Този документ е извадка от уебсайта EUR-Lex.
Документ 62022TJ0744
Judgment of the General Court (First Chamber, Extended Composition) of 11 September 2024.#Maya Tokareva v Council of the European Union.#Common foreign and security policy – Restrictive measures taken in respect of actions undermining or threatening the territorial integrity, sovereignty and independence of Ukraine – Freezing of funds – List of persons, entities and bodies subject to the freezing of funds and economic resources – Maintaining the applicant’s name on the list – Definition of ‘association’ – Article 2(1), in fine, of Decision 2014/145/CFSP – Definition of ‘benefiting from a leading businessperson operating in Russia’ – Article 2(1)(g) of Decision 2014/145 – Error of assessment – Non-contractual liability.#Case T-744/22.
Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (πρώτο πενταμελές τμήμα) της 11ης Σεπτεμβρίου 2024.
Maya Tokareva κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας – Περιοριστικά μέτρα λόγω ενεργειών που υπονομεύουν ή απειλούν την εδαφική ακεραιότητα, την κυριαρχία και την ανεξαρτησία της Ουκρανίας – Δέσμευση κεφαλαίων – Κατάλογοι των προσώπων, οντοτήτων και φορέων κατά των οποίων ισχύει η δέσμευση των κεφαλαίων και των οικονομικών πόρων – Διατήρηση της καταχώρισης του ονόματος του προσφεύγοντος στον κατάλογο – Έννοια της “σύνδεσης” – Άρθρο 2, παράγραφος 1, in fine, της απόφασης 2014/145/ΚΕΠΠΑ – Έννοια της άντλησης οφέλους από “εξέχοντα επιχειρηματία που δραστηριοποιείται στη Ρωσία” – Άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο ζʹ, της απόφασης 2014/145/ΚΕΠΠΑ – Πλάνη εκτίμησης – Εξωσυμβατική ευθύνη.
Υπόθεση T-744/22.
Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (πρώτο πενταμελές τμήμα) της 11ης Σεπτεμβρίου 2024.
Maya Tokareva κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας – Περιοριστικά μέτρα λόγω ενεργειών που υπονομεύουν ή απειλούν την εδαφική ακεραιότητα, την κυριαρχία και την ανεξαρτησία της Ουκρανίας – Δέσμευση κεφαλαίων – Κατάλογοι των προσώπων, οντοτήτων και φορέων κατά των οποίων ισχύει η δέσμευση των κεφαλαίων και των οικονομικών πόρων – Διατήρηση της καταχώρισης του ονόματος του προσφεύγοντος στον κατάλογο – Έννοια της “σύνδεσης” – Άρθρο 2, παράγραφος 1, in fine, της απόφασης 2014/145/ΚΕΠΠΑ – Έννοια της άντλησης οφέλους από “εξέχοντα επιχειρηματία που δραστηριοποιείται στη Ρωσία” – Άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο ζʹ, της απόφασης 2014/145/ΚΕΠΠΑ – Πλάνη εκτίμησης – Εξωσυμβατική ευθύνη.
Υπόθεση T-744/22.
Идентификатор ECLI: ECLI:EU:T:2024:608
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΫ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο πενταμελές τμήμα)
της 11ης Σεπτεμβρίου 2024 ( *1 )
«Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας – Περιοριστικά μέτρα λόγω ενεργειών που υπονομεύουν ή απειλούν την εδαφική ακεραιότητα, την κυριαρχία και την ανεξαρτησία της Ουκρανίας – Δέσμευση κεφαλαίων – Κατάλογοι των προσώπων, οντοτήτων και φορέων κατά των οποίων ισχύει η δέσμευση των κεφαλαίων και των οικονομικών πόρων – Διατήρηση της καταχώρισης του ονόματος του προσφεύγοντος στον κατάλογο – Έννοια της “σύνδεσης” – Άρθρο 2, παράγραφος 1, in fine, της απόφασης 2014/145/ΚΕΠΠΑ – Έννοια της άντλησης οφέλους από “εξέχοντα επιχειρηματία που δραστηριοποιείται στη Ρωσία” – Άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο ζʹ, της απόφασης 2014/145/ΚΕΠΠΑ – Πλάνη εκτίμησης – Εξωσυμβατική ευθύνη»
Στην υπόθεση T‑744/22,
Maya Tokareva, κάτοικος Μόσχας (Ρωσία), εκπροσωπούμενη από τον T. Bontinck, την A. Guillerme, τον L. Burguin και την M. Brésart, δικηγόρους,
προσφεύγουσα-ενάγουσα,
κατά
Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκπροσωπούμενου από την M.‑C. Cadilhac και τον V. Piessevaux, επικουρούμενους από τον B. Maingain, δικηγόρο,
καθού-εναγομένου,
υποστηριζομένου από την
Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τον C. Giolito, την C. Georgieva και την L. Puccio,
παρεμβαίνουσα,
ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πρώτο πενταμελές τμήμα),
συγκείμενο από τους D. Spielmann, πρόεδρο, R. Mastroianni, M. Brkan (εισηγήτρια), I. Gâlea και S. L. Kalėda, δικαστές,
γραμματέας: H. Eriksson, διοικητική υπάλληλος,
έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία, και ειδικότερα:
– |
το δικόγραφο της προσφυγής που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 25 Νοεμβρίου 2022, |
– |
το πρώτο υπόμνημα προσαρμογής που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 22 Μαΐου 2023, |
– |
το δεύτερο υπόμνημα προσαρμογής που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 25 Σεπτεμβρίου 2023, |
κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 27ης Φεβρουαρίου 2024,
εκδίδει την ακόλουθη
Απόφαση
1 |
Με την προσφυγή-αγωγή της, η προσφεύγουσα-ενάγουσα (στο εξής: προσφεύγουσα) Maya Tokareva ζητεί, αφενός, βάσει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ, την ακύρωση, πρώτον, της απόφασης (ΚΕΠΠΑ) 2022/1530 του Συμβουλίου, της 14ης Σεπτεμβρίου 2022, για την τροποποίηση της απόφασης 2014/145/ΚΕΠΠΑ σχετικά με περιοριστικά μέτρα όσον αφορά δράσεις που υπονομεύουν ή απειλούν την εδαφική ακεραιότητα, την κυριαρχία και την ανεξαρτησία της Ουκρανίας (ΕΕ 2022, L 239, σ. 149), και του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2022/1529 του Συμβουλίου, της 14ης Σεπτεμβρίου 2022, για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 269/2014 σχετικά με περιοριστικά μέτρα για ενέργειες που υπονομεύουν ή απειλούν την εδαφική ακεραιότητα, την κυριαρχία και την ανεξαρτησία της Ουκρανίας (ΕΕ 2022, L 239, σ. 1) (στο εξής από κοινού: πράξεις περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2022), δεύτερον, της απόφασης (ΚΕΠΠΑ) 2023/572 του Συμβουλίου, της 13ης Μαρτίου 2023, για την τροποποίηση της απόφασης 2014/145/ΚΕΠΠΑ σχετικά με περιοριστικά μέτρα όσον αφορά δράσεις που υπονομεύουν ή απειλούν την εδαφική ακεραιότητα, την κυριαρχία και την ανεξαρτησία της Ουκρανίας (ΕΕ 2023, L 75 I, σ. 134), και του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2023/571 του Συμβουλίου, της 13ης Μαρτίου 2023, για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 269/2014 σχετικά με περιοριστικά μέτρα όσον αφορά ενέργειες που υπονομεύουν ή απειλούν την εδαφική ακεραιότητα, την κυριαρχία ή την ανεξαρτησία της Ουκρανίας (ΕΕ 2023, L 75 I, σ. 1) (στο εξής από κοινού: πράξεις περί διατήρησης του Μαρτίου του 2023), και, τρίτον, της απόφασης (ΚΕΠΠΑ) 2023/1767 του Συμβουλίου, της 13ης Σεπτεμβρίου 2023, για την τροποποίηση της απόφασης 2014/145/ΚΕΠΠΑ σχετικά με περιοριστικά μέτρα όσον αφορά δράσεις που υπονομεύουν ή απειλούν την εδαφική ακεραιότητα, την κυριαρχία και την ανεξαρτησία της Ουκρανίας (ΕΕ 2023, L 226, σ. 104), και του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2023/1765 του Συμβουλίου, της 13ης Σεπτεμβρίου 2023, για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 269/2014 σχετικά με περιοριστικά μέτρα για ενέργειες που υπονομεύουν ή απειλούν την εδαφική ακεραιότητα, την κυριαρχία και την ανεξαρτησία της Ουκρανίας (ΕΕ 2023, L 226, σ. 3) (στο εξής από κοινού: πράξεις περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2023), καθόσον με τις ανωτέρω πράξεις (στο εξής από κοινού: προσβαλλόμενες πράξεις) διατηρείται η καταχώριση του ονόματός της στους καταλόγους που προσαρτώνται σε αυτές, και ζητεί, αφετέρου, βάσει του άρθρου 268 ΣΛΕΕ, την αποκατάσταση της ζημίας που ισχυρίζεται ότι υπέστη λόγω της έκδοσης των πράξεων περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2022. |
I. Ιστορικό της διαφοράς
2 |
Η προσφεύγουσα είναι Ρωσίδα υπήκοος. |
3 |
Η υπό κρίση υπόθεση εντάσσεται στο πλαίσιο των περιοριστικών μέτρων που ελήφθησαν όσον αφορά δράσεις που υπονομεύουν ή απειλούν την εδαφική ακεραιότητα, την κυριαρχία και την ανεξαρτησία της Ουκρανίας και, ιδίως, τη στρατιωτική επίθεση της Ρωσικής Ομοσπονδίας κατά της Ουκρανίας στις 24 Φεβρουαρίου 2022. |
4 |
Στις 17 Μαρτίου 2014 το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξέδωσε, βάσει του άρθρου 29 ΣΕΕ, την απόφαση 2014/145/ΚΕΠΠΑ, σχετικά με περιοριστικά μέτρα όσον αφορά δράσεις που υπονομεύουν ή απειλούν την εδαφική ακεραιότητα, την κυριαρχία και την ανεξαρτησία της Ουκρανίας (ΕΕ 2014, L 78, σ. 16). Την ίδια ημερομηνία, το Συμβούλιο εξέδωσε, βάσει του άρθρου 215, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, τον κανονισμό (ΕΕ) 269/2014, σχετικά με περιοριστικά μέτρα όσον αφορά δράσεις που υπονομεύουν ή απειλούν την εδαφική ακεραιότητα, την κυριαρχία και την ανεξαρτησία της Ουκρανίας (ΕΕ 2014, L 78, σ. 6). |
5 |
Στις 25 Φεβρουαρίου 2022 το Συμβούλιο εξέδωσε, αφενός, την απόφαση (ΚΕΠΠΑ) 2022/329, για την τροποποίηση της απόφασης 2014/145/ΚΕΠΠΑ (ΕΕ 2022, L 50, σ. 1), και, αφετέρου, τον κανονισμό (ΕΕ) 2022/330, για την τροποποίηση του κανονισμού 269/2014 (ΕΕ 2022, L 51, σ. 1). Το άρθρο 2, παράγραφοι 1 και 2, της απόφασης 2014/145, όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2022/329, προβλέπει τα εξής: «1. Δεσμεύονται όλα τα κεφάλαια και οι οικονομικοί πόροι που τελούν υπό την κυριότητα, την κατοχή ή τον έλεγχο: […]
[…]
[…] και φυσικών ή νομικών προσώπων, οντοτήτων ή φορέων που συνδέονται με αυτά, όπως απαριθμούνται στο παράρτημα. 2. Απαγορεύεται η άμεση ή έμμεση διάθεση κεφαλαίων ή οικονομικών πόρων σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα, οντότητες ή φορείς που απαριθμούνται στο παράρτημα ή προς όφελος αυτών.» |
6 |
Το άρθρο 1, παράγραφος 1, στοιχεία βʹ και δʹ, της απόφασης 2014/145, όπως τροποποιήθηκε, απαγορεύει την είσοδο στο έδαφος των κρατών μελών ή τη διαμέσου του εδάφους τους διέλευση των φυσικών προσώπων που πληρούν κριτήρια κατ’ ουσίαν πανομοιότυπα με εκείνα του άρθρου 2, παράγραφος 1, στοιχεία δʹ και στʹ, της απόφασης. |
7 |
Ο κανονισμός 269/2014, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 2022/330, επιβάλλει τη λήψη μέτρων δέσμευσης κεφαλαίων και καθορίζει τη διαδικασία της δέσμευσης αυτής χρησιμοποιώντας διατύπωση πανομοιότυπη, κατ’ ουσίαν, με εκείνη της απόφασης 2014/145, όπως τροποποιήθηκε. Συγκεκριμένα, το άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχεία αʹ έως ζʹ, του κανονισμού, όπως τροποποιήθηκε, ουσιαστικά επαναλαμβάνει τη διατύπωση του άρθρου 2, παράγραφος 1, στοιχεία αʹ έως ζʹ, της εν λόγω απόφασης, όπως τροποποιήθηκε. |
8 |
Στο πλαίσιο αυτό, το Συμβούλιο εξέδωσε την απόφαση (ΚΕΠΠΑ) 2022/337, της 28ης Φεβρουαρίου 2022, που τροποποιεί την απόφαση 2014/145 (ΕΕ 2022, L 59, σ. 1), και τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2022/336, της 28ης Φεβρουαρίου 2022, για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 269/2014 (ΕΕ 2022, L 58, σ. 1), πράξεις με τις οποίες το όνομα του πατέρα της προσφεύγουσας καταχωρίστηκε στον κατάλογο που προσαρτάται στην απόφαση 2014/145, όπως τροποποιήθηκε, και στον κατάλογο του παραρτήματος I του κανονισμού 269/2014, όπως τροποποιήθηκε (στο εξής: επίδικοι κατάλογοι), για τους ακόλουθους λόγους: «Ο Nikolay Tokarev είναι CEO της Transneft, σημαντικής ρωσικής εταιρίας πετρελαίου και φυσικού αερίου. Γνωρίζεται από πολύ παλιά με τον Vladimir Putin και είναι στενός συνεργάτης του. Υπηρέτησαν μαζί στην KGB στη δεκαετία του 1980. Ο κ. Tokarev είναι ένας από τους ολιγάρχες του ρωσικού κράτους στους οποίους παραχωρήθηκε ο έλεγχος μεγάλου μέρους της κρατικής περιουσίας στη δεκαετία του 2000, ενώ ο κ. Putin συγκέντρωνε στα χέρια του την εξουσία, και οι οποίοι διαπλέκονται στενά με το ρωσικό κράτος. Ο κ. Tokarev είναι επικεφαλής της Transneft, μίας από τις σημαντικότερες εταιρίες υπό κρατικό έλεγχο στη Ρωσία, η οποία μεταφέρει μεγάλες ποσότητες ρωσικού πετρελαίου μέσω ενός εκτεταμένου δικτύου αγωγών. Υπό τον Nikolay Tokarev, η Transneft ήταν ένας από τους κύριους χρηματοδότες του πολυτελούς κτιριακού συγκροτήματος κοντά στο Gelendzhik, που πιστεύεται ευρέως ότι χρησιμοποιείται προσωπικά από τον πρόεδρο Vladimir Putin. Επωφελείται από την εγγύτητά του με τις ρωσικές αρχές. Στενοί συγγενείς και γνωστοί του κ. Tokarev έχουν πλουτίσει χάρη σε συμβάσεις που συνήφθησαν με κρατικές εταιρίες. Κατά συνέπεια, παρείχε ενεργά υλική ή οικονομική στήριξη σε Ρώσους ιθύνοντες υπεύθυνους για την προσάρτηση της Κριμαίας και την αποσταθεροποίηση της Ουκρανίας και είχε οφέλη από αυτούς.» |
9 |
Με την απόφαση (ΚΕΠΠΑ) 2022/1272 του Συμβουλίου, της 21ης Ιουλίου 2022, για την τροποποίηση της απόφασης 2014/145 (ΕΕ 2022, L 193, σ. 219), και με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2022/1270 του Συμβουλίου, της 21ης Ιουλίου 2022, για την εφαρμογή του κανονισμού 269/2014 (ΕΕ 2022, L 193, σ. 133), το όνομα της προσφεύγουσας καταχωρίστηκε στους επίδικους καταλόγους, για τους ακόλουθους λόγους: «Η [προσφεύγουσα] είναι κόρη του Nikolay Tokarev, διευθύνοντος συμβούλου της Transneft, μεγάλης ρωσικής εταιρίας πετρελαίου και φυσικού αερίου. Η [προσφεύγουσα] και ο πρώην σύζυγός της, Andrei Bolotov, κατέχουν πολυτελή ακίνητα στη Μόσχα, τη Λεττονία και την Κροατία αξίας άνω των 50 εκατ. δολαρίων ΗΠΑ, τα οποία μπορούν να συνδεθούν με τον Nikolay Tokarev. Συνδέεται επίσης με την εταιρία Ronin, η οποία διαχειρίζεται το συνταξιοδοτικό ταμείο της Transneft. Στην αίτησή της για την κυπριακή ιθαγένεια ανέφερε τη διεύθυνση της Ronin ως δική της. Επιπλέον, στην [προσφεύγουσα] έχουν ανατεθεί κρατικές συμβάσεις αξίας 8 δισ. ρουβλίων μέσω της εταιρίας Irvin-2, την οποία κατέχει με τον Stanislav Chemezov, γιο του διευθύνοντος συμβούλου της Rostec, Sergei Chemezov. Συνεπώς, η [προσφεύγουσα] είναι φυσικό πρόσωπο που συνδέεται με καταχωρισμένα πρόσωπα, ήτοι τον πατέρα της Nikolay Tokarev και τον Stanislav Chemezov.» |
10 |
Με τις ίδιες πράξεις, το όνομα του Stanislav Chemezov καταχωρίστηκε στους επίδικους καταλόγους, για τους ακόλουθους λόγους: «Ο Stanislav Sergeyevich Chemezov είναι γιος του Sergei Chemezov, μέλους του Ανώτατου Συμβουλίου της “Ενωμένης Ρωσίας” και προέδρου του ομίλου Rostec, της κορυφαίας ρωσικής αμυντικής και βιομηχανικής κατασκευαστικής εταιρίας υπό κρατικό έλεγχο. Ο Stanislav Chemezov ήταν ιδιοκτήτης μιας υπεράκτιας εταιρίας με την επωνυμία Erlinglow Ltd, η οποία επωφελήθηκε από την κατασκευή εθνικής υπερλεωφόρου οπτικών ινών αξίας 550 εκατ. δολαρίων ΗΠΑ από την Rostec. Επιπλέον, είναι συνιδιοκτήτης διαφόρων υπεράκτιων εταιριών με την [προσφεύγουσα], κόρη του Nikolay Tokarev, συμπεριλαμβανομένης της Irvin-2, στην οποία έχουν ανατεθεί συμβάσεις αξίας 8 δισ. ρουβλίων. Ως ανταμοιβή για την ανταλλαγή, η οικογένεια Tokarev επέτρεψε στην οικογένεια Chemezov να μειώσει τον προϋπολογισμό της Transneft. Ο Stanislav Chemezov είναι επίσης ιδιοκτήτης της εταιρίας Independent Insurance Group, η οποία διαχειρίζεται μεγάλα ασφαλιστήρια συμβόλαια στον τομέα της άμυνας, συμπεριλαμβανομένων συμβολαίων για τον αμυντικό όμιλο Rostec, του οποίου διευθύνων σύμβουλος είναι ο πατέρας του, Sergei Chemezov. Συνεπώς ο Stanislav Chemezov είναι φυσικό πρόσωπο που συνδέεται με καταχωρισμένο στον κατάλογο πρόσωπο.» |
11 |
Το Συμβούλιο δημοσίευσε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 22ας Ιουλίου 2022 (ΕΕ 2022, C 281 I, σ. 7) ανακοίνωση προς τα πρόσωπα, τις οντότητες και τους φορείς που υπόκεινται στα περιοριστικά μέτρα τα οποία προβλέπονται στην απόφαση (ΚΕΠΠΑ) 2022/1272 και τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2022/1270. Στην ανακοίνωση επισημαινόταν, μεταξύ άλλων, ότι τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα μπορούσαν να υποβάλουν στο Συμβούλιο αίτηση επανεξέτασης της απόφασης με την οποία τα ονόματά τους είχαν καταχωριστεί στους καταλόγους των παραρτημάτων των προσβαλλόμενων πράξεων, επισυνάπτοντας σχετικά δικαιολογητικά έγγραφα. |
12 |
Με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου της 2ας Σεπτεμβρίου 2022, η προσφεύγουσα ζήτησε να της παρασχεθεί πρόσβαση σε όλα τα έγγραφα που έχουν προσκομιστεί και βρίσκονται στην κατοχή του Συμβουλίου και της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ) στα οποία βασίστηκε η λήψη των εις βάρος της περιοριστικών μέτρων, προκειμένου να υποβάλει αίτηση επανεξέτασης. |
13 |
Στις 14 Σεπτεμβρίου 2022, με τις πράξεις περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2022, το Συμβούλιο διατήρησε την καταχώριση του ονόματος της προσφεύγουσας στους επίδικους καταλόγους για τους ίδιους λόγους με τους εκτιθέμενους στη σκέψη 9 ανωτέρω. |
14 |
Στις 30 Σεπτεμβρίου 2022 το Συμβούλιο απάντησε στη μνημονευθείσα στη σκέψη 12 ανωτέρω αίτηση της προσφεύγουσας και διαβίβασε τις πληροφορίες που περιέχονται στον φάκελο με κωδικό αναφοράς WK 10502/2022 INIT, της 8ης Μαρτίου 2022 (στο εξής: αρχικός φάκελος αποδεικτικών στοιχείων). |
15 |
Με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου της 31ης Οκτωβρίου 2022, η προσφεύγουσα υπέβαλε στο Συμβούλιο αίτηση επανεξέτασης. |
II. Μεταγενέστερα της ασκήσεως της προσφυγής πραγματικά περιστατικά
16 |
Με τις πράξεις περί διατήρησης του Μαρτίου του 2023, η καταχώριση του ονόματος της προσφεύγουσας διατηρήθηκε στους επίδικους καταλόγους για τους ακόλουθους λόγους: «Η [προσφεύγουσα] είναι κόρη του Nikolay Tokarev, διευθύνοντος συμβούλου της Transneft, μεγάλης ρωσικής εταιρίας πετρελαίου και φυσικού αερίου. Η [προσφεύγουσα] και ο πρώην σύζυγός της, Andrei Bolotov, κατέχουν πολυτελή ακίνητα στη Μόσχα, τη Λεττονία και την Κροατία αξίας άνω των 50 εκατ. δολαρίων ΗΠΑ, τα οποία μπορούν να συνδεθούν με τον Nikolay Tokarev. Συνδέεται επίσης με την εταιρία Ronin, η οποία διαχειρίζεται το συνταξιοδοτικό ταμείο της Transneft. Στην αίτησή της για την κυπριακή ιθαγένεια ανέφερε τη διεύθυνση της Ronin Europe ως διεύθυνσή της στο ανακοινωθέν Τύπου. Επιπλέον, συνδέεται με το Ronin Trust, το οποίο διαχειρίζεται το συνταξιοδοτικό ταμείο Transneft, μέσω της κτηματομεσιτικής της εταιρίας Ostozhenka 19 (πρώην RPA Est[ate]). Στην [προσφεύγουσα] έχουν ανατεθεί κρατικές συμβάσεις αξίας 8 δισ. ρουβλίων μέσω της εταιρίας Irvin-2, της οποίας ήταν συνιδιοκτήτρια με τον Stanislav Chemezov, γιο του διευθύνοντος συμβούλου της Rostec, Sergei Chemezov. Επί του παρόντος κατέχει μετοχές, μαζί με τον Stanislav Sergeevich Chemezov, στο Gelendzhik Resort Complex – Meridian LLC. Συνεπώς, η [προσφεύγουσα] είναι φυσικό πρόσωπο που συνδέεται με καταχωρισμένα πρόσωπα, ήτοι τον πατέρα της Nikolay Tokarev και τον Stanislav Chemezov.» |
17 |
Με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου της 14ης Μαρτίου 2023, το Συμβούλιο ενημέρωσε την προσφεύγουσα για τη διατήρηση της καταχώρισης του ονόματός της στους επίδικους καταλόγους και διατύπωσε παρατηρήσεις απαντώντας στα επιχειρήματα που η προσφεύγουσα προέβαλε με την αίτηση επανεξέτασης της 31ης Οκτωβρίου 2022. |
18 |
Με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου της 31ης Μαρτίου 2023, το Συμβούλιο απέστειλε στην προσφεύγουσα επιστολή με την οποία την ενημέρωσε ότι τα στοιχεία στα οποία βασίστηκε για να αιτιολογήσει τη διατήρηση της καταχώρισης του ονόματός της στους επίδικους καταλόγους περιέχονταν στους φακέλους με κωδικούς αναφοράς WK 1128/2023 INIT, WK 1128/2023 ADD 1 και WK 1128/2023 ADD 2, της 25ης Ιανουαρίου, της 27ης Ιανουαρίου και της 30ής Ιανουαρίου 2023, αντιστοίχως (στο εξής από κοινού: φάκελοι αποδεικτικών στοιχείων του Ιανουαρίου του 2023). |
19 |
Στις 5 Ιουνίου 2023 το Συμβούλιο εξέδωσε την απόφαση (ΚΕΠΠΑ) 2023/1094, για την τροποποίηση της απόφασης 2014/145 (ΕΕ 2023, L 146, σ. 20). Με την εν λόγω απόφαση, το Συμβούλιο τροποποίησε το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο ζʹ, της απόφασης 2014/145 ως ακολούθως: «1. Δεσμεύονται όλα τα κεφάλαια και οι οικονομικοί πόροι που τελούν υπό την κυριότητα, την κατοχή ή τον έλεγχο: […]
|
20 |
Με έγγραφο της 19ης Ιουνίου 2023, το Συμβούλιο ενημέρωσε την προσφεύγουσα ότι προτίθετο να διατηρήσει σε ισχύ τα περιοριστικά μέτρα για λόγους οι οποίοι τροποποιήθηκαν σε σχέση με εκείνους που λήφθηκαν υπόψη στις πράξεις περί διατήρησης του Μαρτίου του 2023. Το Συμβούλιο επισύναψε στο εν λόγω έγγραφο τον φάκελο WK 8181/2023 INIT, της 15ης Ιουνίου 2023 (στο εξής: φάκελος αποδεικτικών στοιχείων του Ιουνίου του 2023), και κάλεσε την προσφεύγουσα να υποβάλει παρατηρήσεις επί της πρόθεσης ανανέωσης των εις βάρος της περιοριστικών μέτρων. |
21 |
Με έγγραφο της 10ης Ιουλίου 2023, το Συμβούλιο ενημέρωσε την προσφεύγουσα ότι προτίθετο να διατηρήσει σε ισχύ τα περιοριστικά μέτρα βάσει σχεδίου αιτιολογίας το οποίο τροποποιήθηκε σε σχέση με εκείνο που είχε διαβιβαστεί στην προσφεύγουσα στις 19 Ιουνίου 2023. Το Συμβούλιο επισύναψε επίσης στο εν λόγω έγγραφο τον φάκελο WK 5142/2023 INIT, της 4ης Ιουλίου 2023, σχετικά με πρόσθετες πληροφορίες που αφορούσαν την προσφεύγουσα (στο εξής: φάκελος αποδεικτικών στοιχείων του Ιουλίου του 2023), και τον φάκελο WK 5142/2023 INIT, της 20ής Απριλίου 2023, σχετικά με τα αποδεικτικά στοιχεία για τα επιχειρηματικό περιβάλλον και την οικονομία της Ρωσικής Ομοσπονδίας, και κάλεσε την προσφεύγουσα να υποβάλει παρατηρήσεις επί της πρόθεσης ανανέωσης των εις βάρος της περιοριστικών μέτρων. |
22 |
Με έγγραφο της 18ης Αυγούστου 2023, το Συμβούλιο κοινοποίησε στην προσφεύγουσα τον φάκελο WK 5142/2023 ADD 1, της 16ης Αυγούστου 2023, σχετικά με τα αποδεικτικά στοιχεία για το επιχειρηματικό περιβάλλον και την οικονομία της Ρωσικής Ομοσπονδίας, και κάλεσε την προσφεύγουσα να υποβάλει παρατηρήσεις. |
23 |
Με τις πράξεις περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2023, το Συμβούλιο διατήρησε την καταχώριση του ονόματος της προσφεύγουσας στους επίδικους καταλόγους για τους ακόλουθους λόγους: «Η [προσφεύγουσα] είναι κόρη του Nikolay Tokarev, διευθύνοντος συμβούλου της Transneft, μεγάλης ρωσικής εταιρίας πετρελαίου και φυσικού αερίου. Η [προσφεύγουσα] και ο πρώην σύζυγός της, Andrei Bolotov, κατέχουν πολυτελή ακίνητα στη Μόσχα, τη Λεττονία και την Κροατία αξίας άνω των 50 εκατ. δολαρίων ΗΠΑ, τα οποία μπορούν να συνδεθούν με τον Nikolay Tokarev. Συνδέεται επίσης με την εταιρία Ronin, η οποία διαχειρίζεται το συνταξιοδοτικό ταμείο της Transneft. Στην αίτησή της για την κυπριακή ιθαγένεια ανέφερε τη διεύθυνση της Ronin Europe ως διεύθυνσή της στο ανακοινωθέν Τύπου. Επιπλέον, συνδέεται με το Ronin Trust, το οποίο διαχειρίζεται το συνταξιοδοτικό ταμείο Transneft, μέσω της κτηματομεσιτικής της εταιρίας Ostozhenka 19 (πρώην RPA Est[ate]). Ως εκ τούτου, η [προσφεύγουσα] είναι άμεσο μέλος της οικογένειας που επωφελείται από τον Nikolay Tokarev, επιφανή επιχειρηματία που δραστηριοποιείται στη Ρωσία.» |
III. Αιτήματα των διαδίκων
24 |
Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:
|
25 |
Το Συμβούλιο, υποστηριζόμενο από την Επιτροπή, ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:
|
IV. Σκεπτικό
Α. Επί της προσφυγής ακυρώσεως των προσβαλλομένων πράξεων
26 |
Προς στήριξη της υπό κρίση προσφυγής, η προσφεύγουσα προβάλλει έξι λόγους ακυρώσεως. |
27 |
Με το δικόγραφο της προσφυγής, η προσφεύγουσα προβάλλει τέσσερις λόγους ακυρώσεως. Με τον πρώτο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται προσβολή του δικαιώματος σε αποτελεσματική δικαστική προστασία και παράβαση της υποχρέωσης αιτιολόγησης. Με τον δεύτερο λόγο ακυρώσεως προβάλλονται πλάνη περί το δίκαιο και πολλαπλή πρόδηλη πλάνη εκτίμησης. Με τον τρίτο λόγο ακυρώσεως προβάλλονται παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας και προσβολή των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Με τον τέταρτο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται παραβίαση των αρχών της ασφάλειας δικαίου και της ίσης μεταχείρισης. Με το πρώτο υπόμνημα προσαρμογής, η προσφεύγουσα προέβαλε πέμπτο λόγο ακυρώσεως, ο οποίος αφορά προσβολή του δικαιώματος ακρόασης. Με το δεύτερο υπόμνημα προσαρμογής, η προσφεύγουσα προέβαλε έκτο λόγο ακυρώσεως, ο οποίος αφορά ένσταση ελλείψεως νομιμότητας του κριτηρίου καταχώρισης των προσώπων που ωφελούνται από εξέχοντες επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται στη Ρωσία, το οποίο προβλέπεται στο δεύτερο σκέλος του άρθρου 1, παράγραφος 1, στοιχείο εʹ, και του άρθρου 2, παράγραφος 1, στοιχείο ζʹ, της απόφασης 2014/145, όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2023/1094 (στο εξής: δεύτερο σκέλος του τροποποιηθέντος κριτηρίου ζʹ). |
28 |
Το Γενικό Δικαστήριο εκτιμά ότι είναι σκόπιμο να εξεταστεί πρώτα ο δεύτερος λόγος ακυρώσεως, με τον οποίο προβάλλονται πλάνη περί το δίκαιο και πολλαπλή πρόδηλη πλάνη εκτίμησης. |
1. Επί του δευτέρου λόγου ακυρώσεως, με τον οποίο προβάλλονται πλάνη περί το δίκαιο και πολλαπλή πρόδηλη πλάνη εκτίμησης
29 |
Με το δικόγραφο της προσφυγής και το πρώτο υπόμνημα προσαρμογής, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι, με την έκδοση των πράξεων περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2022 και του Μαρτίου του 2023, το Συμβούλιο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο και σε πολλαπλή πρόδηλη πλάνη εκτίμησης διατηρώντας την καταχώριση του ονόματός της στους επίδικους καταλόγους βάσει του κριτηρίου του συνδεδεμένου προσώπου, που προβλέπεται στο άρθρο 2, παράγραφος 1, in fine, της απόφασης 2014/145, όπως τροποποιήθηκε. Επιπλέον, με το δικόγραφο της προσφυγής, η προσφεύγουσα αμφισβητεί την ενδεχόμενη καταχώριση του ονόματός της στους επίδικους καταλόγους βάσει του κριτηρίου που προβλέπεται στο άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της εν λόγω απόφασης. |
30 |
Με το δεύτερο υπόμνημα προσαρμογής, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι, με τις πράξεις περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2023, το Συμβούλιο υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτίμησης καθόσον η καταχώριση του ονόματός της στους επίδικους καταλόγους διατηρήθηκε βάσει του δευτέρου σκέλους του τροποποιηθέντος κριτηρίου ζʹ. |
α) Προκαταρκτικές παρατηρήσεις
31 |
Επισημαίνεται ότι ο υπό κρίση λόγος ακυρώσεως, καθόσον αφορά πολλαπλή πρόδηλη πλάνη εκτίμησης, πρέπει να θεωρηθεί ότι αφορά πολλαπλή πλάνη εκτίμησης. Πράγματι, μολονότι είναι αληθές ότι το Συμβούλιο διαθέτει κάποια εξουσία εκτίμησης για να κρίνει κατά περίπτωση αν πληρούνται τα νομικά κριτήρια επί των οποίων στηρίζονται τα επίμαχα περιοριστικά μέτρα, γεγονός παραμένει ότι τα δικαστήρια της Ένωσης πρέπει να εξασφαλίζουν έναν έλεγχο, κατ’ αρχήν πλήρη, της νομιμότητας όλων των πράξεων της Ένωσης (βλ. απόφαση της 26ης Οκτωβρίου 2022, Ovsyannikov κατά Συμβουλίου, T‑714/20, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2022:674, σκέψη 61 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). |
32 |
Η αποτελεσματικότητα του δικαιοδοτικού ελέγχου την οποία εγγυάται το άρθρο 47 του Χάρτη επιβάλλει, μεταξύ άλλων, να βεβαιώνεται ο δικαστής της Ένωσης ότι η απόφαση με την οποία έχουν ληφθεί ή διατηρούνται σε ισχύ περιοριστικά μέτρα, τα οποία αφορούν ατομικά το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ή την οντότητα στηρίζεται σε αρκούντως βάσιμα πραγματικά στοιχεία. Τούτο προϋποθέτει έλεγχο των πραγματικών περιστατικών που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις στις οποίες στηρίζεται η εν λόγω απόφαση, έτσι ώστε, κατά τον δικαστικό έλεγχο, να μην εκτιμάται απλώς η αφηρημένη πιθανολόγηση της βασιμότητας των προβαλλόμενων λόγων, αλλά να εξετάζεται εάν οι λόγοι αυτοί, ή, τουλάχιστον, ένας εξ αυτών που θεωρείται αφ’ εαυτού επαρκής για να στηρίξει την ίδια αυτή απόφαση, είναι τεκμηριωμένοι (πρβλ. αποφάσεις της 18ης Ιουλίου 2013, Επιτροπή κ.λπ. κατά Kadi,C‑584/10 P, C‑593/10 P και C‑595/10 P, EU:C:2013:518, σκέψη 119, και της 26ης Οκτωβρίου 2022, Ovsyannikov κατά Συμβουλίου, T‑714/20, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2022:674, σκέψη 62). |
33 |
Κατά την εκτίμηση αυτή, τα αποδεικτικά και πληροφοριακά στοιχεία δεν πρέπει να εξετάζονται μεμονωμένα, αλλά στο πλαίσιο εντός του οποίου εντάσσονται. Συγκεκριμένα, το Συμβούλιο ανταποκρίνεται στο βάρος απόδειξης που φέρει εφόσον προβάλλει ενώπιον του δικαιοδοτικού οργάνου της Ένωσης δέσμη αρκούντως συγκεκριμένων, σαφών και συγκλινουσών ενδείξεων βάσει των οποίων μπορεί να αποδειχθεί η ύπαρξη επαρκούς συνδέσμου μεταξύ του προσώπου ή της οντότητας που υπόκειται σε μέτρο δέσμευσης κεφαλαίων και του καθεστώτος ή, εν γένει, των καταστάσεων που πρέπει να αντιμετωπιστούν (βλ. απόφαση της 20ής Ιουλίου 2017, Badica και Kardiam κατά Συμβουλίου, T‑619/15, EU:T:2017:532, σκέψη 99 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία· πρβλ. απόφαση της 26ης Οκτωβρίου 2022, Ovsyannikov κατά Συμβουλίου, T‑714/20, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2022:674, σκέψεις 63 και 66). |
34 |
Στην αρμόδια αρχή της Ένωσης απόκειται, σε περίπτωση αμφισβήτησης, να αποδείξει το βάσιμο των λόγων που ελήφθησαν υπόψη κατά του οικείου προσώπου ή της οντότητας, και όχι στο πρόσωπο ή την οντότητα αυτή να προσκομίσει την αντίθετη απόδειξη περί του αβασίμου των λόγων. Προς τούτο, δεν απαιτείται το Συμβούλιο να προσκομίσει ενώπιον του δικαστή της Ένωσης το σύνολο των πληροφοριών και των αποδεικτικών στοιχείων που συνδέονται εγγενώς με τους λόγους που προβάλλονται στην πράξη της οποίας ζητείται η ακύρωση. Οι πληροφορίες και τα στοιχεία που προσκομίσθηκαν πρέπει να τεκμηριώνουν τους λόγους που ελήφθησαν υπόψη κατά του οικείου προσώπου ή της οντότητας (αποφάσεις της 18ης Ιουλίου 2013, Επιτροπή κ.λπ. κατά Kadi, C‑584/10 P, C‑593/10 P και C‑595/10 P, EU:C:2013:518, σκέψεις 121 και 122, και της 28ης Νοεμβρίου 2013, Συμβούλιο κατά Fulmen και Mahmoudian, C‑280/12 P, EU:C:2013:775, σκέψεις 66 και 67· βλ., επίσης, απόφαση της 1ης Ιουνίου 2022, Prigozhin κατά Συμβουλίου, T‑723/20, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2022:317, σκέψη 73 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). |
35 |
Στην περίπτωση αυτή, απόκειται στον δικαστή της Ένωσης να εξακριβώσει την ακρίβεια των πραγματικών περιστατικών που προβάλλονται σε σχέση με τις πληροφορίες και τα στοιχεία αυτά και να εκτιμήσει την αποδεικτική δύναμη των τελευταίων σε συνάρτηση με τις περιστάσεις της υπόθεσης και υπό το φως των ενδεχόμενων παρατηρήσεων που υπέβαλε, μεταξύ άλλων, το οικείο πρόσωπο ή η οικεία οντότητα συναφώς (πρβλ. απόφαση της 18ης Ιουλίου 2013, Επιτροπή κ.λπ. κατά Kadi, C‑584/10 P, C‑593/10 P και C‑595/10 P, EU:C:2013:518, σκέψη 124). |
36 |
Όσον αφορά, ειδικότερα, τον έλεγχο νομιμότητας που ασκείται επί των πράξεων διατήρησης του ονόματος του οικείου προσώπου στους επίδικους καταλόγους, υπενθυμίζεται ότι τα περιοριστικά μέτρα έχουν προληπτικό και, εξ ορισμού, προσωρινό χαρακτήρα, η δε ισχύς τους εξαρτάται πάντοτε από το αν εξακολουθούν να υφίστανται οι πραγματικές και νομικές περιστάσεις βάσει των οποίων ελήφθησαν τα περιοριστικά μέτρα, καθώς και από την ανάγκη διατήρησής τους σε ισχύ προς επίτευξη του επιδιωκόμενου με τα μέτρα αυτά σκοπού. Συνεπώς, κατά την περιοδική επανεξέταση των εν λόγω μέτρων, απόκειται στο Συμβούλιο να προβαίνει σε επικαιροποιημένη εκτίμηση της κατάστασης και σε απολογισμό του αντίκτυπου των μέτρων, προκειμένου να κρίνει αν τα μέτρα κατέστησαν δυνατή την επίτευξη των σκοπών που επιδιώκονταν με την αρχική καταχώριση των ονομάτων των ενδιαφερόμενων προσώπων και οντοτήτων στον επίμαχο κατάλογο ή αν εξακολουθεί να είναι δυνατή η συναγωγή του ίδιου συμπεράσματος σχετικά με τα εν λόγω πρόσωπα και τις οντότητες (βλ. απόφαση της 27ης Απριλίου 2022, Ilunga Luyoyo κατά Συμβουλίου, T‑108/21, EU:T:2022:253, σκέψη 55 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία, και απόφαση της 26ης Οκτωβρίου 2022, Ovsyannikov κατά Συμβουλίου, T‑714/20, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2022:674, σκέψη 67). |
37 |
Επομένως, προκειμένου να δικαιολογήσει τη διατήρηση του ονόματος ενός προσώπου σε κατάλογο των προσώπων και των οντοτήτων εις βάρος των οποίων λαμβάνονται περιοριστικά μέτρα, το Συμβούλιο δεν απαγορεύεται να στηρίζεται στα ίδια στοιχεία που δικαιολογούσαν την αρχική εγγραφή, την εκ νέου εγγραφή ή την προηγούμενη διατήρηση του ονόματος του προσφεύγοντος στον εν λόγω κατάλογο, υπό την προϋπόθεση ότι, αφενός, οι λόγοι εγγραφής παραμένουν αμετάβλητοι και, αφετέρου, το πλαίσιο δεν έχει μεταβληθεί κατά τρόπο που να καθιστά τα στοιχεία αυτά παρωχημένα (πρβλ. απόφαση της 23ης Σεπτεμβρίου 2020, Kaddour κατά Συμβουλίου, T‑510/18, EU:T:2020:436, σκέψη 99). Συναφώς, η μεταβολή του πλαισίου περιλαμβάνει τη συνεκτίμηση, αφενός, της κατάστασης της χώρας ως προς την οποία έχει δημιουργηθεί το σύστημα περιοριστικών μέτρων και την ιδιαίτερη κατάσταση του ενδιαφερόμενου προσώπου (πρβλ. αποφάσεις της 26ης Οκτωβρίου 2022, Ovsyannikov κατά Συμβουλίου, T‑714/20, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2022:674, σκέψη 78, και της 23ης Σεπτεμβρίου 2020, Kaddour κατά Συμβουλίου, T‑510/18, EU:T:2020:436, σκέψη 101), και, αφετέρου, του συνόλου των κρίσιμων περιστάσεων και, ιδίως, της μη επίτευξης των σκοπών των περιοριστικών μέτρων (πρβλ. απόφαση της 27ης Απριλίου 2022, Ilunga Luyoyo κατά Συμβουλίου, T‑108/21, EU:T:2022:253, σκέψη 56· πρβλ. επίσης, κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 12ης Φεβρουαρίου 2020, Amisi Kumba κατά Συμβουλίου, T‑163/18, EU:T:2020:57, σκέψεις 82 έως 84 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). |
38 |
Εν προκειμένω, προκύπτει σαφώς από την αιτιολογία καταχώρισης που εκτίθεται στις πράξεις περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2022 και του Μαρτίου του 2023 ότι το όνομα της προσφεύγουσας διατηρήθηκε στους επίδικους καταλόγους αποκλειστικά και μόνον βάσει του κριτηρίου του συνδεδεμένου προσώπου που προβλέπεται στο άρθρο 2, παράγραφος 1, in fine, της απόφασης 2014/145, όπως τροποποιήθηκε. Το Συμβούλιο επιβεβαίωσε ότι νομική βάση της καταχώρισης και της διατήρησης του ονόματος της προσφεύγουσας στους εν λόγω καταλόγους δεν είναι το κριτήριο που προβλέπεται στο άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της εν λόγω απόφασης. Επομένως, τα επιχειρήματα που προβλήθηκαν κατά της διατήρησης της καταχώρισης του ονόματος της προσφεύγουσας βάσει του κριτηρίου που προβλέπεται στο άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της απόφασης 2014/145, όπως τροποποιήθηκε, είναι αλυσιτελή. |
39 |
Υπό το πρίσμα των ανωτέρω παρατηρήσεων πρέπει να εξακριβωθεί αν το Συμβούλιο υπέπεσε σε πλάνη εκτίμησης αποφασίζοντας, αφενός, να διατηρήσει, με την έκδοση των πράξεων περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2022 και του Μαρτίου του 2023, την καταχώριση του ονόματος της προσφεύγουσας στους επίδικους καταλόγους βάσει του κριτηρίου του συνδεδεμένου προσώπου που προβλέπεται στο άρθρο 2, παράγραφος 1, in fine, της απόφασης 2014/145, όπως τροποποιήθηκε, και, αφετέρου, να διατηρήσει, με την έκδοση των πράξεων περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2023, την καταχώριση του ονόματος της προσφεύγουσας στους εν λόγω καταλόγους βάσει του δευτέρου σκέλους του τροποποιηθέντος κριτηρίου ζʹ. |
40 |
Από τις πράξεις περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2022 και του Μαρτίου του 2023 προκύπτει ότι το όνομα της προσφεύγουσας καταχωρίστηκε βάσει του κριτηρίου του συνδεδεμένου προσώπου με την αιτιολογία ότι φέρεται να συνδέεται, αφενός, με τον πατέρα της, Nikolay Tokarev, και, αφετέρου, με τον Stanislav Chemezov. |
41 |
Το Γενικό Δικαστήριο κρίνει ότι είναι σκόπιμο να εξετάσει αρχικώς την επιχειρηματολογία που βασίζεται, κατ’ ουσίαν, σε πλάνη περί το δίκαιο, καθόσον η προσφεύγουσα καταχωρίστηκε στους επίδικους καταλόγους ως πρόσωπο που συνδέεται με τον Stanislav Chemezov, ο οποίος περιλαμβάνεται επίσης στους επίδικους καταλόγους ως συνδεδεμένο πρόσωπο. |
β) Επί της πλάνης περί το δίκαιο, που βασίζεται στην καταχώριση της προσφεύγουσας στον κατάλογο ως προσώπου που συνδέεται με τον Stanislav Chemezov
42 |
Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι το Συμβούλιο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο καταχωρίζοντάς την στους επίδικους καταλόγους ως πρόσωπο που συνδέεται με τον Stanislav Chemezov, μεταξύ άλλων για τον λόγο ότι ο τελευταίος περιλήφθηκε επίσης στους επίδικους καταλόγους ως συνδεόμενος με τον πατέρα του, Serguey Chemezov. Κατά την προσφεύγουσα, η νομοθεσία δεν προβλέπει τη δυνατότητα καταχώρισης στους επίδικους καταλόγους ενός προσώπου με την αιτιολογία ότι συνδέεται με πρόσωπο το οποίο είναι επίσης καταχωρισμένο στους εν λόγω καταλόγους βάσει του κριτηρίου του συνδεδεμένου προσώπου. Κατ’ αυτήν, βάσει του κριτηρίου του συνδεδεμένου προσώπου η καταχώριση προσώπου στους εν λόγω καταλόγους επιτρέπεται μόνον εφόσον αυτό συνδέεται με πρόσωπο που μνημονεύεται στις διατάξεις του άρθρου 2, παράγραφος 1, στοιχεία αʹ, βʹ, γʹ, δʹ, εʹ ή στʹ, της απόφασης 2014/145. Επιπλέον, με το πρώτο υπόμνημα προσαρμογής των αιτημάτων της, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η αδυναμία καταχώρισης προσώπου στους επίδικους καταλόγους ως συνδεόμενου με πρόσωπο το οποίο είναι επίσης καταχωρισμένο στους εν λόγω καταλόγους ως συνδεδεμένο πρόσωπο είναι συνεπής προς τη νομολογία που απαιτεί την ύπαρξη επαρκούς συνδέσμου μεταξύ της οντότητας που υπόκειται σε μέτρο δέσμευσης κεφαλαίων και του καθεστώτος ή, εν γένει, των καταστάσεων που πρέπει να αντιμετωπιστούν. |
43 |
Με μέτρο οργανώσεως της διαδικασίας, το Γενικό Δικαστήριο ζήτησε από το Συμβούλιο να καταδείξει τη βάση επί της οποίας ένα πρόσωπο μπορεί να καταχωριστεί στους επίδικους καταλόγους ως συνδεόμενο με άλλο πρόσωπο το οποίο καταχωρίστηκε επίσης στους εν λόγω καταλόγους ως συνδεόμενο με τρίτο πρόσωπο. |
44 |
Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, το Συμβούλιο υποστήριξε ότι δεν αποκλείεται να μπορεί να δικαιολογηθεί η καταχώριση προσώπου που συνδέεται με πρόσωπο το οποίο έχει επίσης καταχωριστεί ως συνδεόμενο με πρόσωπο καταχωρισμένο στους επίδικους καταλόγους, εφόσον τέτοια καταχώριση έχει αναλογικό χαρακτήρα για την επίτευξη των σκοπών που επιδιώκονται με τα περιοριστικά μέτρα. Κατά το Συμβούλιο, τούτο συμβαίνει σε περίπτωση συστήματος το οποίο χαρακτηρίζεται από ένα δίκτυο σχέσεων μεταξύ πλειόνων προσώπων, στο οποίο η κύρια σύνδεση δύο προσώπων, τα οποία συνδέονται με άλλα πρόσωπα, εμπίπτει σε ένα «ευρύτερο πλέγμα» η υπαγωγή του οποίου στα περιοριστικά μέτρα δικαιολογείται προς αποφυγή, μεταξύ άλλων, της καταστρατήγησης των περιοριστικών μέτρων. |
45 |
Συναφώς, όσον αφορά το κριτήριο του συνδεδεμένου προσώπου, το οποίο προβλέπεται στο άρθρο 2, παράγραφος 1, in fine, της απόφασης 2014/145, όπως τροποποιήθηκε, υπογραμμίζεται ότι, μολονότι χρησιμοποιείται συχνά στις πράξεις του Συμβουλίου που αφορούν περιοριστικά μέτρα, η έννοια της «σύνδεσης» δεν ορίζεται αυτή καθεαυτήν και εξαρτάται από το πλαίσιο και τις συνθήκες της υπόθεσης (πρβλ. αποφάσεις της 28ης Ιουλίου 2016, Tomana κ.λπ. κατά Συμβουλίου και Επιτροπής, C‑330/15 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2016:601, σκέψη 48, της 4ης Σεπτεμβρίου 2015, NIOC κ.λπ. κατά Συμβουλίου, T‑577/12, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2015:596, σκέψη 114, και της 21ης Ιουλίου 2016, Bredenkamp κ.λπ. κατά Συμβουλίου και Επιτροπής, T‑66/14, EU:T:2016:430, σκέψεις 35 έως 37). Μπορεί, εντούτοις να γίνει δεκτό ότι αφορά πρόσωπα τα οποία συνδέονται, γενικώς, με κοινά συμφέροντα (πρβλ. απόφαση της 8ης Μαρτίου 2023, Prigozhina κατά Συμβουλίου, T‑212/22, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2023:104, σκέψη 93 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). |
46 |
Όσον αφορά την εμβέλεια του κριτηρίου του συνδεδεμένου προσώπου, από το γράμμα του άρθρου 2, παράγραφος 1, της απόφασης 2014/145, όπως τροποποιήθηκε, προκύπτει ότι δεσμεύονται τα κεφάλαια και οι οικονομικοί πόροι που τελούν υπό την κυριότητα, την κατοχή ή τον έλεγχο, αφενός, των προσώπων που καταχωρίζονται βάσει των κριτηρίων καταχώρισης που προβλέπονται στις διατάξεις του άρθρου 2, παράγραφος 1, στοιχεία αʹ έως ηʹ, της ίδιας απόφασης και, αφετέρου, των φυσικών ή νομικών προσώπων, των οντοτήτων ή των φορέων που συνδέονται με αυτά. Επισημαίνεται ότι ο όρος «αυτά» στη φράση «που συνδέονται με αυτά», που χρησιμοποιείται στο κριτήριο του συνδεδεμένου προσώπου, αφορά αποκλειστικά και μόνον τα πρόσωπα, τις οντότητες ή τους φορείς που καταχωρίζονται βάσει ενός εκ των κριτηρίων καταχώρισης που προβλέπονται στις διατάξεις του άρθρου 2, παράγραφος 1, στοιχεία αʹ έως ηʹ, της εν λόγω απόφασης. |
47 |
Επομένως, από τη γραμματική ερμηνεία του άρθρου 2, παράγραφος 1, in fine, της απόφασης 2014/145, όπως τροποποιήθηκε, προκύπτει ότι, όπως ορθώς υποστηρίζει η προσφεύγουσα, ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο, μια οντότητα ή ένας φορέας μπορεί να καταχωριστεί στους επίδικους καταλόγους μόνον λόγω σύνδεσης με άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, οντότητα ή φορέα καταχωρισμένο στους εν λόγω καταλόγους βάσει ενός ή πλειόνων κριτηρίων καταχώρισης που προβλέπονται στις διατάξεις του άρθρου 2, παράγραφος 1, στοιχεία αʹ έως ηʹ, της ίδιας απόφασης. |
48 |
Είναι αληθές ότι, όπως επισημαίνει το Συμβούλιο, το κριτήριο του συνδεδεμένου προσώπου αφορά κάθε πρόσωπο που συνδέεται με πρόσωπο το οποίο είναι καταχωρισμένο στους επίδικους καταλόγους βάσει ενός ή πλειόνων κριτηρίων που προβλέπονται στις διατάξεις του άρθρου 2, παράγραφος 1, στοιχεία αʹ έως ηʹ, της απόφασης 2014/145, όπως τροποποιήθηκε, λόγω της ύπαρξης μη αμελητέου κινδύνου τα πρόσωπα στα οποία επιβάλλονται κυρώσεις βάσει ενός ή πλειόνων εκ των ως άνω κριτηρίων να ασκήσουν πίεση στα πρόσωπα με τα οποία συνδέονται για να καταστρατηγήσουν τα εις βάρος τους περιοριστικά μέτρα (βλ., κατ’ αναλογίαν, αποφάσεις της 4ης Σεπτεμβρίου 2015, NIOC κ.λπ. κατά Συμβουλίου, T‑577/12, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2015:596, σκέψη 114, και της 18ης Μαΐου 2022, Foz κατά Συμβουλίου, T‑296/20, EU:T:2022:298, σκέψη 174). |
49 |
Εντούτοις, το επιχείρημα του Συμβουλίου, το οποίο βασίζεται στον κίνδυνο καταστρατήγησης και στην αναγκαιότητα να καλυφθούν πλείονα πρόσωπα τα οποία μετέχουν σε ένα ευρύ «πλέγμα» δεν είναι αυτό καθεαυτό ικανό να δικαιολογήσει τη διεύρυνση της εμβέλειας του κριτηρίου της σύνδεσης ώστε να εφαρμοστεί στη σύνδεση με πρόσωπο το οποίο δεν είναι καταχωρισμένο βάσει ενός εκ των κριτηρίων που προβλέπονται στις διατάξεις του άρθρου 2, παράγραφος 1, στοιχεία αʹ έως ηʹ, της απόφασης 2014/145, όπως τροποποιήθηκε. |
50 |
Συγκεκριμένα, τέτοια ερμηνεία θα προσέδιδε υπέρμετρα ευρεία εμβέλεια στη σύνδεση και δεν θα ελάμβανε υπόψη το γράμμα του άρθρου 2, παράγραφος 1, in fine, της απόφασης 2014/145, όπως τροποποιήθηκε, καθώς και την απαίτηση ύπαρξης στενής σχέσης μεταξύ των οικείων προσώπων και της τρίτης χώρας κατά της οποίας στρέφονται τα περιοριστικά μέτρα της Ένωσης, κατά την έννοια της σκέψης 64 της απόφασης της 13ης Μαρτίου 2012, Tay Za κατά Συμβουλίου (C‑376/10 P, EU:C:2012:138). Επομένως, εν προκειμένω, δεδομένου ότι ο Stanislav Chemezov είχε καταχωριστεί στους επίδικους καταλόγους ως πρόσωπο που συνδέεται με τον πατέρα του, Serguey Chemezov, το Συμβούλιο δεν μπορούσε εγκύρως να καταχωρίσει την προσφεύγουσα στους επίδικους καταλόγους ως πρόσωπο που συνδέεται με τον Stanislav Chemezov. |
51 |
Από τις ανωτέρω παρατηρήσεις προκύπτει ότι, με τις πράξεις περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2022 και του Μαρτίου του 2023, το Συμβούλιο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο διατηρώντας το όνομα της προσφεύγουσας στους επίδικους καταλόγους λόγω σύνδεσης με τον Stanislav Chemezov. |
52 |
Επισημαίνεται ότι η ως άνω πλάνη περί το δίκαιο στην οποία υπέπεσε το Συμβούλιο δεν μπορεί, αφ’ εαυτής, να έχει ως αποτέλεσμα την ακύρωση των πράξεων διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2022 και του Μαρτίου του 2023. Συγκεκριμένα, κατά τη νομολογία, όσον αφορά τον έλεγχο της νομιμότητας απόφασης περί επιβολής περιοριστικών μέτρων, λαμβανομένης υπόψη της προληπτικής φύσης τους, αν ο δικαστής της Ένωσης κρίνει ότι, τουλάχιστον, ο ένας από τους προβαλλόμενους λόγους είναι αρκούντως ακριβής και συγκεκριμένος, ότι είναι τεκμηριωμένος και ότι συνιστά, αυτός καθεαυτόν, επαρκές έρεισμα για να στηρίξει την απόφαση αυτή, το γεγονός ότι άλλοι μεταξύ των λόγων αυτών δεν συνιστούν τέτοιο έρεισμα δεν μπορεί να δικαιολογήσει την ακύρωση της εν λόγω απόφασης (βλ. απόφαση της 28ης Νοεμβρίου 2013, Συμβούλιο κατά Manufacturing Support & Procurement Kala Naft, C‑348/12 P, EU:C:2013:776, σκέψη 72 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). |
53 |
Επομένως, πρέπει να εξακριβωθεί αν το Συμβούλιο υπέπεσε σε πλάνη εκτίμησης διαπιστώνοντας ότι η προσφεύγουσα είναι πρόσωπο που συνδέεται με τον πατέρα της, N. Tokarev. |
γ) Επί της πλάνης εκτίμησης, καθόσον η προσφεύγουσα καταχωρίστηκε ως πρόσωπο που συνδέεται με τον πατέρα της
54 |
Οι πράξεις περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2022 και οι πράξεις περί διατήρησης του Μαρτίου του 2023 πρέπει να εξεταστούν χωριστά, στο μέτρο που εκδόθηκαν σε διαφορετικές ημερομηνίες και δεν βασίζονται ούτε σε λόγους ούτε σε έγγραφα απολύτως πανομοιότυπα. |
1) Επί των πράξεων περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2022
55 |
Με την επιχειρηματολογία της, η προσφεύγουσα αμφισβητεί την αξιοπιστία ορισμένων στοιχείων του αρχικού φακέλου αποδεικτικών στοιχείων καθώς και τη δυνατότητα συνεκτίμησης του παραρτήματος B.5 και υποστηρίζει ότι δεν υπάρχουν αρκούντως βάσιμα πραγματικά στοιχεία προς δικαιολόγηση της διατήρησης της καταχώρισης του ονόματός της ως ονόματος προσώπου που συνδέεται με τον πατέρα της. |
i) Επί της αξιοπιστίας των στοιχείων του αρχικού φακέλου αποδεικτικών στοιχείων
56 |
Η προσφεύγουσα αμφισβητεί την αξιοπιστία του στοιχείου αριθ. 6 του αρχικού φακέλου αποδεικτικών στοιχείων με την αιτιολογία ότι ο ισχυρισμός ότι ο πατέρας της είχε αναθέσει στον πρώην σύζυγό της τη διαχείριση της εταιρίας Katina είναι εσφαλμένος. Η προσφεύγουσα εκτιμά επίσης ότι τα στοιχεία αριθ. 12 και αριθ. 15 του αρχικού φακέλου αποδεικτικών στοιχείων δεν είναι αξιόπιστα διότι οι ισχυρισμοί που διατυπώνονται με αυτά είναι αόριστοι και βασίζονται σε στοιχεία που δεν φαίνονται αρκούντως βάσιμα προς στήριξή τους, όπως αριθμοί τηλεφώνου ή πληροφορίες που έχουν δημοσιευθεί στο διαδίκτυο. Εξάλλου, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι τα άρθρα που δημοσιεύθηκαν στη Moscow Post είναι αναξιόπιστα διότι είναι γνωστό ότι το συγκεκριμένο μέσο ενημέρωσης δημοσιεύει δυσφημιστικά έγγραφα, όπως προκύπτει από τις προσφάτως εκδοθείσες εις βάρος του καταδικαστικές αποφάσεις. |
57 |
Το Συμβούλιο, υποστηριζόμενο από την Επιτροπή, αμφισβητεί την επιχειρηματολογία αυτή. |
58 |
Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι, κατά πάγια νομολογία, η διαδικασία ενώπιον του ενωσιακού δικαστή διέπεται από την αρχή της ελεύθερης εκτίμησης της αξίας των αποδείξεων και το μοναδικό κριτήριο εκτίμησης της αξίας των προσκομιζόμενων αποδεικτικών στοιχείων είναι η αξιοπιστία τους. Ειδικότερα, για να εκτιμηθεί η αποδεικτική αξία ενός εγγράφου, πρέπει να ελέγχεται η αληθοφάνεια της περιεχόμενης σε αυτό πληροφορίας και να λαμβάνονται υπόψη, μεταξύ άλλων, η προέλευση του εγγράφου, οι περιστάσεις υπό τις οποίες καταρτίστηκε και ο αποδέκτης του, ώστε να εξετάζεται αν, βάσει του περιεχομένου του, το έγγραφο φαίνεται λογικό και αξιόπιστο [βλ. αποφάσεις της 31ης Μαΐου 2018, Kaddour κατά Συμβουλίου, T‑461/16, EU:T:2018:316, σκέψη 107 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία, και της 12ης Φεβρουαρίου 2020, Amisi Kumba κατά Συμβουλίου, T‑163/18, EU:T:2020:57, σκέψη 95 (μη δημοσιευθείσα) και εκεί μνημονευόμενη νομολογία]. |
59 |
Ελλείψει εξουσίας διενέργειας έρευνας σε τρίτες χώρες, η εκτίμηση των αρχών της Ένωσης πρέπει, εκ των πραγμάτων, να βασιστεί σε διαθέσιμες στο κοινό πηγές πληροφόρησης, εκθέσεις, άρθρα στον Τύπο, εκθέσεις των μυστικών υπηρεσιών ή άλλες παρόμοιες πηγές πληροφόρησης (αποφάσεις της 14ης Μαρτίου 2018, Kim κ.λπ. κατά Συμβουλίου και Επιτροπής, T‑533/15 και T‑264/16, EU:T:2018:138, σκέψη 107, και της 1ης Ιουνίου 2022, Prigozhin κατά Συμβουλίου, T‑723/20, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2022:317, σκέψη 59). |
60 |
Επιπροσθέτως, πρέπει να επισημανθεί ότι η σύγκρουση στην οποία εμπλέκονται η Ρωσική Ομοσπονδία και η Ουκρανία καθιστά στην πράξη ιδιαιτέρως δυσχερή την πρόσβαση σε ορισμένες πηγές, τη ρητή αναφορά της πρωταρχικής πηγής ορισμένων πληροφοριών, καθώς και την ενδεχόμενη συλλογή μαρτυριών από πρόσωπα που δέχονται να ταυτοποιηθούν. Οι επακόλουθες δυσκολίες στη διεξαγωγή ερευνών ενδέχεται να εμποδίζουν την εύρεση συγκεκριμένων αποδείξεων και αντικειμενικών πληροφοριακών στοιχείων (πρβλ. απόφαση της 15ης Νοεμβρίου 2023, OT κατά Συμβουλίου, T‑193/22, EU:T:2023:716, σκέψη 116 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). |
61 |
Εν προκειμένω, προς δικαιολόγηση της διατήρησης της καταχώρισης του ονόματος της προσφεύγουσας στους επίδικους καταλόγους, με τις πράξεις περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2022, το Συμβούλιο προσκόμισε τον αρχικό φάκελο αποδεικτικών στοιχείων. Επισημαίνεται ότι, όσον αφορά τη σύνδεση μεταξύ της προσφεύγουσας και του πατέρα της, το Συμβούλιο βασίστηκε σε πληροφοριακά στοιχεία που είναι διαθέσιμα στο κοινό, ήτοι, μεταξύ άλλων:
|
62 |
Ειδικότερα, το στοιχείο αριθ. 6 του αρχικού φακέλου αποδεικτικών στοιχείων είναι ένα άρθρο το οποίο δημοσιεύθηκε στον διαδικτυακό τόπο Imperijal, με τίτλο «Οι Ρώσοι της μαύρης λίστας συναλλάσσονται με τον Plenkovic και το HDZ και έχουν υπερπολυτελή βίλα στο Mali Lošinj». Το συγκεκριμένο στοιχείο αφορά, μεταξύ άλλων, την εταιρία Katina με έδρα το Ζάγκρεμπ η οποία κατέχει βίλα με την ονομασία Karolina στο Mali Lošinj (Κροατία) (στο εξής: βίλα Karolina). Επισημαίνεται ότι το επιχείρημα της προσφεύγουσας ότι το συγκεκριμένο άρθρο περιέχει σφάλμα δεν είναι ικανό να θέσει υπό αμφισβήτηση την αποδεικτική αξία του. Συγκεκριμένα, τέτοια επιχειρηματολογία αφορά την εκτίμηση της επάρκειας του βασίμου των πραγματικών στοιχείων εκ μέρους του Συμβουλίου προς δικαιολόγηση της καταχώρισης. |
63 |
Το επιχείρημα ότι οι ισχυρισμοί που περιέχονται στο στοιχείο αριθ. 12, ήτοι την έρευνα του OCCRP με τίτλο «Οι φίλοι ευημερούν χάρη στην εγγύτητα με την εξουσία του Putin», και στο στοιχείο αριθ. 15, ήτοι το άρθρο που δημοσιεύθηκε στον ενημερωτικό διαδικτυακό τόπο Meduza, με τίτλο «Ένας πολύ πλούσιος γαμπρός. Πώς οργανώνονται οι επιχειρηματικές δραστηριότητες των ανθρώπων που βρίσκονται δίπλα στον επικεφαλής της Transneft, Nikolai Tokarev;», είναι αόριστοι και βασίζονται σε στοιχεία που δεν φαίνονται αρκούντως βάσιμα προς στήριξή τους δεν μπορεί να θέσει υπό αμφισβήτηση την αποδεικτική αξία των συγκεκριμένων αποδεικτικών στοιχείων. Συγκεκριμένα, λαμβανομένων υπόψη των δυσχερειών πρόσβασης στις πληροφορίες που μνημονεύθηκαν στη σκέψη 60 ανωτέρω, το γεγονός ότι έρευνες ή άρθρα βασίζονται σε στοιχεία όπως αριθμοί τηλεφώνου ή πληροφορίες διαθέσιμες σε διαδικτυακούς τόπους δεν είναι ικανό να στερήσει από τα στοιχεία αριθ. 12 και αριθ. 15 την αποδεικτική αξία τους. |
64 |
Ομοίως, δεν μπορεί να γίνει δεκτή η επιχειρηματολογία ότι, κατ’ ουσίαν, τα άρθρα που δημοσίευσε η Moscow Post δεν είναι αξιόπιστα για τον λόγο ότι εις βάρος του συγκεκριμένου μέσου ενημέρωσης εκδόθηκαν προσφάτως πλείονες καταδικαστικές αποφάσεις λόγω δυσφήμισης. Συγκεκριμένα, το γεγονός ότι εις βάρος μέσου ενημέρωσης εκδόθηκαν επανειλημμένως καταδικαστικές αποφάσεις λόγω δυσφήμισης δεν συνεπάγεται ότι όλες οι δημοσιεύσεις του είναι αναξιόπιστες. Επιπλέον, εν προκειμένω, διαπιστώνεται ότι οι δικαστικές αποφάσεις που προσκόμισε η προσφεύγουσα δεν αφορούν το στοιχείο αριθ. 17, ήτοι το άρθρο της Moscow Post με τίτλο «Ο Nikolai Tokarev και η εταιρία του Transneft δεν κατάφεραν να επιρρίψουν την ευθύνη για την ποιότητα του πετρελαίου στους αντιπάλους τους». Ως εκ τούτου, το συγκεκριμένο αποδεικτικό στοιχείο διατηρεί την αποδεικτική αξία του. |
65 |
Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, λαμβανομένης υπόψη της τρέχουσας συγκυρίας στη Ρωσική Ομοσπονδία και ελλείψει εξουσιών έρευνας του Συμβουλίου σε τρίτες χώρες (βλ. σκέψεις 59 και 60 ανωτέρω), η αποδεικτική αξία των εγγράφων αριθ. 6, αριθ. 12, αριθ. 15 και αριθ. 17 του αρχικού φακέλου αποδεικτικών στοιχείων δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. |
ii) Επί του παραρτήματος B.5 του υπομνήματος αντικρούσεως
66 |
Η προσφεύγουσα αμφισβητεί τη δυνατότητα συνεκτίμησης του παραρτήματος B.5 του υπομνήματος αντικρούσεως, το οποίο περιέχει το σύνολο του περιεχομένου της έρευνας της οποίας απόσπασμα περιλαμβάνεται στο στοιχείο αριθ. 12 του αρχικού φακέλου αποδεικτικών στοιχείων, για τον λόγο ότι η συνεκτίμηση του εν λόγω παραρτήματος ισοδυναμεί με τροποποίηση του περιεχομένου του αρχικού φακέλου αποδεικτικών στοιχείων. |
67 |
Το Συμβούλιο, υποστηριζόμενο από την Επιτροπή, αμφισβητεί την επιχειρηματολογία αυτή. |
68 |
Κατά πάγια νομολογία, η νομιμότητα πράξης της Ένωσης πρέπει να εκτιμάται με γνώμονα τα διαθέσιμα πραγματικά και νομικά στοιχεία κατά τον χρόνο έκδοσης της πράξης (αποφάσεις της 3ης Σεπτεμβρίου 2015, Inuit Tapiriit Kanatami κ.λπ. κατά Επιτροπής, C‑398/13 P, EU:C:2015:535, σκέψη 22, και της 8ης Μαρτίου 2023, Prigozhina κατά Συμβουλίου, T‑212/22, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2023:104, σκέψη 80). |
69 |
Υπενθυμίζεται επίσης ότι ο έλεγχος της ουσιαστικής νομιμότητας που απόκειται στο Γενικό Δικαστήριο να διενεργήσει πρέπει να πραγματοποιείται, όσον αφορά ειδικότερα διαφορά σχετική με περιοριστικά μέτρα, με γνώμονα όχι μόνον τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στις αιτιολογικές εκθέσεις των προσβαλλόμενων πράξεων, αλλά και εκείνα που παρέχει το Συμβούλιο, σε περίπτωση αμφισβήτησης, στο Γενικό Δικαστήριο προκειμένου να αποδείξει το υποστατό των προβαλλομένων στις αιτιολογικές εκθέσεις πραγματικών περιστατικών (απόφαση της 22ας Απριλίου 2021, Συμβούλιο κατά PKK, C‑46/19 P, EU:C:2021:316, σκέψη 64). |
70 |
Επισημαίνεται ότι, όπως αναγνωρίζει η προσφεύγουσα, το παράρτημα B.5 αναπαράγει το σύνολο της έρευνας του OCCRP, που δημοσιεύθηκε στις 24 Δεκεμβρίου 2016, με τίτλο «Οι φίλοι ευημερούν χάρη στην εγγύτητα με την εξουσία του Putin», απόσπασμα της οποίας περιλαμβάνεται στο στοιχείο αριθ. 12 του αρχικού φακέλου αποδεικτικών στοιχείων. Όπως προκύπτει από τον εν λόγω φάκελο, το Συμβούλιο είχε πρόσβαση στη συγκεκριμένη έρευνα στις 5 Απριλίου 2022, στα δε στοιχεία προσδιορισμού της πηγής του εν λόγω αποδεικτικού στοιχείου περιλαμβάνεται πλήρης υπερσύνδεσμος ο οποίος παρέχει τη δυνατότητα πρόσβασης στο σύνολο του περιεχομένου της έρευνας. Υπό τις συνθήκες αυτές, η προσφεύγουσα δεν μπορεί να αμφισβητήσει τη δυνατότητα συνεκτίμησης του παραρτήματος B.5 του υπομνήματος αντικρούσεως (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 1ης Ιουνίου 2022, Prigozhin κατά Συμβουλίου, T‑723/20, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2022:317, σκέψη 55). |
71 |
Ως εκ τούτου, το παράρτημα B.5 του υπομνήματος αντικρούσεως μπορεί να ληφθεί υπόψη κατά την εξέταση του βασίμου της διατήρησης της καταχώρισης της προσφεύγουσας στους επίδικους καταλόγους ως προσώπου που συνδέεται με τον N. Tokarev. |
iii) Επί του βασίμου της διατήρησης της καταχώρισης της προσφεύγουσας ως προσώπου που συνδέεται με τον πατέρα της
72 |
Η προσφεύγουσα εκτιμά ότι το Συμβούλιο υπέπεσε σε πλάνη όσον αφορά την εκτιμώμενη αξία των ακινήτων ιδιοκτησίας της και ότι, εν πάση περιπτώσει, η αξία τους δεν είναι κρίσιμη για τη διαπίστωση σύνδεσης με τον πατέρα της. Επιπλέον, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι τα έγγραφα που έχει στη διάθεσή του το Συμβούλιο δεν αρκούν για να διαπιστωθεί ότι τα ακίνητα ιδιοκτησίας της μπορεί να συνδέονται με τον πατέρα της. Η προσφεύγουσα υποστηρίζει επίσης ότι, ακόμη και αν γίνει δεκτό ότι η εταιρία Ronin Trust διαχειρίστηκε ορισμένα από τα ακίνητα ιδιοκτησίας της, η ύπαρξη της εν λόγω εταιρίας δεν αποδεικνύει σύνδεσμο με τον πατέρα της. Υπ’ αυτήν την έννοια, η προσφεύγουσα εκτιμά ότι το γεγονός ότι η εταιρία Ronin Trust διαχειρίστηκε το μη κρατικό συνταξιοδοτικό ταμείο της εταιρίας Transneft συνιστά χαλαρό και παρωχημένο σύνδεσμο. |
73 |
Το Συμβούλιο, υποστηριζόμενο από την Επιτροπή, αμφισβητεί την επιχειρηματολογία αυτή. |
74 |
Ειδικότερα, το Συμβούλιο επισημαίνει ότι από τον αρχικό φάκελο αποδεικτικών στοιχείων προκύπτει ότι η προσφεύγουσα κατέχει ή κατείχε, μόνη ή από κοινού με τον πρώην σύζυγό της, πλείονες εταιρίες και ακίνητα αξίας άνω των 50 εκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ (USD) (περίπου 45 εκατομμυρίων ευρώ) στη Μόσχα (Ρωσία). Εν πάση περιπτώσει, κατά το Συμβούλιο, η αξία της περιουσίας της προσφεύγουσας δεν συνιστά καθοριστικής σημασίας στοιχείο, δεδομένου ότι σημασία έχει η διαπίστωση ότι η προσφεύγουσα έγινε εύπορη επιχειρηματίας με μεγάλη περιουσία. Επιπλέον, το Συμβούλιο υποστηρίζει ότι από τον αρχικό φάκελο αποδεικτικών στοιχείων προκύπτει ότι η προσφεύγουσα συνδέεται με τον πατέρα της λόγω του οικογενειακού δεσμού της και του ότι η περιουσία και οι επιχειρηματικές δραστηριότητές της συνδέονται επίσης με τον πατέρα της. Ειδικότερα, το Συμβούλιο εκτιμά ότι διέθετε δέσμη συγκεκριμένων και σαφών ενδείξεων που επιρρωννύουν το γεγονός ότι η προσφεύγουσα απέκτησε περιουσία στον κτηματομεσιτικό τομέα ωφελούμενη από τα καθήκοντα διευθύνοντος συμβούλου που ασκεί ο πατέρας της στην Transneft. Επιπλέον, το Συμβούλιο υποστηρίζει ότι η προσφεύγουσα συνδέεται με την επιχειρηματική δραστηριότητα του πατέρα της μέσω της εταιρίας Ronin, η οποία με τη σειρά της συνδέεται με την Transneft, καθώς και μέσω ενός συστήματος οικογενειακής διαχείρισης της επιχειρηματικής δραστηριότητας. |
75 |
Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι, όπως προκύπτει από τις σκέψεις 45 έως 47 ανωτέρω, το κριτήριο του συνδεδεμένου προσώπου αφορά τα πρόσωπα που συνδέονται με κοινά συμφέροντα με πρόσωπο το οποίο έχει καταχωριστεί στους επίδικους καταλόγους βάσει ενός ή πλειόνων κριτηρίων καταχώρισης που προβλέπονται στο άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχεία αʹ έως ζʹ, της απόφασης 2014/145, όπως τροποποιήθηκε. |
76 |
Διευκρινίζεται ότι τα ως άνω κοινά συμφέροντα πρέπει να νοούνται όχι μόνον υπό στενή έννοια, ήτοι σε σχέση με πρόσωπα τα συμφέροντα των οποίων συνδέονται εντός κοινής νομικής δομής, αλλά επίσης υπό ευρύτερη έννοια και σε σχέση με πρόσωπα που συνδέονται με οικογενειακό δεσμό, όταν η αντικειμενική ύπαρξη διαπλεκόμενων κοινών συμφερόντων, η οποία δεν λαμβάνει κατ’ ανάγκη την τυπική μορφή νομικής δομής συσταθείσας για τον σκοπό αυτό, είναι πρόδηλη (πρβλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 6ης Σεπτεμβρίου 2023, Timchenko κατά Συμβουλίου, T‑361/22, μη δημοσιευθείσα, κατά της οποίας έχει ασκηθεί αναίρεση, EU:T:2023:502, σκέψη 76). |
77 |
Επιπλέον, δεδομένου ότι το κριτήριο του συνδεδεμένου προσώπου διατυπώνεται στην οριστική του ενεστώτα, η ύπαρξη κοινών συμφερόντων πρέπει να διαπιστώνεται κατά τον χρόνο έκδοσης των προσβαλλόμενων πράξεων (πρβλ. απόφαση της 8ης Μαρτίου 2023, Prigozhina κατά Συμβουλίου, T‑212/22, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2023:104, σκέψη 92). |
78 |
Εν προκειμένω, η προσφεύγουσα δεν αμφισβητεί τη σχέση τέκνου και γονέα με τον πατέρα της, N. Tokarev, ο οποίος ασκεί καθήκοντα διευθύνοντος συμβούλου της εταιρίας Transneft, που θεωρείται μεγάλη ρωσική εταιρία πετρελαίου και φυσικού αερίου. Αντιθέτως, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι το Συμβούλιο δεν διαθέτει αρκούντως βάσιμα πραγματικά στοιχεία για τη διαπίστωση σύνδεσης με τον πατέρα της. |
79 |
Από την αιτιολογία της επίμαχης καταχώρισης προκύπτει ότι τα κοινά συμφέροντα της προσφεύγουσας και του πατέρα της απορρέουν, αφενός, από το ότι η μεγάλη ακίνητη περιουσία της στη Μόσχα, στην Κροατία και στη Λεττονία μπορεί να συνδέεται με τον πατέρα της και, αφετέρου, από τους δεσμούς μεταξύ της προσφεύγουσας και της εταιρίας Ronin, η οποία φέρεται ως υπεύθυνη για τη διαχείριση του συνταξιοδοτικού ταμείου της εταιρίας Transneft. |
80 |
Κατά πρώτον, όσον αφορά τους δεσμούς μεταξύ της προσφεύγουσας και της εταιρίας Ronin Trust, από το στοιχείο αριθ. 15 του αρχικού φακέλου αποδεικτικών στοιχείων προκύπτει, μεταξύ άλλων, ότι, όταν η προσφεύγουσα ήταν ακόμη νυμφευμένη με τον πρώην σύζυγό της, η εταιρία Ronin Trust, η οποία διαχειριζόταν το συνταξιοδοτικό ταμείο της Transneft, ήταν επίσης υπεύθυνη για τη διαχείριση των ακινήτων του ομίλου εταιριών RPA. Κατά το εν λόγω αποδεικτικό στοιχείο, ο πρώην σύζυγος της προσφεύγουσας κατείχε το 100 % της εταιρίας RPA-Management, η δε προσφεύγουσα έλεγχε το 75 % της εταιρίας RPA-Estate και το 50 % της εταιρίας RPA-Hotel Management. Κατά συνέπεια, το Συμβούλιο μπορούσε εγκύρως να θεωρήσει ότι, το 2016, υπήρχαν δεσμοί μεταξύ της εταιρίας Ronin Trust και των εταιριών στις οποίες η προσφεύγουσα κατείχε συμμετοχές, ήτοι την εταιρία RPA‑Hotel Management και την εταιρία RPA-Estate. |
81 |
Εντούτοις, από το στοιχείο αριθ. 15 του αρχικού φακέλου αποδεικτικών στοιχείων προκύπτει επίσης ότι, στον τομέα της διαχείρισης συνταξιοδοτικών ταμείων, η εταιρία Transneft δεν ήταν ο μόνος (ούτε καν ο κύριος) πελάτης της εταιρίας Ronin Trust. Η διαπίστωση αυτή επιβεβαιώθηκε από τα αποσπάσματα των ετήσιων εκθέσεων της εταιρίας Ronin Trust που προσκόμισε η προσφεύγουσα (παράρτημα A.11), από τα οποία προκύπτει ότι η εν λόγω εταιρία διαχειρίζεται όντως τα συνταξιοδοτικά ταμεία άλλων επιχειρήσεων πλην της Transneft. Πέραν όμως του ότι κανένα στοιχείο του φακέλου δεν παρέχει πληροφορίες σχετικά με τις δραστηριότητες και την οργάνωση της εταιρίας Ronin Trust, το γεγονός και μόνο ότι η προσφεύγουσα και η εταιρία Transneft χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες του ίδιου παρόχου, ο οποίος παρέχει τις υπηρεσίες του σε άλλες τρίτες εταιρίες, δεν αρκεί για να διαπιστωθεί η ύπαρξη δεσμών μεταξύ της προσφεύγουσας και της εταιρίας Transneft. Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, απαντώντας σε ερώτηση του Γενικού Δικαστηρίου για παροχή διευκρινίσεων σχετικά με τη δυνατότητα διαπίστωσης δεσμών μεταξύ της προσφεύγουσας και του πατέρα της μέσω της εταιρίας Ronin Trust, μολονότι η εν λόγω εταιρία διαχειρίζεται τα συνταξιοδοτικά ταμεία πλειόνων επιχειρήσεων, το Συμβούλιο δεν μπόρεσε να παράσχει περαιτέρω πληροφορίες σχετικά. Συγκεκριμένα, το Συμβούλιο δεν προέβαλε κανένα στοιχείο που να καταδεικνύει τη συμμετοχή του N. Tokarev στο κεφάλαιο της εταιρίας Ronin Trust, ούτε την παρουσία του στα διευθυντικά όργανα της εν λόγω εταιρίας, ούτε οποιαδήποτε ιδιαιτερότητα των επιχειρηματικών σχέσεων της Ronin Trust και της Transneft που να διαφοροποιεί τις συγκεκριμένες σχέσεις από εκείνες που υφίστανται μεταξύ της εταιρίας Ronin Trust και των λοιπών εταιριών πελατών της. |
82 |
Ως εκ τούτου, βασίμως η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι ο χαλαρός σύνδεσμος μεταξύ της Ronin Trust και της Transneft δεν αρκεί για τη διαπίστωση της ύπαρξης δεσμών μεταξύ των δραστηριοτήτων της και των δραστηριοτήτων του πατέρα της. |
83 |
Επιπλέον, όσον αφορά το πραγματικό στοιχείο που εκτίθεται στην αιτιολογία καταχώρισης, ότι η διεύθυνση της Ronin Europe μνημονεύθηκε στο πλαίσιο διαδικασίας πολιτογράφησης της προσφεύγουσας με σκοπό την κτήση της κυπριακής ιθαγένειας, τούτο δεν είναι επίσης ικανό να αποδείξει την ύπαρξη κοινών συμφερόντων μεταξύ της προσφεύγουσας και του N. Tokarev. Συγκεκριμένα, κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, απαντώντας σε ερώτηση του Γενικού Δικαστηρίου για την παροχή διευκρινίσεων σχετικά με τους δεσμούς μεταξύ της Ronin Europe και της Ronin Trust, το Συμβούλιο επισήμανε κατ’ ουσίαν ότι εκτίμησε ότι οι δύο αυτές εταιρίες μπορούσαν να θεωρηθούν ως συνδεδεμένες. Επιπλέον, διαπιστώνεται ότι το Συμβούλιο δεν προβάλλει κανένα στοιχείο το οποίο θα καθιστούσε δυνατή τη διαπίστωση δεσμών μεταξύ της εταιρίας Ronin Europe και του N. Tokarev. Ως εκ τούτου, για τους ίδιους λόγους με εκείνους που εκτέθηκαν στη σκέψη 81 ανωτέρω, ο σύνδεσμος μεταξύ της προσφεύγουσας και της εταιρίας Ronin Europe δεν αποδεικνύει την ύπαρξη δεσμών μεταξύ της προσφεύγουσας και του πατέρα της μέσω της εταιρίας Transneft. |
84 |
Επομένως, εσφαλμένως το Συμβούλιο βασίστηκε στις επιχειρηματικές σχέσεις της προσφεύγουσας με τις εταιρίες Ronin Trust και Ronin Europe για να διαπιστώσει δεσμούς με τον N. Tokarev μέσω της εταιρίας Transneft. |
85 |
Κατά δεύτερον, πρέπει να εξακριβωθεί αν ο αρχικός φάκελος αποδεικτικών στοιχείων περιέχει δέσμη αρκούντως συγκεκριμένων, σαφών και συγκλινουσών ενδείξεων βάσει των οποίων μπορεί να αποδειχθεί η ύπαρξη δεσμών μεταξύ της ακίνητης περιουσίας της προσφεύγουσας και του N. Tokarev κατά τον χρόνο έκδοσης των πράξεων περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2022. |
86 |
Προκαταρκτικώς, διαπιστώνεται ότι οι κύριοι διάδικοι διαφωνούν όσον αφορά την αξία της ακίνητης περιουσίας της προσφεύγουσας. Στην αιτιολογία της καταχώρισης, το Συμβούλιο είχε εκτιμήσει ότι η αξία της ακίνητης περιουσίας της προσφεύγουσας και του πρώην συζύγου της υπερέβαινε τα 50 εκατομμύρια USD (περίπου 45 εκατομμύρια ευρώ) όσον αφορά τα ακίνητα που βρίσκονται στη Μόσχα, στην Κροατία και στη Λεττονία. Εντούτοις, πέραν του ότι η προσφεύγουσα δεν αμφισβητεί ότι η σωρευτική αξία της περιουσίας της και της περιουσίας του πρώην συζύγου της μπορεί να υπερβαίνει τα 50 εκατομμύρια USD (περίπου 45 εκατομμύρια ευρώ), επισημαίνεται ότι η αξία της περιουσίας της προσφεύγουσας δεν είναι καθοριστικής σημασίας για τη δικαιολόγηση της διατήρησης της καταχώρισης του ονόματός της στους επίδικους καταλόγους. Συγκεκριμένα, πρόκειται για ένα στοιχείο του γενικότερου πλαισίου το οποίο καταδεικνύει, όπως υποστηρίζει το Συμβούλιο, ότι η προσφεύγουσα είναι εύπορη επιχειρηματίας η οποία απέκτησε την περιουσία της, μεταξύ άλλων, στον κτηματομεσιτικό τομέα, όπως προκύπτει, ιδίως, από τα στοιχεία αριθ. 9 και αριθ. 16 του αρχικού φακέλου αποδεικτικών στοιχείων. Επομένως, ενδεχόμενη ανακρίβεια όσον αφορά την αξία της περιουσίας δεν μπορεί, αφ’ εαυτής, να έχει ως αποτέλεσμα την ακύρωση των πράξεων περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2022. |
87 |
Επισημαίνεται ότι η προσφεύγουσα αναγνωρίζει ότι είναι ιδιοκτήτρια της εταιρίας Ostozhenka 19, η οποία κατέχει μια ιστορική κατοικία στη Μόσχα, ένα διαμέρισμα στην οδό Brusov στη Μόσχα, καθώς και την εταιρία Katina, η οποία κατέχει βίλα με την ονομασία Karolina στο Mali Lošinj, στην Κροατία. Από τα στοιχεία του αρχικού φακέλου αποδεικτικών στοιχείων προκύπτει ότι καθένα από τα εν λόγω ακίνητα έχει αξία πλειόνων εκατομμυρίων ρουβλίων (RUB). Συγκεκριμένα, κατά το στοιχείο αριθ. 15, η ιστορική κατοικία στη Μόσχα αγοράστηκε το 2016 έναντι 390 εκατομμυρίων RUB (περίπου 3,9 εκατομμύρια ευρώ), κατά το στοιχείο αριθ. 14, η βίλα στην Κροατία αποτιμήθηκε σε 4,1 εκατομμύρια USD (περίπου 3,8 εκατομμύρια ευρώ) και, κατά το στοιχείο αριθ. 9, το διαμέρισμα στην οδό Brusov βρίσκεται σε κτίριο ορισμένα ακίνητα του οποίου έχουν αξία τουλάχιστον 315 εκατομμυρίων RUB (περίπου 3,15 εκατομμύρια ευρώ). Λαμβανομένης υπόψη της αξίας πλειόνων εκατομμυρίων ευρώ της ως άνω ακίνητης περιουσίας, το Συμβούλιο μπορούσε εγκύρως να θεωρήσει ότι η προσφεύγουσα ήταν ιδιοκτήτρια σημαντικής ακίνητης περιουσίας. Όπως όμως ορθώς υποστηρίζει η προσφεύγουσα, εν προκειμένω, η αξία και μόνον των ακινήτων της δεν αρκεί για τη διαπίστωση σύνδεσης με τον πατέρα της. Επομένως, πρέπει να εξακριβωθεί αν τα πραγματικά στοιχεία στα οποία βασίστηκε το Συμβούλιο μπορούν να στηρίξουν τη διαπίστωση ότι η ακίνητη περιουσία της προσφεύγουσας μπορούσε να συνδέεται με τον πατέρα της κατά τον χρόνο έκδοσης ων πράξεων περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2022. |
88 |
Πρώτον, όσον αφορά το ακίνητο που βρίσκεται στη Jūrmala, στη Λεττονία, το οποίο ανήκε από κοινού στην προσφεύγουσα και στον πρώην σύζυγό της ενόσω ήταν νυμφευμένοι, επισημαίνεται ότι το Συμβούλιο δεν προβάλλει κανένα στοιχείο που να συνδέει το συγκεκριμένο ακίνητο με τον N. Tokarev. Επιπλέον, η προσφεύγουσα προσκόμισε απόσπασμα της από 14ης Φεβρουαρίου 2019 προσθήκης στη σύμβαση που οι σύζυγοι συνήψαν μετά το γάμο τους (παράρτημα A.9), στο οποίο βεβαιώνεται ότι, μετά το διαζύγιο, το σύνολο των μεριδίων της εταιρίας Dzintaru 34, στην οποία ανήκε το ως άνω ακίνητο, θα μεταβιβαζόταν στον πρώην σύζυγό της. Το διαζύγιο της προσφεύγουσας εκδόθηκε όμως τον Ιούνιο του 2019, γεγονός το οποίο το Συμβούλιο δεν αμφισβητεί. Ως εκ τούτου, πρέπει να θεωρηθεί ότι η προσφεύγουσα απέδειξε ότι, από τον Ιούνιο του 2019, δεν διατηρεί πλέον δεσμούς με το ακίνητο που βρίσκεται στη Λεττονία. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι, δεδομένου ότι η ύπαρξη κοινών συμφερόντων πρέπει να διαπιστώνεται κατά τον χρόνο έκδοσης των προσβαλλόμενων πράξεων (βλ. σκέψη 77 ανωτέρω), προκειμένου να καταδείξει την ύπαρξη τέτοιων συμφερόντων μεταξύ της προσφεύγουσας και του πατέρα της μέσω των ακινήτων που κατέχει η προσφεύγουσα, το Συμβούλιο δεν μπορεί να βασιστεί στο ακίνητο στη Λεττονία καθότι, κατά τον χρόνο έκδοσης των πράξεων περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2022, η προσφεύγουσα είχε παύσει να είναι ιδιοκτήτριά του από πλείονα έτη. |
89 |
Δεύτερον, όσον αφορά τη βίλα Karolina που βρίσκεται στον όρμο Čikat στο Mali Lošinj, στην Κροατία, επισημαίνεται ότι η προσφεύγουσα προσκόμισε απόσπασμα του μητρώου του Trgovački Sud u Zagrebu (εμποροδικείου Ζάγκρεμπ, Κροατία) σχετικά με την εταιρία Katina (παράρτημα A.20), στην οποία ανήκει η εν λόγω βίλα. Από το εν λόγω έγγραφο προκύπτει όμως ότι η προσφεύγουσα είναι η μόνη μέτοχος της εταιρίας και ότι ο πατέρας της δεν είχε ποτέ συμμετοχές σε αυτήν. Ως εκ τούτου, όσον αφορά το συγκεκριμένο ακίνητο, το Συμβούλιο δεν μπορεί να προβάλει την ύπαρξη άμεσου συνδέσμου μεταξύ της προσφεύγουσας και του πατέρα της. Επιπλέον, μολονότι είναι αληθές ότι το στοιχείο αριθ. 6 του αρχικού φακέλου αποδεικτικών στοιχείων μπορεί να συνιστά ένδειξη της ύπαρξης οικογενειακής διαχείρισης του συγκεκριμένου ακινήτου, καθότι ο N. Tokarev είχε αναθέσει τη διεύθυνση της εταιρίας Katina στον πρώην γαμπρό του, τέτοια ένδειξη δεν αρκεί, αφ’ εαυτής, για τη διαπίστωση συνδέσμου μεταξύ του πατέρα της προσφεύγουσας και της βίλας Karolina κατά το διάστημα μετά το 2019. Συγκεκριμένα, δεδομένου ότι το διαζύγιο της προσφεύγουσας εκδόθηκε τον Ιούνιο του 2019, ο πρώην σύζυγός της έπαυσε να ασκεί τα καθήκοντά του στην εταιρία Katina το ίδιο έτος, όπως προκύπτει από το παράρτημα A.20. Η παρέμβαση όμως του N. Tokarev στον ορισμό του πρώην γαμβρού του ως μέλους της διευθυντικής επιτροπής της εταιρίας Katina πραγματοποιήθηκε κατ’ ανάγκην πολύ πριν από το 2019. Επομένως, ελλείψει άλλων αποδεικτικών στοιχείων που να αφορούν πιο πρόσφατα πραγματικά στοιχεία ικανά να αποδείξουν τη συνέχιση της οικογενειακής διαχείρισης της βίλας Karolina με τη συμμετοχή του N. Tokarev, διαπιστώνεται ότι το Συμβούλιο δεν διέθετε κανένα στοιχείο δυνάμενο να αποδείξει την ύπαρξη, κατά τον χρόνο έκδοσης των πράξεων περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2022, συνδέσμου μεταξύ του πατέρα της προσφεύγουσας και της βίλας Karolina. |
90 |
