490

    ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΩΤΗΣΗ E-1490/03 υποβολή: Olivier Dupuis (NI) προς την Επιτροπή. Επιπτώσεις του πολέμου στην Τσετσενία στη ρωσική οικονομία.

    ΕΕ C 280E της 21.11.2003, p. 154–155 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

    European Parliament's website

    92003E1490

    ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΩΤΗΣΗ E-1490/03 υποβολή: Olivier Dupuis (NI) προς την Επιτροπή. Επιπτώσεις του πολέμου στην Τσετσενία στη ρωσική οικονομία.

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. 280 E της 21/11/2003 σ. 0154 - 0155


    ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΩΤΗΣΗ E-1490/03

    υποβολή: Olivier Dupuis (NI) προς την Επιτροπή

    (2 Μαΐου 2003)

    Θέμα: Επιπτώσεις του πολέμου στην Τσετσενία στη ρωσική οικονομία

    Σε πρόσφατη συνέντευξη στο ραδιόφωνο Ekho Moskvy, ο πρώην Πρόεδρος του Ανώτατου Συμβουλίου της Ρωσίας, κ. Χασμπουλάτωφ, δήλωσε ότι οι 3-4 πρώτοι μήνες του δεύτερου πολέμου της Τσετσενίας (Αύγουστος-Νοέμβριος 1999) κόστισαν περίπου 3 δισ. δολάρια και ότι το κόστος των τριών χρόνων πολέμου (2000-2002) ανέρχεται σε 10 έως 13 δισ. ετησίως. Όσον αφορά το τρέχον έτος, το κόστος αναμένεται να ανέλθει για τους 3 πρώτους μήνες σε 3,5 δισ. δολάρια.

    Πάντοτε κατά τον κ. Χασμπουλάτωφ, το σύνολο των δαπανών της Ρωσίας ανέρχεται για τα 3,5 αυτά χρόνια πολέμου, δηλαδή από την έναρξη της νέας εισβολής και κατοχής της Τσετσενίας το 1999, σε 40 δισ. δολάρια. Αυτά είναι μερικά από τα στοιχεία έκθεσης που συντάχθηκε από τους κ.κ. Ρουσλάν Χασμπουλάτωφ και Ιβάν Ρίμπκιν, με τίτλο Οικονομικές πτυχές του πολέμου στην Τσετσενία.

    Έχει λάβει γνώση η Επιτροπή της έκθεσης των κ.κ. Χασμπουλάτωφ και Ρίμπκιν, και αν ναι, ποια είναι η άποψή της για αυτήν· Δεν θεωρεί η Επιτροπή ότι οι δαπάνες αυτές είναι εντελώς ασυμβίβαστες με τη σημερινή κατάσταση της ρωσικής οικονομίας· Επίσης, δεν θεωρεί η Επιτροπή ότι μόνο οι οικονομικές και χρηματοπιστωτικές ενισχύσεις τις οποίες η Ένωση και τα κράτη μέλη της παρέχουν στη Ρωσία επιτρέπουν στη χώρα αυτή να διαθέτει τα τεράστια ποσά που απαιτούνται για τη συνέχιση του πολέμου στην Τσετσενία·

    Απάντηση του κ. Patten Εξ ονόματος της Επιτροπής

    (21 Μαΐου 2003)

    Η Επιτροπή λυπάται ιδιαίτερα για την τραγική κατάσταση που έχει επικρατήσει στη ρωσική δημοκρατία της Τσετσενίας κατά την τελευταία δεκαετία. Οι συνεχιζόμενες συγκρούσεις είχαν τεράστιο κόστος τόσο για τις ομοσπονδιακές και τις τοπικές διοικήσεις όσο και για τον πληθυσμό της Τσετσενίας, από ανθρωπιστική, κοινωνική και οικονομική άποψη. Η Επιτροπή ελπίζει ότι το σύνταγμα πουιοθετήθηκε με το δημοψήφισμα της 23ης Μαρτίου 2003, θα παρέχει το κατάλληλο πλαίσιο για διάλογο, για συμφιλίωση, για αποκατάσταση του κράτους δικαίου και για αποτελεσματική προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σύμφωνα με τις δηλώσεις που έκανε ο πρόεδρος Πούτιν, στις 16 Μαρτίου 2003. Η Επιτροπή θα συνεχίσει να αναφέρει τις ανησυχίες της σχετικά με το θέμα αυτό στις ρωσικές αρχές, στο πλαίσιο του πολιτικού διαλόγου που διατηρεί η Ένωση με τη Ρωσία.

    Η Επιτροπήπενθυμίζει ότι έχει δοθεί βοήθεια μέσω της Ευρωπαϊκής Πρωτοβουλίας για τη Δημοκρατία και τα Ανθρώπινα δικαιώματα (EIDHR) για την προώθηση της κοινωνίας των πολιτών, την ελευθερία των μέσων μαζικής ενημέρωσης και τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στον Βόρειο Καύκασο, κατά την περίοδο των συγκρούσεων στην Τσετσενία, με στόχο την προώθηση μιας ειρήνης διαρκείας στην περιοχή. Η Επιτροπή σημειώνει ότι η βοήθεια που παρέχεται στη Ρωσία μέσω του προγράμματος Tacis, έχει ως στόχο, μεταξύ άλλων, την προώθηση της κοινωνίας των πολιτών, του κράτους δικαίου και των δημόσιων θεσμών καθώς και τηνποστήριξη της Ρωσίας στη δύσκολη αυτή μεταβατική περίοδο από πολιτική, οικονομική και κοινωνική άποψη.

    Η Επιτροπή λαμβάνειπό σημείωση την ανάλυση που παρουσίασαν οι κ.κ. Khasbulatov και Rybkin. Η Επιτροπή δεν είναι σε θέση να εκφέρει γνώμη σχετικά με το εκτιμηθέν κόστος της παρούσας πολιτικής της ρωσικής κυβέρνησης στην Τσετσενία ή σχετικά με τον αντίκτυπό της στην ευρύτερη οικονομική κατάσταση. Δενπάρχουν, ωστόσο, στοιχεία ότι η εν λόγω πολιτική των ρωσικών αρχών εξαρτάται από οικονομική ενίσχυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Top