Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document C2005/281/14

Υπόθεση C-328/05 P: Αίτηση αναιρέσεως που υπέβαλε η εταιρία SGL Carbon AG στις 30 Αυγούστου 2005 κατά της αποφάσεως του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (δεύτερο τμήμα) της 15ης Ιουνίου 2005, συνεκδ. υποθ. T-71/03, T-74/03, T-87/03 και T-91/03, Tokai κ.λπ. κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, όσον αφορά την υπόθεση T-91/03

ΕΕ C 281 της 12.11.2005, p. 7–8 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)

12.11.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 281/7


Αίτηση αναιρέσεως που υπέβαλε η εταιρία SGL Carbon AG στις 30 Αυγούστου 2005 κατά της αποφάσεως του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (δεύτερο τμήμα) της 15ης Ιουνίου 2005, συνεκδ. υποθ. T-71/03, T-74/03, T-87/03 και T-91/03, Tokai κ.λπ. κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, όσον αφορά την υπόθεση T-91/03

(Υπόθεση C-328/05 P)

(2005/C 281/14)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Η SGL Carbon AG, εκπροσωπούμενη από τους δικηγόρους Martin Klusmann και Frederik Wiemer, του δικηγορικού γραφείου Freshfields Bruckhaus Deringer, Feldmühleplatz 1, D-40008 Düsseldorf, άσκησε στις 30 Αυγούστου 2005 ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αναίρεση κατά της αποφάσεως του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (δεύτερο τμήμα) της 15ης Ιουνίου 2005, συνεκδ. υποθ. T-71/03, T-74/03, T-87/03 και T-91/03, Tokai κ.λπ. κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, όσον αφορά την υπόθεση T-91/03.

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

δεχόμενο τα αιτήματα που υπέβαλε η SGL πρωτοδίκως, να αναιρέσει εν μέρει την απόφαση του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 15ης Ιουνίου 2005, συνεκδ. υποθ. T-71/03, T-74/03, T-87/03 και T-91/03 (1), καθόσον απέρριψε την προσφυγή στην υπόθεση Τ-91/03 κατά της αποφάσεως C(2002) 5083 τελ. της Επιτροπής, της 17ης Δεκεμβρίου 2002, σχετικά με διαδικασία εφαρμογής του άρθρου 81 της Συνθήκης ΕΚ,

επικουρικά, να μειώσει εύλογα ακόμη περισσότερο το πρόστιμο που επιβλήθηκε στην αναιρεσείουσα με το άρθρο 3 της αποφάσεως της 17ης Δεκεμβρίου 2002 και τους προσδιορισθέντες τόκους εκκρεμοδικίας και υπερημερίας, όπως τα ποσά αυτά προκύπτουν από το διατακτικό της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης,

να καταδικάσει την αναιρεσίβλητη στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα:

Η αναιρεσείουσα προβάλλει ως λόγους αναιρέσεως κατά της εν λόγω αποφάσεως του Πρωτοδικείου την εσφαλμένη εφαρμογή των διαδικαστικών κανόνων και την παραβίαση του κοινοτικού δικαίου:

1.

Η αναιρεσείουσα ισχυρίζεται ότι, σύμφωνα με την αρχή ne bis in idem, η οποία ισχύει γενικά στο δίκαιο των κρατών μελών και της Κοινότητας και έχει επίσης εφαρμογή έναντι των τρίτων κρατών, έπρεπε εν προκειμένω να ληφθεί υπόψη η ποινή που είχε επιβληθεί στην αναιρεσείουσα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο μη συνυπολογισμός της προγενέστερης αλλοδαπής ποινής αποτελεί –ως παραβίαση της αρχής αυτής και, επομένως, της επιταγής για ουσιαστική δικαιοσύνη– νομικό σφάλμα και δεν εμπίπτει στο πεδίο της διακριτικής ευχέρειας των αποφασιζουσών αρχών και του Πρωτοδικείου.

2.

Η αύξηση του προστίμου κατά 35 % με το αιτιολογικό ότι η αναιρεσείουσα ήταν η μόνη επικεφαλής της συμπράξεως είναι αβάσιμη, διότι δεν μπορεί να στηριχθεί ούτε στα μη αμφισβητούμενα πραγματικά περιστατικά ούτε στις ίδιες τις αντιφατικές διαπιστώσεις του Πρωτοδικείου. Δεδομένου ότι από τις αιτιάσεις της Επιτροπής δεν προέκυπτε ότι η Επιτροπή θεωρούσε την αναιρεσείουσα ως τη μόνη επικεφαλής της συμπράξεως, παραβιάστηκε επίσης η αρχή της εκατέρωθεν ακροάσεως.

3.

Το Πρωτοδικείο δεν εξέτασε τα πραγματικά στοιχεία στα οποία η αναιρεσείουσα στήριξε τον ισχυρισμό της ότι οι ανεπαρκείς γλωσσικές γνώσεις της Case Team της Επιτροπής είχαν ως αποτέλεσμα να προσβληθούν ανεπανόρθωτα τα δικαιώματα άμυνας της εταιρίας αυτής, παρά τους θεμελιωμένους ισχυρισμούς και τα αποδεικτικά στοιχεία της αναιρεσείουσας.

4.

Δεν εκτιμήθηκε ορθά το πνεύμα συνεργασίας που επέδειξε η αναιρεσείουσα. Δεδομένου ότι το πνεύμα συνεργασίας που επέδειξε η αναιρεσείουσα αξίζει όσο και το πνεύμα συνεργασίας των λοιπών εμπλεκομένων επιχειρήσεων, η αναιρεσείουσα υπέστη δυσμενή διάκριση, αφού το πρόστιμό της μειώθηκε σημαντικά λιγότερο σε σύγκριση με τα πρόστιμα των λοιπών.

5.

Τα πρόστιμα που επιβλήθηκαν ήταν δυσανάλογα υψηλά, διότι δεν ελήφθη υπόψη η αναμφισβήτητα μειωμένη χρηματοδοτική ικανότητα της αναιρεσείουσας κατά τον χρόνο της αποφάσεως της Επιτροπής. Η Επιτροπή και το Πρωτοδικείο κακώς θεώρησαν ότι η χρηματοδοτική ικανότητα δεν λαμβάνεται γενικώς υπόψη κατά τον καθορισμό της κυρώσεως: πρέπει να εξετάζουν κατά πόσον η συγκεκριμένη εταιρία μπορεί να αντεπεξέλθει οικονομικά στη συγκεκριμένη κύρωση.

6.

Τέλος, ακόμη και ο καθορισμός των τόκων είναι εσφαλμένος: οι ιδιαίτερα υψηλοί τόκοι εκκρεμοδικίας συνιστούν ειδική πρόσθετη ποινή, για την οποία δεν υπάρχει καμία νομική εξουσιοδοτική βάση.


(1)  ΕΕ C 205 της 20ής Αυγούστου 2005


Top