Επιλέξτε τις πειραματικές λειτουργίες που θέλετε να δοκιμάσετε

Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex

Έγγραφο 62018CJ0022

    Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 13ης Ιουνίου 2019.
    TopFit e.V. και Daniele Biffi κατά Deutscher Leichtathletikverband e.V.
    Αίτηση του Amtsgericht Darmstadt για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.
    Προδικαστική παραπομπή – Ιθαγένεια της Ένωσης – Άρθρα 18, 21 και 165 ΣΛΕΕ – Κανονισμός αθλητικής ομοσπονδίας – Συμμετοχή, σε εθνικό πρωτάθλημα κράτους μέλους, ερασιτέχνη αθλητή που έχει την ιθαγένεια άλλου κράτους μέλους – Διαφορετική μεταχείριση λόγω ιθαγένειας – Περιορισμός της ελεύθερης κυκλοφορίας.
    Υπόθεση C-22/18.

    Αναγνωριστικό ECLI: ECLI:EU:C:2019:497

    ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα)

    της 13ης Ιουνίου 2019 ( *1 )

    «Προδικαστική παραπομπή – Ιθαγένεια της Ένωσης – Άρθρα 18, 21 και 165 ΣΛΕΕ – Κανονισμός αθλητικής ομοσπονδίας – Συμμετοχή, σε εθνικό πρωτάθλημα κράτους μέλους, ερασιτέχνη αθλητή που έχει την ιθαγένεια άλλου κράτους μέλους – Διαφορετική μεταχείριση λόγω ιθαγένειας – Περιορισμός της ελεύθερης κυκλοφορίας»

    Στην υπόθεση C-22/18,

    με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Amtsgericht Darmstadt (ειρηνοδικείο Darmstadt, Γερμανία) με απόφαση της 2ας Νοεμβρίου 2017, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 11 Ιανουαρίου 2018, στο πλαίσιο της δίκης

    TopFit eV,

    Daniele Biffi

    κατά

    Deutscher Leichtathletikverband eV,

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τρίτο τμήμα),

    συγκείμενο από τους A. Prechal, πρόεδρο τμήματος, F. Biltgen, J. Malenovský, C. G. Fernlund (εισηγητή) και L. S. Rossi, δικαστές,

    γενικός εισαγγελέας: E. Tanchev

    γραμματέας: D. Dittert, προϊστάμενος μονάδας,

    έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 13ης Δεκεμβρίου 2018,

    λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

    το TopFit eV και ο D. Biffi, εκπροσωπούμενοι από τον G. Kornisch, Rechtsanwalt,

    η Deutscher Leichtathletikverband eV, εκπροσωπούμενη από τον G. Engelbrecht, Rechtsanwalt,

    η Ισπανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον S. Jiménez García,

    η Πολωνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον B. Majczyna,

    η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τον M. Kellerbauer και την I. Rubene,

    αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 7ης Μαρτίου 2019,

    εκδίδει την ακόλουθη

    Απόφαση

    1

    H αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία των άρθρων 18, 21 και 165 ΣΛΕΕ.

    2

    H αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ, αφενός, του TopFit eV και του Daniele Biffi και, αφετέρου, της Deutscher Leichtathletikverband eV (Γερμανικής Ομοσπονδίας Στίβου, στο εξής: DLV), σχετικά με τους όρους συμμετοχής των υπηκόων άλλων κρατών μελών σε εθνικά ερασιτεχνικά πρωταθλήματα στην κατηγορία των αθλητών μεγαλύτερης ηλικίας.

    Το νομικό πλαίσιο

    Το δίκαιο της Ένωσης

    3

    Το άρθρο 165 ΣΛΕΕ, το οποίο περιλαμβάνεται στον επιγραφόμενο «Παιδεία, επαγγελματική εκπαίδευση, νεολαία και αθλητισμός» τίτλο ΧΙΙ της Συνθήκης ΛΕΕ, προβλέπει, στις παραγράφους 1 και 2, τα εξής:

    «1.   […]

    Η Ένωση συμβάλλει στην προώθηση των ευρωπαϊκών επιδιώξεων στον χώρο του αθλητισμού, λαμβάνοντας υπόψη παράλληλα τις ιδιαιτερότητές του, τις δομές του που βασίζονται στον εθελοντισμό καθώς και τον κοινωνικό και εκπαιδευτικό του ρόλο.

    2.   Η δράση της Ένωσης έχει ως στόχο:

    […]

    να αναπτύσσει την ευρωπαϊκή διάσταση του αθλητισμού, προάγοντας τη δικαιότητα και τον ανοιχτό χαρακτήρα των αθλητικών αναμετρήσεων και τη συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων για τον αθλητισμό φορέων, καθώς και προστατεύοντας τη σωματική και ηθική ακεραιότητα των αθλητών, ιδίως των νεότερων μεταξύ τους.»

    Η κανονιστική ρύθμιση της DLV

    4

    Το άρθρο 5.2.1 του Deutsche Leichtathletikordnung (γερμανικού κανονισμού περί στίβου, στο εξής: κανονισμός περί στίβου), σχετικά με το δικαίωμα συμμετοχής σε γερμανικά πρωταθλήματα, όπως ίσχυε στις 17 Ιουνίου 2016, ορίζει τα εξής:

    «Μπορούν καταρχήν να συμμετάσχουν σε κάθε πρωτάθλημα όλοι οι αθλητές που έχουν τη γερμανική ιθαγένεια και που έχουν εν ισχύι δικαίωμα συμμετοχής ως μέλη γερμανικού σωματείου ή ομίλου αθλητών».

    5

    Ο κανονισμός αυτός περιείχε προηγουμένως το άρθρο 5.2.2, κατά το οποίο οι πολίτες της Ένωσης είχαν δικαίωμα να συμμετάσχουν στα γερμανικά πρωταθλήματα εφόσον διέθεταν δικαίωμα συμμετοχής ως μέλη γερμανικού σωματείου ή ομίλου αθλητών και εφόσον το δικαίωμα αυτό υφίστατο επί τουλάχιστον ένα έτος. Το εν λόγω άρθρο καταργήθηκε στις 17 Ιουνίου 2016 και δεν αντικαταστάθηκε.

    Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

    6

    Ο D. Biffi είναι Iταλός υπήκοος, ο οποίος γεννήθηκε το 1972 και ζει στη Γερμανία από το 2003. Συμμετέχει ερασιτεχνικά σε αγώνες δρόμου αποστάσεων 60 μέτρων, 100 μέτρων, 200 μέτρων και 400 μέτρων, στην κατηγορία των αθλητών μεγαλύτερης ηλικίας (άνω των 35 ετών). Ο D. Biffi είναι μέλος του TopFit, αθλητικού σωματείου με έδρα το Βερολίνο (Γερμανία) και μέλους της Berliner Leichtathletik-Verband (ομοσπονδίας στίβου του Βερολίνου), η οποία, με τη σειρά της, είναι μέλος της DLV.

    7

    Στην DLV ανήκουν όλες οι ομοσπονδίες στίβου που υφίστανται σε επίπεδο Länder. Διοργανώνει εθνικά πρωταθλήματα στίβου για τρεις κατηγορίες αθλητών, συγκεκριμένα δε τους νέους κάτω των 20 ετών, τους νέους αθλητές της «επίλεκτης» κατηγορίας και τους αθλητές μεγαλύτερης ηλικίας.

    8

    Από το 2012, ο D. Biffi, ο οποίος δεν είναι πλέον μέλος της Ιταλικής Ομοσπονδίας Στίβου, έχει συμμετάσχει στη Γερμανία σε εθνικά πρωταθλήματα για αθλητές μεγαλύτερης ηλικίας.

    9

    Έως τις 17 Ιουνίου 2016, το άρθρο 5.2.2 του κανονισμού περί στίβου προέβλεπε ότι οι πολίτες της Ένωσης που δεν είχαν τη γερμανική ιθαγένεια μπορούσαν να συμμετάσχουν στα γερμανικά πρωταθλήματα εφόσον διέθεταν δικαίωμα συμμετοχής ως μέλη γερμανικού σωματείου ή ομίλου αθλητών και εφόσον το δικαίωμα αυτό υφίστατο επί τουλάχιστον ένα έτος.

    10

    Την ημερομηνία εκείνη, η DLV τροποποίησε τον κανονισμό περί στίβου καταργώντας την ως άνω διάταξη. Το άρθρο 5.2 του εν λόγω κανονισμού κάνει πλέον λόγο μόνο για τους ημεδαπούς και επομένως, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές της DLV, επιλέγονται κατά προτεραιότητα οι αθλητές με γερμανική ιθαγένεια προκειμένου να συμμετάσχουν στα εθνικά πρωταθλήματα.

    11

    Το αιτούν δικαστήριο εκθέτει ότι η DLV δικαιολόγησε την τροποποίηση αυτήν με το σκεπτικό ότι ο πρωταθλητής της Γερμανίας πρέπει να είναι μόνον αθλητής με γερμανική ιθαγένεια δυνάμενος να συμμετάσχει σε πρωταθλήματα με τη συντομογραφία «GER», η οποία παραπέμπει στη λέξη «Germany», δηλαδή στη Γερμανία. Δεν είναι δυνατόν να θεσπιστούν, για τους αθλητές μεγαλύτερης ηλικίας, παρεκκλίσεις σε σχέση με τους κανόνες που εφαρμόζονται στις λοιπές κατηγορίες αθλητών, δηλαδή στους νέους κάτω των 20 ετών και στην «επίλεκτη» κατηγορία.

    12

    Με τις γραπτές παρατηρήσεις της, η DLV παρέχει διευκρινίσεις σχετικά με την κανονιστική ρύθμιση εξηγώντας ότι αλλοδαποί που διαθέτουν δικαίωμα συμμετοχής ως μέλη συλλόγου ή ομίλου αθλητών στην περιοχή αρμοδιότητας της DLV ή ως μέλη άλλης εθνικής ομοσπονδίας μπορούν, σε αιτιολογημένες περιπτώσεις, να αποκτήσουν δικαίωμα συμμετοχής άνευ συναγωνισμού, εφόσον λάβουν σχετική άδεια πριν από την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής των αιτήσεων συμμετοχής στην οικεία αθλητική διοργάνωση. Στην περίπτωση αυτή, μπορούν να συμμετάσχουν μόνο στον πρώτο γύρο αγώνα δρόμου ή στις τρεις πρώτες προσπάθειες τεχνικού αγωνίσματος.

    13

    Το TopFit υπέβαλε αίτηση συμμετοχής του D. Biffi στο γερμανικό πρωτάθλημα κλειστού στίβου για αθλητές μεγαλύτερης ηλικίας, στα αγωνίσματα των 60 μέτρων, των 200 μέτρων και των 400 μέτρων, το οποίο διεξήχθη στην Ερφούρτη στις 4 και 5 Μαρτίου 2017. Η αίτηση αυτή απορρίφθηκε ωστόσο από την DLV, με αποτέλεσμα ο D. Biffi να αποκλειστεί εντελώς από το εν λόγω πρωτάθλημα, μολονότι πληρούσε όλες τις προϋποθέσεις συμμετοχής εκτός από εκείνη που αφορούσε την ιθαγένεια. Το TopFit και ο D. Biffi υπέβαλαν ανεπιτυχώς διοικητική ένσταση κατά της απορριπτικής απόφασης ενώπιον της νομικής επιτροπής της ομοσπονδίας.

    14

    Η DLV διοργάνωσε ένα ακόμη γερμανικό πρωτάθλημα για αθλητές μεγαλύτερης ηλικίας, από τις 30 Ιουνίου έως τις 2 Ιουλίου 2017 στο Zittau, για το οποίο ο D. Biffi είχε επιτύχει τις ελάχιστες επιδόσεις προκειμένου να μπορέσει να συμμετάσχει στους αγώνες των 100 μέτρων, των 200 μέτρων και των 400 μέτρων. Ωστόσο, δεδομένου ότι ο D. Biffi δικαιούνταν να συμμετάσχει στα πρωταθλήματα αυτά μόνον «εκτός συναγωνισμού» ή «άνευ συναγωνισμού», υπέβαλε, από κοινού με την TopFit, αίτηση ασφαλιστικών μέτρων ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου με σκοπό τη εξασφάλιση της πλήρους συμμετοχής του στο εν λόγω πρωτάθλημα. Η αίτηση αυτή απορρίφθηκε.

