Επιλέξτε τις πειραματικές λειτουργίες που θέλετε να δοκιμάσετε

Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex

Έγγραφο 61981CJ0077

    Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 18ης Φεβρουαρίου 1982.
    Zuckerfabrik Franken GmbH κατά Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας.
    Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Verwaltungsgericht Frankfurt am Main - Γερμανία.
    Πριμοδότηση μετουσιώσεως ζάχαρης.
    Υπόθεση 77/81.

    Συλλογή της Νομολογίας 1982 -00681

    Αναγνωριστικό ECLI: ECLI:EU:C:1982:70

    Στην υπόθεση 77/81,

    ἡ ὁποία έχει ὡς ἀντικείμενο αίτηση πού υπέβαλε τό Verwaltungsgericht τῆς Φραγκφούρτης ἐπί τοῦ Μάιν πρώτο τμήμα, στό Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή τοῦ άρθρου 177 τῆς συνθήκης ΕΟΚ καί μέ τήν ὁποία ζητείται ἡ έκδοση προδικαστικῆς αποφάσεως στό πλαίσιο τῆς διαφορᾶς πού εκκρεμεί ενώπιον τοῦ αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

    Zuckerfabrik Franken GmbH, Ochsenfurt,

    καί

    Ομοσπονδιακης Δημοκρατιας τῆς Γερμανιας, εκπροσωπουμενη ἀπό τό Bundesanstalt für landwirtschaftliche Marktordnung (ὁμοσπονδιακό ἵδρυμα ὀργανώσεως γεωργικών ἀγορῶν) (στό έξης, BALM) Φραγκφούρτη ἐπί τοῦ Μάιν,

    ὡς πρός την ερμηνεία τοῦ ἄρθρου 14 παράγραφος 1 στοιχεῖο 6 τοῦ κανονισμοῦ ΕΟΚ 100/72 τῆς Ἐπιτροπής, τῆς 14ης 'Ιανουαρίου 1972, περί ρυθμίσεως τῶν λεπτομερειῶν εφαρμογῆς ὅσον άφορᾶ τη μετουσίωση ζάχαρης γιά διατροφή ζώων (ΕΕ εἰδ. ἔκδ. 03/007 σ. 119),

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τρίτο τμῆμα)

    συγκείμενο ἀπό τους Α. Touffait, πρόεδρο τμήματος, Mackenzie Stuart καί U. Everling, δικαστές,

    γενικός εἰσαγγελεύς: G. Reischl

    γραμματεύς: Α. Van Houtte

    εκδίδει τήν ἀκόλουθη

    ΑΠΟΦΑΣΗ

    Περιστατικά

    Ι — Πραγματικά περιστατικά καί διαδικασία Ή προσφεύγουσα στην κυρία δίκη, μία γερμανική εταιρία, ἐκμεταλλεύεται ένα εργοστάσιο παρασκευῆς ζάχαρης. Κατόπιν αιτήσεως της, ἡ Einfuhr- und Vorratsstellė für Zucker (υπηρεσία εἰσαγωγῶνκαί ἀποθηκεύσεως ζάχαρης), δικαιοπάροχος τῆς καθ᾽ ἧς στην κυρία δίκη, τῆς ἐχορήγησε τό 1972 τίτλους πριμοδοτήσεων μετουσιώσεως γιά 114500 τόνους ζάχαρη. Κατ' εφαρμογή τοο κανονισμού ΕΟΚ 100/72 τῆς Ἐπιτροπῆς, της 14ης Ἰανουαρίου 1972, περί ρυθμίσεως των λεπτομερειῶν εφαρμογής ὅσον ἀφορᾶ τήν μετουσίωση ζάχαρης γιά διατροφή ζώων (ΕΕ εἰδ. ἔκδ. 03/007 σ. 119), ἡ προσφεύγουσα στην κυρία δίκη μετέτρεψε τήν ζάχαρη σέ μετουσιωμένη ζάχαρη γιά διατροφή μελισσῶν. Ή υπηρεσία παρεμβάσεως κατέβαλε στην συνέχεια τήν πριμοδότηση

    μετουσιώσεως, ύψους 35618,70 γερμανικών μάρκων.

    Ή προσφεύγουσα στην κυρία δίκη ἐπώλησε τήν μετουσιωμένη αυτή ζάχαρη σ᾽ έναν έμπορο γεωργικών προϊόντων, εφιστώντας τήν προσοχή του στό γεγονός ὅτι ἡ ζάχαρη αυτή έπρεπε νά χρησιμοποιηθεῖ ἀποκλειστικά γιά τήν διατροφή μελισσών.

    Ό έμπορος αυτός μετεπώλησε τήν μετουσιωμένη ζάχαρη στην επιχείρηση Friedrich Wilhelm Dücker GmbH & Co Eisenwerk. Κατά τή διάρκεια ενός έλεγχου, πού διενεργήθη τό 1974 ἀπό τό Hauptzollamt (κεντρικό τελωνείο) τοῦ Würzburg στην επιχείρηση αυτή, διεπιστώθη ὅτι ἡ ζάχαρη πού προωρίζετο γιά τίς μέλισσες ἐχρησιμο-ποιήθη ὄχι γιά τήν διατροφή των μελισσών, άλλα ὡς «κολλητικό στοιχεῖο άμμου καλουπώματος γιά χυτήριο».

    Στηριζόμενο στη διαπίστωση αύτη, τό BALM ἀξίωσε ἀπό την προσφεύγουσα στην κυρία δίκη, δυνάμει τῶν διατάξεων τοῦ γερμανικού δικαίου, την επιστροφή της πριμοδοτήσεως μετουσιώσεως. Ή προσφεύγουσα στην κυρία δίκη ἤσκησε προσφυγή κατά τῆς ἀποφάσεως περί επιστροφής ενώπιον τοῦ παραπέμποντος δικαστηρίου.

    Τό παραπέμπον δικαστήριο θεωρεί ὅτι βάσει τοῦ γερμανικοῦ δικαίου οἱ πριμοδοτήσεις μετουσιώσεως πού εἰσεπράχθησαν χωρίς νόμιμη αἰτία πρέπει βεβαίως νά επιστρέφονται, ἀμφιβάλλει ὅμως κατά πόσο ή προσφεύγουσα στην κυρία δίκη εἰσέπραξε ἀδικαιολογήτως τήν πριμοδότηση. Μολονότι τό Hessischer Verwaltungsgerichtshof, κρίνοντας κατ' έφεση, εδέχθη στην ἀπόφαση του τῆς 18ης Φεβρουαρίου 1980, τήν άποψη τοῦ BALM, σύμφωνα μέ τήν ὁποία οἱ προϋποθέσεις, στίς ὁποίες ὑπόκειται τό δικαίωμα πριμοδοτήσεως γιά μετουσίωση, περιλαμβάνουν επίσης καί τό ὅτι ἡ μετουσιωμένη ζάχαρη πρέπει νά χρησιμοποιηθεῖ γιά τήν διατροφή ζώων, ὑφίστανται, πάντως, «σοβαρές ἀμφιβολίες ὡς πρός τήν ὀρθότητα τῆς ἑρμηνείας αυτής».

    Πράγματι, κατά τό ὡς άνω δικαστήριο, στην ἑρμηνεία αυτή ἀντιτίθεται τό γεγονός ὅτι, κατά πρώτον, τά άρθρα 14 καί 21 τοῦ κανονισμοῦ 100/72 δέν ἀναφέρουν τήν υποχρέωση χρησιμοποιήσεως τοῦ προϊόντος σύμφωνα μέ τόν προβλεπόμενο προορισμό, στην συνέχεια δέ ὅτι ἡ πριμοδότηση μετουσιώσεως καταβάλλεται μετά τήν διενέργεια τῆς μετουσιώσεως, διότι ἄν στό χρονικό αυτό σημείο δέν ἔχουν ἐκπληρωθεί ὅλες οἱ προϋποθέσεις στίς όποιες υπόκειται τό δικαίωμα πριμοδοτήσεως, θά επρόκειτο γιά προκαταβολή. Κατά τό ἄρθρο ὅμως 24 παράγραφος 2 τοῦ κανονισμοῦ 100/72, οἱ προκαταβολές δέν επιτρέπονται.

    Ὑπ' αυτές τίς προϋποθέσεις, τό παραπέμπον δικαστήριο θεωρεί ὅτι τό άρθρο 1 παράγραφος 2 τοῦ κανονισμοῦ ΕΟΚ 2049/69 τοῦ Συμβουλίου, τῆς 17ης 'Οκτωβρίου 1969, περί θεσπίσεως τῶν γενικών κανόνων ὅσον άφορᾶ τή μετουσίωση τῆς ζάχαρης γιά τή διατροφή τῶν ζώων (ΕΕ εἰδ. ἔκδ. 03/004 σ. 234), τό ὁποίο προβλέπει ὅτι

    «ή ζάχαρη πού έτυχε μιᾶς πριμοδοτήσεως μετουσιώσεως δέν δύναται νά χρησιμοποιείται παρά μόνο γιά διατροφή ζώων. Τά μέσα μετουσιώσεως καθορίζονται σέ συνάρτηση μέ τόν προορισμό αυτό», δέν επιβάλλει κανένα συμπληρωματικό ὅρο γιά τήν είσπραξη τῆς πριμοδοτήσεως μετουσιώσεως.

    Ή διάταξη αυτή ἀποτελεί τό πολύ μιά ἀπαγόρευση, ἀλλ' ὄχι υποχρέωση ενεργείας. Ούτε πρόκειται, κατά τό παραπέμπον δικαστήριο γιά έναν «κανόνα συμπεριφοράς εφαρμοστέο ἐπί οἱουδήποτε», άλλά γιά έναν «τελολογικό κανόνα πού επιβάλλει στην 'Επιτροπή ένα καθήκον, τό όποιο δέν ἀποκτᾶ νόημα παρά μόνο σέ συνάρτηση μέ τίς δύο φράσεις τῆς παραγράφου 2». Ή 'Επιτροπή, ὅμως, «ἀντί νά εξασφαλίσει μέ κυρώσεις τήν χρησιμοποίηση σύμφωνα μέ τόν προβλεπόμενο προορισμό, φαίνεται ὅτι ἐβασίσθη στην σκέψη ὅτι μέ τήν σωστή μόνο μετουσίωση, ήταν δυνατό νά ἀποκλεισθεί ἡ δυνατότης χρησιμοποιήσεως τῆς ζάχαρης γιά άλλους πλην τῆς διατροφής ζώων σκοπούς ...».

    Ή ἑρμηνεία τοῦ Hessischer Verwaltungsgerichtshof καί τοῦ BALM δέν ευσταθεί ἐπίσης ἀπό άποψη νομικής συστηματικής Φαίνεται πράγματι ὅτι, γενικώς, «οἱ διατάξεις περί χρησιμοποιήσεως τῶν προϊόντων πού υπόκεινται στην κοινή ὀργάνωση τῶν ἀγορών θεωροῦνται κατ' ἀρχήν ὅτι ἐτηρήθησαν ἐφ' ὅσον ἡ επιβαλλομένη μεταποίηση έχει συντελεσθεί» καί κανένας έλεγχος ὡς πρός τόν προορισμό δέν προβλέπεται ἐν συνεχεία. Κατά τό παραπέμπον δικαστήριο υπάρχει μία μόνη εξαίρεση στην ἀρχή αυτή: ἡ διάθεση σέ μειωμένη τιμή βουτύρου προορισμένου γιά κατανάλωση ὑπό μορφή συμπυκνωμένου βουτύρου. Ὅμως, στην περίπτωση αύτη, ὁ κανονισμός ΕΟΚ 649/78 τῆς 'Επιτροπής, τῆς 31ης Μαρτίου 1978 (ΕΕ εἰδ. ἔκδ. 03/020, σ. 177) προβλέπει κυρώσεις γιά κάθε διαδοχικό ἀγοραστή πού δέν θά τηροῦσε τόν προορισμό αὐτοῦ τοῦ βουτύρου. Κατά συνέπεια, ἄν ὁ συντάκτης τοῦ κανονισμοῦ 100/72 είχε τήν πρόθεση νά ἐξασφαλίσσει τήν σύμφωνα μέ τόν προορισμό χρησιμοποίηση τῆς μετουσιωμένης ζάχαρης, ἠδύνατο νά τό πράξει μέσω διατάξεων ἀναλόγων μέ τοῦ κανονισμοῦ 649/78.

    Κατά τῆς ἑρμηνείας αυτής υπάρχουν «ἀντιρρήσεις πολιτικο-νομικῆς φύσεως» πού συνίστανται στην ἀναγκαιότητα της νομικῆς σαφήνειας σέ θέματα διοικητικοῦ οἰκονομικοῦ δικαίου. Όμως, καί ἄν ἀκόμη ή ἑρμηνεία τοῦ BALM θεωρηθεί ὅτι ευσταθεί «σέ καμιά περίπτωση δέν συνάγεται ρητῶς ἀπό τό κείμενο τοῦ κανονισμοῦ ώστε νά δύναται νά εφαρμόζεται ἐπί ζημία αυτῶν πού ἀσκοῦν εμπορική δραστηριότητα».

    Γιά ὅλους αὐτούς τους λόγους, τό παραπέμπον δικαστήριο ἀπεφάσισε νά ἀναβάλει τήν έκδοση ὁριστικής ἀποφάσεως καί νά υποβάλει στό Δικαστήριο τό ἀκόλουθο ερώτημα:

    «Είναι υποχρεωμένος ὁ ἀποδέκτης ενός τίτλου πριμοδοτήσεως μετουσιώσεως σύμφωνα μέ τόν κανονισμό ΕΟΚ 100/72 τῆς 'Επιτροπής, τῆς 14ης 'Ιανουαρίου 1972, “περί ρυθμίσεως τῶν λεπτομερειών εφαρμογής όσον άφορᾶ τή μετουσίωση τῆς ζάχαρης γιά τή διατροφή ζώων” (ΕΕ εἰδ. ἔκδ. 03/007 σ. 119) νά χρησιμοποιήσει πέρα ἀπό τό γράμμα τοῦ ἄρθρου 14 παράγραφος 1 στοιχείο β αὐτοῦ τοῦ κανονισμοῦ τή μετουσιωμένη ζάχαρη μόνο γιά διατροφή ζώων καί ευθύνεται γιά τήν ξένη πρός τό σκοπό αυτό χρησιμοποίηση ἀπό τρίτους;»

    Ή διάταξη περί παραπομπής ἐπρωτοκολλήθη στή γραμματεία τοῦ Δικαστηρίου τήν 7η'Απριλίου 1981.

    Σύμφωνα μέ τό άρθρο 20 τοῦ Πρωτοκόλλου περί τοῦ 'Οργανισμοῦ τοῦ Δικαστηρίου τῶν Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, κατέθεσαν γραπτές παρατηρήσεις ἡ Zuckerfabrik Franken, προσφεύγουσα στην κυρία δίκη, εκπροσωπούμενη ἀπό τόν Schiller δικηγόρο Κολωνίας, τό BALM, καθ' ἧς στην κυρία δίκη, εκπροσωπούμενο ἀπό τόν Schultz καί ἡ 'Επιτροπή τῶν Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη ἀπό τους Hartvig καί Hief, μέλη τῆς νομικής υπηρεσίας.

    Κατόπιν εκθέσεως τοῦ εἰσηγητοῦ δικαστοῦ καί μετ' ἀκρόαση τοῦ γενικοῦ εισαγγελέωςτό Δικαστήριο κατ' ἐφαρμογή τοῦ άρθρου 95 τοῦ κανονισμοῦ διαδικασίας, ἀπεφάσισε, μέ διάταξη τῆς 30ής Σεπτεμβρίου 1981, τήν ἀνάθεση τῆς παρούσης υποθέσεως στό τρίτο τμήμα, καί τήν ἔναρξη τῆς προφορικής διαδικασίας χωρίς προηγουμένη διεξαγωγή ἀποδείξεων.

    II — Παρατηρήσεις πού κατετέθησαν σύμφωνα μέ τό άρθρο 20 τοῦ Πρωτοκόλλου περί Ὀργανισμοῦ τοῦ Δικαστηρίου

    Α — Παρατηρήσεις τῆς προσφευγούσης στην κυρία δίκη

    Ή προσφεύγουσα στην κυρία δίκη θεωρεί, κατ' ἀρχάς, ὅτι τό προδικαστικό ερώτημα «πρέπει νά εξειδικευθεί καί συγκεκριμενοποιηθεί». Ἀπό τό σκεπτικό τῆς διατάξεως περί παραπομπής προκύπτει ὅτι τό Verwaltungsgericht έρωτᾶ, κατά πρώτο λόγο, ἄν ή χορήγηση μιας πριμοδοτήσεως μετουσιώσεως θέτει, ὡς ουσιαστική προϋπόθεση, ὅτι ή μετουσιωμένη κανονικώς ζάχαρη χρησιμοποιείται πράγματι ὡς ζωοτροφή καί, κατά δεύτερο λόγο, στην περίπτωση κατά τήν ὁποία τό Δικαστήριο θά ἀπαντοῦσε στό ερώτημα αυτό καταφατικῶς, ἄν ὁ ἀποδέκτης ἑνός τίτλου πριμοδοτήσεως μετουσιώσεως εἶναι επίσης υπεύθυνος γιά ενδεχομένη ἀντίθετη χρησιμοποίηση τῆς μετουσιωμένης ζάχαρης πρός τόν προβλεπόμενο σκοπό ἀπό τρίτους, μέ τους ὁποίους δέν εἶχε ἐμπορικές σχέσεις.

    1. Ἐπί τοῦ πρώτου ερωτήματος: ὅροι χορηγήσεως τῆς πριμοδοτήσεως μετουσιώσεως τῆς ζάχαρης

    Ή Franken συμμερίζεται τήν άποψη τοῦ Verwaltungsgericht, ὅσον άφορᾶ τό ερώτημα αυτό καί υποστηρίζει, συνεπώς, ὅτι τό δικαίωμα ἐπί τῆς πριμοδοτήσεως μετουσιώσεως τελεί μόνο ὑπό τόν ὅρο ὅτι ή ζάχαρη μετουσιώνεται κανονικώς.

    Πράγματι, ἀπό τό γράμμα, τήν ἔννοια καί τήν έκταση ισχύος τοῦ ἄρθρου 21 παράγραφος 2, τοῦ ἄρθρου 14 παράγραφος 1 στοιχείο β, ὅπως καί τίς άλλες διατάξεις — Ιδιαιτέρως τῶν άρθρων 24 καί 18 — καί τίς αἰτιολογικές σκέψεις τοῦ κανονισμοῦ 100/72 συνάγεται ὅτι ὁ κοινοτικός νομοθέτης «καθόρισε ρητῶς ... ὅτι μόνη ή κανονική μετουσίωση ἀποτελεί ὅρο καταβολῆς τῆς πριμοδοτήσεως μετουσιώσεως».

    Ή ερμηνεία τοῦ κανονισμοῦ 100/72 ὑπό τό φῶς τοῦ κανονισμοῶ 2049/69 τοῦ Συμβουλίου ὁδηγεί στό ἴδιο συμπέρασμα. 'Ακολουθώντας τόν συλλογισμό τοῦ Verwaltungsgericht, ἡ Franken καταλήγει στό 'ίδιο συμπέρασμα ὅπως καί αυτό: τό Συμβούλιο, ὑπό τήν Ιδιότητα του ὡς κανονιστικοῦ νομοθέτου, ἐθεώρησε ὅτι ἡ 'Επιτροπή εἴτε θά επαγρυπνοῦσε γιά τήν τήρηση τῆς υποχρεώσεως πού θεσπίζεται ἀπό τό άρθρο 1 παράγραφος 1 τοῦ κανονισμοῦ 2049 παίρνοντας τά κατάλληλα μέτρα εἴτε θά εξέδιδε ἐν προκειμένω σαφείς καί ὄχι διφορούμενες νομικές διατάξεις, ὅπως δέ ἡ 'Επιτροπή δέν έλαβε τέτοια μέτρα, τήν δυσμενή κατάσταση πού δύναται νά προκύψει ἀπό αυτό δέν πρέπει νά τήν ὑποστεῖ ἡ προσφεύγουσα στην κυρία δίκη.

    Ή Franken ἐπαναλαμβάνει στην συνέχεια τόν ἰσχυρισμό πού ἀνεπτύχθη ήδη ἀπό τό Verwaltungsgericht καί κατά τόν όποιο μία σύγκριση τῶν ενδίκων κανονισμῶν μέ τίς ρυθμίσεις άλλων κοινοτικών κανονισμών, δείχνει ὅτι «οἱ διατάξεις περί χρησιμοποιήσεως προϊόντων πού υπάγονται σέ κοινή ὀργάνωση ἀγοράς θεωρούνται κατ' ἀρχήν ὅτι ἐτηρήθησαν ἄν ἡ προβλεπομένη επεξεργασία διενεργήθη, καί ὅτι τό ἐρώτημα κατά πόσο ὁ προβλεπόμενος σκοπός 'έχει επίσης επιτευχθεί εἶναι ουσιαστικώς χωρίς σημασία». Μία μόνη εξαίρεση ὑπάρχει στόν κανόνα αυτό, ἡ διάθεση δηλαδή βουτύρου παρεμβάσεως σέ μειωμένες τιμές, πού προβλέπεται ἀπό τόν κανονισμό 649/78. Κατά συνέπεια, ἄν ἡ 'Επιτροπή καί τό Συμβούλιο είχαν τήν πρόθεση νά συνδέσουν τήν χορήγηση τῆς πριμοδοτήσεως μετουσιώσεως τῆς ζάχαρης μέ τόν πραγματικό τῆς προορισμό, τίποτε δέν θά τους εμπόδιζε νά τό κάνουν μέ διατάξεις ἀνάλογες πρός αὐτές πού ἀφοροῦν τίς προβλεπόμενες κυρώσεις ἀπό τόν κανονισμό 649/78.

    Ἡ Franken υποστηρίζει ἀκόμη ὅτι μόνο τό γεγονός τῆς κανονικής μετουσιώσεως εἶναι σύμφωνο μέ τήν ἔννοια καί τόν σκοπό τῆς πριμοδοτήσεως μετουσιώσεως, ἐφ' ὅσον ή κανονική αύτη μεταποίηση ὁδηγεῖ ήδη στην ἀποσυμφόρηση τῆς ἀγοράς τῆς ζάχαρης καί ὅτι ἡ ἀποσυμφόρηση αυτή ἀποτελεί τόν σκοπό τῆς ἐν λόγω κανονιστικής ρυθμίσεως.

    'Εξ άλλου, σχετικά μέ τόν σκοπό αυτό, ὁ ὅρος τῆς χρησιμοποιήσεως τῆς μετουσιωμένης ζάχαρης σύμφωνα μέ τόν προορισμό της εἶναι επίσης ἀντίθετος μέ τήν ἀρχή τῆς ἀναλογικότητος, καθ' ὅσον «τό μέτρο ξεπερνᾶ τό κατάλληλο καί ἀναγκαίο γιά τήν πραγματοποίηση τοῦ ἐπιδιωκομένου σκοποῦ, δηλαδή τήν ἀποσυμφόρηση τῆς ἀγοράς τῆς ζάχαρης».

    Τέλος, ἡ προσφεύγουσα στην κυρία δίκη υποστηρίζει — ὅπως καί τό Verwaltungsgericht — ὅτι οἱ ἀρχές τῆς σαφηνείας καί τῆς ἀσφαλείας τοῦ δικαίου συνηγορούν επίσης υπέρ τῆς ἑρμηνείας αυτής.

    Κατά συνέπεια, προτείνει στό πρώτο αυτό ερώτημα νά δοθεῖ ἡ ἀκόλουθη ἀπάντηση:

    «1)

    τό άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο β καί τό άρθρο 21 παράγραφος 2 τοῦ κανονισμοῦ ΕΟΚ 100/72 δέν ἀπαιτούν ή μετουσιωμένη ζάχαρη νά χρησιμοποιείται πράγματι γιά ζωοτροφές, άλλά ἀρκεῖ ἀντιθέτως, γιά τήν χορήγηση καί τήν καταβολή τῆς πριμοδοτήσεως μετουσιώσεως βάσει τοῦ κοινοτικοῦ δικαίου, τό ὅτι ἡ ζάχαρη έχει κανονικά μετουσιωθεί γιά τήν διατροφή ζώων.»

    2)

    Ἐπί τοῦ δευτέρου ερωτήματος: ευθύνη τοῦ ἀποδεκτού τῆς πριμοδοτήσεως μετουσιώσεως γιά τήν γενομένη ἀπό τρίτους ἀντίθετη πρός τόν προβλεπόμενο προορισμό — καί πού ὁ ἀποδέκτης υπενθύμισε — χρησιμοποίηση.

    Ή προσφεύγουσα στήν κυρία δίκη δέν εξετάζει αυτό τό ερώτημα παρά επικουρικώς, γιά την περίπτωση πού — «παρά κάθε προσδοκία» — τό Δικαστήριο θά έκρινε ὅτι ἡ χρησιμοποίηση πράγματι τῆς μετουσιωμένης ζάχαρης γιά την διατροφή ζώων ἀποτελεί ὅρο καταβολής τῆς πριμοδοτήσεως μετουσιώσεως.

    Ὅμως, ούτε τά άρθρα 14 καί 21 τοῦ κανονισμού 100/72 ούτε ô κανονισμός 2049/69 προβλέπουν ὅτι ó αποδέκτης πριμοδοτήσεως μετουσιώσεως εἶναι ὑπεύθυνος γιά τό ὅτι τρίτοι ἀγοραστές χρησιμοποιούν ενδεχομένως τήν μετουσιωμένη ζάχαρη κατά τρόπο ἀντίθετο πρός τόν προβλεπόμενο προορισμό. Πράγματι, οἱ ένδικες διατάξεις διακρίνονται ἀπ' αυτές πού είχαν ὡς ἀντικείμενο οἱ ἀποφάσεις τοῦ Δικαστηρίου τῆς 11ης Μαΐου 1977 (Beste Boter, 99 & 100/76, Sig. σ. 868) καί τῆς 13ης Δεκεμβρίου 1979 (Milch-, Fett- und Eierkontor, 42/79 Slg. σ. 3703), ἀπό τίς ὁποίες προκύπτει ὅτι παρόμοιες υποχρεώσεις βαρύνουν τόν δικαιούχο τῆς πριμοδοτήσεως. Εἶναι λοιπόν δυνατό, ἀπό τίς διαφορετικές αυτές κανονιστικές ρυθμίσεις, νά συναχθεί a contrario ὅτι, δυνάμει ἀκριβώς τῶν ενδίκων ἐν προκειμένω κανόνων, καμία «εὐθύνη ὅσον άφορᾶ τήν σύμφωνη πρός τόν προορισμό χρησιμοποίηση ἀπό τρίτους τῆς μετουσιωμένης κανονικώς ζάχαρης δέν βαρύνει καί ούτε δύναται νά βαρύνει τόν ἀποδέκτη ενός τίτλου πριμοδοτήσεως μετουσιώσεως».

    Τό συμπέρασμα αυτό προκύπτει επίσης ἀπό τήν ἐξέταση τῶν αιτιολογικών σκέψεων τῶν δύο κανονισμών 100/72 καί 2049/69, καθώς καί ἀπό τήν ἀπό νομικής συστηματικής σύγκρκτή τους πρός τους κανόνες πού περιέχονται σέ άλλους κανονισμούς ΕΟΚ.

    Τέλος, ἡ ἑρμηνεία τῶν ἐνδίκων διατάξεων ὑπό τό φῶς τῆς σαφηνείας καί ἀσφαλείας τοῦ δικαίου ὁδηγεί επίσης στόν παραμερισμό τῆς ευθύνης τοῦ ἀποδεκτού ἑνός τίτλου πριμοδοτήσεως μετουσιώσεως, ὅταν ή μετουσιωμένη ζάχαρη χρησιμοποιείται ἀπό τρίτους ἀντιθέτως πρός τόν προορισμό της.

    Κατά συνέπεια, ἡ Franken προτείνει νά δοθεί στό δεύτερο αὐτό ἐρώτημα ἡ έξης ἀπάντηση:

    «2)

    δυνάμει τού κανονισμού (ΕΟΚ) 100/72, ὁ ἀποδέκτης ἑνός τίτλου πριμοδοτήσεως μετουσιώσεως δέν υποχρεούται, πέρα ἀπό τό γράμμα τοῦ άρθρου 14 παράγραφος 1 στοιχείο β, καί τοῦ ἄρθρου 21 παράγραφος 2 τοῦ κανονισμού (ΕΟΚ) 100/72 νά φροντίζει ώστε οἱ τρίτοι νά χρησιμοποιούν τήν μετουσιωμένη ζάχαρη γιά διατροφή ζώων, Ιδίως δέ δέν εὐθύνεται γιά τήν ἀντίθετη πρός τόν προβλεπόμενο προορισμό χρησιμοποίηση ἀπό τρίτους».

    Β — Παρατηρήσεις τῆς καθ᾽ ἧς στην κυρία δίκη

    Κατά τό BALM, ἡ πριμοδότηση μετουσιώσεως τῆς ζάχαρης έχει κατ' ἀρχάς ὡς νόμιμο έρεισμα τόν κανονισμό ΕΟΚ 1009/67 τοῦ Συμβουλίου, τῆς 18ης Δεκεμβρίου 1967, περί κοινής ὀργανώσεως τῶν ἀγορών στον τομέα τῆς ζάχαρης (ABl. L 308, σ. 1) τοῦ ὁποίου τό άρθρο 9 παράγραφος 2 εξουσιοδοτεί τίς εθνικές ὑπηρεσίες παρεμβάσεως νά χορηγούν τίς πριμοδοτήσεις μετουσιώσεως γιά τή ζάχαρη, ή ὁποία κατέστη ἀκατάλληλη γιά τήν ἀνθρώπινη διατροφή. Ό κανονισμός αὐτός προβλέπει έπί πλέον ὅτι οἱ γενικοί κανόνες γιά τήν μετουσίωση τῆς ζάχαρης καθορίζονται άπό τό Συμβούλιο, ἐνῶ οἱ τρόποι εφαρμογής θεσπίζονται ἀπό τήν Επιτροπή.

    Κατ' ἐφαρμογή τῶν άρχων αυτών, τό Συμβούλιο, στόν κανονισμό 2049/69, καθώρισε βασικούς κανόνες. Άπό τό κείμενο ὅμως — Ιδιαιτέρως τό άρθρο 1 παράγραφος 1 — καθώς καί ἀπό τό πνεύμα καί τόν σκοπό τῆς κανονιστικής αὐτής ρυθμίσεως, προκύπτει ὅτι ἡ πριμοδότηση μετουσιώσεως «χορηγείται ὑπό τήν επιφύλαξη ὅτι ή ζάχαρη προορίζεται σύμφωνα μέ τήν ἐν λόγω διάταξη γιά διατροφή ζώων».

    Στίς λεπτομέρειες εφαρμογῆς, πού ἐθέσπισε μέ τόν κανονισμό τῆς 100/72, ἡ Ἐπιτροπή υπενθυμίζει κατά πρῶτο λόγο την ἀρχή αυτή στην 6η αἰτιολογική σκέψη καί συνεχίζει «ὅτι πρός τόν σκοπό αυτό είναι ἀπαραίτητο νά προσδιορίζονται εἰδικές μέθοδοι μετουσιώσεως, τῶν ὁποίων ή χρησιμοποίηση καθίσταται υποχρεωτική γιά τήν καταβολή τῆς πριμοδοτήσεως». Ἐπιπροσθέτως, προσδιορίζει ὅτι ἐναπόκειται στά Κράτη μέλη νά θεσπίσουν τίς ἀναγκαίες διατάξεις, ώστε ἡ μετουσιωμένη ζάχαρη νά χρησιμοποιείται πράγματι μόνο γιά διατροφή ζώων.

    Κατά συνέπεια, σύμφωνα μέ τήν καθ' ἦς στην κυρία δίκη, «ή σύμφωνη πρός τόν προορισμό χρησιμοποίηση ἀποτελεί επιτακτικό ὅρο γιά τήν χορήγηση πριμοδοτήσεως». 'Αντίθετα ἀπό τήν άποψη τοῦ Verwaltungsgerichtshof, τοῦτο Ισχύει ἀνεξάρτητα ἀπό τό ὅτι ἡ πριμοδότηση καταβάλλεται μόλις πραγματοποιηθεί ἡ μετουσίωση, διότι ἡ πριμοδότηση αυτή δέν ἀποτελεί ἀποζημίωση γιά τήν μετουσίωση, ἀλλα ἀποβλέπει νά καταστήσει τήν μετουσιωμένη ζάχαρη ἀνταγωνιστική ὡς ζωοτροφή ἐν σχέσει μέ άλλες ζωοτροφές — ὅπως γιά παράδειγμα τόν ἀραβόσιτο — πού διατίθενται στην ἀγορά σέ τιμές σαφῶς κατώτερες ἀπό τῆς ζάχαρης. 'Ετσι, σύμφωνα μέ τόν κανονισμό 1009/67, ή 'Επιτροπή προσπάθησε νά διαθέσει ἕνα μέρος τοῦ πλεονάσματος ὑπό μορφή μετουσιωμένης ζάχαρης στην ἀγορά τῶν ζωοτροφών. 'Αφοῦ ὁ σκοπός αυτός δέν δύναται νά πραγματοποιηθεί παρά μόνο ἄν ή μετουσιωμένη ζάχαρη εἶναι ἀνταγωνιστική, ή τιμή τῆς πρέπει νά εἶναι μειωμένη καί αυτό πραγματοποιείται μέσω τῆς πριμοδοτήσεως.

    'Αντιθέτως, ὁ σκοπός αὐτός εκμηδενίζεται ἄν ἡ ζάχαρη μειωμένης τιμῆς, ἡ ὁποία προορίζεται γιά διατροφή ζώων, διατίθεται γιά άλλη χρήση, στην περίπτωση δέ αυτή ή πριμοδότηση ἀποτελεί ἀδικαιολόγητο συμπληρωματικό κέρδος γιά τόν ἀποδέκτη της. Ἐπιπροσθέτως, μία τέτοια στρέβλωση τοῦ προορισμού εἶναι ὄχι μόνο ζημιογόνος γιά τά κοινοτικά οἰκονομικά άλλά καί δέν ἐπιτρέπει τήν ἀποσυμφόρηση τῆς ἀγορᾶς.

    Ή καταβολή τῆς πριμοδοτήσεως αυτής, μετά τήν μετουσίωση, μακράν ἀπό τοῦ νά ἀποτελεί παράνομη προκαταβολή, ἀνταποκρίνεται στην ἀνάγκη νά μή επιβαρυνθούν οἱ παραγωγοί μετουσιωμένης ζάχαρης μέ τά έξοδα χρηματοδοτήσεως τῶν πριμοδοτήσεων κατά τόν χρόνο πωλήσεως τῆς ζάχαρης αυτής. Αυτό ὅμως δέν σημαίνει ὅτι υπάρχει παραίτηση ἀπό τήν εξίσου τήρηση τοῦ άλλου ὅρου, δηλαδή ἡ ζάχαρη αυτή νά προορίζεται γιά διατροφή ζώων.

    Ἐξ άλλου, τό BALM δέν εἶναι υποχρεωμένο νά καταβάλει τήν πριμοδότηση, μόλις προσκομισθεῖ ἡ ἀπόδειξη περί διενεργείας τῆς μετουσιώσεως , καθ' ὅσον τό άρθρο 24 τοῦ κανονισμοῦ 100/72 προβλέπει σαφώς τήν δυνατότητα καθυστερήσεως τῆς καταβολής τῆς πριμοδοτήσεως αυτής μέχρι τό τέλος τοῦ μηνός πού ἀκολουθεί τόν μήνα πού προσεκομίσθη ἡ ἀπόδειξη. Κατ' αυτό τόν τρόπο, υπάρχει δυνατότης έλεγχου καί κυρώσεως, πού συνίσταται στην καταβολή τῆς πριμοδοτήσεως μόνο ὅταν ἡ μετουσιωμένη ζάχαρη χρησιμοποιείται σύμφωνα μέ τόν προβλεπόμενο ἀπό τους προαναφερθέντες κανονισμούς προορισμό.

    Όταν διαπιστώνεται μία κατάχρηση ὡς πρός τήν χρησιμοποίηση τῆς μετουσιωμένης αυτής ζάχαρης, ένας ἀπλός έλεγχος άνευ συνεπειών — δηλαδή ὅτι δέν επιβάλλεται καμία κύρωση — δέν προσφέρει εγγύηση ὅτι ἡ ζάχαρη χρησιμοποιείται σύμφωνα μέ τόν προβλεπόμενο προορισμό. Πράγματι οἱ «έλεγχοι δέν έχουν έννοια παρά μόνο ἄν τά ἀρνητικά ἀποτελέσματα τῶν ερευνών συνεπάγονται συνέπειες (βλέπε απόφαση Beste Boter, ἀνωτέρω).

    Κατά συνέπεια, ὁ εθνικός νομοθέτης συ-νεμορφώθη πρός τήν ἀρχή τοῦ ἐλεγχου τοῦ προορισμοῦ ὁρίζοντας στην ρύθμιση του σχετικώς μέ τήν χορήγηση πριμοδοτήσεως μετουσιώσεως, ὅτι ἡ πριμοδότηση αύτη πρέπει νά επιστρέφεται ἄν ἀποδεικνύεται ὅτι ἡ μετουσιωμένη ζάχαρη μετέβαλε προορισμό.

    Το BALM επικαλείται ἐν συνεχεία την νομολογία τοῦ Hessischer Verwaltungsgerichtshof, στό Kassel, σύμφωνα μέ την ὁποία δέν εἶναι δυνατό νά προβληθεῖ εναντίον τῆς υποχρεώσεως επιστροφῆς τῆς πριμοδοτήσεως «οτι οἱ προαναφερθείσες κοινοτικές διατάξεις δέν προβλέπουν επιφύλαξη επιστροφῆς τῆς πριμοδοτήσεως ὅταν ή μετουσιωμένη ζάχαρη δέν χρησιμοποιείται ως ζωοτροφή». 'Από την νομολογία αύτη προκύπτει επίσης ὅτι ἡ θέση, σύμφωνα μέ την ὁποία ένας έλεγχος εἶναι μέν δυνατός, ἀλλα χωρίς νά ἀπορρέουν συνέπειες, εἶναι εξωπραγματική, «καθ' ὅτι ένας έλεγχος δέν έχει έννοια παρά ὅταν έχει ὁρισμένες συνέπειες».

    Ή καθ' ἧς στην κυρία δίκη συμπεραίνει ἀπό τό γεγονός αυτό ὅτι «ή χρησιμοποίηση της μετουσιωμένης ζάχαρης ὡς ζωοτροφῆς ἀποτελεί επιτακτικό ὅρο γιά την χορήγηση πριμοδοτήσεως μετουσιώσεως», πράγμα πού εἶναι πλήρως σύμφωνο μέ τόν επιδιωκόμενο σκοπό, δηλαδή τήν ἀποσυμφόρηση της ἀγορας τῆς ζάχαρης πού προορίζεται γιά τήν ἀνθρώπινη διατροφή κατευθύνοντας ένα μέρος τῆς ζάχαρης αὐτῆς προς τήν διατροφή ζώων.

    'Εξ άλλου ὁ ὅρός αυτός τοῦ προορισμοῦ τίθεται επίσης σέ άλλες κοινοτικές διατάξεις σχετικές μέ τήν επιχορήγηση τῆς ζάχαρης, ἰδίως στόν κανονισμό ΕΟΚ 1574/72 τῆς 'Επιτροπής, τῆς 24ης 'Ιουλίου 1972, πού καθορίζει τήν πριμοδότηση μετουσιώσεως τῆς άσπρης ζάχαρης γιά διατροφή ζώων (ABl. L 167, σ. 18) καί στον κανονισμό ΕΟΚ 2351/72 τῆς 'Επιτροπής, τῆς 8ης Νοεμβρίου 1972, πού συμπληρώνουν τους κανονισμούς 100/72 καί 1574/72 ὅσον άφορᾶ τή μέθοδο μετουσιώσεως τῆς ζάχαρης (ΕΕ εἰδ. ἔκδ. 03/008, σ. 174). Ό τελευταίος αυτός κανονισμός ἀπαιτεῖ ή μετουσιωμένη ζάχαρη νά εἶναι χρωματισμένη γιά νά ἀποτρέπεται ἡ χρησιμοποίηση τῆς γιά σκοπό άλλο ἀπό τήν διατροφή ζώων.

    Κατά τό BALM, υπάρχει μία άλλη περίπτωση, έκτος τοῦ τομέως τῆς ζάχαρης, ὅπου ὁ προορισμός πρέπει νά τηρείται, δηλαδή τῆς διαθέσεως σέ μειωμένη τιμή βουτύρου πού προορίζεται γιά κατανάλωση ὑπό μορφή συμπυκνωμένου βουτύρου. Ή μόνη διαφορά συνίσταται στό ὅτι γιά τό συμπυκνωμένο βούτυρο, ἡ 'Επιτροπή ἐθέσπισε ἡ ἴδια τους τρόπους ἐλεγχου στον κανονισμό 649/78, ἐνῶ στόν τομέα τῆς μετουσιωμένης ζάχαρης άφησε τό έργο αυτό στά Κράτη μέλη. 'Αλλά ἡ διαφορά αυτή δέν θίγει καθόλου τήν σαφή πρόθεση νά χρησιμοποιείται ἡ μετουσιωμένη ζάχαρη σύμφωνα μέ τόν προβλεπόμενο προορισμό, διότι τίποτε δέν εμποδίζει τήν «'Επιτροπή νά ἀφήσει στά Κράτη μέλη τόν καθορισμό τῶν τρόπων έλέγχου», ὅπως προκύπτει ἀπό τήν ἀπόφαση τῆς 14ης Μαρτίου 1973 (Westzucker, 57/72, Slg. σ. 321).

    'Επιπροσθέτως πρέπει νά σημειωθεί ὅτι ὁ κανονισμός γιά τό συμπυκνωμένο βούτυρο ἐθεσπίσθη πολύ ἀργότερα ἀπό τόν κανονισμό γιά τήν μετουσιωμένη ζάχαρη καί ὅτι «ενδεχομένως ἡ Ἐπιτροπή κατέληξε στό μεταξύ στό συμπέρασμα ὅτι, πρός ἀποφυγή καταχρήσεων, ἐπεβάλλετο συνεχής έλεγχος τοῦ προϊόντος».

    'Από τόν παραλληλισμό αυτό, καί ἀπό τίς διαφωτιστικές διαπιστώσεις τῆς ἀποφάσεως «Beste Boter», προκύπτει ὅτι ὁ ἀποδέκτης τῆς πριμοδοτήσεως ευθύνεται ἐπίσης γιά τήν συμπεριφορά τοῦ τρίτου πού δέν χρησιμοποιεί τήν μετουσιωμένη ζάχαρη σύμφωνα μέ τόν προβλεπόμενο προορισμό, ἀκόμα καί στην περίπτωση πού ὁ δικαιούχος τῆς πριμοδοτήσεως δέν υπέχει καμία ευθύνη, ὅπως προκύπτει επίσης ἀπό τήν προαναφερθείσα ἀπόφαση Milch-, Fett- und Eier-Kontor.

    Σύμφωνα μέ τήν νομολογία αύτη, πρέπει λοιπόν νά συναχθεί ὅτι ἕνας επιχειρηματίας εἶναι υποχρεωμένος νά επιστρέψει τήν καταβληθείσα πριμοδότηση «ὅταν εἶναι ἐν γνώσει τοῦ προορισμοῦ καί ὅταν, ὅπως συμβαίνει στην περίπτωση τῆς κυρίας δίκης, επέστησε μάλιστα τήν προσοχή τοῦ ἑπομένου ἀγοραστοῦ στό γεγονός ὅτι ή ζάχαρη γιά μέλισσες δέν δύναται νά χρησιμοποιηθεί παρά μόνο στην μελισσοκομία».

    Κατά συνέπεια, ἡ καθ᾽ ἧς στην κυρία δίκη προτείνει στό ερώτημα πού υπεβλήθη νά δοθεί ἡ ἀκόλουθη ἀπάντηση:

    «Ό κανονισμός (ΕΟΚ) 100/72 τῆς Ἐπιτροπής, τῆς 14ης Ἰανουαρίου 1972, περί καθορισμοί) τῶν λεπτομερειών εφαρμογής ὅσον άφορα τή μετουσίωση τῆς ζάχαρης γιά τή διατροφή ζώων, πρέπει νά ἑρμηνευθεί κατά τήν ἔννοια ὅτι ὁ ἀποδέκτης ενός τίτλου πριμοδοτήσεως μετουσιώσεως εἶναι υποχρεωμένος νά χρησιμοποιήσει τήν μετουσιωμένη ζάχαρη ἀποκλειστικώς γιά διατροφή ζώων καί ευθύνεται γιά τήν ἀντίθετη πρός τόν προβλεπόμενο προορισμό χρησιμοποίηση ἀπό τρίτους.»

    Γ — Παρατηρήσεις τῆς 'Επιτροπής

    'Επιτροπή υπενθυμίζει κατ' ἀρχάς τά χαρακτηριστικά τῆς ἀγορᾶς τῆς ζάχαρης καί Ιδιαιτέρως τό πρόβλημα τῶν πλεονασμάτων, τά όποια έπρεπε νά περιορισθούν, σύμφωνα μέ τό Συμβούλιο, μέσω πριμοδοτήσεων μετουσιώσεως. Ὅμως, οἱ μετουσιώσεις άρχισαν νά χάνουν τήν σημασία τους κατά τά ἔτη 1971/72 καί δέν ἀφοροῦν πλέον παρά μόνο μικρές ποσότητες. 'Εξ άλλου, τό Συμβούλιο ἀντικατέστησε στην χορήγηση τῶν πριμοδοτήσεων μετουσιώσεως με τήν θέσπιση, τό 1981, μιας άμεσης βοηθείας γιά τους γεωργούς (κανονισμός 1196/81 τοῦ Συμβουλίου, τῆς 28ης 'Απριλίου 1981, ΕΕ L 122/1). Ή χορήγηση τῶν πριμοδοτήσεων αυτών ἐδημιουργεί πάντοτε προβλήματα έλεγχου καί ὁ κοινοτικός νομοθέτης ἠσχολήθη μέ τήν ἀκριβή περιγραφή τῆς διαδικασίας μετουσιώσεως, ἀφήνοντας στά Κράτη μέλη τήν φροντίδα νά ελέγχουν τόν προορισμό τῆς μετουσιωμένης ζάχαρης.

    Ἀφοῦ υπενθύμισε τό εφαρμοστέο ἐν προκειμένω κοινοτικό δίκαιο, ἡ Ἐπιτροπή ἀναλύει τό εθνικό δίκαιο, δηλαδή τόν κανονισμό τῆς 13ης Μαΐου 1970, πού άφορᾶ τήν χορήγηση πριμοδοτήσεως γιά τήν μετουσίωση ζάχαρης γιά διατροφή ζώων (Bundesanzeiger Nr. 89, τῆς 16ης Μαΐου 1970, σ. 1), ὁ όποιος προβλέπει τους τρόπους έλεγχου καί τήν επιστροφή τῶν ἀχρε-ωστήτως καταβληθέντων πριμοδοτήσεων.

    Ή 'Επιτροπή μέ συλλογισμό ἀνάλογο πρός τόν συλλογισμό τοῦ BALM θεωρεί επίσης ὅτι ὁ σκοπός καί ἡ οἰκονομία τῶν ἐν λόγω κοινοτικών διατάξεων — πού συνίστανται στην ἀποσυμφόρηση τῆς ἀγοράς ῆ ζάχαρης καί στη χρησιμοποίηση τῆς μετουσιωμένης ζάχαρης γιά διατροφή ζώων — δείχνουν ὅτι «ή χορήγηση τῆς πριμοδοτήσεως μετουσιώσεως εἶναι στενά συνδεδεμένη μέ τήν τελική χρησιμοποίηση τῆς μετουσιωμένης ζάχαρης» καί ὅτι ὁ δικαιοῦχος τῆς πριμοδοτήσεως, έχοντας γνώση τοῦ προορισμοῦ αὐτοῦ, ὀφείλει νά ἐπαγρυπνεί γιά τήν επίτευξη τοῦ σκοποῦ αύτοῦ.

    'Εν συνεχεία, ἡ 'Επιτροπή εξετάζει τά επιχειρήματα πού προεβλήθησαν ἀπό τό παραπέμπον δικαστήριο καί τήν προσφεύγουσα στην κυρία δίκη.

    Ὅσον άφορᾶ τήν πρώτη ἀντίρρηση πού προεβλήθη, δηλαδή τήν ἀπουσία διατάξεων κοινοτικοῦ δικαίου ὡς πρός τήν ενδεχομένη ἀπώλεια τῆς πριμοδοτήσεως, ἡ Ἐπιτροπή, μέ συλλογισμό ἀνάλογο πρός αυτόν πού ἀνεπτύχθη ἀπό τό BALM στηρίζεται στον διπλό σκοπό τῶν ἐν λόγω διατάξεων, γιά νά ἀποκρούσει τήν επιχειρηματολογία τοῦ Verwaltungsgericht.

    Ὡς πρός τήν δεύτερη ἀντίρρηση, δηλαδή τήν παραβίαση γενικών άρχων τοῦ δικαίου ή 'Επιτροπή θεωρεί ὅτι «μία διάταξη ή ὁποία, σέ περίπτωση μή σύμφωνης χρησιμοποιήσεως τῆς μετουσιωμένης ζάχαρης ἀπό τρίτους, συνεπάγεται γιά τήν ἐπιχείρηση μετουσιώσεως υποχρέωση επιστροφῆς, δέν προχωρεῖ πέραν αὐτοῦ πού είναι κατάλληλο καί ἀναγκαίο γιά την ἐπίτευξη τοῦ διπλοῦ σκοποῦ τῆς κοινοτικῆς κανονιστικῆς ρυθμίσεως», πράγμα πού προκύπτει ἀπό την εξέταση τῆς ἀρχῆς ἀνα-λογικότητος στην ἀπόφαση «Beste Boter». Ή Ἐπιτροπή ὑποστηρίζει ἐν συνεχεία ὅτι, ὑπό τίς προϋποθέσεις αὐτές, δέν τίθεται κἄν ζήτημα παραβιάσεως τῆς ἀρχης «nulla poena sine lege », καθ᾽ ὅσον ἡ ἀνάκτηση τῆς πριμοδοτήσεως δέν αποτελεί ποινή κατά τήν έννοια τῆς ἀρχης αὐτης και ὅτι ή προσφεύγουσα στην κυρία δίκη, ἀφοῦ περιέλαβε στην σύμβαση μέ τόν μεταπωλητή της μία ρήτρα σύμφωνα μέ τήν ὁποία θά «ἀνελάμβανε» αυτός «ὅλες τίς επιβαρύνσεις» πού θά ἠδύναντο νά προκύψουν λόγω ελλείψεως ἀποδείξεως τῆς καταλλήλου χρησιμοποιήσεως τῆς ζάχαρης, ή ἴδια ἀνεγνώρισε τό λογικό επακόλουθο της ἀνακτήσεως τῆς πριμοδοτήσεως. Τέλος, ἀπό τό σύνολο τῶν σκέψεων αυτῶν συνάγεται ὅτι ἡ προσφεύγουσα στην κυρία δίκη δέν δύναται νά επικαλεσθεῖ τήν ύπαρξη ἀποκλινουσῶν ρυθμίσεων σέ άλλες ὀργανώσεις ἀγορᾶς.

    Κατά συνέπεια, ἡ Ἐπιτροπή προτείνει στό ερώτημα πού υπεβλήθη νά δοθεί ἡ ἀκόλουθη ἀπάντηση:

    «Οἱ κανονισμοί 2049/69 τοῦ Συμβουλίου καί 100/72 τῆς Επιτροπής πρέπει νά ἑρμηνευθούν κατά τήν έννοια ὅτι ὁ ἀποδέκτης ἑνός τίτλου πριμοδοτήσεως μετουσιώσεως είναι υποχρεωμένος νά χρησιμοποιήσει τή ζάχαρη ἀποκλειστικώς γιά διατροφή ζώων καί ὅτι εἶναι υπεύθυνος γιά τήν ἀπό μέρους τρίτων μή σύμφωνη χρησιμοποίηση.»

    ΙΙΙ — Προφορική διαδικασία

    Κατά τήν συνεδρίαση τῆς 19ης Νοεμβρίου 1981, ἡ Zuckerfabrik Franken GmbH, προσφεύγουσα στην κυρία δίκη, εκπροσωπούμενη ἀπό τους Schiller καί Ehle, δικηγόρους Κολωνίας, τό BALM, καθ' οὗ στην κυρία δίκη, εκπροσωπούμενο ἀπό τόν δικηγόρο Schwiek, καί ἡ Ἐπιτροπή τῶν Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη ἀπό τόν Hilf, μέλος τῆς νομικῆς τῆς υπηρεσίας, ἀνέπτυξαν προφορικώς τίς παρατηρήσεις τους καί ἀπήντησαν σέ ερωτήσεις πού έθεσε τό Δικαστήριο.

    Ό γενικός εἰσαγγελεύς ἀνέπτυξε τίς προτάσεις του κατά τήν συνεδρίαση τῆς 21ης 'Ιανουαρίου 1982.

    Σκεπτικό

    1

    Μέ διάταξη τῆς 26ης Φεβρουαρίου 1981, πού περιῆλθε στη Δικαστήριο την 7η 'Απριλίου 1981, τό Verwaltungsgericht τῆς Φραγκφούρτης ἐπί τοῦ Μάιν, υπέβαλε, δυνάμει τοῦ ἄρθρου 177 τῆς συνθήκης ΕΟΚ, προδικαστικό ερώτημα ὡς πρός την ερμηνεία τοῦ κανονισμοί) (ΕΟΚ) 100/72, τῆς 'Επιτροπής, τῆς 14ης Ἰανουαρίου 1972, περί ρυθμίσεως τῶν λεπτομερειών εφαρμογής ὅσον άφορᾶ τή μετουσίωση ζάχαρης γιά διατροφή ζώων (ΕΕ ειδ. ἔκδ. 03/077 σ. 119) καί κυρίως τοῦ ἄρθρου 14 παράγραφος 1 στοιχείο β.

    2

    Τό ερώτημα αυτό ἀνέκυψε στό πλαίσιο διαφορᾶς μεταξύ μιᾶς γερμανικῆς επιχειρήσεως πού εκμεταλλεύεται ἕνα εργοστάσιο παραγωγης ζάχαρης, ἡ ὁποία, ἀφοῦ επέτυχε την ἔκδοση τίτλων πριμοδοτήσεως μετουσιώσεως γιά 114500 τόνους ζάχαρης, τό 1972, προέβη στήν μετουσίωση τῆς καί εἰσέπραξε την πριμοδότηση πού προβλέπεται ἀπό τόν κανονισμό (ΕΟΚ) 2049/69 τοῦ Συμβουλίου, τῆς 17ης 'Οκτωβρίου 1969, περί θεσπίσεως τῶν γενικών κανόνων ὅσον άφορα τη μετουσίωση τῆς ζάχαρης γιά τήν διατροφή τῶν ζώων (ΕΕ εἰδ. ἔκδ. 03/004 σ. 234) καί τῆς Ὁμοσπονδιακῆς Δημοκρατίας τῆς Γερμανίας, ἐκπροσωπούμενης ἀπό τό Bundesanstalt für landwirtschaftliche Marktordnung (BALM) τό όποιο ἀξιώνει τήν επιστροφή τῆς ἐν λόγω πριμοδοτήσεως δυνάμει διατάξεων τοῦ γερμανικοῦ δικαίου καί γιά τόν κύριο λόγο ὅτι ἡ μετουσιωμένη αυτή ζάχαρη ἐχρησιμο-ποιήθη ὄχι γιά τήν διατροφή μελισσῶν, άλλά ὡς κολλητικό στοιχείο άμμου καλουπώματος γιά χυτήρια.

    3

    Ή προσφεύγουσα στην κυρία δίκη ἐπώλησε τήν μετουσιωμένη αὐτή ζάχαρη σ' ἕναν έμπορο γεωργικών προϊόντων ὑπό τόν ὅρο ὅτι ἡ ἐν λόγω ζάχαρη «επιτρέπεται νά χρησιμοποιηθεί ἀποκλειστικά γιά τήν διατροφή μελισσών καί θά πρέπει, ἄν χρειαστεί, νά προσκομισθεί ἀπόδειξη περί τῆς ὀρθής χρησιμοποιήσεως της». 'Ο έμπορος αυτός μετεπώλησε τήν ζάχαρη σέ μία επιχείρηση, ἡ ὁποία τήν ἐχρησιμοποίησε γιά σκοπούς άλλους ἀπό τους συμφωνηθέντες. Ἐπί τῆ βάσει της διαπιστώσεως αὐτῆς, τό BALM ἠξίωσε ἀπό τήν προσφεύγουσα στην κυρία δίκη τήν επιστροφή τῆς πριμοδοτήσεως.

    4

    Τό παραπέμπον δικαστήριο θεωρεί ὅτι, βάσει τοῦ γερμανικοῦ δικαίου, πριμοδότηση πού εισπράττεται χωρίς νόμιμη αἰτία πρέπει νά επιστρέφεται, άλλά ἀμφιβάλλει ἄν ἡ πριμοδότηση αύτη — ἐν προκειμένω — εἰσεπράχθη χωρίς νόμιμη αἰτία ἀπό τήν προσφεύγουσα στην κυρία δίκη, διότι ἐπληρώθησαν ὡς πρός αυτήν οἱ ὅροί πού τό κοινοτικό δίκαιο θέτει γιά τήν χορήγηση τῆς πριμοδοτήσεως, καθ' ὅσον ὁ κανονισμός 100/72 δέν ἀναφέρει ρητώς ὅτι οἱ ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις εἶναι υποχρεωμένες νά χρησιμοποιούν τό προϊόν σύμφωνα μέ τόν προβλεπόμενο προορισμό.

    5

    Γιά τόν λόγο αυτό, τό παραπέμπον δικαστήριο υπέβαλε στό Δικαστήριο τό ἀκόλουθο ερώτημα:

    «Είναι υποχρεωμένος ὁ ἀποδέκτης ἑνός τίτλου πριμοδοτήσεως μετουσιώσεως σύμφωνα μέ τόν κανονισμό ΕΟΚ 100/72 τῆς Επιτροπής τῆς 14. 1. 1972 περί ρυθμίσεως τῶν λεπτομερειών εφαρμογῆς ὅσον άφορᾶ τήν μετουσίωση της ζάχαρης γιά τήν διατροφή τῶν ζώων (ΕΕ εἰδ. ἔκδ. 03/007 σ. 119) νά χρησιμοποιεί, πέρα ἀπό τό γράμμα τοῦ ἄρθρου 14 παράγραφος 1 στοιχείο β αὐτοῦ τοῦ κανονισμοί), τήν μετουσιωμένη ζάχαρη μόνο γιά διατροφή ζώων καί ευθύνεται γιά τήν ξένη πρός τόν σκοπό αυτό χρησιμοποίηση ἀπό τρίτους;»

    'Επί τοῦ πρώτου σκέλους τοῦ ερωτήματος

    6

    Γιά νά ἀνευρεθοῦν τά στοιχεία πού συνθέτουν τήν ἀπάντηση στό ἐρώτημα κατά πόσον ὁ ἀποδέκτης ενός τίτλου πριμοδοτήσεως μετουσιώσεως εἶναι υποχρεωμένος, κατά τό κοινοτικό δίκαιο, νά χρησιμοποιεί τήν μετουσιωμένη ζάχαρη μόνο ὡς ζωοτροφή, πρέπει κατ' ἀρχάς νά ερμηνευθεί τό κείμενο τῶν σχετικῶν διατάξεων τοῦ κανονισμοῦ 100/72, ἐν συνεχεία δέ νά διευκρινισθεί βάσει των σκοπῶν πού επιδιώκει ἡ επίδικη κοινοτική κανονιστική ρύθμιση.

    7

    Τά άρθρα 14, 21 καί 24 τοῦ κανονισμοῦ 100/72 ὁρίζουν τους ὅρούς ὡς πρός τόν τρόπο πληρωμής τῆς πριμοδοτήσεως μετουσιώσεως. Ή πριμοδότηση καταβάλλεται μόνο ἄν ἡ ζάχαρη μετουσιώθη ὑπό έλεγχο σέ εγκατάσταση εγκεκριμένη καί σύμφωνα μέ μία ἀπό τίς μεθόδους πού ἀναφέρονται στό παράρτημα τοῦ κανονισμοί). Ἐπί πλέον ὁρίζεται ὅτι ἡ ἐν λόγω πριμοδότηση δύναται νά καταβληθεί μόνο μετά τήν προσκόμιση τῆς ἀποδείξεως ὅτι ἡ μετουσίωση τῆς ζάχαρης έγινε σύμφωνα μέ τους ὅρούς πού προβλέπονται σχετικά μέ τήν πριμοδότηση μετουσιώσεως.

    8

    Παρ' ὅλο πού δέν διευκρινίζεται στίς διατάξεις αυτές ὅτι, γιά τήν καταβολή τῆς πριμοδοτήσεως, πρέπει ἡ μετουσιωμένη ζάχαρη νά χρησιμοποιηθεί γιά τήν διατροφή ζώων, καί παρ' ὅλο, ἐξ ἄλλου, πού τό κείμενο τοῦ κανονισμοί) 100/72 δέν περιέχει κοινοτικές διατάξεις περί τῆς ενδεχομένης επιστροφής τῆς πριμοδοτήσεως μετουσιώσεως, τό άρθρο 19 παράγραφος 1 ὁρίζει ὅτι:

    «Τά Κράτη μέλη υποδεικνύουν τους ἁρμοδίους ὀργανισμούς γιά νά πραγματοποιήσουν τόν έλεγχο τῆς μετουσιώσεως καί νά διασφαλίσουν κατά τόν τρόπο αυτόν ὅτι ἡ μετουσιωθείσα ζάχαρη θά χρησιμοποιηθεί μόνο γιά τήν διατροφή ζώων.»

    9

    'Από τό κείμενο αυτό συνάγεται ὅτι παρ' ὅλο πού ὁ κοινοτικός νομοθέτης δέν ἀναφέρει ρητώς τήν υποχρέωση νά χρησιμοποιηθεί τό προϊόν σύμφωνα μέ τόν προβλεπόμενο προορισμό, ἐπεφόρτισε τά Κράτη μέλη νά διενεργοῦν τους ἀναγκαίους έλεγχους προκειμένου νά τηρείται ὁ προορισμός αυτός, καθ' ὅσον οἱ έλεγχοι αυτοί πρέπει νά διενεργοῦνται μετά τήν μετουσίωση, γιά νά εξασφαλίζεται ἡ τήρηση τοῦ ἐν λόγω προορισμοῦ.

    10

    Ή υποχρέωση αυτή χρησιμοποιήσεως τῆς μετουσιωμένης ζάχαρης γιά τήν διατροφή ζώων προκύπτει, ἐξ άλλου, ὄχι μόνο ἀπό τήν επικεφαλίδα τοῦ κανονισμοῦ 100/72 τῆς 'Επιτροπής, ἀλλα επίσης ἀπό τίς επιτακτικές καί ἀδιαμφισβήτητες αιτιολογικές σκέψεις 6 καί 7, ἀπό τίς όποιες συνάγεται ὅτι, γιά νά τηρηθεί ὁ υποχρεωτικός αυτός προορισμός, ἡ Επιτροπή προέβλεψε δύο μέσα, ἀφ' ἑνός, τόν καθορισμό ειδικῶν διαδικασιών μετουσιώσεως καί, αφ' έτερου, τόν έλεγχο ἀπό τά Κράτη μέλη, πού ὀφείλουν νά λαμβάνουν ὅλα τά ἀναγκαία μέτρα γιά την χρησιμοποίηση τῆς μετουσιωμένης αυτής ζάχαρης ἀποκλειστικῶς γιά την διατροφή ζώων.

    11

    Όμως, ἡ ἀποτελεσματικότης τοῦ προβλεπομένου ἀπό τόν κανονισμό συστήματος έλεγχου θά διεκυβεύετο σοβαρῶς ἄν ἡ εφαρμογή του παρέμενε χωρίς συνέπειες διότι ἡ εγγύηση περί τῆς χρησιμοποιήσεως τῆς μετουσιωμένης ζάχαρης σύμφωνα μέ τόν προορισμό της, δηλαδή γιά τήν διατροφή ζώων, δέν θά ἐξησφαλίζετο πλέον. Πρέπει, συνεπώς, νά συναχθεί τό συμπέρασμα ὅτι, ἀπό τό γράμμα τοῦ κανονισμοῦ 100/72 προκύπτει ὅτι ὁ δικαιοῦχος τῆς πριμοδοτήσεως μετουσιώσεως εἶναι υποχρεωμένος νά χρησιμοποιήσει τήν μετουσιωμένη ζάχαρη μόνο γιά τήν διατροφή ζώων.

    12

    Τό συμπέρασμα αυτό συνάγεται επίσης ἀπό τήν επικεφαλίδα καί τό πρώτο άρθρο τοῦ κανονισμοῦ 2049/69 τοῦ Συμβουλίου, πού ἀποτελεί τό νόμιμο έρεισμα τοῦ κανονισμοῦ 100/72, ὁ όποιος ὁρίζει στό άρθρο 1 παράγραφος 2 ὅτι:

    «Ή ζάχαρη πού έτυχε μιᾶς πριμοδοτήσεως μετουσιώσεως δέν δύναται νά χρησιμοποιείται παρά μόνο γιά διατροφή ζώων.»

    13

    Ή έννοια τῶν διατάξεων αυτών διευκρινίζεται περαιτέρω ἀπό τόν σκοπό τόν όποιο επιδιώκουν, πού εκφράζεται κυρίως στην δεύτερη καί τρίτη αιτιολογική σκέψη τοῦ κανονισμοῦ 2049/69, σύμφωνα μέ τίς όποιες ὁ κοινοτικός νομοθέτης επιδιώκει μέ τήν κανονιστική αὐτή ρύθμιση διπλό σκοπό: τήν ἀποσυμφόρηση της ἀγοράς ζάχαρης καί τήν ἀπορρόφηση τῶν πλεονασμάτων της, προορίζοντας τήν ζάχαρη, διά τῆς μετουσιώσεως, γιά τήν διατροφή ζώων.

    14

    Κατά συνέπεια, οἱ επιχειρηματίες, ὡς πρός τους ὁποίους ἐφηρμόζετο ἡ κοινοτική αυτή κανονιστική ρύθμιση καί οἱ όποιοι, κατά τό άρθρο 19 παράγραφος 2 τοῦ κανονισμοῦ 100/72, ήσαν ἐπαγγελματίες, πού ἐξεμεταλλεύοντο «εργοστάσια παραγωγής ζάχαρης, εργοστάσια συνθέτων τροφών “ή” ἀποθήκες, στίς όποιες ὁ έλεγχος τῆς μετουσιώσεως δύναται νά πραγματοποιηθεί ἀποτελεσματικά» — δέν ἠδύναντο νά εκλάβουν τίς διατάξεις τοῦ κοινοτικοῦ δικαίου παρά μόνο ὑπό τήν έννοια ὅτι ἡ έκδοση τοῦ τίτλου συνεπήγετο τήν υποχρέωση μετουσιώσεως τῆς ζάχαρης ὑπό τους προβλεπόμενους ὅρούς, οἱ όποιοι επέβαλλαν, ἐπί πλέον, τήν χρησιμοποίηση τῆς μετουσιωμένης ζάχαρης μόνο γιά τήν διατροφή ζώων.

    15

    Αύτη ήταν, πράγματι, καί ἡ ἀντίληψη τῆς προσφευγούσης στην κυρία δίκη, καθ' ὅσον επεσήμανε στον ἀγοραστή τῆς ὅτι ἡ μετουσιωμένη ζάχαρη πρέπει νά χρησιμοποιηθεί μόνο γιά τήν διατροφή μελισσῶν».

    16

    Συνεπῶς, στό πρώτο σκέλος τοῦ ερωτήματος πού υπέβαλε τό παραπέμπον δικαστήριο πρέπει νά δοθεί ἡ ἀπάντηση ὅτι ὁ ἀποδέκτης τίτλου πριμοδοτήσεως μετουσιώσεως δυνάμει τοῦ κανονισμοῦ 100/72 εἶναι ὑποχρεωμένος σύμφωνα μέ τίς διατάξεις τοῦ ἐν λόγω κανονισμοί), καθώς καί τοῦ κανονισμοῦ 2049/69, νά χρησιμοποιήσει τήν μετουσιωμένη ζάχαρη μόνο γιά τήν διατροφή ζώων.

    'Επί τοῦ δευτέρου σκέλους τοῦ ερωτήματος

    17

    Τό δεύτερο σκέλος τοῦ ερωτήματος ἀναφέρεται στην πραγματικότητα στό κατά πόσον δύναται ἐν ὄψει τοῦ κοινοτικοῦ δικαίου νά τύχει εφαρμογής μία εθνική κανονιστική ρύθμιση, πού ὁρίζει ὅτι ó εἰσπράττων πριμοδότηση μετουσιώσεως, μολονότι ἡ μετουσιωμένη ζάχαρη δέν ἐχρησιμοποιήθη γιά τήν διατροφή ζώων, ὀφείλει νά τήν επιστρέψει, ἀκόμη καί ἄν ἡ χρησιμοποίηση πού συνεπάγεται τήν επιστροφή τῆς πριμοδοτήσεως έγινε ἀπό τρίτο.

    18

    Γιά νά δοθεῖ ἀπάντηση στό ερώτημα αυτό πρέπει νά ὑπομνησθεῖ, κατ' ἀρχάς, ὅτι ἀπό τήν οικονομία τῶν εφαρμοστέων ἐν προκειμένω κοινοτικών διατάξεων, προκύπτει ὅτι ἐναπόκειται στά Κράτη μέλη νά λάβουν ὅλα τά ἀναγκαία μέτρα ώστε ἡ μετουσιωμένη ζάχαρη νά χρησιμοποιείται γιά τήν διατροφή ζώων.

    19

    Οί ἐθνικές ἀρχές είχαν, συνεπώς, κάθε ευχέρεια νά θεσπίσουν κυρώσεις προοριζόμενες νά εξασφαλίσουν τήν τήρηση τῶν διατάξεων τοῦ κοινοτικοῦ δικαίου.

    20

    Ὅσον άφορᾶ, κατ' ἀρχάς, τήν επίδικη κοινοτική κανονιστική ρύθμιση, τόσο ἀπό τό γράμμα ὅσο καί ἀπό τήν οικονομία καί τόν σκοπό τῶν εφαρμοστέων κοινοτικών διατάξεων προκύπτει ὅτι ἡ χορήγηση τῆς πριμοδοτήσεως μετουσιώσεως συνιστᾶ ειδικότερο μέτρο πού ἀποβλέπει στην ἀποσυμφόρηση τῆς ἀγορας ζάχαρης πρός όφελος τῆς διατροφής ζώων ύπό ὅρους ιδιαιτέρως εὐνοϊκούς. Ἦταν, συνεπώς, ἀναγκαίο νά ληφθούν οἱ κατάλληλες προφυλάξεις προκειμένου ή μετουσιωμένη αυτή ζάχαρη νά μήν μεταβάλλει προορισμό καί νά χρησιμοποιείται πράγματι γιά τήν διατροφή ζώων. Ή άποτελεσματικότης τοῦ θεσπισθέντος συστήματος θά διεκυβεύετο, πράγματι, ἄν ὁ ἀποδέκτης τοῦ τίτλου μετουσιώσεως δέν ἐξακολουθούσε νά ευθύνεται γιά την ἀπό τους μεταγενέστερους ἀγοραστές μέ τήρηση τοῦ προβλεπομένου γιά τήν μετουσιωμένη αυτή ζάχαρη προορισμοί), μολονότι ἀνέλαβε έναντι τῆς ἁρμοδίας ἀρχης τήν νομική υποχρέωση νά χρησιμοποιήσει τήν μετουσιωμένη ζάχαρη μόνο γιά τήν διατροφή ζώων.

    21

    Ὑπό τίς περιστάσεις αυτές, δέν ἀντίκειται πρός τίς ἐν προκειμένω εφαρμοστέες κοινοτικές διατάξεις ἡ εθνική κανονιστική ρύθμιση, κατά τήν ὁποία ὁ δικαιούχος πριμοδοτήσεως, πού εἰσεπράχθη μετά τήν ὁλοκλήρωση τῶν ενεργειῶν γιά τίς όποιες δίδεται, χωρίς νά έχουν τηρηθεί οἱ προβλεπόμενοι ἀπό τήν κοινοτική κανονιστική ρύθμιση ὅροι, δύναται νά κληθεί νά τήν επιστρέψει, ἀκόμη καί ἄν ή μή σύμφωνη πρός τόν προβλεπόμενο προορισμό χρησιμοποίηση έγινε ἀπό τρίτους.

    22

    Πρέπει ἀκόμη νά εξετασθεί ἄν ἡ κανονιστική αὐτή ρύθμιση ἀντιβαίνει πρός τους ὑπέρτερους κανόνες τοῦ κοινοτικοῦ δικαίου καί ιδίως πρός τίς ἀρχές τῆς ἀσφαλείας τοῦ δικαίου καί τῆς ἀναλογικότητος, ὅπως υποστηρίζει ἡ προσφεύγουσα στην κυρία δίκη.

    23

    Όσον άφορᾶ τήν ἀρχή τῆς ἀσφαλείας τοῦ δικαίου, ἀπό τό σύνολο τῶν σκέψεων πού ἀνεπτύχθησαν ἀνωτέρω προκύπτει σαφῶς ὅτι οἱ επιχειρηματίες, ὡς πρός τους ὁποίους εφαρμόζονται οἱ ἐν λόγω διατάξεις, ἐγνώριζαν καλώς τόν ὅρο ὅτι ή μετουσιωμένη ζάχαρη έπρεπε νά χρησιμοποιηθεῖ ἀποκλειστικά γιά τήν διατροφή ζώων. Συνεπώς, ὤφειλαν λογικά νά ἀναμένουν τήν επιβολή κυρώσεων σέ περίπτωση μή τηρήσεως τοῦ ὅρού αὐτοῦ καί ὅτι οἱ κυρώσεις αυτές θα έπλητταν μόνο τό πρόσωπο πού δεσμεύεται νομικώς έναντι τῶν αρμοδίων άρχων τοῦ Κράτους μέλους.

    24

    Ὑπό τίς προϋποθέσεις αυτές, ἡ εθνική κανονιστική ρύθμιση, πού προβλέπει τήν επιστροφή τῶν πριμοδοτήσεων, οἱ όποιες εἰσεπράχθησαν χωρίς αἰτία, ἀκόμη καί ὅταν ἡ μή σύμφωνη πρός τόν προορισμό χρησιμοποίηση έγινε ἀπό τρίτους, δέν παραβιάζει τήν ἀρχή τῆς ἀσφαλείας τοῦ δικαίου.

    25

    Ὅσον άφορᾶ τό πρόβλημα τῆς ἀναλογικότητος, πρέπει νά εξετασθεί κατά πόσον ἡ κανονιστική αυτή ρύθμιση υπερβαίνει ἡ μή τά ὅρια τοῦ προσήκοντος καί ἀναγκαίου γιά τήν ἐπίτευξη τοῦ ἐπιδιωκομένου σκοποῦ.

    26

    Ἐν προκειμένω, πρέπει νά ληφθοῦν ὑπ᾽ ὄψη τά χαρακτηριστικά τῆς χορηγουμενης γιά την μετουσίωση τῆς ζάχαρης πριμοδοτήσεως.

    27

    Μολονότι ἡ πριμοδότηση αύτη χορηγείται γιά νά καλυφθοῦν τά έξοδα μετουσιώ-σεως, ἀπό τίς εφαρμοστέες κοινοτικές διατάξεις συνάγεται ὅτι ἀποβλέπει ουσιαστικά στό νά διευκολύνει την διάθεση τῆς ζάχαρης γιά τήν διατροφή ζώων. Ή δεύτερη αιτιολογική σκέψη τοῦ βασικοῦ κανονισμοῦ 2049/69 ὁρίζει, ἐξ άλλου, «ὅτι εἶναι ενδεχόμενο νά ἀποδειχθεί σκόπιμη ἡ πρόβλεψη ὅτι ἡ ζάχαρη πρός μετουσίωση προορίζεται γιά τήν διατροφή ὁρισμένων μόνο ειδῶν ζώων». Σέ συμφωνία μέ τήν διάταξη αὐτή, οἱ ἐθνικές ἀρχές προέβλεψαν ὅτι ἡ μετουσιωμένη ζάχαρη στην Ὁμοσπονδιακή Δημοκρατία τῆς Γερμανίας έπρεπε νά χρησιμοποιείται γιά τήν διατροφή μελισσών. Ή καταβαλλομένη πριμοδότηση έπρεπε, συνεπῶς, πρό πάντων νά παράσχει στον τομέα τῆς μελισσοκομίας τήν δυνατότητα ἀγορᾶς μετουσιωμένης ζάχαρης σέ καλύτερες τιμές.

    28

    Ὑπό τίς προϋποθέσεις αυτές, πρέπει νά συναχθεί τό συμπέρασμα ὅτι, ὅταν μεταβάλλεται ὁ προορισμός τῆς μετουσιωμένης ζάχαρης, ἡ καταβολή τῆς πριμοδοτήσεως γίνεται άνευ αιτίας καί ὅτι ἡ προβλεπομένη κύρωση, ήτοι ἡ επιστροφή τῆς πριμοδοτήσεως μετουσιώσεως ἀπό τόν λήπτη τῆς σέ περίπτωση μή τηρήσεως τοῦ προβλεπομένου γιά τήν πριμοδότηση αυτή προορισμοί) — τῆς διατροφής μελισσών — δεν υπερβαίνει τό προσήκον καί ἀναγκαίο γιά τήν επίτευξη τοῦ επιδιωκομένου σκοποῦ.

    29

    Κατά συνέπεια, στό δεύτερο σκέλος τοῦ υποβληθέντος ερωτήματος πρέπει νά δοθεί ἡ απάντηση ὅτι ἡ εθνική κανονιστική ρύθμιση, κατά τήν ὁποία ὁ ἀποδέκτης τίτλου πριμοδοτήσεως μετουσιώσεως ευθύνεται γιά τήν ἀπό μέρους τρίτων μή σύμφωνη πρός τήν προβλεπόμενη χρησιμοποίηση, δέν εἶναι ἀντίθετη προς τό κοινοτικό δίκαιο.

    'Επί τῶν δικαστικών εξόδων

    30

    Τά έξοδα στά ὁποια υπεβλήθη ἡ 'Επιτροπή τῶν Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, ή ὁποία κατέθεσε παρατηρήσεις στό Δικαστήριο, δέν ἀποδίδονται. Δεδομένου ὅτι ή παρούσα διαδικασία έχει ὡς πρός τους διαδίκους τῆς κυρίας δίκης, τόν χαρακτήρα παρεμπίπτοντος, πού ἀνέκυψε ενώπιον τοῦ ἐθνικοῦ δικαστηρίου, σ᾽ αυτό εναπόκειται νά ἀποφανθεί ἐπί τῶν δικαστικών εξόδων.

     

    Διά ταῦτα

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τρίτο τμῆμα)

    κρίνοντας ἐπί τοῦ ερωτήματος πού τοῦ υπέβαλε τό Verwaltungsgericht τῆς Φραγκφούρτης ἐπί τοῦ Μάιν, μέ διάταξη τῆς 26ης Φεβρουαρίου 1981, ἀποφαίνεται:

     

    Ὁ ἀποδέκτης ἑνός τίτλου πριμοδοτήσεως μετουσιώσεως δυνάμει τοῦ κανονισμοῦ 100/72 τῆς Ἐπιτροπής (ΕΕ εἰδ. ἔκδ. 03/007 σ. 119) εἶναι υποχρεωμένος νά χρησιμοποιήσει τήν μετουσιωμένη ζάχαρη μόνο γιά τήν διατροφή ζώων. Εὐθύνεται δέ γιά τήν ἀπό μέρους τρίτων μή σύμφωνη πρός τήν προβλεπομένη χρησιμοποίηση.

     

    Touffait

    Mackenzie Stuart

    Everling

    Ἐδημοσιεύθη σέ δημοσία συνεδρίαση στό Λουξεμβοῦργο στίς 18 Φεβρουαρίου 1982.

    Ὁ γραμματεύς

    Ρ. Heim

    Ό πρόεδρος τοῦ τρίτου τμήματος

    Α. Touffait

    Επάνω