Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex
Έγγραφο 62001CJ0014
Judgment of the Court (Sixth Chamber) of 6 March 2003. # Molkerei Wagenfeld Karl Niemann GmbH & Co. KG v Bezirksregierung Hannover. # Reference for a preliminary ruling: Verwaltungsgericht Hannover - Germany. # Common organisation of the markets - Milk and milk products - Scheme of aid for skimmed milk - Validity of Regulation (EC) No 2799/1999 - Powers of the Commission (Article 11(1) of Regulation (EC) No 1255/1999) - Prohibition of discrimination (Article 34(2) EC) - Principles of legal certainty and the protection of legitimate expectations. # Case C-14/01.
Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 6ης Μαρτίου 2003.
Molkerei Wagenfeld Karl Niemann GmbH & Co. KG κατά Bezirksregierung Hannover.
Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Verwaltungsgericht Hannover - Γερμανία.
όοινή οργάνωση των αγορών - Γάλα και γαλακτοκομικά προϊόντα - όαθεστώς ενισχύσεων για το αποκορυφωμένο γάλα - όύρος του κανονισμού (Εό) 2799/1999 - Αρμοδιότητα της Επιτροπής [άρθρο 11, παράγραφος 1, του κανονισμού (Εό) 1255/1999] - Αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων (άρθρο 34, παράγραφος 2,Εό) - Αρχές της ασφαλείας δικαίου και της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης.
Υπόθεση C-14/01.
Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 6ης Μαρτίου 2003.
Molkerei Wagenfeld Karl Niemann GmbH & Co. KG κατά Bezirksregierung Hannover.
Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Verwaltungsgericht Hannover - Γερμανία.
όοινή οργάνωση των αγορών - Γάλα και γαλακτοκομικά προϊόντα - όαθεστώς ενισχύσεων για το αποκορυφωμένο γάλα - όύρος του κανονισμού (Εό) 2799/1999 - Αρμοδιότητα της Επιτροπής [άρθρο 11, παράγραφος 1, του κανονισμού (Εό) 1255/1999] - Αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων (άρθρο 34, παράγραφος 2,Εό) - Αρχές της ασφαλείας δικαίου και της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης.
Υπόθεση C-14/01.
Συλλογή της Νομολογίας 2003 I-02279
Αναγνωριστικό ECLI: ECLI:EU:C:2003:128
Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 6ης Μαρτίου 2003. - Molkerei Wagenfeld Karl Niemann GmbH & Co. KG κατά Bezirksregierung Hannover. - Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Verwaltungsgericht Hannover - Γερμανία. - όοινή οργάνωση των αγορών - Γάλα και γαλακτοκομικά προϊόντα - όαθεστώς ενισχύσεων για το αποκορυφωμένο γάλα - όύρος του κανονισμού (Εό) 2799/1999 - Αρμοδιότητα της Επιτροπής [άρθρο 11, παράγραφος 1, του κανονισμού (Εό) 1255/1999] - Αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων (άρθρο 34, παράγραφος 2,Εό) - Αρχές της ασφαλείας δικαίου και της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης. - Υπόθεση C-14/01.
Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 2003 σελίδα I-02279
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό
Στην υπόθεση C-14/01,
που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Verwaltungsgericht Hannover (Γερμανία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 234 ΕΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ
Molkerei Wagenfeld Karl Niemann GmbH & Co. KG
και
Bezirksregierung Hannover,
η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς το κύρος του κανονισμού (ΕΚ) 2799/1999 της Επιτροπής, της 17ης Δεκεμβρίου 1999, για λεπτομέρειες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) 1255/1999 όσον αφορά τη χορήγηση ενίσχυσης στο αποκορυφωμένο γάλα και στο αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη που προορίζονται για τη διατροφή ζώων και για την πώληση του εν λόγω αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη (ΕΕ L 340, σ. 3),
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
(έκτο τμήμα),
συγκείμενο από τους R. Schintgen, πρόεδρο του δευτέρου τμήματος, προεδρεύοντα του έκτου τμήματος, Β. Σκουρή (εισηγητή), F. Macken, N. Colneric και J. N. Cunha Rodrigues, δικαστές,
γενικός εισαγγελέας: P. Lιger
γραμματέας: M.-F. Contet, κύρια υπάλληλος διοικήσεως,
λαμβάνοντας υπόψη τις γραπτές παρατηρήσεις που κατέθεσαν:
- η Molkerei Wagenfeld Karl Niemann GmbH & Co. KG, εκπροσωπούμενη από τους U. Schrφmbges και L. Harings, Rechtsanwδlte,
- η Επιτροπή των Ευρωπαϋκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τους G. Braun και M. Niejahr,
έχοντας υπόψη την έκθεση ακροατηρίου,
αφού άκουσε τις προφορικές παρατηρήσεις της Molkerei Wagenfeld Karl Niemann GmbH & Co. KG και της Επιτροπής κατά τη συνεδρίαση της 21ης Μαρτίου 2002,
αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 27ης Ιουνίου 2002,
εκδίδει την ακόλουθη
Απόφαση
1 Με διάταξη της 6ης Δεκεμβρίου 2000, που περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 12 Ιανουαρίου 2001, το Verwaltungsgericht Hannover υπέβαλε, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 234 ΕΚ, προδικαστικό ερώτημα ως προς το κύρος του κανονισμού (ΕΚ) 2799/1999 της Επιτροπής, της 17ης Δεκεμβρίου 1999, για λεπτομέρειες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) 1255/1999 όσον αφορά τη χορήγηση ενίσχυσης στο αποκορυφωμένο γάλα και στο αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη που προορίζονται για τη διατροφή ζώων και για την πώληση του εν λόγω αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη (ΕΕ L 340, σ. 3).
2 Το ερώτημα αυτό ανέκυψε στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ της Molkerei Wagenfeld Karl Niemann GmbH & Co. KG (στο εξής: Niemann) και της Bezirksregierung Hannover (περιφερειακής κυβερνήσεως Αννοβέρου) σχετικά με αίτηση που υπέβαλε η Niemann για τη χορήγηση ενισχύσεως για το αποκορυφωμένο γάλα που χρησιμοποιείται για τη διατροφή ζώων.
Το νομικό πλαίσιο
3 Το άρθρο 34, παράγραφος 1, ΕΚ προβλέπει τα εξής:
«Για να επιτευχθούν οι στόχοι που προβλέπονται στο άρθρο 33, δημιουργείται κοινή οργάνωση των γεωργικών αγορών.
Ανάλογα με τα προϋόντα, η οργάνωση αυτή λαμβάνει μία από τις ακόλουθες μορφές:
α) κοινών κανόνων ανταγωνισμού,
β) υποχρεωτικού συντονισμού των διαφόρων εθνικών οργανώσεων αγοράς,
γ) ευρωπαϋκής οργανώσεως της αγοράς.»
