EUR-Lex Πρόσβαση στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επιστροφή στην αρχική σελίδα του EUR-Lex

Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex

Έγγραφο 62000CJ0224

Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 19ης Μαρτίου 2002.
Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιταλικής Δημοκρατίας.
Παράβαση κράτους μέλους - Άρθρο 6 της Συνθήκης ΕΚ (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 12 ΕΚ) - Διαφορετική μεταχείριση των παραβατών του κώδικα οδικής κυκλοφορίας ανάλογα με τον τόπο ταξινομήσεως των οχημάτων - Αναλογικότητα.
Υπόθεση C-224/00.

Συλλογή της Νομολογίας 2002 I-02965

Αναγνωριστικό ECLI: ECLI:EU:C:2002:185

62000J0224

Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 19ης Μαρτίου 2002. - Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιταλικής Δημοκρατίας. - Παράβαση κράτους μέλους - Άρθρο 6 της Συνθήκης ΕΚ (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 12 ΕΚ) - Διαφορετική μεταχείριση των παραβατών του κώδικα οδικής κυκλοφορίας ανάλογα με τον τόπο ταξινομήσεως των οχημάτων - Αναλογικότητα. - Υπόθεση C-224/00.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 2002 σελίδα I-02965


Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


Κοινοτικό δίκαιο - Αρχές - Ίση μεταχείριση - Δυσμενής διάκριση λόγω ιθαγενείας - Εθνική νομοθεσία προβλέπουσα διαφορετική και δυσανάλογη μεταχείριση των παραβατών του κώδικα οδικής κυκλοφορίας βάσει του τόπου ταξινομήσεως των οχημάτων - Δεν επιτρέπεται

[Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 6 (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 12 ΕΚ)]

Περίληψη


$$αραβαίνει τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 6 της Συνθήκης (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 12 ΕΚ) κράτος μέλος που διατηρεί διαφορετική και δυσανάλογη μεταχείριση των παραβατών βάσει του τόπου ταξινομήσεως των οχημάτων, προβλέποντας ότι, σε περίπτωση παραβάσεως που διαπράττεται από όχημα ταξινομηθέν σ' αυτό το κράτος μέλος, ο παραβάτης διαθέτει προθεσμία εξήντα ημερών, από τη διαπίστωση ή την κοινοποίηση της παραβάσεως, για να καταβάλει το ελάχιστο προβλεπόμενο ποσό ή να ασκήσει προσφυγή, αν δεν έχει ήδη καταβάλει το εν λόγω ελάχιστο ποσό, ενώ, σε περίπτωση παραβάσεως που διαπράττεται από όχημα που έχει ταξινομηθεί σε άλλο κράτος, ο παραβάτης υποχρεούται είτε να καταβάλει πάραυτα το ελάχιστο προβλεπόμενο ποσό, είτε, ιδίως αν επιθυμεί να αμφισβητήσει την παράβαση, να συστήσει εγγύηση ίση με το διπλάσιο του ελαχίστου αυτού ποσού, ειδάλλως αφαιρείται η άδειά του οδηγήσεως ή κατάσχεται το όχημα.

( βλ. σκέψεις 16, 29 και διατακτ. )

Διάδικοι


Στην υπόθεση C-224/00,

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από την C. O'Reilly και τον G. Bisogni, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

προσφεύγουσα,

κατά

Ιταλικής Δημοκρατίας, εκπροσωπούμενης από τον U. Leanza, επικουρούμενο από τον O. Fiumara, avvocato dello Stato, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

καθής,

που έχει ως αντικείμενο να διαπιστωθεί ότι η Ιταλική Δημοκρατία, διατηρώντας σε ισχύ νομοθεσία (άρθρο 207 του ιταλικού κώδικα οδικής κυκλοφορίας) επιβάλλουσα διαφορετική και δυσανάλογη μεταχείριση των παραβατών βάσει του τόπου ταξινομήσεως των οχημάτων, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 6 της Συνθήκης ΕΚ (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 12 ΕΚ),

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα),

συγκείμενο από τις F. Macken, πρόεδρο τμήματος, N. Colneric, και τους R. Schintgen, Β. Σκουρή (εισηγητή) και J. N. Cunha Rodrigues, δικαστές,

γενική εισαγγελέας: C. Stix-Hackl

γραμματέας: R. Grass

έχοντας υπόψη την έκθεση του εισηγητή δικαστή,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 6ης Δεκεμβρίου 2001,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης


1 Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 31 Μα_ου 2000, η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων άσκησε, δυνάμει του άρθρου 226 ΕΚ, προσφυγή με σκοπό να διαπιστωθεί ότι η Ιταλική Δημοκρατία, διατηρώντας σε ισχύ νομοθεσία (άρθρο 207 του ιταλικού κώδικα οδικής κυκλοφορίας) επιβάλλουσα διαφορετική και δυσανάλογη μεταχείριση των παραβατών βάσει του τόπου ταξινομήσεως των οχημάτων, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 6 της Συνθήκης ΕΚ (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 12 ΕΚ).

Η εθνική νομοθεσία

2 Τα άρθρα 202 έως 205 του decreto legislativo 285, Nuovo codice della strada (νομοθετικού διατάγματος 285 περί νέου κώδικα οδικής κυκλοφορίας), της 30ής Απριλίου 1992 (GURI 114, της 18ης Μα_ου 1992, suppl. ord., στο εξής: κώδικας οδικής κυκλοφορίας), προβλέπουν:

«Άρθρο 202 - Μειωμένο πρόστιμο

Όσον αφορά τις παραβάσεις για τις οποίες ο παρών κώδικας προβλέπει χρηματική ποινή, με την επιφύλαξη εφαρμογής ενδεχομένων παρεπομένων κυρώσεων, ο παραβάτης πρέπει να καταβάλει, το αργότερο εντός εξήντα ημερών από τη διαπίστωση ή την κοινοποίηση της παραβάσεως, ποσό ίσο με το ελάχιστο ποσό που καθορίζεται από τις ειδικές διατάξεις.

[...]

Άρθρο 203 - Διοικητική προσφυγή ενώπιον του νομάρχη

1. Ο παραβάτης [...], εντός εξήντα ημερών μετά την ημερομηνία κατά την οποία διαπιστώθηκε ή κοινοποιήθηκε η παράβαση, αν το μειωμένο πρόστιμο δεν καταβλήθηκε στις περιπτώσεις που επιτρέπεται, [μπορεί] να ασκήσει διοικητική προσφυγή ενώπιον του νομάρχη [...].

2. [...]

3. Αν, εντός της ταχθείσας προθεσμίας, δεν ασκήθηκε καμία διοικητική προσφυγή και αν δεν καταβλήθηκε το μειωμένο πρόστιμο, η κλήση [...] αποτελεί εκτελεστό τίτλο για ποσό ίσο προς το ήμισυ του ανωτάτου ποσού της προβλεπομένης διοικητικής κυρώσεως και για τα διαδικαστικά έξοδα.

Άρθρο 204 - Μέτρα του νομάρχη

Αν, αφού εξετάσει την κλήση [...], ο νομάρχης θεωρήσει βάσιμη τη διαπίστωση της παραβάσεως, εκδίδει, εντός εξήντα ημερών, αιτιολογημένη διάταξη περί επιβολής προστίμου καθορισμένου ποσού, το ύψος του οποίου δεν μπορεί να είναι κατώτερο του διπλασίου του νομίμου ελαχίστου ποσού.

Άρθρο 205 - Ανακοπή ενώπιον της δικαστικής αρχής

1. Κατά της διατάξεως περί επιβολής προστίμου [...] οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να ασκήσουν ανακοπή [ενώπιον του τακτικού δικαστηρίου] [...].

