Επιλέξτε τις πειραματικές λειτουργίες που θέλετε να δοκιμάσετε

Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex

Έγγραφο 62016CC0265

    Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα M. Szpunar της 7ης Σεπτεμβρίου 2017.
    VCAST Limited κατά R.T.I. SpA.
    Αίτηση του Tribunale ordinario di Torino για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.
    Προδικαστική παραπομπή – Προσέγγιση των νομοθεσιών – Δικαίωμα του δημιουργού και συγγενικά δικαιώματα – Οδηγία 2001/29/ΕΚ – Άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ – Εξαίρεση ιδιωτικής αντιγραφής – Άρθρο 3, παράγραφος 1 – Παρουσίαση στο κοινό – Συγκεκριμένος τεχνικός τρόπος – Παροχή υπηρεσίας βιντεοεγγραφής στο υπολογιστικό νέφος (cloud computing) αντιγράφων έργων που προστατεύονται κατά τις διατάξεις περί πνευματικής ιδιοκτησίας, χωρίς τη συναίνεση του δημιουργού – Ενεργός παρέμβαση του παρόχου της υπηρεσίας στην εν λόγω βιντεοεγγραφή.
    Υπόθεση C-265/16.

    Συλλογή της Νομολογίας — Γενική Συλλογή — Τμήμα «Πληροφορίες για τις μη δημοσιευόμενες αποφάσεις»

    Αναγνωριστικό ECLI: ECLI:EU:C:2017:649

    ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΫ ΕΙΣΑΓΓΕΛΈΑ

    MACIEJ SZPUNAR

    της 7ης Σεπτεμβρίου 2017 ( 1 )

    Υπόθεση C‑265/16

    VCAST Limited

    κατά

    R.T.I. SpA

    [αίτηση του Tribunale di Torino (πρωτοδικείου Τορίνο, Ιταλία)
    για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

    «Προδικαστική παραπομπή – Πνευματική και βιομηχανική ιδιοκτησία – Δικαίωμα του δημιουργού και συγγενικά δικαιώματα – Δικαίωμα αναπαραγωγής – Εξαίρεση – Αναπαραγωγή για ιδιωτική χρήση – Παροχή υπηρεσίας εξ αποστάσεως βιντεοεγγραφής (cloud computing) ιδιωτικών αντιγραφών τηλεοπτικών εκπομπών χωρίς τη συναίνεση των κατόχων των δικαιωμάτων του δημιουργού – Παρέμβαση του παρόχου της υπηρεσίας στην εν λόγω βιντεοεγγραφή – Θέση των εν λόγω εκπομπών στη διάθεση των χρηστών»

    Εισαγωγή

    1.

    Η διαδικτυακή κεντρική διάθεση υπολογιστικών πόρων, γνωστή κατά κύριο λόγο με τον αγγλικό όρο «cloud computing», συνίσταται στην πρόσβαση μέσω τηλεπικοινωνιακού δικτύου (διαδίκτυο), κατ’ αίτηση του χρήστη και με σύστημα αυτοεξυπηρέτησης, σε κοινούς και επιδεχόμενους διαμόρφωση υπολογιστικούς πόρους. Πρόκειται, επομένως, για εξωτερίκευση των υποδομών πληροφορικής ( 2 ). Το cloud computing παρουσιάζει την ιδιαιτερότητα ότι, σε αντίθεση με αυτό που συμβαίνει με τις κλασικές μεθόδους χρησιμοποίησης των υποδομών πληροφορικής, ο χρήστης δεν αγοράζει ούτε μισθώνει συγκεκριμένο υπολογιστικό εξοπλισμό αλλά χρησιμοποιεί, υπό μορφή υπηρεσιών, το δυναμικό των υποδομών που ανήκουν σε τρίτον, των οποίων δεν γνωρίζει την τοποθεσία, η οποία, άλλωστε, μπορεί να ποικίλλει. Από την οπτική γωνία του εν λόγω χρήστη, επομένως, το δυναμικό αυτό βρίσκεται «κάπου στο νέφος» (όχι αυτό της ατμόσφαιρας αλλά, προφανώς, στο υπολογιστικό νέφος). Το σύστημα αυτό επιτρέπει μια καλύτερη χρήση των διαθέσιμων πόρων, καθώς και την αυτόματη προσαρμογή τους στις διακυμάνσεις της ζήτησης.

    2.

    Οι υπηρεσίες που προσφέρονται με τη μορφή cloud computing (στο εξής: υπολογιστικό νέφος) είναι ποικίλες και το φάσμα τους μπορεί να εκτείνεται από την απλή προμήθεια υποδομών πληροφορικής, λογισμικού και επικοινωνιακών εργαλείων (ηλεκτρονικό ταχυδρομείο) μέχρι τις πλέον εξελιγμένες υπηρεσίες. Μια από τις πλέον διαδεδομένες υπηρεσίες νέφους που παρέχονται στους καταναλωτές είναι η αποθήκευση δεδομένων. Συγκεκριμένα, διάφοροι προμηθευτές προσφέρουν χωρητικότητα αποθήκευσης διαφόρων μεγεθών, δωρεάν ή επί πληρωμή, σύμφωνα με διάφορα εμπορικά μοντέλα. Οι χωρητικότητες αυτές αποθήκευσης προορίζονται για ιδιωτική χρήση του δικαιούχου αλλά μπορούν επίσης να περιλαμβάνουν και λειτουργίες ανταλλαγών μεταξύ χρηστών. Οι υπηρεσίες αποθήκευσης συνδυάζονται συχνά με συναφείς παροχές, όπως με την ευρετηρίαση των αποθηκευομένων δεδομένων ή την επεξεργασία τους, όταν, για παράδειγμα, προσφέρουν εργαλεία επεξεργασίας εικόνας.

    3.

    Τα αποθηκευόμενα στο υπολογιστικό νέφος δεδομένα ενδέχεται να περιέχουν, μεταξύ άλλων, αντίγραφα έργων προστατευόμενων από το δίκαιο προστασίας των δικαιωμάτων του δημιουργού τα οποία έχουν παραχθεί από τους χρήστες των εν λόγω υπηρεσιών αποθήκευσης στο πλαίσιο της εξαιρέσεως που είναι γνωστή ως εξαίρεση του ιδιωτικού αντιγράφου. Ωστόσο, σε αντίθεση με την περίπτωση όπου χρησιμοποιείται εξοπλισμός αντιγραφής ευρισκόμενος στην άμεση διάθεση του αντιγράφοντος, στην περίπτωση αντιγραφής στο υπολογιστικό νέφος είναι κατά κανόνα απαραίτητη η επέμβαση του παρόχου της υπηρεσίας ή κάποιου άλλου προσώπου. Τίθεται, επομένως, ευλόγως το ερώτημα αν, υπό τις συνθήκες αυτές, η αναπαραγωγή του έργου εξακολουθεί να πραγματοποιείται «από» τον δικαιούχο της εξαιρέσεως της ιδιωτικής αντιγραφής, όπως απαιτεί η νομοθεσία. Αυτό είναι το ζήτημα γύρω από το οποίο περιστράφηκαν οι συζητήσεις στο πλαίσιο της υπό κρίση υποθέσεως.

    4.

    Φρονώ, ωστόσο, ότι εν προκειμένω ανακύπτει, λαμβανομένων υπόψη των πραγματικών περιστατικών της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, ένα πιο θεμελιώδες ζήτημα: το ζήτημα των ορίων της εξαιρέσεως της ιδιωτικής αντιγραφής λαμβανομένης υπόψη της προελεύσεως του αναπαραγομένου έργου. Το Δικαστήριο έχει ασχοληθεί με το ζήτημα αυτό στο πλαίσιο ορισμένων υποθέσεων που αφορούσαν το τέλος που επιβάλλεται στο πλαίσιο της εφαρμογής της εξαιρέσεως της ιδιωτικής αντιγραφής. Εκτιμώ ότι η σχετική νομολογία αξίζει να διευκρινιστεί περαιτέρω.

    Το νομικό πλαίσιο

    Το δίκαιο της Ένωσης

    5.

    Η οδηγία 2000/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2000, για ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου, στην εσωτερική αγορά («οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο») ( 3 ) ορίζει, στο άρθρο 3, παράγραφοι 2 και 3, τα εξής:

    «2.   Τα κράτη μέλη δεν μπορούν, για λόγους που αφορούν τον συντονισμένο τομέα, να περιορίσουν την ελεύθερη κυκλοφορία των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας οι οποίες προέρχονται από άλλο κράτος μέλος.

    3.   Οι παράγραφοι 1 και 2 δεν εφαρμόζονται στους τομείς που αναφέρονται στο παράρτημα.»

    6.

    Στο παράρτημα της οδηγίας 2000/31 με τον τίτλο «Παρεκκλίσεις από το άρθρο 3», το πρώτο εδάφιο ορίζει:

    «Όπως προβλέπεται στο άρθρο 3, παράγραφος 3, το άρθρο 3, παράγραφοι 1 και 2, δεν εφαρμόζεται:

    Στα δικαιώματα του δημιουργού, στα συγγενικά δικαιώματα […]».

    7.

    Στο άρθρο 2 της οδηγίας 2001/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας ( 4 ), ορίζεται ότι:

    «Τα κράτη μέλη παρέχουν το αποκλειστικό δικαίωμα να επιτρέπουν ή να απαγορεύουν, την άμεση ή έμμεση, προσωρινή ή μόνιμη αναπαραγωγή με οποιοδήποτε μέσο και μορφή, εν όλω ή εν μέρει:

    α)

    στους δημιουργούς, όσον αφορά τα έργα τους·

    β)

    στους καλλιτέχνες ερμηνευτές ή εκτελεστές, όσον αφορά την εγγραφή σε υλικό υπόθεμα των ερμηνειών ή εκτελέσεών τους·

    γ)

    στους παραγωγούς φωνογραφημάτων, όσον αφορά τα φωνογραφήματά τους·

    δ)

    στους παραγωγούς της πρώτης υλικής ενσωμάτωσης ταινιών σε υπόθεμα, όσον αφορά το πρωτότυπο και τα αντίγραφα των ταινιών τους·

    ε)

    στους ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς, όσον αφορά την υλική ενσωμάτωση των εκπομπών τους, που μεταδίδονται ενσυρμάτως ή ασυρμάτως, συμπεριλαμβανομένης της καλωδιακής ή δορυφορικής αναμετάδοσης.»

    8.

    Το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, και παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29 ορίζει τα εξής:

    «2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν εξαιρέσεις ή περιορισμούς από το δικαίωμα αναπαραγωγής που προβλέπεται στο άρθρο 2 στις ακόλουθες περιπτώσεις:

    […]

    β)

    αναπαραγωγές σε οποιοδήποτε μέσο που πραγματοποιούνται από φυσικό πρόσωπο για ιδιωτική χρήση και για μη εμπορικούς, άμεσους ή έμμεσους, σκοπούς, υπό τον όρο ότι οι δικαιούχοι λαμβάνουν δίκαιη αποζημίωση που συνεκτιμά την εφαρμογή ή όχι των τεχνολογικών μέτρων του άρθρου 6 στο συγκεκριμένο έργο ή άλλο αντικείμενο,

    […]

    5.   Οι εξαιρέσεις και οι περιορισμοί που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2, 3 και 4 εφαρμόζονται μόνο σε ορισμένες ειδικές περιπτώσεις οι οποίες δεν αντίκεινται στην κανονική εκμετάλλευση του έργου ή άλλου προστατευομένου αντικειμένου και δεν θίγουν αδικαιολογήτως τα έννομα συμφέροντα του δικαιούχου.»

    Το ιταλικό δίκαιο

    9.

    Το δικαίωμα του δημιουργού διέπεται, στο ιταλικό δίκαιο, από τον legge n. 633/1941 – Protezione del diritto d’autore e di altri diritti connessi al suo esercizio (νόμο 633/1941, περί προστασίας των δικαιωμάτων του δημιουργού και άλλων σχετικών με την άσκησή τους δικαιωμάτων), της 22ας Απριλίου 1941 (στο εξής: Νόμος περί των δικαιωμάτων του δημιουργού). Η εξαίρεση της ιδιωτικής αντιγραφής προβλέπεται στο άρθρο 71 sexies του εν λόγω νόμου, κατά το οποίο:

    «1.   Επιτρέπεται η ιδιωτική αναπαραγωγή φωνογραφημάτων και βιντεογραφημάτων επί οποιουδήποτε υποθέματος η οποία πραγματοποιείται από φυσικό πρόσωπο για αποκλειστικά προσωπική χρήση, χωρίς σκοπό κέρδους και χωρίς άμεσους ή έμμεσους εμπορικούς σκοπούς, τηρουμένων των τεχνικών μέτρων που αναφέρει το άρθρο 102 quater.

    2.   Η αναπαραγωγή στην οποία αναφέρεται η παράγραφος 1 δεν μπορεί να πραγματοποιείται από τρίτους. Η παροχή υπηρεσιών που προορίζεται να καταστήσει δυνατή την αναπαραγωγή φωνογραφημάτων και βιντεογραφημάτων από φυσικό πρόσωπο για προσωπική του χρήση συνιστά δραστηριότητα αναπαραγωγής που διέπεται από τα άρθρα 13, 72, 78 bis, 79 και 80.

    […]

    4.   Εκτός της περιπτώσεως της παραγράφου 3, οι δικαιούχοι των δικαιωμάτων του δημιουργού οφείλουν να καθιστούν δυνατό, παρά την εφαρμογή των τεχνολογικών μέτρων που προβλέπονται στο άρθρο 102 quater, για το φυσικό πρόσωπο το οποίο έχει νομίμως στην κατοχή του αντίγραφα του προστατευομένου έργου ή του προστατευομένου φυσικού αντικειμένου ή είχε νομίμως πρόσβαση σε αυτά, να πραγματοποιήσει ιδιωτική αναπαραγωγή αυτών, έστω και μόνο αναλογική, για προσωπική του χρήση, υπό τον όρο ότι η δυνατότητα αυτή δεν αντίκειται στην κανονική “χρήση” του έργου ή των άλλων φυσικών αντικειμένων και δεν συνιστά αδικαιολόγητο πλουτισμό επί ζημία των κατόχων των δικαιωμάτων.»

    10.

    Το άρθρο 71 septies του εν λόγω νόμου προβλέπει την καταβολή αποζημιώσεως στους φορείς των δικαιωμάτων του δημιουργού στο πλαίσιο της εφαρμογής της εξαιρέσεως της ιδιωτικής αντιγραφής. Η αποζημίωση αυτή χρηματοδοτείται από ένα τέλος καταβαλλόμενο επί της τιμής πωλήσεως των συσκευών και των υποθεμάτων που επιτρέπουν την παραγωγή αντιγράφων έργων προστατευομένων από δικαίωμα του δημιουργού. Η παράγραφος 1, τελευταία περίοδος, του εν λόγω άρθρου αναφέρει τα εξής:

    «Για τα συστήματα βιντεοεγγραφής εξ αποστάσεως, η αποζημίωση που προβλέπεται στην παρούσα παράγραφο οφείλεται από τον πάροχο της υπηρεσίας και είναι ανάλογη με την αμοιβή που λαμβάνεται για την παροχή της εν λόγω υπηρεσίας.»

    11.

    Η τελευταία φράση προστέθηκε με τροποποίηση της 31ης Δεκεμβρίου 2007. Σύμφωνα με τις πληροφορίες που παρέσχε σχετικώς η Ιταλική Κυβέρνηση, η υιοθέτησή της προκάλεσε την κίνηση διαδικασίας διαπιστώσεως παραβάσεως εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την, κατά την προσφεύγουσα, παράβαση των άρθρων 2 και 3 της οδηγίας 2001/29 τιτλοφορούμενων αντιστοίχως «Δικαίωμα αναπαραγωγής» και «Δικαίωμα παρουσίασης έργων στο κοινό […]». Σε συνέχεια των υποστηριχθέντων από την Επιτροπή, οι ιταλικές αρχές φαίνεται ότι αποφάσισαν να μην ορίσουν τέλος επί των υπηρεσιών εγγραφής εξ αποστάσεως. Η επιλογή αυτή κρίθηκε νόμιμη από τα ιταλικά δικαστήρια. Ιδίως, το Consiglio di Stato (Συμβούλιο της Επικρατείας, Ιταλία) έκρινε ότι οι αρχές αποφάσισαν «απολύτως νόμιμα να αναστείλουν προσωρινά την εφαρμογή της εν λόγω παραγράφου 1, τελευταία περίοδος».

    Πραγματικά περιστατικά, διαδικασία και προδικαστικά ερωτήματα

    12.

    Η VCAST Limited είναι εταιρία βρετανικού δικαίου η οποία θέτει στη διάθεση των χρηστών της ένα σύστημα εγγραφής στο υπολογιστικό νέφος των δωρεάν προσβάσιμων εκπομπών ιταλικών τηλεοπτικών οργανισμών επίγειας μετάδοσης, μεταξύ των οποίων και οι εκπομπές της R.T.I. SpA (στο εξής: RTI). Στην πράξη, ο χρήστης επιλέγει μια εκπομπή στον διαδικτυακό τόπο της VCAST, όπου εμφανίζεται το σύνολο των προγραμμάτων των τηλεοπτικών σταθμών που καλύπτει η υπηρεσία. Ο χρήστης μπορεί είτε να ορίσει μια συγκεκριμένη εκπομπή είτε ορισμένη χρονική ζώνη κατά την οποία είναι προγραμματισμένη η εκπομπή την οποία έχει επιλέξει να εγγράψει. Στη συνέχεια, το σύστημα που διαχειρίζεται η VCAST λαμβάνει το τηλεοπτικό σήμα με τη βοήθεια των κεραιών του και καταγράφει το εκπεμπόμενο κατά την ορισθείσα χρονική ζώνη πρόγραμμα εκπομπών στον ευρισκόμενο στο υπολογιστικό νέφος χώρο αποθήκευσης των δεδομένων τον οποίο έχει υποδείξει ο χρήστης. Ο χώρος αυτός αποθήκευσης παρέχεται όχι από τη VCAST, αλλά από ανεξάρτητους παρόχους ( 5 ). Τα καταγραφέντα με τον τρόπο αυτό οπτικοακουστικά δεδομένα τίθενται κατόπιν στη διάθεση του χρήστη σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται από τον πάροχο της υπηρεσίας αποθήκευσης. Η υπηρεσία της VCAST προσφέρεται σύμφωνα με τρία μοντέλα: αυτό της δωρεάν παροχής στον χρήστη, οπότε η υπηρεσία χρηματοδοτείται μέσω των διαφημίσεων, και δύο άλλα επί πληρωμή.

    13.

    Η VCAST ενήγαγε την RTI ενώπιον του Tribunale di Torino (πρωτοδικείου Τορίνο, Ιταλία), που είναι το αιτούν δικαστήριο, προκειμένου αυτό να αναγνωρίσει τον σύννομο χαρακτήρα των δραστηριοτήτων της, που θα απαιτούσε, ενδεχομένως, είτε την έγερση ζητήματος συνταγματικότητας του άρθρου 71 sexies, παράγραφος 2, του νόμου περί προστασίας των δικαιωμάτων του δημιουργού είτε την υποβολή προδικαστικού ερωτήματος στο Δικαστήριο για την ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης. Η VCAST ισχυρίζεται, κατ’ ουσίαν, ότι η δραστηριότητά της καλύπτεται από την εξαίρεση της ιδιωτικής αντιγραφής, καθότι στην πραγματικότητα η εγγραφή πραγματοποιείται από τον χρήστη, ενώ η VCAST παρέχει μόνο τον αναγκαίο εξοπλισμό, ήτοι το σύστημα βιντεοεγγραφής εξ αποστάσεως. Κατά τη VCAST, ο σύννομος χαρακτήρας της υπηρεσίας της επιβεβαιώνεται ιδίως από το άρθρο 71 septies, παράγραφος 1, τελευταία περίοδος, του νόμου περί προστασίας των δικαιωμάτων του δημιουργού το οποίο, επιβάλλοντας τέλος στις υπηρεσίες αντιγραφής εξ αποστάσεως, εξομοιώνει τις υπηρεσίες αυτές προς περίπτωση εφαρμογής της εξαιρέσεως της ιδιωτικής αντιγραφής.

    14.

    Η RTI, εναγομένη της κυρίας δίκης, αμφισβητεί τον σύννομο χαρακτήρα της δραστηριότητας της VCAST. Άσκησε ανταγωγή με αίτημα την απαγόρευση εξακολούθησης της επίμαχης δραστηριότητας και την αποκατάσταση της ζημίας την οποία υπέστη συνεπεία της δραστηριότητας αυτής. Με διάταξη της 30ής Οκτωβρίου 2015, το αιτούν δικαστήριο διέταξε προσωρινά μέτρα απαγορεύοντας ιδίως στη VCAST να συνεχίσει να ασκεί τη δραστηριότητά της όσον αφορά τις εκπομπές των τηλεοπτικών σταθμών της RTI.

    15.

    Το Tribunale di Torino (πρωτοδικείο Τορίνο) έκρινε ότι η επίλυση της διαφοράς απαιτούσε την ερμηνεία ορισμένων διατάξεων του δικαίου της Ένωσης, και ειδικότερα του άρθρου 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2001/29 και, ως εκ τούτου, ανέστειλε τη διαδικασία και υπέβαλε στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

    «1)

    Συνάδει με το δίκαιο της Ένωσης –και ιδίως με το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της [οδηγίας 2001/29] (καθώς και με την [οδηγία 2000/31] και με την ιδρυτική Συνθήκη)– εθνική ρύθμιση η οποία απαγορεύει σε εμπορική επιχείρηση να παρέχει σε ιδιώτες υπηρεσία εξ αποστάσεως εγγραφής, μέσω συστήματος πληροφορικής στο υπολογιστικό νέφος, ιδιωτικών αντιγράφων έργων προστατευόμενων από το δικαίωμα του δημιουργού, με ενεργή παρέμβαση της εμπορικής επιχειρήσεως στην εγγραφή, χωρίς άδεια του δικαιούχου;

    2)

    Συνάδει με το δίκαιο της Ένωσης –και ιδίως με το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της [οδηγίας 2001/29] (καθώς και με την [οδηγία 2000/31] και με την ιδρυτική Συνθήκη)– εθνική ρύθμιση η οποία επιτρέπει σε εμπορική επιχείρηση να παρέχει σε ιδιώτες υπηρεσία εξ αποστάσεως εγγραφής, μέσω συστήματος πληροφορικής στο υπολογιστικό νέφος, ιδιωτικών αντιγράφων έργων προστατευόμενων από το δικαίωμα του δημιουργού, με ενεργή παρέμβαση της εμπορικής επιχειρήσεως στην εγγραφή, χωρίς άδεια του δικαιούχου, έναντι κατ’ αποκοπήν αποζημιώσεως του δικαιούχου του δικαιώματος, πράγμα το οποίο ουσιαστικά ισοδυναμεί με καθεστώς χορηγήσεως υποχρεωτικής άδειας εκμεταλλεύσεως;»

    16.

    Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 12 Μαΐου 2016. Γραπτές παρατηρήσεις κατέθεσαν οι διάδικοι της κύριας δίκης, η Ιταλική, η Γαλλική και η Πορτογαλική Κυβέρνηση καθώς και η Επιτροπή. Οι διάδικοι της κύριας δίκης, η Ιταλική Κυβέρνηση και η Επιτροπή παρέστησαν διά των εκπροσώπων τους στην επ’ ακροατηρίου συζήτηση που διεξήχθη στις 29 Μαρτίου 2017.

    Ανάλυση

    Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

    17.

    Αμφότερα τα υποβληθέντα προδικαστικά ερωτήματα αφορούν στην πραγματικότητα το ίδιο νομικό ζήτημα, θεωρούμενο από δύο διαφορετικές οπτικές γωνίες. Πρόκειται κατ’ ουσίαν για το αν οι διατάξεις του δικαίου της Ένωσης στις οποίες αναφέρονται τα εν λόγω ερωτήματα επιβάλλουν ή, αντίθετα, απαγορεύουν στα κράτη μέλη τα οποία έχουν μεταφέρει στο εθνικό τους δίκαιο την εξαίρεση της ιδιωτικής αντιγραφής να επιτρέπουν τη δραστηριότητα που συνίσταται στην παροχή, χωρίς την άδεια των φορέων των δικαιωμάτων του δημιουργού, υπηρεσίας ηλεκτρονικής εγγραφής (στο υπολογιστικό νέφος) τηλεοπτικών εκπομπών που είναι ελεύθερα προσβάσιμες, μέσω επίγειας αναμετάδοσης, στο έδαφος του οικείου κράτους μέλους.

    18.

    Όσον αφορά τον προσδιορισμό των διατάξεων του δικαίου της Ένωσης των οποίων ζητείται η ερμηνεία, μόνο το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2001/29 κατονομάστηκε με σαφήνεια.

    19.

    Όσον αφορά την οδηγία 2003/31, η διάταξη που θα μπορούσε ενδεχομένως να τύχει εφαρμογής στην προκειμένη περίπτωση είναι το άρθρο 3, παράγραφος 2, το οποίο απαγορεύει στα κράτη μέλη να περιορίζουν την ελεύθερη κυκλοφορία των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας οι οποίες προέρχονται από άλλο κράτος μέλος. Πράγματι, η προσφερόμενη από τη VCAST υπηρεσία φαίνεται να πληροί όντως τα κριτήρια του ορισμού της υπηρεσίας της κοινωνίας της πληροφορίας. Ωστόσο, κατά την παράγραφο 3 του ιδίου άρθρου σε συνδυασμό με το παράρτημα της οδηγίας 2000/31, αποκλείονται του πεδίου εφαρμογής της εν λόγω απαγορεύσεως οι περιορισμοί που συνδέονται με την προστασία των δικαιωμάτων του δημιουργού και των συγγενικών δικαιωμάτων. Όμως, στον κανόνα ακριβώς αυτόν θα στηριχθεί η ενδεχόμενη διαπίστωση του παράνομου χαρακτήρα της δραστηριότητας της VCAST κατά το ιταλικό δίκαιο. Επομένως, το άρθρο 3, παράγραφος 2, της οδηγίας 2000/31 δεν φαίνεται να είναι εφαρμοστέο εν προκειμένω.

    20.

    Περαιτέρω, όσον αφορά την «ιδρυτική Συνθήκη», ούτε στο κείμενο των προδικαστικών ερωτημάτων ούτε στις σκέψεις που αναπτύσσονται στην αίτηση προδικαστικής αποφάσεως περιέχονται ακριβείς ενδείξεις επιτρέπουσες να προσδιοριστεί σε ποια διάταξη του πρωτογενούς δικαίου αναφέρεται το αιτούν δικαστήριο. Το γεγονός αυτό επιτρέπει, άλλωστε, όπως υποστηρίζει η RTI στις παρατηρήσεις της, την ύπαρξη αμφιβολιών ως προς το παραδεκτό των προδικαστικών ερωτημάτων, καθόσον αφορούν την «ιδρυτική Συνθήκη». Όπως επιβάλλει το πνεύμα καλής θελήσεως και σύμφωνα με τη συλλογιστική που εκτέθηκε στο προηγούμενο σημείο όσον αφορά την οδηγία 2000/31, θα μπορούσα να υποθέσω ότι η διάταξη που ενδιαφέρει το αιτούν δικαστήριο είναι αυτή που αφορά την ελευθερία παροχής υπηρεσιών, η οποία καθιερώνεται στο άρθρο 56 ΣΛΕΕ. Πράγματι, ως εταιρία εγκατεστημένη στο Ηνωμένο Βασίλειο, η VCAST παρέχει τις υπηρεσίες της διασυνοριακά, γεγονός που της επιτρέπει να απολαύει της εν λόγω ελευθερίας.

    21.

    Εν πάση περιπτώσει, ωστόσο, κατά πάγια νομολογία, η προστασία του δικαιώματος του δημιουργού συνιστά επιτακτικό λόγο γενικού συμφέροντος που μπορεί να δικαιολογήσει περιορισμό στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών ( 6 ). Πρόκειται, άλλωστε, για εναρμονισμένο τομέα, στο πλαίσιο του οποίου η διαπίστωση του παράνομου χαρακτήρα ορισμένης δραστηριότητας από την άποψη διατάξεως του δικαίου της Ένωσης αρκεί για να δικαιολογήσει τον σχετικό περιορισμό της ελευθερίας παροχής υπηρεσιών. Επομένως, ενόψει της απαντήσεως που προτίθεμαι να προτείνω στο Δικαστήριο να δώσει στα προδικαστικά ερωτήματα, ο ενδεχόμενος περιορισμός στην ελεύθερη παροχή των υπηρεσιών που προσφέρει η VCAST θα δικαιολογείται ούτως ή άλλως πλήρως από τον σκοπό της αποτελεσματικής προστασίας των δικαιωμάτων του δημιουργού.

    22.

    Επομένως, με βάση τα ανωτέρω, προτείνω την εξέταση των προδικαστικών ερωτημάτων μόνον από την άποψη του άρθρου 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2001/29. Η εξέταση αυτή, για να είναι χρήσιμη για την επίλυση της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, η οποία αφορά τον σύννομο χαρακτήρα της παρεχομένης από τη VCAST υπηρεσίας, θα συνεκτιμήσει τον συγκεκριμένο τρόπο λειτουργίας της επίμαχης υπηρεσίας.

    Επί του ζητήματος της εγγραφής στο υπολογιστικό νέφος στο πλαίσιο της εξαιρέσεως της ιδιωτικής αντιγραφής

    23.

    Υπενθυμίζεται ότι το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2001/29 ορίζει ως ιδιωτική αντιγραφή τις «αναπαραγωγές σε οποιοδήποτε μέσο που πραγματοποιούνται από φυσικό πρόσωπο για ιδιωτική χρήση και για μη εμπορικούς, άμεσα ή έμμεσα, σκοπούς» ( 7 ). Ωστόσο, είναι βέβαιο ότι η παραγωγή των αντιγράφων και η αποθήκευσή τους στο υπολογιστικό νέφος απαιτεί την παρέμβαση τρίτων προσώπων: κατά πρώτον, του παρόχου των χωρητικοτήτων αποθήκευσης και, ενδεχομένως, και άλλων προσώπων. Επομένως, τίθεται ευλόγως το ερώτημα αν και σε ποιο βαθμό η προαναφερθείσα διάταξη κάνει δεκτή μια τέτοια παρέμβαση.

    24.

    Πρώτον, όσον αφορά την κατοχή και τη διάθεση των χωρητικοτήτων αποθηκεύσεως, η νομολογία του Δικαστηρίου σχετικά με τη συνδεόμενη με την εφαρμογή της εξαίρεσης της ιδιωτικής αντιγραφής αποζημίωση φαίνεται να παρέχει αρκετά σαφείς κατευθύνσεις. Πράγματι, σύμφωνα με τη νομολογία αυτήν, καίτοι οι υπόχρεοι για την εν λόγω αποζημίωση είναι, κατ’ αρχήν, οι χρήστες οι οποίοι πραγματοποιούν τις αντιγραφές στο πλαίσιο της εξαιρέσεως, για πρακτικούς λόγους τα κράτη μέλη δικαιούνται να εισπράττουν την αποζημίωση από τα πρόσωπα που θέτουν στη διάθεση του κοινού υποθέματα ή εξοπλισμό εγγραφής ( 8 ). Παρά το ότι η θέση αυτή στη διάθεση των χρηστών πραγματοποιείται στις περισσότερες περιπτώσεις διά της πωλήσεως υποθεμάτων ή εξοπλισμού, οπότε η αποζημίωση επιβαρύνει την τιμή των σχετικών πωλήσεων, δεν υπάρχει κατά τη γνώμη μου κανένας λόγος αρχής που να απαγορεύει το να λαμβάνει τη μορφή διαθέσεως χωρητικότητας αποθήκευσης στο υπολογιστικό νέφος. Η άποψη αυτή ενισχύεται από τη νομολογία του Δικαστηρίου σύμφωνα με την οποία η αποζημίωση στο πλαίσιο εφαρμογής της εξαιρέσεως της ιδιωτικής αντιγραφής μπορεί να αφορά αναπαραγωγές πραγματοποιούμενες από ιδιώτη με τη βοήθεια μέσων που ανήκουν σε τρίτον ( 9 ).

    25.

    Δεύτερον, όσον αφορά την παρέμβαση τρίτων στη διαδικασία της αντιγραφής αυτής καθαυτήν, φρονώ ότι δεν δικαιολογείται η υιοθέτηση μιας ιδιαίτερα αυστηρής ερμηνείας του άρθρου 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2001/29. Είναι σαφές ότι η αναπαραγωγή ενός έργου στο πλαίσιο της εξαιρέσεως της ιδιωτικής αντιγραφής και η καταχώρηση του αντιγράφου στο υπολογιστικό νέφος, ήτοι σε ένα χώρο αποθήκευσης δεδομένων που βρίσκεται εκτός του αμέσου πεδίου δράσεως του χρήστη ο οποίος πραγματοποιεί την αντιγραφή, απαιτεί την παρέμβαση ενός τρίτου, είτε πρόκειται για τον προμηθευτή του χώρου αυτού αποθήκευσης είτε για κάποιο άλλο πρόσωπο. Πράγματι, η έναρξη της αναπαραγωγής από τον χρήστη ενεργοποιεί μια σειρά διαδικασιών, περισσότερο ή λιγότερο αυτοματοποιημένων, που καταλήγουν στη δημιουργία ενός αντιγράφου του οικείου έργου. Δεν νομίζω ότι η μορφή αυτή αναπαραγωγής πρέπει να αποκλειστεί του πεδίου εφαρμογής της εξαιρέσεως της ιδιωτικής αντιγραφής συνεπεία του γεγονότος και μόνο της παρεμβάσεως τρίτου η οποία δεν περιορίζεται σε απλή θέση στη διάθεση του χρήστη υποθεμάτων ή εξοπλισμού. Ενόσω ο χρήστης εξακολουθεί να είναι εκείνος που αναλαμβάνει την πρωτοβουλία να προβεί στην αναπαραγωγή και ο οποίος καθορίζει το αντικείμενο και τον τρόπο πραγματοποιήσεως αυτής, δεν νομίζω ότι υπάρχει καμία καθοριστική διαφορά μεταξύ της πράξεως αυτής και της αναπαραγωγής που πραγματοποιείται από τον ίδιο χρήστη με τη βοήθεια εξοπλισμού τον οποίο ελέγχει άμεσα ο ίδιος ( 10 ). Άλλωστε, η παρατεθείσα στο προηγούμενο σημείο νομολογία αναγνωρίζει ρητώς ότι η αποζημίωση που συνδέεται με την εφαρμογή της εξαιρέσεως της ιδιωτικής αντιγραφής αφορά τις αντιγραφές που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο της παροχής των υπηρεσιών αναπαραγωγής ( 11 ).

    26.

    Το γεγονός ότι η παρέμβαση του τρίτου στη διαδικασία πραγματοποίησης της αναπαραγωγής χωρεί ενδεχομένως έναντι αμοιβής δεν αναιρεί την διαπίστωση αυτή, καθότι η απαίτηση απουσίας εμπορικών σκοπών που προβλέπεται στο άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2001/29 δεν αφορά την ενδεχόμενη παρέμβαση τρίτου αλλά τη χρησιμοποίηση του αντιγράφου από τον δικαιούχο της εν λόγω εξαιρέσεως.

    27.

    Θα προσθέσω, τέλος, ότι το γεγονός ότι ο χρήστης, όπως επισήμανε η RTI κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, μοιράζεται ενδεχομένως το αναπαραχθέν στο υπολογιστικό νέφος περιεχόμενο με άλλους χρήστες του διαδικτύου, εξερχόμενος έτσι των ορίων της ιδιωτικής χρήσεως του αντιγράφου, κατά τη γνώμη μου δεν ασκεί εν προκειμένω επιρροή. Πράγματι, οι υπηρεσίες αποθηκεύσεως δεδομένων στο υπολογιστικό νέφος περιλαμβάνουν συχνά λειτουργίες ανταλλαγής των δεδομένων αυτών. Έτσι, από τη στιγμή που η ιδιωτική αντιγραφή ενός προστατευομένου έργου έχει πραγματοποιηθεί στο πλαίσιο μιας τέτοιας υπηρεσίας, είναι τεχνικώς δυνατό για τον χρήστη να μοιραστεί το αντίγραφο με απροσδιόριστο, και ενδεχομένως σημαντικό, αριθμό τρίτων προσώπων. Μια τέτοια πρακτική μπορεί να ξεπερνά τα όρια της επιτρεπομένης χρήσεως της ιδιωτικής αντιγραφής και να χαρακτηριστεί, ως εκ τούτου, ως μη επιτρεπόμενη διάθεση. Ωστόσο, το ενδεχόμενο αυτό δεν προσιδιάζει ειδικά στη δημιουργία αντιγράφων στο υπολογιστικό νέφος, αφού, σήμερα, κάθε αντίγραφο, ιδίως ψηφιακό, μπορεί εύκολα να διαμοιραστεί με τη βοήθεια του διαδικτύου, κατά παράβαση του δικαίου προστασίας των δικαιωμάτων του δημιουργού. Αποτελεί ευθύνη των χρηστών να μη διαπράττουν τέτοιες παραβάσεις. Αντίθετα, δεν είμαι πεπεισμένος ότι η ύπαρξη και μόνο της θεωρητικής αυτής δυνατότητας θα πρέπει να οδηγήσει στο να αποκλειστεί η εφαρμογή της εξαιρέσεως της ιδιωτικής αντιγραφής σε περιπτώσεις εγγραφής στο υπολογιστικό νέφος.

    28.

    Επομένως, δεν υπάρχει κατά τη γνώμη κανένα στοιχείο από το οποίο θα προέκυπτε ότι το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2001/29 δεν επιτρέπει η αντιγραφή που καλύπτεται από την εξαίρεση που καθιερώνει το εν λόγω άρθρο να πραγματοποιείται σε χώρο αποθηκεύσεως στο υπολογιστικό νέφος.

    Επί του ζητήματος της προσβάσεως στο αντικείμενο της αναπαραγωγής

    29.

    Η κατάσταση φαίνεται να είναι πιο πολύπλοκη όσον αφορά την προέλευση των έργων που αναπαράγονται υπό το καθεστώς της εξαιρέσεως της ιδιωτικής αναπαραγωγής. Ενώ στη νομολογία του Δικαστηρίου θεωρείται αποδεκτό οι ιδιωτικές αναπαραγωγές να πραγματοποιούνται με τη βοήθεια μέσων που ανήκουν σε τρίτους, απαιτείται, αντίθετα, η πρόσβαση του χρήστη στο αντικείμενο της αναπαραγωγής να είναι νόμιμη. Αμφιβάλλω αν μια υπηρεσία όπως αυτή που προσφέρει η VCAST πληροί την τελευταία αυτή προϋπόθεση.

    Η πρόσβαση στο αντικείμενο της αναπαραγωγής κατά τη νομολογία του Δικαστηρίου

    30.

    Το Δικαστήριο είχε κατά το παρελθόν την ευκαιρία να απαντήσει στο ερώτημα αν το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2001/29 αντέκειτο σε εθνική νομοθετική ρύθμιση καθιερώνουσα την καταβολή αποζημιώσεως για τις αντιγραφές προστατευομένων έργων που πραγματοποιούνται όχι μόνο με τη βοήθεια μέσων που ανήκουν σε τρίτον, αλλά και από μέσο που ανήκει σε τρίτον ( 12 ). Το Δικαστήριο έδωσε αρνητική απάντηση δεχόμενο ότι η εν λόγω διάταξη ουδόλως αφορούσε τον νομικό σύνδεσμο που συνδέει το πρόσωπο που δημιουργεί το αντίγραφο στο πλαίσιο της εξαιρέσεως της αντιγραφής για ιδιωτική χρήση και του χρησιμοποιουμένου για τον σκοπό αυτό μέσου ( 13 ) και ότι, επομένως, το χρησιμοποιούμενο μέσο μπορούσε κάλλιστα να ανήκει σε τρίτον ( 14 ).

    31.

    Η διαπίστωση αυτή του Δικαστηρίου θα μπορούσε να οδηγήσει στην υπόθεση ότι όλα τα αντίγραφα που παράγονται για ιδιωτική χρήση φυσικού προσώπου καλύπτονται από την εξαίρεση του άρθρου 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2001/29. Ωστόσο, το συμπέρασμα αυτό δεν ισχύει με απόλυτο τρόπο.

    32.

    Πράγματι, το Δικαστήριο έκρινε επίσης ότι η εφαρμογή της εξαιρέσεως της ιδιωτικής αντιγραφής εξαρτάται από τον σύννομο χαρακτήρα της πηγής της αναπαραγωγής ( 15 ). Με άλλα λόγια, το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2001/29 «προϋποθέτει κατ’ ανάγκη ότι το αντικείμενο της αναπαραγωγής που αφορά η διάταξη αυτή είναι προστατευόμενο έργο, μη παραποιημένο ή πειρατικό» ( 16 ).

    33.

    Επομένως, για να δικαιούται να παραγάγει αντίγραφο για ιδιωτική του χρήση, ο χρήστης πρέπει να έχει αποκτήσει νομίμως πρόσβαση στο έργο για το οποίο πρόκειται. Όπως προεκτέθηκε, η πρόσβαση αυτή δεν προϋποθέτει οπωσδήποτε την αγορά υλικού υποθέματος περιέχοντος το έργο. Μπορεί να αποκτηθεί στο πλαίσιο παρουσίασης του έργου στο κοινό με την άδεια των δικαιούχων των δικαιωμάτων του δημιουργού. Υποθέτω ότι η πρόσβαση αυτή μπορεί επίσης να χωρήσει στο πλαίσιο μιας από τις εξαιρέσεις από την εφαρμογή της αρχής της αποκλειστικότητας των δικαιωμάτων του δημιουργού και των συγγενών δικαιωμάτων τις οποίες προβλέπει η νομοθεσία της Ένωσης. Αντίθετα, η πρόσβαση για τους σκοπούς εφαρμογής της εξαιρέσεως της ιδιωτικής αντιγραφής δεν μπορεί να έχει λάβει χώρα στο πλαίσιο διανομής ή παρουσίασης του έργου στο κοινό χωρίς τη συναίνεση των δικαιούχων των δικαιωμάτων του δημιουργού.

    34.

    Συνεπώς, υπό το φως των προεκτεθέντων, θα πρέπει να εξεταστούν οι όροι υπό τους οποίους οι χρήστες έχουν πρόσβαση στις τηλεοπτικές εκπομπές στο πλαίσιο της υπηρεσίας εγγραφής που παρέχει η VCAST.

    Η πρόσβαση στο αντικείμενο της αναπαραγωγής στο πλαίσιο της παρεχομένης από τη VCAST υπηρεσίας

    35.

    Υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με την περιγραφή της παρεχομένης από τη VCAST υπηρεσίας, η οποία εκτίθεται στην αίτηση προδικαστικής αποφάσεως και δεν αμφισβητείται από τους διαδίκους, στο πλαίσιο της εν λόγω υπηρεσίας, ο χρήστης επιλέγει τον τηλεοπτικό σταθμό και τη χρονική ζώνη που επιθυμεί να καλύψει η εγγραφή στον διαδικτυακό τόπο της VCAST. Στη συνέχεια, η VCAST είναι εκείνη που συλλέγει, με τη βοήθεια των δικών της εγκαταστάσεων λήψεως, το τηλεοπτικό σήμα που μεταδίδεται μέσω επιγείου δικτύου (ήτοι μέσω ερτζιανών κυμάτων) και καταγράφει τη ζώνη ωραρίου που έχει επιλέξει ο χρήστης στον χώρο της υπηρεσίας αποθήκευσης στο υπολογιστικό νέφος την οποία έχει υποδείξει ο εν λόγω χρήστης.

    36.

    Επομένως, προκύπτει σαφώς, κατά τη γνώμη μου, από την περιγραφή αυτή ότι η δυνατότητα θεάσεως του αντιγράφου που παράγει η VCAST ουδόλως εξαρτάται από την προηγούμενη πρόσβαση του χρήστη στις εκπομπές της επίγειας τηλεόρασης στην Ιταλία. Ο χρήστης μπορεί, συνεπώς, να μην έχει καθόλου πρόσβαση στις εκπομπές αυτές, μην έχοντας στην κατοχή του ούτε κεραία ούτε συσκευή τηλεοράσεως, και την πρόσβαση αυτή να του την παρέχει η VCAST θέτοντας στη διάθεσή του τις εκπομπές που αυτός επιλέγει. Είναι σαφές ότι, με τον τρόπο αυτό, η VCAST δεν αναμεταδίδει ολόκληρο το πρόγραμμα των ιταλικών τηλεοπτικών καναλιών. Ωστόσο, το γεγονός αυτό ουδόλως επηρεάζει την παρούσα συζήτηση, η οποία δεν αφορά τη δυνατότητα παρακολουθήσεως τηλεοπτικών προγραμμάτων εν γένει αλλά την πρόσβαση στις εκπομπές που αναπαράγονται στο πλαίσιο της υπηρεσίας που παρέχει η VCAST.

    37.

    Το ότι η πηγή της προσβάσεως των χρηστών της στις εκπομπές που αποτελούν το αντικείμενο της αναπαραγωγής είναι η VCAST ενισχύεται από το γεγονός, που επιβεβαιώθηκε μάλιστα κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, ότι η υπηρεσία την οποία παρέχει η VCAST δεν περιορίζεται (ή, τουλάχιστον, δεν περιοριζόταν κατά τον χρόνο κατά τον οποίο έλαβαν χώρα τα πραγματικά περιστατικά της κυρίας δίκης) στο ιταλικό έδαφος. Συγκεκριμένα, οι χρήστες της εν λόγω υπηρεσίας, για να έχουν πρόσβαση στις εκπομπές, δεν χρειάζεται καν να βρίσκονται στη γεωγραφική ζώνη την οποία καλύπτει η ιταλική επίγεια τηλεόραση ( 17 ). Με άλλα λόγια, η υπηρεσία της VCAST δεν περιορίζεται στα πρόσωπα που έχουν όντως πρόσβαση στις εκπομπές της ιταλικής επίγειας τηλεόρασης ούτε καν στα πρόσωπα που θα μπορούσαν θεωρητικά να έχουν τέτοια πρόσβαση.

    38.

    Είναι αλήθεια ότι ο εκπρόσωπος της VCAST δήλωσε κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση ότι η υπηρεσία, εν ανάγκη, θα ήταν δυνατό να περιοριστεί γεωγραφικά. Ωστόσο, το ζητούμενο δεν είναι αν η εν λόγω υπηρεσία είναι ή όχι γεωγραφικώς περιορισμένη. Άλλωστε, ένας τέτοιος περιορισμός θα αντέκειτο ενδεχομένως, αν όχι στο γράμμα, τουλάχιστον στο πνεύμα των κανόνων της εσωτερικής αγοράς ( 18 ). Στην πραγματικότητα, το γεγονός και μόνον ότι η εν λόγω υπηρεσία λειτουργεί εκτός της ζώνης καλύψεως της ιταλικής επίγειας τηλεόρασης αποδεικνύει ότι αυτή δεν βασίζεται στη λογική της εξαιρέσεως της ιδιωτικής αντιγραφής, αφού η τελευταία προϋποθέτει προηγούμενη νόμιμη πρόσβαση του χρήστη στο αναπαραγόμενο έργο. Όμως, στην περίπτωση της επίμαχης υπηρεσίας, η αναπαραγωγή αυτή καθαυτήν αποτελεί τον μόνο τρόπο προσβάσεως του χρήστη στο αναπαραχθέν έργο.

    39.

    Ποιος είναι λοιπόν ο ρόλος της VCAST; Η απάντηση δεν είναι ξεκάθαρη, αφού ο ρόλος συνδυάζει μια πράξη θέσεως στη διάθεση των χρηστών και μια πράξη αναπαραγωγής. Τοποθετούμαι υπέρ μιας ευνοϊκής για την VCAST ερμηνείας, η οποία αφήνει περιθώριο για μια ιδιωτική αντιγραφή που πραγματοποιείται από τον χρήστη. Το σκεπτικό μου είναι το εξής.

    40.

    Η VCAST θέτει στη διάθεση των χρηστών της τις εκπομπές των ιταλικών τηλεοπτικών οργανισμών, πράγμα που αποτελεί μια μορφή παρουσίασης στο κοινό διεπόμενη από το άρθρο 3 της οδηγίας 2001/29. Ο χρήστης αποκτά πρόσβαση στην εκπομπή παραγγέλλοντας αντίγραφο αυτής που θα παραχθεί στον χώρο αποθήκευσης που διατηρεί στο υπολογιστικό νέφος. Ενώ η πράξη αναπαραγωγής αυτή καθαυτήν μπορεί, κατ’ αρχήν, να καλύπτεται από την εξαίρεση της ιδιωτικής αντιγραφής, δεν ισχύει το ίδιο για την προηγούμενη αυτής πράξη θέσεως στη διάθεση των χρηστών που συνιστά την πηγή της εν λόγω αναπαραγωγής. Άρα, προκειμένου να είναι ολόκληρη η διαδικασία νόμιμη, η θέση στη διάθεση του χρήστη πρέπει να είναι νόμιμη, αφού ο μη νόμιμος χαρακτήρας της θα απέκλειε την εφαρμογή της εξαιρέσεως ( 19 ).

    41.

    Η VCAST θέτει τις εκπομπές στη διάθεση των χρηστών της χωρίς τη συναίνεση των δικαιούχων των δικαιωμάτων του δημιουργού. Αν επρόκειτο για έργα που βρίσκει κανείς υπό κανονικές συνθήκες στο εμπόριο έναντι καταβολής αμοιβής που αποδίδεται στους δικαιούχους των δικαιωμάτων, όπως φωνογραφήματα ή βιντεογραφήματα, δεν θα υπήρχε, κατά τη γνώμη μου, η παραμικρή αμφιβολία ότι η εν λόγω θέση στη διάθεση των χρηστών συνιστά προσβολή των δικαιωμάτων του δημιουργού. Η ιδιαιτερότητα της υπό κρίση υποθέσεως συνίσταται στο γεγονός ότι αφορά εκπομπές επίγειας τηλεόρασης, ελεύθερα προσβάσιμες σε όλους τους χρήστες που βρίσκονται εντός της ζώνης καλύψεως του οικείου σταθμού ( 20 ). Επομένως, πρέπει να εξεταστεί αν η ιδιαιτερότητα αυτή έχει αποφασιστική σημασία για την επίλυση του προβλήματος.

    Η προστασία των δικαιωμάτων των οργανισμών που παρέχουν τηλεοπτικές υπηρεσίες ελεύθερης πρόσβασης

    42.

    Θα δηλώσω ευθύς εξ αρχής ότι, κατά τη γνώμη μου, η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι αρνητική και τούτο για πολλούς λόγους.

    – Το γεωγραφικό πεδίο της υπηρεσίας

    43.

    Όπως προανέφερα, η παρεχομένη από τη VCAST υπηρεσία, τουλάχιστον κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της κυρίας δίκης, δεν περιοριζόταν στο ιταλικό έδαφος, το οποίο είναι συγχρόνως το έδαφος που καλύπτει η ιταλική επίγεια τηλεόραση. Έτσι, κάθε χρήστης του διαδικτύου ανά τον κόσμο μπορούσε να ζητήσει και να λάβει στον δικό του χώρο αποθήκευσης στο υπολογιστικό νέφος αντίγραφο μιας τηλεοπτικής εκπομπής στην οποία δεν θα είχε πρόσβαση χωρίς την υπηρεσία της VCAST. Το στοιχείο αυτό και μόνον αρκεί, κατά τη γνώμη μου, για να αποκλείσει την υπηρεσία αυτή του πεδίου εφαρμογής της εξαιρέσεως της ιδιωτικής αντιγραφής. Το γεγονός ότι οι εν λόγω εκπομπές ήταν ελεύθερα και δωρεάν προσβάσιμες ουδόλως αναιρεί τη διαπίστωση αυτή, καθότι η προσβασιμότητα αυτή, και συνεπώς ο τυχόν περιορισμός του μονοπωλίου των δικαιούχων των δικαιωμάτων του δημιουργού, ισχύει εντός της ζώνης καλύψεως της οικείας επίγειας τηλεοράσεως και δεν παράγει αποτελέσματα εκτός της ζώνης αυτής.

    – Η προστασία των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών κατά της προσβολής των δικαιωμάτων τους του δημιουργού

    44.

    Ανεξάρτητα από τη γεωγραφική έκταση της παρεχομένης από την VCAST υπηρεσίας, η ερμηνεία των διατάξεων της οδηγίας 2001/29 που προκύπτει από τη νομολογία του Δικαστηρίου αντίκειται, κατά τη γνώμη μου, στη διαπίστωση κατά την οποία οι τηλεοπτικοί οργανισμοί δεν χαίρουν της προστασίας των δικαιωμάτων τους του δημιουργού συνεπεία του γεγονότος ότι η πρόσβαση στις εκπομπές τους είναι δωρεάν.

    45.

    Πράγματι, προκειμένου για το δικαίωμα παρουσίασης έργων στο κοινό (που προστατεύεται από το άρθρο 3 της οδηγίας 2001/29), το Δικαστήριο έκρινε, στηριζόμενο κατά κύριο λόγο στη Σύμβαση της Βέρνης ( 21 ) και στον επεξηγηματικό οδηγό αυτής, ότι η παρουσίαση που πραγματοποιείται από οργανισμό αναμετάδοσης διαφορετικό από αυτόν της αρχικής μετάδοσης πρέπει να θεωρείται ότι πραγματοποιείται προς κοινό διαφορετικό από το κοινό της πρωτότυπης παρουσιάσεως του έργου, δηλαδή προς νέο κοινό ( 22 ). Αυτό, κατά το Δικαστήριο, συνάγεται από το γεγονός ότι ο δημιουργός, όταν επιτρέπει τη ραδιοτηλεοπτική μετάδοση του έργου του, έχει υπόψη του μόνον τους άμεσους χρήστες, ήτοι τους κατόχους συσκευών λήψεως οι οποίοι λαμβάνουν τις εκπομπές μεμονωμένα ή στο πλαίσιο του ιδιωτικού ή οικογενειακού τους περιβάλλοντος. Αντίθετα, από τη στιγμή που η λήψη γίνεται για να μεταδοθεί σε ακροατήριο μεγαλύτερης κλίμακας, και ενίοτε με κερδοσκοπικό σκοπό, ένα νέο τμήμα του κοινού αποκτά πρόσβαση στην ακρόαση ή στη θέαση του έργου ( 23 ).

    46.

    Το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αναμετάδοση του τηλεοπτικού σήματος από τον εκμεταλλευόμενο ξενοδοχείο προς τα δωμάτια του ξενοδοχείου του συνιστά παρουσίαση στο κοινό για την οποία απαιτείται η άδεια των δικαιούχων των δικαιωμάτων του δημιουργού. Πράγματι, πάντα σύμφωνα με το Δικαστήριο, η πελατεία του ξενοδοχείου αποτελεί νέο κοινό το οποίο, χωρίς την παρέμβαση του ξενοδοχείου, καίτοι ευρισκόμενο εντός της ζώνης καλύψεως της αρχικής εκπομπής, δεν θα μπορούσε, κατ’ αρχήν, να έχει πρόσβαση στο μεταδιδόμενο έργο ( 24 ). Η θέση αυτή του Δικαστηρίου επιβεβαιώθηκε αργότερα σε σχέση με άλλες κατηγορίες επιχειρήσεων ( 25 ).

    47.

    Κατά τη γνώμη μου, ισχύει το ίδιο στην περίπτωση υπηρεσιών όπως αυτή που παρέχει η VCAST. Η εταιρία αυτή είναι χωρίς αμφιβολία οργανισμός διαφορετικός από τους τηλεοπτικούς οργανισμούς από τους οποίους προέρχονται οι τηλεοπτικές εκπομπές. Οι χρήστες, επομένως, της εν λόγω υπηρεσίας, ανεξαρτήτως του αν βρίσκονται ή όχι εντός της ζώνης καλύψεως των πρωτοτύπων εκπομπών, αποτελούν ένα νέο κοινό το οποίο δεν έλαβαν υπόψη οι δικαιούχοι των δικαιωμάτων του δημιουργού όταν επέτρεψαν τις εν λόγω εκπομπές. Επιπλέον, η εν λόγω υπηρεσία παρέχεται για κερδοσκοπικό σκοπό ( 26 ). Κατά συνέπεια, η θέση στη διάθεση των χρηστών από τη VCAST των τηλεοπτικών εκπομπών στο πλαίσιο της υπηρεσίας της εγγραφής συνιστά προσβολή των δικαιωμάτων του δημιουργού των τηλεοπτικών οργανισμών και, ενδεχομένως, και άλλων δικαιούχων, εφόσον πραγματοποιείται χωρίς την άδειά τους.

    48.

    Η επίμαχη θέση στη διάθεση των χρηστών είναι επίσης παράνομη με βάση τις διαπιστώσεις του Δικαστηρίου στην απόφαση ITV Broadcasting κ.λπ. ( 27 ). Στην υπόθεση εκείνη, η οποία αφορούσε την αναμετάδοση στο διαδίκτυο τηλεοπτικών εκπομπών και, επομένως, ήταν όμοια με την υπό κρίση υπόθεση, το Δικαστήριο έκρινε ότι, προβλέποντας τις περιπτώσεις κατά τις οποίες ένα συγκεκριμένο έργο χρησιμοποιείται κατά πλείονες τρόπους, ο νομοθέτης της Ένωσης απέβλεψε στο να επιτρέπεται καταρχήν εξατομικευμένα από τον δημιουργό του έργου κάθε μετάδοση ή αναμετάδοση συγκεκριμένου έργου που χρησιμοποιεί συγκεκριμένο τεχνικό τρόπο. Δεδομένου ότι η θέση στη διάθεση του κοινού έργων μέσω αναμεταδόσεως στο διαδίκτυο χερσαίας ραδιοτηλεοπτικής μεταδόσεως γίνεται βάσει συγκεκριμένου τεχνικού τρόπου, διαφορετικού της αρχικής παρουσιάσεως, πρέπει να θεωρείται «παρουσίαση», κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29 ( 28 ).

    49.