4 Σύμφωνα με το άρθρο 34, παράγραφος 2, ΕΚ:
«Η κοινή οργάνωση σε μία από τις μορφές που προβλέπει η παράγραφος 1 δύναται να περιλαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για την επίτευξη των στόχων του άρθρου 33, ιδίως δε ρυθμίσεις των τιμών, ενισχύσεις τόσο για την παραγωγή όσο και για την εμπορία των διαφόρων προϋόντων, μέτρα αποθηκεύσεως και λογιστικής μεταφοράς, κοινούς μηχανισμούς σταθεροποιήσεως των εισαγωγών ή των εξαγωγών.
Η κοινή οργάνωση πρέπει να περιορίζεται στην επιδίωξη των στόχων του άρθρου 33 και να αποκλείει κάθε διάκριση μεταξύ παραγωγών ή καταναλωτών εντός της Κοινότητας.
[...]»
5 Το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΟΚ) 804/68 του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 1968, περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϋόντων (ΕΕ ειδ. έκδ. 03/003, σ. 82), όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) 1587/96 του Συμβουλίου, της 30ής Ιουλίου 1996 (ΕΕ L 206, σ. 21, στο εξής: κανονισμός 804/68), προέβλεπε τα εξής:
«1. Παρέχονται ενισχύσεις στο αποκορυφωμένο γάλα και στο αποκορυφωμένο γάλα εις κόνιν που χρησιμοποιούνται για τη διατροφή των ζώων, αν τα προϋόντα αυτά ανταποκρίνονται σε ορισμένες προϋποθέσεις. Κατά την έννοια του παρόντος άρθρου, εξομοιούνται προς το αποκορυφωμένο γάλα και το αποκορυφωμένο γάλα εις κόνιν, το αποβουτυρωμένο γάλα και το αποβουτυρωμένο γάλα εις κόνιν.
2. Οι γενικοί κανόνες οι οποίοι διέπουν τις ενισχύσεις που προβλέπονται στο παρόν άρθρο και ιδίως οι προϋποθέσεις για τη θέση σε εφαρμογή των ενισχύσεων αυτών, καθορίζονται από το Συμβούλιο προτάσει της Επιτροπής και κατά τη διαδικασία ψηφοφορίας που προβλέπεται στο άρθρο 43, παράγραφος 2, της Συνθήκης.
3. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου, και ιδίως το ύψος των ενισχύσεων, καθορίζονται κατά τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 30.»
6 Εν συνεχεία, το Συμβούλιο εξέδωσε, βάσει του άρθρου 10, παράγραφος 2, του κανονισμού 804/68, τον κανονισμό (ΕΟΚ) 986/68 της 15ης Ιουλίου 1968, περί θεσπίσεως των γενικών κανόνων σχετικά με τη χορήγηση ενισχύσεων για το αποκορυφωμένο γάλα και το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη που προορίζεται για τη διατροφή ζώων (ΕΕ ειδ. έκδ. 03/003, σ. 120).
7 Για τον καθορισμό των λεπτομερειών εφαρμογής των εν λόγω γενικών κανόνων, η Επιτροπή εξέδωσε τρεις χωριστούς κανονισμούς. Μεταξύ των κανονισμών αυτών συγκαταλεγόταν και ο κανονισμός (ΕΟΚ) 1105/68 της Επιτροπής, της 27ης Ιουλίου 1968, περί των λεπτομερειών χορηγήσεως ενισχύσεων για το αποκορυφωμένο γάλα που προορίζεται για τη διατροφή των ζώων (ΕΕ ειδ. έκδ. 03/003, σ. 148), όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) 1802/95 της Επιτροπής, της 25ης Ιουλίου 1995, για προσαρμογή και τροποποίηση των κανονισμών του τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϋόντων οι οποίοι καθόρισαν πριν από την 1η Φεβρουαρίου 1995 ορισμένες τιμές και ποσά, η αξία των οποίων σε ECU προσαρμόστηκε λόγω της κατάργησης του διορθωτικού συντελεστή των γεωργικών ισοτιμιών (ΕΕ L 174, σ. 27, στο εξής: κανονισμός 1105/68). Ο ως άνω κανονισμός καθόριζε τις λεπτομέρειες χορηγήσεως ενισχύσεων για το αποκορυφωμένο γάλα σε υγρή κατάσταση που προορίζεται για τη διατροφή ζώων.
8 Ο κανονισμός 804/68 αντικαταστάθηκε, από την 1η Ιανουαρίου 2000, από τον κανονισμό (ΕΚ) 1255/1999 του Συμβουλίου, της 17ης Μαου 1999, περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϋόντων (ΕΕ L 160, σ. 48). Ο κανονισμός 1255/1999 κατήργησε επίσης τον κανονισμό 986/68.
9 Σύμφωνα με το άρθρο 10 του κανονισμού 1255/1999:
«Σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 42 θεσπίζονται:
α) οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος κεφαλαίου και, ειδικότερα, οι λεπτομέρειες καθορισμού των τιμών της αγοράς του βουτύρου·
β) τα ποσά της ενίσχυσης για την ιδιωτική αποθεματοποίηση που αναφέρονται στο παρόν κεφάλαιο·
γ) οι λοιπές αποφάσεις και τα λοιπά μέτρα που μπορούν να εκδοθούν από την Επιτροπή δυνάμει του παρόντος τίτλου.»
10 Το άρθρο 11 του κανονισμού 1255/1999 προβλέπει τα εξής:
«1. Παρέχονται ενισχύσεις στο αποκορυφωμένο γάλα και στο αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη που χρησιμοποιούνται για τη διατροφή των ζώων, εφόσον τα προϋόντα αυτά ανταποκρίνονται σε ορισμένες προϋποθέσεις.
Κατά την έννοια του παρόντος άρθρου, εξομοιούνται προς το αποκορυφωμένο γάλα και το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη, το αποβουτυρωμένο γάλα (βουτυρόγαλα) και το αποβουτυρωμένο γάλα σε σκόνη.
2. Τα ποσά των ενισχύσεων καθορίζονται λαμβανομένων υπόψη των ακολούθων παραμέτρων:
- τιμή παρέμβασης του αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη,
- εξέλιξη της κατάστασης εφοδιασμού του αποκορυφωμένου γάλακτος και του αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη και εξελίξεις όσον αφορά τη χρήση τους ως ζωοτροφές,
- τάσεις των τιμών των μοσχαριών,
- τάσεις των τιμών της αγοράς για τις ανταγωνιστικές πρωτενες σε σύγκριση με αυτές για το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη.»
11 Το άρθρο 15 του κανονισμού 1255/1999 προβλέπει τα εξής:
«Θεσπίζονται με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 42:
α) οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος κεφαλαίου, και ιδίως οι προϋποθέσεις εφαρμογής των ενισχύσεων που προβλέπονται στον τίτλο αυτόν·
β) τα ποσά των ενισχύσεων περί των οποίων το παρόν κεφάλαιο·
γ) ο κατάλογος των προϋόντων που αναφέρονται στο άρθρο 13, στοιχείο δδ, και στο άρθρο 14, παράγραφος 1·
δ) οι άλλες αποφάσεις και μέτρα που μπορεί να λάβει η Επιτροπή δυνάμει του παρόντος κεφαλαίου.»
