Επιλέξτε τις πειραματικές λειτουργίες που θέλετε να δοκιμάσετε

Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex

Έγγραφο 62005CJ0447

Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 8ης Μαρτίου 2007.
Thomson Multimedia Sales Europe (C-447/05) και Vestel France (C-448/05) κατά Administration des douanes et droits indirects.
Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Cour d'appel de Paris - Γαλλία.
Κοινοτικός τελωνειακός κώδικας - Μέτρα εφαρμογής - Κανονισμός (ΕΟΚ) 2454/93 - Παράρτημα 11 - Μη προτιμησιακή καταγωγή των εμπορευμάτων - Συσκευές τηλεοράσεως - Έννοια της μεταποιήσεως ή της ουσιαστικής επεξεργασίας - Κριτήριο της προστιθεμένης αξίας - Ισχύς.
Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-447/05 και C-448/05.

Συλλογή της Νομολογίας 2007 I-02049

Αναγνωριστικό ECLI: ECLI:EU:C:2007:151

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-447/05 και C-448/05

Thomson Multimedia Sales Europe

και

Vestel France

κατά

Administration des douanes et droits indirects

(αιτήσεις του cour d’appel de Paris

για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

«Κοινοτικός τελωνειακός κώδικας — Μέτρα εφαρμογής — Κανονισμός (ΕΟΚ) 2454/93 — Παράρτημα 11 — Μη προτιμησιακή καταγωγή των εμπορευμάτων — Συσκευές τηλεοράσεως — Έννοια της ουσιώδους μεταποιήσεως ή κατεργασίας — Κριτήριο της προστιθεμένης αξίας — Ισχύς»

Περίληψη της αποφάσεως

Καταγωγή των εμπορευμάτων — Καθορισμός — Ουσιώδης μεταποίηση ή κατεργασία — Εργασίες συναρμολογήσεως

(Κανονισμός 2913/92 του Συμβουλίου, άρθρα 24 και 249· κανονισμός 2454/93 της Επιτροπής, παράρτημα 11)

Η εργασία συναρμολογήσεως των διαφόρων στοιχείων συνιστά ουσιώδη μεταποίηση ή επεξεργασία, οσάκις αποτελεί, εξεταζόμενη από τεχνική άποψη και ενόψει του ορισμού του συγκεκριμένου εμπορεύματος, το καθοριστικό στάδιο παραγωγής στη διάρκεια του οποίου συγκεκριμενοποιείται ο προορισμός των χρησιμοποιουμένων εξαρτημάτων και προσδίδονται στο εν λόγω εμπόρευμα οι ειδικές ποιοτικές του ιδιότητες.

Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη την ποικιλία των εργασιών που καλύπτονται από την έννοια της συναρμολογήσεως, υπάρχουν περιπτώσεις κατά τις οποίες ο καθορισμός της καταγωγής ενός εμπορεύματος δεν είναι δυνατός βάσει κριτηρίων τεχνικού χαρακτήρα. Στις περιπτώσεις αυτές, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η προστιθεμένη διά της συναρμολογήσεως αξία ως επικουρικό κριτήριο.

Συναφώς, εναπόκειται στην Επιτροπή, στο πλαίσιο του περιθωρίου εκτιμήσεως που αυτή διαθέτει για τη θέσπιση των αναγκαίων μέτρων εφαρμογής των διατάξεων του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, και ειδικότερα εκείνων που αφορούν την καταγωγή των εμπορευμάτων, να θεσπίσει διατάξεις γενικού χαρακτήρα οι οποίες, με μέριμνα την ασφάλεια δικαίου, να λαμβάνουν υπόψη, σε βάθος χρόνου, τη συνολική κατάσταση ενός βιομηχανικού τομέα και οι οποίες, στη συνέχεια, δεν μπορούν να επηρεάζονται από την ειδικότερη κατάσταση, σε συγκεκριμένη χρονική στιγμή, της μιας ή της άλλης επιχειρήσεως του τομέα αυτού.

Επίσης, η συνεκτίμηση εκ μέρους της Επιτροπής της μεγάλης ποικιλίας εργασιών που εμπίπτουν στην έννοια της συναρμολογήσεως στο σύνολο του οικείου βιομηχανικού τομέα δικαιολογεί την προσφυγή στο κριτήριο της προστιθεμένης αξίας.

(βλ. σκέψεις 26-27, 36-37 και διατακτ.)




ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα)

της 8ης Μαρτίου 2007 (*)

«Κοινοτικός τελωνειακός κώδικας – Μέτρα εφαρμογής – Κανονισμός (ΕΟΚ) 2454/93 – Παράρτημα 11 – Μη προτιμησιακή καταγωγή των εμπορευμάτων – Συσκευές τηλεοράσεως – Έννοια της μεταποιήσεως ή της ουσιαστικής επεξεργασίας – Κριτήριο της προστιθεμένης αξίας – Ισχύς»

Στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-447/05 και C-448/05,

με αντικείμενο αιτήσεις εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το cour d’appel de Paris (Γαλλία) με απόφαση της 18 Νοεμβρίου 2005, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 16 Δεκεμβρίου 2005, στο πλαίσιο της δίκης

Thomson Multimedia Sales Europe (C-447/05),

Vestel France (C-448/05)

κατά

Administration des douanes et droits indirects,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τέταρτο τμήμα),

συγκείμενο από τους K. Lenaerts, πρόεδρο τμήματος, E. Juhász, R. Silva de Lapuerta, Γ. Αρέστη και J. Malenovský (εισηγητή), δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: P. Mengozzi

γραμματέας: J. Swedenborg, υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 29ης Νοεμβρίου 2006,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        η Thomson Multimedia Sales Europe, εκπροσωπούμενη από τον F. Goguel, avocat,

–        η Vestel France, εκπροσωπούμενη από τους F. Goguel, avocat, και P. de Baere, advocaat,

–        η Γαλλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους G. de Bergues και G. Le Bras,

–        η Ιταλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον I. M. Braguglia, επικουρούμενο από τον G. Albenzio, avvocato dello Stato,

–        η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, εκπροσωπούμενη από την C. White και τον K. Beal,

–        η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον X. Lewis και την J. Hottiaux,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Οι αιτήσεις για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως αφορούν την ισχύ των διατάξεων που περιλαμβάνονται στη στήλη 3, δασμολογική διάκριση 8528, της Συνδυασμένης Ονοματολογίας, που μνημονεύει το παράρτημα 11 του κανονισμού (ΕΟΚ) 2454/93 της Επιτροπής, της 2ας Ιουλίου 1993, για τον καθορισμό ορισμένων διατάξεων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) 2913/92 του Συμβουλίου περί θεσπίσεως του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 253, σ.1, στο εξής: οι επίδικες διατάξεις του παραρτήματος 11 του κανονισμού 2454/93).

2        Οι αιτήσεις αυτές υποβλήθηκαν στο πλαίσιο διαφορών σχετικών με την καταγωγή συσκευών τηλεοράσεως όπως αυτή προσδιορίζεται από τη γαλλική διοίκηση τελωνείων και εμμέσων φόρων (στο εξής: διοίκηση τελωνείων) στις δεσμευτικές πληροφορίες σχετικά με τη μη προνομιακή καταγωγή (στο εξής: ΔΠΚ) που εξέδωσε το 2003 κατόπιν αιτήσεως της εταιρίας Thomson Sales Europe, πρώην Thomson Multimedia Sales Europe (στο εξής: Thomson), και της εταιρίας Vestel France (στο εξής: Vestel).

 Το νομικό πλαίσιο

 Ο κοινοτικός τελωνειακός κώδικας

3        Το άρθρο 24 του τμήματος 1, με επικεφαλίδα «Μη προτιμησιακή καταγωγή των εμπορευμάτων», του κεφαλαίου 2 του τίτλου II του κανονισμού (ΕΟΚ) 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 302, σ. 1, στο εξής: ο κοινοτικός τελωνειακός κώδικας), ορίζει:

«Εμπόρευμα στην παραγωγή του οποίου μεσολάβησαν δύο ή περισσότερες χώρες, κατάγεται από τη χώρα στην οποία πραγματοποιήθηκε η τελευταία μεταποίηση ή ουσιαστική επεξεργασία, οικονομικά δικαιολογημένη, σε επιχείρηση εξοπλισμένη για το σκοπό αυτό και η οποία κατέληξε στην κατασκευή ενός νέου προϊόντος ή ενός προϊόντος που αντιπροσωπεύει σημαντικό στάδιο παραγωγής.»

4        Το άρθρο 249 του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα προβλέπει ότι η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων θεσπίζει τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή του εν λόγω κώδικα.

 Ο κανονισμός 2454/93

5        Κατά το άρθρο 39, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 2454/93:

«Για τα παραγόμενα προϊόντα που απαριθμούνται στο παράρτημα 11, ως επεξεργασίες ή μεταποιήσεις που προσδίδουν την καταγωγή σύμφωνα με το άρθρου 24 του κώδικα, θεωρούνται οι επεξεργασίες ή μεταποιήσεις που αναφέρονται στη στήλη 3 του εν λόγω παραρτήματος.»

6        Το παράρτημα 11 του κανονισμού 2454/93 ορίζει:


Κωδικός ΣΟ


Περιγραφή εμπορευμάτων

Επεξεργασία ή μεταποίηση η οποία προσδίδει σε μη καταγόμενες ύλες το χαρακτήρα προϊόντος καταγωγής

(1)

(2)

(3)

[…]

ex 8528

[…]

Συσκευές λήψης για την τηλεόραση (από τις οποίες εξαιρούνται τα βίντεο με οθόνη, οι συσκευές τηλεπροβολής και τα μόνιτορ για βίντεο), έστω και με ενσωματωμένη συσκευή λήψης για τη ραδιοφωνία ή με συσκευή εγγραφής ή αναπαραγωγής του ήχου

[…]

Κατασκευή κατά την οποία η αξία που προκύπτει λόγω των εργασιών συναρμολόγησης και, ενδεχομένως της ενσωμάτωσης καταγόμενων εξαρτημάτων αντιπροσωπεύει τουλάχιστον το 45 % της εργοστασιακής τιμής των προϊόντων


Εάν το ποσοστό αυτό είναι μικρότερο από 45 %, οι συσκευές θεωρούνται ότι κατάγονται από το κράτος από το οποίο κατάγονται τα εξαρτήματα, των οποίων η εργοστασιακή τιμή αντιπροσωπεύει πάνω από 35 % της εργοστασιακής τιμής των συσκευών


Αν ο κανόνας του 35 % τηρείται σε δύο κράτη, ως καταγωγή θεωρείται το κράτος από το οποίο κατάγονται τα εξαρτήματα που αντιπροσωπεύουν το υψηλότερο ποσοστό

 Οι διαφορές στις κύριες δίκες και τα προδικαστικά ερωτήματα

 Στην υπόθεση C‑447/05

7        Η Thomson εμπορεύεται στη Γαλλία συσκευές τηλεοράσεως που κατασκευάζονται στην Πολωνία με εξαρτήματα καταγωγής Πολωνίας και άλλων χωρών. Ο καθοδικός σωλήνας, καταγωγής Κορέας, αντιπροσωπεύει το 42,43 % μιας συσκευής τηλεοράσεως. Τα εξαρτήματα των συσκευών τηλεοράσεως καταγωγής Πολωνίας και οι δραστηριότητες κατασκευής που διενεργούνται στη χώρα αυτή αντιπροσωπεύουν το 31,49 % της τιμής εργοστασίου.

8        Κατόπιν αιτήσεως της Thomson, η διοίκηση τελωνείων, βάσει του άρθρου 24 του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα καθώς και του άρθρου 34 του κανονισμού 2454/93 και του παραρτήματος 11 του κανονισμού αυτού, εξέδωσε, στις 11 Ιουλίου 2003, μια ΔΠΚ κατά την οποία η Κορέα ήταν χώρα καταγωγής των εν λόγω συσκευών τηλεοράσεως.

9        Αμφισβητώντας την ισχύ των επίδικων διατάξεων του παραρτήματος 11 του κανονισμού 2454/93 βάσει του άρθρου 24 του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, η Thomson προσέφυγε τότε ενώπιον του tribunal d’instance du 7ème arrondissement de Paris, προκειμένου αυτό να ακυρώσει αυτή τη ΔΠΚ και να αναγνωρίσει ότι οι οικείες συσκευές ήσαν καταγωγής Πολωνίας.

10      Το εν λόγω tribunal d’instance απέρριψε το αίτημα αυτό με απόφαση της 8ης Ιουνίου 2004, κατά της οποίας η Thomson άσκησε έφεση ενώπιον του cour d’appel (εφετείου) de Paris. Δεδομένου ότι διατύπωσε αμφιβολίες ως προς την ισχύ των επίδικων διατάξεων του παραρτήματος 11 του κανονισμού 2454/93, το τελευταίο αυτό δικαστήριο αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Είναι ανίσχυρο το παράρτημα 11 του κανονισμού […] 2454/93 […] ως αντίθετο προς το άρθρο 24 […] του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, καθόσον [τούτο] καταλήγει να θεωρείται ως καταγωγής Κορέας συσκευή τηλεοράσεως κατασκευαζόμενη στην Πολωνία υπό τις προϋποθέσεις που περιγράφονται στη διαδικασία;»

 Στην υπόθεση C‑448/05

11      Η Vestel εμπορεύεται στη Γαλλία συσκευές τηλεοράσεως που κατασκευάζονται στην Τουρκία με εξαρτήματα καταγωγής Τουρκίας και άλλων χωρών. Ο καθοδικός σωλήνας, καταγωγής Κίνας, αντιπροσωπεύει το 43,1141 % της τιμής εργοστασίου μιας συσκευής τηλεοράσεως. Τα εξαρτήματα των συσκευών τηλεοράσεως καταγωγής Τουρκίας και οι δραστηριότητες κατασκευής που διενεργούνται στη χώρα αυτή αντιπροσωπεύουν το 38,47 % της τιμής εργοστασίου.

12      Κατόπιν αιτήσεως της Thomson, η διοίκηση τελωνείων, βάσει του άρθρου 24 του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα καθώς και του άρθρου 34 του κανονισμού 2454/93 και του παραρτήματος 11 του κανονισμού αυτού, εξέδωσε, στις 11 Ιουλίου 2003, μια ΔΠΚ κατά την οποία η Κίνα ήταν χώρα καταγωγής των εν λόγω συσκευών τηλεοράσεως.

13      Αμφισβητώντας την ισχύ των επίδικων διατάξεων του παραρτήματος 11 του κανονισμού 2454/93 από πλευράς του άρθρου 24 του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, η Vestel προσέφυγε τότε ενώπιον του tribunal d’instance du 7ème arrondissement de Paris, προκειμένου αυτό να ακυρώσει αυτή τη ΔΠΚ και να αναγνωρίσει ότι οι οικείες συσκευές ήσαν καταγωγής Τουρκίας.

14      Το εν λόγω tribunal d’instance απέρριψε το αίτημα αυτό με απόφαση της 8ης Ιουνίου 2004, κατά της οποίας η Vestel άσκησε έφεση ενώπιον του cour d’appel de Paris. Δεδομένου ότι διατύπωσε αμφιβολίες ως προς την ισχύ των επίδικων διατάξεων του παραρτήματος 11 του κανονισμού 2454/93, το τελευταίο αυτό δικαστήριο αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Είναι ανίσχυρο το παράρτημα 11 του κανονισμού […] 2454/93 […] ως αντίθετο προς το άρθρο 24 […] του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, καθόσον [τούτο] καταλήγει να θεωρείται ως καταγωγής Κίνας συσκευή τηλεοράσεως κατασκευαζόμενη στην Τουρκία υπό τις προϋποθέσεις που περιγράφονται στη διαδικασία;»

15      Με διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 7ης Μαρτίου 2006, οι υποθέσεις C-447/05 και C-448/05 ενώθηκαν προς διευκόλυνση της διαδικασίας και έκδοση κοινής αποφάσεως.

 Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

16      Με τα ερωτήματά του, το αιτούν δικαστήριο ερωτά αν οι επίδικες διατάξεις του παραρτήματος 11 του κανονισμού 2454/93 είναι ανίσχυρες στο μέτρο που απαιτούν όπως η αποκτώμενη αξία λόγω των δραστηριοτήτων συναρμολογήσεως και, ενδεχομένως, της ενσωματώσεως γνησίων εξαρτημάτων αντιπροσωπεύει τουλάχιστον το 45 % της τιμής εργοστασίου των συσκευών τηλεοράσεως ώστε η κατασκευή τους να τους προσδίδει την καταγωγή της χώρας όπου πραγματοποιείται η συναρμολόγηση αυτή.

17      Οι εφεσείουσες της κύριας δίκης προβάλλουν κατ’ ουσίαν ότι η Επιτροπή, προσφεύγοντας σε κριτήριο που στηρίζεται στην προστιθέμενη αξία, την οποία χαρακτηρίζουν «ποσοτική» και είναι ασυμβίβαστη με τα, κατ’ αυτές «ποιοτικά» κριτήρια, που δέχεται το άρθρο 24 του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, υπερέβη τις εξουσίες που της χορήγησε το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως για την εφαρμογή των κανόνων που αυτό έθεσε με τον εν λόγω κώδικα.

18      Προκαταρκτικά, πρέπει να παρατηρηθεί ότι το ζήτημα της ισχύος των επίδικων διατάξεων του παραρτήματος 11 του κανονισμού 2454/93 ανέκυψε στο πλαίσιο διαφορών των κυρίων δικών που αποβλέπουν στην αμφισβήτηση του κύρους ΔΠΚ που αφορούν συσκευές τηλεοράσεως από τις οποίες ορισμένες αποτελούν αντικείμενο δραστηριοτήτων συναρμολογήσεως στην Πολωνία και άλλες στην Τουρκία. Οι αιτήσεις που έδωσαν λαβή σ’ αυτές τις ΔΠΚ υποβλήθηκαν, το 2003, από δύο επιχειρήσεις που έχουν την έδρα τους στη Γαλλία και οι οποίες επιθυμούν να γνωρίζουν τη μη προτιμησιακή καταγωγή αυτών των συσκευών όπως αυτή καθορίζεται κατ’ εφαρμογήν των κανόνων που διαλαμβάνουν τα άρθρα 22 έως 26 του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα.

19      Οι αιτήσεις αυτές δεν απέβλεπαν στο να γίνει γνωστή η μη προτιμησιακή καταγωγή των εμπορευμάτων, όπως αυτή καθορίζεται στο άρθρο 27 του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, και, επομένως, δεν απέβλεπαν στο να γίνει γνωστό αν στα εν λόγω προϊόντα είχαν εφαρμογή τα προτιμησιακά δασμολογικά μέτρα που περιλαμβάνονται στις συμφωνίες τις οποίες η Ευρωπαϊκή Κοινότητα συνήψε με ορισμένες χώρες ή ομάδες χωρών.

20      Υπό τις προϋποθέσεις αυτές, αφού η Πολωνική και η Τουρκική Δημοκρατία απολάμβαναν, κατά την ημέρα που εκδόθηκαν οι εν λόγω ΔΠΚ, ένα ειδικό καθεστώς στην τελωνειακή τους σχέση με τις Ευρωπαϊκές Κοινότητες, το γεγονός αυτό δεν είναι καθεαυτό ικανό να θέσει υπό αμφισβήτηση τη χρησιμότητα των ερωτημάτων που υπέβαλε το αιτούν δικαστήριο.

21      Συναφώς, πρέπει να παρατηρηθεί, πρώτον, ότι, κατά το άρθρο 24 του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, εμπόρευμα στην παραγωγή του οποίου μεσολάβησαν δύο ή περισσότερες χώρες κατάγεται από τη χώρα στην οποία πραγματοποιήθηκε η τελευταία μεταποίηση ή ουσιαστική επεξεργασία, οικονομικά δικαιολογημένη, σε επιχείρηση εξοπλισμένη για τον σκοπό αυτό και η οποία κατέληξε στην κατασκευή ενός νέου προϊόντος ή προϊόντος που αντιπροσωπεύει σημαντικό στάδιο παραγωγής.

22      Το άρθρο αυτό επαναλαμβάνει τη διατύπωση του άρθρου 5 του κανονισμού (ΕΟΚ) 802/68 του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 1968, περί του κοινού ορισμού της εννοίας της καταγωγής των εμπορευμάτων (ΕΕ ειδ. έκδ. 02/001, σ. 20), που είχε εφαρμογή πριν την έναρξη ισχύος του εν λόγω κώδικα. Για την ερμηνεία του κανονισμού αυτού, το Δικαστήριο έκρινε ότι απ’ αυτό το άρθρο 5 προκύπτει ότι το καθοριστικό κριτήριο είναι εκείνο της τελευταίας ουσιώδους μεταποιήσεως ή επεξεργασίας (απόφαση της 13ης Δεκεμβρίου 1989, C‑26/88, Brother International, Συλλογή 1989, σ. 4253, σκέψη 15).

23      Δεύτερον, πρέπει να υπομνηστεί ότι το άρθρο 249 του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα συνιστά επαρκή βάση εξουσιοδοτήσεως επιτρέπουσα στην Επιτροπή να καθορίσει τις λεπτομέρειες εφαρμογής του εν λόγω κώδικα (απόφαση της 11ης Νοεμβρίου 1999, C‑48/98, Söhl & Söhlke, Συλλογή 1999, σ. I‑7877, σκέψη 35).

24      Από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι η Επιτροπή μπορεί να λαμβάνει όλα τα αναγκαία ή πρόσφορα εκτελεστικά μέτρα για να θέτει σε εφαρμογή τη βασική ρύθμιση, αρκεί τα λαμβανόμενα μέτρα να μην αντίκεινται προς τη ρύθμιση αυτή ή προς τους εκτελεστικούς κανόνες του Συμβουλίου (βλ., μεταξύ άλλων, προπαρατεθείσα απόφαση Söhl & Söhlke, σκέψη 36).

25      Επιπλέον, η Επιτροπή διαθέτει, προκειμένου να ασκήσει την εξουσία που της έχει παράσχει το Συμβούλιο για την εφαρμογή του άρθρου 24 του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, περιθώριο εκτιμήσεως που της επιτρέπει να διευκρινίζει τις αφηρημένες έννοιες της διατάξεως αυτής ενόψει ειδικών μεταποιήσεων ή επεξεργασιών (βλ. απόφαση της 23ης Μαρτίου 1983, C-162/82, Cousin κ.λπ., Συλλογή 1983, σ. 1101, σκέψη 17).

26      Όσον αφορά το ζήτημα αν η εργασία συναρμολογήσεως των διαφόρων στοιχείων συνιστά ουσιώδη μεταποίηση ή επεξεργασία, το Δικαστήριο έκρινε ότι μια τέτοια εργασία μπορεί να θεωρηθεί ως καθοριστική της καταγωγής οσάκις αποτελεί, εξεταζόμενη από τεχνική άποψη και ενόψει του ορισμού του συγκεκριμένου εμπορεύματος, το καθοριστικό στάδιο παραγωγής στη διάρκεια του οποίου συγκεκριμενοποιείται ο προορισμός των χρησιμοποιουμένων εξαρτημάτων και προσδίδονται στο εν λόγω εμπόρευμα οι ειδικές ποιοτικές του ιδιότητες [αποφάσεις της 31ης Ιανουαρίου 1979, 114/78, Yoshida, Συλλογή τόμος 1979/Ι, σ. 85 (συνοπτική μετάφραση στα ελληνικά), και Brother International, προπαρατεθείσα, σκέψη 19].

27      Ωστόσο, το Δικαστήριο έκρινε ότι, λαμβάνοντας υπόψη την ποικιλία των εργασιών που καλύπτονται από την έννοια της συναρμολογήσεως, υπάρχουν περιπτώσεις κατά τις οποίες ο καθορισμός της καταγωγής ενός εμπορεύματος δεν είναι δυνατός βάσει κριτηρίων τεχνικού χαρακτήρα. Στις περιπτώσεις αυτές, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η προστιθεμένη διά της συναρμολογήσεως αξία ως επικουρικό κριτήριο. (απόφαση Brother International, προπαρατεθείσα, σκέψη 20).

28      Το Δικαστήριο έχει διευκρινίσει ότι η σπουδαιότητα του κριτηρίου αυτού επιβεβαιώνεται, εξάλλου, από τη Διεθνή Σύμβαση για την Απλοποίηση και Εναρμόνιση των Τελωνειακών Καθεστώτων (Σύμβαση του Kιότο), της οποίας αρκετά παραρτήματα έγιναν δεκτά επ’ ονόματι της Κοινότητας με την απόφαση 77/415/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 1977 (ΕΕ ειδ. έκδ. 02/004, σ. 7), και της οποίας οι σχετικές με τον κανόνα 3 του παραρτήματος Δ 1 σημειώσεις διευκρινίζουν ότι το κριτήριο της ουσιώδους μεταποιήσεως δύναται να εκφράζεται, στην πράξη, με τον κανόνα του κατ’ αξία ποσοστού, όταν το ποσοστό της αξίας των χρησιμοποιουμένων προϊόντων ή το ποσοστό της κτηθείσας υπεραξίας ανέρχεται σε συγκεκριμένο επίπεδο (απόφαση Brother International, προπαρατεθείσα, σκέψη 21).

29      Πρέπει εξάλλου να παρατηρηθεί ότι, με την απόφασή του 94/800/ΕΚ, της 22ας Δεκεμβρίου 1994, σχετικά με την εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σύναψη των συμφωνιών που απέρρευσαν από τις πολυμερείς διαπραγματεύσεις του γύρου της Ουρουγουάης (1986-1994) καθόσον αφορά τα θέματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές της (ΕΕ L 336, σ. 1), το Συμβούλιο ενέκρινε ειδικότερα τη συμφωνία για τους κανόνες καταγωγής που επισυνάφθηκε στην τελική πράξη που υπογράφηκε στο Marrakech στις 15 Απριλίου 1994 (ΕΕ L 336, σ. 144), σύμφωνα με την οποία, κατά την επεξεργασία των εν λόγω κανόνων, το κριτήριο του κατ’ αξία ποσοστού μπορεί να χρησιμοποιηθεί.

30      Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι οι διεθνείς συμφωνίες, από της ενάρξεως ισχύος τους, αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της κοινοτικής έννομης τάξεως (βλ., μεταξύ άλλων, απόφαση της 10ης Ιανουαρίου 2006, C‑344/04, IATA και ELFAA, Συλλογή 2006, σ. I‑403, σκέψη 36). Κατά πάγια νομολογία, οι διατάξεις του παράγωγου κοινοτικού δικαίου πρέπει να ερμηνεύονται, κατά το μέτρο του δυνατού, υπό το φως αυτών των συμφωνιών (βλ., μεταξύ άλλων, απόφαση της 9ης Ιανουαρίου 2003, C‑76/00 P, Petrotub και Republica κατά Συμβουλίου, Συλλογή 2003, σ. I‑79, σκέψη 57).

31      Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι η επιλογή του κριτηρίου της προστιθεμένης αξίας δεν είναι καθεαυτό ασυμβίβαστη προς το άρθρο 24 του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα και η προσφυγή στο κριτήριο αυτό δεν μπορεί, αυτή καθεαυτή, να καταδείξει ότι η Επιτροπή υπερέβη τις εκτελεστικές εξουσίες που διαθέτει από το άρθρο 249 του εν λόγω κώδικα.

32      Οι εφεσείουσες των κυρίων δικών πρέπει να θεωρηθούν ως υποστηρίζουσες επίσης ότι η κατάσταση στον βιομηχανικό τομέα κατασκευής των συσκευών τηλεοράσεως είναι τέτοια ώστε η εξέταση των δραστηριοτήτων συναρμολογήσεως των εν λόγω συσκευών με βάση κριτήρια τεχνικής φύσεως μπορεί να είναι αποφασιστική για τον προσδιορισμό της καταγωγής αυτού του προϊόντος και, επομένως, εμποδίζει όπως η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη, όπως το πράττει με τις επίδικες διατάξεις του παραρτήματος 11 του κανονισμού 2454/93, το κριτήριο της προστιθεμένης αξίας, το οποίο έχει μόνον επικουρικό χαρακτήρα.

33      Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι, για την εφαρμογή του κανονισμού 802/68, η Επιτροπή είχε εκδώσει τον κανονισμό (ΕΟΚ) 2632/70, της 23ης Δεκεμβρίου 1970, περί του καθορισμού της καταγωγής των συσκευών δεκτών ραδιοφωνίας και τηλεοράσεως (ΕΕ ειδ. έκδ. 02/001, σ. 115), του οποίου οι διατάξεις, οι οποίες αναφέρονται στο κριτήριο της προστιθεμένης αξίας, επαναλαμβάνονται κατ’ ουσίαν στις επίδικες διατάξεις του παραρτήματος 11 του κανονισμού 2454/93.

34      Κατά τη δεύτερη αιτιολογική σκέψη του κανονισμού 2632/70, η συναρμολόγηση των συσκευών δεκτών ραδιοφωνίας και τηλεοράσεως δύναται να καλύπτει διαδικασίες κατά το μάλλον ή ήττον εξελιγμένες, ανάλογα με τους τύπους των συναρμολογουμένων συσκευών και σύμφωνα με τα χρησιμοποιούμενα μέσα και τους όρους υπό τους οποίους πραγματοποιείται. Η τρίτη αιτιολογική σκέψη του εν λόγω κανονισμού αναφέρει επίσης ότι οι εργασίες συναρμολογήσεως, «στο παρόν στάδιο της τεχνικής στον βιομηχανικό τούτο κλάδο», δεν συνιστούν γενικά αυτές μόνες σπουδαίο στάδιο παραγωγής, κατά την έννοια του άρθρου 5 του κανονισμού 802/68, αλλά ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, δύναται να συμβαίνει διαφορετικά, όπως, για παράδειγμα, όταν οι εργασίες αυτές αφορούν συσκευές υψηλής αποδόσεως ή απαιτούν αυστηρό έλεγχο των χρησιμοποιουμένων στοιχείων ή όταν συνεπάγονται και τη συναρμολόγηση των συστατικών στοιχείων των συσκευών. Η τέταρτη αιτιολογική σκέψη του κανονισμού 2632/70 προσθέτει ότι η ποικιλία των εργασιών που υπάγονται στην έννοια της συναρμολογήσεως δεν επιτρέπει τον καθορισμό, βάσει ενός κριτηρίου τεχνικής φύσεως, των περιπτώσεων κατά τις οποίες οι εργασίες αυτές αντιπροσωπεύουν ένα σημαντικό στάδιο παραγωγής και ότι ενδείκνυται, υπό τις συνθήκες αυτές, να ληφθεί υπόψη η προκύπτουσα εκ των εργασιών τούτων προστιθεμένη αξία.

35      Τέτοιες όμως αιτιολογικές σκέψεις είναι ικανές να δικαιολογήσουν τη διατήρηση του κριτηρίου της προστιθεμένης αξίας στις επίδικες διατάξεις του παραρτήματος 11 του κανονισμού 2454/93.

36      Συγκεκριμένα, εναπόκειται στην Επιτροπή, στο πλαίσιο του περιθωρίου εκτιμήσεως που αυτή διαθέτει για τη θέσπιση των αναγκαίων μέτρων εφαρμογής των διατάξεων του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, και ειδικότερα εκείνων που αφορούν την καταγωγή των εμπορευμάτων, να θεσπίσει διατάξεις γενικού χαρακτήρα οι οποίες, με μέριμνα την ασφάλεια δικαίου, να λαμβάνουν υπόψη, σε βάθος χρόνου, τη συνολική κατάσταση ενός βιομηχανικού τομέα και οι οποίες, στη συνέχεια, δεν μπορούν να επηρεάζονται από την ειδικότερη κατάσταση, σε συγκεκριμένη χρονική στιγμή, της μιας ή της άλλης επιχειρήσεως του τομέα αυτού.

37      Υπό τις προϋποθέσεις αυτές, η συνεκτίμηση εκ μέρους της Επιτροπής της μεγάλης ποικιλίας εργασιών που εμπίπτουν στην έννοια της συναρμολογήσεως στο σύνολο του οικείου βιομηχανικού τομέα δικαιολογεί την προσφυγή στο κριτήριο της προστιθεμένης αξίας.

38      Πρέπει, εξάλλου, να παρατηρηθεί ότι οι εφεσείουσες στις κύριες δίκες υπογραμμίζουν με τις γραπτές τους παρατηρήσεις ότι οι εργασίες συναρμολογήσεως των διαφόρων εξαρτημάτων των επίδικων συσκευών στις κύριες δίκες εντάσσονται σε μια σύνθετη βιομηχανική διαδικασία. Εξάλλου, τα στοιχεία του φακέλου που υποβλήθηκε στο Δικαστήριο δεν επιτρέπουν να θεωρηθεί ότι η διαδικασία αυτή είναι ταυτόσημη για όλους τους κατασκευαστές συσκευών τηλεοράσεως. Σε κάθε περίπτωση, δεν επιτρέπουν να συναχθεί ότι δεν υπάρχει η μεγάλη ποικιλία εργασιών που εμπίπτουν στην έννοια της συναρμολογήσεως στο σύνολο του οικείου βιομηχανικού τομέα.

39      Σε μια τέτοια αλληλουχία, η απαίτηση της ομοιόμορφης εφαρμογής των τελωνειακών κανόνων στο σύνολο του τελωνειακού εδάφους της Κοινότητας συνεπάγεται ότι οι αφηρημένες έννοιες της τελευταίας μεταποιήσεως ή ουσιώδους επεξεργασίας στις οποίες αναφέρεται, για το σύνολο των προϊόντων, το άρθρο 24 του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα πρέπει να διευκρινιστούν, για ειδικά προϊόντα όπως είναι οι συσκευές τηλεοράσεως, με ειδικές διατάξεις οι οποίες να λαμβάνουν υπόψη τη διαφοροποίηση των διαδικασιών κατασκευής αυτών των συσκευών. Κατά συνέπεια, η χρησιμοποίηση ενός σαφούς και αντικειμενικού κριτηρίου, όπως εκείνο της προστιθεμένης αξίας, το οποίο επιτρέπει να εκφράζεται, γι’ αυτό το είδος προϊόντων περίπλοκης συνθέσεως, σε τι συνίσταται η ουσιώδης μεταποίηση που προσδίδει την καταγωγή των προϊόντων αυτών, δεν μπορεί να συνιστά πλάνη περί το δίκαιο.

40      Το γεγονός ότι η Επιτροπή οδηγήθηκε για τους προαναφερθέντες λόγους να διευκρινίσει κατ’ αυτόν τον τρόπο τους κανόνες σχετικά με τον προσδιορισμό της καταγωγής των συσκευών τηλεοράσεως καταφεύγοντας στο κριτήριο της προστιθεμένης αξίας ουδόλως συνεπάγεται ότι το κριτήριο αυτό είναι καθεαυτό, και γενικά, περισσότερο αυστηρό από τα γενικά κριτήρια που διαλαμβάνει το άρθρο 24 του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, και θέτει κατ’ ανάγκη τα προϊόντα αυτά σε περισσότερο μειονεκτική κατάσταση από εκείνα, ακόμη και παρόμοιας φύσεως, για τα οποία εφαρμόζονται αυτά τα γενικά ή άλλα κριτήρια. Επομένως, οι εφεσείουσες στις κύριες δίκες δεν μπορούν να προσβάλουν λυσιτελώς την ισχύ των επίδικων διατάξεων του παραρτήματος 11 του κανονισμού 2454/93, επικαλούμενες την εκτίμηση του Δικαστηρίου στην προπαρατεθείσα απόφαση Cousin κ.λπ. επί των διατάξεων κανονισμού των οποίων ο χαρακτήρας δυσμενούς διακρίσεως προέκυπτε από τη χρήση κριτηρίων σημαντικά αυστηρότερων για τον καθορισμό της καταγωγής ενός προϊόντος σε σχέση με εκείνη άλλου παρόμοιου προϊόντος.

41      Άλλωστε, από τα έγγραφα των φακέλων που υποβλήθηκαν στο Δικαστήριο προκύπτει ότι η εφαρμογή αυτού του κριτηρίου της προστιθεμένης αξίας είναι, όπως υποστηρίζουν οι εφεσείουσες των κυρίων δικών, δυσκολότερη από αυτή που προκύπτει από την εφαρμογή των εννοιών γενικού χαρακτήρα στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 24 του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα. Συναφώς, δεν γίνεται λόγος για καμιά δυσχέρεια που φέρεται να αντιμετώπισε η διοίκηση τελωνείων η οποία είναι επιφορτισμένη με την εξέταση των αιτήσεων ΔΠΚ που υπέβαλαν οι ενδιαφερόμενοι, όταν η διοίκηση αυτή εφάρμοσε, στην προκειμένη περίπτωση, το κριτήριο της προστιθεμένης αξίας που περιλαμβάνεται στις επίδικες διατάξεις του παραρτήματος 11 του κανονισμού 2454/93.

42      Είναι ασφαλώς αληθές ότι αν, όπως υποστηρίζουν επίσης οι εφεσείουσες των κυρίων δικών, ο καθοδικός σωλήνας αντιπροσωπεύει του λοιπού πάντοτε τουλάχιστον το 35 % της τιμής εργοστασίου των συσκευών τηλεοράσεως, υπάρχει ο κίνδυνος η καταγωγή του εξαρτήματος αυτού να προσδιορίζει συχνότερα την καταγωγή των εν λόγω συσκευών. Πάντως, μόνον αν ο καθοδικός σωλήνας αντιπροσώπευε τουλάχιστον το 55 % της τιμής εργοστασίου δεν θα συνέτρεχε σε καμία περίπτωση η προαναφερθείσα προϋπόθεση. Αντιθέτως, τα παραδείγματα που αναφέρθηκαν ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου δεν συνεπάγονται ότι, σε όλες τις περιπτώσεις, η προϋπόθεση αυτή δεν θα συντρέχει. Η εφαρμογή των επίδικων διατάξεων του παραρτήματος 11 του κανονισμού 2454/93 δεν μπορεί επομένως να έχει ως αποτέλεσμα να εξομοιώνεται η καταγωγή των συσκευών τηλεοράσεως με την καταγωγή των καθοδικών σωλήνων.

43      Οι επίδικες διατάξεις έχουν γενική διατύπωση και δεν προσδίδουν καμία αποφασιστική σπουδαιότητα, κατά τον προσδιορισμό της καταγωγής του οικείου προϊόντος, σε ένα ειδικό εξάρτημα αυτού, όπως ο καθοδικός σωλήνας. Οι εν λόγω διατάξεις, αντίθετα προς ό,τι υποστηρίζουν οι εφεσείουσες των κυρίων δικών, δεν συγκρίνονται επομένως με τις επίδικες στην υπόθεση που οδήγησε στην έκδοση της προπαρατεθείσας αποφάσεως Yoshida, και οι οποίες, ακριβώς, προσέδιδαν μια τέτοια σημασία σε ένα από τα συστατικά του οικείου προϊόντος στην υπόθεση αυτή.

44      Επιπλέον, πρέπει να παρατηρηθεί ότι, αν η κατάσταση την οποία επικαλούνται οι εφεσείουσες των κυρίων δικών απορρέει από την εξέλιξη των τεχνικών κατασκευής των συσκευών τηλεοράσεως, δεν προκύπτει ότι η κατάσταση αυτή είχε, υπό τις συνθήκες αυτές, χαρακτήρα άλλο πλην του περιστασιακού, αφού, άλλωστε, όπως προκύπτει από τις παρατηρήσεις που αναπτύχθηκαν κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η εξέλιξη των σύγχρονων τεχνικών κατασκευής προς εκείνες για τις οθόνες με «πλάσμα» είναι ικανές, ενδεχομένως, να θέσουν κατ’ ουσίαν υπό αμφισβήτηση την κατάσταση της οποίας γίνεται επίκληση. Επομένως, δεν μπορεί να γίνει λυσιτελώς επίκληση της καταστάσεως αυτής προκειμένου να αμφισβητηθεί το βάσιμο χρησιμοποιήσεως του κριτηρίου της προστιθεμένης αξίας.

45      Τέλος, πρέπει να γίνει δεκτό ότι, απαιτώντας όπως η αποκτηθείσα αξία λόγω των εργασιών συναρμολογήσεως και, ενδεχομένως, της ενσωματώσεως των γνησίων εξαρτημάτων αντιπροσωπεύει τουλάχιστον το 45 % της τιμής εργοστασίου των συσκευών προκειμένου η κατασκευή τους να τους προσδίδει την καταγωγή της χώρας όπου πραγματοποιήθηκε η συναρμολόγηση αυτή με υλικά προελεύσεως διαφόρων χωρών, οι επίδικες διατάξεις του παραρτήματος 11 του κανονισμού 2454/93 καθορίζουν έτσι ένα επαρκές ποσοστό επί τοις εκατό προκειμένου οι εργασίες αυτές να θεωρούνται ως συνεπαγόμενες αισθητή αύξηση της εμπορικής αξίας του τελικού προϊόντος (βλ., υπό το πνεύμα αυτό, προπαρατεθείσα απόφαση Brother International, σκέψη 22). Δεν προκύπτει, επομένως, ότι ένα τέτοιο ποσοστό επί τοις εκατό φέρει το στίγμα προφανούς σφάλματος εκτιμήσεως.

46      Με βάση το σύνολο των προεκτεθέντων, στα υποβληθέντα ερωτήματα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι από την εξέτασή τους δεν προέκυψε κανένα στοιχείο ικανό να επηρεάσει την ισχύ των επίδικων διατάξεων του παραρτήματος 11 του κανονισμού 2454/93.

 Επί των δικαστικών εξόδων

47      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα) αποφαίνεται:

1)      Από την εξέταση των υποβληθέντων ερωτημάτων δεν προέκυψε κανένα στοιχείο ικανό να επηρεάσει την ισχύ των διατάξεων που περιλαμβάνονται στη στήλη 3, δασμολογική διάκριση 8528 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας, που μνημονεύει το παράρτημα 11 του κανονισμού (ΕΟΚ) 2454/93 της Επιτροπής, της 2ας Ιουλίου 1993, για τον καθορισμό ορισμένων διατάξεων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) 2913/92 του Συμβουλίου περί θεσπίσεως του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα.

(υπογραφές)


* Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική.

Επάνω