EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 61990CJ0190

Απόφαση του Δικαστηρίου της 20ής Μαΐου 1992.
Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου των Κάτω Χωρών.
Παράβαση - Οδηγία ΕΟΚ - Μη συνάδουσα εθνική νομοθεσία.
Υπόθεση C-190/90.

Συλλογή της Νομολογίας 1992 I-03265

ECLI identifier: ECLI:EU:C:1992:225

61990J0190

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ 20ΗΣ ΜΑΙΟΥ 1992. - ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΚΑΤΑ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΩΝ ΚΑΤΩ ΧΩΡΩΝ. - ΠΑΡΑΒΑΣΗ - ΟΔΗΓΙΑ ΕΟΚ - ΜΗ ΣΥΜΦΩΝΗ ΕΘΝΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ. - ΥΠΟΘΕΣΗ C-190/90.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1992 σελίδα I-03265


Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


++++

1. Πράξεις των οργάνων - Οδηγίες - Εκτέλεση από τα κράτη μέλη - Μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο οδηγίας χωρίς νομοθετική πράξη - Προϋποθέσεις - 'Υπαρξη γενικού νομοθετικού πλαισίου που διασφαλίζει την πλήρη εφαρμογή της οδηγίας

(Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρο 189, εδ. 3)

2. Προσέγγιση των νομοθεσιών - Κίνδυνοι ατυχημάτων μεγάλης εκτάσεως από ορισμένες βιομηχανικές δραστηριότητες - Υποχρέωση, για τον βιομήχανο, κοινοποιήσεως περί του προσώπου ή του αρμόδιου οργάνου που είναι αρμόδιο για την εφαρμογή ορισμένων σχεδίων έκτακτης ανάγκης - 'Εκταση

(Οδηγία 82/501 του Συμβουλίου, άρθρο 5 PAR 1, στοιχ. γ, τρίτη περίπτωση)

Περίληψη


1. Η μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο μιας οδηγίας δεν απαιτεί κατ' ανάγκη ρητή και κατά γράμμα επανάληψη των διατάξεών της σε μια σαφή και ειδική νομοθετική διάταξη, μπορεί δε να αρκεί, λόγω του περιεχομένου του, ένα γενικό νομοθετικό πλαίσιο, εφόσον με αυτό διασφαλίζεται πράγματι η πλήρης εφαρμογή της οδηγίας κατά τρόπο επαρκώς σαφή και συγκεκριμένο, προκειμένου, στην περίπτωση κατά την οποία η οδηγία αποβλέπει στη δημιουργία δικαιωμάτων για τους ιδιώτες, οι ευεργετούμενοι από αυτή να είναι σε θέση να γνωρίζουν πλήρως τα δικαιώματά τους και να μπορούν ενδεχομένως να τα επικαλούνται ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων.

2. Το άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχείο γ, τρίτη περίπτωση, της οδηγίας 82/501, περί του κινδύνου ατυχημάτων μεγάλης εκτάσεως τον οποίο περικλείουν ορισμένες βιομηχανικές δραστηριότητες, που υποχρεώνει τα κράτη μέλη να λάβουν τα αναγκαία μέτρα ώστε οι βιομήχανοι που αναφέρονται στην οδηγία να υποχρεούνται να κοινοποιούν στις αρμόδιες αρχές το όνομα του προσώπου ή του αρμόδιου οργάνου που είναι εξουσιοδοτημένο να εφαρμόσει ορισμένα σχέδια έκτακτης ανάγκης και να ειδοποιήσει τις αρμόδιες αρχές, έχει την έννοια ότι αφορά όχι μόνο τον κατά νόμον υπεύθυνο για την ασφάλεια, ιδίως για την ασφάλεια εκτός της εγκαταστάσεως, αλλά και τον επιφορτισμένο με την υλοποίηση αυτής της ασφάλειας, δηλαδή με την εφαρμογή στην πράξη των αναγκαίων μέτρων ασφαλείας σε περίπτωση ατυχήματος.

Διάδικοι


Στην υπόθεση C-190/90,

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Thomas van Rijn, μέλος της Νομικής Υπηρεσίας, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον Roberto Hayder, εκπρόσωπο της Νομικής Υπηρεσίας, Centre Wagner, Kirchberg,

προσφεύγουσα,

κατά

Βασιλείου των Κάτω Χωρών, εκπροσωπουμένου από τους J. W. de Zwaan και T. Heukels, βοηθούς νομικούς συμβούλους στο Υπουργείο Εξωτερικών, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο την πρεσβεία των Κάτω Χωρών, 5, rue C. M. Spoo,

καθού,

που έχει ως αντικείμενο να αναγνωριστεί ότι το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, μη θεσπίζοντας εντός της ταχθείσας προθεσμίας όλες τις απαραίτητες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθεί προς τις διατάξεις της οδηγίας 82/501/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 24ης Ιουνίου 1982, περί του κινδύνου ατυχημάτων μεγάλης εκτάσεως τον οποίο περικλείουν ορισμένες βιομηχανικές δραστηριότητες (ΕΕ L 230, σ. 1), ιδίως δε προς τα άρθρα 3, 4, 5, παράγραφος 1, στοιχεία β και γ, και παράγραφος 3, καθώς και τα άρθρα 8, παράγραφος 1, και 10, παράγραφοι 1 και 2, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τη Συνθήκη ΕΟΚ,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ,

συγκείμενο από τους F. A. Schockweiler, πρόεδρο τμήματος, προεδρεύοντα, F. Grevisse και P. J. G. Kapteyn, προέδρους τμήματος, G. F. Mancini, Κ. Ν. Κακούρη, J. C. Moitinho de Almeida, M. Diez de Velasco, M. Zuleeg και J. L. Murray, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: G. Gulmann