12 Σύμφωνα με το άρθρο 42 του κανονισμού 1255/1999:
«1. Στις περιπτώσεις όπου γίνεται αναφορά στη διαδικασία που ορίζεται στο παρόν άρθρο, η επιτροπή συγκαλείται από τον πρόεδρό της, είτε με δική του πρωτοβουλία είτε μετά από αίτηση του αντιπροσώπου κράτους μέλους.
2. Ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής υποβάλλει στην επιτροπή σχέδιο των μέτρων που πρέπει να ληφθούν. Η επιτροπή διατυπώνει τη γνώμη της για το σχέδιο εντός προθεσμίας, την οποία μπορεί να ορίσει ο πρόεδρος ανάλογα με τον επείγοντα χαρακτήρα του θέματος. Οι γνώμες διατυπώνονται σύμφωνα με την πλειοψηφία, που ορίζεται στο άρθρο 205, παράγραφος 2, της Συνθήκης στην περίπτωση αποφάσεων, τις οποίες καλείται να εκδώσει το Συμβούλιο μετά από πρόταση της Επιτροπής. Οι ψήφοι των αντιπροσώπων των κρατών μελών σταθμίζονται σύμφωνα με το προαναφερθέν άρθρο. Ο πρόεδρος δεν ψηφίζει.
3. Η Επιτροπή θεσπίζει μέτρα τα οποία μπορούν να εφαρμοστούν αμέσως. Εάν όμως τα μέτρα αυτά δεν είναι σύμφωνα με τη γνώμη που διατύπωσε η επιτροπή, ανακοινώνονται αμελλητί από την Επιτροπή στο Συμβούλιο. Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή μπορεί να αναβάλει επί ένα μήνα το πολύ, από την ημερομηνία της ανακοίνωσης αυτής, την εφαρμογή των μέτρων που αποφασίστηκαν από αυτή.
Το Συμβούλιο μπορεί, με ειδική πλειοψηφία, να λάβει διαφορετική απόφαση εντός προθεσμίας ενός μηνός.»
13 Ο κανονισμός 2799/1999 εκδόθηκε βάσει των άρθρων 10 και 15 του κανονισμού 1255/1999.
14 Ο κανονισμός 1105/68 καταργήθηκε με τον κανονισμό 2799/1999. Συναφώς, στην ενδέκατη αιτιολογική σκέψη του εν λόγω κανονισμού εκτίθεται ότι «από την πείρα που αποκτήθηκε, έχει αποδειχθεί ότι το καθεστώς της ενίσχυσης που προβλέπεται από τον κανονισμό [...] 1105/68 [...] δημιουργεί πολλά προβλήματα όσον αφορά την εφαρμογή του και τον έλεγχο των δικαιούχων· επιπλέον, οι ποσότητες αποκορυφωμένου γάλακτος που επωφελούνται του μέτρου αυτού έχουν μειωθεί κατά πολύ τα τελευταία χρόνια, σε τέτοιο σημείο ώστε η επίπτωση του καθεστώτος αυτού ενισχύσεως επί της ισορροπίας της αγοράς των γαλακτοκομικών προϋόντων έχει καταστεί περιθωριακή· εξάλλου, η στήριξη της αγοράς του αποκορυφωμένου γάλακτος θα παραμείνει διασφαλισμένη χάρη στην ενίσχυση που χορηγείται για τη μεταποίησή του σε σύνθετες ζωοτροφές· πρέπει, συνεπώς, να καταργηθεί το μέτρο της ενίσχυσης που προβλέπεται από τον κανονισμό [...] 1105/68 και να καταργηθεί ο εν λόγω κανονισμός».
15 Το άρθρο 8 του κανονισμού 2799/1999 προβλέπει τα εξής:
«Για να δικαιούνται της ενίσχυσης, το αποκορυφωμένο γάλα και το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη πρέπει να τηρούν τους ακόλουθους όρους:
α) να χρησιμοποιηθούν σε αναγνωρισμένη επιχείρηση σύμφωνα με το άρθρο 9:
i) ως έχουν ή μετά προενσωμάτωση σε μείγμα για την παρασκευή συνθέτων ζωοτροφών,
ή
ii) ως έχουν για την παρασκευή μετουσιωμένου αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη·
β) δεν έχουν απολαύσει ενίσχυσης ή μείωσης της τιμής σύμφωνα με άλλα κοινοτικά μέτρα.»
16 Το άρθρο 9, παράγραφος 1, του κανονισμού 2799/1999 προβλέπει τα εξής:
«Μια επιχείρηση που παράγει μείγματα, σύνθετες ζωοτροφές ή μετουσιωμένο αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη πρέπει να έχει αναγνωρισθεί για τον σκοπό αυτό από τον αρμόδιο οργανισμό του κράτους μέλους στην επικράτεια του οποίου έγινε η εν λόγω παραγωγή.»
17 Σύμφωνα με το άρθρο 38, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 2799/1999, ο εν λόγω κανονισμός άρχισε να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2000.
Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα
18 Στις 8 Ιανουαρίου 2000, η Niemann υπέβαλε αίτηση στην Bezirksregierung Hannover για τη χορήγηση ενισχύσεως σχετικά με ποσότητα αποκορυφωμένου γάλακτος σε υγρή κατάσταση για τον Ιανουάριο του 2000.
19 Με απόφαση της 13ης Ιανουαρίου 2000, η Bezirksregierung Hannover απέρριψε την ως άνω αίτηση για τον λόγο ότι, μετά την έκδοση του κανονισμού 2799/1999, δεν υφίστατο πλέον νομική βάση για τη χορήγηση της αιτουμένης ενισχύσεως για τη μεταγενέστερη της 31ης Δεκεμβρίου 1999 περίοδο.
20 Η Niemann άσκησε διοικητική προσφυγή κατά της ως άνω απορριπτικής αποφάσεως, με την οποία αμφισβήτησε το κύρος του κανονισμού 2799/1999.
21 Με απόφαση της 22ας Φεβρουαρίου 2000, η Bezirksregierung Hannover απέρριψε την ως άνω διοικητική προσφυγή για τον λόγο, μεταξύ άλλων, ότι όφειλε να εφαρμόσει τη νέα ρύθμιση και ότι δεν υπήρχε άλλη διάταξη δυνάμενη να δικαιολογήσει τη χορήγηση της αιτουμένης ενισχύσεως.
22 Εν συνεχεία, η Niemann άσκησε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου προσφυγή αποσκοπούσα στην ακύρωση της απορριπτικής αποφάσεως επί της διοικητικής προσφυγής της, καθώς και της αποφάσεως περί αρνήσεως χορηγήσεως της επίμαχης ενισχύσεως. Προς στήριξη της ως άνω προσφυγής, η Niemann αμφισβήτησε το κύρος του κανονισμού 2799/1999 υποστηρίζοντας, μεταξύ άλλων, ότι ο εν λόγω κανονισμός είχε εκδοθεί, αφενός, κατά παράβαση του άρθρου 11, παράγραφος 1, του κανονισμού 1255/1999 και, αφετέρου, κατά παραβίαση της αρχής της απαγορεύσεως των διακρίσεων.
