Επιλέξτε τις πειραματικές λειτουργίες που θέλετε να δοκιμάσετε

Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex

Έγγραφο 61994CJ0193

Απόφαση του Δικαστηρίου της 29ης Φεβρουαρίου 1996.
Ποινικές δίκες κατά Σοφίας Σκαναβή και Κωνσταντίνου Χρυσανθακόπουλου.
Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Amtsgericht Tiergarten, Berlin - Γερμανία.
Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων - Άδεια οδηγήσεως - Υποχρέωση αντικαταστάσεως - Κυρώσεις.
Υπόθεση C-193/94.

Συλλογή της Νομολογίας 1996 I-00929

Αναγνωριστικό ECLI: ECLI:EU:C:1996:70

61994J0193

Απόφαση του Δικαστηρίου της 29ης Φεβρουαρίου 1996. - Ποινικές δίκες κατά Σοφίας Σκαναβή και Κωνσταντίνου Χρυσανθακόπουλου. - Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Amtsgericht Tiergarten-Berlin - Γερμανία. - Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων - Άδεια οδηγήσεως - Υποχρέωση αντικαταστάσεως - Κυρώσεις. - Υπόθεση C-193/94.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1996 σελίδα I-00929


Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


++++

1. Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων * Ελευθερία εγκαταστάσεως * Άδεια οδηγήσεως * Υποχρέωση αντικαταστάσεως της αδείας που έχει εκδοθεί από το κράτος μέλος καταγωγής με άδεια του κράτους μέλους υποδοχής * Επιτρέπεται μέχρι τη θέση σε εφαρμογή της οδηγίας 91/439

(Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 52 οδηγία 91/439 του Συμβουλίου)

2. Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων * Ελευθερία εγκαταστάσεως * Άδεια οδηγήσεως * Μη τήρηση της υποχρεώσεως αντικαταστάσεως της αδείας που έχει εκδοθεί από το κράτος μέλος καταγωγής με άδεια του κράτους μέλους υποδοχής * Εξομοίωση προς την οδήγηση χωρίς άδεια * Ποινικές κυρώσεις * Δυσανάλογες κυρώσεις * Δεν επιτρέπονται

(Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 52 οδηγία 80/1263 του Συμβουλίου)

Περίληψη


1. Κατά το παρόν στάδιο εξελίξεως του κοινοτικού δικαίου και πριν από τη θέση σε εφαρμογή της οδηγίας 91/439, για την άδεια οδηγήσεως, το άρθρο 52 της Συνθήκης δεν απαγορεύει σ' ένα κράτος μέλος να επιβάλλει στον κάτοχο αδείας οδηγήσεως εκδοθείσας από άλλο κράτος μέλος την αντικατάσταση της αδείας αυτής με άδεια του κράτους μέλους υποδοχής εντός προθεσμίας ενός έτους από την έναρξη της συνήθους διαμονής του στο έδαφος του κράτους αυτού, προκειμένου να εξακολουθεί να έχει εντός αυτού το δικαίωμα να οδηγεί όχημα με κινητήρα.

Πράγματι, λόγω της πολυπλοκότητας του θέματος και των διαφορών που εξακολουθούσαν να υπάρχουν μεταξύ των νομοθεσιών των κρατών μελών, το Συμβούλιο, στο οποίο εναπέκειτο να υλοποιήσει την εναρμόνιση των προϋποθέσεων εκδόσεως των αδειών οδηγήσεως και να προβλέψει την αμοιβαία αναγνώρισή τους μεταξύ των κρατών μελών, προκειμένου να καταργήσει τα εμπόδια στην ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων, τα οποία απορρέουν από την υποχρέωση αποκτήσεως αδείας οδηγήσεως εκδιδομένης από το κράτος μέλος υποδοχής, μπορούσε να προβεί σε προοδευτική υλοποίηση της εναρμονίσεως αυτής και, επομένως, εγκύρως επέτρεψε στα κράτη μέλη να επιβάλλουν, σε ένα μεταβατικό στάδιο, την εν λόγω υποχρέωση αντικαταστάσεως.

2. Το άρθρο 52 της Συνθήκης απαγορεύει να εξομοιώνεται η οδήγηση οχήματος με κινητήρα εκ μέρους προσώπου το οποίο θα μπορούσε πράγματι να αντικαταστήσει με άδεια του κράτους υποδοχής την άδεια που είχε εκδοθεί από άλλο κράτος μέλος, αλλά το οποίο δεν προέβη στην αντικατάσταση αυτή εντός της ταχθείσας προθεσμίας, προς την οδήγηση χωρίς άδεια και, για τον λόγο αυτό, να επιβάλλεται στο πρόσωπο αυτό ποινή φυλακίσεως ή χρηματική ποινή, λαμβανομένων υπόψη των συνεπειών που απορρέουν από την ύπαρξη βεβαρημένου ποινικού μητρώου για την άσκηση μιας ανεξάρτητης ή μισθωτής δραστηριότητας, ιδίως όσον αφορά την πρόσβαση σε ορισμένες δραστηριότητες ή την άσκηση ορισμένων καθηκόντων, γεγονός που μπορεί να συνιστά μεταγενέστερο και διαρκή περιορισμό της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων.

