Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62019CJ0526

Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 1ης Οκτωβρίου 2020.
Entoma SAS κατά Ministre de l’Économie et des Finances και Ministre de l'Agriculture et de l'Alimentation.
Αίτηση του Conseil d'État (Γαλλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.
Προδικαστική παραπομπή – Ασφάλεια των τροφίμων – Νέα τρόφιμα και νέα συστατικά τροφίμων – Κανονισμός (ΕΚ) 258/97 – Άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο εʹ – Έννοια των “συστατικών τροφίμων τα οποία έχουν απομονωθεί από ζώα” – Διάθεση στην αγορά – Ολόκληρα έντομα προοριζόμενα για την ανθρώπινη διατροφή.
Υπόθεση C-526/19.

Court reports – general

ECLI identifier: ECLI:EU:C:2020:769

 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα)

της 1ης Οκτωβρίου 2020 ( *1 )

«Προδικαστική παραπομπή – Ασφάλεια των τροφίμων – Νέα τρόφιμα και νέα συστατικά τροφίμων – Κανονισμός (ΕΚ) 258/97 – Άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο εʹ – Έννοια των “συστατικών τροφίμων τα οποία έχουν απομονωθεί από ζώα” – Διάθεση στην αγορά – Ολόκληρα έντομα προοριζόμενα για την ανθρώπινη διατροφή»

Στην υπόθεση C‑526/19,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Conseil d’État (Συμβούλιο της Επικρατείας, Γαλλία) με απόφαση της 28ης Ιουνίου 2019, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 9 Ιουλίου 2019, στο πλαίσιο της δίκης

Entoma SAS

κατά

Ministre de l’Économie et des Finances,

Ministre de l’Agriculture et de l’Alimentation,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τρίτο τμήμα),

συγκείμενο από τους A. Prechal, πρόεδρο τμήματος, L. S. Rossi, J. Malenovský (εισηγητή), F. Biltgen και N. Wahl, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: M. Bobek

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

η Entoma SAS, εκπροσωπούμενη από τον F. Molinié, avocat,

η Γαλλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις A.‑L. Desjonquères και C. Mosser,

η Ιταλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την G. Palmieri, επικουρούμενη από τη M. Russo και τον G. Damiani, avvocati dello Stato,

η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τον C. Hödlmayr και την C. Valero,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 9ης Ιουλίου 2020,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 1, παράγραφος 2, στοιχείο εʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 258/97 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Ιανουαρίου 1997, σχετικά με τα νέα τρόφιμα και τα νέα συστατικά τροφίμων (ΕΕ 1997, L 43, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 596/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 2009 (ΕΕ 2009, L 188, σ. 14) (στο εξής: κανονισμός 258/97).

2

Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της Entoma SAS, αφενός, και του ministre de l’Économie et des Finances (Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, Γαλλία) και του ministre de l’Agriculture et de l’Alimentation (Υπουργού Γεωργίας και Τροφίμων, Γαλλία), αφετέρου, σχετικά με διάταξη του αστυνομικού διευθυντή με την οποία διατάχθηκε, αφενός, η αναστολή της διάθεσης στην αγορά από την Entoma ολόκληρων εντόμων προοριζόμενων για την ανθρώπινη διατροφή και, αφετέρου, η απόσυρση των εντόμων αυτών από την αγορά μέχρις ότου χορηγηθεί έγκριση για τη διάθεσή τους στην αγορά, κατόπιν αξιολογήσεως από την οποία να αποδεικνύεται ότι δεν παρουσιάζουν κίνδυνο για την υγεία του καταναλωτή.

Το νομικό πλαίσιο

Το δίκαιο της Ένωσης

Ο κανονισμός 258/97

3

Οι αιτιολογικές σκέψεις 1 και 2 του κανονισμού 258/97 είχαν ως εξής:

«1)

[…] [Ο]ι υπάρχουσες διαφορές μεταξύ των εθνικών νομοθεσιών σχετικά με τα νέα τρόφιμα ή συστατικά τροφίμων μπορούν να προβάλλουν εμπόδια στην ελεύθερη διακίνηση των τροφίμων και να δημιουργήσουν συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού, επηρεάζοντας έτσι άμεσα τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς·

2)

[…] για να προστατευθεί η υγεία του κοινού, τα νέα τρόφιμα και συστατικά αυτών πρέπει να υπάγονται σε ενιαία εξέταση ασφαλείας μέσω [διαδικασίας της Ένωσης] πριν τεθούν στην [αγορά της Ευρωπαϊκής Ένωσης].»

4

Το άρθρο 1 του κανονισμού αυτού όριζε τα εξής:

«1.   Ο παρών κανονισμός αφορά τη διάθεση νέων τροφίμων ή νέων συστατικών τροφίμων στην αγορά της [Ένωσης].