23 Κατά το αιτούν δικαστήριο, για την εκτίμηση του κύρους του κανονισμού 2799/1999, πρέπει να ερμηνευθεί το άρθρο 11, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού 1255/1999, προκειμένου να προσδιοριστεί αν το Συμβούλιο της Ευρωπαϋκής Ενώσεως επιθυμούσε να διατηρήσει, εν πάση περιπτώσει, τις ενισχύσεις για τη χρησιμοποίηση του αποκορυφωμένου γάλακτος σε υγρή κατάσταση για τη διατροφή ζώων ή αν, αντιθέτως, επιθυμούσε να αφήσει ορισμένο περιθώριο εκτιμήσεως στην Επιτροπή, στο πλαίσιο του οποίου, η Επιτροπή μπορεί, λόγω, μεταξύ άλλων, μεταβολής των συνθηκών της αγοράς, να καταργήσει το μέτρο αυτό εφόσον, κατά τη γνώμη της, ο επιδιωκόμενος σκοπός δεν μπορεί (πλέον) να επιτευχθεί.
24 Όσον αφορά την επιχειρηματολογία της Niemann ότι ο κανονισμός 2799/1999 παραβιάζει την αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων, το Verwaltungsgericht Hannover θεωρεί ότι, αν αποδεικνύεται ότι η χρησιμοποίηση του αποκορυφωμένου γάλακτος σε υγρή κατάσταση για τη διατροφή ζώων είναι άνευ σημασίας για την κοινοτική αγορά και αν ο έλεγχος της χρησιμοποιήσεως αυτής συνεπάγεται υπερβολικές δυσχέρειες από πρακτική και οικονομική άποψη, η κατάργηση του κανονισμού 1105/68 μπορεί, ενδεχομένως, να είναι συμβατή με την υποχρέωση της ίσης μεταχειρίσεως.
25 Τέλος, όσον αφορά το ζήτημα αν ο κανονισμός 2799/1999 εκδόθηκε κατά παραβίαση της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, το αιτούν δικαστήριο εκτιμά ότι, κατ' αρχήν, η Επιτροπή είχε την εξουσία, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 42, παράγραφος 3, πρώτη περίοδος, του κανονισμού 1255/99, να θεσπίσει μέτρα τα οποία μπορούν να εφαρμοστούν αμέσως. Έτσι όμως τίθεται ζήτημα «γνήσιας ή καταχρηστικής αναδρομικότητας» του νόμου. Το αιτούν δικαστήριο θεωρεί ότι, στην προκειμένη περίπτωση, δεν πρόκειται για γνήσια αναδρομικότητα, διότι - τουλάχιστον όσον αφορά τη Niemann - απλώς εκκρεμεί το ζήτημα της μελλοντικής διαθέσεως του βουτυρογάλακτός της στο εμπόριο. Και στην περίπτωση όμως της αποκαλούμενης «καταχρηστικής» αναδρομικότητας, είναι δυνατό μια νέα ρύθμιση να συγκρούεται με συνταγματικώς προστατευόμενα δικαιώματα, τα οποία από την πλευρά τους εξακολουθούν να ισχύουν και στο μέλλον. Κατά το αιτούν δικαστήριο, για την επίλυση του προβλήματος αυτού, πρέπει να υπάρχει στάθμιση συμφερόντων μεταξύ, αφενός, των επιταγών του γενικού συμφέροντος και, αφετέρου, της προσβολής της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης που προκαλείται με μία νομοθετική μεταβολή.
26 Υπό τις συνθήκες αυτές, το Verwaltungsgericht Hannover αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:
«Αντιβαίνει ο κανονισμός (ΕΚ) 2799/99, σε συνδυασμό με τα παραρτήματά του:
α) στο άρθρο 11, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 1255/1999,
β) στο άρθρο 34, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, ΕΚ, και
γ) στις γενικές αρχές του δικαίου της Ευρωπαϋκής Κοινότητας και στην αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, στο μέτρο που απαγορεύει, χωρίς μεταβατική προθεσμία, τη χορήγηση ενισχύσεων για το αποκορυφωμένο γάλα και για το βουτυρόγαλα σε υγρή κατάσταση που χρησιμοποιούνται για τη διατροφή ζώων χωρίς προηγούμενη μεταποίησή τους σε σύνθετες ζωοτροφές ή σε αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη, και είναι ο κανονισμός αυτός για τον λόγο αυτό (εν μέρει) άκυρος;»
Επί του προδικαστικού ερωτήματος
27 Με το ερώτημά του, το οποίο διαρθρώνεται σε τρία σκέλη, το αιτούν δικαστήριο ερωτά κατ' ουσίαν αν ο κανονισμός 2799/1999, στο μέτρο που καταργεί, χωρίς να προβλέπει μεταβατική περίοδο, τη χορήγηση ενισχύσεων για το αποκορυφωμένο γάλα και για το βουτυρόγαλα σε υγρή κατάσταση που χρησιμοποιούνται για τη διατροφή ζώων χωρίς προηγούμενη μεταποίησή τους σε σύνθετες ζωοτροφές ή σε αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη, είναι έγκυρος ενόψει:
- των ορίων της εκτελεστικής αρμοδιότητας της Επιτροπής, όπως καθορίζονται στο άρθρο 11, παράγραφος 1, του κανονισμού 1255/1999,
- της αρχής της απαγορεύσεως των διακρίσεων που διατυπώνεται στο άρθρο 34, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, ΕΚ, και
- της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης.
Επί της εκτελεστικής αρμοδιότητας της Επιτροπής υπό το πρίσμα του άρθρου 11, παράγραφος 1, του κανονισμού 1255/1999
Παρατηρήσεις που κατατέθηκαν στο Δικαστήριο
28 Η Niemann ισχυρίζεται ότι ο κανονισμός 2799/1999 εκδόθηκε κατά παράβαση του άρθρου 11, παράγραφος 1, του κανονισμού 1255/1999. Κατά την εν λόγω εταιρία, το άρθρο 15 του τελευταίου αυτού κανονισμού εξουσιοδοτεί απλώς την Επιτροπή να καθορίζει τις λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος χορηγήσεως των ενισχύσεων για το αποκορυφωμένο γάλα σε υγρή κατάσταση και το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη που χρησιμοποιούνται για τη διατροφή ζώων και δεν την εξουσιοδοτεί να καταργεί τις ενισχύσεις για το πρώτο από αυτά τα δύο προϋόντα.
29 Συγκεκριμένα, κατά την έκδοση του κανονισμού 1255/1999, ο κοινοτικός νομοθέτης έλαβε υπόψη την τότε υφιστάμενη κατάσταση στην αγορά του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϋόντων. Η κατάσταση αυτή χαρακτηριζόταν από την ύπαρξη αγοράς τόσο για το αποκορυφωμένο γάλα σε υγρή κατάσταση όσο και για το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη που χρησιμοποιούνται για τη διατροφή ζώων.
30 Συναφώς, η Niemann προβάλλει ότι, αν το Συμβούλιο επιθυμούσε, με τη νέα κοινή οργάνωση των αγορών στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϋόντων, τη μεταβολή της υφιστάμενης καταστάσεως, θα έπρεπε να εκφράσει σαφώς τη βούληση αυτή. Το Συμβούλιο όμως δεν ενήργησε κατ' αυτόν τον τρόπο, αλλά αποφάσισε ότι έπρεπε να χορηγηθούν ενισχύσεις τόσο για το αποκορυφωμένο γάλα σε υγρή κατάσταση όσο και για το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη που χρησιμοποιούνται για τη διατροφή ζώων.
31 Η Niemann υπενθυμίζει ότι, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου (απόφαση της 11ης Νοεμβρίου 1999, C-48/98, Sφhl & Sφhlke, Συλλογή 1999, σ. Ι-7877, σκέψη 36), τα όρια των αρμοδιοτήτων της Επιτροπής πρέπει να εκτιμώνται σε συνάρτηση με τους κύριους στόχους της κοινής οργανώσεως των οικείων αγορών, που εξουσιοδοτεί την Επιτροπή να εκδίδει κανονισμούς εφαρμογής. Κατά την ως άνω εταιρία, αν η κοινή οργάνωση των αγορών στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϋόντων αποσκοπεί στη στήριξη των αγορών τόσο στον τομέα του γάλακτος σε υγρή κατάσταση όσο και στον τομέα του γάλακτος σε σκόνη, η Επιτροπή δεν μπορεί να τροποποιήσει το πεδίο εφαρμογής της ως άνω οργανώσεως των αγορών και, κατ' αυτόν τον τρόπο, να τροποποιήσει μονομερώς τη βασική απόφαση του Συμβουλίου.
32 Αντιθέτως, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι, εκδίδοντας τον κανονισμό 2799/1999, καθόρισε τις λεπτομέρειες εφαρμογής του κανονισμού 1255/1999 παραμένοντας εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων που της ανατέθηκαν από τον τελευταίο αυτό κανονισμό. Η Επιτροπή στηρίζεται στην παραδοχή ότι η έννοια των αρμοδιοτήτων εκτελέσεως, τις οποίες το Συμβούλιο μπορεί να αναθέτει στην Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 202 ΕΚ, πρέπει να ερμηνεύεται ευρέως (αποφάσεις της 30ής Οκτωβρίου 1975, 23/75, Rey Soda κ.λπ., Συλλογή τόμος 1975, σ. 399, σκέψεις 10 έως 14, και της 19ης Νοεμβρίου 1998, C-159/96, Πορτογαλία κατά Επιτροπής, Συλλογή 1998, σ. Ι-7379, σκέψη 40).
33 Συγκεκριμένα, μόνον τα ουσιώδη στοιχεία του προς ρύθμιση ζητήματος εμπίπτουν στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Συμβουλίου (απόφαση της 17ης Δεκεμβρίου 1970, 25/70, Kφster, Συλλογή τόμος 1969-1971, σ. 617, σκέψη 6). Επιπλέον, χαρακτηρίζονται ως ουσιώδεις μόνον οι διατάξεις που έχουν ως σκοπό να μεταφέρουν τις βασικές κατευθύνσεις της κοινοτικής πολιτικής (απόφαση της 27ης Οκτωβρίου 1992, C-240/90, Γερμανία κατά Επιτροπής, Συλλογή 1992, σ. Ι-5383, σκέψη 37).
34 Κατά την Επιτροπή, δεδομένου ότι από τη διατύπωση του άρθρου 11, παράγραφος 1, του κανονισμού 1255/1999 ουδόλως προκύπτει ότι το Συμβούλιο επιθυμούσε οπωσδήποτε να συνεχίσει να επιδοτεί την απευθείας χρησιμοποίηση του αποκορυφωμένου γάλακτος σε υγρή κατάσταση για τη διατροφή ζώων, η Επιτροπή μπορούσε να επιλέξει ένα κανονιστικό πρότυπο βάσει του οποίου θα χορηγούσε επιδοτήσεις για το αποκορυφωμένο γάλα που χρησιμοποιείται για τη διατροφή ζώων, υπό την προϋπόθεση ότι το αποκορυφωμένο γάλα έχει τη μορφή σκόνης ή εμπλέκεται στη σύνθεση μειγμάτων ή συνθέτων ζωοτροφών.
Απάντηση του Δικαστηρίου
35 Πρέπει να υπομνηστεί ότι, σύμφωνα με το άρθρο 211, τέταρτη περίπτωση, ΕΚ, για τη διασφάλιση της λειτουργίας και αναπτύξεως της κοινής αγοράς, η Επιτροπή ασκεί τις αρμοδιότητες που της αναθέτει το Συμβούλιο για την εκτέλεση των κανόνων που θεσπίζει.
36 Εν προκειμένω, από την ανάγνωση του άρθρου 11 σε συνδυασμό με τα άρθρα 15 και 42, παράγραφος 3, πρώτη περίοδος, του κανονισμού 1255/1999 προκύπτει σαφώς ότι ο εν λόγω κανονισμός, αφενός, προβλέπει ότι παρέχονται ενισχύσεις στο αποκορυφωμένο γάλα σε υγρή κατάσταση και στο αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη, εφόσον τα προϋόντα αυτά ανταποκρίνονται σε ορισμένες προϋποθέσεις, και, αφετέρου, εξουσιοδοτεί την Επιτροπή να καθορίσει τις προϋποθέσεις αυτές.
37 Συνεπώς, για να δοθεί απάντηση στο πρώτο σκέλος του προδικαστικού ερωτήματος, πρέπει να εξεταστεί αν η Επιτροπή, θεσπίζοντας τις διατάξεις των άρθρων 8 και 9 του κανονισμού 2799/1999, καθόρισε τις προϋποθέσεις χορηγήσεως των ενισχύσεων για το αποκορυφωμένο γάλα σε υγρή κατάσταση και για το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη που χρησιμοποιούνται για τη διατροφή ζώων παραμένοντας εντός των ορίων της αρμοδιότητάς της, όπως αυτά καθορίζονται στο άρθρο 11, παράγραφος 1, του κανονισμού 1255/1999.