Τρίτον, όσον αφορά το στοιχείο που προέβαλε το Συμβούλιο, ότι η οικογένεια Tokarev απέκτησε θέρετρο αξίας πλειόνων δισεκατομμυρίων USD, επίσης στην Κροατία, είναι αληθές ότι το στοιχείο αριθ. 16 του αρχικού φακέλου αποδεικτικών στοιχείων, ήτοι ένα άρθρο που δημοσιεύθηκε στον Τύπο το 2020, μνημονεύει την ύπαρξη πληροφοριών σχετικά με το γεγονός ότι η οικογένεια Tokarev απέκτησε θέρετρο μέσω προσκλήσεων υποβολής προσφορών της εταιρίας Transneft. Εντούτοις, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι το εν λόγω άρθρο δεν περιέχει καμία διευκρίνιση όσον αφορά την ημερομηνία κατά την οποία πραγματοποιήθηκε η συγκεκριμένη πράξη, ούτε προσδιορίζει το μέλος της οικογένειας Tokarev που απέκτησε το ακίνητο ή αν το εν λόγω μέλος κατείχε ακόμη το ακίνητο κατά τον χρόνο δημοσίευσης του άρθρου το 2020. Επιπλέον, επισημαίνεται ότι, εν αντιθέσει προς όσα υποστηρίζει το Συμβούλιο, δεν προκύπτει σαφώς από το παράρτημα D.1 του υπομνήματος ανταπαντήσεως, ήτοι ένα άρθρο που δημοσιεύθηκε στις 16 Αυγούστου 2016 στον διαδικτυακό τόπο της Moscow Post, με τίτλο «Το σύμβολο της επιτυχίας του Nikolay Tokarev;», ότι η προσφεύγουσα ή μέλη της οικογένειάς της απέκτησαν θέρετρο ως αντάλλαγμα για προσκλήσεις υποβολής προσφορών της Transneft. Συγκεκριμένα, κατά το εν λόγω άρθρο, το 2005 η προσφεύγουσα εισέπραξε εισοδήματα από εταιρία με την επωνυμία Caprice-Stell που κατείχε άμεσα συμμετοχές σε ξενοδοχειακή εταιρία, η οποία φερόταν ως ιδιοκτήτρια θερέτρου στο Mali Lošinj. Επομένως, ακόμη και αν γίνει δεκτό ότι το στοιχείο ότι η προσφεύγουσα έλαβε αμοιβή από την εταιρία Caprice-Stell μπορεί να θεωρηθεί ότι συνιστά απόδειξη της αγοράς θερέτρου, επισημαίνεται ότι, κατά το ως άνω άρθρο το οποίο δημοσιεύθηκε στη Moscow Post το 2016, η πράξη που περιλάμβανε προσκλήσεις υποβολής προσφορών της Transneft στο πλαίσιο της αγοράς ακινήτων πραγματοποιήθηκε πλείονα έτη πριν από τη δημοσίευση του άρθρου. Από το εν λόγω άρθρο δεν προκύπτει, πάντως, ότι η προσφεύγουσα έλαβε αμοιβή από την εταιρία Caprice-Stell μετά το 2005. Επιπλέον, το Συμβούλιο δεν προσκόμισε κανένα άλλο στοιχείο το οποίο να καταδεικνύει ότι η προσφεύγουσα ήταν ακόμη ιδιοκτήτρια θερέτρου στην Κροατία. Επομένως, λαμβανομένης υπόψη της παλαιότητας των πραγματικών στοιχείων που εκτίθενται στα στοιχεία που προσκόμισε το Συμβούλιο, το Συμβούλιο δεν μπορεί να υποστηρίξει ότι, κατά τον χρόνο έκδοσης των πράξεων περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2022, η προσφεύγουσα ήταν ιδιοκτήτρια θερέτρου στην Κροατία. |
91 |
Τέταρτον, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι, μετά την έκδοση του διαζυγίου της τον Ιούνιο του 2019, δεν διατηρεί πλέον κανέναν δεσμό με τις εταιρίες του ομίλου RPA του πρώην συζύγου της και ότι η ακίνητη περιουσία της στη Μόσχα περιλαμβάνει μόνον μία ιστορική κατοικία την οποία κατέχει μέσω της εταιρίας Ostozhenka 19 (πρώην RPA-Estate) και ένα διαμέρισμα ευρισκόμενο στην οδό Brusov. Επομένως, όσον αφορά ειδικότερα το διάστημα μετά την έκδοση του διαζυγίου της, η προσφεύγουσα αμφισβητεί τον σύνδεσμο μεταξύ των ακινήτων της και του πατέρα της, τον οποίο το Συμβούλιο επιχειρεί να αποδείξει, βάσει του στοιχείου αριθ. 15 του αρχικού φακέλου αποδεικτικών στοιχείων, μέσω των εταιριών του ομίλου RPA και της Ronin Trust. Συναφώς, αρκεί η υπόμνηση ότι το Συμβούλιο δεν μπορούσε να βασιστεί στην ύπαρξη επιχειρηματικών σχέσεων μεταξύ της προσφεύγουσας και της εταιρίας Ronin Trust για να διαπιστώσει τον σύνδεσμο μεταξύ της προσφεύγουσας και του N. Tokarev μέσω της εταιρίας Transneft (βλ. σκέψη 81 ανωτέρω). Επομένως, το γεγονός ότι η εταιρία Ronin Trust διαχειριζόταν τα ακίνητα της προσφεύγουσας στη Μόσχα δεν συνιστά απόδειξη της δυνατότητας σύνδεσης των εν λόγω ακινήτων με τον πατέρα της. Διαπιστώνεται, πάντως, ότι ο αρχικός φάκελος αποδεικτικών στοιχείων δεν περιέχει κανένα άλλο αποδεικτικό στοιχείο το οποίο θα μπορούσε να αποδείξει τον σύνδεσμο μεταξύ των ακινήτων της προσφεύγουσας στη Μόσχα και του N. Tokarev. |
92 |
Από τις ως άνω παρατηρήσεις προκύπτει ότι η αιτιολογία της καταχώρισης ενέχει πλάνη εκτίμησης καθόσον σε αυτήν διαπιστώνεται ότι τα ακίνητα της προσφεύγουσας μπορούσαν να συνδεθούν με τον N. Tokarev κατά τον χρόνο έκδοσης των πράξεων περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2022. |
93 |
Τα επιχειρήματα του Συμβουλίου δεν μπορούν να αναιρέσουν το συμπέρασμα αυτό. |
94 |
Πρώτον, είναι αληθές, όπως ορθώς επισημαίνει το Συμβούλιο, ότι, κατά τα στοιχεία αριθ. 2, αριθ. 3, αριθ. 6, αριθ. 9, αριθ. 13 και αριθ. 15 του αρχικού φακέλου αποδεικτικών στοιχείων, ο πατέρας της προσφεύγουσας είναι παλαιόθεν πρόσωπο του περιβάλλοντος του Vladimir Putin και ασκεί καθήκοντα διευθύνοντος συμβούλου σε μία από τις μεγαλύτερες δημόσιες εταιρίες της Ρωσίας. Εντούτοις, μολονότι συνιστά κρίσιμο στοιχείο του γενικότερου πλαισίου, η συγκεκριμένη πληροφορία δεν είναι ικανή να αποδείξει την ύπαρξη συνδέσμου μεταξύ της ακίνητης περιουσίας της προσφεύγουσας και του πατέρα της. |
95 |
Δεύτερον, στα στοιχεία αριθ. 1 έως αριθ. 3 και αριθ. 6 του αρχικού φακέλου αποδεικτικών στοιχείων μνημονεύεται, γενικώς και χωρίς καμία περαιτέρω διευκρίνιση, ότι τα μέλη της οικογένειας του N. Tokarev ωφελήθηκαν από τους δεσμούς του με τον V. Putin ή τη Ρωσική Κυβέρνηση, στο δε στοιχείο αριθ. 12 του εν λόγω φακέλου, το περιεχόμενο του οποίου επαναλαμβάνεται αυτούσιο στο παράρτημα B.5 του υπομνήματος αντικρούσεως, επισημαίνεται γενικώς ότι τα μέλη της οικογένειας του N. Tokarev αύξησαν την περιουσία τους και κατέχουν ακίνητα αξίας στην Ευρώπη. Όπως όμως επισημαίνει η προσφεύγουσα, τα στοιχεία αριθ. 1 και αριθ. 3 του αρχικού φακέλου αποδεικτικών στοιχείων, τα οποία επαναλαμβάνουν κατ’ ουσίαν το περιεχόμενο του ανακοινωθέντος Τύπου του Υπουργείου Οικονομικών των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής (στοιχείο αριθ. 2), δεν περιέχουν ακριβείς και συγκεκριμένες πληροφορίες που να καταδεικνύουν ότι τα ακίνητα της προσφεύγουσας συνδέονται με τον N. Tokarev, ειδικότερα κατά τον χρόνο έκδοσης των πράξεων περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2022. Ομοίως, διαπιστώθηκε ότι το στοιχείο αριθ. 6 του αρχικού φακέλου αποδεικτικών στοιχείων δεν περιέχει στοιχεία δυνάμενα να αποδείξουν τον εν λόγω σύνδεσμο κατά τον χρόνο έκδοσης των προμνησθεισών πράξεων (βλ. σκέψη 89 ανωτέρω). Όσον αφορά το στοιχείο αριθ. 12, το περιεχόμενο του οποίου επαναλαμβάνεται αυτούσιο στο παράρτημα B.5 του υπομνήματος αντικρούσεως, επισημαίνεται ότι οι πληροφορίες που περιέχει είναι κατ’ ουσίαν παρόμοιες με εκείνες που περιέχονται στο στοιχείο αριθ. 15 του αρχικού φακέλου αποδεικτικών στοιχείων. Ως εκ τούτου, για τους ίδιους λόγους με εκείνους που εκτέθηκαν στη σκέψη 90 ανωτέρω, το στοιχείο αριθ. 12 του αρχικού φακέλου αποδεικτικών στοιχείων δεν περιέχει στοιχεία ικανά να αποδείξουν την ύπαρξη συνδέσμου μεταξύ της ακίνητης περιουσίας της προσφεύγουσας και του N. Tokarev κατά τον χρόνο έκδοσης των πράξεων περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2022. |
96 |
Τρίτον, όσον αφορά την ύπαρξη ενός συστήματος οικογενειακής διαχείρισης της επιχειρηματικής δραστηριότητας στον κτηματομεσιτικό τομέα, είναι αληθές, όπως υποστηρίζει το Συμβούλιο με το υπόμνημα ανταπαντήσεως, ότι το παράρτημα D.1 περιέχει πληροφορίες που καταδεικνύουν την ύπαρξη τέτοιου συστήματος όσον αφορά την απόκτηση από την προσφεύγουσα και τον πρώην σύζυγό της μη προσδιοριζόμενου ακινήτου στην Κροατία στο πλαίσιο πράξης που περιλάμβανε προσκλήσεις υποβολής προσφορών της Transneft. Ομοίως, ένα σύστημα οικογενειακής διαχείρισης της επιχειρηματικής δραστηριότητας μπορεί επίσης να προκύπτει από τις πληροφορίες που περιέχονται στο στοιχείο αριθ. 6 του αρχικού φακέλου αποδεικτικών στοιχείων λόγω της παρέμβασης του N. Tokarev στη διαχείριση της εταιρίας Katina, ιδιοκτήτριας της βίλας Karolina. Εντούτοις, όπως επισημάνθηκε στις σκέψεις 89 και 90 ανωτέρω, τα εν λόγω πραγματικά στοιχεί ανάγονται σε πλείονα έτη πριν από την έκδοση των πράξεων περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2022. Διαπιστώνεται όμως ότι το Συμβούλιο δεν προσκόμισε κανένα στοιχείο το οποίο να καταδεικνύει τη συνέχιση ενός συστήματος οικογενειακής διαχείρισης της δραστηριότητας στον κτηματομεσιτικό τομέα στο οποίο συμμετείχαν η προσφεύγουσα και ο πατέρας της κατά τον χρόνο έκδοσης των εν λόγω πράξεων. |
97 |
Όσον αφορά την προβαλλόμενη ως συνεχιζόμενη οικογενειακή διαχείριση της επιχειρηματικής δραστηριότητας στον κτηματομεσιτικό τομέα, εσφαλμένως το Συμβούλιο προέβαλε, κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, την ύπαρξη τέτοιου συστήματος διαχείρισης όσον αφορά το θέρετρο Gelendzhik Resort Meridian που βρίσκεται στη Ρωσία. Ειδικότερα, το εν λόγω ακίνητο δεν μνημονευόταν στην αιτιολογία καταχώρισης των πράξεων περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2022 και, επομένως, το Συμβούλιο δεν μπορεί να προβάλει το συγκεκριμένο στοιχείο, άλλως θα πρέπει να διαπιστωθεί αντικατάσταση της αιτιολογίας. Εν πάση περιπτώσει, από τα στοιχεία αριθ. 9 και αριθ. 16 του αρχικού φακέλου αποδεικτικών στοιχείων προκύπτει ότι η προσφεύγουσα κατέχει συμμετοχές στο εν λόγω θέρετρο με τον Stanislav Chemezov, το δε Συμβούλιο δεν κατέδειξε ότι το εν λόγω ακίνητο μπορεί να συνδέεται με τον N. Tokarev. |
98 |
Τέταρτον, εν αντιθέσει προς όσα υποστηρίζει το Συμβούλιο, το γεγονός ότι ο N. Tokarev εξακολουθεί να συνδέεται με τον V. Putin και ασκεί ακόμη τα καθήκοντα του διευθύνοντος συμβούλου της Transneft και ότι η προσφεύγουσα κατέχει ακόμη ακίνητα δεν αρκεί προς δικαιολόγηση της διατήρησης της καταχώρισης του ονόματος της στους επίδικους καταλόγους βάσει του κριτηρίου του συνδεδεμένου προσώπου. Συγκεκριμένα, όπως υπομνήσθηκε στη σκέψη 77 ανωτέρω, το Συμβούλιο οφείλει να αποδεικνύει την ύπαρξη κοινών συμφερόντων κατά τον χρόνο έκδοσης των προσβαλλόμενων πράξεων. Επισημαίνεται όμως ότι το Συμβούλιο δεν κατέδειξε ότι, κατά τον χρόνο έκδοσης των πράξεων περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου 2022, η ακίνητη περιουσία της προσφεύγουσας μπορούσε να συνδέεται με τον πατέρα της. |
99 |
Κατά τρίτον, όσον αφορά τα στοιχεία αριθ. 2 έως αριθ. 5, αριθ. 8 και αριθ. 11 του αρχικού φακέλου αποδεικτικών στοιχείων, τα οποία αφορούν τα περιοριστικά μέτρα που έλαβαν εις βάρος της προσφεύγουσας η Αυστραλία, οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, το Ηνωμένο Βασίλειο και ο Καναδάς, μολονότι είναι αληθές ότι τέτοια στοιχεία μπορούν να συνιστούν κρίσιμα στοιχεία του γενικότερου πλαισίου, εντούτοις δεν είναι ικανά να δικαιολογήσουν, αφ’ εαυτών, την καταχώριση και τη διατήρηση του ονόματος της προσφεύγουσας στους επίδικους καταλόγους. Συγκεκριμένα, όπως κατέδειξε η προσφεύγουσα, στις ως άνω τρίτες χώρες, τα μέλη της οικογένειας προσώπων εις βάρος των οποίων λαμβάνονται περιοριστικά μέτρα μπορούν επίσης να υπόκεινται σε περιοριστικά μέτρα απλώς και μόνον λόγω του οικογενειακού δεσμού. Είναι αληθές ότι, στο πλαίσιο των περιοριστικών μέτρων λόγω της κατάστασης στη Συρία, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι, όταν τα κεφάλαια των προσώπων που υπόκεινται σε κυρώσεις έχουν δεσμευθεί, υφίσταται μη αμελητέος κίνδυνος τα εν λόγω πρόσωπα να ασκήσουν πίεση στα πρόσωπα με τα οποία συνδέονται για να παρακάμψουν το αποτέλεσμα των εις βάρος τους μέτρων (πρβλ. απόφαση της 28ης Απριλίου 2021, Sharif κατά Συμβουλίου, T‑540/19, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2021:220, σκέψη 159). Εντούτοις, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι, στο καθεστώς εκείνο, το κριτήριο καταχώρισης ήταν διαφορετικό από το εφαρμοζόμενο στην υπό κρίση υπόθεση. Συγκεκριμένα, στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η ανωτέρω απόφαση, η νομοθεσία προέβλεπε ρητώς περιορισμούς και τη δέσμευση κεφαλαίων, μεταξύ άλλων, των «εξεχόντων επιχειρηματιών που δραστηριοποιούνται στη Συρία» και των «μελών των οικογενειών Assad ή Makhlouf», καθώς και των «προσώπων με τα οποία [συνδέονταν]». Σε εκείνο το νομικό πλαίσιο, ο οικογενειακός δεσμός με τις προμνησθείσες οικογένειες αρκούσε για την καταχώριση του ονόματος των προσώπων στους επίδικους στην υπόθεση εκείνη καταλόγους βάσει του «κριτηρίου του συνδέσμου με μέλη των [εν λόγω] οικογενειών». Αντιθέτως, τούτο δεν συμβαίνει όταν, όπως εν προκειμένω, η ρύθμιση δεν μνημονεύει ρητώς στα κριτήρια καταχώρισης τα μέλη ορισμένων κατονομαζόμενων οικογενειών (πρβλ. απόφαση της 29ης Νοεμβρίου 2023, Pumpyanskiy κατά Συμβουλίου, T‑734/22, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2023:761, σκέψη 70). |
100 |
Από τις ανωτέρω παρατηρήσεις προκύπτει ότι το Συμβούλιο δεν απέδειξε την ύπαρξη κοινών συμφερόντων που συνέδεαν την προσφεύγουσα με τον πατέρα της κατά τον χρόνο έκδοσης των πράξεων περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2022. Ως εκ τούτου, η διατήρηση της καταχώρισης του ονόματος της προσφεύγουσας στους επίδικους καταλόγους βασίστηκε εν τοις πράγμασι αποκλειστικά και μόνον στον οικογενειακό δεσμό με τον πατέρα της, στοιχείο το οποίο δεν μπορεί να γίνει δεκτό. |
101 |
Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω παρατηρήσεων, όσον αφορά τις πράξεις περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2022, δεδομένου ότι διαπιστώνεται ότι το Συμβούλιο υπέπεσε σε πλάνη όταν διατήρησε την καταχώριση της προσφεύγουσας στους επίδικους καταλόγους ως προσώπου που συνδέεται με τον Stanislav Chemezov (βλ. σκέψεις 45 έως 52 ανωτέρω) και ότι οι λόγοι που εκτίθενται στις ως άνω πράξεις δεν δικαιολογούνται επαρκώς κατά νόμον όσον αφορά τη σύνδεση της προσφεύγουσας με τον πατέρα της, N. Tokarev, διαπιστώνεται ότι η διατήρηση της καταχώρισης του ονόματος της προσφεύγουσας στους επίδικους καταλόγους δεν ήταν δικαιολογημένη. |
102 |
Επομένως, ο λόγος ακυρώσεως που αφορά πλάνη περί το δίκαιο και πολλαπλή πλάνη εκτίμησης πρέπει να γίνει δεκτός καθόσον αφορά τις πράξεις περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2022. |
2) Επί των πράξεων περί διατήρησης του Μαρτίου του 2023
103 |
Με το πρώτο υπόμνημα προσαρμογής, η προσφεύγουσα αμφισβητεί την αξιοπιστία ενός στοιχείου που το Συμβούλιο προσκόμισε με τον φάκελο αποδεικτικών στοιχείων WK 1128/2023 INIT και υποστηρίζει ότι οι φάκελοι αποδεικτικών στοιχείων του Ιανουαρίου του 2023 δεν περιέχουν αρκούντως βάσιμα πραγματικά στοιχεία προς δικαιολόγηση της διατήρησης της καταχώρισής της στους επίδικους καταλόγους ως προσώπου που συνδέεται με τον πατέρα της. |
i) Επί της αξιοπιστίας των αποδεικτικών στοιχείων
104 |
Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι το στοιχείο αριθ. 4 του φακέλου αποδεικτικών στοιχείων WK 1128/2023 INIT, κατά το οποίο η οικογένεια Tokarev απέκτησε ξενοδοχειακή επιχείρηση στην Κροατία αξίας πλειόνων δισεκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ χάρη στην πρόσκληση υποβολής προσφορών της Transneft, δεν είναι αξιόπιστο καθότι δεν βασίζεται σε κανένα αποδεικτικό στοιχείο. Επιπλέον, η προσφεύγουσα επισημαίνει ότι οι συντάκτες του συγκεκριμένου άρθρου βασίζονται σε άρθρο του μέσου ενημέρωσης Moscow Post, το οποίο δεν μνημονεύει τις πηγές του και δεν είναι αξιόπιστη πηγή για τον λόγο ότι εκδόθηκαν προσφάτως εις βάρος του πλείονες καταδικαστικές αποφάσεις λόγω δυσφήμισης. |
105 |
Το Συμβούλιο, υποστηριζόμενο από την Επιτροπή, αμφισβητεί την επιχειρηματολογία αυτή. |
106 |
Εν προκειμένω, προς δικαιολόγηση της διατήρησης της καταχώρισης του ονόματος της προσφεύγουσας στους επίδικους καταλόγους, με τις πράξεις περί διατήρησης του Μαρτίου του 2023, το Συμβούλιο προσκόμισε τους φακέλους αποδεικτικών στοιχείων του Ιανουαρίου του 2023. Επισημαίνεται ότι, όσον αφορά τον σύνδεσμο μεταξύ της προσφεύγουσας και του πατέρα της, το Συμβούλιο βασίστηκε σε πληροφοριακά στοιχεία που είναι διαθέσιμα στο κοινό, ήτοι, μεταξύ άλλων, στον φάκελο WK 1128/2023 INIT, στα ακόλουθα στοιχεία:
|
107 |
Ο φάκελος WK 1128/2023 ADD 1 περιέχει έρευνα που πραγματοποίησε το OCCRP με τίτλο «Οι φίλοι ευημερούν χάρη στην εγγύτητα με την εξουσία του Putin», δημοσιεύθηκε στις 24 Δεκεμβρίου 2016 και προσπελάστηκε στις 27 Ιανουαρίου 2023. |
108 |
Ο φάκελος WK 1128/2023 ADD 2 περιέχει σύνοψη εμπιστευτικού εγγράφου που αφορά τις επιχειρήσεις που κατέχει η προσφεύγουσα οι οποίες είναι εγγεγραμμένες στο εμπορικό μητρώο στη Ρωσία. |
109 |
Όσον αφορά την αξιοπιστία του στοιχείου αριθ. 4 του φακέλου WK 1128/2023 INIT, ήτοι το άρθρο με τίτλο «Έξοδος του Shmatko στον ‟μεσημβρινό” του Gelendzhik: Το θέρετρο Gelendzhik – Meridian συγκέντρωσε την αφρόκρεμα του επιχειρηματικού κόσμου γύρω από τον πρώην υπουργό Ενέργειας Sergei Shmatko και τα παιδιά του Tokarev και του Chemezov. Ο Manturov θα ενταχθεί στην τριάδα;», επισημαίνεται ότι το επιχείρημα της προσφεύγουσας ότι το εν λόγω άρθρο δεν περιέχει κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν αρκεί για να το καταστήσει άνευ αποδεικτικής αξίας. Επιπλέον, όπως αναγνωρίζει η προσφεύγουσα, το εν λόγω άρθρο βασίζεται σε άλλο άρθρο της Moscow Post το οποίο το Συμβούλιο προσκόμισε με το παράρτημα D.1 του υπομνήματος ανταπαντήσεως. Όσον αφορά το τελευταίο αυτό άρθρο, το γεγονός ότι δεν μνημονεύει τις πηγές του δεν του στερεί, αφ’ εαυτού, την αποδεικτική του αξία. Επιπλέον, το γεγονός ότι εις βάρος μέσου ενημέρωσης εκδόθηκαν επανειλημμένως καταδικαστικές αποφάσεις λόγω δυσφήμισης δεν συνεπάγεται ότι όλες οι δημοσιεύσεις του είναι αναξιόπιστες. |
110 |
Λαμβανομένης υπόψη της τρέχουσας συγκυρίας στη Ρωσική Ομοσπονδία και ελλείψει εξουσιών έρευνας του Συμβουλίου σε τρίτες χώρες (βλ. σκέψεις 59 και 60 ανωτέρω), η αποδεικτική αξία του στοιχείου αριθ. 4 του φακέλου WK 1128/2023 INIT δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. |
ii) Επί του βασίμου της διατήρησης της καταχώρισης της προσφεύγουσας ως προσώπου που συνδέεται με τον πατέρα της
111 |
Η προσφεύγουσα εκτιμά ότι το Συμβούλιο δεν διαθέτει αρκούντως βάσιμα πραγματικά στοιχεία προς στήριξη της αιτιολογίας καταχώρισης που εκτίθεται στις πράξεις περί διατήρησης του Μαρτίου του 2023. Ειδικότερα, η προσφεύγουσα εκτιμά ότι τα νέα αποδεικτικά στοιχεία δεν είναι ικανά να στηρίξουν τη διαπίστωση ότι τα ακίνητά της μπορούν να συνδέονται με τον πατέρα της. Επιπλέον, η προσφεύγουσα αντιτάσσεται στην τροποποίηση της αιτιολογίας καταχώρισης κατά την οποία η προσφεύγουσα συνδέεται με την εταιρία Ronin Trust μέσω της εταιρίας Ostozhenka 19 (πρώην RPA Estate). Εν πάση περιπτώσει, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι ο σύνδεσμος με την εταιρία Ronin Trust στον οποίο στηρίζεται το Συμβούλιο είναι χαλαρός και υποθετικός και, επομένως, δεν μπορεί να δικαιολογήσει τη διατήρηση της καταχώρισης του ονόματός της στους επίδικους καταλόγους βάσει του κριτηρίου του συνδεδεμένου προσώπου. |
112 |
Το Συμβούλιο, υποστηριζόμενο από την Επιτροπή, αμφισβητεί την επιχειρηματολογία αυτή. |
113 |
Ειδικότερα, το Συμβούλιο υποστηρίζει ότι απέδειξε ότι η προσφεύγουσα συνδέεται με τον N. Tokarev λόγω του οικογενειακού δεσμού της με αυτόν και λόγω της σύνδεσης της περιουσίας της με αυτόν. Συγκεκριμένα, το Συμβούλιο εκτιμά ότι ορισμένα στοιχεία των φακέλων αποδεικτικών στοιχείων του Ιανουαρίου του 2023 επιρρωννύουν τις πληροφορίες που περιέχονται στον αρχικό φάκελο αποδεικτικών στοιχείων σχετικά με τους δεσμούς μεταξύ του N. Tokarev, του V. Putin και της αγοράς, μεταξύ άλλων από την προσφεύγουσα, σημαντικών ακίνητων περιουσιακών στοιχείων. Επιπλέον, όσον αφορά τον δεσμό μεταξύ της προσφεύγουσας και της εταιρίας Ronin Trust, το Συμβούλιο εκτιμά ότι η προσφεύγουσα δεν κατέδειξε την ανυπαρξία δεσμών με την εταιρία Ostozhenka 19 (πρώην RPA-Estate) και την RPA-Hotel Management. |
114 |
Επισημαίνεται ότι, όσον αφορά τους δεσμούς μεταξύ της προσφεύγουσας και του πατέρα της, η αιτιολογία καταχώρισης που εκτίθεται στις πράξεις περί διατήρησης του Μαρτίου 2023 είναι κατ’ ουσίαν παρόμοια με εκείνη που εκτίθεται στις πράξεις περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2022. Αφενός, η διατήρηση της καταχώρισης του ονόματος της προσφεύγουσας στους εν λόγω καταλόγους δικαιολογούνταν από το ότι η ακίνητη περιουσία της μπορούσε να συνδέεται με τον πατέρα της. Ο πρώτος αυτός λόγος καταχώρισης δεν τροποποιήθηκε ουσιωδώς. Αφετέρου, η διατήρηση της καταχώρισης του ονόματος της προσφεύγουσας στους επίδικους καταλόγους δικαιολογήθηκε επίσης από την ύπαρξη δεσμών μεταξύ της προσφεύγουσας και της εταιρίας Ronin, η οποία φέρεται ως υπεύθυνη για τη διαχείριση των συνταξιοδοτικών ταμείων της εταιρίας Transneft. Με τον δεύτερο αυτό λόγο καταχώρισης, το Συμβούλιο διευκρίνισε ότι η προσφεύγουσα συνδεόταν με την Ronin Trust μέσω της εταιρίας Ostozhenka 19. |
115 |
Κατά πρώτον, υπενθυμίζεται ότι οι επιχειρηματικές σχέσεις της προσφεύγουσας με τις εταιρίες Ronin Trust και Ronin Europe δεν είναι ικανές να αποδείξουν την ύπαρξη κοινών συμφερόντων μεταξύ της ίδιας και του πατέρα της μέσω της εταιρίας Transneft (βλ. σκέψεις 80 έως 84 ανωτέρω). Το Συμβούλιο δεν προσκόμισε στοιχεία, με τους φακέλους αποδεικτικών στοιχείων του Ιανουαρίου του 2023, τα οποία μπορούν να μεταβάλουν το ως άνω συμπέρασμα. |
116 |
Επομένως, αφενός, προκειμένου να δικαιολογηθεί η διατήρηση της καταχώρισης του ονόματος της προσφεύγουσας στους επίδικους καταλόγους, το Συμβούλιο δεν μπορούσε να βασιστεί στο γεγονός ότι η εταιρία Ronin Trust είχε διαχειριστεί τα ακίνητα των εταιριών RPA-Estate και RPA-Hotel Management ούτε στον εικαζόμενο σύνδεσμο μεταξύ της προσφεύγουσας και της εταιρίας Ronin Trust μέσω της εταιρίας Ostozhenka 19. Αφετέρου, το Συμβούλιο δεν μπορούσε επίσης να βασιστεί στο γεγονός ότι η διεύθυνση της εταιρίας Ronin Europe είχε μνημονευθεί στο πλαίσιο της διαδικασίας πολιτογράφησης της προσφεύγουσας με σκοπό την κτήση της κυπριακής ιθαγένειας. |
117 |
Ως εκ τούτου, τα επιχειρήματα με τα οποία το Συμβούλιο επιδιώκει να αποδείξει την ύπαρξη δεσμών μεταξύ της προσφεύγουσας και της εταιρίας Ronin Europe, καθώς και τα επιχειρήματα σχετικά με τη συνέχιση των επιχειρηματικών σχέσεων της προσφεύγουσας και της εταιρίας Ronin Trust δεν μπορούν να γίνουν δεκτά προς δικαιολόγηση του βασίμου των πράξεων περί διατήρησης του Μαρτίου του 2023. |
118 |
Κατά δεύτερον, όσον αφορά τον σύνδεσμο μεταξύ της ακίνητης περιουσίας της προσφεύγουσας και του N. Tokarev, το Συμβούλιο υποστηρίζει ότι το στοιχείο αριθ. 7 του φακέλου WK 1128/2023 INIT, ήτοι ένα άρθρο που δημοσιεύθηκε στον Τύπο τον Μάρτιο του 2022 σχετικά με το ακίνητο που η προσφεύγουσα κατείχε στη Λεττονία, επιρρωννύει τα στοιχεία που περιέχονται στον αρχικό φάκελο αποδεικτικών στοιχείων ως προς το ότι οι δεσμοί μεταξύ του N. Tokarev και του V. Putin παρείχαν στην οικογένεια Tokarev τη δυνατότητα να αποκτήσει εντυπωσιακά ακίνητα περιουσιακά στοιχεία. Είναι αληθές ότι στο συγκεκριμένο άρθρο μνημονεύεται το γεγονός ότι η οικογένεια Tokarev ωφελήθηκε από τους δεσμούς μεταξύ του Ν. Tokarev και του V. Putin για την αγορά σημαντικών περιουσιακών στοιχείων. Ομοίως, στο εν λόγω άρθρο επισημαίνεται ότι η προσφεύγουσα και ο πρώην σύζυγός της απέκτησαν την περιουσία τους ενόσω ήταν ακόμη νυμφευμένοι, μεταξύ άλλων χάρη σε συμβάσεις που συνήφθησαν μεταξύ της εταιρίας Transneft και των εταιριών του πρώην συζύγου της προσφεύγουσας. Εντούτοις, επισημαίνεται ότι το εν λόγω άρθρο αφορά πραγματικά στοιχεία που ανάγονται σε πλείονα έτη πριν από την έκδοση των πράξεων περί διατήρησης του Μαρτίου του 2023 δεδομένου ότι κάνει λόγο για την κατάσταση της προσφεύγουσας πριν από την έκδοση του διαζυγίου της τον Ιούνιο του 2019. Εξάλλου, στο εν λόγω άρθρο επιβεβαιώνεται ότι, μετά το διαζύγιο, η προσφεύγουσα δεν είναι πλέον ιδιοκτήτρια του ακινήτου που κατείχε, με τον πρώην σύζυγό της, στη Λεττονία. Επομένως, μολονότι το εν λόγω άρθρο θα μπορούσε να συνιστά, το πολύ, στοιχείο του γενικότερου πλαισίου το οποίο καταδεικνύει ότι, στο παρελθόν, μπορεί να υπήρχε ένα σύστημα οικογενειακής διαχείρισης της επιχειρηματικής δραστηριότητας, αντιθέτως, δεν μπορεί να συνιστά αποδεικτικό στοιχείο το οποίο μπορεί να αποδεικνύει σύνδεσμο μεταξύ της ακίνητης περιουσίας της προσφεύγουσας και του N. Tokarev κατά τον χρόνο έκδοσης των πράξεων περί διατήρησης του Μαρτίου του 2023. |
119 |
Για την απόδειξη συνδέσμου μεταξύ της ακίνητης περιουσίας της προσφεύγουσας και του πατέρα της, το Συμβούλιο προβάλλει επίσης το στοιχείο αριθ. 4 του φακέλου WK 1128/2023 INIT, το οποίο, όπως και το στοιχείο αριθ. 16 του αρχικού φακέλου αποδεικτικών στοιχείων, μνημονεύει την ύπαρξη πληροφοριών σχετικά με το ότι η οικογένεια Tokarev αγόρασε θέρετρο αξίας πλειόνων δισεκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ στην Κροατία χάρη σε προσκλήσεις υποβολής προσφορών της Transneft. Διαπιστώνεται όμως ότι το εν λόγω στοιχείο δεν περιέχει καμία διευκρίνιση σε σχέση με τα στοιχεία του αρχικού φακέλου αποδεικτικών στοιχείων όσον αφορά την εικαζόμενη αγορά θερέτρου από τα μέλη της οικογένειας Tokarev. Ως εκ τούτου, για τους ίδιους λόγους με εκείνους που εκτέθηκαν στις σκέψεις 90 και 96 ανωτέρω, το εν λόγω στοιχείο δεν αποδεικνύει την ύπαρξη συνδέσμου μεταξύ της ακίνητης περιουσίας της προσφεύγουσας και του πατέρα της κατά τον χρόνο έκδοσης των πράξεων περί διατήρησης του Μαρτίου του 2023. |
120 |
Διαπιστώνεται ότι κανένα άλλο στοιχείο των φακέλων αποδεικτικών στοιχείων του Ιανουαρίου του 2023 δεν μπορεί να καταδείξει την ύπαρξη συνδέσμου μεταξύ της ακίνητης περιουσίας της προσφεύγουσας και του N. Tokarev κατά τον χρόνο έκδοσης των πράξεων περί διατήρησης του Μαρτίου του 2023. Ως εκ τούτου, η αιτιολογία καταχώρισης ενέχει πλάνη εκτίμησης καθόσον διαπιστώνεται ότι τα ακίνητα της προσφεύγουσας μπορούσαν να συνδεθούν με τον N. Tokarev κατά τον χρόνο έκδοσης των εν λόγω πράξεων. Επομένως, η διατήρηση της καταχώρισης του ονόματος της προσφεύγουσας στους επίδικους καταλόγους βασίζεται εν τοις πράγμασι αποκλειστικά και μόνον στον οικογενειακό δεσμό με τον πατέρα της, στοιχείο το οποίο δεν μπορεί να γίνει δεκτό. |
121 |
Ως εκ τούτου, δεδομένου ότι το Συμβούλιο υπέπεσε επίσης σε πλάνη περί το δίκαιο διατηρώντας την καταχώριση της προσφεύγουσας στους επίδικους καταλόγους ως προσώπου που συνδέεται με τον Stanislav Chemezov (βλ. σκέψεις 45 έως 52 ανωτέρω), διαπιστώνεται ότι η διατήρηση αυτή δεν ήταν δικαιολογημένη. |
122 |
Επομένως, ο λόγος ακυρώσεως που αφορά πλάνη περί το δίκαιο και πλάνη εκτίμησης πρέπει να γίνει δεκτός καθόσον αφορά τις πράξεις περί διατήρησης του Μαρτίου του 2023. |
δ) Επί της εφαρμογής στην προσφεύγουσα του δευτέρου σκέλους του τροποποιηθέντος κριτηρίου ζʹ
123 |
Με το δεύτερο υπόμνημα προσαρμογής, η προσφεύγουσα αμφισβητεί την αξιοπιστία ορισμένων στοιχείων που το Συμβούλιο προσκόμισε με τον φάκελο αποδεικτικών στοιχείων του Ιουνίου του 2023 και υποστηρίζει ότι οι φάκελοι αποδεικτικών στοιχείων του Ιουνίου του 2023 και του Ιουλίου του 2023 δεν περιέχουν αρκούντως βάσιμα πραγματικά στοιχεία προς δικαιολόγηση της καταχώρισης του ονόματός της βάσει του δευτέρου σκέλους του τροποποιηθέντος κριτηρίου ζʹ. |
1) Επί της αξιοπιστίας των αποδεικτικών στοιχείων
124 |
Η προσφεύγουσα αμφισβητεί την αξιοπιστία των άρθρων της πηγής Rospres με την αιτιολογία ότι πρόκειται περί σκανδαλοθηρικού μέσου ενημέρωσης γνωστού για τη διάδοση δυσφημιστικών ισχυρισμών η πρόσβαση στο οποίο έχει περιοριστεί λόγω της άρνησής του να αφαιρέσει δυσφημιστικούς ισχυρισμούς κατόπιν δικαστικών αποφάσεων. Επιπλέον, η προσφεύγουσα επαναλαμβάνει ότι οι δημοσιεύσεις της Moscow Post, όπως και οι δημοσιεύσεις του διαδικτυακού τόπου Rosnadzor, δεν είναι αξιόπιστες, καθότι πρόκειται για πηγές ενημέρωσης οι οποίες είναι γνωστό ότι δημοσιεύουν άρθρα με μόνο σκοπό να θιγεί η υπόληψη προσώπων. |
125 |
Το Συμβούλιο, υποστηριζόμενο από την Επιτροπή, αμφισβητεί την επιχειρηματολογία αυτή. |
126 |
Προς δικαιολόγηση της διατήρησης της καταχώρισης του ονόματος της προσφεύγουσας στους επίδικους καταλόγους με τις πράξεις του Σεπτεμβρίου του 2023 βάσει του δευτέρου σκέλους του τροποποιηθέντος κριτηρίου ζʹ, το Συμβούλιο προσκόμισε τον φάκελο αποδεικτικών στοιχείων του Ιουνίου του 2023 και τον φάκελο αποδεικτικών στοιχείων του Ιουλίου του 2023. |
127 |
Ο φάκελος αποδεικτικών στοιχείων του Ιουνίου του 2023 περιέχει τα ακόλουθα στοιχεία:
|
128 |
Ο φάκελος αποδεικτικών στοιχείων του Ιουλίου του 2023 περιέχει τα ακόλουθα στοιχεία:
|
129 |
Όσον αφορά τις διαθέσιμες πληροφορίες στον διαδικτυακό τόπο Rospres, μολονότι είναι αληθές ότι εις βάρος του συγκεκριμένου μέσου ενημέρωσης έχουν εκδοθεί καταδικαστικές αποφάσεις λόγω δυσφήμισης, εντούτοις επιβάλλεται η διαπίστωση ότι οι αποφάσεις που η προσφεύγουσα προσκόμισε δεν αφορούν το άρθρο που περιλαμβάνεται στο στοιχείο αριθ. 3 του φακέλου αποδεικτικών στοιχείων του Ιουνίου του 2023. Υπενθυμίζεται, πάντως, ότι το γεγονός ότι εις βάρος μέσου ενημέρωσης εκδόθηκαν επανειλημμένως καταδικαστικές αποφάσεις λόγω δυσφήμισης δεν συνεπάγεται ότι όλες οι δημοσιεύσεις του είναι αναξιόπιστες. Ως εκ τούτου, ελλείψει οποιουδήποτε άλλου στοιχείου προς αμφισβήτηση της αξιοπιστίας των πληροφοριών που δημοσιεύονται στον διαδικτυακό τόπο Rospres, το στοιχείο αριθ. 3 του φακέλου αποδεικτικών στοιχείων διατηρεί την αποδεικτική αξία του. |
130 |
Επιπλέον, η προσφεύγουσα δεν κατέδειξε ότι τα άρθρα που δημοσιεύθηκαν στον διαδικτυακό τόπο της Moscow Post και στον διαδικτυακό τόπο Rosnadzor είχαν ως μόνο σκοπό να θίξουν την υπόληψη προσώπων με αποτέλεσμα να στερούνται κάθε αποδεικτικής αξίας. |
131 |
Όσον αφορά τα επιχειρήματα που σκοπούν την αμφισβήτηση του επαρκώς ακριβούς ή συνεκτικού χαρακτήρα ορισμένων στοιχείων των φακέλων αποδεικτικών στοιχείων, υπενθυμίζεται ότι τα εν λόγω επιχειρήματα αφορούν την εκτίμηση του αρκούντως βάσιμου χαρακτήρα των πραγματικών στοιχείων που το Συμβούλιο προέβαλε προς δικαιολόγηση της καταχώρισης του ονόματος της προσφεύγουσας στους επίδικους καταλόγους. |
132 |
Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, λαμβανομένης υπόψη της τρέχουσας συγκυρίας στη Ρωσική Ομοσπονδία και ελλείψει εξουσιών έρευνας του Συμβουλίου σε τρίτες χώρες (βλ. σκέψεις 59 και 60 ανωτέρω), η αποδεικτική αξία των εγγράφων του φακέλου αποδεικτικών στοιχείων του Ιουνίου και του Ιουλίου του 2023 δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. |
2) Επί του βασίμου της διατήρησης της καταχώρισης του ονόματος της προσφεύγουσας βάσει του δευτέρου σκέλους του τροποποιηθέντος κριτηρίου ζʹ
133 |
Κατά την προσφεύγουσα, το δεύτερο σκέλος του τροποποιηθέντος κριτηρίου ζʹ έχει την έννοια ότι δεν αφορά, in abstracto, κάθε όφελος, αλλά τα οφέλη υπό μορφή μεταφορών κεφαλαίων και περιουσιακών στοιχείων που πραγματοποιήθηκαν με σκοπό την απόκρυψη των περιουσιακών στοιχείων και την καταστρατήγηση των περιοριστικών μέτρων που λήφθηκαν εις βάρος του προσώπου το οποίο καταχωρίστηκε αρχικώς στους επίδικους καταλόγους, προκειμένου να διατηρήσει τον έλεγχο των πόρων. Επιπλέον, η προσφεύγουσα εκτιμά ότι το εν λόγω όφελος πρέπει να ανάγεται στον ίδιο χρόνο με τη λήψη των περιοριστικών μέτρων εις βάρος του αρχικώς καταχωρισθέντος στους επίδικους καταλόγους προσώπου και εις βάρος του άμεσου μέλους της οικογένειάς του, άλλως δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι υφίσταται κίνδυνος καταστρατήγησης των περιοριστικών μέτρων. |
134 |
Κατά την προσφεύγουσα, το Συμβούλιο δεν προσκομίζει αρκούντως βάσιμα πραγματικά στοιχεία προς δικαιολόγηση της καταχώρισης του ονόματός της στους επίδικους καταλόγους βάσει του επίμαχου κριτηρίου. Ειδικότερα, η προσφεύγουσα εκτιμά ότι το Συμβούλιο δεν αποδεικνύει την ύπαρξη μεταφοράς κεφαλαίων ή περιουσιακών στοιχείων εκ μέρους του πατέρα της η οποία πραγματοποιήθηκε με σκοπό την απόκρυψη των περιουσιακών στοιχείων του, την καταστρατήγηση των περιοριστικών μέτρων και τη διατήρηση του ελέγχου των πόρων που διαθέτει. Η προσφεύγουσα εκτιμά επίσης ότι το Συμβούλιο δεν απέδειξε την ύπαρξη οφέλους που ανάγεται στον ίδιο χρόνο με τις πράξεις περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2023. Όσον αφορά τη διαπίστωση ότι τα ακίνητά της συνδέονται με τον πατέρα της, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι το Συμβούλιο δεν κατέδειξε ότι τα εν λόγω ακίνητα ανήκαν προηγουμένως σε αυτόν. Επιπλέον, εκτιμά ότι οι εικαζόμενες συναλλαγές απέχουν χρονικά από τη λήψη των περιοριστικών μέτρων εις βάρος του πατέρα της τον Φεβρουάριο του 2022 και, επομένως, δεν υπάρχει βούληση καταστρατήγησης των περιοριστικών μέτρων. Επιπροσθέτως, η προσφεύγουσα εκτιμά ότι οι δεσμοί μεταξύ της εταιρίας Ronin και της εταιρίας Transneft δεν είναι κρίσιμοι όσον αφορά το επιλεγέν κριτήριο καταχώρισης. |
135 |
Το Συμβούλιο, υποστηριζόμενο από την Επιτροπή, αμφισβητεί την επιχειρηματολογία αυτή. |
136 |
Ειδικότερα, το Συμβούλιο υποστηρίζει ότι το δεύτερο σκέλος του τροποποιηθέντος κριτηρίου ζʹ έχει έννοια παρεμφερή με εκείνη του κριτηρίου «σύνδεσης», όπως έχει ερμηνευθεί από το Γενικό Δικαστήριο. Κατά το Συμβούλιο, το προμνησθέν κριτήριο έχει την έννοια ότι πρέπει να εφαρμόζεται στα άμεσα μέλη της οικογένειας που συνδέονται με «κοινά συμφέροντα» με τους εξέχοντες επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται στη Ρωσία, χωρίς εντούτοις να απαιτείται οικονομικής φύσης σύνδεσμος, δεδομένου ότι, ανάλογα με το πλαίσιο και τις περιστάσεις κάθε περίπτωσης, ο εν λόγω σύνδεσμος συνίσταται στο ότι τα άμεσα μέλη της οικογένειας ωφελούνται από τους εν λόγω επιχειρηματίες. |
137 |
Το Συμβούλιο υποστηρίζει ότι το όφελος που η προσφεύγουσα αντλεί από τον πατέρα της χαρακτηρίζεται από το ότι η περιουσία και η επιχειρηματική δραστηριότητά της συνδέονται με αυτόν. Κατά το Συμβούλιο, η προσφεύγουσα απέκτησε περιουσία στον κτηματομεσιτικό τομέα ωφελούμενη από τα καθήκοντα διευθύνοντος συμβούλου που ο πατέρας της ασκεί στην Transneft και από τις σχέσεις του με τον V. Putin. Επιπλέον, το Συμβούλιο εκτιμά ότι απέδειξε εγκύρως, ιδίως βάσει των στοιχείων των φακέλων αποδεικτικών στοιχείων του Ιουνίου και του Ιουλίου του 2023, την ύπαρξη κοινών συμφερόντων που είναι απόρροια πρακτικής οικογενειακής διαχείρισης. Το Συμβούλιο εκτιμά επίσης ότι, ως στοιχείο του γενικότερου πλαισίου, πρέπει να ληφθεί υπόψη η πρακτική οικογενειοκρατίας στη Ρωσία. |
138 |
Επισημαίνεται ότι, με τις πράξεις περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2023, η διατήρηση της καταχώρισης του ονόματος της προσφεύγουσας στους επίδικους καταλόγους δεν είναι αποτέλεσμα της εφαρμογής του κριτηρίου του συνδεδεμένου προσώπου που προβλέπεται στο άρθρο 2, παράγραφος 1, in fine, της απόφασης 2014/145, όπως τροποποιήθηκε. Αφενός, στη συγκεκριμένη αιτιολογία καταχώρισης δεν γίνεται πλέον λόγος για σύνδεση με τον Stanislav Chemezov. Αφετέρου, διαπιστώνοντας ότι η προσφεύγουσα είναι άμεσο μέλος της οικογένειας του N. Tokarev, εξέχοντος επιχειρηματία που δραστηριοποιείται στη Ρωσία, και ότι η προσφεύγουσα ωφελείται από αυτόν, το Συμβούλιο εφάρμοσε ως προς την προσφεύγουσα το κριτήριο που προβλέπεται στο δεύτερο σκέλος του τροποποιηθέντος κριτηρίου ζʹ. |
139 |
Επισημαίνεται ότι το δεύτερο σκέλος του τροποποιηθέντος κριτηρίου ζʹ καθιστά δυνατή την καταχώριση στους επίδικους καταλόγους, μεταξύ άλλων, των άμεσων μελών της οικογένειας ή άλλων προσώπων που ωφελούνται από εξέχοντες επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται στη Ρωσία. |
140 |
Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι, μολονότι το προοίμιο πράξης της Ένωσης δεν έχει δεσμευτική νομική ισχύ και δεν μπορεί να αποτελέσει βάση ούτε για παρέκκλιση από αυτές καθεαυτές τις διατάξεις της οικείας πράξης ούτε για ερμηνεία των διατάξεων αυτών κατά τρόπο αντίθετο προς το γράμμα τους, εντούτοις δύναται να διευκρινίζει το περιεχόμενο των εν λόγω διατάξεων, δεδομένου ότι οι περιλαμβανόμενες στο προοίμιο αιτιολογικές σκέψεις συνιστούν σημαντικά ερμηνευτικά στοιχεία ικανά να αποσαφηνίσουν τη βούληση του συντάκτη της πράξης (βλ. απόφαση της 26ης Ιανουαρίου 2021, Hessischer Rundfunk, C‑422/19 και C‑423/19, EU:C:2021:63, σκέψη 64 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). |
141 |
Εν προκειμένω, κατά την αιτιολογική σκέψη 5 της απόφασης 2023/1094, το συγκεκριμένο κριτήριο καταχώρισης θεσπίστηκε με σκοπό να αυξηθεί η πίεση στην Κυβέρνηση της Ρωσικής Ομοσπονδίας και να αποφευχθεί ο κίνδυνος καταστρατήγησης των περιοριστικών μέτρων. Ειδικότερα, από την εν λόγω αιτιολογική σκέψη προκύπτει κατ’ ουσίαν ότι η αναγκαιότητα καταχώρισης των άμεσων μελών της οικογένειας ή άλλων προσώπων που ωφελούνται από εξέχοντες επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται στη Ρωσία δικαιολογήθηκε από το ότι οι εν λόγω επιχειρηματίες διένειμαν τα κεφάλαια και τα περιουσιακά στοιχεία τους μεταξύ των άμεσων μελών της οικογένειάς τους και άλλων προσώπων, μεταξύ άλλων, με σκοπό την απόκρυψη των εν λόγω περιουσιακών στοιχείων, την καταστρατήγηση των περιοριστικών μέτρων και τη διατήρηση του ελέγχου των πόρων που είχαν στη διάθεσή τους. |
142 |
Επομένως, η έννοια του «οφέλους», κατά το δεύτερο σκέλος του τροποποιηθέντος κριτηρίου ζʹ, πρέπει να ερμηνευθεί λαμβανομένων υπόψη των σκοπών του εν λόγω κριτηρίου, που μνημονεύθηκαν στη σκέψη 141 ανωτέρω, οι οποίοι περιλαμβάνουν την αύξηση του κόστους των δράσεων της Ρωσικής Ομοσπονδίας που υπονομεύουν την εδαφική ακεραιότητα, την κυριαρχία και την ανεξαρτησία της Ουκρανίας. Κατά συνέπεια, το όφελος κατά την έννοια της επίμαχης διάταξης αφορά κάθε όφελος οιασδήποτε φύσης, το οποίο δεν είναι κατ’ ανάγκη αδικαιολόγητο, αλλά το οποίο πρέπει να είναι μη αμελητέο από ποσοτικής ή ποιοτικής απόψεως. Επομένως, μπορεί να πρόκειται περί χρηματοοικονομικού ή μη χρηματοοικονομικού οφέλους, όπως δωρεά, μεταφορά κεφαλαίων ή οικονομικών πόρων, παρέμβαση με σκοπό τη διευκόλυνση της ανάθεσης δημόσιων συμβάσεων, διορισμός ή προαγωγή. Εξάλλου, λαμβανομένου υπόψη του σκοπού αποφυγής των πρακτικών καταστρατήγησης των περιοριστικών μέτρων, που προβλέπεται ρητώς στην αιτιολογική σκέψη 5 της απόφασης 2023/1094, στο δεύτερο σκέλος του τροποποιηθέντος κριτηρίου ζʹ μπορούν επίσης να εμπίπτουν τα οφέλη τα οποία εξέχοντες επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται στη Ρωσία παρέχουν στο πλαίσιο μιας κατάστασης που μπορεί να συνεπάγεται την καταστρατήγηση των εις βάρος τους περιοριστικών μέτρων. |
143 |
Επομένως, αφενός, εσφαλμένως η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η έννοια του «οφέλους» κατά το δεύτερο σκέλος του τροποποιηθέντος κριτηρίου ζʹ πρέπει να περιορίζεται μόνον στα οφέλη υπό μορφή μεταφορών κεφαλαίων με σκοπό την καταστρατήγηση των περιοριστικών μέτρων. Συγκεκριμένα, περιορισμός της έννοιας του «οφέλους» στις μεταφορές κεφαλαίων και μόνο δεν προκύπτει από τη διατύπωση του εν λόγω κριτηρίου και δεν θα καθιστούσε δυνατή την κάλυψη των διαφόρων μορφών που μπορεί να προσλάβει ένα όφελος. Επιπλέον, μολονότι μια κατάσταση η οποία μπορεί να συνεπάγεται την καταστρατήγηση των περιοριστικών μέτρων μπορεί να δικαιολογεί την ύπαρξη οφέλους κατά την έννοια του δευτέρου σκέλους του τροποποιηθέντος κριτηρίου ζʹ, το Συμβούλιο δεν υποχρεούται κατ’ ανάγκη να αποδείξει την ύπαρξη τέτοιας κατάστασης για την καταχώριση του ονόματος προσώπου στους επίδικους καταλόγους βάσει του εν λόγω κριτηρίου. Αφετέρου, το Συμβούλιο δεν μπορεί να υποστηρίζει ότι το δεύτερο σκέλος του τροποποιηθέντος κριτηρίου ζʹ έχει έννοια παρεμφερή με εκείνη του κριτηρίου του συνδεδεμένου προσώπου, που προβλέπεται στο άρθρο 2, παράγραφος 1, in fine, της απόφασης 2014/145, όπως τροποποιήθηκε, καθόσον αφορά πρόσωπα τα οποία συνδέονται με κοινά συμφέροντα. Συγκεκριμένα, τέτοια ερμηνεία θα έχει ως αποτέλεσμα να στερήσει από το δεύτερο σκέλος του τροποποιηθέντος κριτηρίου ζʹ κάθε πρακτική αποτελεσματικότητα, καθόσον θα απολέσει κάθε σημασία σε σχέση με το κριτήριο του συνδεδεμένου προσώπου όταν αυτό εφαρμόζεται σε σχέση με πρόσωπο το όνομα του οποίου καταχωρίστηκε βάσει του κριτηρίου ζʹ. |
144 |
Επιπλέον, εν αντιθέσει προς όσα υποστηρίζει η προσφεύγουσα, τα οφέλη του δευτέρου σκέλους του τροποποιηθέντος κριτηρίου ζʹ δεν μπορούν να περιορίζονται στα οφέλη που παρέχουν, σε ημερομηνία σύγχρονη της καταχώρισής τους στους επίδικους καταλόγους, εξέχοντες επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται στη Ρωσία σε άμεσο μέλος της οικογένειάς τους ή σε άλλα πρόσωπα. Συγκεκριμένα, τέτοιος χρονικός περιορισμός των οφελών που μπορούν να ληφθούν υπόψη για την εφαρμογή του εν λόγω κριτηρίου δεν προκύπτει από το γράμμα της οικείας διάταξης. Επιπλέον, η ως άνω συσταλτική ερμηνεία που προτείνει η προσφεύγουσα δεν θα είναι συμβατή με τους σκοπούς που επιδιώκονται με τη θέσπιση του συγκεκριμένου κριτηρίου, ήτοι την αύξηση της πίεσης στην Κυβέρνηση της Ρωσικής Ομοσπονδίας και την αποφυγή του κινδύνου καταστρατήγησης των περιοριστικών μέτρων, μεταξύ άλλων, μέσω οφελών που εξέχοντες επιχειρηματίες παρείχαν πριν από την καταχώριση του ονόματός τους στους επίδικους καταλόγους. |
145 |
Πάντως, οι περιστάσεις της χορήγησης του οφέλους και η παρέλευση χρόνου μεταξύ της χορήγησης οφέλους από επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται στη Ρωσία και της ημερομηνίας καταχώρισης του ονόματός τους στους επίδικους καταλόγους είναι στοιχεία τα οποία πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για την εκτίμηση του βασίμου της καταχώρισης του προσώπου που έλαβε το επίμαχο όφελος. Εν πάση περιπτώσει, το όφελος που λήφθηκε από το πρόσωπο το όνομα του οποίου καταχωρίστηκε στους επίδικους καταλόγους δυνάμει του δευτέρου σκέλους του τροποποιηθέντος κριτηρίου ζʹ, ή τουλάχιστον οι συνέπειές του, πρέπει να εξακολουθεί να υφίσταται κατά τον χρόνο λήψης των περιοριστικών μέτρων εις βάρος του εν λόγω προσώπου. |
146 |
Επιπλέον, η ερμηνεία του δευτέρου σκέλους του τροποποιηθέντος κριτηρίου ζʹ πρέπει να είναι σύμφωνη προς την αρχή της ασφάλειας δικαίου. Υπενθυμίζεται ότι το καθεστώς περιοριστικών μέτρων λόγω της κατάστασης στην Ουκρανία εφαρμόστηκε, κατ’ αρχάς, με την έκδοση της απόφασης 2014/145, ως απάντηση στην προσάρτηση της Κριμαίας και στην αποσταθεροποίηση της ανατολικής Ουκρανίας στο τέλος του Φεβρουαρίου του 2014, και ενοποιήθηκε σταδιακά με σκοπό την προσαρμογή του στη σοβαρότητα της υπονόμευσης, εκ μέρους της Ρωσικής Ομοσπονδίας, της εδαφικής ακεραιότητας, της κυριαρχίας και της ανεξαρτησίας της Ουκρανίας. Κατά συνέπεια, δεδομένου ότι τα επίμαχα περιοριστικά μέτρα αποτελούν συνέχεια της απάντησης της Ένωσης στις πολιτικές και τις δραστηριότητες των ρωσικών αρχών που αφορούν ειδικώς την Ουκρανία, αρχής γενομένης της προσάρτησης της Κριμαίας, το Συμβούλιο δεν μπορεί, δυνάμει του δευτέρου σκέλους του τροποποιηθέντος κριτηρίου ζʹ, να προβάλει οφέλη η χορήγηση των οποίων, από εξέχοντες επιχειρηματίες προς τα άμεσα μέλη της οικογένειάς τους ή άλλα πρόσωπα, είναι προγενέστερη του τέλους του Φεβρουαρίου του 2014 (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 30ής Νοεμβρίου 2016, Rotenberg κατά Συμβουλίου, T‑720/14, EU:T:2016:689, σκέψη 92). |
147 |
Με γνώμονα την ως άνω ερμηνεία του δευτέρου σκέλους του τροποποιηθέντος κριτηρίου ζʹ πρέπει να εξεταστεί αν το Συμβούλιο διέθετε αρκούντως βάσιμα πραγματικά στοιχεία προς δικαιολόγηση της εφαρμογής του εν λόγω κριτηρίου στην προσφεύγουσα με τις πράξεις περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2023. |
148 |
Εν προκειμένω, η διατήρηση της καταχώρισης του ονόματος της προσφεύγουσας στους επίδικους καταλόγους δικαιολογείται, αφενός, από το γεγονός ότι η ακίνητη περιουσία της μπορεί να συνδέεται με τον πατέρα της και, αφετέρου, από την ύπαρξη δεσμών μεταξύ της προσφεύγουσας και της εταιρίας Ronin, η οποία φέρεται ως υπεύθυνη για τη διαχείριση του συνταξιοδοτικού ταμείου της εταιρίας Transneft. Παρά τη μεταβολή του κριτηρίου καταχώρισης που εφαρμόστηκε στην προσφεύγουσα, η αιτιολογία καταχώρισης είναι πανομοιότυπη με εκείνη των πράξεων περί διατήρησης του Μαρτίου του 2023. |
149 |
Κατά πρώτον, επισημαίνεται ότι το Συμβούλιο δεν μπορούσε να βασιστεί στην ύπαρξη επιχειρηματικών σχέσεων της προσφεύγουσας με τις εταιρίες Ronin Trust και Ronin Europe για τη διαπίστωση δεσμού μεταξύ της προσφεύγουσας και του N. Tokarev μέσω της εταιρίας Transneft (βλ. σκέψεις 80 έως 84 ανωτέρω) καθώς και ότι, με τους φακέλους αποδεικτικών στοιχείων του Ιουνίου και του Ιουλίου του 2023, το Συμβούλιο δεν προσκόμισε στοιχεία ικανά να αναιρέσουν το συγκεκριμένο συμπέρασμα. Ως εκ τούτου, οι εν λόγω επιχειρηματικές σχέσεις δεν συνιστούν όφελος το οποίο αντλήθηκε από τον N. Tokarev κατά την έννοια του δευτέρου σκέλους του τροποποιηθέντος κριτηρίου ζʹ. Επομένως, τα επιχειρήματα με τα οποία το Συμβούλιο επιδιώκει να αποδείξει την ύπαρξη οφέλους αντλούμενου από τον σύνδεσμο μεταξύ της προσφεύγουσας και της εταιρίας Ronin Europe, καθώς και τα επιχειρήματα σχετικά με τη συνέχιση των επιχειρηματικών σχέσεων της προσφεύγουσας και της εταιρίας Ronin Trust δεν μπορούν να γίνουν δεκτά προς δικαιολόγηση του βασίμου των πράξεων περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2023. |
150 |
Κατά δεύτερον, στο μέτρο που με την αιτιολογία καταχώρισης γίνεται μνεία σε σύνδεσμο μεταξύ της ακίνητης περιουσίας της προσφεύγουσας και του N. Tokarev, πρέπει να εξακριβωθεί αν τα πραγματικά στοιχεία στα οποία βασίστηκε το Συμβούλιο περιέχουν στοιχεία που καταδεικνύουν ότι η εν λόγω περιουσία μπορεί να συνιστά όφελος που η προσφεύγουσα άντλησε από τον πατέρα της κατά την έννοια του δευτέρου σκέλους του τροποποιηθέντος κριτηρίου ζʹ. |
151 |
Πρώτον, όσον αφορά το ακίνητο που βρίσκεται στην Jūrmala στη Λεττονία, η προσφεύγουσα κατέδειξε ότι, από την έκδοση του διαζυγίου της τον Ιούνιο του 2019, δεν έχει πλέον συμμετοχές στην εταιρία Dzintaru 34, ιδιοκτήτρια του συγκεκριμένου ακινήτου (βλ. σκέψη 88 ανωτέρω). Κατά τα λοιπά, η ως άνω διαπίστωση επιβεβαιώνεται από το στοιχείο αριθ. 7 του φακέλου αποδεικτικών στοιχείων WK 1128/2023 INIT και το στοιχείο αριθ. 1 του φακέλου αποδεικτικών στοιχείων του Ιουλίου του 2023. Ως εκ τούτου, δεδομένου ότι η προσφεύγουσα δεν κατείχε πλέον το προμνησθέν ακίνητο κατά τον χρόνο έκδοσης των πράξεων περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου 2023, το εν λόγω ακίνητο δεν μπορεί να δικαιολογήσει τη διατήρηση της καταχώρισης του ονόματός της στους επίδικους καταλόγους βάσει του δευτέρου σκέλους του τροποποιηθέντος κριτηρίου ζʹ. |
152 |
Δεύτερον, όσον αφορά τα ακίνητα που βρίσκονται στην Κροατία, από το στοιχείο αριθ. 5 του φακέλου αποδεικτικών στοιχείων του Ιουλίου του 2023 προκύπτει ότι η προσφεύγουσα αγόρασε τη βίλα Karolina το 2009. Ακόμη και αν γίνει δεκτό όμως ότι το εν λόγω ακίνητο μπορεί να θεωρηθεί ως όφελος αντληθέν από τον πατέρα της προσφεύγουσας, το όφελος ανάγεται σε διάστημα προγενέστερο της προσάρτησης της Κριμαίας τον Φεβρουάριο του 2014. Επομένως, προς δικαιολόγηση της διατήρησης της καταχώρισης του ονόματος της προσφεύγουσας στους επίδικους καταλόγους βάσει του δευτέρου σκέλους του τροποποιηθέντος κριτηρίου ζʹ, το Συμβούλιο δεν μπορούσε να βασιστεί στο γεγονός ότι η προσφεύγουσα κατείχε, μέσω της εταιρίας Katina, τη βίλα Karolina κατά τον χρόνο έκδοσης των πράξεων περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2023. Όσον αφορά το διαμέρισμα στην Κροατία αξίας περίπου 700000 ευρώ το οποίο η προσφεύγουσα κατέχει μέσω της εταιρίας TGA, διαπιστώνεται ότι στα αποδεικτικά στοιχεία δεν διευκρινίζεται η ημερομηνία αγοράς του εν λόγω ακινήτου ούτε περιέχεται οποιαδήποτε πληροφορία που θα μπορούσε να οδηγήσει στη διαπίστωση ότι μπορεί να συνιστά όφελος το οποίο η προσφεύγουσα άντλησε από τον πατέρα της. Επομένως, το γεγονός και μόνον ότι η προσφεύγουσα κατέχει το συγκεκριμένο ακίνητο στην Κροατία δεν μπορούσε να δικαιολογήσει τη διατήρηση της καταχώρισης του ονόματός της στους επίδικους καταλόγους βάσει του κριτηρίου καταχώρισης που λήφθηκε υπόψη εις βάρος της. |
153 |
Όσον αφορά το θέρετρο αξίας πλειόνων δισεκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ το οποίο η οικογένεια Tokarev φέρεται να αγόρασε στην Κροατία, τα στοιχεία που περιέχονται στους φακέλους αποδεικτικών στοιχείων του Ιουνίου και του Ιουλίου του 2023 δεν αίρουν τις αμφιβολίες που απορρέουν από την αοριστία των στοιχείων του αρχικού φακέλου αποδεικτικών στοιχείων και του φακέλου WK 1128/2023 INIT (βλ. σκέψεις 90 και 119 ανωτέρω). Συγκεκριμένα, επισημαίνεται ότι το στοιχείο αριθ. 4 του φακέλου αποδεικτικών στοιχείων του Ιουνίου του 2023 και τα στοιχεία αριθ. 2, αριθ. 4, αριθ. 6 και αριθ. 7 του φακέλου αποδεικτικών στοιχείων του Ιουλίου του 2023 δεν περιέχουν συμπληρωματικές πληροφορίες σε σχέση με εκείνες που περιέχονται στον αρχικό φάκελο αποδεικτικών στοιχείων και σε άρθρο της Moscow Post που δημοσιεύθηκε το 2016 (παράρτημα D.1). Είναι αληθές ότι το στοιχείο αριθ. 4 του φακέλου αποδεικτικών στοιχείων του Ιουνίου του 2023 και τα στοιχεία αριθ. 2 και αριθ. 4 του φακέλου αποδεικτικών στοιχείων του Ιουλίου του 2023 επιβεβαιώνουν ότι η προσφεύγουσα εισέπραξε, κατά τη διάρκεια του 2005, εισοδήματα από την εταιρία με την επωνυμία Caprice-Stell η οποία κατείχε έμμεσα συμμετοχές σε ξενοδοχειακή εταιρία, η οποία φερόταν ως ιδιοκτήτρια θερέτρου στην Κροατία. Εντούτοις, ακόμη και αν γίνει δεκτό ότι το γεγονός ότι η προσφεύγουσα εισέπραξε εισοδήματα από την Caprice-Stell μπορεί να συνιστά απόδειξη της αγοράς θερέτρου, διαπιστώνεται ότι τα πραγματικά στοιχεία ανάγονται στο μακρινό παρελθόν, προ της προσάρτησης της Κριμαίας τον Φεβρουάριο του 2014. Κατά τα λοιπά, κανένα στοιχείο των φακέλων αποδεικτικών στοιχείων δεν καταδεικνύει ότι η προσφεύγουσα εισέπραξε αμοιβή από την Caprice-Stell μετά το 2005 ούτε ότι η προσφεύγουσα κατείχε άμεσα ή έμμεσα θέρετρο στην Κροατία κατά τον χρόνο έκδοσης των πράξεων περί καταχώρισης του Σεπτεμβρίου του 2023. Αντιθέτως, από το στοιχείο αριθ. 5 του φακέλου αποδεικτικών στοιχείων του Ιουλίου του 2023 προκύπτει ότι, στην Κροατία, τον Μάρτιο του 2023 η προσφεύγουσα ήταν ιδιοκτήτρια μόνον της βίλας Karolina, την οποία κατείχε μέσω της εταιρίας Katina, και ενός διαμερίσματος αξίας περίπου 700000 ευρώ, το οποίο κατείχε μέσω της εταιρίας TGA. Κατά συνέπεια, το Συμβούλιο δεν μπορεί να βασιστεί στην εικασία ότι η προσφεύγουσα αγόρασε θέρετρο στην Κροατία προς δικαιολόγηση της διατήρησης της καταχώρισης του ονόματός της στους επίδικους καταλόγους βάσει του δευτέρου σκέλους του τροποποιηθέντος κριτηρίου ζʹ. |
154 |
Τρίτον, όσον αφορά τα ακίνητα στη Μόσχα, υπενθυμίζεται ότι οι δεσμοί μεταξύ των εταιριών του ομίλου RPA και της εταιρίας Ronin Trust δεν μπορούν να αποδείξουν την ύπαρξη συνδέσμου μεταξύ της προσφεύγουσας και του πατέρα της. Ως εκ τούτου, ακόμη και αν γίνει δεκτό ότι υπάρχει σύνδεσμος μεταξύ της Ronin Trust και της εταιρίας Ostozhenka 19, μέσω της οποίας η προσφεύγουσα κατέχει την ιστορική κατοικία που μνημονεύθηκε στη σκέψη 87 ανωτέρω, το γεγονός αυτό δεν είναι κρίσιμο προκειμένου να διαπιστωθεί ότι το συγκεκριμένο ακίνητο συνιστά όφελος που αντλήθηκε από τον N. Tokarev μετά τον προσάρτηση της Κριμαίας τον Φεβρουάριο του 2014. Ομοίως, το Συμβούλιο δεν προβάλλει κανένα στοιχείο προς στήριξη του επιχειρήματος ότι το διαμέρισμα που βρίσκεται στην οδό Brusov συνιστά τέτοιο όφελος. Κατά τα λοιπά, διαπιστώνεται ότι οι φάκελοι αποδεικτικών στοιχείων δεν περιέχουν αρκούντως συγκεκριμένες, σαφείς και συγκλίνουσες ενδείξεις βάσει των οποίων θα μπορούσε να διαπιστωθεί η ύπαρξη δεσμών μεταξύ ενός εκ των ως άνω ακινήτων, της εταιρίας Transneft ή του N. Tokarev που θα μπορούσαν να αποδείξουν ότι ένα εξ αυτών συνιστά όφελος το οποίο η προσφεύγουσα άντλησε από τον πατέρα της κατά την έννοια του δευτέρου σκέλους του τροποποιηθέντος κριτηρίου ζʹ. |
155 |
Τέταρτον, προκειμένου να διαπιστώσει ότι η προσφεύγουσα αντλεί όφελος από τον πατέρα της στον κτηματομεσιτικό τομέα, το Συμβούλιο δεν μπορεί να βασιστεί στο ότι η προσφεύγουσα κατείχε, κατά τον χρόνο έκδοσης των πράξεων περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2023, συμμετοχές στο θέρετρο Gelendzhik Resort Meridian. Συγκεκριμένα, δεδομένου ότι το εν λόγω ακίνητο δεν μνημονεύεται μεταξύ των ακινήτων που παρατίθενται στην αιτιολογία καταχώρισης στις πράξεις περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2023, εκτός εάν διαπιστωθεί αντικατάσταση της αιτιολογίας, το Συμβούλιο δεν μπορεί να προβάλει το γεγονός ότι η προσφεύγουσα κατέχει συμμετοχές στο εν λόγω ακίνητο προς δικαιολόγηση του βασίμου των εν λόγω πράξεων. Εν πάση περιπτώσει, διαπιστώνεται ότι το Συμβούλιο δεν απέδειξε ότι το εν λόγω ακίνητο, το οποίο η προσφεύγουσα κατέχει, ειδικότερα με τον Stanislav Chemezov, μπορούσε να συνδέεται με τον N. Tokarev. |
156 |
Επομένως, λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω παρατηρήσεων, ορθώς η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι το Συμβούλιο δεν διέθετε αρκούντως βάσιμα πραγματικά στοιχεία προκειμένου να καταδείξει ότι, κατά την έκδοση των πράξεων περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2023, ακίνητο της περιουσίας της συνιστούσε όφελος το οποίο άντλησε από τον N. Tokarev κατά την έννοια του δευτέρου σκέλους του τροποποιηθέντος κριτηρίου ζʹ. |
157 |
Τα επιχειρήματα του Συμβουλίου δεν είναι ικανά να ανατρέψουν το συμπέρασμα αυτό. |
158 |
Πρώτον, όσον αφορά το επιχείρημα ότι η επιχειρηματική δραστηριότητα της προσφεύγουσας συνδεόταν με τον πατέρα της όταν η προσφεύγουσα κατείχε την εταιρία Irvin 2, διότι, κατά τα στοιχεία αριθ. 3 και αριθ. 5 του φακέλου αποδεικτικών στοιχείων του Ιουνίου του 2023, ο N. Tokarev είχε ασκήσει πίεση σε υπουργό Υγείας για τη διευκόλυνση της ανάθεσης συμβάσεων στην εν λόγω εταιρία, επισημαίνεται ότι το συγκεκριμένο πραγματικό στοιχείο αφορούσε τον φαρμακευτικό τομέα, και όχι την ακίνητη περιουσία της προσφεύγουσας. Λαμβανομένης όμως υπόψη, της διατύπωσης της αιτιολογίας καταχώρισης, στην οποία μνημονεύεται μόνον η ακίνητη περιουσία της προσφεύγουσας, το Συμβούλιο δεν μπορεί να προβάλει όφελος που άντλησε η προσφεύγουσα το οποίο ουδόλως συνδέεται με την ακίνητη περιουσία της. Εν πάση περιπτώσει, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι το συγκεκριμένο πραγματικό στοιχείο ανάγεται σε μακρινό παρελθόν, προ της προσάρτησης της Κριμαίας. |
159 |
Δεύτερον, όσον αφορά το πραγματικό στοιχείο που προκύπτει από το στοιχείο αριθ. 7 του φακέλου αποδεικτικών στοιχείων του Ιουλίου του 2023, κατά το οποίο ο πρώην σύζυγος της προσφεύγουσας ήταν δικαιούχος εταιριών που συνήψαν συμβάσεις με την εταιρία Transneft, μεταξύ άλλων μετά την προσάρτηση της Κριμαίας, είναι αληθές ότι τέτοιο στοιχείο θα ήταν κρίσιμο για να καταδειχθεί η ύπαρξη ενός συστήματος οικογενειακής διαχείρισης της επιχειρηματικής δραστηριότητας ικανού να αυξήσει την περιουσία της προσφεύγουσας σε χρονική περίοδο κατάλληλη για τον σκοπό της εκτίμησης της ύπαρξης οφέλους κατά την έννοια του δευτέρου σκέλους του τροποποιηθέντος κριτηρίου ζʹ. Εντούτοις, μολονότι στην αιτιολογία καταχώρισης η ακίνητη περιουσία της προσφεύγουσας μνημονεύεται ως όφελος κατά την έννοια του ως άνω κριτηρίου, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι το Συμβούλιο δεν προβάλλει κανένα στοιχείο το οποίο θα μπορούσε να αποδείξει την ύπαρξη συνδέσμου μεταξύ των συμβάσεων της Transneft, από τις οποίες φέρεται να ωφελήθηκε έμμεσα ο πρώην σύζυγος της προσφεύγουσας, και ενδεχόμενης αύξησης της ακίνητης περιουσίας της προσφεύγουσας. Επιπλέον, όπως προκύπτει από τη σκέψη 154 ανωτέρω, τα στοιχεία των φακέλων αποδεικτικών στοιχείων δεν περιέχουν αρκούντως συγκεκριμένες, σαφείς και συγκλίνουσες ενδείξεις βάσει των οποίων μπορεί να αποδειχθεί η ύπαρξη τέτοιου συνδέσμου. |
160 |
Τρίτον, προς στήριξη της επιχειρηματολογίας του σχετικά με την οικογενειακή διαχείριση της επιχειρηματικής δραστηριότητας, το Συμβούλιο δεν μπορεί να βασιστεί στις πληροφορίες που περιέχονται στο στοιχείο αριθ. 4 του φακέλου αποδεικτικών στοιχείων του Ιουνίου του 2023 και στο στοιχείο αριθ. 2 του φακέλου αποδεικτικών στοιχείων του Ιουλίου του 2023. Συγκεκριμένα, τα ως άνω στοιχεία, το περιεχόμενο των οποίων είναι κατ’ ουσίαν παρόμοιο, αφορούν παλαιότερη επιχειρηματική σχέση της προσφεύγουσας και ενός εκ των πρώην εταίρων της στην εταιρία με την επωνυμία Région-Finance. Διαπιστώνεται όμως ότι τα εν λόγω στοιχεία δεν αποδεικνύουν ανάμειξη του N. Tokarev στη συγκεκριμένη επιχειρηματική σχέση. Εξάλλου, όπως ορθώς επισημαίνει η προσφεύγουσα, τα μνημονευόμενα πραγματικά στοιχεία δεν συνδέονται με την αιτιολογία καταχώρισης. Το Συμβούλιο προβάλλει το στοιχείο αριθ. 2 του φακέλου αποδεικτικών στοιχείων του Ιουνίου του 2023 προκειμένου να αποδείξει την ύπαρξη ενός συστήματος οικογενειακής διαχείρισης το οποίο αφορά το θέρετρο Gelendzhik Resort Meridian. Διαπιστώνεται όμως ότι στο συγκεκριμένο στοιχείο μνημονεύεται μόνον ότι η προσφεύγουσα κατέχει συμμετοχές στο εν λόγω θέρετρο με τον Stanislav Chemezov και ότι δεν αποδεικνύεται οποιοσδήποτε σύνδεσμος μεταξύ του επίμαχου θερέτρου και του N. Tokarev. Όσον αφορά το στοιχείο αριθ. 6 του φακέλου αποδεικτικών στοιχείων του Ιουλίου του 2023, διαπιστώνεται ότι δεν παρέχει συμπληρωματικές πληροφορίες, σε σχέση με άλλα στοιχεία που περιέχονται στους φακέλους αποδεικτικών στοιχείων, όσον αφορά το θέρετρο στην Κροατία ή το θέρετρο Gelendzhik Resort Meridian, μέσω των οποίων θα μπορούσε να διαπιστωθεί η ύπαρξη οφέλους που αντλήθηκε από τον N. Tokarev. Ομοίως, για τους ίδιους λόγους με τους προεκτεθέντες, το Συμβούλιο δεν μπορεί να προβάλει την επιχειρηματική σχέση της προσφεύγουσας με τον πρώην εταίρο της στην εταιρία Région-Finance προς απόδειξη της ύπαρξης συνδέσμου με τον πατέρα της. |
161 |
Τέταρτον, το Συμβούλιο δεν μπορεί να προβάλει πλαίσιο χαρακτηριζόμενο από οικογενειοκρατία ούτε να βασιστεί στο γεγονός και μόνον ότι, κατά τον χρόνο έκδοσης των πράξεων περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2023, η προσφεύγουσα ήταν εύπορη επιχειρηματίας που κατείχε σημαντική ακίνητη περιουσία προς δικαιολόγηση της καταχώρισης του ονόματός της βάσει του δευτέρου σκέλους του τροποποιηθέντος κριτηρίου ζʹ. Συγκεκριμένα, δεδομένου ότι από την αιτιολογία καταχώρισης προκύπτει κατ’ ουσίαν ότι η ακίνητη περιουσία της προσφεύγουσας συνιστά το όφελος που άντλησε από τον N. Tokarev, το Συμβούλιο έπρεπε να καταδείξει ότι ο πατέρας της προσφεύγουσας είχε συμβάλει στην αύξηση της εν λόγω ακίνητης περιουσίας μετά την προσάρτηση της Κριμαίας τον Φεβρουάριο του 2014. Από τα προεκτεθέντα προκύπτει όμως ότι το Συμβούλιο δεν μνημόνευσε την ύπαρξη δέσμης αρκούντως συγκεκριμένων, σαφών και συγκλινουσών ενδείξεων βάσει των οποίων μπορεί να αποδειχθεί τέτοια αύξηση της ακίνητης περιουσίας της προσφεύγουσας. Κατά τα λοιπά, διαπιστώνεται ότι το Συμβούλιο δεν απέδειξε επίσης ότι ο N. Tokarev είχε συμβάλει σε μη αμελητέα αύξηση της μη ακίνητης περιουσίας της προσφεύγουσας μετά την προσάρτηση της Κριμαίας. |
162 |
Ως εκ τούτου, ο λόγος ακυρώσεως που αφορά πλάνη εκτίμησης πρέπει να γίνει δεκτός καθόσον αφορά τις πράξεις περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2023. |
163 |
Επομένως, λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των προεκτεθέντων, χωρίς να χρειάζεται να εξεταστούν οι λοιποί λόγοι ακυρώσεως και η ένσταση ελλείψεως νομιμότητας που αφορά το δεύτερο σκέλος του τροποποιηθέντος κριτηρίου ζʹ, οι προσβαλλόμενες πράξεις πρέπει να ακυρωθούν κατά το μέτρο που αφορούν την προσφεύγουσα. |
2. Επί των αποτελεσμάτων της ακύρωσης των προσβαλλομένων πράξεων
164 |
Με το δεύτερο αίτημά του, το Συμβούλιο ζήτησε, σε περίπτωση που το Γενικό Δικαστήριο ακυρώσει τις προσβαλλόμενες πράξεις κατά το μέρος που αφορούν την προσφεύγουσα, να διατηρήσει σε ισχύ τα αποτελέσματα των αποφάσεων 2022/1530, 2023/572 και 2023/1767, καθόσον αφορούν την προσφεύγουσα, έως ότου αρχίσει να παράγει αποτελέσματα η μερική ακύρωση των εκτελεστικών κανονισμών 2022/1529, 2023/571 και 2023/1765. |
165 |
Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι, με τις αποφάσεις 2022/1530, 2023/572 και 2023/1767, το Συμβούλιο επικαιροποίησε τον κατάλογο των προσώπων που υπόκεινται στα περιοριστικά μέτρα του παραρτήματος I της απόφασης 2014/145, όπως τροποποιήθηκε, διατηρώντας την καταχώριση του ονόματος της προσφεύγουσας στον εν λόγω κατάλογο έως τις 15 Μαρτίου 2024. |
166 |
Με τη δε απόφαση (ΚΕΠΠΑ) 2024/847, της 12ης Μαρτίου 2024, για την τροποποίηση της απόφασης 2014/145 (ΕΕ L, 2024/847), το Συμβούλιο επικαιροποίησε τον κατάλογο των προσώπων που υπόκεινται στα περιοριστικά μέτρα του παραρτήματος I της απόφασης 2014/145, όπως τροποποιήθηκε, διατηρώντας το όνομα της προσφεύγουσας στον εν λόγω κατάλογο έως τις 15 Σεπτεμβρίου 2024. |
167 |
Επομένως, μολονότι η ακύρωση των αποφάσεων 2022/1530, 2023/572 και 2023/1767, κατά το μέτρο που αφορούν την προσφεύγουσα, συνεπάγεται την ακύρωση της διατήρησης της καταχώρισής της στον κατάλογο του παραρτήματος I της απόφασης 2014/145, όπως τροποποιήθηκε, για το διάστημα από τις 15 Σεπτεμβρίου 2022 έως τις 15 Μαρτίου 2024, η εν λόγω ακύρωση δεν εκτείνεται, αντιθέτως, στην απόφαση 2024/847, την οποία δεν αφορά η υπό κρίση προσφυγή. |
168 |
Κατά συνέπεια, δεδομένου ότι, μέχρι σήμερα, η προσφεύγουσα υπόκειται σε νέα περιοριστικά μέτρα, το επικουρικό αίτημα του Συμβουλίου σχετικά με τα διαχρονικά αποτελέσματα της μερικής ακύρωσης των αποφάσεων 2022/1530, 2023/572 και 2023/1767 έχει καταστεί άνευ αντικειμένου. |
Β. Επί της αγωγής αποζημιώσεως
169 |
Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η ανανέωση των εις βάρος της περιοριστικών μέτρων, μέσω των πράξεων περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2022, της προκάλεσε ηθική βλάβη. Κατ’ αυτήν, οι εν λόγω πράξεις προκάλεσαν ηθική απαξίωση και δυσπιστία έναντί της. Κατά την προσφεύγουσα, η προσβολή της υπόληψής της είναι σημαντική, κατά μείζονα λόγο διότι διατηρεί κοινωνικές σχέσεις στα κράτη μέλη, και ειδικότερα στην Κροατία και στην Κύπρο. Δεδομένου ότι η καταχώριση του ονόματός της στους επίδικους καταλόγους ανακοινώθηκε και δημοσιοποιήθηκε ευρέως, η προσφεύγουσα εκτιμά ότι η ακύρωση των προσβαλλόμενων πράξεων δεν μπορεί να αποκαταστήσει τη βλάβη που υπέστη. Εξάλλου, με τις παρατηρήσεις της επί του υπομνήματος παρεμβάσεως της Επιτροπής, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η προσβολή της υπόληψής της είναι επίσης απόρροια της ανάκλησης της κυπριακής ιθαγένειας μετά την καταχώριση του ονόματός της στους επίδικους καταλόγους. |
170 |
Το Συμβούλιο, υποστηριζόμενο από την Επιτροπή, αμφισβητεί την επιχειρηματολογία αυτή. |
171 |
Από τη νομολογία προκύπτει ότι η θεμελίωση της εξωσυμβατικής ευθύνης της Ένωσης εξαρτάται από τη συνδρομή ενός συνόλου προϋποθέσεων, συγκεκριμένα δε την ύπαρξη κατάφωρης παράβασης κανόνα δικαίου ο οποίος αποσκοπεί στην απονομή δικαιωμάτων στους ιδιώτες, το υποστατό της ζημίας και την ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της παράβασης της υποχρέωσης που υπέχει το όργανο που εξέδωσε την πράξη και της ζημίας που υπέστησαν οι ζημιωθέντες (πρβλ. απόφαση της 19ης Απριλίου 2012, Artegodan κατά Επιτροπής, C‑221/10 P, EU:C:2012:216, σκέψη 80 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). |
172 |
Κατά πάγια νομολογία, οι προϋποθέσεις για τη θεμελίωση της εξωσυμβατικής ευθύνης της Ένωσης κατά την έννοια του άρθρου 340, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ, είναι σωρευτικές (πρβλ. απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2010, Fahas κατά Συμβουλίου, T‑49/07, EU:T:2010:499, σκέψη 93, και διάταξη της 17ης Φεβρουαρίου 2012, Dagher κατά Συμβουλίου, T‑218/11, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2012:82, σκέψη 34). Επομένως, εφόσον δεν συντρέχει μία από τις προϋποθέσεις αυτές, η αγωγή πρέπει να απορρίπτεται στο σύνολό της, χωρίς να χρειάζεται να εξετασθούν οι λοιπές προϋποθέσεις (πρβλ. αποφάσεις της 9ης Σεπτεμβρίου 1999, Lucaccioni κατά Επιτροπής, C‑257/98 P, EU:C:1999:402, σκέψη 14, και της 26ης Οκτωβρίου 2011, Dufour κατά ΕΚΤ, T‑436/09, EU:T:2011:634, σκέψη 193). |
173 |
Κατά πάγια νομολογία, η διαπίστωση του παράνομου χαρακτήρα ενωσιακής νομικής πράξης, για παράδειγμα στο πλαίσιο προσφυγής ακυρώσεως, δεν αρκεί, όσο αποδοκιμαστέα και αν είναι η παρανομία αυτή, για να κριθεί ότι στοιχειοθετείται άνευ ετέρου η εξωσυμβατική ευθύνη της Ένωσης, η οποία προϋποθέτει τον παράνομο χαρακτήρα της συμπεριφοράς που προσάπτεται στα θεσμικά όργανα. Συγκεκριμένα, προκειμένου να γίνει δεκτό ότι πληρούται η προϋπόθεση αυτή, η νομολογία απαιτεί ο ενάγων να αποδείξει ότι το οικείο θεσμικό όργανο δεν διέπραξε απλή παρανομία, αλλά κατάφωρη παράβαση κανόνα δικαίου ο οποίος αποσκοπεί στην απονομή δικαιωμάτων στους ιδιώτες (αποφάσεις της 5ης Ιουνίου 2019, Bank Saderat κατά Συμβουλίου, T‑433/15, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2019:374, σκέψη 48, και της 7ης Ιουλίου 2021, HTTS κατά Συμβουλίου, T‑692/15 RENV, EU:T:2021:410, σκέψη 53). |
174 |
Η απαίτηση περί κατάφωρης παράβασης κανόνα δικαίου της Ένωσης απορρέει από την ανάγκη στάθμισης μεταξύ, αφενός, της προστασίας των ιδιωτών έναντι των παράνομων ενεργειών των θεσμικών οργάνων και, αφετέρου, της διακριτικής ευχέρειας που πρέπει να καταλείπεται στα εν λόγω θεσμικά όργανα προκειμένου να μην παραλύει η δράση τους. Η στάθμιση αυτή είναι ακόμη πιο σημαντική στον τομέα των περιοριστικών μέτρων, όπου τα εμπόδια που αντιμετωπίζει το Συμβούλιο ως προς τη διαθεσιμότητα των πληροφοριών καθιστούν συχνά ιδιαιτέρως δύσκολη την αξιολόγηση στην οποία αυτό οφείλει να προβαίνει (αποφάσεις της 10ης Σεπτεμβρίου 2019, HTTS κατά Συμβουλίου, C‑123/18 P, EU:C:2019:694, σκέψη 34, και της 7ης Ιουλίου 2021, Bateni κατά Συμβουλίου, T‑455/17, EU:T:2021:411, σκέψη 90). |
175 |
Εξάλλου, η απόδειξη κατάφωρης παράβασης έχει ως σκοπό να αποφεύγεται, ιδίως στον τομέα των περιοριστικών μέτρων, η παρακώλυση της αποστολής την οποία το θεσμικό όργανο καλείται να επιτελέσει προς το γενικό συμφέρον της Ένωσης και των κρατών μελών της, λόγω του κινδύνου να κληθεί τελικώς το οικείο θεσμικό όργανο να φέρει τη ζημία που οι ενδιαφερόμενοι θα μπορούσαν να υποστούν από τις πράξεις του, χωρίς, ωστόσο, να επιρρίπτεται στους ιδιώτες το βάρος των συνεπειών, συνισταμένων σε υλική ζημία ή ηθική βλάβη, για καταφανείς και ασύγγνωστες παραβάσεις που το οικείο θεσμικό όργανο έχει διαπράξει (αποφάσεις της 5ης Ιουνίου 2019, Bank Saderat κατά Συμβουλίου, T‑433/15, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2019:374, σκέψη 49, και της 7ης Ιουλίου 2021, HTTS κατά Συμβουλίου, T‑692/15 RENV, EU:T:2021:410, σκέψη 54). |
176 |
Πράγματι, ο ευρύτερος σκοπός της διατήρησης της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας, σύμφωνα με τους στόχους της εξωτερικής δράσης της Ένωσης που εκτίθενται στο άρθρο 21 ΣΕΕ, είναι ικανός να δικαιολογήσει τις αρνητικές συνέπειες, ακόμη και σημαντικές, που απορρέουν, για ορισμένους επιχειρηματίες, από αποφάσεις περί εφαρμογής πράξεων που θεσπίζονται από την Ένωση προκειμένου να επιτευχθεί αυτός ο θεμελιώδης σκοπός (αποφάσεις της 5ης Ιουνίου 2019, Bank Saderat κατά Συμβουλίου, T‑433/15, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2019:374, σκέψη 50, και της 7ης Ιουλίου 2021, HTTS κατά Συμβουλίου, T‑692/15 RENV, EU:T:2021:410, σκέψη 55). |
177 |
Όσον αφορά την προϋπόθεση σχετικά με το υποστατό της ζημίας, κατά τη νομολογία, είναι δυνατό να θεμελιωθεί ευθύνη της Ένωσης μόνο σε περίπτωση που ο ενάγων έχει όντως υποστεί πραγματική και βέβαιη ζημία. Απόκειται στον ενάγοντα να προσκομίσει πειστικά αποδεικτικά στοιχεία ως προς την ύπαρξη ή την έκταση της ζημίας που προβάλλει (πρβλ. απόφαση της 30ής Μαΐου 2017, Safa Nicu Sepahan κατά Συμβουλίου, C‑45/15 P, EU:C:2017:402, σκέψεις 61 και 62 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). |
178 |
Τέλος, υπενθυμίζεται ότι η ύπαρξη πραγματικής και βέβαιης ζημίας δεν μπορεί να εξετάζεται κατά τρόπο αφηρημένο από τον δικαστή της Ένωσης, αλλά πρέπει να εκτιμάται αναλόγως των συγκεκριμένων πραγματικών περιστάσεων που χαρακτηρίζουν κάθε περίπτωση που υποβάλλεται στην κρίση του (βλ. απόφαση της 30ής Μαΐου 2017, Safa Nicu Sepahan κατά Συμβουλίου, C‑45/15 P, EU:C:2017:402, σκέψη 79 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). |
179 |
Εν προκειμένω, όσον αφορά την προβαλλόμενη προσβολή της υπόληψης της προσφεύγουσας, διαπιστώνεται ότι η οικεία επιχειρηματολογία δεν τεκμηριώνεται. Συγκεκριμένα, η προσφεύγουσα υποστηρίζει απλώς και μόνον ότι οι προσβαλλόμενες πράξεις προκάλεσαν ηθική απαξίωση και δυσπιστία έναντί της χωρίς να προσκομίζει οποιοδήποτε αποδεικτικό στοιχείο προς στήριξη του εν λόγω ισχυρισμού. Επιπλέον, η προσφεύγουσα δεν προσκόμισε κανένα στοιχείο το οποίο να αποδεικνύει την ύπαρξη κοινωνικών σχέσεων στην Κροατία ή στην Κύπρο. Ομοίως, δεν κατέδειξε, με αποδεικτικά στοιχεία, ότι η καταχώριση του ονόματός της καλύφθηκε ευρέως από τα μέσα ενημέρωσης. |
180 |
Εξάλλου, όσον αφορά το επιχείρημα που αφορά την προσβολή της υπόληψής της λόγω της ανάκλησης της κυπριακής ιθαγένειας, χωρίς να χρειάζεται να αποφανθεί επί του παραδεκτού του συγκεκριμένου επιχειρήματος το οποίο προβάλλεται το πρώτον με τις παρατηρήσεις της προσφεύγουσας επί του υπομνήματος παρεμβάσεως της Επιτροπής, επισημαίνεται ότι η επίμαχη βλάβη είναι απόρροια πράξης που εξέδωσαν εθνικές αρχές και όχι πράξης που εξέδωσαν τα θεσμικά όργανα της Ένωσης και, επομένως, το επιχείρημα αυτό δεν είναι ικανό να στοιχειοθετήσει την εξωσυμβατική ευθύνη των εν λόγω θεσμικών οργάνων. Το γεγονός ότι η ανάκληση της κυπριακής ιθαγένειας είναι επακόλουθη της λήψης των περιοριστικών μέτρων εις βάρος της προσφεύγουσας δεν είναι ικανό να αναιρέσει το ανωτέρω συμπέρασμα. Συγκεκριμένα, δεν στοιχειοθετείται εξωσυμβατική ευθύνη των θεσμικών οργάνων της Ένωσης για νομικές πράξεις τις οποίες τα κράτη μέλη εκδίδουν μετά την καταχώριση του ονόματος προσώπου στους επίδικους καταλόγους. |
181 |
Επισημαίνεται επιπλέον ότι η προσφεύγουσα δεν προσκομίζει κανένα αποδεικτικό στοιχείο προς δικαιολόγηση του ποσού του 1000000 ευρώ που ζητεί για την ικανοποίηση της ηθικής βλάβης που ισχυρίζεται ότι υπέστη, μολονότι υπέχει σχετική υποχρέωση κατά με τη νομολογία που μνημονεύθηκε στις σκέψεις 177 και 178 ανωτέρω. |
182 |
Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, διαπιστώνεται ότι η προϋπόθεση σχετικά με το υποστατό της ζημίας δεν πληρούται εν προκειμένω. |
183 |
Εν πάση περιπτώσει, υπενθυμίζεται ότι η διαπίστωση του παράνομου χαρακτήρα των περιοριστικών μέτρων που ελήφθησαν εις βάρος προσώπου ή οντότητας μπορεί να συνιστά ένα είδος ικανοποίησης της ηθικής βλάβης που υπέστη το οικείο πρόσωπο ή η οικεία οντότητα (πρβλ. απόφαση της 28ης Μαΐου 2013, Abdulrahim κατά Συμβουλίου και Επιτροπής, C‑239/12 P, EU:C:2013:331, σκέψη 72). |
184 |
Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, η αγωγή αποζημιώσεως, η οποία αφορά τις πράξεις περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2022, πρέπει να απορριφθεί, καθότι το υποστατό και η έκταση της προβαλλόμενης ζημίας δεν αποδείχθηκαν επαρκώς κατά νόμον. |
V. Επί των δικαστικών εξόδων
185 |
Κατά το άρθρο 134, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. |
186 |
Κατά το άρθρο 138, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας, τα κράτη μέλη και τα όργανα που παρεμβαίνουν στη δίκη φέρουν τα δικαστικά έξοδά τους. |
187 |
Εν προκειμένω, δεδομένου ότι το Συμβούλιο ηττήθηκε ως προς το ουσιώδες μέρος των αιτημάτων του, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδά του καθώς και στα δικαστικά έξοδα της προσφεύγουσας, σύμφωνα με το αίτημα της προσφεύγουσας. Η Επιτροπή φέρει το ήμισυ των δικαστικών εξόδων της. |
Για τους λόγους αυτούς, ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πρώτο πενταμελές τμήμα) αποφασίζει: |
|
|
|
|
Spielmann Mastroianni Brkan Gâlea Kalėda Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 11 Σεπτεμβρίου 2024. (υπογραφές) |
Περιεχόμενα
I. Ιστορικό της διαφοράς |
|
II. Μεταγενέστερα της ασκήσεως της προσφυγής πραγματικά περιστατικά |
|
III. Αιτήματα των διαδίκων |
|
IV. Σκεπτικό |
|
Α. Επί της προσφυγής ακυρώσεως των προσβαλλομένων πράξεων |
|
1. Επί του δευτέρου λόγου ακυρώσεως, με τον οποίο προβάλλονται πλάνη περί το δίκαιο και πολλαπλή πρόδηλη πλάνη εκτίμησης |
|
α) Προκαταρκτικές παρατηρήσεις |
|
β) Επί της πλάνης περί το δίκαιο, που βασίζεται στην καταχώριση της προσφεύγουσας στον κατάλογο ως προσώπου που συνδέεται με τον Stanislav Chemezov |
|
γ) Επί της πλάνης εκτίμησης, καθόσον η προσφεύγουσα καταχωρίστηκε ως πρόσωπο που συνδέεται με τον πατέρα της |
|
1) Επί των πράξεων περί διατήρησης του Σεπτεμβρίου του 2022 |
|
i) Επί της αξιοπιστίας των στοιχείων του αρχικού φακέλου αποδεικτικών στοιχείων |
|
ii) Επί του παραρτήματος B.5 του υπομνήματος αντικρούσεως |
|
iii) Επί του βασίμου της διατήρησης της καταχώρισης της προσφεύγουσας ως προσώπου που συνδέεται με τον πατέρα της |
|
2) Επί των πράξεων περί διατήρησης του Μαρτίου του 2023 |
|
i) Επί της αξιοπιστίας των αποδεικτικών στοιχείων |
|
ii) Επί του βασίμου της διατήρησης της καταχώρισης της προσφεύγουσας ως προσώπου που συνδέεται με τον πατέρα της |
|
δ) Επί της εφαρμογής στην προσφεύγουσα του δευτέρου σκέλους του τροποποιηθέντος κριτηρίου ζʹ |
|
1) Επί της αξιοπιστίας των αποδεικτικών στοιχείων |
|
2) Επί του βασίμου της διατήρησης της καταχώρισης του ονόματος της προσφεύγουσας βάσει του δευτέρου σκέλους του τροποποιηθέντος κριτηρίου ζʹ |
|
2. Επί των αποτελεσμάτων της ακύρωσης των προσβαλλομένων πράξεων |
|
Β. Επί της αγωγής αποζημιώσεως |
|
V. Επί των δικαστικών εξόδων |
( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική.