This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 51997AC0475
Opinion of the Economic and Social Committee on the 'Proposal for a Council Decision concerning the organization of cooperation around agreed Community energy objectives'
Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Πρόταση απόφασης του Συμβουλίου σχετικά με την Οργάνωση Συνεργασίας επί των συμφωνηθέντων κοινοτικών ενεργειακών στόχων»
Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Πρόταση απόφασης του Συμβουλίου σχετικά με την Οργάνωση Συνεργασίας επί των συμφωνηθέντων κοινοτικών ενεργειακών στόχων»
ΕΕ C 206 της 7.7.1997, p. 123–127
(ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)
Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Πρόταση απόφασης του Συμβουλίου σχετικά με την Οργάνωση Συνεργασίας επί των συμφωνηθέντων κοινοτικών ενεργειακών στόχων»
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 206 της 07/07/1997 σ. 0123
Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Πρόταση απόφασης του Συμβουλίου σχετικά με την Οργάνωση Συνεργασίας επί των συμφωνηθέντων κοινοτικών ενεργειακών στόχων» () (97/C 206/22) Στις 27 Ιανουαρίου 1997, και σύμφωνα με το άρθρο 198 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την ανωτέρω πρόταση. Το τμήμα ενέργειας, πυρηνικών θεμάτων και έρευνας, στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 2 Απριλίου 1997 με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. Hernandez Bataller. Κατά την 345η σύνοδο ολομέλειας της 23ης και 24ης Απριλίου 1997 (συνεδρίαση της 23ης Απριλίου 1997), η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 79 ψήφους υπέρ, 1 κατά και 2 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση. 1. Εισαγωγή 1.1. Στόχος της παρούσας πρότασης απόφασης που υπέβαλε η Επιτροπή, είναι ο καθορισμός ορισμένων γενικών κοινοτικών στόχων στον τομέα της ενέργειας και η θέσπιση ενός πλαισίου για τη συνεργασία γύρω από αυτούς τους ενεργειακούς στόχους που θα καθορισθούν με κοινή συμφωνία. 1.2. Στην πρόταση περιέχεται μια απαρίθμηση των ενεργειακών στόχων, οι οποίοι περιλαμβάνουν, κυρίως, την ανταγωνιστικότητα, την προστασία του περιβάλλοντος, την ασφάλεια εφοδιασμού, τις εξωτερικές ενεργειακές σχέσεις και την προαγωγή της ενεργειακής απόδοσης και των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. 1.3. Η πρόταση έχει ως σημείο αφετηρίας το ψήφισμα του Συμβουλίου Ενέργειας της 7ης Μαΐου 1996 για τη Λευκή Βίβλο «Ενεργειακή πολιτική για την Ευρωπαϊκή Ένωση», με το οποίο το Συμβούλιο καλούσε την Επιτροπή να θεσπίσει μια διαδικασία συνεργασίας μεταξύ της Κοινότητας και των κρατών μελών, προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι η κοινοτική ενεργειακή πολιτική και οι εθνικές ενεργειακές πολιτικές είναι συμβατές με αυτούς τους κοινώς συμφωνηθέντες ενεργειακούς στόχους. Οι ενεργειακοί αυτοί στόχοι προσδιορίσθηκαν με το Ψήφισμα του Συμβουλίου για το Πράσινο Βιβλίο «Για μια ενεργειακή πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης» της 23ης Νοεμβρίου 1995. 