Επιλέξτε τις πειραματικές λειτουργίες που θέλετε να δοκιμάσετε

Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex

Έγγραφο 62016CJ0381

Απόφαση του Δικαστηρίου (δέκατο τμήμα) της 23ης Νοεμβρίου 2017.
Salvador Benjumea Bravo de Laguna κατά Esteban Torras Ferrazzuolo.
Αίτηση του Tribunal Supremo για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.
Προδικαστική παραπομπή – Κανονισμός (ΕΚ) 207/2009 – Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Άρθρο 16 – Σήμα ως αντικείμενο κυριότητας – Εξομοίωση του σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης με το εθνικό σήμα – Άρθρο 18 – Μεταβίβαση σήματος καταχωρισθέντος επ’ ονόματι του ειδικού πληρεξουσίου ή αντιπροσώπου του δικαιούχου του σήματος – Εθνική διάταξη παρέχουσα τη δυνατότητα ασκήσεως αγωγής διεκδικήσεως της κυριότητας εθνικού σήματος η καταχώριση του οποίου προσβάλλει τα δικαιώματα του δικαιούχου ή πραγματοποιείται κατά παράβαση υποχρεώσεως εκ του νόμου ή εκ συμβάσεως – Συμβατό με τον κανονισμό 207/2009.
Υπόθεση C-381/16.

Συλλογή της Νομολογίας — Γενική Συλλογή — Τμήμα «Πληροφορίες για τις μη δημοσιευόμενες αποφάσεις»

Αναγνωριστικό ECLI: ECLI:EU:C:2017:889

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δέκατο τμήμα)

της 23ης Νοεμβρίου 2017 ( *1 )

«Προδικαστική παραπομπή – Κανονισμός (ΕΚ) 207/2009 – Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Άρθρο 16 – Σήμα ως αντικείμενο κυριότητας – Εξομοίωση του σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης με το εθνικό σήμα – Άρθρο 18 – Μεταβίβαση σήματος καταχωρισθέντος επ’ ονόματι του ειδικού πληρεξουσίου ή αντιπροσώπου του δικαιούχου του σήματος – Εθνική διάταξη παρέχουσα τη δυνατότητα ασκήσεως αγωγής διεκδικήσεως της κυριότητας εθνικού σήματος η καταχώριση του οποίου προσβάλλει τα δικαιώματα του δικαιούχου ή πραγματοποιείται κατά παράβαση υποχρεώσεως εκ του νόμου ή εκ συμβάσεως – Συμβατό με τον κανονισμό 207/2009»

Στην υπόθεση C‑381/16,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Tribunal Supremo (Ανώτατο Δικαστήριο, Ισπανία) με απόφαση της 28ης Ιουνίου 2016, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 11 Ιουλίου 2016, στο πλαίσιο της δίκης

Salvador Benjumea Bravo de Laguna

κατά

Esteban Torras Ferrazzuolo,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δέκατο τμήμα),

συγκείμενο από τους E. Levits, πρόεδρο τμήματος, A. Borg Barthet (εισηγητή) και M. Berger, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: M. Szpunar

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

ο E. Torras Ferrazzuolo, εκπροσωπούμενος από την S. Díaz Pardeiro, procuradora, και τον J. A. López Martínez, abogado,

η Ισπανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον A. Sampol Pucurull,

η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τον É. Gippini Fournier και την J. Samnadda,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία των άρθρων 16 και 18 του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το [σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης] (ΕΕ 2009, L 78, σ. 1).

2

Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ του Salvador Benjumea Bravo de Laguna και του Esteban Torras Ferrazzuolo, σχετικά με την κυριότητα εικονιστικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης καταχωρισθέντος επ’ ονόματι του πρώτου.

Το νομικό πλαίσιο

Το δίκαιο της Ένωσης

3

Η αιτιολογική σκέψη 15 του κανονισμού 207/2009 έχει ως εξής:

«Για την ενίσχυση της προστασίας των […] σημάτων [της Ευρωπαϊκής Ένωσης], πρέπει να ορίζουν τα κράτη μέλη, βάσει της εθνικής τους νομοθεσίας, το μικρότερο δυνατό αριθμό εθνικών δικαστηρίων πρώτου και δευτέρου βαθμού ως αρμόδια για θέματα παραποίησης/απομίμησης και εγκυρότητας του […] σήματος [της Ευρωπαϊκής Ένωσης].»

4

Το άρθρο 16 του κανονισμού αυτού, με τίτλο «Εξομοίωση του […] σήματος [της Ευρωπαϊκής Ένωσης] με το εθνικό σήμα» ορίζει τα εξής:

«1.   Εκτός αντιθέτου διατάξεως των άρθρων 17 έως 24, το […] σήμα [της Ευρωπαϊκής Ένωσης] ως αντικείμενο κυριότητας, θεωρείται στο σύνολό του και για το σύνολο του κοινοτικού εδάφους, ως εθνικό σήμα καταχωρισμένο στο κράτος μέλος στο οποίο, σύμφωνα με το μητρώο […] σημάτων [της Ευρωπαϊκής Ένωσης]:

α)

ο δικαιούχος έχει την έδρα ή την κατοικία του κατά την κρίσιμη ημερομηνία· ή

β)

εάν δεν εφαρμόζεται το στοιχείο α), ο δικαιούχος έχει εγκατάσταση κατά την κρίσιμη ημερομηνία.

2.   Όσον αφορά τις περιπτώσεις που δεν προβλέπονται στην παράγραφο 1, το κράτος μέλος που αναφέρεται στην εν λόγω παράγραφο είναι το κράτος μέλος όπου εδρεύει το Γραφείο [Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO)].

3.   Εάν περισσότερα του ενός πρόσωπα έχουν εγγραφεί στο μητρώο […] σημάτων [της Ευρωπαϊκής Ένωσης] ως συνδικαιούχοι, η παράγραφος 1 εφαρμόζεται στον πρώτο αναγραφόμενο δικαιούχο· άλλως, εφαρμόζεται στους επόμενους συνδικαιούχους με τη σειρά της εγγραφής τους. Αν η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται σε κανέναν από τους συνδικαιούχους, εφαρμόζεται η παράγραφος 2.»

5

Το άρθρο 18 του εν λόγω κανονισμού, με τίτλο «Μεταβίβαση σήματος που έχει καταχωρισθεί επ’ ονόματι ειδικού πληρεξουσίου» προβλέπει τα εξής:

«Αν ένα […] σήμα [της Ευρωπαϊκής Ένωσης] έχει καταχωρισθεί επ’ ονόματι του ειδικού πληρεξουσίου ή του αντιπροσώπου εκείνου ο οποίος είναι δικαιούχος του σήματος, χωρίς την άδεια του δικαιούχου, ο δικαιούχος δικαιούται να ζητήσει τη μεταβίβαση της εν λόγω καταχώρισης επ’ ονόματί του, εκτός εάν ο εν λόγω ειδικός πληρεξούσιος ή αντιπρόσωπος δικαιολογήσει την πράξη του.»

6

Το άρθρο 95, παράγραφος 1, του ίδιου κανονισμού ορίζει τα εξής:

«Τα κράτη μέλη ορίζουν στο έδαφός τους τον μικρότερο δυνατό αριθμό πρωτοβάθμιων και δευτεροβάθμιων εθνικών δικαστηρίων που καλούνται στο εξής “δικαστήρια […] σημάτων [της Ευρωπαϊκής Ένωσης]”, τα οποία ασκούν τα καθήκοντα που τους ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό.»

7

Το άρθρο 105, παράγραφος 3, του κανονισμού 207/2009 έχει ως εξής:

«Οι εθνικές διατάξεις σχετικά με την αίτηση αναίρεσης εφαρμόζονται στις αποφάσεις των δευτεροβαθμίων δικαστηρίων […] σημάτων [της Ευρωπαϊκής Ένωσης].»

Το ισπανικό δίκαιο

8

Το άρθρο 2, παράγραφος 2, του Ley 17/2001 de Marcas (νόμου 17/2001 περί σημάτων), της 7ης Δεκεμβρίου 2001 (BOE αριθ. 294, της 8ης Δεκεμβρίου 2001, στο εξής: νόμος 17/2001 περί σημάτων), ορίζει τα ακόλουθα:

«Σε περίπτωση αιτήσεως για καταχώριση σήματος η οποία προσβάλλει δικαιώματα τρίτου ή πραγματοποιείται κατά παράβαση υποχρεώσεως εκ του νόμου ή εκ συμβάσεως, ο ζημιωθείς μπορεί να διεκδικήσει ενώπιον του δικαστηρίου την κυριότητα του σήματος, ασκώντας τη σχετική αγωγή διεκδικήσεως πριν από την ημερομηνία καταχωρίσεως ή εντός προθεσμίας πέντε ετών από τη δημοσίευσή της ή από τη στιγμή κατά την οποία το καταχωρισθέν σήμα άρχισε να χρησιμοποιείται κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του άρθρου 39. Όταν κατατεθεί αγωγή διεκδικήσεως, το δικαστήριο ενημερώνει σχετικώς το ισπανικό γραφείο διπλωμάτων ευρεσιτεχνιών και σημάτων, ώστε να την καταχωρίσει στο μητρώο σημάτων, και διατάζει, εάν χρειάζεται, την αναστολή της διαδικασίας καταχωρίσεως του σήματος.»

Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα

9

Στις 24 Ιανουαρίου 2011, ο S. Benjumea Bravo de Laguna υπέβαλε αίτηση καταχωρίσεως σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ενώπιον του EUIPO.

10

Το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση είναι το εξής εικονιστικό σημείο:

Image

11

Στις 29 Αυγούστου 2011, το EUIPO καταχώρισε το εν λόγω σήμα επ’ ονόματι του S. Benjumea Bravo de Laguna ως εικονιστικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπ’ αριθ. 9679093.

12

Θεωρώντας ότι είναι ο νόμιμος δικαιούχος του σήματος, ο E. Torras Ferrazzuolo άσκησε ενώπιον του Juzgado de lo Mercantil de Alicante (δικαστηρίου εμπορικών διαφορών του Αλικάντε, Ισπανία), μεταξύ άλλων, αγωγή διεκδικήσεως της κυριότητας του εν λόγω σήματος βάσει του άρθρου 18 του κανονισμού 207/2009 καθώς και του άρθρου 2, παράγραφος 2, του νόμου 17/2001 περί σημάτων.

13

Το εν λόγω δικαστήριο απέρριψε την αγωγή αυτή με το σκεπτικό, αφενός, ότι μόνο το προβλεπόμενο στο άρθρο 18 του κανονισμού 207/2009 καθεστώς εφαρμόζεται στα σήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αποκλειομένου του γενικού καθεστώτος του άρθρου 2, παράγραφος 2, του νόμου 17/2001 περί σημάτων, και, αφετέρου, ότι δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις του άρθρου 18 του κανονισμού 207/2009.

14

Επιληφθέν κατ’ έφεση, το Audiencia Provincial de Alicante (εφετείο του Αλικάντε, Ισπανία) έκρινε ότι, καθόσον το καθεστώς διεκδικήσεως του άρθρου 18 του κανονισμού 207/2009 αφορά μόνον την περίπτωση του αναξιόπιστου ειδικού πληρεξουσίου ή αντιπροσώπου, έπρεπε να εφαρμοστούν, εν προκειμένω, οι κανόνες περί της αγωγής διεκδικήσεως σήματος του άρθρου 2 του νόμου 17/2001 περί σημάτων.

15

Βάσει του άρθρου 16 του κανονισμού 207/2009, το εν λόγω δικαστήριο έκρινε πράγματι ότι, πέραν των ενιαίων κανόνων τους οποίους προβλέπει ο εν λόγω κανονισμός, το σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ως αντικείμενο κυριότητας, θεωρείται στο σύνολό του και για το σύνολο του εδάφους της Ένωσης ως εθνικό σήμα καταχωρισμένο στο κράτος μέλος στο οποίο ο δικαιούχος έχει την έδρα ή την κατοικία του ή, ελλείψει αυτών, κάποια εγκατάσταση.

16

Περαιτέρω, εκτιμώντας ότι πληρούνταν εν προκειμένω οι προϋποθέσεις που απαιτούνται για να γίνει δεκτή η αγωγή διεκδικήσεως, το Audiencia Provincial de Alicante (εφετείο του Αλικάντε) έκρινε ότι ο E. Torras Ferrazzuolo ήταν δικαιούχος του επίμαχου στην υπόθεση της κύριας δίκης σήματος.

17

Ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, του Tribunal Supremo (Ανωτάτου Δικαστηρίου, Ισπανία), ο S. Benjumea Bravo de Laguna ισχυρίστηκε ότι η νομική τάξη της Ένωσης προβλέπει τη δυνατότητα ενός προσώπου να διεκδικήσει την κυριότητα σήματος μόνον όταν η καταχώριση έγινε επ’ ονόματι του ειδικού πληρεξουσίου του προσώπου αυτού χωρίς την άδειά του. Άλλως, είναι αδύνατη η άσκηση αγωγής διεκδικήσεως σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

18

Αντιθέτως, ο E. Torras Ferrazzuolo υποστήριξε ότι ο κανονισμός 207/2009 επιτρέπει να εφαρμοστεί επικουρικώς το εθνικό δίκαιο, οπότε είναι δυνατή η ερμηνεία του άρθρου 18 του κανονισμού αυτού υπό την έννοια ότι δεν αποκλείει τη δυνατότητα ασκήσεως, δυνάμει των διατάξεων της εθνικής νομοθεσίας κράτους μέλους, αγωγής διεκδικήσεως σε άλλες περιπτώσεις πλην των προβλεπομένων στο εν λόγω άρθρο.

19

Θεωρώντας ότι η επίλυση της ενώπιόν του διαφοράς εξαρτάται από την ερμηνεία του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Tribunal Supremo (Ανώτατο Δικαστήριο) αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Συνάδει με το δίκαιο της Ένωσης, και συγκεκριμένα με τον κανονισμό [207/2009], η διεκδίκηση σήματος [της Ευρωπαϊκής Ένωσης] για λόγους διαφορετικούς από τους αναφερόμενους στο άρθρο 18 του [κανονισμού 207/2009] και, ιδίως, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 2, παράγραφος 2, του [νόμου 17/2001 περί σημάτων] […];»

Επί του προδικαστικού ερωτήματος

Επί του παραδεκτού

20

Ο E. Torras Ferrazzuolo υποστηρίζει, καταρχάς, ότι η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως είναι απαράδεκτη λόγω αναρμοδιότητας του Tribunal Supremo (Ανωτάτου Δικαστηρίου) για την υποβολή της.

21

Ο E. Torras Ferrazzuolo, βασιζόμενος συναφώς στο άρθρο 95, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009, κατά το οποίο τα κράτη μέλη «ορίζουν στο έδαφός τους τον μικρότερο δυνατό αριθμό πρωτοβάθμιων και δευτεροβάθμιων εθνικών δικαστηρίων που καλούνται στο εξής “δικαστήρια […] σημάτων [της Ευρωπαϊκής Ένωσης]” τα οποία ασκούν τα καθήκοντα που τους ανατίθενται με τον […] κανονισμό [αυτό]», ισχυρίζεται ότι το Tribunal Supremo (Ανώτατο Δικαστήριο) δεν είναι αρμόδιο για την ερμηνεία του εν λόγω κανονισμού.

22

Περαιτέρω, υποστηρίζει ότι, καθόσον η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δεν υποβλήθηκε ούτε σε πρώτο ούτε σε δεύτερο βαθμό, πρόκειται για νέο ζήτημα το οποίο δεν μπορεί να εξετασθεί στο πλαίσιο αναιρέσεως.

23

Ωστόσο, η επιχειρηματολογία αυτή δεν μπορεί να γίνει δεκτή.

24

Αφενός, από την αιτιολογική σκέψη 15 του κανονισμού 207/2009 προκύπτει, πράγματι, ότι το άρθρο 95, παράγραφος 1, του κανονισμού αυτού αποσκοπεί στην ενίσχυση της προστασίας των σημάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιβάλλοντας στα κράτη μέλη να ορίζουν τα πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια δικαστήρια που είναι αρμόδια για θέματα παραποίησης/απομίμησης και εγκυρότητας των σημάτων αυτών.

25

Πάντως, υπό το πρίσμα του άρθρου 105, παράγραφος 3, του κανονισμού 207/2009, κατά το οποίο «οι εθνικές διατάξεις σχετικά με την αίτηση αναίρεσης εφαρμόζονται στις αποφάσεις των δευτεροβαθμίων δικαστηρίων […] σημάτων [της Ευρωπαϊκής Ένωσης]», το άρθρο 95, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009 δεν μπορεί να έχει την έννοια ότι τα αναιρετικά δικαστήρια των κρατών μελών δεν έχουν δικαίωμα ερμηνείας του κανονισμού αυτού στο πλαίσιο των ενώπιόν τους εκκρεμών διαφορών.

26

Αφετέρου, τονίζεται ότι, κατά πάγια νομολογία, δεν εναπόκειται στο Δικαστήριο να διακριβώσει αν η απόφαση περί παραπομπής εκδόθηκε σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες περί οργανώσεως των δικαστηρίων και δικονομίας (απόφαση της 7ης Ιουλίου 2016, Genentech, C‑567/14, EU:C:2016:526, σκέψη 22 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

27

Κατά τα λοιπά, υπενθυμίζεται ότι η διαδικασία του άρθρου 267 ΣΛΕΕ αποτελεί μέσο συνεργασίας μεταξύ του Δικαστηρίου και των εθνικών δικαστηρίων, με το οποίο το Δικαστήριο τους παρέχει τα στοιχεία ερμηνείας του δικαίου της Ένωσης που είναι αναγκαία για την επίλυση της διαφοράς επί της οποίας καλούνται να αποφανθούν (απόφαση της 5ης Ιουλίου 2016, Ognyanov, C‑614/14, EU:C:2016:514, σκέψη 16 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

28

Κατά πάγια επίσης νομολογία, με το άρθρο 267 ΣΛΕΕ παρέχεται στα εθνικά δικαστήρια ευρύτατη δυνατότητα υποβολής αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως στο Δικαστήριο, σε περίπτωση κατά την οποία εκτιμούν ότι στην υπόθεση που εκκρεμεί ενώπιόν τους ανακύπτουν ζητήματα ερμηνείας ή κύρους διατάξεων του δικαίου της Ένωσης η απάντηση στα οποία είναι απαραίτητη για την επίλυση της διαφοράς της οποίας έχουν επιληφθεί. Εξάλλου, τα εθνικά δικαστήρια είναι ελεύθερα να ασκούν την ευχέρεια αυτή σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας κρίνουν σκόπιμο (απόφαση της 5ης Ιουλίου 2016, Ognyanov, C‑614/14, EU:C:2016:514, σκέψη 17 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

29

Τέλος, υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με το άρθρο 267, τρίτο εδάφιο, ΣΛΕΕ, εθνικό δικαστήριο η απόφαση του οποίου δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο κανενός ένδικου μέσου του εσωτερικού δικαίου υποχρεούται, καταρχήν, να υποβάλει στο Δικαστήριο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως, εφόσον ανακύπτει ενώπιόν του ζήτημα ερμηνείας του δικαίου της Ένωσης (βλ., μεταξύ άλλων, απόφαση της 9ης Σεπτεμβρίου 2015, Ferreira da Silva e Brito κ.λπ., C‑160/14, EU:C:2015:565, σκέψη 37 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

30

Επομένως, η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως είναι παραδεκτή.

Επί της ουσίας

31

Με το ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινισθεί αν ο κανονισμός 207/2009 έχει την έννοια ότι αντιτίθεται στην εφαρμογή, όσον αφορά σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εθνικής διατάξεως δυνάμει της οποίας ο ζημιωθείς από την καταχώριση σήματος, η οποία προσβάλλει τα δικαιώματά του ή πραγματοποιείται κατά παράβαση υποχρεώσεως εκ του νόμου ή εκ συμβάσεως, δικαιούται να διεκδικήσει την κυριότητα του εν λόγω σήματος.

32

Εισαγωγικώς, υπενθυμίζεται ότι το άρθρο 16, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009 ορίζει ότι, «εκτός αντιθέτου διατάξεως των άρθρων 17 έως 24, το […] σήμα [της Ευρωπαϊκής Ένωσης] ως αντικείμενο κυριότητας, θεωρείται στο σύνολό του και για το σύνολο του […] εδάφους [της Ευρωπαϊκής Ένωσης], ως εθνικό σήμα καταχωρισμένο στο κράτος μέλος στο οποίο, σύμφωνα με το μητρώο σημάτων [της Ευρωπαϊκής Ένωσης], ο δικαιούχος έχει την έδρα ή την κατοικία του [ή ελλείψει αυτών] εγκατάσταση».

33

Συναφώς, επισημαίνεται ότι το άρθρο 18 του κανονισμού αυτού παρέχει στον δικαιούχο σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης το δικαίωμα να ζητήσει τη μεταβίβαση της καταχωρίσεως του σήματος αυτού στο όνομά του αν το σήμα έχει καταχωρισθεί επ’ ονόματι του ειδικού πληρεξουσίου ή του αντιπροσώπου του χωρίς την άδειά του.

34

Επομένως, η αγωγή διεκδικήσεως της κυριότητας σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης καταχωρισμένου επ’ ονόματι του ειδικού πληρεξουσίου ή του αντιπροσώπου του δικαιούχου του σήματος αυτού χωρίς την άδειά του διέπεται αποκλειστικώς από τον κανονισμό 207/2009.

35

Αντιθέτως, το άρθρο 18 του κανονισμού αυτού δεν ρυθμίζει τα της αγωγής διεκδικήσεως της κυριότητας σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε άλλες περιπτώσεις πλην της περιπτώσεως σήματος καταχωρισμένου επ’ ονόματι του ειδικού πληρεξουσίου ή του αντιπροσώπου του δικαιούχου του σήματος αυτού χωρίς την άδειά του.

36

Ως εκ τούτου, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 16 του κανονισμού 207/2009, το σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως αντικείμενο κυριότητας πρέπει, πέραν της περιπτώσεως του άρθρου 18 του κανονισμού αυτού, να θεωρείται ως εθνικό σήμα καταχωρισμένο στο συγκεκριμένο κράτος μέλος σύμφωνα με τα κριτήρια του εν λόγω άρθρου 16.

37

Επομένως, εφόσον πρόκειται για καταστάσεις μη εμπίπτουσες στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 18 του κανονισμού 207/2009, στις αγωγές διεκδικήσεως της κυριότητας σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης εφαρμόζεται η εθνική νομοθεσία του κράτους μέλους αυτού.

38

Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, στο υποβληθέν ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι τα άρθρα 16 και 18 του κανονισμού 207/2009 έχουν την έννοια ότι δεν αντιτίθενται στην εφαρμογή, όσον αφορά σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εθνικής διατάξεως, όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, δυνάμει της οποίας ζημιωθείς από την αίτηση καταχωρίσεως σήματος, η οποία προσβάλλει τα δικαιώματά του ή πραγματοποιείται κατά παράβαση υποχρεώσεως εκ του νόμου ή εκ συμβάσεως, δικαιούται να διεκδικήσει την κυριότητα του εν λόγω σήματος, εφόσον η συγκεκριμένη κατάσταση δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 18 του κανονισμού αυτού.

Επί των δικαστικών εξόδων

39

Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

 

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (δέκατο τμήμα) αποφαίνεται:

 

Τα άρθρα 16 και 18 του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το [σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης], έχουν την έννοια ότι δεν αντιτίθενται στην εφαρμογή, όσον αφορά σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εθνικής διατάξεως, όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, δυνάμει της οποίας ζημιωθείς από την αίτηση καταχωρίσεως σήματος, η οποία προσβάλλει τα δικαιώματά του ή πραγματοποιείται κατά παράβαση υποχρεώσεως εκ του νόμου ή εκ συμβάσεως, δικαιούται να διεκδικήσει την κυριότητα του εν λόγω σήματος, εφόσον η συγκεκριμένη κατάσταση δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 18 του κανονισμού αυτού.

 

(υπογραφές)


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική.

Επάνω