    Το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα αυτό μολονότι ο πάροχος της επίμαχης στην υπόθεση εκείνη υπηρεσίας μεριμνούσε ώστε οι χρήστες των υπηρεσιών του να έχουν πρόσβαση μόνο στο περιεχόμενο το οποίο μπορούσαν ήδη να παρακολουθούν νομίμως στο οικείο κράτος μέλος (ήτοι στο Ηνωμένο Βασίλειο) χάρη στην τηλεοπτική τους άδεια ( 29 ) και, συνεπώς, σύμφωνα με τον εν λόγω πάροχο, οι χρήστες αυτοί δεν ήταν δυνατό να θεωρηθεί ότι αποτελούσαν νέο κοινό σε σχέση με το κοινό στο οποίο απευθύνονταν ήδη οι αρχικές μεταδόσεις. Το Δικαστήριο έκρινε, πράγματι, ότι, σε περίπτωση μεταδόσεως των έργων που περιλαμβάνονται σε χερσαία ραδιοτηλεοπτική μετάδοση και θέσεως των ιδίων έργων στη διάθεση του κοινού στο διαδίκτυο, πρέπει να δοθεί άδεια από τους δημιουργούς μεμονωμένα και χωριστά για κάθε μετάδοση, δεδομένου ότι καθεμιά από αυτές πραγματοποιείται υπό ειδικές τεχνικές συνθήκες, βάσει διαφορετικού τεχνικού τρόπου μεταδόσεως, και προορίζεται για διαφορετικό κοινό. Υπό τις συνθήκες αυτές, παρέλκει πλέον η εκ των υστέρων εξέταση της προϋποθέσεως του νέου κοινού, η οποία ασκεί επιρροή μόνον στις περιπτώσεις όπου το τεχνικό μέσο παρουσίασης των έργων είναι το ίδιο ( 30 ).

    50.

    Εν κατακλείδι, το Δικαστήριο απεφάνθη ότι ο όρος «παρουσίαση στο κοινό», όπως χρησιμοποιείται στο άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29, έχει την έννοια ότι καλύπτει αναμετάδοση έργων περιλαμβανομένων σε χερσαία ραδιοτηλεοπτική μετάδοση:

    που πραγματοποιεί φορέας διαφορετικός του αρχικού ραδιοτηλεοπτικού φορέα,

    μέσω ροής διαδικτύου που τίθεται στη διάθεση των συνδρομητών του συγκεκριμένου φορέα, οι οποίοι μπορούν να λαμβάνουν την αναμετάδοση διά της συνδέσεως με τον εξυπηρετητή του,

    μολονότι οι εν λόγω συνδρομητές βρίσκονται στην περιοχή λήψεως της εν λόγω χερσαίας ραδιοτηλεοπτικής μεταδόσεως και μπορούν να τη λαμβάνουν νομίμως στον τηλεοπτικό τους δέκτη ( 31 ).

    51.

    Αρκεί να αντικατασταθεί η δεύτερη περίπτωση του προηγουμένου σημείου με τη φράση «μέσω αναπαραγωγών που τίθενται στη διάθεση των συνδρομητών του συγκεκριμένου φορέα, οι οποίοι μπορούν να λαμβάνουν την αναμετάδοση διά της συνδέσεως με την υπηρεσία τους αποθήκευσης» για να είναι η εν λόγω νομολογία πλήρως εφαρμοστέα στην υπό κρίση υπόθεση. Πρέπει, εξάλλου, να τονιστεί ότι η VCAST δεν ελέγχει καν αν οι χρήστες της έχουν το δικαίωμα και τα τεχνικά μέσα να λαμβάνουν τις εκπομπές της ιταλικής επίγειας τηλεόρασης.

    – Μη εφαρμογή της «εξαιρέσεως AKM»

    52.

    Είναι αλήθεια ότι η θέση αυτή του Δικαστηρίου φαίνεται να αμβλύνθηκε κάπως μετά την έκδοση της πρόσφατης απόφασης AKM ( 32 ). Στην απόφαση αυτή, το Δικαστήριο έκρινε, πράγματι, ότι η ταυτόχρονη, χωρίς περικοπές και αλλοιώσεις αναμετάδοση ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών του εθνικού ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού μέσω καλωδιακής συνδέσεως στην ημεδαπή, ήτοι με τεχνικό μέσο διαφορετικό από αυτό που χρησιμοποιήθηκε κατά την αρχική ραδιοτηλεοπτική μετάδοση, δεν συνιστά παρουσίαση στο κοινό κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29, καθότι το κοινό προς το οποίο γίνεται η μετάδοση αυτή δεν μπορεί να θεωρηθεί ως νέο κοινό ( 33 ). Ωστόσο, έχω την εντύπωση ότι η λύση αυτή βασίζεται στην προϋπόθεση, η εξακρίβωση συνδρομής της οποίας αφέθηκε στη φροντίδα του αιτούντος δικαστηρίου, ότι οι δικαιούχοι των δικαιωμάτων του δημιουργού είχαν λάβει υπόψη την εν λόγω αναμετάδοση κατά την παροχή της αδείας τους ενόψει της αρχικής μεταδόσεως ( 34 ).

    53.

    Η εν λόγω απόφαση δεν είναι εντελώς σαφής επ’ αυτού. Ωστόσο, οποιαδήποτε άλλη ερμηνεία θα σήμαινε ότι η απόφαση αυτή συνιστά καθαρή μεταστροφή της νομολογίας σε σχέση με τον κανόνα που προκύπτει από την απόφαση ITV Broadcasting κ.λπ. ( 35 ), σύμφωνα με τον οποίο, σε περίπτωση παρουσίας διαφορετικού τεχνικού τρόπου, το ερώτημα της υπάρξεως νέου κοινού δεν είναι κρίσιμο ( 36 ). Όμως, η απόφαση αυτή δεν περιέχει καμία ένδειξη για την ύπαρξη βουλήσεως του Δικαστηρίου να πραγματοποιήσει τέτοια μεταστροφή.

    54.

    Άλλωστε, ένας γενικός κανόνας σύμφωνα με τον οποίο η μετάδοση ενός έργου που έχει ήδη αποτελέσει αντικείμενο ραδιοτηλεοπτικής μεταδόσεως από φορέα άλλον από αυτόν της αρχικής μετάδοσης δεν συνιστά παρουσίαση στο κοινό φαίνεται να αντίκειται στο άρθρο 11α, παράγραφος 1, σημείο 2, της Συμβάσεως της Βέρνης, το οποίο παρέχει στους δημιουργούς το αποκλειστικό δικαίωμα να επιτρέπουν «πάσαν δημοσίαν ανακοίνωσιν […] του μεταδιδομένου διά του ραδιοφώνου έργου, οσάκις η ανακοίνωσις αύτη γίνεται υπό οργανισμού διαφόρου του αρχικού». Κατά πάγια δε νομολογία του Δικαστηρίου, η ερμηνεία του όρου «παρουσίαση στο κοινό» στο πλαίσιο του άρθρου 3 της οδηγίας 2001/29 πρέπει να πραγματοποιείται σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη της Συμβάσεως ( 37 ).

    55.

    Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι η απόφαση AKM ( 38 ) αφορά την ταυτόχρονη, χωρίς περικοπές και αλλοιώσεις αναμετάδοση των ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών ( 39 ). Στην περίπτωση τέτοιας μεταδόσεως, οι χρήστες μπορούν να παρακολουθούν εκπομπές με τους αυτούς όρους που ισχύουν για την αρχική ραδιοτηλεοπτική μετάδοση. Αντίθετα, προκειμένου για υπηρεσία όπως αυτή που παρέχεται από τη VCAST, έχουν στη διάθεσή τους ψηφιακό αντίγραφο της εκπομπής που μπορούν να παρακολουθήσουν όποτε το επιθυμούν και όσες φορές θέλουν, καθώς και να παράγουν αντίγραφα και να τα μεταφέρουν σε οποιαδήποτε συσκευή. Επομένως, η κατάσταση αυτή δεν είναι όμοια με αυτήν στην οποία αναφέρεται η απόφαση AKM. Ούτως ή άλλως, στην υπόθεση που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, η VCAST δεν ισχυρίζεται ότι της έχει δοθεί οποιαδήποτε άδεια από τους δικαιούχους των δικαιωμάτων του δημιουργού για τη θέση στη διάθεση των χρηστών της των έργων που μεταδίδονται από τους ιταλικούς τηλεοπτικούς σταθμούς. Επομένως, δεν μπορεί να επικαλεστεί την απόφαση AKM ( 40 ).

    56.

    Εν κατακλείδι, είναι κατά τη γνώμη μου σαφές, υπό το φως της νομολογίας του Δικαστηρίου, ότι η θέση στη διάθεση των χρηστών της υπηρεσίας που παρέχει η VCAST τηλεοπτικών εκπομπών χωρίς τη συναίνεση των δικαιούχων των δικαιωμάτων του δημιουργού συνιστά προσβολή των δικαιωμάτων αυτών, παρά το ότι πρόκειται για ελεύθερα προσβάσιμες εκπομπές και ανεξαρτήτως του αν η θέση αυτή στη διάθεση των χρηστών περιορίζεται στη ζώνη μετάδοσης των εν λόγω εκπομπών ή όχι. Συνεπώς, η αναπαραγωγή, στο πλαίσιο της ίδιας υπηρεσίας, των εν λόγω εκπομπών, για την πραγματοποίηση της οποίας χρησιμοποιείται παράνομη πηγή, δεν μπορεί να υπαχθεί στην εξαίρεση της ιδιωτικής αντιγραφής.

    Η τριπλή προϋπόθεση

    – Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

    57.

    Το άρθρο 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29 περιορίζει το δικαίωμα των κρατών μελών να ρυθμίζουν στο εθνικό τους δίκαιο τις εξαιρέσεις που αναφέρονται στο ίδιο άρθρο, ορίζοντας ότι «[ο]ι εξαιρέσεις [αυτές] εφαρμόζονται μόνο σε ορισμένες ειδικές περιπτώσεις οι οποίες δεν αντίκεινται στην κανονική εκμετάλλευση του έργου ή άλλου προστατευομένου αντικειμένου και δεν θίγουν αδικαιολογήτως τα έννομα συμφέροντα του δικαιούχου». Η διάταξη αυτή αναπαράγει το άρθρο 9, παράγραφος 2, της Συμβάσεως της Βέρνης, το οποίο περιορίζει με όμοιο τρόπο τη δυνατότητα θεσπίσεως εξαιρέσεων από τον κανόνα προστασίας του δικαιώματος αναπαραγωγής ( 41 ). Η τριπλή αυτή προϋπόθεση εφαρμογής των εξαιρέσεων είναι κοινώς γνωστή με τον όρο «έλεγχος τριών προϋποθέσεων» ή «τριπλή προϋπόθεση».

    58.

    Είναι αλήθεια ότι, κατά το Δικαστήριο, το άρθρο 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29 δεν τροποποιεί το περιεχόμενο των εξαιρέσεων που καθιερώνονται στο ίδιο άρθρο ( 42 ). Πάντως, το Δικαστήριο έκρινε συγχρόνως ότι η διάταξη αυτή αποκτά σημασία κατά τον χρόνο εφαρμογής των εν λόγω εξαιρέσεων από τα κράτη μέλη ( 43 ). Επομένως, χρησιμεύει ως σημείο αναφοράς για την ερμηνεία των εξαιρέσεων κατά την εφαρμογή των τελευταίων στο εσωτερικό δίκαιο των κρατών μελών, αλλά και για την ερμηνεία των διατάξεων της οδηγίας 2001/29 από το Δικαστήριο. Έτσι, όσον αφορά την εξαίρεση της ιδιωτικής αντιγραφής, το Δικαστήριο στηρίχθηκε κυρίως στο άρθρο 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29 για να αποφανθεί ότι η εξαίρεση ισχύει μόνο για τις αναπαραγωγές από νόμιμη πηγή ( 44 ).

    59.

    Επομένως, το άρθρο 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29 πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη προκειμένου να απαντηθεί το ερώτημα αν μια υπηρεσία όπως αυτή που παρέχει η VCAST μπορεί να υπαχθεί, με βάση το εθνικό δίκαιο των κρατών μελών, στην εξαίρεση από το δικαίωμα αναπαραγωγής που βασίζεται στο άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της εν λόγω οδηγίας.

    – Η εφαρμογή σε ειδικές περιπτώσεις και η απαγόρευση αδικαιολόγητης προκλήσεως ζημίας

    60.