1.4. Όπως έχει αναφερθεί σε πολυάριθμες γνωμοδοτήσεις της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, η ενέργεια αποτελεί βασικό στοιχείο για την ανταγωνιστικότητα της κοινοτικής οικονομίας και την ποιότητα ζωής των πολιτών. Λόγω του στρατηγικού χαρακτήρα της και του ότι είναι απαραίτητη για την οικονομική ανάπτυξη και την ευημερία, θα πρέπει να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη διεργασία της οικονομικής σύγκλισης. 1.4.1. Επίσης, η σημερινή παγκοσμιοποίηση της διεθνούς οικονομίας και του διεθνούς εμπορίου, όπου η ενέργεια διαδραματίζει ιδιαίτερα πρωταγωνιστικό ρόλο, η ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς και η αλληλεπίδραση της ενέργειας με το περιβάλλον, κατέδειξαν την ανάγκη αναζήτησης μιας σφαιρικής θεώρησης των ενεργειακών θεμάτων. 1.5. Στα πλαίσια αυτά δημοσιεύθηκε το Πράσινο Βιβλίο «Για μια ενεργειακή πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης» επί του οποίου έχει ήδη αποφανθεί η ΟΚΕ με τη γνωμοδότησή της της 5ης Ιουλίου 1995, οι παρατηρήσεις της οποίας εξακολουθούν να αντικατοπτρίζουν τη σημερινή γνώμη της ΟΚΕ. 1.5.1. Το Πράσινο Βιβλίο ακολούθησε το Λευκό Βιβλίο «Μία Ενεργειακή Πολιτική για την Ευρωπαϊκή Ένωση» για το οποίο δεν ζητήθηκε γνωμοδότηση της ΟΚΕ και με το οποίο τέθηκαν κοινοί ενεργειακοί στόχοι και ένα ενδεικτικό πρόγραμμα εργασίας για χρονικό διάστημα μιας πενταετίας. 1.6. Η ΟΚΕ τόνισε ότι η λήψη αποφάσεων στον τομέα της ενέργειας στο κοινοτικό επίπεδο πρέπει να ενταχθεί στο πλαίσιο μιας κοινής ανάλυσης της ενεργειακής κατάστασης και των μελλοντικών τάσεων, γεγονός που απαιτεί στενή συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και της Κοινότητας όσον αφορά τις ενεργειακές μελέτες και αναλύσεις, χωρίς να θίγεται το έργο που πραγματοποιείται στα πλαίσια του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας. 1.7. Θα πρέπει να υπομνηθεί ότι στις παλαιότερες γνωμοδοτήσεις της για μια κοινοτική ενεργειακή πολιτική (), η ΟΚΕ συμφωνούσε με την Επιτροπή όσον αφορά την αναγκαιότητα της θέσπισης μιας κοινής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στον τομέα της ενέργειας, καθώς και όσον αφορά τη σημασία του καθορισμού κοινοτικών ενεργειακών στόχων και της διασφάλισης της συνοχής των εθνικών ενεργειακών πολιτικών με αυτούς, προς όφελος της εν λόγω πολιτικής. 2. Γενικές παρατηρήσεις 2.1. Σύμφωνα με τις προηγούμενες γνωμοδοτήσεις της, η ΟΚΕ επικροτεί την πρωτοβουλία αυτή της Επιτροπής με την οποία επιδιώκεται η αύξηση της συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών στον τομέα της ενέργειας με άξονα στόχους που έχουν τεθεί με κοινή συμφωνία 7 με την πρωτοβουλία αυτή δίνεται απάντηση στο αίτημα που διατύπωσε το Συμβούλιο με το ψήφισμά του της 7ης Μαΐου 1996 για το Λευκό Βιβλίο «Μία ενεργειακή πολιτική για την Ευρωπαϊκή Ένωση». 2.2. Η ΟΚΕ επιθυμεί να επισημάνει ότι η πρωτοβουλία αυτή πρέπει να θεωρηθεί ως σημαντικό βήμα για μια συντονισμένη προσέγγιση των ενεργειακών προβλημάτων. Θα πρέπει επ'αυτού να υπομνησθεί ότι η ΟΚΕ τάχθηκε υπέρ της ένταξης ενός κεφαλαίου για την ενέργεια στη Συνθήκη με τη γνωμοδότηση πρωτοβουλίας για την «Κοινοτική Ενεργειακή Πολιτική» της 14ης Σεπτεμβρίου 1994 (). 