2.   Ο παρών κανονισμός ρυθμίζει τη διάθεση, στην αγορά της [Ένωσης], τροφίμων ή συστατικών τροφίμων, τα οποία δεν έχουν, μέχρι σήμερα, χρησιμοποιηθεί ευρέως για ανθρώπινη κατανάλωση μέσα στην [Ένωση] και ανήκουν στις ακόλουθες κατηγορίες:

γ)

τρόφιμα και συστατικά τροφίμων με νέα ή σκοπίμως τροποποιημένη πρωτοταγή μοριακή σύνταξη·

δ)

τρόφιμα και συστατικά τροφίμων τα οποία συντίθενται ή έχουν απομονωθεί από μικροοργανισμούς, μύκητες ή φύκη·

ε)

τρόφιμα και συστατικά τροφίμων τα οποία συντίθενται ή έχουν απομονωθεί από φυτά, και συστατικά τροφίμων τα οποία έχουν απομονωθεί από ζώα, εκτός από τρόφιμα και τα συστατικά τροφίμων που έχουν ληφθεί από παραδοσιακές πρακτικές πολλαπλασιασμού ή αναπαραγωγής και έχουν ακινδύνως χρησιμοποιηθεί ως τρόφιμα και κατά το παρελθόν·

στ)

τρόφιμα και συστατικά τροφίμων για τα οποία έχει εφαρμοστεί μέθοδος παραγωγής που δεν χρησιμοποιείται ευρέως, εφόσον η μέθοδος αυτή προκαλεί στη σύνθεση ή τη δομή των τροφίμων ή των συστατικών τροφίμων σημαντικές αλλαγές που επηρεάζουν τη θρεπτική τους αξία, το μεταβολισμό τους ή την περιεκτικότητά τους σε ανεπιθύμητες ουσίες.

3.   Εφόσον παραστεί ανάγκη, χρησιμοποιείται η διαδικασία του άρθρου 13, παράγραφος 2 για να διαπιστωθεί εάν ένας τύπος τροφίμου ή συστατικού τροφίμου εμπίπτει στην παράγραφο 2.»

5

Το άρθρο 3, παράγραφος 1, του κανονισμού αυτού προέβλεπε τα εξής:

«Τα τρόφιμα ή συστατικά τροφίμων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού:

δεν πρέπει να παρουσιάζουν κίνδυνο για τον καταναλωτή,

[…]»

6

Κατά το άρθρο 12 του ίδιου κανονισμού:

«1.   Εάν ένα κράτος μέλος, κατόπιν νέων στοιχείων ή επανεκτίμησης των υπαρχόντων, έχει συγκεκριμένους λόγους που θεωρεί ότι η χρήση ενός τροφίμου ή συστατικού τροφίμου που είναι σύμφωνο προς τον παρόντα κανονισμό ενέχει κινδύνους για την υγεία του ανθρώπου ή το περιβάλλον, μπορεί να περιορίζει προσωρινά ή να αναστέλλει την εμπορία και χρήση του τροφίμου ή του συστατικού τροφίμου στην επικράτειά του, ενημερώνει δε αμέσως τα άλλα κράτη μέλη και τη[ν Ευρωπαϊκή] Επιτροπή, αιτιολογώντας την απόφασή του.

2.   Η Επιτροπή εξετάζει τους λόγους που εμφαίνονται στην παράγραφο 1 το συντομότερο δυνατόν στα πλαίσια της μόνιμης επιτροπής τροφίμων· λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα με σκοπό την επικύρωση, τροποποίηση ή άρση του εθνικού μέτρου σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 13 παράγραφος 2. Το κράτος μέλος που έχει λάβει την απόφαση κατά την παράγραφο 1 μπορεί να τη διατηρήσει σε ισχύ μέχρις ενάρξεως ισχύος των ανωτέρω μέτρων.»

Ο κανονισμός (ΕΕ) 2015/2283

7

Ο κανονισμός 258/97 καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε, από 1ης Ιανουαρίου 2018, από τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/2283 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2015 (ΕΕ 2015, L 327, σ. 1).

8

Οι αιτιολογικές σκέψεις 6 και 8 του κανονισμού 2015/2283 έχουν ως εξής:

«6)

Ο ορισμός των νέων τροφίμων στον κανονισμό [258/97] θα πρέπει να αποσαφηνιστεί και να επικαιροποιηθεί με παραπομπή στον γενικό ορισμό των τροφίμων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[, της 28ης Ιανουαρίου 2002, για τον καθορισμό των γενικών αρχών και απαιτήσεων της νομοθεσίας για τα τρόφιμα, για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων και τον καθορισμό διαδικασιών σε θέματα ασφαλείας των τροφίμων (ΕΕ 2002, L 31, σ. 1)].

[…]

8)

Το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού θα πρέπει, καταρχήν, να παραμείνει το ίδιο με εκείνο του κανονισμού [258/97]. Ωστόσο, με βάση τις επιστημονικές και τεχνολογικές εξελίξεις που έχουν επέλθει από το 1997, είναι σκόπιμο να επανεξεταστούν, να αποσαφηνιστούν και να επικαιροποιηθούν οι κατηγορίες τροφίμων που αποτελούν νέα τρόφιμα. Οι εν λόγω κατηγορίες θα πρέπει να καλύπτουν ολόκληρα έντομα και μέρη αυτών. […]»

9

Το άρθρο 1 του κανονισμού αυτού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Αντικείμενο και σκοπός», ορίζει τα εξής:

«1.   Ο παρών κανονισμός θεσπίζει κανόνες για τη διάθεση των νέων τροφίμων στην αγορά της Ένωσης.

2.   Σκοπός του παρόντος κανονισμού είναι η αποτελεσματική λειτουργία της εσωτερικής αγοράς παράλληλα με την παροχή υψηλού επιπέδου προστασίας της ανθρώπινης υγείας και των συμφερόντων των καταναλωτών.»

10

Το άρθρο 2 του εν λόγω κανονισμού, το οποίο επιγράφεται «Πεδίο εφαρμογής», ορίζει τα εξής:

«1.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στη διάθεση νέων τροφίμων στην αγορά της Ένωσης.

[…]»

11

Το άρθρο 3 του ίδιου κανονισμού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Ορισμοί», ορίζει στην παράγραφο 2 τα εξής:

«Ισχύουν […] οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)

“νέο τρόφιμο”: κάθε τρόφιμο που δεν χρησιμοποιούνταν ευρέως για ανθρώπινη κατανάλωση εντός της Ένωσης πριν από τις 15 Μαΐου 1997, ανεξάρτητα από τις ημερομηνίες προσχώρησης των κρατών μελών στην Ένωση, και το οποίο εμπίπτει σε μία τουλάχιστον από τις ακόλουθες κατηγορίες:

[…]

v)

τρόφιμα που αποτελούνται, έχουν απομονωθεί ή έχουν παραχθεί από ζώα ή μέρη ζώων εκτός των ζώων που έχουν γεννηθεί με παραδοσιακές πρακτικές αναπαραγωγής οι οποίες χρησιμοποιούνταν για την παραγωγή τροφίμων εντός της Ένωσης πριν τις 15 Μαΐου 1997 και τα τρόφιμα που προέρχονται από τα ζώα αυτά έχουν ιστορικό ασφαλούς διατροφικής χρήσης εντός της Ένωσης,

[…]»

12

Το άρθρο 35 του κανονισμού 2015/2283, το οποίο επιγράφεται «Μεταβατικά μέτρα», προβλέπει στην παράγραφο 2 τα εξής:

«Τα τρόφιμα που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού [258/97], τα οποία διατίθενται νομίμως στην αγορά μέχρι και την 1η Ιανουαρίου 2018 και τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο του παρόντος κανονισμού μπορούν να εξακολουθήσουν να διατίθενται στην αγορά έως ότου ληφθεί απόφαση σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 12 ή σύμφωνα με τα άρθρα 14 έως 19 του παρόντος κανονισμού, μετά από αίτηση για την έγκριση ενός νέου τροφίμου ή κοινοποίηση ενός παραδοσιακού τροφίμου από τρίτη χώρα που υποβάλλεται έως την ημερομηνία που προσδιορίζεται στις εκτελεστικές πράξεις οι οποίες εκδίδονται σύμφωνα με τα άρθρα 13 ή 20 του παρόντος κανονισμού αντιστοίχως, αλλά το αργότερο μέχρι τις 2 Ιανουαρίου 2020.»

Το γαλλικό δίκαιο

13

Το άρθρο L. 218-5-4 του code de la consommation (κώδικα προστασίας του καταναλωτή), όπως ίσχυε στις 27 Ιανουαρίου 2016, όριζε τα εξής:

«Εάν αποδειχθεί ότι ένα προϊόν διατέθηκε στην αγορά χωρίς να έχει προηγηθεί έγκριση, καταχώρισή ή δήλωσή του, όπως απαιτείται από την εφαρμοστέα στο προϊόν αυτό νομοθεσία, ο νομάρχης ή, στο Παρίσι, ο αστυνομικός διευθυντής μπορεί να διατάξει την αναστολή της διάθεσής του στην αγορά και την απόσυρσή του μέχρις ότου υπάρξει συμμόρφωση προς την ισχύουσα νομοθεσία.»

Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα

14

Κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της κύριας δίκης, η Entoma εμπορευόταν προϊόντα αποτελούμενα από σκώληκες αλεύρου, ακρίδες ή γρύλλους, παρασκευασμένα και προοριζόμενα για την ανθρώπινη διατροφή υπό μορφή ολόκληρων εντόμων.

15

Με διάταξη της 27ης Ιανουαρίου 2016, ο préfet de police de Paris [αστυνομικός διευθυντής του Παρισιού] ανέστειλε τη διάθεση στην αγορά των ολόκληρων εντόμων τα οποία εμπορεύεται η Entoma, για τον λόγο, μεταξύ άλλων, ότι η Entoma δεν διέθετε την προβλεπόμενη από τον κανονισμό 258/97 έγκριση διάθεσης στην αγορά και διέταξε την απόσυρση των εντόμων αυτών από την αγορά μέχρις ότου χορηγηθεί τέτοια έγκριση, κατόπιν αξιολογήσεως από την οποία να αποδεικνύεται ότι τα εν λόγω προϊόντα δεν παρουσιάζουν κανέναν κίνδυνο για την υγεία του καταναλωτή.

16

Η Entoma άσκησε προσφυγή ακυρώσεως κατά της διάταξης αυτής ενώπιον του tribunal administratif de Paris (διοικητικού πρωτοδικείου Παρισιού, Γαλλία). Με απόφαση την οποία εξέδωσε στις 9 Νοεμβρίου 2017 το εν λόγω δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή.

17

Με απόφαση της 22ας Μαρτίου 2018, το cour administrative d’appel de Paris (διοικητικό εφετείο Παρισιού, Γαλλία) απέρριψε την έφεση της Entoma, κρίνοντας ότι η εν λόγω διάταξη είχε εκδοθεί νομίμως βάσει του άρθρου L. 218-5-4 του code de la consommation (κώδικα προστασίας του καταναλωτή).

18

Κατόπιν αυτού, η Entoma άσκησε αναίρεση κατά της απόφασης αυτής ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, του Conseil d’État (Συμβουλίου της Επικρατείας, Γαλλία). Προς στήριξη της αιτήσεώς της αναιρέσεως, υποστήριξε, μεταξύ άλλων, ότι το cour administrative d’appel de Paris (διοικητικό εφετείο Παρισιού) είχε υποπέσει σε πλάνη περί το δίκαιο κρίνοντας ότι τα προϊόντα που εμπορευόταν η ίδια υπέκειντο στον κανονισμό 258/97, ενώ εξαιρούνταν από το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού αυτού, καθώς συνίσταντο σε ολόκληρα έντομα προοριζόμενα να καταναλωθούν καθεαυτά. Ειδικότερα, προσάπτει στο cour administrative d’appel de Paris (διοικητικό εφετείο Παρισιού) ότι ερμήνευσε εσφαλμένως το άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο εʹ, του εν λόγω κανονισμού, στο μέτρο που η διάταξη αυτή αφορούσε ρητώς μόνον τα «συστατικά τροφίμων τα οποία έχουν απομονωθεί από ζώα» και όχι τα ολόκληρα ζώα. Η Entoma υποστηρίζει συναφώς, στηριζόμενη στην αιτιολογική σκέψη 8 του κανονισμού 2015/2283, ότι η υπαγωγή των ολόκληρων εντόμων στην κατηγορία των «νέων τροφίμων», όπως αυτή προκύπτει από το άρθρο 3, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, σημείο v, του κανονισμού 2015/2283, δεν αποτελεί αποσαφήνιση του προηγούμενου ορισμού ο οποίος περιοριζόταν μόνον στα τμήματα των ζώων, αλλά, με μια προσθήκη στον ορισμό αυτόν, τροποποιεί το περιεχόμενό του. Εξ αυτού, δε, συνάγει ότι τα τρόφιμα που εμπορευόταν είχαν διατεθεί νομίμως στην αγορά πριν την 1η Ιανουαρίου 2018 και ότι, για τον λόγο αυτόν, είχαν εφαρμογή σε αυτά τα μεταβατικά μέτρα του άρθρου 35, παράγραφος 2, του κανονισμού 2015/2283, τα οποία επέτρεπαν τη συνέχιση της διάθεσής τους στην αγορά υπό την προϋπόθεση της υποβολής, πριν τις 2 Ιανουαρίου 2020, αίτησης για την έγκρισή τους ως «νέων τροφίμων» ή της κοινοποίησής τους ως παραδοσιακών τροφίμων υπαγόμενων στο καθεστώς που ορίζει ο κανονισμός αυτός.

19

Ο ministre de l’Économie et des Finances (Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών) υποστηρίζει ότι δεν υπήρχε κανένας υγειονομικός λόγος να αποκλειστεί η διάθεση στην αγορά ολόκληρων εντόμων από το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού 258/97, δεδομένου ότι η κατανάλωση ολόκληρων εντόμων είναι εξίσου επικίνδυνη για την υγεία του καταναλωτή με την κατανάλωση συστατικών τροφίμων τα οποία έχουν απομονωθεί από ζώα.

20

Το Conseil d’État έκρινε ότι, λαμβανομένου υπόψη ότι οι όροι του κανονισμού 258/97 μπορούν να ερμηνευθούν με διαφορετικούς τρόπους, το ζήτημα αν το άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο εʹ, του κανονισμού αυτού πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι περιλαμβάνει στο πεδίο εφαρμογής του τρόφιμα που αποτελούνται από ολόκληρα ζώα προοριζόμενα να καταναλωθούν καθεαυτά συνιστά δυσχερές ζήτημα ερμηνείας του δικαίου της Ένωσης.

21

Υπό τις συνθήκες αυτές, το Conseil d’État (Συμβούλιο της Επικρατείας) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Πρέπει το άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο εʹ, του κανονισμού [258/97] να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του τρόφιμα που αποτελούνται από ολόκληρα ζώα τα οποία προορίζονται να καταναλωθούν ως τέτοια ή έχει εφαρμογή μόνο σε συστατικά τροφίμων που έχουν απομονωθεί από έντομα;»

Επί του προδικαστικού ερωτήματος

22

Με το ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο εʹ, του κανονισμού 258/97 έχει την έννοια ότι ολόκληρα έντομα προοριζόμενα για την ανθρώπινη διατροφή συνιστούν «συστατικά τροφίμων τα οποία έχουν απομονωθεί από ζώα», κατά την έννοια της διάταξης αυτής, και, ως εκ τούτου, εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του εν λόγω κανονισμού.

23

Επισημαίνεται, καταρχάς, ότι το ερώτημα αυτό είναι λυσιτελές μόνον όσον αφορά την εφαρμογή του κανονισμού 258/97, ο οποίος ήταν εφαρμοστέος ratione temporis στη διαφορά της κύριας δίκης. Πράγματι, ο κανονισμός 2015/2283, ο οποίος κατάργησε και αντικατέστησε τον κανονισμό 258/97 από 1ης Ιανουαρίου 2018, προβλέπει ρητώς ότι τα ολόκληρα ζώα, συμπεριλαμβανομένων των ολόκληρων εντόμων, εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του [αιτιολογική σκέψη 8 και άρθρο 3, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, σημείο v, του κανονισμού 2015/2283].

24

Προκειμένου να δοθεί απάντηση στο αιτούν δικαστήριο, υπενθυμίζεται εκ προοιμίου ότι, σύμφωνα με το άρθρο του 1, παράγραφος 1, ο κανονισμός 258/97 έχει ως αντικείμενο τη διάθεση νέων τροφίμων και νέων συστατικών τροφίμων στην αγορά (πρβλ. απόφαση της 9ης Νοεμβρίου 2016, Davitas, C‑448/14, EU:C:2016:839, σκέψη 17 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

25

Το άρθρο 1, παράγραφος 2, του κανονισμού 258/97 οριοθετεί το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού, ορίζοντας, μεταξύ άλλων, την έννοια των όρων «νέα τρόφιμα ή νέα συστατικά τροφίμων». Ήδη από το γράμμα της διάταξης αυτής καθίσταται σαφές ότι, προκειμένου να χαρακτηριστούν «νέα» κατά την έννοια του κανονισμού 258/97, τα τρόφιμα ή τα συστατικά τροφίμων πρέπει να πληρούν δύο σωρευτικές προϋποθέσεις. Αφενός, απαιτείται τα εν λόγω τρόφιμα ή συστατικά τροφίμων να μην έχουν «χρησιμοποιηθεί ευρέως» για ανθρώπινη κατανάλωση στην Ένωση μέχρι τις 15 Μαΐου 1997, ημερομηνία ενάρξεως της ισχύος του εν λόγω κανονισμού, και, αφετέρου, τα τρόφιμα ή τα συστατικά αυτά πρέπει να εμπίπτουν σε μία από τις κατηγορίες οι οποίες αναφέρονται ρητώς στο άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχεία γʹ έως στʹ, του ίδιου κανονισμού (απόφαση της 9ης Νοεμβρίου 2016, Davitas, C‑448/14, EU:C:2016:839, σκέψεις 18 έως 21 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

26

Στην προκειμένη περίπτωση, επισημαίνεται ότι το αιτούν δικαστήριο δεν ερωτά το Δικαστήριο σχετικά με την πρώτη προϋπόθεση που θέτει το άρθρο 1, παράγραφος 2, του κανονισμού 258/97 για τον χαρακτηρισμό των ολόκληρων εντόμων που προορίζονται για την ανθρώπινη διατροφή ως «νέων τροφίμων ή νέων συστατικών τροφίμων», ήτοι την προϋπόθεση τα έντομα να μην έχουν «χρησιμοποιηθεί ευρέως» για ανθρώπινη κατανάλωση στην Ένωση πριν από τις 15 Μαΐου 1997.

27

Αντιθέτως, το αιτούν δικαστήριο διατηρεί αμφιβολίες ως προς την εφαρμογή της δεύτερης προϋπόθεσης που προβλέπεται από το άρθρο 1, παράγραφος 2, του κανονισμού 258/97. Ειδικότερα, ερωτά αν μπορεί να θεωρηθεί ότι η προϋπόθεση αυτή πληρούται επειδή τα ολόκληρα έντομα μπορούν να χαρακτηριστούν ως «νέα τρόφιμα ή νέα συστατικά τροφίμων», καθόσον εμπίπτουν σε μία από τις κατηγορίες του άρθρου 1, παράγραφος 2, στοιχεία γʹ έως στʹ, του εν λόγω κανονισμού και συγκεκριμένα στην προβλεπόμενη από το στοιχείο εʹ της τελευταίας αυτής διάταξης, η οποία αναφέρεται σε «συστατικά τροφίμων τα οποία έχουν απομονωθεί από ζώα».

28

Συναφώς, επισημαίνεται καταρχάς ότι στον κανονισμό 258/97 δεν ορίζεται η έννοια της φράσης «συστατικά τροφίμων τα οποία έχουν απομονωθεί από ζώα».

29

Όπως προκύπτει από πάγια νομολογία, προκειμένου να οριστεί η σημασία και το περιεχόμενο φράσεων ως προς τις οποίες το δίκαιο της Ένωσης δεν παρέχει κανέναν ορισμό, γνώμονα πρέπει να αποτελεί το συνηθισμένο τους νόημα στην καθημερινή γλώσσα, λαμβανομένων ταυτόχρονα υπόψη τόσο του πλαισίου εντός του οποίου αυτές χρησιμοποιούνται όσο και των σκοπών της ρυθμίσεως στην οποία εντάσσονται (αποφάσεις της 9ης Νοεμβρίου 2016, Davitas, C‑448/14, EU:C:2016:839, σκέψη 26, και της 26ης Οκτωβρίου 2017, The English Bridge Union, C‑90/16, EU:C:2017:814, σκέψη 18).

30

Πρώτον, όσον αφορά το συνηθισμένο νόημα της φράσης «συστατικά τροφίμων τα οποία έχουν απομονωθεί από ζώα» στην καθομιλουμένη, διαπιστώνεται ότι, καίτοι δεν αμφισβητείται ότι ο όρος «ζώα» πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι περιλαμβάνει τα έντομα, η χρήση του όρου «συστατικά τροφίμων», σε συνδυασμό με την έκφραση «τα οποία έχουν απομονωθεί από ζώα», οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το συνηθισμένο νόημα που πρέπει να αποδοθεί στη φράση αυτή στην καθομιλουμένη είναι ότι το άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο εʹ, του κανονισμού 258/97 αναφερόταν μόνον στα συστατικά τροφίμων που αποτελούνται από τμήματα ζώων, αποκλειομένων των ολόκληρων ζώων (και, συνεπώς, και των εντόμων).

31

Ειδικότερα, αφενός, όσον αφορά τον όρο «συστατικά τροφίμων», επισημαίνεται ότι ο κανονισμός 258/97 δεν περιέχει ορισμό της έννοιας «συστατικό». Εντούτοις, ο όρος αυτός, ανεξαρτήτως της χρησιμοποιούμενης επίσημης γλώσσας, αναφέρεται γενικώς σε ένα στοιχείο που αποτελεί μέρος ενός ευρύτερου σύνθετου τελικού προϊόντος, κατ’ ουσίαν, ενός «τροφίμου». Κατά συνέπεια, το συστατικό δεν αποτελεί, καταρχήν, προϊόν προοριζόμενο να καταναλωθεί καθεαυτό, αλλά μάλλον ουσία ή προϊόν που προστίθεται σε άλλες ουσίες προκειμένου να συνθέσουν ένα τρόφιμο.

32

Ως εκ τούτου, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 36 των προτάσεών του, δεν παρίσταται δυνατό τα ολόκληρα ζώα να χαρακτηριστούν ως «συστατικό», καθώς αποτελούν «τρόφιμο» και όχι «συστατικό τροφίμου». Η ερμηνεία αυτή επιρρωννύεται εμμέσως, αλλά κατ’ ανάγκην, από το γράμμα του άρθρου 1, παράγραφος 2, στοιχείο εʹ, του κανονισμού 258/97, το οποίο διακρίνει σαφώς μεταξύ «τροφίμων» και «συστατικών τροφίμων», χρησιμοποιώντας πάντως μόνον τον όρο «συστατικά τροφίμων» όταν αναφέρεται στα ζώα.

33

Εξάλλου, η ερμηνεία αυτή αντιστοιχεί επίσης, κατ’ ουσίαν, στον ορισμό του όρου «συστατικό» που περιέχεται σε άλλες νομοθετικές διατάξεις της Ένωσης σχετικές με τα τρόφιμα, όπως αυτός που προβλέπεται από το άρθρο 2, παράγραφος 2, στοιχείο στʹ, του κανονισμού (ΕΕ) 1169/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με την παροχή πληροφοριών για τα τρόφιμα στους καταναλωτές, την τροποποίηση των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1924/2006 και (ΕΚ) αριθ. 1925/2006 και την κατάργηση της οδηγίας 87/250/ΕΟΚ της Επιτροπής, της οδηγίας 90/496/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της οδηγίας 1999/10/ΕΚ της Επιτροπής, της οδηγίας 2000/13/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών της Επιτροπής 2002/67/ΕΚ και 2008/5/ΕΚ και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 608/2004 της Επιτροπής (ΕΕ 2011, L 304, σ. 18).

34

Αφετέρου, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 37 και 38 των προτάσεών του, η φράση «τα οποία έχουν απομονωθεί από» ζώα αναφέρεται σε διαδικασία εξαγωγής από το ζώο. Επομένως, καμία ερμηνεία της φράσης αυτής δεν μπορεί να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι γίνεται αναφορά σε ολόκληρο ζώο, εκτός αν καταλήξει σε ταυτολογία σύμφωνα με την οποία τα ολόκληρα ζώα «έχουν απομονωθεί από» ολόκληρα ζώα.

35

Εξάλλου, σε όλες τις γλωσσικές αποδόσεις, η φράση αυτή διακρίνεται σαφώς από τη φράση «τα οποία συντίθενται […] από», της οποίας το περιεχόμενο είναι ευρύτερο, η οποία περιλαμβάνεται στο άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχεία δʹ και εʹ, του κανονισμού 258/97, όταν οι κατηγορίες τροφίμων για τις οποίες πρόκειται εμπίπτουν στα «φυτά», στους «μικροοργανισμούς», στους «μύκητες» ή στα «φύκη», και η οποία είναι δυνατόν να καλύπτει τρόφιμα αποτελούμενα από ένα μόνον συστατικό (π.χ. ένα ολόκληρο «φυτό»). Συναφώς, ο κανονισμός 2015/2283 περιλαμβάνει στο πεδίο εφαρμογής του τα ολόκληρα ζώα, όταν αναφέρεται στα «τρόφιμα που αποτελούνται […] από ζώα ή μέρη ζώων».

36

Από τις ανωτέρω σκέψεις προκύπτει ότι η φράση «συστατικά τροφίμων τα οποία έχουν απομονωθεί από ζώα» έχει σαφή και συγκεκριμένη έννοια. Πράγματι, το γράμμα του άρθρου 1, παράγραφος 2, στοιχείο εʹ, του κανονισμού 258/97 δεν αναφέρεται στα «ολόκληρα ζώα» και, ως εκ τούτου, δεν περιλαμβάνει τα ολόκληρα έντομα.

37

Δεύτερον, επισημαίνεται ότι η γραμματική ερμηνεία της διάταξης αυτής συνάδει τόσο με το πλαίσιο στο οποίο αυτή εντάσσεται όσο και με τους σκοπούς που επιδιώκει ο κανονισμός 258/97.

38

Παρατηρείται συναφώς, καταρχάς, ότι, όπως επισημαίνει με τις παρατηρήσεις της η Επιτροπή, δεν προκύπτει ότι ο νομοθέτης της Ένωσης, με τη χρήση του όρου «ζώα», είχε την πρόθεση να αναφερθεί ειδικώς στα έντομα ούτε ότι είχε υπόψη τους κινδύνους που ενέχει η κατανάλωσή τους. Πράγματι, φαίνεται ότι, με την έκδοση του κανονισμού 258/97, ο νομοθέτης της Ένωσης αποφάσισε να ρυθμίσει μόνον τα προϊόντα των οποίων προεξοφλούσε, εν έτει 1997, τη διάθεση στην αγορά. Όπως όμως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 45 έως 48 των προτάσεών του, η χρήση εντόμων στη βιομηχανία γεωργικών προϊόντων διατροφής είναι σχετικά πρόσφατο φαινόμενο και, όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 8 του κανονισμού 2015/2283, ακριβώς λόγω των «επιστημονικών και τεχνολογικών εξελίξεων που έχουν επέλθει από το 1997», ο εν λόγω νομοθέτης αποφάσισε το 2015, με την έκδοση του κανονισμού 2015/2283, ότι ήταν σκόπιμο «να επανεξεταστούν, να αποσαφηνιστούν και να επικαιροποιηθούν οι κατηγορίες τροφίμων που αποτελούν νέα τρόφιμα», και να συμπεριληφθούν ρητώς τα «ολόκληρα έντομα και μέρη αυτών».

39

Εν συνεχεία, υπενθυμίζεται ότι, κατά πάγια νομολογία, ο κανονισμός 258/97 έχει διττό σκοπό, συνιστάμενο στη διασφάλιση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς ως προς τα νέα τρόφιμα και στην προστασία της δημόσιας υγείας από τους κινδύνους οι οποίοι ενδέχεται να προκληθούν από αυτά (απόφαση της 9ης Νοεμβρίου 2016, Davitas, C‑448/14, EU:C:2016:839, σκέψη 31 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

40

Όσον αφορά τον σκοπό που συνίσταται στη διασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας της ανθρώπινης υγείας, όπως υποστηρίζουν με τις παρατηρήσεις τους η Γαλλική και η Ιταλική Κυβέρνηση, θα μπορούσε βεβαίως να φανεί παράλογη, από υγειονομικής απόψεως, η επιλογή να υπαχθούν στη ρύθμιση τα συστατικά τροφίμων τα οποία έχουν απομονωθεί από έντομα, ενώ αποκλείονται τα ολόκληρα έντομα, στο μέτρο που το ολόκληρο έντομο αποτελείται από το σύνολο των μερών του και προορίζεται, όπως και τα μέρη του, για κατάποση από τον καταναλωτή, με αποτέλεσμα να είναι δυνατόν να παρουσιαστούν οι ίδιοι κίνδυνοι από την άποψη της δημόσιας υγείας.

41

Εντούτοις, μια τέτοια επιχειρηματολογία, η οποία στηρίζεται σε έναν από τους δύο σκοπούς του κανονισμού 258/97, δεν αρκεί για να δικαιολογήσει τη διασταλτική ερμηνεία της μονοσήμαντης φράσης «τα οποία έχουν απομονωθεί από ζώα», η οποία θα είχε ως αποτέλεσμα να εμπίπτουν τα «ολόκληρα ζώα» στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού αυτού.

42

Αφενός, όπως προκύπτει από τις σκέψεις 30 έως 36 της παρούσας απόφασης, το συνηθισμένο νόημα στην καθομιλουμένη της φράσης «τα οποία έχουν απομονωθεί από ζώα», η οποία περιέχεται στο άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο εʹ, του κανονισμού 258/97 –που είναι άλλωστε το ίδιο σε όλες τις γλωσσικές αποδόσεις–, οδηγεί στη διαπίστωση ότι η φράση αυτή προδήλως δεν περιλαμβάνει τα ολόκληρα ζώα στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω διάταξης. Όπως επισήμανε κατ’ ουσίαν ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 61 των προτάσεών του, το σαφές γράμμα της διάταξης αυτής δεν μπορεί καταρχήν να τεθεί εν αμφιβόλω με τελεολογική ερμηνεία της, η οποία θα κατέληγε σε διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής του κανονισμού αυτού, την οποία ο νομοθέτης της Ένωσης είναι ο μόνος αρμόδιος να αποφασίσει.

43

Πράγματι, όπως επισήμανε, κατ’ ουσίαν, ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 72 και 73 των προτάσεών του, μια τέτοια ερμηνεία δεν μπορεί να είναι contra legem. Ο περιορισμός αυτός, ο οποίος αναμφίβολα ανταποκρίνεται στην επιταγή της ασφάλειας δικαίου και της προβλεψιμότητας του δικαίου, έχει εξάλλου αναγνωριστεί στο πλαίσιο της νομολογίας του Δικαστηρίου σχετικά με την αρχή της σύμφωνης προς το δίκαιο της Ένωσης ερμηνείας του εθνικού δικαίου (αποφάσεις της 15ης Απριλίου 2008, Impact, C‑268/06, EU:C:2008:223, σκέψη 100, και της 24ης Ιανουαρίου 2012, Dominguez, C‑282/10, EU:C:2012:33, σκέψη 25 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

44

Αφετέρου, και εν πάση περιπτώσει, μια ερμηνεία που οδηγεί στον αποκλεισμό των ολόκληρων ζώων, όπως είναι τα έντομα, από το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού 258/97 δεν θίγει, αυτή καθεαυτήν, τον σκοπό της προστασίας της ανθρώπινης υγείας. Πράγματι, όπως προκύπτει από τις προηγηθείσες σκέψεις, το γεγονός ότι τα ολόκληρα έντομα δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού αυτού σημαίνει απλώς ότι δεν έχουν εναρμονιστεί σε επίπεδο της Ένωσης οι προϋποθέσεις της διάθεσής τους στην αγορά και ότι, ως εκ τούτου, δεν απαιτείται συναφώς καμία κοινοποίηση ή έγκριση βάσει του εν λόγω κανονισμού. Κατά πάγια νομολογία, όμως, εναπόκειται στα κράτη μέλη, ελλείψει εναρμονίσεως και καθ’ ο μέτρο εξακολουθεί να υφίσταται αβεβαιότητα, να αποφασίσουν ποιο είναι το επίπεδο προστασίας της ανθρώπινης υγείας και ζωής το οποίο προτίθενται να διασφαλίσουν, καθώς και αν θα απαιτούν προηγούμενη έγκριση για τη διάθεση των τροφίμων στην αγορά, λαμβανομένων πάντως υπόψη των επιταγών της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων εντός της Ένωσης (πρβλ. απόφαση της 29ης Απριλίου 2010, Solgar Vitamin’s France κ.λπ., C‑446/08, EU:C:2010:233, σκέψη 35 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). Ως εκ τούτου, το γεγονός ότι τα ολόκληρα έντομα εξαιρούνται από την προβλεπόμενη στον κανονισμό 258/97 εξέταση ασφάλειας δεν αποκλείει τη δυνατότητα των κρατών μελών να προβλέπουν στην εθνική τους νομοθεσία ότι το ενδεχόμενο του κινδύνου που μπορεί να ενέχουν τα ολόκληρα έντομα για τη δημόσια υγεία πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο τέτοιας εξέτασης.

45

Λαμβανομένων υπόψη όλων των ανωτέρω σκέψεων, στο υποβληθέν ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο εʹ, του κανονισμού 258/97 έχει την έννοια ότι τρόφιμα αποτελούμενα από ολόκληρα ζώα προοριζόμενα να καταναλωθούν καθεαυτά, συμπεριλαμβανομένων των ολόκληρων εντόμων, δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού.

Επί των δικαστικών εξόδων

46

Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

 

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τρίτο τμήμα) αποφαίνεται:

 

Το άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο εʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 258/97 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Ιανουαρίου 1997, σχετικά με τα νέα τρόφιμα και τα νέα συστατικά τροφίμων, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 596/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 2009, έχει την έννοια ότι τρόφιμα αποτελούμενα από ολόκληρα ζώα προοριζόμενα να καταναλωθούν καθεαυτά, συμπεριλαμβανομένων των ολόκληρων εντόμων, δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού.

 

(υπογραφές)


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική.

Top