Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex
Έγγραφο 61999CO0307
Order of the Court of 2 May 2001. # OGT Fruchthandelsgesellschaft mbH v Hauptzollamt Hamburg-St. Annen. # Reference for a preliminary ruling: Finanzgericht Hamburg - Germany. # Article 104(3) of the Rules of Procedure - Bananas - Common organisation of the market - GATT - Direct effect - First paragraph of Article 234 of the EC Treaty (now, after amendment, first paragraph of Article 307 EC). # Case C-307/99.
Διάταξη του Δικαστηρίου της 2ας Μαΐου 2001.
OGT Fruchthandelsgesellschaft mbH κατά Hauptzollamt Hamburg-St. Annen.
Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Finanzgericht Hamburg - Γερμανία.
Άρθρο 104, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας - Μπανάνες - Κοινή οργάνωση των αγορών - ΓΣΔΕ - Άμεσο αποτέλεσμα - Άρθρο 234, πρώτο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΚ (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 307, πρώτο εδάφιο, ΕΚ).
Υπόθεση C-307/99.
Διάταξη του Δικαστηρίου της 2ας Μαΐου 2001.
OGT Fruchthandelsgesellschaft mbH κατά Hauptzollamt Hamburg-St. Annen.
Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Finanzgericht Hamburg - Γερμανία.
Άρθρο 104, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας - Μπανάνες - Κοινή οργάνωση των αγορών - ΓΣΔΕ - Άμεσο αποτέλεσμα - Άρθρο 234, πρώτο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΚ (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 307, πρώτο εδάφιο, ΕΚ).
Υπόθεση C-307/99.
Συλλογή της Νομολογίας 2001 I-03159
Αναγνωριστικό ECLI: ECLI:EU:C:2001:228
Διάταξη του Δικαστηρίου της 2ας Μαΐου 2001. - OGT Fruchthandelsgesellschaft mbH κατά Hauptzollamt Hamburg-St. Annen. - Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Finanzgericht Hamburg - Γερμανία. - Άρθρο 104, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας - Μπανάνες - Κοινή οργάνωση των αγορών - ΓΣΔΕ - Άμεσο αποτέλεσμα - Άρθρο 234, πρώτο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΚ (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 307, πρώτο εδάφιο, ΕΚ). - Υπόθεση C-307/99.
Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 2001 σελίδα I-03159
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό
1. ροδικαστικά ερωτήματα - Απάντηση δυναμένη να συναχθεί σαφώς από τη νομολογία - Εφαρμογή του άρθρου 104, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας
(Κανονισμός Διαδικασίας του Δικαστηρίου, άρθρο 104 § 3)
2. Διεθνείς συμφωνίες - Συμφωνία περί ιδρύσεως του αγκοσμίου Οργανισμού Εμπορίου - ΓΣΔΕ 1994 - Άμεσο αποτέλεσμα - Δεν συντρέχει - Αδύνατη η επίκληση των συμφωνιών του ΟΕ για να αμφισβητηθεί η νομιμότητα κοινοτικής πράξεως
[Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 234, εδ. 1 (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 307, εδ. 1, ΕΚ)· Γενική Συμφωνία Δασμών και Εμπορίου 1994· απόφαση 94/800 του Συμβουλίου]
Στην υπόθεση C-307/99,
που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Finanzgericht Hamburg (Γερμανία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 234 ΕΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ
OGT Fruchthandelsgesellschaft mbH
και
Hauptzollamt Hamburg-St. Annen,
η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία των άρθρων Ι και ΧΙΙΙ της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου του 1994, η οποία περιλαμβάνεται στο παράρτημα 1Α της συμφωνίας περί ιδρύσεως του αγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, που εγκρίθηκε εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, καθόσον αφορά τα θέματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές της, με την απόφαση 94/800/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1994 (EE L 336, σ. 1),