Πράγματι, τα κράτη μέλη, τα οποία ελλείψει κοινοτικής νομοθεσίας στον τομέα αυτό, παραμένουν αρμόδια να προβλέπουν κυρώσεις σε περίπτωση παραβάσεως της υποχρεώσεως αντικαταστάσεως της αδείας οδηγήσεως, την οποία μπορούν να επιβάλουν δυνάμει της οδηγίας 80/1263 περί καθιερώσεως κοινοτικής αδείας οδηγήσεως, δεν μπορούν πάντως να επιβάλουν μια δυσανάλογα βαριά κύρωση, η οποία, λόγω της επιπτώσεως που έχει το δικαίωμα οδηγήσεως οχήματος με κινητήρα στην ουσιαστική άσκηση των δικαιωμάτων που συνδέονται με την ελεύθερη αυτή κυκλοφορία των προσώπων, θα παρεμπόδιζε την ελεύθερη αυτή κυκλοφορία. Η εξομοίωση όμως προς την οδήγηση χωρίς άδεια, η οποία συνεπάγεται την επιβολή ποινικών κυρώσεων, έστω και χρηματικής φύσεως, είναι δυσανάλογη για δύο λόγους. Αφενός, επειδή η έκδοση αδείας οδηγήσεως από ένα κράτος μέλος σε αντικατάσταση εκείνης που έχει εκδοθεί από άλλο κράτος μέλος δεν συνιστά το έρεισμα του δικαιώματος οδηγήσεως οχήματος στο έδαφος του κράτους υποδοχής, δικαίωμα που παρέχεται απευθείας από το κοινοτικό δίκαιο, αλλά την πιστοποίηση της υπάρξεως του δικαιώματος αυτού, η δε υποχρέωση αντικαταστάσεως ανταποκρίνεται, επομένως, κατά το ουσιώδες μέρος της, σε απαιτήσεις συμφυείς με τη δράση της διοικήσεως, και, αφετέρου, λόγω των συνεπειών που έχει για την επαγγελματική εξέλιξη του ενδιαφερομένου.

Διάδικοι


Στην υπόθεση C-193/94,

που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Amtsgericht Tiergarten, Berlin, προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της ποινικής δίκης που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου κατά

Σοφίας Σκαναβή

και

Κωνσταντίνου Χρυσανθακόπουλου,

η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία των άρθρων 6, 8 Α και 52 της Συνθήκης,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ,

συγκείμενο από τους G. C. Rodriguez Iglesias, Πρόεδρο, Κ. Ν. Κακούρη και G. Hirsch, προέδρους τμήματος, G. F. Mancini (εισηγητή), F. A. Schockweiler, J. C. Moitinho de Almeida, C. Gulmann, J. L. Murray, P. Jann, H. Ragnemalm και L. Sevon, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: P. Leger

γραμματέας: D. Louterman-Hubeau, κύρια υπάλληλος διοικήσεως,

λαμβάνοντας υπόψη τις γραπτές παρατηρήσεις που κατέθεσαν:

* η Γερμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον Ernst Roeder, Ministerialrat στο ομοσπονδιακό Υπουργείο Οικονομίας,

* η Γαλλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον Philippe Martinet, γραμματέα εξωτερικών υποθέσεων της διευθύνσεως νομικών υποθέσεων του Υπουργείου Εξωτερικών, και την Catherine de Salins, υποδιευθύντρια της ιδίας διευθύνσεως,

* η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, εκπροσωπούμενη από τον Stephen Braviner, του Treasury Solicitor' s Department, επικουρούμενο από τον Rhodri Thompson, barrister,

* η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Goetz zur Hausen, νομικό σύμβουλο,

έχοντας υπόψη την έκθεση ακροατηρίου,

αφού άκουσε τις προφορικές παρατηρήσεις της Γερμανικής Κυβερνήσεως, εκπροσωπουμένης από τον Gereon Thiele, Assessor στο ομοσπονδιακό Υπουργείο Οικονομίας, της Κυβερνήσεως του Ηνωμένου Βασιλείου, εκπροσωπουμένης από τον Rhodri Thompson, και της Επιτροπής, εκπροσωπουμένης από τον Goetz zur Hausen, κατά τη συνεδρίαση της 12ης Σεπτεμβρίου 1995,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 17ης Οκτωβρίου 1995,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης


1 Με διάταξη της 20ής Μαΐου 1994, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 4 Ιουλίου 1994 και διορθώθηκε με διάταξη της 26ης Ιουλίου 1994 που περιήλθε στο Δικαστήριο στις 8 Αυγούστου 1994, το Amtsgericht Tiergarten, Berlin, υπέβαλε, δυνάμει του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΚ, ένα προδικαστικό ερώτημα ως προς την ερμηνεία των άρθρων 6, 8 Α και 52 της Συνθήκης ΕΚ.

2 Το ερώτημα αυτό ανέκυψε στο πλαίσιο ποινικής διώξεως που άσκησε η εισαγγελική αρχή κατά της Σκαναβή και του συζύγου της, Χρυσανθακόπουλου.

