This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 52002XX1127(01)
Rules on public access to documents
Κανόνες σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα
Κανόνες σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα
ΕΕ C 292 της 27.11.2002, p. 10–12
(ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)
Κανόνες σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 292 της 27/11/2002 σ. 0010 - 0012
Κανόνες σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα (2002/C 292/08) Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, επιθυμώντας να παράσχει στο κοινό πληροφόρηση υψηλής ποιότητας σχετικά με τη στρατηγική της, τις πολιτικές της, τις δραστηριότητές της και τις πρακτικές της, είναι αποφασισμένη να εφαρμόσει ενεργό πολιτική πληροφόρησης και να εντείνει τις προσπάθειές της στον τομέα αυτό. Κανóνες σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα Εκτιμώντας τα ακόλουθα: (1) Η συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση καθιερώνει την έννοια της διαφάνειας στο άρθρο 1 δεύτερο εδάφιο, σύμφωνα με το οποίο η συνθήκη διανοίγει νέα φάση στη διαδικασία μιας διαρκώς στενότερης ένωσης των λαών της Ευρώπης, στην οποία οι αποφάσεις λαμβάνονται όσο το δυνατόν πιο ανοικτά και όσο το δυνατόν εγγύτερα στους πολίτες. (2) Το άρθρο 255 της συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (εφεξής "η συνθήκη") καθιερώνει δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής. (3) Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εξέδωσαν τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, ο οποίος αποσκοπεί να προσδώσει όσο το δυνατόν πληρέστερη πρακτική ισχύ στο δικαίωμα της πρόσβασης του κοινού στα έγγραφα και να θεσπίσει τις γενικές αρχές και τα όρια της πρόσβασης αυτής σύμφωνα με το άρθρο 225 παράγραφος 2. (4) Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή, σε κοινή δήλωση σχετικά με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, κάλεσαν τα θεσμικά όργανα και τους οργανισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης να θεσπίσουν εσωτερικούς κανόνες σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα, οι οποίοι να λαμβάνουν υπόψη τις αρχές και τους περιορισμούς που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001. (5) Σύμφωνα με το άρθρο 267 της συνθήκης, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (εφεξής "η Τράπεζα") έχει ως αποστολή "να συμβάλλει στην ισόρροπη και απρόσκοπτη ανάπτυξη της κοινής αγοράς για το συμφέρον της Κοινότητας προσφεύγοντας στην κεφαλαιαγορά και στους ιδίους της πόρους. Για το σκοπό αυτόν, χωρίς να επιδιώκει κέρδος, διευκολύνει με την παροχή δανείων και εγγυήσεων τη χρηματοδότηση επενδυτικών σχεδίων, σε όλους τους τομείς της οικονομίας". (6) Το άρθρο 255 της συνθήκης, κατ' εφαρμογή του οποίου εκδόθηκε ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, αναφέρεται αποκλειστικά στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή. Ωστόσο, η Τράπεζα επιθυμεί επίσης να είναι τα έγγραφα προσιτά στο κοινό στο μέγιστο δυνατό βαθμό, σύμφωνα με τις αρχές χρηστής διοίκησης που ισχύουν για τα κοινοτικά θεσμικά όργανα και οργανισμούς, συμπεριλαμβανομένης της Τράπεζας. Το 1997, η Τράπεζα είχε ήδη θεσπίσει κανόνες σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφά της(1). Οι κανόνες αυτοί αντικαθίστανται από τις παρούσες οδηγίες. (7) Η Τράπεζα αποφάσισε να αναθεωρήσει τους κανόνες της όσον αφορά την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα, προκειμένου να λάβει υπόψη τις αρχές και τους περιορισμούς που καθορίζονται στον ανωτέρω αναφερόμενο κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, στο βαθμό που αυτό δεν θα παρεμποδίσει την πλήρη εκπλήρωση της αποστολής της ως χρηματοπιστωτικού οργάνου, όπως καθορίζεται από τη συνθήκη. (8) Για τη ρύθμιση των σχέσεων μεταξύ του προσωπικού της Τράπεζας και του κοινού σε ένα γενικό πλαίσιο, η Τράπεζα θέσπισε τον "κώδικα καλής υπηρεσιακής συμπεριφοράς του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων στις σχέσεις του με το κοινό"(2) (εφεξής "κώδικας καλής υπηρεσιακής συμπεριφοράς"). (9) Σύμφωνα με το άρθρο 287 της συνθήκης, απαγορεύεται η μετάδοση πληροφοριών που αποτελούν εκ φύσεως επαγγελματικά απόρρητα, ιδίως πληροφοριών σχετικών με επιχειρήσεις που αφορούν τις εμπορικές τους σχέσεις και τα κοστολογικά τους στοιχεία. Ως εκ τούτου, η Τράπεζα οφείλει, για την ορθή εκπλήρωση της αποστολής της, να φροντίζει ώστε οι επενδυτές, οι πραγματικοί και οι πιθανοί δανειολήπτες καθώς και τα λοιπά μέρη που συμμετέχουν στην πραγματοποίηση ή χρηματοδότηση ενός επενδυτικού σχεδίου, να είναι βέβαιοι για τον εμπιστευτικό χαρακτήρα της τραπεζικής σχέσης. (10) Η Τράπεζα οφείλει, στις σχέσεις της με άλλα θεσμικά όργανα και οργανισμούς, τόσο εντός όσο και εκτός του κοινοτικού πλαισίου, να σέβεται τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των εγγράφων που ανταλλάσσονται μεταξύ αυτής και των τελευταίων, στο βαθμό που αυτό είναι απαραίτητο για την επίτευξη των επιδιωκόμενων στόχων. (11) Για την καλή λειτουργία της Τράπεζας, είναι απαραίτητο να διασφαλιστεί στο εσωτερικό της η ελεύθερη και χωρίς περιορισμούς ανταλλαγή απόψεων στις εσωτερικές διαδικασίες προετοιμασίας, διαβουλεύσεων και λήψης αποφάσεων· η Τράπεζα πρέπει επίσης να μεριμνά για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, σύμφωνα με τους κοινοτικούς κανόνες. (12) Στο ανωτέρω πλαίσιο, η Τράπεζα είναι αποφασισμένη να εφαρμόσει ενεργό πολιτική πληροφόρησης και να συνεχίσει και εντείνει τις προσπάθειές της για την παροχή πληροφοριών στο κοινό σχετικά με τη στρατηγική της, τις πολιτικές της, τις δραστηριότητές της και τις πρακτικές της· θα εξακολουθήσει, επίσης, στο βαθμό που αρμόζει, να γνωστοποιεί, κατόπιν συμφωνίας με τους αντισυμβαλλομένους της, βασικές πληροφορίες σχετικά με συγκεκριμένες μεμονωμένες πράξεις που συνάπτει, Η Διευθύνουσα Επιτροπή της Τράπεζας θεσπίζει τους κατωτέρω κανόνες για τις υπηρεσίες της Τράπεζας. Οι κανόνες αυτοί θα δημοσιευθούν: Άρθρο 1 Πεδίο εφαρμογής 1. Το κοινό έχει πρόσβαση στα έγγραφα της Τράπεζας σύμφωνα με τις αρχές, τους όρους και τους περιορισμούς που καθορίζονται στην παρούσα απόφαση. 2. Ως "κοινό" νοείται κάθε πολίτης της Ένωσης και κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατοικεί ή έχει την έδρα του σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε κράτος στο οποίο η Τράπεζα ασκεί δραστηριότητες. 3. Ως "έγγραφο" νοείται οποιοδήποτε περιεχόμενο το οποίο έχει καταρτιστεί ή παραληφθεί από την Τράπεζα και αφορά θέμα σχετικό με τις πολιτικές, τις δραστηριότητες ή τις αποφάσεις της αρμοδιότητάς της. 4. Ως "τρίτος" νοείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή οντότητα εκτός της Τράπεζας, συμπεριλαμβανομένων των κρατών μελών, των άλλων κοινοτικών ή εξωκοινοτικών θεσμικών οργάνων και φορέων και των τρίτων κρατών. Άρθρο 2 Αιτήσεις 1. Οι αιτήσεις πρόσβασης σε έγγραφα διατυπώνονται με οιαδήποτε γραπτή μορφή, συμπεριλαμβανομένης της ηλεκτρονικής. Πρέπει να απευθύνονται στην ακόλουθη διεύθυνση: General Secretariat Information and Communications Department European Investment Bank L - 2950 Luxembourg ή στις ηλεκτρονικές διευθύνσεις: infopol@eib.org ή infopol@bei.org 2. Η επεξεργασία των αιτήσεων πρόσβασης γίνεται σύμφωνα με τους όρους και τις προθεσμίες που καθορίζονται στον κώδικα καλής υπηρεσιακής συμπεριφοράς(3). 3. Ο αιτών δεν υποχρεούται να δικαιολογήσει την αίτηση. Εάν η αίτηση δεν είναι επαρκώς σαφής ή εάν δεν επιτρέπει τον εντοπισμό του ζητούμενου εγγράφου ή των ζητούμενων πληροφοριών, η Τράπεζα ζητεί από τον αιτούντα να διευκρινίσει το αίτημά του. 4. Η Τράπεζα διατηρεί πάντως το δικαίωμα να αρνηθεί να δώσει συνέχεια σε οποιαδήποτε αίτηση που χαρακτηρίζεται από υπερβολή ή είναι έκδηλα δυσανάλογη. Άρθρο 3 Έγγραφα τρίτων Όταν η Τράπεζα δέχεται αίτημα σχετικά με έγγραφο που βρίσκεται στην κατοχή της και έχει ληφθεί από τρίτο μέρος, ζητεί τη σύμφωνη γνώμη του ενδιαφερόμενου τρίτου μέρους, εκτός εάν προκύψει σαφώς, από την εξέταση του εγγράφου με βάση την παρούσα απόφαση, ότι το έγγραφο πρέπει ή δεν πρέπει να κοινοποιηθεί. Άρθρο 4 Εξαιρέσεις 1. Η Τράπεζα αρνείται την πρόσβαση στο σύνολο ή μέρος εγγράφου, του οποίου η γνωστοποίηση θα έθιγε την προστασία: i) του δημόσιου συμφέροντος, όσον αφορά τις διεθνείς σχέσεις ή τη δημοσιονομική, νομισματική ή οικονομική πολιτική της Κοινότητας, των θεσμικών οργάνων και των οργανισμών της ή ενός κράτους μέλους· ii) της ιδιωτικής ζωής και της ακεραιότητας του ατόμου, ιδίως σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία σχετικά με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα· iii) των δικαστικών διαδικασιών· iv) των νομικών γνωμοδοτήσεων· v) του σκοπού επιθεωρήσεων, ερευνών και οικονομικών ελέγχων· vi) των εμπορικών συμφερόντων ενός συγκεκριμένου φυσικού ή νομικού προσώπου, συμπεριλαμβανομένης της πνευματικής ιδιοκτησίας· vii) του επαγγελματικού απορρήτου, εάν η γνωστοποίηση αυτή αντιβαίνει προς τη δεοντολογία, τους κανόνες και τις πρακτικές που ισχύουν στον τραπεζικό και στο χρηματοπιστωτικό τομέα· viii) του έννομου συμφέροντος της Τράπεζας να οργανώνει την εσωτερική διοίκησή της, ιδίως όσον αφορά το ανθρώπινο δυναμικό. 2. Προκειμένου περί εγγράφου που έχει συνταχθεί από την Τράπεζα για εσωτερική χρήση ή έχει παραληφθεί από αυτήν, και το οποίο σχετίζεται με θέμα επί του οποίου δεν έχει ακόμη αποφασίσει, η Τράπεζα αρνείται την πρόσβαση στο σύνολο ή μέρος του εγγράφου, εάν η γνωστοποίησή του θα έθιγε σοβαρά τη διαδικασία λήψης των αποφάσεών της. Η Τράπεζα αρνείται επίσης την πρόσβαση σε έγγραφα που περιέχουν γνώμες προοριζόμενες για εσωτερική χρήση, στο πλαίσιο συζητήσεων και προκαταρκτικών διαβουλεύσεων στο εσωτερικό της, ακόμη και αφού έχει ληφθεί η απόφαση, εάν η γνωστοποίηση του εγγράφου θα έθιγε σοβαρά τη διαδικασία λήψης των αποφάσεων της Τράπεζας. 3. Κανένα έγγραφο ή μέρος εγγράφου που περιέχει πληροφορίες σχετικά με τρίτους δεν γνωστοποιείται, εάν έχει υποδειχθεί στην Τράπεζα ότι οι πληροφορίες αυτές είναι εμπιστευτικές ή εάν καλύπτονται από δέσμευση τήρησης εχεμύθειας που έχει αναλάβει η Τράπεζα ή είναι τέτοιας φύσης ώστε να υπόκεινται στο καθήκον της Τράπεζας για τήρηση εχεμύθειας έναντι τρίτων. 4. Η παρέκκλιση από τους κανόνες της προηγούμενης παραγράφου είναι δυνατή, εφόσον χορηγηθεί έγγραφη εξουσιοδότηση από το πρόσωπο ή την οντότητα που προστατεύεται από τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των σχετικών πληροφοριών. 5. Οι εξαιρέσεις που περιέχονται στις προηγούμενες παραγράφους εφαρμόζονται μόνον ενόσω η προστασία δικαιολογείται ως εκ του περιεχομένου του εγγράφου. Κατά γενικό κανόνα, οι εξαιρέσεις μπορούν να εφαρμοστούν για μέγιστη περίοδο 30 ετών. Στην περίπτωση εγγράφων που καλύπτονται από τις εξαιρέσεις οι οποίες σχετίζονται με το σεβασμό της ιδιωτικής ζωής, τα εμπορικά συμφέροντα ή τις εξουσίες εσωτερικής διοίκησης, οι εξαιρέσεις μπορούν εν ανάγκη να εξακολουθήσουν να εφαρμόζονται και μετά την περίοδο αυτή. Άρθρο 5 Πρόσβαση κατόπιν αιτήσεως 1. Η πρόσβαση στα έγγραφα ασκείται είτε με επιτόπια εξέταση, είτε με χορήγηση αντιγράφου, συμπεριλαμβανομένου, εφόσον διατίθεται, του ηλεκτρονικού αντιγράφου. 2. Τα έγγραφα χορηγούνται σε υπάρχουσα διατύπωση και μορφή. 3. Εάν ένα έγγραφο έχει ήδη δοθεί στη δημοσιότητα, είτε από την Τράπεζα είτε από τρίτο, η Τράπεζα απαντά στο αίτημα πρόσβασης πληροφορώντας τον αιτούντα με ποιον τρόπο μπορεί να αποκτήσει το ζητούμενο έγγραφο. Άρθρο 6 Αναπαραγωγή H παρούσα απόφαση εφαρμόζεται με την επιφύλαξη τυχόν υπαρχόντων κανόνων περί δικαιωμάτων δημιουργού, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών δικαιωμάτων της Τράπεζας, οι οποίοι ενδεχομένως περιορίζουν το δικαίωμα τρίτου να αναπαραγάγει ή να χρησιμοποιήσει τα γνωστοποιηθέντα έγγραφα. Άρθρο 7 Έξοδα Στον αιτούντα είναι δυνατόν να χρεωθεί προμήθεια για την κάλυψη του κόστους που συνεπάγεται η θέση των εγγράφων στη διάθεσή του. Άρθρο 8 Προσφυγή Σε περίπτωση μη λήψης απάντησης εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στο άρθρο 13 του κώδικα καλής υπηρεσιακής συμπεριφοράς ή σε περίπτωση ολικής ή μερικής άρνησης ύστερα από καταγγελία, ο αιτών δικαιούται να απευθυνθεί στον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή, σύμφωνα με το άρθρο 195 της συνθήκης. Άρθρο 9 Τελικές διατάξεις Οι παρόντες κανόνες καταργούν και αντικαθιστούν την απόφαση που είχε λάβει η Διευθύνουσα Επιτροπή στις 26 Μαρτίου 1997(4), συμπληρώνονται δε από τις διατάξεις του κώδικα καλής υπηρεσιακής συμπεριφοράς. Ο Γενικός Γραμματέας της Τράπεζας, κατόπιν διαβούλευσης με τις οικείες υπηρεσίες, μπορεί να θεσπίσει τις ρυθμίσεις για την εφαρμογή των παρόντων κανόνων. (1) ΕΕ C 243 της 9.8.1997. (2) ΕΕ C 17 της 19.1.2001. (3) ΕΕ C 17 της 19.1.2001. (4) ΕΕ C 243 της 9.8.1997.