    15

    Ο D. Biffi έλαβε άδεια να συμμετάσχει στους αγώνες αυτούς, αλλά εν μέρει, δηλαδή χωρίς να καταταχθεί, τόσο ως προς τα αγωνίσματα με χρονομέτρηση όσο και ως προς εκείνα που περιλαμβάνουν τελικό, όπως είναι το αγώνισμα των 100 μέτρων, στο πλαίσιο του οποίου του επετράπη να συμμετάσχει μόνο στους προκριματικούς γύρους χωρίς δυνατότητα συμμετοχής στον τελικό.

    16

    Κατόπιν τούτου, ο D. Biffi και το TopFit προσέφυγαν ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου ζητώντας να επιτραπεί στον D. Biffi να συμμετάσχει στα μελλοντικά γερμανικά πρωταθλήματα στίβου για αθλητές μεγαλύτερης ηλικίας και να καταστεί δυνατή η κατάταξή του στα πρωταθλήματα αυτά. Υποστηρίζουν ότι πληροί όλες τις καθοριζόμενες από την DLV προϋποθέσεις, ιδίως ως προς τις επιδόσεις, εκτός από την προϋπόθεση που αφορά την κατοχή της γερμανικής ιθαγένειας.

    17

    Το αιτούν δικαστήριο διερωτάται αν μια τέτοια προϋπόθεση περί ιθαγένειας συνιστά παράνομη διάκριση, αντίθετη προς τους κανόνες της Συνθήκης.

    18

    Επισημαίνει ότι, κατά την DLV, ο κανονισμός περί στίβου δεν αντιβαίνει στις διατάξεις της Συνθήκης, διότι η εν λόγω ενασχόληση με τον αθλητισμό δεν συνιστά οικονομική δραστηριότητα και, ως εκ τούτου, δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης.

    19

    Μολονότι τονίζει ότι ο D. Biffi είναι αθλητής μεγαλύτερης ηλικίας ο οποίος, παρά τις σημαντικές επιδόσεις του, παραμένει ερασιτέχνης αθλητής που δεν ασκεί οικονομική δραστηριότητα όταν συμμετέχει σε πρωταθλήματα, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται αν η εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης στον τομέα του αθλητισμού εξακολουθεί να εξαρτάται από την άσκηση τέτοιας δραστηριότητας. Αναφέρει, συναφώς, ότι το δίκαιο της Ένωσης περιέχει πλέον ρητή μνεία του αθλητισμού στο άρθρο 165 ΣΛΕΕ και ότι το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης να διαμένουν σε άλλο κράτος μέλος χωρίς διακρίσεις, όπως αυτό προκύπτει από τα άρθρα 18, 20 και 21 ΣΛΕΕ, δεν εξαρτάται από την άσκηση οικονομικής δραστηριότητας.

    20

    Μολονότι διατηρεί αμφιβολίες ως προς το ζήτημα αυτό, το εν λόγω δικαστήριο εκτιμά ότι η συμμετοχή στα πρωταθλήματα ενός κράτους μέλους υπηκόων άλλων κρατών μελών θα πρέπει καταρχήν να επιτρέπεται. Είναι δυνατόν να ισχύουν εξαιρέσεις, ιδίως όταν πρόκειται για εθνικούς τίτλους και πρωταθλήματα, αλλά οι περιορισμοί θα πρέπει να είναι σύμφωνοι με την αρχή της αναλογικότητας και δεν θα πρέπει να υπερβαίνουν το μέτρο που είναι απολύτως αναγκαίο για τη διασφάλιση του αγωνιστικού αθλητισμού.

    21

    Υπό τις συνθήκες αυτές, το Amtsgericht Darmstadt (ειρηνοδικείο Darmstadt, Γερμανία) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

    «1)

    Πρέπει τα άρθρα 18, 21 και 165 ΣΛΕΕ να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι διάταξη η οποία περιλαμβάνεται στον κανονισμό περί στίβου ομοσπονδίας κράτους μέλους και η οποία εξαρτά τη συμμετοχή στα εθνικά πρωταθλήματα από την κατοχή της ιθαγένειας του κράτους μέλους ενέχει παράνομη διάκριση;

    2)

    Πρέπει τα άρθρα 18, 21 και 165 ΣΛΕΕ να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι [αθλητική] ομοσπονδία κράτους μέλους εισάγει παράνομες διακρίσεις σε βάρος των ερασιτεχνών αθλητών που δεν είναι υπήκοοι του κράτους μέλους, καθόσον τους παρέχει μεν τη δυνατότητα συμμετοχής στα εθνικά πρωταθλήματα, αλλά τους επιτρέπει να μετέχουν μόνον “εκτός” ή “άνευ συναγωνισμού” και δεν τους επιτρέπει να μετέχουν στους τελικούς των αγωνισμάτων;

    3)

    Πρέπει τα άρθρα 18, 21 και 165 ΣΛΕΕ να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι [αθλητική] ομοσπονδία κράτους μέλους εισάγει παράνομες διακρίσεις σε βάρος των ερασιτεχνών αθλητών που δεν είναι υπήκοοι του κράτους μέλους, καθόσον τους αποκλείει από την απονομή εθνικών τίτλων και/ή από την κατάταξη;»

    Επί της αίτησης επανάληψης της προφορικής διαδικασίας

    22

    Μετά την ανάπτυξη των προτάσεων του γενικού εισαγγελέα, η DLV ζήτησε, με έγγραφο της 20ής Μαρτίου 2019, την επανάληψη της προφορικής διαδικασίας με την αιτιολογία ότι οι προτάσεις αυτές εστιάζουν κυρίως στο άρθρο 49 ΣΛΕΕ, ενώ τα υποβληθέντα προδικαστικά ερωτήματα αφορούν μόνον τα άρθρα 18, 21 και 165 ΣΛΕΕ και οι διάδικοι δεν είχαν την ευκαιρία να εκφράσουν την άποψή τους σχετικά με την ενδεχόμενη επιρροή του εν λόγω άρθρου 49 ΣΛΕΕ επί της έκβασης της διαφοράς της κύριας δίκης.

    23

    Συναφώς, κατά το άρθρο 83 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, το Δικαστήριο μπορεί οποτεδήποτε, αφού ακούσει τον γενικό εισαγγελέα, να διατάξει την επανάληψη της προφορικής διαδικασίας, ιδίως αν κρίνει ότι δεν έχει διαφωτιστεί επαρκώς ή όταν, προς επίλυση της διαφοράς, το Δικαστήριο χρειάζεται να στηριχθεί σε επιχείρημα επί του οποίου δεν διεξήχθη συζήτηση μεταξύ των διαδίκων.