3 Δυνάμει του άρθρου 4 της Verordnung ueber internationalen Kraftfahrzeugverkehr (γερμανικής κανονιστικής αποφάσεως περί της διεθνούς κυκλοφορίας των οχημάτων, στο εξής: IntVO) σε συνδυασμό με το άρθρο 21, παράγραφος 1, σημείο 1, του Strassenverkehrsgesetz (γερμανικού νόμου περί οδικής κυκλοφορίας, στο εξής: StVG), η Σκαναβή κατηγορείται για το αδίκημα της οδηγήσεως χωρίς άδεια, το οποίο επισύρει ποινή φυλακίσεως μέχρι ενός έτους ή χρηματική ποινή ή, αν η παράβαση τελέστηκε εξ αμελείας, ποινή φυλακίσεως μέχρι έξι μηνών ή χρηματική ποινή. Δυνάμει του προαναφερθέντος άρθρου 4 της IntVO σε συνδυασμό με το άρθρο 21, παράγραφος 1, σημείο 2, του StVG, οι ίδιες ποινές μπορούν να επιβληθούν στον Χρυσανθακόπουλο, για τον λόγο ότι, υπό την ιδιότητά του ως κατόχου οχήματος, έδωσε εντολή ή επέτρεψε σε άλλο πρόσωπο να οδηγήσει το όχημα αυτό χωρίς άδεια.

Οι οδηγίες σχετικά με την άδεια οδηγήσεως

4 'Ενα πρώτο βήμα εναρμονίσεως των διατάξεων περί των αδειών οδηγήσεως έγινε με τη θέσπιση της πρώτης οδηγίας 80/1263/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 4ης Δεκεμβρίου 1980, περί καθιερώσεως κοινοτικής αδείας οδηγήσεως (ΕΕ ειδ. έκδ. 13/010, σ. 89), η οποία, όπως προκύπτει από την πρώτη αιτιολογική της σκέψη, σκοπεί, μεταξύ άλλων, να συμβάλλει στην επίτευξη μεγαλύτερου βαθμού ασφάλειας της οδικής κυκλοφορίας και στη διευκόλυνση της κυκλοφορίας των προσώπων που εγκαθίστανται σε άλλο κράτος μέλος από εκείνο στο οποίο έδωσαν εξετάσεις για την απόκτηση αδείας οδηγήσεως ή των προσώπων που διακινούνται εντός της Κοινότητας.

5 Προς τούτο, με την οδηγία 80/1263 πραγματοποιήθηκε μια προσέγγιση των σχετικών εθνικών κανόνων, ιδίως όσον αφορά τα εθνικά συστήματα εκδόσεως των αδειών οδηγήσεως, τις κατηγορίες οχημάτων και τις προϋποθέσεις ισχύος των εν λόγω αδειών. Η εν λόγω οδηγία καθόρισε επίσης ένα κοινοτικό υπόδειγμα αδείας οδηγήσεως και θέσπισε ένα σύστημα αμοιβαίας αναγνωρίσεως από τα κράτη μέλη των αδειών οδηγήσεως, καθώς και αντικαταστάσεως των αδειών αυτών όταν οι κάτοχοί τους μεταβάλλουν τόπο διαμονής ή εργασίας, μεταβαίνοντας από ένα κράτος μέλος σε άλλο.

6 Δυνάμει του άρθρου 8, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας, αν ο κάτοχος ισχυούσης εθνικής αδείας ή αδείας κατά το κοινοτικό υπόδειγμα που έχει εκδοθεί από ένα κράτος μέλος αποκτήσει συνήθη διαμονή σε άλλο κράτος μέλος, η άδειά του διατηρεί την ισχύ της για διάστημα ενός έτους κατ' ανώτατο όριο από την απόκτηση της διαμονής. Εντός αυτής της προθεσμίας και αφού ο κάτοχος υποβάλει σχετική αίτηση και καταθέσει την άδειά του, το κράτος υποδοχής τού χορηγεί άδεια οδηγήσεως κατά το κοινοτικό υπόδειγμα της αντίστοιχης κατηγορίας ή των αντιστοίχων κατηγοριών, χωρίς να του επιβάλει ιδίως την υποχρέωση να επιτύχει σε μια πρακτική και θεωρητική εξέταση ή να πληροί ορισμένες προϋποθέσεις υγείας. Πάντως, το εν λόγω κράτος μπορεί να αρνηθεί την αντικατάσταση της αδείας, στις περιπτώσεις που η εθνική του νομοθεσία, συμπεριλαμβανομένων των απαιτουμένων προϋποθέσεων υγείας, αποκλείει τη χορήγηση της αδείας.

7 Με την οδηγία 91/439/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 29ης Ιουλίου 1991, για την άδεια οδηγήσεως (EE L 237, σ. 1), πραγματοποιήθηκε ένα νέο βήμα προς την εναρμόνιση των εθνικών διατάξεων, ιδίως όσον αφορά τις προϋποθέσεις για τη χορήγηση των αδειών και τις κατηγορίες οχημάτων. Εξάλλου, η οδηγία αυτή κατάργησε την υποχρέωση αντικαταστάσεως της αδείας οδηγήσεως σε περίπτωση αλλαγής του κράτους συνήθους διαμονής, μια υποχρέωση, η οποία, σύμφωνα με την ένατη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας, συνιστά εμπόδιο για την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων και δεν μπορεί να μπορεί να γίνει αποδεκτή, λαμβανομένης υπόψη της προόδου που έχει σημειωθεί στα πλαίσια της ευρωπαϊκής ενοποιήσεως.

8 Δυνάμει του άρθρου 1, παράγραφος 2, της οδηγίας 91/439, τα κράτη μέλη αναγνωρίζουν αμοιβαία τις άδειες οδηγήσεως που εκδίδουν. Το άρθρο 8, παράγραφος 1, της ίδιας οδηγίας προβλέπει ότι, σε περίπτωση κατά την οποία ο κάτοχος αδείας οδηγήσεως, της οποίας η ισχύς δεν έχει λήξει και η οποία έχει εκδοθεί από ένα κράτος μέλος, έχει πλέον τη συνήθη διαμονή του σε άλλο κράτος μέλος, μπορεί να ζητήσει την αντικατάσταση της παλαιάς του αδείας με νέα ισοδύναμη, χωρίς πάντως να υποχρεούται προς τούτο.

9 Σύμφωνα με το άρθρο 12 της οδηγίας, τα κράτη μέλη θεσπίζουν, ύστερα από διαβούλευση με την Επιτροπή και πριν από την 1η Ιουλίου 1994, τις νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για την εφαρμογή της οδηγίας 91/439 από την 1η Ιουλίου 1996. Το άρθρο 13 ορίζει ότι η οδηγία 80/1263 καταργείται από την ημερομηνία αυτή.

Το ιστορικό της υποθέσεως της κύριας δίκης

10 Η Σκαναβή και ο Χρυσανθακόπουλος, που είναι Έλληνες υπήκοοι, εγκαταστάθηκαν στη Γερμανία με σκοπό να αγοράσουν από την Treuhand την επιχείρηση Guestrower Moebel GmbH (στο εξής: Guestrower). Κατά τον χρόνο των υπό κρίση στην κύρια δίκη πραγματικών περιστατικών, διευθυντής της Guestrower ήταν ο Χρυσανθακόπουλος.

11 Η Σκαναβή, η οποία διέμενε στη Γερμανία από τις 15 Οκτωβρίου 1992, υπέστη αστυνομικό έλεγχο στις 28 Οκτωβρίου 1993, ενώ οδηγούσε ένα όχημα ιδιωτικής χρήσεως που ανήκε στην Guestrower, έχοντας στην κατοχή της άδεια οδηγήσεως εκδοθείσα από τις ελληνικές αρχές, όχι όμως και γερμανική άδεια οδηγήσεως.

12 Βάσει αυτών των πραγματικών περιστατικών, η εισαγγελική αρχή του Landgericht Berlin ζήτησε την καταδίκη καθενός από τους κατηγορουμένους σε χρηματική ποινή ύψους 3 000 γερμανικών μάρκων (DM), η οποία αναλύεται σε 15 ημέρες προς 200 DM η καθεμία.

13 Το αιτούν δικαστήριο έκρινε ότι οι κατηγορούμενοι είχαν διαπράξει εξ αμελείας τις παραβάσεις που τους καταλογίζονται, δεδομένου ότι η Σκαναβή είχε παραλείψει να προβεί στην αντικατάσταση της αδείας της εντός της προθεσμίας του ενός έτους από την απόκτηση συνήθους διαμονής στη Γερμανία. Πάντως, το αιτούν δικαστήριο θεώρησε ότι η επίμαχη γερμανική νομοθεσία μπορεί να είναι ασυμβίβαστη προς τις διατάξεις των άρθρων 6, 8 Α και 52 της Συνθήκης.

14 Συναφώς, το εθνικό δικαστήριο τόνισε, μεταξύ άλλων, ότι η κατοχή άδειας οδηγήσεως οχήματος με κινητήρα αποτελεί, υπό τις σημερινές συνθήκες, ουσιώδη προϋπόθεση για την άσκηση ενός επαγγέλματος και ότι, συνεπώς, υπερβολικές απαιτήσεις μπορούν να περιορίσουν την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων. Σ' αυτή την αλληλουχία, η υποχρέωση αντικαταστάσεως μπορεί να συνιστά δυσμενή διάκριση σε βάρος των υπηκόων άλλων κρατών μελών οι οποίοι εγκαθίστανται στη Γερμανία. Μολονότι η αντικατάσταση δεν εξαρτάται από καμία ιδιαίτερη προϋπόθεση, ο κάτοχος αδείας οδηγήσεως εκδοθείσας από άλλο κράτος μέλος, ο οποίος οδηγεί ένα όχημα μετά την πάροδο της προθεσμίας που έχει ταχθεί για την αντικατάσταση της αδείας, εξομοιώνεται προς ένα πρόσωπο το οποίο ουδέποτε είχε άδεια οδηγήσεως ή από το οποίο έχει αφαιρεθεί η άδεια. Ως εκ τούτου, μπορεί να του επιβληθεί ποινή φυλακίσεως ή χρηματική ποινή και να αποκτήσει έτσι βεβαρυμένο ποινικό μητρώο, γεγονός που μπορεί επίσης να έχει συνέπειες για την άσκηση του επαγγέλματός του, όπως, π.χ., την αφαίρεση της αδείας ασκήσεως επαγγέλματος λόγω ελλείψεως επαγγελματικής ευσυνειδησίας. Ακόμη κι αν υποτεθεί ότι η υποχρέωση αντικαταστάσεως δικαιολογείται από αντικειμενικούς λόγους, όπως η ανάγκη ελέγχου της γνησιότητας της αδείας ή πραγματοποιήσεως των επιπρόσθετων εγγραφών που απαιτούνται ενδεχομένως από τη γερμανική νομοθεσία, οι κυρώσεις που προβλέπονται σε περίπτωση παραβάσεως της υποχρεώσεως αυτής είναι δυσανάλογες προς τη βαρύτητα της παραβάσεως.