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ,
συγκείμενο από τους G. C. Rodríguez Iglesias, ρόεδρο, C. Gulmann, A. La Pergola, Μ. Wathelet και Β. Σκουρή, προέδρους τμήματος, D. A. O. Edward, J.-P. Puissochet, P. Jann, L. Sevón, R. Schintgen (εισηγητή), F. Macken, N. Colneric, S. von Bahr, J. N. Cunha Rodrigues και C. W. A. Timmermans, δικαστές,
γενικός εισαγγελέας: A. Tizzano
γραμματέας: R. Grass
αφού ενημέρωσε το αιτούν δικαστήριο ότι προτίθεται να αποφανθεί με αιτιολογημένη διάταξη σύμφωνα με το άρθρο 104, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας του,
αφού κάλεσε τους ενδιαφερομένους που αναφέρονται στο άρθρο 20 του Οργανισμού ΕΚ του Δικαστηρίου να αναπτύξουν τις τυχόν παρατηρήσεις τους ως προς το θέμα αυτό,
αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα,
εκδίδει την ακόλουθη
Διάταξη
1 Με διάταξη της 15ης Ιουλίου 1999, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 13 Αυγούστου 1999, το Finanzgericht Hamburg υπέβαλε, δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, προδικαστικό ερώτημα ως προς την ερμηνεία των άρθρων Ι και ΧΙΙΙ της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου του 1994 (στο εξής: ΓΣΔΕ του 1994), η οποία περιλαμβάνεται στο παράρτημα 1Α της συμφωνίας περί ιδρύσεως του αγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (στο εξής: συμφωνία ΟΕ), που εγκρίθηκε εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, καθόσον αφορά τα θέματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές της, με την απόφαση 94/800/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1994 (EE L 336, σ. 1).
2 Το ερώτημα αυτό ανέκυψε στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ της OGT Fruchthandelsgesellschaft mbH (στο εξής: OGT), παραδοσιακού εισαγωγέα μπανανών από τρίτες χώρες, και του Hauptzollamt Hamburg-St. Annen (στο εξής: Hauptzollamt) ως προς το ζήτημα της εισπράξεως δασμών που επιβλήθηκαν για την εισαγωγή μπανανών από τον Ισημερινό.
Το νομικό πλαίσιο
3 Ο κανονισμός (ΕΟΚ) 404/93 του Συμβουλίου, της 13ης Φεβρουαρίου 1993, για την κοινή οργάνωση της αγοράς στον τομέα της μπανάνας (EE L 47, σ. 1), αντικατέστησε, στον τίτλο IV, τα διάφορα προηγούμενα εθνικά καθεστώτα με ένα κοινό καθεστώς των συναλλαγών με τις τρίτες χώρες.
4 Σύμφωνα με το άρθρο του 33, ο κανονισμός 404/93 άρχισε να ισχύει στις 26 Φεβρουαρίου 1993, εφαρμόζεται δε από την 1η Ιουλίου 1993.
5 Δυνάμει του άρθρου 1, παράγραφος 1, πρώτη περίπτωση, της αποφάσεως 94/800, το Συμβούλιο ενέκρινε, εξ ονόματος της Κοινότητας, καθόσον αφορά το ανήκον στην αρμοδιότητα αυτής τμήμα, τη συμφωνία ΟΕ καθώς και τις συμφωνίες που περιλαμβάνονται στα παραρτήματα 1, 2 και 3 της εν λόγω συμφωνίας, μεταξύ των οποίων η ΓΣΔΕ του 1994.
6 Κατά το άρθρο ΙΙ, παράγραφος 2, της συμφωνίας ΟΕ:
«Οι συμφωνίες και οι συναφείς νομικές πράξεις που περιλαμβάνονται στα παραρτήματα 1, 2 και 3 [...] αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της παρούσας συμφωνίας και δεσμεύουν όλα τα μέρη.»
7 Το άρθρο ΙΙ, παράγραφος 4, της συμφωνίας ΟΕ ορίζει:
«Η Γενική Συμφωνία Δασμών και Εμπορίου του 1994 όπως ορίζεται στο παράρτημα 1Α (καλούμενη εφεξής ΓΣΔΕ του 1994), διαφέρει από νομικής πλευράς από τη Γενική Συμφωνία Δασμών και Εμπορίου, της 3ης Οκτωβρίου 1947, η οποία επισυνάπτεται στην τελική πράξη που εγκρίθηκε κατά την ολοκλήρωση της δεύτερης συνόδου της προπαρασκευαστικής επιτροπής της συνδιάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για το εμπόριο και την απασχόληση, όπως αναθεωρήθηκε ή τροποποιήθηκε στη συνέχεια (καλούμενη εφεξής ΓΣΔΕ του 1947).»
8 Σε έκθεση με ημερομηνία 8 Σεπτεμβρίου 1997, το μόνιμο δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο που προβλέπεται από το άρθρο 17 του μνημονίου συμφωνίας για τους κανόνες και τις διαδικασίες που διέπουν την επίλυση των διαφορών (στο εξής: μνημόνιο συμφωνίας), το οποίο περιλαμβάνεται στο παράρτημα 2 της συμφωνίας ΟΕ, διαπίστωσε ότι ορισμένα στοιχεία του καθεστώτος των συναλλαγών με τις τρίτες χώρες που θεσπίστηκε από τον κανονισμό 404/93 ήσαν ασυμβίβαστα προς τη ρήτρα του πλέον ευνοουμένου κράτους, που περιλαμβάνεται στο άρθρο Ι, παράγραφος 1, της ΓΣΔΕ του 1994, και προς την αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων που διατυπώνεται στο άρθρο ΧΙΙΙ αυτής.
9 Κατόπιν της εκθέσεως αυτής, ο τίτλος IV του κανονισμού 404/93 τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 1637/98 του Συμβουλίου, της 20ής Ιουλίου 1998 (EE L 210, σ. 28). Τροποποιηθέντα, επομένως, τα άρθρα 16 και 18 προβλέπουν στο εξής τα ακόλουθα:
«Άρθρο 16
Τα άρθρα 16 έως και 20 του παρόντος τίτλου εφαρμόζονται αποκλειστικά στα νωπά προϊόντα που υπάγονται στον κωδικό ΣΟ ex 0803 00 19.
Για τους σκοπούς του παρόντος τίτλου, νοούνται ως:
1) "παραδοσιακές εισαγωγές κρατών ΑΚΕ": οι εισαγωγές στην Κοινότητα μπανανών καταγωγής των κρατών που απαριθμούνται στο παράρτημα, μέχρι την ποσότητα 857 700 τόνων (καθαρό βάρος) ετησίως 7 ονομάζονται "παραδοσιακές μπανάνες ΑΚΕ"·
2) "μη παραδοσιακές εισαγωγές κρατών ΑΚΕ": οι εισαγωγές στην Κοινότητα μπανανών καταγωγής κρατών ΑΚΕ, που δεν εμπίπτουν στον ορισμό του σημείου 1· ονομάζονται "μη παραδοσιακές μπανάνες ΑΚΕ"
3) "εισαγωγές τρίτων κρατών μη ΑΚΕ": οι μπανάνες που εισάγονται στην Κοινότητα καταγωγής τρίτων κρατών εκτός των κρατών ΑΚΕ· ονομάζονται "μπανάνες τρίτων κρατών".»
«Άρθρο 18
1. Ανοίγεται κάθε έτος δασμολογική ποσόστωση 2,2 εκατομμυρίων τόνων (καθαρό βάρος) για τις εισαγωγές μπανανών τρίτων κρατών και μη παραδοσιακών μπανανών ΑΚΕ.
Στο πλαίσιο της δασμολογικής ποσόστωσης, οι εισαγωγές μπανανών τρίτων κρατών υπόκεινται σε δασμό 75 Ecu ανά τόνο και οι μη παραδοσιακές μπανάνες ΑΚΕ εισάγονται ατελώς.
[...]
3. Δεν καταβάλλεται δασμός για τις εισαγωγές παραδοσιακών μπανανών ΑΚΕ.
[...]»
10 Το παράρτημα, που προβλέπει το άρθρο 16, δεύτερο εδάφιο, σημείο 1, του κανονισμού 404/93, που επίσης τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 1637/98, περιέχει έναν κατάλογο δώδεκα κρατών προμηθευτών «παραδοσιακών μπανανών ΑΚΕ» στα οποία επιφυλάσσεται η ετήσια ποσόστωση των 857 700 τόνων (καθαρό βάρος), χωρίς να απονέμονται σε καθένα από αυτά ατομικές μέγιστες ποσότητες.
11 Σύμφωνα με το άρθρο του 2, ο κανονισμός 1637/98 άρχισε να ισχύει στις 31 Ιουλίου 1998, εφαρμόζεται δε από την 1η Ιανουαρίου 1999.