[...]»

3 Το άρθρο 207 του κώδικα οδικής κυκλοφορίας, που εφαρμόζεται σε περίπτωση παραβάσεως την οποία διαπράττει όχημα που έχει ταξινομηθεί σε άλλο κράτος πλην της Ιταλίας ή έχει πινακίδα αριθμού κυκλοφορίας ΕΕ, έχει ως εξής:

«1. Όταν όχημα που έχει ταξινομηθεί στην αλλοδαπή ή έχει πινακίδα αριθμού κυκλοφορίας ΕΕ διαπράξει παράβαση διατάξεως του παρόντος κώδικα, η οποία τιμωρείται με χρηματική ποινή, ο παραβάτης μπορεί να καταβάλει πάραυτα, στο όργανο που διαπίστωσε την παράβαση, το μειωμένο πρόστιμο που προβλέπεται στο άρθρο 202. [...]

2. Αν, για οποιαδήποτε αιτία, ο παραβάτης δεν κάνει χρήση της δυνατότητας καταβολής μειωμένου προστίμου, υποχρεούται να καταβάλει στο όργανο που διαπίστωσε την παράβαση, ως εγγύηση, ποσό ίσο προς το ήμισυ του ανωτάτου ποσού της προβλεπομένης για τη διαπραχθείσα παράβαση χρηματικής ποινής. Αντί της καταβολής της εν λόγω εγγυήσεως, ο παραβάτης μπορεί να προσκομίσει ένα ειδικό έγγραφο εγγυήσεως που να καλύπτει την καταβολή των οφειλομένων ποσών. Η καταβολή της εγγυήσεως ή η προσκόμιση του εγγράφου εγγυήσεως αναφέρεται στην κλήση που διαπιστώνει την παράβαση. Αμφότερα κατατίθενται στο τμήμα ή στην υπηρεσία όπου υπάγεται το όργανο που διαπίστωσε την παράβαση.

3. Εάν δεν υπάρξει καταβολή της εγγυήσεως ή προσκόμιση του εγγράφου εγγυήσεως της παραγράφου 2, το όργανο που διαπίστωσε την παράβαση προβαίνει, συντηρητικώς, στην άμεση αφαίρεση της αδείας οδηγήσεως του ενδιαφερομένου. Ελλείψει αδείας οδηγήσεως, το όχημα κατάσχεται εφόσον δεν πληρούται μία από τις προϋποθέσεις της παραγράφου 2 και, εν πάση περιπτώσει, για μία χρονική περίοδο μη υπερβαίνουσα τις εξήντα ημέρες.»

4 Από τον φάκελο της υποθέσεως προκύπτει ότι όλες οι διοικητικές κυρώσεις που προβλέπονται στον κώδικα οδικής κυκλοφορίας έχουν καθοριστεί κατά τρόπο ώστε το μέγιστο ποσό τους να αντιστοιχεί στο τετραπλάσιο του ελαχίστου ποσού τους. Συνεπώς, το «ήμισυ του ανωτάτου ποσού» των άρθρων 203 και 207 συμπίπτει με το «διπλάσιο του ελαχίστου» του άρθρου 204· οι δε δύο εκφράσεις πρέπει να θεωρηθούν ισοδύναμες.

Η προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασία

5 Θεωρώντας ότι το άρθρο 207 του κώδικα οδικής κυκλοφορίας θεσπίζει διαφορετική και δυσανάλογη μεταχείριση των παραβατών ανάλογα με τον τόπο ταξινομήσεως των οχημάτων, αντίθετη προς το άρθρο 6 της Συνθήκης, η Επιτροπή κίνησε τη διαδικασία λόγω παραβάσεως. Αφού όχλησε την Ιταλική Δημοκρατία να υποβάλει τις παρατηρήσεις της, η Επιτροπή τής απηύθυνε στις 2 Οκτωβρίου 1998 αιτιολογημένη γνώμη με την οποία κάλεσε το εν λόγω κράτος μέλος να λάβει τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να συμμορφωθεί προς αυτήν εντός δύο μηνών από της κοινοποιήσεώς της.

6 Με έγγραφα της 22ας Οκτωβρίου και της 12ης Νοεμβρίου 1998, οι ιταλικές αρχές αμφισβήτησαν το υποστατό της προβαλλομένης παραβάσεως ισχυριζόμενες, μεταξύ άλλων, ότι, όταν οι κοινοτικές αρχές έλαβαν την κοινοποίηση του κώδικα οδικής κυκλοφορίας, δεν προέβαλαν καμία ένσταση για το άρθρο 207. Με έγγραφο της 18ης Ιανουαρίου 1999, οι ιταλικές αρχές επισήμαναν στην Επιτροπή ότι εξετάζουν τη δυνατότητα να προστεθούν τροποποιήσεις στο νομοσχέδιο περί τροποποιήσεως του κώδικα αυτού, το οποίο έχει υποβληθεί στο Κοινοβούλιο. άντως, στη συνέχεια η Επιτροπή δεν έλαβε καμία πληροφορία ως προς την ενδεχόμενη τροποποίηση του άρθρου 207 του κώδικα οδικής κυκλοφορίας.

7 Υπό τις συνθήκες αυτές, η Επιτροπή αποφάσισε να ασκήσει την παρούσα προσφυγή.

Λόγοι και επιχειρήματα των διαδίκων

8 Η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι η ιταλική νομοθεσία συνεπάγεται δυσμενή διάκριση βασιζόμενη στον τόπο ταξινομήσεως του οχήματος που αντιστοιχεί, πράγματι, σε διαφορετική μεταχείριση των παραβατών κατοίκων ημεδαπής και των παραβατών κατοίκων αλλοδαπής. Οι δεύτεροι βρίσκονται σε μειονεκτική θέση σε σχέση με τους πρώτους καθόσον υποχρεούνται να προβαίνουν σε άμεση καταβολή του ελαχίστου ποσού του προστίμου ή να συστήνουν εγγύηση ανερχόμενη στο διπλάσιο του ποσού αυτού, ειδάλλως αφαιρείται η άδειά τους οδηγήσεως ή κατάσχεται το όχημά τους. Επειδή η κατηγορία των παραβατών κατοίκων αλλοδαπής συμπίπτει μάλλον με την κατηγορία των υπηκόων άλλων κρατών μελών, τέτοιου είδους διαφορετική μεταχείριση συνεπάγεται έμμεση δυσμενή διάκριση λόγω ιθαγενείας, σε βάρος των υπηκόων άλλων κρατών μελών.

9 Η Επιτροπή, μολονότι επισημαίνει ότι το Δικαστήριο, με την απόφαση της 23ης Ιανουαρίου 1997, C-29/95, Pastoors και Trans-Cap (Συλλογή 1997, σ. Ι-285), αναγνώρισε ότι η διαφορετική μεταχείριση των παραβατών κατοίκων ημεδαπής και κατοίκων αλλοδαπής μπορεί να δικαιολογείται αντικειμενικώς αν σκοπεί να διασφαλίζει την καταβολή των προστίμων από τους παραβάτες κατοίκους αλλοδαπής και αν είναι ανάλογη προς τον σκοπό αυτό, ισχυρίζεται ότι το καθεστώς του άρθρου 207 του κώδικα οδικής κυκλοφορίας είναι προφανώς δυσανάλογο και δημιουργεί δυσμενείς διακρίσεις· συνεπώς, αντίκειται στο άρθρο 6 της Συνθήκης.

10 Σύμφωνα με την Επιτροπή, για να δοθούν όλες οι απαραίτητες εγγυήσεις στις ιταλικές αρχές, θα αρκούσε αν η ιταλική νομοθεσία προέβλεπε την άμεση καταβολή εγγυήσεως ίσης προς το ελάχιστο προβλεπόμενο ποσό, ανάλογης με τον επιδιωκόμενο στόχο, δηλαδή να καταβάλλεται το ποσό του άρθρου 202 του κώδικα οδικής κυκλοφορίας χωρίς να θίγεται το δικαίωμα του κατοίκου αλλοδαπής να διαθέτει περίοδο διασκέψεως.

11 Η Ιταλική Κυβέρνηση αναγνωρίζει ότι η ιταλική νομοθεσία δημιουργεί έμμεση δυσμενή διάκριση λόγω ιθαγενείας.

12 Η Ιταλική Κυβέρνηση, στηριζόμενη στις σκέψεις 22 και 24 της προαναφερθείσας αποφάσεως Pastoors και Trans-Cap, υποστηρίζει πάντως ότι η διάκριση αυτή είναι αναγκαία για να διασφαλίσει την καταβολή των προστίμων που οφείλονται από τους παραβάτες κατοίκους αλλοδαπής, λαμβανομένης υπόψη της ελλείψεως κοινοτικών νομοθετικών κειμένων ή διμερών συμβάσεων μεταξύ της Ιταλικής Δημοκρατίας και των άλλων κράτων μελών που να διασφαλίζουν την εκτέλεση στην αλλοδαπή των εν λόγω κυρώσεων.

13 Η προτεινόμενη από την Επιτροπή λύση δεν είναι πρόσφορη διότι, αφενός, δεν εξαλείφει τη σοβαρότερη πτυχή της διακρίσεως, δηλαδή την υποχρέωση της άμεσης καταβολής, και, αφετέρου, συνιστά πλεονέκτημα για τον κάτοικο αλλοδαπής, ο οποίος αμφισβητεί την παράβαση ασκώντας ενώπιον του νομάρχη την προβλεπόμενη κατά νόμο προσφυγή, αν η προσφυγή αυτή τελικά απορριφθεί. ράγματι, στην περίπτωση αυτή, η εγγύηση ποσού ίσου με το ελάχιστο ποσό της χρηματικής ποινής δεν αρκεί για να καλύψει το προβλεπόμενο από την ιταλική νομοθεσία πρόστιμο που δεν μπορεί να είναι κατώτερο του διπλασίου του ελαχίστου ποσού.

Εκτίμηση του Δικαστηρίου

14 Εκ προοιμίου, υπενθυμίζεται ότι το άρθρο 6 της Συνθήκης, που συνιστά ειδική έκφραση της γενικής αρχής της ισότητας, απαγορεύει κάθε διάκριση λόγω ιθαγενείας.

15 Κατά πάγια νομολογία, οι κανόνες περί ίσης μεταχειρίσεως μεταξύ ημεδαπών και αλλοδαπών απαγορεύουν όχι μόνο τις προφανείς διακρίσεις λόγω ιθαγενείας, αλλά και κάθε μορφή συγκεκαλυμμένης διακρίσεως η οποία, διά της εφαρμογής διαφορετικών κριτηρίων διαχωρισμού, καταλήγει στην πράξη στο ίδιο αποτέλεσμα (προαναφερθείσα απόφαση Pastoors και Trans-Cap, σκέψη 16).

16 Εν προκειμένω, η ιταλική νομοθεσία επιφυλάσσει στους παραβάτες του κώδικα οδικής κυκλοφορίας διαφορετική μεταχείριση ανάλογα με τον τόπο ταξινομήσεως του οχήματός τους. Συγκεκριμένα, σε περίπτωση παραβάσεως που διαπράττεται από όχημα ταξινομηθέν στην Ιταλία, ο παραβάτης διαθέτει προθεσμία εξήντα ημερών, από τη διαπίστωση ή την κοινοποίηση της παραβάσεως, για να καταβάλει το ελάχιστο προβλεπόμενο ποσό· μπορεί επίσης να ασκήσει εντός της προθεσμίας αυτής προσφυγή ενώπιον του νομάρχη, αν δεν έχει ήδη καταβάλει το εν λόγω ελάχιστο ποσό. Αντιθέτως, από το άρθρο 207 του κώδικα οδικής κυκλοφορίας προκύπτει ότι, σε περίπτωση παραβάσεως που διαπράττεται από όχημα που έχει ταξινομηθεί σε άλλο κράτος πλην της Ιταλίας ή έχει πινακίδα αριθμού κυκλοφορίας ΕΕ, ο παραβάτης υποχρεούται είτε να καταβάλει πάραυτα το ελάχιστο προβλεπόμενο ποσό, είτε, ιδίως αν επιθυμεί να αμφισβητήσει την παράβαση ενώπιον του νομάρχη, να συστήσει εγγύηση ίση με το διπλάσιο του ελαχίστου αυτού ποσού, ειδάλλως αφαιρείται η άδειά του οδηγήσεως ή κατάσχεται το όχημά του.

17 ροκύπτει συνεπώς ότι το άρθρο 207 του κώδικα οδικής κυκλοφορίας θεσπίζει διαφορετική μεταχείριση σε βάρος των παραβατών που κατέχουν όχημα ταξινομηθέν σε άλλο κράτος μέλος πλην της Ιταλίας.

18 Είναι βέβαια αληθές ότι η διαφορετική αυτή μεταχείριση δεν στηρίζεται άμεσα στην ιθαγένεια. αρ' όλ' αυτά, συνομολογείται ότι, στην Ιταλία, η μεγάλη πλειοψηφία των παραβατών που κατέχουν όχημα ταξινομηθέν σε άλλο κράτος μέλος δεν είναι Ιταλοί υπήκοοι, ενώ η μεγάλη πλειοψηφία των παραβατών που κατέχουν όχημα ταξινομηθέν στην Ιταλία είναι Ιταλοί υπήκοοι.

19 Επομένως, η διαφορετική μεταχείριση που θεσπίζεται με το άρθρο 207 του κώδικα οδικής κυκλοφορίας σε βάρος των παραβατών που κατέχουν όχημα ταξινομηθέν σε άλλο κράτος μέλος πλην της Ιταλίας καταλήγει στην πράξη στο ίδιο αποτέλεσμα στο οποίο θα κατέληγε διάκριση λόγω ιθαγενείας.

20 Ωστόσο, κατά τη νομολογία του Δικαστηρίου, η διαπίστωση αυτή δεν αρκεί για να θεωρηθεί ότι αυτή η εθνική διάταξη δεν συμβιβάζεται με το άρθρο 6 της Συνθήκης. ρέπει περαιτέρω να εξετασθεί αν το άρθρο 207 του κώδικα οδικής κυκλοφορίας δικαιολογείται από αντικειμενικές περιστάσεις (βλ., συναφώς, προαναφερθείσα απόφαση Pastoors και Trans-Cap, σκέψη 19) και αν είναι ανάλογο με τον επιδιωκόμενο σκοπό. Αν δεν πρόκειται περί αυτού, πρέπει να θεωρηθεί ότι το άρθρο 6 της Συνθήκης απαγορεύει την επίμαχη εθνική διάταξη.

21 Όσον αφορά τις περιστάσεις που δύνανται να δικαιολογήσουν τη διαφορετική μεταχείριση των παραβατών, από τη σκέψη 21 και 22 της προαναφερθείσας αποφάσεως Pastoors και Trans-Cap, προκύπτει ότι η μη ύπαρξη συμβάσεων που να διασφαλίζουν την εκτέλεση ποινικής κυρώσεως σε άλλο κράτος μέλος πλην του κράτους εκδόσεως της αποφάσεως αυτής δικαιολογεί αντικειμενικά τη διαφορετική μεταχείριση των παραβατών κατοίκων ημεδαπής και κατοίκων αλλοδαπής· η δε υποχρέωση καταβολής ενός ποσού ως εγγυήσεως, που επιβάλλεται μόνον στους παραβάτες κατοίκους αλλοδαπής, είναι κατάλληλη για να αποκλειστεί το ενδεχόμενο να αποφύγουν την επιβολή κυρώσεως, δηλώνοντας απλώς ότι δεν δέχονται την άμεση είσπραξη του προστίμου.

22 Μολονότι το Δικαστήριο προέβη στη διαπίστωση της σκέψεως 21 της παρούσας αποφάσεως στο πλαίσιο υποθέσεως όπου η διαφορετική μεταχείριση των παραβατών πραγματοποιούνταν ανάλογα με την κατοικία τους, η διαπίστωση αυτή ισχύει προκειμένου να εκτιμηθεί αν η διαφορετική μεταχείριση που θεσπίζεται με το άρθρο 207 του κώδικα οδικής κυκλοφορίας σε βάρος των παραβατών που κατέχουν όχημα ταξινομηθέν σε άλλο κράτος μέλος πλην της Ιταλίας συμβιβάζεται ή δεν συμβιβάζεται με το άρθρο 6 της Συνθήκης. ράγματι, η Ιταλική Κυβέρνηση δέχθηκε με το υπόμνημά της αντικρούσεως ότι η εν προκειμένω επίμαχη διαφορετική μεταχείριση αντιστοιχεί στην πράξη σε διαφορετική μεταχείριση μεταξύ παραβατών κατοίκων ημεδαπής και κατοίκων αλλοδαπής.

23 Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, επισημαίνεται ότι, όπως ορθώς υποστήριξε η Ιταλική Κυβέρνηση χωρίς να αντικρουστεί από την Επιτροπή, ελλείψει διεθνών ή κοινοτικών νομοθετικών κειμένων που να διασφαλίζουν ότι η επιβληθείσα εντός κράτους μέλους για παράβαση του κώδικα οδικής κυκλοφορίας χρηματική ποινή μπορεί να εκτελεστεί, ενδεχομένως, σε άλλο κράτος μέλος, υφίσταται κίνδυνος μη εισπράξεως της χρηματικής αυτής ποινής. Εξάλλου, η Επιτροπή δεν αμφισβήτησε τον ισχυρισμό της κυβερνήσεως αυτής ότι δεν υφίστανται διμερείς συμβάσεις μεταξύ της Ιταλικής Δημοκρατίας και των άλλων κρατών μελών, δυνάμενες να διασφαλίσουν την εκτέλεση αυτή.

24 Οι περιστάσεις αυτές δικαιολογούν τη διαφορετική μεταχείριση που θεσπίζεται με το άρθρο 207 του κώδικα οδικής κυκλοφορίας, καθόσον η μεταχείριση αυτή έγκειται στο να επιβάλλεται μόνον στους παραβάτες που κατέχουν όχημα ταξινομηθέν σε άλλο κράτος μέλος πλην της Ιταλίας να καταβάλουν εγγύηση ή να προσκομίσουν έγγραφο εγγυήσεως.

25 άντως, στο μέτρο που το ποσόν το οποίο καθορίστηκε για την εγγύηση αυτή ή το έγγραφο εγγυήσεως ανέρχεται στο διπλάσιο του αρχικώς προβλεπομένου ποσού στην περίπτωση αμέσου καταβολής, γεγονός το οποίο έχει ως αποτέλεσμα να παροτρύνει τους παραβάτες του άρθρου 207 του κώδικα οδικής κυκλοφορίας να προβαίνουν σε άμεση καταβολή του ελαχίστου ποσού και συνεπώς να παραιτούνται του δικαιώματος διασκέψεως που χορηγεί ο νόμος για να αποφασίσουν αν θα αμφισβητήσουν την παράβαση ενώπιον του νομάρχη, προκύπτει ότι η θεσπιζόμενη με το εν λόγω άρθρο διαφορετική μεταχείριση είναι δυσανάλογη σε σχέση με τον επιδιωκόμενο από τη διάταξη αυτή σκοπό.