    24

    Εν προκειμένω, το Δικαστήριο εκτιμά ότι διαθέτει όλα τα αναγκαία στοιχεία για να απαντήσει στα υποβληθέντα προδικαστικά ερωτήματα και ότι, προς επίλυση της διαφοράς, δεν χρειάζεται να στηριχθεί σε επιχείρημα σχετικό με το άρθρο 49 ΣΛΕΕ επί του οποίου δεν διεξήχθη συζήτηση μεταξύ των διαδίκων.

    25

    Συνεπώς, δεν συντρέχει λόγος να διαταχθεί η επανάληψη της προφορικής διαδικασίας.

    Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

    26

    Με τα προδικαστικά ερωτήματα, τα οποία πρέπει να εξεταστούν από κοινού, το αιτούν δικαστήριο ερωτά, κατ’ ουσίαν, αν τα άρθρα 18, 21 και 165 ΣΛΕΕ έχουν την έννοια ότι αντιτίθενται σε κανονιστική ρύθμιση εθνικής αθλητικής ομοσπονδίας, όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, κατά την οποία πολίτης της Ένωσης που είναι υπήκοος άλλου κράτους μέλους και διαμένει για διάστημα πολλών ετών στο έδαφος του κράτους μέλους όπου εδρεύει η ομοσπονδία αυτή, συμμετέχοντας ερασιτεχνικά σε αγώνες δρόμου στην κατηγορία των αθλητών μεγαλύτερης ηλικίας, δεν μπορεί να συμμετάσχει στα εθνικά πρωταθλήματα στα αγωνίσματα αυτά υπό τους ίδιους όρους με τους ημεδαπούς, καθόσον, ακόμη και αν πληροί όλες τις απαιτούμενες προϋποθέσεις εκτός από εκείνη που αφορά την ιθαγένεια, μπορεί να συμμετάσχει στα πρωταθλήματα αυτά μόνον «εκτός συναγωνισμού» ή «άνευ συναγωνισμού», χωρίς να δικαιούται να λάβει μέρος στον τελικό και χωρίς να μπορεί να αποκτήσει τον τίτλο του εθνικού πρωταθλητή, ενδέχεται δε να μην του επιτραπεί καν η συμμετοχή στα πρωταθλήματα αυτά.

    27

    Συναφώς, επισημαίνεται ότι ένας πολίτης της Ένωσης όπως ο D. Biffi, Ιταλός υπήκοος ο οποίος μετακόμισε στη Γερμανία όπου και διαμένει από δεκαπενταετίας, έχει ασκήσει το δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας, κατά την έννοια του άρθρου 21 ΣΛΕΕ.

    28

    Σύμφωνα με πάγια νομολογία, η ιδιότητα του πολίτη της Ένωσης τείνει να αποτελέσει τη θεμελιώδη ιδιότητα των υπηκόων των κρατών μελών, η οποία εξασφαλίζει την ίδια νομική μεταχείριση σε όσους εξ αυτών βρίσκονται στην ίδια κατάσταση, ανεξάρτητα από την ιθαγένειά τους και υπό την επιφύλαξη των ρητώς προβλεπόμενων σχετικών εξαιρέσεων (απόφαση της 20ής Σεπτεμβρίου 2001, Grzelczyk, C-184/99, EU:C:2001:458, σκέψη 31).

    29

    Όπως έχει κρίνει το Δικαστήριο, η κατάσταση πολίτη της Ένωσης ο οποίος έχει ασκήσει το δικαίωμά του ελεύθερης κυκλοφορίας εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 18 ΣΛΕΕ, το οποίο κατοχυρώνει την αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων λόγω ιθαγένειας (απόφαση της 13ης Νοεμβρίου 2018, Raugevicius, C-247/17, EU:C:2018:898, σκέψη 27).

    30

    Το άρθρο αυτό εφαρμόζεται σε πολίτη της Ένωσης ο οποίος, όπως ο D. Biffi, διαμένει σε άλλο κράτος μέλος πλην εκείνου του οποίου είναι υπήκοος και προτίθεται να συμμετάσχει, στο εν λόγω κράτος μέλος, σε αθλητικούς αγώνες ως ερασιτέχνης.

    31

    Επιπλέον, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι το δίκαιο της Ένωσης εξασφαλίζει σε κάθε υπήκοο κράτους μέλους τόσο την ελευθερία να μετακινηθεί σε άλλο κράτος μέλος για να ασκήσει εκεί μισθωτή ή μη μισθωτή δραστηριότητα όσο και την ελευθερία να εγκατασταθεί εκεί μετά την άσκηση μιας τέτοιας δραστηριότητας, καθώς και ότι η πρόσβαση στις δραστηριότητες αναψυχής που προσφέρονται εντός του κράτους αυτού αποτελεί απόρροια της ελευθερίας κυκλοφορίας (απόφαση της 7ης Μαρτίου 1996, Επιτροπή κατά Γαλλίας, C-334/94, EU:C:1996:90, σκέψη 21).

    32

    Το Δικαστήριο έχει κρίνει επίσης ότι τα δικαιώματα που παρέχει το άρθρο 21, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ στον πολίτη της Ένωσης έχουν, ιδίως, ως σκοπό να ενθαρρύνουν την προοδευτική ενσωμάτωση του πολίτη της Ένωσης στην κοινωνία του κράτους μέλους υποδοχής (πρβλ. απόφαση της 14ης Νοεμβρίου 2017, Lounes, C-165/16, EU:C:2017:862, σκέψη 56).

    33

    Πέραν τούτου, το άρθρο 165 ΣΛΕΕ αντικατοπτρίζει τη μεγάλη κοινωνική σημασία του αθλητισμού στην Ένωση, ιδίως του ερασιτεχνικού αθλητισμού, η οποία επισημάνθηκε με τη δήλωση αριθ. 29 για τον αθλητισμό, προσαρτηθείσα στην τελική πράξη της διάσκεψης κατά την οποία καταρτίστηκε το κείμενο της Συνθήκης του Άμστερνταμ (πρβλ. αποφάσεις της 15ης Δεκεμβρίου 1995, Bosman, C-415/93, EU:C:1995:463, σκέψη 106, καθώς και της 13ης Απριλίου 2000, Lehtonen και Castors Braine, C-176/96, EU:C:2000:201, σκέψη 33), καθώς και τον ρόλο του αθλητισμού ως παράγοντα ένταξης στην κοινωνία του κράτους μέλους υποδοχής.

    34

    Επομένως, από το άρθρο 21, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ σε συνδυασμό με το άρθρο 165 ΣΛΕΕ συνάγεται ότι η ερασιτεχνική ενασχόληση με τον αθλητισμό, ιδίως στο πλαίσιο αθλητικού συλλόγου, παρέχει στον πολίτη της Ένωσης που διαμένει σε άλλο κράτος μέλος, πλην εκείνου του οποίου είναι υπήκοος, τη δυνατότητα να δημιουργήσει δεσμούς με την κοινωνία του κράτους στο οποίο έχει μετακομίσει και διαμένει ή να εδραιώσει τους δεσμούς αυτούς. Τούτο ισχύει επίσης όσον αφορά τη συμμετοχή σε αθλητικούς αγώνες οποιουδήποτε επιπέδου.

    35

    Συνεπώς, ένας πολίτης της Ένωσης, όπως ο D. Biffi, μπορεί νομίμως να επικαλεστεί τα άρθρα 18 και 21 ΣΛΕΕ στο πλαίσιο της συμμετοχής του σε ερασιτεχνικούς αθλητικούς αγώνες στην κοινωνία του κράτους μέλους υποδοχής.

    36

    Τίθεται ωστόσο το ζήτημα αν οι κανόνες των εθνικών αθλητικών ομοσπονδιών υπόκεινται στους κανόνες της Συνθήκης όπως υπόκεινται οι κανόνες κρατικής προέλευσης.

    37

    Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με πάγια νομολογία, ο προβλεπόμενος από τη Συνθήκη σεβασμός των θεμελιωδών ελευθεριών και της απαγόρευσης των διακρίσεων λόγω ιθαγένειας επιβάλλεται και όσον αφορά τους μη δημόσιας φύσης κανόνες που αποσκοπούν στη συλλογική ρύθμιση της μισθωτής εργασίας και της παροχής υπηρεσιών (βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 12ης Δεκεμβρίου 1974, Walrave και Koch, 36/74, EU:C:1974:140, σκέψη 17, της 15ης Δεκεμβρίου 1995, Bosman, C-415/93, EU:C:1995:463, σκέψη 82, της 18ης Δεκεμβρίου 2007, Laval un Partneri, C-341/05, EU:C:2007:809, σκέψη 98, καθώς και της 16ης Μαρτίου 2010, Olympique Lyonnais, C-325/08 EU:C:2010:143, σκέψη 30).

    38

    Το Δικαστήριο έχει κρίνει επομένως ότι η κατάργηση, μεταξύ των κρατών μελών, των εμποδίων στην ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων και στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών –θεμελιώδης σκοπός της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, καθοριζόμενος στο άρθρο 3, στοιχείο γʹ, της Συνθήκης ΕΟΚ (καταργηθείσας με τη Συνθήκη της Λισαβόνας), το οποίο αντικαταστάθηκε κατ’ ουσίαν από τα άρθρα 3 έως 6 ΣΛΕΕ– θα ετίθετο σε κίνδυνο εάν η κατάργηση των φραγμών κρατικής προέλευσης ήταν δυνατόν να εξουδετερώνεται από εμπόδια απορρέοντα από την άσκηση της νομικής αυτονομίας ενώσεων ή οργανώσεων μη διεπόμενων από το δημόσιο δίκαιο (πρβλ. απόφαση της 12ης Δεκεμβρίου 1974, Walrave και Koch, 36/74, EU:C:1974:140, σκέψη 18).

    39

    Η αρχή που κατοχυρώνεται με την εν λόγω νομολογία του Δικαστηρίου εφαρμόζεται επίσης όταν μια ένωση ή οργάνωση ασκεί κάποιου είδους εξουσία επί ιδιωτών και είναι σε θέση να τους επιβάλλει όρους που θίγουν την άσκηση των θεμελιωδών ελευθεριών τις οποίες εγγυάται η Συνθήκη (πρβλ. απόφαση της 3ης Οκτωβρίου 2000, Ferlini, C-411/98, EU:C:2000:530, σκέψη 50).

    40

    Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι οι κανόνες εθνικής αθλητικής ομοσπονδίας, όπως οι επίμαχοι στην υπόθεση της κύριας δίκης, οι οποίοι διέπουν την πρόσβαση των πολιτών της Ένωσης στους αθλητικούς αγώνες υπόκεινται στους κανόνες της Συνθήκης, ιδίως δε στα άρθρα 18 και 21 ΣΛΕΕ.

    41

    Ως εκ τούτου, πρέπει να εξεταστεί αν οι κανόνες αυτοί είναι σύμφωνοι με τα εν λόγω άρθρα.

    42

    Το αιτούν δικαστήριο αναφέρει, συναφώς, ότι, μετά την τροποποίηση του κανονισμού περί στίβου στην οποία προέβη η DLV στις 17 Ιουνίου 2016, ένας πολίτης της Ένωσης όπως ο D. Biffi τυγχάνει διαφορετικής μεταχείρισης σε σχέση με έναν ημεδαπό.

    43

    Κατά το δικαστήριο αυτό, ακόμη και αν ένας τέτοιος πολίτης πληροί τις προϋποθέσεις σχετικά με τις απαιτούμενες αθλητικές επιδόσεις και διαθέτει, επί τουλάχιστον ένα έτος, δικαίωμα συμμετοχής σε αθλητικούς αγώνες ως μέλος συλλόγου συνδεδεμένου με την εθνική ομοσπονδία στίβου, είναι δυνατόν, λόγω της ιθαγένειάς του, να μην του επιτραπεί να συμμετάσχει σε εθνικό ερασιτεχνικό πρωτάθλημα αγώνων δρόμου μικρών αποστάσεων στην κατηγορία των αθλητών μεγαλύτερης ηλικίας ή να του επιτραπεί να συμμετάσχει μόνον εν μέρει.

    44

    Επισημαίνεται ότι μια τέτοια διαφορετική μεταχείριση ενδέχεται να επιφέρει περιορισμό της ελεύθερης κυκλοφορίας του εν λόγω πολίτη της Ένωσης (πρβλ. απόφαση της 13ης Νοεμβρίου 2018, Raugevicius, C-247/17, EU:C:2018:898, σκέψη 28).

    45

    Εν προκειμένω, από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι ένας ερασιτέχνης αθλητής όπως ο D. Biffi δεν μπορεί να συμμετάσχει στα διοργανωνόμενα από την DLV εθνικά πρωταθλήματα, στην κατηγορία των αθλητών μεγαλύτερης ηλικίας, υπό τους ίδιους όρους με εκείνους που ισχύουν για τους Γερμανούς υπηκόους, μολονότι τα πρωταθλήματα αυτά συγκαταλέγονται στους σημαντικότερους αγώνες σε εθνικό επίπεδο. Όταν του επιτρέπεται να συμμετάσχει στα πρωταθλήματα αυτά, μπορεί πλέον να λάβει μέρος μόνο στους προκριματικούς γύρους άνευ συναγωνισμού, και επομένως χωρίς δυνατότητα συμμετοχής στον τελικό, ή στα αγωνίσματα με χρονομέτρηση, αλλά εκτός συναγωνισμού.

    46

    Κανονιστική ρύθμιση όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης ενδέχεται επίσης να οδηγήσει, όπως τονίζουν το TopFit και ο D. Biffi με τις γραπτές παρατηρήσεις τους, σε κατάσταση κατά την οποία οι αθλητές που είναι υπήκοοι άλλου κράτους μέλους πλην της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας θα λαμβάνουν, σε σχέση με τους ημεδαπούς αθλητές, ασθενέστερη υποστήριξη από τους αθλητικούς συλλόγους των οποίων είναι μέλη, καθώς οι εν λόγω σύλλογοι θα έχουν περιορισμένο συμφέρον να επενδύσουν σε αθλητή που δεν προορίζεται να συμμετάσχει στα εθνικά πρωταθλήματα. Στην περίπτωση αυτή, θα μπορούσε να δυσχερανθεί η ένταξη των αθλητών με υπηκοότητα άλλων κρατών μελών, όπως ο D. Biffi, στον αθλητικό σύλλογο του οποίου είναι μέλη και, ως εκ τούτου, στην κοινωνία του κράτους μέλους διαμονής τους.

    47

    Διαπιστώνεται ότι τέτοιου είδους συνέπειες ενδέχεται να καταστήσουν λιγότερο ελκυστική την ενασχόληση των πολιτών της Ένωσης με τον ερασιτεχνικό αθλητισμό και συνιστούν, επομένως, περιορισμό της ελεύθερης κυκλοφορίας των εν λόγω πολιτών κατά την έννοια του άρθρου 21 ΣΛΕΕ.

    48

    Τυχόν περιορισμός, όμως, της ελεύθερης κυκλοφορίας των πολιτών της Ένωσης μπορεί να δικαιολογηθεί μόνον εφόσον στηρίζεται σε αντικειμενικούς λόγους και είναι ανάλογος προς τον θεμιτώς επιδιωκόμενο από την επίμαχη κανονιστική ρύθμιση σκοπό (πρβλ. απόφαση της 13ης Νοεμβρίου 2018, Raugevicius, C‑247/17, EU:C:2018:898, σκέψη 31).

    49

    Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι, στον τομέα του αθλητισμού, το Δικαστήριο έχει κρίνει επανειλημμένως ότι οι διατάξεις του δικαίου της Ένωσης για την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων και των υπηρεσιών δεν αντιτίθενται σε κανονιστικές ρυθμίσεις ή πρακτικές που δικαιολογούνται από λόγους αναγόμενους στον ειδικό χαρακτήρα και το ειδικό πλαίσιο ορισμένων αθλητικών εκδηλώσεων, όπως οι αγώνες μεταξύ εθνικών ομάδων διάφορων χωρών. Ωστόσο, ο περιορισμός αυτός του πεδίου εφαρμογής των εν λόγω διατάξεων δεν πρέπει να υπερβαίνει τον σκοπό για τον οποίο προβλέπεται και δεν μπορεί να προβληθεί προκειμένου να εξαιρεθεί μια ολόκληρη αθλητική δραστηριότητα από το πεδίο εφαρμογής της Συνθήκης (πρβλ. απόφαση της 15ης Δεκεμβρίου 1995, Bosman, C-415/93, EU:C:1995:463, σκέψεις 76 και 127).

    50

    Δεδομένου ότι, εκ πρώτης όψεως, η απονομή του τίτλου του εθνικού πρωταθλητή σε ορισμένο άθλημα δεν καλύπτει όλους τους αγώνες που διεξάγονται σε εθνικό επίπεδο για το άθλημα αυτό, η απονομή του εν λόγω τίτλου έχει περιορισμένο αντίκτυπο στην ενασχόληση με το επίμαχο άθλημα. Εξάλλου, σύμφωνα με ό,τι έχει κριθεί επί του ζητήματος της σύνθεσης των εθνικών ομάδων, είναι θεμιτό να επιφυλάσσεται σε έναν ημεδαπό η απονομή του τίτλου του εθνικού πρωταθλητή σε ορισμένο άθλημα, καθώς το στοιχείο αυτό της ημεδαπότητας μπορεί να θεωρηθεί ως ίδιον του τίτλου του εθνικού πρωταθλητή. Πάντως, οι περιορισμοί που απορρέουν από την επιδίωξη του εν λόγω σκοπού πρέπει να είναι σύμφωνοι με την αρχή της αναλογικότητας.

    51

    Εν προκειμένω, η DLV εκτιμά εν γένει ότι, ως αθλητική ομοσπονδία, απολαύει αυτονομίας όσον αφορά τη θέσπιση των κανόνων της και ότι το κοινό αναμένει ότι ο εθνικός πρωταθλητής ενός κράτους θα είναι υπήκοος του κράτους αυτού. Η εν λόγω ομοσπονδία προβάλλει, εξάλλου, δύο συγκεκριμένους λόγους προς δικαιολόγηση της κανονιστικής ρύθμισής της. Πρώτον, η ανακήρυξη του εθνικού πρωταθλητή και του δεύτερου και του τρίτου καλύτερου εθνικού αθλητή χρησιμεύει για την επιλογή των αθλητών που θα εκπροσωπήσουν τη χώρα τους στα διεθνή πρωταθλήματα, όπως τα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα, εν προκειμένω με τη συντομογραφία «GER» η οποία παραπέμπει στη λέξη «Germany», δηλαδή τη Γερμανία. Δεύτερον, η DLV αναφέρει ότι δεν είναι δυνατόν να γίνει διάκριση ανάλογα με την ηλικιακή κατηγορία και να προβλεφθεί παρέκκλιση για τους αθλητές μεγαλύτερης ηλικίας σε σχέση με τους νέους κάτω των 20 ετών και τους νέους της «επίλεκτης» κατηγορίας.

    52

    Όσον αφορά, καταρχάς, τον ισχυρισμό ότι οι αθλητικές ομοσπονδίες είναι ελεύθερες να θεσπίζουν τους κανόνες τους, υπενθυμίζεται ότι, όπως εκτέθηκε με τη σκέψη 40 της παρούσας απόφασης, η αυτονομία που διαθέτουν οι εν λόγω ιδιωτικές ενώσεις για τη θέσπιση αθλητικών κανόνων δεν μπορεί να τους επιτρέπει να περιορίζουν την άσκηση των δικαιωμάτων που παρέχει η Συνθήκη στους ιδιώτες (πρβλ. απόφαση της 15ης Δεκεμβρίου 1995, Bosman, C-415/93, EU:C:1995:463, σκέψη 81).

    53

    Τονίζεται ότι ο αμιγώς αθλητικός χαρακτήρας ενός κανόνα δεν συνεπάγεται ότι ο κανόνας αυτός εξαιρείται ευθύς εξαρχής από το πεδίο εφαρμογής της Συνθήκης (πρβλ. απόφαση της 18ης Ιουλίου 2006, Meca-Medina και Majcen κατά Επιτροπής, C-519/04 P, EU:C:2006:492, σκέψη 33).

    54

    Συνεπώς, το επιχείρημα κατά το οποίο το κοινό αναμένει ότι ο εθνικός πρωταθλητής μιας χώρας θα έχει την ιθαγένεια της χώρας αυτής δεν δικαιολογεί οποιονδήποτε περιορισμό της συμμετοχής των αλλοδαπών στα εθνικά πρωταθλήματα.

    55

    Ως εκ τούτου, πρέπει να εξεταστούν, περαιτέρω, οι συγκεκριμένοι δικαιολογητικοί λόγοι που προβάλλει η DLV.

    56

    Όσον αφορά τον πρώτο εξ αυτών, δηλαδή την ανακήρυξη του εθνικού πρωταθλητή που θα εκπροσωπήσει τη χώρα του στα διεθνή πρωταθλήματα, από την επ’ ακροατηρίου συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου προέκυψε ότι η DLV δεν επιλέγει η ίδια τους συμμετέχοντες σε διεθνή πρωταθλήματα στην κατηγορία των αθλητών μεγαλύτερης ηλικίας, αλλά ότι οι αθλητές οι οποίοι είναι μέλη συλλόγου συνδεδεμένου με την DLV και πληρούν τις προϋποθέσεις που αφορούν την επίδοση μπορούν, ανεξάρτητα από την ιθαγένειά τους, να συμμετάσχουν στα πρωταθλήματα αυτά και υποβάλλουν οι ίδιοι τη σχετική αίτηση συμμετοχής. Επομένως, υπήκοος άλλου κράτους μέλους πλην της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας μπορεί να γίνει πρωταθλητής Ευρώπης στους αγώνες δρόμου, στην κατηγορία των αθλητών μεγαλύτερης ηλικίας, αγωνιζόμενος για τη Γερμανία. Σύμφωνα με τις πληροφορίες που η ίδια παρέσχε, η DLV επιλέγει τους καλύτερους εθνικούς αθλητές για να συμμετάσχουν σε διεθνή πρωταθλήματα μόνο στην «επίλεκτη» κατηγορία.

    57

    Όσον αφορά τον δεύτερο δικαιολογητικό λόγο που προβάλλει η DLV, δηλαδή την ανάγκη θέσπισης των ίδιων κανόνων για όλες τις ηλικιακές κατηγορίες, από την προηγούμενη σκέψη συνάγεται ότι ο ισχυρισμός αυτός δεν τεκμηριώνεται από τις δηλώσεις της DLV σχετικά με τον μηχανισμό επιλογής των αθλητών σε διεθνές επίπεδο, από τις οποίες προκύπτει ότι ο συγκεκριμένος μηχανισμός αφορά μόνον την «επίλεκτη» κατηγορία.

    58

    Επομένως, κανένας από τους δύο δικαιολογητικούς λόγους που προβάλλει η DLV δεν τεκμηριώνεται βάσει αντικειμενικών στοιχείων.

    59

    Εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να ελέγξει αν υπάρχουν άλλοι λόγοι που να δικαιολογούν τους κανόνες περί μερικού αποκλεισμού των αλλοδαπών από τη συμμετοχή στα εθνικά πρωταθλήματα.

    60

    Συναφώς, υπενθυμίζεται επίσης ότι, μολονότι εναπόκειται στους ενδιαφερόμενους φορείς, όπως οι διοργανωτές των πρωταθλημάτων ή οι αθλητικές ομοσπονδίες, να θεσπίζουν τους κατάλληλους κανόνες για τη διασφάλιση της ομαλής διεξαγωγής των αγώνων (απόφαση της 11ης Απριλίου 2000, Deliège, C-51/96 και C-191/97, EU:C:2000:199, σκέψη 67), οι κανόνες αυτοί δεν πρέπει να υπερβαίνουν το μέτρο που είναι αναγκαίο για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού (απόφαση της 13ης Απριλίου 2000, Lehtonen και Castors Braine, C-176/96, EU:C:2000:201, σκέψη 56).

    61

    Όσον αφορά το επιχείρημα ότι η υπόθεση αφορά ατομικό άθλημα με προκριματικούς γύρους, εν προκειμένω τους αγώνες δρόμου μικρών αποστάσεων που διεξάγονται σε οκτώ διαδρόμους, διαπιστώνεται ότι η παρουσία ενός ή περισσότερων αλλοδαπών στον τελικό ενδέχεται, αφενός, να εμποδίσει έναν ημεδαπό να κερδίσει το πρωτάθλημα και, αφετέρου, να παρακωλύσει την ανακήρυξη των καλύτερων ημεδαπών.

    62

    Ωστόσο, ακόμη και στο πλαίσιο τέτοιων αθλημάτων, ο αποκλεισμός της συμμετοχής των αλλοδαπών στον τελικό δεν πρέπει να υπερβαίνει το μέτρο που είναι αναγκαίο για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού. Συναφώς, πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι, στο κράτος μέλος της υπό κρίση υπόθεσης, ο αποκλεισμός αυτός δεν υφίστατο επί σειρά ετών για την κατηγορία των αθλητών μεγαλύτερης ηλικίας.

    63

    Εναπόκειται στο εθνικό δικαστήριο, το οποίο καλείται να εξετάσει την ύπαρξη τυχόν άλλων δικαιολογιών, να προβεί στην εξέταση αυτή λαμβάνοντας υπόψη τον σκοπό της ενίσχυσης του ανοικτού χαρακτήρα των αγώνων, σκοπό απορρέοντα από τη διάταξη του άρθρου 21, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ σε συνδυασμό με το άρθρο 165 ΣΛΕΕ, και τη σημασία της ένταξης των κατοίκων, ιδίως των επί μακρόν διαμενόντων, όπως εν προκειμένω ο D. Biffi, στο κράτος μέλος υποδοχής.

    64

    Όσον αφορά, ακολούθως, τον πλήρη αποκλεισμό από τη συμμετοχή στα εθνικά πρωταθλήματα, η DLV φρονεί ότι δεν τίθεται τέτοιο ζήτημα στην υπό κρίση υπόθεση, δεδομένου ότι ο D. Biffi μπορεί να συνεχίσει να συμμετέχει στα πρωταθλήματα αυτά. Ωστόσο, από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι δεν επετράπη στον D. Biffi να συμμετάσχει σε εθνικό πρωτάθλημα το 2017. Επιπλέον, βάσει των διευκρινίσεων σχετικά με το κανονιστικό πλαίσιο τις οποίες παρέσχε η DLV με τις γραπτές παρατηρήσεις της, εφόσον η συμμετοχή των αλλοδαπών που είναι μέλη συλλόγου συνδεδεμένου με την DLV εξαρτάται από την παροχή άδειας, ένας τέτοιος αποκλεισμός εξακολουθεί να είναι δυνατός.

    65

    Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι, προκειμένου ένα τέτοιο σύστημα προηγούμενης παροχής άδειας να δικαιολογείται βάσει των άρθρων 18 και 21 ΣΛΕΕ, πρέπει, εν πάση περιπτώσει, να στηρίζεται σε αντικειμενικά κριτήρια που δεν εισάγουν διακρίσεις και είναι εκ των προτέρων γνωστά, ούτως ώστε να οριοθετούν την άσκηση της εξουσίας εκτιμήσεως της DLV προκειμένου η εξουσία αυτή να μη χρησιμοποιείται με αυθαίρετο τρόπο (πρβλ., μεταξύ άλλων, απόφαση της 20ής Φεβρουαρίου 2001, Analir κ.λπ., C-205/99, EU:C:2001:107, σκέψη 38).

    66

    Επισημαίνεται, επιπλέον, ότι, εφόσον υπάρχει μηχανισμός για τη συμμετοχή αλλοδαπού αθλητή σε εθνικό πρωτάθλημα, τουλάχιστον στους προκριματικούς γύρους και/ή εκτός συναγωνισμού, ο πλήρης αποκλεισμός ενός τέτοιου αθλητή από τη συμμετοχή στα πρωταθλήματα αυτά λόγω της ιθαγένειάς του είναι, εν πάση περιπτώσει, δυσανάλογος.

    67

    Συνεπώς, στα υποβληθέντα προδικαστικά ερωτήματα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι τα άρθρα 18, 21 και 165 ΣΛΕΕ έχουν την έννοια ότι αντιτίθενται σε κανονιστική ρύθμιση εθνικής αθλητικής ομοσπονδίας, όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, κατά την οποία πολίτης της Ένωσης που είναι υπήκοος άλλου κράτους μέλους και διαμένει για διάστημα πολλών ετών στο έδαφος του κράτους μέλους όπου εδρεύει η ομοσπονδία αυτή, συμμετέχοντας ερασιτεχνικά σε αγώνες δρόμου στην κατηγορία των αθλητών μεγαλύτερης ηλικίας, δεν μπορεί να συμμετάσχει στα εθνικά πρωταθλήματα στα αγωνίσματα αυτά υπό τους ίδιους όρους με τους ημεδαπούς ή μπορεί να συμμετάσχει μόνον «εκτός συναγωνισμού» ή «άνευ συναγωνισμού», χωρίς να δικαιούται να λάβει μέρος στον τελικό και χωρίς να μπορεί να αποκτήσει τον τίτλο του εθνικού πρωταθλητή, εκτός εάν η κανονιστική αυτή ρύθμιση δικαιολογείται από λόγους αντικειμενικούς και ανάλογους προς τον θεμιτώς επιδιωκόμενο σκοπό, πράγμα το οποίο εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει.

    Επί των δικαστικών εξόδων

    68

    Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

     

    Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τρίτο τμήμα) αποφαίνεται:

     

    Τα άρθρα 18, 21 και 165 ΣΛΕΕ έχουν την έννοια ότι αντιτίθενται σε κανονιστική ρύθμιση εθνικής αθλητικής ομοσπονδίας, όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, κατά την οποία πολίτης της Ευρωπαϊκής Ένωσης που είναι υπήκοος άλλου κράτους μέλους και διαμένει για διάστημα πολλών ετών στο έδαφος του κράτους μέλους όπου εδρεύει η ομοσπονδία αυτή, συμμετέχοντας ερασιτεχνικά σε αγώνες δρόμου στην κατηγορία των αθλητών μεγαλύτερης ηλικίας, δεν μπορεί να συμμετάσχει στα εθνικά πρωταθλήματα στα αγωνίσματα αυτά υπό τους ίδιους όρους με τους ημεδαπούς ή μπορεί να συμμετάσχει μόνον «εκτός συναγωνισμού» ή «άνευ συναγωνισμού», χωρίς να δικαιούται να λάβει μέρος στον τελικό και χωρίς να μπορεί να αποκτήσει τον τίτλο του εθνικού πρωταθλητή, εκτός εάν η κανονιστική αυτή ρύθμιση δικαιολογείται από λόγους αντικειμενικούς και ανάλογους προς τον θεμιτώς επιδιωκόμενο σκοπό, πράγμα το οποίο εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει.

     

    (υπογραφές)


    ( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική.

    Επάνω