12 Μια ειδική ομάδα, συσταθείσα κατόπιν αιτήσεως του Ισημερινού κατ' εφαρμογήν του άρθρου 21, παράγραφος 5, του μνημονίου συμφωνίας, διαπίστωσε, με έκθεση της 12ης Απριλίου 1999, ότι το νέο καθεστώς των συναλλαγών με τις τρίτες χώρες, όπως προκύπτει από τον κανονισμό 1637/98, εξακολουθούσε να αντιβαίνει στα άρθρα Ι, παράγραφος 1, και ΧΙΙΙ της ΓΣΔΕ του 1994.
13 Η συμφωνία ΟΕ άρχισε να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 1995. Ο Ισημερινός, ο οποίος δεν ήταν συμβαλλόμενο μέρος της ΓΣΔΕ του 1947, είναι μέλος του ΟΕ από τις 21 Ιανουαρίου 1996.
Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα
14 Στο πλαίσιο της ποσοστώσεως που προβλέπει το άρθρο 18, παράγραφος 1, του κανονισμού 404/93, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 1637/98, η OGT εισήγαγε, τον Ιανουάριου 1999, 43,010 τόνους νωπών μπανανών από τον Ισημερινό.
15 Ενόψει της θέσεώς τους σε ελεύθερη κυκλοφορία, το Hauptzollamt, επιβάλλοντας δασμό 75 ευρώ ανά τόνο, καθόρισε, με απόφαση περί εισπράξεως της 5ης Φεβρουαρίου 1999, το ποσό των οφειλομένων από την OGT δασμών σε 6 309,02 γερμανικά μάρκα (DEM). Η OGT κατέβαλε το ποσό αυτό.
16 Με έγγραφα της 3ης και 18ης Μαρτίου 1999, η OGT άσκησε διοικητική ένσταση κατά της αποφάσεως αυτής περί εισπράξεως και ζήτησε συγχρόνως την αναστολή της άμεσης εκτελέσεως της εν λόγω αποφάσεως.
17 Χωρίς να αποφανθεί επί της ουσίας της ενστάσεως, το Hauptzollamt απέρριψε την αίτηση για την αναστολή εκτελέσεως.
18 Υπό τις συνθήκες αυτές, η OGT υπέβαλε αίτηση στο Finanzgericht Hamburg ζητώντας την ακύρωση της εκτελέσεως της επίδικης αποφάσεως περί εισπράξεως έως ότου το Hauptzollamt αποφανθεί οριστικώς επί της ουσίας της ενστάσεώς της.
19 Θεωρώντας ορθά τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξε η ειδική ομάδα με την έκθεσή της της 12ης Απριλίου 1999 ως προς το ασυμβίβαστο της κοινής οργανώσεως των αγορών στον τομέα της μπανάνας, όπως τροποποιήθηκε, προς τα άρθρα Ι και ΧΙΙΙ της ΓΣΔΕ του 1994, το Finanzgericht Hamburg έκρινε ότι η εν λόγω έλλειψη νομιμότητας θα μπορούσε, υπό την επιφύλαξη του αμέσου αποτελέσματος των εν λόγω διατάξεων, να επιφέρει τη μη εφαρμογή του άρθρου 18, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 404/93, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 1637/98.
20 Κατά το Finanzgericht Hamburg, αυτή η μη εφαρμογή θα μπορούσε να προκύπτει είτε από την υπεροχή και το άμεσο αποτέλεσμα της ΓΣΔΕ που, στην προκειμένη περίπτωση, θα μπορούσαν να απορρέουν, από τις 21 Ιανουαρίου 1996, ημερομηνία προσχωρήσεως του Ισημερινού στη ΓΣΔΕ του 1994, από το άρθρο 234, πρώτο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΚ (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 307, πρώτο εδάφιο, ΕΚ), είτε από το γενικό άμεσο αποτέλεσμα που θα ανέπτυσσε ενδεχομένως η ΓΣΔΕ από την 1η Ιανουαρίου 1995, ημερομηνία της ενάρξεως της ισχύος της συμφωνίας ΟΕ και του μνημονίου συμφωνίας.