26 ράγματι, ο σκοπός αυτός συνίσταται στη διασφάλιση της καταβολής των οφειλομένων χρηματικών ποινών από τους παραβάτες που κατέχουν όχημα ταξινομηθέν σε άλλο κράτος μέλος πλην της Ιταλίας. Όπως όμως ορθώς εξέθεσε η Επιτροπή, ο εν λόγω σκοπός μπορεί επίσης να επιτευχθεί αν οι παραβάτες του άρθρου 207 του κώδικα οδικής κυκλοφορίας υποχρεούνται να καταβάλλουν ως εγγύηση ποσό ίσο με το προβλεπόμενο ελάχιστο ποσό και αν οι ιταλικές αρχές μπορούν να εισπράξουν το ποσόν της εγγυήσεως μετά το πέρας της προθεσμίας των εξήντα ημερών του άρθρου 202 του εν λόγω κώδικα.

27 άντως, η Ιταλική Κυβέρνηση υποστηρίζει ότι το μέτρο αυτό δεν είναι πρόσφορο για να διασφαλίσει την καταβολή της χρηματικής ποινής του άρθρου 204 του κώδικα οδικής κυκλοφορίας, στην περίπτωση που ο παραβάτης του άρθρου 207 του κώδικα αυτού ασκήσει ενώπιον του νομάρχη, εντός της προθεσμίας των εξήντα ημερών, προσφυγή η οποία τελικά απορριφθεί. ράγματι, στην περίπτωση αυτή, ο παραβάτης υποχρεούται να πληρώσει πρόστιμο που δεν μπορεί να είναι κατώτερο του διπλασίου του προβλεπομένου ελαχίστου ποσού.

28 Αυτό το επιχείρημα της Ιταλικής Κυβερνήσεως δεν δύναται να θέσει σε αμφισβήτηση τη διαπίστωση της σκέψεως 25 της παρούσας αποφάσεως και πρέπει, συνεπώς, να απορριφθεί. Όπως ορθώς επισήμανε η Επιτροπή, η καταβολή της χρηματικής ποινής του άρθρου 204 του κώδικα οδικής κυκλοφορίας μπορεί να διασφαλίζεται με άλλα μέτρα που θα επιβληθούν σε μεταγενέστερο στάδιο.

29 Εν όψει του συνόλου των προεκτεθέντων, διαπιστώνεται ότι η Ιταλική Δημοκρατία, διατηρώντας σε ισχύ, στο άρθρο 207 του κώδικα οδικής κυκλοφορίας, διαφορετική και δυσανάλογη μεταχείριση των παραβατών βάσει του τόπου ταξινομήσεως των οχημάτων, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 6 της Συνθήκης.

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί των δικαστικών εξόδων

30 Κατά το άρθρο 69, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, εφόσον υπήρχε σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Δεδομένου ότι η Επιτροπή διατύπωσε σχετικό αίτημα και η Ιταλική Δημοκρατία ηττήθηκε, επιβάλλεται να καταδικαστεί το κράτος μέλος αυτό στα δικαστικά έξοδα.

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα)

αποφασίζει:

1) Η Ιταλική Δημοκρατία, διατηρώντας σε ισχύ, στο άρθρο 207 του κώδικα οδικής κυκλοφορίας, διαφορετική και δυσανάλογη μεταχείριση των παραβατών βάσει του τόπου ταξινομήσεως των οχημάτων, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 6 της Συνθήκης ΕΚ (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 12 ΕΚ).

2) Καταδικάζει την Ιταλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Επάνω