EUR-Lex Πρόσβαση στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επιστροφή στην αρχική σελίδα του EUR-Lex

Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex

Έγγραφο 61986CJ0014

Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 11ης Ιουνίου 1987.
Pretore του Salò κατ' αγνώστων.
Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Pretura di Salò - Ιταλία.
Προδικαστική - Βλάβη του φυσικού περιβάλλοντος.
Υπόθεση 14/86.

Συλλογή της Νομολογίας 1987 -02545

Αναγνωριστικό ECLI: ECLI:EU:C:1987:275

61986J0014

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΠΕΜΠΤΟ ΤΜΗΜΑ) ΤΗΣ 11ΗΣ ΙΟΥΝΙΟΥ 1987. - PRETORE DE SALO' ΚΑΤΑ ΑΓΝΩΣΤΩΝ. - ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ ΤΗΣ PRETURA DI SALO - ΙΤΑΛΙΑ. - ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗ - ΒΛΑΒΗ ΤΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. - ΥΠΟΘΕΣΗ 14/86.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1987 σελίδα 02545
Σουηδική ειδική έκδοση σελίδα 00111
Φινλανδική ειδική έκδοση σελίδα 00111


Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


++++

1 . Προδικαστικά ερωτήματα - Υποβολή στο Δικαστήριο - Εθνικό δικαστήριο κατά την έννοια του άρθρου 177 της Συνθήκης - Δικαστικός λειτουργός που συγκεντρώνει τα καθήκοντα εισαγγελικής αρχής και εισηγητή δικαστή

( Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρο 177 )

2 . Προδικαστικά ερωτήματα - Υποβολή στο Δικαστήριο - Στάδιο της διαδικασίας κατά το οποίο κρίνεται σκόπιμη η υποβολή - Εκτιμάται από το εθνικό δικαστήριο

( Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρο 177 )

3 . Προδικαστικά ερωτήματα - Υποβολή στο Δικαστήριο - Δυνατότητα του δικαστή που είναι αποδέκτης προδικαστικής αποφάσεως να απευθυνθεί εκ νέου στο Δικαστήριο - Περιστάσεις που δικαιολογούν τη νέα υποβολή

( Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρο 177 )

4 . Πράξεις των οργάνων - Οδηγίες - Μη εκτέλεση εκ μέρους κράτους μέλους - Υποχρεώσεις βαρύνουσες τους ιδιώτες - Δεν υπάρχουν - Μη συμμόρφωση προς την οδηγία - Ποινικές συνέπειες - Δεν υπάρχουν

( Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρο 189 οδηγία 78/659 του Συμβουλίου )

Περίληψη


1 . Το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να απαντήσει σε αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως που του υποβάλλει δικαστικός λειτουργός κράτους μέλους, ο οποίος, στο πλαίσιο της διαδικασίας που έδωσε αφορμή για την προδικαστική παραπομπή, συγκεντρώνει τα καθήκοντα εισαγγελικής αρχής και ανακριτή δικαστή, εφόσον αυτή προέρχεται από δικαιοδοτικό όργανο που ενεργεί στο γενικό πλαίσιο της αποστολής του να κρίνει, με ανεξαρτησία γνώμης και σύμφωνα με το δίκαιο, διαφορές, για τις οποίες ο νόμος τού έχει απονείμει αρμοδιότητα, έστω και αν ορισμένα από τα καθήκοντα, τα οποία οφείλει να ασκήσει κατά την εν λόγω διαδικασία, δεν έχουν αυστηρά δικαιοδοτικό χαρακτήρα .

2 . Για να είναι η ερμηνεία του κοινοτικού δικαίου χρήσιμη στον εθνικό δικαστή, είναι αναγκαίο να ορίζεται το νομικό πλαίσιο μέσα στο οποίο πρέπει να ενταχθεί η αιτούμενη ερμηνεία . Από τη σκοπιά αυτή, μπορεί, υπό ορισμένες περιστάσεις, να αποτελεί πλεονέκτημα το να έχουν αποδειχτεί τα πραγματικά περιστατικά της υποθέσεως και να έχουν επιλυθεί τα προβλήματα που είναι καθαρά εθνικού δικαίου κατά το χρόνο της παραπομπής στο Δικαστήριο, έτσι ώστε να παρέχεται σ' αυτό η δυνατότητα να γνωρίζει όλα τα πραγματικά και νομικά στοιχεία που ενδέχεται να είναι σημαντικά για την αιτούμενη ερμηνεία του κοινοτικού δικαίου .

Εντούτοις, οι σκέψεις αυτές δεν περιορίζουν σε τίποτε την ευχέρεια εκτιμήσεως του εθνικού δικαστή να αποφασίσει σε ποιο στάδιο της διαδικασίας που εκκρεμεί ενώπιόν του είναι σκόπιμο να υποβάλει προδικαστικό ερώτημα στο Δικαστήριο, δεδομένου ότι είναι ο μόνος που έχει άμεση γνώση των πραγματικών περιστατικών της υποθέσεως και των επιχειρημάτων των διαδίκων, ότι πρέπει να αναλάβει την ευθύνη της δικαστικής αποφάσεως που θα εκδοθεί και ότι είναι, συνεπώς, σε καλύτερη θέση από κάθε άλλον να κρίνει σε ποιο στάδιο της διαδικασίας έχει ανάγκη από προδικαστική απόφαση του Δικαστηρίου .

3 . Ο υποχρεωτικός χαρακτήρας που έχουν για τα εθνικά δικαστήρια οι αποφάσεις του Δικαστηρίου επί προδικαστικής υποθέσεως δεν εμποδίζει τον εθνικό δικαστή, που είναι αποδέκτης μιας τέτοιας απόφασης, να απευθυνθεί εκ νέου στο Δικαστήριο, αν το κρίνει αναγκαίο, για να τάμει τη διαφορά στην κύρια δίκη . Η νέα αυτή παραπομπή μπορεί να δικαιολογείται, όταν ο εθνικός δικαστής προσκρούει σε δυσχέρειες κατανοήσεως ή εφαρμογής της αποφάσεως, όταν υποβάλλει στην κρίση του Δικαστηρίου νέο νομικό ζήτημα ή ακόμη όταν του υποβάλλει νέα στοιχεία εκτιμήσεως ικανά να οδηγήσουν το Δικαστήριο να απαντήσει διαφορετικά σε ήδη υποβληθέν ερώτημα .

4 . Από οδηγία που δεν έχει μεταφερθεί στην εσωτερική έννομη τάξη κράτους μέλους δεν μπορούν να προκύψουν υποχρεώσεις για τους ιδιώτες ούτε έναντι άλλων ιδιωτών, ούτε, κατά μείζονα λόγο, έναντι του ίδιου του κράτους .

Επομένως, η οδηγία 78/659, περί της ποιότητος των γλυκών υδάτων που έχουν ανάγκη προστασίας ή βελτιώσεως για τη διατήρηση της ζωής των ιχθύων, δεν μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα, μόνη της και ανεξάρτητα από εσωτερικό νόμο κράτους μέλους εκδιδόμενο προς εφαρμογή της, τη στοιχειοθέτηση ή την επιβάρυνση της ποινικής ευθύνης των ενεργούντων κατά παράβαση των διατάξεών της .

Διάδικοι


Στην υπόθεση 14/86,

που έχει ως αντικείμενο αίτηση της Pretura του Salo προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της ποινικής δίκης που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου και που κινήθηκε από τον

Pretore του Salo

κατ'

αγνώστων,

η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία της οδηγίας 78/659/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουλίου 1978, περί της ποιότητος των γλυκών υδάτων που έχουν ανάγκη προστασίας ή βελτιώσεως για τη διατήρηση της ζωής των ιχθύων ( ΕΕ ειδ . έκδ . 15/001, σ . 172 ),

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ( πέμπτο τμήμα )

συγκείμενο από τους Υ . Galmot, πρόεδρο τμήματος, G . Bosco, U . Everling, R . Joliet και J . C . Moitinho de Almeida, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας : G . F . Mancini

γραμματέας : D . Louterman, υπάλληλος διοικήσεως

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που κατέθεσαν :

- η ιταλική κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον Pier Giorgio Ferri, avvocato dello Stato, και

- η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον E . Traversa, μέλος της νομικής της υπηρεσίας,

λαμβάνοντας υπόψη την έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση και κατόπιν της προφορικής διαδικασίας της 25ης Νοεμβρίου 1986,

αφού άκουσε το γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 17ης Μαρτίου 1987,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης


1 Με Διάταξη της 13ης Ιανουαρίου 1986, που περιήλθε στο Δικαστήριο στις 21 Ιανουαρίου 1986, ο Pretore του Salo υπέβαλε, δυνάμει του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, δύο προδικαστικά ερωτήματα ως προς την ερμηνεία της οδηγίας 78/659 του Συμβουλίου, της 18ης Ιουλίου 1978, περί της ποιότητος των γλυκών υδάτων που έχουν ανάγκη προστασίας ή βελτιώσεως για τη διατήρηση της ζωής των ιχθύων ( ΕΕ ειδ . έκδ . 15/001, σ . 172 ).

2 Τα ερωτήματα αυτά ανέκυψαν στο πλαίσιο ποινικής δίκης κατ' αγνώστων για πλημμελήματα και πταίσματα διαπραχθέντα κατά παράβαση διαφόρων διατάξεων του νόμου σχετικών με την προστασία των υδάτων .

3 Η δίκη αυτή κινήθηκε κατόπιν μηνύσεως που κατέθεσε μια ένωση αλιέων κατόπιν του παρατηρηθέντος θανάτου μεγάλου αριθμού ψαριών στον ποταμό Chiese, που οφειλόταν κατ' ουσία στην κατασκευή πολυαρίθμων φραγμάτων για υδροηλεκτρική και αρδευτική χρήση, τα οποία προκαλούν έντονες και απότομες διακυμάνσεις της παροχής ύδατος . Και άλλες ενώσεις αλιέων είχαν καταγγείλει στο παρελθόν τα ίδια περιστατικά, καθώς και την απόρριψη επιβλαβών ουσιών στον ίδιο ποταμό, οι μηνύσεις τους όμως είχαν τεθεί στο αρχείο .

4 Στο πλαίσιο της ποινικής ανάκρισης την οποία κίνησε, ο Pretore του Salo έκρινε αναγκαίο να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα :

"1)Το σημερινό πλέγμα νομοθετικών ρυθμίσεων της Ιταλικής Δημοκρατίας περί της προστασίας των υδάτων από τη ρύπανση ανταποκρίνεται στις αρχές και τους ποιοτικούς στόχους που ορίζονται με την οδηγία 78/659/ΕΟΚ, της 18ης Ιουλίου 1978, περί της ποιότητος των γλυκών υδάτων που έχουν ανάγκη προστασίας ή βελτιώσεως για τη διατήρηση της ζωής των ιχθύων;

2)Οι ποιοτικοί στόχοι, όπως ορίζονται με την οδηγία, προϋποθέτουν τη συνολική αντιμετώπιση της διαχείρισης των υδάτων, άρα τη διασφάλιση του συστήματος παροχής και ποσότητας και επομένως την ανάγκη να υπάρχουν κανόνες αναφερόμενοι σε υδάτινες μάζες ή υδάτινα ρεύματα, κατάλληλοι για την προστασία της σταθερότητας της ροής, έτσι ώστε να διατηρείται η ελάχιστη ποσότητα ύδατος που είναι απαραίτητη για την ανάπτυξη των ειδών των ιχθύων;"

5 Στην έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση αναπτύσσονται τα πραγματικά περιστατικά της υποθέσεως, η εξέλιξη της διαδικασίας και οι παρατηρήσεις που κατέθεσαν η ιταλική κυβέρνηση και η Επιτροπή . Τα στοιχεία αυτά της δικογραφίας δεν επαναλαμβάνονται πιο κάτω, παρά μόνο καθόσον απαιτείται για να σχηματίσει κρίση το Δικαστήριο .

6 Η ιταλική κυβέρνηση, χωρίς να προβάλει ρητά ένσταση περί αναρμοδιότητας του Δικαστηρίου να απαντήσει στα υποβαλλόμενα ερωτήματα, εφιστά την προσοχή του Δικαστηρίου στη φύση των καθηκόντων που ασκεί εν προκειμένω ο Pretore, τα οποία είναι ταυτόχρονα καθήκοντα εισαγγελικής αρχής και ανακριτή δικαστή . Ο Pretore διενεργεί προκαταρκτική εξέταση υπό την ιδιότητα της εισαγγελικής αρχής και, σε περίπτωση αρνητικού πορίσματος, εκδίδει διάταξη περί θέσεως της υποθέσεως στο αρχείο αντί του ανακριτή δικαστή . Η διάταξη αυτή δεν αποτελεί δικαιοδοτική πράξη, εφόσον δεν μπορεί να αποτελέσει δεδικασμένο ή να διαμορφώσει αμετάκλητη διαδικαστική κατάσταση και δεν απαιτείται να είναι αιτιολογημένη, ενώ τέτοια υποχρέωση επιβάλλεται από το άρθρο 111 του ιταλικού Συντάγματος για τις δικαιοδοτικές πράξεις .

7 Πρέπει να σημειωθεί ότι οι Pretori είναι δικαστικοί λειτουργοί, οι οποίοι, σε δίκες σαν αυτή στην οποία αναφέρεται η υπό κρίση υπόθεση, συγκεντρώνουν τα καθήκοντα εισαγγελικής αρχής και ανακριτή δικαστή . Το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να απαντήσει στην αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως, εφόσον αυτή προέρχεται από δικαιοδοτικό όργανο που ενήργησε στο γενικό πλαίσιο της αποστολής του να κρίνει, με ανεξαρτησία γνώμης και σύμφωνα με το δίκαιο, διαφορές, για τις οποίες ο νόμος τού έχει απονείμει αρμοδιότητα, έστω και αν ορισμένα από τα καθήκοντα, τα οποία οφείλει να ασκήσει κατά τη διαδικασία που έδωσε αφορμή για την προδικαστική παραπομπή, δεν έχουν αυστηρά δικαιοδοτικό χαρακτήρα .

8 Κατά την επ' ακροατηρίου συζήτηση, η ιταλική κυβέρνηση υποστήριξε επίσης ότι, ενόψει του παρόντος σταδίου της διαδικασίας, όπου τα πραγματικά περιστατικά δεν έχουν επαρκώς διαλευκανθεί, ούτε έχει προσδιοριστεί η ταυτότητα των ενδεχομένων υπαιτίων, η προδικαστική παραπομπή είναι πρώιμη .

9 Η Επιτροπή φρονεί ότι η προδικαστική παραπομπή είναι απαράδεκτη, διότι, δεδομένου ότι πρόκειται για ποινική δίκη κατ' αγνώστων, είναι πιθανό να μην εκδοθεί ποτέ απόφαση επί της ουσίας . Αυτό θα συμβεί αναπόφευκτα, σε περίπτωση που δεν θα εντοπιστεί ποτέ ο υπαίτιος ή οι υπαίτιοι . Κατά την επ' ακροατηρίου συζήτηση, η Επιτροπή ανέπτυξε και ένα άλλο επιχείρημα για να υποστηρίξει την αναρμοδιότητα του Δικαστηρίου : σε περίπτωση που οι υπαίτιοι καταστούν γνωστοί μετά την έκδοση της αποφάσεως του Δικαστηρίου, θα έχουν πλέον χάσει τη δυνατότητα να υποστηρίξουν ενώπιον του Δικαστηρίου την ερμηνεία του κοινοτικού δικαίου που είναι περισσότερο σύμφωνη προς τα συμφέροντά τους . Με αυτόν τον τρόπο θα έχουν παραβιαστεί τα δικαιώματα της υπερασπίσεως .

10 Πρέπει καταρχάς να σημειωθεί ότι, όπως δέχτηκε το Δικαστήριο με την απόφαση της 10ης Μαρτίου 1981 ( συνεκδικασθείσες υποθέσεις 36 και 71/80, Irish Creamery, Συλλογή σ . 735 ), για να είναι η ερμηνεία του κοινοτικού δικαίου χρήσιμη στον εθνικό δικαστή, είναι αναγκαίο να ορίζεται το νομικό πλαίσιο μέσα στο οποίο πρέπει να ενταχθεί η αιτούμενη ερμηνεία . Από τη σκοπιά αυτή, μπορεί, υπό ορισμένες περιστάσεις, να αποτελεί πλεονέκτημα το να έχουν αποδειχτεί τα πραγματικά περιστατικά της υποθέσεως και να έχουν επιλυθεί τα προβλήματα που είναι καθαρά εθνικού δικαίου κατά το χρόνο της παραπομπής στο Δικαστήριο, έτσι ώστε να παρέχεται σ' αυτό η δυνατότητα να γνωρίζει όλα τα πραγματικά και νομικά στοιχεία που ενδέχεται να είναι σημαντικά για την αιτούμενη ερμηνεία του κοινοτικού δικαίου .

11 Εντούτοις, όπως έχει ήδη δεχτεί το Δικαστήριο ( βλέπε την ίδια απόφαση, καθώς και, τελευταία, την απόφαση της 20ής Ιουλίου 1984, υπόθεση 72/83, Campus Oil, Συλλογή σ . 2727 ), οι σκέψεις αυτές δεν περιορίζουν σε τίποτε την ευχέρεια εκτιμήσεως του εθνικού δικαστή, που είναι ο μόνος που έχει άμεση γνώση των πραγματικών περιστατικών της υποθέσεως και των επιχειρημάτων των διαδίκων και ο οποίος πρέπει να αναλάβει την ευθύνη της δικαστικής αποφάσεως που θα εκδοθεί και είναι, συνεπώς, σε καλύτερη θέση από κάθε άλλον να κρίνει σε ποιο στάδιο της διαδικασίας έχει ανάγκη από προδικαστική απόφαση του Δικαστηρίου . Συνεπώς, η επιλογή, στη συγκεκριμένη περίπτωση, του πρόσφορου χρόνου για την υποβολή αιτήσεως εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 177 εξαρτάται από παράγοντες οικονομίας και διευκολύνσεως της δίκης, η εκτίμηση των οποίων δεν εναπόκειται στο Δικαστήριο, αλλά μόνο στο εθνικό δικαστήριο .

12 Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι, κατά πάγια νομολογία, ο υποχρεωτικός χαρακτήρας που έχουν για τα εθνικά δικαστήρια οι αποφάσεις του Δικαστηρίου επί προδικαστικής υποθέσεως δεν εμποδίζει τον εθνικό δικαστή, που είναι αποδέκτης μιας τέτοιας απόφασης, να απευθυνθεί εκ νέου στο Δικαστήριο, αν το κρίνει αναγκαίο για να τάμει τη διαφορά στην κύρια δίκη . Η νέα αυτή παραπομπή μπορεί να δικαιολογείται, όταν ο εθνικός δικαστής προσκρούει σε δυσχέρειες κατανοήσεως ή εφαρμογής της αποφάσεως, όταν υποβάλλει στην κρίση του Δικαστηρίου νέο νομικό ζήτημα ή ακόμη όταν του υποβάλλει νέα στοιχεία εκτιμήσεως ικανά να οδηγήσουν το Δικαστήριο να απαντήσει διαφορετικά σε ήδη υποβληθέν ερώτημα ( βλέπε, τελευταία, Διάταξη της 5ης Μαρτίου 1986, υπόθεση 69/85, Woensche, Συλλογή σ . 947 και επ .).

13 Σε περίπτωση, επομένως, που καθίσταται γνωστή η ταυτότητα των κατηγορουμένων μετά την υποβολή της αίτησης εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως, και εφόσον συντρέξει μία από τις προϋποθέσεις που αναφέρονται πιο πάνω, ο εθνικός δικαστής θα μπορεί να απευθύνει εκ νέου ερώτημα στο Δικαστήριο, εξασφαλίζοντας έτσι το σεβασμό των δικαιωμάτων της υπερασπίσεως .

14 Υπ' αυτές τις συνθήκες, πρέπει να απορριφθούν οι αντιρρήσεις που διατύπωσαν στην υπό κρίση υπόθεση η Επιτροπή και η ιταλική κυβέρνηση σχετικά με την αρμοδιότητα του Δικαστηρίου .

Επί του πρώτου ερωτήματος

15 Σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, αυτό δεν είναι αρμόδιο, στο πλαίσιο της εφαρμογής του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, να αποφανθεί αν μια διάταξη εθνικού δικαίου συμβιβάζεται ή όχι με το κοινοτικό δίκαιο ( βλέπε, τελευταία, απόφαση της 9ης Οκτωβρίου 1984, υποθέσεις 91 και 127/83, Heineken, Συλλογή σ . 3435 ).

16 Το Δικαστήριο μπορεί ωστόσο να συναγάγει από τα ερωτήματα που διατυπώνει ο εθνικός δικαστής, και λαμβάνοντας υπόψη τα δεδομένα που αυτός εκθέτει, εκείνα τα στοιχεία που αναφέρονται στην ερμηνεία του κοινοτικού δικαίου, για να δώσει στον εν λόγω δικαστή τη δυνατότητα να επιλύσει το νομικό ζήτημα που τον απασχολεί . Στην υπό κρίση περίπτωση, ωστόσο, ενόψει της γενικότητας του ερωτήματος και ελλείψει συγκεκριμένων στοιχείων που θα παρείχαν τη δυνατότητα να προσδιοριστούν οι αμφιβολίες του παραπέμποντος δικαστή, το Δικαστήριο βρίσκεται σε αδυναμία να απαντήσει στο υποβαλλόμενο ερώτημα .

Επί του δευτέρου ερωτήματος

17 Κατά τη Διάταξη παραπομπής, η κοινοτική κανονιστική ρύθμιση αφορά τα ποινικού χαρακτήρα ζητήματα που έχουν ανακύψει ενώπιόν του, "τόσο λόγω του χαρακτήρα της ως ουσιώδους κατευθυντήριου κειμένου για τα κριτήρια που πρέπει να προσανατολίσουν την έρευνα, όσο και λόγω της καθοριστικής της σημασίας για τον προσδιορισμό των προϋποθέσεων της ισχύουσας ποινικής ρύθμισης, πέρα από τις αναμφισβήτητες προοπτικές διευρύνσεως της σφαίρας της ποινικής προστασίας που μπορούν να προκύψουν από την οδηγία ".

18 Το εθνικό δικαστήριο θέλει δηλαδή κατ' ουσίαν να γνωρίζει αν η οδηγία 78/659 μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα, μόνη της και ανεξάρτητα από την εσωτερική νομοθεσία ενός κράτους, τη στοιχειοθέτηση ή την επιβάρυνση της ποινικής ευθύνης των ενεργούντων κατά παράβαση των διατάξεών της .

19 Σχετικώς, το Δικαστήριο έχει ήδη δεχτεί με την απόφαση της 26ης Φεβρουαρίου 1986 ( υπόθεση 152/84, Marshall, Συλλογή σσ . 723 και 737 ) "ότι η οδηγία δεν μπορεί, αυτή καθαυτή, να δημιουργήσει υποχρέωση για τους ιδιώτες και ότι, επομένως, δεν μπορεί να γίνει επίκληση αυτών καθαυτών των διατάξεων οδηγίας κατά των προσώπων αυτών ". Από οδηγία που δεν έχει μεταφερθεί στην εσωτερική έννομη τάξη κράτους μέλους δεν μπορούν επομένως να προκύψουν υποχρεώσεις για τους ιδιώτες ούτε έναντι άλλων ιδιωτών, ούτε, κατά μείζονα λόγο, έναντι του ίδιου του κράτους .

20 Πρέπει, συνεπώς, στο δεύτερο ερώτημα να δοθεί η απάντηση ότι η οδηγία 78/659 του Συμβουλίου, της 18ης Ιουλίου 1978, δεν μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα, μόνη της και ανεξάρτητα από εσωτερικό νόμο κράτους μέλους εκδιδόμενο προς εφαρμογή της, τη στοιχειοθέτηση ή την επιβάρυνση της ποινικής ευθύνης των ενεργούντων κατά παράβαση των διατάξεών της .

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί των δικαστικών εξόδων

21 Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν η ιταλική κυβέρνηση και η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, οι οποίες κατέθεσαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται . Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης το χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων .

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ( πέμπτο τμήμα ),

κρίνοντας επί των ερωτημάτων που του υπέβαλε με Διάταξη της 13ης Ιανουαρίου 1986 ο Pretore του Salo, αποφαίνεται :

Η οδηγία 78/659 του Συμβουλίου, της 18ης Ιουλίου 1978 ( ΕΕ ειδ . έκδ . 15/001, σ . 172 ), δεν μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα, μόνη της και ανεξάρτητα από εσωτερικό νόμο κράτους μέλους εκδιδόμενο προς εφαρμογή της, τη στοιχειοθέτηση ή την επιβάρυνση της ποινικής ευθύνης των ενεργούντων κατά παράβαση των διατάξεών της .

Επάνω