21 Κατόπιν αυτού, το Finanzgericht Hamburg αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:
«Αντιβαίνει το άρθρο 18, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού (ΕΟΚ) 404/93 του Συμβουλίου, της 13ης Φεβρουαρίου 1993, για την κοινή οργάνωση της αγοράς στον τομέα της μπανάνας, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 1637/98 του Συμβουλίου, της 20ής Ιουλίου 1998, προς τα άρθρα Ι και ΧΙΙΙ της ΓΣΔΕ του 1994, με αποτέλεσμα να μη μπορεί να τύχει εφαρμογής, γεγονός το οποίο οι ιδιώτες μπορούν να επικαλούνται ενώπιον των δικαστηρίων;»
Εκτίμηση του Δικαστηρίου
22 Με το ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ερωτά κατ' ουσίαν αν τα άρθρα Ι και ΧΙΙΙ της ΓΣΔΕ του 1994 μπορούν να δημιουργήσουν υπέρ των ιδιωτών δικαιώματα που αυτοί θα μπορούν να επικαλεστούν ευθέως ενώπιον εθνικού δικαστηρίου για να μη εφαρμοστεί το άρθρο 18, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 404/93, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 1637/98.
23 Επιβάλλεται συναφώς η διαπίστωση ότι η απάντηση στο εν λόγω ερώτημα μπορεί να συναχθεί σαφώς από τη νομολογία, οπότε, σύμφωνα με το άρθρο 104, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας, το Δικαστήριο μπορεί να αποφανθεί με αιτιολογημένη διάταξη.
24 Συγκεκριμένα, αφενός, με την απόφαση της 23ης Νοεμβρίου 1999, C-149/96, ορτογαλία κατά Συμβουλίου (Συλλογή 1999, σ. Ι-8395, σκέψη 47), το Δικαστήριο έκρινε ήδη ότι, λόγω της φύσεως και της οικονομίας τους, η συμφωνία ΟΕ και οι συμφωνίες και τα μνημόνια που περιλαμβάνονται στα παραρτήματά της δεν περιλαμβάνονται, καταρχήν, στους κανόνες βάσει των οποίων το Δικαστήριο ελέγχει τη νομιμότητα των πράξεων των κοινοτικών οργάνων δυνάμει του άρθρου 230, πρώτο εδάφιο, ΕΚ.
25 Αφετέρου, με την απόφαση της 14ης Δεκεμβρίου 2000, C-300/98 και C-392/98, Dior κ.λπ. (που δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 44), το Δικαστήριο έκρινε ότι, για τους ίδιους λόγους με αυτούς που εξέθεσε στις σκέψεις 42 έως 46 της προπαρατεθείσας αποφάσεως ορτογαλία κατά Συμβουλίου, οι διατάξεις της συμφωνίας για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου, που περιλαμβάνεται στο παράρτημα 1Γ της συμφωνίας ΟΕ, δεν μπορούν να δημιουργούν υπέρ των ιδιωτών δικαιώματα που αυτοί θα μπορούν βάσει του κοινοτικού δικαίου να επικαλεστούν ευθέως ενώπιον των δικαστηρίων.
26 Συνεπώς, το ίδιο πρέπει να ισχύσει, για την ταυτότητα των λόγων, για τις διατάξεις της ΓΣΔΕ του 1994.
27 Ασφαλώς, όπως το Δικαστήριο επιβεβαίωσε με τη σκέψη 49 της προπαρατεθείσας αποφάσεως ορτογαλία κατά Συμβουλίου, από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει επίσης ότι, στην περίπτωση που πρόθεση της Κοινότητας ήταν να εκπληρώσει μια ειδική υποχρέωση που αναλήφθηκε στο πλαίσιο της ΓΣΔΕ ή στην περίπτωση που η κοινοτική πράξη ρητώς παραπέμπει σε συγκεκριμένες διατάξεις των συμφωνιών αυτής, εναπόκειται στο Δικαστήριο να ελέγχει τη νομιμότητα της σχετικής κοινοτικής πράξεως με βάση τους κανόνες της ΓΣΔΕ (βλ. αποφάσεις της 22ας Ιουνίου 1989, 70/87, Fediol κατά Επιτροπής, Συλλογή 1989, σ. 1781, σκέψεις 19 έως 22, και της 7ης Μα_ου 1991, C-69/89, Nakajima κατά Συμβουλίου, Συλλογή 1991, σ. Ι-2069, σκέψη 31).
28 άντως, αντίθετα προς τον ισχυρισμό της OGT, μια τέτοια εξαιρετική κατάσταση δεν υφίσταται εν προκειμένω. ράγματι, η κοινή οργάνωση των αγορών στον τομέα της μπανάνας, όπως θεσπίστηκε με τον κανονισμό 404/93 και τροποποιήθηκε στη συνέχεια, δεν σκοπεί να διασφαλίσει την εκτέλεση εντός της κοινοτικής έννομης τάξης μιας ειδικής υποχρεώσεως αναληφθείσας στο πλαίσιο της ΓΣΔΕ ούτε παραπέμπει ρητώς σε συγκεκριμένες διατάξεις αυτής.
29 Εξάλλου, ούτε μπορεί να συναχθεί από το άρθρο 234, πρώτο εδάφιο, της Συνθήκης ότι έχουν άμεσο αποτέλεσμα οι διατάξεις της ΓΣΔΕ του 1994, ακόμη και αν υποτεθεί ότι το άρθρο 234, πρώτο εδάφιο, της Συνθήκης έχει εφαρμογή στη ΓΣΔΕ του 1994 παρά το γεγονός ότι αυτή, σύμφωνα με το άρθρο ΙΙ, παράγραφος 4, της συμφωνίας ΟΕ, διαφέρει από νομικής πλευράς από τη ΓΣΔΕ του 1947, εμφανίζει σημαντικές διαφορές σε σχέση με τις διατάξεις αυτής της τελευταίας (βλ. προπαρατεθείσα απόφαση ορτογαλία κατά Συμβουλίου, σκέψη 36) και εγκρίθηκε από την Κοινότητα βάσει αποκλειστικής αρμοδιότητας αυτής (βλ. γνωμοδότηση 1/94 της 15ης Νοεμβρίου 1994, Συλλογή 1994, σ. Ι-5267, σημείο 1 του διατακτικού).
30 ράγματι, από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι το άρθρο 234, πρώτο εδάφιο, της Συνθήκης, καθεαυτό, δεν έχει ως αποτέλεσμα να παρέχει σε ιδιώτες, επικαλούμενους σύμβαση συναφθείσα πριν από την έναρξη της ισχύος της Συνθήκης, δικαιώματα που τα εθνικά δικαστήρια των κρατών μελών οφείλουν να διασφαλίζουν (απόφαση της 14ης Οκτωβρίου 1980, 812/79, Burgoa, Συλλογή τόμος 1980/ΙΙΙ, σ. 71, σκέψεις 10 και 11).
31 Επομένως, στο υποβληθέν ερώτημα πρέπει να δοθεί ως απάντηση ότι τα άρθρα Ι και ΧΙΙΙ της ΓΣΔΕ του 1994 δεν μπορούν να δημιουργήσουν υπέρ των ιδιωτών δικαιώματα που αυτοί θα μπορούν να επικαλεστούν ευθέως ενώπιον εθνικού δικαστηρίου για να μη εφαρμοστεί το άρθρο 18, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 404/93, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 1637/98.
Επί των δικαστικών εξόδων
32 Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν η Γερμανική και η Γαλλική Κυβέρνηση, καθώς και το Συμβούλιο και η Επιτροπή, που κατέθεσαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται. Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων.
Για τους λόγους αυτούς,
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ,
κρίνοντας επί του ερωτήματος που του υπέβαλε το Finanzgericht Hamburg με διάταξη της 15ης Ιουλίου 1999, αποφαίνεται:
Τα άρθρα Ι και ΧΙΙΙ της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου του 1994, που περιλαμβάνεται στο παράρτημα 1Α της συμφωνίας περί ιδρύσεως του αγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου που εγκρίθηκε εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, καθόσον αφορά τα θέματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές της, με την απόφαση 94/800/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1994, δεν μπορούν να δημιουργήσουν υπέρ των ιδιωτών δικαιώματα που αυτοί θα μπορούν να επικαλεστούν ευθέως ενώπιον εθνικού δικαστηρίου για να μην εφαρμοστεί το άρθρο 18, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού (ΕΟΚ) 404/93 του Συμβουλίου, της 13ης Φεβρουαρίου 1993, για την κοινή οργάνωση της αγοράς στον τομέα της μπανάνας, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 1637/98 του Συμβουλίου, της 20ής Ιουλίου 1998.