γραμματέας: J. A. Pompe, βοηθός γραμματέας,

έχοντας υπόψη την έκθεση ακροατηρίου,

αφού άκουσε τους εκπροσώπους των διαδίκων που αγόρευσαν κατά την επ' ακροατηρίου συζήτηση της 5ης Φεβρουαρίου 1992, κατά την οποία η Επιτροπή εκπροσωπήθηκε από τον R. G. Fischer, νομικό σύμβουλο, το δε Βασίλειο των Κάτω Χωρών από τον T. Heukels,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 17ης Μαρτίου 1992,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης


1 Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 14 Ιουνίου 1990, η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων άσκησε, δυνάμει του άρθρου 169 της Συνθήκης ΕΟΚ, προσφυγή με την οποία ζητεί να αναγνωριστεί ότι το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, μη θεσπίζοντας όλες τις απαραίτητες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθεί προς τις διατάξεις της οδηγίας 82/501/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 24ης Ιουνίου 1982, περί του κινδύνου ατυχημάτων μεγάλης εκτάσεως τον οποίο περικλείουν ορισμένες βιομηχανικές δραστηριότητες (ΕΕ L 230,

σ. 1, στο εξής: οδηγία), ιδίως δε προς τα άρθρα 3, 4, 5, παράγραφος 1, στοιχεία β και γ, και παράγραφος 3, καθώς και τα άρθρα 8, παράγραφος 1, και 10, παράγραφοι 1 και 2, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τη Συνθήκη ΕΟΚ.

2 Η οδηγία αφορά την πρόληψη ατυχημάτων μεγάλης εκτάσεως που μπορούν να προκληθούν από ορισμένες βιομηχανικές δραστηριότητες, καθώς και τον περιορισμό των συνεπειών τους για τον άνθρωπο και το περιβάλλον.

3 Το άρθρο 3 της οδηγίας ορίζει ότι

"Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις απαραίτητες διατάξεις ώστε, για κάθε βιομηχανική δραστηριότητα που καθορίζεται στο άρθρο 1, ο βιομήχανος να είναι υποχρεωμένος να λάβει όλα τα επιβαλλόμενα μέτρα για την πρόληψη των μεγάλης εκτάσεως ατυχημάτων και για τον περιορισμό των συνεπειών τους για τον άνθρωπο και το περιβάλλον."

4 Κατά το άρθρο 4 της οδηγίας,

"Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα ώστε κάθε βιομήχανος να είναι υποχρεωμένος να αποδείξει κάθε στιγμή στην αρμόδια αρχή, για τις επαληθεύσεις που αναφέρονται στο άρθρο 7, παράγραφος 2, ότι προσδιόρισε τους υφιστάμενους κινδύνους μεγάλης εκτάσεως ατυχημάτων που υπάρχουν, έλαβε τα κατάλληλα μέτρα ασφάλειας και πληροφόρησε, εκπαίδευσε και εξόπλισε τα άτομα που εργάζονται στον τόπο της εγκαταστάσεως για να εξασφαλίσει την ασφάλειά τους."

5 Δυνάμει του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας, τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα ώστε ο βιομήχανος να υποχρεούται να υποβάλλει κοινοποίηση στις αρμόδιες αρχές η οποία να περιέχει ιδίως,

"α) (...)

β) πληροφορίες σχετικά με τις εγκαταστάσεις:

- (...)

- τον μέγιστο αριθμό των ατόμων που εργάζονται στον τόπο της εγκαταστάσεως και ιδιαίτερα αυτών που εκτίθενται στον κίνδυνο

- (...)

γ) πληροφορίες σχετικά με τις ενδεχόμενες περιστάσεις ενός ατυχήματος μεγάλης εκτάσεως:

- (...)

- (...)

- το όνομα του ατόμου και των αναπληρωτών του ή του αρμόδιου οργάνου που είναι υπεύθυνοι για την ασφάλεια και που είναι εξουσιοδοτημένοι να εφαρμόζουν τα σχέδια εκτάκτου ανάγκης και να ειδοποιήσουν τις αρμόδιες αρχές που προβλέπονται στο άρθρο 7."

Το άρθρο 5, παράγραφος 3, της οδηγίας ορίζει ότι

"Η κοινοποίηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πρέπει να ενημερώνεται περιοδικά, κυρίως για να λαμβάνονται υπόψη οι νέες τεχνικές γνώσεις σχετικά με την ασφάλεια, καθώς και η εξέλιξη των γνώσεων όσον αφορά την αξιολόγηση των κινδύνων."

6 Το άρθρο 8, παράγραφος 1, της οδηγίας έχει ως εξής:

"Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα πρόσωπα που θα ήταν δυνατό να προσβληθούν από μεγάλης εκτάσεως ατύχημα, προερχόμενο από βιομηχανική δραστηριότητα η οποία έχει κοινοποιηθεί υπό την έννοια του άρθρου 5, να πληροφορούνται κατάλληλα τα μέτρα ασφάλειας και τη στάση που θα πρέπει να τηρείται σε περίπτωση ατυχημάτων."

7 Το άρθρο 10 της οδηγίας έχει ως ακολούθως:

"1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα ώστε, όταν συμβεί ένα μεγάλης εκτάσεως ατύχημα, ο βιομήχανος να είναι υποχρεωμένος:

α) να ενημερώσει αμέσως τις αρμόδιες αρχές που προβλέπονται από το άρθρο 7

β) να τους κοινοποιήσει, εφόσον γνωρίζει:

- τις περιστάσεις του ατυχήματος αυτού

- τις χρησιμοποιηθείσες επικίνδυνες ουσίες, κατά την έννοια που αναφέρονται στο άρθρο 1, παράγραφος 2, εδάφιο δ

- τα διαθέσιμα στοιχεία για την αξιολόγηση της επιπτώσεως του ατυχήματος αυτού πάνω στον άνθρωπο και το περιβάλλον

- τα ληφθέντα επείγοντα μέτρα

γ) να τους ανακοινώσει τα μεσοχρόνια ((μεσοπρόθεσμα)) και βραχυχρόνια ((μακροπρόθεσμα)) μέτρα που προβλέπονται:

- για την απάλυνση ((άμβλυνση)) των επιδράσεων του ατυχήματος αυτού

- για την αποφυγή επαναλήψεως ενός τέτοιου ατυχήματος.

2. Τα κράτη μέλη αναθέτουν στις αρμόδιες αρχές:

α) να εξασφαλίσουν τη λήψη των επειγόντων μέτρων, καθώς και των βραχυπρόθεσμων ((μεσοπρόθεσμων)) και μεσοπρόθεσμων ((μακροπρόθεσμων)) μέτρων που κρίνονται απαραίτητα

β) να συγκεντρώσουν, όταν είναι δυνατό, τις απαραίτητες πληροφορίες για την ολοκλήρωση της αναλύσεως της μεγάλης εκτάσεως του ατυχήματος και, ενδεχόμενα, να προβούν σε συστάσεις."

8 Κατά την προφορική διαδικασία, η Επιτροπή παραιτήθηκε από τις αιτιάσεις που αφορούν τη μη μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο του άρθρου 5, παράγραφος 1, στοιχείο β, δεύτερη περίπτωση, και παράγραφος 3,

καθώς και του άρθρου 10, παράγραφος 2, της οδηγίας. Κατά συνέπεια, παραμένουν οι αιτιάσεις που αφορούν τα άρθρα 3, 4, 5, παράγραφος 1, στοιχείο γ, τρίτη περίπτωση, 8, παράγραφος 1, και 10, παράγραφος 1, της οδηγίας.

9 Το Βασίλειο των Κάτω Χωρών υποστηρίζει ότι οι υποχρεώσεις που προβλέπονται από την εθνική του νομοθεσία αντιστοιχούν στο γράμμα της οδηγίας. 'Ετσι, στο άρθρο 3 της οδηγίας αντιστοιχούν:

- τα άρθρα 2 και 17, παράγραφος 1, του νόμου του 1952 περί ακαταλλήλων, ανθυγιεινών ή επικινδύνων εγκαταστάσεων (στο εξής: Hinderwet, που δημοσιεύθηκε στο Stbl. 1981, σ. 410)

- οι διατάξεις του νόμου της 26ης Νοεμβρίου 1970 περί της ατμοσφαιρικής ρυπάνσεως (στο εξής: Wet inzake de luchtverontreiniging, που δημοσιεύθηκε στο Stbl. 1970, σ. 580)

- η απόφαση της 23ης Μαΐου 1972, περί εφαρμογής του άρθρου 19, παράγραφος 1, αυτού του νόμου (που δημοσιεύθηκε στο Stbl. 1972, σ. 294)

- τα άρθρα 1, 12 και 13 του νόμου του 1985 περί πυροσβεστικής υπηρεσίας (στο εξής: Brandweerwet, που δημοσιεύθηκε στο Stbl. 1985, σ. 87) και την απόφαση περί πυροσβεστικής υπηρεσίας στον χώρο της επιχειρήσεως (στο εξής: Besluit bedrijfsbrandweren, που δημοσιεύθηκε στο Stbl. 1990, σ. 80), και

- το άρθρο 2 του νόμου περί επικινδύνων ουσιών για το περιβάλλον (στο εξής: Wet milieugevaarlijke stoffen, που δημοσιεύθηκε στο Stbl. 1985, σ. 639).

Στο άρθρο 4 της οδηγίας αντιστοιχούν:

- τα άρθρα 2, παράγραφος 1, 5, 30 επ. του Hinderwet, και

- το άρθρο 2 της αποφάσεως του 1953 περί ακαταλλήλων, ανθυγιεινών ή επικινδύνων εγκαταστάσεων, όπως τροποποιήθηκε το 1988 (στο εξής: Hinderbesluit, που δημοσιεύθηκε στο Stbl. 1988, σ. 433).

Στο άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχείο γ, τρίτη περίπτωση, της οδηγίας αντιστοιχούν:

- τα άρθρα 14 και 26 του Hinderwet, και

- τα άρθρα 2, παράγραφος 1, και 4, παράγραφος 1, στοιχείο α, του βασιλικού διατάγματος της 15ης Σεπτεμβρίου 1988 περί του κινδύνου ατυχημάτων μεγάλης εκτάσεως (στο εξής: Besluit inzake risico' s van zware ongevallen, που δημοσιεύθηκε στο Stbl. 1988, σ. 432).

Η Ολλανδική Κυβέρνηση αναγνωρίζει ότι μόνο τα άρθρα 8, παράγραφος 1, και 10, παράγραφος 1, δεν έχουν μεταφερθεί στο ολλανδικό δίκαιο.

10 Στην έκθεση ακροατηρίου εκτίθενται διεξοδικώς τα περιστατικά της υποθέσεως, η εξέλιξη της διαδικασίας καθώς και οι ισχυρισμοί και τα επιχειρήματα των διαδίκων. Τα στοιχεία αυτά της δικογραφίας δεν επαναλαμβάνονται κατωτέρω παρά μόνο καθόσον απαιτείται για τη συλλογιστική του Δικαστηρίου.

'Οσον αφορά το άρθρο 3 της οδηγίας

11 Στο άρθρο 2 του Hinderwet διατυπώνεται η γενική απαγόρευση δημιουργίας ή εκμεταλλεύσεως εγκαταστάσεων που μπορούν να συνεπάγονται

κίνδυνο, απειλή κινδύνου ή βλαπτικές ενοχλήσεις εκτός της εγκαταστάσεως, καθώς και της επεκτάσεως ή της μεταβολής των εγκαταστάσεων αυτών ή των μεθόδων εργασίας που εφαρμόζονται σ' αυτές, εκτός αν έχει δοθεί προηγουμένως άδεια. Το πρόσωπο που είναι επιφορτισμένο με τη διαχείριση της εγκαταστάσεως υποχρεούται να ανακοινώνει κάθε μεταβολή της εγκαταστάσεως και των μεθόδων εργασίας στην αρμόδια αρχή προκειμένου αυτή να εγκρίνει τις μεταβολές αυτές, στον επιθεωρητή και τον τοπικό προϊστάμενο και στις αρχές της επαρχίας και του δήμου, όπου βρίσκεται πλήρως ή εν μέρει η εγκατάσταση αυτή. Κατά το άρθρο 17, παράγραφος 1, του Hinderwet, η άδεια συνοδεύεται από τις αναγκαίες προδιαγραφές για την πρόληψη ή τον περιορισμό των κινδύνων, απειλών κινδύνου ή βλαπτικών ενοχλήσεων που μπορούν να προκληθούν εκτός της εγκαταστάσεως. Οι προδιαγραφές αυτές πρέπει να περιέχουν ιδίως την υποχρέωση εφαρμογής των μέτρων προλήψεως ή περιορισμού των απειλών κινδύνου, ζημιών ή βλαπτικών ενοχλήσεων που αναφέρονται σ' αυτές, την υποχρέωση λήψεως μέτρων βάσει συγκεκριμένης μεθόδου προκειμένου να διαπιστωθεί αν η εγκατάσταση συνεπάγεται ή μπορεί να συνεπαχθεί κίνδυνο, απειλή κινδύνου ή βλαπτικές ενοχλήσεις εκτός της επιχειρήσεως ή ακόμη την υποχρέωση ανακοινώσεως των αποτελεσμάτων από τα κατ' αυτόν τον τρόπο ληφθέντα μέτρα στα διοικητικά όργανα που καθορίζονται προς τούτο.

12 Ο Wet inzake de luchtverontreiniging προβλέπει επίσης ορισμένα μέτρα που αποσκοπούν στην πρόληψη και τη μείωση της ατμοσφαιρικής ρυπάνσεως που προκαλείται από τις κατηγορίες εγκαταστάσεων που αναφέρονται στην απόφαση της 23ης Μαΐου 1972 περί εφαρμογής του άρθρου 19, παράγραφος 1, του εν λόγω νόμου. Δυνάμει του άρθρου 42 του νόμου αυτού, αν, συνεπεία εξαιρετικού συμβάντος εντός της εγκαταστάσεως, προκαλείται ή απειλείται να προκληθεί ρύπανση του αέρα μέχρι σημείου ώστε να υφίσταται σημαντικός κίνδυνος για την υγεία ή προξενούνται πέραν των ανεκτών ορίων βλαπτικές ενοχλήσεις ή σοβαρή ζημία, πρέπει να λαμβάνονται αμέσως τα κατάλληλα μέτρα προς τερματισμό της καταστάσεως

αυτής. Το συμβάν καθώς και τα ληφθέντα μέτρα πρέπει να γνωστοποιούνται αμέσως στον δήμαρχο του δήμου στον οποίο βρίσκεται η εγκατάσταση. Οι υποχρεώσεις αυτές βαρύνουν τον διευθυντή της εγκαταστάσεως καθώς και το προσωπικό ασφαλείας.

13 Τα άρθρα 1, 12 και 13 του Brandweerwet, σε συνδυασμό με το Besluit bedrijfsbrandweren, επιβάλλουν στις αρχές τοπικής αυτοδιοικήσεως, καθώς και στους διευθυντές ή στους διαχειριστές των εγκαταστάσεων οι οποίες μπορούν να συνεπάγονται ιδιαίτερη απειλή κινδύνου για τη δημόσια ασφάλεια την υποχρέωση οργανώσεως πυροσβεστικής υπηρεσίας. Η πυροσβεστική υπηρεσία της επιχειρήσεως πρέπει να ανταποκρίνεται στις προϋποθέσεις που καθορίζουν οι τοπικές αρχές ως προς το έμψυχο και το άψυχο υλικό. Ο διευθυντής ή ο διαχειριστής εγκαταστάσεως πρέπει να μεριμνά ώστε η πυροσβεστική υπηρεσία να ακολουθεί τις οδηγίες που δίνει προς τούτο το πρόσωπο που είναι κατά νόμο επιφορτισμένο με την αποτελεσματική καταπολέμηση των πυρκαϊών ή άλλων κινδύνων εντός της επιχειρήσεως.

14 Ο Wet milieugevaarlijke stoffen ορίζει στο άρθρο 2 ότι κάθε πρόσωπο το οποίο, κατ' επάγγελμα, παράγει ουσίες ή παρασκευάσματα, τις θέτει στη διάθεση τρίτων, τις εισάγει ή τις χρησιμοποιεί στις Κάτω Χώρες και γνωρίζει ή μπορεί ευλόγως να υποθέσει ότι μπορεί να προκύψει κίνδυνος για τον άνθρωπο ή το περιβάλλον από τις ενέργειές του, οφείλει να λαμβάνει όλα τα μέτρα που μπορούν ευλόγως να απαιτούνται από αυτόν προκειμένου να περιοριστεί ο κίνδυνος αυτός στο μέτρο του δυνατού.

15 Η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι η υποχρέωση που προβλέπεται στο άρθρο 3 της οδηγίας και βάσει της οποίας τα κράτη μέλη υποχρεούνται να επιβάλλουν στους βιομηχάνους τη λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων για την πρόληψη των ατυχημάτων μεγάλης εκτάσεως και του περιορισμού των συνεπειών τους για τον άνθρωπο και το περιβάλλον δεν έχει τηρηθεί.

Συγκεκριμένα, θεωρεί ότι αυτή η γενικού χαρακτήρα υποχρέωση θα έπρεπε να έχει μεταφερθεί στο εσωτερικό δίκαιο μέσω δεσμευτικού κανόνα για τις αρμόδιες εθνικές αρχές. 'Ομως, το άρθρο 17 του Hinderwet παρέχει στις ολλανδικές αρχές διακριτική εξουσία, όσον αφορά τόσο τη χορήγηση των αδειών για τις οικείες βιομηχανικές εγκαταστάσεις όσο και τον καθορισμό του περιεχομένου και του δεσμευτικού ή μη χαρακτήρα των σε συνάρτηση με αυτές προδιαγραφών.

16 Κατά την Ολλανδική Κυβέρνηση, το άρθρο 17, παράγραφος 1, πρώτη φράση, του Hinderwet υποχρεώνει τις αρμόδιες αρχές να χορηγούν άδειες συνοδευόμενες από τις αναγκαίες προδιαγραφές για την πρόληψη και τον περιορισμό των κινδύνων, απειλών κινδύνου ή βλαπτικών ενοχλήσεων που μπορούν να επέλθουν εκτός της εγκαταστάσεως. Ο ενδεικτικός χαρακτήρας του καταλόγου των συγκεκριμένων μέτρων που αναφέρονται στη δεύτερη φράση της παραγράφου αυτής δεν θίγει τον επιτακτικό χαρακτήρα της διατάξεως που περιέχεται στην πρώτη φράση, η οποία, εξάλλου, ισχύει για τους "κινδύνους, απειλές κινδύνου ή βλαπτικές ενοχλήσεις" και, κατ' αυτόν τον τρόπο, έχει ευρύτερο πεδίο εφαρμογής από αυτόν του άρθρου 3 της οδηγίας, που περιορίζεται μόνο στα "ατυχήματα μεγάλης εκτάσεως". Η Ολλανδική Κυβέρνηση προβάλλει επίσης ότι η πρόληψη και ο περιορισμός του κινδύνου ατυχημάτων μεγάλης εκτάσεως μέσω των δεσμευτικών ατομικών αδειών συνοδευομένων από προδιαγραφές που αντιστοιχούν προς τη φύση και τη συγκεκριμένη κατάσταση της εγκαταστάσεως, είναι πλέον αποτελεσματικές από ένα γενικό κανόνα που θα πρέπει κάθε φορά να εφαρμόζεται αναλόγως της συγκεκριμένης περιπτώσεως. Τέλος, προσθέτει ότι με τον Wet inzake de luchtverontreiniging, τον Brandweerwet, την Besluit bedrijfsbrandweren και τον Wet milieugevaarlijke stoffen συντελείται η μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο του άρθρου 3 της οδηγίας.

17 Πρέπει να υπομνηστεί ότι, κατά πάγια νομολογία (βλ. ιδίως την απόφαση της 30ής Μαΐου 1991, C-59/89, Επιτροπή κατά Γερμανίας, Συλλογή 1991, σ. Ι-2607, σκέψη 18), η μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο μιας οδηγίας δεν απαιτεί κατ' ανάγκη ρητή και κατά γράμμα επανάληψη των διατάξεών της σε μια σαφή και ειδική νομοθετική διάταξη, μπορεί δε να αρκεί, λόγω του περιεχομένου του, ένα γενικό νομοθετικό πλαίσιο, εφόσον με αυτό διασφαλίζεται πράγματι η πλήρης εφαρμογή της οδηγίας κατά τρόπο επαρκώς σαφή και συγκεκριμένο, προκειμένου, στην περίπτωση κατά την οποία η οδηγία αποβλέπει στη δημιουργία δικαιωμάτων για τους ιδιώτες, οι ευεργετούμενοι από αυτή να είναι σε θέση να γνωρίζουν πλήρως τα δικαιώματά τους και να μπορούν ενδεχομένως να τα επικαλούνται ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων.

18 Πρέπει συναφώς να τονιστεί ότι ο σκοπός της οδηγίας 82/501 συνίσταται, ιδίως, στη θέσπιση των αναγκαίων μέτρων για την πρόληψη των ατυχημάτων μεγάλης εκτάσεως που προκαλούνται από ορισμένες βιομηχανικές δραστηριότητες και τον περιορισμό των συνεπειών τους. Κατά το άρθρο 1 της οδηγίας, πρόκειται για κάθε εργασία που πραγματοποιείται σε βιομηχανικές εγκαταστάσεις, οι οποίες αναγράφονται στο παράρτημα Ι, στην οποία χρησιμοποιούνται ή μπορούν να χρησιμοποιηθούν μια ή περισσότερες επικίνδυνες ουσίες και η οποία είναι δυνατό να περικλείει τον κίνδυνο ατυχήματος μεγάλης εκτάσεως, καθώς επίσης και για τη μεταφορά που πραγματοποιείται εντός της εγκαταστάσεως για εσωτερικούς λόγους και την αποθήκευση που συνδέεται με την εργασία αυτή εντός της εγκαταστάσεως (άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο α, πρώτη περίπτωση). Κατά συνέπεια, το πεδίο εφαρμογής της υποχρεώσεως αυτής είναι πολύ ευρύ και η μεταφορά της στο εσωτερικό δίκαιο συνεπάγεται την ύπαρξη ή τη θέσπιση ενός συνόλου διατάξεων που να καλύπτει όλες αυτές τις δραστηριότητες και να διασφαλίζει ότι κάθε βιομήχανος υποχρεούται να λαμβάνει τα μέτρα που αντιστοιχούν στο είδος της συγκεκριμένης βιομηχανικής δραστηριότητας προκειμένου να αποτρέπονται τα ατυχήματα μεγάλης εκτάσεως και να προλαμβάνονται οι συνέπειές τους για τον άνθρωπο και το περιβάλλον.

19 Περαιτέρω, διαπιστώνεται ότι η εθνική νομοθεσία στο σύνολό της, στην οποία αναφέρεται η Ολλανδική Κυβέρνηση, έχει ως σκοπό, όπως ακριβώς και η οδηγία, τη θέσπιση συγκεκριμένων και αποτελεσματικών μέτρων για την αποτροπή των ατυχημάτων μεγάλης εκτάσεως και των ενδεχομένων συνεπειών τους εκτός της εγκαταστάσεως.

20 Πράγματι, ο Hinderwet θεσπίζει ένα σύστημα εκδόσεως προηγουμένων και υποχρεωτικών αδειών συνοδευομένων από τις αναγκαίες προδιαγραφές για την πρόληψη ή τον περιορισμό κάθε κινδύνου, απειλής κινδύνου ή βλαπτικών ενοχλήσεων.

21 Εξάλλου, η άδεια που πρέπει να χορηγείται στις βιομηχανικές εγκαταστάσεις που μπορούν να προκαλέσουν ατμοσφαιρική ρύπανση συνοδεύεται επίσης, δυνάμει του Wet inzake de luchtverontreiniging, από συγκεκριμένες προδιαγραφές ανάλογα με τη δραστηριότητα για την οποία πρόκειται.

22 Τέλος, το άρθρο 2 του Wet milieugevaarlijke stoffen επιβάλλει στο πρόσωπο που προβαίνει στις ενέργειες που μπορούν να αποτελέσουν κίνδυνο για τον άνθρωπο και το περιβάλλον την υποχρέωση να λαμβάνει μέτρα για τον περιορισμό του κινδύνου αυτού και αντιστοιχεί έτσι στις υποχρεώσεις που επιβάλλει το άρθρο 3 της οδηγίας.

23 Από τις προηγούμενες σκέψεις προκύπτει ότι η μεταφορά στο εθνικό δίκαιο του άρθρου 3 της οδηγίας διασφαλίζεται με δεσμευτικές και ειδικές εθνικές διατάξεις που ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις που υπέχει το Βασίλειο των Κάτω Χωρών από το άρθρο 189 της Συνθήκης ΕΟΚ.

'Οσον αφορά το άρθρο 4 της οδηγίας

24 Κατά το άρθρο 5 του Hinderwet, η αίτηση χορηγήσεως αδείας για τη δημιουργία, εκμετάλλευση, επέκταση ή μεταβολή εγκαταστάσεως υποβάλλεται συνοδευόμενη από μεγάλο αριθμό στοιχείων τα οποία, όπως προβλέπεται στο άρθρο 2 του Hinderbesluit, αφορούν τα μέτρα ασφαλείας που λαμβάνονται για τον προσδιορισμό και την πρόληψη των ατυχημάτων μεγάλης εκτάσεως. Στο άρθρο 30 επ. του Hinderwet προβλέπεται ότι οι υπάλληλοι που είναι επιφορτισμένοι με τον έλεγχο της εφαρμογής των διατάξεων του νόμου αυτού μπορούν να λαμβάνουν γνώση του περιεχομένου των βιβλίων και να επισκέπτονται τους χώρους της εγκαταστάσεως, καθόσον αυτό είναι λογικά αναγκαίο για την εκπλήρωση της αποστολής τους στο πλαίσιο της οποίας ο βιομήχανος και το προσωπικό του οφείλουν να συνεργάζονται.

25 Η Επιτροπή θεωρεί ότι δυνάμει του άρθρου 4 της οδηγίας ο βιομήχανος έχει τη γενική και συνεχή υποχρέωση να αποδεικνύει ανά πάσα στιγμή ότι έχει προσδιορίσει τον υφιστάμενο κίνδυνο ατυχημάτων μεγάλης εκτάσεως σε συνάρτηση με την εξέλιξη της τεχνικής προόδου ή της παραγωγής. Το γεγονός ότι ο βιομήχανος συνυποβάλλει με την αίτηση χορηγήσεως αδείας, μεταξύ άλλων, έκθεση περί της ασφαλείας εντός της εγκαταστάσεως δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι συνιστά συμμόρφωση προς την υποχρέωση αυτή. Εξάλλου, η Επιτροπή θεωρεί ότι τα άρθρα 30 επ. του Hinderwet δεν συνάδουν προς το άρθρο 4 της οδηγίας, επειδή αφορούν μόνο τους ελέγχους σχετικά με τα στοιχεία που περιέχονται στην αίτηση χορηγήσεως αδείας καθώς και με τις προδιαγραφές που συνοδεύουν την άδεια αυτή.

26 Η Ολλανδική Κυβέρνηση προβάλλει ότι το άρθρο 4 της οδηγίας δεν περιέχει καμία υποχρέωση για τον βιομήχανο να αποδεικνύει ανά πάσα στιγμή ότι έχει θεσπίσει τα απαραίτητα μέτρα για την πρόληψη ατυχημάτων μεγάλης εκτάσεως. Θεωρεί ότι ο εν προκειμένω ισχυρισμός της Επιτροπής καθιστά το άρθρο 6 της οδηγίας άνευ αντικειμένου. Διευκρινίζει πάντως ότι εν πάση περιπτώσει τα άρθρα 30 επ. του Hinderwet προβλέπουν

υποχρέωση συνεχούς παροχής πληροφοριών ως προς τα στοιχεία που παρέχονται προς στήριξη της αιτήσεως χορηγήσεως αδείας και ως προς τις προδιαγραφές που περιέχει η άδεια και, επομένως, το ολλανδικό δίκαιο συνάδει προς το άρθρο 4 της οδηγίας.

27 Πρέπει να τονιστεί ότι το άρθρο 4 της οδηγίας υποχρεώνει τον βιομήχανο να αποδεικνύει ανά πάσα στιγμή στην αρμόδια αρχή ότι έχει προσδιορίσει τον κίνδυνο ατυχημάτων μεγάλης εκτάσεως και έχει λάβει τα κατά τη διάταξη αυτή μέτρα, η υποχρέωση δε αυτή έχει περιληφθεί στην ολλανδική νομοθεσία.

28 Πράγματι, κατά τα άρθρα 30 επ. του Hinderwet, επιτρέπεται ανά πάσα στιγμή στους υπαλλήλους των Κάτω Χωρών που είναι επιφορτισμένοι με την εφαρμογή αυτού του νόμου, αφενός μεν, να ζητούν από τον βιομήχανο διευκρινίσεις σχετικά με τα στοιχεία που συνυποβάλλει με την αίτησή του για τη χορήγηση άδειας, τις προδιαγραφές με τις οποίες αυτή συνοδεύεται καθώς και τα βιβλία και άλλα έγγραφα σχετικά με την εγκατάσταση, αφετέρου δε, να επισκεπτονται τους χώρους της εγκαταστάσεως, συνοδευόμενοι, ενδεχομένως, από τρίτα πρόσωπα, καθώς και να λαμβάνουν κατ' επιλογή και να εξετάζουν πράγματα ή δείγματα, καθόσον αυτό απαιτείται λογικώς για τη διενέργεια του ελέγχου. Ο σκοπός του ελέγχου αυτού, ο οποίος συνεπάγεται για τον βιομήχανο υποχρέωση συνεργασίας και παροχής των ζητουμένων στοιχείων, συνιστά γι' αυτόν συνεχή υποχρέωση παροχής πληροφοριών.

29 Εξάλλου, πρέπει να τονιστεί ότι, κατά το άρθρο 6 της οδηγίας, τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου ο βιομήχανος να προβαίνει, μεταξύ άλλων, σε αναθεώρηση των μέτρων που αναφέρονται ιδίως στο άρθρο 4 της οδηγίας σε περίπτωση μεταβολής μιας βιομηχανικής

δραστηριότητας που θα μπορούσε να έχει σημαντικές συνέπειες για τον κίνδυνο ατυχημάτων μεγάλης εκτάσεως. Επομένως, ένας από τους σκοπούς του άρθρου 6 συνίσταται στην υποχρέωση των κρατών μελών να αναγκάζουν τον βιομήχανο να προσδιορίζει τον κίνδυνο ατυχημάτων μεγάλης εκτάσεως, ανάλογα με τις εξελίξεις, και να τροποποιεί αντιστοίχως τα μέτρα που αφορούν την παροχή πληροφοριών, την εκπαίδευση και τον εξοπλισμό των προσώπων που εργάζονται στον τόπο της εγκαταστάσεως προκειμένου να κατοχυρωθεί η ασφάλειά τους.

30 Ομοίως, το άρθρο 5, παράγραφος 3, της οδηγίας προβλέπει την ενημέρωση της κοινοποιήσεως που αναφέρεται στην παράγραφο 1 αυτού του άρθρου, προκειμένου ιδίως να λαμβάνονται υπόψη οι νέες τεχνικές γνώσεις σχετικά με την ασφάλεια, καθώς και η εξέλιξη των γνώσεων όσον αφορά την αξιολόγηση των κινδύνων.

31 Εφόσον η Επιτροπή δεν προβάλλει καμία παράβαση ως προς τις υποχρεώσεις ενημερώσεως που προβλέπονται στα άρθρα 5, παράγραφος 3, και 6 της οδηγίας, πρέπει να θεωρηθεί ότι δέχεται ότι η ολλανδική νομοθεσία συνάδει προς τους σκοπούς των δύο αυτών διατάξεων και, κατά συνέπεια, ότι εμμέσως δέχεται ότι η νομοθεσία αυτή συνάδει προς τους σκοπούς του άρθρου 4 της οδηγίας, επειδή η τήρηση των υποχρεώσεων που προβλέπονται στα άρθρα 5, παράγραφος 3, και 6 της οδηγίας προϋποθέτει κατ' ανάγκη την τήρηση των υποχρεώσεων που προβλέπονται στα άρθρα 4 και 5, παράγραφος 1, της ίδιας οδηγίας.

'Οσον αφορά το άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχείο γ, τρίτη περίπτωση, της οδηγίας

32 Τα άρθρα 14 και 26 του Hinderwet προβλέπουν ότι η άδεια που χορηγείται για την άσκηση βιομηχανικής δραστηριότητας ισχύει για τον

αιτούντα και τους έλκοντες δικαιώματα από αυτόν και ότι η αρμόδια αρχή μπορεί να τροποποιήσει ή να ανακαλέσει τις προδιαγραφές με τις οποίες συνδέεται η άδεια. Κατά τα άρθρα 2, παράγραφος 1, και 4, παράγραφος 1, στοιχείο α, του Besluit risico' s zware ongevallen, κάθε πρόσωπο που διευθύνει εγκατάσταση στην οποία βρίσκεται επικίνδυνη ουσία υποβάλλει κάθε πέντε έτη στην αρμόδια αρχή έκθεση για την ασφάλεια εκτός της εγκαταστάσεως, στην οποία πρέπει να περιλαμβάνεται, μεταξύ άλλων, γενική περιγραφή της εγκαταστάσεως, των ουσιών που βρίσκονται σ' αυτήν και των ιδιοτήτων τους.

33 Κατά την Επιτροπή, χάρις στις διατάξεις αυτές καθίσταται δυνατή η εξακρίβωση του κατά νόμον υπευθύνου για την ασφάλεια, όχι όμως και του πράγματι επιτόπου υπευθύνου στον οποίον μπορούν να απευθύνονται οι αρχές σε περίπτωση ατυχήματος.

34 Κατά την Ολλανδική Κυβέρνηση, το γενικό πλαίσιο του Hinderwet, ειδικότερα δε τα άρθρα 14 και 26, καθώς και οι διατάξεις του άρθρου 1, παράγραφος 1, στοιχείο α, του Besluit risico' s zware ongevallen, καθιστούν δυνατή την εξακρίβωση του κατόχου της άδειας ο οποίος υποχρεούται να μεριμνά για την τήρηση όλων των νομίμων υποχρεώσεων, περιλαμβανομένης και της υποχρεώσεως που αφορά την ασφάλεια εκτός της εγκαταστάσεως. Ο κάτοχος της άδειας είναι υπεύθυνος για την ασφάλεια, διαθέτει προς τούτο ορισμένες εξουσίες και, κατά συνέπεια, ταυτίζεται με το πρόσωπο ή το ειδικευμένο όργανο κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, στοιχείο γ, τρίτη περίπτωση, της οδηγίας. Η ολλανδική νομοθεσία συνάδει επομένως προς τη διάταξη αυτή.

35 Πρέπει συναφώς να τονιστεί ότι η κοινοποίηση που προβλέπεται στο άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχείο γ, τρίτη περίπτωση, της οδηγίας πρέπει να περιέχει το όνομα του προσώπου ή του αρμόδιου οργάνου που είναι

εξουσιοδοτημένο να εφαρμόσει τα σχέδια έκτακτης ανάγκης και να ειδοποιήσει τις αρμόδιες αρχές. Αυτό προϋποθέτει πράγματι αρμοδιότητα για τη θέση σε εφαρμογή των αναγκαίων μέτρων ασφαλείας σε περίπτωση ατυχήματος. Κατά συνέπεια, η εν λόγω διάταξη αφορά όχι μόνο τον κατά νόμον υπεύθυνο για την ασφάλεια, ιδίως για την ασφάλεια εκτός της εγκαταστάσεως, αλλά και τον επιφορτισμένο με την υλοποίηση αυτής της ασφάλειας.

36 Διαπιστώνεται ότι οι διατάξεις που παραθέτει η Ολλανδική Κυβέρνηση δεν καθιστούν δυνατή την εξακρίβωση του προσώπου που είναι επιφορτισμένο με την εφαρμογή των σχεδίων έκτακτης ανάγκης και με την ειδοποίηση των αρχών σε περίπτωση ατυχήματος μεγάλης εκτάσεως.

37 Κατά συνέπεια, πρέπει να γίνει δεκτή η αιτίαση της Επιτροπής, όσον αφορά την εφαρμογή του άρθρου 5, παράγραφος 1, στοιχείο γ, τρίτη περίπτωση, της οδηγίας.

'Οσον αφορά τα άρθρα 8, παράγραφος 1, και 10, παράγραφος 1, της οδηγίας

38 Η Ολλανδική Κυβέρνηση ναι μεν τονίζει ότι εκκρεμούν νομοθετικές πρωτοβουλίες για να εξασφαλιστεί η εφαρμογή των άρθρων 8, παράγραφος 1 και 10, παράγραφος 1, της οδηγίας, πλην όμως δεν αμφισβητεί ότι οι διατάξεις αυτές δεν έχουν μεταφερθεί στο ολλανδικό δίκαιο.

39 Αρκεί συναφώς να γίνει δεκτό ότι κατά τη λήξη της προθεσμίας που τάχθηκε με την αιτιολογημένη γνώμη δεν είχε ληφθεί κανένα από τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή των διατάξεων αυτών.

40 Κατά συνέπεια, η προσφυγή της Επιτροπής είναι βάσιμη, όσον αφορά τα άρθρα 8, παράγραφος 1, και 10, παράγραφος 1, της οδηγίας.

41 Από το σύνολο των προηγουμένων σκέψεων διαπιστώνεται ότι το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, μη θεσπίζοντας εντός της ταχθείσας προθεσμίας όλες τις απαραίτητες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθεί προς τις διατάξεις των άρθρων 5, παράγραφος 1, στοιχείο γ, τρίτη περίπτωση, 8, παράγραφος 1, και 10, παράγραφος 1, της οδηγίας 82/501/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 24ης Ιουνίου 1982, περί του κινδύνου ατυχημάτων μεγάλης εκτάσεως τον οποίο περικλείουν ορισμένες βιομηχανικές δραστηριότητες, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τη Συνθήκη ΕΟΚ.

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί των δικαστικών εξόδων

42 Κατά το άρθρο 69, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα.

43 Δεδομένου ότι το Βασίλειο των Κάτω Χωρών ηττήθηκε εν μέρει, η δε Επιτροπή παραιτήθηκε εν μέρει από την προσφυγή της, κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα.

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

αποφασίζει:

1) Το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, μη θεσπίζοντας εντός της ταχθείσας προθεσμίας όλες τις απαραίτητες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθεί προς τις διατάξεις των άρθρων 5, παράγραφος 1, στοιχείο γ, τρίτη περίπτωση, 8, παράγραφος 1, και 10, παράγραφος 1, της οδηγίας 82/501/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 24ης Ιουνίου 1982, περί του κινδύνου ατυχημάτων μεγάλης εκτάσεως τον οποίο περικλείουν ορισμένες βιομηχανικές δραστηριότητες, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τη Συνθήκη ΕΟΚ.

2) Απορρίπτει κατά τα λοιπά την προσφυγή.

3) Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα.

Top