38 Συναφώς, πρέπει να υπομνηστεί, αφενός, ότι, όσον αφορά τον τομέα της κοινής γεωργικής πολιτικής, η Επιτροπή είναι η μόνη που είναι σε θέση να παρακολουθεί διαρκώς και με προσοχή την εξέλιξη των γεωργικών αγορών και να ενεργεί με την ταχύτητα που απαιτεί η κατάσταση. Επομένως, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, το Συμβούλιο μπορεί να οδηγηθεί να της αναθέσει στον τομέα αυτό ευρείες εξουσίες εκτιμήσεως και δράσεως. Στην περίπτωση αυτή, τα όρια της αρμοδιότητας αυτής πρέπει να κριθούν ιδίως υπό το πρίσμα των ουσιωδών γενικών στόχων της οργανώσεως της αγοράς (βλ., υπ' αυτήν την έννοια, μεταξύ άλλων, τις αποφάσεις της 21ης Μαου 1987, 133/85 έως 136/85, Rau κ.λπ., Συλλογή 1987, σ. 2289, σκέψη 31, και της 21ης Μαρτίου 1991, C-359/89, SAFA, Συλλογή 1991, σ. Ι-1677, σκέψη 16).
39 Αφετέρου, κατά πάγια νομολογία, τα κοινοτικά όργανα διαθέτουν στον τομέα της κοινής γεωργικής πολιτικής ευρεία διακριτική ευχέρεια, λαμβανομένων υπόψη των αρμοδιοτήτων που τους ανατίθενται από τη Συνθήκη ΕΚ (βλ., μεταξύ άλλων, απόφαση της 16ης Μαου 2002, C-63/00, Schilling και Nehring, Συλλογή 2002, σ. Ι-4483, σκέψη 39). Ενόψει μιας τέτοιας ευχέρειας, εναπόκειται στον κοινοτικό δικαστή να περιοριστεί στον έλεγχο του αν η άσκηση της ευχέρειας αυτής πάσχει πρόδηλη πλάνη ή κατάχρηση εξουσίας ή του αν ακόμα τα κοινοτικά όργανα υπερέβησαν προδήλως τα όρια της διακριτικής τους ευχέρειας (βλ., μεταξύ άλλων, απόφαση της 12ης Ιουλίου 2001, C-189/01, Jippes κ.λπ., Συλλογή 2001, σ. Ι-5689, σκέψη 80).
40 Εν προκειμένω, η Επιτροπή, ασκώντας την εκτελεστική αρμοδιότητα που της αναθέτει το άρθρο 11 του κανονισμού 1255/1999, καθόρισε τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες το αποκορυφωμένο γάλα σε υγρή κατάσταση και το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη, που χρησιμοποιούνται για τη διατροφή ζώων, μπορούν να τύχουν ενισχύσεων. Έτσι, κατά το άρθρο 8 του κανονισμού 2799/1999, για να δικαιούνται των ενισχύσεων, το αποκορυφωμένο γάλα και το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη, αφενός, πρέπει να χρησιμοποιηθούν σε αναγνωρισμένη επιχείρηση σύμφωνα με το άρθρο 9 του τελευταίου αυτού κανονισμού και, αφετέρου, δεν πρέπει να έχουν τύχει ενισχύσεως ή μειώσεως της τιμής σύμφωνα με άλλα κοινοτικά μέτρα. Επιπλέον, το άρθρο 9 του κανονισμού 2799/1999 ορίζει ότι η προβλεπόμενη αναγνώριση αφορά μόνον τις επιχειρήσεις που παράγουν μείγματα, σύνθετες ζωοτροφές ή μετουσιωμένο γάλα σε σκόνη.
41 Είναι βεβαίως ακριβές ότι από τις ως άνω διατάξεις προκύπτει ότι το αποκορυφωμένο γάλα σε υγρή κατάσταση δεν μπορεί, από της ενάρξεως ισχύος του κανονισμού 2799/1999, να τύχει ενισχύσεων παρά μόνον στο μέτρο που έχει ενσωματωθεί προηγουμένως σε μείγμα για την παρασκευή συνθέτων ζωοτροφών ή έχει μεταποιηθεί προηγουμένως σε αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη.
42 Ωστόσο, επιβάλλεται η διαπίστωση, πρώτον, ότι, καίτοι είναι αληθές ότι η ως άνω προϋπόθεση είναι αναμφισβήτητα περιοριστική, γεγονός είναι, πάντως, ότι η προϋπόθεση αυτή δεν ισοδυναμεί με πλήρη κατάργηση των ενισχύσεων για το αποκορυφωμένο γάλα σε υγρή κατάσταση που χρησιμοποιείται για τη διατροφή ζώων, μέτρο το οποίο θα ήταν αντίθετο προς το άρθρο 11, παράγραφος 1, του κανονισμού 1255/1999. Συγκεκριμένα, η σχετική με το αποκορυφωμένο γάλα αυτού του τύπου αγορά εξακολουθεί να απολαύει της προβλεπόμενης στην εν λόγω διάταξη στηρίξεως μέσω των ενισχύσεων που χορηγούνται στις επιχειρήσεις οι οποίες παράγουν μείγματα για την παρασκευή συνθέτων ζωοτροφών.
43 Δεύτερον, έχει σημασία να υπομνηστεί ότι η Επιτροπή δικαιολόγησε τη θέσπιση της περιοριστικής αυτής προϋποθέσεως επισημαίνοντας, στην τρίτη αιτιολογική σκέψη του κανονισμού 2799/1999, την ανάγκη να διασφαλιστεί ότι το αποκορυφωμένο γάλα και το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη που δικαιούνται των ενισχύσεων αυτών χρησιμοποιούνται πραγματικά στη διατροφή ζώων.
44 Τρίτον, η Επιτροπή διευκρίνισε, στην ενδέκατη αιτιολογική σκέψη του εν λόγω κανονισμού, αφενός, ότι από την πείρα που αποκτήθηκε έχει αποδειχθεί ότι το καθεστώς της ενισχύσεως που προβλέπεται από τον κανονισμό 1105/68 δημιουργούσε πολλά προβλήματα όσον αφορά την εφαρμογή του και τον έλεγχο των δικαιούχων και, αφετέρου, ότι οι ποσότητες αποκορυφωμένου γάλακτος που επωφελούνται του μέτρου αυτού είχαν μειωθεί κατά πολύ κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, σε τέτοιο σημείο ώστε η επίπτωση αυτού του καθεστώτος ενισχύσεως επί της ισορροπίας της αγοράς των γαλακτοκομικών προϋόντων έχει καταστεί περιθωριακή.
45 Ενόψει των προεκτεθέντων, δεν προκύπτει ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη ή ότι ενήργησε κατά κατάχρηση εξουσίας ή ότι υπερέβη τα όρια της εξουσίας εκτιμήσεως που διαθέτει, εξαρτώντας τη χορήγηση των ενισχύσεων από την προϋπόθεση ότι το αποκορυφωμένο γάλα σε υγρή κατάσταση που χρησιμοποιείται για τη διατροφή ζώων έχει προηγουμένως μεταποιηθεί σε σύνθετες ζωοτροφές ή σε γάλα σε σκόνη.
46 Κατά συνέπεια, η Επιτροπή, εκδίδοντας τον κανονισμό 2799/1999, δεν υπερέβη τα όρια της εκτελεστικής αρμοδιότητάς της.
Επί της αρχής της απαγορεύσεως των διακρίσεων
Παρατηρήσεις που κατατέθηκαν στο Δικαστήριο
47 Η Niemann προβάλλει ότι ο κανονισμός 2799/1999 παραβιάζει την αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων, η οποία διατυπώνεται στο άρθρο 34, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, ΕΚ. Αναφερόμενη στη νομολογία σύμφωνα με την οποία η ως άνω διάταξη επιβάλλει να μην αντιμετωπίζονται με διαφορετικό τρόπο παρεμφερείς καταστάσεις, εφόσον μια τέτοια διαφοροποίηση δεν δικαιολογείται από αντικειμενικούς λόγους, η Niemann επισημαίνει, πρώτον, ότι το αποκορυφωμένο γάλα σε υγρή κατάσταση και το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη είναι πανομοιότυπα προϋόντα. Συγκεκριμένα, το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη λαμβάνεται κατόπιν ξηράνσεως του αποκορυφωμένου γάλακτος σε υγρή κατάσταση, ήτοι κατόπιν αφυδατώσεως του τελευταίου. Δεύτερον, η Niemann ισχυρίζεται ότι το αποκορυφωμένο γάλα σε υγρή κατάσταση και το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη είναι παρεμφερή όσον αφορά τη χρήση για την οποία προορίζονται και ότι, ως εκ τούτου, μπορούν να αντικατασταθούν μεταξύ τους. Πράγματι, και οι δύο αυτοί τύποι αποκορυφωμένου γάλακτος χρησιμοποιούνται για την πάχυνση των μόσχων.
48 Η Επιτροπή αντιτείνει ότι ο κανονισμός 2799/1999 δεν εισάγει διάκριση απαγορευόμενη από το άρθρο 34, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, ΕΚ. Ισχυρίζεται ότι οι περιπτώσεις των παραγωγών αποκορυφωμένου γάλακτος σε υγρή κατάσταση και των παραγωγών αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη δεν μπορούν να συγκριθούν, καθόσον οι δεύτεροι υποβάλλουν τα προϋόντα τους σε συμπληρωματικές φάσεις μεταποιήσεως. Το γεγονός και μόνον ότι τα δύο προϋόντα χρησιμοποιούνται για τη διατροφή ζώων και ότι έτσι συμβάλλουν στην επιθυμητή αξιοποίηση των πρωτεϋνών του γάλακτος δεν επιβάλλει την υποχρέωση να τους επιφυλαχθεί η ίδια μεταχείριση όσον αφορά τη χορήγηση των ενισχύσεων. Η Επιτροπή επικαλείται επίσης τις διαφορετικές ιδιότητες των δύο επίμαχων προϋόντων και τις συνέπειες που απορρέουν εξ αυτών. Κατά την Επιτροπή, οι διαφορές αυτές έχουν επιπτώσεις επί των ελέγχων που οφείλει να πραγματοποιήσει στο πλαίσιο της εφαρμογής του καθεστώτος ενισχύσεων.
Απάντηση του Δικαστηρίου
49 Πρέπει να υπομνηστεί ότι, κατά πάγια νομολογία, το άρθρο 34, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, ΕΚ, το οποίο καθιερώνει, στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής, την απαγόρευση των δυσμενών διακρίσεων, δεν αποτελεί παρά ειδική έκφραση της γενικής αρχής της ισότητας η οποία επιτάσσει να μην επιφυλάσσεται σε όμοιες καταστάσεις διαφορετική μεταχείριση ούτε σε διαφορετικές καταστάσεις όμοια μεταχείριση, εκτός αν η διαφοροποίηση δικαιολογείται αντικειμενικώς (βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 20ής Σεπτεμβρίου 1998, 203/86, Ισπανία κατά Συμβουλίου, Συλλογή 1988, σ. 4563, σκέψη 25· της 17ης Απριλίου 1997, C-15/95, EARL de Kerlast, Συλλογή 1997, σ. Ι-1961, σκέψη 35, και της 13ης Απριλίου 2000, C-292/97, Karlsson κ.λπ., Συλλογή 2000, σ. Ι-2737, σκέψη 39).
50 Εν προκειμένω, δεν αμφισβητείται ότι, κατ' αρχήν, το αποκορυφωμένο γάλα σε υγρή κατάσταση και το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη που χρησιμοποιούνται για τη διατροφή ζώων είναι παρεμφερή προϋόντα.
51 Εντούτοις, υφίστανται διαφορές μεταξύ των δύο αυτών προϋόντων οι οποίες δικαιολογούν αντικειμενικώς τη διαφορετική μεταχείριση, από την άποψη του δικαιώματος για λήψη ενισχύσεων, μεταξύ των δύο αυτών προϋόντων. Πρώτον, το αποκορυφωμένο γάλα σε υγρή κατάσταση αλλοιώνεται ευκολότερα από το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη. Για τον λόγο αυτό, το αποκορυφωμένο γάλα σε υγρή κατάσταση δεν συντηρείται για ίδιο χρονικό διάστημα και κατά τον ίδιο τρόπο με το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη.
52 Δεύτερον, το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη και το αποκορυφωμένο γάλα σε υγρή κατάσταση δεν αποτελούν αντικείμενο των ίδιων ελέγχων. Λαμβανομένου υπόψη ότι το αποκορυφωμένο γάλα σε υγρή κατάσταση εύκολα αλλοιώνεται, είναι αναγκαίο να διενεργούνται έλεγχοι κατά τακτά και σύντομα χρονικά διαστήματα τόσο στις γαλακτοκομικές μονάδες όσο και στις μονάδες εκτροφής μόσχων όπου χρησιμοποιείται γάλα αυτού του τύπου. Έτσι, το κόστος των ελέγχων αυτών είναι σαφώς υψηλότερο του κόστους των ελέγχων που πραγματοποιούνται επί του γάλακτος σε σκόνη.
53 Όπως διευκρίνισε η Επιτροπή στην ενδέκατη αιτιολογική σκέψη του κανονισμού 2799/1999, οι ποσότητες αποκορυφωμένου γάλακτος που επωφελούνται του μέτρου των ενισχύσεων έχουν μειωθεί κατά πολύ κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, σε τέτοιο σημείο ώστε η επίπτωση αυτού του καθεστώτος ενισχύσεως επί της ισορροπίας της αγοράς των γαλακτοκομικών προϋόντων έχει καταστεί περιθωριακή. Πάντως, η εξέλιξη αυτή των συνθηκών της αγοράς μπορεί να δικαιολογήσει την κατάργηση των αναποτελεσματικότερων και επαχθέστερων μέτρων του εν λόγω καθεστώτος.
54 Βάσει των σκέψεων αυτών, πρέπει να συναχθεί ότι η Επιτροπή, εκδίδοντας τον κανονισμό 2799/1999, δεν παραβίασε την αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων, η οποία διατυπώνεται στο άρθρο 34, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, ΕΚ.
Επί της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης
55 Η Niemann αναφέρεται στη νομολογία σχετικά με την αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης (αποφάσεις της 4ης Ιουλίου 1973, 1/73, Westzucker, Συλλογή τόμος 1972-1973, σ. 597· της 14ης Μαου 1975, 74/74, CNTA κατά Επιτροπής, Συλλογή τόμος 1975, σ. 157· της 8ης Ιουνίου 1977, 97/76, Merkur κατά Επιτροπής, Συλλογή τόμος 1977, σ. 331· της 16ης Μαου 1979, 84/78, Tomadini, Συλλογή τόμος 1979/Ι, σ. 903, και της 11ης Ιουλίου 1991, C-368/89, Crispoltoni, Συλλογή 1991, σ. Ι-3695, σκέψη 21) προκειμένου να υποστηρίξει ότι η κατάργηση, από την 1η Ιανουαρίου 2000, των ενισχύσεων για το αποκορυφωμένο γάλα σε υγρή κατάσταση που χρησιμοποιείται για τη διατροφή ζώων, με κανονισμό που εξέδωσε η Επιτροπή στις 17 Δεκεμβρίου 1999 και ο οποίος δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϋκών Κοινοτήτων της 31ης Δεκεμβρίου 1999, προσβάλλει τα δικαιώματα που αντλεί η Niemann από την εν λόγω αρχή. Συγκεκριμένα, δεν είναι πλέον δυνατή η τήρηση των συμβάσεων που είχαν συναφθεί προηγουμένως και, κατά την τελευταία αυτή ημερομηνία, ο σχεδιασμός για το έτος 2000 είχε από μακρού ήδη χρόνου ολοκληρωθεί. Μία τέτοια ουσιώδης μεταβολή της καταστάσεως της αγοράς, η οποία έχει σημαντικά αποτελέσματα για τους ενδιαφερομένους, δεν θα έπρεπε να αρχίσει να ισχύει «από τη μία ημέρα στην άλλη», αλλά θα έπρεπε να υλοποιηθεί μετά από επαρκή μεταβατική περίοδο.
56 Συναφώς, πρέπει να υπομνηστεί ότι, κατά πάγια νομολογία, στις κοινές οργανώσεις αγοράς, στο αντικείμενο των οποίων επέρχονται συνεχείς προσαρμογές σε συνάρτηση με τις μεταβολές της οικονομικής καταστάσεως, οι επιχειρηματίες δεν μπορούν να έχουν την πεποίθηση ότι δεν θα θεσπιστούν κανόνες της πολιτικής αγορών ή της διαρθρωτικής πολιτικής που να επιβάλλουν περιορισμούς. Επιπλέον, δεν επιτρέπεται η επίκληση της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης κατά κοινοτικής κανονιστικής ρυθμίσεως παρά μόνον εφόσον η ίδια η Κοινότητα δημιούργησε μια κατάσταση που μπορούσε να δημιουργήσει δικαιολογημένη εμπιστοσύνη στους διοικουμένους (βλ. υπ' αυτήν την έννοια, απόφαση της 15ης Φεβρουαρίου 1996, C-63/93, Duff κ.λπ., Συλλογή 1996, σ. Ι-569, σκέψη 20).
57 Στην υπόθεση της κύριας δίκης, από κανένα στοιχείο της δικογραφίας δεν προκύπτει ότι τα αρμόδια κοινοτικά θεσμικά όργανα δημιούργησαν μια κατάσταση που μπορούσε να δημιουργήσει δικαιολογημένη εμπιστοσύνη στους οικείους παραγωγούς όσον αφορά τη διατήρηση του προβλεπόμενου από τον κανονισμό 1105/68 καθεστώτος ενισχύσεως για το αποκορυφωμένο γάλα σε υγρή κατάσταση που χρησιμοποιείται για τη διατροφή ζώων.
58 Αντιθέτως, όπως προκύπτει από την ειδική έκθεση 1/99 του Ελεγκτικού Συνεδρίου, της 25ης Μαρτίου 1999, σχετικά με τις ενισχύσεις για το αποκορυφωμένο γάλα και το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη που προορίζεται για τη διατροφή των ζώων, συνοδευόμενη από τις απαντήσεις της Επιτροπής (ΕΕ C 147, σ. 1), η Επιτροπή είχε ανακοινώσει ότι σκόπευε να τροποποιήσει την υφιστάμενη ρύθμιση όσον αφορά τις ενισχύσεις στον τομέα του αποκορυφωμένου γάλακτος που χρησιμοποιείται για τη διατροφή ζώων. Συγκεκριμένα, η Επιτροπή, με τις απαντήσεις της στην εν λόγω έκθεση, έθεσε σαφώς υπό αμφισβήτηση τη διατήρηση των ενισχύσεων υπέρ του αποκορυφωμένου γάλακτος σε υγρή κατάσταση, ενόψει της περιορισμένης σημασίας του προϋόντος αυτού για την ισορροπία στην αγορά πρωτεϋνών γάλακτος, λαμβανομένου υπόψη ότι το εν λόγω προϋόν αντιπροσωπεύει μόνον το 3 % της συνολικής επιδοτούμενης ποσότητας αποκορυφωμένου γάλακτος στην εσωτερική αγορά.
59 Επιπλέον, από τη δικογραφία προκύπτει ότι η Επιτροπή είχε ενημερώσει, ήδη από τον Αύγουστο του 1999, τη γερμανική ομοσπονδία γεωργών και την εθνική ομοσπονδία των ασχολουμένων με την εκτροφή μόσχων σχετικά με την πρόθεσή της να προβεί στη θέσπιση των εν λόγω μέτρων.
60 Κατά συνέπεια, η Επιτροπή, εκδίδοντας τον κανονισμό 2799/1999, δεν παραβίασε την αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης.
61 Υπό τις συνθήκες αυτές, ενόψει του συνόλου των προεκτεθέντων, στο αιτούν δικαστήριο πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι από την εξέταση του υποβληθέντος ερωτήματος δεν προέκυψαν στοιχεία ικανά να θέσουν υπό αμφισβήτηση το κύρος του κανονισμού 2799/1999.
Επί των δικαστικών εξόδων
62 Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η Επιτροπή, που κατέθεσε παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται. Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων.
Για τους λόγους αυτούς,
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
(έκτο τμήμα),
κρίνοντας επί του ερωτήματος που του υπέβαλε με διάταξη της 6ης Δεκεμβρίου 2000 το Verwaltungsgericht Hannover, αποφαίνεται:
Από την εξέταση του υποβληθέντος ερωτήματος δεν προέκυψαν στοιχεία ικανά να θέσουν υπό αμφισβήτηση το κύρος του κανονισμού (ΕΚ) 2799/1999 της Επιτροπής, της 17ης Δεκεμβρίου 1999, για λεπτομέρειες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) 1255/1999 όσον αφορά τη χορήγηση ενίσχυσης στο αποκορυφωμένο γάλα και στο αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη που προορίζονται για τη διατροφή ζώων και για την πώληση του εν λόγω αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη.