Επιλέξτε τις πειραματικές λειτουργίες που θέλετε να δοκιμάσετε

Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex

Έγγραφο 62003CO0320(01)

    Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 2ας Οκτωβρίου 2003.
    Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Δημοκρατίας της Αυστρίας.
    Διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων.
    Υπόθεση C-320/03 R.

    Συλλογή της Νομολογίας 2003 I-11665

    Αναγνωριστικό ECLI: ECLI:EU:C:2003:543

    62003O0320(01)

    Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 2ας Οκτωβρίου 2003. - Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Δημοκρατίας της Αυστρίας. - Διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων. - Υπόθεση C-320/03 R.

    Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 2003 σελίδα 00000


    Διάδικοι
    Σκεπτικό της απόφασης
    Διατακτικό

    Διάδικοι


    Στην υπόθεση C-320/03 R,

    Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από την C. Schmidt, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

    αιτούσα,

    υποστηριζόμενη από την

    Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, εκπροσωπούμενη από τον W.-D. Plessing και την A. Tiemann, επικουρουμένους από τον T. Lübbig, Rechtsanwalt,

    και από την

    Ιταλική Δημοκρατία, εκπροσωπούμενη από τον Ι. Μ. Braguglia, επικουρούμενο από τον G. De Bellis, avvocato dello Stato, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

    παρεμβαίνουσες,

    κατά

    Δημοκρατίας της Αυστρίας, εκπροσωπούμενης από τον E. Riedl, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

    καθής,

    που έχει ως αντικείμενο την αναστολή της εφαρμογής της τομεακής απαγορεύσεως κυκλοφορίας που περιλαμβάνεται στην Verordnung des Landeshauptmanns von Tirol, mit der auf der A 12 Inntalautobahn verkehrbeschränkende Maßnahmen erlassen werden (sektorales Fahrverbot) [απόφαση του υπουργού-προέδρου του Τιρόλου περί περιορισμού των μεταφορών στον αυτοκινητόδρομο Α 12 στην κοιλάδα του Inn (τομεακή απαγόρευση κυκλοφορίας)] της 27ης Μα_ου 2003 (BGBl. ΙΙ, 2003/279),

    Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

    εκδίδει την ακόλουθη

    Διάταξη

    Σκεπτικό της απόφασης


    1 Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 24 Ιουλίου 2003, η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων άσκησε, δυνάμει του άρθρου 226 ΕΚ, προσφυγή με την οποία ζητεί να αναγνωριστεί ότι η Δημοκρατία της Αυστρίας παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 1 και 3 του κανονισμού (ΕΟΚ) 881/92 του Συμβουλίου, της 26ης Μαρτίου 1992, σχετικά με την πρόσβαση στην αγορά των οδικών εμπορευματικών μεταφορών μέσα στην Κοινότητα, οι οποίες έχουν ως σημείο αναχώρησης ή προορισμού το έδαφος κράτους μέλους ή διέρχονται από το έδαφος ενός ή περισσοτέρων κρατών μελών (ΕΕ L 95, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 484/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 1ης Μαρτίου 2002 (ΕΕ L 76, σ. 1, στο εξής: κανονισμός 881/92), από τα άρθρα 1 και 6 του κανονισμού (ΕΟΚ) 3118/93 του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 1993, για τον καθορισμό των όρων υπό τους οποίους γίνονται δεκτοί στις εθνικές οδικές εμπορευματικές μεταφορές σ' ένα κράτος μέλος μεταφορείς μη εγκατεστημένοι σ' αυτό (ΕΕ L 279, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 484/2002 (στο εξής: κανονισμός 3118/93), και από τα άρθρα 28 ΕΚ έως 30 ΕΚ, διότι με την απόφαση του Landeshauptmann von Tirol, mit der auf der A 12 Inntalautobahn verkehrbeschränke Maßnahmen erlassen werden (sektorales Fahrverbot) [απόφαση του υπουργού-προέδρου του Τιρόλου περί περιορισμού των μεταφορών στον αυτοκινητόδρομο Α 12 στην κοιλάδα του Inn (τομεακή απαγόρευση κυκλοφορίας), της 27ης Μα_ου 2003, με την οποία θεσπίστηκαν μέτρα περιορισμού των μεταφορών στον αυτοκινητόδρομο Α 12 στην κοιλάδα του Inn (BGBl. ΙΙ 2003/279, στο εξής: επίμαχη απόφαση), επέβαλε απαγόρευση κυκλοφορίας στα φορτηγά οχήματα που μεταφέρουν ορισμένα εμπορεύματα.

    2 Με χωριστό δικόγραφο, που κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 25 Ιουλίου 2003, η Επιτροπή υπέβαλε, δυνάμει των άρθρων 242 ΕΚ και 243 ΕΚ, αίτηση λήψεως ασφαλιστικών μέτρων, με την οποία ζητεί από το Δικαστήριο να υποχρεώσει τη Δημοκρατία της Αυστρίας να λάβει τα αναγκαία μέτρα για την αναστολή της εφαρμογής της απαγορεύσεως της κυκλοφορίας που θεσπίστηκε με την επίμαχη απόφαση, μέχρις ότου το Δικαστήριο αποφανθεί επί της προσφυγής της κύριας δίκης.

    3 Η Επιτροπή ζήτησε επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 84, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, να εκδοθεί, πριν ακόμη η αντίδικος υποβάλει τις παρατηρήσεις της, διάταξη με την οποία να γίνεται προσωρινά δεκτή η αίτηση λήψεως ασφαλιστικών μέτρων μέχρις ότου εκδοθεί η διάταξη με την οποία θα περατωθεί η παρούσα διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων.

    4 Με διάταξη της 30ής Ιουλίου 2003, επιβλήθηκε στη Δημοκρατία της Αυστρίας, ως προσωρινό μέτρο, η υποχρέωση αναστολής εκτελέσεως της απαγορεύσεως κυκλοφορίας που περιλαμβάνεται στην επίμαχη απόφαση, μέχρις ότου εκδοθεί η διάταξη με την οποία θα περατωθεί η διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων.

    5 Με αιτήσεις που κατέθεσαν στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 29 Ιουλίου 2003 και 6 Αυγούστου 2003, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας και η Ιταλική Δημοκρατία ζήτησαν να παρέμβουν στην παρούσα διαδικασία λήψεως ασφαλιστικών μέτρων προς στήριξη των αιτημάτων της Επιτροπής.

    6 Κατ' εφαρμογή των άρθρων 40, πρώτο και τέταρτο εδάφιο, του Οργανισμού του Δικαστηρίου, καθώς και 93, παράγραφοι 1 και 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, πρέπει να γίνουν δεκτές αυτές οι αιτήσεις παρεμβάσεως στη διαδικασία λήψεως ασφαλιστικών μέτρων.

    7 Η Δημοκρατία της Αυστρίας υπέβαλε τις γραπτές παρατηρήσεις της επί της αιτήσεως λήψεως ασφαλιστικών μέτρων με τηλεαντιγράφημα της 18ης Αυγούστου 2003. Με τηλεαντιγραφήματα της ιδίας ημέρας, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας και η Ιταλική Δημοκρατία υπέβαλαν τα υπομνήματα παρεμβάσεως.

    8 Στις 27 Αυγούστου 2003 έγινε ακρόαση των προφορικών παρατηρήσεων των διαδίκων.

    Το νομικό και πραγματικό πλαίσιο

    Η κοινοτική κανονιστική ρύθμιση σχετικά με την εσωτερική αγορά των οδικών μεταφορών

    9 Οι κανονισμοί 881/92 και 3118/93, τους οποίους αναφέρει η Επιτροπή στην προσφυγή της, αποτελούν το κανονιστικό πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς των οδικών μεταφορών και διέπουν την ελεύθερη παροχή των υπηρεσιών στον τομέα αυτό επί του εδάφους της Κοινότητας.

    Οι κοινοτικές οδηγίες σχετικά με την προστασία της ποιότητας του αέρα του περιβάλλοντος

    10 Η κοινοτική κανονιστική ρύθμιση σχετικά με την προστασία του αέρα του περιβάλλοντος αποτελείται κυρίως από την οδηγία 96/62/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Σεπτεμβρίου 1996, για την εκτίμηση και τη διαχείριση της ποιότητας του αέρα του περιβάλλοντος (ΕΕ L 296, σ. 55), και την οδηγία 1999/30/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Απριλίου 1999, σχετικά με τις οριακές τιμές διοξειδίου του θείου, διοξειδίου του αζώτου και οξειδίων του αζώτου, σωματιδίων και μολύβδου, στον αέρα του περιβάλλοντος (ΕΕ L 163, σ. 41), όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2001/744/ΕΚ της Επιτροπής, της 17ης Οκτωβρίου 2001 (ΕΕ L 278, σ. 35, στο εξής: οδηγία 1999/30).

    11 Σύμφωνα με το άρθρο 1, η οδηγία 96/62 έχει γενικό στόχο τον καθορισμό των βασικών αρχών μιας κοινής στρατηγικής με σκοπό:

    - τον προσδιορισμό και καθορισμό των στόχων για την ποιότητα του αέρα του περιβάλλοντος στην Κοινότητα, ώστε να αποφεύγονται, να προλαμβάνονται ή να μειώνονται οι επιβλαβείς επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία και στο σύνολο του περιβάλλοντος,

    - την, βάσει κοινών μεθόδων και κριτηρίων, εκτίμηση της ποιότητας του αέρα του περιβάλλοντος στα κράτη μέλη,

    - τη συγκέντρωση κατάλληλων πληροφοριών για την ποιότητα του αέρα του περιβάλλοντος και την ενημέρωση του κοινού, μεταξύ άλλων, μέσω ορίων συναγερμού,

    - τη διατήρηση της ποιότητας του αέρα του περιβάλλοντος, όταν είναι καλή και τη βελτίωσή της στις άλλες περιπτώσεις.

    12 Το άρθρο 7 της οδηγίας 96/92 ορίζει:

    «Βελτίωση της ποιότητας του αέρα του περιβάλλοντος

    Γενικές απαιτήσεις

    1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν για την τήρηση των οριακών τιμών.

    2. Τα μέτρα που λαμβάνονται για την επίτευξη των στόχων της οδηγίας πρέπει:

    α) να εκφράζουν μια ολοκληρωμένη προσέγγιση προστασίας του αέρα, των υδάτων και του εδάφους·

    β) να μην αντιβαίνουν προς την κοινοτική νομοθεσία για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων στους χώρους εργασίας·

    γ) να μην έχουν δυσμενείς και σοβαρές επιπτώσεις στο περιβάλλον των άλλων κρατών μελών.

    3. Τα κράτη μέλη εκπονούν σχέδια δράσης με τα βραχυπρόθεσμα μέτρα στην περίπτωση κινδύνου υπέρβασης των οριακών τιμών ή/και των ορίων συναργεμού, ώστε να μειωθεί ο κίνδυνος υπέρβασης και να περιορισθεί η διάρκειά του. Τα σχέδια αυτά μπορούν να περιλαμβάνουν ενδεχομένως μέτρα ελέγχου και, εφόσον αυτό είναι αναγκαίο, μέτρα αναστολής των δραστηριοτήτων που συμβάλλουν στην υπέρβαση των οριακών τιμών, περιλαμβανομένης της κυκλοφορίας αυτοκινήτων.»

    13 Το άρθρο 8, παράγραφος 3, της οδηγίας 96/62 προβλέπει περαιτέρω:

    «Στις ζώνες και τους οικισμούς όπου τα επίπεδα ενός ή περισσοτέρων ρύπων υπερβαίνουν την οριακή τιμή προσαυξημένη κατά το περιθώριο ανοχής, τα κράτη μέλη μεριμνούν για την εκπόνηση ή την εφαρμογή σχέδιου ή προγράμματος, προς επίτευξη της οριακής τιμής εντός της οριζόμενης προθεσμίας.

    Το σχέδιο ή πρόγραμμα, το οποίο θα πρέπει να είναι προσιτό στο κοινό, περιλαμβάνει τουλάχιστον τις πληροφορίες που απαριθμούνται στο παράρτημα IV.»

    14 Στην οδηγία 1999/30 καθορίζονται οριακές τιμές για το διοξείδιο του αζώτου.

    15 Σύμφωνα με το άρθρο 4 της οδηγίας 1999/30:

    «Διοξείδιο του αζώτου και οξείδια του αζώτου

    1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι οι συγκεντρώσεις διοξειδίου του αζώτου και, εφόσον απαιτείται, οξειδίων του αζώτου, στον αέρα του περιβάλλοντος, όπως εκτιμώνται σύμφωνα με το άρθρο 7, δεν υπερβαίνουν τις οριακές τιμές που αναφέρονται στο μέρος Ι του παραρτήματος ΙΙ από τις καθοριζόμενες στο μέρος αυτό ημερομηνίες.

    Τα περιθώρια ανοχής που καθορίζονται στο μέρος Ι του παραρτήματος ΙΙ εφαρμόζονται σύμφωνα με το άρθρο 8 της οδηγίας 96/62/ΕΚ.

    2. Το όριο συναγερμού για τις συγκεντρώσεις διοξειδίου του αζώτου στον αέρα του περιβάλλοντος, καθορίζονται στο μέρος ΙΙ του παραρτήματος ΙΙ.»

    16 Από το παράρτημα ΙΙ της οδηγίας 1999/30 προκύπτει ότι, όσον αφορά το διοξείδιο του αζώτου, η ετήσια οριακή τιμή προσαυξημένη με το προβλεπόμενο περιθώριο ανοχής καθορίζεται σε 56 μg/m3 για το έτος 2002.

    17 Σύμφωνα με την τέταρτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 1999/30, οι οριακές τιμές που καθορίζονται από την οδηγία αυτή αποτελούν ελάχιστες απαιτήσεις και, σύμφωνα με το άρθρο 130 Τ της συνθήκης ΕΚ (νυν άρθρο 176 ΕΚ), τα κράτη μέλη δύνανται να τις διατηρούν ή να θεσπίζουν μέτρα ενισχυμένης προστασίας και, μεταξύ άλλων, να θεσπίζουν αυστηρότερες οριακές τιμές.

    Το εθνικό δίκαιο και το ιστορικό της διαφοράς

    18 Οι οδηγίες 96/62 και 1999/30 μεταφέρθηκαν στο αυστριακό δίκαιο μέσω τροποποιήσεων του Immissionschutzgesetz-Luft (αυστριακού νόμου περί της προστασίας του αέρα από τη ρύπανση, BGBl. Ι, 1997/115).

    19 Μετά την πρώτη υπέρβαση της οριακής τιμής για το διοξείδιο του αζώτου το 1999, την 1η Οκτωβρίου 2002 άρχισε να ισχύει απαγόρευση της νυχτερινής κυκλοφορίας των βαρέων φορτηγών οχημάτων σε ένα τμήμα του αυτοκινητοδρόμου Α 12 στην κοιλάδα του Inn (Αυστρία).

    20 Για το έτος 2002, έγινε υπέρβαση της ετήσιας οριακής τιμής που είχε καθοριστεί σε 55 μg/m3 με τον Immissionschutzgesetz-Luft στο σημείο μετρήσεων της τοποθεσίας Vomp σε αυτό το τμήμα του αυτοκινητοδρόμου, η δε μέση ετήσια τιμή που καταγράφηκε ήταν 61 μg/m3.

    21 Συνεπώς, η απαγόρευση νυχτερινής κυκλοφορίας, αρχικώς προβλεφθείσα για αόριστη διάρκεια, παρατάθηκε έκτοτε και κατόπιν αντικαταστάθηκε, από 1ης Ιουνίου 2003, με μόνιμη απαγόρευση νυχτερινής κυκλοφορίας πλήττουσα τη μεταφορά εμπορευμάτων με βαριά φορτηγά οχήματα πλέον των 7,5 τόνων, ισχύουσα καθ' όλη τη διάρκεια του έτους.

    22 Στις 27 Μα_ου 2003, ο Landeshauptmann von Tirol, ενεργώντας βάσει του Immissionschutzgesetz-Luft, εξέδωσε την επίμαχη απόφαση περί απαγορεύσεως, από 1ης Αυγούστου 2003 και για αόριστη διάρκεια, της κυκλοφορίας σε ένα τμήμα σχεδόν 46 km του αυτοκινητοδρόμου Α 12 στην κοιλάδα του Inn σε μία κατηγορία βαριών φορτηγών οχημάτων που μεταφέρουν ορισμένα εμπορεύματα.

    23 Η επίμαχη απόφαση αποσκοπεί, σύμφωνα με το άρθρο 1, στη μείωση των εκπομπών που οφείλονται στην ανθρώπινη δραστηριότητα και συνεπώς στη βελτίωση της ποιότητας του αέρα, προς διασφάλιση της συνεχούς προστασίας της υγείας των ανθρώπων και της πανίδας και της χλωρίδας.

    24 Με το άρθρο 2 της επίμαχης αυστριακής αποφάσεως οριοθετείται μια «ζώνη εξυγιάνσεως», η οποία συνίσταται σε ένα τμήμα του αυτοκινητόδρομου Α 12 στην κοιλάδα του Inn, μήκους περίπου 46 km, μεταξύ των δήμων Kundl και Ampass (Αυστρία). Το άρθρο 3 της επίμαχης αποφάσεως απαγορεύει την κυκλοφορία στη ζώνη εξυγιάνσεως αυτή των βαριών φορτηγών οχημάτων και των αρθρωτών οχημάτων με μέγιστο επιτρεπόμενο βάρος μεγαλύτερο των 7,5 τόνων και των βαριών φορτηγών οχημάτων με ρυμουλκούμενα με μέγιστο επιτρεπόμενο βάρος αμφότερων των οχημάτων μεγαλύτερο των 7,5 τόνων, εφόσον μεταφέρουν τα ακόλουθα εμπορεύματα: οποιοδήποτε από τα απόβλητα που περιλαμβάνονται στον ευρωπαϊκό κατάλογο αποβλήτων [που περιλαμβάνεται στην απόφαση 2000/532/ΕΚ της Επιτροπής, της 3ης Μα_ου 2000, για αντικατάσταση της απόφασης 94/3/ΕΚ για τη θέσπιση καταλόγου αποβλήτων σύμφωνα με το άρθρο 1, στοιχείο α_, της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί αποβλήτων και της απόφασης 94/904/ΕΚ του Συμβουλίου για την κατάρτιση καταλόγου επικίνδυνων αποβλήτων κατ' εφαρμογή του άρθρου 1, παράγραφος 4, της οδηγίας 91/689/ΕΟΚ του Συμβουλίου για τα επικίνδυνα απόβλητα (ΕΕ L 226, σ. 3), όπως προκύπτει στην απόφαση 2001/573/ΕΚ του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2001, για την τροποποίηση της απόφασης 2000/532 όσον αφορά τον κατάλογο αποβλήτων (ΕΕ L 203 σ. 18)], σιτηρά, στρογγυλή ξυλεία και φελλό, σιδηρούχα ή μη σιδηρούχα μεταλλεύματα, πέτρες, χώμα, υλικά οικοδομών, αυτοκίνητα οχήματα και ρυμουλκούμενα οχήματα ή δομικό χάλυβα. Η απαγόρευση αρχίζει να ισχύει αμέσως παράγουσα απευθείας τα αποτελέσματά της, χωρίς να χρειάζεται η έκδοση καμιάς διοικητικής πράξης.

    25 Κατά το άρθρο 4 της επίμαχης αποφάσεως, δεν εμπίπτουν στην απορρέουσα από το άρθρο 3 της ιδίας αποφάσεως απαγόρευση τα βαριά φορτηγά οχήματα που εκτελούν μεταφορές των οποίων το σημείο εκκινήσεως ή προορισμού βρίσκεται εντός των ορίων του δήμου Innsbruck ή των περιφερειών Kufstein, Schwaz ή Innsbruck-Land (Αυστρία). Περαιτέρω, ο ίδιος ο Immissionsschutzgesetz-Luft προβλέπει ορισμένες άλλες εξαιρέσεις. Ο νόμος αυτός εξαιρεί απευθείας από τις απαγορεύσεις κυκλοφορίας διάφορες κατηγορίες οχημάτων, μεταξύ των οποίων τα οχήματα συντηρήσεως των οδών, τα οχήματα συλλογής απορριμμάτων και τα γεωργικά ή δασικά οχήματα. Για τα άλλα οχήματα μπορεί να ζητείται ειδική παρέκκλιση, εφόσον συντρέχει δημόσιο ή σπουδαίο ιδιωτικό συμφέρον.

    Η προ της ασκήσεως προσφυγής διαδικασία

    26 Κατόπιν μιας πρώτης ανταλλαγής αλληλογραφίας με τη Δημοκρατία της Αυστρίας, η Επιτροπή απηύθυνε, στις 25 Ιουνίου 2003, σ' αυτό το κράτος μέλος έγγραφο οχλήσεως καλώντας το να απαντήσει συναφώς εντός μιας εβδομάδος. Η Δημοκρατία της Αυστρίας απάντησε με έγγραφο της 3ης Ιουλίου 2003.

    27 Με έγγραφο της 9ης Ιουλίου 2003, η Επιτροπή απηύθυνε στη Δημοκρατία της Αυστρίας αιτιολογημένη γνώμη βάσει του άρθρου 226 ΕΚ, στο οποίο η Δημοκρατία της Αυστρίας απάντησε με έγγραφο της 18ης Ιουλίου 2003.

    Οι προϋποθέσεις λήψεως προσωρινών μέτρων

    28 Σύμφωνα με το άρθρο 243 ΕΚ, το Δικαστήριο μπορεί να επιβάλει τα απαιτούμενα προσωρινά μέτρα στις υποθέσεις των οποίων έχει επιληφθεί.

    29 Το άρθρο 83, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας επιβάλλει οι αιτήσεις των μέτρων αυτών να προσδιορίζουν το αντικείμενο της διαφοράς, τα περιστατικά από τα οποία προκύπτει το επείγον της υποθέσεως, καθώς και τους πραγματικούς και νομικούς ισχυρισμούς που δικαιολογούν, εκ πρώτης όψεως, τη λήψη του προσωρινού μέτρου το οποίο ζητείται.

    30 Κατά πάγια νομολογία, τα προσωρινά μέτρα μπορούν να διαταχθούν από τον κρίνοντα κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων δικαστή αν έχει αποδειχθεί ότι η λήψη τους δικαιολογείται εκ πρώτης όψεως (fumus boni juris) βάσει των προβαλλομένων πραγματικών και νομικών ισχυρισμών και ότι είναι επείγοντα, υπό την έννοια ότι είναι αναγκαίο, προκειμένου να αποφευχθεί σοβαρή και ανεπανόρθωτη ζημία των συμφερόντων των αιτούντων, να διαταχθούν και να παραγάγουν τα αποτελέσματά τους πριν από την έκδοση της αποφάσεως επί της κυρίας υποθέσεως. Ο δικάζων κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων δικαστής προβαίνει επίσης, ενδεχομένως, στη στάθμιση των εμπλεκομένων στη συγκεκριμένη περίπτωση συμφερόντων [βλ. διάταξη της 14ης Φεβρουαρίου 2002, C-440/01 Ρ(R), Επιτροπή κατά Artegodan, Συλλογή 2002, σ. Ι-1489, σκέψεις 58 και 59].

    Επί του fumus boni juris

    Επιχειρήματα των διαδίκων

    31 Η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι η απαγόρευση της κυκλοφορίας εμποδίζει προδήλως την ελεύθερη παροχή των υπηρεσιών στον τομέα της μεταφοράς εμπορευμάτων, την οποία εγγυάται η Συνθήκη και θεσπίζεται με το παράγωγο δίκαιο με τους κανονισμούς 881/92 και 3118/93, καθώς και την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων υπό την έννοια του άρθρου 28 ΕΚ.

    32 Το μέτρο πλήττει de facto, αν όχι αποκλειστικώς τουλάχιστον κατά κύριο λόγο, τη διεθνή μεταφορά εμπορευμάτων. Επομένως το μέτρο δημιουργεί τουλάχιστον έμμεση δυσμενή διάκριση, πράγμα το οποίο δεν συμβιβάζεται με τους κανονισμούς 881/92 και 3118/93 καθώς και με τα άρθρα 28 ΕΚ και επ. Εφόσον δημιουργεί δυσμενή διάκριση, το μέτρο αυτό δεν μπορεί να δικαιολογηθεί με τα στοιχεία που αντλούνται από την προστασία του περιβάλλοντος και, εν πάση περιπτώσει, είναι δυσανάλογο.

    33 Υποστηρίζοντας τα επιχειρήματα αυτά, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας προσθέτει ότι η επίμαχη απόφαση δεν μπορεί να δικαιολογηθεί βάσει των οδηγιών 96/62 και 1999/30 και αποτελεί παραβίαση της αρχής της έντιμης συνεργασίας που θεσπίζεται με το άρθρο 10 ΕΚ καθώς και της αρχής της αναλογικότητας.

    34 Η Δημοκρατία της Αυστρίας δεν μπορεί να επικαλείται το άρθρο 7 της οδηγίας 96/62, εφόσον η διάταξη αυτή επιβάλλει την κατάρτιση ενός σχεδίου δράσεως, επιτρέπει μόνο τη λήψη προσωρινών μέτρων και προβλέπει ότι τα θεσπιζόμενα μέτρα δεν μπορούν να έχουν αρνητικά και σημαντικά για το περιβάλλον των άλλων κρατών μελών αποτελέσματα· εν προκειμένω δε, δεν πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις.

    35 Περαιτέρω, η επίμαχη απόφαση δεν συνάδει προς το άρθρο 8 της οδηγίας 96/62.

    36 Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας θεωρεί επίσης ότι η υπέρβαση της οριακής τιμής για το διοξείδιο του αζώτου, επί της οποίας στηρίζεται η επίμαχη απόφαση δεν καθορίστηκε σύμφωνα με τις απαιτήσεις που προκύπτουν από τα παραρτήματα V και VI της οδηγίας 1999/30.

    37 Το άρθρο 10 ΕΚ επιβάλλει επίσης στην Αυστρία να προβεί σε διαβουλεύσεις σε εύθετο χρόνο προτού θεσπίσει ένα τόσο ριζικό μέτρο όπως η εν λόγω τομεακή απαγόρευση κυκλοφορίας.

    38 Εξάλλου, το επιβληθέν με την επίμαχη απόφαση μέτρο είναι δυσανάλογο, εφόσον τίποτα δεν δικαιολογεί ότι σκοπεί τη μεταφορά εμπορευμάτων με βαριά φορτηγά οχήματα ή ορισμένα ιδιαίτερα εμπορεύματα.

    39 Κατά την επ' ακροατηρίου συζήτηση, η Ιταλική Δημοκρατία τόνισε την ανάγκη θεσπίσεως τέτοιου είδους μέτρου αποκλειστικώς σε κοινοτικό επίπεδο.

    40 Η Δημοκρατία της Αυστρίας θεωρεί αντιθέτως ότι η επίμαχη απόφαση συνάδει προς το κοινοτικό δίκαιο.

    41 Η απαγόρευση κυκλοφορίας εκδόθηκε σύμφωνα με τους κανόνες του εσωτερικού δικαίου και τις διατάξεις των κοινοτικών οδηγιών σχετικά με την προστασία της ποιότητας του αέρα του περιβάλλοντος, συγκεκριμένα τα άρθρα 7 και 8 της οδηγίας 96/62.

    42 Η επίμαχη απόφαση δεν παραβαίνει ούτε τους κανονισμούς 881/92 και 3118/93. Πράγματι, οι κανονισμοί αυτοί δεν επιτρέπουν στον δικαιούχο κοινοτικής αδείας ανεπιφύλακτο δικαίωμα και δεν τον απαλλάσσουν της υποχρεώσεώς του να τηρεί τους γενικούς όρους μεταφορών.

    43 Η επίμαχη απαγόρευση κυκλοφορίας αντιπροσωπεύει εξάλλου ένα απαραίτητο, μη δυσμενές και ανάλογο μέτρο.

    44 Η αναγκαιότητα λήψεως του μέτρου επιβεβαιώνεται με την απλή διαπίστωση της υπερβάσεως των οριακών τιμών που έχουν καθοριστεί για το διοξείδιο του αζώτου για το έτος 2002 με την αυστριακή νομοθεσία και την οδηγία 1999/30.

    45 Ως προς τη δυσμενή διάκριση, η Δημοκρατία της Αυστρίας ισχυρίζεται ότι η απαγόρευση κυκλοφορίας αφορά και την εσωτερική κυκλοφοριακή κίνηση. Οι προβλεπόμενες εξαιρέσεις είναι περιορισμένες και δικαιολογούνται από επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος· ευνοούν δε και τους αλλοδαπούς μεταφορείς.

    46 Εν πάση περιπτώσει, η απαγόρευση κυκλοφορίας -ακόμη κι αν κριθεί ως δημιουργούσα έμμεσα δυσμενείς διακρίσεις- δικαιολογείται για λόγους προστασίας της υγείας των ανθρώπων και του περιβάλλοντος.

    47 Η μέριμνα της Επιτροπής όσον αφορά τα επιζήμια αποτελέσματα του μέτρου αυτού στερείται ερείσματος, διότι ο σιδηρόδρομος αποτελεί ενδεχόμενη εναλλακτική λύση τόσο στο τεχνικό όσο και οικονομικό πεδίο για τη μεταφορά των πληττομένων με την απαγόρευση κυκλοφορίας εμπορευμάτων.

    Εκτίμηση

    48 Σύμφωνα με το άρθρο 83, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, η αίτηση λήψεως προσωρινού μέτρου προσδιορίζει μεταξύ άλλων τους πραγματικούς και νομικούς ισχυρισμούς που δικαιολογούν, εκ πρώτης όψεως, τη λήψη του μέτρου αυτού.

    49 Συναφώς, από την πρώτη εξέταση των υποβληθέντων από τους διαδίκους στοιχείων προκύπτει ότι η επίμαχη απόφαση αποτελεί περιορισμό των ελευθεριών κυκλοφορίας που προβλέπει η Συνθήκη και το παράγωγο δίκαιο· τούτο δε χωρίς να χρειάζεται να καθοριστούν με ακρίβεια στο στάδιο αυτό οι οικείες κοινοτικές διατάξεις.

    50 Πράγματι, η επίμαχη απόφαση θεσπίζει απόλυτη απαγόρευση κυκλοφορίας πλήττουσα ευρεία κατηγορία μεταφορέων, και επί κυκλοφοριακού άξονος που εντάσσεται σε μία από τις κύριες επίγειες οδούς επικοινωνίας για το εμπόριο μεταξύ της βόρειας Ευρώπης και της Βορείου Ιταλίας.

    51 Ο ενδεχομένως έμμεσος δυσμενής χαρακτήρας του εμποδίου αυτού δεν μπορεί να μη ληφθεί υπόψη σε μια πρώτη εξέταση.

    52 Είναι αληθές ότι η επίμαχη απόφαση τυγχάνει εφαρμογής στο σύνολο των μεταφορέων ανεξαρτήτως της ιθαγενείας τους και, ως εκ τούτου, πλήττει και τους Αυστριακούς μεταφορείς που δρουν στον τομέα της μεταφοράς των εν λόγω εμπορευμάτων στο επίμαχο τμήμα του αυτοκινητοδρόμου αυτού.

    53 Πάντως, δεν αποκλείεται ότι, λόγω του είδους της επίμαχης μεταφοράς καθώς και του περιεχομένου των προβλεπομένων παρεκκλίσεων, η επίμαχη απόφαση καταλήγει στην πράξη να επιβαρύνει κυρίως τους μεταφορείς των κρατών μελών πλην της Δημοκρατίας της Αυστρίας χωρίς να δικαιολογείται η ανισορροπία αυτή. Η εκτίμηση του ζητήματος αυτού απαιτεί πάντως λεπτομερή εξέταση της επιπτώσεως της επίμαχης αποφάσεως στις διάφορες κατηγορίες μεταφορέων· η εξέταση δε αυτή δεν είναι δυνατή στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων. Περαιτέρω, κατά την επ' ακροατηρίου συζήτηση, οι διάφοροι διάδικοι ανέφεραν συναφώς αριθμητικά στοιχεία που εκ πρώτης όψεως είναι αντικρουόμενα και δεν μπόρεσε να εξακριβωθεί η λυσιτέλειά τους.

    54 Πλην του ζητήματος της ενδεχόμενης δυσμενούς διακρίσεως, η εκτίμηση της υπάρξεως παραβάσεως του κοινοτικού δικαίου εκ μέρους της Δημοκρατίας της Αυστρίας απαιτεί περαιτέρω λεπτομερή εξέταση του εμποδίου που συνιστά η απαγόρευση κυκλοφορίας.

    55 Αφενός, η εν λόγω εξέταση συνεπάγεται ότι πρέπει να ληφθούν υπόψη οι σκοποί προστασίας της υγείας ή/και του περιβάλλοντος, τους οποίους προβάλλει η Δημοκρατία της Αυστρίας και, ειδικότερα, ο βαθμός στον οποίο η επίμαχη απόφαση εντάσσεται στις κοινοτικές κανονιστικές διατάξεις σε θέματα ποιότητας του αέρα του περιβάλλοντος καθώς και, αφετέρου, να κριθεί η αναλογικότητα του εμποδίου σε σχέση με τους σκοπούς αυτούς.

    56 Συναφώς, από την πρώτη εξέταση προκύπτει ότι, όπως ισχυρίστηκε η Δημοκρατία της Αυστρίας, η επίμαχη απόφαση εντάσσεται στο εθνικό κανονιστικό πλαίσιο που θεσπίστηκε για την πλήρωση των υποχρεώσεων που απορρέουν από τις κοινοτικές οδηγίες σε θέματα ποιότητας του αέρα του περιβάλλοντος.

    57 Εξάλλου, οι διάφοροι διάδικοι δεν αμφισβήτησαν την πραγματική υπέρβαση της οριακής τιμής για τις εκπομπές του αζώτου το 2002, ως προς την οποία προβάλλεται ότι αποτελεί την αφετηρία εκδόσεως της επίμαχης αποφάσεως.

    58 Χωρίς να απαιτείται, στο παρόν στάδιο, να καθοριστεί αν η επίμαχη απόφαση μπορεί να αντιτάξει θεωρήσεις θεμελιούμενες στην προστασία του περιβάλλοντος ή/και της προστασίας της υγείας, δεν αμφισβητείται ότι, κατ' αρχήν, οι απτόμενες των θεωρήσεων αυτών απαιτήσεις πρέπει να θεωρείται ότι πρυτανεύουν των οικονομικής φύσεως απαιτήσεων.

    59 Eπομένως, οι αμιγώς οικονομικές πτυχές της καταστάσεως, τις οποίες τόνισε η Επιτροπή στο πλαίσιο της αιτήσεώς της για λήψη ασφαλιστικών μέτρων, δεν μπορεί να επιβεβαιωθούν καθαυτές.

    60 Συνεπώς, η απορρέουσα από την επίμαχη απόφαση απαγόρευση κυκλοφορίας εγείρει επίσης σοβαρές αμφιβολίες ως προς το συμβατόν της από πλευράς κοινοτικού δικαίου.

    61 Κατ' αρχάς, όπως επισημαίνει η Ιταλική Δημοκρατία, η επίμαχη απόφαση εκδόθηκε λίγους μόνο μήνες μετά την έναρξη ισχύος της απαγορεύσεως νυχτερινής κυκλοφορίας, ήτοι προτού μπορέσουν να αξιολογηθούν πλήρως τα αποτελέσματα του τελευταίου αυτού μέτρου επί της συγκεντρώσεως του διοξειδίου του αζώτου. Πράγματι, εφόσον η απαγόρευση νυχτερινής κυκλοφορίας άρχισε να ισχύει μόλις την 1η Οκτωβρίου 2002, οι πραγματικές συνέπειές της δεν μπορούν να εκτιμηθούν βάσει της μέσης ετήσιας τιμής του διοξειδίου του αζώτου για το 2002.

    62 Στη συνέχεια, δεν αμφισβητείται ότι η σύντομη προθεσμία που προβλέπεται μεταξύ της εκδόσεως και της ενάρξεως ισχύος της επίμαχης αποφάσεως μπορεί να ενισχύσει σημαντικά τα αρνητικά αποτελέσματά της για τη δραστηριότητα και την οργάνωση των εν λόγω οδικών μεταφορέων. Πράγματι, περίοδος δύο μηνών είναι προφανώς πολύ μικρή ενόψει των διαρθρωτικών προσαρμογών, από απόψεως μέσων μεταφοράς ή δρομολογίων, οι οποίες επιβάλλονται από την απαγόρευση κυκλοφορίας. Συγκεκριμένα, ακόμη κι αν η Δημοκρατία της Αυστρίας υπέβαλε ορισμένα στοιχεία πιστοποιούντα ότι είναι δυνατόν να αυξηθεί η προσφορά των σιδηροδρομικών μεταφορών για την εν λόγω διαδρομή, από το σύνολο των κοινοποιηθέντων από τους διαδίκους πληροφοριακών στοιχείων προκύπτει ότι η προσαρμογή αυτή μπορεί να επέλθει μόνον μεσοπρόθεσμα και προοδευτικά.

    63 Τέλος, όπως ισχυρίζονται η Επιτροπή και οι παρεμβαίνουσες, μέτρα θίγοντα άμμεσα τη μεταφορά εμπορευμάτων μεταξύ κρατών μελών απαιτούν προφανώς ορισμένες προηγούμενες διαβουλεύσεις σε κοινοτικό επίπεδο, που φαίνεται ότι ελλείπουν στη συγκεκριμένη περίπτωση.

    64 Η τελική εκτίμηση όλων αυτών των επιχειρημάτων, από την οποία ανακύπτει το λεπτό ζήτημα της ισορροπίας που πρέπει να υπάρχει μεταξύ των απαιτήσεων της εσωτερικής αγοράς, αφενός, και της προστασίας της υγείας και/ή του περιβάλλοντος, αφετέρου, απαιτεί ενδελεχέστερη εξέταση που δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί στο στάδιο της παρούσας διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων.

    65 Υπό τις συνθήκες αυτές, και χωρίς να απαιτείται, στο στάδιο αυτό, να ληφθεί περαιτέρω απόφαση επί των διαφόρων επιχειρημάτων που προβλήθηκαν στο πλαίσιο της υποθέσεως κύριας δίκης, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι ο βάσιμος χαρακτήρας της προσφυγής της κύριας δίκης δεν μπορεί εκ προοιμίου να μη ληφθεί υπόψη, ακόμη κι αν πρέπει, περαιτέρω, να ληφθούν υπόψη τα επιχειρήματα που προέβαλε η Δημοκρατία της Αυστρίας για την άμυνά της.

    66 Επομένως, πρέπει να εξακολουθήσει η εξέταση της αιτήσεως των προσωρινών μέτρων, εξακριβώνοντας αν το ζητηθέν μέτρο είναι επείγον υπό την έννοια ότι είναι απαραίτητο, για να αποφευχθεί σοβαρή και ανεπανόρθωτη ζημία στα συμφέροντα που προβάλλει η Επιτροπή, ότι πρέπει να ληφθεί και να παραγάγει τα αποτελέσματά του πριν από την απόφαση επί της κύριας δίκης και, σε καταφατική περίπτωση, να γίνει στάθμιση των επιδίκων συμφερόντων.

    Επί του επείγοντος και της σταθμίσεως των συμφερόντων

    Επιχειρήματα των διαδίκων

    67 Όσον αφορά το επείγον, η Επιτροπή, υποστηριζόμενη από τις παρεμβαίνουσες, εκθέτει ότι η επίμαχη απόφαση, που έπρεπε να τεθεί σε ισχύ την 1η Αυγούστου 2003, έχει άμεσα και σημαντικά αποτελέσματα στη δραστηριότητα των μεταφορικών επιχειρήσεων που δρούν στην οικεία αγορά και, γενικότερα, στην εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

    68 Σύμφωνα με την Επιτροπή, η υπόθεση αποτελεί παράδειγμα ως προς τη δημόσια τάξη, διότι τα αυστριακά ομόσπονδα κράτη πλην του Τιρόλου, που έχουν έντονη διακομετακομιστική κυκλοφορία, έχουν ήδη δηλώσει ότι επιθυμούν να ακολουθήσουν το παράδειγμα της επίμαχης αποφάσεως και πρόκειται να θεσπίσουν παρεμφερείς διατάξεις. Εξάλλου, δεν αποκλείεται ότι κι άλλα κράτη μέλη πλην της Δημοκρατίας της Αυστρίας μπορεί να λάβουν τέτοιας φύσεως μέτρα.

    69 Επιπλέον, εν προκειμένω, η απαγόρευση κυκλοφορίας πλήττει άμεσα την αλυσίδα ανεφοδιασμού των επιχειρηματιών που εμπορεύονται τα οικεία εμπορεύματα. Η απαγόρευση κυκλοφορίας, εκδοθείσα μονομερώς και άνευ προειδοποιήσεως, μεταβάλλει αιφνιδίως και ριζικώς τις υφιστάμενες συνθήκες της κοινοτικής αγοράς μεταφοράς εμπορευμάτων, χωρίς να υπάρχει η δυνατότητα μεταγενέστερης πλήρους αποκαταστάσεώς τους. Οι πρώτοι που θα ζημιωθούν είναι οι πιο αδύναμοι κρίκοι της αλυσίδας, εν προκειμένω οι επιχειρήσεις οδικών μεταφορών εμπορευμάτων, και ιδίως οι μικρές επιχειρήσεις, οι οποίες, λόγω του μικρού αριθμού των οχημάτων τους, έχουν ειδικευθεί στη μεταφορά ενός μόνο είδους εμπορευμάτων. Περισσότερες από τις μισές από τις θιγόμενες επιχειρήσεις μεταφορών διαθέτουν μόνο ένα έως τρία φορτηγά, ενώ το 31 % των επιχειρήσεων διαθέτει από τέσσερα έως δέκα φορτηγά.

    70 Για τις επιχειρήσεις που έχουν ειδικευθεί στη μεταφορά ορισμένων εμπορευμάτων και χρησιμοποιούν επομένως ειδικά οχήματα (παραδείγματος χάρη για τη μεταφορά καινούργιων αυτοκινήτων ή αποβλήτων) η τομεακή απαγόρευση κυκλοφορίας ισοδυναμεί με γενική απαγόρευση κυκλοφορίας, διότι οι επιχειρήσεις αυτές δεν μπορούν να αρχίσουν αυτόματα να μεταφέρουν άλλου είδους εμπορεύματα.

    71 O κλάδος των οδικών μεταφορών χαρακτηρίζεται στα περισσότερα κράτη μέλη, και κυρίως στη Γερμανία, από πλεονασματική μεταφορική ικανότητα, η οποία οδηγεί σε σκληρό ανταγωνισμό των επιχειρήσεων και σε πολύ περιορισμένα περιθώρια κέρδους. Μόνον όποιος χρησιμοποιεί πλήρως τη μεταφορική ικανότητα των οχημάτων του είναι ανταγωνιστικός εντός της αγοράς αυτής. Για τις επιχειρήσεις οδικών μεταφορών έχει επομένως ζωτική σημασία να μη χάσουν τις ισχύουσες παραγγελίες και τους υπάρχοντες πελάτες. Για τις επιχειρήσεις που έχουν λίγα οχήματα, η μη χρησιμοποίηση των οχημάτων τους για ελάχιστες έστω ημέρες μπορεί να σημάνει οικονομική καταστροφή.

    72 Σύμφωνα με την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, σε ετήσια βάση, η επίμαχη απαγόρευση κυκλοφορίας αφορά περίπου 53 700 μεταφορές μεταξύ Γερμανίας και Ιταλίας. Επομένως, η απαγόρευση αυτή έχει σοβαρές συνέπειες για τις οικείες επιχειρήσεις, όπως βεβαιώνουν οι δηλώσεις ορισμένων από αυτές. Οι συνέπειες αυτές είναι τοσούτω μάλλον σημαντικές ώστε μετακυλίονται και στην οργάνωση των κυκλικών διαδρομών που πραγματοποιούν τα βαρέα οχήματα για να αποφεύγουν να μετακινούνται χωρίς εμπορεύματα.

    73 Εξάλλου, σύμφωνα με την Επιτροπή και τις παρεμβαίνουσες, δεν υφίσταται καμμία ικανοποιητική εναλλακτική λύση.

    74 Πράγματι, οι οικείες μεταφορικές επιχειρήσεις έχουν μόνο δύο δυνατότητες για να αποφεύγουν την απαγόρευση κυκλοφορίας, ήτοι να επιλέγουν παρακαμπτήρια διαδρομή ή να μεταφορτώνουν τα εμπορεύματά τους στον σιδηρόδρομο.

    75 Πάντως, οι παρακαμπτήριες διαδρομές συνεπάγονται σημαντική επιμήκυνση και επιβράδυνση των δρομολογίων και επομένως σημαντικό επιπλέον κόστος καθώς και μεγαλύτερη κατανάλωση καυσίμων και επιδείνωση της ρυπάνσεως.

    76 Όσον αφορά τη μετάβαση προς τις σιδηροδρομικές μεταφορές, οι εταιρίες οδικών μεταφορών μπορούν να χρησιμοποίησουν μόνον την «κυλιόμενη οδό» (Rollende Strasse). Πράγματι, η μεταφορά με βαγόνια δεν αποτελεί μέρος του πεδίου των δραστηριοτήτων τους και η συνδυασμένη μη συνοδευόμενη μεταφορά αποκλείεται για την πλειονότητα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, που δεν διαθέτουν τα μέσα να ανακτήσουν το εμπορευματοκιβώτιο ή το ημιρυμουλκούμενο οδικό όχημα στο σημείο προορισμού. Πάντως, η παρούσα προσφορά των αμαξοστοιχιών είναι ανεπαρκής, πράγμα που συνεπάγεται επαχθή απώλεια χρόνου. Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας εμμένει ιδιαίτερα στο γεγονός ότι μόνον μεσοπρόθεσμα θα μπορέσει να αυξηθεί ικανοποιητικώς η προσφορά των σιδηροδρομικών μεταφορών. Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας τονίζει επίσης ότι η χρήση της κυλιόμενης οδού είναι συχνά πολύ δυσχερής επειδή πρέπει να τηρείται κατ' αρχήν 48ωρη προθεσμία κρατήσεων και δεν είναι ενδιαφέρουσα από οικονομικής απόψεως για τις περιφερειακές μεταφορές μικρών διαδρομών. Πλην των πτυχών αυτών, η Ιταλική Δημοκρατία τονίζει το σαφώς υψηλότερο κόστος των σιδηροδρομικών μεταφορών.

    77 Επομένως, ανεξαρτήτως της συμπεριφοράς τους, οι οικείες επιχειρήσεις θα υποστούν επομένως πρόσθετες δαπάνες και απώλεια χρόνου για να μην υποχρεωθούν να διακόψουν εντελώς τη δραστηριότητά τους. Λαμβανομένης υπόψη της μικρής αξίας των πληττομένων με την απαγόρευση κυκλοφορίας εμπορευμάτων και του εντόνου ανταγωνισμού στον τομέα των οδικών μεταφορών εμπορευμάτων, οι πρόσθετες αυτές δαπάνες δεν μπορούν να μετακυλιστούν απευθείας στους εντολείς ή στους πελάτες, αλλά πρέπει να τις υποστούν οι μεταφορείς, τουλάχιστον τον πρώτο καιρό. Πάντως, μόνον οι μεγάλες επιχειρήσεις μπορούν να αντισταθμίσουν τις πρόσθετες δαπάνες σε μια συγκεκριμένη διαδρομή, εν προκειμένω τη διαδρομή του Brenner στην Αυστρία. Οι μικρές επιχειρήσεις που έχουν εξειδικευθεί στη μεταφορά εμπορευμάτων για τα οποία ισχύει η απαγόρευση κυκλοφορίας δεν μπορούν να υποστούν άμεσα τις πρόσθετες δαπάνες και θα απωλέσουν τις παραγγελίες τους, όπως και οι εντολείς τους. Λαμβανομένης υπόψη της εξειδικεύσεως των περισσοτέρων από αυτές τις επιχειρήσεις, υπάρχει ο φόβος ότι σε ορισμένες από αυτές δεν θα ανατεθούν εναλλακτικές παραγγελίες και θα αναγκαστούν να αφήσουν τα οχήματά τους αχρησιμοποίητα.

    78 Τελικώς, λαμβανομένων υπόψη των μικρών περιθωρίων κέρδους των επιχειρήσεων οδικών μεταφορών, οι οικείες μικρομεσαίες επιχειρήσεις μπορεί να υποχρεωθούν να διακόψουν τη λειτουργία τους. Η επιζήμια αυτή συνέπεια πλήττει ιδιαίτερα την ευρωπαϊκή οικονομία και δεν μπορεί να αποκατασταθεί.

    79 Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας αναφέρει στοιχεία σχετικά με το ότι η ετήσια απώλεια του κύκλου εργασιών για τις εν λόγω επιχειρήσεις εγγίζει τα 54 εκατομμύρια ευρώ, χωρίς να υπολογιστεί η αλλαγή του τόπου εγκαταστάσεως των επιχειρήσεων. Τούτο συνεπάγεται απώλειες εκατοντάδων θέσεων εργασίας και πτώχευση δεκάδων επιχειρήσεων.

    80 Εξάλλου, η Επιτροπή και η Ιταλική Δημοκρατία τονίζουν ότι η απαγόρευση κυκλοφορίας δεν θίγει μόνο τον τομέα των μεταφορών αλλά και τις βιομηχανίες παραγωγής, ειδικότερα τη βιομηχανία του ξύλου και των λατομείων στη Βόρεια Ιταλία. Σύμφωνα με την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, θα υπάρξει επιδείνωση των τακτικών οικονομικών σχέσεων των φορτωτών και η απαγόρευση κυκλοφορίας μπορεί τελικώς να οδηγήσει σε παύση των συναλλαγών μεταξύ Ιταλίας και Γερμανίας για ορισμένα από τα εμπορεύματα που αφορά η απαγόρευση αυτή.

    81 Η στάθμιση των συμφερόντων κλίνει υπέρ του να γίνει δεκτή η προσφυγή, εφόσον μπορεί να ληφθούν λιγότερο δεσμευτικά μέτρα, όπως απαγόρευση κυκλοφορίας πλήττουσα τα πλέον ρυπαίνοντα φορτηγά.

    82 Όσον αφορά την προστασία του περιβάλλοντος που επικαλείται η Δημοκρατία της Αυστρίας, η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι, αντίθετα προς τις απτές οικονομικές συνέπειες της απαγορεύσεως κυκλοφορίας, η ενδεχόμενη ζημία που συνεπάγεται για το περιβάλλον στην κοιλάδα του Inn η μη εφαρμογή της απαγορεύσεως της κυκλοφορίας δεν μπορεί να εκτιμηθεί ποσοτικώς. Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας παρατηρεί ότι η επίμαχη απόφαση, πόρρω του να επιλύσει το πρόβλημα των εκπομπών διοξειδίου του αζώτου, το μεταθέτει απλώς προς άλλες περιοχές στην Αυστρία ή προς άλλα κράτη μέλη καθώς και προς την Ελβετία. Περαιτέρω, η Ιταλική Δημοκρατία υποστηρίζει ότι, για να εκτιμηθεί το εύρος των προβληθέντων περιβαλλοντικών προβλημάτων, πρέπει προηγουμένως να εκτιμηθούν τα ευεργετικά αποτελέσματα της απαγορεύσεως νυχτερινής κυκλοφορίας που θεσπίστηκε τον Οκτώβριο του 2002, πράγμα το οποίο είναι εφικτό μόνο στο τέλος του 2003.

    83 Με τις παρατηρήσεις της, η Δημοκρατία της Αυστρίας αντικρούει το επιχείρημα που αντλείται από τη σοβαρά και ανεπανόρθωτη ζημία σε περίπτωση εφαρμογής της επίμαχης αποφάσεως.

    84 Κατ' αρχάς, η Δημοκρατία της Αυστρίας αμφισβητεί τυπικώς ότι άλλα ομόσπονδα αυστριακά κράτη πλην του Τιρόλου προτίθενται να ακολουθήσουν το παράδειγμα της αποφάσεως αυτής. Εξ όσων γνωρίζει, κανένα άλλο κράτος έχει τέτοια πρόθεση, ούτως ώστε δεν υφίσταται το προβληθέν από την Επιτροπή μεταδοτικό αποτέλεσμα.

    85 Στη συνέχεια, λαμβανομένης υπόψη της προθεσμίας μεταξύ της ημερομηνίας εκδόσεως της επίμαχης αποφάσεως, τον Μάιο του 2003, και τη χρονική στιγμή της θέσεώς της σε ισχύ, την 1η Αυγούστου 2003, οι ενδιαφερόμενοι διέθεταν επαρκώς μακρά μεταβατική περίοδο.

    86 Η Δημοκρατία της Αυστρίας ισχυρίζεται εξάλλου ότι τα μειονεκτήματα της απαγορεύσεως κυκλοφορίας για τους μεταφορείς αποτελούν μέρος των κινδύνων που είναι εγγενείς σε κάθε οικονομία της αγοράς και, κατά τα λοιπά, η μετάβαση στον σιδηρόδρομο είναι δυνατή τόσο από τεχνικής όσο και από οικονομικής απόψεως. Όσον αφορά τις τεχνικές πτυχές, η Δημοκρατία της Αυστρίας προσάπτει στην Επιτροπή ότι δεν έλαβε υπόψη τις δυνατότητες μεταβάσεως προς τις μεταφορές με πλήρη βαγόνια και τις συνδυασμένες μη συνοδευόμενες μεταφορές. Κατά τα λοιπά, η μεταφορική ικανότητα των σιδηροδρόμων είναι στο εξής επαρκής ενώ, σε περίπτωση τεχνικής αδυναμίας, μπορεί να χρησιμοποιηθεί η προβλεπόμενη στην αυστριακή κανονιστική ρύθμιση δυνατότητα παρεκκλίσεως ανά περίπτωση. Από οικονομικής απόψεως, το κόστος και η διάρκεια της σιδηροδρομικής μεταφοράς είναι παρεμφερείς με της οδικής μεταφοράς.

    87 Αντίθετα προς ό,τι ισχυρίζεται η Επιτροπή, οι οδικοί μεταφορείς μπορούν να χρησιμοποιήσουν άλλες οδούς πλην αυτών που περνούν από το τμήμα του επιμάχου αυτοκινητοδρόμου. Συναφώς, η Δημοκρατία της Αυστρίας τονίζει το γεγονός ότι, επί του παρόντος, σημαντικό μέρος της ροής των βαριών οχημάτων που διαβαίνουν αυτό το τμήμα του αυτοκινητοδρόμου προκύπτει από την επιλογή των εν λόγω μεταφορέων να μην ακολουθούν τη συντομότερη διαδρομή, η οποία θα τους οδηγούσε μέσω της Ελβετίας.

    88 Η Δημοκρατία της Αυστρίας ισχυρίζεται ακόμα ότι οι συνέπειες της απαγορεύσεως της κυκλοφορίας είναι σχετικώς περιορισμένες για τις επιχειρήσεις οδικών μεταφορών. Λαμβανομένων υπόψη των σημαντικών οικονομικών δυνατοτήτων που πρέπει να διαθέτουν δυνάμει της κοινοτικής κανονιστικής ρυθμίσεως, ο κίνδυνος παύσεως της λειτουργίας τους είναι μικρός. Ομοίως, η Επιτροπή δεν παρουσίασε πειστικά στοιχεία για να αποδείξει το υποστατό της ζημίας για τις παραγωγικές βιομηχανίες, ειδικότερα για την ιταλική βιομηχανία ξύλου.

    89 Τέλος, στο πλαίσιο της σταθμίσεως των συμφερόντων, η Δημοκρατία της Αυστρίας εμμένει επί της σημασίας της ζημίας για την υγεία και το περιβάλλον που πιστοποιείται από την υπέρβαση των προβλεπομένων στην οδηγία 96/92 οριακών τιμών και από διάφορες διεθνείς μελέτες. Τα θεμελιώδη αυτά δικαιώματα πρυτανεύουν των οικονομικών που αφορούν μόνον την προστασία του τομέα των οδικών μεταφορών.

    Εκτίμηση

    90 Για να καθοριστεί τόσο η αναγκαιότητα λήψεως προσωρινών μέτρων όσο και το περιεχόμενό τους, πρέπει να σταθμιστούν τα υφισταμένα συμφέροντα, η απειλή σοβαράς και ανεπανόρθωτης ζημίας, το οποίο είναι το κριτήριο του προβαλλομένου επείγοντος, που αποτελεί έναν από τους όρους της πραγματοποιούμενης στο πλαίσιο αυτό συγκρίσεως.

    91 Τα συμφέροντα που προβάλλει η Δημοκρατία της Αυστρίας συνδέονται με στοιχεία που στηρίζονται στην προστασία του περιβάλλοντος και της υγείας.

    92 Η ζημία των συμφερόντων αυτών έχει κατ' αρχήν μη αναστρέψιμο χαρακτήρα καθόσον, πιο συχνά, οι ζημίες στο περιβάλλον και την υγεία δεν μπορούν, ως εκ της φύσεώς τους, να εξαλειφθούν αναδρομικά.

    93 Περαιτέρω, το υποστατό της ζημίας αυτής αποδεικνύεται προφανώς από τα πραγματικά στοιχεία που προβλήθηκαν στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων.

    94 Επομένως, από την κοινοτική κανονιστική ρύθμιση σχετικά με την προστασία της ποιότητας του αέρα, και ειδικότερα από το πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σχετικά με την πολιτική και τη δράση για το περιβάλλον και την αειφόρο ανάπτυξη (ΕΕ 1993, C 138, σ. 5), προκύπτει ότι η πολιτική σε θέματα ποιότητας του αέρα του περιβάλλοντος αντιμετωπίζεται σε κοινοτικό επίπεδο βάσει μακροπρόθεσμων στόχων.

    95 Στην προκειμένη περίπτωση, η παρούσα κατάσταση σε θέματα ρυπάνσεως του αέρα του περιβάλλοντος στην εν λόγω ζώνη είναι η συνισταμένη βαθμιαίας εξελίξεως και, εκ πρώτης όψεως, φαίνεται ότι μπορεί να υπάρξει ικανοποιητικώς μόνον μεσοπρόθεσμα και προοδευτικά.

    96 Στο πλαίσιο αυτό, χρειάζονται προφανώς διαρθρωτικά μέτρα και όλοι οι διάδικοι στην παρούσα διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων υποχρεούνται, σε διαφορετικό βαθμό ο καθένας, να συνδράμουν στην αναζήτηση των προσφορότερων λύσεων. Οι λύσεις που μπορεί να προκύψουν θα αντιπροσωπεύουν οπωσδήποτε έναν συμβιβασμό μεταξύ των αντικρουομένων συμφερόντων, χωρίς να μπορεί να αποκλεισθεί a priori ότι δημιουργούν ορισμένες δυσμενείς συνέπειες τόσο για τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς όσο και για τα συμφέροντα ορισμένων κατηγοριών επιχειρηματιών της Κοινότητας.

    97 Υπό τις συνθήκες αυτές, αναγνωρίζοντας ότι η επίμαχη απόφαση μπορεί να συμβάλει στη βραχυπρόθεσμη βελτίωση της καταστάσεως σε θέματα ποιότητας του αέρα του περιβάλλοντος στην οικεία ζώνη, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η διαρθρωτική μεσοπρόθεσμη προσέγγιση, η οποία είναι ουσιώδης, δεν διακυβεύεται από τη μη προσωρινή εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού.

    98 Άλλως ειπείν, δεν προκύπτει ότι, αν το Δικαστήριο απορρίψει την ασκηθείσα από την Επιτροπή προσφυγή, η μη εφαρμογή της επίμαχης αποφάσεως κατά τη σύντομη περίοδο που προηγείται της αποφάσεως επί της κύριας δίκης θέτει σε κίνδυνο πιο μακροπρόθεσμα την προστασία της ποιότητας του αέρα του περιβάλλοντος στην οικεία ζώνη.

    99 Αντιθέτως, δεν μπορούν να υποτιμηθούν η σοβαρότητα και ο δυσκόλως ανορθώσιμος χαρακτήρας των ζημιών που θα προκαλέσει η άμεση θέση σε ισχύ της απαγορεύσεως κυκλοφορίας. Πράγματι, ως εκ του περιεχομένου της και του μονομερούς χαρακτήρα της, η απαγόρευση αυτή θίγει προφανώς ουσιωδώς τη λειτουργία και την οικονομική και χρηματοπιστωτική σταθερότητα πολλών κοινοτικών επιχειρήσεων.

    100 Τα πραγματικά στοιχεία που προεβλήθηκαν ιδίως από τις παρεμβαίνουσες πιστοποιούν το υποστατό και τη σημασία των οικονομικών συνεπειών της απαγορεύσεως κυκλοφορίας που επιβάλλεται σε πολλές επιχειρήσεις μεταφορών, ειδικότερα για τις μικρών διαστάσεων επιχειρήσεις που είναι εξειδικευμένες στη μεταφορά των εμπορευμάτων που πλήττονται από την απαγόρευση κυκλοφορίας.

    101 Η ζημία αυτή δεν συνοψίζεται στην πρόσθεση αρνητικών χρηματικών συνεπειών για τις διάφορες επιχειρήσεις. Aποδείχτηκε με πειστικό τρόπο ότι υφίσταται σημαντικός κίνδυνος η απαγόρευση κυκλοφορίας να συνεπιφέρει οριστική εξαφάνιση πολλών επιχειρήσεων καθώς και διαρθρωτική και, σε κάποιο βαθμό, μη αναστρέψιμη μεταβολή των όρων μεταφοράς και των ροών της συναλλαγής εμπορευμάτων εντός και διαμέσου της οικείας ζώνης.

    102 Υπό τις συνθήκες αυτές, ο κίνδυνος σοβαρής και δυσκόλως ανορθώσιμης ζημίας μετά την άμεση εφαρμογή της επίμαχης αποφάσεως πρέπει να θεωρηθεί ότι έχει αποδειχθεί επαρκώς.

    103 Συνεπώς, ενόψει των στοιχείων εκτιμήσεως που υποβλήθηκαν στον δικάζοντα κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων δικαστή, είναι προφανώς αναγκαίο να ληφθούν τα προσωρινά μέτρα βάσει των οποίων μπορούν να διατηρηθούν κατά το δυνατόν, βραχυπροθέσμως, τα υφιστάμενα συμφέροντα. Κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής, πρέπει να δοθεί αυξημένη βαρύτητα στα συμφέροντα που απειλούνται κατά άμεσο και μη αναστρέψιμο τρόπο, ήτοι τα συμφέροντα που επικαλείται η Επιτροπή.

    104 Επομένως, είναι προφανώς πρόσφορο να παραταθεί για ορισμένη διάρκεια η επιβαλλόμενη στη Δημοκρατία της Αυστρίας υποχρέωση αναστολής της εκτελέσεως της τομεακής απαγορεύσεως κυκλοφορίας που περιλαμβάνεται στην επίμαχη απόφαση.

    105 Παρ' όλ' αυτά, λαμβανομένου υπόψη του υποστατού και της σημασίας των προβλημάτων της ποιότητας του αέρα στην οικεία ζώνη, οι διάδικοι καλούνται να προβούν σε διαβουλεύσεις προκειμένου να προβλέψουν τα πρόσφορα προς συμβιβασμό μέτρα, έστω και προσωρινώς, τα υφιστάμενα αντικρουόμενα συμφέροντα και να κοινοποιήσουν στην Επιτροπή κάθε ενδεχόμενο συμβιβασμό.

    106 Σε αρνητική περίπτωση, οι διάδικοι καλούνται να συγκεντρώσουν όλες τις χρήσιμες πληροφορίες ιδίως ως προς την εξέλιξη της ποιότητας του αέρα του περιβάλλοντος στην οικεία ζώνη, ως προς τις υπολογιζόμενες συνέπειες της απαγορεύσεως νυχτερινής κυκλοφορίας κατά τη διάρκεια του έτους 2003 καθώς και ως προς τις προοπτικές σε θέματα αναπτύξεως των σιδηροδρομικών μεταφορών ή μεταφορών δι' άλλων οδών, και να υποβάλουν τις πληροφορίες αυτές στο Δικαστήριο, με τις κρινόμενες ως χρήσιμες παρατηρήσεις, στις 6 Φεβρουαρίου 2004 το αργότερο.

    107 Βάσει των νέων αυτών πληροφοριών και παρατηρήσεων, το λαμβανόμενο με την παρούσα διάταξη μέτρο μπορεί να παραταθεί, μετατεθεί ή τροποποιηθεί.

    108 Λαμβανομένων υπόψη των στοιχείων αυτών, δικαιολογείται προφανώς η παράταση μέχρι τις 30 Απριλίου 2004 του θεσπισθέντος με την προαναφερθείσα οδηγία της 30ής Ιουλίου 2003 προσωρινού μέτρου.

    Διατακτικό


    Για τους λόγους αυτούς,

    Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

    διατάσσει:

    1) Η Δημοκρατία της Αυστρίας υποχρεούται να αναστείλει την εφαρμογή της τομεακής απαγορεύσεως κυκλοφορίας που περιλαμβάνεται στην Verordnung des Landeshauptmanns von Tirol, mit der auf der A 12 Inntalautobahn verkehrbeschränkende Maßnahmen erlassen werden (sektorales Fahrverbot) [απόφαση του υπουργού-προέδρου του Τιρόλου περί περιορισμού των μεταφορών στον αυτοκινητόδρομο Α 12 στην κοιλάδα του Inn (τομεακή απαγόρευση κυκλοφορίας)], της 27ης Μα_ου 2003, μέχρι τις 30 Απριλίου 2004.

    2) Ο Πρόεδρος επιφυλάσσεται ως προς τα δικαστικά έξοδα.

    Επάνω