15 Ενόψει των προεκτεθέντων, το Amtsgericht Tiergarten, Berlin, αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο ερώτημα:

"Έχουν τα άρθρα 6, 8 Α και 52 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας την έννοια ότι είναι ασυμβίβαστη προς αυτά εθνική διάταξη κατά την οποία εκδοθείσες σε άλλα κράτη μέλη της Κοινότητας εθνικές άδειες οδηγήσεως πρέπει να μετατρέπονται σε γερμανική άδεια οδηγήσεως εντός ενός έτους από την εκ μέρους του κατόχου της άδειας οδηγήσεως απόκτηση συνήθους διαμονής στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, ειδάλλως η οδήγηση αυτοκινήτου στοιχειοθετεί την αξιόποινη πράξη της οδηγήσεως χωρίς άδεια, η οποία επισύρει ποινή φυλακίσεως μέχρι ενός έτους ή χρηματική ποινή;"

Επί του αντικειμένου του προδικαστικού ερωτήματος

16 Επιβάλλεται εκ προοιμίου η διαπίστωση ότι το ερώτημα που έχει υποβληθεί από το αιτούν δικαστήριο αφορά την ερμηνεία των διατάξεων της Συνθήκης ΕΚ, μολονότι τα πραγματικά περιστατικά της υποθέσεως της κυρίας δίκης συνέβησαν στις 28 Οκτωβρίου 1993, δηλαδή τρεις ημέρες πριν από την έναρξη ισχύος της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Μολονότι το άρθρο 6 της Συνθήκης ΕΚ αναπαράγει, κατ' ουσίαν, το περιεχόμενο του άρθρου 7 της Συνθήκης ΕΟΚ και παρόλο που το άρθρο 52 δεν τροποποιήθηκε από τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, το άρθρο 8 Α αποτελεί, αντιθέτως, νέα διάταξη, η οποία απαγορεύει ενδεχομένως, κατά το αιτούν δικαστήριο, την εφαρμογή της επίμαχης εθνικής νομοθεσίας στο πλαίσιο της ποινικής δίκης που εκκρεμεί ενώπιόν του.

17 Καθίσταται έτσι φανερό ότι το εθνικό δικαστήριο μπορεί να εφαρμόσει τη γνωστή στο εθνικό του δίκαιο αρχή της αναδρομικότητας του ευνοϊκότερου ποινικού νόμου και να μην εφαρμόσει, συνεπώς, το εθνικό δίκαιο, κατά το μέτρο που αντιβαίνει προς τις διατάξεις της Συνθήκης.

18 Επομένως, απάντηση στο υποβληθέν ερώτημα πρέπει να δοθεί στο μέτρο που στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να εκτιμήσει, αφενός, το κατά πόσον του είναι αναγκαία η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως για να μπορέσει να εκδώσει τη δική του απόφαση και, αφετέρου, το κατά πόσον είναι λυσιτελή τα ερωτήματα που υποβάλλει στο Δικαστήριο (βλ., μεταξύ άλλων, απόφαση της 23ης Φεβρουαρίου 1995 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-358/93 και C-416/93, Bordessa κ.λπ., Συλλογή 1995, σ. Ι-361, σκέψη 10).

Επί της υποχρεώσεως αντικαταστάσεως της εκδοθείσας από άλλο κράτος μέλος αδείας

19 Με το ερώτημά του, το εθνικό δικαστήριο ερωτά, πρώτον, αν κατά το παρόν στάδιο της εξελίξεως του κοινοτικού δικαίου και πριν από τη θέση σε εφαρμογή της οδηγίας 91/439, τα άρθρα 6, 8 Α και 52 της Συνθήκης απαγορεύουν σ' ένα κράτος μέλος να επιβάλλει στον κάτοχο αδείας οδηγήσεως εκδοθείσας από άλλο κράτος μέλος την αντικατάσταση της αδείας αυτής με άδεια του κράτους μέλους υποδοχής εντός προθεσμίας ενός έτους από την έναρξη της συνήθους διαμονής του στο έδαφος του κράτους αυτού, προκειμένου να εξακολουθεί να έχει εντός αυτού το δικαίωμα να οδηγεί όχημα με κινητήρα.

20 Συναφώς, πρέπει κατ' αρχάς να υπομνηστεί ότι, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, το άρθρο 6 της Συνθήκης, το οποίο καθιερώνει τη γενική αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω ιθαγενείας, μπορεί να εφαρμοστεί αυτοτελώς μόνο σε καταστάσεις διεπόμενες από το κοινοτικό δίκαιο για τις οποίες η Συνθήκη δεν προβλέπει ειδική απαγόρευση των διακρίσεων (βλ., μεταξύ άλλων, απόφαση της 17ης Μαΐου 1994 στην υπόθεση C-18/93, Corsica Ferries, Συλλογή 1994, σ. Ι-1783, σκέψη 19).

21 Στον τομέα του δικαιώματος εγκαταστάσεως, η αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων τέθηκε σε εφαρμογή και συγκεκριμενοποιήθηκε με το άρθρο 52 της Συνθήκης.

22 Στη συνέχεια, πρέπει να τονιστεί ότι το άρθρο 52 της Συνθήκης αποτελεί ειδικότερη έκφραση του άρθρου 8 Α της Συνθήκης, το οποίο θεσπίζει κατά γενικό τρόπο το δικαίωμα κάθε πολίτη της Ενώσεως να κυκλοφορεί και να διαμένει ελεύθερα στο έδαφος των κρατών μελών. Επομένως, στο μέτρο που η υπόθεση της κύριας δίκης εμπίπτει στο άρθρο 52 της Συνθήκης, παρέλκει η έκδοση αποφάσεως ως προς την ερμηνεία του άρθρου 8 Α.

23 Όσον αφορά το άρθρο 52, το Δικαστήριο έχει διαπιστώσει, ήδη με την απόφαση της 28ης Νοεμβρίου 1978 στην υπόθεση 16/78, Choquet (Συλλογή τόμος 1978, σ. 709, σκέψη 4), ότι οι σχετικές με την έκδοση και την αμοιβαία αναγνώριση των αδειών οδηγήσεως από τα κράτη μέλη ρυθμίσεις επηρεάζουν τόσο άμεσα όσο και έμμεσα την άσκηση των δικαιωμάτων που διασφαλίζουν οι διατάξεις της Συνθήκης που αφορούν την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων, την ελευθερία εγκαταστάσεως και την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών. Πράγματι, λόγω του σημαντικού ρόλου που κατέχουν τα ιδιωτικά μέσα μεταφοράς, η κατοχή αδείας οδηγήσεως που έχει αναγνωριστεί προσηκόντως από το κράτος υποδοχής μπορεί να έχει επίπτωση επί της ουσιαστικής ασκήσεως, εκ μέρους των προσώπων που υπάγονται στο κοινοτικό δίκαιο, ενός μεγάλου αριθμού επαγγελματικών δραστηριοτήτων, μισθωτών ή ανεξαρτήτων και, γενικότερα, της ελεύθερης κυκλοφορίας.

24 Ωστόσο, με τη σκέψη 7 της αποφάσεως αυτής, το Δικαστήριο έκρινε ότι, ενόψει των απαιτήσεων της οδικής ασφαλείας, η άνευ ετέρου αναγνώριση των αδειών οδηγήσεως προς όφελος των προσώπων που επιλέγουν να αποκτήσουν μόνιμη εγκατάσταση στο έδαφος άλλου κράτους μέλους από εκείνο που τους χορήγησε την άδεια οδηγήσεως δεν μπορούσε να προβλεφθεί, χωρίς να έχει προηγουμένως επιτευχθεί ένας επαρκής βαθμός εναρμονίσεως των προϋποθέσεων εκδόσεως των αδειών αυτών.

25 Υπ' αυτές τις συνθήκες, στο Συμβούλιο εναπέκειτο να υλοποιήσει την εναρμόνιση αυτή και να προβλέψει την αμοιβαία αναγνώριση των αδειών οδηγήσεως που εκδίδουν τα κράτη μέλη, προκειμένου να καταργήσει τα εμπόδια στην ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων, τα οποία απορρέουν από την υποχρέωση αποκτήσεως αδείας οδηγήσεως εκδιδομένης από το κράτος μέλος υποδοχής.

26 Επιβάλλεται, πάντως, η διαπίστωση, αφενός, ότι τα εμπόδια αυτά δεν θα καταργηθούν πλήρως παρά μόνο με την έναρξη ισχύος, την 1η Ιουλίου 1996, της οδηγίας 91/439, η οποία προβλέπει, στο άρθρο της 1, παράγραφος 2, την αμοιβαία αναγνώριση, χωρίς καμία διατύπωση, των αδειών οδηγήσεως που εκδίδουν τα κράτη μέλη και, αφετέρου, ότι, όπως επισήμανε το Συμβούλιο στο προοίμιο της εν λόγω οδηγίας, η υποχρέωση που επιβάλλεται στα πρόσωπα που εγκαθίστανται στο έδαφος κράτους μέλους να αντικαταστήσουν την άδεια που έχει εκδοθεί από άλλο κράτος μέλος με άδεια του κράτους υποδοχής συνιστά, αφ' εαυτής, εμπόδιο για την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων.

27 Ωστόσο, λόγω της πολυπλοκότητας του θέματος και των διαφορών που εξακολουθούσαν να υπάρχουν μεταξύ των νομοθεσιών των κρατών μελών, το Συμβούλιο μπορούσε να προβεί σε προοδευτική μόνο υλοποίηση της αναγκαίας εναρμονίσεως. Επομένως, εγκύρως επέτρεψε στα κράτη μέλη να επιβάλλουν, σ' ένα μεταβατικό στάδιο, την εν λόγω υποχρέωση αντικαταστάσεως.