    Το πρώτο και το τρίτο «στάδιο» του ελέγχου των τριών προϋποθέσεων απαιτούν να εξακριβωθεί ότι η εξαίρεση εφαρμόζεται σε ειδικές περιπτώσεις που δεν θίγουν αδικαιολογήτως τα συμφέροντα των δικαιούχων των δικαιωμάτων του δημιουργού. Δεδομένου ότι κάθε εξαίρεση από τον κανόνα του αποκλειστικού δικαιώματος του δημιουργού, ως περιορισμός των δικαιωμάτων του, του προκαλεί μια κάποια ζημία, ο κανόνας αυτός επιβάλλει η εφαρμογή μιας συγκεκριμένης εξαιρέσεως να περιορίζεται στις καταστάσεις όπου αυτή δικαιολογείται από τον λόγο υπάρξεως της εξαιρέσεως. Μόνο ένας τέτοιος λόγος μπορεί να δικαιολογήσει τη ζημία που προκαλείται από την εφαρμογή της εξαιρέσεως.

    61.

    Ενώ τα θεμέλια της εξαιρέσεως της ιδιωτικής αντιγραφής μπορούν να αναζητηθούν σε διάφορους παράγοντες, γίνεται μάλλον ευρέως δεκτό ότι ο κύριος λόγος υπάρξεώς της συνίσταται στο γεγονός ότι είναι αδύνατο, ή τουλάχιστον πολύ δύσκολο, για τους δικαιούχους των δικαιωμάτων του δημιουργού να ελέγξουν το πώς χρησιμοποιούνται τα προστατευόμενα έργα τους από τα πρόσωπα που έχουν νομίμως πρόσβαση σε αυτά. Άλλωστε, η άσκηση τέτοιου ελέγχου θα συνιστούσε απαράδεκτη επέμβαση στην ιδιωτική ζωή των χρηστών ( 45 ).

    62.

    Όμως, η δικαιολογία αυτή δεν υφίσταται στην περίπτωση υπηρεσίας όπως αυτή που παρέχει η VCAST. Πράγματι, η εν λόγω υπηρεσία δεν περιορίζεται στην ιδιωτική σφαίρα των χρηστών, αφού το στάδιο που προηγείται της δημιουργίας του αντιγράφου, ήτοι η παροχή από τη VCAST της προσβάσεως στις τηλεοπτικές εκπομπές, εξελίσσεται δημοσίως, στο πλαίσιο της οικονομικής δραστηριότητας της εν λόγω εταιρίας, και μπορεί να ελεγχθεί εύκολα από τους δικαιούχους των δικαιωμάτων του δημιουργού. Τίποτε δεν εμποδίζει τους εν λόγω δικαιούχους να απαιτήσουν να ζητηθεί η άδειά τους για την παροχή της υπηρεσίας και τη VCAST να τη ζητήσει. Επομένως, ο λόγος υπάρξεως της εξαιρέσεως της ιδιωτικής αντιγραφής δεν δικαιολογεί τη ζημία που προκαλεί ενδεχομένως στους δικαιούχους των δικαιωμάτων του δημιουργού η εφαρμογή της εν λόγω εξαιρέσεως σε υπηρεσίες όπως αυτή που παρέχει η VCAST.

    63.

    Θα τονίσω στο σημείο αυτό ότι η κατάσταση της VCAST διαφέρει από την κατάσταση των επιχειρήσεων που θέτουν στη διάθεση των χρηστών εξοπλισμό ή υποθέματα εγγραφής ή που παρέχουν υπηρεσίες παραγωγής αντιγράφων. Πράγματι, ο εξοπλισμός, τα υποθέματα και οι υπηρεσίες αυτού του είδους είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν για την αναπαραγωγή των προστατευομένων έργων αλλά μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν και για άλλους σκοπούς. Επιπλέον, η ταυτότητα των έργων που ενδεχομένως θα αναπαραχθούν, και συνεπώς των δικαιούχων των δικαιωμάτων, δεν είναι γνωστή εκ των προτέρων. Επομένως, θα ήταν παράλογο να απαιτείται από τις εν λόγω επιχειρήσεις να ζητούν την άδεια των δικαιούχων των δικαιωμάτων του δημιουργού σε σχέση με την πώληση ή την εκμίσθωση τέτοιων μέσων ή την παροχή τέτοιου είδους υπηρεσιών. Αντίθετα, μια υπηρεσία όπως αυτή που παρέχει η VCAST συνίσταται αποκλειστικά στη θέση στη διάθεση των χρηστών και στην αναπαραγωγή προστατευομένων έργων τα οποία προσδιορίζονται συγκεκριμένα εκ των προτέρων (αφού προβλέπονται στο πρόγραμμα των τηλεοπτικών σταθμών) και των οποίων οι δικαιούχοι των δικαιωμάτων του δημιουργού είναι γνωστοί.

    64.

    Προκειμένου για αντίγραφα έργων προερχόμενα από παράνομες πηγές, το Δικαστήριο έκρινε ότι η εφαρμογή της εξαιρέσεως της ιδιωτικής αντιγραφής θα έθιγε αδικαιολόγητα τα συμφέροντα των δικαιούχων των δικαιωμάτων του δημιουργού, καθότι θα υποχρεούνταν να ανέχονται, εκτός από τη χρήση εντός της ιδιωτικής σφαίρας των χρηστών, και πράξεις πειρατείας ( 46 ). Ομοίως, η εφαρμογή της εξαιρέσεως της ιδιωτικής αντιγραφής στην περίπτωση υπηρεσιών που μπορούν κάλλιστα να αποτελούν αντικείμενο του κανονικού αποκλειστικού δικαιώματος μονοπωλίου των φορέων των δικαιωμάτων του δημιουργού θα προκαλούσε επίσης αδικαιολογήτως ζημία στους εν λόγω δικαιούχους.

    – Η κανονική εκμετάλλευση του έργου

    65.

    Κατά την εξέταση της δεύτερης από τις τρεις προϋποθέσεις, η οποία απαιτεί να μη θίγεται η κανονική εκμετάλλευση του έργου, δίδεται απάντηση στο ερώτημα ποια είναι η συγκεκριμένη ζημία την οποία υφίστανται οι δικαιούχοι των δικαιωμάτων του δημιουργού.

    66.

    Το γεγονός και μόνο ότι οι φορείς των δικαιωμάτων του δημιουργού δεν έχουν τη δυνατότητα να ελέγξουν με ποιο τρόπο εκμεταλλεύονται οι τρίτοι τα έργα τους, συνεπεία του ιδιαίτερα ευρέος πεδίου της εξαιρέσεως της ιδιωτικής αντιγραφής, συνιστά προσβολή του δικαιώματος της κανονικής εκμεταλλεύσεως του έργου, αφού ο έλεγχος αυτός, εξαιρουμένου του πεδίου που ανήκει νομίμως στην ιδιωτική σφαίρα του χρήστη, αποτελεί μέρος της κανονικής εκμετάλλευσης.

    67.

    Επιπλέον, η εγγραφή μιας τηλεοπτικής εκπομπής επιτρέπει, πρώτον, την παρακολούθηση της εν λόγω εκπομπής εκτός της χρονικής ζώνης της προγραμματισμένης προβολής της και, δεύτερον, τη διατήρηση αντιγράφου που επιτρέπει τη θέασή της άλλη μια φορά ή τη μεταφορά της σε άλλο μέσο προβολής εκτός από την τηλεοπτική συσκευή, παραδείγματος χάριν, σε μια φορητή συσκευή. Αυτό, επομένως, συνιστά μια πρόσθετη υπηρεσία σε σχέση με την αρχική ραδιοτηλεοπτική μετάδοση. Οι τηλεοπτικοί οργανισμοί θα ήθελαν ενδεχομένως να παράσχουν οι ίδιοι μια τέτοια υπηρεσία, εκμεταλλευόμενοι με τον τρόπο αυτό τα έργα των οποίων έχουν τα πνευματικά δικαιώματα και αντλώντας έτσι πρόσθετα έσοδα. Επομένως, το γεγονός ότι η υπηρεσία αυτή παρέχεται από τη VCAST χωρίς την άδεια των εν λόγω τηλεοπτικών οργανισμών θίγει το δικαίωμα εκμετάλλευσης των έργων με τον τρόπο αυτόν.

    68.

    Περαιτέρω, οι τηλεοπτικοί οργανισμοί των οποίων οι εκπομπές είναι ελεύθερα προσβάσιμες χρηματοδοτούνται κυρίως από έσοδα από διαφημίσεις, με εξαίρεση τους δημόσιους οργανισμούς οι οποίοι ενδέχεται να εισπράττουν κάποιο τέλος. Τα εισοδήματα αυτά είναι η αντιπαροχή που αποκομίζουν οι εν λόγω οργανισμοί από την εκμετάλλευση των έργων των οποίων έχουν τα δικαιώματα του δημιουργού. Πράγματι, η μετάδοση των έργων προσελκύει τους τηλεθεατές, γεγονός χάρη στο οποίο οι διαφημιζόμενοι είναι διατεθειμένοι να αγοράσουν διαφημιστικό χρόνο. Όπως δε επισήμανε η RTI στις παρατηρήσεις της, η VCAST ανταγωνίζεται άμεσα τους εν λόγω οργανισμούς στη διαφημιστική αγορά. Εφόσον η VCAST εκμεταλλεύεται χωρίς σχετική άδεια έργα για τα οποία οι εν λόγω τηλεοπτικοί οργανισμοί έχουν τα δικαιώματα του δημιουργού, ο ανταγωνισμός αυτός καθίσταται αθέμιτος. Το να επιτρέπεται ο αθέμιτος αυτός ανταγωνισμός μέσω της εφαρμογής της εξαιρέσεως της ιδιωτικής αντιγραφής θα έθιγε κατ’ ανάγκη το δικαίωμα της κανονικής εκμεταλλεύσεως των εν λόγω έργων.

    69.

    Συνεπώς, η εφαρμογή της εξαιρέσεως που καθιερώνεται στο άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2001/29 στην περίπτωση υπηρεσιών όπως αυτή που παρέχει η VCAST δεν θα ανταποκρινόταν, κατά τη γνώμη μου, στις απαιτήσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 5 του ιδίου άρθρου.

    Τελικές παρατηρήσεις

    70.

    Συνοψίζοντας τις προεκτεθείσες σκέψεις μου όσον αφορά την ερμηνεία της εξαιρέσεως της ιδιωτικής αντιγραφής σε σχέση με υπηρεσία όπως αυτή που παρέχει η VCAST, καταλήγω στο συμπέρασμα ότι η εν λόγω εξαίρεση προϋποθέτει νόμιμη πρόσβαση του χρήστη στο έργο που αποτελεί το αντικείμενο της αντιγραφής. Στο πλαίσιο δε της επίμαχης υπηρεσίας, την πρόσβαση στο αναπαραγόμενο έργο την δίνει η ίδια η αναπαραγωγή. Επομένως, η εν λόγω υπηρεσία συνιστά μια μορφή θέσεως των έργων στη διάθεση των χρηστών από τον παρέχοντα αυτήν. Η θέση αυτή στη διάθεση των χρηστών είναι παράνομη καθόσον χωρεί χωρίς την άδεια των φορέων των δικαιωμάτων του δημιουργού, γεγονός που αποκλείει την εφαρμογή της εξαιρέσεως της ιδιωτικής αντιγραφής. Άλλωστε, η εφαρμογή της εξαιρέσεως σε μια τέτοια υπηρεσία θα αντέβαινε στις επιταγές του άρθρου 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29.

    Πρόταση

    71.

    Με βάση τα προεκτεθέντα, προτείνω στο Δικαστήριο να απαντήσει στα προδικαστικά ερωτήματα του Tribunale di Torino (πρωτοδικείου Τορίνο, Ιταλία) ως εξής:

    Το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2001/29/ΕΚ, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας, έχει την έννοια ότι αντίκειται σε εθνική ρύθμιση η οποία επιτρέπει τη δραστηριότητα που συνίσταται στην παροχή, χωρίς την άδεια των φορέων των δικαιωμάτων του δημιουργού, υπηρεσίας ηλεκτρονικής εγγραφής τηλεοπτικών εκπομπών που είναι ελεύθερα προσβάσιμες μέσω επίγειας μετάδοσης στο έδαφος του εν λόγω κράτους μέλους, εφόσον το σήμα της επίγειας ραδιοτηλεοπτικής μετάδοσης από το οποίο πραγματοποιείται η αντιγραφή το λαμβάνει ο πάροχος της εν λόγω υπηρεσίας και όχι ο χρήστης.


    ( 1 ) Γλώσσα του πρωτοτύπου: η γαλλική.

    ( 2 ) Βικιπαίδεια, στο λήμμα «cloud computing στη γαλλική γλώσσα».

    ( 3 ) ΕΕ 2000, L 178, σ. 1.

    ( 4 ) ΕΕ 2001, L 167, σ. 10.

    ( 5 ) Πρόκειται για γενικές υπηρεσίες αποθήκευσης στο υπολογιστικό νέφος, όπως η υπηρεσία Google Drive.

    ( 6 ) Βλ., ιδίως, απόφαση της 4ης Οκτωβρίου 2011, Football Association Premier League κ.λπ. (C‑403/08 και C‑429/08, EU:C:2011:631, σκέψη 94 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

    ( 7 ) Η υπογράμμιση δική μου.

    ( 8 ) Βλ., ιδίως, απόφαση της 21ης Οκτωβρίου 2010, Padawan (C‑467/08, EU:C:2010:620, σκέψεις 45 και 46).

    ( 9 ) Απόφαση της 5ης Μαρτίου 2015, Copydan Båndkopi (C‑463/12, EU:C:2015:144, σκέψη 91).

    ( 10 ) Θα προσθέσω στο σημείο αυτό, μολονότι δεν πρόκειται για ζήτημα το οποίο αφορά η υπό κρίσιν υπόθεση, ότι μια ερμηνεία της εξαιρέσεως της ιδιωτικής αντιγραφής που θα απέκλειε οποιαδήποτε παρέμβαση τρίτων θα έθετε σήμερα και άλλα προβλήματα. Πράγματι, ολοένα συχνότερα προσφέρονται με τη μορφή υπηρεσίας όχι μόνο χωρητικότητες αποθήκευσης αλλά και τα λογισμικά που απαιτούνται για την πραγματοποίηση των αντιγραφών. Συγκεκριμένα, η αναπαραγωγή ενός έργου από ένα υλικό υπόθεμα [για παράδειγμα έναν ψηφιακό δίσκο (CD)] που ανήκει σε ένα συγκεκριμένο χρήστη στον σκληρό δίσκο του υπολογιστή του, πράξη που καλύπτεται κατ’ εξοχήν από την εξαίρεση της ιδιωτικής αντιγραφής, μπορεί να χωρήσει με τη βοήθεια λογισμικού εγγραφής των δεδομένων το οποίο δεν είναι εγκατεστημένο στον υπολογιστή του εν λόγω χρήστη, αλλά έχει τεθεί στην διάθεσή του εξ αποστάσεως από έναν πάροχο ως υπηρεσία. Επομένως, η παρέμβαση του εν λόγω παρόχου είναι απαραίτητη για να μπορέσει να πραγματοποιηθεί η αναπαραγωγή. Δεν είναι δε λογικό να αποκλείεται μια τέτοιου είδους αναπαραγωγή από το ευνοϊκό καθεστώς της ιδιωτικής αντιγραφής, ενώ επωφελείται του καθεστώτος αυτού μια αναπαραγωγή που πραγματοποιείται με τη βοήθεια λογισμικού εγκατεστημένου στον υπολογιστή του χρήστη.

    ( 11 ) Απόφαση της 21ης Οκτωβρίου 2010, Padawan (C‑467/08, EU:C:2010:620, σκέψη 46).

    ( 12 ) Βλ. απόφαση της 5ης Μαρτίου 2015, Copydan Båndkopi (C‑463/12, EU:C:2015:144, σκέψη 80).

    ( 13 ) Βλ. απόφαση της 5ης Μαρτίου 2015, Copydan Båndkopi (C‑463/12, EU:C:2015:144, σκέψη 86).

    ( 14 ) Βλ. απόφαση της 5ης Μαρτίου 2015, Copydan Båndkopi (C‑463/12, EU:C:2015:144, σκέψη 89).

    ( 15 ) Βλ. απόφαση της 10ης Απριλίου 2014, ACI Adam κ.λπ. (C‑435/12, EU:C:2014:254, σκέψη 41).

    ( 16 ) Απόφαση της 5ης Μαρτίου 2015, Copydan Båndkopi (C‑463/12, EU:C:2015:144, σκέψη 82).

    ( 17 ) Η ζώνη αυτή κάλυψης περιορίζεται, grosso modo, στο έδαφος κάθε κράτους. Φυσικά, τα προγράμματα είναι δυνατό να αναμεταδίδονται, βάσει σχετικής αδείας, σε άλλα κράτη μέλη, ιδίως μέσω καλωδιακής ή δορυφορικής σύνδεσης. Στην περίπτωση αυτή, ωστόσο, η πρόσβαση στις εκπομπές είναι μέσω της υπηρεσίας του φορέα που πραγματοποιεί την αναμετάδοση, η οποία κατά κανόνα παρέχεται επί πληρωμή.

    ( 18 ) Βλ. απόφαση της 4ης Οκτωβρίου 2011, Football Association Premier League κ.λπ. (C‑403/08 και C‑429/08, EU:C:2011:631, σκέψεις 87 έως 89). Δεν θα προχωρήσω σε διεξοδικότερη ανάπτυξη του ζητήματος αυτού, καθότι δεν αφορά τα νομικά ζητήματα που τίθενται στο πλαίσιο της υπό κρίση υποθέσεως.

    ( 19 ) Είναι δυνατή και μια άλλη ανάλυση, σύμφωνα με την οποία η VCAST δεν θέτει προηγουμένως την εκπομπή στη διάθεση των χρηστών αλλά πραγματοποιεί την αναπαραγωγή της από το τηλεοπτικό σήμα που λαμβάνει ο ίδιος ο χρήστης και θέτει με την ίδια πράξη το προκύπτον αντίγραφο, για κερδοσκοπικούς σκοπούς, στη διάθεση του χρήστη (αφού το αντίγραφο εγγράφεται απευθείας στην υπηρεσία αποθηκεύσεως που έχει στη διάθεσή του ο εν λόγω χρήστης). Ωστόσο, σε μια τέτοια περίπτωση, είναι σαφές ότι ο πραγματικός δημιουργός του αντιγράφου είναι η VCAST και όχι ο χρήστης των υπηρεσιών αυτής, πράγμα που αποκλείει κάθε πιθανότητα εφαρμογής της εξαιρέσεως της ιδιωτικής αντιγραφής.

    ( 20 ) Η ενδεχόμενη καταβολή υποχρεωτικού τέλους δεν συνιστά αντιπαροχή για την υπηρεσία της δημόσιας ραδιοτηλεοπτικής μετάδοσης και δεν αποτελεί προϋπόθεση της δυνατότητας λήψης αυτής (βλ. απόφαση της 22ας Ιουνίου 2016, Český rozhlas, C‑11/15, EU:C:2016:470, σκέψεις 23 έως 27).

    ( 21 ) Σύμβαση της Βέρνης περί προστασίας των λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών έργων (πράξη των Παρισίων της 24ης Ιουλίου 1971), όπως διαμορφώθηκε μετά την τροποποίηση της 28ης Σεπτεμβρίου 1979.

    ( 22 ) Απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2006, SGAE (C‑306/05, EU:C:2006:764, σκέψη 40).

    ( 23 ) Απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2006, SGAE (C‑306/05, EU:C:2006:764, σκέψη 41).

    ( 24 ) Απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2006, SGAE (C‑306/05, EU:C:2006:764, σκέψη 42).

    ( 25 ) Βλ., ιδίως, απόφαση της 31ης Μαΐου 2016, Reha Training (C‑117/15, EU:C:2016:379, σκέψη 46 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία, καθώς και σκέψη 62).

    ( 26 ) Ανάλογα με τον τύπο συμβάσεως που επιλέγει ο χρήστης, η εν λόγω υπηρεσία είτε παρέχεται επί πληρωμή είτε χρηματοδοτείται από τη διαφήμιση.

    ( 27 ) Απόφαση της 7ης Μαρτίου 2013 (C‑607/11, EU:C:2013:147).

    ( 28 ) Απόφαση της 7ης Μαρτίου 2013, ITV Broadcasting κ.λπ. (C‑607/11, EU:C:2013:147, σκέψεις 24 και 26).

    ( 29 ) Απόφαση της 7ης Μαρτίου 2013, ITV Broadcasting κ.λπ. (C‑607/11, EU:C:2013:147, σκέψη 10).

    ( 30 ) Απόφαση της 7ης Μαρτίου 2013, ITV Broadcasting κ.λπ. (C‑607/11, EU:C:2013:147, σκέψη 39).

    ( 31 ) Απόφαση της 7ης Μαρτίου 2013, ITV Broadcasting κ.λπ. (C‑607/11, EU:C:2013:147, σκέψη 40 και σημείο 1 του διατακτικού).

    ( 32 ) Απόφαση της 16ης Μαρτίου 2017 (C‑138/16, EU:C:2017:218).

    ( 33 ) Απόφαση της 16ης Μαρτίου 2017, AKM (C‑138/16, EU:C:2017:218, σκέψεις 18, 26, 29 και 30).

    ( 34 ) Βλ. απόφαση της 16ης Μαρτίου 2017, AKM (C‑138/16, EU:C:2017:218, σκέψεις 28 και 29, καθώς και το πρώτο εδάφιο του διατακτικού).

    ( 35 ) Απόφαση της 7ης Μαρτίου 2013 (C‑607/11, EU:C:2013:147).

    ( 36 ) Ο κανόνας αυτός επικυρώθηκε στη συνέχεια, βλ., ιδίως, απόφαση της 8ης Σεπτεμβρίου 2016, GS Media (C‑160/15, EU:C:2016:644, σκέψη 37 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

    ( 37 ) Βλ., τέλος, την ίδια απόφαση της 16ης Μαρτίου 2017, AKM (C‑138/16, EU:C:2017:218, σκέψη 21).

    ( 38 ) Απόφαση της 16ης Μαρτίου 2017 (C‑138/16, EU:C:2017:218).

    ( 39 ) Απόφαση της 16ης Μαρτίου 2017, AKM (C‑138/16, EU:C:2017:218, σκέψη 18).

    ( 40 ) Απόφαση της 16ης Μαρτίου 2017 (C‑138/16, EU:C:2017:218).

    ( 41 ) Κατά τη διάταξη αυτή: «Τα νομοθετικά όργανα των κρατών της Ενώσεως [που συνεστήθη με τη Σύμβαση της Βέρνης] διατηρούν την δυνατότητα να επιτρέπουν την αναπαραγωγή των εν λόγω έργων σε ορισμένες ειδικές περιπτώσεις, υπό τον όρο ότι η αναπαραγωγή αυτή δεν αντίκειται στην κανονική εκμετάλλευση του έργου ούτε θίγει αδικαιολογήτως τα νόμιμα συμφέροντα του δημιουργού».

    ( 42 ) Απόφαση της 10ης Απριλίου 2014, ACI Adam κ.λπ. (C‑435/12, EU:C:2014:254, σκέψεις 25 και 26).

    ( 43 ) Απόφαση της 10ης Απριλίου 2014, ACI Adam κ.λπ. (C‑435/12, EU:C:2014:254, σκέψη 25 in fine).

    ( 44 ) Απόφαση της 10ης Απριλίου 2014, ACI Adam κ.λπ. (C‑435/12, EU:C:2014:254, σκέψεις 38 έως 41).

    ( 45 ) Για διεξοδικότερη συζήτηση καθώς και παρουσίαση των διαφόρων απόψεων στη θεωρία, βλ. τις προτάσεις μου στην υπόθεση EGEDA κ.λπ. (C‑470/14, EU:C:2016:24, σημείο 15).

    ( 46 ) Απόφαση της 10ης Απριλίου 2014, ACI Adam κ.λπ. (C‑435/12, EU:C:2014:254, σκέψεις 31 και 40).

    Επάνω