Επιλέξτε τις πειραματικές λειτουργίες που θέλετε να δοκιμάσετε

Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex

Έγγραφο 61991CJ0328

    Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 30ής Μαρτίου 1993.
    Secretary of State for Social Security κατά Evelyn Thomas και λοιπών.
    Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: House of Lords - Ηνωμένο Βασίλειο.
    Ίση μεταχείρηση - Παροχές αναπηρίας - Σύνδεσμος με την ηλικία συνταξιοδοτήσεως.
    Υπόθεση C-328/91.

    Συλλογή της Νομολογίας 1993 I-01247

    Αναγνωριστικό ECLI: ECLI:EU:C:1993:117

    61991J0328

    ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΕΚΤΟ ΤΜΗΜΑ) ΤΗΣ 30ΗΣ ΜΑΡΤΙΟΥ 1993. - SECRETARY OF STATE FOR SOCIAL SECURITY ΚΑΤΑ EVELYN THOMAS ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ. - ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ: HOUSE OF LORDS - ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ. - ΙΣΗ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗ - ΠΑΡΟΧΕΣ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣ - ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΜΕ ΤΗΝ ΗΛΙΚΙΑ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΗΣΕΩΣ. - ΥΠΟΘΕΣΗ C-328/91.

    Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1993 σελίδα I-01247


    Περίληψη
    Διάδικοι
    Σκεπτικό της απόφασης
    Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
    Διατακτικό

    Λέξεις κλειδιά


    ++++

    Κοινωνική πολιτική * Ίση μεταχείριση μεταξύ ανδρών και γυναικών στον τομέα της κοινωνικής ασφαλίσεως * Οδηγία 79/7 * Παρέκκλιση όσον αφορά τις συνέπειες που ενδέχεται να απορρέουν για άλλες παροχές από την ύπαρξη διαφορετικής ηλικίας συνταξιοδοτήσεως * Έκταση * Περιορίζεται μόνο στις διακρίσεις που συνδέονται αναγκαίως και αντικειμενικώς με τη διαφορά της ηλικίας συνταξιοδοτήσεως * Δυσμενής διάκριση όσον αφορά τις παροχές αναπηρίας * Εκτίμηση από τον εθνικό δικαστή

    (Οδηγία 79/7 του Συμβουλίου, άρθρο 7 PAR 1, στοιχ. α')

    Περίληψη


    Εθνική νομοθεσία η οποία αποκλείει τη χορήγηση των παροχών αναπηρίας στα άτομα που έχουν υπερβεί την ηλικία συνταξιοδοτήσεως εισάγει δυσμενείς διακρίσεις άπαξ και η ηλικία αυτή καθορίζεται στα 60 έτη για τις γυναίκες και στα 65 έτη για τους άνδρες.

    Η δυσμενής αυτή διάκριση δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο α', της οδηγίας 79/7, περί της προοδευτικής εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως μεταξύ ανδρών και γυναικών σε θέματα κοινωνικής ασφαλίσεως, παρά μόνον εφόσον πρόκειται για συνέπεια που είναι δυνατόν να προκύψει για άλλες παροχές εκτός από τις παροχές γήρατος από τον καθορισμό διαφορετικών ηλικιών συνταξιοδοτήσεως, πράγμα το οποίο προϋποθέτει ότι πρόκειται περί δυσμενούς διακρίσεως η οποία συνδέεται αναγκαίως και αντικειμενικώς με τη διαφορά της ηλικίας συνταξιοδοτήσεως. Στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να κρίνει αν τούτο συμβαίνει εξετάζοντας, σύμφωνα με τη βούληση του κοινοτικού νομοθέτη, εάν πρόκειται περί δυσμενούς διακρίσεως η οποία είναι αντικειμενικώς αναγκαία για να αποφευχθεί ο κίνδυνος διαταράξεως της οικονομικής ισορροπίας του συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως ή για να εξασφαλιστεί η συνοχή μεταξύ του συστήματος συντάξεων λόγω συμπληρώσεως του συνταξίμου χρόνου και του συστήματος των άλλων παροχών.

    Διάδικοι


    Στην υπόθεση C-328/91,

    που έχει ως αντικείμενο αίτηση του House of Lords προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

    Secretary of State for Social Security

    και

    Evelyn Thomas,

    Frances Iris Cooze,

    Joyce Beard,

    Sarah Murphy,

    Eleanor Ethel Morley,

    Equal Opportunities Commission,

    η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία της οδηγίας 79/7/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1978, περί της προοδευτικής εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως μεταξύ ανδρών και γυναικών σε θέματα κοινωνικής ασφαλίσεως (ΕΕ ειδ. έκδ. 05/003, σ. 160),

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα),

    συγκείμενο από τους Κ. Ν. Κακούρη, πρόεδρο τμήματος, G. F. Mancini, F. A. Schockweiler, M. Diez de Velasco και P. J. G. Kapteyn, δικαστές,

    γενικός εισαγγελέας: G. Tesauro

    γραμματέας: L. Hewlett, υπάλληλος διοικήσεως,

    λαμβάνοντας υπόψη τις γραπτές παρατηρήσεις που κατέθεσαν:

    * οι Τhomas, Cooze, Beard, Morley και Μurphy καθώς και η Equal Opportunities Commission, εκπροσωπούμενες από τον J. A. Lakin, της Equal Opportunities Commission, Solicitor & Legal Adviser, και από τον Anthony Lester, QC, την Judith Beale, την Beverley Lang και τον Marc Rowland, barristers,

    * η Κυβέρνηση της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, εκπροσωπουμένη από τον Ernst Roeder, Ministerialrat στο Ομοσπονδιακό Υπουργείο Οικονομίας,

    * η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, εκπροσωπουμένη από την S. Lucinda Hudson, του Treasury Solicitor' s Department, επικουρουμένη από τον Richard Plender, QC,

    * η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπουμένη από την Karen Banks, μέλος της Νομικής Υπηρεσίας,

    έχοντας υπόψη την έκθεση ακροατηρίου,

    αφού άκουσε τις προφορικές παρατηρήσεις των Τhomas, Cooze, Beard, Morley και Μurphy καθώς και της Equal Opportunities Commission, της Κυβερνήσεως του Ηνωμένου Βασιλείου και της Επιτροπής, κατά τη συνεδρίαση της 26ης Νοεμβρίου 1992,

    αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 27ης Ιανουαρίου 1993,

    εκδίδει την ακόλουθη

    Απόφαση

    Σκεπτικό της απόφασης


    1 Με απόφαση της 27ης Νοεμβρίου 1991, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 17 Δεκεμβρίου 1991, το House of Lords υπέβαλε, δυνάμει του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, τέσσερα προδικαστικά ερωτήματα ως προς την ερμηνεία του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο α', της οδηγίας 79/7/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1978, περί της προοδευτικής εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως μεταξύ ανδρών και γυναικών σε θέματα κοινωνικής ασφαλίσεως (ΕΕ ειδ. έκδ. 05/003, σ. 160).

    2 Τα ερωτήματα αυτά ανέκυψαν στο πλαίσιο διαφορών μεταξύ των Evelyn Thomas, Frances Iris Cooze, Joyce Beard, Sarah Murphy και Eleanor Ethel Morley, αφενός, και του Adjudication Officer, αφετέρου, όσον αφορά τη χορήγηση στις ενδιαφερόμενες είτε ενός severe disablement allowance (επίδομα βαριάς αναπηρίας, στο εξής: SDA), είτε ενός invalid care allowance (επίδομα περιθάλψεως αναπήρου, στο εξής: ICA).

    3 Στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο Social Security Act 1975 (νόμος περί κοινωνικής ασφαλίσεως), όπως έχει τροποποιηθεί, προβλέπει τη χορήγηση ενός SDA στα πρόσωπα που είναι ανίκανα προς εργασία και τη χορήγηση ενός ICA στα πρόσωπα που ασχολούνται με την περίθαλψη ατόμου που πάσχει βαριά ανικανότητα προς εργασία. Αποκλείονται από τις παροχές αυτές τα πρόσωπα που έχουν συμπληρώσει την ηλικία συνταξιοδοτήσεως, που έχει οριστεί για τους μεν άνδρες στο εξηκοστό πέμπτο έτος, για δε τις γυναίκες στο εξηκοστό έτος.

    4 Στις Thomas και Morley δεν χορηγήθηκε το SDA, με το αιτιολογικό ότι έπαυσαν να εργάζονται ως μισθωτές λόγω αναπηρίας αφού υπερέβησαν την ηλικία συνταξιοδοτήσεως. Ομοίως, στις Cooze, Beard και Murphy δεν χορηγήθηκε το ICA, με το αιτιολογικό ότι ζήτησαν την χορήγηση της εν λόγω παροχής αφού υπερέβησαν την ηλικία συνταξιοδοτήσεως.

    5 Επιληφθέν αιτήσεως αναιρέσεως που άσκησε ο Υπουργός Κοινωνικών Ασφαλίσεων κατ' αποφάσεως του Court of Appeal, το οποίο είχε κρίνει ότι η βρετανική νομοθεσία δεν συμβιβάζεται προς την προαναφερθείσα οδηγία 79/7, το House of Lords αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία μέχρις ότου το Δικαστήριο αποφανθεί επί των ακολούθων προδικαστικών ερωτημάτων:

    "1) Σε περίπτωση κατά την οποία, βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο α', της οδηγίας 79/7, περί της προοδευτικής εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως μεταξύ ανδρών και γυναικών σε θέματα κοινωνικής ασφαλίσεως, σε ένα κράτος μέλος η ηλικία για τη χορήγηση συντάξεως γήρατος και συντάξεως λόγω συμπληρώσεως συνταξίμου χρόνου είναι διαφορετική για τους άνδρες και τις γυναίκες, η έκταση εφαρμογής της παρεκκλίσεως που επιτρέπει η φράση 'τις συνέπειες που είναι δυνατόν να προκύψουν για άλλες παροχές' του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο α', περιορίζεται:

    α) σε διατάξεις αφορώσες συστήματα ασφαλίσεως προβλέποντα άλλες παροχές, οι οποίες διατάξεις είναι αναγκαίες για να επιτρέπουν στα συστήματα αυτά να λειτουργούν λογικά και χωρίς ανακολουθία, μεροληψία ή παραλογισμό με τα συστήματα συντάξεως γήρατος και συντάξεως λόγω συμπληρώσεως συνταξίμου χρόνου,

    β) ή σε διατάξεις αφορώσες συστήματα ασφαλίσεως προβλέποντα άλλες παροχές, τις οποίες διατάξεις το κράτος μέλος έχει συνδέσει, ασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια και ενεργώντας σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, με διατάξεις αφορώσες συστήματα συντάξεως γήρατος και συντάξεως λόγω συμπληρώσεως συνταξίμου χρόνου,

    γ) ή σε άλλες διατάξεις και, σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, σε ποιες;

    2) Εάν εφαρμόζεται η αρχής της αναλογικότητας, οφείλει το κράτος μέλος να αποδείξει:

    α) ότι η διάταξη είναι ικανή και αναγκαία για την πραγματοποίηση του σκοπού του κράτους μέλους,

    β) ή ότι η διάταξη είναι ικανή και αναγκαία για την πραγματοποίηση του σκοπού της οδηγίας 79/7,

    γ) ή ότι ισχύουν αμφότερα τα υπό τα ανωτέρω στοιχεία α' και β',

    δ) ή ότι η διάταξη θεσπίστηκε με σκοπό τη μείωση, την ελαχιστοποίηση ή τον περιορισμό της δυσμενούς διακρίσεως που προκαλεί η πρόβλεψη διαφορετικής ηλικίας συνταξιοδοτήσεως μεταξύ ανδρών και γυναικών,

    ε) ή ότι κάποιο άλλο κριτήριο ικανοποιείται και, σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, ποιο;

    3) Επιτρέπει το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο α', στο κράτος μέλος:

    α) να επικαλείται στατιστικά δεδομένα σχετικά με την ανδρική και γυναικεία εργασία και τη συνταξιοδότηση για να δικαιολογεί τη διαφορετική μεταχείριση μεταξύ ανδρών και γυναικών,

    β) ή να επικαλείται την παρέκκλιση αυτή, καίτοι στη συγκεκριμένη περίπτωση η αιτούσα την παροχή μπορεί να αποδείξει ότι, μολονότι έχει υπερβεί την ηλικία συνταξιοδοτήσεως, στην πραγματικότητα δεν λαμβάνει σύνταξη γήρατος ή σύνταξη λόγω συμπληρώσεως συνταξίμου χρόνου και/ή ότι θα εργαζόταν εάν δεν είχε επέλθει ο σχετικός κίνδυνος (αναπηρία ή βαριά ανικανότητα);"

    6 Στην έκθεση ακροατηρίου αναπτύσσονται διεξοδικώς τα πραγματικά περιστατικά των διαφορών της κυρίας δίκης, η εξέλιξη της διαδικασίας και οι γραπτές παρατηρήσεις που κατατέθηκαν στο Δικαστήριο. Τα στοιχεία αυτά της δικογραφίας δεν επαναλαμβάνονται κατωτέρω παρά μόνον καθόσον απαιτείται για τη συλλογιστική του Δικαστηρίου.

    7 Προτού δοθεί απάντηση στο πρώτο ερώτημα, διαπιστώνεται εκ προοιμίου ότι οι ενδιαφερόμενες της κυρίας δίκης εμπίπτουν στο προσωπικό πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 79/7 και ότι τα εκ του νόμου προβλεπόμενα συστήματα, τα οποία αποτελούν αντικείμενο αμφισβητήσεως ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, καθόσον εξασφαλίζουν προστασία κατά του κινδύνου αναπηρίας, καλύπτονται από το άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο α', της οδηγίας αυτής. Επισημαίνεται επίσης ότι εθνική νομοθεσία όπως η περιγραφείσα από το αιτούν δικαστήριο, η οποία αποκλείει τη χορήγηση των επίμαχων παροχών στις γυναίκες που έχουν υπερβεί την ηλικία των 60 ετών, ενώ οι άνδρες εξακολουθούν να το λαμβάνουν μέχρι την ηλικία των 65 ετών, προκαλεί δυσμενείς διακρίσεις και μπορεί ως εκ τούτου να δικαιολογηθεί μόνον βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο α', της οδηγίας 79/7, κατά το οποίο η οδηγία δεν απαγορεύει τη δυνατότητα των κρατών μελών να αποκλείσουν από το πεδίο εφαρμογής της τον καθορισμό της ηλικίας συνταξιοδοτήσεως λόγω συμπληρώσεως συνταξίμου χρόνου και τις συνέπειες που είναι δυνατόν να προκύψουν για άλλες παροχές.

    8 Προκειμένου να εξεταστεί η έκταση εφαρμογής της παρεκκλίσεως που προβλέπει η διάταξη αυτή, τονίζεται, πρώτον, ότι, λαμβανομένης υπόψη της θεμελιώδους σημασίας της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως, την οποία έχει επανειλημμένως υπογραμμίσει το Δικαστήριο, η εξαίρεση από την απαγόρευση των διακρίσεων βάσει του φύλου, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο α', της οδηγίας 79/7, πρέπει να ερμηνεύεται στενώς (βλ. αποφάσεις της 26ης Φεβρουαρίου 1986, 152/84, Marshall, Συλλογή 1986, σ. 723, σκέψη 36, και 262/84, Beets-Proper, Συλλογή 1986, σ. 773, σκέψη 38).

    9 Επισημαίνεται στη συνέχεια ότι το Δικαστήριο με την απόφαση της 7ης Ιουλίου 1992, C-9/91, Equal Opportunities Commission (Συλλογή 1992, σ. Ι-4297, σκέψη 15), έκρινε ότι, καίτοι οι αιτιολογικές σκέψεις της οδηγίας 79/7 δεν διευκρινίζουν τον λόγο υπάρξεως των προβλεπομένων παρεκκλίσεων, από τη φύση των εξαιρέσεων που περιλαμβάνονται στο άρθρο 7, παράγραφος 1, της οδηγίας μπορεί να συναχθεί ότι ο κοινοτικός νομοθέτης θέλησε να επιτρέψει στα κράτη μέλη να διατηρήσουν προσωρινώς, όσον αφορά τις συντάξεις, τα πλεονεκτήματα που έχουν αναγνωριστεί στις γυναίκες, ώστε αυτά να μπορέσουν να προβούν προοδευτικά στην τροποποίηση, ως προς το σημείο αυτό, των συνταξιοδοτικών τους συστημάτων χωρίς να διαταραχθεί η περίπλοκη οικονομική ισορροπία των συστημάτων αυτών, η σπουδαιότητα της οποίας δεν μπορεί να παραγνωριστεί. Το Δικαστήριο έκρινε ακόμη με την απόφαση αυτή ότι μεταξύ ακριβώς των πλεονεκτημάτων αυτών περιλαμβάνεται, όπως προβλέπει το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο α', της οδηγίας, και η δυνατότητα, όσον αφορά τις εργαζόμενες γυναίκες, να αποκτούν συνταξιοδοτικά δικαιώματα νωρίτερα απ' ό,τι οι άνδρες εργαζόμενοι.

    10 Με την απόφαση αυτή, η οποία ουδόλως αφορούσε "τις συνέπειες που μπορούν να προκύψουν για άλλες παροχές" από τον καθορισμό ηλικίας συνταξιοδοτήσεως διαφορετικής ανάλογα με το φύλο, αλλά τις διακρίσεις όσον αφορά τις περιόδους καταβολής εισφορών, το Δικαστήριο ερμήνευσε το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο α', υπό την έννοια ότι επιτρέπει τον καθορισμό διαφορετικής, ανάλογα με το φύλο, της νόμιμης ηλικίας συνταξιοδοτήσεως για τη χορήγηση των συντάξεων λόγω γήρατος και λόγω συμπληρώσεως συντάξιμου χρόνου, καθώς και διακρίσεις οι οποίες συνδέονται κατ' ανάγκη με τη διαφορά αυτή.

    11 Η ύπαρξη όμως τέτοιου συνδέσμου επιβάλλεται επίσης, για τους ίδιους λόγους, όσον αφορά τις ενέχουσες διακρίσεις συνέπειες που μπορούν να προκύψουν για άλλες παροχές από τον καθορισμό διαφορετικής ανάλογα με το φύλο νόμιμης ηλικίας συνταξιοδοτήσεως για τη χορήγηση συντάξεως λόγω γήρατος και λόγω συμπληρώσεως συνταξίμου χρόνου.

    12 Επομένως, οι διακρίσεις που προβλέπονται σε άλλα συστήματα παροχών, πλην των συστημάτων συντάξεων λόγω γήρατος και συμπληρώσεως συνταξίμου χρόνου, δεν μπορούν να δικαιολογηθούν, ως συνέπεια καθορισμού ηλικίας συνταξιοδοτήσεως διαφορετικής ανάλογα με το φύλο, παρά μόνον εάν οι διακρίσεις αυτές είναι αντικειμενικώς αναγκαίες για να αποφευχθεί ο κίνδυνος διαταράξεως της οικονομικής ισορροπίας του συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως ή για να εξασφαλισθεί η συνοχή μεταξύ του συστήματος συντάξεων λόγω συμπληρώσεως του συνταξίμου χρόνου και του συστήματος των άλλων παροχών.

    13 Ακόμη και εάν εναπόκειται στο εθνικό δικαστήριο, στο πλαίσιο της προδικαστικής παραπομπής, να διαπιστώνει την ύπαρξη της ανάγκης αυτής ενόψει της συγκεκριμένης περιπτώσεως της οποίας επελήφθη, το Δικαστήριο, καλούμενο να παράσχει στο εθνικό δικαστήριο λυσιτελείς απαντήσεις, είναι αρμόδιο να παράσχει ενδείξεις αντλούμενες από τον φάκελο της υποθέσεως της κυρίας δίκης καθώς και από τις γραπτές και προφορικές παρατηρήσεις οι οποίες του έχουν υποβληθεί, ικανές να καταστήσουν δυνατή την απόφαση του εθνικού δικαστηρίου.

    14 'Οσον αφορά την προϋπόθεση της διατηρήσεως της οικονομικής ισορροπίας μεταξύ του συστήματος των συντάξεων γήρατος και άλλων συστημάτων παροχών, επισημαίνεται ότι η χορήγηση παροχών που εμπίπτουν σε συστήματα που δεν στηρίζονται στην καταβολή εισφορών, όπως το SDA και το ICA, σε άτομα θύματα ορισμένων κινδύνων, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το δικαίωμα των ατόμων αυτών για σύνταξη γήρατος βάσει συμπληρωθεισών περιόδων καταβολής εισφορών, δεν ασκεί άμεση επιρροή στην οικονομική ισορροπία των συστημάτων συντάξεων που στηρίζονται στην καταβολή εισφορών.

    15 Εξάλλου, όπως εκθέτει ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 10 των προτάσεών του, η διάκριση μεταξύ ανδρών και γυναικών στο πλαίσιο συστημάτων που δεν στηρίζονται στην καταβολή εισφορών, όπως τα συστήματα του SDA και του ICA, δεν επιβάλλεται ούτε για τη διατήρηση της οικονομικής ισορροπίας ολοκλήρου του συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως, ειδικότερα καθόσον οι εθνικές ρυθμίσεις θεσπίζουν κανόνες απαγορεύσεως της σωρεύσεως παροχών όπως το SDA, το ICA και η σύνταξη γήρατος και καθόσον η χορήγηση των παροχών αυτών υποκαθίσταται πράγματι σε παροχές που έχουν καταβληθεί στο πλαίσιο άλλων συστημάτων που δεν στηρίζονται στην καταβολή εισφορών, όπως τα επιδόματα στα άτομα που διαθέτουν ανεπαρκή μέσα συντηρήσεως.

    16 'Οσον αφορά τη διατήρηση της συνοχής μεταξύ συστημάτων όπως τα συστήματα του SDA και του ICA, αφενός, και το σύστημα των συντάξεων, αφετέρου, επισημαίνεται ότι το επιχείρημα της Κυβερνήσεως του Ηνωμένου Βασιλείου ότι οι παροχές αυτές αποσκοπούν στην αντικατάσταση του εισοδήματος σε περίπτωση επελεύσεως του κινδύνου όχι μόνο δεν εμποδίζει γενικώς τη χορήγηση των παροχών αυτών σε γυναίκες που έχουν υπερβεί την ηλικία συνταξιοδοτήσεως, αλλά δικαιολογεί αντιθέτως τη χορήγηση αυτή σε περιπτώσεις όπως οι υπό εξέταξη στην υπόθεση της κύριας δίκης.

    17 Πράγματι, το Δικαστήριο, με την προαναφερθείσα απόφαση Marshall, κατοχύρωσε το δικαίωμα για τη γυναίκα να συνεχίσει την επαγγελματική της δραστηριότητα πέραν της ηλικίας στην οποία δικαιούται συντάξεως γήρατος, ήτοι τουλάχιστον μέχρι την ηλικία κατά την οποία πρέπει να συνταξιοδοτείται ο άνδρας.

    18 Στην περίπτωση κατά την οποία οι γυναίκες εξακολούθησαν να εργάζονται, όπως άλλωστε τους επέτρεπε η εθνική νομοθεσία, αφού υπερέβησαν την εκ του νόμου ηλικία συνταξιοδοτήσεως για τις γυναίκες και προτού φθάσουν στην εκ του νόμου ηλικία συνταξιοδοτήσεως για τους άνδρες ή στην περίπτωση κατά την οποία δεν λαμβάνουν ακόμη επιδόματα δυνάμει του συστήματος των συντάξεων γήρατος, παρά το γεγονός ότι υπερέβησαν τη νόμιμη ηλικία συνταξιοδοτήσεως, δικαιούνται να λάβουν, σε περίπτωση επελεύσεως του ασφαλιζομένου κινδύνου, παροχές όπως το SDA ή το ICA.

    19 Για να δοθεί απάντηση στο επιχείρημα του Ηνωμένου Βασιλείου που στηρίζεται στο γεγονός ότι η συντριπτική πλειονότητα των γυναικών λαμβάνει σύνταξη γήρατος αφού συμπληρώσουν το 60ό έτος της ηλικίας τους, διαπιστώνεται ότι η χορήγηση παροχών όπως το SDA ή το ICA συνιστά, για τις γυναίκες οι οποίες δεν λαμβάνουν ακόμη σύνταξη γήρατος παρά το γεγονός ότι υπερέβησαν τη νόμιμη ηλικία συνταξιοδοτήσεως, ατομικό δικαίωμα το οποίο δεν είναι δυνατόν να τους αφαιρεθεί με το αιτιολογικό ότι από τις στατιστικές συνάγεται ότι η κατάστασή τους συνιστά εξαίρεση σε σχέση με την κατάσταση της πλειονότητας των γυναικών.

    20 Από τις σκέψεις που προηγήθηκαν προκύπτει ότι στο πρώτο ερώτημα που υπέβαλε το House of Lords πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι στην περίπτωση κατά την οποία, βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο α', της οδηγίας 79/7, ένα κράτος μέλος προβλέπει διαφορετική ηλικία για τη χορήγηση συντάξεως γήρατος και συντάξεως λόγω συμπληρώσεως συνταξίμου χρόνου μεταξύ ανδρών και γυναικών, η έκταση εφαρμογής της παρεκκλίσεως την οποία επιτρέπει η φράση "τις συνέπειες που είναι δυνατόν να προκύψουν για άλλες παροχές", του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο α', περιορίζεται στις διακρίσεις οι οποίες υφίστανται στα άλλα συστήματα παροχών και οι οποίες συνδέονται αναγκαίως και αντικειμενικώς με τη διαφορά της ηλικίας συνταξιοδοτήσεως.

    21 Ενόψει της αναντήσεως που δόθηκε στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα, παρέλκει η απάντηση στα τρία υπόλοιπα ερωτήματα.

    Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


    Επί των δικαστικών εξόδων

    22 Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση, η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου και η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, οι οποίες κατέθεσαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται. Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων.

    Διατακτικό


    Για τους λόγους αυτούς,

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα),

    κρίνοντας επί του ερωτήματος που του υπέβαλε με απόφαση της 27ης Νοεμβρίου 1991 το House of Lords, αποφαίνεται:

    Στο πρώτο ερώτημα που υπέβαλε το House of Lords πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι, στην περίπτωση κατά την οποία, βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο α', της οδηγίας 79/7, ένα κράτος μέλος προβλέπει διαφορετική ηλικία για τη χορήγηση συντάξεως γήρατος και συντάξεως λόγω συμπληρώσεως συνταξίμου χρόνου μεταξύ ανδών και γυναικών, η έκταση εφαρμογής της παρεκκλίσεως την οποία επιτρέπει η φράση "τις συνέπειες που είναι δυνατόν να προκύψουν για άλλες παροχές", του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο α', περιορίζεται στις διακρίσεις οι οποίες υφίστανται στα άλλα συστήματα παροχών και οι οποίες συνδέονται αναγκαίως και αντικειμενικώς με τη διαφορά της ηλικίας συνταξιοδοτήσεως.

    Επάνω