2.3. Για τούτο, φρονεί ότι με την πρόταση απόφασης ορίζεται ένα φιλόδοξο πλαίσιο συνεργασίας, στο οποίο περιλαμβάνεται μία σειρά συμφωνηθέντων στόχων στον τομέα της ενέργειας, καθώς και τα κύρια κοινοτικά μέσα που μπορούν να συμβάλουν στην επίτευξή τους. Εντούτοις, σε επόμενο στάδιο, για να μπορέσει να εξασφαλισθεί η εφαρμογή αυτού του πλαισίου συνεργασίας, θα απαιτηθεί να ορισθεί σαφώς ο τρόπος υλοποίησης της συνεργασίας αυτής και να οριοθετηθούν οι αρμοδιότητες μεταξύ των κρατών μελών και της Κοινότητας. 2.4. Επ' αυτού, η ΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της για τη γενικότητα και το εύρος που χαρακτηρίζουν τη σύνταξη της πρότασης απόφασης, χαρακτηριστικά λόγω των οποίων θα απαιτηθεί μεταγενέστερη θεμελίωση και ανάπτυξη προκειμένου να καταστεί δυνατή η επίτευξη των στόχων που επιδιώκονται με την πρόταση. Ο μεγάλος αριθμός μέσων, προγραμμάτων και αρμοδιοτήτων των κρατών μελών και της Κοινότητας στον τομέα της ενέργειας, καθιστά αναγκαία τη θέσπιση ενδεδειγμένης συνεργασίας που να βασίζεται στον καθορισμό κοινών στόχων και μεθόδων εργασίας ώστε να διασφαλίζεται ο διάλογος και η διαφάνεια. 2.5. Η ΟΚΕ συμφωνεί με την ιδέα της Επιτροπής ότι το ζήτημα δεν είναι να τεθούν αυστηροί τομεακοί ενεργειακοί στόχοι, αλλά ότι θα πρέπει οι προσπάθειες να εστιασθούν σε μια διαδικασία πολιτικής συνεργασίας στον τομέα της ενέργειας. Ο στόχος δεν είναι η προσαρμογή των εθνικών ενεργειακών πολιτικών σε ένα κοινοτικό καλούπι, αλλά μάλλον η διασφάλιση της συνοχής των εθνικών πολιτικών και μέτρων στον τομέα της ενέργειας με τους συμφωνηθέντες κοινοτικούς ενεργειακούς στόχους. 2.5.1. Οι τομείς της ενέργειας και οι ενεργειακές πολιτικές των κρατών μελών θα εξακολουθήσουν να αντικατοπτρίζουν τη χορήγηση πόρων, τις πολιτικές τους απόψεις και τις αντίστοιχες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες, αλλά η ποικιλομορφία αυτή θα πρέπει να βρίσκεται σε αρμονία με ορισμένους από κοινού καθορισθέντες στόχους στο κοινοτικό επίπεδο. 2.6. Για τη δημιουργία μιας πραγματικής εσωτερικής αγοράς της ενέργειας απαιτείται επαρκής συνοχή των ενεργειακών πολιτικών των κρατών μελών με άξονα ορισμένους κοινούς στόχους. 2.7. Επίσης, η ΟΚΕ φρονεί ότι αυτό το πλαίσιο συνεργασίας δεν θα πρέπει να περιορισθεί σε μία συνεχή ανταλλαγή πληροφοριών και σε μία συνεταιριστική θεώρηση στις μελέτες και τις αναλύσεις για την ενέργεια, με στόχο την σύνταξη περιοδικών εκθέσεων με τις οποίες θα αξιολογείται η εξέλιξη του τομέα, αλλά θα πρέπει να αποτελεί την αφετηρία ώστε το Συμβούλιο να εξετάζει την κατάσταση στον τομέα της ενέργειας και η Επιτροπή να προετοιμάζει τις νέες ενδεδειγμένες προτάσεις, προκειμένου να διασφαλίζεται η συμβατότητα των εθνικών πολιτικών με τους συμφωνηθέντες κοινούς στόχους. 2.8. Η απουσία κοινής ενεργειακής πολιτικής ή μεγαλύτερης συνεργασίας στον τομέα της ενέργειας έχει ως επακόλουθο την αλληλεπικάλυψη των κοινοτικών και των εθνικών μέτρων. Οι εθνικές ενεργειακές πολιτικές και οι κοινοτικές δράσεις στον τομέα της ενέργειας, αλληλοσυμπληρούμενες, πρέπει να εξετάζονται κατά τρόπο σφαιρικό δεδομένου ότι η αποτελεσματικότητά τους εξαρτάται από τη συνοχή τους. 3. Ειδικές παρατηρήσεις 3.1. Πλαίσιο συνεργασίας 3.1.1. Με την πρόταση θεσπίζεται πλαίσιο συνεργασίας με 3 άρθρα. Στο πρώτο ορίζονται οι επιδιωκόμενοι στόχοι με το προτεινόμενο πλαίσιο συνεργασίας, το δεύτερο αναφέρεται στις δράσεις που θα πρέπει να αναλάβει η Επιτροπή για την επίτευξη των στόχων και, τέλος, με το άρθρο 3 ζητείται από τα κράτη μέλη να ενημερώνουν ετησίως την Επιτροπή σχετικά με τα μέτρα που έχουν λάβει σε σχέση με τους συμφωνηθέντες ενεργειακούς στόχους που περιγράφονται στο παράρτημα. 3.1.2. Επ' αυτού, η ΟΚΕ φρονεί ότι, προκειμένου να ελεγχθεί η συμβατότητα των εθνικών ενεργειακών πολιτικών με τους συμφωνηθέντες ενεργειακούς στόχους, θα πρέπει, στο μέλλον, να καθορισθεί σαφέστερα και ακριβέστερα ο τρόπος θέσπισης και εξασφάλισης αυτής της συνεργασίας, αυτής της ανταλλαγής πληροφοριών και αυτής της από κοινού εξέτασης των εθνικών ενεργειακών πολιτικών. 3.1.3. Επίσης, αυτό το πλαίσιο συνεργασίας θα πρέπει να κινητοποιήσει και να περιλάβει όλα τα επίπεδα δράσης, τοπικά, περιφερειακά, εθνικά και κοινοτικά. 3.1.4. Η ΟΚΕ επικροτεί το στόχο της ενίσχυσης της διαφάνειας των δράσεων στον τομέα της ενέργειας με την περιοδική δημοσίευση έκθεσης για την ανάπτυξη και την εξέλιξη της ενεργειακής πολιτικής στο κοινοτικό επίπεδο και στο επίπεδο των κρατών μελών, σε σχέση με τους συμφωνηθέντες στόχους. Η έκθεση αυτή θα αποτελεί τη βάση για την αξιολόγηση και την προσαρμογή στα νέα δεδομένα των εν λόγω ενεργειακών στόχων. 3.1.5. Τέλος, η Επιτροπή καλείται να οριοθετήσει με μεγαλύτερη ακρίβεια το ρόλο της ΟΚΕ σε αυτό το πλαίσιο συνεργασίας, ρόλος ο οποίος θα έπρεπε, ανεξάρτητα από την ανταλλαγή πληροφοριών και τα καθήκοντα ανάλυσης και μελέτης, να αποσκοπεί στη στήριξη των μέτρων που λαμβάνουν τα κράτη μέλη στον τομέα της ενέργειας με την τήρηση, πάντοτε, της αρχής της επικουρικότητας. 3.2. Στόχοι 3.2.1. Η ΟΚΕ επικροτεί σε γενικές γραμμές τους στόχους που περιγράφονται στο παράρτημα, σύμφωνα με το Πράσινο Βιβλίο και το Λευκό Βιβλίο για την κοινοτική ενεργειακή πολιτική και τα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου. 3.2.2. Η ΟΚΕ φρονεί ότι οι στόχοι που περιγράφονται στο παράρτημα πρέπει να είναι επαρκώς ευέλικτοι και γενικοί ώστε να μπορούν να ανταποκρίνονται στις αλλαγές που ενδέχεται να σημειωθούν στην αγορά της ενέργειας και αποτελούν, στο σύνολό τους, μία ενδεικτική γραμμή για την κοινοτική δράση και τις ενεργειακές πολιτικές των κρατών μελών. 3.2.3. Επ' αυτού, η ΟΚΕ θεωρεί θεμελιώδη την επίτευξη συναίνεσης όσον αφορά ορισμένους σαφείς κοινοτικούς ενεργειακούς στόχους οι οποίοι να μπορούν να εφαρμόζονται στην πράξη προκειμένου να αντιμετωπίζονται οι σημερινές και οι μελλοντικές προκλήσεις στον τομέα αυτόν. Οι στόχοι αυτοί θα αποτελέσουν σημείο αναφοράς για να εξακριβώνεται ο βαθμός συμβατότητας των ενεργειακών πολιτικών των κρατών μελών και των κοινοτικών δράσεων με τους εν λόγω στόχους. 3.2.4. Για τούτο, η ΟΚΕ επιθυμεί να υπογραμμίσει την ανάγκη για αναθεώρηση της διατύπωσης των στόχων αυτών ώστε να υπάρξει μεγαλύτερη σαφήνεια, να μειωθούν τα αμφιλεγόμενα σημεία και να εξαλειφθούν οι αντιφάσεις και οι αλληλεπικαλύψεις. 3.2.5. Πάντως, θα πρέπει να προβλεφθεί η περιοδική προσαρμογή στα νέα δεδομένα των στόχων αυτών με γνώμονα τις μελέτες και τις εκθέσεις της Επιτροπής. Η ενεργειακή πολιτική πρέπει να χαράσσεται στο πλαίσιο των μακροπρόθεσμων οικονομικών προοπτικών για τον τομέα της ενέργειας και με συνεκτίμηση του πολιτικού κινδύνου σε σχέση με τον εφοδιασμό σε ενέργεια από χώρες εκτός της Κοινότητας, για τούτο και η ευελιξία και η προσαρμοστικότητα είναι απαραίτητες για τον καθορισμό και την εφαρμογή ενεργειακών στόχων στο κοινοτικό επίπεδο. 3.2.6. Η ΟΚΕ επιθυμεί να επισημάνει, εντούτοις, ότι η ταυτόχρονη επιδίωξη ορισμένων από τους στόχους που περιγράφονται στο παράρτημα της πρότασης ενδέχεται να παρεμποδιστεί λόγω αντιφατικών αλληλεπιδράσεων των στόχων. Είναι συνεπώς ανάγκη να ορισθεί, στο μέτρο του δυνατού και με την ευελιξία και προσαρμοστικότητα που απαιτείται λόγω των στόχων αυτών, μία σειρά προτεραιοτήτων και να επιτευχθεί μία ισορροπία μεταξύ των στόχων. 3.2.7. Καταρχάς, προκειμένου να γίνει σαφέστερη η πρόταση, είναι ανάγκη να γίνει διάκριση μεταξύ τριών επιπέδων στόχων οι οποίοι πρέπει να συνοδεύουν τις πολιτικές και τις δράσεις στον τομέα της ενέργειας και οι οποίοι πρέπει να αλληλοσυνδέονται προκειμένου να επιτυγχάνεται ενδεδειγμένη ισορροπία μεταξύ τους. 3.2.7.1. Ως εκ τούτου, σε ένα πρώτο επίπεδο, τα ενεργειακά μέτρα, όπως και όλα τα κοινοτικά μέτρα, πρέπει να συμβάλλουν στην επίτευξη των γενικών στόχων της Συνθήκης, οι οποίοι περιγράφονται στο άρθρο 2. Σε αυτούς συγκαταλέγονται η θέσπιση κοινής αγοράς, η αρμονική ανάπτυξη των οικονομικών δραστηριοτήτων, η προστασία του περιβάλλοντος, ένα υψηλό επίπεδο απασχόλησης και κοινωνικής προστασίας, η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου και της ποιότητας ζωής και η οικονομική και κοινωνική συνοχή. 3.2.7.2. Εντούτοις, πέραν των στόχων αυτών, με τις ενεργειακές πολιτικές πρέπει να επιδιώκεται η επίτευξη στόχων που συνδυάζουν την ανταγωνιστικότητα, την ασφάλεια εφοδιασμού και την προστασία του περιβάλλοντος. 3.2.7.3. Τέλος, και ειδικότερα στο γενικό πλαίσιο που ορίζεται από τα δύο άλλα επίπεδα, οι ενεργειακές πολιτικές των κρατών μελών και οι κοινοτικές δράσεις θα πρέπει να έχουν συνοχή με τους ειδικούς ενεργειακούς στόχους που θεσπίζονται στο παράρτημα της πρότασης απόφασης. 3.2.8. Σε κάθε περίπτωση, κατά την επιδίωξη όλων αυτών των στόχων θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η αρχή της επικουρικότητας, η αρχή της αναλογικότητας και η ενίσχυση της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής. 3.2.8.1. Η αρχή της επικουρικότητας υποδηλώνει, σύμφωνα με το άρθρο 3 Β της Συνθήκης, ότι στους τομείς που δεν είναι της αποκλειστικής της δικαιοδοσίας, η Κοινότητα θα παρεμβαίνει μόνο στο βαθμό που οι στόχοι της εκάστοτε δράσης δεν μπορούν να επιτευχθούν κατά τρόπο ικανοποιητικό από τα κράτη μέλη και μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα στο κοινοτικό επίπεδο. Η κοινοτική δράση θα πρέπει να επικεντρώνεται στους τομείς εκείνους στους οποίους θα μπορεί να επιτυγχάνεται πραγματική πρστιθέμενη αξία. 3.2.8.2. Επίσης, η Κοινότητα θα παρεμβαίνει, με βάση την αποκλειστική της αρμοδιότητα, όταν ορισμένες εθνικές πολιτικές θέτουν φραγμούς στο εμπόριο και προκαλούν άλλες στρεβλώσεις στην αγορά που εμποδίζουν την επίτευξη των εκ των προτέρων συμφωνηθέντων ενεργειακών στόχων, χωρίς να θίγονται οι στόχοι της Συνθήκης και τα κριτήρια που συνδέονται με τη δημόσια υπηρεσία και το γενικό συμφέρον. 3.2.9. Ειδικές παρατηρήσεις για κάθε στόχο του παραρτήματος 3.2.9.1. Ενεργειακοί στόχοι που καθορίζονται στις Συνθήκες Επίσης, σύμφωνα και με τα διατυπωθέντα στην προγενέστερη γνωμοδότηση για το Πράσινο Βιβλίο «Για μια ενεργειακή πολιτική για την Ευρωπαϊκή Ένωση» (), η ΟΚΕ προσθέτει ότι θα πρέπει να περιληφθούν, μαζί με τους στόχους για ολοκλήρωση της αγοράς, αειφόρο ανάπτυξη, προστασία του περιβάλλοντος και ασφάλεια εφοδιασμού, άλλοι δύο γενικά σημαντικοί στόχοι όπως η δημιουργία θέσεων απασχόλησης και η οικονομική και κοινωνική συνοχή, οι οποίοι θα πρέπει να ληφθούν υπόψη, ιδιαιτέρως, στις ενεργειακές πολιτικές. 3.2.9.2. Ολοκλήρωση της κοινοτικής ενεργειακής αγοράς Η ΟΚΕ συμφωνεί με την Επιτροπή ως προς την άποψη ότι η ολοκλήρωση της αγοράς είναι κεντρικό στοιχείο όλων των κοινοτικών δράσεων στον τομέα της ενέργειας, εφόσον μία διαιρεμένη αγορά θα μετακύλιε τις δράσεις αυτές στο εθνικό επίπεδο. Στα πλαίσια της ολοκλήρωσης της ενεργειακής αγοράς θα πρέπει να προβλεφθεί η συμμετοχή όλων των πηγών ενέργειας κατά τον καθορισμό της κοινοτικής ενεργειακής διάρθρωσης. 3.2.9.2.1. Εξάλλου, η ΟΚΕ επιθυμεί να τονίσει τη σημασία της ανάπτυξης των διευρωπαϊκών δικτύων, στο βαθμό που αυτά συμβάλλουν στην ασφάλεια εφοδιασμού, την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς και την ενίσχυση της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής. Το Ψήφισμα του Συμβουλίου για το Λευκό Βιβλίο «Μια ενεργειακή πολιτική για την Ευρωπαϊκή Ένωση», περιλαμβάνει ως μεμονωμένο στόχο την «ανάπτυξη των απαιτούμενων ενεργειακών υποδομών και ειδικά των διευρωπαϊκών δικτύων όταν προκύψει η ανάγκη και υπό όρους οικονομικής βιωσιμότητας». Για τούτο πρέπει να τονισθεί η ανάγκη κινητοποίησης των απαιτούμενων δημοσιονομικών πόρων για την επίτευξη του στόχου αυτού. 3.2.9.3. Διαφάνεια και μη στρέβλωση των τιμών ενέργειας Η ΟΚΕ συμφωνεί με την άποψη της Επιτροπής ότι είναι ανάγκη να επιτευχθεί διαφάνεια και μη στρέβλωση των τιμών ενέργειας. 3.2.9.4. Αειφόρος ανάπτυξη: ενοποίηση των ενεργειακών και περιβαλλοντικών στόχων Δεδομένης της αυξανόμενης διεθνώς διάστασης πολλών περιβαλλοντικών προβλημάτων και της μεγαλύτερης συνειδητοποίησής τους εκ μέρους της κοινής γνώμης, η Κοινότητα θα διαδραματίζει ολοένα και πιο σημαντικό ρόλο στον τομέα αυτόν. Έχει βασική σημασία η ενοποίηση των ενεργειακών στόχων με τους περιβαλλοντικούς, με επίτευξη όμως της απαιτούμενης ισορροπίας μεταξύ τους. Η μελέτη κόστους-οφέλους και τα μέτρα που διασφαλίζουν ενιαίες συνθήκες ανταγωνισμού είναι απαραίτητα στοιχεία για την επεξεργασία κάθε δράσης ή πρωτοβουλίας στον τομέα του περιβάλλοντος. Επίσης, η ΟΚΕ επιθυμεί να επισημάνει τη σημασία των εθελούσιων συμφωνιών στο πλαίσιο αυτό και το γεγονός ότι η χρήση των διαφόρων οικονομικών μέσων στον τομέα θα πρέπει να γίνεται με συνεκτίμηση της ανταγωνιστικότητας της βιομηχανίας. 3.2.9.5. Ενίσχυση της ασφάλειας εφοδιασμού Είναι ανάγκη να περιγραφούν σαφέστερα οι δράσεις που αποσκοπούν στην επίτευξη του στόχου αυτού. Για τούτο, η ΟΚΕ επιθυμεί να επισημάνει ότι, για την πραγματοποίηση του στόχου αυτού, θα είναι σκόπιμο, μεταξύ άλλων, να ενισχυθεί η χρήση των ενδογενών πηγών ενέργειας, η ποικιλομορφία των ενεργειακών πηγών, η ευελιξία για τη διασύνδεση των δικτύων, η διεθνής συνεργασία για τη σύσφιγξη των οικονομικών και πολιτικών δεσμών της Ένωσης με τις περιοχές που την εφοδιάζουν, η ενεργειακή συνεργασία με τρίτες χώρες και η διατήρηση των μέτρων ασφαλείας, αποθήκευσης και αλληλοβοήθειας για την αντιμετώπιση μιας ενδεχόμενης διακοπής της παροχής. Δεδομένου ότι η Ένωση θα εξακολουθήσει να εξαρτάται από τις εισαγωγές ενέργειας στο προβλέψιμο μέλλον, θα συνεχίσει να έχει βασική σημασία η συνεργασία με άλλους σημαντικούς καταναλωτές ενέργειας. 3.2.9.6. Συντονισμένη προσέγγιση για τις εξωτερικές ενεργειακές σχέσεις Η ΟΚΕ επιθυμεί να τονίσει τη σημασία του συντονισμού των εξωτερικών ενεργειακών σχέσεων με τρίτες χώρες που εφοδιάζουν την Ένωση και με αναπτυσσόμενες χώρες. Για τούτο, οι σχέσεις με τρίτες χώρες πρέπει να αναπτυχθούν, όχι μόνον προς όφελος της ασφάλειας εφοδιασμού, αλλά επίσης διότι η συνεργασία στον τομέα της ενέργειας μπορεί να συμβάλει στην οικονομική ανάπτυξη και την πολιτική σταθερότητα. Είναι ανάγκη να υπογραμμισθεί ο ρόλος της Συνθήκης του Χάρτη Ενέργειας, καθώς και η συνεργασία με τα κράτη της Μεσογείου. 3.2.9.6.1. Παρότι είναι βέβαιο ότι η Κοινότητα έχει αναλάβει διεθνώς σημαντικές ευθύνες με διμερείς και πολυμερείς συμφωνίες, είναι ανάγκη αυτές να ενισχυθούν προκειμένου να αντιμετωπίσει τα προβλήματα που δημιουργεί η μεγάλη και αυξανόμενη εξάρτησή της από το εξωτερικό και το γεγονός ότι πολλά ενεργειακά ζητήματα, ιδιαίτερα αυτά που συνδέονται με το περιβάλλον, έχουν διεθνή διάσταση. 3.2.9.7. Προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης Η ΟΚΕ επικροτεί τους στόχους της προώθησης της χρήσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας καθώς και της βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης, οι οποίοι μπορούν να συμβάλουν σημαντικά στη δημιουργία προϋποθέσεων για ένα πιο υγιεινό περιβάλλον και μπορούν, παράλληλα με την ανάπτυξη ενδογενών πηγών ενέργειας, να μειώσουν την ενεργειακή εξάρτηση της Κοινότητας από τις πηγές του εξωτερικού και να συμβάλουν στην οικονομική ανάπτυξη και την απασχόληση 7 όσον αφορά τη γνώμη της στον τομέα αυτόν, παραπέμπει στη γνωμοδότησή της για το Πράσινο Βιβλίο για τις «Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας». 3.2.9.8. Νέες προτάσεις Επίσης, θα πρέπει να περιληφθούν στους στόχους τα εξής: α) Συμβολή στην επίτευξη υψηλού επιπέδου προστασίας των καταναλωτών και προώθηση της ενημέρωσης των χρηστών και της συμμετοχής τους σε θέματα ενεργειακής πολιτικής. β) Ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της βιομηχανίας της Κοινότητας έναντι των κυριότερων ανταγωνιστών μας, πράγμα που σημαίνει ότι ο εφοδιασμός σε ενέργεια θα γίνεται σε λογικές τιμές. 3.3. Μέσα που διαθέτει η Κοινότητα στον τομέα της ενέργειας 3.3.1. Η ΟΚΕ φρονεί ότι, παράλληλα με τη διατύπωση ορισμένων κοινοτικών ενεργειακών στόχων, είναι αποφασιστικής σημασίας η πρακτική εφαρμογή τους και, συνεπώς, η θέσπιση των αντίστοιχων μέσων που απαιτούνται. 3.3.2. Εφόσον τα κράτη μέλη αντιδρούν στο ενδεχόμενο να μην έχουν πλέον δικαιοδοσία στον τομέα της ενέργειας, είναι ανάγκη η κοινοτική πολιτική να επικεντρωθεί στην επεξεργασία οριζόντιων μέσων με τα οποία θα είναι πιθανότερο και επωφελέστερο να επιτευχθεί συναίνεση ή μεγαλύτερος συντονισμός στο κοινοτικό επίπεδο. 3.3.3. Η ΟΚΕ έχει επίγνωση του ότι για την εκπλήρωση των στόχων της Κοινότητας απαιτείται η χρήση όλων των διαθέσιμων μέσων των Συνθηκών κατά τρόπο συντονισμένο και με τήρηση της αρχής της επικουρικότητας. 3.3.4. Εξάλλου, επαναλαμβάνει, όπως αναφέρει και στη γνωμοδότησή της για το Πράσινο Βιβλίο, ότι για την εφαρμογή των μέσων αυτών είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διατυπωθούν όσο το δυνατόν σαφέστερα οι ευθύνες και οι αρμοδιότητες της Κοινότητας και των κρατών μελών. 3.3.5. Όσον αφορά τα μέσα που περιγράφονται στο παράρτημα, η ΟΚΕ επιθυμεί να επισημάνει ότι έχει σημασία να περιληφθούν και η εμπορική πολιτική της Κοινότητας και η εξωτερική πολιτική και η πολιτική ασφάλειας. 3.3.5.1. Επ' αυτού, πρέπει να υπομνησθεί ότι το άρθρο Ι της Συνθήκης αρχίζει με τη φράση «θεσπίζεται μια κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας» και συνεχίζει «η Ένωση και τα κράτη μέλη της καθορίζουν και εφαρμόζουν μια κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφαλείας, η οποία καλύπτει όλος τους τομείς της εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας». Σύμφωνα με το άρθρο Ι. 1.4, τα κράτη μέλη υποστηρίζουν ενεργά και χωρίς επιφύλαξη την εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας της Ένωσης, και απέχουν από κάθε δράση αντίθετη προς τα συμφέροντα της Ένωσης ή ικανή να θίξει την αποτελεσματικότητά της ως δύναμης με συνοχή στις διεθνείς σχέσεις. 3.3.5.2. Στους στόχους της πολιτικής αυτής συγκαταλέγεται η ενίσχυση της διεθνούς συνεργασίας. Επίσης, για την επίτευξη των στόχων αυτών και την εφαρμογή της πολιτικής αυτής προβλέπεται μία σειρά μέσων: η συστηματική διακυβερνητική συνεργασία, οι κοινές θέσεις, οι κοινές δράσεις και τα δημοσιονομικά μέσα, βασικά στοιχεία για τη διασφάλιση της ασφάλειας εφοδιασμού σε ενέργεια, δεδομένης της έντονης και διαρκώς αυξανόμενης ενεργειακής εξάρτησης της Κοινότητας από το εξωτερικό. 3.3.6. Επίσης, η ανάπτυξη διευρωπαϊκών δικτύων πρέπει να αποτελέσει ένα ακόμη μέσον που θα πρέπει να ληφθεί υπόψη στον τομέα της ενέργειας, στο βαθμό που όχι μόνον ευνοεί την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς της ενέργειας, αλλά επίσης αυξάνει την ευελιξία και την ασφάλεια εφοδιασμού και προωθεί την οικονομική και κοινωνική συνοχή. 3.3.7. Η ΟΚΕ επιθυμεί, τέλος, να τονίσει τη σημασία της ενίσχυσης των δράσεων και μέτρων για έρευνα και ανάπτυξη και της διάδοσης καλύτερων και νέων τεχνολογιών στον τομέα της ενέργειας, επισημαίνοντας την ανάγκη να υποστηρίζονται τα εθνικά μέτρα που λαμβάνονται από τα διάφορα κράτη μέλη από τα κοινοτικά προγράμματα έρευνας και ανάπτυξης. Βρυξέλλες, 23 Απριλίου 1997. Ο Πρόεδρος της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής Tom JENKINS () ΕΕ αριθ. C 27 της 28. 1. 1997, σ. 9. () ΕΕ αριθ. C 393 της 31. 12. 1994 7 ΕΕ αριθ. C 256 της 2. 10. 1995. () ΕΕ αριθ. C 256 της 2. 10. 1995.