28 Επομένως, στο πρώτο σκέλος του υποβληθέντος ερωτήματος πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι, κατά το παρόν στάδιο εξελίξεως του κοινοτικού δικαίου και πριν από τη θέση σε εφαρμογή της οδηγίας 91/439, το άρθρο 52 της Συνθήκης δεν απαγορεύει σ' ένα κράτος μέλος να επιβάλλει στον κάτοχο αδείας οδηγήσεως εκδοθείσας από άλλο κράτος μέλος την αντικατάσταση της αδείας αυτής με άδεια του κράτους μέλους υποδοχής εντός προθεσμίας ενός έτους από την έναρξη της συνήθους διαμονής του στο έδαφος του κράτους αυτού, προκειμένου να εξακολουθεί να έχει εντός αυτού το δικαίωμα να οδηγεί όχημα με κινητήρα.

Επί των κυρώσεων που επισύρει η παράβαση της υποχρεώσεως αντικαταστάσεως

29 Το εθνικό δικαστήριο ερωτά, δεύτερον, αν τα άρθρα 6, 8 Α και 52 της Συνθήκης απαγορεύουν να εξομοιώνεται η οδήγηση οχήματος με κινητήρα εκ μέρους προσώπου το οποίο έχει πράγματι αντικαταστήσει με άδεια του κράτους υποδοχής την άδεια που είχε εκδοθεί από άλλο κράτος μέλος, αλλά το οποίο δεν προέβη στην αντικατάσταση αυτή εντός της ταχθείσας προθεσμίας προς την οδήγηση χωρίς άδεια και, για τον λόγο αυτό, να επιβάλλεται στο πρόσωπο αυτό ποινή φυλακίσεως ή χρηματική ποινή.

30 Για τους λόγους που εκτέθηκαν στις σκέψεις 20 έως 22, το Δικαστήριο δεν χρειάζεται να αποφανθεί παρά μόνον ως προς την ερμηνεία του άρθρου 52.

31 Συναφώς, επιβάλλεται, κατ' αρχάς, η διαπίστωση ότι, δυνάμει των διατάξεων της οδηγίας 80/1263, η άδεια οδηγήσεως που εκδίδει ένα κράτος μέλος αναγνωρίζεται από τα άλλα κράτη μέλη εντός των οποίων ο κάτοχος δεν έχει τη συνήθη διαμονή του, επί δε ένα έτος και από το ίδιο το κράτος όπου αποκτά συνήθη διαμονή.

32 Στη συνέχεια, πρέπει να παρατηρηθεί ότι, μολονότι ο εν λόγω κάτοχος αδείας οδηγήσεως μπορεί να υποχρεωθεί να προβεί στην αντικατάσταση της αδείας, προκειμένου να εξακολουθεί να έχει το δικαίωμα να οδηγεί οχήματα με κινητήρα στο έδαφος του κράτους μέλους υποδοχής μετά την λήξη της προθεσμίας του ενός έτους, η αρχική του άδεια οδηγήσεως εξακολουθεί να ισχύει στο κράτος μέλος που την εξέδωσε και εξακολουθεί να αναγνωρίζεται από τα άλλα κράτη μέλη.

33 Τέλος, μολονότι τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να αρνηθούν την αντικατάσταση της αδείας, υπό ορισμένες περιστάσεις που προβλέπονται ειδικά από την οδηγία, η δυνατότητα αυτή δεν μπορεί να θίξει το δικαίωμα που έχουν οι κάτοχοι αδείας οδηγήσεως για αντικατάστασή της, όταν δεν συντρέχουν οι εξαιρετικές αυτές περιστάσεις.

34 Επομένως, η έκδοση αδείας οδηγήσεως από ένα κράτος μέλος σε αντικατάσταση εκείνης που έχει εκδοθεί από άλλο κράτος μέλος δεν συνιστά το έρεισμα του δικαιώματος οδηγήσεως οχήματος με κινητήρα στο έδαφος του κράτους υποδοχής, δικαίωμα που παρέχεται απ' ευθείας από το κοινοτικό δίκαιο, αλλά την πιστοποίηση της υπάρξεως του δικαιώματος αυτού.

35 Υπ' αυτές τις συνθήκες, η υποχρέωση αντικαταστάσεως, την οποία μπορούν να επιβάλλουν τα κράτη μέλη δυνάμει της οδηγίας, ανταποκρίνεται, κατά το ουσιώδες μέρος της, σε απαιτήσεις συμφυείς με τη δράση της διοικήσεως.

36 Ελλείψει κοινοτικής νομοθεσίας στον τομέα αυτόν, τα κράτη μέλη παραμένουν αρμόδια να προβλέπουν κυρώσεις σε περίπτωση παραβάσεως της υποχρεώσεως αυτής. Ωστόσο, όπως προκύπτει από πάγια νομολογία σχετικά με τη μη τήρηση των διατυπώσεων που απαιτούνται για την αναγνώριση του δικαιώματος παραμονής προσώπου που προστατεύεται από το κοινοτικό δίκαιο, τα κράτη μέλη δεν μπορούν να επιβάλλουν δυσανάλογα βαριές κυρώσεις, οι οποίες παρεμποδίζουν την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων, αυτό δε συμβαίνει, ιδίως, στην περίπτωση της επιβολής ποινών φυλακίσεως (βλ., μεταξύ άλλων, απόφαση της 12ης Δεκεμβρίου 1989 στην υπόθεση C-265/88, Messner, Συλλογή 1989, σ. 4209, σκέψη 14). Λόγω της επιπτώσεως που έχει το δικαίωμα οδηγήσεως οχήματος με κινητήρα στην ουσιαστική άσκηση των δικαιωμάτων που συνδέονται με την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων, οι ίδιες σκέψεις ισχύουν κατ' ανάγκη και όσον αφορά την παράβαση της υποχρεώσεως αντικαταστάσεως της αδείας οδηγήσεως.

37 Πρέπει να προστεθεί ότι η εξομοίωση του προσώπου που παρέλειψε να προβεί στην αντικατάσταση της αδείας με πρόσωπο που οδηγεί χωρίς άδεια, η οποία συνεπάγεται την επιβολή ποινικών κυρώσεων, έστω και χρηματικής φύσεως, όπως οι κυρώσεις που προβλέπει η επίμαχη εθνική νομοθεσία, θα ήταν επίσης δυσανάλογη προς τη βαρύτητα της εν λόγω παραβάσεως, λαμβανομένων υπόψη των συνεπειών της.

38 Πράγματι, όπως τόνισε το αιτούν δικαστήριο, μια ποινική καταδίκη μπορεί να έχει συνέπειες για την άσκηση μιας ανεξάρτητης ή μισθωτής επαγγελματικής δραστηριότητας, ιδίως όσον αφορά την πρόσβαση σε ορισμένες δραστηριότητες ή την άσκηση ορισμένων καθηκόντων, γεγονός που μπορεί να συνιστά μεταγενέστερο και διαρκή περιορισμό της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων.

39 Επομένως, στο δεύτερο σκέλος του ερωτήματος που υπέβαλε το εθνικό δικαστήριο πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 52 της Συνθήκης απαγορεύει να εξομοιώνεται η οδήγηση οχήματος με κινητήρα εκ μέρους προσώπου το οποίο θα μπορούσε πράγματι να αντικαταστήσει με άδεια του κράτους υποδοχής την άδεια που είχε εκδοθεί από άλλο κράτος μέλος, αλλά το οποίο δεν προέβη στην αντικατάσταση αυτή εντός της ταχθείσας προθεσμίας, προς την οδήγηση χωρίς άδεια και, για τον λόγο αυτό, να επιβάλλεται στο πρόσωπο αυτό ποινή φυλακίσεως ή χρηματική ποινή, λαμβανομένων υπόψη των συνεπειών που απορρέουν από τις κυρώσεις αυτές, όπως των της οικείας εθνικής έννομης τάξεως.

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί των δικαστικών εξόδων

40 Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν η Γερμανική Κυβέρνηση, η Γαλλική Κυβέρνηση, η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου και η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, οι οποίες κατέθεσαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται. Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων.

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

κρίνοντας επί του ερωτήματος που του υπέβαλε με διάταξη της 20ής Μαΐου 1994, η οποία διορθώθηκε με διάταξη της 26ης Ιουλίου 1994, το Amtsgericht Tiergarten, Berlin, αποφαίνεται:

1) Κατά το παρόν στάδιο εξελίξεως του κοινοτικού δικαίου και πριν από τη θέση σε εφαρμογή της οδηγίας 91/439/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 29ης Ιουλίου 1991, για την άδεια οδηγήσεως, το άρθρο 52 της Συνθήκης ΕΚ δεν απαγορεύει σ' ένα κράτος μέλος να επιβάλλει στον κάτοχο αδείας οδηγήσεως εκδοθείσας από άλλο κράτος μέλος υποχρέωση αντικαταστάσεως της αδείας αυτής με άδεια του κράτους μέλους υποδοχής εντός προθεσμίας ενός έτους από την έναρξη της συνήθους διαμονής του στο έδαφος του κράτους αυτού, προκειμένου να εξακολουθεί να έχει εντός αυτού το δικαίωμα να οδηγεί όχημα με κινητήρα.

2) Το άρθρο 52 της Συνθήκης απαγορεύει να εξομοιώνεται η οδήγηση οχήματος με κινητήρα εκ μέρους προσώπου το οποίο θα μπορούσε πράγματι να αντικαταστήσει με άδεια του κράτους υποδοχής την άδεια που είχε εκδοθεί από άλλο κράτος μέλος, αλλά το οποίο δεν προέβη στην αντικατάσταση αυτή εντός της ταχθείσας προθεσμίας, προς την οδήγηση χωρίς άδεια και, για τον λόγο αυτό, να επιβάλλεται στο πρόσωπο αυτό ποινή φυλακίσεως ή χρηματική ποινή, λαμβανομένων υπόψη των συνεπειών που απορρέουν από τις κυρώσεις αυτές, όπως των της οικείας εθνικής έννομης τάξεως.

Επάνω